ἡ τὸν Θοραῖον Πτῷον Ὡρίτην θεὸν λίπτοντ ' ἀλέκτρων ἐκβαλοῦσα δεμνίων , ὡς δὴ κορείαν ἄφθιτον πεπαμένη πρὸς γῆρας ἄκρον | ||
κρατοῦσα τὸ δέμας . ἐλεδεμνὰς ] ἐλαύνων ἐμὲ ἐκ τῶν δεμνίων καὶ οὐκ ἐῶν καθεύδειν φόβον ἐμβάλλων . θ ἑλεδεμνὰς |
ἀπείριτον ὀροκτύπου καὶ ἀπὸ τῶν ὀρῶν κατερχομένου μετὰ κτύπου . ἐλεδεμνὰς ] ἐλαύνων καὶ διώκων ἀπὸ τῶν δεμνίων τοὺς λαούς | ||
, ἤγουν ἐκ τῶν ἁρμάτων κτύπον ἐμποιοῦσα τῇ γῇ . ἐλεδεμνὰς ἀντὶ τοῦ τὸ δέμας καὶ τὸ σῶμα ἡμῶν τῷ |
: ἀλλ ' ἄσπετον χέασα παμμιγῆ βοὴν δαφνηφάγων φοίβαζεν ἐκ λαιμῶν ὄπα , Σφιγγὸς κελαινῆς γῆρυν ἐκμιμουμένη . τῶν ἅσσα | ||
Λιβυσσᾶν γένος . ἴτω δίκα φανερός , ἴτω ξιφηφόρος φονεύουσα λαιμῶν διαμπὰξ τὸν ἄθεον ἄνομον ἄδικον Ἐχίονος γόνον γηγενῆ : |
οὑγὼ πέπονθα καί με † συμφοροῦσα † βαθεῖα κηλὶς ἐκ βυθῶν ἀναστρέφει λύσσης πικροῖς κέντροισιν ἠρεθισμένον οὗτοι γάρ , οὗτοι | ||
ἔν γε μὴν τοῖς τοῦ πίνακος τέρμασιν Ἀμφιτρίτη τις ἐκ βυθῶν ἀνέβη ἄγριόν τι καὶ φρικῶδες ὁρῶσα καὶ γλαυκόν τι |
: ἡ δ ' ἀντίη ἵστατο παιδός καί μιν ἄφαρ γναθμοῖο κατασχομένη προσέειπεν : “ Τίπτ ' ἐπιμειδιάᾳς , ἄφατον | ||
δ ' ἐπὶ Νῖρον ὄλεσσε βαλὼν ἀνὰ δηιοτῆτα δουρὶ διὰ γναθμοῖο , πέρησε δ ' ἀνὰ στόμα χαλκὸς γλῶσσαν ἔτ |
καθάπερ ὑμεῖς ἄνω καὶ κάτω τῆς πόλεως ἰοῦσαι . θ πρύμνηθεν ] ἀπὸ τῆς πρύμνης . θ εὗρε ] ἐπέτυχε | ||
τευχήρεις , ποτὶ δὲ ζυγὸν ἷζον ἕκαστος . Τῖφυς δὲ πρύμνηθεν ἐπήπυεν ἠδ ' ἐκέλευε κλίμακα νηὸς ἔσω ἐρύσαι , |
ἔπος ; Ξίφος , εἴ ποθεν , ἢ γένυν ἢ βελέων τι προπέμψατε . Ὡς τίνα δὴ ῥέξῃς παλάμαν ποτέ | ||
Ἑλλήσποντον ἵκοντο . οὐδέ κε Πάτροκλόν περ ἐϋκνήμιδες Ἀχαιοὶ ἐκ βελέων ἐρύσαντο νέκυν θεράποντ ' Ἀχιλῆος : αὖτις γὰρ δὴ |
ἠχεῖ ἢ βοὰ καὶ βοὴ καὶ φωνή . βοὰ ] ἠχή , φωνή . βοὰ ] ἦχος . θ ποτᾶται | ||
. Τὰ εἰς ΧΗ δισύλλαβα παραληγόμενα φωνήεντι προσηγορικὰ ὀξύνεται : ἠχή βληχή ψυχή βρυχή βροχή . τὸ δὲ τύχη καὶ |
ἐκ δίης : οἷον : αἰθέρος ἐκ δίης ὅτε Ζεὺς λαίλαπα τείνει , ὅτε , φησίν , ὁ Ζεὺς μετὰ | ||
ἀνδρῶν : ὡς δ ' ὅτε μηλοβοτῆρες ἐνὶ σταθμοῖσι μένωσι λαίλαπα κυανέην , ὅτε χείματος ἦμαρ ἵκηται λάβρον ὁμοῦ στεροπῇσι |
, βακτρεύμασι τυφλοῦ ποδὸς ἐξάγαγες ἐς φῶς λεχήρη σκοτίων ἐκ θαλάμων οἰκτροτάτοισιν δακρύοισιν , πολιὸν αἰθεροφαὲς εἴδωλον ἢ νέκυν ἔνερθεν | ||
ὀνείρων . αὐτὰρ ὁ ποντοπόρων Ἑλένην ἐπὶ σέλματα νηῶν ἐκ θαλάμων ἐκόμισε φιλοξείνου Μενελάου , κυδιόων δ ' ὑπέροπλον ὑποσχεσίῃ |
ἀλλὰ τότε μὲν ἱλαρᾷ τε καὶ εὐθυμουμένῃ , ὕστερον δὲ ἄχους τε πλέᾳ καὶ διατεθυμμένῃ . καὶ γὰρ αὖ πρὸς | ||
τοῦ κακοποιοῦ , παρὰ τὸ ἄχος , ἀπὸ δὲ τοῦ ἄχους τὴν βλάβην . Φωλεός . κυρίως ὁ σκοτεινὸς τόπος |
μάχην . πανυπείροχοι : πολυμεγάλαι . Ἀντίβολον : ἔμπροσθεν . πρώρης : τῆς . μετωπαδόν : ἐξ ἐναντίας . ἐγχρίμπτονται | ||
σφιν ἄρ ' ἐρήτυεν μεμαῶτας , δὴ τόθ ' ὑπὲρ πρώρης ὀλοὸν περιέζεεν ὕδωρ νειόθεν , ἐκ μυχάτου δὲ βυθοῦ |
δὲ συναίνυτο κάμπυλα τόξα πεπτεῶτ ' ἄλλυδις ἄλλα μετὰ στροφάλιγγι κονίης : ὅτι μέμιχε τὸν κατὰ τοῦ τόξου λόγον τῷ | ||
