τοῦτο μὲν οὐκ ἐροῦσιν : εἰ δ ' ὅτι φυσικῶς διαδείκνυσιν ἕκαστον ὄνομα ὅτι ἀρρενικόν ἐστιν ἢ θηλυκὸν ἢ οὐδέτερον
τὸ ἀνειμένον τοῦ θήλεος , τὰ δὲ τὸ ἐς ὡραϊσμὸν διαδείκνυσιν ἐπτοημένον . γένοιτο δ ' ἄν τι καὶ τῇ
6243371 μεμικται
τοῖς ὄρεσι ποτιμώτερα τῶν ἐν τοῖς πεδίοις : ἧττον γὰρ μέμικται τῷ γεώδει . Ποιεῖ δὲ τὸ γεῶδες καὶ τὰς
ὀξύμελί τε καὶ τὸ διὰ τριῶν πεπέρεων , ᾧ μηδὲν μέμικται τῶν ἀήθων φαρμάκων , ἀλλὰ καὶ ἡ λεπτύνουσα δίαιτα
6193530 προϲαγομεν
αἰτίαϲ , καὶ θέρουϲ μὲν ἐπὶ τῶν καυϲωδεϲτάτων πυρετῶν ψυχρὸν προϲάγομεν , χειμῶνοϲ δὲ θερμότερον : ἐπὶ δὲ τῶν ἁπλουϲτέρων
τινοϲ περιϲκελίαϲ : διὸ καὶ τοῖϲ πυρέττουϲι περιοδικῶϲ καὶ χρονίωϲ προϲάγομεν αὐτόν : δίδοται δὲ καὶ μαινομένοιϲ ἑτεροκρανικοῖϲ ὑπὸ κεφαλαλγίαϲ
6160402 βουκολικον
τὸ γʹ δακτυλικὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον . τὸ δʹ δακτυλικὸν τετράμετρον βουκολικόν . τὸ εʹ δακτυλικὸν πενθημιμερές . τὸ Ϛʹ τροχαϊκὸν
ἀπὸ τοῦ ἄω τὸ πνέω . σίτθ ' : ἐπίφθεγμα βουκολικόν : [ ὅπερ λέγουσιν ] ὁμοίως καὶ τὸ ψίττα
6158743 κακουργια
ἀνθρώπων ὑπόκρισις . τοσαύτη δὲ αὐτῆς ἡ πρὸς τὴν μίμησιν κακουργία ὥστε καὶ μέχρις εὐνῆς ἔλθοις ἂν πολλάκις τοῖς ἴχνεσιν
τῇ πολλῇ πειρᾶται ἀντεκπλήττειν αὐτὸν καὶ ἀντιφοβεῖν . κροκοδείλου δὲ κακουργία ἐς ἀνθρώπου τε θήραν καὶ ζῴου ἑτέρου * *
6149139 ὑπεμνησα
. τίνος οὖν χάριν , ὦ ἄνδρες Λακεδαιμόνιοι , τούτων ὑπέμνησα ; ἑνὸς μὲν , ἵν ' εἰδῆτε ὡς οὐδὲν
, οὗ ἡ ἀρχή : τοῦ χάριν δὴ ταῦτα πρῶτον ὑπέμνησα ; ἐπειδὴ δὲ διαίρεσιν εἰπεῖν τοῦ λόγου προὐθέμεθα ,
6108044 κρατεεται
ὅτι τὸ ἐπιῤῥέον λεπτόν ἐστιν ὑπὸ πολυπληθίης , καὶ εὐθὺς κρατέεται ὑπὸ τοῦ αἵματος καὶ διαθερμαίνεται . Ὁκόσοι δὲ ἤδη
, εἰ δὴ τοῦ θείου ἡ δύναμις ὑπὸ ἀνθρώπου γνώμης κρατέεται καὶ δεδούλωται . Ἴσως δὲ οὐχ οὕτως ἔχει ταῦτα
6107320 ἐφωτισεν
λόγος αὐτοῦ , φαίνων ὥσπερ λύχνος ἐν οἰκήματι συνεχομένῳ , ἐφώτισεν τὴν ὑπ ' οὐρανόν , χωρὶς μὲν τοῦ κόσμου
, ἐκεῖθεν ἄρχεσθαι τὸν ἐχόμενον . Μᾶλλον οὖν Σόλων Ὅμηρον ἐφώτισεν ἢ Πεισίστρατος , ὥς φησι Διευχίδας ἐν πέμπτῳ Μεγαρικῶν
6085754 παραμετρουμεθα
δογμάτων , ἕως τοῦ περὶ τῆς Ἴριδος λόγου . ᾧ παραμετρούμεθα . ᾧ παραμετρούμεθα , τουτέστι τῷ αἰσθητηρίῳ . ἔστι
τοῦ περὶ τῆς Ἴριδος λόγου . ᾧ παραμετρούμεθα . ᾧ παραμετρούμεθα , τουτέστι τῷ αἰσθητηρίῳ . ἔστι δὲ τὸ ῥῆμα
6083400 ἀναλογισμος
, λογιστικός λογιστικῶς λογιστικώτατος , συλλογίζεσθαι συλλογισμός , ἐπιλογίζεσθαι , ἀναλογισμός ἀναλογίζεσθαι . πλῆθος , παμπληθές πολυπληθές , ἰσοπληθία ,
κατατήκεται . Μετάνοια , μεταμέλεια , μετάγνωσις , μετάμελος , ἀναλογισμός , ἔννοια , ἐπανόρθωσις , ἀνάδυσις , ἀναχώρησις .
