τε ἀμορφίῃ καὶ ἀσχημοσύνῃ κινέεσθαι . καὶ ἐπὶ τουτέοισι δὲ γνώσεαι τὸν θεὸν ἀριθμὸν ἐόντα καὶ νόον καὶ ἁρμονίην .
, οὐδ ' ἂν τοῦδε πιεῖν ὕδατος σύγε δοίης ; γνώσεαι , εἴ σευ δίψος ἀνειμένα χείλεα τέρσει . ἄργυρος
5721855 υἱωνος
θεοὶ τὸν αὐτὸν ἔχουσι λόγον . [ καὶ υἱὸς καὶ υἱωνὸς καὶ πατὴρ καὶ πάππος καὶ θυγάτηρ καὶ ἐγγόνη καὶ
. Ἀντίγονος δέ , ὃς υἱὸς μὲν ἦν Δημητρίου , υἱωνὸς δὲ Ἀντιγόνου τοῦ μονοφθάλμου , οὗτος τέσσαρα καὶ τεσσαράκοντα
5717996 Δαρδανων
πεμφθείς ὑπὸ Τροΐαν δορίκτυπον ἀλαλὰν Λυκίων τε προσμένοι καὶ Φρυγῶν Δαρδάνων τε , καὶ ἐγχεσφόροις ἐπιμείξαις Αἰθιόπεσσι χεῖρας ἐν φρασὶ
' ἦρχεν ἐὺς παῖς Ἀγχίσαο : ἡ διπλῆ ὅτι τῶν Δαρδάνων ἦρχεν Αἰνείας , καὶ αὐτὸς ὢν Δάρδανος . πρὸς
5693857 Ἀραβικος
: τόσσος γὰρ πόρος ἐστὶν ἀμείλιχος . Ἄλλος δ ' Ἀραβικός ] ὁ Ἐρυθραῖος , ὃς πρὸς σύγκρισιν νοτιώτερος εἴρηται
δὲ ῥητινῶδες καὶ ῥυπαρὸν ἄχρηστον . Κόστος καλλίων ἐστὶν ὁ Ἀραβικός , λευκὸς ὢν καὶ κοῦφος καὶ πλείστην ἔχων καὶ
5645818 ἐπιπωλειται
γέννης ἄπο αἱμύλον ἕλκων τίς δ ' οὗτος κτίλος ὣς ἐπιπωλεῖται στίχας ἀνδρῶν ; μωλυτὴς ἐπέων , λίθος Ἄσσιος ,
ὥρη δὲ πεπαῦσθαι . Τίς δ ' οὗτος κτίλος ὣς ἐπιπωλεῖται στίχας ἀνδρῶν ; μωλύτης , ἐπέων λίθος Ἄσσιος ,
5510037 ἠιε
τὸ δὲ προσωτέρω τούτων οὐκέτι . Ἐνθεῦτεν δὲ ἐπιστρέψας ὀπίσω ἤιε : καὶ ἐπείτε ἐγίνετο ἐπὶ Φάσι ποταμῷ , οὐκ
τρέψεν ἀπ ' Ἀργείων . Ὃ δ ' ἄρ ' ἤιε λαίλαπι ἶσος σμερδαλέῃ στυγερῇσι καταιγίσι βεβριθυίῃ , ἥ τε
5472036 Ἰλος
θεοφορίαν τυχοῦσαι τῆς ἐπικλήσεως : ἐκ Βατείας δὲ Ἐριχθόνιος καὶ Ἶλος . . . , . , . Ἐλέγετο δέ
ἐκάλεσε . γενομένων δὲ αὐτῷ παίδων Ἴλου καὶ Ἐριχθονίου , Ἶλος μὲν ἄπαις ἀπέθανεν , Ἐριχθόνιος δὲ διαδεξάμενος τὴν βασιλείαν
5455931 ἀρχος
μήτρα δὲ καὶ νεφρὸς καὶ κύστις , κῶλόν τε καὶ ἀρχός , ἀλλοιώσει μὲν καὶ ταῦτα πεπονθότα τὰ οὖρα ,
δ ' ἀρχὸς ἔβη πολύμητις Ὀδυσσεύς . παρὰ τὸ ἄρχειν ἀρχός , . , . * . . Ἀρχέστατον :
5452114 Φιλαδελφος
ἐν Αἰγύπτῳ σῖτος : ἀντὶ τοῦ Καλύμνιος : Ὁ γὰρ Φιλάδελφος ἐκ Καλυδνῶν μετήγαγε τὸ σπέρμα . Ὁ Ἀπολλόδωρος φησὶ
. : Καὶ ὁ δεύτερος δὲ τῆς Αἰγύπτου βασιλεὺς , Φιλάδελφος δ ' ἐπίκλην , ὡς ἱστορεῖ ὁ Εὐεργέτης Πτολεμαῖος
5426958 Πηνελεως
εὐφώνοις διείληφεν ὥςτε μεγαλοπρεπέστατα φαίνεσθαι πάντων ὀνομάτων : Βοιωτῶν μὲν Πηνέλεως καὶ Λήιτος ἦρχον Ἀρκεσίλαός τε Προθοήνωρ τε Κλονίος τε
Πετεώ , Σχεδίος καὶ Ἐπίστροφος Ἰφίτου , Πολύξενος Ἀγασθένους , Πηνέλεως Ἱππαλκίμου , Λήιτος Ἀλέκτορος , Αἴας Ὀιλέως , Ἀσκάλαφος
5415475 Μαρσος
: ὁ δὲ τεμὼν ἐπικατέσφαξεν ἑαυτόν , διεχρήσατο δὲ καὶ Μάρσος ἑαυτόν . ὁ δὲ Κάσσιος τὴν μὲν τοῦ Δολοβέλλα
τοιοῦτοι κατὰ τὴν Ἰταλίαν εἰσὶν ὁ Τιβουρτῖνος καὶ Σιγνῖνος καὶ Μάρσος καὶ Συρεντῖνος , ὃς σχεδὸν μὲν πρὸ εἴκοσι ἐτῶν
5411851 πρωτιστος
' αὐτὸ τοῦτ ' ἐκλήθην ἐν τοῖσι φροντισταῖσιν , ὅτι πρώτιστος ἐπενόησα τοῖσιν νόμοις καὶ ταῖς δίκαις τἀναντί ' ἀντιλέξαι