: στεγνὰ δέ οἱ πτερὰ πάντα καὶ ἔγχνοα , τοῖα κονίης ἢ καὶ ἀπὸ σπληδοῖο φαείνεται ὅστις ἐπαύρῃ . τῷ |
ἀμηχανεῖν τοὺς Πέρσας ὅποι φύγοιεν . πολλὰ μὲν γὰρ ἐκ χερῶν : πολλὰ μὲν γὰρ ἐκ χερῶν ἠράσσαντο πέτροισιν ἤγουν | ||
ἐπωτίδων ἄγκυραν ἐξανῆπτον , οἱ δὲ κλίμακας σπεύδοντες ἦγον διὰ χερῶν πρύμνης τ ' ἄπο πόντωι διδόντες τῆι ξένηι καθίεσαν |
ὑστάτην κεύθοντας ἐκ πυρὸς τέφρην κρωσσοῖσι ταρχυθεῖσαν , ἣ θέμις φθιτῶν , ἀλλ ' οὔνομ ' οἰκτρὸν καὶ κενηρίων γραφὰς | ||
Ἰφιγένεια ποιφύξει καὶ φυσήσει λεβητίζουσα καὶ ἑψῶσα τὰς σάρκας τῶν φθιτῶν ἤτοι τῶν ἀνθρώπων ἐν δαιταλουργίᾳ καὶ μαγειρικῇ τέχνῃ . |
ἡ μοῖρα πεποίηκεν . τηλόθι : καὶ νῦν ἔδει εἰπεῖν τηλόσε . ἔκποθεν ἄτης : ἔκ τινος βλάβης . στυγεράς | ||
νυ μήτηρ τῖλε κόμην , ἀπὸ δὲ λιπαρὴν ἔρριψε καλύπτρην τηλόσε : κώκυσεν δὲ μάλα μέγα παῖδ ' ἐσιδοῦσα . |
, κομήτην ζωογόνοις ἀκτῖσιν : ὅθεν περίφοιτος ἀλήτης πυκνὰ πολυσπερέων δαΐδων ἀμάρυγμα τινάσσων κῶνος ἀερσιπότητος ἐλαύνεται ὀξέϊ παλμῶι , ἧιχι | ||
ἄρ ' Εὐρυνόμη τε ἰδὲ τροφὸς ἔντυον εὐνὴν ἐσθῆτος μαλακῆς δαΐδων ὕπο λαμπομενάων . αὐτὰρ ἐπεὶ στόρεσαν πυκινὸν λέχος ἐγκονέουσαι |
αἴθωνα μεγάθυμον ἐν εἰλιπόδεσσι βόεσσι , ὤλετό τε στενάχων ὑπὸ γαμφηλῇσι λέοντος , ὣς ὑπὸ Πατρόκλῳ Λυκίων ἀγὸς ἀσπιστάων κτεινόμενος | ||
Κλέωνα λέγει . ἀγκυλοχείλης ] ἐπικαμπεῖς ἔχων τὰς χηλάς . γαμφηλῇσι : σιαγόσι . δράκοντα τὸν ἀλλᾶντα . κοάλεμον τὸν |
ἑὸν πτολίεθρον , ὑπὲρ ξείνοιο δ ' ἄνακτος μάρναται ἐκ θυμοῖο καὶ οὐκ ἐμπάζεται ἀνδρῶν ἐνθεμένη φρεσὶ θάρσος ἀταρτηρόν τε | ||
κρατερῆς χερὸς ἀλκῇ ἐγχείη στονόεσσα ποτὶ χθονὸς οὖδας ἔρεισε δευόμενον θυμοῖο . Βάλεν δ ' Εὐήνορα δῖον τυτθὸν ὑπὲρ λαπάρην |
γράφουσιν ἀντὶ τοῦ νυκτὸς ἀμείνω . πολλὸν ἀμείνω ? . κονίσαλος ὤρνυτ ' ἀελλής : ἡ διπλῆ ὅτι οὐ λέγει | ||
' ἐπὶ λᾶαν ἵησιν : ὣς ἄρα τῶν ὑπὸ ποσσὶ κονίσαλος ὄρνυτ ' ἀελλὴς ἐρχομένων : μάλα δ ' ὦκα |
θηρατὰς καὶ κύνας καὶ ἵππους , ἐπί τινα λόφον ὑψηλὸν ἀναθορὼν καὶ ἑαυτὸν ἀναστήσας ἐπὶ τῶν κατόπιν ποδῶν , οἷον | ||
πληθὺς αἰδουμένη παλίωξίν τε εἰργάσαντο . καὶ τῆς νίκης ἀρχομένης ἀναθορὼν αὖθις ἐπὶ τὸν ἵππον ἐπῄνει τὸν στρατὸν περιιὼν καὶ |
τὴν ἀντίαν θύραν : “ στῆ δὲ παρ ' ἀντίθυρον κλισίης Ὀδυσσῆϊ φανεῖσα . ” ἀναβησάμενοι ἀναβιβάσαντες . ἀνενήκατο ἀνεστέναξεν | ||
περὶ φρένας ἤλυθ ' ἰωή , ἐκ δ ' ἦλθε κλισίης καί σφεας πρὸς μῦθον ἔειπε : τίφθ ' οὕτω |
φθισήνορος ἄτη μαῖά τ ' ἐρικλαύστων πολέμων Ἔρις ἀλγεσίδωρος ἔφλεγον ἡμερίων δειλὸν γένος : οὐδέ τι θηρῶν κεκριμένοι πολέες μερόπων | ||
δωρουμένη . Ἔφλεγον : ἔφθειρον , παρεκίνουν , ἔκαιον . ἡμερίων : ἀνθρώπων . δειλόν : ἄθλιον . οὐδέ τι |
! ! ! [ [ ] φορον ? [ [ φεύγοντ ] ? [ [ ] υτα [ [ ] | ||
ληίδι θυμόν . Ἂν δὲ Φιλοκτήτης ὀλοῷ βάλε Πύρασον ἰῷ φεύγοντ ' ἐκ πολέμοιο : διέθρισε δ ' ἀγκύλα νεῦρα |
Ξενοφῶν ἀντιτίθησι τὸν ἤδη ἱππαζόμενονἀπαίδευτον , ἄγριον . πωλεῦσαι , δαμάσαι , πωλοδαμεῖν , ἐκπαιδεῦσαι , ἡμερῶσαι , ἀσκῆσαι , | ||
δὲ Αἴσωπος λαβὼν ἕψει . ὁ Ξάνθος οὖν θέλων εὐλόγως δαμάσαι αὐτόν , τοῦ Αἰσώπου διά τινα χρείαν εἰς τὸ |
