ἀσθενὴς ᾖ καὶ ἵνα λεπτοί εἰσιν οἱ χυμοὶ καὶ πυρετὸς διακαὴς καὶ ζέων . τί γάρ ; ὅτι τῆς καθεκτικῆς
τὸν πυρετὸν ἀπεργάζεται . Ὁμοίως δὲ καὶ καῦσός ἐστι πυρετὸς διακαὴς , ἀνενδότως διακαίων , καὶ καταναλίσκων τὰ ἐν τῷ
6807669 θερμοτητι
ὥρα τοιαύτη καὶ ὅϲοι τὴν φύϲιν ὑγροὶ καὶ μάλιϲτα ϲὺν θερμότητι καὶ οἱ ἀραιοὶ τὴν ἕξιν , ἔτι δὲ καὶ
διδούς , οἷον τὴν ψυχρότητα καὶ ὑγρότητα τῇ ξηρότητι καὶ θερμότητι , οὐ μὴν αὐτό γε τὸ πῦρ ὅλον τῷ
6709155 καρδιᾳ
οὖν εἰκὸς βραχὺν οὕτως ὄντα τὸν ἀνθρώπινον νοῦν μήνιγγι ἢ καρδίᾳ , βραχέσιν ὄγκοις , ἐγκατειλημμένον μέγεθος οὐρανοῦ καὶ κόσμου
σφυγμώδης γινομένη κατὰ τὸν αὐτὸν ῥυθμὸν ταῖς ἀρτηρίαις καὶ τῇ καρδίᾳ . κεκραγότων δ ' ἐξαίρεταί τε καὶ διαφυσᾶται πᾶς
6604831 ὁρασει
μαθηματικοὶ τὸ αἰσθητὸν γινώσκουσι τρίγωνον , οὐ καθόσον ἀντίκειται τῇ ὁράσει ἢ τῇ ἁφῇ , ἀλλὰ ἁπλῶς , καθόσον ἐστὶ
, μεταμορφωθῆναι ὑπέλαβον αὐτοὺς οἱ προσεδρεύοντες . Ταύτας ὑφίστανται μιᾷ ὁράσει χρῆσθαι ἀεὶ πρὸς τὴν χρείαν μεταλαμβανούσας παρὰ τῆς ἐχούσης
6579420 σαρκι
, . . Ἐγὼ γὰρ καὶ μετὰ τὴν ἀνάστασιν ἐν σαρκὶ αὐτὸν οἶδα καὶ πιστεύω ὄντα . καὶ ὅτε πρὸς
σύκωσις δέ ἐστιν , ὅταν τὸ ἐντὸς τῶν βλεφάρων σαρκωθείη σαρκὶ παραπλήσιον μετὰ ὑπεροχῆς καὶ ὁ ὀφθαλμὸς ἅπας δυσκίνητος ᾖ
6566600 στεγνωσις
καὶ περιψύξεως καὶ περὶ τὸν θώρακα ῥευματισμὸς καὶ βῆχες καὶ στέγνωσις τοῦ σώματος καὶ πυρέτια λεπτὰ καὶ κακοήθη καὶ σφυγμοὶ
πυρετὸν , πῇ δὲ τὸν ἐπὶ σήψει : ἡ γὰρ στέγνωσις καὶ ἡ πύκνωσις ἐν ἀπερίττῳ μὲν σώματι καὶ μηδὲν
6522293 ὑποστασει
ὑπόστασιν ἔχον ἴνδαλμα ὂν ἐκείνου οὐχ οἷόν τε ἀποτέμνοντα ἐν ὑποστάσει ποιεῖν εἶναι , οὐδ ' ἂν αἱ δυνάμεις αὗται
ὅσον τὸ παρὰ τοῦ ἐνεργοῦντος ἐπεβάλλετοοὐκ ἂν ἀπολλύοιτο μένοντος ἐν ὑποστάσει τοῦ φωτίζοντος . Μετακινουμένου δὲ ἐν ἄλλῳ ἐστὶ τόπῳ
6461651 συστασει
ἐκ πλειόνων ἀρωμάτων εἴληφε τὴν σύστασιν : δυςμετάβλητα γὰρ τῇ συστάσει πάντα τὰ ἀρώματα ταῖς δυνάμεσι καὶ ταῖς οὐσίαις :
πάντα συμμέτρῳ ἀνθρώπῳ , ὑπόξανθον ἢ ὑπόπυρρον , καὶ τῇ συστάσει σύμμετρον , ἀναλόγως ἔχον καὶ τὸ ποσὸν τοῦ πινομένου
6449401 μητρᾳ
ὡς ἂν μηδ ' οἵου τ ' ὄντος ἐν τῇ μήτρᾳ γονίμως κρατηθῆναι μήτι γε ψυχῆς ἔξωθεν τῇ εἰσκρίσει ἑαυτῆς
ἄκυθος . ἢ παρὰ τὸ μὴ ἔχειν σπέρμα ἐν τῇ μήτρᾳ . ἔστι δὲ καὶ κανόνα εἰπεῖν : τὰ διὰ
6429780 ἀπουσιᾳ
ἐνδεὲς ἐλλείψει ἐνδεές : ἀλλ ' εἰ μὲν τοῦ ἀγαθοῦ ἀπουσίᾳ ἐνδεῖ τὸ ἀγαθόν , οὐκ ἦν ἀγαθόν , ὁπότε
καὶ ὁ κρατῶν περιέσται , τί ἄλλο ἢ τῇ αὐτῇ ἀπουσίᾳ τοῖς μὲν οὐκ ἠμύνατε σωθῆναι , τοὺς δὲ οὐκ
6364365 διαθεσει
διόπερ εἰ ὅτι ὁ μεμηνὼς ἢ ὁ κοιμώμενος ἐν ποιᾷ διαθέσει θεωρεῖται , οὐκ ἔστι βέβαιος τῶν φαινομένων αὐτῷ κριτής
δεῖται τῆς ἐπιβλέψεως : οὔσης γὰρ τῆς ἐν ἕξει καὶ διαθέσει διαφορᾶς κατὰ τὸ μόνιμον καὶ δυσκίνητον , πότερον τοῦτο
6328782 κουφοτητι
λεπτοτάτων κλάδων ποιοῦνται χωρὶς κινδύνων . ἰσχνότητι γὰρ σώματος καὶ κουφότητι διαφέροντες , ἐπειδὰν τοῖς ποσὶ σφάλλωνται , ταῖς χερσὶν
εἰπεῖν ὅτι μοι δοκεῖ κἂν τὸ ἐπεγχυθὲν ὑψῶσαι τῇ ἑαυτοῦ κουφότητι . ὡς δὲ οὐ κομπάζομεν , σταθμῷ κρίνεται .
