, χεῖρας καὶ πόδας καὶ τὴν κεφαλήν . ἄλλως : δεύτατα , ἢ τὰ ἔσχατα , ἢ τὰ βεβρεγμένα τῷ
ἐν τῇ τραπέζῃ τὰ δεύτερα μέλη ἔθηκαν καὶ ἔφαγον . δεύτατα : δεύτατα ὄντα τοῦ σώματος : τουτ - έστι
8064473 Κινησιου
τοῖς τὰ τοιαῦτα ἅπερ οὗτος ἐξημαρτηκόσιν . περὶ μὲν οὖν Κινησίου ταῦτα ὁ ῥήτωρ εἴρηκεν . λεπτότερος δ ' ἦν
? ] ] ! [ σκηνὴ μέν * τοῦ χοροκτόνου Κινησίου . , . . . . Μυῖα φύλλιδι χαίρειν
8052341 θρηνητικα
ἐλίνυον : ἀντὶ τοῦ ἤργουν . παρὰ τὰ αἴλινα τὰ θρηνητικὰ [ ἐντεῦθεν ] γεγένηται διὰ τὸ ἀνήνυτά τινα εἶναι
ἄιδει . ἀείδειν ] ἤγουν χαρμόσυνα μέλπει . μινύρεσθαι ] θρηνητικὰ ἄιδειν . ἀντίμολπον ] ἐναντίον πρὸς τὸν ὕπνον .
8008204 ἀναστρεφομαι
προσλαλῶ , ἀμφιβάλλω , ἀμοι - βαδίζω , βακχεύω , ἀναστρέφομαι , ἐπηρεάζω , εἰρωνεύομαι , δικολογῶ , προφασίζομαι ,
τῇ χύτρᾳ . ἐτυμολογεῖται δὲ ἀπὸ τοῦ πέλω : τὸ ἀναστρέφομαι . ἐνταῦθα δὲ πέλανον τὴν θυσίαν φησί . .
7974923 προυπτος
φανερὰ καὶ οὐκ ἀμφίβολα . θ προῦπτος ] ὁμολογούμενος . προῦπτος ] ἐμπρέπων , ὁμολογούμενος . προῦπτος ] ἀληθής .
τούτου ὕπαρξις . “ καὶ ἔστιν ἡ τῆς συνερωτήσεως πιθανότης προῦπτος . πάσης γὰρ φύσεως καὶ ψυχῆς ἡ καταρχὴ τῆς
7961604 ωντ
το ? ? ! ! ! ! ! ! ! ωντ ? ! ἐ ! ! ! | ! !
[ [ ] ως ! ! ! [ [ ] ωντ ! ! ! [ [ ] λυθροναγ ? ?
7949040 Ἁπαντα
παλαιῶν . Ἄπαγ ' ἐς κόρακας : ἀρὰ Βοιώτειος . Ἅπαντα τοῖς καλοῖσιν ἀνδράσι πρέπει : δήλη . Ἀπόλογος Ἀλκίνου
ἐχθρὰν οὖσαν ταῖς ἐμπούσαις καὶ τοῖς δαίμοσιν ἢ φάσμασιν . Ἅπαντα δέ σοι ἔθνη λέξω , ὅσα τὴν Ὑρκανίαν ἢ
7905907 ὀλω
καὶ τἄλλα ὀξύνεται . καὶ τὸ ὀλοός ὀξύνεται ἀπὸ τοῦ ὀλῶ . Τὰ εἰς ΟΣ ὑπερδισύλλαβα παραληγόμενα Υ συνεσταλμένῳ προπαροξύνεται
καὶ ἀργεστής ἐπιθετικὰ ὀξύνονται . Ἔτι βαρύνονται τὰ παρὰ τὸ ὀλῶ : πανώλης ἐξώλης προώλης . Τὰ εἰς ΗΣ ἐπίθετα
7879431 Ἀτταται
, μᾶλλον ἐπικρούεις σύ γε . Ἔτι μᾶλλο βοῦλις ; Ἀτταταῖ ἰατταταῖ : κακῶς ἀπόλοιο . Σῖγα , κακόδαιμον γέρον
κέκραγας ; Ἐμβαλῶ σοι πάτταλον , ἢν μὴ σιωπᾷς . Ἀτταταῖ ἰατταταῖ . Οὗτος σύ , ποῖ θεῖς ; Εἰς
7875965 ἀθροιζω
ἀθρῶ . ἢ ἀπὸ τοῦ ἀθρῶ . . . . ἀθροίζω : ἐκ τοῦ θροῦς ἢ θρόος , ὃ ,
θρόος , ὃ , συναίρεσιν καὶ μετὰ τοῦ ἐπιτατικοῦ α ἀθροίζω . . . . ἄθηλον : τὸ μὴ τεθηλακός
7868718 Πανθ
γνώμην ἔχειν , παραδίδωμι τὸ ὕδωρ τοῖς ἄλλοις κατηγόροις . Πάνθ ' ὡς ἔοικεν ὦ Ἀθηναῖοι προσδοκητέ ' ἐστὶ καὶ
γα τῶ πατρός . Τί δ ' ἐσθίει μάλιστα ; Πάνθ ' ἅ κα διδῷς . Αὐτὸς δ ' ἐρώτη
7866912 λιμπανω
τὸ δεικνύω καὶ δεικανῶ . βαρύνεται δὲ ταῦτα : λείπω λιμπάνω , λήβω λαμβάνω , μήθω μανθάνω , δήκω δαγκάνω
λιμοῦ κακῶς . ⌋ Λιμπάνω : ἀπὸ γὰρ τοῦ λείπω λιμπάνω . τὰ γὰρ διὰ τοῦ ΑΝΩ , εἰ μὲν
7851492 ἀποσοβησον
ἀληθῶς . θ ἄρηξον ] βοήθησον ἡμῖν . ἄρηξον ] ἀποσόβησον . ἄρηξον ] βοήθησον ἡμῖν εἰς τὸ μὴ ἁλωθῆναι
καὶ Ἀφροδίτης Ἁρμονία ἡ Κάδμου γυνή . . ἄλευσον ] ἀποσόβησον τὰ παρόντα . σέθεν ] σοῦ . ἐξ αἵματος
7841095 δυσποτμων
, ἄγαμος , ἅδ ' ἐγὼ μέτοικος ἔρχομαι . Ἰὼ δυσπότμων γάμων , κασίγνητε , κυρήσας , θανὼν ἔτ '
' ἐμοὶ ] τὰ περισσότερα τὰ ἐπελθόντα ἐμοί . . δυσπότμων ] αὕτη ἡ γενικὴ πρὸς τὸ ἀρχηγέτα . κακῶν