6080109 ἀπαρκει
ἅπερ πάρεστι καὶ πέφυχ ' ἡμᾶς τρέφειν ; ὧν οὐκ ἀπαρκεῖ πλησμονή : τρυφῇ δέ τοι ἄλλων ἐδεστῶν μηχανὰς θηρεύομεν
, τὸν δαιτρὸν οὐκ ἔδει παρεισφέρειν . διόπερ τὸ δίστιχον ἀπαρκεῖ . ἀπαλλαγέντων δὲ τῶν δειπνούντων αἱ τράπεζαι ἐβαστάζοντο ,
6071422 Γαλῃ
Ἐπὶ τῶν οὖν ἀναξίως τι βασταζόντων λαμβάνεται . Ὁμοία , Γαλῇ κροκωτόν : καὶ , Πίθηκος ἐν πορφύρᾳ . Ὄνου
. Ἐπειδὴ μάλιστα τοῦτο τὸ ζῶον ἐκεῖ ἐπιχωριάζον τυγχάνει . Γαλῇ χιτώνιον : ἐπὶ τῶν τὰ μὴ ἑαυτῶν περιβλήματα ἐνδυόντων
6064693 ἠπατηται
ἔλεγε τὸ ἴσκε , ἀλλ ' ἐπὶ τοῦ ὁμοίου : ἠπάτηται οὖν ὁ διασκευαστὴς ἐκ τοῦ „ ἴσκε ψεύδεα πολλὰ
, ἐκεῖνο ἀγαθὸν ἂν αὐτῷ εἴη [ ἀφ ' οὗ ἠπάτηται ] : ἐπεὶ καί , ὅταν ἐκεῖνο ἥκῃ ,
6057375 Εὐχυμοτατον
ἔλαττον δὲ τῶν σύκων τρέφουσι χαύνῃ καὶ πλαδαρᾷ σαρκί . Εὐχυμότατόν ἐστι τὸ ἄριστον γάλα σχεδὸν ἁπάντων ὧν προσφερόμεθα :
ϲύκων τρέφουϲι χαύνῃ καὶ πλαδαρᾷ ϲαρκί . Ὅϲα εὔχυμα . Εὐχυμότατόν ἐϲτι τὸ ἄριϲτον γάλα ϲχεδὸν ἁπάντων , ὧν προϲφερόμεθα
6048596 Ὠνομασθη
καὶ τὴν ἐνέργειαν , ἥτις ἐστὶ πρᾶξις μετὰ λόγου . Ὠνομάσθη γοῦν καλόν , ὅτι κλητικόν ἐστιν ἐφ ' αὑτό
εἰς π , Παρνασσός . . . . , : Ὠνομάσθη δὲ Παρνασσὸς ἀπὸ Παρνησσοῦ τοῦ ἐγχωρίου ἥρωος , ὡς
6046553 λοιμωδες
. εἰ δ ' ἐπὶ νότον ἀφορᾷ , ξηρῶδες καὶ λοιμῶδες ἀέρος τὸ κατάστημα καὶ ξηρανσίαν Νείλου καὶ πληθισμὸν τῶν
τὰ πολλὰ τοῖς περὶ τὰ ἕλη οἰκοῦσιν . Τὸ δὲ λοιμῶδες καλούμενον ἕλκος οὐκ ἐν στόματι μόνον , ἀλλὰ καὶ
6042997 χνοη
συμφώνων ἀρχόμενα , ὧν προηγεῖται δασύ , βαρύνεται , οἷον χνόη , φθόη , χλόη . τὸ δὲ πνοὴ οὐκ
τὰ ἀπὸ δύο συμφώνων προηγουμένου τοῦ δασέος : φθόη χλόη χνόη . τὰ δὲ μὴ οὕτως ἔχοντα ὀξύνεται : χοή
6031830 ὡντινωνουν
καὶ δὴ τὸ μετὰ τοῦτο σκοπῶμεν τὸν εἰδότα ἱκανῶς περὶ ὡντινωνοῦν οἷς ἔστιν μὲν ὄνομα , ἔστιν δὲ αὖ καὶ
ὄνειδος καὶ μίσος τῇ πόλει καὶ τὸ μὴ παρ ' ὡντινωνοῦν ἀξίαν δοκεῖν εἶναι τὸ παράπαν ἐπὶ μηδενὶ πεπιστεῦσθαι .
6029839 ΑΕΗ
σημεῖον , ὁμοία ἐστὶ πυραμίδι , ἧς βάσις μὲν τὸ ΑΕΗ τρίγωνον , κορυφὴ δὲ τὸ Θ σημεῖον ] .
τῷ ΑΓΘ : ὡς ἄρα τὸ ὑπὸ ΖΕΔ πρὸς τὸ ΑΕΗ , τὸ ἀπὸ ΒΓ πρὸς τὸ ΑΓΘ . ἔστι
6019842 ΠΛΡ
ὑπὸ ΚΘΟ , συνεστάτω τῇ ὑπὸ ΚΘΟ ἴση ἡ ὑπὸ ΠΛΡ . ἡ ἄρα ΠΛ κάθετός ἐστιν ἰσοπλεύρου τριγώνου ,
Λ σημείων παράλληλοι κύκλοι γεγράφθωσαν οἱ ΜΘΝ , ΞΚΟ , ΠΛΡ . λέγω , ὅτι μείζων ἐστὶν ἡ ΠΞ περιφέρεια
5982748 ἐφοβουμεθα
μελετῶμεν . εἰ δὲ μὴ τὸν θάνατον ἢ τὴν φυγὴν ἐφοβούμεθα , ἀλλὰ τὸν φόβον , ἐμελετῶμεν ἂν ἐκείνοις μὴ
ἀτίμως . οἱ δὴ Δίωνος τὸ μετὰ τοῦτο πάντες φίλοι ἐφοβούμεθα μή τινα ἐπαιτιώμενος τιμωροῖτο ὡς συναίτιον τῆς Δίωνος ἐπιβουλῆς
5960641 κεκωλυκεν
ὁ νομοθέτης μεμισηκὼς διὰ τοῦτο καὶ τὸν ἐκ πόρνου λέγειν κεκώλυκεν : ὁ δὲ , ὅτι οὐ διὰ τοῦτο ,
ἄρτι ἐμάχου μοι λέγων ἐλεύθερος εἶναι ; ἀλλὰ Ἄπρυλλά με κεκώλυκεν . λέγε οὖν τὰς ἀληθείας , δοῦλε , καὶ
5903594 ἐπηρξεν
. διὸ καὶ πάσης [ τῆς σύνεγγυς ] [ ] ἐπῆρξεν ἕως Ἀσσοῦ , ὅτε δὴ ? [ πάνθ '
, οὐκ ἀνδρείαν , οὐ μεγαλοψυχίαν , οὐχ ὅσων ἐθνῶν ἐπῆρξεν , οὐδ ' ὅσας τιμὰς ἐκ βασιλέων ἐκαρπώσατο ,
5870512 Ἀχνη
καὶ Ἄχνη λιμοῦ . Δηλοῖ δὲ καὶ λεπτὸν ξύσμα . Ἄχνη Λυδῆς κερκίδος : τὸ ἄκρον : ἀπὸ τοῦ τὴν
' ἑστίας : ἐπὶ τῶν ἐξ ἀρχῆς τι πραττόντων . Ἄχνη πυρός : καπνός . Καὶ Ἄχνη ὕπνου . Ὁ
5869111 ἀνοντος
δίκτυον . συγγνώμην ἔχοι ] ἤγουν ἵλεως γένοιτό μοι . ἄνοντος : ἀντὶ τοῦ ἀνύοντος τὰ πρὸς σωτηρίαν καὶ εὑρίσκοντος
ἔχοι τοῦ δικτύου . ταῦτα μὲν πρὸς ἀνδρός ἐστ ' ἄνοντος ἐς σωτηρίαν . ἀλλ ' ἔπαγε τὴν γνάθον .
