ἀκούσαντα ἐκ τῶν σκοπῶν , ὅτι δὴ ἢ αὐτὸς Ἀλέξανδρος διαβέβηκεν τοῦ Ὑδάσπου τὸν πόρον ἢ μέρος γέ τι τῆς
: ἡμιφώνῳ γὰρ ἄφωνον συνάπτεται τῷ ν τὸ τ καὶ διαβέβηκεν ἀξιόλογον διάβασιν ὁ μεταξὺ τοῦ τε προσηγορικοῦ τοῦ πανδαίδαλον
6594185 διειργεται
Φανόδημός φησιν , ὑπὲρ τὸ Ἡράκλειον , ᾗ βραχεῖ πόρῳ διείργεται τῆς Ἀττικῆς ἡ νῆσος , ὡς δ ' Ἀκεστόδωρος
, τὰ δὲ ἔργα ὑστέρησεν ; οὐ τοσοῦτον ὦ Παυσανία διείργεται τῆς Πελοποννήσου ἥ τε Τρωὰς ἀκτὴ καὶ Κολωναί ,
5976424 διειλημμενη
ἡ γὰρ Ἰνδικὴ χώρα διάφορος οὖσα τῷ κάλλει καὶ πολλοῖς διειλημμένη ποταμοῖς ἀρδεύεταί τε πολλαχοῦ καὶ διττοὺς καθ ' ἕκαστον
: σταυροῖσι δὲ ἡ ἑκατέρωθεν οἰκοδομὴ τοῦ τείχους ὀρθοῖς ξύλοις διειλημμένη , ἅπερ σταυροὺς κέκληκε διὰ τὴν στάσιν , ἢ
5633861 Σκυθια
. . . ρδ με . Ἡ ἐκτὸς Ἰμάου ὄρους Σκυθία περιορίζεται ἀπὸ μὲν δύσεως τῇ ἐντὸς Σκυθίᾳ καὶ Σάκαις
. προστίθησι δ ' ὅτι μείζων ἡ Αἰθιοπία καὶ ἡ Σκυθία : δοκεῖ γάρ , φησί , τὸ τῶν Αἰθιόπων
5627643 φυκιοις
ἀκταῖς , εὑρίσκεται δ ' ἐν βρύοις καὶ πράσοις καὶ φυκίοις : ἔοικε φυτῷ , θαλαττίῳ μύκητι : δυσέκρυπτον δὲ
βαλάντιον δὲ τρισχιλίων δραχμῶν ὑπὸ τοῦ κύματος ἀπεπτύσθη καὶ κεῖται φυκίοις κεκαλυμμένον πλησίον δελφῖνος νεκροῦ , δι ' ὃν οὐδεὶς
5531125 καταρρυτος
νοτερά , νότιος , ἔννοτος , ἐννότιος , λιβάζουσα , κατάρρυτος , πηγάζουσα . αὖραι , πνοαί , πνεύματα ζεφύρια
γὰρ παντοῖον πλοῦτον τοῖς ἀνδράσι τοῖς ἀεννάοις ποταμοῖς ἔνθα κἀκεῖσε κατάρρυτος ἡ γῆ αὔξειἀεννάοις δὲ τοῖς ἀεὶ ῥέουσιν . ἀληθῶς
5489170 Σπερχειος
ειος τρισύλλαβα ἐπὶ ποταμοῦ ὀξυνόμενα δίφθογγον ἔχει , οἷον Πηνειός Σπερχειός Ὀλμειός Ἀλφειός Δενθειός . πρόσκειται ὀξύτονα διὰ τὸ Κώϊος
οὐδέτερον Δώτιον , Διονύσιος ἐν αʹ Γιγαντιάδος ” καὶ κελάδων Σπερχειός , ἔχουσι δὲ Δώτια τέμπεα ” . καὶ τὸ
5457822 περιβολη
γενόμενον ὑπ ' αὐτοῦ κατεναυμάχησε Λακεδαιμονίους . Κατὰ δὲ σχῆμα περιβολὴ γίνεται οὕτω . τὸ καθ ' ὑπόθεσιν σχῆμα μάλιστα
πολλὰ ἦν τὰ πρὸς βασιλείας ἐπιθυμίαν ἀναπείθοντα , πλούτου τε περιβολὴ ἣ μὴ πρότερόν τινι ἰδιωτεύοντι ἐγένετο , στρατιωτῶν τε
5446576 φυομενη
αἷμα χαλεπὰ ποιεῖ , διότι ἡπατῖτίς ἐστι τουτέστιν ἐξ ἥπατος φυομένη . εἰσὶ δὲ καὶ δύο ἐξηγήσεις . πολλάκις γὰρ
τοῦτο ἔνθεόν ἐστιν . Ἠρύγγιος βοτάνη ἐστίν , ὡς κάλαμος φυομένη , ἀκανθώδης , ἣ καὶ γοργόνιος λέγεται : δυνάμεως
5445927 πραττον
εἰς δὲ τὸν ἕτερον μετακυλίνδει ἑαυτόν . . τὸ καλῶς πρᾶττον μέρος . . ἢ γεγραμμένην : Ἀντὶ τοῦ ,
δεῖ νομίζειν τὸ κατὰ ταὐτὰ καὶ ὡσαύτως καὶ διὰ ταὐτὰ πρᾶττον ἀεί , τοῦτο δ ' εἶναι τὴν τῶν ἄστρων
5430318 στενοτερα
λευκὴν ἔνδοθεν . Ἄλκμαρ φύλλα μὲν ἔχει ὅμοια ἀρνογλώσσῳ , στενότερα δὲ καὶ ἐπὶ γῆν κλώμενα : καυλὸς δὲ λεπτός
ἐσχισμένα τὴν περιφέρειαν . Σπαργάνιον φύλλα ἔχει ἐοικότα ξιφίῳ , στενότερα , ἐπ ' ἄκρων δὲ τοῦ καυλοῦ ὡσεὶ σφαιρία
5421654 ἀνειμενου
ἔχοντας ὁρᾷ δυνάμεως τοὺς ἑκατέρου μεθέξοντας . εἰ δὴ τοῦ ἀνειμένου καὶ μεσότητας ἔχοντος τῶν δυνάμεων αὐτοῦ κράματος ἐμπιεῖν καὶ
Μεγαλοπολίταις δὲ ἐπὶ τῆς ἀγορᾶς ἐστιν ὄπισθεν τοῦ περιβόλου τοῦ ἀνειμένου τῷ Λυκαίῳ Διὶ ἀνὴρ ἐπειργασμένος ἐπὶ στήλῃ , Πολύβιος
5403253 παρατεινει
ἐξεκρέμασε . Αὕτη ἀπὸ Λιβάνου μέχρι τῆς Σινώπης τῆς Ποντικῆς παρατείνει διὰ Καππαδοκίας εἰς τὸ μεσόγειον . Τὰ δὲ παράλια
κίνδυνον ϲυνολκῆϲ καὶ ὑπερκαθάρϲεωϲ καθίϲτηϲιν : ἐπὶ πλεῖϲτον δὲ χρόνον παρατείνει καθαίρων , ἀλλὰ τήν γε ὠφέλειαν πολλαπλαϲίῳ παρέχεται .