7834685 ἐξηλικας
ἀλινδήθρας ” , τουτέστιν ἐκκυλίσματα . ἐξαλίσας ] κυλίσας . ἐξήλικας ] ἐξέβαλες , ἐξεκύλισας , ἐξέωσας . ὅτε καὶ
ὀνειροπολούμενος ὁ νεανίσκος λέγει . ἀλλ ' ὦ μέλ ' ἐξήλικας : κατὰ ἀποκοπὴν τοῦ ε ἀττικῶς . οὕτως ἐν
7813675 ΑΛΛΑ
καὶ κλέψας κατήγαγε τοῖς ἀνθρώποις ἐν κοίλῳ νάρθηκι . . ΑΛΛΑ ΖΕΥΣ ΕΚΡΥΨΕ . Ἀλλὰ ὁ Ζεὺς ἔκρυψε τὸν τῶν
Ἀρχιέπην , ἕτεροι δὲ Στησίχορον τὸν μελῳδὸν ἐξεδέξαντο . . ΑΛΛΑ ΤΑΓ ' ΟΥΠΩ ΕΟΛΠΑ . Ἀλλὰ ταῦτα , ἤγουν
7808588 Τεθνηκεν
ζημίας μεγάλας φέρει . Τὸν εὐτυχοῦντα καὶ φρονεῖν νομίζομεν . Τέθνηκεν ἀνθρώποισιν ἅπασα χάρις . Τὰ πλεῖστα θνητοῖς τῶν κακῶν
τόδ ' : ἦ τέθνηχ ' ὁ Πηλέως γόνος ; Τέθνηκεν , ἀνδρὸς οὐδενός , θεοῦ δ ' ὕπο ,
7790513 πολω
μικροῦ γράφονται : ἑκηβόλος : ἐλαφηβόλος : πετροβόλος . Τὸ πολῶ διφορεῖται κατά τε γραφὴν , καὶ σημασίαν : ἐπὶ
ἐπὶ τοῦ πιπράσκω , διὰ τοῦ ω μεγάλου γραφόμενον : πολῶ γὰρ τὸ ἀναστρέφομαι , παρ ' ὃ καὶ πόλις
7789687 κλωνος
γράφει τὴν παραλήγουσαν τῆς γενικῆς : οἷον , κλὼν , κλωνός : πρὼν , πρωνός : Χὼν , Χωνὸς ,
καὶ φυλάττουσι τὸ ω ἐπὶ τῆς γενικῆς , οἷον κλών κλωνός , πρών πρωνός , ἐξ οὗ καὶ Π πρώονες
7789592 ὀϊζυρος
κατὰ παραγωγὴν οἰζυρὸς καὶ κατὰ διάλυσιν ὀϊζυρός . ὀζυρὸς καὶ ὀϊζυρὸς ὁ ταλαίπωρος καὶ ἄθλιος , καὶ ὀϊζὺς ἡ ταλαιπωρία
δήν : νῦν δ ' ἅμα τ ' ὠκύμορος καὶ ὀϊζυρὸς περὶ πάντων ἔπλεο : τώ σε κακῇ αἴσῃ τέκον
7770211 εὐπαιδευσια
ἡ παρὰ Ξενοφῶντι εὐποδία , καὶ ἡ παρ ' Εὐριπίδῃ εὐπαιδευσία , καὶ ἡ παρὰ Κριτίᾳ εὐξυνεσία , καὶ ἡ
ἀστύτριψ . καὶ ἡ παρ ' Εὐριπίδηι [ . ] εὐπαιδευσία καὶ ἡ παρὰ Κίαι εὐξυνεσία . . . οὐ
7764618 μακελην
μοί τι τέκνοις ἀποθύμιον ἕρπῃ . εἴσατο γάρ μοι ἔχων μακέλην εὐεργέα χερσί παῖς ἐμὸς ἀμφοτέρῃσι , βίη Ἡρακληείη ,
Ἡφαίστοιο : αἰεὶ δὲ προπάροιθεν ἑοῦ χροὸς ἠύτε γέρρον νώμασκεν μακέλην , περὶ δ ' ὄμμασιν ἔνθα καὶ ἔνθα πάπταινεν
7759069 τετυφθον
τυπτέϲθωϲαν Παρακειμένου καὶ ὑπερϲυντελίκου Ἑν . τέτυψο τετύφθω Δυ . τέτυφθον τετύφθων Πληθ . τέτυφθε τετύφθωϲαν Ἀορίϲτου καὶ μέλλοντοϲ αʹ
ἐτύπτοντο Παρακειμένου Ἑν . τέτυμμαι τέτυψαι τέτυπται Δυ . τετύμμεθον τέτυφθον τέτυφθον Πληθ . τετύμμεθα τέτυφθε τετυμμένοι εἰϲίν , καὶ
7758087 ὀνοτος
ξένον . Νόθος : παρὰ τὸ ὀνῶ τὸ μέμφομαι γίνεται ὄνοτος , καὶ ἀποβολῇ τοῦ ο καὶ τροπῇ τοῦ τ
ξένον . Νόθος : παρὰ τὸ ὀνῶ τὸ μέμφομαι γίνεται ὄνοτος , καὶ ἀποβολῇ τοῦ ο καὶ τροπῇ τοῦ τ
7757724 ιλ
. . ] σασα [ ] σεσθαι : τὰ γὰρ ιλ ? ? [ ] σησκαιμενουτη ? [ ] ουτ
. . . [ ] δης ! [ [ ] ιλ [ [ ] 〚 η 〛 ! [ .
7754494 ΕΠΗ
ἄρα ἡ διπλασίων τῆς διαμέτρου τῆς σφαίρας πρὸς τὴν τοῦ ΕΠΗ κύκλου διάμετρον μείζονα λόγον ἔχει ἤπερ ἡ ΒΔ περιφέρεια
, ὡς ἄρα τὸ ἀπὸ τῆς ΝΠ πρὸς τὸ ὑπὸ ΕΠΗ , οὕτως τὸ ἀπὸ ΞΡ πρὸς τὸ ὑπὸ ΕΡΗ
7754021 τιποτε
τίςποτε τινόςποτε καὶ ἐπὶ θηλυκοῦ τὸ αὐτό , οὐδετέρου δὲ τίποτε τινόςποτε ; τινέςποτε καὶ οὐδετέρου τινάποτε τινῶνποτε . οὐδεὶς
ἢ ϲικύαϲ προϲβαλόντεϲ ἢ πταρμοὺϲ ἢ βῆχαϲ ἢ φύϲαϲ ἐπιτηδεύϲαντεϲ τίποτε κατορθοῦν ᾠήθηϲαν , ἱκανῶϲ ὑπὸ τοῦ Ἱπποκράτουϲ ἠλέγχθηϲαν .