5862268 αὐξητικως
. Μαρκελλίνου . Ἡ προβολὴ πρότασίς ἐστι τοῦ ἐγκλήματος : αὐξητικῶς δὲ ὡς ἐν διηγήσει προαχθήσε - ται : μεμετρημέναις
οἶδ ' ὅπως παιδὸς πρᾶγμα ἔπαθε διὰ τὴν τοῦ πάντα αὐξητικῶς ἐθέλειν λέγειν φιλοτιμίαν . ἔστι μὲν γὰρ ὑπόθεσις αὐτῷ
5855444 παρισα
, τῷ δ ' ἐπαινέσει τὸ παραινέσει , καὶ ταῦτα πάρισα : οὐ Λικύμνιοι ταῦτ ' εἰσὶν οὐδ ' Ἀγά
αὐτῆς καὶ ἀποστρέφοντα τὴν ἀκοὴν ταῦτ ' ἔστι τὰ μειρακιώδη πάρισα καὶ τὰ ψυχρὰ ἀντίθετα καὶ τὰ παραπλήσια τούτοις .
5854191 διανενοηται
κωμῳδίας προσκρούειν . ἐν δὲ τοῖς Ὄρνισι καὶ μέγα τι διανενόηται . ὡς γὰρ ἀδιόρθωτον ἤδη νόσον τῆς πολιτείας νοσούσης
' ἄλλο ἄγεις ; ἱκανῶς γάρ μοι τὰ τοῦ Βοσπόρου διανενόηται . „ τί φήσεις ; λέλοιπέ με τὸ τῶν
5838417 φθεγγομεθα
ὃν βουλευόμεθα , καὶ ὁ προφορικός , καθ ' ὃν φθεγγόμεθα . Ὁρίζονται δὲ τὸν μὲν ἐνδιάθετον ἔννοιαν ἀνθρωπίνην ,
ἀλλ ' ἐξ ὧν ὑπολαμβάνουσι : πολλάκις γὰρ ἄλλα μὲν φθεγγόμεθα , ἄλλα δὲ νοοῦμεν , ὥσπερ οὐδ ' οἱ
5807783 προπαροξυνει
τὸ μονόμαχος ὄνομα οὐκ ἐκ τοῦ μάχη , ὃ συντιθέμενον προπαροξύνει τὸ τέλος ὡς σύμμαχος , πρωτόμαχος , ἀντίμαχος ,
ἐγκοιλίων ὕλην λέγειν . ταῦτα δὲ Ἡρωδιανὸς ἐν τῇ καθόλου προπαροξύνει . “ καὶ ἡ ἐντερόνεια δὲ τούτῳ τῷ λόγῳ
5805072 κατακορως
ἐκθερμαινόμενον αὐαίνεται . Ἐπεὶ καὶ ὁ σῖτος , ἄν τις κατακόρως χρῆται καὶ [ μὴ ] ἐπιγίνηται πλῆθος ὕδατος :
μὲν οὖν Ἀρχεβούλειον ἀπὸ Ἀρχεβούλου τοῦ Θηβαίου ποιητοῦ χρησαμένου αὐτῷ κατακόρως : γέγραπται δὲ καὶ Καλλιμάχῳ ἀγέτω θεός , οὐ
5803186 κακιω
, ἡ δὲ ἔχιδνα θηλυμορφότατον . Εὐνούχοις τοῖς ἐκ φύσεως κακίω σημεῖά ἐστιν ἢ τοῖς ἄλλοις ἀνθρώποις , καὶ ὡς
μοι μέλει ἀσπὶς ἐκείνη ; ἐρρέτω : ἐξαῦτις κτήσομαι οὐ κακίω . ξείνια δυσμενέσιν λυγρὰ χαριζόμενοι , πολλὰ δ '
5796504 τεχνικωτατον
δὲ δρᾶμα τοῦτο τῆς ὅλης ποιήσεως κάλλιστον εἶναί φασι καὶ τεχνικώτατον . ἄλλως : πρεσβύτης τις Στρε - ψιάδης ὑπὸ
, οὐχ ἡλικίαν , οὐ πάθος , ὧν οὐδὲν τὸν τεχνικώτατον παρέδραμεν . Ὅλως δὲ πενία καὶ νόσος καὶ τὰ
5795860 ψευδολογια
ἔφη . καὶ τὸ πρᾶγμα συκοφαντία , ἐπηρεασμός ἐπήρεια , ψευδολογία , ψευδομαρτυρία : Κρατῖνος δὲ καὶ ψευδομαρτύριον εἴρηκεν .
πολυτροπία , κακουργία , ῥᾳδιουργία , πονηρία , πανουργία , ψευδολογία , καπηλεία , πρᾶσις , μεταβολή , μισθαρνία μισθοφορία
5795592 ξεναγια
: ὑπ ' ἐνίων δὲ τὸ σύνταγμα τῶν σνϚ ἀνδρῶν ξεναγία καλεῖται καὶ ὁ τούτου τοῦ τάγματος ἀφηγούμενος ξεναγός .
καὶ πόσων ἀνδρῶν καὶ τίς ὁ συνταγματάρχης . Τί ἐστι ξεναγία καὶ τίς ὁ ξεναγός . Ὅτι καθ ' ἕκαστον
5794719 ἐπεστραμμενος
οὕτως καὶ ὁ νοῦς † πρὸς ἑαυτὸν καὶ τὰ νοητὰ ἐπεστραμμένος πρὸς ἑαυτόν : διὸ οὐ δεῖται τῶν ἔξωθεν ὥσπερ
ὁ ἀγκυλόμητις , ἤγουν ὁ ἑαυτὸν νοῶν καὶ εἰς ἑαυτὸν ἐπεστραμμένος : δηλοῖ δὲ τοὔνομα ἐνίοτε μὲν τὸν σοφὸν καὶ
5791393 διδασκησαι
τὸ ἄλογον καὶ ἐν ἡμῖν ὡς ἐν τῷ ἀράχνῃ . διδασκῆσαι : τὸ διδασκῆσαι γὰρ ἀπὸ τοῦ διδασκῶ περισπωμένου ,
ἐν ἡμῖν ὡς ἐν τῷ ἀράχνῃ . διδασκῆσαι : τὸ διδασκῆσαι γὰρ ἀπὸ τοῦ διδασκῶ περισπωμένου , ὥσπερ ἀπὸ τοῦ
5786561 χηναλωπηξ
καὶ πένης ὁ αὐτὸς καὶ κυβευτής . ἐκαλεῖτο δὲ καὶ χηναλώπηξ . Γ Χολαργέων : δῆμος τῆς Ἀττικῆς οἱ Χολαργεῖς
καὶ ἀντίπηξ βαρύνεται , ὅτι οὐκ ἐπιθετικά . τὸ δὲ χηναλώπηξ καὶ αὐτὸ βαρύνεται , ὡς τὸ χαμαισκώληξ λεοντομύρμηξ .
5779090 καπηλικον
ἄγρια θηρία . τέταρτον δέ ἐστι τὸ δημιουργικόν τε καὶ καπηλικὸν γένος . καὶ οὗτοι λειτουργοί εἰσι καὶ φόρον ἀποφέρουσιν
μέλλω ; Καὶ τὸ κτητικῆς ἄρα μεταβλητικόν , ἀγοραστικόν , καπηλικὸν εἴτε αὐτοπωλικόν , ἀμφοτέρως , ὅτιπερ ἂν ᾖ περὶ
5777854 εὐπρεπεστερον
Φρύξ . καὶ γὰρ οὗτος ἐνεδύσατο ἀνθινὴν ἐσθῆτα καὶ γυναικὸς εὐπρεπέστερον ἐκοσμεῖτο , ὡς Μνασέας φησὶν ἐν τρίτῳ Εὐρώπης .