Κορίνθιοι . παίζων οὖν παρονομάζει ἅμα μὲν πρὸς τὸ τῶν κόρεων ὄνομα , ἅμα δὲ διὰ τὸν πόλεμον , καὶ | ||
. ἀπολεῖ ] ἀπολῇ . ἀπόλωλ ' ] ὑπὸ τῶν κόρεων . μαλθακιστέ ' ] ⌈ καταρᾳθυμητέα καταρᾳθυμητέον . [ |
μὴ εὐθεῖαν . * ἴλλων : συστρεφόμενος περιβλέπων περιστρεφόμενος στρέφων δοχμός : ἀνακρούων ἤτοι ἀνακόπτων ἢ ἐναντιούμενος τῇ τοῦ ἑρπετοῦ | ||
ταναηκέϊ : μακρῷ , μακρᾷ . δοχμόν : πλαγίως . δοχμός : πλάγιος . δόχμιος : πλάγιος . Ἡ δέ |
θοοῦ Ἀχιλῆος ἐρωήν , ἢ κραιπνῶς ἵπποιο κατ ' ὠκυτάτοιο θοροῦσα λίσσεσθ ' ἀνέρα δῖον , ὑποσχέσθαι δέ οἱ ὦκα | ||
. ἢ παρὰ τὸ πολεῖν καὶ τὸ θορεῖν , ἡ θοροῦσα ταχέως . . . . βλωμός : ὁ ψωμός |
κατὰ χθονὸς οὖδας ἐρείδων : ἄλλοτε δ ' ἀλλοίως ὑπὸ χείρεσι δηριόωντο . Λαοὶ δ ' ἔνθα καὶ ἔνθα μέγ | ||
φρεσὶ σῇσι δαείης : ὁππότε γάρ μιν πάγχυ κάμῃς ἐνὶ χείρεσι πάλλων , ἐξαπίνης ὄρσει νεογιλοῦ παιδὸς ἀϋτήν , μαίης |
καὶ πάλιν : οἱ δεξιτερὴ μὲν ἐπὶ κλισμὸν τετάνυσται πενθερίου δίφροιο . καὶ ὡς ἐπὶ τοῦ Ὄρνιθός φησι : δεξιὰ | ||
. , . . Ἀϊχθῆναι : ὁρμηθῆναι : ὦσεν ὑπὲκ δίφροιο ἐτώσιον ἀϊχθῆναι , . . . Ἀΐω : [ |
δ ' αὖτε δυώδεκα δῶκεν ἕπεσθαι Μηδείῃ δμωὰς Φαιηκίδας ἐκ μεγάροιο . Ἤματι δ ' ἑβδομάτῳ Δρεπάνην λίπον : ἤλυθε | ||
] : [ ] [ [ ] ε διὲκ ? μεγάροιο [ ] θύραζε συν ? [ [ μελάμπυγον ] |
γηρύσαιτο δὲ νεβρὸς ἀπὸ ψυχὴν ὀλέσασα , ὀξείης κάκτου τύμμα φυλαξαμένη . ἀλλὰ μὴν καὶ κινάραν ὠνόμασε παραπλησίως ἡμῖν Σώπατρος | ||
Γηρύσαιτο δὲ νεβρὸς ἀπὸ ψυχὴν ὀλέσασα , ὀξείης κάκτου τύμμα φυλαξαμένη . Λευγαλέος δὲ χιτὼν πεπινωμένος , ἀμφὶ δ ' |
] κατ ' ἀλήθειαν . δῆθ ' ] ἀληθῶς . μελέους ] δυστυχεῖς . μελέους ] ἀθλίους . δόμων ] | ||
κἀγὼ σέ , τὴν δοκοῦσαν Ἰδαίαν πόλιν μολεῖν Ἰλίου τε μελέους πύργους . πρὸς θεῶν , δόμων πῶς τῶν ἐμῶν |
αὐτῷ ἄτη ἀνιηρὴ περικάππεσε : πᾶν δέ οἱ εἴσω ἔζεσε φοίνιον αἷμα , χολὴ δ ' ὑπερέβλυσεν αἰνή , ἥπατι | ||
πατρῴου δ ' ἀντ ' ἐπίξηνον μένει , θερμῷ κοπείσης φοίνιον προσφάγματι . οὐ μὴν ἄτιμοί γ ' ἐκ θεῶν |
ἄκριτον [ ἤλασα ] μοῖραν ; καὶ ? ? ? θυεν ? ? οισ ! ! ! ! ! ! | ||
ἄκριτον [ ἤλασα ] μοῖραν ; καὶ ? ? ? θυεν ? ? οισ ! ! ! ! ! ! |
' ὡς τάχιστ ' ἄγε . Στρωμάτων δὲ ποικίλων καὶ χλανιδίων καὶ ξυστίδων καὶ χρυσίων , ὅς ' ἐστί μοι | ||
, ἀλλὰ τὴν δίκην σέβω . ὀλόμαν ὀλόμαν ἀποχηρωθείς λεπτοσπαθήτων χλανιδίων ἐρειπίοις θάλπουσα καὶ ψύχουσα καὶ πόνῳ πόνον ἐκ νυκτὸς |
ἀρμένων . πολύνυμφον λέγει δὲ τὴν Ἑλένην . καὶ τὴν ἄνυμφον πόρτιν καὶ τὴν πολύανδρον δάμαλιν ἁρπάσας σὺ ὁ λύκος | ||
ἀνάκλητος Ἀνακτόριος Ἀναξιδώρα ἀνδραποδοκλόπος ἀναστρέφων ἀναψύχουσα ἀνόσητος ἀνούστερος , ἀνουστέρα ἄνυμφον ἀολλεῖς ἀπαιόλημα ἁπαλά ἀπάνθρωπος ἀπολωπίσαι ἀπόμορφα ἀποφανῶσαι Ἀργειφόντης ἀρραγῶς |
; πῶς ἀγῶνος ἥκομεν ; οὐκ οἶδα πλὴν ἕν : φόνιον οἰμωγὴν κλύω . ἤκουσα κἀγώ , τηλόθεν μὲν ἀλλ | ||
τεμῶ πέπλων τε λευκῶν μέλανας ἀνταλλάξομαι παρῆιδί τ ' ὄνυχα φόνιον ἐμβαλῶ † χροός † . μέγας γὰρ ἁγὼν καὶ |
τοῖς πόθοις κρατοῦσα ὑπὸ τῶν ῥόδων κρατύνῃ . Χθονίῳ βραχεῖ βελέμνῳ Παφίην Ἔρως δαμάζει , γλυκερὸν βέλος φυτεύει ῥόδον , | ||