6328359 παρουσιᾳ
τὸ συνεχὲς χρῆται τῷ διωρισμένῳ . Ὡς οὖν μέγα μεγέθους παρουσίᾳ , οὕτω καὶ ἓν ἑνὸς καὶ δύο δυάδος καὶ
ἡδέων σώφρων . ἔστι δὴ ὁ μὲν δειλὸς ἐπὶ τῇ παρουσίᾳ τινῶν λυπούμενος , ἀνδρεῖος δὲ ὁ μὴ λυπούμενος ἐπὶ
6312104 πεψει
δ ' ἴασις ἐν τοῖς τρισίν ἐστι κειμένη κεφαλαίοις , πέψει τε καὶ ἐπικράσει καὶ κενώσει . πέττονται μὲν οὖν
διὰ πνεύματος περιουσίαν . ἐὰν γὰρ μήτε τελείως ἐν τῇ πέψει λεπτυνθῇ τὸ πνεῦμα , ἀλλὰ τοῦ παρισταμένου ὄντος ἀποκλυσθῇ
6302188 διεξοδῳ
διαλεκτικῆς ἐστιν ἔργον , τὸ δὲ λέγειν ἐν μήκει καὶ διεξόδῳ θεωρούμενον ῥητορικῆς ἐτύγχανεν ἴδιον . οἱ μὲν οὖν πλεῖστοι
, οἷον Σωκράτης σοφός , τὸ δὲ ἐγκώμιον ἐν μακροτέρᾳ διεξόδῳ . μὴ ἀγνόει δέ , ὅτι καὶ τοὺς ψόγους
6247557 ναρκωδης
σικύαι , παντάπασι τὸ πνεῦμα ἀπελήφθη , καὶ διῆλθεν ὀδύνη ναρκώδης καὶ ἄπορος φέρειν , καὶ πάντα αἵματι ἐπέφυρτο καὶ
: ἐν δὲ τῇ σημειώσει ὑποπίπτει ὄγκος ἀνώμαλος μικρός , ναρκώδης , αἴσθησιν ἐμποιῶν ἐν τῷ παραπιεσμῷ . Διαφέρει δὲ
6231149 ψυχρᾳ
ποιεῖν ἐν ὑγρᾷ τῇ ὥρᾳ παντοίωϲ , ὥϲπερ ἐν τῇ ψυχρᾷ θερμότερον , ἐϲθίειν δὲ κρεῶν θερμῶν καὶ λαχάνων καὶ
ῥέον κάτω λεπτόν ἐστι καὶ θερμὸν , εἰ δὲ ἐπὶ ψυχρᾷ , παχύ ἐστι καὶ ψυχρὸν , καὶ δεῖ λούειν
6216035 ἀναδοσει
ῥεομένην χρώμεθα , μὴ ἂν ἄλλως χρησάμενοι διὰ τὸ μήτε ἀναδόσει τροφῆς μήτε αἱματώσει μήτε εὐχυμίᾳ μήτε οὔρων εὐροίᾳ μήτε
καὶ τροφῆς ὀρεγόμεθα καὶ τὴν ληφθεῖσαν κατεργαζόμεθα πέψει τε καὶ ἀναδόσει καὶ αἱματώσει καὶ προσθέσει καὶ προσφύσει καὶ διακρίσει καὶ
6196025 αἰσθησει
ἢ ἄλλο τι τῶν συμβεβηκότων αὐταῖς , φαντασία δὲ τῶν αἰσθήσει φανέντων τύπους καὶ εἰκόνας ἐν αὑτῇ εἰσοικίζουσα παραφυλάττειν αὐτὰς
Μωυσεῖ , νῷ τελείῳ , ὁ δὲ τῶν Μαριάμ , αἰσθήσει κεκαθαρμένῃ : δίκαιον γὰρ καὶ νοητῶς καὶ αἰσθητῶς τοὺς
6194915 θυμηδιᾳ
ἅμα καὶ ἐπιτομωτάτην καὶ ἱππήλατον καὶ κατάντη σὺν πολλῇ τῇ θυμηδίᾳ καὶ τρυφῇ διὰ λειμώνων εὐανθῶν καὶ σκιᾶς ἀκριβοῦς σχολῇ
ἐπειδὰν ἵμερος λάβῃ χώρου τοιοῦδε , πηλίκῃ , οἴεσθε , θυμηδίᾳ κατέχονται ; εἰ δὲ δεῖ καὶ μυθολογεῖν , Ἡροδότου
6164008 ἁφῃ
βλάπτουσα τὸν ζωτικὸν γόνον ἀναφερομένη τε ἐκ βάθους προσπίπτουσα τῇ ἁφῇ καὶ μάλιστά τις ἀταξία κατὰ τὸ εἶδος τοῦ πυρετοῦ
καὶ μαλακὸν , τὸν οἷον δίυγρον , καὶ ἡδέως τῇ ἁφῇ προσβάλλοντα : σφοδρὸν δὲ τὸν μετά προσηνοῦς ἁφῆς ἀντιβαίνοντα
6160070 καταβολῃ
/ ἐν ἀντιδόσει οὐσίας οὔτε ἐν ἀπογραφῇ τέλους οὔτε ἐν καταβολῇ φόρου ὁ τῶν δύο δούλων ἀριθμός . Ὁ δὲ
τιμήσαντες αὐτῷ . καὶ ἀνεπέμφθη γε εἰς τὴν Ἀσίαν ἐπὶ καταβολῇ τῶν χρημάτων , καὶ ὅσα μὲν ἔπασχεν ὑπὲρ πᾶσάν
6121904 ποιοτητι
νόμον καὶ τὴν μοιχείαν οὐκ ἐπεκτείνοντες : ἐναντίον γὰρ τῇ ποιότητι τοῦ ἐραστοῦ τὸ τὰ τῶν ἐρωμένων αὔξειν ἐγκλήματα :
ὑγραίνοντεϲ χυμοὶ ἀνώδυνοι τελέωϲ εἰϲίν , ὅϲον γε ἐπὶ τῇ ποιότητι : διὰ γάρ τοι τὸ πλῆθοϲ ἄνευ μὲν ἐμφράξεωϲ
6108242 νομοθετικῃ
ἐνίοις πράγμασι , τὰς δ ' ἧττον ᾠκειῶσθαι . | νομοθετικῇ δ ' ἀδελφὰ καὶ συγγενῆ τέτταρα ταυτὶ διαφερόντως ἐστί
, ἥ τε ἰατρικὴ τῇ γυμναστικῇ καὶ ἡ δικαιοσύνη τῇ νομοθετικῇ : ὅμως δὲ διαφέρουσίν τι ἀλλήλων . τεττάρων δὴ
6106441 σωζομενη