7747666 συμβουλια
, κατήγορος , πανηγυρικός , ἐγκωμιαστικός , ψεκτικός . συμβουλή συμβουλία , νομοθεσία , δημαγωγία , πρεσβεία πρέσβευσις , δίκη
καὶ μαθεῖν ὃ μὴ νοεῖς . Σοφία σοφῶν γὰρ γίγνεται συμβουλία . Στρέφει δὲ πάντα τἀν βίῳ μικρὰ τύχη .
7742068 κεχηνη
Ἀλλ ' ὠδυνήθην ἕτερον αὖ τραγῳδικόν , ὅτε δὴ ' κεχήνη προσδοκῶν τὸν Αἰσχύλον , ὁ δ ' ἀνεῖπεν :
ἐμπαθές . ὅτε δὴ κεχήνη : ἡ συναίρεσις τοῦ “ κεχήνη ” Ἀττική . τὸ γὰρ ε καὶ α εἰς
7737484 ἱκνω
' οὗ τὸ ἐρευνῶ , ὡς οἴχω οἰχνῶ , ἵκω ἱκνῶ . . . , : τὸ δὲ ἐρέων ἐστὶ
εἰς ΝΩ μετ ' ἐπιπλοκῆς συμφώνου περισπᾶται : ὑπνῶ πυκνῶ ἱκνῶ τεχνῶ σκιδνῶ ἰδνῶ . σεσημείωται τὸ δάκνω βαρύτονον ,
7735392 ἐπιλανθανομαι
πρὸς φόβου σύ , ἐπερείδομαι , γεννῶμαι , ἀντεπερείδομαι , ἐπιλανθάνομαι , πειθαρχῶ , συμφωνῶ - , ἀποδημῶ , ὑπομένω
ταύτῃ γέγηθα : ταύτῃ , τῇ Πολυξένῃ , χαίρω καὶ ἐπιλανθάνομαι τῶν ἐπισυμβάντων μοι κακῶν : ἀπίθανα ταῦτα : οὐ
7730951 μητριδιων
Λυσιστράτῃ Ἀριστοφάνους πέπαικται : ἀλλ ' ὦ τηθῶν ἀνδρειοτάτη καὶ μητριδίων ἀκαληφῶν . ἐπεὶ τήθεα τὰ ὄστρεα . μέμικται γὰρ
αὗται . τοιαῦται γὰρ ἦσαν καὶ αἱ γραῖαι δριμεῖαι . μητριδίων ἀκαληφῶν : Δριμυτάτων . λείπει παῖδες . . καὶ
7723793 τυραννοκτονησας
ὁριστικῆς προφορᾶς , καὶ μάλιστα ἐπὶ παρῳχημένου χρόνου , ὁ τυραννοκτονήσας τετίμηταιΔεδείξεται . δὲ ὡς καὶ πλήθους ἔσθ ' ὅτε
μέλλοντος ἀοριστωδῶς νοεῖται καθ ' ἣν προεκτεθείμεθα τήρησιν , ὁ τυραννοκτονήσας τιμηθήσεται , πάνυ εὐλόγως , εἴγε τὰ γινόμενα καὶ
7719441 θεωρησων
' ἄντρα , τὴν σιδηρομήτορα ἐλθεῖν ἐς αἶαν ; ἦ θεωρήσων τύχας ἐμὰς ἀφῖξαι καὶ συνασχαλῶν κακοῖς ; δέρκου θέαμα
ὅπου ὁ σίδηρος ἐφευρίσκεται . ἦ παρεγένου , φησὶ , θεωρήσων τὰς ἐμὰς δυστυχίας καὶ συλλυπούμενος τοῖς ἐμοῖς κακοῖς ;
7719353 ᾠδηκαντι
, ἡ μετοχὴ ὁ ᾠδήκας τοῦ ᾠδήκαντος , ἡ δοτικὴ ᾠδήκαντι . ᾠδήκαντι : ἐξωγκωμένοι ἦσαν : τοιοῦτοι γὰρ οἱ
μετοχὴ ὁ ᾠδήκας τοῦ ᾠδήκαντος , ἡ δοτικὴ ᾠδήκαντι . ᾠδήκαντι : ἐξωγκωμένοι ἦσαν : τοιοῦτοι γὰρ οἱ κοπιῶντες .
7715163 ἐδεατρος
τὸ παῖσαι κέντρῳ σκορπίον ἢ σφῆκα ἤ τι τοιοῦτον . ἐδέατρος : τὸ μὲν ὄνομα Ἑλληνικόν , ἡ δὲ χρεία
ὅτι προήσθιον τῶν βασιλέων πρὸς ἀσφάλειαν . νῦν δὲ ὁ ἐδέατρος ἐπιστάτης γέγονε τῆς ὅλης διακονίας . ἦν δ '
7714354 κυαμοτρωξ
κυάμους , ἵνα μὴ κοιμηθῶσιν . ὅθεν [ . ] κυαμοτρὼξ , ἀκρόχολος . αἰετὸν τίκτοντα : Λείπει τὸ ὡς
δὲ ἐχρῶντο διὰ τὸ μὴ καθεύδειν . ἔστι δὲ τὸ κυαμοτρὼξ ἀντὶ τοῦ φιλόδικος καὶ σκληρός . κυαμοτρώξ ] φιλόδικος
7712925 ἐτυμ
, τὸν Ὠκεανόν . . γνώσῃ ] μαθήσῃ . ὡς ἔτυμ ' ] ὅτι ἀληθῆ . μάτην ] ἤτοι ψευδῶς
δηλονότι νείμαιμ ' ] παράσχοιμι τάδ ' ] ἅ φημι ἔτυμ ' ] ἀληθῆ ἐστι μάτην ] ἤτοι ψευδῶς χαριτογλωσσεῖν
7710044 Γραμματα
. πάντως δὲ οὐκ ἐπὶ μικροῖς ἄθλοις ἡ σπουδή . Γράμματά σου ποθοῦμεν , σὺ δ ' ἡμῖν ἐπιστείλαις ὡς
ἀπὸ τοῦ δαφνίνῃ ῥάβδῳ περιερχομένουϲ ᾄδειν τὰ Ὁμήρου ποιήματα . Γράμματά ἐϲτιν εἰκοϲιτέϲϲαρα ἀπὸ τοῦ α μέχρι τοῦ ω .