δὲ ἀρετῆς ὑπεροχῇ κοσμηθέντα . ἔστι δὲ τῶν φύσει κρειττόνων πρώτιστος καὶ ἄριστος ὁ δημιουργὸς θεός , ἀσυγκρίτως τῶν πάντων
5383845 ἐβασιλευσεν
Δευκαλίδαι ἀπὸ Δευ - καλίωνος , Θεσσαλοί : τούτων γὰρ ἐβασίλευσεν ὁ Δευκαλίων . ἢ οἱ Λοκροί : Δευκαλίων γὰρ
Ἀθηνῶν . Ἀκτὴ δὲ λέγονται αἱ Ἀθῆναι ὅτι Ἀκτεὺς ἐκείνων ἐβασίλευσεν ἢ ὅτι ἀκτή ἐστι τουτέστι προβεβλημένη καὶ κειμένη τὸ
5371612 προφερεστατος
, οὐτιδανοῖς γύπεσσιν ἐοικότες , οὕς τε φοβήσῃ αἰετὸς οἰωνῶν προφερέστατος , εὖτ ' ἐν ὄρεσσι πώεα δαρδάπτουσι λύκοις ὑποδηῳθέντα
' ἔχει ἄχος ; εἴθ ' ὅγε πάντων φθείσεται ἡρώων προφερέστατος εἴτε χερείων , ἐρρέτω . ἦ μὲν ὄφελλεν ἀκήριος
5359482 Ποδαρκης
καὶ κύριον ὄνομα τοῦ Πρωτεσιλάου ἀδελφοῦ : “ ἀλλὰ σφέας Ποδάρκης ὄζος Ἄρηος . ” ποδήνεμος ταχεῖα , διὰ τοὺς
ὑπὸ Ἡρακλέους , ὡς μικρὸν πρόσθεν ἡμῖν λέλεκται , ἐβασίλευσε Ποδάρκης ὁ κληθεὶς Πρίαμος : καὶ γαμεῖ πρώτην Ἀρίσβην τὴν
5353605 Θυμβρις
ἐστι Λατίνων , γαῖαν ναιετάοντες ἐπήρατον , ἧς διὰ μέσσης Θύμβρις ἑλισσόμενος καθαρὸν ῥόον εἰς ἅλα βάλλει , Θύμβρις ἐϋρρείτης
ἅλα βάλλει , Θύμβρις ἐϋρρείτης , ποταμῶν βασιλεύτατος ἄλλων , Θύμβρις , ὃς ἱμερτὴν ἀποτέμνεται ἄνδιχα Ῥώμην , Ῥώμην τιμήεσσαν
5340406 Ἀλλος
μεταβάλλουσιν . ὅμοιον τῷ , Πολύποδος πολυχρόου νόον ἔσχε . Ἄλλος οὗτος Ἡρακλῆς : ἐπὶ τῶν ἰσχυρῶν καὶ κραταιῶν .
στραφεὶς ἐφώνει : Πέμψον δέ μοι καὶ τὸ φιβλατώριον . Ἄλλος ὁμοίως μεγαλαυχούμενος , τελείως τε πενητεύων καὶ κατὰ τύχην
5333385 τρισσην
ἵλεον . ὀλβοδότειραν : πλουτοδότειραν . Τριχθαδίην : διήγησις : τρισσήν : ἄρχεται ἐντεῦθεν . θεός : ἡ . ὤπασεν
Τινὲς δὲ εἰς τὸ κρηπῖδα στίζουσιν . Ὅστ ' ἐπὶ τρισσήν ] Τρίγωνον πλευρὰν πρὸς ἀνατολὴν ἐρχόμενος ἀπὸ τῶν δυτικῶν
5331388 Ἀνακυνδαραξεω
Τοιοῦτος δ ' ἦν καὶ Σαρδανάπαλλος , ὃν οἱ μὲν Ἀνακυνδαράξεω λέγουσιν υἱὸν , οἱ δὲ Ἀναβαξάρου . Ὅτι δὴ
δ ' ἦν καὶ Σαρδανάπαλλος , 〚 ὃν οἱ μὲν Ἀνακυνδαράξεω λέγουσιν υἱόν , οἱ δὲ Ἀναβαραξάρου 〛 . ὅτε
5328235 Ψυλλικος
ἐν τῷ Λιβυκῷ κόλπῳ . Ἑκαταῖος περιηγήσει Λιβύης „ ὁ Ψυλλικὸς κόλπος μέγας καὶ βαθύς , τριῶν ἡμερέων πλόος „
ἐν τῶι Λιβυκῶι κόλπωι . Ἑκαταῖος Περιηγήσει Λιβύης : ὁ Ψυλλικὸς κόλπος μέγας καὶ βαθύς , τριῶν ἡμερῶν πλοῦς .
5320156 ῥωμαλεος
ἔξω τοῦ βουλευτηρίου μετέωρον ἐξαρπάσας αὐτὸν ἀκμάζων τὸ σῶμα καὶ ῥωμαλέος ἀνὴρ ῥιπτεῖ κατὰ τῶν κρηπίδων τοῦ βουλευτηρίου τῶν εἰς
τὴν οὐρὰν καὶ ἀνεῳγμένους ἔχει τοὺς ὀφθαλμούς . ἔστι δὲ ῥωμαλέος καὶ συνετός . τὰ οὖν ἡμίβρωτα κρέα οὐ φυλάττει
5313315 προηγουμενος
ἀποσπᾶν , καὶ πολὺν ἐποίουν θόρυβον . ὁ δὲ ναύαρχος προηγούμενος τῆς τάξεως καὶ πρῶτος συνάψας μάχην διεφθάρη λαμπρῶς ἀγωνισάμενος
∠ ʹ δʹ τῶν ἐν τῷ σώματι γ λαμπρῶν ὁ προηγούμενος . . . . . . . Σκορπίου ι
5310359 μονιηι
Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον . . . . σφαῖρος κυκλοτερὴς μονίηι περιηγέϊ χαίρων . . . ; . . .