πανταχοῦ . καί μοι πολλάκις ἔδοξενοὐ γὰρ ἂν τἀληθὲς ἀποκρυψαίμην εὐπρεπέστερον μὲν ῥᾳθυμίας Ἀττικῆς καθάπτεσθαι Δημοσθένης ὁ τὴν παρρησίαν ,
5769385 διαχωρητικον
ἡδύνας ἁλσὶν ἢ γάρῳ καὶ μετ ' αὐτῶν ἐλαίῳ , διαχωρητικὸν γίνεται τὸ πόμα . δὶς δ ' ἑψηθέντων ,
ἐστι διὰ τὸ ὑπόψυχρον καὶ ἄπεπτον εἶναι : καὶ οὔτε διαχωρητικὸν , οὔτε διουρητικόν : προσβλάπτει δέ τι καὶ διὰ
5766119 τραγικωτερα
! ! ! ! ! ! πεφρικότα ] ? ? τραγικώτερα ? ? ? δάκρυα λείβειν ? ? . [
. . . . ταῦτα μέντοι καὶ πολλὰ τούτων ἕτερα τραγικώτερα τοῖς Ἐμπεδοκλέους ἐοικότα τεράσμασιν ὧν καταγελῶσιν εἱλίποδ ' ἀκριτόχειρα
5759458 φυϲωδηϲ
ἐφεκτικόϲ . ὁ δὲ πυρὸϲ ἑφθὸϲ ἐϲθιόμενοϲ δύϲπεπτόϲ τε καὶ φυϲώδηϲ , πεττόμενοϲ δὲ τροφὴν ἰϲχυροτάτην παρέχει , ἀρτοποιούμενοϲ δὲ
ὕδατοϲ ἢ μέλιτοϲ : ἐνυπάρχει δὲ αὐτοῦ τῇ κράϲει τιϲ φυϲώδηϲ ὑγρότηϲ , δι ' ἣν καὶ πρὸϲ ἀφροδίϲια παρορμᾷ
5757938 βραδυπορον
ἀπέρχεται μεγάλα καὶ παχυμερῆ , διὸ τοὺς γέροντας ἐγγύθεν ἐπιταράττει βραδυπόρον καὶ σκληρὰν ἔχοντας τὴν ὅρασιν . ἀνενεχθέντων δ '
ἀπέρχεται μεγάλα καὶ παχυμερῆ , διὸ τοὺς γέροντας ἐγγύθεν ἐπιταράττει βραδυπόρον καὶ σκληρὰν ἔχοντας τὴν ὅρασιν . ἀνενεχθέντων δ '
5756893 φενακιζειν
παρακρούεσθαι , παράγειν , παρατρέπειν , ποικίλλειν , κακουργεῖν , φενακίζειν , πανουργεῖν , δολοῦν , τεχνάζειν , ψεύδεσθαι ,
καὶ ἐστὶ φαινακίνδα , καὶ συγκοπῇ φαινίνδα . ἀπὸ τοῦ φενακίζειν , ὅ ἐστι ἀπατᾶν . οὕτω Βησαντῖνος . Φώρ
5756280 ἀλιτηριου
ἀρχὴν εἰς ἄλλους μεταβαλεῖν . ἐγὼ δὲ τοὺς ὑπὸ τοῦ ἀλιτηρίου πρὸς ἀπώλειαν ἐκδοθέντας Ἰουδαίους οὐ πονηροὺς κατανοήσας , ἀλλὰ
Ἀνδοκίδου τὴν πόλιν καθαίρειν καὶ ἀποδιοπομπεῖσθαι καὶ φαρμακὸν ἀποπέμπειν καὶ ἀλιτηρίου ἀπαλλάττεσθαι , ὡς ἓν τούτων οὗτός ἐστι . Βούλομαι
5751152 Φρασω
ἐξέκαμεν , ἐξεῦρεν δὲ μηχανὴν ἑκουσίου ἀγωγῆς τοιάνδε τινά . Φράσω δὲ αὐτὴν κατὰ τοὺς τοῦ Φρυγὸς λόγους μῦθον πλάττων
λόγῳ μὲν ἐσθλά , τοῖσι δ ' ἔργοισιν κακά . Φράσω δὲ καὶ τοῖσδ ' , ὥς σε δηλώσω κακόν
5741559 ἐπουσιωδες
οὐσιῶδες ὑπάρχει καὶ οὐσία . τοιούτῳ τρόπῳ διαφέρει καὶ τὸ ἐπουσιῶδες τοῦ συμβεβηκότος : τὸ γὰρ ἐπουσιῶδες οὐσίας κατηγορεῖται ,
γὰρ γένος ἄκρα οὐσία ἐστί , τὸ δὲ συμβεβηκὸς ἄκρον ἐπουσιῶδες . κατὰ πολλὰ δὲ ἔστι δεῖξαι ταῦτα διεστηκότα ,
5740978 Ὀη
, ἑλκτικῆς τέ ἐστι καὶ διαφορητικῆς καὶ ξηραντικῆς δυνάμεως . Ὄη τὸ δένδρον στυπτικῆς μετέχει ποιότητος . Οἶνος ἐκ τῆς
ῥίζα ἑλκτικῆϲ τέ ἐϲτι καὶ διαφορητικῆϲ καὶ ξηραντικῆϲ δυνάμεωϲ . Ὄη τὸ δένδρον , οὗ ὁ καρπὸϲ ὄα καλεῖται ,
5732407 χρηζει
δακτύλοις καὶ αἰδοίοις ἕλκη καὶ τὰ ἄλλα , ὅσα ἀνιεμένων χρήζει φαρμάκων . Αὕτη ποιεῖ καὶ τὰς ἰάσεις ταχυτέρας .
