ὀρχηστυῖ καὶ ἀοιδῇ τέρποντ ' : ἤδη γὰρ καὶ ἐπήλυθε δείελον ἦμαρ . Ἦλθε δ ' ἐπὶ πτωχὸς πανδήμιος ,
ἀμφοτέροισιν : ἢ καὶ ὅτ ' ἐξ ἀγέλης ἀεκούσια κινήσωσιν δείελον εἰσελάοντες ὅμως , τὰ δὲ πάντοθι ποίης δάκνωσιν πυκινῇσι
8145879 Ἠμος
πανημέριοι πονέονται τοῖς ἴκελοι ἥρωες ὑπὲξ ἁλὸς εἷλκον ἐρετμά . Ἦμος δ ' οὔτ ' ἄρ πω φάος ἄμβροτον οὔτ
πύλας καὶ τεῖχος ἀμοιβαδὸν ὑπνώεσκον Ἀργείων στονόεσσαν ὑποτρομέοντες ὁμοκλήν . Ἦμος δ ' ἤνυτο νυκτὸς ἀπὸ κνέφας , ἔγρετο δ
8134856 νειον
, στόματι φλόγα φυσιόωντε : τοὺς ἐλάω ζεύξας στυφελὴν κατὰ νειὸν Ἄρηος τετράγυον , τὴν αἶψα ταμὼν ἐπὶ τέλσον ἀρότρῳ
' ἦμαρ σὰς ἀρετὰς ἤειδεν , ἀεὶ δ ' ἐλλίσσετο νειὸν ὅππηι σοι δείμειεν ἀριφραδέως καταλέξαι ἔννυχον ὑπνώοντι , διηνεκὲς
8089847 μαρμαρυγην
: οὐδεὶς γὰρ ἀκτίνων βολὴν καταλαβέσθαι δύναται οὔτε τὴν λεγομένην μαρμαρυγήν , ἥτις ἐστὶ λαμπηδόνος συνεχοῦς ὅρμησις . Τυρσηνίδα εἴρηκεν
: οὐδεὶς γὰρ ἀκτίνων βολὴν καταλαβέσθαι δύναται οὔτε τὴν λεγομένην μαρμαρυγήν , ἥτις ἐστὶ λαμπηδόνος συνεχοῦς ὅρμησις . Τυρσηνίδα εἴρηκεν
8079929 ἀγρευτηρες
ἠντίασαν , βλαφθέντες ἐπιφροσύναις ἁλιήων . τέσσαρες ἐμβεβάασι θοὸν σκάφος ἀγρευτῆρες , τῶν ἤτοι δοιοὶ μὲν ἐπηρέτμοισι πόνοισι μέμβλονται ,
ἀνήϊξαν δὲ φέβεσθαι . ὧδε μὲν εὖ στέλλοιντο θοὸν δέμας ἀγρευτῆρες : τοίους γὰρ φιλέει Λητωϊὰς Ἰοχέαιρα . Ἄλλοτε δ
8067437 ἀσπαλιηες
ἐκλίνθη : καὶ τοὶ μὲν ἐπ ' ἠϊόνας κατάγουσι δίκτυον ἀσπαλιῆες , ὁ δ ' ἰλύϊ κείμενος αὔτως ἀσπασίως ἤλυξε
ἕρκος : ἀλλ ' ὅτ ' ἐϋπλεκέεσσι λίνοις περικυκλώσωνται φώκην ἀσπαλιῆες ἐν ἰχθύσιν οὐκ ἐθέλοντες , δὴ τότε τοῖς κραιπνοί
8062628 ἱκομεσθα
ὁμῶς πλέομεν νύκτας τε καὶ ἦμαρ : ἑβδομάτῃ δ ' ἱκόμεσθα Λάμου αἰπὺ πτολίεθρον , Τηλέπυλον Λαιστρυγονίην , ὅθι ποιμένα
' ἐν μεγάροις ἠκούομεν ὡς ἐπέτελλε . Πηλῆος δ ' ἱκόμεσθα δόμους εὖ ναιετάοντας λαὸν ἀγείροντες κατ ' Ἀχαιΐδα πουλυβότειραν
8057627 ἐλατῃσιν
ῥ ' οἳ μὲν πευκῇσιν ἀμύνονθ ' οἳ δ ' ἐλάτῃσιν : ἐν δ ' ἔπεσαν Μινύαισι κατὰ σκοτόεσσαν ὁμίχλην
δ ' ἐπ ' ἐρετμὰ ἑζόμενοι λεύκαινον ὕδωρ ξεστῇς ' ἐλάτῃσιν . αὐτὰρ ἐγὼ κηροῖο μέγαν τροχὸν ὀξέϊ χαλκῷ τυτθὰ
8049776 ῥινοιο
ὑπ ' ἐκείνου . Ῥηϊτέρη : εὐκολωτέρα , ἐλαφροτέρα . ῥινοῖο : ὀστράκου , δέρματος . ῥηϊτέρη ῥινοῖο : ἵν
, ἐλαφροτέρα . ῥινοῖο : ὀστράκου , δέρματος . ῥηϊτέρη ῥινοῖο : ἵν ' εὐχερῶς γένηται . διάκρισις : ἔκδυσις
8014535 κελαινῃ
? [ ἰσχία καὶ ] ? ? πλευρὰς σφετερῇ μάστιγι κελαινῇ [ ! ! ! ! ! ! ] ος
χειρῶν μάχη , ὡς νῦν . . αὐτὰρ ἐγὼν ἐπόρουσα κελαινῇ λαίλαπι ἶσος : ἡ διπλῆ ὅτι ἐκπέπτωκεν εἰς ποιητικὴν
7998500 εἰρεσιῃ
, ἑλειονόμου διὰ ποίης . Καὶ τόθ ' ὑπ ' εἰρεσίῃ πλέομεν διὰ νύκτα καὶ ἦμαρ : δισσαῖς δ '
νηός : αὐτὰρ ἅμ ' ἠελίοιο βολαῖς ἀνέμοιο λιπόντος , εἰρεσίῃ κραναὴν Σιντηίδα νῆσον ἵκοντο . Ἔνθ ' ἄμυδις πᾶς
7981998 πρωρης
μάχην . πανυπείροχοι : πολυμεγάλαι . Ἀντίβολον : ἔμπροσθεν . πρώρης : τῆς . μετωπαδόν : ἐξ ἐναντίας . ἐγχρίμπτονται
σφιν ἄρ ' ἐρήτυεν μεμαῶτας , δὴ τόθ ' ὑπὲρ πρώρης ὀλοὸν περιέζεεν ὕδωρ νειόθεν , ἐκ μυχάτου δὲ βυθοῦ
7980986 ἐρετμοις
' ἠελίοιο βολῇσιν γνάμψαντες , παρὰ Πουλὺν ἔπειτ ' ἤλαυνον ἐρετμοῖς Αἰγιαλὸν πρόπαν ἦμαρ ὁμῶς καὶ ἐπ ' ἤματι νύκτα
πλευρὰν καὶ κορεσθέντες εὖ μάλα τροφῆς , εἶτα μέντοι τοῖς ἐρετμοῖς ἕκαστος ἐπιχειροῦσι , πλανώμενοι δεῦρο καὶ ἐκεῖσε . κάθηται
7944511 πνοιῃσιν
μαρμαίροντος . Οἷον δὲ νέφος εἶσι δι ' ἠέρος ἀπλήτοιο πνοιῇσιν μεγάλῃσιν ἐλαυνόμενον Βορέαο , ἦμος δὴ νιφετός τε πέλει
Ἐρώτων . Νὺξ ἦν , εὖτε μάλιστα βαρυπνείοντες ἀῆται χειμερίαις πνοιῇσιν ἀκοντίζοντες ἰωὰς ἀθρόον ἐμπίπτουσιν ἐπὶ ῥηγμῖνι θαλάσσης . καὶ
7941219 κελαινη
κρυεροῦ διὰ χώρου , ἀργυροειδὲς ὕδος προρέων , λίμνη τε κελαινή ἀνδέχεται : παταγεῖ δὲ παρ ' ὄχθαισιν ποταμοῖο δένδρεα
, οὐδ ' ἐπὶ μῶλον δηθύνει , θαλάμης δὲ διαΐξασα κελαινή , αὐχένα γυρώσασα , χόλῳ μέγα παιφάσσουσα ἀντιάᾳ :
7937377 ἀειρομενη
νόσφι νεῶν ταχέως : ὑπὸ δὲ στέρνοισι κονίη ἵστατ ' ἀειρομένη ὥς τε νέφος ἠὲ θύελλα , χαῖται δ '
αὐτὴν κονίην : “ ὑπὸ δὲ στέρνοισι κονίη ἵστατ ' ἀειρομένη . ” ὁ δὲ Ἀπίων μάχην εἶναι ἔφη .