, εὖτ ' ἀπὸ πέτρης ἄγριον αἶγα βάλῃσιν ἀνὴρ στονόεντι βελέμνῳ : ὣς ὃ πεσὼν τετάνυστο , λίπεν δέ μιν |
ἄνω βλέπουσα , ὁ δὲ λέων , οἷα ἀδημονῶν καὶ ἀλύων ὑπὸ τοῦ ἄχους ὡς ἄνθρωπος , εἶτα ἐν τοῖς | ||
ἐκ τῶν βασιλείων ὑπάγων λάθρᾳ τῆς θεραπείας περιῄει τὴν πόλιν ἀλύων ὅπου τύχοι δεύτερος ἢ τρίτος : μετὰ δὲ ταῦτα |
ἡσύχασεν . 〛 Ἄλλως . ἀντὶ τοῦ ἡσύχασεν ἡ θάλασσα κυμαίνουσα κατακηρουμένη . . ἀντὶ τοῦ ἐκτύπησεν . . ἄνακτας | ||
, ἀναπνεύσῃ δὲ θάλασσα χείματος εὐδιόωσα γαληναίη τε γένηται ἤπια κυμαίνουσα , τότ ' ἰχθύες ἄλλοθεν ἄλλοι πανσυδίῃ φοιτῶσι γεγηθότες |
, ἄνεμος : λέγεται δὲ καὶ οὖρος ὁ φύλαξ καὶ ἰθυντήρ . οὖρος δὲ ὁ ἄνεμος , παρὰ τὸ οὐρόειν | ||
: σκοτεινῆς . ἢ διωλυγίης ἀντὶ τοῦ ἐπιπολὺ διηκούσης . ἰθυντήρ : κυβερνήτης . τεναγώδεα : πηλώδη . τέναγος δέ |
καλάμω δὲ πλάνον κατέσειον ἐδωδάν . καί τις τῶν τραφερῶν ὠρέξατο : καὶ γὰρ ἐν ὕπνοις πᾶσα κύων † ἄρτον | ||
περ ἀμφιβαλόντε ἀλλήλους ὀλοοῖο τεταρπώμεσθα γόοιο . Ὣς ἄρα φωνήσας ὠρέξατο χερσὶ φίλῃσιν οὐδ ' ἔλαβε : ψυχὴ δὲ κατὰ |
κατέκρυπτεν ὑπὸ τοῖς πέπλοις , καὶ μίαν ἐνέγκασα διὰ τῶν στέρνων πληγὴν ἕως τῆς καρδίας ὠθεῖ [ τὸ ξίφος . | ||
τῇ χειρί . Τὸν γοῦν πρώτως ἐπιόντα βάλλει κατὰ τῶν στέρνων τῷ ὀϊστῷ καὶ εὐθὺς τοῦτον καταβάλλει τοῦ ἵππου . |
καὶ πλησιάζει ἡμῖν τι ἢ κατά τι ἡμῖν προσπελάζει βοὴ πεδιοπλόκτυπος , ἤγουν τῶν ἁρμάτων , κτύπον ἐμποιοῦσα τῇ γῇ | ||
ἀπὸ τῶν ὀρῶν κατερχομένου καὶ κτυποῦντος . . . . πεδιοπλόκτυπος ] καὶ τὸ τῆς γῆς δέ μου πέδον κατακτυπούμενον |
ἀλαζονείας . ἀκόμπαστος ] ἄνευ ἐπάρσεως καὶ ἀλαζονείας . Ξ ἀκόμπαστος ] ἔξω ἀλαζονείας . ἀκόμπαστος ] + ἤγουν χωρὶς | ||
ἄδωρος χάρις δράκοντος αἱματωπὸν ὄμμα αἱματοσταγῆ κηλῖδα τέγγῃ ἀκόμπαστος λόγος ἀκόμπαστος φάτις οὔ σοι παραινῶ μηχανωμένῃ κακὰ ἐχθροῖσι , σαυτῇ |
. Κύπρις μὲν δολόμητις ἀναπτύξασα καλύπτρην καὶ περόνην θυόεντα διαστήσασα κομάων χρυσῷ μὲν πλοκάμους , χρυσῷ δ ' ἐστέψατο χαίτην | ||
νοτερὴ δ ' ἀνεκήκιεν ἅλμη [ ] ς βρεκτῶν τε κομάων : [ πολυνείκεος ] αἰθύσσηισιν [ θαλασσογενῆ ] ? |
αὐτὸς αὑτῷ σκευάσας δεῖπνον καὶ συνθεὶς εἰς σπυρίδα παρά τινα δειπνήσων ἴῃ . σύνδειπνον εἴρηκεν ἐπὶ συμποσίου Λυσίας ἐν τῷ | ||
αὐτὸς αὐτῷ σκευάσας δεῖπνον καὶ συνθεὶς εἰς σπυρίδα παρά τινα δειπνήσων ἴῃ . σύνδειπνον δὲ καὶ ἄλλοι τε καὶ Πλάτων |
ἐμὸν ὁπλίζων καὶ διεγείρων λόγον . ὡς ἐπεὶ σπλάγχνων ὑπὸ ματέρος αὐτίκα : διηγήσομαι , φησίν , ὅπως ἐκ τῆς | ||
ἐρωτύλα , καί με δίδασκε θνατῶν ἀθανάτων τε πόθως καὶ ματέρος ἔργα . κἠγὼν ἐκλαθόμαν μὲν ὅσων τὸν Ἔρωτα δίδασκον |
ἀναπῖνον τὸν ἰόν ἰὸν ἀποπνεῖον ] τὸ φάρμακον αὐτῆς πνέον στομίων ] τῶν στομάτων καὶ τὸ ἀποφώλιον ἆσθμα , ὅ | ||
χαλεπὸν ἆσθμα , τουτέστι τὴν χαλεπὴν πνοὴν τῆς ἐχίδνης τῶν στομίων κεῖνο ] ἐκεῖνο κεῖνο ποτὸν καὶ ζύμωμα : τοὺς |
χαλκῷ : ἀγκίστρῳ . Πεῖρεν : ἐσούβλισεν , ἐκέντησεν . ἀνακρούων : ἀνελκύων . ἐέργων : κωλύων . Ἀναγκαίῃσι : | ||
: τῶν δὲ ἐν Ὀδυσσείᾳ διὰ μουσικῆς παιδευόντων ὁ μὲν ἀνακρούων τοὺς μνηστῆρας τῆς τε ἐς τὴν Πηνελόπην ὕβρεως καὶ |