ὅ γε πάντοθεν ἶσος ἑοῖ καὶ πάμπαν ἀπείρων Σφαῖρος κυκλοτερὴς μονίηι περιηγέι γαίων . . . καὶ περὶ μὲν τῆς
5307038 Κηφευς
Θεράπνη πόλις Λακωνική . θάτερος δὲ ἤγουν ὁ ἕτερος ὁ Κηφεὺς ὁ ἀπὸ τοῦ Ὠλένου τῆς Δύμης τε τῶν Ἀχαϊκῶν
, ὡς ἡμιπήχιον προηγούμενος τοῦ μεσημβρινοῦ . Ἀνατέλλει δὲ ὁ Κηφεὺς ἐν τρισὶν ἔγγιστα τεταρτημορίοις ὥρας μιᾶς . Τῆς δὲ
5292860 Δωριευς
: καὶ γὰρ αὐτὸς Ἕλλην εἰμί , Συρακόσιος , γένος Δωριεύς . δεῖ δὲ ἡμᾶς μὴ μόνον εὐγενείᾳ τῶν ἄλλων
ὁ δὲ εἶπε : Ὦ γύναι , ἀλλ ' οὐ Δωριεύς εἰμι ἀλλ ' Ἀχαιός . Ὁ μὲν δὴ τῇ
5287675 διναισιν
ἀγῶνες καὶ φόνοι μεταίχμιοι λύσουσιν ἀνδρῶν οἱ μὲν Αἰγαίαις πάλας δίναισιν ἀρχῆς ἀμφιδηριωμένων , οἱ δ ' ἐν μεταφρένοισι βουστρόφοις
ῥοὰς νῆσόν τε Κερνεᾶτιν ἐκπεπλωκότες ὑπὲρ πόρον Τυρσηνὸν ἐν Λαμητίαις δίναισιν οἰκήσουσι Λευκανῶν πλάκας . Καὶ τοὺς μὲν ἄλγη ποικίλαι
5286650 Ταλαος
Ἀντιφάτης , οὗ Ὀϊκλῆς , οὗ Ἀμφιάραος : Βίαντος δὲ Ταλαὸς , οὗ Ἄδραστος : Προίτου δὲ Μεγαπένθης , οὗ
Αἰόλου Κρηθεὺς , οὗ Ἀμυθάων , οὗ Βίας , οὗ Ταλαὸς , οὗ Ἄδραστος : μέχρι ταύτης τῆς ἡμέρας ,
5284634 Τελαμωνιος
κῆρ ' ἀλεείνων . τὸν μὲν ἔπειτ ' ἀπιόντα μέγας Τελαμώνιος Αἴας χερμαδίῳ , τά ῥα πολλὰ θοάων ἔχματα νηῶν
. διὰ τοῦτο ἁμαρτάνει ὁ Τρύφων τὸ Τελαμωνιάδης ἀπὸ τοῦ Τελαμώνιος λέγων . ἐπλάνησε δ ' αὐτὸν ἴσως τὸ Λαερτιάδης
5283761 τμηθεις
ἀπαλλάττει τοῦ πάθους . Ὁ δὲ πνεύμων αὐτοῦ εἰς λεπτὰ τμηθεὶς καὶ ἐπιτεθεὶς βλεφάροις ὀφθαλμῶν οἰδήματα παύει . οἱ δὲ
τριτάλαινα , κενὸν τόκον ὠδίνασα , καὶ σὺ τέκος , τμηθεὶς οὐχὶ στονύχεσσι λεόντων , ἀλλ ' ἐχθραῖς γενύεσσι λεοντείῃσι
5281908 ἰλαρχης
, τελευταία δὲ τῶν βασιλικῶν ἰλῶν ἧς Ἡγέλοχος ὁ Ἱπποστράτου ἰλάρχης ἦν . ξυμπάσης δὲ τῆς ἵππου τῶν ἑταίρων Φιλώτας
, τῷ δὲ παρὰ τοῦτο τυφχ : ὁ δὲ α ἰλάρχης μεταξὺ μὲν ἔσται τῶν ↑ ↑ , ἐπ '
5273390 ὀϲφρηϲιϲ
ἢ τροχῷ δινευμένῳ , ἢ βέμβικι ἑλιϲϲομένῃ : ἄλλοτε δὲ ὄϲφρηϲιϲ βαρέων ὀϲμῶν κατέβαλε , ὥϲπερ τοῦ γαγάτου λίθου .
' ἐπιχειροῦντεϲ γεύϲαϲθαι . καὶ ϲχεδὸν ἐπὶ πάντων ὁμολογοῦϲιν ἀλλήλαιϲ ὄϲφρηϲιϲ καὶ γεῦϲιϲ . εἰϲ δύο δὲ ταύταϲ ἀνάγομεν προϲηγορίαϲ
5246241 ἐσχατος
τῆς κεφαλῆς τοῦ ἑπομένου Διδύμου ἑσπέριος ἀνατέλλει , καὶ ὁ ἔσχατος τοῦ Ποταμοῦ ἑσπέριος ἀνατέλλει . Αἰγυπτίοις καὶ Δοσιθέῳ καὶ
τῶν πρὸ τοῦ Κρατῆρος ] ὁ τρίτος ἀπὸ δύσεως , ἔσχατος δὲ ὅ τε Στάχυς καὶ τοῦ Κενταύρου ὁ ἀριστερὸς
5242344 Ἐργοτελης
! ! ! ] γης Ἐπιδαύριος δίαυλον : / [ Ἐργοτέλης ] Ἱμεραῖος δόλιχον : / [ ! ! !
εἴωθε , παρὰ δὲ δυστυχίαν ἀγαθόν . καὶ γὰρ ὁ Ἐργοτέλης φυγαδευθεὶς καὶ ἐπὶ ἆθλον ἀγωνισάμενος ἐνίκησεν . πήματος ἐν
5242008 Μεγης
τότε παιδὸς ἀπὸ χροὸς ἤρκες ' ὄλεθρον . τοῦ δὲ Μέγης κόρυθος χαλκήρεος ἱπποδασείης κύμβαχον ἀκρότατον νύξ ' ἔγχεϊ ὀξυόεντι
νηυσὶν λ : Σχεδίος καὶ Ἐπίστροφος σὺν νηυσὶν μ : Μέγης ἐκ Δολίχης τῆς Ἑλλάδος σὺν νηυσὶ μ : Αἴας
5235348 Στρατονικευς
κέκληται δὲ ἀπὸ Στρατονίκης τῆς Ἀντιόχου γυναικός . ὁ πολίτης Στρατονικεύς . ἐκτίσθη δὲ ὑπὸ Ἀδριανοῦ καὶ Ἀδριανούπολις ὠνομάσθη .
ἱμάς . τὸ δ ' αὐτὸ ἠξίου καὶ Δράκων ὁ Στρατονικεύς , ἔτι δὲ καὶ Τυραννίων . οὐκ ἔχει δὲ
5232314 προσαγορευομενος
τῶν Ἀθήνησιν ἑορτῶν οὕτω γράφει : ὁμοίως δὲ καὶ ὁ προσαγορευόμενος πέλανος : λέγεται δὲ πέμματά τινα τοῖς θεοῖς γινόμενα
ἄρτον Διόνυσον εὑρεῖν ἐν ταῖς στρατείαις . ΕΤΝΙΤΑΣ ἄρτος ὁ προσαγορευόμενος λεκιθίτας , ὥς φησιν Εὐκράτης . πανὸς ἄρτος :
5228549 κτιλος
τεύχεα μέν οἱ κεῖται ἐπὶ χθονὶ πουλυβοτείρῃ , αὐτὸς δὲ κτίλος ὣς ἐπιπωλεῖται στίχας ἀνδρῶν : ἀρνειῷ μιν ἔγωγε ἐΐσκω
Τίμων περὶ αὐτοῦ φησιν οὕτως : τίς δ ' οὗτος κτίλος ὣς ἐπιπωλεῖται στίχας ἀνδρῶν , μωλυτὴς ἐπέων φίλος Ἄσσιος
5226882 Σαλμωνευς
βασιλῆες , Κρηθεὺς ἠδ ' Ἀθάμας καὶ Σίσυφος αἰολομήτης , Σαλμωνεύς τ ' ἄδικος καὶ ὑπέρθυμος Περιήρης . Σαλμωνέως Τυρὼ
Δῶρος , Ξενοπάτρα : Αἰόλου δὲ καὶ Ἴφιδος τῆς Πηνείου Σαλμωνεύς , Σαλμωνέως δὲ καὶ Ἀλκιδόκης Τυρώ , ἧς καὶ
5223042 γνωτος
: τὸν μέν ῥα πατὴρ Λυκόοργος ἔπεμπε , τῶν ἄμφω γνωτὸς προγενέστερος , ἀλλ ' ὁ μὲν ἤδη γηράσκοντ '
. [ πρόκατε ] : εὐθέως . . καὶ πρόκατε γνωτὸς Μέμνονος : γνωτὸς ? ? ? ? ? ?