ὕλη πρὸς τῆς γενέσεως αὐτῆς , καὶ ἐφθαρμένη ἅμα καὶ σωζομένη , ὅπερ ἐστὶν ἀδύνατον , διότι εἰς ὕλην πάλιν
δέχεται , ψυχὴ δὲ οὔ , καὶ ὡς ἁρμονία μὲν σωζομένη οὐ προσίεται ἀναρμοστίαν , ψυχὴ δὲ κακίαν προσίεται ,
6100870 ἰασις
κατὰ ἰσχίον γίνεται . διατείνεται δὲ πολλάκις μέχρι σφυρῶν . ἴασις δὲ διὰ φλεβοτομίας ἀπὸ σφυροῦ . καὶ διὰ σικύας
, ἡ μὲν φαντασία μικροτέρα , χαλεπωτέρα δ ' ἡ ἴασις : οὐ γὰρ ἐπιδέχεται τὴν ἐν κύκλῳ περιβολὴν ὥσπερ
6099293 καταληψει
τῆς ζηλοτυπίας . Καὶ τὸ μὲν οὖν πρῶτον οὐδὲ ἐν καταλήψει τῷ Σοραίχῳ ἡ Σινωνὶς ἐφαίνετο : καὶ γὰρ προεῖχε
τῇ ὄντα προσηγορίᾳ ἀεὶ συνυπάρχοντα . καὶ γὰρ τῇ τούτων καταλήψει συμβέβηκε καὶ τὴν τῶν ὁμωνύμως ὄντων παρομαρτεῖν , οὐδὲ
6098578 ῥυπτικωτερα
διαφορεῖ καταπλαττομένη , καὶ μάλιϲτα τῶν ϲκληροϲάρκων , καυθεῖϲα δὲ ῥυπτικωτέρα τε καὶ λεπτομερεϲτέρα γίνεται . ἡ δὲ τῶν βοῶν
τε καὶ τιθυμάλλου , καὶ ἡ τέφρα δριμυτέρα τε καὶ ῥυπτικωτέρα γίνεται . Τηλέφιον θερμαίνει μὲν κατὰ τὴν πρώτην τάξιν
6095912 παρακοπη
, λύσις . Ὅσοις ἐν τοῖσι καύσοισι τρόμοι ἐγγίνονται , παρακοπὴ λύει . Ὅσοις ἂν ἐν τοῖς πυρετοῖς τὰ ὦτα
εἶναι τὸ τὰ πάντα τολμᾶν . θρασύνει γὰρ αὐτοὺς τάλαινα παρακοπὴ καὶ παρατροπὴ τοῦ νοῦ αἰσχρὰ καὶ κακὰ καὶ ἄθεσμα
6062641 θερμασιῃ
ἀλλοτρίην , ἀλλὰ λίην γε εὐαρμοστεῦσαν , πνεύματί τε καὶ θερμασίῃ καὶ χυμῶν κατεργασίῃ , πάντη τε καὶ πάσῃ διαίτῃ
δεῖ ξηρῆναι ἢ ψῦξαι ἢ διαῤῥοίῃ ἐχόμενον ἢ ἄλλῃ τινὶ θερμασίῃ , ἡ τοιαύτη μᾶζα διαπρήσσεται . Ἡ δὲ ξηρὴ
6062111 οἰδησις
στραγγουρία : ἐὰν δὲ κατὰ τὰ καλούμενα πλευρὰ γίγνηται ἡ οἴδησις . . . . . . . . .
, ἰσχίων ὀδύνη , ὀφθαλμῶν διαστροφαὶ , τύφλωσις , ὀρχίων οἴδησις , μαζῶν ἄρσις . Ἢν , πυρετοῦ ἔχοντος ,
6061528 πιλησει
, ἴσως δὲ καὶ συνεχείαις νεφῶν καὶ πυκνότησιν ἀδιαστάτοις καὶ πιλήσει βιαιοτάτῃ τῆς τῶν ἀκτίνων φορᾶς ἀνακοπείσης , ὡς ἀδιαφορεῖν
πληγῇ τῶν στερεῶν ὥσπερ λίθων , καὶ αἱ τρίψει καὶ πιλήσει καθάπερ τῶν πυρείων καὶ πάντων ὅσα ἔχει φοράς ,
6046322 ἀχωριστος
οὐ πᾶσα κίνησις χωριστή ἐστιν : ἰδοὺ γὰρ ἡ οὐρανία ἀχώριστος ὑπάρχει : ἀεὶ γὰρ ὁ πόλος κινεῖται . ἔστι
σιμότης ἐν ῥινὶ ἔχει τὸ εἶναι , οὗ καὶ νοουμένη ἀχώριστος , ὡς δὲ κοιλότης κεχωρισμένη καὶ οὐδὲν δεῖ τῷ
6027430 ἐγκλισει
ἀδυνατεῖ εἰς ἔγκλισιν παραλαμβάνεσθαι : τόπον γὰρ ἐπέχει ἐναντίον τῇ ἐγκλίσει , λέγω τῶν προτακτικῶν , οὐ μαχομένων τῶν ὑποτακτικῶν
, ἄνθρωπός εἰμι : πάμπολλοι δέ εἰσιν οἱ παραπληρωματικοὶ ἐν ἐγκλίσει , ὡς ὁ γέ , ὁ ῥά , ὁ
6027134 φρενιτις
οἷσι καὶ εἰκοσταίοισιν , οἷσιν εὐθὺς οὐκ ἐξ ἀρχῆς ἡ φρενῖτις ἤρξατο περὶ τρίτην ἢ τετάρτην ἡμέρην , ἀλλὰ μετρίως
ῥόον αἱματώδη , αἱμοῤῥοΐδας , σύριγγας . Καῦσος δὲ , φρενῖτις , περιπλευμονίη , κυνάγχη , σταφυλὴ , πλευρῖτις ,
6005891 σκληροτητι
ἀναφυόμενα , ταῦτα γὰρ ἀσθενέστερα : φθείρει δὲ ὅτι τῇ σκληρότητι καὶ τῇ ξηρότητι ἀφαιρεῖται τὴν τροφὴν τὴν μὲν ἕλκοντα
ἐστί , τὰ δὲ φυλάττοντα τὸν ἔμπροσθεν ὄγκον ἅμα τῇ σκληρότητι χείρω : δύσπεπτα γὰρ καὶ γεώδη ταῖς οὐσίαις ἐστὶν
6000239 ἀπροαιρετος
εἴρηται ἐν τῷ τετάρτῳ τῆς διαγνωστικῆς . Σπασμός ἐστι κίνησις ἀπροαίρετος ἐν προαιρετικοῖς μορίοις : προαιρετικὰ δὲ μόριά εἰσι νεῦρα