7933019 Τημος
καὶ αὐτὴν ἔσχατον οὐρὴν Κενταύρου φορέουσιν ἀνερχόμεναι ἔτι Χηλαί . Τῆμος ἀποιχομένην κεφαλὴν μέτα δύεται Ἵππος , καὶ προτέρου Ὄρνιθος
καὶ αὐτὴν ἔσχατον οὐρὴν Κενταύρου φορέουσιν ἀνερχόμεναι ἔτι Χηλαί . Τῆμος ἀποιχομένην κεφαλὴν μέτα δύεται Ἵππος , καὶ προτέρου Ὄρνιθος
7929655 ἀναψαμενοι
ὧδε : ” μὴ γὰρ δὴ ἐν τείχει ἐπιπτήξαιμεν ὀρτύγων ἀναψάμενοι φύσιν . ” λαμβάνονται καὶ παροιμίας ὡς ταπεινῶς προσερριμμένης
ὀΐσυνον , μέσσοισι δ ' ἐν οἴδμασιν ὁρμίζουσι , νέρθεν ἀναψάμενοι τρητὸν λίθον εὐναστῆρα : φελλοὶ δ ' ὀχμάζουσιν ἄνω
7905234 ἠριγενεια
πρωΐας : “ ἀλλὰ μάλλ ' ἦρι νέονται . ” ἠριγένεια ἤτοι ἡ τὸ ἦρι γεννῶσα ἢ ἐν τῷ ἦρι
τότε κοιμήσαντο καὶ ὕπνου δῶρον ἕλοντο . ἦμος δ ' ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς , βάν ῥ ' ἴμεν ἐς
7895992 ὁμοκλην
ἄρκυλλοι τὰ τῶν ἄρκων γεννήματα . ἀλυσκάζουσαι : ἐκφεύγουσαι . ὁμοκλήν : ἀπειλήν : ὁμοκλὴ ἀπὸ τοῦ ὁμοῦ καὶ τοῦ
. Τοὶ δ ' ὁρόωντες πάντες ὁμῶς ἑνὸς ἀνδρὸς ὑποτρομέεσκον ὁμοκλήν . Καὶ τότ ' ἀπ ' Ὠκεανοῖο κίεν χρυσήνιος
7877218 παρθενικη
ἴδοι : ἀττικῶς . πάροιθεν : ἐκτός . Γαμήλιος : παρθενική . αἴθεται : ἐκκαίεται , αὔξεται , ἐκπυροῦται ,
: τὴν δ ' ὧδε προσεφώνεεν ἠύκερως βοῦς : θάρσει παρθενική : μὴ δείδιθι πόντιον οἶδμα . αὐτός τοι Ζεύς
7867915 προπαν
, τὸ δ ' ἀέξατο ἶσον πάντοθεν νυκτός , ὅσον πρόπαν ἦμαρ ἔδυ τανυσίπτερος ὄρνις τὸν μὲν ἄρ ' Ἀλκμήνης
τὸ ἄκρον ἡ οὐρά * ἐμφλέγεται : κατακαίεται ἐμφλογίζεται * πρόπαν : διόλου ἀμφὶ δὲ καύσῳ : γράφεται καὶ καῦσος
7862388 φρασσαμενοι
ἁλιήων : ἀλλ ' ὥστ ' ἠΐθεοι περικαλλέος ὄμμα γυναικὸς φρασσάμενοι πρῶτον μὲν ἀποσταδὸν αὐγάζονται , εἶδος ἀγαιόμενοι πολυήρατον ,
αὔλακος ἁπλώσαντο , πρῶτοι δὲ γραμμῇσι πόλον διεμετρήσαντο , θυμῷ φρασσάμενοι λοξὸν δρόμον ἠελίοιο . τῶν δέ κεν αὐδήσαιμι καὶ
7862235 σπειρῃσιν
σκιρτῶσιν . Ἐμφύμεναι : κολλώμεναι , συμμιγόμεναι , περιπλεκόμεναι . σπείρῃσιν : πλοκάμοις . Παρθενικαί : παρθένοι . δηναιόν :
ἢ καὶ ἁματροχιῇσι κατὰ στίβον ἐνδυκὲς αὔει . τῶν ἤτοι σπείρῃσιν ὁ μὲν θοὸς ἀντία θύνει ἀτραπὸν ἰθεῖαν δολιχῷ μηρύγματι
7858073 λοφιης
ὅτε καὶ πελάσειε παρ ' ᾐόσιν , αὐτίκα κοῦρος ἁψάμενος λοφιῆς διερῶν ἐπεβήσατο νώτων : αὐτὰρ ὅ γ ' ἀσπασίως
ἀντώπιον ὄμμα τανύσσας , εἰσορόων ἀκτῖνας ἐπεστηρίζετο ταύρωι , ὑγροπόρου λοφιῆς δεδραγμένος : ἄκρα δὲ χειρὸς λαιῆς μοῦνον ἔδειξεν :
7854573 ὁρμιην
θηρεύουσιν . Αὕτως : οὕτως , ἁπλῶς . θώμιγγα : ὁρμιήν . λινόστροφον : ἐκ λίνου πλακεῖσαν σπάρτην , τὴν
θήρης . αὐτίκα γὰρ χειρὸς μὲν ἐΰπλοκον εἰς ἅλα πέμπεις ὁρμιήν , ὁ δὲ ῥίμφα γένυν κατεδέξατο χαλκοῦ ἰχθὺς ἀντιάσας
7848048 φολιδεσσι
: σκληραῖς ξηραῖς * ἐπιφρικτήν : καὶ γὰρ ὀρθιάζουσαν * φολίδεσσι : λέπεσσι * φοινήεσσαν : ἐρυθράν αἱματόεσσαν ἀμυδρότατον :
πόδες ὑψιτενεῖς , ἴκελοι νωθροῖσι καμήλοις , ὁπποῖον θαμινῇσιν ἀρηράμενοι φολίδεσσι σκληρῇς ἄχρι διπλῆς ἐπιγουνίδος : ὕψι δ ' ἀείρει
7845925 ἐπιπρο
σύνδεσμον , . , . . . ἄνδρας δὲ λίσσεσθαι ἐπιπρο - ἕηκεν ἀρίστους : ἡ διπλῆ ὅτι οὐ συμπεριλαμβάνει
ὥς [ ] φησιν ? ? : αὐτή μιν Ζεφυρῖτις ἐπιπρο ! [ ] | [ ] Ἀρσινόη ? ?
