ἐπιτραφῇ τῷ ἀγγείῳ σάρξ . τὰ δὲ ποιοῦντα τὰς ἐσχάρας γυμνότερον ἐργάζεται τὸ μόριον ἢ κατὰ φύσιν εἶχε , τῆς
καὶ τῶν εἰς ὀργανοποιίαν ἐκτάσσειν αὐτὰ προαιρουμένων , ἐάν τε γυμνότερον διὰ χειρὸς ἑκάστης τῶν κινήσεων ἐπὶ τὰς οἰκείας ἐποχὰς
5492949 καταψυξεις
, πυρετοὺς δὲ καὶ ἠπιάλους ἀσφυξίας τε καὶ κακοσφυξίας καὶ καταψύξεις καὶ ῥίγη καὶ συγκοπὰς καὶ μαρασμοὺς καὶ πνίξεις καὶ
κύρια μέρη καὶ συμπάθεια παρακολουθεῖ καὶ μελασμοὶ καὶ ἀφωνίαι καὶ καταψύξεις . καὶ τὰ εἰς τὰ παρὰ τοῖς ἄρθροις δὲ
5293246 θρασυτατοι
καὶ μετὰ ταῦτα Παῖε καὶ Βάλλε φωνοῦντες περιίστανται αὐτὸν οἱ θρασύτατοι καὶ συναράττοντες τοῖς λίθοις ἀποκτιννύουσιν . ἐρριμμένου δ '
γαλῆν πεφρίγασι κρίξασαν . δειλοὶ δὲ καὶ οἱ ἀρουραῖοι . θρασύτατοι δὲ οἱ θαλάττιοι . μικρὸν δὲ αὐτῶν τὸ σῶμα
5268163 Ὀννης
Χρονιζομένης δὲ τῆς πολιορκίας , ἀφικνοῦνται νεανίσκοι , Τόττης καὶ Ὄννης , ἐκ Φρυγίας , ἱερὰ ἔχοντες Καβείρων ἐν κίστει
ἐπισκεψόμενος τὰ βασιλικὰ κτήνη : οὗτος δ ' ἐκαλεῖτο μὲν Ὄννης , πρῶτος δ ' ἦν τῶν ἐκ τοῦ βασιλικοῦ
5199418 Πολιορκητης
τοῖς Φιλιππικοῖς . φιλογέλως δ ' ἦν καὶ Δημήτριος ὁ Πολιορκητής , ὥς φησι Φύλαρχος , ὃς Δημητρίου καὶ τὴν
ἐχθροί . . : φιλόγελως δὲ ἦν καὶ Δημήτριος ὁ Πολιορκητής , ὥς φησι Φύλαρχος ἐν τῆι Ϛ τῶν Ἱστοριῶν
5151409 ἐπιληψεις
ἀνωμαλίαν αὐτῆς διάφορον καὶ διὰ τοῦτο τὰς μὲν κατὰ μῆκος ἐπιλήψεις ἴσας ἀπεργάζεται , τὴν δὲ ἀνωμαλίαν οὐδαμῶς ἀποκαταστήσει .
ἄμπυκος ἑλκομένην . πέπλων . . . ἐμῶν ] τὰς ἐπιλήψεις τῶν πέπλων μου . ἐπιλαβὰς ] ἀπὸ κοινοῦ τὸ
5132832 ἐπαγγελιων
ὁμιλίαις προσηνὴς ἦν καὶ διά τε τῶν δωρεῶν καὶ τῶν ἐπαγγελιῶν εἰς τὴν μεγίστην εὔνοιαν τὰ πλήθη προήγετο , πρός
ἱκανήν . μετὰ δὲ ταῦτα Προκλῆς ὁ τῶν Ναξίων ἀφηγούμενος ἐπαγγελιῶν μεγέθει πεισθεὶς παρέδωκε τὴν πατρίδα τῷ Διονυσίῳ : ὃς
5103139 ἐβαρυνοντο
σορόν . οἱ δ ' Ἡρακλεῖδαι ἐπεὶ τὴν λάρνακα φέροντες ἐβαρύνοντο , κατατίθενται καὶ ἀποκαλύψαντες εὗρον ἀντὶ τῆς Ἀλκμήνης λίθον
[ ! οἰκοῦντες ] ʃ πανοικησίᾳ , οὐ πανοικίᾳ λέγεται ἐβαρύνοντο : καλῶς εἶπεν ἐβαρύνοντο . οὐ δεῖ γὰρ λέγειν
5058944 Λιβυκοι
ἐστιν εὐθὺς ἀπὸ τῶν χωρῶν ἔχοντα τὰς ἐπωνυμίας , οἷον Λιβυκοὶ Ποντικοὶ Θρᾷκες Ἀσσύριοι Αἰγύπτιοι Σικελοί . διαφορὰς δὲ καὶ
μεθ ' οὓς οἱ πυρροί . οἱ δὲ λευκοὶ καὶ Λιβυκοὶ σκιλλώδεις : χείρονες δὲ πάντων οἱ Αἰγύπτιοι . αἱ
5027671 μετεκαλει
Ἐθυσίαζε . . . ἑόρταζεν ἐν τῷ οἴκῳ . . μετεκάλει : Μετεπέμπετο . τὸν ἱερέα : Ἐμέ . .
πρόσω ὁρῶν : οὐδὲν γάρ με τῶν κατόπιν ἐπέστρεφε καὶ μετεκάλει . καὶ νὴ Δί ' ἤδη καλὰ τὰ παρ
5022752 ἐπαρχος
αὐτοῦ ] εἶπεν : ἔχω μελλέφηβον . [ ὁ δὲ ἔπαρχος ] ἔφη : ! ! υ ? [ !
[ . . . . , . ] Σαλούστιος , ἔπαρχος πραιτωρίων : ὃς προεβάλετο βασιλέα Βαλεντινιανόν . ὁ δὲ
5003104 Φαρσαλιων
ἁπλότητα τῆς πόλεως ἀπῆλθε . καὶ τὴν μὲν ἀκρόπολιν τῶν Φαρσαλίων ἐδεῖτο τοῦ Ἰάσονος μὴ ἀναγκάσαι αὐτὸν παραδοῦναι , ὅπως
Παρμενίων ὁ Φιλώτα , καὶ ἀμφ ' αὐτὸν οἱ τῶν Φαρσαλίων ἱππεῖς οἱ κράτιστοί τε καὶ πλεῖστοι τῆς Θεσσαλικῆς ἵππου
4984518 κρατιστας
προκλήσεις ἄσμενοι καὶ περὶ διαλλαγῶν οὐδὲν ἀκριβολογούμεθα , ἀλλὰ τὰς κρατίστας τε καὶ μεγαλοψυχοτάτας δεχόμεθα πᾶν ἀδίκημα καὶ πᾶν ἁμάρτημα
ὄντες κύριοι , ἀδικεῖτε τῶν ἀλλοτρίων ἐφιέμενοι . ἡμεῖς δὲ κρατίστας ἡγούμεθα κτήσεις , ἃς ἂν πολέμῳ κρατήσαντες λάβωμεν ,
4977398 συμπραττουσης
τὴν τέχνην , τούτους δὲ προσλαμβάνων καὶ τῆς τέχνης αὐτῷ συμπραττούσης διπλοῦν τὸν δρόμον τοῦ πλοίου σὺν ἀσφαλείᾳ ποιεῖται .
