πῇ διοίσουσιν οἱ τρόποι τῶν ὑλῶν , ἐπεὶ καὶ ταύτας διῃροῦμεν εἰς τὴν ἀναγκαίαν καὶ ἀδύνατον καὶ ἐνδεχομένην . ῥητέον
παρείς : ἔφαμεν γὰρ πολλάκις , καὶ ὅτε τὰ στοχαστικὰ διῃροῦμεν , ὅτι ἐν τοῖς ἀπὸ γνώμης στοχασμοῖς οὐδέποτε ἐμπίπτει
6521673 Κακα
τῆς κοιλίης ἀπὸ ταὐτομάτου , ὑγιέα ἐποίησαν τοῦ ἐμέτου . Κακὰ δὲ τάδε ἀπεργάζονται ἀπὸ ἀτυχίης : φάρμακον δόντες ἄνω
ἢ τεσσαρεσκαίδεκα ἡμέρας , ἀπόλοιτ ' ἂν ὁ ἄνθρωπος . Κακὰ δὲ τὰ ἐναντία τουτέων , ἤγουν δυσπετέως φέρειν τὴν
6392829 ληια
καὶ ἐκεῖνο προσακήκοα . τῶν Αἰολέων καὶ τῶν Τρώων τὰ λήια πολλὰς μυῶν μυριάδας ἐπελθούσας ἄωρα ὑποκείρειν καὶ ἀτελῆ τὰ
μυχάτους προλελοιπότες οἴκους ἔρχονται βιότου κεχρημένοι , ὁππότ ' ἄρουραι λήια κειράμεναι καρπῶν πλήθωσιν ἀλωάς . οἱ δ ' αὐτοὶ
6382008 πρῳαιτατα
μονοσιτεῖν ἔτι διαμένει , ἀρχόμενοι δὲ τοῦ σίτου ἡνίκαπερ οἱ πρῳαίτατα ἀριστῶντες μέχρι τούτου ἐσθίοντες καὶ πίνοντες διάγουσιν ἔστεπερ οἱ
ἐν ταῖς ὥραις ἀγαθὰ παρέχουσι , καὶ ταῦτα πάντα ἐνταῦθα πρῳαίτατα μὲν ἄρχεται , ὀψιαίτατα δὲ λήγει . οὐ μόνον
6367713 κιες
δυνάμενος λογικὰ θεωρήματα . ἴκες καὶ ἶπες καὶ θρίπες καὶ κίες διαφέρει . ἴκες μὲν γάρ εἰσι τὰ ἐσθίοντα τοὺς
αὐτὰ νόμιμα ἡγεῖσθαι ἐκλήθησαν Ἰδουμαῖοι . ἶπες καὶ θρίπες καὶ κίες καὶ ἴκες διαφέρουσιν . ἶπες μὲν γὰρ λέγονται θηρίδια
6333923 ἀρταρια
ὅτι ἀσκέραι οὐ τὰ ὑποδήματα , ἀλλὰ πιλία ἤτοι τὰ ἀρτάρια λέγονται , ὡς καὶ Ἱππώναξ ἐμοὶ γὰρ οὐκ ἔδωκας
εἶπον ὄπισθεν ὅτι τὰ περὶ τοὺς πόδας πιλία ἤτοι τὰ ἀρτάρια λέγονται , ὁ δὲ Λυκόφρων τὰ ὑποδήματα λέγει .
6325515 κανθηλια
αὐτοῖσι ] ⌈ λείπει ἡ σύν . τὰ ἐπιτιθέμενα αὐτῷ κανθήλια . κανθηλίοις : ὄνοις μεγάλοις . Ξενοφῶν : ὅτι
τὰ παρὰ τοὺς ὦπας τῶν ἵππων προβλήματα , ἅ τινες κανθήλια καλοῦσιν . καὶ ὀπή , δι ' ἧς ἔστιν
6313321 κεχρωσμενα
τὰ μεμεγεθυσμένα νοῇ , ὡς σύνθετα νοεῖ : ὡς γὰρ κεχρωσμένα καὶ ὅλως πεποιωμένα . Τὸ ὅλον οὖν νοεῖ καὶ
καὶ πρὸς τὸ λαμπρότατον ἤγαγε . ἀπεσκοτωμένα : ἐσκιαγραφημένα , κεχρωσμένα . τὰς γὰρ χρίσεις σκότη καλοῦσιν οἱ ζωγράφοι .
6308667 περιαιρουμεν
. τοὺς δὲ ἐν παρισθμίοις ὑπεραίροντας τὸ κατὰ φύσιν ἀδένας περιαιροῦμεν τοῖς ἀντιοτόμοις . τὰ δὲ ἐν τῷ τραχήλῳ στεατώματα
μόνον ἐνδείκνυται , πλείονες δὲ τρόποι ἀναιρέσεως . ἢ γὰρ περιαιροῦμεν ἢ κατακίρναμεν αὐτήν . ἔπειτα δὲ ἡ μὲν χολὴ
6292704 διενυκτερευον
περὶ δείλην ἑσπέραν πυθόμενοι , ἐς τὰς ὁδοὺς ἐξεπήδων καὶ διενυκτέρευον μετ ' ἀλλήλων , ἡδόμενοι καὶ συμπλεκόμενοι ὡς ἄρτι
αἱ μὲν γυναῖκες ἐστερημέναι τῆς συνήθους τρυφῆς ἐν πολεμίων ὕβρει διενυκτέρευον , ὑπομένουσαι δεινὰς ταλαιπωρίας : ὧν ἔνιαι θυγατέρας ἐπιγάμους
6275643 αἰνομοροις
τοῦ ὧν χάριν , φιλονεικία ἐγένετο καὶ θανάτου τέλος τοῖς αἰνομόροις ἀδελφοῖς , μενεῖ καὶ ἀπομενεῖ καὶ ἐπικτηθήσεται τοῖς ἐπιγόνοις
ὧν ] κτημάτων . δι ' ὧν ] κτεάνων . αἰνομόροις ] κακοθανάτοις . Ξ αἰνομόροις ] τοῖς δυστυχέσι καὶ
6255730 ἀποτομα
, πάροδος δὲ οὐκ ἦν , ἀλλὰ τὰ Καρδούχεια ὄρη ἀπότομα ὑπὲρ αὐτοῦ τοῦ ποταμοῦ ἐκρέματο , ἐδόκει δὴ τοῖς
ἐς τὰ ὄρη κατέφυγον , ἃ δὴ ὑπερύψηλά τε καὶ ἀπότομα αὐτοῖς ἐν τῇ χώρᾳ ἐστίν , ὡς πρὸς ταῦτά