7839814 τειως
δέ Αἴολον ὠκείας ἀνέμων ἄικας ἐρύξειν νόσφιν ἐυσταθέος ζεφύρου , τείως κεν ἵκωνται Φαιήκων λιμένας . σὺ δ ' ἀκηδέα
λελιημένοι εἰρεσίῃσιν , καὶ δὴ ἐπιπρονέοντο μεμαότες : αὐτὰρ ὁ τείως Τρίτων , ἀνθέμενος τρίποδα μέγαν , εἴσατο λίμνην εἰσβαίνειν
7837915 ἐπιβρισας
αὐτὰρ ὁ λάθρη ἐξόπιθε προὔτυψε καὶ αὐχένα χερσὶ δαφοιναῖς εἷλεν ἐπιβρίσας , κλῖνέν τέ μιν ἄγριον ὕπνον οὐ τηλοῦ θανάτοιο
ἐκεῖνον ἐμβάλλει τῷ κύρτῳ ῥύμῃ πολλῇ : καὶ ὁ μὲν ἐπιβρίσας ἐξόπιθεν καὶ ἀνορθώσας τὸν κύρτον , ἐναποκλείει τὴν θήλειαν
7837415 πεφυζοτες
γ εἰς ζ πέφυζα : ἡ μετοχὴ ὁ πεφυζώς καὶ πεφυζότες . . . , : εἰλήλουθμεν [ ἤγουν ἐληλύθαμεν
Ἀχιλῆα πελώριον : αὐτὰρ ὑπ ' αὐτοῦ Τρῶες ἄφαρ κλονέοντο πεφυζότες , οὐδέ τις ἀλκὴ γίγνεθ ' : ὃ δ
7837376 δεδοκημενος
ὅ γ ' ἑστήκει δεδοκημένος : ἡ διπλῆ ὅτι παθητικῶς δεδοκημένος ἀντὶ τοῦ δοκεύων , ἐπιτηρῶν , ὡς ῥάβδῳ πεπληγυῖα
Εὐκραεῖ : γαληνῇ , εὐκράτῳ , μετρίᾳ , πρᾳείᾳ . δεδοκημένος : προσέχων , ἐπιτηρῶν , στοχασάμενος . Ἵμερον :
7836174 ἀζαλεοιο
γέροντος ῥηιδίως , ὡς εἴ τις ἀπὸ στάχυν ἀμήσηται ληίου ἀζαλέοιο θέρευς εὐθαλπέος ὥρῃ . Ἣ δὲ μέγα μύζουσα κυλίνδετο
οὔπω διψαλέῳ μάλ ' ὑπ ' ἠέρι πιληθεῖσα οὐδέ πω ἀζαλέοιο βολαῖς τόσον ἠελίοιο ἰκμάδας αἰνυμένου : τὰ δ '
7822832 οἱγ
κασιγνήτης , ὁ δ ' ἀπήμονα πέμψεν ὀπίσσω : τῆς οἵγ ' ἐν κόλπῳ προχοαῖς ἔπι Θερμώδοντος κέλσαν , ἐπεὶ
διηκόσιοί γε μὲν ἄλλοι φοίνικες : πάντες δ ' ἐπιβήτορες οἵγ ' ἔσαν ἤδη . ἄλλοι δ ' αὖ μετὰ
7817121 ὀχηες
δ ' ἀμφὶ πύλαι μύκον , οὐδ ' ἄρ ' ὀχῆες ἐσχεθέτην , σανίδες δὲ διέτμαγεν ἄλλυδις ἄλλη λᾶος ὑπὸ
, ἀπὸ τοῦ συνέχειν τὰς θύρας . λέγει δὲ καὶ ὀχῆες τὴν τοῦ θώρακος ζώνην συγκατέχοντας : “ ὅθι ζωστῆρος
7811929 περιηγεος
' ἂν καὶ Πόντον ἴδοις διθάλασσον ἐόντα , τόρνῳ ἐειδόμενον περιηγέος ἅμματι τόξου : ἀλλ ' εἴη νευρῆς σημήϊα δεξιὰ
ὀξὺ δέ οἱ κεφαλῆς στόμα νέρθε νένευκε καμπύλον , ἀγκίστρου περιηγέος εἴκελον αἰχμῇ . θαῦμα δ ' ὀλισθηρῆς ἐχενηΐδος ἐφράσσαντο
7800854 ἀϋτμην
, φλοίσβου τε καὶ ἀργαλέοιο κυδοιμοῦ παύσωνται , στονόεσσαν ἀποπνεύσαντες ἀϋτμήν . καὶ τότ ' ἀπειρέσιον νεκύων ἐρύουσιν ὅμιλον ξυνῷ
γ ' ἐν νήεσσι Ποσειδάων ἐδάμασσεν ὄρσας ἀργαλέων ἀνέμων ἀμέγαρτον ἀϋτμήν ; ἦέ ς ' ἀνάρσιοι ἄνδρες ἐδηλήσαντ ' ἐπὶ
7794850 γηθοσυνοι
κομίζων υἱός , ὅπως ἂν ἔχοιμεν ὀϊζύος ἀτρεκὲς ἄλκαρ . γηθόσυνοι δέχνυσθε βροτοί , πινυτοῖσιν ἐνίσπω , οἷς ἀγαθὴ κραδίη