7699168 Κανονιζει
, τοὺς ποιμένας : ὦ σωλῆνες , ὦ ποιμένες . Κανονίζει ὁ τεχνικὸς τὰ εἰς ην βαρύτονα λέγων , ὅτι
, τοῖς βωξί , τοὺς βῶκας , ὦ βῶκες . Κανονίζει ὁ τεχνικὸς τὰ εἰς ρ λήγοντα : καὶ ἰστέον
7697547 τριετει
σύ μοι ἔπεμψας : ὅθεν δικάζεις , γυναικί με καὶ τριετεῖ παιδίῳ καταχαριζόμενος . ” Βασσαίου δὲ τοῦ πεπιστευμένου τὸ
σμικρὰ εἰς ὠφελίαν γίγνοιτ ' ἂν τοῖς νεωστὶ τρεφομένοις : τριετεῖ δὲ δὴ καὶ τετραετεῖ καὶ πενταετεῖ καὶ ἔτι ἑξετεῖ
7695554 ὡρικως
πιθανῶς ἢ κατὰ καιρόν . πυνθάνῃ : Ἤγουν ἐρωτᾷς . ὡρικῶς : Νεωτερικῶς . . ὡρικῶς : ἀντὶ τοῦ νεωτερικῶς
πυνθάνῃ : Ἤγουν ἐρωτᾷς . ὡρικῶς : Νεωτερικῶς . . ὡρικῶς : ἀντὶ τοῦ νεωτερικῶς . παίζουσι γὰρ τῇ γραῒ
7690719 βλωψ
ο εἰς ω ῥώψ , ὡς βλέπω βλέψω βλὲψ καὶ βλώψ , ἐξ οὗ τὸ ” παραβλῶπες ” . .
ο εἰς ω , κλώψ : ὡς βλέπω βλὲψ βλὸψ βλώψ . ὅθεν παραβλῶπες τῶν ὀφθαλμῶν . Κονιορτός . παρὰ
7689439 Κωνσταντινα
μνᾶ . τὰ δὲ Ἰταλικὰ προπερισπῶνται : Σαβῖνα Φαυστῖνα Ἰουστῖνα Κωνσταντῖνα . Τὰ εἰς ΡΑ δισύλλαβα συνεσταλμένον ἔχοντα τὸ Α
Νικάτορος . τὸ ἐθνικὸν Νικατορίτης . Νικηφόριον . οὕτως ἡ Κωνσταντῖνα ἡ περὶ Ἔδεσσαν πόλις , ὡς Οὐράνιος . τὸ
7689268 Ψευδης
γυναικὸς οὐδέποτε εἰκὸς γενέσθαι , οὐδὲ γὰρ νῦν οὐδαμοῦ . Ψευδὴς καὶ ὁ περὶ τοῦ Ὀρφέως μῦθος , ὅτι κιθαρίζοντι
εἰ δόξα τῆς ψυχῆς καὶ διάνοια , πῶς ἀναμάρτητος ; Ψευδὴς γὰρ δόξα καὶ πολλὰ κατ ' αὐτὴν πράττεται τῶν
7688731 τετυπωται
ΕΤΟΣ τρισύλλαβα προσηγορικὰ ἢ ἐπιθετικὰ ὀξύνεται , εἰ μὴ παρωνύμως τετύπωται : κοπετός πυρετός τοκετός συρφετός ἀφυσγετός . τὸ μέντοι
τουτέστι τὰ κατὰ μέρος ἐνθυμήματα , ἃ καθάπερ ἐν στήλῃ τετύπωται καὶ ἐγκεχάρακται . Ἀρνὼν δ ' εἰσὶν αἱ στῆλαι
7686352 σιε
οἵων μέν εἰσιν αἱ β ὀρθαὶ τξ , τοιούτων ἐστὶν σιε μϚ , οἵων δὲ αἱ δ ὀρθαὶ τξ ,
. . . . . . . . . . σιε . . . . . . . . .
7686116 ἀπριγδα
. καί μοι γενείου πέρθε λευκήρη τρίχα . ἄπριγδ ' ἄπριγδα μάλα γοεδνά . ἀύτει δ ' ὀξύ . καὶ
τοῦ Ξέρξου , τίλλε τὴν σὴν γενειάδα , φησὶν , ἄπριγδα καὶ δι ' ὅλου μάλα γόεδνα καὶ λίαν λυπηρῶς
7683598 ϲειομενουϲ
τοῦ φλοιοῦ τῆϲ ῥίζηϲ πινόμενον ϲπλῆναϲ τήκει . καὶ ὀδόνταϲ ϲειομένουϲ κρατύνει μετ ' οἴνου ἑψόμενον καὶ πινόμενον . Ξιφίου
κέραϲ μετ ' οἴνου λειούμενον , εἶτα περιπλαϲϲόμενον , ὀδόνταϲ ϲειομένουϲ ἵϲτηϲι , μετὰ τὸ καυθῆναι δὲ πλυθὲν δυϲεντερίαϲ τε
7682728 ΣΝΡ
ΘΝΖ πρὸς τὸ ὑπὸ τῶν ΞΝΖ . τὸ ἄρα ὑπὸ ΣΝΡ ἴσον ἐστὶ τῷ ὑπὸ ΞΝΖ . τὸ δὲ ἀπὸ
ὡς ἄρα τὸ ὑπὸ τῶν ΘΝΖ πρὸς τὸ ὑπὸ τῶν ΣΝΡ , οὕτως ἡ ΘΖ πρὸς ΖΛ , τουτέστιν ἡ
7681767 οἰδω
, ἢ διὰ τοῦ ι , οἷον ἁμαρτῶ ἁμαρτίνους , οἰδῶ Οἰδίπους . . . . ἄμαξα : παρὰ τὸ
ἀπὸ γὰρ τοῦ ὁδὸς , ὁδῶ καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι οἰδῶ , καὶ τροπῇ τοῦ δ εἰς τ , πλεονασμῷ
7680398 νεωτερικως
παράπαν ] παντελῶς ἡμαρτήκαμεν ] ἠστοχήσαμεν ὡρικῶς ] τρυφηλῶς : νεωτερικῶς εἶπε διότι ἦν τεθρυμμένη ἀλλ ' ὅ τι ]