6236715 θριπες
τῶν ἀμπέλων : ἶπες δὲ τὰ διαβρωτικὰ τῶν κεράτων : θρίπες δὲ τὰ ἐσθίοντα τὰ ξύλα : κίες δὲ τὰ
φασιν : ἢ ἐπὶ τῶν γυναιξὶν ἀκολάστων . Κακὰ μὲν θρίπες , κακὰ δ ' ἶπες : ἐπὶ τῶν ἑκατέρως
6224156 Ἀπεννινα
καὶ μόνην ἄν τις εἴποι κυρίως Ἰταλίαν . τὰ γὰρ Ἀπεννῖνα κατέρχεται μὲν ἐκ μέσων τῶν Ἀλπείων ἐπὶ θάλασσαν ,
καὶ μόνην ἄν τις εἴποι κυρίως Ἰταλίαν . τὰ γὰρ Ἀπεννῖνα κατέρχεται μὲν ἐκ μέσων τῶν Ἀλπείων ἐπὶ θάλασσαν ,
6223243 Τεσσαρα
ὁ ἄρχων τί δυνησόμεθα δοῦναι τῷ δήμῳ ; κἀγώ , Τέσσαρα , ἔφην , ἐλάφεια δέρματα πάνυ καλά . οἱ
ἑκάστη ταύτης τῆς ἰκμάδος ἐν τῷ σώματι ἐλάσσων γίνεται . Τέσσαρα μὲν δὴ ὑγρὰ ἐόντα ἀπέδειξα τὸν ἄνθρωπον σινεόμενα ,
6178363 ταχεα
ἀναρριχᾶσθαι διὰ σχοινίου καὶ πλεῖστα ἄλλα ὁμοιότροπα . τὰ δὲ ταχέα χωρὶς εὐτονίας καὶ βίας ἐστίν : δρόμοι δ '
ἀμφότερον βασιλεὺς ἀγαθὸς κρατερός τ ' αἰχμήτης . κραιπνά : ταχέα , ταχύτατα . ἄλκιμα : ἰσχυρὰ , καὶ στερεὰ
6158562 πονησασιν
αὐτοῖς καὶ δεῖ λαβεῖν ἐργασαμένους , ἡ δὲ αὐτόθεν μηδὲν πονήσασιν . Ἐτύγχανον μὲν ἐπιδημῶν ἐν Βορυσθένει τὸ θέρος ,
. Τοῖς μὲν κακοχύμοις , ἢ σαπῶς διαιτωμένοις , ἢ πονήσασιν ἀκαίρως , ἢ λυσαμένοις προπετέστερον , ἕτοιμον παρέξαι :
6158381 πολυκαρπα
καὶ ὤκιμον ἐμφλοιοσπέρματα , θριδακίνη δὲ παπποσπέρματον . Πάντα δὲ πολύκαρπα καὶ πολυβλαστῆ , πολυκαρπότατον δὲ τὸ κύμινον . ἴδιον
συμβαίνειν καὶ περὶ τὰ φυτά : τὰ γὰρ πολύφορα καὶ πολύκαρπα καὶ αὐτὰ θᾶττον καταγηρῶσιν , τὰ δὲ στεριφὰ καὶ
6157254 κυτη
τὸ μέγεθος ὧν εὑρίσκονταί τινες τετραμναῖοι : τὰ μὲν γὰρ κύτη συντρίβουσι λίθους εὐμεγέθεις ἐμβάλλοντες , τὴν δ ' ἐντὸς
ἀπὸ χροὸς ἤρκες ' ὄλεθρον . ἡ διπλῆ ὅτι τὰ κύτη καὶ τὰ κοιλώματα τοῦ θώρακος γύαλα , οὐχ ὡρισμένος
6153434 πιλια
ἔνδεια θερμοῦ , ἡ ξηρότης μαραίνει . διὸ καὶ τὰ πιλία θᾶττον ποιεῖ πολιούς : ἐκπίνεται γὰρ ἡ οἰκεία τῆς
τοὺς πόδας : ἀσκέραι δὲ κυρίως τὰ ἐν τοῖς ποσὶ πιλία ἤτοι ἀρτάρια λέγονται . ὦ Λύκοφρον , γίνωσκε ὅτι
6151839 περιεσπασαν
διὰ τὴν ἀγωνίαν ἐποκειλάντων οἱ Ῥόδιοι ταχέως τὰ μὲν ἀκροστόλια περιέσπασαν , ὕλην δὲ ξηρὰν καὶ δᾷδας ταῖς ναυσὶν ἐνέντες
ἀνέτρεψαν , καὶ τὸν κόσμον ὅσος ἦν περικείμενος , τοῦτον περιέσπασαν . εἶτα , ἀσελγέστατε , τοσοῦτοι ἐχθροὶ γεγενημένοι οὐκ
6137567 μανικα
ἄσθματα , καὶ εἰλεοὶ , καὶ ἐπιληψίαι , καὶ τὰ μανικὰ , καὶ τὰ μελαγχολικά . Τοῦ δὲ χειμῶνος ,
γίνεται καὶ παροξύνεται . Τοῦ μὲν γὰρ ἦρος , τὰ μανικὰ , καὶ τὰ μελαγχολικὰ , καὶ τὰ ἐπιληπτικὰ ,
6127843 πεμπταια
ὥρας βʹ γʹ ιεʹ , τεταρταία ὥρας γʹ εʹ , πεμπταία ὥρας δʹ , ἑκταία ὥρας δʹ ∠ ʹ δʹ
ὁμοίαν ἀναπληροῖ ἡ τοῦ μηνός . οἷον ἐὰν τριταία ἢ πεμπταία ἤτοι ἀπὸ τῆς συνόδου ἢ πανσελήνου , ἔκτοτε ἔσται
6125115 μαντικας
κλήρους ἐμοί , τουτέστι τὰς τῶν πτήσεων σημειώσεις : τὰς μαντικὰς ψήφους : οἱ γὰρ οἰωνοσκόποι ἐν δέλτῳ ἐσημειοῦντο τὰς
τὸ ὕδωρ καὶ ἐν τῷ ἀδύτῳ τοῦ θεοῦ τὰς γυναῖκας μαντικὰς ποιεῖν : τὴν δὲ τῇ κρήνῃ δεδωκυῖαν τὸ ὄνομα
6124588 ἀσαρκα
οὐ μὴ βλάβη γένηται στομωθὲν τὸ τοιοῦτον : ἐστὶ γὰρ ἄσαρκα καὶ ὑδατώδεα , μύξης πλέα , ὅπου δὲ καὶ