. τκηʹ . Ῥεῦμά ἐστι λεπτῶν ὑγρῶν φορὰ ἀκατάσχετος καὶ ἀπροαίρετος . τκθʹ . Ἕλκωσίς ἐστι ῥῆξις περὶ τὸν κερατοειδῆ
5990662 πεψις
ἐναντιότητες πλείους : ὥστε τοῦτο μὲν φανερόν . Ἡ δὲ πέψις πάντων τῶν καρπῶν γίνεται μὲν ὑπὸ τοῦ θερμοῦ καθάπερ
πεττομένων τῶν χυλῶν λαμβάνει τινὰ τὸ ἄνθος εὐοσμίαν ἐπείπερ ἡ πέψις ἐν μεταβολῇ : ὅσα δ ' εὔοσμα τούτων διὰ
5981885 ἀραιοτης
ἀρχὴ τῶν ὅλων τὸ πῦρ , δύο δὲ αὐτοῦ πάθη ἀραιότης καὶ πυκνότης , ἡ μὲν ποιοῦσα ἡ δὲ πάσχουσα
, ἵνα εἴη προγνωστικὸς ὁ λόγος : ἐὰν εἴη δέρματος ἀραιότης , προμήνυσον ὡς κοιλίης ἐστὶ σκληρότης τουτέστιν ἐποχὴ γαστρός
5978432 ξηροτητι
καὶ οὕτως σπῶνται . Σπασμὸν δὲ ἐνταῦθα οὐ τὸν ἐπὶ ξηρότητι λέγει γίνεσθαι ἐπὶ τῶν παίδων , ὅστις καὶ ἀνίατός
μᾶλλον ἡ τοῦ ἀβροτόνου καὶ διὰ τὸ μέγεθος καὶ τῇ ξηρότητι . Τοῦ δὲ ἑρπύλλου ἴδιος ἡ αὔξησις ἡ τῶν
5976584 διαστολῃ
ἀραιοὶ σφυγμοὶ χαλεπώτεροι . πόσαι γε διαφοραὶ γίνονται ἐν τῇ διαστολῇ τοῦ σφυγμοῦ ; ὀκτὼ , μέγεθος , σμικρότης ,
τῆς ἐγχωρίου ὑγρότητος διαφυσηθείσης , διεγείρει τούτους τῇ τῶν τόπων διαστολῇ : τὸ δὲ αὐτὸ συμβαίνει καὶ ἐπὶ τῶν ἑλκῶν
5974786 καταψυξιϲ
δάκτυλοι καμπύλοι : ϲκοτόδινοϲ : λύγξ : ὄνυχεϲ πελιδνοί : κατάψυξιϲ , ἄκρεα ψυχρὰ καὶ τὸ ὅλον ῥιγώδεεϲ : ἢν
ϲυνεχεῖϲ καὶ ἀκρατοποϲίαι , ἡλίωϲιϲ , ἔγκαυϲιϲ τῆϲ κεφαλῆϲ ἢ κατάψυξιϲ ἢ ϲυνεχὴϲ ἀνάγνωϲιϲ μετὰ τροφὴν ἢ βαλανεῖα ὁμοίωϲ ϲυνεχῆ
5958720 πικριᾳ
πυκνὴν ὑπόξανθον καὶ εὔθρυπτον ἡπατίζουϲαν ῥαδίωϲ ὑγραινομένην εὐώδη ἐπιτεταμένην τῇ πικρίᾳ , τὴν δὲ μέλαιναν καὶ πάνυ ϲκληρὰν ἀπεκλέγου .
τὴν ἀλήθειαν , τῇ κακίᾳ δὲ τὴν ἀρετήν , τῇ πικρίᾳ δὲ τὴν χρηστότητα , καὶ ὅπερ αὖ καὶ δίκαιον
5950062 φλεγμονῃ
καὶ μυῶν τὸ πάθος , καὶ τὸ αὐτὸ ἀποτέλεσμα . φλεγμονῇ γὰρ τῇ αὐτῇ θεραπείᾳ χρήσεται . τοῖς γὰρ εἰρημένοις
μύρου ἴσων . Πλευρῖτίς ἐστι πυρετὸς ὀξὺς καὶ συνεχὴς ἐπὶ φλεγμονῇ τοῦ ὑπεζωκότος τὰς πλευρὰς ὑμένος . ἔξωθεν οὖν ἐπιτίθεται
5938182 ἐννοιᾳ
, ἐπὶ δὲ τῶν σημαινουσῶν ἀχώριστον συμβεβηκὸς δύνασαι χωρισμὸν νοῆσαι ἐννοίᾳ : τὸν γὰρ γλαυκόφθαλμον εἰ νοήσεις μελανόφθαλμον , οὐδὲν
τοῖς γενητὸν αὐτὸν δογματίσασιν . εἰκασμῷ γὰρ ταῦτα καὶ ἀνθρωπίνῃ ἐννοίᾳ ἐφθέγξαντο , καὶ οὐ κατὰ ἀλήθειαν . Ἕτεροι δ
5931490 Ἀποδεικτικῃ
καὶ οὕτως οὐδὲν ἔσται ἀποδεικτόν , καθάπερ εἴρηται ἐν τῇ Ἀποδεικτικῇ πραγματείᾳ , ὅτι εἰ ὑποθώμεθα πάντα ἀποδεικτὰ εἶναι ,
Σωκράτης ἄνθρωπος λευκός ἐστιν , φαμὲν ὅτι ὥσπερ ἐν τῇ Ἀποδεικτικῇ αὐτὸς διωρίσατο ὅτι τὰ τοιαῦτα ἀπὸ συμβεβηκότος λέγεται οὐχὶ
5927079 συναφῃ
ὀνομάτων εἰς τὸ δηλοῦν ἀλλήλοις ἃ ἐννοούμεθα , κρείττονί τινι συναφῇ τῶν ψυχῶν συναπτομένων καὶ μεταδιδουσῶν ἀλλήλαις τῶν οἰκείων διανοημάτων
πασῶν σύστημα ἠλέγχετο τῆς διὰ πέντε καὶ διὰ τεσσάρων ἐν συναφῇ , ὡς ὁ διπλάσιος λόγος ἤτοι ἡμιολίου τε καὶ
5925763 φλεβωδης
Τὸ δὲ ὑπόσφαγμα γίνεται τῶν φλεβῶν ἀναρρηγνυμένων τοῦ ῥαγοειδοῦς : φλεβώδης γὰρ ὁ ὑμὴν οὗτος , ὁ δὲ κερατοειδὴς ἥκιστα
διάγνωσις σπληνὸς Γαληνοῦ καὶ Ἀρχιγένους . Ἔστι δὲ ὁ σπλὴν φλεβώδης καὶ ἀρτηριώδης καὶ ἀνισοπλατὴς λεπτὰ ἀγγεῖα ἔχων καὶ πολλὰ