τοῦ ἀπὸ τῶν [ πρεσβυτάτων ] , ὡς δαΐδων ὕπο λαμπομενάων [ ] οἱ πολέμιοι ἐσβάλοιεν : ἀντὶ τοῦ ἐσέβαλλον | ||
ταμεσίχροας : ὄσσε δ ' ἄμερδεν αὐγὴ χαλκείη κορύθων ἄπο λαμπομενάων θωρήκων τε νεοσμήκτων σακέων τε φαεινῶν ἐρχομένων ἄμυδις : |
ταύρου χολὴν , ἢ νίτρον ξὺν μέλιτι , ἢ ῥοιῆς ὀξείης χοίνικα ξὺν μέλιτι καὶ ἀλήτῳ κριθίνῳ . Εἰ δὲ | ||
κρυεροῦ θανάτοιο : τύμματα δ ' εἰναλίοιο πελιδνήεντα δράκοντος τρυγόνος ὀξείης τε καὶ ἀμφιβίου σμυραίνης ἰᾶται πυρσωπὸν ἀνελκόμενον χροὸς ἧπαρ |
ὥραν . † τε † ὑπὸ στεροπᾶς φλέγων Θρηίκιος Βορέας ἀίσσων παρὰ Κύπριδος ἀζαλέαις μανίαισιν ἐρεμνὸς ἀθαμβὴς ἐγκρατέως πεδόθεν † | ||
ὥραν , ἅθ ' ὑπὸ στεροπᾶς φλέγων Θρηίκιος βορέας , ἀίσσων παρὰ Κύπριδος ἀζαλέαις μανίαισιν ἐρεμνὸς ἀθαμβὴς ἐγκρατέως παιδόθεν φυλάσσει |
ἀγέλαστος : ὁ μὴ πρὸς γέλωτα ἐπιτήδειος , καὶ ὁ στυγνός . ἔστι δὲ καὶ πέτρα Ἀθήνησιν οὕτω λεγομένη . | ||
ἀγέλαστος : ὁ πρὸς γέλωτα οὐκ ἐπιτήδειος . καὶ ὁ στυγνός . ἔστι δὲ καὶ πέτρα Ἀθήνησιν οὕτω λεγομένη . |
ἄπει τὸ λέχος ἐκφυγοῦσα : ἐμὲ ὡς μίαν ἕξει τῶν Δαναΐδων : τὸ τολμηρὸν γύναιον : ἐξωνείδισεν : καυχωμένη εἶπεν | ||
μὴ ὑπέραντλος εἰσπεσὼν ἐπικλύσω αὐτόν ; ὥστε ἐς τὸν τῶν Δαναΐδων πίθον ὑδροφορήσειν μοι δοκῶ καὶ μάτην ἐπαντλήσειν , τοῦ |
καρκίνῳ ἢ ὥστε τὸν μοχλὸν ὑπωθεῖσθαι ἐπικλειομένων τῶν πυλῶν καὶ ἀνοιγομένων : τὸν δὲ καρκίνον ἐσκευάσθαι , ὅπως ὑπὸ τὴν | ||
νυκτὸς φέρειν τὰ λαμβανόμενα . νυκτὸς οὖν αὐτῷ τῶν πυλῶν ἀνοιγομένων , συνθέμενος Ἀννίβᾳ καὶ στρατιώτας λαβών , τοὺς μὲν |
. . . . ἀμυνόμενοι σφῶν τ ' αὐτῶν καὶ κλισιάων : ἡ διπλῆ ὅτι λείπει ἡ ὑπέρ πρόθεσις . | ||
τε λειμών , ὣς τῶν ἔθνεα πολλὰ νεῶν ἄπο καὶ κλισιάων ἐς πεδίον προχέοντο Σκαμάνδριον : αὐτὰρ ὑπὸ χθὼν σμερδαλέον |
ἐρείσας παιδοκόμωι πήχυνε φιλήματι μητρὸς ὀπώρην . ὃς δὲ πολυρραθάμιγγος ὀπιπεύων χύσιν ὄμβρου βαιὴν χεῖρα τάνυσσε περίσσυτον ἠέρι πέμπων , | ||
πλησσομένας ἀπὸ τῆς ἁλός . παραβλῶπες παραβλέπουσαι . παρθενοπῖπα παρθένους ὀπιπεύων , ὅ ἐστι περισκοπῶν . παρέξ παρεκτός . παρήπαφεν |
' ἄρ ' Ἀγκαῖος Λυκοόργοιο θρασὺς υἱός αἶψα † μέλαν τεταγὼν πέλεκυν μέγαν ἠδὲ κελαινόν ἄρκτου προσχόμενος σκαιῇ δέρος ἔνθορε | ||
παῖδα δ ' ἑλὼν ἐκ κόλπου ἐυπλοκάμοιο τιθήνης ῥῖψε ποδὸς τεταγὼν ἀπὸ πύργου , τὸν δὲ πεσόντα ἔλλαβε πορφύρεος θάνατος |
ἐρεβίνθοις καὶ δίδου τρίτον καὶ εὐθέως λαλήσει . [ Αὐξητικὰ πλοκάμων καὶ πώγωνος , εἰ ἐπιῤῥέουσι . ] Τεῦτλον μετὰ | ||
] τὰς δὲ νέας καὶ γηραιὰς ἄγεσθαι κεχειρωμένας ἀπὸ τῶν πλοκάμων ἱππηδὸν , ἤτοι δίκην ἵππων , τουτέστι μετὰ ἀνάγκης |
ἄνθρωποι . ἐπιβρίσαντες : δεσμήσαντες . Οὐρήων : ἡμιόνων . ταλαεργόν : ἐργοπόνον , ἀχθοφόρον : γράφεται τίνων ταλαεργῶν . | ||
ἄνθρωποι . ἐπιβρίσαντες : δεσμήσαντες . Οὐρήων : ἡμιόνων . ταλαεργόν : ἐργοπόνον , ἀχθοφόρον : γράφεται τίνων ταλαεργῶν . |
κεραύνιαί τ ' ἐκ Διὸς πυρίβολοι πλαγαὶ λέχεά θ ' Ἁλίου . ὦ δυστάλαινα τῶν ἀμετρήτων κακῶν Ὠκεανοῦ κόρα , | ||