μίαν ἐξ ἀμφοῖν . ” λέγεται γὰρ κρέα γλίσχρα τὰ ἄσαρκα καὶ δερματώδη . τινὲς δὲ γλίσχρον τὸ ἐπίπονον καὶ
6115135 Φωκη
ὀξυωπίαν παρέχει . οἱ δὲ ὀδόντες φορούμενοι ὀδονταλγίαν ἰῶνται . Φώκη ζῷόν ἐστι θαλάσσιον τετράπουν . ταύτης τὸ δέρμα κἂν
δὲ χλωρὸν λέγουσιν : τῷ μεγέθει ὡς στρουθίον ἐστί . Φώκη θαλασσία , ζῷον κάλλιστόν ἐστι καὶ γνωστόν , ἀνθρωπείας
6109936 διατεταμενα
ἱστορίαν κρῖναι δυνήσεται . ἱστορήσαντος γάρ τινος , ὅτι ἀνθρώπῳ διατεταμένα τὰ ἀγγεῖα ἔχοντι καὶ βαρυνόμενα αἱμοῤῥαγία ἐγγενομένη περιέγραψε τὸ
κάθαρσις φλεγματώδης , καὶ φανεῖται ὑμενώδης , καὶ ὥσπερ ἀράχνια διατεταμένα ἐν ταύτῃ ἔσται : καὶ πείσεται μὲν τὰ αὐτὰ
6106209 διαχωρημασιν
τὰς κοιλίας ἐνίοτε μαλακωτέρας ποιῶν καὶ τὴν ἀλλοίωσιν ἐν τοῖς διαχωρήμασιν οὐ λίαν ἐστὶν ἔχων , κἂν κολλωδέστερος ᾖ :
: διαχωρήματα μέλανα , λεπτὰ , ἔπαφρα : ὑπόστασις πελιδνὴ διαχωρήμασιν : ὑπεκαροῦτο : ἐδυσφόρει περὶ τὰς ἀναστάσιας : οὔροισιν
6102945 σφυροις
τράφοισα Κένταυρον , ὅς ἵπποισι Μαγˈνητίδεσσιν ἐμείγνυτ ' ἐν Παλίου σφυροῖς , ἐκ δ ' ἐγένοντο στρατός θαυμαστός , ἀμφοτέροις
Περίκλεες , ἐάσατ ' ἄρχειν μειράκια κινούμενα , ἐν τοῖς σφυροῖς ἕλκοντα τὴν στρατηγίαν . Καὶ λέγουσί γε τὰ μειράκια
6098906 ὀψιαιτατα
παρέχουσι , καὶ ταῦτα πάντα ἐνταῦθα πρῳαίτατα μὲν ἄρχεται , ὀψιαίτατα δὲ λήγει . οὐ μόνον δὲ κρατεῖ τοῖς ἐπ
ὑεῖς , πρῳαίτατα εἰς διδασκάλων τῆς ἡλικίας ἀρξάμενοι φοιτᾶν , ὀψιαίτατα ἀπαλλάττονται . ἐπειδὰν δὲ ἐκ διδασκάλων ἀπαλλαγῶσιν , ἡ
6095624 ἰκες
ὁ δι ' ὑπερβολὴν φρονήσεως καλῆς λογικὰ θεωρήματα μετερχόμενος . ἴκες τὰ ἐσθίοντα τοὺς ὀφθαλμοὺς τῶν ἀμπέλων ζῳύφια , ἶπες
. ἴκες καὶ ἶπες καὶ θρίπες καὶ κίες διαφέρει . ἴκες μὲν γάρ εἰσι τὰ ἐσθίοντα τοὺς ὀφθαλμοὺς τῶν ἀμπέλων
6092493 ἐνιαυσια
καὶ ἐκσπερματοῦται , καθάπερ ῥαφανὶς γογγυλίς . ἔνια δὲ οὐκ ἐνιαύσια φέρει τὸν καρπὸν ἀλλὰ δίενα , καθάπερ σέλινον πράσον
εὖτ ' ἂν γεράνου φωνὴν ἐπακούσῃς 〚 ὑψόθεν ἐκ νεφέων ἐνιαύσια κεκληγυίης , 〛 ἥ τ ' ἀρότοιό τε σῆμα
6063319 τεσσαρεσκαιδεκαταια
τοιοῦτον ἔθος . Γ τῇ πανσελήνῳ ; ] ὅπου ἦν τεσσαρεσκαιδεκαταία ἡ σελήνη : τότε γάρ ἐστι πανσέληνος . ὅλους
τοιοῦτον ἔθος . Γ τῇ πανσελήνῳ ; ] ὅπου ἦν τεσσαρεσκαιδεκαταία ἡ σελήνη : τότε γάρ ἐστι πανσέληνος . ὅλους
6057815 χαλκευτικα
τὰ σκυτοτομικὰ μὴ περὶ αὐτὰ ἄγοντας σχολήν , ἢ τὰ χαλκευτικὰ μὴ πρὸς τῷ βαύνῳ καὶ τῷ πυρὶ διημερεύοντας ,
λέγει , καὶ τὰ τῆς νεὼς σχοινία , καὶ τὰ χαλκευτικὰ ἐργαλεῖα . ὀπός τὸ τῶν δένδρων δάκρυον : ὅθεν
6055384 ἠρεμουντα
τε καὶ σφαιροειδῆ ὄντα , οὔτε ἄπειρον οὔτε πεπερασμένον οὔτε ἠρεμοῦντα οὔτε κινητὸν εἶναι . . Πρῶτον μὲν οὖν λαμβάνει
λόγον ἐποίησεν ἡ πάνσοφος φύσις , ἵνα μετὰ τὴν ἐνέργειαν ἠρεμοῦντα , ἀνάπαυλαν καὶ ἀνακωχὴν λαμβάνοντα , ἐν αὐτοῖς αἱ
6051962 φρενιτικα
ἀγρύπνοισιν οὖρα ἄχροα , μέλασιν , ἐνῃωρημένα , ἐφιδρῶντα , φρενιτικά . Ἐνύπνια τὰ ἐν φρενιτικοῖσιν ἐναργέα . Ἀνάχρεμψις πυκνή
δ ' ἄχροα μέλασιν ἐναιωρεύμενα μετὰ ἀγρυπνίης καὶ ταραχῆς , φρενιτικά : τὰ δὲ κονιώδεα μετὰ δυσπνοίης , ὑδατώδεα .