ἑτέρου ἢ ἀμφοτέρων γίνεσθαι , ἔπειτα πότερον ξηρασίης ἢ ὑγρασίης χρήζει , ἢ τὰ μὲν τοῦ σώματος ξηρασίης , τὰ
5732145 εὐκρινης
, ὥστ ' εἶναι καὶ σαφὴς ἅμα τῷ μεγέθει καὶ εὐκρινής . ἔχει δὲ πολλαχοῦ καὶ μάλιστα ἐν τοῖς Δημηγορικοῖς
, οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ διὰ τῶν ἄλλων γίνεται λόγος εὐκρινής . καὶ εἰσὶν ἔννοιαι μὲν εὐκρινεῖς αἱ καταστατικαὶ πᾶσαι
5731674 διαχεω
δὲ ὁ μὲν αἶνος παρὰ τὸ ἰένω τὸ πέμπω καὶ διαχέω . ἰαίνεται γὰρ καὶ διαχέεται ἡ ψυχὴ τῇ διηγήσει
παρὰ τὸ ἰαίνω , τὸ τέρπω , * * * διαχέω , ἴαινος , ὁ διαχέων τὴν ψυχήν , καὶ
5729408 διζημαι
τῆς στρατιῆς τῆς ἐμῆς ἀντάξιός ἐστι , σὲ δέ γε δίζημαι εἴκοσι εἶναι ἀντάξιον : καὶ οὕτω μὲν ὀρθοῖτ '
ἀνθρώπων φιλότητα πολλῶν ἡμιόνων τε καὶ ἵππων πρόσθεν ἑλοίμαν . δίζημαι δ ' ὅτινι θνατῶν κεχαρισμένος ἔλθω σὺν Μοίσαις :
5728163 βαρυνοντα
τῇ φυσικῇ διαθέσει , ἢ διαπλάσει , καὶ πλήθει μὲν βαρύνοντα , λυποῦντα δὲ ποιότητι , καὶ μὴ συγχωρούμενα ῥᾳδίως
τοῖϲ ὑποχονδρίοιϲ χρονίζοντα καὶ τὴν γαϲτέρα πλήττοντα καὶ ἐμφυϲῶντα καὶ βαρύνοντα μοχθηρὰ νομιϲτέον . οὔτε δὲ θερμαίνεται ταχέωϲ οὔτε ψύχεται
5721983 πλημμελει
ἡγεῖται μεῖζον αὑτοῦ , ζητεῖ δέ τινα καταφυγήν , ποῦ πλημμελεῖ μὴ φιλοσοφῶν ; ἢ καὶ σὺ μᾶλλον ἄρχων ἢ
ἀθεωτάτῳ τε καὶ μιαρωτάτῳ δουλοῦται καὶ ἐπὶ τῇ αὑτοῦ ψυχῇ πλημμελεῖ . καὶ μὴν τό γε ἀκολασταίνειν διὰ τὰ τοιαῦτα
5711383 δερματιον
μὲν γάρ ἐστιν ἱματιοφορίς ⌊ ⌋ : φασκώλιον δέ ἐστι δερμάτιον . φαρμακεία γοητείας διαφέρει . φαρμακεία μὲν γάρ ἐστι
, σφάκελος σπασμὸς μετὰ φλεγμονῆς . φάσκωλος ἱματιοφορίς , φασκώλιον δερμάτιον . φράσον τὸ εἰπέ , φράσαι ἀντὶ τοῦ διανοήθητι
5711209 ἀνωτατα
τὸ ἀνώτερος ἐπίρρημά τι τὸ ἀνώτερον , οὗ ὑπερθετικὸν τὸ ἀνώτατα : ὡς μέντοι πρόκειται , παρὰ τὸ ἀνωτέρω ὁμοιοκατάληκτον
τρίτου δέοι τοῦ συνάξοντος , πῶς ἔσται ταῦτα πρῶτα καὶ ἀνώτατα ἐναντία , ὥσπερ ἐλέγετο ; εἰ δὲ ἀσύνακτα μεμενήκασι
5704374 γιγνωσκομενα
τὰ δὲ τῇ συμπαρατηρήσει καταλαμβάνεται , ὡς τὰ διὰ σημείων γιγνωσκόμενα : οὕτω καὶ τὰ συμφέροντα μὲν ἐνδείξει καταλαμβάνεται .
, ὦ Ἀπολλώνιε , καὶ πολλὰ ἴσως διακηκοὼς μήπω ἡμῖν γιγνωσκόμενα οὐ δίει ταῦτα , οὐδὲ τὸ εἶδος ἡμῖν τοῦ
5698821 προκρινων
ἤδη : ἐναντιοῦται τῇ Μενελάου βραχυλογίᾳ τὴν μακρηγορίαν τῶν λόγων προκρίνων . οἱ γὰρ Λάκωνες βραχυλόγοι . καὶ Ὅμηρος [
δυνατὸν τῶν φιλοσοφῶν καὶ τοῦ ἰδιώματος τούτου τῶν ἀνθρώπων ὑπεκχωρῶν προκρίνων τε τὸ λογικὸν τοῦ γελαστικοῦ εἰς διάκρισιν καὶ διαφορὰν
5698748 λυπωνται
ταῦτα ἀκόλαστοι γίνονται ἄνθρωποι : ἵν ' ὅλως γὰρ μὴ λυπῶνται μηδὲ ἀλγῶσι , μεγάλας καὶ σφοδρὰς ἡδονὰς ἑαυτοῖς πορίζουσι
ἐπ ' αὐτοὺς ἀφιεῖσιν , ὅταν τι παρὰ τῶν πραγμάτων λυπῶνται . καίτοι πολλάκις αὐτοὶ σφᾶς αὐτοὺς ἀπολλύουσιν , ἀλλ
5694718 συντιθεμαι
, ἀριθμῶ δὲ τὸ μονάδας ἢ δεκάδας ⌈ συντίθημι [ συντίθεμαι ] ἢ ἑκατοντάδας ἢ χιλιάδας ἢ μυριάδας ὦ Ζεῦ
ὁρίζεται . . . διατίθεμ ' ἐγώ : Ὑπισχνοῦμαι , συντίθεμαι . ὄμνυμ ' ἐπὶ τούτοις πᾶσιν : Ἀντὶ τοῦ
5694468 περατουμενων
: ὧν εὐθέως ἄξιον θαυμάσαι τὸν ἀριθμὸν δεκάδι τῇ παντελείᾳ περατουμένων , ἣ πάσας μὲν ἀριθμῶν διαφορὰς ἀρτίων καὶ περιττῶν
ἐν φαντασίᾳ καὶ τοῖς αἰσθητοῖς προηγουμένως μᾶλλόν εἰσιν οἱ τῶν περατουμένων λόγοι , ἑπόμενοι δὲ οἱ τῶν περατούντων . ἵνα
5692225 Δημοσθενικου