μία κατ ' ἀρετήν ; ἐνεργεῖ δὲ ἐν βίῳ τελείῳ συμπραττούσης τῆς ψυχῆς πρὸς τὸ ἀνεμποδίστως τὸ ἀγαθὸν ἐνεργεῖν κατὰ
4946784 ἀξινας
τοὺς εὐρώστους καὶ ἀκμάζοντας ἐπιλεξάμενος ἐξήγαγε δρέπανα καὶ πελέκεις καὶ ἀξίνας ἔχοντας ὡς τεμοῦντας ὕλην εἰς πυρκαϊὰν νεκρῶν τοσούτων .
τῶν σαγιττῶν . Χρὴ τένδαν κατὰ κοντουβέρνιν καὶ δρέπανα καὶ ἀξίνας ἔχειν αὐτοὺς διὰ τὸ ἀναγκαῖον τῆς χρείας : καλὸν
4934019 αἰγιδας
Λυκοῦργος ἐν τῷ Περὶ τῆς διοικήσεως . . . . αἰγίδας ἐκάλουν τὰ ἐκ τῶν στεμμάτων δίκτυα : Λυκοῦργος ἐν
καταιγίδας καὶ σφοδρὰς πνοὰς τῶν θυέλλων . . . , αἰγίδας . . Β . Ρ . ἐπαιγίζοντα κατὰ .
4931449 ἐλεφαντινας
λέγων φησὶν οὕτως : „ διὸ καὶ τὰς κώπας αὐτῶν ἐλεφαντίνας ἐποιήσαντο καὶ τῷ μεγέθει περιττάς . ὅθεν καὶ ἡ
Τίμαιος ὅτι καὶ ἀργυραῖς ληκύθοις καὶ στλεγγίσι ἐχρῶντο , καὶ ἐλεφαντίνας κλίνας εἶχον ὅλας . . , , : συνεμάχει
4913161 Οἰβαραν
τῆς προδοσίας : ἐπανῄει τε εἰς Μηδίαν : τὸν δὲ Οἰβάραν ἵππῳ τε καὶ στολῇ Περσίδι καὶ θεραπείᾳ ἐτίμησεν ,
πραχθεῖσι καὶ ἔτι μᾶλλον ὀργισθεὶς , ὥστε μηκέτι προσίεσθαι τὸν Οἰβάραν , αὖθις μετέγνω καὶ προσίετο αὐτὸν , συμβούλῳ τε
4868620 γευματα
παρέλεγε πάλιν , καὶ ταχὺ κατενόει : πρὸς δὲ τὰ γεύματα ἀπονενοημένως εἶχεν : ἡ σιηγὼν μὲν ἐπανῆκεν , ἡ
γεύσεται πρὶν λεχθῆναι ποῦ κεῖται τὸ παραφέρειν . τὰ γὰρ γεύματα ἐγὼ οἶδα μόνος . καὶ ὁ Μάγνος ἔφη :
4866928 στρωμνης
καὶ κωδίου καὶ δυεῖν προσκεφαλαίων . τοιαύτης δὲ τῆς σκληροτάτης στρωμνῆς ὑπαρχούσης , ἔξεστι λογίζεσθαι τὴν κατὰ τὸν λοιπὸν βίον
περιέργου τροφῆς ἢ περιέργου τε καὶ τρυφερᾶς ἐσθῆτός τε καὶ στρωμνῆς ἢ περιέργου τε καὶ πολυτελοῦς καὶ ποικίλης οἰκήσεως ἐπίκτητον
4863637 ἐπισκευασαι
, ἣ οὐκ ἔστιν ἀξία τριάκοντα δραχμῶν . Πέρυσιν δὲ ἐπισκευάσαι αὐτὴν βουλόμενος ἐξέδωκα εἴς τι χαλκεῖον : ἔστι γὰρ
δὲ χαλκῆ ἦν ἡ ἐγγυθήκη ἑξῆς φησι : πέρυσιν δὲ ἐπισκευάσαι αὐτὴν βουλόμενος ἐξέδωκα εἰς τὸ χαλκεῖον : ἐστὶ γὰρ
4843518 μισθωτων
ἡ δὲ τῶν θεριστῶν ᾠδὴ Λιτυέρσης καλεῖται , καὶ τῶν μισθωτῶν δέ τις ἦν ᾠδὴ τῶν ἐς τοὺς ἀγροὺς φοιτώντων
, αἶγα τῇ θεῷ ἔθυον . Τινὲς δὲ τῶν κομισάντων μισθωτῶν ἔκρυψαν τὴν μάχαιραν , καὶ σκηπτομένων [ ἐπιλελῆσθαι ]
4836952 ἐπιδιωξαντων
αὐταῖς ἤδη ταῖς πύλαις τοῦ Τυρρηνικοῦ χάρακος ὢν ὑπὸ τῶν ἐπιδιωξάντων ἐκ τῆς ἑτέρας στρατοπεδείας καταλαμβάνεται . ἔνθα τῆς συμπλοκῆς
καὶ τῆς Φρίξου : τῆς δ ' Ἰάσονος καὶ τῶν ἐπιδιωξάντων Κόλχων καὶ μέχρι τῆς Κρήτης καὶ τῆς Ἰταλίας καὶ
4830090 οἰστον
. ἐνθυμώμεθα : ἀντὶ τοῦ ἐνθυμηθῶμεν : ἔστι γὰρ ὑποθετικόν οἰστόν : ὑπομονητόν . ἱκανοί : δουλωσόμενοι δηλονότι δίχα γε
αὐτῷ πολλοῦ ἂν ἄξιον εἶναι τὸν ἄτρακτον , λέγων τὸν οἰστόν , εἰ τοὺς ἀγαθοὺς διεγίγνωσκε , δήλωσιν ποιούμενος ὅτι
4816112 αὐλιον
, καὶ εἵπετο ἐκεῖνος , ἄγει τε αὐτὸν ἐπὶ τὸ αὔλιον . καὶ ἡ λέαινα εἶδε καὶ αὐτὴ προσελθοῦσα ὑπέσαινε
, καὶ εἵπετο ἐκεῖνος , ἄγει τε αὐτὸν ἐπὶ τὸ αὔλιον . καὶ ἡ λέαινα εἶδε καὶ αὐτὴ προσελθοῦσα ἐπέσαινε
4802419 σιτησεις
γίγνεται : οἱ γὰρ ἀγαθοὶ στρατηγοὶ ὑμῖν καὶ τῶν τὰς σιτήσεις τινὲς εὑρημένων ἐν τῷ πρυτανείῳ ἐξαιτοῦνται τὰς γραφὰς τῶν
τε καὶ δώροις . καλῶ δὲ δωρεὰς μὲν τάς τε σιτήσεις καὶ τὰς προεδρίας καὶ τὰς ἀτελείας καὶ τὸ ἱερᾶσθαι