5222148 ἐπαρξαι
παμπόλλων ὄντων Σκυθῶν ἄλλου μὲν οὐδενὸς δύναιτ ' ἂν ἔθνους ἐπάρξαι , ἀγαπῴη δ ' ἂν εἰ τοῦ ἑαυτοῦ ἔθνους
. ὁρῶντα δὲ Ἀντήνορα Αἰνείαν στελλόμενον καὶ αὐτὸν ἐπιθυμῆσαι Εὐρώπης ἐπάρξαι , καὶ γενέσθαι στόλον ἄλλον τοιοῦτον . πρὸς δὲ
5214237 αην
ἡμέραις διαπορεύεται ὁ ἥλιος Καρκίνον Λέοντα Παρθένον καὶ ἐπὶ τὴν αην μοῖραν τῶν Χηλῶν παραγενόμενος τὴν φθινοπωρινὴν ἰσημερίαν ποιεῖται .
! ! ! ! ! ] αὐτὴν ? καὶ τὴν αην [ ! ! ! ! ] εἰς [ ]
5212651 ἰθυπτιωνα
εἰς εὐθὺ πετομένην : “ δεύτερος αὖτ ' Ἀχιλλεὺς μελίην ἰθυπτίωνα . ” ἶθαρ εὐθέως . τινὲς δὲ διὰ τῆς
ἐίσην . ἡ διπλῆ περιεστιγμένη ὅτι Ζηνόδοτος ἐποίησεν οὕτως μελίην ἰθυπτίωνα ἀσπίδα νύξ ' ἐς χαλκὸν ἀμύμονος Αἰνείαο . οὐκ
5211366 συνειπετο
Πάμφιλος , ἀλλὰ καὶ γυναίων αὐτῷ περιττῶν τὴν ὥραν πλῆθος συνείπετο , μουσουργοὶ πᾶσαι : ἡ μὲν γὰρ ἐκαλεῖτο Κρουμάτιον
εὗρε . καὶ τοῦτον τὸν τρόπον εἰς Τροίαν ἦλθε . συνείπετο δὲ αὐτῷ Φοῖνιξ ὁ Ἀμύντορος . οὗτος ὑπὸ τοῦ
5193640 ὠκυπετα
. Ὣς εἰπὼν ὑπ ' ὄχεσφι τιτύσκετο χαλκόποδ ' ἵππω ὠκυπέτα χρυσέῃσιν ἐθείρῃσιν κομόωντε , χρυσὸν δ ' αὐτὸς ἔδυνε
αὐτῷ καὶ τὸ ἅρμα ζεύγνυται , καὶ οἱ ἵπποι θέουσιν ὠκυπέτα χρυσέῃς ' ἐθείρησιν κομόωντες . Ζεύγνυται δὲ καὶ Ποσειδῶνι
5189419 ὑπατευσας
τῆς αἰτίας , μάλιστα δὲ Οὐεργίνιος ὁ κατὰ τὸν αὐτὸν ὑπατεύσας χρόνον καὶ τῆς νίκης αἴτιος εἶναι δοκῶν : ὃς
δόξας καὶ τρεψάμενος τὴν Οὐιεντανῶν δύναμιν Σερουίλιος ὁ τῷ προτέρῳ ὑπατεύσας ἔτει καὶ τὴν ἐπὶ τοῦ δήμου δίκην ἀποφυγών ,
5188442 ὀπαων
γῆρας ὀπάζει . ” ἐπὶ δὲ τοῦ περιεποίησαν ὤπασαν . ὀπάων ἀκολουθῶν . εἴρηται δὲ παρὰ τὸ ἕπεσθαι . ἔστι
ο πρὸ τοῦ π ψιλοῦται : ὄπα ὀπώρα ὀπὴ ὀπαδὸς ὀπάων τὸ αὐτό , πλὴν τῶν ἐχόντων ἐπαγόμενον τὸ λ
5188090 ἀπελιπεν
γε : τρὶς γὰρ τέλειος ὑπάρχουσα οὐδ ' ἐπίδοσιν αὐξήσεως ἀπέλιπεν , ἀλλὰ καὶ δύο κύβων ἅμα σύνθεσις , τοῦ
ὁρῶν τὸν Κάσανδρον ἀντεχόμενον τῆς Ἀσίας Δημήτριον μὲν τὸν υἱὸν ἀπέλιπεν ἐν τῇ Συρίᾳ , προστάξας ἐνεδρεύειν τοὺς περὶ Πτολεμαῖον
5186077 ἀγαπηνωρ
τοῦ αἰνεῖσθαι , ὅθεν καὶ ἀγανή . . . . ἀγαπήνωρ : ὁ ἀγαπῶν τὴν ἠνορέην , τουτέστι τὴν ἀνδρείαν
ἀγανόν βʹ : τὸ προσηνές . καὶ τὸ ἀβίαστον . ἀγαπήνωρ βʹ : ὁ ἀγαπῶν τὴν ἀνδρείαν . καὶ ὄνομα
5185028 Ἀγχισης
ἐν Ἴδῃ , Αἰνείας δὲ καὶ Ἀσκάνιος ὁ υἱὸς καὶ Ἀγχίσης ὁ πατὴρ αὐτοῦ , ἀλλὰ καὶ ἄλλοι τινὲς παῖδες
τῆς Σιμόεντος Κάπυς , τοῦ δὲ καὶ Θεμίστης τῆς Ἴλου Ἀγχίσης , ᾧ δι ' ἐρωτικὴν ἐπιθυμίαν Ἀφροδίτη συνελθοῦσα Αἰνείαν
5182973 ὑψιπετης
Ὀρέστην : ἡ διπλῆ πρὸς τὴν ὁμωνυμίαν . . αἰετὸς ὑψιπέτης ἐπ ' ἀριστερὰ λαὸν ἐέργων : ἡ διπλῆ ὅτι
παρὰ τάφρῳ . ὄρνις γάρ σφιν ἐπῆλθε περησέμεναι μεμαῶσιν αἰετὸς ὑψιπέτης ἐπ ' ἀριστερὰ λαὸν ἐέργων φοινήεντα δράκοντα φέρων ὀνύχεσσι
5179742 ἐπιμισγεται
πολυκλύστῳ ἐνὶ πόντῳ , ἔσχατοι , οὐδέ τις ἄμμι βροτῶν ἐπιμίσγεται ἄλλος . ἀλλ ' ὅδε τις δύστηνος ἀλώμενος ἐνθάδ
μὲν καμμίξας δώῃ Ζεὺς τερπικέραυνος , ἄλλοτε μέν τε κακῷ ἐπιμίσγεται , ἄλλοτε δ ' ἐσθλῷ . δοκοῦσι γὰρ οἱ
5162800 Ἀγηνωρ
, ὁ δὲ Αἴγυπτος τῆς ὁμωνύμου χώρας , ὁ δὲ Ἀγήνωρ τῆς Φοινίκης . . Δαναοῦ πόλιν ἀγλαοθρόνων τε :
. Βῆλος μὲν οὖν βασιλεύων Αἰγυπτίων τοὺς προειρημένους ἐγέννησεν , Ἀγήνωρ δὲ παραγενόμενος εἰς τὴν Φοινίκην γαμεῖ Τηλέφασσαν καὶ τεκνοῖ
5162323 προϊει
' ἔπειτα Διὸς κούρῃ μεγάλοιο , αἶψα μάλ ' ἀμπεπαλὼν προΐει δολιχόσκιον ἔγχος καὶ βάλεν Εὐπείθεα κόρυθος διὰ χαλκοπαρῄου .