5399823 ἀγνωστῳ
ἄγνωστος καὶ Ὑπερβόρειος ἑξῆς ἐστὶν ὠκεανὸς συνάπτων τῇ Ὑπερβορείῳ καὶ ἀγνώστῳ γῇ . Παροικοῦσι τὸν Χέσυνον ποταμὸν οἱ Ἀγαθουρσοὶ τὸ
, ἀπὸ δὲ μεσημβρίας ἀγνώστῳ γῇ , καὶ ἀπὸ δύσεως ἀγνώστῳ γῇ καὶ δυτικῷ Ὠκεανῷ , ἀπὸ δὲ ἄρκτων ταῖς
5395755 ἀπεχουσα
κατὰ τὸ πανσεληνιακὸν ζῴδιον τύχῃ μηδέπω βʹ ἢ γʹ μοίρας ἀπέχουσα τοῦ Ἡλίου , πλήρης ἡ ὥρα κριθήσεται . ὅσας
Ὠραία λεγόμενον , καὶ κατὰ νώτου μεσόγειος πόλις , [ ἀπέχουσα ] ὁδὸν ἡμερῶν ἑπτὰ ἀπὸ θαλάσσης , ἐν ᾗ
5360414 ἐρυμνοις
οἱ δὲ λοιποὶ τῶν Ἰλλυριῶν οἱ μὲν ἦσαν ἐν φρουρίοις ἐρυμνοῖς , οἱ δὲ ἐν ἄλλοις ὄρεσι καταπεφευγότες μετὰ τοῦ
γεωργοῖς ἐκέλευσαν εἰς τὰ πλησίον ὄρη φρούρια κατασκευάσαντες ἐπὶ τοῖς ἐρυμνοῖς ἱκανὰ σώζειν τοὺς εἰς αὐτὰ καταφυγόντας : ἔπειτα τὸν
5325350 Κορινθιακου
καὶ Σύβοτα πρὸ τῆς Ἠπειρώτιδος , καὶ ἐφεξῆς πρὸ τοῦ Κορινθιακοῦ κόλπου Κεφαλληνία καὶ Ἰθάκη καὶ Ζάκυνθος καὶ Ἐχινάδες .
ὁ περὶ Λάμιαν . εἴρηται δὲ καὶ ὅτι ἀρχὴν τοῦ Κορινθιακοῦ κόλπου τὸ στόμα τοῦδε τοῦ ποταμοῦ φασι . Πόλεις
5321690 Λιβυκον
Λιβύων ἐς αὐτὸ περαιοῦνται : καὶ γὰρ τέτραπται πρὸς τὸ Λιβυκὸν πέλαγος κατὰ γοῦν τὴν Φαιστόν , ἔνθα τὴν πολλὴν
τῆς δὲ Μεσσηνίας τὸ πλέον ἀνεῳγμένον πρὸς νότον καὶ τὸ Λιβυκὸν πέλαγος μέχρι τῶν καλουμένων Θυρίδων πλησίον Ταινάρου . ἑξῆς
5292968 λεπτοκαρπος
ἀκανθώδης , βραχυτέρα τῆς ἐν παραδείσοις . Ἄκινος πόα ἐστὶ λεπτόκαρπος , στεφανωτική , παραπλήσιος ὠκίμῳ , δασυτέρα καὶ εὐώδης
ἐν παραθαλασσίοις τόποις : πόα δ ' ἐστὶ λευκή , λεπτόκαρπος , πικρά , ἄφυλλος , θυλάκιον ἐπὶ τῆς κεφαλῆς
5292085 κεδρος
πεύκη ἄρκευθος μίλος θυία καὶ ἣν Ἀρκάδες καλοῦσι φελλόδρυν φιλυρέα κέδρος πίτυς ἀγρία μυρίκη πύξος πρῖνος κήλαστρον φιλύκη ὀξυάκανθος ἀφάρκη
. . . χαλβάνη ἄκνηστίς τε καὶ ἡ πριόνεσσι τομαίη κέδρος . . . . . . : Ἄκνηστις δὲ
5272465 παραλια
ἐδῄουν . Περικλῆς ἐξέπεμψε τριήρεις Ἀθηναίων , οἳ δῃώσουσι τὰ παράλια τῆς Λακωνικῆς , ὅπως αὐτοῖς πλείω πάσχειν ἢ δρᾶν
προύλεγον , ἀλλὰ χρὴ τὸ μὲν ἥμισυ τῶν νεῶν τὰ παράλια τῆς Ἰταλίας πορθεῖν , τὸ δὲ ἥμισυ ναυλοχεῖν ,
5267354 Ἀλης
φησιν ὅτι οἱ † Αἰνεῖαι τὸν λάρον καύηκα ὀνομάζουσιν . Ἄλης δὲ ποταμὸς τῆς Κολοφῶνος , ὃν ποιητικῶς Ἀλέντα εἶπε
Ἀπόλλωνος , δένδρα μελίαι , καὶ οὐ πόρρω τοῦ ἄλσους Ἄλης ποταμὸς ψυχρότατος τῶν ἐν Ἰωνίᾳ . Λεβεδίοις δὲ τὰ
5261062 προυχουσα
Ἐλίμειον Ἑρκύνιον Τυρακή Δῶρός τ ' ἀγχίαλός τ ' Ἰόπη προύχουσα θαλάσσης Μελίταια Σάταλα εἰς Ὑρκανίδα λίμνην μεσσοβαθὴς δ '
τειχίσαι : ἔστι δὲ ἄκρα ἀντιπέρας τῆς πόλεως , ἥπερ προύχουσα τοῦ μεγάλου λιμένος τὸ στόμα στενὸν ποιεῖ , καὶ
5255709 Καυκασος
. Μετωνομάσθη δὲ τὸ ὄρος Κοίτη Βορέου . Προσηγορεύθη δὲ Καύκασος διὰ περίστασιν τοιαύτην . Μετὰ τὴν γιγαντομαχίαν Κρόνος ἐκκλίνων
. : ἵκετο τερμόνιον ] ἐπεὶ τέλος τῆς οἰκουμένης ὁ Καύκασος . ἤ , οὐκ ἐγὼ πέραν εἰμὶ δεδεμένος :
5254915 οἰσοφαγος
καταλεαίνει διαφόροις ὀδοῦσι καὶ παραπέμπει τῷ οἰσοφάγῳ . ὁ δὲ οἰσοφάγος μέσος κεῖται τοῦ τε λάρυγγος καὶ τῶν σπονδύλων ,
εἶτα ἡ ἐπιλεγομένη ἐπιγλωττίς : προσπέφυκε δὲ ταύτῃ ὁ λεγόμενος οἰσοφάγος . εἰλήφει δ ' οὗτος τὴν ὁμωνυμίαν ἀπὸ τοῦ
5247424 Κολχικη
Νουμιδία , Καρχηδών , Ἀφρική , Βιθυνία , Φρυγία , Κολχική . κυριεύει δὲ τοῦ σώματος στήθους καὶ στομάχου ,
τῆς χώρας ἔθει Κυρτωνῖνος ὡς Σατορνῖνος . Κύτα , πόλις Κολχική , πατρὶς Μηδείας . ἔστι καὶ ἄλλη Σκυθίας .