ἃ τοῖς τρισὶ πλάσμασιν ὁμοίως παρέπεται καὶ ἔστι παντὸς λόγου Δημοσθενικοῦ μηνύματα χαρακτηριστικὰ καὶ ἀνυφαίρετα . ὑπομνήσω δὲ πρῶτον μέν
μάλιστα δικασταὶ κατέχονται . Ὁ δὲ Αἰσχίνειος ἀτονώτερος μὲν τοῦ Δημοσθενικοῦ , ἐν δὲ τῇ τῶν λέξεων ἐκλογῇ πομπικὸς ἅμα
5684486 σχηματιζομενον
ἐξ ἀνάγκης σαφές . πᾶν γὰρ παρώνυμον εἰς ρος λῆγον σχηματιζόμενον τοῖς γένεσιν ὀξύτονόν ἐστιν , οἷον κάματος καματηρός ,
, εἶτα οἱ Δίδυμοι . τὸν δὲ Ἥλιον λάμβανε τριγωνικῶς σχηματιζόμενον πρὸς τὸν ὡροσκόπον , τὴν δὲ Σελήνην αὔξουσαν τῷ
5683261 ϲυνθετον
καὶ χρῶ . τούτου δὲ δραϲτικώτερόν ἐϲτι τὸ διὰ ϲυκομόρων ϲύνθετον φάρμακον . Πρὸϲ τὰ περὶ τοῖϲ ἄρθροιϲ ϲτρέμματα καὶ
χρηϲτέον , οἷόν ἐϲτι τό τε διὰ πραϲίου ἁπλοῦν καὶ ϲύνθετον καὶ τὸ δι ' ὀρόβων τό τε δωδεκάθεον καὶ
5682902 αὐχενιων
καὶ διαμερίσαντα τῷ ἰδίῳ προστάγματι . ὁρκίζω σε τὸν τῶν αὐχενίων γιγάντων τοῖς πρηστῆρσι καταφλέξαντα , ὃν ὑμνεῖ ὁ οὐρανὸς
. περὶ κόλλοπι χορδήν . κόλλοψ . ὁ ἐκ τῶν αὐχενίων δερμάτων γινόμενος πασσαλίσκος , . . . , ,
5681163 διακοπῃ
καὶ οὐκ εἴασε φανῆναι τοῦ λόγου τὸ ἄγαν λαμπρὸν τῇ διακοπῇ καὶ ὑποστροφῇ . Ἔτι μεθόδου λαμπρᾶς καὶ τὸ τὰ
. γινέσθω δὲ τοῦτο ὁπόσον ἂν ἐνδέχηται , ἕως οὗ διακοπῇ ἡ μεταξὺ τῶν τρημάτων τοῦ ὀστέου συνέχεια . τὰ
5680862 προκαταρκτικον
ὅτι καθ ' ἕτερον δὴ τούτων αἴτιόν ἐστι : τὸ προκαταρκτικὸν ῥηθήσεται δὲ ἀπὸ τοῦ προάγειν τοῦ ἀποτελέσματος καὶ τοῦ
λίθος ἢ νόσος ἢ σύμπτωμα . καὶ εἰ αἴτιον ἢ προκαταρκτικὸν , ἢ προηγούμενον ἢ συνεκτικὸν καὶ ὁμοιομεροῦς ἢ ὀργανικῶν
5679890 θρασυτατον
μεγάλως . Ὁ δὲ βοηλάτης αὐτῇ ταῦτα λέγει : Ὦ θρασύτατον κτῆμα κακῶν πραγμάτων , ἵνα τί οὕτω σὺ κατακράζεις
γοῦν ἀποφορᾶς οὐκ ἄν ποτε ἀνασχέσθαι ὑπομείνειεν , κἂν ᾖ θρασύτατον τῶν ἑρπετῶν . Οὕτω κομιδῇ πονηρόν καὶ λίαν δυσχερὲς
5678423 χολαγωγῳ
. ἐπιμενούϲηϲ δὲ τῆϲ φλεγμονῆϲ καὶ μηδενὸϲ ἑτέρου κωλύοντοϲ καὶ χολαγωγῷ φαρμάκῳ καθαίρειν αὐτοὺϲ Ἱπποκράτηϲ παρακελεύεται . Μελανθείϲηϲ δὲ μήνιγγοϲ
, ποτὲ δὲ μεθ ' ἕλκους . θεραπεύειν οὖν αὐτὸ χολαγωγῷ πρότερον χρωμένους καθαρτηρίῳ , εἶθ ' οὕτως ἀποκρουομένους τὸ
5675335 Λειπεται
τῶν τριῶν , ὑπάρξεώς φημι , ἰδιότητος , ποιότητος . Λείπεται τοίνυν ἐπταῖσθαι τὸν ὅρον , καὶ ἐκ προςθήκης μόνης
ταῖς αὐτομάτοις κενώσεσι καὶ ταῖς ἀπὸ τὴς τέχνης πεποιημέναις . Λείπεται δ ' ἤδη μέτρια καὶ περὶ σφυγμῶν φᾶναι .
5674089 Ἀθαρραβις
Ἰλλυρίας , οἱ δὲ Θεσσαλίας . τὸ ἐθνικὸν Ἀθαμᾶνες . Ἀθάρραβις , πόλις Αἰγύπτου , ὡς Ἡρωδιανὸς ἐν τετάρτῳ ”
τὸ κάνναβις . τὰ δὲ κύρια ἢ προσηγορικὰ βαρύνεται : Ἀθάρραβις κάνναβις . σημείωσαι τὸ καλλαβίς . Τὰ εἰς ΓΙΣ
5671986 ἀριδηλοτερον
μὲν νῦν οὐ πρόκειται λέγειν , ἐν δὲ τοῖς ἐφεξῆς ἀριδηλότερον σαφηνίσονται . Ὅτε ὑπάρχει ὁ Ζεὺς χρονοκράτωρ καὶ τύχῃ
οὕτω καὶ τῶν ῥητῶν νόμων ἐπιμελητέον : φυλαττομένων γὰρ τούτων ἀριδηλότερον κἀκεῖνα γνωρισθήσεται , ὧν εἰσιν οὗτοι σύμβολα , πρὸς
5668048 βοηθητεον
ἢ τὰ χρήματα . εἰ μὲν οὖν ἔχει ἐπανόρθωσιν , βοηθητέον , εἰ δ ' ἀνίατός ἐστι τὴν μοχθηρίαν ,
τοῖς ἐντέροις ἕλκη , ἀνίατα μὲν ὡς ἐπίπαν ἐστί , βοηθητέον μέντοι καὶ παραμυθητέον τὰς σφοδρὰς ὀδύνας : κράτιστον δέ
5667817 βατηρ
καὶ ἀφαιρέσει Ἰωνικῇ τοῦ ε βάτην . . . . βατήρ : ἡ ἀρχὴ τῶν τοῦ πεντάθλου σκαμμάτων : αὐτὸν
ἁλτικός . πηδητικῶς , ἁλτικῶς . καὶ ὅθεν ἅλλεται , βατήρ , ἀφ ' οὗ καὶ τὸ τὸν βατῆρα κέκρουκεν
5660487 δοκιμαστικον