ᾧ τε αὖ Κάλχα χωρὶς τοῦ ν . . χάρμῃ γηθόσυνοι : ἡ διπλῆ ὅτι ἐλλείπει ἡ ἐπί , ἵν
7794582 τινασσεται
φασὶ θεῶν ἕδος ἀσφαλὲς αἰεὶ ἔμμεναι : οὔτ ' ἀνέμοισι τινάσσεται οὔτε ποτ ' ὄμβρῳ δεύεται οὔτε χιὼν ἐπιπίλναται ,
κατήλυθον , ἡ δ ' ὑπὸ νυκτί ῥιπῇσιν μὲν πρῶτα τινάσσεται , ὕστερον αὖτε πρυμνόθεν ἐξαγεῖσα κατήριπενὧς ὅγε ποσσίν ἀκαμάτοις
7792813 σακεεσσι
κατὰ πᾶσαν ἀνασταχύεσκον ἄρουραν γηγενέες : φρίξεν δὲ περὶ στιβαροῖς σακέεσσι δούρασι τ ' ἀμφιγύοις κορύθεσσί τε λαμπομένηισιν Ἄρηος τέμενος
αὐτὴν νῆσον ἱκώμεθα , δὴ τότ ' ἔπειτα σὺν κελάδῳ σακέεσσι πελώριον ὄρσετε δοῦπον . ” Ὧς ἄρ ' ἔφη
7789767 εὐκηλοι
δ ' ἐφύπερθε δόμοιο λαΐνεος χαλκέῃσιν ἐπὶ γλυφίδεσσιν ἀρήρει . εὔκηλοι δ ' ὑπὲρ οὐδὸν ἔπειτ ' ἔβαν : ἄγχι
κατατεθνηῶτι . οἳ δ ' ἄλλοι Τρῶες καὶ ἐϋκνήμιδες Ἀχαιοὶ εὔκηλοι πολέμιζον ὑπ ' αἰθέρι , πέπτατο δ ' αὐγὴ
7785106 ἀολλεες
' ὀστέ ' ἀράξω . κηδεμόνες δέ οἱ ἐνθάδ ' ἀολλέες αὖθι μενόντων , οἵ κέ μιν ἐξοίσουσιν ἐμῇς ὑπὸ
ὀϊσάμενος δόλον εἶναι . οἱ δ ' ἅμ ' ἀϊστώθησαν ἀολλέες , οὐδέ τις αὐτῶν ἐξεφάνη : δηρὸν δὲ καθήμενος
7782783 νιφετοιο
πέπλοισι δέμας φρίσσουσα καλύπτει Χειμερίη ζοφόεσσα , καὶ ἐκ προχόου νιφετοῖο κρυμαλέον πέμπουσα πολυσταγὲς ἔβλυσεν ὕδωρ . καὶ δέμας ἀγκλίνασα
, καὶ παλάμην ἐδίηνε χυτὸς ῥόος ἐκ νεφελάων δίψιον ἐκ νιφετοῖο διάβροχον ἄνθος ἀέξων . Καὶ χθονίου γυάλοιο θεμείλια νέρθεν
7782121 ἐπηλυθε
ὕβριν ἔχοντες . ἀλλ ' ὅτε δὴ δείπνηστος ἔην καὶ ἐπήλυθε μῆλα πάντοθεν ἐξ ἀγρῶν , οἱ δ ' ἤγαγον
[ ] δὲ [ Πελασγός ] εἰς λέχος εὐποίητον [ ἐπήλυθε Δηιανείρης ] [ ] , Ζηνὸς ἐλευθερίοιο [ ]
7776653 εἰσβαινον
κλύον ἠδ ' ἐπίθοντο , αἶψα δ ' ἄρ ' εἴσβαινον καὶ ἐπὶ κληῖσι καθῖζον . ἦ τοι ὁ μὲν
ῥηγμῖνι πέρην καὶ ἐφ ' ἱερὰ θέντες , νῆα θοὴν εἴσβαινον ἐρεσσέμεν : οὐδὲ πελείης τρήρωνος λήθοντο μετὰ φρεσίν ,
7770753 πλημυρις
ὑπὸ τοῦ ἄξονος . πλῆξαι τὸ ἐκ χειρὸς πατάξαι . πλημυρίς τὸ ὅρμημα τῆς θαλάσσης . πλήσσοντο διέβαινον : “
εἶσι ἑρπετὸν οὐδὲ ποτητὸν ἀείρεται . ἔνθ ' ἄρα τούσγε πλημυρίς μυχάτῃ ἐνέωσε † τάχιστα ἠιόνι , τρόπιος δὲ μάλ
7770162 ψαμαθοισι
δ ' ἰοφόρον τοίαις ἐδαμάσσατο βουλαῖς . πᾶν δέμας ἐν ψαμάθοισι καλύψατο θῆρα δοκεύων , νόσφι μόνης οὐρῆς τε καὶ
αὐτόθι λεῖπεν , ἐπεὶ φίλον ἦτορ ἀπηύρα , κείμενον ἐν ψαμάθοισι , δίαινε δέ μιν μέλαν ὕδωρ . τὸν μὲν
7768769 Ζεφυροιο
ἥν τ ' ἐν ὄρεσσιν ἀμφιχέῃ πρώνεσσι Νότου μένος ἢ Ζεφύροιο χείματος ἐγρομένου , ὁπότ ' οὔρεα δεύεται ὄμβρῳ .