6051398 ταπεινωματα
καὶ πάντων τῶν πλανήτων ἐν ἑκάστοις τῶν ζῳδίων ὑψώματα καὶ ταπεινώματα ἐλέγχεται . Ὁπόταν γὰρ εἰς τριάκοντα μοίρας πάντων νενεμημένων
δίδυμοι καὶ παρθένος . ὑψώματα δὲ καλοῦσιν ἀστέρων , καὶ ταπεινώματα ὡσαύτως , τὰ ἐν οἷς χαίρουσιν ἢ ὀλίγην δύναμιν
6045613 Ῥεει
ἀντὶ τοῦ ἀντιτιθέναι . Σκορπίζεται Ἰώνων , σκεδάννυται Ἀττικῶν . Ῥέει , πλέει , ζέει Ἰακά : ῥεῖ δὲ καὶ
στάδιοι οʹ . Ἀπὸ Ῥηγμῶν εἰς Ταρσὸν στάδιοι οʹ . Ῥέει διὰ μέσης τῆς πόλεως ποταμὸς Κύδνος . Ἀπὸ Ῥηγμῶν
6012923 ἐποκελλειν
ἔφερον , ταύτας δὲ ἐκέλευσεν ἐν κύκλῳ περιπλεούσας τὸ τεῖχος ἐποκέλλειν τε ὅπῃ παρείκοι καὶ ἀνακωχεύειν ἐντὸς βέλους , ἔστε
τε τόλμης καὶ τῆς σοφίης . τούτων μετεξέτερα τῶν κητέων ἐποκέλλειν πολλαχοῦ τῆς χώρης , ἐπειδὰν ἀνάπωτις κατάσχῃ , ἐν
6008448 τραχωματα
οὐδὲ οὐκέτι μεϲολαβεῖν τι ἕτερον αὐτῶν παρακελεύεται . τὰ τοίνυν τραχώματα , ἅπερ καὶ δαϲύματα πρόϲ τινων κέκληται , ἐκ
ιε : ἔϲτι δὲ καὶ ἕτερα κολλύρια ποιοῦντα πρὸϲ τὰ τραχώματα , οἷόϲ ἐϲτιν ὁ φοῖνιξ καὶ ὁ Διόνυϲοϲ καὶ
6004236 φυλλοβολα
. Πάντα δὲ κάρπιμα ἢ ἄκαρπα , καὶ ἀείφυλλα ἢ φυλλοβόλα , καὶ ἀνθοῦντα ἢ ἀνανθῆ : κοιναὶ γάρ τινες
τὰ δένδρα τριχῶς ὀνομάζονται : τὰ μὲν γὰρ αὐτῶν λέγονται φυλλοβόλα , τὰ δὲ ἀειθαλῆ , τὰ δὲ κρυψίφυλλα .
6002749 πεπερακεν
εἴρηκεν . † προοίμιον βʹ διηγηματικὸν καὶ αὐτό . † πεπέρακεν μέν : ἐντεῦθεν αἱ κατὰ σχέσιν ἄρχονται στροφαί :
καὶ τὸ λέξασθαι . μακραῖς ἡμέραις λεγόμενον . μηκυνόμενον . πεπέρακεν : κωμῳδεῖται ταῦτα . Εὔπολις ἐν Μαρικᾷ : πεπέρακε
5978731 τρομωδεα
καθαπτόμενοι , τρομώδεες ἢ σπασμώδεες . Τὰ ἐν φρενιτικοῖσι νεανικῶς τρομώδεα , θανάσιμα . Αἱ περὶ ἀναγκαῖα παραφροσύναι , κάκισται
δι ' ὅλου , ἆρα καὶ ἄφωνοι τελευτῶσιν ; Τὰ τρομώδεα , σπασμώδεα γενόμενα , ἐφιδροῦσι , φιλυπόστροφα : τούτοισι
5977251 αἰσθανεσθε
Κηφισόδοτος δὲ παρελθών : Ἄνδρες Ἀθηναῖοι , ἔφη , οὐκ αἰσθάνεσθε ἐξαπατώμενοι ; ἀλλ ' ἐὰν ἀκούσητέ μου , ἐγὼ
ἂν ἡ εἰρήνη γένοιτο ἐναντιοῦνται , τοῦτο δὲ οὐ πάντες αἰσθάνεσθε . Λέγουσι γὰρ ὡς ἔστι δεινότατον τῷ δήμῳ ,
5977117 σανιδωματα
ἢ διατεταμένως . περόνῃσι δὲ τοῖς πασσάλοις τοῖς κατὰ τὰ σανιδώματα καὶ τοὺς τῆς νεὼς τοίχους , ἐφ ' ὧν
πρὸς τὰ κατὰ γῆς κατορυττόμενα . φίλυρα δὲ πρὸς τὰ σανιδώματα τῶν μακρῶν πλοίων καὶ πρὸς κιβώτια καὶ πρὸς τὴν
5976761 αἱμοῤῥαγεει
βλυωσμοῦ , καὶ κατὰ ῥῖνας βάρεος , παρακρουστικὸν , καὶ αἱμοῤῥαγέει . Οἷσι κώφωσις μετὰ καρηβαρίης , καὶ ὑποχονδρίου ἐντάσιος
καὶ ὑποχονδρίου ξύντασις οὐ μετ ' ὀδύνης γίγνεται , τουτέοισιν αἱμοῤῥαγέει διὰ ῥινῶν : οἷσι δὲ βάρεα μὲν ὅλης τῆς
5970970 αῃ
Ζυγὸν διαπορεύεται ὁ ἥλιος ἐν ἡμέραις λ . Ἐν τῇ αῃ ἡμέρᾳ Εὐκτήμονι ἰσημερία μετοπωρινή : καὶ ἐπισημαίνει . Καλλίππῳ
ὁ ἥλιος ἐν ἡμέραις λα . Ἐν μὲν οὖν τῇ αῃ ἡμέρᾳ Εὐκτήμονι Κύων μὲν ἐκφανής , πνῖγος δὲ ἐπιγίνεται
5969280 τριακαδες
ἐναγίσματα , κτερίσματα , προθέσεις , ἐκφοραί , ἔνατα , τριακάδες , γενέσια , νεκύσια : ταῦτα γὰρ ἐπὶ θεραπείᾳ
δὲ ἔθνους γένη τριάκοντα ἐξ ἀνδρῶν τοσούτων , ἃ ἐκαλεῖτο τριακάδες . καὶ οἱ μετέχοντες τοῦ γένους γεννῆται καὶ ὁμογάλακτες
5964246 ἐργασιμα
φράζοντας : θήκας δ ' εἶναι τῶν χωρίων ὁπόσα μὲν ἐργάσιμα μηδαμοῦ , μήτε τι μέγα μήτε τι σμικρὸν μνῆμα
μηδὲν πλέον τοῦ σπέρματος ἐκφέρον . πεδία , ἄρουραι , ἐργάσιμα , λήια , ὀργάδες , λόφοι , ὄρχοι ,
5962702 ἰπες
τοὺς θρέψαντας . Κακὰ μὲν θρίπες , κακὰ δ ' ἴπες : ἄμφω γὰρ λυμαντικοί : καὶ οἱ μὲν τὰ
, Ἐς κόρακας . Κακὰ μὲν θρίπες , κακὰ δὲ ἴπες : ἄμφω γὰρ λυμαντικοί : καὶ οἱ μὲν τὰ
5961256 δυσμικωτερα
. . . . ξ βόρειον β Τῶν λιμνῶν ἡ δυσμικωτέρα νζ νότου Ϛ ἡ ἀνατολικωτέρα τῶν λιμνῶν . .