ἐν οἴδμασιν : ἡ δ ' ἐσιδοῦσα ἔσσυτο καὶ γενύων προΐει μένος , αἶψα δὲ σειρῇ ἐνσχόμενοι μίμνουσιν ἅτ '
5158508 Κυπριος
καὶ τὴν ὀνομασίαν ἔσχεν ἡ πόλις . . . Βοῦς Κύπριος : κοπροφάγος , εἰκαῖος , ἀκάθαρτος . Σημαίνει δὲ
τῶν πλουσίων καὶ ὑβριστῶν . Τοιοῦτοι γὰρ οἱ Κολοφώνιοι . Κύπριος βοῦς : ἐπὶ τῶν κοπροφάγων καὶ εἰκαίων . Κάμηλος
5155471 ἐπιλεγομενη
συμπλήρωσιν τοῦ λόγου τοῦ κατὰ τοῦ μηδὲν ἐργασαμένου ἡ ἑξῆς ἐπιλεγομένη ἀπειλὴ οὐ περὶ αὐτοῦ , ἀλλὰ περὶ τοῦ προτέρου
, ἧς τὸ ἄκρον αἰσθητικώτερον τοῦ μέσου : εἶτα ἡ ἐπιλεγομένη ἐπιγλωττίς : προσπέφυκε δὲ ταύτῃ ὁ λεγόμενος οἰσοφάγος .
5155064 εἰσαμενος
τὸ θηλυκὸν Δωτηίς . Ῥιανὸς ἐν δʹ Μεσσηνιακῶν ” αὐδὴν εἰσάμενος Δωτηίδι Νικοτελείῃ ” . καὶ Δωτιάς , ὡς Ἰλιάς
' Ἐνιπῆος πωλέσκετο καλὰ ῥέεθρα . τῷ δ ' ἄρα εἰσάμενος γαιήοχος ἐννοσίγαιος ἐν προχοῇς ποταμοῦ παρελέξατο δινήεντος : πορφύρεον
5152431 ἀμμορος
ἐναγώνιος , ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος ἀμφὶ πάλᾳ κυναγέτας , ἴχˈνεσιν ἐν Πραξιδάμαντος ἑὸν πόδα
' ὀλέθρῳ καὶ πηῶν : οὐ γάρ τις ὀιζυρῆς κακότητος ἄμμορος , ἐλπωρὴ δὲ πέλει καὶ δούλιον ἦμαρ εἰσιδέειν .
5152110 ἀλαθειᾳ
ἔφα , κορύναν δωρύττομαι , οὕνεκεν ἐσσί πᾶν ἐπ ' ἀλαθείᾳ πεπλασμένον ἐκ Διὸς ἔρνος . ὥς μοι καὶ τέκτων
ὕμνων τυχὸν ὑψοῦ παρὰ δαίμοσι κεῖται : σὺν δ ' ἀλαθείᾳ βροτῶν κάλλιστον , εἴπερ [ καὶ θάνῃ τις ,
5150751 ὁδευων
ἀεὶ δεῖ τὰ ὅμοια . ὁ μὲν γὰρ πελαγίζων ἢ ὁδεύων διὰ χώρας πεδιάδος κοιναῖς τισι φαντασίαις ἄγεται , καθ
εἰ μὴ Μάμερκος , ἕτερος Ῥωμαίων στρατηγός , ἐπὶ Σαυνίτας ὁδεύων ἔμαθε τὸ βούλευμα τῶν φυλάκων καὶ ἐπικρύψας τοὺς μὲν
5150561 ἐβλαστεν
, τοῦ Αἰήτου πυθομένου περὶ τῶν προειρημένων ἦ βλαστὸς οὐκ ἔβλαστεν οὑπιχώριος ; λέγοντα : καὶ κάρτα φρίξας τ '
μὲν οὐκ ἄρ ' ᾖστε τὸν Προμηθέα ἦ βλαστὸς οὐκ ἔβλαστεν οὑπιχώριος ; καὶ κάρτα : φρίξας γ ' εὐλόφῳ
5149941 Δαρειωι
σφι [ ] Δ . ἀναγομένοισι , κελεύων εἰπεῖν σφεας Δαρείωι , ὅτι ἅρμοσται τὴν Μίλωνος θυγατέρα Δ . γυναῖκα
Περὶ Φίλιππον . τῶι Ἀλεξάνδρωι δὲ περὶ Κιλικίαν ἀντιταξάμενος σὺν Δαρείωι εἰς Κύπρον διέδρα , καθά φησιν Ἀναξιμένης ἐν τῆι
5147768 οἰμησεν
οἰοπόλῳ Ἀπολλόδωρος ἐν ᾧ ὄϊες πολοῦνται . οἰώθη ἐμονώθη . οἴμησεν ὥρμησεν , καὶ οἰμήματα ὁρμήματα , καὶ “ οἶμα
κάλλιπε λαὸν ὅσον κατὰ νῆας ἔλασσε , καί ῥα θοῶς οἴμησεν ἐπ ' Ἀτρέος υἷε κραταιὼ παῖδά τε καρτερόθυμον Ὀιλέος
5146658 μονοφθαλμος
ὀφθαλμὸν μικρότερον . ἢ ὅτι περὶ Σκύθας ἀριμασπὸς λέγεται ὁ μονόφθαλμος : ἐκεῖνοι γὰρ λέγουσι τὸ ἀρὶ ἕν , καὶ
. . . . : Ἀντίγονος δὲ ὁ Φιλίππου ὁ μονόφθαλμος βασιλεύων Μακεδόνων περὶ Φρυγίαν μαχόμενος Σελεύκῳ καὶ Λυσιμάχῳ τραύμασι
5144287 Πηδασον
ζαθέας ἠδ ' Ἄνθειαν βαθύλειμον καλήν τ ' Αἴπειαν καὶ Πήδασον ἀμπελόεσσαν . πᾶσαι δ ' ἐγγὺς ἁλός , νέαται
: ταύτην δ ' εἶναί φασι τὴν ὑπὸ τοῦ ποιητοῦ Πήδασον προσαγορευομένην , μίαν τῶν ἑπτὰ ὧν ὑπέσχετο τῷ Ἀχιλλεῖ
5143656 πετεηνων
αἴ χ ' ὁ Διόνυσος φιλῆι . ὤεα χανὸς κἀλεκτορίδων πετεηνῶν . πραύτερος ἐγών γα μολόχας . ὑγιώτερόν θήν ἐστι
θηρητῆρος , ὅς θ ' ἅμα κάρτιστός τε καὶ ὤκιστος πετεηνῶν : τῷ ἐϊκὼς ἤϊξεν , ἐπὶ στήθεσσι δὲ χαλκὸς