5245088 παρεμφερη
θάλατταν φοιτῶσαι κοιμῶνται μετέωροι τοῖς κύτεσι πρὸς τὸν ἥλιον , παρεμφερῆ τὴν πρόσοψιν ποιοῦσαι ταῖς κατεστραμμέναις ἀκάτοις : ἐξαίσιοι γὰρ
ὃ βοτρυώδη τὸν καρπὸν ἀφίησι λευκοφαῆ ὄντα καὶ μακρόν , παρεμφερῆ τοῖς δακρύοις , ἃ δὴ ῥαγῶν τρόπον ἀλλήλοις ἐπιβάλλει
5228107 θαμνωδες
καὶ ὁ τοῦ βαλσάμου παράδεισος : ἔστι δὲ τὸ φυτὸν θαμνῶδες , κυτίσῳ ἐοικὸς καὶ τερμίνθῳ , ἀρωματίζον : οὗ
μὲν τῆς Ἴδης περὶ τὰς Φαλάκρας καλουμένας : ἔστι δὲ θαμνῶδες ῥαβδίοις μικροῖς : τείνονται δὲ οἱ κλῶνες ὡς πυγωνιαῖοι
5219801 ῥυπτικης
Χαμαισύκη ῥυπτικήν τε ἅμα καὶ δριμεῖαν ἔχει δύναμιν . Χελιδόνιον ῥυπτικῆς ἰσχυρῶς ἐστι καὶ θερμῆς δυνάμεως ἐκ τῆς τρίτης τάξεως
καὶ ψυχρότεραι τυγχάνουσι τῶν ἀγρίων . ὁ δὲ καρπὸς αὐτῆς ῥυπτικῆς ἐστι δυνάμεως . Ἀφάκη δυνάμεώς ἐστι στυπτικῆς ὥσπερ καὶ
5198386 Ἐρυθραιον
εὔοσμον μαλακῷ καὶ ἀόσμῳ , καθάπερ τὸν Ἡρακλεώτην καὶ τὸν Ἐρυθραῖον , τοῦ μὲν τὴν μαλακότητα , τοῦ δὲ τὴν
κλίμα . Ἀμέλει καὶ Αἰθίοπες κατοικοῦσιν τὸ πρὸς νότον μέρος Ἐρυθραῖον . Καὶ διὰ τοῦτο ἔθνος Αἰθιοπικὸν , ὡς παρακεῖσθαι
5197006 Βορυσθενεος
ἐκ λίμνης , καὶ τὸ μεταξὺ τούτου τε καὶ τοῦ Βορυσθένεος νέμονται οἱ γεωργοὶ Σκύθαι , ἐκδιδοῖ δὲ ἐς τὴν
λέγοντες , λέγουσι δ ' ὦν , Δία τε καὶ Βορυσθένεος τοῦ ποταμοῦ θυγατέρα . Γένεος μὲν τοιούτου δή τινος
5194956 οἰκοδομαις
ἔχει πεπυκνωμένας καὶ τοῖς ὕψεσι διαφερούσας . αὗται δὲ ταῖς οἰκοδομαῖς αἰεὶ κατὰ τὴν εἰς τὸν λόφον ἀνάβασιν ἀλλήλων ὑπερέχουσι
καὶ πάντα τόπον ἀρδευόντων . ἀγροικίαι τε συνεχεῖς ὑπῆρχον , οἰκοδομαῖς πολυτελέσι καὶ κονιάμασι διαπεπονημέναι καὶ τὸν τῶν κεκτημένων αὐτὰς
5190862 μεταλλου
ῥάφανοι , δρυπεπεῖς , ἐλατῆρες δυαδελφίδην ταὐτῷ μυχῷ Μεγαρικαὶ σφίγγες μετάλλου στόμιον Βολβός βουβωνιᾶν δοκησιδέξιον ἐλλεβοριᾶν μαμμᾶν στρηνόφωνος Κέρδος αἰσχύνης
οὐκ οἴομαι , ἀλλὰ τὰς μεταλλικὰς εἶναι δίκας τοῖς κοινωνοῦσι μετάλλου καὶ τοῖς ἕτερον συντρήσασιν εἰς τὰ τῶν πλησίον καὶ
5188842 ἀναλογουν
ὅτι τὸ εὖτε οὐκ ἔστι χρονικὸν ἀλλ ' ὁμοιωματικόν , ἀναλογοῦν τῷ ἠύτε . . ἡ διπλῆ , ὅτι τινὲς
τῆς κοιλίας οἱονεὶ κύστις . σπλάγχνον δ ' οὐκ ἔχει ἀναλογοῦν . τροφῇ δὲ χρῆται ἔστιν ὅτε καὶ τοῖς τῶν
5180060 Ἀδριατικου
ἄκρων τῶν ἑσπερίων , πλησίον δὲ καὶ τοῦ μυχοῦ τοῦ Ἀδριατικοῦ , διέχων αὐτοῦ περὶ χιλίους σταδίους : τελευτᾷ δ
ἔστι τῆς Κορίνθου πόλεως πρὸς δύσιν ἐστὶν , ἀπὸ τοῦ Ἀδριατικοῦ πελάγους , ἡ δὲ Σαρωνικὴ πρὸς ἀνατολάς ἐστι συρομένη
5174761 ἀκανθωδης
προθυμούμενος , βιαζόμενος , προθυμῶν . Λάχνη : τρίχωσις , ἀκανθώδης τρίχωσις : τὸ σχῆμα ἐμφαντικόν : τοιαύτη θρὶξ τραχεῖα
ἐνθαῦτα ὁ Κῦρος , ἦν γάρ τις χῶρος τῆς Περσικῆς ἀκανθώδης ὅσον τε ἐπὶ ὀκτωκαίδεκα σταδίους ἢ εἴκοσι πάντῃ ,
5173536 φυτευεται
, κυδωνέα . ἃ δὲ ἀπὸ κλάδων καὶ πασσάλου μόνον φυτεύεται ἔστι ταῦτα : ἄμπελος , ἰτέα , πύξος ,
ζῶα δῆλον ἕτερα , εἰσίν . γάμοισι : συνουσίαις . φυτεύεται : γεννᾶται , ἀναδίδονται . γονῇσι : γένναις ,
5154374 παλιουρος
, νυμφαία , φοίνικες , ὠοῦ τὸ χλωρὸν ὀπτόν , παλίουρος , ἱππούρεως ῥίζα , αἷμα πεπηγός , κύπερος ,
Ἐν Λιβύῃ δὲ ὁ λωτὸς πλεῖστος καὶ κάλλιστος καὶ ὁ παλίουρος καὶ ἔν τισι μέρεσι τῇ τε Νασαμωνικῇ καὶ παρ