5925552 παχυτητι
καὶ τὴν ὑγίειαν ἐπανέρχεσθαι ἀφαιρέσει καὶ προσθέσει καὶ λεπτότητι καὶ παχύτητι τῶν χυμῶν καὶ ἁπλῶς τῇ εὐκρασίᾳ καὶ συμμετρίᾳ αὐτῶν
ἢ πλεονασμῷ τὴν νόσον κεκτημένων ἢ λεπτότητι ἢ δριμύτητι ἢ παχύτητι καὶ γλισχρότητι ἀνιωμένων , ἢ φλεγμονῆς στενοχωρούσης , ἢ
5911909 διαφορησει
χρώμεθα , ἐν δὲ τῷ χειμῶνι ἐλάττονι . ἀλλὰ τῇ διαφορήσει τὸ τοιοῦτον συμβαίνει , ὡς εἰρήκαμεν . οὐκοῦν ἐπὶ
μὲν γὰρ ξηρὸν παραλάβῃ ἡ ἀγρυπνία τὸ σῶμα , τῇ διαφορήσει ἐπὶ πλέον ξηραίνει αὐτό : εἰ δὲ περιττωματικὸν καὶ
5903247 στομαχος
, ἐκ μὲν τῶν ἔνδον τεταγμένος μερῶν , ἵναπερ ὁ στόμαχος : ὅσον δ ' ἀποδεῖ τῷ μεγάλῳ πρὸς τὸ
τῆς οὐσίας τῆς γαστρὸς , ἢ καὶ εὐαίσθητος ὢν ὁ στόμαχος , λόγῳ σπαραγμοῦ κινδυνεύσει λειποθυμῆσαι , παρέχομεν τροφὴν τὴν
5886770 ἱδρωσιν
ἐμέτοις ἢ γαστρὸς ὑποχωρήσεσιν ἢ οὔροις ἢ ὑπεξαγωγαῖς ἑλμίνθων ἢ ἱδρῶσιν ἢ αἱμορραγίαις διὰ μυκτήρων καὶ ταῖς διὰ γαστρὸς ἢ
τῶν γυμναζομένων καὶ δοκούντων εὖ ἔχειν βαρεῖς καὶ κακώδεις τοῖς ἱδρῶσιν : ἐπεὶ ὅτι γε τῇ καχεξίᾳ πολλαχόθεν φανερὸν ,
5849553 ἀφελειᾳ
ποιεῖσθαι τοῖς τε συνεκδήμοις καὶ αὑτῷ . εἶτα λιτότητι καὶ ἀφελείᾳ χρώμενος καὶ ἀκεραίῳ τῇ δικαιοσύνῃ τὴν ἐπαρχίαν ἀνέλαβεν ἐκ
μύθων τε καὶ μυθικῶν μετριώτερον . ὅσον δὲ ὁ Ξενοφῶν ἀφελείᾳ τῇ κατ ' αὐτὸν ὑπερβέβληκε τὴν Πλάτωνος ἀφέλειαν ,
5836133 ἀγνοιᾳ
διέδειξέ γε μὴν μεγαλοφροσύνῃ ἀποσχόμενος τοῦ Ἀρκεσιλάου . Ἤτοι γὰρ ἀγνοίᾳ τῶν ἐκείνου ἢ δέει τῶν Στοϊκῶν πολέμοιο μέγα στόμα
. τετάρτη δὲ ὅτι διακριτικὸν ζῷον ὁ κύων γνώσει καὶ ἀγνοίᾳ τὸ φίλον καὶ τὸ ἀλλότριον ὁρίζον : ὃν γὰρ
5831496 ἀναφορᾳ
ἡ ἐπίζευξις τῇ παρονομασίᾳ , ὁμώνυμον καὶ ἡ πλοκὴ τῇ ἀναφορᾷ ἢ ἐπαναφορᾷ καὶ ἡ ἐπιβολή , τῇ ἐπαναδόσει ἢ
Λογικός ; ῥητέον , ὅτι τῇ πρὸς τοὺς ἐνδεικνυμένους σκοποὺς ἀναφορᾷ . εἰδὼς γὰρ , ὅτι τάδε μὲν τὰ συμπτώματα
5828767 ἀδιαλειπτῳ
ἀεὶ κινοῦσιν οἱ ὀφθαλμοὶ κίνησιν ὑπομένοντες ἐν κλόνῳ ἢ τρόμῳ ἀδιαλείπτῳ . καθεστηκυῖαν ταύτην τὴν διάθεσιν Ἱπποκράτης ἐκάλεσεν ἵππον .
κοσμεῖ γὰρ τὰ πάντα τῇ ποικιλίᾳ τῆς γενέσεως καὶ τῷ ἀδιαλείπτῳ τῆς ζωῆς καὶ ἀκοπιάστῳ τῆς ἐνεργείας καὶ τῷ τάχει
5828471 γνωσει
καὶ ὅσα περὶ τούτου προείρηται , ἐπεὶ οὐδὲ τῇ ἑνιαίᾳ γνώσει πάντη γνωστόν , ὅτι μηδὲ γνωστὸν ὃ μόνον ἕν
περὶ ὧν οὐκ οἶσθα : συγγενοῦ τρέχων Πλάτωνι , καὶ γνώσει λίτρον καὶ κρόμμυον . ἀπήντων τῷ ξένῳ , εἰς
5825632 λευκοτητι
σὺν τῇ ὁρμιᾷ . καὶ τὸ μὲν κρύπτεται ὑπὸ τῇ λευκότητι , καὶ ἡ αἴγλη τοῦ χαλκοῦ εὐσύνοπτός οἱ οὐκ
τούτων ἀνάκαμψις , διότι ἡ λεύκανσις οὐκ ἔστιν ἐναντία τῇ λευκότητι τῷ ἑαυτῆς τέλει , ὡς εἴρηται ἐν τῇ Φυσικῇ
5817084 εἰσκρισει
τέσσαρσι στίχοις τῶν στοιχείων τῇ ἀκραποιᾷ συνθέσει . [ τῇ εἰσκρίσει μένοντα καὶ τὰ σώματα βάπτοντα καὶ μορφοῦντα παντοίαν χρόαν
ψυχή ; ἐμοῦ γὰρ ἀποστᾶσα πρὶν ἔξελθε ζῶσα . σῇ εἰσκρίσει με δεῖξον ἔκστιλβον πάλιν . τὴν εἰκόνα χρανθεῖσαν ἐν
5812801 ξυνεχει
νενέμητο δὲ τρίχα τὸ πᾶν ναυτικόν , ὡς μὴ τῷ ξυνεχεῖ πλόῳ ταράττοιντο . . . . ἀναγωγή : καὶ
. Κεφαλῆς δὲ ὀδύναι ἰσχυραί τε καὶ ξυνεχέες σὺν πυρετῷ ξυνεχεῖ τε καὶ ἰσχυρῷ δεινὸν καὶ τὰ ἑξῆς [ .