νεωτερικῶς . παίζουσι γὰρ τῇ γραῒ οἱ γέροντες . . νεωτερικῶς , ἤγουν ὡς πυνθάνονται αἱ ἐν ὥρᾳ οὖσαι γυναῖκες
7676428 Βιοι
βδελυρώτερος , θρασύτερος , ἐπονείδιστος , ἐπίρρητος , ἐπίψογος . Βίοι ἐφ ' οἷς ἄν τις ὀνειδισθείη , πορνοβοσκός ,
τοὺς διαφθείροντάς τινα ἔργα : ἢ ἐπὶ τῶν φιλολόγων . Βίοι ἀνθρώπων καὶ φυτῶν σπέρματα συνεξομοιοῦνται ταῖς χώραις . Βία
7668629 ἐφαν
πειρώμενοι παύειν τῆς ἀκολάστου γλώσσης ἐκεῖνον : οὐ καλῶς , ἔφαν , ποιεῖς , ὦ φιλόσοφε , ταῖς σαῖς διδασκαλίαις
παρηγορέων : οἱ δ ' ἔστυγον εἰσαΐοντες , οὐ γὰρ ἔφαν τεύξεσθαι ἐνηέος Αἰήταο κῶας ἄγειν κριοῖο μεμαότες : ὧδε
7666206 τορω
Μεθόδιος , . , . . Ἀντετόρησεν : εἰς τὸ τορῶ , . , . Ἄντηστιν : ἡ δὲ κατ
δὲ ἐκ τοῦ τείρω , τὸ καταπονῶ . τὸ οὖν τορῶ γίνεται κατὰ συγκοπὴν τρῶ τρήσω , σημαίνει δὲ τὸ
7663503 ΙΔΩΝ
, ὀβελίζει τοὺς ἑπτὰ τούτους στίχους : ἀπὸ τοῦ ΠΑΝΤΑ ΙΔΩΝ , μέχρι τοῦ , ΑΛΛΑ ΤΑΓ ' ΟΥΠΩ ΕΟΛΠΑ
ὑψηλότατα οἰκήματα οἰκεῖ : τουτέστι τὸν οὐρανόν . . ΚΛΥΘΙ ΙΔΩΝ . Ὡς πάντα ἐφορῶν καὶ ἀκούων τῶν γινομένων ,
7663394 αὐλησις
καὶ ἡ ἑκάστου αὐτῶν ἑρμηνεία , οἷον ἥ τ ' αὔλησις καὶ ἡ ᾠδὴ καὶ τὰ λοιπὰ τῶν τοιούτων :
ξένους : ἔνθεν Ἀριστοφάνης τὸν συκοφάντην Ἀβυδοκόμην εἶπεν . Ἀγαθώνιος αὔλησις : ἡ μαλακὴ , καὶ μήτε πικρὰ μήτε χαλαρὰ
7659799 Πηλιωτης
ιον οὐδέτερα διὰ τοῦ ωτης ποιεῖ τὰ ἐθνικά , Σικελιώτης Πηλιώτης . λέγεται καὶ Ἀμβράκιος καὶ Ἀμβρακία ἡ γυνή .
ἐθνικῶν τὰ πολλὰ τὸ ι πρὸ τοῦ ω ἔχει , Πηλιώτης Φθιώτης , σπάνια δὲ τὸ ε καὶ σχεδὸν ἀπὸ
7657596 ἀκαληφων
. τοιαῦται γὰρ ἦσαν καὶ αἱ γραῖαι δριμεῖαι . μητριδίων ἀκαληφῶν : Δριμυτάτων . λείπει παῖδες . . καὶ μὴ
φρόνιμος . Ἀλλ ' , ὦ τηθῶν ἀνδρειοτάτη καὶ μητριδίων ἀκαληφῶν , χωρεῖτ ' ὀργῇ καὶ μὴ τέγγεσθ ' :
7657298 Δικαιοτερος
εὐηθεστέρων εἶναι δοκούντων . Δαιδάλεια ποιήματα : ἐπὶ θαυμασμοῦ . Δικαιότερος σταχάνης : ἐπὶ τῶν τὰ δίκαια ἀγαπώντων . οἱ
τὰ πρότερον ἱερὰ μὴ καυθῇ καὶ ἐπὶ δεύτερα τραπῶσιν . Δικαιότερος σταχάνης : ἐπὶ τῶν τὰ δίκαια ἀγαπώντων . Σταχάνην
7656999 ωξ
: τρύξ : πτύξ : λύγξ : λύξ . Ἐς ωξ μονοσύλλαβον διὰ τοῦ ω μεγάλου γραφόμενα ὀλίγα ἐστὶν ,
: φλόξ : ζόρξ : δόρξ : ὥσπερ καὶ εἰς ωξ μέγα : τὸ βώξ : πτώξ : καὶ ῥώξ
7656878 Οἰανθη
[ Ὀθρωνοῦ πέλας ” ] . ὁ οἰκῶν Ὀθρώνιος . Οἰάνθη , πόλις Λοκρῶν . Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ . Ἑλλάνικος δὲ
δὲ Λοκροί : ἐν δὲ Χάλαιον πόλις , ἐν δὲ Οἰάνθη πόλις . . Οἰάνθη : πόλις Λοκρῶν . Ἑκαταῖος
7656502 Καλλιστα
πάντα οὐδὲ πολλά ; Ὑπολαβὼν οὖν ὁ σοφώτερος εἶπεν ὅτι Κάλλιστα ταῦτ ' εἴη τῶν μαθημάτων καὶ προσήκοντα ἀφ '
τῷ τιμᾶν ἀσκῶμεν τοὺς ἀγαθοὺς ἄνδρας τε καὶ γυναῖκας . Κάλλιστα , ἔφη , λέγεις . Εἶεν : τῶν δὲ
7655812 δωριζω
τὸ ἀεκαστί , ὡς ἰάζω ἰαστί , αἰολίζω αἰολιστί , δωρίζω δωριστί . τοῦτο ἐν ἐνδείᾳ τοῦ ς καὶ Ἰωνικῇ
ἀπὸ ῥημάτων παραχθεῖσιν ἐπιρρήμασι καὶ ὀξυνομένοις σύνεστι τὸ ς , δωρίζω δωριστί , αἰολίζω αἰολιστί . τὸ δὴ οὖν αἴτιον
7655629 Βουθος