5154157 ἀκανθωδη
λεπτοκαρύου μᾶλλον , καὶ πολὺ πλέον σὺν ἰσχάσιν . τὰ ἀκανθώδη πάντα μετρίως ἐστὶν εὐστόμαχα , τουτέστι σκόλυμος , ἀτρακτυλίς
: οὐ γὰρ ἐπετειόκαυλόν ἐστι . τὰ μὲν οὖν ὅλως ἀκανθώδη τοιαύτην τινὰ ἔχει φύσιν . Τῶν δὲ φυλλακάνθων τὸ
5143793 κατοικειται
τῆς χώρας αὐτῶν δέον ἐστὶν εἰπεῖν . ἡ τοίνυν Γαλατία κατοικεῖται μὲν ὑπὸ πολλῶν ἐθνῶν διαφόρων τοῖς μεγέθεσι : τὰ
ὅση μὴ ἀνέμβατός ἐστιν , ἀλλ ' ὑπ ' ἀνθρώπων κατοικεῖται , πάσης δὲ κρατεῖ θαλάσσης , οὐ μόνον τῆς
5138250 πεδιας
περιβολήν , ἢ ἁπλῶς ὅπλισιν , παρὰ τὸ ἔχειν . πεδίας . ἀπολογεῖται διὰ τὴν τῶν τόξων χρῆσιν : καὶ
περιβολήν , ἢ ἁπλῶς ὅπλισιν , παρὰ τὸ ἔχειν . πεδίας . ἀπολογεῖται διὰ τὴν τῶν τόξων χρῆσιν : καὶ
5130477 Ἀχαϊα
τὸν Πτολεμαῖον Μεσοποταμία , Βαβυλωνία , Ἀσσυρία , Ἑλλάς , Ἀχαΐα , Κρήτη . ὡς δὲ οἱ παλαιότεροι κατὰ μέρος
καὶ τὸν Δωρόθεον Ῥόδος καὶ Κυκλάδες νῆσοι , Ἀρκαδία , Ἀχαΐα , Λακωνικὴ καὶ αἱ κατὰ τὸν Ὠκεανὸν νῆσοι ,
5130184 βυβλος
. τῇ γραφῇ χρόνους . ἡ μὲν οὖν πρὸ ταύτης βύβλος , οὖσα τῆς ὅλης συντάξεως τεσσαρεσκαιδεκάτη , τὸ τέλος
φιλαναγνωστοῦσιν . ἡ μὲν γὰρ πρὸ ταύτης [ συντελεσθεῖσα ] βύβλος τὰς Ἀλεξάνδρου πράξεις ἁπάσας περιείληφε μέχρι τῆς τελευτῆς :
5127343 Μηδια
μὲν τὴν Κασπίαν θάλασσαν μετὰ τὰ μεθόρια τῆς Ἀρμενίας ἡ Μηδία : ὑπὸ δὲ ταύτην ὡς πρὸς ἀνατολὰς τοῦ Τίγριδος
ἕω Ἀρμένιοι μέχρι Πόντου . Ἀρμενία γὰρ καὶ Μεσοποταμία καὶ Μηδία , ταῦτα ὅλα τῆς Ἀσσυρίας εἰσίν . Θωνῖτις ]
5124998 ὀστωδες
' ὠψώνει ποτέ , καὶ τοῦ μαγείρου , φασίν , ὀστῶδες σφόδρα αὐτῷ τι προσκόπτοντος ἀπὸ τύχης κρέας εἶπεν ,
εἰκότως τοῦτο γενήσεται , ἐπειδὴ σχεδὸν ἄσαρκόν ἐστι τὸ μέτωπον ὀστῶδες τυγχάνον , εἰ μή τι δ ' ἂν ἐλαχίστη
5124239 διειληπται
δι ' ὃν ζῆν ἀεὶ πᾶσι τοῖς ζῶσιν ὑπάρχει : διείληπται δὲ δίχα , ὥσπερ λέγω , ἓν ὂν τὸ
μεστὰ τοῦ χειμῶνος , τὰ κάτω δὲ δρυμοῖς καὶ φυτείαις διείληπται παντοδαπαῖς . ἔοικε δὲ λαμβάνειν μεταβολὰς πολλὰς τὰ ἄκρα
5122021 νιφετους
ἡμᾶς σωμάτων , ὥστ ' ἐν μὲν ἀέρι ὄμβρους καὶ νιφετοὺς καὶ ὅσα περὶ τὸν ἀέρα τελεσιουργεῖται , φαίνεται ποιῶν
- ληλυθότος ἤδη τοῦ χειμῶνος , καθ ' ἕκαστον ἔτος νιφετοὺς ἐξαισίους γίνεσθαι συνεχῶς ἐπὶ πολλὰς ἡμέρας : ἐν δὲ
5120855 Μαλιακου
μὲν Φθιῶτις τὰ νότια τὰ παρὰ τὴν Οἴτην ἀπὸ τοῦ Μαλιακοῦ κόλπου καὶ Πυλαϊκοῦ μέχρι τῆς Δολοπίας καὶ τῆς Πίνδου
Λαμίας , δηλοῖ ὅτι καὶ τὰ ἐντὸς πυλῶν ὅσα τοῦ Μαλιακοῦ κόλπου καὶ τὰ ἐκτὸς ὑπ ' ἐκείνῳ ἦν :
5117412 κροτωνος
ὥστε παλαιούμενον μεταβάλλειν , ὥσπερ ἐπὶ τῆς λεύκης καὶ τοῦ κρότωνος . εἴδη δ ' ἐστὶ πλείω τῆς ἕλικος ,
φύλλων μετασχηματισμὸς καὶ ἑτέρων κοινός : ἐπεὶ καὶ τὰ τοῦ κρότωνος ἔνια περιφερῆ φυόμενα τὴν ἀρχὴν ὕστερον ἀπογωνιοῦται καθαπερανεὶ διαρθρούμενα
5115028 Κασιου
κειμένων , τοῦ τε Λιβάνου καὶ τοῦ Ἀντιλιβάνου καὶ τοῦ Κασίου : οἱ μὲν δὴ τοιαῦτα λέγουσι . Πολύκλειτος δέ
τὸ Πομπηίου τοῦ Μάγνου σῶμα κεῖται καὶ Διός ἐστιν ἱερὸν Κασίου : πλησίον δὲ καὶ ἐσφάγη ὁ Μάγνος δολοφονηθεὶς ὑπὸ
5114989 Ἀραβιῳ
αὑτῶν . ἤκουον δέ γε πρὸς οἷς ἐτεθεάμην τῷ μὲν Ἀραβίῳ λελουμένῳ τε καὶ ἐπ ' ἄριστον ἰόντι δύο τινὲ
Ἰνδικῆς . ἐν δὲ Συήνῃ καὶ Βερενίκῃ τῇ ἐν τῷ Ἀραβίῳ κόλπῳ καὶ τῇ Τρωγλοδυτικῇ κατὰ θερινὰς τροπὰς ὁ ἥλιος