4794854 ἐπιπληξεις
ὥρᾳ τε καὶ ἡδονῇ τῶν λόγων , ὅθεν καὶ τὰς ἐπιπλήξεις , ἃς ἐποιεῖτο , μὴ ἀγροίκους , μηδὲ ἀηδεῖς
. . τῆς πόλεως ] ἤγουν τῶν νόμων . . ἐπιπλήξεις ] ἤγουν ὀβελισμούς . . ἐφ ' ἑτέρων ]
4792323 ἐπιλελησμενοι
ἐπιθήσοντες ἅπαντι τῷ πολέμῳ . καὶ οἱ μὲν εὐκοσμίας ἁπάσης ἐπιλελησμένοι χύδην τε καὶ ἀφύλακτα ἐχώρουν , γεγηθότες καὶ εὐωχούμενοι
δυστυχῶν : ἐπεὶ καὶ ὅμοια ποιήσομεν τοῖς καταράτοις κόλαξιν ἐκείνοις ἐπιλελησμένοι ἀνδρὸς τοσαῦτα μηρία ταύρων τε καὶ αἰγῶν πιότατα καύσαντος
4788077 ἀγη
. ἀγῆλαι : τιμῆσαι θεόν ἀγελοῦμεν . . . . ἀγή : ἡ κλάσις τοῦ κύματος : ἀπὸ τοῦ ἀγῶ
αὐχμός , . , . Αὐγή : παρὰ τὸ ἄγω ἀγή καὶ αὐγή , δι ' ἧς ἀγόμεθα : σκότος
4787304 δαιμονιοπληξιας
γυμνητείαις καὶ βλασφημίαις καὶ τοῖς τοιούτοις , κατὰ δὲ τὰς δαιμονιοπληξίας ἢ τὰς τῶν ὑγρῶν ὀχλήσεις ἐνθουσιασμοῖς καὶ ἐξαγορείαις καὶ
Κρόνου καὶ σελήνης πρὸς τὰς τῶν ὑγρῶν ὀχλήσεις καὶ τὰς δαιμονιοπληξίας . ἡ μὲν οὖν περὶ τὸ ποιητικὸν τῆς ψυχῆς
4784559 ἀπεσταλμενων
θέμενος ἤρχετο πάλιν εἰς τὰ Μέγαρα . καὶ ἀπαγγελλόντων τῶν ἀπεσταλμένων ἐπὶ τὴν θήραν , ὅτι αὐτοί εἰσιν οἱ κατηγωνισμένοι
κληρουχιῶν Καίσαρι . Ὡς δὲ τῷ Καίσαρι ὑπὸ τῶν κρύφα ἀπεσταλμένων ἀπηγγέλθη τὸν ἐν Βρεντεσίῳ στρατὸν καὶ τοὺς ἀπῳκισμένους ἐν
4759535 ὑπερκειμενοι
ὑπ ' ἐκείνων ἀποδειχθεῖσι δυνάσταις . Ἀρμένιοι δὲ καὶ οἱ ὑπερκείμενοι τῆς Κολχίδος Ἀλβανοί τε καὶ Ἴβηρες παρουσίας δέονται μόνον
τὸ πλῆθος τῶν συνήθων γενῶν . περιέχουσι δὲ οἱ μὲν ὑπερκείμενοι κανόνες ἑπτὰ τοὺς ποιοῦντας ἀριθμοὺς τὸ ἀπὸ τῆς τῇ
4732717 περιτυχοντες
. . ἑαυτῆς βαλάντιον . . . ἀπώλεσεν : ᾧ περιτυχόντες οἱ Θετταλοὶ ἐξ αὐτοῦ πάσης φαρμακευτικῆς καὶ γοητικῆς ἀνεπλήσθησαν
περιόδοις φύεται . οἱ δὲ πολλοὶ μορίοις τισὶ τῆς τέχνης περιτυχόντες Ὁμήρου δέονται προσαγορεύοντος αὐτοὺς , ὥσπερ ἐκεῖνος ” ἔσκεν
4712444 προσταγην
ἀλήθειαν μὲν ἢ ψεῦδος οὐ παριστᾷ , κέλευσιν δὲ καὶ προσταγὴν ὑπεμφαίνει : τὸ γὰρ τύπτε καὶ λέγε ἀλήθειαν ἢ
' ὀλίγον καταφερόμενος ἁλιεῖ τινι προσηνέχθη : κατὰ δὲ χρησμοῦ προσταγὴν Πεισίστρατος ὁ Λακεδαιμόνιος παρὰ [ τὰ ] λείψανα τοῦ
4701912 ἐπισχεσεις
ἡ μήτρα , ἤδη διδάσκουσι . χωλότητες γὰρ ἐντεῦθεν καὶ ἐπισχέσεις γαστρὸς καὶ δυσουρίαι ἢ στραγγουρίαι ἕπονται , κατὰ τὰς
ἀπὸ μήτρας ἐκκρίσεως κατὰ φύσιν γεγονυίας μείζω ἂν καὶ αἱ ἐπισχέσεις ἀλλοίωσιν ἔν τε τῷ σώματι καὶ τοῖς οὔροις ποιήσαιεν
4699188 Πορθμου
ἡμίσους : τῶν δ ' ἐφεξῆς τὸ μὲν ἀπὸ τοῦ Πορθμοῦ μέχρι Καράλλεως τῆς Σαρδόνος μοιρῶν κεʹ , τὸ δ
φερούσας τὰς μηχανὰς ἀναχθεὶς ἀπὸ Καλλιουπόλεως ἔπλει διὰ τοῦ Ἑλλησποντικοῦ Πορθμοῦ εὐθὺ τῶν Αἰγὸς Ποταμῶν καὶ παραμείψας Σηστόν τε καὶ
4695817 ἐπεμυξαν
δέ ἐστιν ὅ φησι ὁ ποιητής : αἱ δ ' ἐπέμυξαν . τὸ δὲ ἐγείρεσθαι ἀθρόως τὰς παρειμένας ὕπνωι οὐ
κερτόμευον δὲ ἠρέθιζον εἰρωνευόμενοι . ἐπεμαίετο ἐφήπτετο καὶ ἐπεθύμει . ἐπέμυξαν ἐπεμύχθησαν , οἷον ἀγανακτοῦντες καὶ μὴ δυνάμενοι ἢ ποιῆσαι
4690655 περιλειφθεισας
ιγ λεπτῶν ι , καὶ τὰς πρὸς ταῖς ἡμέραις ὥρας περιλειφθείσας μέρισον ὁμοίως εἰς τὸ ὡριαῖον δρόμημα αὐτῆς , ὅ