τῶν τὰς ἀρχὰς μὲν ἠρεμούντων , ὕστερον δὲ ἐπιτεινόντων . Βοῦθος περιφοιτᾷ : ἐπὶ τῶν εὐήθων καὶ παχυτάτων . Βουλίας
Ἀγέλας , Ἐπίσυλος , Φυκιάδας , Ἔκφαντος , Τίμαιος , Βοῦθος , Ἔρατος , Ἰταναῖος , Ῥόδιππος , Βρύας ,
7655554 Γραφεται
. Φέρω τὸ ἄγω , καὶ φέρω τὸ ὑπομένω . Γράφεται ἡ αὔξη καὶ ἡ αὔξησις . Τὸ ἐνοχλῶ καὶ
Ὥσπερ εἰς κῦμα κωφὸν λέγων . * : γνώμην ] Γράφεται γνώμη , καὶ συντάσσεται οὕτως : μὴ εἰσελθέτω σε
7655300 πεπτωκα
, ἀλλ ' ὥσπερ παρὰ τὸ πετῶ γίνεται πέπτηκα καὶ πέπτωκα κατὰ τροπὴν τοῦ η εἰς ω , καὶ τὸ
τάδε . ὡς δ ' ἐν κλύδωνι καὶ φρενῶν ταράγματι πέπτωκα δεινῶι καὶ πνοὰς θερμὰς πνέω μετάρσι ' , οὐ
7653390 μνησικακια
ἄνδρα αὐτῆς , ἀλλ ' ἀνηλεῶς φονεύσασαν Κλυταιμνήστραν μῆνις καὶ μνησικακία μνήμων , φοβερὰ καὶ ξένη , ὡς μὴ ὑπ
εὐχαριστίας μετὰ τοῦ δικαίου ἡμῖν ὑπάρξει ἡ μετὰ τοῦ ἀδίκου μνησικακία , καὶ μεῖζον ἐκεῖνοι δυνήσονται κακοῦντες ἡμᾶς ἀδίκως ἢ
7640664 μεγαλογνωμονα
, ἀπὸ δὲ τοῦ ἵππου ἱπποσέλινον ἱππομανῆ ἱππογνώμονα , τὸν μεγαλογνώμονα . τὸ γὰρ βοῦς καὶ ἵππος ἐπὶ τῶν μεγάλων
μὴ ξυγκείμενον , ἅμα δὲ ἐπαινῶν ὡς μεγαλόφωνόν τε καὶ μεγαλογνώμονα . καὶ λόγον τῷ Ἡρώδῃ ἀποθανόντι ἐπεφθέγξατο ἐπάξιον τοῦ
7637883 βλωμος
γὰρ τὼ βπ τῷ μ . ὅθεν καὶ ὁ ψωμὸς βλωμὸς ἀπὸ τοῦ βλώσκειν διὰ τοῦ λαιμοῦ , ὅ ἐστι
γὰρ τὼ βπ τῷ μ . ὅθεν καὶ ὁ ψωμὸς βλωμὸς ἀπὸ τοῦ βλώσκειν διὰ τοῦ λαιμοῦ , ὅ ἐστι
7635301 ἀποθεστος
. ἀπόθεστος : ποθέσω πεπόθεκα πεπόθεμαι πεπόθεσαι πεπόθεσται ποθεστός καὶ ἀπόθεστος . . . . ἀπορρώξ : ῥήσσω , τὸ
ἀγροτέρας ἠδὲ πρόκας ἠδὲ λαγωούς : δὴ τότε κεῖτ ' ἀπόθεστος ἀποιχομένοιο ἄνακτος ἐν πολλῇ κόπρῳ , ἥ οἱ προπάροιθε
7633179 Χὠ
Εἶπας ἀναγγέλλων ] εἰς βασιλῆα λόγον [ . ] [ Χὠ μὲν ] ἐπεὶ μάλα πάντα δι ' οὔατος ἔκλυε
τρὶς ἀθλίοιν ἔρις κακὴ ἀρχῆς λαβέσθαι καὶ κράτους τυραννικοῦ . Χὠ μὲν νεάζων καὶ χρόνῳ μείων γεγὼς τὸν πρόσθε γεννηθέντα
7632329 Βοιωτιην
Φοίνικες τῶν σὺν Κάδμῳ ἀπικομένων Φοινίκων ἐς γῆν τὴν νῦν Βοιωτίην καλεομένην , οἴκεον δὲ τῆς χώρης ταύτης ἀπολαχόντες τὴν
τὰ ὑποζύγια οἰμωγῇ τε χρεώμενοι ἀπλέτῳ : ἅπασαν γὰρ τὴν Βοιωτίην κατεῖχε ἠχὼ ὡς ἀνδρὸς ἀπολομένου μετά γε Μαρδόνιον λογιμωτάτου
7630200 δισταζω
. ἀλλ ' ἤδη αὐτὰ ἀφαιροῦμαι : οἷον , οὐ διστάζω . ἐπεὶ εἶπε σπουδάσεις , λέγει οὐ σπουδάσω λόγοις
' εἰκών : φέρ ' ἰδώμεθα , μὴ Βερενίκας : διστάζω , ποτέρᾳ φῇ τις ὁμοιοτέραν . Λύσιππε , πλάστα
7625614 μερω
δὲ τὸ μείρω , τὸ μερίζω , γίνεται ὁ μέλλων μερῶ κέρσω καὶ σπείρω σπερῶ σπέρσω . . . +
στεροῦμαι . ὥσπερ ἀπὸ τοῦ σκαίρω καὶ παρὰ τὸ μείρω μερῶ γίνεται μερίζω καὶ κατὰ συγκοπὴν καὶ τροπῇ τοῦ ζ
7624928 ἀναγαργαριζεσθω
. θλασθεῖσα μετὰ μέλιτος καὶ ὕδατος ἴσου διδομένου τοῦ χυλοῦ ἀναγαργαριζέσθω . [ στʹ . Πρὸς αἱμοῤῥαγίαν ἐκ τοῦ στόματος
πότιζε ἢ ὄξος μετὰ θύμου δριμύ : μετὰ δὲ ταῦτα ἀναγαργαριζέσθω θερμῷ ὕδατι . Κεφ . ιγʹ . [ Πρὸς
7624321 ληξασα