ἀράων ἀΐουσα μετάγγελος ἦλθ ' ἀνέμοισιν . οἳ μὲν ἄρα Ζεφύροιο δυσαέος ἀθρόοι ἔνδον εἰλαπίνην δαίνυντο : θέουσα δὲ Ἶρις
7768310 Τοι
γένη τὰ ἐπὶ στενωπῶν καὶ ἐπιμηκῶν τοῦ Ποσειδῶνος οἰκοῦντα . Τοι : ἤως διά σου , ἢ ἔν σοι ,
νόμων κατασκευάσαιτο τυραννικὸς ἀνήρ , τὴν ἐλευθερίαν αὖθις ἀφαιρεθῆναι . Τοι - αῦτα διαφερομένων τῶν ὑπάτων κατὰ σφᾶς αὐτοὺς καὶ
7767382 κεραεσσιν
ὦ τᾶς ἑπταφθόγγου μέλπων κιθάρας ἐνοπάν , ἅτ ' ἀγραύλοις κεράεσσιν ἐν ἀψύχοις ἀχεῖ μουσᾶν ὕμνους εὐαχήτους , σοὶ μομφάν
ἀγέλης κριοί , ἄλλοι δὲ καὶ ἀμνοὶ εἰνόδιοι παίζωσιν ἐρειδόμενοι κεράεσσιν : ἢ ὁπότ ' ἄλλοθεν ἄλλοι ἀναπλίσσωσι πόδεσσιν τέτρασιν
7764221 χαρμῃ
οἱ ἀλκή . Τρῶες δ ' ὡς ἐσίδοντο δαϊκταμένην ἐνὶ χάρμῃ , πανσυδίῃ τρομέοντες ἐπὶ πτόλιν ἐσσεύοντο , ἄσπετ '
* * * * * ἢ ὑπὸ ληιστῆρσιν ἢ ἐν χάρμῃ δορίληπτοι πέρνανται σφιγχθέντες ἀεικελίοις ὑπὸ δεσμοῖς , δηθάκι καὶ
7764003 ἀηταις
δειλιάσει . σχεδόθεν : ἐκ τοῦ σύνεγγυς , πλησίον . ἀήταις : τοῖς ἀνέμοις . φροντίζοντες . Ἐπιτρέψας : ἀνατεθεικὼς
ὑποζεύξαντες ἀπήνας , χώρην εἰς ἑτέρην , λείπουσι δὲ γαῖαν ἀήταις χειμερίοις , οἵτε σφι κακῇ θυΐοντες ἀέλλῃ γαῖάν τε
7763156 εἰκυια
εἰς νότια καὶ βόρεια . Πρὸς δὲ ἠελίοιο κελεύθους σφενδόνῃ εἰκυῖα , ἵνα τοὺς πόδας τῆς σφενδόνης , τὴν ἕω
ἐΐκτην . ” ἔϊκτο ὡμοιοῦτο . εἰκυῖα ἐοικυῖα : “ εἰκυῖα θεῇσι . ” εἰλαπίνη εὐωχία . εἶλαρ ἕρκος καὶ
7759737 δορπον
, δεῖπνον δὲ τὸ μεσημβρινόν , ὃ ἡμεῖς ἄριστον , δόρπον δὲ τὸ ἑσπερινόν . μήποτε δὲ καὶ συνωνυμεῖ τὸ
, ὅς θ ' ἱκέτῃσιν ἅμ ' αἰδοίοισιν ὀπηδεῖ : δόρπον δὲ ξείνῳ ταμίη δότω ἔνδον ἐόντων . ” αὐτὰρ
7755311 ἐσσευοντο
ὡς ἐσίδοντο δαϊκταμένην ἐνὶ χάρμῃ , πανσυδίῃ τρομέοντες ἐπὶ πτόλιν ἐσσεύοντο , ἄσπετ ' ἀκηχέμενοι μεγάλῳ περὶ πένθεϊ θυμόν .
ἕπονται . Αὐτοὶ δ ' αἶψ ' ἐκβάντες ἐς Ἴλιον ἐσσεύοντο ἄβρομοι , ἠύτε μῆλα ποτὶ σταθμὸν ἀίσσοντα ἐκ νομοῦ
7754216 πεφρικυιαι
. πολυδινέϊ : πολυκινήτῳ . πεπτηυῖαι : κείμεναι : γράφεται πεφρικυῖαι . Ὀρέστεροι : ὀρεινότεροι : παραβολή . Ἄναλκιν :
τάξεων φησί [ Δ ] κυάνεαι σάκεσίν τε καὶ ἔγχεσι πεφρικυῖαι . ὃ γὰρ ἐκ τῶν κατὰ φύσιν ὀνομάτων οὐκ
7747151 πασσυδιῃ
ἑορτή , τὴν ἀνὰ Σηστὸν ἄγουσιν Ἀδώνιδι καὶ Κυθερείῃ . πασσυδίῃ δ ' ἔσπευδον ἐς ἱερὸν ἦμαρ ἱκέσθαι , ὅσσοι
συναίρεμα γνώσεων ἁπασῶν , καὶ μίαν γνῶσιν ἡνωμένην ἀπεργασάμενος , πασσυδίῃ , φαίη τις ἄν , ἐστέλλετο πρὸς τὸ ἀδιάκριτον
7743860 πνοιῃ
δίνας , οἳ κατὰ καλὰ ῥέεθρα κυβίστων ἔνθα καὶ ἔνθα πνοιῇ τειρόμενοι πολυμήτιος Ἡφαίστοιο . καίετο δ ' ἲς ποταμοῖο
πεπταμένοις , αὐτὴν ἐπὶ δεξί ' ἔχοντες γαῖαν ἐρημαίην , πνοιῇ ζεφύροιο θέεσκον . ἦρι δ ' ἔπειτ ' ἀγκῶνά
7741884 ἐδυσετο
ἐπὶ πόντον ἐλεύσεαι ἰχθυόεντα . ὣς εἰποῦς ' ὑπὸ πόντον ἐδύσετο κυμαίνοντα : αὐτὰρ ἐγὼν ἐπὶ νῆας , ὅθ '
' ἐκ σῖτον ἀείρας . ἀγχίμολον δὲ μετ ' αὐτὸν ἐδύσετο δώματ ' Ὀδυσσεύς , πτωχῷ λευγαλέῳ ἐναλίγκιος ἠδὲ γέροντι
7737611 ὑψι
' Ἀβαντιάδης , ὁ δ ' ἄρ ' ἔκποθεν ἀφράστοιο ὕψι μάλ ' ἐκ δονάκων ἀνεπάλμενος , ἤλασε μηρόν ἀίγδην
εἰς ψει διὰ διφθόγγου γράφονται , οἷον αὐτοψεί πλὴν τοῦ ὕψι , ἀντὶ τοῦ ἐφ ' ὕψους . Τὰ εἰς
7737133 ἀεντος
κατηρεφὲς ἔμμεναι ἕρκος πυκνὸν ὃ οὔτ ' ἀνέμοιο διέρχεται ὑγρὸν ἀέντος ῥιπὴ ἀπειρεσίη οὔτ ' ἐκ Διὸς ἄσπετος ὄμβρος :
πελάγεσσιν . Οἱ δ ' , ἀνέμου λαιψηρὰ θεῆς βουλῇσιν ἀέντος Ἥρης , ὄφρ ' ὤκιστα κακὸν Πελίαο δόμοισιν Αἰαίη
7730576 ἁρπαγδην
ἀπὸ τοῦ θύειν , ὅ ἐστι μετὰ βίας ἄειν . ἁρπάγδην δὲ εἶπεν ἀπὸ τοῦ ἁρπάζειν , ὡς φοράδην ἀπὸ