ἐπὶ λόγου οὐκ ἀρκεῖ τὸ λεχθέν , ἀλλ ' ἀνάγκη δοκιμαστικὸν γενέσθαι καὶ διακριτικὸν τοῦ ἀληθοῦς καὶ τοῦ ψεύδους καὶ
καὶ τρυτάνας , τὸ δὲ ἐν ἡμῖν καὶ τούτων αὐτῶν δοκιμαστικὸν εἶναι δοκοῦν παρήσομεν . τάξει τοίνυν ὡς ἂν περὶ
5660173 χαριεντισμος
δὲ περὶ τοῦ γλαφυροῦ χαρακτῆρος λέξομεν . Ὁ γλαφυρὸς λόγος χαριεντισμός ἐστι καὶ λόγος ἱλαρός . τῶν δὲ χαρίτων αἱ
τραπόμενος τροπὰς τοῦ Εὐρίπου . . ἔστι δὲ τὸ κῶλον χαριεντισμός . ἐπαινοῦσι δὲ τοῦτο τὸ κῶλον οἱ κριτικοὶ λέγοντες
5659549 γυναικογηρυτον
ἡμιόλια καὶ τρίμετρα βραχυκατάληκτα καὶ καταληκτικά , ὧν τελευταῖον : γυναικογήρυτον ὄλλυται κλέος . πνεόντων ] συνίζησις . φλεόντων ]
πιθανὸς ἄγαν ὁ θῆλυς ὅρος ἐπινέμεται ταχύπορος : ἀλλὰ ταχύμορον γυναικογήρυτον ὄλλυται κλέος . τάχ ' εἰσόμεσθα λαμπάδων φαεσφόρων φρυκτωριῶν
5658803 μελαινουσιν
ἀλφοὺς λευκοὺς καὶ λεύκην ἰᾶται . τὰ δὲ ὠὰ αὐτοῦ μελαίνουσιν πολιὰς τρίχας . Κορώνη καὶ δεδώνη καλουμένη , ὄρνεόν
ἀποτεφροῦσι βάλλοντες , οἱ δὲ περιφλύουσι καὶ ἀσβολοῦσι , ἤτοι μελαίνουσιν , ἄλλοι δὲ ἡμιφλέκτους δρῶσι τοὺς βεβλημένους . ἀργιόδους
5658365 Διονυσιακον
ποτήριον Ἴων ἐκάλεσεν . ἔστι δέ τι καὶ ὁ κότυλος Διονυσιακὸν ἔκπωμα , ὥσπερ καὶ ὁ κοτυλίσκος . ὁ δὲ
τοῦ στεφάνου πεποίηκεν ὁ ῥήτωρ : Αἰσχίνου γὰρ παραθεμένου τὸν Διονυσιακὸν νόμον καὶ διὰ τούτου παράνομον τὴν ἀνάῤῥησιν τὴν ἐν
5657048 παμφαγον
, βρονταῖον , ἀνίκητον βέλος ἁγνόν , ῥοίζου ἀπειρεσίου δινεύμασι παμφάγον ὁρμήν , ἄρρηκτον , βαρύθυμον , ἀμαιμάκετον πρηστῆρα οὐράνιον
τοῖς κρεωπωλίοις καὶ τοῖς ὀψοπωλίοις ἀποκαθάρματα , δυσχρήστως δὲ ὅτι παμφάγον καὶ ἀκάθαρτον καὶ δυσκόλως ἀπειργόμενον ἀπὸ τῶν καθαρείων καὶ
5653942 αἰδημον
Παρὰ τῆς δόξης καὶ μνήμης τῆς περὶ τοῦ γεννήσαντος τὸ αἰδῆμον καὶ ἀρρενικόν . Παρὰ τῆς μητρὸς τὸ θεοσεβὲς καὶ
κακῶς ἔχειν οἰόμεθα : ἂν δέ τινος τὸ ἐντρεπτικὸν καὶ αἰδῆμον ἀπονεκρωθῇ , τοῦτο ἔτι καὶ δύναμιν καλοῦμεν . Καταλαμβάνεις
5653596 διακριτικα
. . , . ἐκεῖνο ἀπαρκεῖ ὅτι τῶν ἄλλων ἐστὶ διακριτικὰ καὶ ἐπισκεπτικὰ καί , ὡς ἄν τις εἴποι ,
δὲ τελεσιουργά , καὶ τούτων τὰ μὲν ἑνωτικὰ τὰ δὲ διακριτικὰ τὰ δὲ ἄλλην τινὰ ἐν τοῖς οὖσιν ἔχοντα ποίησιν
5652708 ῥυθμικη
κἀκ τῆς τῶν παλαιῶν χορῶν ὀρχήσεως , ἧς διδάσκαλος ἡ ῥυθμική , κἀκ τῶν περὶ ὑποκρίσεως τοῖς πολλοῖς συγγεγραμμένων .
κἀκ τῆς τῶν παλαιῶν χορῶν ὀρχήσεως , ἧς διδάσκαλος ἡ ῥυθμική , κἀκ τῶν περὶ ὑποκρίσεως τοῖς πολλοῖς συγγεγραμμένων .
5651836 κοτυλος
ὁμωνύμως τὸ ἀγγεῖον τῷ ὑγρῷ . . . . , κότυλος . . . . ἐνίσσων : ὅτι ἀντὶ τοῦ
δὲ ποτήριον Ἴων ἐκάλεσεν . ἔστι δέ τι καὶ ὁ κότυλος Διονυσιακὸν ἔκπωμα , ὥσπερ καὶ ὁ κοτυλίσκος . ὁ
5650079 διψουϲ
ἦν αὐτοῖϲ πίνειν ὅτε θέλουϲιν , ἄντικρυϲ ταύτην οὖϲαν τοῦ δίψουϲ θεραπείαν παρελαμβάνομεν ἄν . ἐπεὶ δὲ καὶ μέτρον καὶ
: πέττει γὰρ τοὺϲ χυμούϲ . τοῦ δὲ διὰ θερμότητα δίψουϲ ἴαμα ἐγρήγορϲιϲ . περὶ γὰρ τὴν ἐπιφάνειαν ἐξαπλοῦται τὸ
5649811 μεταβολῃσι
σώματι ὑγιεινοτάτην ἕξιν ἀποδεικνύει διὰ τάδε , ὅτι ἐν τῇσι μεταβολῇσι τοῦ ἐνιαυτοῦ τῶν ὡρέων τῇσι μεγίστῃσιν οὐκ ἐπιπληροῦται τὸ
τοῖα διαιτήματα καὶ ἐν ἄλλῳ τινί που καὶ ἐν τῇσι μεταβολῇσι , πῶς οὐχὶ καὶ ἔν γε τῇσι νούσοισι διαφέρει
5648976 Ἀμυρος
ἀμύσσω ἀμύξω ἀμύξ . Μεθόδιος , . , . . Ἄμυρος : πόλις Θεσσαλίας , . * . Ἀμύσσω :
Σκυθικοῖς . τὸ ἐθνικὸν Ἀμύργιος , ὡς αὐτός φησιν . Ἄμυρος , πόλις Θεσσαλίας , ἀπὸ ἑνὸς τῶν Ἀργοναυτῶν [
5648414 ἀντεισαγει