5103494 καλεομενη
πρῶτον μὲν ἡ ξανθὴ , ἔπειτα δ ' ἡ μέλαινα καλεομένη . Μαρτύριον δὲ σαφέστατον , εἰ ἐθέλεις τῷ αὐτέῳ
. Τὰ δὲ κάτω πλευρέων , ἡ αἱμόῤῥους ἡ παχείη καλεομένη φλὲψ τοῖσι σφονδύλοισιν αὖθις ἐφ ' ἑωυτῆς διαδιδοῖ ,
5098900 ἐπιφυσις
αἰδοίου . παρουλὶς οὔλων ἀπόστασις , ἐπουλὶς ὑπὸ τὸν σωφρονιστῆρα ἐπίφυσις . ὑπογλωττὶς ἀπόστασις ὑπὸ γλώττῃ . αὖον ἀπόστασις περὶ
: ἡ μέντοι τῷ στελέχει τε καὶ τοῖς κλάδοις αὐτοῖς ἐπίφυσις ὀχθώδης , ἣν ἔνιοι μυρτίδα καλοῦσιν , εἰς ὅσον
5095682 Χαλκηδων
: Καρχηδὼν Καρχηδόνος , ἡ ἐν τῷ Βυζαντίῳ ἥτις καὶ Χαλκηδὼν λέγεται : Ἑρμιὼν Ἑρμιόνος : Ἠϊὼν Ἠϊόνος : ὅτι
Λιβύης : Καλχηδόνος τῆς ἐν τῷ Βυζαντίῳ , ἡ καὶ Χαλκηδὼν λέγεται : Ἑρμιὼν Ἑρμιόνος : Ἡιόνος , ὅτι ἐπὶ
5085501 γευσαμενῳ
, ὑπόκιρρον ἐν τῷ μέλανι , τὸ ἔνδον λευκόν , γευσαμένῳ δριμύν . Σταφυλῖνος ἄγριος φύλλον μὲν ἔχει ὅμοιον γιγγιδίῳ
μέρους : ῥίζα παχεῖα καὶ μαλακή , ὀποῦ μεστή , γευσαμένῳ πικρά , ὀπιζομένη ὥσπερ ἡ θαψία . ἀποτίθεται δὲ
5081239 πυκνοτερα
ἐλέχθη : καὶ αὐτοῦ τοῦ δένδρου δὲ τὰ πρὸς βορρᾶν πυκνότερα καὶ νεανικώτερα . ὅσα δὲ ὑποπαράβορρα καὶ ἐν περίπνῳ
ὅσα ἢ φύσει ἢ διὰ [ τὸν ] τόπον ξηρότερον πυκνότερα , ἐξ ἁπάντων βελτίω διὰ τὴν αὐτὴν αἰτίαν .
5076408 ἁλμυριδος
σκοτοῦνται καὶ πίπτουσι : συγκόψαντες δ ' αὐτὰς μεθ ' ἁλμυρίδος μάζας ποιοῦνται καὶ χρῶνται . τούτων δ ' ἔρημος
λαχάνων κράμβης φησὶν εἶναι γένη τρία , τῆς τε καλουμένης ἁλμυρίδος καὶ λειοφύλλου καὶ σελινούσσης : τῇ δ ' ἡδονῇ
5066494 Ἀραβικου
, κατὰ δὲ τὴν τῆς γῆς διαίρεσιν διήκει μέχρι τοῦ Ἀραβικοῦ κόλπου , καὶ λοιπὸν ἡ Αἴγυπτος Λιβύης ἐστίν .
τὸ βόρειον αὐτῆς μέρος , κατὰ δὲ μῆκος ὑπὸ τοῦ Ἀραβικοῦ κόλπου καὶ Αἰγαίου πελάγους καὶ Πόντου καὶ τῆς Μαιώτιδος
5065949 λοβοις
: δένδρον μὲν εὐμέγεθες , τὸν δὲ καρπὸν φέρει ἐν λοβοῖς ἡλίκον φακόν , ὃς πιαίνει τὰ πρόβατα θαυμαστῶς .
: τὸν δὲ καρπὸν ἔλλοβον , καθάπερ τὰ χεδροπά : λοβοῖς γὰρ πλατέσι καὶ οὐ στενοῖς τὸ σπερμάτιον τὸ ἐνὸν
5065663 Μεση
πρός τι καὶ οὐκ ὡς ἔτυχεν . Αἱ ἄλογοι . Μέση δύο . ἐκ δύο ὀνομάτων γʹ . ἐκ δύο
ὁμοίως δὲ καὶ Πτολεμαίδα τὴν ὑπὸ τοῦ βασιλέως ἐκτισμένην . Μέση δὲ κεῖται πρὸς τοὺς προειρημένους τόπους , οὐκ ἀπέχουσα
5062431 ᾐων
τοῦ ἀκρωτηρίου Ταμυράκης παρήκει ὁ Ἀχίλλειος δρόμος , ὅπερ ἐστὶν ᾐὼν σφόδρα μακρὰ καὶ στενὴ , διήκουσα τὸν πόρον ἐπὶ
, ἀπορρῶγες , ἀπρόσμικτοι , ἀπροσπέλαστοι , τραχὺς αἰγιαλός , ᾐὼν σκληρά , πρόσγειος θάλαττα , καὶ εἴ τις βιάζοιτο
5061858 φυεται
φύλλα γευομένῳ πυρωτικὰ ἰσχυρῶς καὶ δριμέα , ῥίζα ἄχρηστος . φύεται δ ' ἐν πεδίοις καὶ ἐν τραχέσι τόποις καὶ
τῶν τὰ ἀγαθὰ ἀγγελλόντων . Οὔ ποτε ἐκ σκίλλης ῥόδα φύεται οὔθ ' ὑάκινθος . Οὐδ ' ἴσασιν ὅσῳ πλέον
5061308 κεκραται
μνημονικὸν τοῦ ἀναμιμνῃσκομένου πανταχοῦ κρεῖττον , ὅτι τὸ μὲν λήθῃ κέκραται , τὸ δὲ ἀμιγὲς καὶ ἄκρατον ἐξ ἀρχῆς ἄχρι
ψυχρῶν ἢ τῶν θερμῶν ἢ τῶν ἄλλων , ἐξ ὧν κέκραται τὸ σῶμα , ὅταν ὑπερβολὴν ἔχῃ , καὶ ὁ
5056255 συστημασιν
δὲ τετάρτηναὕτη δ ' ἦν ἡ κατὰ γένοςἀναγκαῖον καὶ τοῖς συστήμασιν ὑπάρχειν , τὰ μὲν γὰρ αὐτῶν ἐστὶ διάτονα τὰ
