τινος εἰ γήμαι , ἔφη : ” ἐὰν μὲν αἰσχρὰν γήμῃς , ἕξεις ποινήν : ἐὰν δ ' ὡραίαν ,
ὑπό τινος , εἰ γήμαι , ἔφη ἐὰν μὲν αἰσχρὰν γήμῃς , ἕξεις ποινήν : ἐὰν δ ' ὡραίαν ,
6892858 ὑπομεινῃ
ὁ κακὸς ἀθάνατον εἶναι τὴν αὑτοῦ ψυχήν , ἵνα μὴ ὑπομείνῃ τιμωρούμενος , καὶ φθάνει τὸν ἐκεῖ δικαστὴν θάνατον ἑαυτοῦ
. μέμνηται Λυσίας . . . ἀπογράφειν : ἐάν τις ὑπομείνῃ διπλωθῆναι μὴ βουλόμενον ἐκτίνειν , τοῦτον ἡ ἀπογραφὴ εἰσπράττει
6786564 ἀπελθῃς
] εἴπερ , ἐπεί . ἐς κόρακας ] ἀπελεύσῃ , ἀπέλθῃς , εἰς τὴν ἀπώλειαν . , φθαρῇ . ἰδοὺ
καὶ ἠφανισμένος . εἰ ] ἐπειδή . ἐς κόρακας ] ἀπέλθῃς . ὡς ] ὄντως . ἠλίθιον ] μωρόν .
6769704 ἀποφυγῃ
γὰρ καὶ ἀναβολὰς ὁ δικαστὴς ἐθελοκακῶν ἐσκήπτετο βουλόμενος , κἂν ἀποφύγῃ τὸ ἔγκλημα , τὸν γοῦν περὶ τοῦ μέλλοντος ἀδήλου
, χείρων τε δόξεις πολλοῖς εἶναι , καὶ ἐὰν μὲν ἀποφύγῃ σε , ἐπιωρκηκέναι , ἐὰν δὲ ἕλῃς , φθονήσει
6656008 δαμαρτ
' ἀνδρῶν ἐκ χερῶν μιαιφόνων [ καὶ τὴν τάλαιναν ἀθλίαν δάμαρτ ' ἐμὴν λάβωμεν , ἧι δεῖ ξυνθανεῖν ἐμῆι χερὶ
ὄντι δοὺς πόσει τάδε πάλιν πρὸς οἴκους σπεῦδ ' ἐμὴν δάμαρτ ' ἔχων , ὡς τοὺς γάμους τοὺς τῆσδε συνδαίσας
6577328 πειθαρχων
λαβὼν τῶν γινομένων καὶ προαναπεφωνημένων οὐκ ἀπιστῶ , ἀλλὰ πιστεύω πειθαρχῶν θεῷ : ᾧ , εἰ βούλει , καὶ σὺ
γυμνός : προσιὼν δὲ ῥοπάλοις τὴν τελευτὴν ἀντηλλάσσετο . ἐχθροῖς πειθαρχῶν ὑποστήσῃ τὸν κίνδυνον . γῆρας ἐλύπει τὸν λέοντα καὶ
6566122 δουλην
συγγίγνεσθαι τοῦτον τὸν χρόνον ἅπαντα , καὶ κατὰ πόλιν μήτε δούλην μήτε δοῦλον γεύεσθαι μηδέποτε , μηδὲ ἄρχοντας τοῦτον τὸν
ὄρος Φελλεὺς οὕτω καλούμενον . Γ τὴν Στρυμοδώρου Θρᾷτταν ] δούλην , ἢ τὴν ἀπὸ Στρύμονος ποταμοῦ Θρᾴκης . Φελλέως
6544846 κτησῃ
φυγαδευθήσῃ . μὴ φοβοῦ . μακροθύμησον Ϛ γενήσῃ βιοπράγος καὶ κτήσῃ πολλὰ ἀγαθά ζ ἀγοράσεις ὃ ἐνθυμῇ καὶ μεταπωλήσεις αὐτό