καὶ πεντήκοντά που νοτιωτέρα τῆς Μαγνοπόλεως , ὅσον καὶ Ἀμάσεια δυσμικωτέρα αὐτῆς ἐστιν : ἐν δὲ τοῖς Καβείροις τὰ βασίλεια
5955270 αἰνιγματα
οὗ αὐτὸν αὐτὴν αἰνίττονται βαλεῖν . καὶ τὰ Πυθαγόρου δὲ αἰνίγματα τοιαῦτά ἐστιν , ὥς φησι Δημήτριος ὁ Βυζάντιος ἐν
” . Ἐσεβὼν ἑρμηνεύεται λογισμοί : οὗτοι δ ' εἰσὶν αἰνίγματα ἀσαφείας γέμοντα . ἴδε λογισμὸν ἰατροῦ : κενώσω τὸν
5954286 κοπιωδεες
τοιοῦτον νόσημα παρέσται , καὶ τἄλλα οὕτως . Αἱ βῆχες κοπιώδεες καὶ ἅπτονται τῶν σιναρῶν , ἀτὰρ καὶ μάλιστα ἄρθρων
πλῆθος ἐν τῷ πλεύμονι . Οἱ φρικώδεες , ἀσώδεες , κοπιώδεες , ὀσφυαλγέες , κοιλίας καθυγραίνονται . Τὰ ἐπιῤῥιγέοντα ,
5952806 ἐγκαταλιμπανομενα
καὶ δὴ καὶ ἦν τι βηχίον ξηρὸν ἡσυχῇ . Τὰ ἐγκαταλιμπανόμενα μετὰ κρίσιν , ὑποστροφώδεα : καὶ τὰ ἐν αὐτῇσι
οὐκ ὀξέες οἱ τοιοίδε , ὑποστροφώδεες . ιηʹ . Τὰ ἐγκαταλιμπανόμενα μετὰ κρίσιν στροφώδεα . ιθʹ . Τί γοῦν πρῶτον
5949948 ὀζωδεστερα
δὲ ἐν εὐηλίῳ . καὶ τὰ ἄρρενα δὲ τῶν θηλειῶν ὀζωδέστερα ἐν οἷς ἐστιν ἄμφω , οἷον κυπάριττος ἐλάτη ὀστρυῒς
καὶ ἐρινεὸς συκῆς καὶ ἀχρὰς ἀπίου . πάντα γὰρ ταῦτα ὀζωδέστερα : καὶ ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ πάντα τὰ πυκνὰ
5948761 ἀτταται
δὲ καὐτός . Ἀλλ ' ἄνοιγε τὴν θύραν . Ἀτταταῖ ἀτταταῖ , στυγερὰ τάδε γε κρυερὰ πάθεα : τάλας ἐγώ
ἔπαθεν , ὁ δὲ ἅπερ ἔχει ἐν εἰρήνῃ χαρμόσυνα . ἀτταταῖ ] φεῦ . κατεγχάνοι : καταγελάσοι . Γ ἀτταταῖ
5947862 προκελευσματικοις
, πρῶτος εἰδοφορῶν τὰς πολεμικὰς καὶ συντόνους κινήσεις ἐν τοῖς προκελευσματικοῖς ὡς τὰ πολλὰ ῥυθμοῖς . Ἑλληνικὸν δ ' ἄρα
τὰ ἑξῆς ὀκτὼ κῶλα ἀναπαιστικὰ ἐπιμεμιγμένα χορείοις ἢ τριβράχεσι καὶ προκελευσματικοῖς ἤτοι τετραβράχεσιν . ὧν τὰ δʹ δίμετρα ἀκατάληκτα .
5945687 πασ
τέχνης ἑνὶ δεδήλωται ῥήματι : αὐχμὸν γὰρ προβάλλει τὸ μονοειδὲς πασ [ . . . . . . | νόμοις
καὶ ἀναλόγως [ ] ἀπεριλήπτοις [ - ] [ ] πασ ασ [ ] κινη [ ] σν ! [
5938921 ἰαλλον
[ [ ] οιρ ? [ [ ] ! χεῖρας ἴαλλον ? [ [ ] χυσιδα ? [ . .
οἱ δ ' ἐπ ' ὀνείαθ ' ἑτοῖμα προκείμενα χεῖρας ἴαλλον . αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο
5938887 πλοις
εἰς ων λήγει ἐπὶ παντὸς γένους . Τοῖς πλόοις τοῖς πλοῖς . Εἴρηται ὅτι πᾶσα εὐθεῖα πληθυντικῶν εἰς ι λήγουσα
πλοῖ , τῶν πλόων τῶν πλῶν , τοῖς πλόοις τοῖς πλοῖς , τοὺς πλόους τοὺς πλοῦς , ὦ πλόοι ὦ
5938328 ιβῃ
τῇ θῃ Εὐδόξῳ Στέφανος ἀκρόνυχος δύνει . Ἐν δὲ τῇ ιβῃ Δημοκρίτῳ νότος πνεῖ ὡς τὰ πολλά : Εὐδόξῳ Δελφὶς
τῇ ιῃ Εὐδόξῳ Στέφανος ἑῷος ἐπιτέλλει . Ἐν δὲ τῇ ιβῃ ἡμέρᾳ Εὐδόξῳ Σκορπίος ἀκρόνυχος ἄρχεται δύνειν : καὶ χειμὼν
5935538 δεξα
? [ ] . . . . . . ] δεξα ? [ κατα των ? ? ? [ .