5137563 Εὐπατωρ
τοῦ Εὐπάτορος καὶ τῶν καταλυσάντων Ῥωμαίων ἐκεῖνον . ὁ δὲ Εὐπάτωρ καὶ ἐγεννήθη ἐκεῖ καὶ ἐτράφη : διαφερόντως δὲ ἐτίμησεν
μόνας ἡττᾶτο τὰς τῶν γυναικῶν ἡδονάς . ὁ μὲν δὴ Εὐπάτωρ τε καὶ Διόνυσος ἐπικληθεὶς Μιθριδάτης ὧδε ἐτελεύτα , καὶ
5136841 ὑπολειπομενος
ἐν τῇ κεφαλῇ ὁ νοτιώτερος τῶν ἡγουμένων , ὡς ἡμιπήχιον ὑπολειπόμενος τοῦ μεσημβρινοῦ , καὶ τοῦ Ὕδρου ὁ μετὰ τὴν
μὲν οὐδεὶς ἀστήρ , τῷ δὲ δεκάτῳ μέρει ὥρας πλέον ὑπολειπόμενος ὅ τε Προτρυγητὴρ καὶ ὁ ἐπὶ τοῦ δεξιοῦ ὤμου
5134869 ἀπεβαλε
καὶ τοῦ πλείονος ὀρεχθῆναι οὐχ ἅπασαν μὲν τὴν ὑπάρχουσαν εὐδαιμονίαν ἀπέβαλε , μεγάλαις δὲ καὶ ἀμηχάνοις ἐχρήσατο συμφοραῖς , ἅπασι
ἐστί : περὶ οὗ ἔστιν εἰπεῖν , ὅτι διὰ τοῦτο ἀπέβαλε τὸ ξ κατὰ τὴν κλητικήν , ἐπειδὴ τὰ εἰς
5134628 Κολχις
καὶ λέγει τοὺς Λίβυας ὀρύγματι γῆς κρύψαι τὸν κρατῆρα . Κολχὶς ἡ Μήδεια οἱ δὲ Κόλχοι οἱ καὶ Λαζοὶ λεγόμενοι
πολυτίμητοι θεοί , ἔχων ἐν ἀργυρῷ τε τρυβλίῳ μέλι . Κολχὶς ἄνθρωπος πάροινος τά τ ' ἄλλα δεινούς φασι τοὺς
5131100 Φυλακῃ
δὲ ὁ Ἴφικλος ἦλθεν : οὐ πολὺν χρόνον ἔμεινεν ἐν Φυλάκῃ . μήτρως : ὁ θεῖος . κασιγνήτην γὰρ ὄπυιεν
Ὀϊλῆος θείοιο ἔσκε Μέδων Αἴαντος ἀδελφεός : αὐτὰρ ἔναιεν ἐν Φυλάκῃ γαίης ἄπο πατρίδος ἄνδρα κατακτὰς γνωτὸν μητρυιῆς Ἐριώπιδος ,
5127450 λιποντος
δὲ λαίφεα νηός : αὐτὰρ ἅμ ' ἠελίοιο βολαῖς ἀνέμοιο λιπόντος , εἰρεσίῃ κραναὴν Σιντηίδα νῆσον ἵκοντο . Ἔνθ '
. λιποταξίου δίκη ἐστὶ γραφὴ κατὰ τοῦ στρατευσαμένου μέν , λιπόντος δὲ τὸ στρατόπεδον καὶ τὴν τάξιν αὑτοῦ . πρόσθεν
5125480 Ὑπεριων
φλογολαμπής , ὄμβριμος . Ἥλιος : Τιτάν , φάων , Ὑπερίων , χρυσαυγής , λαμπής . Ἀφροδίτη : Φωσφόρος ,
, Ἱκετάων Ἱκετάονος , Ἀρετάων Ἀρετάονος , Ἀμφίων Ἀμφίονος , Ὑπερίων Ὑπερίονος , Ὑπερίονος Ἠελίοιο , Ἐχίων Ἐχίονος , Πανδίων
5123112 βασιλευτατος
τὸν Μίνων . μνησθεὶς γὰρ αὐτοῦ τοῦ ὀνόματος φησίν ὃς βασιλεύτατος γένετο θνητῶν βασιλήων , καὶ πλείστων ἤνασσε περικτιόνων ἀνθρώπων
[ καιν [ . . . . , . ὃς βασιλεύτατος † γένετο θνητῶν βασιλήων καὶ πλείστων ἤνασσε περικτιόνων ἀνθρώπων
5122033 Εὐρυτος
Ἀριστομένης , Ἀγήσαρχος , Ἀλκίας , Ξενοφάντης , Θρασέας , Εὔρυτος , Ἐπίφρων , Εἰρίσκος , Μεγιστίας , Λεωκύδης ,
Φερεκύδῃ . . . . Λ , : Κτέατος καὶ Εὔρυτος παῖδες μὲν ἦσαν Ποσειδῶνος καὶ Μολιόνης τοῦ Μόλου ,
5120422 Πηνειου
, Δῶρος , Ξενοπάτρα : Αἰόλου δὲ καὶ Ἴφιδος τῆς Πηνείου Σαλμωνεύς , Σαλμωνέως δὲ καὶ Ἀλκιδόκης Τυρώ , ἧς
, Δῶρος , Ξενοπάτρα : Αἰόλου δὲ καὶ Ἴφιδος τῆς Πηνείου Σαλμωνεύς , Σαλμωνέως δὲ καὶ Ἀλκιδόκης Τυρώ , ἧς
5116240 μεσσην
τὸν δ ' ἰθὺς μεμαῶτα βάλ ' ἔγχεϊ δῖος Ἀχιλλεὺς μέσσην κὰκ κεφαλήν : ἣ δ ' ἄνδιχα πᾶσα κεάσθη
καὶ αὖθις βαῖνεν ἐπ ' αὐτόν , τύψε δέ οἱ μέσσην κατὰ γαστέρα : πᾶς δέ οἱ εἴσω ὀξύσχοινος ἔδυνε
5115564 νασος
κορυφαί ἐν ἀλαθείᾳ πετοῖσαι : βλάστε μὲν ἐξ ἁλὸς ὑγˈρᾶς νᾶσος , ἔχει τέ μιν ὀξειᾶν ὁ γενέθˈλιος ἀκτίνων πατήρ
τὰ δὲ ἑξῆς γʹ ἑφθημιμερῆ πάλιν , ὧν τελευταῖον “ νᾶσος ἔχει τὰ Περσῶν . ” φίλοι , κακῶν μὲν
5114603 Σκαμανδριος
: πόλις τῆς Τρωάδος , Μιτυληναίων ἄποικος , ἧς οἰκισταὶ Σκαμάνδριος καὶ Ἀσκάνιος , υἱὸς Αἰνείου . . . .