ἰούσης νυκτὸς ἔτι ῥιπὴ μένεν ἔμπεδον , ἀλλὰ θύελλαι ἀντίαι ἁρπάγδην ὀπίσω φέρον , ὄφρ ' ἐπέλασσαν αὖτις ἐυξείνοισι Δολίοσιν
7724422 ῥιπῃσι
, πληττομένη , βρασσομένη , τυπτομένη , ταραζομένη . ὑπαὶ ῥιπῇσι : τοῦ ἀνέμου , ὑπὸ ταῖς ὁρμαῖς τῶν ἀνέμων
Νότου κελάδοντος , ὅτ ' εὐρέα πόντον ὀρίνει λαίλαπι καὶ ῥιπῇσι , Θυτήριον εὖτ ' ἀλεγεινὸν ἀντέλλῃ ναύτῃσι φέρον πολύδακρυν
7723071 μεσφ
ἐφ ' Ἑλλήσποντον ὁδεύων καὶ ποτὶ μηκίστου νότιον ῥόον Αἰγαίοιο μέσφ ' αὐτῆς Συρίης τε καὶ Ἀραβίης ἐρατεινῆς . Χαλκιδέες
ἐμάχοντο ἀλλήλους ὀλέκοντες , Ἔρις δ ' ἐπετέρπετο χάρμῃ , μέσφ ' ὅτε δὴ Κάλχαντος ὑπ ' ἐννεσίῃσιν Ἀχαιοὶ ἐς
7722890 τανυσσας
πένθος ἀποκταμένου ἑτάροιο , καὶ βάλεν ὠκὺν ὀιστὸν Ἀγήνορος ἄντα τανύσσας : ἀλλά οἱ οὔ τι τύχησεν ἀλευαμένου μάλα τυτθόν
νομῆες . ὦκα δ ' ὑπὸ φλιὴν προδόμῳ ἔνι τόξα τανύσσας , ἰοδόκης ἀβλῆτα πολύστονον ἐξέλετ ' ἰόν . ἐκ
7722190 κυανεην
' ἀείρει βαιὴν μὲν κεφαλήν , πολλὴν δὲ τανύτριχα δειρὴν κυανέην : κείνῃσι πολὺ πτερόν : οὐ μὲν ὕπερθεν ἠέρος
γαιάων , ἀλλ ' οὐρανὸς ἠδὲ θάλασσα , δὴ τότε κυανέην νεφέλην ἔστησε Κρονίων νηὸς ὕπερ γλαφυρῆς , ἤχλυσε δὲ
7721348 παρηια
ἄρα τῆς ποταμοὶ πλήθουσι ῥέοντες : ὣς τῆς τήκετο καλὰ παρήια δακρυχεούσης . οὔτε τὸ λείβεται οὔτε τὸ χεῖται οὔτε
αἰεὶ δ ' ὀξυτέρῳ πιτύλῳ δηλεῖτο πρόσωπον , μέχρι συνηλοίησε παρήια . πᾶς δ ' ἐπὶ γαίῃ κεῖτ ' ἀλλοφρονέων
7719620 Αἰψα
ῥα καὶ αὐτὸς φθεῖσθαι ὁμῶς ἤμελλε παρὰ Πριάμοιο πόληι . Αἶψα δ ' ἄρ ' ἀμφοτέρωθε συνήλυθον εἰς ἕνα χῶρον
κραταιῇ χειρὶ τιταίνων λαοφόνον δόρυ μακρὸν ὑπαὶ Χείρωνι πονηθέν . Αἶψα δ ' ὑπὲρ μαζοῖο δαΐφρονα Πενθεσίλειαν οὔτασε δεξιτεροῖο ,
7718257 ἀμυδις
ὀστέα κεῖνα μετ ' ἀνδράσιν Ἀψυρτεῦσιν . Οἱ δ ' ἄμυδις πυρσοῖο σέλας προπάροιθεν ἰδόντες τό σφιν παρθενικὴ τέκμαρ μετιοῦσιν
. Τρώων δὲ κλαγγή τε καὶ ἄσπετος ὦρτο κυδοιμὸς θυνόντων ἄμυδις : θηεῦντο δὲ μέρμερα ἔργα ὅσς ' ἄνδρες ῥέξαντες
7717808 ἰθυντηρ
, ἄνεμος : λέγεται δὲ καὶ οὖρος ὁ φύλαξ καὶ ἰθυντήρ . οὖρος δὲ ὁ ἄνεμος , παρὰ τὸ οὐρόειν
: σκοτεινῆς . ἢ διωλυγίης ἀντὶ τοῦ ἐπιπολὺ διηκούσης . ἰθυντήρ : κυβερνήτης . τεναγώδεα : πηλώδη . τέναγος δέ
7713991 δαϊφρονα
δυέσθην τεύχεα καλά , ἔσταν δ ' ἀμφ ' Ὀδυσῆα δαΐφρονα ποικιλομήτην . αὐτὰρ ὅ γ ' , ὄφρα μὲν
Θερμώδοντος ἀρηιφίλοιο γυναῖκες κοπτόμεναι περίκυκλον ἀθηλέος ὄμφακα μαζοῦ παρθένον ὠδύροντο δαΐφρονα Πενθεσίλειαν , ἥτε πολυξείνοιο χορὸν πολέμοιο μολοῦσα θηλείης ὑπὸ
7709975 στοματεσσι
ἔνερθε γλῶσσα παχύνεται , ἀμφὶ δὲ χείλη οἰδαλέα βρίθοντα περὶ στομάτεσσι βαρύνει , ξηρὰ δ ' ἀναπτύει , νεόθεν δ
: εὖτε γὰρ ἐς φιλότητα θοαὶ τρήρωνες ἴωσι , μιγνύμεναι στομάτεσσι βαρυφθόγγοις ἀλόχοισι , δὴ τότε μῆτιν ὕφαινε κλυτὴν τιθασοτρόφος
7707545 πηγαων
γοερὸν περιμηκήσωνται ; Τῶν μὲν ἀκηχεμένας ἐπιτέλλεο μητέρας αἶψα λούειν πηγάων κυαναυγέσιν ἐν δίνῃσι : στήσας δ ' ἠελίου κατεναντίον
δ ' ἔπι Πυρηναῖον ὄρος καὶ δώματα Κελτῶν , ἀγχόθι πηγάων καλλιρρόου Ἠριδανοῖο , οὗ ποτ ' ἐπὶ προχοῇσιν ἐρημαίην
7707243 κρυερου
τεύχεσσι κατὰ χθονός , ἠύτε βλωθρὴ ἢ πίτυς ἢ ἐλάτη κρυεροῦ Βορέαο βίηφιν ἐκ ῥιζῶν ἐριποῦσα : τόσην ἐπικάππεσε γαῖαν
ἐμπέραμος φώς τολμηρῇ μάρπτων χειρὶ θοοὺς ὄφιας , τοὺς ἤδη κρυεροῦ ἀπὸ χείματος οὐκέτι γαίης κρύπτουσι στεινοὶ πάμπαν ἔνερθε μυχοί
7704914 κληιδι
ἀστέρες , οἵ μιν πᾶσαν ἐπιρρήδην στιχόωσιν . Οἵῃ δὲ κληῖδι θύρην ἔντοσθ ' ἀραρυῖαν δικλίδ ' ἐπιπλήσσοντες ἀνακρούουσιν ὀχῆας