τοῦ αἵματος . Εὐπορέει δὲ τὴν τροφὴν ἐκ τῆς ἔγγιστα δεξα - μένης τοῦ αἵματος , διαβάλλουσα τὰς ἀκτῖνας ,
5935241 βουγενη
ὧν καταγελῶσιν , “ εἰλίποδ ' ἀκριτόχειρα ” καί “ βουγενῆ ἀνδρόπρωρα ” καὶ τίνα γὰρ οὐκ ὄψιν ἢ φύσιν
τοῖς Ἐμπεδοκλέους ἐοικότα τεράσμασιν ὧν καταγελῶσιν εἱλίποδ ' ἀκριτόχειρα καὶ βουγενῆ ἀνδρόπρωιρα . . . . Ἐ . ὁ φυσικός
5935241 ἐπιστατα
δὲ καὶ τὰ διανοητά : ταῦτα δ ' ἐντὶ τὰ ἐπιστατὰ καὶ τὰ ἀποδεικτὰ καὶ τὰ καθόλω τὰ ὑπὸ τῶ
δὲ καὶ τὰ διανοατά : ταῦτα δ ' ἐντὶ τὰ ἐπιστατὰ καὶ τὰ ἀποδεικτὰ καὶ τὰ καθόλω τὰ ὑπὸ τῶ
5934575 Πυθομενοι
τῶν Σιφνίων αὐτοῖσι οἱ Σάμιοι τοὺς χώρους αὐτῶν ἐπόρθεον . Πυθόμενοι δ ' ἰθὺς ἧκον οἱ Σίφνιοι βοηθέοντες καὶ συμβαλόντες
ταῦτα τοῖσι Καρσὶ ἐξαγγέλθη πρότερον ἢ τὸν Δαυρίσην ἀπικέσθαι . Πυθόμενοι δὲ οἱ Κᾶρες συνελέγοντο ἐπὶ Λευκάς τε Στήλας καλεομένας
5921536 εὐηθεα
ἀϲινέα , τὰ δὲ ξένεα , λοιμώδεα καὶ κτείνοντα . εὐήθεα μὲν ὁκόϲα καθαρά ἐϲτι καὶ ϲμικρὰ καὶ ἀβαθῆ ,
' εἰ παχύ , λευκόν , οὐ κάκοδμον ἐκδιδοῖ , εὐήθεα τὰ ἀπὸ τῶνδε ἕλκεα : ἢν δὲ ἐπινέμηται ,
5917829 σαντες
τῷ λιμένι πλησίον τῶν τειχῶν καὶ τὴν δύναμιν ἐκβιβά - σαντες , ἐχαράκουν καὶ ἐτάφρευον τὴν πόλιν : καταδένδρου γὰρ
οἱ τραγῳδοὶ τὰς τοιαύτας φιλίας ἐπὶ τὴν σκηνὴν ἀναβιβά - σαντες δεικνύωσιν ἐπαινεῖτε καὶ ἐπικροτεῖτε καὶ κινδυνεύουσιν αὐτοῖς ὑπὲρ ἀλλήλων
5912871 Ἁπερ
: καὶ τὰ μεταλαμβανόμενα ταύτης τῆς τάσεως οὐ τυγχάνει . Ἅπερ οὐκ ἤγειρε τὴν ὑπερκειμένην συλλαβὴν εἰς ὀξεῖαν , ὁμοίως
καὶ Ἱδρῶ ἀπεψύχοντο πίον τ ' ἀκέοντό τε δίψαν . Ἅπερ ἐν χειμῶνι μὲν ἀμήχανα συμβῆναί τινι , θέρους δὲ
5911505 βαγματα
καὶ σαφῆ ; οὐ γὰρ δυσνόητα ταῦτά φημι τὰ ποικίλα βάγματα καὶ φωνήματα , τὰ αἰανῆ καὶ σκοτεινὰ καὶ θλίψιν
] σκοτεινά , ἀχλύος γέμοντα . δύσθροα ] δύσφημα . βάγματα ] φωνή - ματα . παντάλαν ' ] πανάθλια
5900922 ἀνασκευασαμενοι
. . ἀνεμιαῖα : εἴρηται καὶ ὑπηνέμια : . . ἀνασκευασάμενοι : ἐπὶ τῶν μετοικιζόντων λέγεται . . . ἀνελεύθερος
οἱ Ἀθηναῖοι ἐπιόντων τῶν Μήδων διανοηθέντες ἐκλιπεῖν τὴν πόλιν καὶ ἀνασκευασάμενοι ἐς τὰς ναῦς ἐσβάντες ναυτικοὶ ἐγένοντο . κοινῇ τε
5899938 κεφαλαλγεες
ἰσχυροὶ καὶ τὰ ἄλλα καὶ τοῖσιν ὀστέοισιν : οἱ δὲ κεφαλαλγέες καὶ ὠτόῤῥυτοι : τουτέοισιν ὑπερῷαι κοῖλαι καὶ ὀδόντες παρηλλαγμένοι
καρτεραύχενες , ἰσχυροὶ καὶ τἄλλα καὶ ὀστέοισιν : οἱ δὲ κεφαλαλγέες , καὶ ὠτόῤῥυτοι : τουτέοισιν ὑπερῷαι κοῖλαι , καὶ
5898728 ἀμαλδυνεται
εὐνοῦχοι διὰ ταῦτα οὐ λαγνεύουσιν , ὅτι σφέων ἡ δίοδος ἀμαλδύνεται τῆς γονῆς : ἔστι γὰρ δι ' αὐτῶν τῶν
τοῦ ἐλαίου . εἴρηται δὲ οὕτω καὶ ὁ ὀρός . ἀμαλδύνεται : ἀφανίζεται καὶ ἀμαυροῦται , ὡς ἐν βʹ Γυναικείων
5897509 προσσχοντες
ἐς τὴν Χερσόνησον ἐξαιρήσοντες τὰς ἐπιλοίπους τῶν πολίων ὅσας πρότερον προσσχόντες οὐ κατέσυραν . Ἐπὶ δὲ Κύζικον οὐδὲ ἔπλωσαν ἀρχήν
δὲ ταῦτα ὑποθεμένου δεύτερα δὴ τάδε ἐποίευν οἱ Ἕλληνες : προσσχόντες τὰς νέας ἀπέβησαν ἐς τὸν αἰγιαλόν . Καὶ οὗτοι
5894871 ἀνθαπτεται
, χρηστοῖσι δούλοις ξυμφορὰ τὰ δεσποτῶν κακῶς πίτνοντα καὶ φρενῶν ἀνθάπτεται . ἐγὼ γὰρ ἐς τοῦτ ' ἐκβέβηκ ' ἀλγηδόνος
τὸν πατέρα . τὸ δὲ αὐτίκα διαίξαν ἀντιδράττεται εὐθὺς καὶ ἀνθάπτεται τῆς καρδίας καὶ πειρᾶται ἐξωθεῖν τὴν ὀδύνην ἀπρὶξ ἐχομένην
5893230 Θηβαϊς
Ὀασῖται . Τὰ δὲ ἔτι μεσημβρινώτερα τῶν ἑπτὰ νομῶν καλεῖται Θηβαῒς καὶ ἄνω τόποι . Εἰσὶ δὲ καὶ ἐνταῦθα ,
τὸ μέσον ἐσχηματισμένα τῆς ὅλης οἰκουμένης , Κυρηναϊκὴ Μαρμαρικὴ Αἴγυπτος Θηβαῒς Ὄασις Τρωγλοδυτικὴ Ἀραβία Ἀζανία μέση Αἰθιοπία πρὸς βορραπηλιώτην τετραμμένα
5881351 εἰσπλεουσιν