5809862 φυϲει
δὲ ἐπὶ τούτων , τὰ φύϲει κεφαλαλγῆ ἐδέϲματα . Ὅϲα φύϲει κεφαλαλγῆ . ἔϲτι δὲ ταῦτα : ἄγνου ϲπέρμα ἀψινθίου
διὰ τὴν ἀναδοτικὴν δύναμιν ἢ θρεπτικὴν ἢ ἀμφοτέραϲ ἀρρωϲτοτέραϲ οὔϲαϲ φύϲει . πάνταϲ δὲ τοὺϲ οὕτωϲ ἔχονταϲ ὀνίνηϲι τὰ εὔχυμα
5803175 πυρεττουϲι
: οὐ μικρὸν δὲ τὸ κακὸν εἴ γε ἐπιϲχεθείη . πυρέττουϲι δὲ ἔνιοι καὶ ἐφ ' ὧν διάρροια ἐπὶ τῇ
φλεγμονῇ , καῦμά τε καὶ δίψα καὶ ἀγρυπνία γίνεται , πυρέττουϲι δὲ ἢ οὐδὲ ὅλωϲ ἢ ἐκείνων ἥττω καὶ οὐροῦϲι
5796804 γλυκαζων
[ τὸν γλυκὺν Λέσβιον ] ὄντα εὐστόμαχον . καὶ ὁ γλυκάζων δ ' οἶνος οὐ βαρύνει τὴν κεφαλήν , ὡς
τρεῖς : ὃ μὲν γὰρ αὐστηρός ἐστιν , ὃ δὲ γλυκάζων , ὃ δὲ μέσος τούτων τῇ γεύσει αὐτόκρατος καλεῖται
5795205 ῥεουσῃ
, καὶ ἐγὼ σοῦ τὰς ἔριδας τῶν ἐν ταῖς δίκαις ῥεούσῃ φωνῇ διαλύοντος , καὶ ἐπαινεσόμεθα , σὺ μὲν εὐνοίᾳ
τῆς ἀληθείας . ἥσθην δὲ θαλάττῃ γλυκείᾳ Λιβύης ἐπέκεινα εἴσω ῥεούσῃ διὰ τοὺς ἐτησίας καὶ ταύτῃ καὶ κροκοδείλοις καὶ μύθοις
5794631 δυσκρασιᾳ
προσφέρειν ἀμαθῶν ἐστιν ἰατρῶν . μάλιστα μὲν οὖν ἐπὶ ψυχρᾷ δυσκρασίᾳ καὶ καταλύεσθαι πέφυκεν ἡ καθεκτικὴ δύναμις καὶ διὰ τοῦτο
ἐπὶ ψυχρότητος . τοῦ μὲν γὰρ ἥπατος ψυχρᾷ τινι ἑαλωκότος δυσκρασίᾳ , ἤδη ἂν ὑπόλευκα τὰ οὖρα ὀφθείη , ἑτέρου
5789614 ὑποληψει
καὶ φθονοῦντες ἀλλήλοις ὑπὸ τῶν ποιητῶν εἰσάγονται . δογματικῇ δὲ ὑπολήψει , ὅταν ἡμῖν μὲν ἔθος ᾖ παρὰ θεῶν αἰτεῖν
ὀλίγοι πλειόνων περιεγένοντο , καὶ δοκοῦντες ἀσθενέστεροι καθεῖλον τοὺς ἐν ὑπολήψει ἀνδρείας μείζονος : μηδ ' ἐκπλήττεσθαι τῷ πλήθει τοῦ
5780557 μιξει
δι ' ἧς τὰς ἄρσεις ταῖς θέσεσι πρεπόντως ἀποδίδομεν : μίξει , καθ ' ἣν τοὺς ῥυθμοὺς ἀλλήλοις συμπλέκομεν ,
εἰ ταῦτα δὲ , ὡς ἔγραψα , τύχωσιν ἐν τῇ μίξει , . . . . . . . .
5776382 πυκνη
περιπέτασον . Σπόγγος , λεκάνη , πτερόν , λεπαστὴ πάνυ πυκνή , ἣν ἐκπιοῦς ' ἄκρατον ἀγαθοῦ δαίμονος τέττιξ κελαδεῖ
. καὶ προηγεῖται ἡ μεγάλη ἀναπνοή , ἕπεται δὲ ἡ πυκνή . Τρίτη διαφορὰ δυσπνοίας μεγάλη καὶ ἀραιά , ἥτις
5773930 ἀπειριᾳ
τοῦ μὴ εἶναι φρονίμους νέους , οὐχὶ δὲ καὶ τῇ ἀπειρίᾳ τῶν πραγμάτων , ὡς μήπω πεφυκότων τῶν νέων φρονεῖν
πολλοὺς τῶν Θηβαίων διά τε πηλοῦ καὶ σκότους διωκομένων , ἀπειρίᾳ δὲ τῶν ὁδῶν οὐ δυναμένων ἐκφυγεῖν διαφθείρεσθαι . πιθανὸν
5765998 ἀναιδειᾳ
πρεσβείας θεσμῷ λυμαίνεσθαι ἐδόκει , καὶ ταύτην αὐτῷ ἐπὶ τῇ ἀναιδείᾳ καὶ τῇ τῶν λόγων ἰταμότητι ἐπιθεῖναι δίκην : φυγάδας
αὐτοῦ πιστευθέντα ἀδικῆσαι τὰ μὲν τέχνῃ , τὰ δὲ καὶ ἀναιδείᾳ , ὥστε ἤδη τι λαβών , ὡς ἀποδώσων ,
5764798 καθαρσει
δείλην ἐπαύσατο τῆς καθάρσιος : καὶ πόνον ἐπόνησεν ἐν τῇ καθάρσει πουλὺν , καὶ , πιὼν ἄλφιτον , ὕπνος ἔλαβεν
ὑπόστασις ὁμοία , ὀφείλεις κενῶσαι εἴτε δι ' οὔρων εἴτε καθάρσει . εἰ δὲ τὸ χρῶμα εἶεν χολῶδες , ἡ
5761928 ἐκλυσις
δὲ καὶ λαγῶνες πηδῶσιν , ἐνίαις δὲ καὶ καρδιαλγία καὶ ἔκλυσις ἐπιγίνεται μεθ ' ἡδονῆς τινος . Δηλώσει δὲ οὐ
, μελάνων ὑπὸ ἐλλεβόρου , καθάρσιες , πονηραί : καὶ ἔκλυσις δὲ μετὰ τοιούτων , κακόν . Ἀπὸ ἐλλεβόρου ἐμέσαι
5755562 ἀπολαυσει
, ὅτι τῇ Ἐχίδνῃ , ἤγουν τῇ τῶν καρπῶν ἀφθόνῳ ἀπολαύσει , συνελθὼν ὁ Τυφών , ἤτοι ἡ θερμότης τοῦ
ἐπ ' ἀκρόασιν λόγου τινός , ὅς , εἰ χρηστῆς ἀπολαύσει τῆς τύχης , δέξεται καὶ σὲ κριτήν . τὸν
5754233 γυμναστικῃ