πωλῆσαι καλῶς ζ προγράφεται τὰ σά , ἀλλ ' οὐδὲν κτήσῃ η οὐ κερδαίνεις ἀπὸ τοῦ πράγματος θ ζῇ ὁ
6507195 βιαζηται
πάλιν οὔσης τῆς ἀναχωρήσεως , ἢν καὶ ὑφ ' ἡμῶν βιάζηται , τό τε πλῆθος αὐτῶν οὐκ ἄγαν δεῖ φοβεῖσθαι
. χρηϲτέον δὲ ὅμωϲ καὶ τούτοιϲ , ὅταν ἀνάγκη μεγάλη βιάζηται : μεγίϲτη δὲ ἀνάγκη τοῦ χρῆϲθαι φαρμάκοιϲ ἐϲχαρωτικοῖϲ ἢ
6506027 βουλωμαι
ἂν ἐγὼ ἀποσπάσαι παράσχω καὶ ἔχειν , ἐς ὅσον ἂν βούλωμαι ἀνοίγειν τε ὁ τοιοῦτος πᾶσαν θύραν δύναται καὶ ὁρᾶν
ἐμοὶ δὲ μὴ λαμβάνοντι οὐκ ἀνάγκη διαλέγεσθαι ὧι ἂν μὴ βούλωμαι ; ἢ τὴν δίαιτάν μου φαυλίζεις ὡς ἧττον μὲν
6492625 μετανοησεις
Ϛ οὐ κοινωνεῖς ἄρτι τῷ πράγματι ζ ἐὰν στρατεύσῃ , μετανοήσεις η μετὰ φόβου ἐρώτησον καὶ ἀκούεις ἀλήθειαν θ ἐὰν
ἀπολαύσεις τῆς ἡδονῆς , καὶ καθ ' ὃν ἀπολαύσας ὕστερον μετανοήσεις καὶ αὐτὸς σεαυτῷ λοιδορήσῃ : καὶ τούτοις ἀντίθες ὅπως
6485909 θελητε
ἔχουσι καὶ πρὸς τὴν πόλιν αὐτοὶ μάρτυρές ἐστε , ἐὰν θέλητε μεμνῆσθαι καὶ τῶν φιλούντων ὑμᾶς καὶ τῶν μισούντων .
θέλητε , χρήσεσθε , συκοφάντηι δ ' οὐδ ' ἂν θέλητε . , : οὐ μὴν ἀλλ ' ἐπεὶ Φίλιππος
6436725 ἀγνοῃ
πράττει τὸ κακὸν δι ' ἄγνοιαν , ἤτοι ὅταν τις ἀγνοῇ τόδε κακὸν εἶναι , γινώσκων δέ τις ὅτι τόδε
τι τοιοῦτον ἐμπεσὸν πατάξῃ , καὶ τὸν μὲν βαλόντ ' ἀγνοῇ τις , αὐτὸ δ ' εἰδῇ καὶ ἔχῃ τὸ
6424847 μετανοησῃ
, ὅπως θεάσηται ἐκεῖ τὰς κρίσεις καὶ ἀνταποδόσεις , καὶ μετανοήσῃ ἐπὶ τὰς ψυχὰς τῶν ἁμαρτωλῶν ἃς ἀπώλεσεν . ἔστρεψεν
μηδὲν διψυχοῦντες . πᾶς γὰρ δίψυχος ἀνήρ , ἐὰν μὴ μετανοήσῃ , δυσκόλως σωθήσεται . καθάρισον οὖν τὴν καρδίαν σου
6420928 μαλακογνωμων
. . γράφεται ῥεχθῇ , τυπωθῇ , ἑδραιωθῇ . . μαλακογνώμων ] ταπεινός . . ῥαισθῇ ] οὕτως ὡς ἔφην
ὅταν οὕτω τυφθῇ ὑπὸ τοῦ ἀναγκαίου ὥσπερ ὑπὸ ῥαιστῆρος , μαλακογνώμων ἔσται . εἴρηται δὲ ἐκ μεταφορᾶς τοῦ σιδήρου .