σοὶ δέ , Φιλοίτιε δῖε , θύρας ἐπιτέλλομαι αὐλῆς κληῖσαι κληῖδι , θοῶς δ ' ἐπὶ δεσμὸν ἰῆλαι . ”
7702778 τοσσοι
ἄτην οὐ ῥεῖά κεν εὕροις . ἤτοι ὅσαι βοτάναι , τόσσοι λίθοι . Ἀλλὰ σύ γ ' ἥρως , λᾶϊ
ἄτην οὐ ῥεῖά κεν εὕροις . Ἤτοι ὅσαι βοτάναι , τόσσοι λίθοι . Ἀλλὰ σύ γ ' ἥρως , λᾶϊ
7701537 ὑψοθι
πέλαγος πεφόρητο ἐντενές , ἠύτε τίς τε δι ' ἠέρος ὑψόθι κίρκος ταρσὸν ἐφεὶς πνοιῇ φέρεται ταχύς , οὐδὲ τινάσσει
, ὅσον τέ περ ἥμισυ κύκλου ἀρχομένης ἀπὸ νυκτὸς ἀείρεται ὑψόθι γαίης . Ἀπορεῖται δή , πῶς καὶ ἐν ταῖς
7697003 καταϊγδην
ἐκεῖσε . ἰφθίμοις : ἰσχυροτάτοις . Δούρασι : κοντοῖς . καταΐγδην : συντόμως . Πέφνουσι : βάλλουσιν . Κεφαλῇφιν :
ἐξερύσωσιν ἐπ ' ᾐόνας : ἔνθα δὲ δούροις ἄνδρες ἐπασσυτέροισι καταΐγδην ἐλόωντες κρᾶτα συνηλοίησαν , ὁ δ ' ὄλλυται ἄφρονι
7694276 ἀυτμην
ἆσθμα δ ' ἀνήιε πουλὺ χύδην , περίχευε δ ' ἀυτμὴν λαοῦ ἀποπνείοντος . Ἀπειρέσιον δ ' ἄρα θυμῷ Ἀτρεῖδαι
ὑπὸ ποσσὶ κίνυτο γαῖα μέλαινα : πυρὸς δ ' ἄμπνυεν ἀυτμὴν σμερδαλέου : μέγα δ ' αἰὲν ἀύτεεν ὀτρύνουσα αἰζηούς
7690465 ἠϊεν
ἀμφοτέρωθε περίδρομος ἐστεφάνωτο τειναμένοις ἑκάτερθεν ἐπ ' ἀλλήλοισι κάρηνα : ἤϊεν ἀντολίηθε Διόκλειον δέμας αἰπύ , ἐκ δ ' ἄρα
μὲν ἄρ ' ὣς ἕρξασα πάλιν κίεν : αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς ἤϊεν ἐς κλισίην . θάμβησε δέ μιν φίλος υἱός ,
7689802 Ἁρμονιης
αὖ περὶ χῶρον ἴδοις περιηγέα τύμβον , τύμβον , ὃν Ἁρμονίης Κάδμοιό τε φῆμις ἐνίσπει : κεῖθι γὰρ εἰς ὀφίων
μὲν οὐδ ' αἴης λάσιον μένος οὐδὲ θάλασσα : οὕτως Ἁρμονίης πυκινῶι κρύφωι ἐστήρικται Σφαῖρος κυκλοτερὴς μονίηι περιηγέι γαίων .
7687086 φορεεσκε
νέκταρ δ ' ἐκ πέτρης μέγας αἰετὸς αἰὲν ἀφύσσων γαμφηλῇς φορέεσκε ποτὸν Διὶ μητιόεντι . Τῷ καὶ νικήσας πατέρα Κρόνον
ἀντὶ τοῦ ἄγγελος . . . Γ . τὴν αὐτὸς φορέεσκε ποδηνεκέ ' , ἕρκος ἀκόντων : ἡ διπλῆ ὅτι
7686734 ἐφεζομενος
τρύφος ἔμπεσε πόντῳ , τῷ ῥ ' Αἴας τὸ πρῶτον ἐφεζόμενος μέγ ' ἀάσθη : τὸν δ ' ἐφόρει κατὰ
θόρε δίφρου . ἦμος δὲ χλοερῷ κυανόπτερος ἠχέτα τέττιξ ὄζῳ ἐφεζόμενος θέρος ἀνθρώποισιν ἀείδειν ἄρχεται , ᾧ τε πόσις καὶ
7680578 Νοτου
καὶ ἡμῖν ἐφώτισεν . Ἑξῆς τούτοις ὀνόματα τῶν ἀνέμων εἰπὼν Νότου καὶ Βορέου καὶ τῶν λοιπῶν , ἐπιλέγει : Ἀλλ
Ἐπεὶ δὲ πληθὺς μυρίανδρος βαρβάρων ἐκ τῶν πυλῶν ὥρμησεν ὡς Νότου νέφος βρυχὴν ἀπειλοῦν καὶ προδεικνύον σπόρον , οἱ σοὶ
7680284 περιβρομεουσι
ἴηναν πάντες ὅσοι Σκύροιο πέδον περιναιετάεσκον εἰναλίης , τὴν μακρὰ περιβρομέουσι θαλάσσης κύματα ῥηγνυμένοιο πρὸς ᾐόνας Αἰγαίοιο . Ἀλλ '
: περίαχε δ ' ἄκριτος αὐδή , οἷον ὑπὸ σμήνεσσι περιβρομέουσι μέλισσαι : ἆσθμα δ ' ἀνήιε πουλὺ χύδην ,
7680139 ἀισσουσαν
νῆα βίῃ , τὴν δ ' οὔ κε διὲξ ἁλὸς ἀίσσουσαν οὐδὲ Ποσειδάωνος ἀελλόποδες κίχον ἵπποι : ἔμπης δ '
: ἠέρι γὰρ κεκάλυπτο . Νόησε δὲ θέσκελον αὐδὴν ἔκποθεν ἀίσσουσαν ἄδην εἰς οὔατα Τρώων ἀντιθέου Ἑλένοιο κλυτὸς νόος :
7679095 ἰθυνεν
. . . . . . . Τάνυεν ] Ἤγουν ἴθυνεν , ἢ ἐπέσπευδεν . Κῦδος ] Λείπει ἡ ἐπί
χειρὸς τόξον : ἀτὰρ δὴ ὀϊστὸν ἔχεν πάλαι , ὡς ἴθυνεν . αὐτίκα δ ' ἠπείλησεν ἑκηβόλῳ Ἀπόλλωνι ἀρνῶν πρωτογόνων
7676770 χειμεριην
πολύθηρον . τὴν δὲ πρόσω ἔτι ἐπ ' ἄρκτον ἰόντων χειμερίην τε καὶ νιφετώδεα * * * , ὥστε πρέσβεις
κρυμώδεας ὄχθας τέμνοις κρυστάλλου καθαρὸν λίθον , οἷά τε πάχνην χειμερίην : δήεις δὲ καὶ ὑδατόεσσαν ἴασπιν . Ἶρις δ
7675169 ποδεσσιν