πλείω : ἐγὼ μὲν γὰρ τὰς τριακοσίας δραχμὰς ἔλαβον τὰς περιλειφθείσας ἀπὸ τῆς τιμῆς τοῦ χωρίου , καὶ οἰκίδιον ὅ
4654022 ἀφισταμενην
πάλιν ζητητέον , πῶς ἐμπίπτει ὁ ὅρος : οἷον συνεχῶς ἀφισταμένην πόλιν ἐπέμφθη χειρωσόμενος ὁ στρατηγός : ἑλὼν κατέσκαψε καὶ
κἀνταῦθα πομπικὴν καὶ θεατρικὴν εἶναι δεῖ , τοῦ σεμνοῦ μὴ ἀφισταμένην . τριῶν γὰρ ὄντων τῶν τῆς ῥητορικῆς μερῶν τοῦ
4646792 ἡκιστος
κατ ' ἐπιρρηματικὴν σύνταξιν , οὕτως καὶ παρὰ τὸ ἧκα ἥκιστος ἥκιστα . . . . . ἤνοπι : ἤνοπι
: “ ἦκα πρὸς ἀλλήλους . ” ἤκαχεν ἐλύπησεν . ἥκιστος ἐλάσσων : “ ἥκιστος δ ' ἦν αὐτὸς ἐλαυνέμεν
4639274 Θωμας
τέλους κεῖται περισπωμένη , οἷον ἵνα κατὰ τὸν τεχνικὸν παραδειγματίσω Θωμᾶς Λουκᾶς : προπερισπώμενος δέ , ὅταν πρὸ μιᾶς τοῦ
καὶ τὰ μὲν αὐτοῦ βασιλέως οὕτως εἶχε , δεσπότης δὲ Θωμᾶς , ἐπειδὴ τὴν ἀρχὴν ἐπύθετο τὴν ἐς Πελοπόννησον ἔφοδον
4632035 κακοποιουσι
διδράσκουσιν αὐτοὺς καὶ εἰς τὰ ὄρη ὁρμώμενοι τὰς ἀγροικίας αὐτῶν κακοποιοῦσι πολλοὶ συναθροισθέντες : ἡ γὰρ νῆσός ἐστι τραχεῖα καὶ
ἀποδιδράσκουσιν αὐτοὺς καὶ εἰς τὰ ὄρη ὁρμώμενοι τὰς ἀγροικίας ἑαυτῶν κακοποιοῦσι πολλοὶ συναθροισθέντες : ἡ γὰρ νῆσος αὐτοῖς ἐστι τραχεῖα
4624966 φοιτητων
ἄλλων εἰσαγαγεῖν τὸν πλείονος παρὰ σοὶ τυχόντα φιλοστοργίας . τῶν φοιτητῶν πολλάκις εἰπεῖν δεηθέντων τῆς μέχρι τοῦ παρόντος ἀναβολῆς διηγήσεται
ἐπικελεύσῃ , πᾶσι πειθαρχεῖν . ἐνθένδε μοι δοκεῖ τις τῶν φοιτητῶν Μωυσέως , ὄνομα εἰρηνικός , ὃς πατρίῳ γλώττῃ Σαλομὼν
4622534 κατῃεσαν
μετὰ τῶν πολεμίων ἐπὶ τὴν χώραν ἐστράτευσαν , καὶ ὅσοι κατῄεσαν Λακεδαιμονίων ἐχόντων τὴν πόλιν . καὶ μὲν δὴ πᾶσιν
ἀνίπταντο εἰς τὸν ἀέρα ἄνω , ὅτε δὲ πάλιν ἐβούλοντο κατῄεσαν εἰς τὴν γῆν . τῆς δὲ χειμερινῆς παρελθούσης τροπῆς
4622493 Κυνηγιῳ
πρεσβύτερος . ἔστι γάρ μοι καὶ θυγάτηρ , ἐπειδήπερ ἐστὶ Κυνηγίῳ , ὃς τὸν ἀδελφὸν τὸν αὑτοῦ μιμησάμενος οὐ χείρων
βασιλέως εὔνοια βέβαιος μένοι : Εὐσέβιος δὲ ἥκει μὲν καὶ Κυνηγίῳ χάριν φέρων , ἥκει δὲ καὶ τῆς σῆς θέας
4621575 ἀῤῥωστων
καὶ τὸ ὕδωρ εὑρίσκεται οἰνῶδες , καὶ εὔχρηστον πρὸς ἀπάτην ἀῤῥώστων , καὶ οἱ βότρυες ἀκέραιοι φυλάττονται . Παραινοῦσί τινες
αὐτὰ προαγορεύοντες εὐκλεεῖς τε γινώμεθα , καὶ μήτε ὑπὸ τῶν ἀῤῥώστων ἀπατώμενοι περὶ τὰς θεραπείας ἀποτυγχάνωμεν . ἀλλὰ τῶν προκαταρκτικῶν
4619639 στρατους
ὁ δῆμος , ἑτέραν ἀρχὴν στάσεως ὁρῶν καὶ φοβούμενος δύο στρατοὺς περικαθημένους , ἐδέοντο τῶν ὑπάτων ἐν ἀγορᾷ προκαθημένων συναλλαγῆναι
ἐφρόνουν , ἐνῆν ἀκινδύνως ἅπασι τὰ ὅπλα καταθέσθαι καὶ τοὺς στρατοὺς πάντας ἀποδοῦναι τῇ πόλει , κἀκείνην ἑλέσθαι τὰ συνοίσοντα
4613669 ἀμῃγεπῃ
ἐξίσταται ἑαυτῆς , ἀλλ ' ὅτι μὲν ἀναγκαῖόν ἐστι μεταλαμβάνειν ἀμῃγέπῃ μεταλαμβάνει ἕως ἂν ᾖ , τῷ δ ' εἶναι
; Εἰ οὖν οὐκ ἔχοντος μέγεθος τὸ ἔχον τὸ μέγεθος ἀμῃγέπῃ μεταλαμβάνει , οὐ μεριζομένου αὐτοῦ ἂν μεταλαμβάνοι : ἢ
4613233 πολεμικοι
τὴν εὐκοσμίαν ὁμοίως τέθεικε . δεῖ οὖν οὕτω νοεῖν : πολεμικοί τε γιγνόμεθα καὶ εὔβουλοι διὰ τὸ εὔκοσμον . ἀνάγκη
Ἄρει , τουτέστι καὶ πολέμων ἦσαν ἔμπειροι , ὅ ἐστι πολεμικοί . ἀλλ ' ἁμέρᾳ γὰρ ἐν μιᾷ : Χρύσιππος
4610562 παλτα
Ἀρριανός : ἐξηκόντιζον εἰς τοὺς προμαχομένους τοῦ τείχους οἱ μὲν παλτά , οἱ δὲ λίθους , οἱ δὲ τοξεύματα .