δὲ ναυβάται [ φωτὸς ] ὑπεράφανον [ θάρσος ] : Ἁλίου τε γαμβρῷ χόλωσεν ἦτορ , ὕφαινέ τε ποταινίαν μῆτιν |
, τουτέστι τὸν δεσμὸν ἢ τὴν νευρὰν , τῆς χρυσῆς φαρέτρης ἀναλύει . Ἀλλ ' οὗτος μὲν ὁ Ἀπόλλων ἵλεως | ||
, βαλέειν δέ ἑ θυμὸς ἀνώγει . ἤτοι ὃ μὲν φαρέτρης ἐξείλετο πικρὸν ὀϊστόν , θῆκε δ ' ἐπὶ νευρῇ |
ἀμνημόνευτος θεὰν προδοῦς ' ἁλίσκεται . ὦ τλῆμον Ἰφιγένεια , συγγόνου μέτα θανῆι πάλιν μολοῦσα δεσποτῶν χέρας . ὦ πάντες | ||
γε συμφορὰς εὐκλεᾶ με θήσει . τάλαιν ' ἐγὼ σῶν συγγόνου θ ' ὑβρισμάτων , ὃς ἐκ δόμων νέκυς ἄθαπτος |
Μελήσιος . Ληίδα : ἐκ νηῶν αὐτῇσι δ ' ἀπείρονα ληίδα κούραις . λεία ἡ λαφυραγωγία ἢ πραῖδα , καὶ | ||
λαοὶ πέρθεσκον ἐναύλους ἐκ νηῶν , αὐτῇσι δ ' ἀπείρονα ληίδα κούραις δεῦρ ' ἄγον . οὐλομένη δὲ θεᾶς πορσύνετο |
κλαγγηδὸν ἐπειγόμεναι βρωμοῖο χειμῶνος μέγα σῆμα , καὶ ἐννεάγηρα κορώνη νύκτερον ἀείδουσα , καὶ ὀψὲ βοῶντε κολοιοί , καὶ σπίνος | ||
† ἀνδρὸς εὐτυχοῦντος , ὡς δυσμενοῦς ὑπερτέρου , ἐλπίς ἐστι νύκτερον τέλος μολεῖν , παγκλαύτων ἀλγέων ἐπίρροθον . ὅ τοι |
ἁ πτεροῦσσα παρθένος τιν ' ἀνδρῶν . χρόνωι δ ' ἔβα Πυθίαις ἀποστολαῖσιν Οἰδίπους ὁ τλάμων Θηβαίαν τάνδε γᾶν τότ | ||
ἄλοχον πάιδάς τε φίλους , ὃ δ ' ἐς ἄλσος ἔβα δάφναισι κατάσκιον ποσὶν πάις Διός . καὶ Ἀντίμαχος δ |
οὐδὸν ἄμειψεν ὀξέα δενδίλλων : αὐτῷ δ ' ὑπὸ βαιὸς ἐλυσθείς Αἰσονίδῃ , γλυφίδας μέσσῃ ἐνικάτθετο νευρῇ , ἰθὺς δ | ||
δὲ δουρί ὀστέον ἐρραίσθη : ὁ δ ' ἐνὶ ψαμάθοισιν ἐλυσθείς μοῖραν ἀνέπλησεν . τὴν γὰρ θέμις οὔποτ ' ἀλύξαι |
μὲν οὖν κύνας τε καὶ θηρῶν βρόχους , δμῶες , κομίζετ ' ἐς δόμους τυραννικούς . ἐγὼ δ ' ἐμαυτὸν | ||
ἀσφαλεστάτην : ἐχθρὸς μὲν ἁνήρ , ὠφελεῖ δὲ κατθανών , κομίζετ ' αὐτόν , δμῶες , εἶτα χρὴ κυσὶν δοῦναι |
αὐτοῦ τὸ σῶμα κατεπτέρωτο , αὐχμηραὶ δὲ ἐκ κεφαλῆς καὶ γενύων τρίχες ἐξηνέμωντο , πῦρ δὲ ἐδέρκετο τοῖς ὄμμασι . | ||
ῥοπὴν ἐς σωτηρίην . Τράχηλος σκληρὸς καὶ ἐπώδυνος , καὶ γενύων σύνδεσις , καὶ φλεβῶν σφαγιτίδων παλμὸς ἰσχυρὸς , καὶ |
δ ' Ἰτυμονῆα πελώριον ἠδὲ Μίμαντα , τὸν μὲν ὑπὸ στέρνοιο θοῷ ποδί , λὰξ ἐπορούσας , πλῆξε καὶ ἐν | ||
ἰξάλου αἰγὸς Ἀγρίου , ὅν ῥά ποτ ' αὐτὸς ὑπὸ στέρνοιο τυχήσας [ βάλε ] Πέτρης ἐκβαίνοντα : ἰδοὺ γὰρ |
πέπλοισι δέμας φρίσσουσα καλύπτει Χειμερίη ζοφόεσσα , καὶ ἐκ προχόου νιφετοῖο κρυμαλέον πέμπουσα πολυσταγὲς ἔβλυσεν ὕδωρ . καὶ δέμας ἀγκλίνασα | ||
, καὶ παλάμην ἐδίηνε χυτὸς ῥόος ἐκ νεφελάων δίψιον ἐκ νιφετοῖο διάβροχον ἄνθος ἀέξων . Καὶ χθονίου γυάλοιο θεμείλια νέρθεν |
δὲ εὑρεθῇ , διώκεται . ἐὰν μὲν οὖν εἰς τὴν ἄρκυν ἐμπίπτῃ , τὸν ἀρκυωρὸν ἀναλαβόντα τὸ προβόλιον προσιέναι καὶ | ||
: τοῦ λίνου τὸ περίφραγμα : γράφεται ἄρκυν ὀλέθρου . ἄρκυν : ἕρκος , βρόχον , δίκτυον . Τεχνάζει : |
βάλοις δοιὼ ὀρόβοιο : εὐ δ ' ὑπέρῳ μίξας συνδονέων μυχόθεν αἴνυσο καὶ δινήεντας ἀνάπλασσε τροχίσκους : τοὺς δ ' | ||
καθαραῖς . παρηγορίαις ] θεραπείαις . πελάνωι ] θύματι . μυχόθεν ] ἤγουν ἐκ τῶν μυχῶν , τουτέστι τῶν θαλάμων |
ἐδάην : τὰ δὲ πολλὰ καὶ ὄλβια τῦφος ἔμαρψε . στείχεις δή , φίλε κυρτών , βαίνεις τ ' εἰς | ||