μεσῳδικόν . Κοινὸν δέ ἐστι κατὰ σχέσιν τὸ δύο [ συστήμασιν ] ὑποπεπτωκός , καθάπερ τὸ πρῶτον Ἀνακρέοντος ᾆσμα γουνοῦμαί
5055788 Σηρικῃ
τῆς μεγάλης ἑῴας , Σαρματίαις τε καὶ Σκυθίαις καὶ τῇ Σηρικῇ : δύο γὰρ Σκυθίαι καὶ δύο Σαρματίαι , οὕτω
ἀπὸ δὲ ἄρκτων τῇ ἀγνώστῳ γῇ , ἀπὸ δὲ ἀνατολῶν Σηρικῇ κατ ' εὐθείαν γραμμὴν , ἧς τὰ πέρατα ἐπέχει
5053624 πετρωδης
προείλετο πρὸς γάμον συμπραττόντων ἐκείνων . οὕτω δ ' ἐστὶ πετρώδης ἡ νῆσος ὥστε ὑπὸ τῆς Γοργόνος τοῦτο παθεῖν αὐτήν
καὶ ἡδεῖα οὐδὲν ἀντίτυπον ἢ δύσβατον ἔχουσα , ἡ δὲ πετρώδης καὶ τραχεῖα πολὺν ἥλιον καὶ δίψος καὶ κάματον προφαίνουσα
5052500 σταγων
οὔ με φαιδρύνει λόγος . ἐπὶ δὲ καρδίαν ἔδραμε κροκοβαφὴς σταγών , ἅτε καὶ δορὶ πτωσίμοις ξυνανύτει βίου δύντος αὐγαῖς
. Χάλιξ : τὸ χαλίκιον . Λάταξ : ἡ μεγάλη σταγών . Ἄλξ : ἡ δύναμις . Λύξ : ὁ
5046441 κυανουν
ὧν τὸ χρῶμα χλωρὸν ἢ λευκόν , ἐνίοτε δὲ καὶ κυανοῦν εὑρίσκεται . ῥίζα δ ' ἐπιμήκης , πλατεῖα ,
ὁ χυλὸς μετὰ μέλιτος . ἄλλο . ἀναγαλλίδος τῆς τὸ κυανοῦν ἄνθος ἐχούσης χυλὸν σὺν μέλιτι ἔγχριε : τὰ δὲ
5043630 εὐστομαχον
ὑπάγον γαστέρα . Τὸ γιγγίδιον παραπλήσιόν ἐστι τῷ σκάνδικι , εὐστόμαχον πάνυ , ἄν τε ὠμὸν ἄν τε ἑφθὸν ἐσθίηται
ἡλιάζεται ἐν κεραμίοις ὁ οἶνος , στυπτικὴν ἔχων δύναμιν καὶ εὐστόμαχον . δοκεῖ δὲ καὶ λοιμικαῖς καταστάσεσι βοηθεῖν . χρῄζει
5042515 ἐκφυσις
ἐπιζεύξει τῶν ἐπιτιθεμένων οὐ δεῖ περικαλύπτειν τὰς ἀρχὰς ὅθεν ἡ ἔκφυσις : φανεραὶ δ ' εἰσὶ τοῖς ἐμπείροις . διὰ
καὶ μὴ διάστενον ἔχουσα βάσιν . υβʹ . Θύμος ἐστὶν ἔκφυσις σαρκὸς τραχείας ὁμοία τοῖς ἐδωδίμοις θύμοις περὶ αἰδοίῳ καὶ
5038337 ὑπνοποιον
οὐκ ἐμοὶ διὰ τὸ νηστεύειν . , , : Ἴσως ὑπνοποιόν τι μέλος πρὸς ἑσπέραν αὐλούμενον . φησὶ δὲ ὅτι
κυάμου , παιϲὶν ἐρεβίνθου . ἀνώδυνόν ἐϲτι μάλιϲτα φάρμακον καὶ ὑπνοποιόν . Καϲϲίαϲ ⋖ η , ναρδοϲτάχυοϲ ἀμώμου , κρόκου
5035931 Ποντια
ὄψει μάλιστα πρόκεινται δύο νῆσοι πελάγιαι , Πανδατερία τε καὶ Ποντία , μικραὶ μὲν οἰκούμεναι δὲ καλῶς , οὐ πολὺ
νῆσος . . . . . μδ γοʹ λ γοʹ Ποντία νῆσος . . . . . . . .
5034130 ἀναπλεοντι
τῶν περὶ τὰ ἱερά . παρηκολούθει δέ τις ἐξ Ἀλεξανδρείας ἀναπλέοντι εἰς τὴν Αἴγυπτον Αἰλίῳ Γάλλῳ τῷ ἡγεμόνι Χαιρήμων τοὔνομα
λιμὴν Δάφνη μαινομένη ἐν τῷ στόματι τοῦ Πόντου ἐν δεξιᾷ ἀναπλέοντι . ἔστι καὶ προάστειον Δάφνη ἐν τῷ στόματι τοῦ
5032661 συσκιος
Ἀνθηδόνος εἰς αὐτὴν φερούσης ὁδοῦ : γεώλοφος δὲ πᾶσα καὶ σύσκιος , ὕδατα ἔχουσα τὰ μὲν πολλὰ ἁλυκὰ , ἓν
τό τε γὰρ χωρίον ἀπόρρυτον ἑκατέρωθεν , φάραγξ βαθεῖα καὶ σύσκιος , καὶ διὰ μέσου ποταμὸς οὐ τραχύς , ἀλλ
5025712 Ἀραβιη
φέρουσι δὲ οὐκ ἱρέες μοῦνον , ἀλλὰ πᾶσα Συρίη καὶ Ἀραβίη , καὶ πέρηθεν τοῦ Εὐφρήτεω πολλοὶ ἄνθρωποι ἐς θάλασσαν
καὶ ἀπὸ ταύτης ἐκδεκομένη ἡ Ἀσσυρίη καὶ ἀπὸ Ἀσσυρίης ἡ Ἀραβίη : λήγει δὲ αὕτη , οὐ λήγουσα εἰ μὴ
5020907 ζωνη
τὴν ἡμέραν τε καὶ τὴν ὁδόν . μία τε οἷον ζώνη διὰ παντὸς τοῦ ἀέρος ἦγεν εἰς τὸ ἱερὸν κατ
ἐπεζεύχθωσαν αἱ ΚΞ ΞΜ . Ἐν μὲν ἄρα κόσμῳ μέση ζώνη ἐστὶν ἡ ΚΑΜ , ἐν δὲ γῇ ἡ ΟΕΠ
5020862 μακροτερη
: τοῦτο μὲν τὸ συντομώτατον , ἡ δὲ διῶρυξ πολλῷ μακροτέρη , ὅσῳ σκολιωτέρη ἐστί . Τὴν ἐπὶ Νεκῶ βασιλέος
κεχυμένη , ἧσσον : ἡ δὲ νοῦσος τοῖσι μὲν παλαιοτέροισι μακροτέρη γίνεται , τοῖσι δὲ νεωτέροισι βραχυτέρη , θανατώδης δὲ