ὠμῶς τε καὶ ξὺν ὕβρει ἐξηγεῖτο . . . . παλτά : Ἀρριανός : ἐξηκόντιζον εἰς τοὺς προμαχομένους τοῦ τείχους
4605976 Δαυιδ
παρελθέτω ὁ κόσμος οὗτος . Ἀμήν . ὡσαννὰ τῷ οἴκῳ Δαυίδ . Εἴ τις ἅγιός ἐστιν , ἐρχέσθω : εἴ
εἰρήνην μετὰ τῶν πλησίον αὐτῶν , ὅι φησιν ὁ θεῖος Δαυίδ , κακὰ δὲ ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν . Ὑπεισελθόντες
4603166 Μιθαικου
μόνον , ἀλλὰ τὰ τούτων ἔτι ἀτοπώτερα : παρὰ μὲν Μιθαίκου ὄψον , παρὰ δὲ Σαράμβου οἶνον , παρὰ δὲ
αὐτὰ ἑαυτῶν προσφορώτατα εἶναι παρεσκεύαζεν : καὶ ἦν πολὺ τὸ Μιθαίκου καὶ ὅσον τοῖς Ἕλλησιν κατὰ ὀψοποιΐαν , ὥσπερ τὸ
4603041 κατεκοψεν
δὲ Φάυλλος ὁ ἀδελφὸς Ὀνομάρχου στρατηγήσας οὐκ ὀλίγα τῶν ἀναθημάτων κατέκοψεν εἰς τὰς τῶν ξένων μισθοφοράς . τὰς γὰρ ἀνατεθείσας
Φάυλλος διαδεξάμενος τὴν ἀρχὴν πολλὰ τῶν ἀργυρῶν καὶ χρυσῶν ἀναθημάτων κατέκοψεν . κϚʹ . Ὡς τὰς μισθοφορίας ἀναβιβάσας ἤθροισε μισθοφόρων
4599700 Μυτιληναιων
ἐκπέμπουσιν . οἱ δὲ Ἀθηναῖοι πολὺ ἐπιρρωσθέντες διὰ τὴν τῶν Μυτιληναίων ἡσυχίαν ξυμμάχους τε προσεκάλουν , οἳ πολὺ θᾶσσον παρῆσαν
κόπτῃ . ἐγὼ δὴ τοῦτο πρῶτον ἐρῶ . ἐμοὶ δοκεῖ Μυτιληναίων ὁ δῆμος ἠδικῆσθαι , καὶ δίκην ὑμῖν ὑπὲρ αὐτοῦ
4598372 καταντησας
τέττιγα φαίνεσθαι κατὰ τὴν χώραν . Ὁ δ ' Ἡρακλῆς καταντήσας ἐπὶ τὸν πορθμὸν κατὰ τὸ στενώτατον τῆς θαλάττης τὰς
ἁπάσης τῆς Ἀσίας κρατήσας μόνους τοὺς Γανδαρίδας οὐκ ἐπολέμησε : καταντήσας γὰρ ἐπὶ τὸν Γάγγην ποταμὸν μετὰ πάσης τῆς δυνάμεως
4597710 διαβαινουσι
, ὅπως τὰ ὅπλα ἔχοιεν πρὸ τῶν τοξευμάτων , μόλις διαβαίνουσι τὸν Κάρκασον ποταμόν , τετρωμένοι ἐγγὺς οἱ ἡμίσεις .
ὄντας προσφερέσθω ὡς ἂν αὐτῷ δοκῇ ἀσφαλές . Ἐκ τούτου διαβαίνουσι πάντες εἰς τὸ Βυζάντιον οἱ στρατιῶται . καὶ μισθὸν
4597458 ἐκσταντες
τρομώδεες γινόμενοι καὶ πτυαλίζοντες , ἦρά γε φρενιτικοί ; Οἱ ἐκστάντες ὀξέως ἐπιπυρέξαντες , φρενιτικοὶ γίνονται . Οἱ φρενιτικοὶ βραχυπόται
ἤτοι βεβλαμμένον , ἔχοντες τὸ λογιστικὸν καὶ τῶν οἰκείων φρενῶν ἐκστάντες θηριώδεις γίνονται καὶ πίνουσιν αἵματα καὶ ὠμὰ κρέατα ἐσθίουσι
4594973 περιειη
ψευδεῖς ἐπιρρίπτων αἰτίας , ὅπως ἅπαντας καταπληξάμενος τοὺς δυναμένους ἀντιπολιτεύεσθαι περιείη κύριος ἁπάσης τῆς Ἠπείρου . διόπερ πρὸς Περσέα ἐξαπέστειλαν
αὐτοῦ ἐν Πέρσῃσι , καὶ πολλάκις τε ἀποδεξαμένου γνώμην ὡς περιείη ὁ Κύρου Σμέρδις καὶ ἐξαρνησαμένου τὸν φόνον αὐτοῦ .
4593223 ἰθυφαλλοι
ὠνομάσθησαν αὐτοί τε καὶ τὰ ποιήματα αὐτῶν . Οἱ δὲ ἰθύφαλλοι καλούμενοι προσωπεῖον μεθυόντων ἔχουσι , καὶ ἐστεφάνωνται , χειρῖδας
καὶ στεφανοῦντες ἐδέχοντο , ἀλλὰ καὶ προσόδια καὶ χοροὶ καὶ ἰθύφαλλοι ἀπήντων αὐτῷ καί τινες προσᾳδόντες ὡς εἴη μόνος θεὸς
4591224 κοπισι
θεάν . ὅτι βάρακες παρὰ Φιλυλλίῳ σημαίνουσι τὰς ἐν τοῖς κοπίσι μάζας καὶ οὐ τολύπας , ὡς Λυκόφρων νοεῖ ,
ὀχετόν , οἳ δὲ ὡπλίζοντο ἐπὶ τὸν πολέμιον , καὶ κοπίσι καὶ ξυροῖς τεθηγμένοις αὐτοῦ διέκοπτον τὰς πλεκτάνας , ὡς
4588254 ἀναζητων
ἀναγκάζεσθαι πέμπειν ἐπιστολάς . Ἡδύς ἐστι Κέλσος ὁ θηρία νῦν ἀναζητῶν οἰόμενος ἔτι τὰς ἐμὰς ἐπιστολὰς εἶναί τι . αἱ
θυμῷ καὶ Ἡρακλῆς τότε συσχεθεὶς περιῄει τὴν ὕλην τὸν Ὕλαν ἀναζητῶν . ὥσπερ νεβροῦ φθεγξαμένης ἐκ κοίτης λέων ἀκούσας σπεύδει
4588184 σμικρας
φρονοῦντες εὖ κρατοῦσι πανταχοῦ . Μέγας δὲ πλευρὰ βοῦς ὑπὸ σμικρᾶς ὅμως μάστιγος ὀρθὸς εἰς ὁδὸν πορεύεται . Καὶ σοὶ
: ἐγὼ μὲν ἄυπνος θάσσω παρεδρεύουσα τῷ ἀθλίῳ νεκρῷ οὕνεκα σμικρᾶς πνοῆς , ὅ ἐστιν : ὅπως μὴ ἀποψύξας λάθῃ