' ὅτι καὶ ἡ τοῦ αὐτός οὐδετέρα ἀντωνυμία εἰς ο λήξασα εἶχε τὴν τόνου ὑποπαραίτησιν , καθὸ συνετονοῦτο τῇ ἀρσενικῇ
ἐμῶν λέκτρων γεραιὰ ξύννομ ' , εὐγενὲς γύναι , κλαυμάτων λήξασα τῶνδε καὶ γόων σαφές τί μοι λέξον . ἀνθρώπεια
7623979 Διοσκοροιν
. ἀπωλόμην , φίλαι . [ ὣς τὴν Λάκαιναν σύγγονον Διοσκόροιν Ἑλένην ἴδοιμι : διὰ καλῶν γὰρ ὀμμάτων αἴσχιστα Τροίαν
δὴ καλῶ καὶ ὑπήκουσε . τοῦ δὲ πλοῦ μελήσει τοῖν Διοσκόροιν . Ἐλπίζω σε τὴν Ῥαδαμάνθυος δόξαν ἐν τῷ δικάζειν
7623693 φλαν
οἵτινες καὶ ἐν τῇ Ἀλεξανδρείᾳ . ἔφλων : ἤσθιον . φλᾶν δὲ τὸ μετὰ ψόφου ἐσθίειν : καὶ γὰρ φλᾶν
ῥίψασπις εἶ . καὶ στίχοι ἰαμβικοὶ τετράμετροι καταληκτικοὶ βʹ . φλᾶν : νῦν κατακαίειν : δῆλον δέ , ὅτι τὰ
7621561 ϲηϲαμῳ
βολβῶν Ἄφρων ἴϲα ὄξει ϲυλλεάναϲ ἐπιτίθει . φλεγμονῆϲ δὲ γενομένηϲ ϲηϲάμῳ λείῳ κατάπλαϲϲε ἢ χόνδρῳ ϲὺν ὄξει ἑφθῷ . ἐλαφρὰ
αὐτοὺϲ γύρει ϲὺν λινοϲπέρμῳ ἢ τήλει μεθ ' ὑδρομέλιτοϲ ἢ ϲηϲάμῳ μετὰ μέλιτοϲ ἢ βουτύρῳ λελειοτριβημένῳ . παραιτεῖϲθαι δὲ δεῖ
7621391 τραμιν
: οὐκ εὐπόρως τε γὰρ ἔχω καὶ τὰ ἀμφὶ τὴν τράμιν μαλακίζομαι ἐπ ' ἀστράβης ὀχηθείς . ὁ γὰρ ἀστραβηλάτης
. Ὕδωρ ὕδωρ , ὦ γείτονες , πρὶν ἀντιλαβέσθαι τὴν τράμιν μου τῆς φλογός . Θάρρει . Τί θαρρῶ καταπεπυρπολημένος
7620773 Ἀρεοπαγιτης
ψῆφον . ἐπὶ τούτοις οὖν ἤδη λέγε , καὶ ὁ Ἀρεοπαγίτης ἐγὼτοῦτο γὰρ ἔθου μεκατὰ σχῆμα τῆς βουλῆς ἀκούσομαί σου
δηλοῖ δ ' ἐπὶ τούτοις , ὡς καὶ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης ὑπὸ τοῦ ἀποστόλου Παύλου προτραπεὶς ἐπὶ τὴν πίστιν κατὰ
7613153 πολυπονος
οὑν νεκροῖς , γέρον ; ἐμὸς ἐμὸς ὅδε γόνος ὁ πολύπονος , ὃς ἐπὶ δόρυ γιγαντοφόνον ἦλθεν σὺν θεοῖσι Φλεγραῖον
χαλᾷς , αὔδασον , τίς ἔφυς βροτῶν ; τίς ὁ πολύπονος ἄγῃ ; τίν ' ἂν σοῦ πατρίδ ' ἐκπυθοίμαν
7612560 ἀολλιζω
τῶν πληθυντικῶν ἀολλέες . ἐκ δὲ τοῦ ἀολλής γίνεται ῥῆμα ἀολλίζω σημαῖνον τὸ συναθροίζω , οἷον : ἔρχεο σὺν θυέεσσιν
ὥσπερ ἀτερπής , ἐξ οὗ καὶ τὸ ἀολλέες καὶ τὸ ἀολλίζω γεραιάς . . . . ἀελπτέοντες : ἀνελπιστοῦντες ,
7610652 Σκεπτεον
τῇ φύσει κεχωρισμένα τῇ προνοίᾳ συναγαγεῖν ὑπὸ μίαν οἴκησιν . Σκεπτέον δὲ τί φησιν ἐνταῦθα ὁ ἱστορικός . Καὶ γὰρ
αὐτῷ : ἔσται δὲ καὶ εὐθυμότερος ἐν τῇ ταλαιπωρίῃ . Σκεπτέον δὲ καὶ ἤν τι ἐρυγγάνῃ ἢ ὑπὸ φύσης ἔχηται
7609870 τροχω
Καὶ σκόπει ὅπως ὑψώσῃς . . μέλπω μολπάζω ὡς τρέχω τρόχω τροχάζω . . εἰς νέωτα . . . ὁ
Καὶ σκόπει ὅπως ὑψώσῃς . . μέλπω μολπάζω ὡς τρέχω τρόχω τροχάζω . . εἰς νέωτα . . . ὁ
7609035 ΚΗΓ
δὲ ΚΖΓ τῷ ΚΗΓ , τὸ ΑΕΚ τρίγωνον μετὰ τοῦ ΚΗΓ ἴσον ἐστὶ τῷ ΑΘΚ τριγώνῳ μετὰ τοῦ ΚΖΓ :
τῷ ΑΘΚ τριγώνῳ ἐστὶν ἴσον , τὸ δὲ ΚΖΓ τῷ ΚΗΓ , τὸ ΑΕΚ τρίγωνον μετὰ τοῦ ΚΗΓ ἴσον ἐστὶ
7608769 φυτευσεως
περὶ μυρσίνης . [ ηʹ . ] ζʹ . περὶ φυτεύσεως μυρσίνης . [ θʹ . ] ηʹ . περὶ
περὶ πίτυος . [ ιβʹ . ] ιαʹ . περὶ φυτεύσεως πίτυος . [ ιγʹ . ] ιβʹ . περὶ
7606792 ῥωζω
ἐστι ῥῆμα , ἀφ ' οὗ τὸ ἔρρωμαι , παράγωγον ῥώζω , καὶ μεταθέσει τοῦ ζ εἰς δ ῥωδῶ ,