Σκάμανδρος , ποταμὸς Τροίας , ἀπὸ Σκαμάνδρου . τὸ ἐθνικὸν Σκαμάνδριος . καὶ Σκαμανδρία , καὶ Σκαμανδριανός , ὡς τοῦ
5108437 ἠρχε
τῷδε παραδὺς ἐς τὴν Συρίαν Ἀντίοχος ὁ Ἀντιόχου τοῦ Εὐσεβοῦς ἦρχε τῶν Σύρων ἑκόντων . καὶ αὐτῷ Λεύκολλος μέν ,
εἰς τὴν προτέραν ἧκε κατάστασιν καὶ βασίλειον ἦν καὶ γενῶν ἦρχε πολλῶν ἔν τε Ἀσίᾳ καὶ Εὐρώπῃ καὶ νήσων οὐκ
5106483 ὁπλοτερος
πόλεσιν λαοῖσι τ ' ἄνακτας θήσει , ὁ δ ' ὁπλότερος τιμὴν ἀπὸ πᾶσαν ὀλέσσει , δμηθεὶς δ ' ἑσπερίοισιν
ἐπιστροφὴν καὶ ἐντροπήν : “ οὐκ ὄπιδα φρονέοντος . ” ὁπλότερος ὁ κατὰ τὴν σύγκρισιν νεώτερος . ὅπλα τὰ πολεμικὰ
5106428 Σωτηρ
ὃς ὡμήρευεν ἐν Ῥώμῃ καὶ τῆς ὁμηρείας ἐκφυγὼν ἐβασίλευσε , Σωτὴρ καὶ ὅδε πρὸς τῶν Σύρων , δεύτερος ἐπὶ τῷ
' ἐπιφανὴς καὶ ἔντιμος ἡ χρεία . Πτολεμαῖος γοῦν ὁ Σωτὴρ ἐλέατρος ἀπεδείχθη Ἀλεξάνδρου . μήποτε δὲ ὃν νῦν καλοῦσι
5104896 Μεδων
τε Μέγης Ἀμφίων τε Δρακίος τε , πρὸ Φθίων δὲ Μέδων τε μενεπτόλεμός τε Ποδάρκης . ἤτοι ὃ μὲν νόθος
οὗ παιδὸς ἐνὶ μεγάροισιν ὄλεθρον : κῆρυξ γάρ οἱ ἔειπε Μέδων , ὃς ἐπεύθετο βουλάς . βῆ δ ' ἰέναι
5104553 μεδοντος
Ἰαπετιονίδῃ καὶ ἐλύσατο δυσφροσυνάων , οὐκ ἀέκητι Ζηνὸς Ὀλυμπίου ὕψι μέδοντος , ὄφρ ' Ἡρακλῆος Θηβαγενέος κλέος εἴη πλεῖον ἔτ
. . Υ . . Φόρκυνος θυγάτηρ , ἁλὸς ἀτρυγέτοιο μέδοντος , ἐν σπέσσι γλαφυροῖσι Ποσειδάωνι μιγεῖσα . βασιλεύοντος .
5103113 μητισατο
Παρμενίδης δὲ τὴν γένεσιν λέγει : πρώτιστον μὲν Ἔρωτα θεῶν μητίσατο πάντων Ἡσιόδωι δὲ καὶ Ἀκουσίλεως ὁμολογεῖ . οὕτω πολλαχόθεν
, ὀρεσσιδρόμου τε λατρείαν μητρὸς ἅτ ' ἐν Κυβέλοις ὄρεσιν μητίσατο κούρην Φερσεφόνην περὶ πατρὸς ἀμαιμακέτου Κρονίωνος : † εὐμήλου
5101991 θορυβουμενος
μᾶλλον ἢ τῇ δεξιᾷ πιστεύειν . Σκιπίων ὑπὸ τοῦ δήμου θορυβούμενος ἐμὲ ἔφη οὐδὲ στρατιωτῶν ἐνόπλων ἀλαλαγμὸς ἐξέπληξεν , οὔτι
νυκτί , πολὺ πλειόνων , πάλιν ἐς τὰς ναῦς ἐνέβαινε θορυβούμενος πρῶτός τε ἐς μάχην ἀνήγετο καὶ πρῶτος ἔπιπτε λαμπρῶς
5091519 Ἰφιδαμας
μητρὸς ἀδελφὰς ἐγάμησαν , ὁ μὲν Αἰγιάλειαν τὴν Ἀδράστου , Ἰφιδάμας δὲ Κισσέως θυγατέρα , ὢν Θεανοῦς υἱὸς τῆς Κισσέως
Κισσέως θυγατέρα , ὢν Θεανοῦς υἱὸς τῆς Κισσέως . . Ἰφιδάμας δὲ κατὰ ζώνην θώρηκος ἔνερθε νύξ ' , ἐπὶ
5088845 ἑταροιο
τοὔνεκά οἱ κραδίην ὀλοαὶ κατέδαπτον ἀνῖαι , ὁππόσον ἀμφ ' ἑτάροιο πάρος Πατρόκλοιο δαμέντος . Θερσίτης δέ μιν ἄντα κακῷ
Λυκίων Πατρόκλεες ἱπποκέλευθε ἔσσυο καὶ Τρώων , κεχόλωσο δὲ κῆρ ἑτάροιο . καί ῥ ' ἔβαλε Σθενέλαον Ἰθαιμένεος φίλον υἱὸν
5088553 ἐβασιλευεν
τουτέστι κλέους , προσηγορίας δηλονότι , ἡ χώρα , ἧς ἐβασίλευεν ὁ Οἰνόμαος , ἐβρέχετο πολλῇ νιφάδι , τουτέστιν ἐκαλύπτετο
ἐξελάσας τοὺς ἀπ ' αὐτοῦς [ ] τῆς πατρίδος αὐτὸς ἐβασίλευεν . οἱ δὲ Ἡρακλεῖδαι καταφυγόντες πρὸς Δημοφῶντα τὸν Θησέως
5087228 Αἰσηπος
' Ἑπτάπορός τε Κάρησός τε Ῥοδίος τε Γρήνικός τε καὶ Αἴσηπος δῖός τε Σκάμανδρος καὶ Σιμόεις , ὅθι πολλὰ βοάγρια
ἐξ οὗ ὅ τε Σκάμανδρος ῥεῖ καὶ ὁ Γράνικος καὶ Αἴσηπος κτλ . § . . . . , :
5085212 Ἀλωριτης
Πείθων Κρατεύα Ἀλκομενεὺς καὶ Λεόννατος Ἀντιπάτρου Αἰγαῖος καὶ Πάνταυχος Νικολάου Ἀλωρίτης καὶ Μυλλέας Ζωΐλου Βεροιαῖος . οὗτοι μὲν οἱ σύμπαντες
ἔστι δὲ τὸ μυχαίτατον τοῦ Θερμαίου κόλπου . τὸ ἐθνικὸν Ἀλωρίτης , καὶ Ἀλωρῖτις γυνή . . . ἁλῶναι ὑπὸ
5081145 ὀζος
: τῶν ἦρχ ' Ἱππόθοός τε Πύλαιός „ τ ' ὄζος Ἄρηος , υἷε δύω Λήθοιο Πελασγοῦ Τευταμίδαο ” .