4585437 προνομας
δὲ καὶ τῆς ἐκείνων δυνάμεως , ἐσκεδασμένης ἔτι κατὰ τὰς προνομὰς , τῇ παρ ' ἐλπίδας ἐφόδῳ , καθάπερ καὶ
ἀποθανεῖν . καὶ ἐγίνετο ταῦτα : οἱ μὲν γὰρ ἐπὶ προνομὰς ἀποστελλόμενοι ὑπ ' αὐτῶν , οἱ δ ' ἀγορὰν
4585032 κραδαινετω
εἰπεῖν ἐπὶ ταρίχη ἀριστησάτω , ἔφη ἐπὶ ταρίχη τοὺς λόφους κραδαινέτω , διαπαίζων αὐτόν . Γ οἱ ἐν πολέμοις ἐξερχόμενοι
θεμελίων αὐταῖς ] σὺν πνεῦμα ] ἄνεμος κραδαίνοι ] ἤγουν κραδαινέτω καὶ κινείτω πόντου ] τῆς θαλάσσης τραχεῖ ] σφοδρῷ
4583764 κομιειν
τότε τὴν λύσιν ἐπήνεγκεν . ὡμολογήκειν γὰρ τοῖς αἰχμαλώτοις λύτρα κομιεῖν , καὶ διὰ τοῦτο δεύτερον ἐπρέσβευσα , ἵνα αὐτοὺς
Ἀσκληπιὸς οὐχὶ καὶ τούτων ἐκόμιζε μέλλων γε δώρων τὰ μέγιστα κομιεῖν ; ἔστι μὲν γὰρ καὶ αὐτὸς δῶρον ἡδυεπής τις
4583366 ΓΘΖ
ΓΕΖ τῇ ὑπὸ ΓΘΖ ἐστιν ἴση . ἡ δὲ ὑπὸ ΓΘΖ τῇ ὑπὸ ΔΘΗ ἴση : κατὰ κορυφὴν γάρ :
γʹ ἀκρωνύκτου καταγραφή . ἐπεὶ οὖν καὶ ἐνταῦθα ἡ ὑπὸ ΓΘΖ γωνία τῆς ὁμαλῆς τοῦ ἐπικύκλου παρόδου , οἵων μέν
4580920 φιλοφροσυναις
οἰκίαις ἀναλαμβάνοντες τραπέζαις τε ὑπεδέχοντο λαμπραῖς καὶ ταῖς ἄλλαις ἐξένιζον φιλοφροσύναις . πολυτελὴς δὲ καὶ ἁβροδίαιτος ἱκανῶς τοῖς Καμπανίαν οἰκοῦσι
τὸν Ἱέρωνα τὸ τοῦ Ἀγησίου ἐγκώμιον δέξασθαι . σὺν δὲ φιλοφροσύναις : ὅτι φίλος Ἀγησίας Ἱέρωνος καὶ μάντις : ὃς
4578273 ἐκτροπας
τὰ ὑπερσαρκώματα καὶ πρὸς τραχέων βλεφάρων ἀποκάθαρσιν καὶ πρὸς τὰς ἐκτροπὰς καὶ λιθιάσεις καὶ χαλάζια καὶ σκιρρώδεις διαθέσεις καὶ πτερύγια
. . . . ιε ιη καὶ πρὸς μὲν ἄρκτους ἐκτροπὰς δύο ἐπί τε τὸ Σαγάπολα ὄρος , καὶ ἐπὶ
4575015 ἐπανορθωσεις
νεώτερός τε καὶ τῶν εἰρημένων τάξεων ἔχων ἡνδήποτε . τὰς ἐπανορθώσεις τε καὶ νουθετήσεις , ἃς δὴ πεδαρτάσεις ἐκάλουν ἐκεῖνοι
τις βούλεται , λαβεῖν : αἱ δ ' ἀναγνώσεις ποιοῦσιν ἐπανορθώσεις : τὸ δ ' ἀναβάλλεσθαι πάντα καὶ ἀμελεῖν οὐκέτι
4568422 ἐπανηκοντος
τοῦ Διὸς πρεσβεύειν περὶ τοῦ παιδὸς οὐκ οἴεται δεῖν , ἐπανήκοντος δὲ εἰς τὸν οὐρανόν , μᾶλλον δὲ εἰς τὸ
ἔπειθες , συνέχαιρον τῷ Κέλσῳ τῆς σῆς ἐξηρτημένῳ ψυχῆς . ἐπανήκοντος δέ σου καὶ ἔχοντος τὴν πατρίδα ἔλεγον πρὸς ἐμαυτόν
4568067 Ποτειδαιας
ἰσχύν . καὶ πρὸς τοὺς Ἀθηναίους πέμπετε μὲν περὶ τῆς Ποτειδαίας , πέμπετε δὲ περὶ ὧν οἱ ξύμμαχοί φασιν ἀδικεῖσθαι
ὁ Νικηράτου καὶ Νικόστρατος ὁ Διειτρέφους . ἄραντες δὲ ἐκ Ποτειδαίας ταῖς ναυσὶ καὶ σχόντες κατὰ τὸ Ποσειδώνιον ἐχώρουν ἐς
4566755 νεκρωσεως
τινα παρεσχηκυίας . Μέλανα δ ' ἐπιθήσεις τοῖς οὔροις τῆς νεκρώσεως χρώματα . ἐνδέχεται γὰρ καὶ θάτερον ἐπιγεγονέναι . Τὸ
δίχα ἑλκώσεως . γίνεται δὲ γάγγραινα ἤτοι πληγῆς προηγησαμένης ἢ νεκρώσεως γιγνομένης ἢ φλεγμονῆς ἐκ χειρουργίας . υλζʹ . Δρακόντιόν
4565273 Κυζικηνοι
τοῦ Δινδύμου . ὡς δὲ καὶ ταῦθ ' ὑπεσύροντο οἱ Κυζικηνοὶ καὶ τὰς ἐπ ' αὐτῶν μηχανὰς ἐπίμπρασαν καὶ αἰσθήσει
ὑπὸ Διὸς τῇ Κόρῃ δοθῆναι , καὶ σέβουσιν αὐτὴν οἱ Κυζικηνοὶ μάλιστα θεῶν . ἐπελθούσης δὲ τῆς ἑορτῆς , ἐν
4563002 θαρρησαντες
φαύλως νομίζομεν ἐκ πολλῶν δῆλον : οἵ τε γὰρ πρῶτοι θαρρήσαντες αὐτῆς ἅψασθαι τοιοῦτοί τινες ὑπῆρξαν , Ὅμηρός τε καὶ
ἔφη . Διδόασι δὴ οἶμαι δείσαντες μὲν ὑπὲρ ἐκείνου , θαρρήσαντες δὲ ὑπὲρ ἑαυτῶν . Καὶ μάλα . Οὐκοῦν τοῦτο
4561069 ἀπελαυσαμεν
ἀριθμοῦ ; Οὐ μόνον δὲ ἄρα τῶν ἀρχόντων τὰ κράτιστα ἀπελαύσαμεν , ἀλλὰ καὶ τῶν ἐκείνων γυναικῶν , αἳ τοὺς
, ὅτε ἡ μεγάλη νόσος κατέλαβε τὴν πόλιν , ἧς ἀπελαύσαμεν καὶ ἡμεῖς ἀμφότεροι . τότε μὲν οὖν δίκην οὐχ
4560791 ἐρωμενας