χαδῶ : ἔνθεν τὸ κεχανδότα , πλεονασμῷ τοῦ ν . ῥώζω οὖν ῥώδω , καὶ μετὰ τῆς α στερήσεως ,
7606680 φθινυθω
. Ἀποφθινύθουσι : φθείρονται : ἀπὸ τοῦ φθίνω φθινύω καὶ φθινύθω κατὰ παραγωγήν . Αἰνοτάτοισι : δεινοῖς . γάμοις :
, καὶ διὰ τοῦ υ ψιλοῦ γράφεται : μινύθω : φθινύθω : βαρύθω . Τὰ διὰ τοῦ εζω ῥήματα δισύλλαβα
7604642 προσελθ
ἔστι δὲ Ἀττικόν . λείπει οὖν ἡ σὺν πρόθεσις . πρόσελθ ' : πλησίασον , ἐγγὺς ἐλθέ . Γ ξυναυλίαν
, πῶς ἔχεις ; Κακῶς καθάπερ σύ . Δεῦρο δὴ πρόσελθ ' , ἵνα ξυναυλίαν κλαύσωμεν Οὐλύμπου νόμον . Μυμῦ
7603903 μειρακισκη
ἴσθ ' ἐπ ' αὐτὰς τὰς θύρας ἀφιγμένη , ὦ μειρακίσκη : πυνθάνει γὰρ ὡρικῶς . Φέρε νυν , ἐγὼ
. ἀφιγμένη : Ἐλθοῦσα . Θ . . . ὦ μειρακίσκη : Προσπαίζουσι τῇ πρεσβύτιδι οἱ γέροντες . [ καὶ
7603350 ἀμφισβητουμενα
' ἀνάγκην ἐγένετο , ἔπειτα ἐν αὐτῇ ταύτῃ πολλὰ τὰ ἀμφισβητούμενα ἔχομεν . εἰσὶ δ ' οἳ οὐδὲ ταύτην πω
ξένον καὶ δημότην καὶ κατανωτισταὶ παντὸς δικαίου : πρὸς τὰ ἀμφισβητούμενα τῶν συναλλαγμάτων οὐ λόγῳ συνιστάμενοι , τὴν δ '
7603183 κλυετε
χεῖρας ἀνασχόντες μεγάλ ' εὐχετόωντο . κλύετε ] ἀκούετε . κλύετε ] + ἀκούσατε . παρθένων ] ἡμῶν . κλύετε
. ἀλλὰ θεοί : ἀλλ ' ὦ γενέται θεοί , κλύετε καλῶς τὸ δίκαιον ὁρῶντες . καὶ Ἡσίοδος : κλῦθι
7602457 σχηματισθεισα
ταῦτα χώραν λαβόντων . ἀγκυλωτέρα μὲν οὖν ἡ φράσις οὕτω σχηματισθεῖσα γέγονε καὶ δεινοτέρα , σαφεστέρα δὲ καὶ ἡδίων ἐκείνως
λικνίτης καὶ ὁπλίτης . Ἄσκρη , πόλις Βοιωτίας , ἰωνικῶς σχηματισθεῖσα , ὡς κόρη , Τερψιχόρη . τὸ ἐθνικὸν Ἀσκραῖος
7599264 τεθνηχ
μ ' ἀπόκτειν ' : ἅλις ὑπ ' Ἀργείας χερὸς τέθνηχ ' ὁ τλήμων : τὰ δὲ παρόντ ' ἔα
ὡς ? οἰκτρά , πάππα φίλτατε [ ] ! ! τέθνηχ [ ] ' ; ὑφ ' οὗ θ '
7599186 ποτοσδον
λασίοιο δασύτριχος εἶχε τράγοιο κνακὸν δέρμ ' ὤμοισι νέας ταμίσοιο ποτόσδον , ἀμφὶ δέ οἱ στήθεσσι γέρων ἐσφίγγετο πέπλος ζωστῆρι
κεκλυσμένον ἁδέι κηρῷ , ἀμφῶες , νεοτευχές , ἔτι γλυφάνοιο ποτόσδον . τῶ ποτὶ μὲν χείλη μαρύεται ὑψόθι κισσός ,
7598129 Λευκανος
ἀπὸ Ῥωμαίων : οἷς Σεμπρώνιος Γράκχος ἀνθύπατος ἐπελθὼν ἐπολέμει . Λευκανὸς δέ τις ἐκ τῶν ἔτι Ῥωμαίοις ἐμμενόντων , Φλάυιος
τοῦ καὶ λέγειν δυνατὸς εἶναι . εἰ δέ τις οὐ Λευκανὸς ὤν , ἀλλὰ Ῥωμαῖος , οὐδὲ τοῦ πλήθους ,
7594933 τἀρα
' ἂν καὶ κοκκίσαι ῥόαν κατ ' Ἀριστοφάνην : ὀξυγλύκειάν τἆρα κοκκιεῖς ῥόαν . τουτὶ δὲ τὸ ἰαμβεῖον Ἀριστοφάνης οὐκ
' ἂν καὶ κοκκίσαι ῥόαν κατ ' Ἀριστοφάνην : ὀξυγλύκειάν τἆρα κοκκιεῖς ῥόαν . τουτὶ δὲ τὸ ἰαμβεῖον Ἀριστοφάνης οὐκ
7594588 Ὠνομασθη
καὶ τὴν ἐνέργειαν , ἥτις ἐστὶ πρᾶξις μετὰ λόγου . Ὠνομάσθη γοῦν καλόν , ὅτι κλητικόν ἐστιν ἐφ ' αὑτό
εἰς π , Παρνασσός . . . . , : Ὠνομάσθη δὲ Παρνασσὸς ἀπὸ Παρνησσοῦ τοῦ ἐγχωρίου ἥρωος , ὡς
7593411 Ἀναλογον
ἐστι γενέσεως , ἀρκεῖ τὸ ἀγαθὸν οὐσίας εἶναι ἀρχή . Ἀνάλογον δὲ τούτῳ μὲν ὁ δημιουργὸς θεός , ὢν αὐτοῦ
τῶν καβαλλαρίων , τοὐναντίον ποιεῖν πρὸς τὸν λεχθέντα τρόπον . Ἀνάλογον δὲ μέτρον τῶν τοιούτων γίνεται τάξεων , τὸ μὲν

Back