ἐστὶ τούτων τῶν τόπων . Εἰς δὴ τὸν Εὔξεινον πόντον εἰσπλέουσιν ἐκ τῆς Προποντίδος ἐν ἀριστερᾷ μὲν τὰ προσεχῆ τῷ
ἕξειν , ἐπειδὰν πύθωνται ὅτι τῶν καπήλων , οἳ τοῖς εἰσπλέουσιν ὡμολόγησαν ἐπιβουλεύειν , ἀπεψηφίσασθε ; Οὐκ οἶδ ' ὅ
5877920 κεκαλλωπισμενα
τίει ] τιμᾶι ἡ δίκη . χρυσόπαστ ' ] τὰ κεκαλλωπισμένα ἐν χρυσῶι . ἐσθλὰ ] ἔνδοξα δώματα . πίνωι
σκεύη ἐστί . καὶ διαιτητήρια δὲ τοῖς ἀνθρώποις ἐπεδείκνυον αὐτῇ κεκαλλωπισμένα τοῦ μὲν θέρους ἔχειν ψυχεινά , τοῦ δὲ χειμῶνος
5873520 γυαλα
τε κραταιγύαλοι : ἡ διπλῆ ὅτι οἱ κραταιοὶ κατὰ τὰ γύαλα καὶ κύτη καὶ κοιλώματα . [ ἀπὸ δὲ μέρους
ὅτι καὶ θέμις , ὄμμασι . μεθεῖσαν δεσπόται με θεοῦ γύαλα τάδ ' εἰσιδεῖν . δμωαὶ δὲ τίνων κλήιζεσθε δόμων
5866301 φρασωμεν
: οὕτω γάρ τι ἔχομεν κακῶς ὡς ἄγνωστοι εἶναι . φράσωμεν αὐτοῖσιν οἵτινές εἰμεν , καὶ αὐτοὺς ἐρώμεθα καθότι ταύτῃ
τῆς αὐτῆς ἰδέας ἐστίν . Φέρε δὴ καὶ περὶ οἴκου φράσωμεν . οἶκος , οἰκία , οἴκησις , οἰκητήριον ,
5863664 κοιλωματα
καὶ πρὸς ἀναγωγὰς αἵματος ἐνεργεῖ . Ἀναπληροῖ δὲ καὶ σαρκῶν κοιλώματα . Ἀλλὰ καὶ τοῖς πλέουσι σωτήριον εἶναι , ἐὰν
δὲ εἰς τὸ ἕκτον ἔτος , ἀναπληροῦνται τῶν πρώτων τὰ κοιλώματα . ἐπιλαβόμενος δὲ τοῦ ἑβδόμου πάντας ἴσχει συμπεπληρωμένους ,
5858341 νεποδες
: καὶ ἐπ ' αὐτῆς τῆς θαλάσσης : Ὅμηρος : νέποδες καλῆς ἁλοσύδνης : λέγεται δὲ καὶ ἐπιθετικῶς ἐπὶ τῶν
καὶ ἡ καρδία . νέποδες δ . . , : νέποδες : Ἀπίων ἄποδες . ἢ νηξίποδες ἢ ἀπόγονοι .
5856636 κληροισιν
. πρῶτα μὲν Ὠδονίηθε Μίδης ἅπερ Ἀσίδος ἀρχὴν λείπων ἐν κλήροισιν ἀνέτρεφεν Ἠμαθίοισιν , αἰὲν ἐς ἑξήκοντα πέριξ κομόωντα πετήλοις
τ ' Ἰωνιάδες Νύμφαι στέφος ἁγνὸν Ἴωνι Πισαίοις ποθέσασαι ἐνὶ κλήροισιν ὄρεξαν . ἤνυσε γὰρ χλούνηνδε μετεσσύμενος σκυλάκεσσιν , Ἀλφειῷ
5847747 σμηʹ
͵αιϚʹ η ξβʹ η ͵βλβʹ δ ρκδʹ δ ͵δξδʹ β σμηʹ β ͵ηρκηʹ α υϘϚʹ α◄ . Ὁ σκοπὸς τοῦ
καὶ ἀνθρώποις κεχαρισμένα λέγειν τοὺς κεχαρισμένα τοῖς θεοῖς λέγοντας . σμηʹ Ὥστ ' εἰ μακρὰ ἡ περίοδος Ἡ τῆς ἀληθοῦς
5845678 εὐμοιριᾳ
: ὧν | ἐν οὐ μακρῷ χρόνῳ τὰς δυνάμεις ὑπερέβαλεν εὐμοιρίᾳ φύσεως φθάνων τὰς ὑφηγήσεις , ὡς ἀνάμνησιν εἶναι δοκεῖν
εὐσέβειαν , ἐν τοῖς μάλιστα οὗτος ἤσκησεν ἅμα καὶ φύσεως εὐμοιρίᾳ χρησάμενος , ἣν ὥσπερ ἀγαθὴν ἄρουραν φιλοσοφία παραλαβοῦσα δογμάτων
5838687 ναστα
παρίστησιν ἐναργῶς . σωλῆνες γὰρ ὥσπερ ταῦτα καὶ πόροι , ναστὰ δέ πως τὰ τῶν ἄλλων καὶ ἄτρητα . οὐχ
γωνία εὐθὺ περιφερές . ̈ . , Δ . τὰ ναστὰ καὶ κενά [ ἀρχὰς εἶναι ] . . .
5830504 ἐμηνυον
τοὺς ἑταίρους συνεκάλουν . ἐπεὶ δὲ συνῆλθον , τὰ πάντα ἐμήνυον αὐτοῖς καὶ τά γε ὀστᾶ ἐδείκνυον καὶ ἦγον ἔσω
δὲ ἀπαγγέλλειν Μαξιμίνῳ ὡς ἥξοι αὐτίκα παρ ' αὐτόν . ἐμήνυον τοίνυν ἐπανελθὼν τὸν Ὀνηγήσιον παραγίνεσθαι : καὶ εὐθὺς ἧκεν
5830043 ὑγιαινω
' ἂν ὦσι προσώπου , ῥήματα καλεῖν , οἷον τὸ ὑγιαίνω καὶ τὸ ὑγιαίνεις καὶ τὸ ὑγιαίνει , ἐνεστῶτος δὲ
] ὦ Λύσανδρε ; ὄμνυμί σοι τὸν Μίθρην , ὅτανπερ ὑγιαίνω , μηπώποτε δειπνῆσαι πρὶν ἱδρῶσαι ἢ τῶν πολεμικῶν τι
5829563 ποιμενικα
ἀμφοτέρας ἐφρούρησε θατέρου προσλιπαρήσαντος ἀθύρματι . Ἀθύρματα δὲ ἦν αὐτοῖς ποιμενικὰ καὶ παιδικά . Ἡ μὲν ἀνθερίκους ἀνελομένη ποθὲν ἐξ
' ἀμνίδες : [ Περδίκα Ἀγρίππα ] σίττα , ψίττα ποιμενικὰ καὶ βουκολικὰ ἐπιφθέγματα . ἔλεγον δὲ ταῦτα διώκοντες τὰ
5829554 δυσωδεα
, ἐκπυητικόν : καὶ τὰ ποικίλως ἰόντα , γλίσχρα , δυσώδεα , πνιγώδεα , ἐπὶ τοῖσι προειρημένοισιν , ἐκπυητικόν :
λυγμὸς πουλύς : δίψος ἐπιπόνως . Τρισκαιδεκάτῃ , μέλανα , δυσώδεα , πουλλὰ ἤμεσεν : ῥῖγος : περὶ δὲ μέσον
5829266 εὐαυξη
τοῖς εὐδιεινοῖς καὶ ἀπνευμάτοις ἔτι δὲ ὅταν ἡ φυτεία πυκνὴ εὐαυξῆ μὲν τὰ δένδρα μανὰ δὲ καὶ ὑγρὰ μᾶλλον .