κὰτ ἰψήλων ὀρέων Κρῆσσαί νύ ποτ ' ὦδ ' ἐμμελέως πόδεσσιν ὤρχηντ ' ἀπάλοις ' ἀμφ ' ἐρόεντα βῶμον πόας
ἀθανάτοισιν ἀρίθμιος εἰλαπινάζῃ . Ἡ δ ' Ἄτη ἁπαλοῖσι μετατρωχῶσα πόδεσσιν ἄκρῃς ἐν κεφαλῇσιν ἀνώϊστος καὶ ἄφαντος ἄλλοτε μὲν γραίῃσι
7671063 ἰαινεται
μιν στομάτεσσι περισταδὸν ἰύζοντες σαίνουσιν , τοῦ δ ' ἦτορ ἰαίνεται εἰσορόωντος : ὣς ἄρα Τρώιοι υἷες ἐγήθεον , εὖτ
πόδα γῆς φλέβες σὺν Αἰγυπτίοις τὸν Αἴγυπτον ἥκειν εἰς Ἄργος ἰαίνεται σῶμα δ ' ἀθαμβὲς γυιοδόνητον τείρει περὶ Ἀνταίου τοῦ
7668680 κοσμηθεντες
στεφάνους ἐπὶ δεξιὰ πᾶσιν ἔδωκεν , οἳ ῥόδον ἀμφεπλέκοντο διάνδιχα κοσμηθέντες . κρητὴρ δὲ Βρομίου ἐκεράννυτο , πίνετο δ '
: ἐκ τῆς Πελλήνης δὲ τὰ Θεοξένια νικῶντες χλανίσιν ἐπιτηδειοτάταις κοσμηθέντες , ἀπὸ κοινοῦ τὸ ἀνεχώρησαν . λέγεται δὲ ,
7668310 περιμηκεα
: οὐδέ τι πρόσσω νίσσεται , ἀλλ ' ὀρέγοντα πέλας περιμήκεα δειρὴν γλώσσῃσιν μεμάασι περισσαίνειν , σκύλακες ὥς . πολλάκι
. Ὡς δ ' ὅτ ' ἀπ ' ἠλιβάτου σκοπιῆς περιμήκεα λᾶαν λάβρος ὁμῶς ἀνέμοισιν ἀπορρήξῃ Διὸς ὄμβρος , ὄμβρος
7667171 ἀκωκαις
περιβάλλεται ἀμφιχυθεῖσα , ἐν δ ' ἐπάγη σκώλοισι καὶ ὀξείῃσιν ἀκωκαῖς ὀστράκου , ὠτειλαῖς δὲ περιπλήθουσα θαμειαῖς ὄλλυται αὐτοδάϊκτος ,
ὁ δ ' ὀκλάζει κατὰ γαίης , βαλλόμενος πυκινῇσι τανυρροίζοισιν ἀκωκαῖς : ὣς ὅ γ ' ἀνηνύστοισιν ἀπειπάμενος καμάτοισιν ὀψὲ
7664012 παναιολον
αὐτὸς ἔρεισε βαρείῃ χειρὶ πιθήσας : οὐδ ' ἔτορε ζωστῆρα παναίολον , ἀλλὰ πολὺ πρὶν ἀργύρῳ ἀντομένη μόλιβος ὣς ἐτράπετ
ἐξελκομένοιο πάλιν ἄγεν ὀξέες ὄγκοι . λῦσε δέ οἱ ζωστῆρα παναίολον ἠδ ' ὑπένερθε ζῶμά τε καὶ μίτρην , τὴν
7663629 παρηορον
πόνων ἄμπαυμα μετ ' ἠελίοιο κελεύθους , ὕπνον ἐλαφρίζουσα , παρήορον ὤπασεν ἠῶ ἀρχομένην : δοιὰς δὲ πύλας ὤιξεν ὀνείρων
σφίγγοιτο δ ' ἐπημοιβοῖς τελαμῶσιν . αὐχένος αὖθ ' ἑκάτερθε παρήορον ἐκ παλαμάων εἷμα περιστέλλοιτ ' ὀπίσω σθεναρῶν ὑπὲρ ὤμων
7660863 πετρῃσιν
ὀϊστοῖς αὐτοὺς βαλόντων . . πολλὰ μὲν γὰρ ἐκ χερῶν πέτρῃσιν ἠράσσοντο ] ἤγουν λίθοις ἐβάλλοντο καὶ συνετρίβοντο λιθολευστούμενοι :
ἀτάλαντον , ἐνὶ μυχάτοισι δὲ πάντῃ λαΐνεοι κρητῆρες ἐπὶ στυφελῇσι πέτρῃσιν αἰζηῶν ὡς χερσὶ τετυγμένοι ἰνδάλλονται : ἀμφ ' αὐτοῖσι
7660562 ἑζομενοι
δὲ προσεκύνησεν , οἰωνοί τε αἴσιοι ἐπὶ τῷ οἰκήματι αὐτῷ ἑζόμενοι προὔφαινον ὡς εἰς Πασαργάδας ἀφίκοιτο . Ἐκ τούτου δειπνοποιησάμενοι
' εἴσβαινον καὶ ἐπὶ κληῖσι καθῖζον , ἑξῆς δ ' ἑζόμενοι πολιὴν ἅλα τύπτον ἐρετμοῖς . ἔνθεν δὲ προτέρω πλέομεν
7660497 ὀπασσεν
μογεῦσιν , ἐν δ ' ἀγορῇ κρίσιας καὶ νείκεα δηρὸν ὄπασσεν . Ζεὺς δ ' ὥρην ἐφέπων ἐρικυδέας ἄνδρας ἔθηκεν
δ ' ἰοῦσιν Ἀλκίνοος Μινύαις ξεινήια , πολλὰ δ ' ὄπασσεν Ἀρήτη , μετὰ δ ' αὖτε δυώδεκα δῶκεν ἕπεσθαι
7658749 ὀχηας
Ἀργειφόντης πᾶσιν , ἄφαρ δ ' ὤϊξε πύλας καὶ ἀπῶσεν ὀχῆας , ἐς δ ' ἄγαγε Πρίαμόν τε καὶ ἀγλαὰ
δαμέντα , τότ ' Ἔρως ἐπισταθείς μευ θυρέων ἔκοπτ ' ὀχῆας . τίς ἔφην θύρας ἀράσσει , κατά μευ σχίσας
7656686 μυκημα
ἕως κάμῃ , ποτὲ δὲ ἑστήκει . τὸ δέ ἵησι μύκημα , ὅτι καὶ οὗτός ποτε ἐβόα καλῶν τὸν Ὕλαν
δὲ καὶ ὑισμὸν εἶπον καὶ ὑίζειν ὑίζοντες . βοῶν δὲ μύκημα μυκηθμὸς μυκᾶσθαι μυκώμενοι . ὀίων δὲ βληχὴ βληχᾶσθαι βληχώμεναι
7653888 δινῃσι
δ ' ἰλυόεντος ὑπὲκ φλοίσβοιο φύονται : εὖτε γὰρ ἐν δίνῃσι παλιρροίῃς τε θαλάσσης βράσσηται πάμφυρτος ἀφυσγετὸς ἐξ ἀνέμοιο σπερχομένου
κῦμ ' ἀλίαστον ἐφέσσατο νειόθι δύψας : ἀμφὶ δέ οἱ δίνῃσι κυκώμενον ἄφρεεν ὕδωρ πορφύρεον , κοίλην δ ' ἄιξ

Back