5011603 περιγραφαις
ἀνατολάς . Διῄρηται δ ' εἰς μέρη πολλὰ καὶ ὀνόματα περιγραφαῖς καὶ μείζοσι καὶ ἐλάττοσιν ἀφωρισμένα . ἐπεὶ δ '
θεμέλιοι κραταιότατοι οἵδε , ἄμορφα μορφῶσαι τύποις καὶ σχήμασι καὶ περιγραφαῖς ἕκαστον ἰδίᾳ διακρῖναι , μὴ κραδαινόμενα καὶ χωλαίνοντα ,
5011112 πυξῳ
περιφεροῦς , γεννωμένου ἐν δρυῒ τῇ ἐχούσῃ τὰ φύλλα ὅμοια πύξῳ . κόπτεται δ ' ὁ καρπός , εἶτα πλύνεται
, καὶ πρός γε τὴν κατόρυξιν ἔτι μᾶλλον ἀσαπής . πύξῳ δὲ χρῶνται μὲν πρὸς ἔνια , οὐ μὴν ἀλλ
5001222 Βακτριανη
φαρέτρᾳ πέλαγος τὸ Ἀτλαντικόν , τῇ δὲ κοιλίᾳ Τριβαλλοί , Βακτριανή , Σικελία , τοῖς δὲ ἐμπροσθίοις ποσὶν Αἴγυπτος καὶ
τῆς Παρθίας ἡ Ἀρία : τῇ δὲ Σογδιανῇ ὑποβέβληται ἡ Βακτριανή : εἶτα τῇ μὲν Ἀρίᾳ παραμήκει οὔσῃ ὑπόκειται ἡ
4995743 λειοτης
, οἷον λέγω μέγεθος καὶ μικρότης , σκληρότης μαλακότης , λειότης τραχύτης , φλοιοῦ φύλλων τῶν ἄλλων , ἁπλῶς εὐμορφία
ἐνίοτε καί τι πάχος προσἐπιτίθησι , στιλπνότης δέ τις καὶ λειότης ἐπιλάμπει τὴν ἐπιφάνειαν διὰ τὴν τοῦ χρωννύντος χυμοῦ αὐτάρκειαν
4991365 χρυσεη
ὁ νηὸς χρυσοῦ τε πολλοῦ ἀπολάμπεται καὶ ἡ ὀροφὴ πᾶσα χρυσέη . ἀπόζει δὲ αὐτοῦ ὀδμὴ ἀμβροσίη ὁκοίη λέγεται τῆς
δὲ τοῦ κρίκου τῆς θύρας “ ἀργύρεον δ ' ὑπερθύριον χρυσέη τε κορώνη . ” ἐπὶ δὲ τῆς τοῦ τόξου
4990687 οἰνανθινον
χρηστότατον καθ ' ὃν χρόνον ἔζη Βερενίκη ἡ μεγάλη . οἰνάνθινον δὲ ἐν Ἀδραμυττίῳ πάλαι μὲν μέτριον , ὕστερον δὲ
ἐστὶν καὶ εὐστόμαχον καὶ ληθαργικοῖς χρήσιμον . τὸ δ ' οἰνάνθινον εὐστόμαχον ὂν καὶ τὴν διάνοιαν ἀπαραπόδιστον φυλάσσει . καὶ
4990568 πολυκλαδος
εὐώδεις . Κίσθος θάμνος ἐστὶν ἐν πετρώδεσι τόποις φυόμενος , πολύκλαδος , φυλλώδης , οὐχ ὑψηλός , φύλλα ἔχων περιφερῆ
γογγύλη φύεται ἐν ἀρούραις , θάμνος πηχυαῖος τὸ ὕψος , πολύκλαδος , ἐξ ἄκρου λεῖος , φύλλα ἔχων λεῖα ,
4989173 Φιλομητορι
ἐπὶ ὀψοφαγίᾳ διαβόητος . μνημονεύει τῆς μήτρας καὶ Ἀντιφάνης ἐν Φιλομήτορι οὕτως : ἔμμητρον ἂν ᾖ τὸ ξύλον , βλάστην
ὑπὲρ δὲ μήτρας Καλλιμέδων ὁ Κάραβος ἐφθῆς . ὅτι ἐν Φιλομήτορι Ἀντιφάνης ἐπαινῶν τὴν μήτραν φησίν : ἔμμητρον ἐὰν ᾖ
4988767 βουκολικον
τὸ γʹ δακτυλικὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον . τὸ δʹ δακτυλικὸν τετράμετρον βουκολικόν . τὸ εʹ δακτυλικὸν πενθημιμερές . τὸ Ϛʹ τροχαϊκὸν
ἀπὸ τοῦ ἄω τὸ πνέω . σίτθ ' : ἐπίφθεγμα βουκολικόν : [ ὅπερ λέγουσιν ] ὁμοίως καὶ τὸ ψίττα
4988492 Λευκη
μηδὲν συνιέντων : καὶ ἐπὶ τῶν ἄδηλα ἀδήλοις σημειουμένων . Λευκὴ ψῆφος : ἐπὶ τῶν εὐδαιμόνως βιούντων . Λημνίᾳ χειρί
Κριθωτή : εἶτα Πακτύη : εἶτα τὸ Μακρὸν τεῖχος καὶ Λευκὴ ἀκτὴ καὶ τὸ Ἱερὸν ὄρος καὶ Πέρινθος , Σαμίων
4987444 Κομμαγηνη
ἔχουσα τὸν Εὐφράτην ποταμὸν καὶ αὐτὴ [ καὶ ] ἡ Κομμαγηνὴ ὅμορος οὖσα . ἔστι δὲ φρούριον ἀξιόλογον τῶν Καππαδόκων
μέσον κείμενα τῆς ὅλης οἰκουμένης , Βιθυνία Φρυγία Κολχικὴ Συρία Κομμαγηνὴ Καππαδοκία Λυδία Κιλικία Παμφυλία , τὴν θέσιν ἔχοντα πρὸς
4984769 διαφορητικης
τὰς αὐξήσεις ἀφαιρεῖν μέν τι ταύτης , προστιθέναι δὲ τῆς διαφορητικῆς : ὅταν δ ' εἰς τὴν οἰκείαν ἀκμὴν ὁ
τῶν ἀσθενῶν τῶν ἔξωθεν ἐπιτιθεμένων : ἔχει γάρ τι βραχὺ διαφορητικῆς τε καὶ θερμῆς δυνάμεως , ἧς πλείστης τὸ μέλι