, δακτυλιογλυφίᾳ δὲ τῶν τῆς χειρός ; Ναί . Καὶ γυμναστικῇ μὲν σώματος , ὑφαντικῇ δὲ καὶ ταῖς ἄλλαις τῶν
τὴν δὲ ἰατρικήν . τῆς δὲ πολιτικῆς ἀντίστροφον μὲν τῇ γυμναστικῇ τὴν νομοθετικὴν , ἀντίστροφον δὲ τῇ ἰατρικῇ τὴν δικαιοσύνην
5752457 φαντασιᾳ
αὗται φαντασίας προηγουμένης , οὐ μὴν αἱ αὐταί εἰσι τῇ φαντασίᾳ . ὅλως γὰρ τὸ ὑπολαβεῖν εἴτε δοξαστικῶς , εἴτε
τοῖς πολλοῖς λαμβάνομεν καὶ ὑστερογενῆ , τουτέστι τὰ ἐν τῇ φαντασίᾳ , μᾶλλον τὰ προσεχῆ ὑπάρχουσιν , εἰ δὲ τὰ
5747557 μυϲιν
ἔχοντεϲ τὰϲ φλέβαϲ καὶ παχεῖϲ καὶ πιμελώδειϲ καὶ μηροῖϲ καὶ μυϲὶν ἀόριϲτοι καὶ ἀδιάρθρωτοι καὶ βλαιϲοὶ γίνονται . τῆϲ ψυχρότητοϲ
τὰ γυμνάϲια : ϲυμβαίνει γὰρ ἐπὶ τούτων τὰϲ ἐν τοῖϲ μυϲὶν εὐθείαϲ ἶναϲ κάμνειν καὶ τείνεϲθαι , ὡϲ ἐγγὺϲ ἥκειν
5746945 συμμετριᾳ
θερμοτέρων ἐλαίων διεθείς . ὥσπερ δ ' αὐτὸς ἐνδεῖ τῇ συμμετρίᾳ ὡς πρὸς τὰς μέσας τῇ κράσει φλεγμονὰς καὶ φύσεις
λεπτότητι καὶ παχύτητι τῶν χυμῶν καὶ ἁπλῶς τῇ εὐκρασίᾳ καὶ συμμετρίᾳ αὐτῶν . ὡς ἐν τῷ ἕκτῳ τῶν ἐπιδημιῶν τῷ
5740324 ἰατρικῃ
τὰ εὑρισκόμενα εὑρίσκεται , οἷον τὰ μὲν ὑγιεινὰ καὶ νοσώδη ἰατρικῇ , ἃ δὲ οἱ θεοὶ διανοοῦνται , ὥς φασιν
δὲ τὸ χαρίεν καὶ ὥσπερ τερπνόν τι καὶ κατορθωτικὸν ἐν ἰατρικῇ ἔχοντες οὐχ οὕτως : πολλὰς δὲ μᾶλλον πραγματείας καὶ
5735236 ἀκοῃ
διάνοιαν ἐνομματῶσαι , ἵνα ταῦτ ' ἐναργῶς ἴδῃ ἃ πρότερον ἀκοῇ παρελάμβανεπιστοτέρα γὰρ ὄψις ὤτων , ἐπήχησαν οἱ χρησμοί :
που συνιστάμενα πνεύματα : κἂν ἐν αὐτῇ συστῶσιν ἤδη τῇ ἀκοῇ , οὐχ ἧττον τοῖς τοπικοῖς χρήσῃ φαρμάκοις , τέμνων
5719482 προφορᾳ
τὸ δὲ πάθος παριστάνει . ὅταν γοῦν ἁπλῶς τὰ τῇ προφορᾷ ταὐτὰ καὶ τῷ πράγματι θήσομεν , ἀπατώμεθα : χαλεπὸν
τὸ τοῦ νόμου ῥητὸν , ἀλλ ' ἓν μὲν τῇ προφορᾷ , διττὸν δὲ τῇ ἐννοίᾳ : ἄλλο γὰρ ἡ
5719239 ἐρωσῃ
μῖσος ἀπεργάζεται , μεταδιδόναι δὲ καὶ λόγων μᾶλλον ἐνίοτε τῇ ἐρώσῃ καί πως ὑποφαίνειν αὑτὸν καὶ ἐρῶντα . ἐκ μὲν
δὲ τοῦ δοκεῖν πως ἀντιφιλεῖν καὶ παρέχειν ἐλπίδα μίξεως τῇ ἐρώσῃ αὔξησις μᾶλλον τοῦ πόθου . τοιοῦτον δή τινα καὶ
5709215 λεπτοτητι
τοιάνδε κράσιν αὐτῶν ἐλλείψει ἢ πλεονασμῷ τὴν νόσον κεκτημένων ἢ λεπτότητι ἢ δριμύτητι ἢ παχύτητι καὶ γλισχρότητι ἀνιωμένων , ἢ
δὲ τὰ μὲν πρὸς ἀνατολὰς νεύοντα πάντα καὶ ὑγρότητι καὶ λεπτότητι καὶ εὐωδίαις καὶ τῷ μετρίως μὲν ψυχραίνειν , μετρίως
5706059 ζωῃ
καὶ οὐκ ἀπηντήθη τῷ σώματι τῆς σαρκὸς ὑμῶν ἐν τῇ ζωῇ ὑμῶν κατὰ τὴν ὁσιότητα ὑμῶν , ἐπεὶ αἱ ἡμέραι
τριγκούς τε ἠβαιῇ καρῖδι καὶ εἴ ποτε βεμβράδι , κείνῃ ζωῇ ἔπ ' ἀγρώσσοις : τάδε δὴ σκέψαιο δέλετρα ὕκην
5703676 κατοχῃ
ὄϲχεον ὄγκοϲ καὶ τὸ ἐν γυμναϲίοιϲ τε καὶ ἀλέαιϲ καὶ κατοχῇ πνεύματοϲ καὶ ταῖϲ ἄλλαιϲ περιϲτάϲεϲιν μείζονα τὸν ὄγκον αὐτὸν
στέαρ ἢ ὕειον : ὑδρελαίῳ δ ' ἐπὶ διατάσεων ἐν κατοχῇ κοπρίων : ὁμοίως δὲ καὶ ἄσφαλτον , ὅταν ἀπὸ
5701309 ϲαρκι
τῇ χρόᾳ καὶ τῇ ϲυϲτάϲει τῇ τοῦ πολύποδοϲ τοῦ θαλαττίου ϲαρκί , ἐκ παχέων καὶ γλίϲχρων χυμῶν ἔχει τὴν γένεϲιν
τὴν μὲν ὀξεῖαν αὐτοῦ πλευρὰν τῇ ἔϲωθεν τοῦ δέρματοϲ ὑφηρμόϲθαι ϲαρκί , τὴν δὲ ἀμβλεῖαν τῷ ὀϲτέῳ , διωθήϲωμεν αὐτὸ
5697850 συμπλοκῃ
κατέλεγε . Τοὺς γοῦν πολλάκις ἐν τῇ κατ ' ἀλλήλων συμπλοκῇ ἀρίστους ἀναφανέντας Ἀθανάτους ὠνόμασε καὶ οὕτως ξυνέβη πάντας τοὺς
δυνάμει ἐργάζονται . ἐπεὶ οἱ σχοινοπλόκοι συμπεριάγονται τῇ τῶν σχοινίων συμπλοκῇ διὰ τῆς τροχιλίας . τούτους ἐκάλουν καὶ σχοινιοσυμβόλους .