ἔκλαεν , ὅτ ' ἐπελάθετο ὅτι πάρεστιν οὐκ ἐπὶ τὸ ἐρωμένας κτᾶσθαι , ἀλλ ' ἐπὶ τὸ πολεμεῖν . ταῦτ
, ὅταν ἃ βουλόμεθα βλέπωμεν : * φιλούντων γίγνεται τὰς ἐρωμένας ἐρώντων ἐν ὕπνοις . Ἀριστοτέλης σπέρμα εἶναί φησι *
4557606 Ἀλευαδας
πρὸς Μυκάλῃ , ἐστράτευσε δὲ ὕστερον τούτων καὶ ἐπὶ τοὺς Ἀλευάδας ἐς Θεσσαλίαν : καί οἱ καταστρέψασθαι Θεσσαλίαν πᾶσαν ἐξὸν
πρὸς συμμαχίαν τὸν Φίλιππον . εἶτα ἐλθὼν ἐκεῖνος ἐξέβαλε τοὺς Ἀλευάδας ἐκ τῆς τυραννίδος : καὶ ὑπὲρ τούτου χάριν αὐτῷ
4557140 Πευκεστας
ἐτύγχανεν ἢ ἐν τῷ τότε ἔλαβεν . Ἐν τούτῳ δὲ Πευκέστας τε καὶ ὁ διμοιρίτης Ἀβρέας καὶ ἐπ ' αὐτοῖς
καίτοι τῇ ἰσότητι τῇ ἐς τὸν βασιλέα μεγάλως τετιμημένοις . Πευκέστας τε ὁ Περσῶν σατράπης τῇ τε σκευῇ καὶ τῇ
4552812 Μεσσηνιακη
ὡς οὐδὲ τὸ Μάκιστον : ἄλλη δ ' ἐστὶν ἡ Μεσσηνιακὴ Κυπαρισσία , ὁμώνυμος μὲν οὔ , ὁμοίως δὲ νῦν
καὶ τῆς θαλάττης . Ἡ μὲν οὖν παλαιὰ Πύλος ἡ Μεσσηνιακὴ ὑπὸ τῷ Αἰγαλέῳ πόλις ἦν , κατεσπασμένης δὲ ταύτης
4547518 μαλθακοι
καὶ ἀσήμους , ἐκ μόνης οἰμωγῆς διαγινωσκομένους , καὶ ὅτι μαλθακοὶ καὶ ἀγεννεῖς εἰσι μεμνημένοι τῶν ἄνω . ταῦτα λέγε
φακοὺς , πυροὺς σιτανίους ὅσον δύο χοίνικας βρέξας , ἐπειδὰν μαλθακοὶ ὦσι διατρωγόμενοι , ἰσχυρῶς ποιῆσαι λείους ἐν ὅλμῳ ἢ
4544994 πεφροντισμενως
πρὸς τὸν δικαιοσύνης καὶ πάσης ἀρετῆς συγκατατάττεσθε ὄλεθρον , καὶ πεφροντισμένως διασκεψώμεθα , ὡς ἐπιθέμενοι κατορθώσωμεν : τῆς μέντοι κατορθώσεως
καὶ ταῖς ἄλλαις ἱερουργίαις τε καὶ ἁγιστείαις ἐπιμελῶς πάνυ καὶ πεφροντισμένως γεραίρουσιν , ἱερέων τε καὶ ἱερειῶν τὸν περὶ ταῦτα
4543326 κατασυρειν
ἐπισκήπτω λιπαρῶς ὡς οἷόν τε , ὦ Ἱμεραῖοι , μὴ κατασύρειν αὐτὸν εἰς ἐκμελῆ καὶ ἀπῳδὰ τῶν ἐσχάτων αὐτοῦ πολιτευμάτων
τὸ περιπετάμενον ζῷον τοῖς λύχνοις . προνομεύειν τὸ κατατρέχειν καὶ κατασύρειν . προσωρμίσαντο , οὐ προσώρμισαν . πρότροπος οἶνος ὁ
4540727 Δωδωνιδας
Πληιάδες εἴρηνται . Φερεκύδης δὲ . . . τὰς Ὑάδας Δωδωνίδας νύμφας φησὶν εἶναι καὶ Διονύσου τροφούς . . .
„ . καὶ Σοφοκλῆς Ὀδυσσεῖ ἀκανθοπλῆγι ” τὰς θεσπιῳδοὺς ἱερίας Δωδωνίδας ” . Ἀπολ - λόδωρος δὲ ἐν αʹ περὶ
4538914 κλειθρων
: διὸ καὶ συνέβη τὴν πόλιν εὐκαίρως κειμένην ἐπὶ τῶν κλείθρων εἶναι κυριεύουσαν τῶν εἰς τὴν ἄνω χώραν ἀναπλεόντων .
δὲ τριήρης ἐφ ' ἧς αὐτὸς κατέπλει μέχρι μὲν τῶν κλείθρων τοῦ Πειραιέως προέτρεχεν ἁλουργοῖς ἱστίοις : ὡς δ '
4533110 ἀποβαθρας
αὐτὸν Ἰθαιμένης τέ τις κομίζων ἐσθῆτα καὶ Ἐχοίαξ διὰ τῆς ἀποβάθρας κατιών ἐστιν , ὑδρίαν ἔχων χαλκῆν . καταλύουσι δὲ
ἄλλοι μὲν ἀνέσπων τὰ πρυμνήσια , ἄλλοι δὲ ἀνεῖλκον τὰς ἀποβάθρας , ἄλλοι δὲ ἀγκύρας ἀνιμῶντο : πάντων δὲ βοὴ
4532674 καμηλους
βαρβάρων εἷλε καὶ τὰ σκευοφόρα καὶ τοὺς ἐλέφαντας καὶ τὰς καμήλους . Ἀλέξανδρος δὲ ἀναπαύσας τοὺς ἀμφ ' αὑτὸν ἱππέας
Κροίσου ἀχρεῖον τὸ ἱππικὸν ἀπέφηνε Κῦρος προτάξας τῶν ἰδίων ὁπλιτῶν καμήλους πολλάς : ἵππος δὲ καμήλου φεύγει καὶ τὴν ὄψιν
4526098 Κυμαιοι
τὸ Λολλιανοῦ τεῖχος μηδεὶς φυλάξῃ ἀλλ ' ἐκεῖνος μόνος . Κυμαῖοι προσδοκῶντες ἐξ ἀποδημίας φίλον αὐτῶν ἀξιότιμον καὶ βουλόμενοι αὐτὸν
τῶν στομάτων ἀναχωροῦντες ἐπὶ τὰς πηγάς . τοῦτο καταμαθόντες οἱ Κυμαῖοι τότ ' ἐθάρρησαν ὁμόσε τοῖς βαρβάροις χωρεῖν ὡς τοῦ
4525607 ἀνατομη
ἔτι ὁμοίως πολλοί , καὶ ὅπου τετάχθαι προὐδίδαξεν ἡμᾶς ἡ ἀνατομὴ ταυτὶ τὰ ἔντερά τις καὶ ὀδύνη διαφαίνεται μᾶλλον οὖσα
. δι ' ὧν καὶ παρὰ Ξενοφῶντι ἡ τἀνθρωπίνου σκήνους ἀνατομὴ πομπικῶς καὶ ἔτι μᾶλλον ἀναζωγραφεῖται θείως παρὰ τῷ Πλάτωνι
4525104 Δαιταλεων