ὄδωδεν εὐῶδες προσβάλλει , ὅ ἐστι πνεῖ καὶ ὄζει . ὄζος κλάδος . ὅταν δὲ λέγῃ “ ποδάρκης ὄζος Ἄρηος
5080909 Σεξστος
παιδὶ ταὐτὸ πράττειν . ὁ μὲν ἤγγειλεν , ὁ δὲ Σέξστος τῶν Γαβίων τοὺς προέχοντας διαφθείρας , οὕτω μηχανησάμενος ἐρημίαν
, τὸ δὲ ἀξίωμα εἶχε νεανίας αὐτοῦ Καίσαρος συγγενής , Σέξστος Ἰούλιος . ἐκδιαιτώμενος δὲ ὁ Ἰούλιος τὸ τέλος ἐς
5078927 βροτολοιγῳ
τὸν μὲν Πειριθόου υἷα κρατερὸν Πολυποίτην , τὸν δὲ Λεοντῆα βροτολοιγῷ ἶσον Ἄρηϊ . τὼ μὲν ἄρα προπάροιθε πυλάων ὑψηλάων
κατὰ μέλη πρὸς τοσούτων θεῶν εἰκόνας : καὶ αὖ πάλιν βροτολοιγῷ Ἄρεΐ φησίν τιν ' ὅμοιον εἶναι καὶ ἄλλον ἄλλῳ
5077823 Ἀσσυριαν
ὁ δὲ Ἀσσύριος ὁ Βαβυλῶνά τε ἔχων καὶ τὴν ἄλλην Ἀσσυρίαν ἐγὼ μὲν οἶμαι ἱππέας μὲν ἄξει οὐκ ἐλάττους δισμυρίων
τὰ περιέχοντα Ἰνδικὴν Ἀριανὴν Γεδρουσίαν Παρθίαν Μηδίαν Περσίδα Βαβυλωνίαν Μεσοποταμίαν Ἀσσυρίαν καὶ τὴν θέσιν ἔχοντα πρὸς νοταπηλιώτην τῆς ὅλης οἰκουμένης
5077783 Τριοπας
τῶν γραμμάτων , κοινῆς τινος ἀγνοίας κατεχούσης τοὺς Ἕλληνας . Τριόπας δὲ , πλεύσας εἰς τὴν Καρίαν , κατέσχεν ἀκρωτήριον
Κλεόβοια , Φόρβαντι δὲ ἐκ τῆς Εὐβοίας [ ἐγένετο ] Τριόπας καὶ Μεσσήνη . Τριόπᾳ δὲ ἐκ Σωσίδος ἐγένοντο δίδυμοι
5076876 βριαρην
νεφέλης ἐπιβᾶσα πόδεσσι κούφης , ἥ κε φέροι μιν ἄφαρ βριαρήν περ ἐοῦσαν , σεύατ ' ἴμεν Πόντονδε , φίλα
. Αὐτίκα δ ' αἰγίδα θοῦριν ἐδύσετο παμφανόωσαν , ἄρρηκτον βριαρήν τε καὶ ἀθανάτοισιν ἀγητήν : ἐν γάρ οἱ πεπόνητο
5074257 Μακαρεως
〚 Ἄλλως . ἐκ τῶν ἐν τῷ Αἰόλῳ Κανάχης καὶ Μακαρέως , ἢ , ὥς τινες , Δανάης καὶ Μεγαρέως
εἰς Χίον καὶ Σάμον καὶ Κῶν καὶ Ῥόδον ἀποικιῶν ὑπὸ Μακαρέως . Περὶ Τενέδου καὶ τοῦ κατ ' αὐτὴν οἰκισμοῦ
5074221 τεκμαιρεται
' ὕβρις τε μέμηλε καὶ τὸ , Τοῖς δὲ δίκην τεκμαίρεται εὐρυόπα Ζεύς . Τοῖσι δὲ Ἀντὶ τοῦ , τοῖσιν
, ναυτιλίῃσι τετιμένε , σοὶ δέ τις ἀνὴρ εὐκραεῖς ἀνέμων τεκμαίρεται ἐλθέμεν αὔρας : εὔδια γὰρ στέλλῃ τε καὶ εὔδια
5073597 μενεπτολεμος
: „ ἰδίως δέ „ πρὸ Φθίων δὲ Μέδων τε μενεπτόλεμός ” τε Ποδάρκης . οἱ μὲν πρὸ Φθίων μεγαθύμων
τ ' ἀντίθεος καὶ Ἰάλμενος ὀβριμόθυμος , Θάλπιος Ἀμφίμαχός τε μενεπτόλεμός τε Λεοντεύς : σὺν δ ' Εὔμηλος ἔβη θεοείκελος
5073393 Θρασυμηδης
τοῦ Νεστοριδῶν ὁ μὲν Ἀντίλοχος οὔτασεν Ἀτύμνιον , ὁ δὲ Θρασυμήδης Μάριν . . . . . ὣς τὼ μὲν
ἵκανε καὶ Ἰδομενεὺς ἐρίθυμος Μηριόνης τε Θόας τε καὶ ἰσόθεος Θρασυμήδης , οἵ ῥα πάρος φοβέοντο θρασὺ σθένος Εὐρυπύλοιο ,
5072877 Ληιτος
εἰς λόγον ἀποτροφῆς τῶν στρατοπέδων νῆας λ : Πηνέλεως καὶ Λήιτος καὶ Ἀρκεσίλαος καὶ Προθοήνωρ καὶ Κλονίος σὺν νηυσὶν ν
ὥςτε μεγαλοπρεπέστατα φαίνεσθαι πάντων ὀνομάτων : Βοιωτῶν μὲν Πηνέλεως καὶ Λήιτος ἦρχον Ἀρκεσίλαός τε Προθοήνωρ τε Κλονίος τε , οἵ

Back