: τὰ δὲ πολλὰ καὶ ὄλβια τῦφος ἔμαρψεν . * στείχεις δή , φίλε κυρτών , † βαίνεις εἰς Ἀΐδαο |
ἕσσασθαι χλαῖνάν τε χιτῶνά τε , τοὶ δέ , βοείαις δησάμενοι σειρῇσιν , ἐυπλέκτοισι κάλωσιν εἷλκον ὑπὲρ πεδίοιο , θοῶν | ||
σκοπιῆς τηλαυγέος ἀθρήσαντες ἀγρευτῆρες ὄρουσαν , ἐριτμήτοισι δ ' ἱμᾶσι δησάμενοι καθιᾶσιν ἐΰστροφα τυκτὰ μέλαθρα , ὀπταλέον κἀκεῖσε δόλον κρύψαντες |
καὶ τὰς παρασπάδας καὶ τὰ μοσχεύματα μεταφυτεύεσθαι . ἀπὸ δὲ πασσάλου καὶ κλάδων φυτεύεται ἀμυγδαλῆ , ἀππιδέα , συκάμινον , | ||
. Τούτῳ τῷ μηνὶ φυτεύσομεν πᾶν δένδρον καὶ κάστανον ἀπὸ πασσάλου , μάλιστα ἐν τοῖς ψυχροτέροις καὶ ὑγροτέροις τόποις . |
δὲ ποδοῖιν ἄκμονας ἧκα δύω , περὶ χερσὶ δὲ δεσμὸν ἴηλα χρύσεον ἄρρηκτον ; σὺ δ ' ἐν αἰθέρι καὶ | ||
δὲ ποδοῖιν ἄκμονας ἧκα δύω , περὶ χερσὶ δὲ δεσμὸν ἴηλα χρύσεον ἄρρηκτον , σὺ δ ' ἐν αἰθέρι καὶ |
εἷς δ ' ἐνόρουσε βοάσαις . ἔννεπε δ ' ἀντίον ὁρμαίνων τέρας εὐθὺς Ἀπόλλων : Πέργαμος ἀμφὶ τεαῖς , ἥρως | ||
προθυμούμενος . ὁρμαίνων ] ὁρμῶν . ὁρμαίνει ] ὁρμᾷ . ὁρμαίνων ] σφαδάζων . θ ὁρμαίνει ] ταράττεται . Ξ |
Ἰὼ ἰώ : ἔπαγ ' ἔπιθ ' ἐπίφερε πολέμιον ὁρμὰν φονίαν , πτέρυγά τε παντᾷ περίβαλε περί τε κύκλωσαι : | ||
Τυνδαρίδαι ; καὶ σοί : Φοίβωι τήνδ ' ἀναθήσω πρᾶξιν φονίαν . τίς δ ' ἔμ ' Ἀπόλλων , ποῖοι |
ὀροφὰς προσανέβαινον , ἄλλοι δὲ διηγωνίζοντο πρὸς τοὺς ἀπὸ τῶν στεγῶν ἀμυνομένους . οὐ μὴν οὐδὲ τοῖς εἰς τὰ τεμένη | ||
⊂ : ἡ δὲ δευτέρα ε , καὶ ἕως πέντε στεγῶν τὸ αὐτὸ ὕψος λαμβανουσῶν : αἱ δ ' ἐπίλοιποι |
παρὰ Νεῖλον ἔστησαν βορέαο κακὴν προφυγόντες ὁμοκλήν , ἦμος ἀποψύχοντα κυβερνητῆρα Κάνωβον Θώνιος ἐν ψαμάθοις ἀθρήσατο : τύψε γὰρ εὐνῇ | ||
] ἐπιμάρτυρα πᾶσι φυλάσσεις [ ] [ Ζῆνα ] γιγαντοφόνοιο κυβερνητῆρα χορείης [ . ] [ Ζῆνα γὰρ ] αὐτὸν |
ξύμμετρόν τε τῶι παιδὶ δαλόν . ἐπεὶ . . . κελάδησε ] ἐξότε πεσὼν ἀπὸ τῆς μητρὸς ἐβόησεν , τουτέστιν | ||
καταίθουσα παιδὸς δαφοινὸν δαλὸν ἥλικ ' , ἐπεὶ μολὼν ματρόθεν κελάδησε , ξύμμετρόν τε διαὶ βίου μοιρόκραντον ἐς ἦμαρ . |
' πολακτίσῃς λέχος τὸ Ζηνός , ἀλλ ' ἔξελθε πρὸς Λέρνης βαθὺν λειμῶνα , ποίμνας βουστάσεις τε πρὸς πατρός , | ||
ναῦται πρῶτα Καρνῖται κύνες , οἳ τὴν βοῶπιν ταυροπάρθενον κόρην Λέρνης ἀνηρείψαντο , φορτηγοὶ λύκοι , πλᾶτιν πορεῦσαι κῆρα Μεμφίτῃ |
, ἐπεὶ διώκει παῖς ποτανὸν ὄρνιν , πόλει πρόστριμμα θεὶς ἄφερτον : λιτᾶν δ ' ἀκούει μὲν οὔτις θεῶν : | ||
] τὸν μισθὸν τῆς ἁμαρτίας . σπαρνὰς ] σπανίους . ἄφερτον ] βαρύν . οὐκ ἀναίνομαι ] ἀλλὰ χαίρω ἐν |
ἐκεῖσε . ἰφθίμοις : ἰσχυροτάτοις . Δούρασι : κοντοῖς . καταΐγδην : συντόμως . Πέφνουσι : βάλλουσιν . Κεφαλῇφιν : | ||
ἐξερύσωσιν ἐπ ' ᾐόνας : ἔνθα δὲ δούροις ἄνδρες ἐπασσυτέροισι καταΐγδην ἐλόωντες κρᾶτα συνηλοίησαν , ὁ δ ' ὄλλυται ἄφρονι |
ἀγκοίνῃσιν ἑλισσόμενοι δονέονται . χρειὼ δ ' ἐκ πέτρης τε θορεῖν πέτρην τ ' ἀνοροῦσαι ῥηϊδίως : χρειὼ δὲ πόνου | ||
ἀνάπαυσιν ταχεῖα . θούριδος ἀλκῆς τῆς πηδητικῆς , παρὰ τὸ θορεῖν , ὅ ἐστι πηδᾶν . θρέξαι δραμεῖν . θρασυμέμνονα |