καὶ οἱ ἥρωες πανοπλίαν : ⌈ καὶ δῆλον ἐκ τῶν Δαιταλέων . Γ νυν ] δή . νυν ] δή
τῷ εἰρημένῳ δράματι τῶν Δαιταλέων ὁ Ἀριστοφάνης ἐποίησε δράμα τῶν Δαιταλέων καλούμενον , ἐν ᾧ . παρείσηξε δύο πρόσωπα ⌈
4524679 διηρευνησατο
οὐκ ὀλίγοι , τούτους ἐχειρώσατο μὲν ἐν τρισὶν ἡμέραις , διηρευνήσατο δὲ αὐτῶν πᾶσαν τὴν χώραν , ἵνα μηδεὶς ἀποφύγοι
ὑπερβολῆς ὅτι Ἡρακλῆς πᾶσαν μὲν γῆν , πᾶσαν δὲ θάλατταν διηρευνήσατο , καὶ πρὸς ἅπαντας ὅρους καὶ πάσας ἐσχατιὰς ἀφίκετο
4523117 καπανας
Ἑπτὰ δὲ καπάνας ἔτρεφον εἰς Ὀλυμπίαν . τί λέγεις ; καπάνας ; ναί : καπάνας Θετταλοὶ πάντες καλοῦσι τὰς ἀπήνας
ἑπτὰ δὲ καπάνας ἔτρεφον εἰς Ὀλύμπια . τί λέγεις ; καπάνας ; πῶς ; καπάνας Θετταλοὶ πάντες καλοῦσι τὰς ἀπήνας
4520413 μισθουμενοι
τὴν παρὰ τοῦ βασιλέως καὶ τῶν ἱερέων καὶ τῶν μαχίμων μισθούμενοι διατελοῦσι τὸν πάντα χρόνον περὶ τὴν ἐργασίαν ὄντες τῆς
ἀχρήστους εἰς πόλεμον πάσας κέκτηνται , καὶ καθάπερ ἐνδεεῖς ἀνθρώπων μισθούμενοι , ὑπὸ μισθωτῶν καὶ ὀθνείων ἀνθρώπων ἡγοῦνταί ποτε σωθήσεσθαι
4516987 κατακαλυψαντες
ἔφη γνῶναι κατὰ τίνα τόπον ἐστὶ τῆς πόλεως , ἐὰν κατακαλύψαντες ἄγωσιν . εἶθ ' ὡς ἦγον καὶ ἠρώτων ,
ἔφη γνῶναι κατὰ τίνα τόπον ἐστὶ τῆς πόλεως , ἐὰν κατακαλύψαντες ἄγωσιν : εἶθ ' ὡς ἦγον καὶ ἠρώτων ,
4515815 περιδεεις
μὲν γὰρ τὸ μέγεθος τῆς περιεστώσης συμφορᾶς ἐν ὀφθαλμοῖς ἔχοντες περιδεεῖς ἦσαν , οἱ δὲ τοῖς εὐημερήμασιν ἐπηρμένοι σφάττειν παρεκελεύοντο
μεγάλην ὑπὲρ ἄνθρωπον Πυθαγόρα , χαῖρε . τοὺς δὲ παρόντας περιδεεῖς γενέσθαι . ἐφάνη δέ ποτε καὶ ἐν Κρότωνι καὶ
4508903 ὀρχησεις
ἐμβατήρια μετ ' αὐλοῦ καὶ τάξεως ἀσκοῦντες , ἔτι δὲ ὀρχήσεις ἐκπονοῦντες μετὰ κοινῆς ἐπιστροφῆς καὶ δαπάνης κατ ' ἐνιαυτὸν
ὑποκριτὰς εἶχον . τρεῖς δ ' εἰσὶ τῆς σκηνικῆς ποιήσεως ὀρχήσεις , τραγική , κωμική , σατυρική . τρεῖς δὲ
4505247 προσεχωρουν
τεμόντες δ ' οἱ Ἀθηναῖοι τὴν γῆν , ὡς οὐ προσεχώρουν , ἀπέπλευσαν ἐς τὸ Ῥήγιον . καὶ ὁ χειμὼν
πολέμιοί εἰσι : καὶ ποτὲ μὲν ἀφίσταντο , ποτὲ δὲ προσεχώρουν . καὶ ἐν τῇ πρώτῃ τῶν Ἑλληνικῶν . ἐμβροντήτους
4503623 ἀπῃτουν
υἱὸν Ἀγαθοκλέους αὐτὸν ἀντ ' ἐκείνου τὴν τιμωρίαν ὑπέχειν . ἀπῄτουν δὲ καὶ τοὺς μισθοὺς τοὺς ὀφειλομένους καὶ στρατηγοὺς ᾑροῦντο
σε καὶ ἐπεί μοι οὐκ ἐδίδους ἔπαιον ; ἀλλ ' ἀπῄτουν ; ἀλλὰ περὶ παιδικῶν μαχόμενος ; ἀλλὰ μεθύων ἐπαρῴνησα
4498707 διαλλαξειν
, ἂν σωθῇ οἴκαδε , κατά γε τὸ αὑτοῦ δυνατὸν διαλλάξειν Ἀθηναίους καὶ Λακεδαιμονίους , ἀπέπλευσεν εἰς Μίλητον : κἀκεῖθεν
πολεμίοις , ἐλπίδας τε ὅτι πολλὰς ἔχει κἀκείνοις τὸ στράτευμα διαλλάξειν καὶ Πελοποννησίων περιέσεσθαι , ἀχθομένους καὶ πρότερον τοὺς πολλοὺς
4495238 δερματωδη
τούτων , ὡς ὅσα μὲν σκληρὰ καὶ νευρώδη καὶ οἱονεὶ δερματώδη γίνεται ταριχευθέντα , δύσπεπτα πάντα ἐστίν : τὰ δ
ταῖς χερσὶν ἐναπολείπει ποιότητα . μάλιστα δ ' αὐτῶν τὰ δερματώδη ἀκατέργαστά ἐστιν . ἐπαρκεῖ δὲ τοῖς νεφροὺς ἢ στόμαχον
4494893 μουσειων
αὐλή , οὐδὲ ἀποσκηνοῦσιν αἱ θεαὶ πόρρω που τῶν ἡμετέρων μουσείων , οὐδ ' ἂν στήσαιμέν ποτε ὑμῖν χορὸν ἀμοιροῦντα
ὡπλισμένην καὶ ῥήτορας ἀσφαλῶς ἀγορεύοντας , ἢ πάντας τῶν ἐνθένδε μουσείων ἀθλητὰς ἢ τούς γε πλείους ἢ πάντως γε οὐκ
4493669 μεγαλοψυχως
ὑμῶν ἄξιον εἰρῆσθαι . ἔφη γὰρ τὸν Φίλιππον ὁρῶν καὶ μεγαλοψύχως καὶ φιλανθρώπως ἔχοντα πρὸς αὐτοὺς ἥδεσθαι καὶ χαίρειν :
. Καὶ οὐχὶ πάλαι μὲν οὕτω πρὸς πάντας θαυμαστῶς καὶ μεγαλοψύχως ἔσχεν ἡ πόλις , νῦν δὲ ὡς ἑτέρως καὶ

Back