καθύγροις τόποις * δήεις : μάθε * πετάλοισιν ἀγαυρόν : εὐαυξῆ εὐθαλῆ * ἀγαυρόν : ὑψηλόν . ἀγαυρὸς κυρίως ὑπερήφανος
5824045 πελλυτρα
, εἴτε πίλους αὐτὰ οἰητέον εἴτε περιειλήματα ποδῶν , ταῦτα πέλλυτρα καλεῖ ἐν Φινεῖ Αἰσχύλος πέλλυτρ ' ἔχουσιν εὐθέτοις ἐν
ποδεῖα τοὺς περὶ τοῖς ποσὶ πίλους Κριτίας , ἅπερ Αἰσχύλος πέλλυτρα καλεῖ . λέγεται δέ τι καὶ περὶ πόδα ,
5823491 ἀνατεταμενα
ἀετοί , εἰκόνες βασίλειοι , στέμματα , πάντα χρυσᾶ , ἀνατεταμένα ἐπὶ ξυστῶν ἠργυρωμένων . . . . ὀξύτης :
] καιόμενα γὰρ τὰ ξύλα πίσσαν ἀνίησιν . ἐξορθιάζων ] ἀνατεταμένα βοῶν . ταυρούμενον ] ἢ ἐμὲ ζημίαν μεμφόμενον ἢ
5820957 ἀρδομενα
τρέφεται τροφῆς ὄντα χρεῖα , τεκμήριον δέ : τὰ μὴ ἀρδόμενα φθίνει καὶ ἀφαυαίνεται , ὥσπερ αὖ τὰ ποτιζόμενα ἐμφανῶς
γε , ὦ Ἑρμόγενες , ὅτι τεθηλέναι ποιεῖ ὥσπερ τὰ ἀρδόμενα ; Ἔοικέν γε , ὦ Σώκρατες . Καὶ μὴν
5819629 περικαρπια
Ἡ δὲ ῥίζα τῶν δένδρων ἀρχή τις οὖσα καὶ τὰ περικάρπια συνεξομοιοῖ τὰ ἐφ ' ἑαυτῆς . Περὶ μὲν οὖν
βλαστάνῃ , ταῦτ ' ἀποπίπτει καὶ τὰ τοῦ καρύου καλυκώδη περικάρπια γίνεται συμμεμυκότα κατὰ τοῦ μίσχου , τοσαῦτα ὅσα καὶ
5818538 λοξα
: Τῷ Ἀπόλλωνι : ἤτοι τῷ λοξὴν ἴαν πέμποντι : λοξὰ γὰρ μαντεύεται ὁ θεός . ἢ τῷ λοξὴν πορείαν
ζωῆς τε διευθύνων βιοτεύσει πουλυπλανὴς γὰρ ἕλιξ Μήνης κερατώπιδος αἰεὶ λοξὰ ταλαντεύουσαμένει δ ' ἀντλούμενος ὄλβῳ . Ἠελίου δ '
5816235 ἀρθριτις
τριταῖος , στραγγουρίη , ὀφθαλμίη , λέπρη , λειχὴν , ἀρθρῖτις : ἔμπηροι δὲ πολλάκις ἀπὸ τῶνδε γίνονται πουλλοὶ ,
φεύξεται γὰρ ποδάγρα , χειράγρα , γονάγρα , ἱσχιάδα , ἀρθρῖτις , ὀπισθότονος καὶ ὅσα νευρικὰ πάθη . Ἡ δὲ
5812454 παρυδρα
καὶ ὁ βάτος καὶ ὁ παλίουρος ἔνυδρά πώς ἐστιν ἢ πάρυδρα , καθάπερ ἐνιαχοῦ , φανεραὶ σχεδὸν καὶ αἱ τούτων
μὲν εὐαυξῆ τὰ δὲ δυσαυξῆ . εὐαυξῆ μὲν τά τε πάρυδρα , οἷον πτελέα πλάτανος λεύκη αἴγειρος ἰτέα : καί
5811798 συγγραφουσιν
ἰόν . Σημείωσαι ὅταν ἀρσενικόν : ὁμοίως καὶ ἐν λύκῳ συγγράφουσιν , ἡ ἀπόδοσις τούτων πρὸς ἀρσενικὸν γίνεται . ὁδίτης
καὶ Στερνοφθάλμους καὶ Μονομμάτους : ὅπου γε οὐδὲ τοῖς πεζῇ συγγράφουσιν ἐν ἱστορίας σχήματι προσέχομεν περὶ πολλῶν , κἂν μὴ
5809430 ξυναποθνησκει
δὲ πέντε καὶ εἴκοσιν ἐτέων γίνεται , τουτέοισι τὰ πολλὰ ξυναποθνήσκει . Ὁκόσοι πλευριτικοὶ γενόμενοι οὐκ ἀνακαθαίρονται ἐν τεσσαρεσκαίδεκα ἡμέρῃσι
ἰήσιος : εἰ δὲ μὴ , οὐκ ἐξέρχεται , ἀλλὰ ξυναποθνήσκει τῷ ἀνθρώπῳ : καλέεται δὲ εἰλεὸς αἱματίτης . Τὰ
5806258 μεμειγμενα
ἔσχε βρέμουσα θήρ . φύσιν ἔσχεν ἄτακτα κεκραμέναν ἀτέλεστα τέλεια μεμειγμένα . Τὰν ὕελον † ἐκόμιζε κόψας † ἐργάτας ἀνήρ
πάντων ἄρχειν καὶ κρατεῖν . καὶ νοῦν ἄπειρα ὄντα [ μεμειγμένα ] τὰ σύμπαντα διακοσμῆσαι . . . . ,
5804672 ἀκηματα
. θεραπεύειν , θεραπεία . ἀκέσασθαι ἐξακέσασθαι , ἀκεστής , ἀκήματα ὡς Ὅμηρος καὶ πανακῆ φάρμακα , καὶ ἐξακούμενος .
χεῖρας ἀνασχεῖν . ” ἀκήματα ἰάματα : “ φάρμακ ' ἀκήματα ἔπασσε μελαινάων ὀδυνάων . ” καὶ μεταφορικῶς “ ἀκεσταί

Back