5696927 μεταβολῃ
ἕκαστον τῶν ὑποκειμένων ἐφιστάντα ἐπινοεῖν αὐτὸ ἤδη διαλυόμενον καὶ ἐν μεταβολῇ καὶ οἷον σήψει ἢ σκεδάσει γινόμενον ἢ καθότι ἕκαστον
στρατεύματι ἐγένετο „ , ὡς οὐδενὸς Ἑλληνικοῦ στρατεύματος ἐν τοσαύτῃ μεταβολῇ γεγονότος ναυβατῶν : ναύτης ἢ ἐπιβάτης προσχόντας : ἐφιστάντας
5692534 ψυξει
μηδέπω τοῖς κατὰ δόξαν δουλεῦον ἅμα τῷ ῥαπισθῆναι ἀσυνήθει ἀέρος ψύξει ἔκλαυσέ τε καὶ ἐκώκυσεν . εἰ δὲ φυσικῶς ὁρμᾷ
ἔφεσις γένοιτο , τὰ ἐναντία φαίνεται μᾶλλον συμβαίνοντα τοῖς ἐπὶ ψύξει : οὐδὲ γὰρ ἄδιψοι γίνονται οὔτ ' ἐμοῦσι τὸν
5687640 ἐδωδῃ
, τῆς προσηγορίας ταύτης τυχόν , ἐπειδὴ σύκων πολλῶν ξηρῶν ἐδωδῇ τοῦ μέλλοντος σφάττεσθαι ζῴου τοιοῦτο παρασκευάζουσιν αὐτό . καὶ
δὲ μνηστῆρσι φύτευεν . αὐτὰρ ἐπεὶ δείπνησε καὶ ἤραρε θυμὸν ἐδωδῇ , καί οἱ πλησάμενος δῶκε σκύφος , ᾧ περ
5687342 ἀλογιᾳ
τραχύτητι , ἀπόλλυται δέ , ὅταν ὁ λόγος τῇ συνεζευγμένῃ ἀλογίᾳ ἐνδίδωσιν , ὡς τὴν μὲν ἡδονὴν διώκειν διὰ τὴν
. Ὥρισται δὲ τῶν ποδῶν ἕκαστος ἤτοι λόγῳ τινὶ ἢ ἀλογίᾳ τοιαύτῃ , ἥτις δύο λόγων γνωρίμων τῇ αἰσθήσει ἀνὰ
5686533 λαμπηδονι
τὴν κόμην ἄνετον , τὴν δὲ χρόαν εἶχεν ἀνθηρὰν τῇ λαμπηδόνι τοῦ σώματος τὰ ἄνθη δηλῶν . ἦν δὲ Διονύσῳ
ἔστιλβεν ὑπὲρ τὸν ἥλιον , ὥστε με θαυμάζειν ἐπὶ τῇ λαμπηδόνι τῆς πύλης . κύκλῳ δὲ τῆς πύλης εἱστήκεισαν παρθένοι
5681435 χροιᾳ
κθʹ ἕως λʹ ὄνυχες . Ἀποτελεῖ δὲ εὐκράτους μὲν τῇ χροιᾷ καὶ εὐστομάχους , εὐοφθάλμους δὲ καὶ εὐειδεῖς , ταχεῖς
μηδὲ πάνυ ἐζυμωμένος , καὶ ὁ πινόμενος οἶνος κιρρὸς τῇ χροιᾷ καὶ λεπτὸς τῇ συστάσει , εὐώδης τε καὶ πάνυ
5671722 γευϲει
ὁ πρόϲφατοϲ λευκὸϲ πλήρηϲ διόλου πυκνὸϲ ξηρὸϲ ἀτερηδόνιϲτοϲ ἄβρωμοϲ τῇ γεύϲει δηκτικὸϲ πυρώδηϲ . δολοῦϲι δὲ αὐτὸν ἔνιοι ῥίζαν ἑλενίου
ξηραὶ καὶ λευκαὶ καὶ τεταμέναι καὶ ἄβρωτοι πυρώδειϲ ἐν τῇ γεύϲει καὶ ἀρωματίζουϲαι . ὁ δὲ ὀπὸϲ τοῦ πάνακοϲ ἄχρηϲτόϲ
5665803 δοκουσῃ
ἔθεσιν Ἀριστόξενός φησιν , ἐν δὲ τῇ ποιήσει τῇ μόνῃ δοκούσῃ κατ ' ἀλήθειαν ὑπ ' αὐτοῦ γεγράφθαι τοῖς ὅλοις
τοιαύτη οἵα οὐκ ἂν γένοιτο ψευδής , ἀλλὰ πάσῃ τῇ δοκούσῃ ἀληθεῖ καθεστάναι εὑρίσκεταί τις ἀπαράλλακτος ψευδής , γενήσεται τὸ
5664123 ὀδυνῃ
πικρὸν ἀπολιπεῖν οἰκείους . ἐφερόμην οὖν σὺν ὀδυρμοῖς τε καὶ ὀδύνῃ , πυκνὰ ἐπιστρεφόμενος πόθῳ τῆς τῶν τειχῶν ὄψεως .
οὔσης , τούτῳ τε καὶ τοῖς τοιούτοις χρηστέον : σὺν ὀδύνῃ δὲ μείζονι τοῦ μορίου ῥευματισθέντος , μηδὲ οὕτως μὲν
5663436 διαπλασει
ἐνδυμάτων εὐπρέπεια καὶ εἴ τι ἐπίπλαστον ἄλλο καὶ τῇ φυσικῇ διαπλάσει καὶ χρώσει παρὰ τῶν γυναικῶν ταῖς πλείσταις ἐπιτετήδευτο ταῦτα
ταῖς σημειώσεσιν . Ἔστι δὲ καὶ τῷ σχήματι καὶ τῇ διαπλάσει ὁ ὄγκος τοῦ ἀθερώματος ὑπομήκης καὶ ὑπόπλατυς : τῇ
5661117 συνδρομῃ
περιττὸν ἦν τιθέναι ταύτην δι ' ἣν σκεψόμενοι συνῆλθον . συνδρομῇ δὲ κέχρηται μεθ ' ὑπερβολῆς , ἵνα μὴ τοῖς
ἔφημεν , τὴν συνδρομήν . ὁ δὲ Ἐμπειρικὸς ἐπὶ ἀθρόᾳ συνδρομῇ τὰ ὠφελοῦντα τηρῶν , τί τίνι ἐναντιοῦσθαι πέφυκεν ,
5649165 λειποθυμια
ἐπὶ ταῖς ἀθρόαις κενώσεσιν ἐκλύσεις . Ἐπειδὴ τῇ ἀμέτρῳ διαφορήσει λειποθυμία γίνεται , δηλονότι δεόμεθα τροφῶν , αἵτινες τὸ λοιπὸν
ἀνόητόν ἐστιν : ἐπὶ τοίνυν τῆς ὑστερικῆς ἀπνοίας προηγεῖται πάντως λειποθυμία . καὶ γὰρ οὐδὲν ἕτερόν ἐστιν ἄπνοια ἢ λειποθυμίας
5649043 ἠρεμιᾳ
τοὺς ἔρωτι σοφίας θείῳ πεπιστευκότας καὶ μὴ μόνον λέγειν σὺν ἠρεμίᾳ , ἀλλὰ καὶ μετὰ κραυγῆς μείζονος ἐκβοᾶν , οὐ
ἁπλῶς ἄνευ προσθήκης ποιοῦνται τὸν ὁρισμόν , μὴ προστιθέντες τῇ ἠρεμίᾳ καὶ ἀπαθείᾳ τὸ ὡς δεῖ καὶ ὅτε δεῖ καὶ
5647877 διακαους
συνισταμένην ἢ διὰ παραφροσύνην . ὀξέος οὖν ὑποκειμένου νοσήματος καὶ διακαοῦς πυρετοῦ εἴτε διὰ τρόμον γένωνται οἱ ὀφθαλμοὶ ἀστήρικτοι εἴτε
θαυμαζέτω , τὸν θεῖον ὄντως καὶ σεπτὸν Αὐγουστῖνον , τοῦ διακαοῦς ἔρωτος καὶ τοῦ πάθους καὶ τῆς ἐνθέου κατοχῆς τε
5645764 ἑλκωσις
. Ἀφαιρεῖν ἀπὸ τῶν ὑγρῶν περίεργον ἅμα δ ' ἡ ἕλκωσις πόνον παρέχει καὶ κακοῖ τὰ δένδρα : δι '
τῶν νεύρων , ἐὰν μὲν ἅμα τῷ δέρματι θλασθέντι καὶ ἕλκωσις γένηται τὸ διὰ τῶν κυαμίνων ἀλεύρων , καὶ ὀξυμέλιτος

Back