δ ' ἔρος οὐδεμίαν κατακητος ὥραν , ἅθ ' ὑπὸ στεροπᾶς φλέγων Θρηίκιος βορέας , ἀίσσων παρὰ Κύπριδος ἀζαλέαις μανίαισιν | ||
' ἔρος οὐδεμίαν κατάκοιτος ὥραν . † τε † ὑπὸ στεροπᾶς φλέγων Θρηίκιος Βορέας ἀίσσων παρὰ Κύπριδος ἀζαλέαις μανίαισιν ἐρεμνὸς |
ποδὸς ἑλκύσας . „ τοῦ δὲ λύκου τοῖς ὀδοῦσι τὸν σκόλοπα ἐξελκύσαντος ὁ ὄνος κουφισθεὶς τῆς τοῦ ποδὸς ἀλγηδόνος λακτίσας | ||
τὴν αἰθρίαν . εἴρηται παρὰ τὸ σκῶλον , ὅ ἐστι σκόλοπα , τῷ ἑνὶ ποδὶ ἅλλεσθαι , ἀπὸ τῶν πατούντων |
κρυεροῦ διὰ χώρου , ἀργυροειδὲς ὕδος προρέων , λίμνη τε κελαινή ἀνδέχεται : παταγεῖ δὲ παρ ' ὄχθαισιν ποταμοῖο δένδρεα | ||
, οὐδ ' ἐπὶ μῶλον δηθύνει , θαλάμης δὲ διαΐξασα κελαινή , αὐχένα γυρώσασα , χόλῳ μέγα παιφάσσουσα ἀντιάᾳ : |
ἄφρονα δῶρον : ὁ δ ' οὐκ ἀπανήνατο χρειώ . ἐξότε γηραλέον μὲν ἀεὶ φλόον ἑρπετὰ βάλλει ὁλκήρη , θνητοὺς | ||
' ἄχος αἰνὸν ἔτυψεν , ἐπεὶ πάρος οὐ μετιοῦσαν ἔδρακεν ἐξότε πρῶτα λίπεν θάλαμόν τε καὶ εὐνήν , χωσαμένη Ἀχιλῆος |
[ ] τὰς ? ' ὀτρύνν [ [ ] εσιν λεοντ ? [ [ ] οππα [ [ ] ´ | ||
λτ ? [ ! ] ! [ ! ] [ λεοντ ? [ χειρεστ ? ? ? ? [ απασ |
. κοσκυλματίοις ] ἤτοι κολακεύμασιν . εἴρηται δὲ ἀπὸ τῶν δερματίων . κοσκυλμάτια γάρ εἰσι τὰ περιτεμνόμενα περιττὰ τμήματα ἀπὸ | ||
” δερματικὸν ἂν εἴη λέγων ὁ ῥήτωρ τὸ ἐκ τῶν δερματίων τῶν πιπρασκομένων περιγινόμενον ἀργύριον . Δερμηστής : Λυσίας ἐν |
Αἴαντος δ ' ἀλέεινε μάχην Τελαμωνιάδαο . Ζεὺς δὲ πατὴρ Αἴανθ ' ὑψίζυγος ἐν φόβον ὦρσε : στῆ δὲ ταφών | ||
αὐτὰρ ὃ αὖτις ἰὼν πάϊς ὣς ὑπὸ μητέρα δύσκεν εἰς Αἴανθ ' : ὃ δέ μιν σάκεϊ κρύπτασκε φαεινῷ . |
αἱ φαρμακίδες εἰς φίλτρα × . ὁμοίως τὸ ἐν βρόχοις μάρψας ἀφύκτοις : οἱ γὰρ ἐρῶντες δίκην δεσμοῦ ἕλκονται πρὸς | ||
ἔργα , σὺν δ ' ὅ γε δὴ αὖτε δύω μάρψας ὁπλίσσατο δεῖπνον . δειπνήσας δ ' ἄντρου ἐξήλασε πίονα |
ἄρτον ἀεικῶς , καί ποτέ τις εἴπῃ σμικρὸν τυροῦντ ' ἐσιδοῦσα : πῶς ; φιλίων ὁρμὴν παρ ' Ἀθηναίοισιν ἀείσας | ||
ἐρετμοῦ , λυσάμενοι προὔτειναν ἐν οἴδμασιν : ἡ δ ' ἐσιδοῦσα ἔσσυτο καὶ γενύων προΐει μένος , αἶψα δὲ σειρῇ |
δ ' ὅτε τις νούσῳ τε καὶ ἀργαλέῃ μέγα δίψῃ αἰθόμενος κραδίην ἀδινὸν κέαρ αὐαίνηται , ὅν τε περιζείουσα χολὴ | ||
πελαγίων θ ' ὅσα τε γᾶ τρέφει τά τ ' αἰθόμενος ἅλιος δέρκεται ἄνδρας τε : συμπάντων βασιληίδα τιμάν , |
' ἔβραχεν αἰόλα τεύχη . Εὐρύπυλος δέ οἱ αἶψα πολύστονον εἴρυσεν αἰχμὴν ἐκ χροὸς οὐταμένοιο καὶ εὐχόμενος μέγ ' ἀύτει | ||
νύξ ' ἔγχεϊ ὀκριόεντι αἰδοίων ἐφύπερθε : θοῶς δέ οἱ εἴρυσεν αἰχμὴ ἔγκατα : τοῦ δ ' ὤκιστα ποτὶ ζόφον |
ἡνίκα ἐκ δείπνων : ἐπὶ τοῖς ὀφθαλμοῖς : διασκορπίζεται : μολπᾶν δ ' ἄπο καὶ χαροποιῶν : τουτέστι : καταπαύσαντες | ||
ἦμος ἐκ δείπνων ὕπνος ἡδὺς ἐπ ' ὄσσοις σκίδναται , μολπᾶν δ ' ἄπο καὶ χοροποιὸν θυσίαν καταπαύσας πόσις ἐν |
ἔχρησε δύνασθαι καὶ τὰς Σειρῆνας παρελθεῖν αὐτοὺς Ὀρφέως συμπλέοντος . σκοπιῆς Πιμπληίδος ἄγχι τεκέσθαι : Πίμπλεια χωρίον κατὰ Πιερίαν : | ||
ἀλλ ' ὅγε χαλκείην πλαταγὴν ἐνὶ χερσὶ τινάσσων δούπει ἐπὶ σκοπιῆς περιμήκεος , αἱ δ ' ἐφέβοντο τηλοῦ ἀτυζηλῷ ὑπὸ |