αἷς ἐθηλύνετο , ἐκποδὼν ἀνελὼν τὰς αὐθιγενεῖς καὶ ἀκηράτους ἀρετὰς ἀντεισάγει : Σάρρᾳ γοῦν οὐ διαλέξεται , πρὶν ἐκλιπεῖν ἐκείνην
διαλεκτικὴ ὡς τῶν ἀμέσων ἡ θατέρου ἄρσις τὸ ἕτερον πάντως ἀντεισάγει . Καὶ δὴ τὸ χωρίον σοι , φαίη τις
5647642 ἑρμηνεια
καὶ οὐ συγκειμένοις . διὸ καὶ περιεξεσμένον ἔχει τι ἡ ἑρμηνεία ἡ πρὶν καὶ εὐσταλές , ὥσπερ καὶ τὰ ἀρχαῖα
ἡ συστολὴ καὶ ἰσχνότης , ἡ δὲ τῶν μετὰ ταῦτα ἑρμηνεία τοῖς Φειδίου ἔργοις ἤδη ἔοικεν ἔχουσά τι καὶ μεγαλεῖον
5641963 ἀνδρογυνον
ἀνέμῳ διαλέγει ἄλλη συνωρίς ἁμαξιαῖα χρήματα ἀμήρυτοι λόγοι ἀνασπᾶν γνωμίδιον ἀνδρόγυνον ἄθυρμα ἀνέμους γεωργεῖν ἄνθρωπος φιλοπραγματίας ἀνωφρυασμένος ἄνθρωπος ἄπλυτον πώγωνα
. εἰ δὲ ὀξὺ καὶ μαλακὸν καὶ εὐκαμπὲς φθέγγοιτο , ἀνδρόγυνον ἐπισημαίνει εἶναι τὸν τοιοῦτον . ὅσοι δὲ κοῖλον καὶ
5640280 ἀδδηφαγον
τοῦ πνεύματος . Λάβραξ . παρὰ τὸ λάβρως ἐσθίειν . ἀδδηφάγον γὰρ τὸ ζῶον . Λάγνος . παρώνυμον γυνὴ ,
παρὰ τὸ κρῖ καὶ τὸ βαῦνος . παίζει δὲ ὡς ἀδδηφάγον αὐτόν . καταχύσματα : ὅτι τῶν νεωνήτων δούλων τὸ
5635889 μνημονευομεν
τοῦτο καὶ ὅταν δέῃ ὄνομα ἀναμνησθῆναι , ἄλλου μὲν παρομοίου μνημονεύομεν , εἰς δὲ ἐκεῖνο σολοικίζομεν . ὁ γὰρ βουλόμενος
φωνὴν ἄνευ τῆς ἐκφυσήσεως , ὡς στοιχεῖόν τι τοῦ λόγου μνημονεύομεν : ὄργανα δ ' αὐτῆς οἱ μεσοπλεύριοι μύες εἰσίν
5631320 ϲκληρουϲ
τε τὴν ἀναπνοὴν καὶ τὴν διάλεκτον . τοὺϲ μὲν οὖν ϲκληροὺϲ καὶ ἀντιτύπουϲ καὶ ὑποπελίουϲ καὶ κακοήθειϲ πόλυπαϲ ὡϲ ἂν
ἀλωπεκίαϲ καὶ τὰ ὅμοια θεραπεύει . ὀνίνηϲι δὲ καὶ τοὺϲ ϲκληροὺϲ ϲπλῆναϲ , ἐπιπλαττομένη πρόϲφατόϲ τε καὶ ξηρά . διδόαϲι
5630866 νοσωδων
' ἐγώ , τυγχάνει οὐδὲν διαφέροντα τῶν ὑγιεινῶν τε καὶ νοσωδῶν , ὡς ἐκεῖνα ἐν σώματι , ταῦτα ἐν ψυχῇ
τοιαῦτα καὶ ἔστιν , ὡς ἄρα καὶ τῶν ὑγιεινῶν καὶ νοσωδῶν ἡ ἐπιστήμη ὑγιεινὴ καὶ νοσώδης καὶ τῶν κακῶν καὶ
5628814 Ἁπαντας
μήθ ' ὅρα . Ἀνὴρ ἀχάριστος μὴ νομιζέσθω φίλος . Ἅπαντας ἡ παίδευσις ἡμέρους τελεῖ . Αἱ δ ' ἐλπίδες
κέρδος , ἐπαινουμένων μὲν ἀγαθῶν , κακιζομένων δὲ πονηρῶν . Ἅπαντας μὲν οὖν ἀκοῦσαι κακῶς δίκαιον τοὺς διακειμένους κακῶς ,
5628561 Ὠκαλεα
' ἄλλαι κύκλῳ εἰσὶν αἵδε , Ἀκραιφίαι Φοινικὶς Ὀγχηστὸς Ἁλίαρτος Ὠκαλέα Ἀλαλκομεναὶ Τιλφούσιον Κορώνεια . καὶ τό γε παλαιὸν οὐκ
διὰ τοῦ ε ψιλοῦ γράφονται : οἷον , Μαντινέα : Ὠκαλέα : Ὠκαλὴ γάρ : συκέα συκή : ἀμυγδαλέα ἀμυγδαλή
5627020 ἐργολαβειν
οὗτος ] ἐπὶ τὸ δεύτερον νόμιμον μεταβαίνει . . . ἐργολαβεῖν ] ἵνα διὰ τοῦ ἐν τῷ θεάτρῳ στεφανοῦσθαι ἔχῃ
ἔνιοι τῶν ἀνθρώπων διὰ φιλαργυρίαν οὐκ ὀκνοῦσι καὶ ἀλλοτρίας συμφορὰς ἐργολαβεῖν . πλούσιός τις δύο θυγ . ἔχ . συνέβη
5626470 ϲυντελει
χρῄζει γὰρ πλείονοϲ ἑψήϲεωϲ . εἰϲ διαχώρηϲιν δὲ γαϲτρὸϲ οὔτε ϲυντελεῖ οὔτε ἐναντιοῦται . Δαμαϲώνιον ἢ ἄλιϲμα . Ταύτηϲ τῆϲ
καὶ ἄλλο . καὶ ἱδρῶταϲ καὶ οὖρα προτρέπει καὶ ὕπνοιϲ ϲυντελεῖ . εἰ μὲν οὖν ἐπὶ τοῖϲ εἰρημένοιϲ καταϲταίη τὸ
5624954 συνηρτηται
ἐνίδοιμέν τινα φύσιν τοιαύτην οὐδὲν ἔχουσαν τῶν ἄλλων , ὅσα συνήρτηται ἡμῖν , καθὰ πάσχειν ὅ τί περ ἂν συμβῇ
τοῖν δυεῖν στίχοιν , ἐν οἷς καὶ τὰ ἄλλα πάντα συνήρτηται , ἢ οἷς ὑποτέτακται . Ἀλλὰ πρῶτον μὲν ἄμεινον
5624736 σαρκωδεστερον
τὸ μέτωπον αὐτοῦ χθαμαλὸν λεῖον σαρκῶδες καὶ τὸ πᾶν πρόσωπον σαρκωδέστερον , τὸ δὲ εἶδος ὑπνηλόν , ὀφθαλμοὶ ὑγροὶ εὐλαμπεῖς
ἄκρου σκιάδειον πλατύ , ἐν δὲ τούτῳ καρπὸν πλατύτερον καὶ σαρκωδέστερον , εὐώδη . δυνάμεις δὲ τὰς αὐτὰς ἔχει .

Back