4983637 ὑποξανθα
λόγῳ : τὰ γὰρ δι ' ἔνδειαν τροφῆς λεπτὰ τυγχάνοντα ὑπόξανθα τῷ χρώματι φαίνονται καὶ βραχύ τι ἢ οὐδὲν παρυφισταμένων
ἤδη ἄρχηται , παρῴχηκε δὲ τὸ ψυχρότερον , ὑπόπυρρα καὶ ὑπόξανθα τὰ οὖρα φαίνεται καὶ σύμμετρα ταῖς συστάσεσιν . αἱ
4982535 βοτανιον
ἀλλήλοις ἐπὶ ῥαβδίων μικρῶν λεπτῶν καὶ στρυφνῶν ὑπομελάνων . Αἰγίλωψ βοτάνιόν ἐστι φύλλα ὅμοια ἔχον πυρῷ , μαλακώτερα δέ ,
καὶ ξηραίνεται ἐν σκιᾷ καὶ ἀναπλάττεται . Χελιδόνιον τὸ μικρόν βοτάνιόν ἐστιν ἐκ μόσχων ἀνηρτημένον , ἄκαυλον , φύλλοις κισσοειδέσι
4978691 στυπτικης
καὶ τὸ ἄνθος καὶ ὁ καρπὸς καὶ ἡ ῥίζα τῆς στυπτικῆς μετέχουσι ποιότητος οὐκ ἀσαφοῦς , ἀλλήλων δὲ διαφέρουσιν ἐν
αὐτόν . Λωτὸς ἥμερος , ὃν καὶ τρίφυλλον ὀνομάζουσι , στυπτικῆς μετρίως ἐστὶ δυνάμεως καὶ ξηραντικῆς , μέσος ὢν κατὰ
4977597 φιλοθεαμονος
δὲ σκηνὴ καὶ μῦθος αὐτός . Ἡ μὲν δὴ λογισμοῦ φιλοθεάμονος πρὸς ἀστὰς καὶ παλλακίδας δυνάμεις σύνοδος , ὡς οἷόν
ἀποικίαν οὐδέποτε τὴν ἐξ οὐρανοῦ , εἰώθασι δὲ ἕνεκα τοῦ φιλοθεάμονος καὶ φιλομαθοῦς εἰς τὴν περίγειον φύσιν ἀποδημεῖν . ἐπειδὰν
4970683 πυξος
ἀγρίων ἃ καὶ πρότερον ἐλέχθη , ἐλάτη πεύκη πίτυς ἀγρία πύξος ἀνδράχλη μίλος ἄρκευθος τέρμινθος φιλύκη ἀφάρκη δάφνη φελλόδρυς κήλαστρον
τὴν Μακεδονίαν ] ἐλάτη πεύκη πίτυς ἀγρία φίλυρα ζυγία φηγὸς πύξος ἀνδράχλη μίλος ἄρκευθος τέρμινθος ἐρινεὸς φιλύκη ἀφάρκη καρύα διοσβάλανος
4967359 διακριτικη
μονὴν ἐπ ' ἀμφοτέρων τῶν συνδέσμων : αὕτη γὰρ ἦν διακριτικὴ τῆς ἀφαιρέσεως καὶ τῆς ἀποκοπῆς , ἐπεί , εἰ
διακριτικήν τε καὶ τὴν πρὸς ἐξαιμάτωσιν : ἡ μὲν οὖν διακριτικὴ πᾶν ὅσον ἀτέραμνον καὶ δυσκατέργαστον εἰς τὸ παρακείμενον χολῆς
4966714 ἐπιμηκες
, ἄνθος κρόκῳ ὅμοιον , σπέρμα λευκὸν καὶ πυρρόν , ἐπίμηκες , γεγωνιωμένον . Κολχικόν λήγοντος τοῦ φθινοπώρου ἀνίησιν ἄνθος
καὶ ὁ οἰκοδόμος ἀπὸ μεταφορᾶς τούτου τεῖχος , ἀντὶ τοῦ ἐπίμηκες ποιεῖ : καὶ ἐλαύνει ἵππον , ἀντὶ τοῦ ἐπ
4966326 σηψ
Αἴπυτον ἐξελθόντα ἐς ἄγραν θηρίων μὲν τῶν ἀλκιμωτέρων οὐδέν , σὴψ δὲ οὐ προϊδόμενον ἀποκτίννυσι . τὸν δὲ ὄφιν τοῦτον
διὰ τοῦ η γραφόμενα δύο μόνα ἐστίν : θὴψ καὶ σὴψ , εἶδος ὄφεως σῆψιν ἐμποιοῦν : τὰ δὲ λοιπὰ
4966143 ἰφυον
εἰπεῖν ἐκ τῶν ὄψεων , εἶπεν ἐκ τῶν ἰφύων . ἴφυον δέ ἐστιν εἶδος ἀγρίου λαχάνου , ὅτι Εὐριπίδης λαχανοπώλιδος
λυχνὶς καὶ τὸ Διὸς ἄνθος καὶ τὸ κρίνον καὶ τὸ ἴφυον καὶ ἀμάρακος ὁ Φρύγιος , ἔτι δὲ ὁ πόθος
4961250 Μεσοποταμια
Μῆδοι καὶ Ἀρμένιοι καὶ τὰ τούτοις πρόσχωρα ἔθνη καὶ ἡ Μεσοποταμία . μετὰ δὲ τὴν Μεσοποταμίαν τὰ ἐντὸς Εὐφράτου :
καὶ μάλιστα καθὸ πλησιόχωροί εἰσι . δηλοῖ δ ' ἡ Μεσοποταμία ἐκ τῶν τριῶν συνεστῶσα τούτων ἐθνῶν : μάλιστα γὰρ
4959735 διεξιον
εὔλυτον ἔχειν τὴν γαστέρα τούτων , ἵνα τὸ κόπριον ἀκωλύτως διεξιὸν ὥσπερ τι φάρμακον ἀγαθὸν ὑποξηρᾶναι καὶ καθᾶραι τὰ ἕλκη
ἐδηδεϲμένοιϲ κατὰ τὴν χρόαν καὶ λεπτὸν καὶ ἀχύμωτον καὶ ταχέωϲ διεξιὸν ἄπεπτόν ἐϲτι : τὸ δὲ πυρρὸν ἀκράτωϲ ἐν ἀρχῇ
4958451 ὁλοσχοινου
ἐν εὐγείοις , κλήματα δ ' ἔχει μικρά , ὡς ὁλοσχοίνου τὸ πάχος , πέταλον δὲ μικρόν , δάφνῃ ἐμφερὲς
συνάγει καὶ σφίγγει καὶ θερμαίνει μετρίως . Τῆς ὀξυσχοίνου καὶ ὁλοσχοίνου ὁ καρπὸς σύνθετός ἐστιν ἐκ γεώδους οὐσίας ἠρέμα ψυχρᾶς

Back