6400674 φυγαδευθησῃ
συνεχόμενος χρόνῳ ἀπολυθήσεται α οὐχ ἁμαρτήσεις . πρέσβευσον β οὐ φυγαδευθήσῃ , ὑβρισθήσῃ δὲ μετρίως γ οὐ γενήσῃ ποτὲ βιοπράγος
φυρατής η πρεσβεύσεις καὶ εὐημερήσεις , ἐὰν σπεύσῃς θ οὐ φυγαδευθήσῃ τὸ σύνολον . μὴ φοβοῦ ι γενήσῃ βιοπράγος καὶ
6389161 θῃς
δηλοῖ . μὴ δὴ τοῦθ ' ὡς ἀδίκημ ' ἐμὸν θῇς , εἰ κρατῆσαι συνέβη Φιλίππῳ τῇ μάχῃ : ἐν
τούτων δὲ ἕκαστος τῶν ποδῶν , ὡς ἂν τῇ τάξει θῇς , τὸ αὐτὸ μέτρον ἀποδώσει , οὕτως σὲ τὸν
6316433 παραθηκην
σοφὸν καὶ θεὸν ἴσον ἁμάρτημα . λόγον χειρίζων περὶ θεοῦ παραθήκην σοι δεδόσθαι νόμιζε τὰς ψυχὰς τῶν ἀκουόντων . οὐκ
Πρώτως μὴ λέγε , ἀλλὰ πρῶτον . Παρακαταθήκην , οὐ παραθήκην . Ἀπαράβατον μή , ἀπαραίτητον δέ . Ἀγωγὸν οἱ
6300757 πεισθῃς
σαυτοῦ λέγοντος 〚 μὴ 〛 ἀκούσῃς , ἄλλου λέγοντος μὴ πεισθῇς : πῶς οὖν ἐφεκτικὸν τὸ τοιοῦτον λογισόμεθα ; Ἐπειδὴ
ψυχὴ καθαίρεται λόγῳ θεοῦ ὑπὸ σοφοῦ . ἀναίσθητον οὐσίαν μὴ πεισθῇς εἶναί ποτε θεοῦ . ὁ θεὸς καθὸ νοῦς ἐστιν
6274604 θεληι
λαβών , τὸν Ἑλένης φόνον διώκων , κἀμὲ μὴ σώιζειν θέληι σύγγονόν τ ' ἐμὴν Πυλάδην τε τὸν τάδε ξυνδρῶντά
σπάσας ; οὐ δῆτα : θυγατρὶ δ ' , ἢν θέληι , δώσω κτανεῖν . οἴμοι : τί δῆτά ς
6270439 πρεσβευεις
πλεύσῃς ἄρτι , ναυαγήσεις ι ὁ ἀπόδημος ἀπέθανεν α οὐ πρεσβεύεις , οὐχ ἁμαρτών β οὐ φυγαδεύῃ , ὑβρίζῃ δέ
λανθάνει σου ὁ δρασμός γ γίνῃ βουλευτὴς καὶ ἄρχων δ πρεσβεύεις , οὐ μόνος δέ ε οὐ φυγαδεύῃ . μὴ
6248351 δεξομεθα
σοι δοκῇ ταῦτα διαγράφειν Ἡσιόδου , καὶ ἡμεῖς τὴν ἐπιτίμησιν δεξόμεθα . δείξεις δὲ δή που πρότερον ὡς ἀντάξιος εἶ
φήμην ἐπ ' αὐτὸν Χοάσπην Ἀντιοχεῖς ἀπολελόγηνται λέγουσαν ; οὐ δεξόμεθα τὴν ἐκεῖθεν βασιλεὺς διήλλακται λέγουσαν ; Τούτων εἰ λέγοι
6236247 ἀντιστατικη
: ἡ δ ' ἀντίθεσις ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ μὲν ἀντιστατική ἐστιν , ἐνίοτε δὲ καὶ κατὰ τὰς ἄλλας ἀντιθετικὰς
. εἶτα αὐτῇ τῇ ἀντιθέσει . οἷον , ἐὰν ᾖ ἀντιστατική : εἶτα μεταλήψει μιᾷ ἢ καὶ δευτέρᾳ : εἶτ
6231564 γημῃ
δίδωμι δ ' αὐτὰ τῇ παιδὶ ταύτῃ κἀκείνῳ ὃς ἂν γήμῃ αὐτήν . ἓν δὲ δῶρον ἄπειμι ἔχων παρὰ σοῦ
ἀσυνήθεις δάκνουσιν . Ὁ αὐτὸς ἐρωτηθεὶς ὑπό τινος , εἰ γήμῃ , εἶπεν : „ εἰ μὲν καλήν , κοινὴν
6223711 βλαβησῃ
ὁ ἀπόδημος β ἀποδώσεις ἄρτι ἃ ὀφείλεις γ δανείσῃ καὶ βλαβήσῃ : οὐ μενεῖ γάρ δ τέξεται μετὰ κινδύνου ἄρρεν
; μὴ ὄκνει ἀποκρίνασθαι , ὦ Πῶλε : οὐδὲν γὰρ βλαβήσῃ : ἀλλὰ γενναίως τῷ λόγῳ ὥσπερ ἰατρῷ παρέχων ἀποκρίνου
6211976 πλουτῃ
ἰσχυρός , ἐάν τε μικρὸς καὶ ἀσθενής , καὶ ἐὰν πλουτῇ καὶ μή . ἐὰν δ ' ἄρα πλουτῇ Κινύρα
καὶ ἐὰν πλουτῇ καὶ μή . ἐὰν δ ' ἄρα πλουτῇ Κινύρα τε καὶ Μίδα μᾶλλον , ᾖ δὲ ἄδικος
6192058 κινδυνευσεις
οὐκ ἔχεις ὥραν τοῦ ἐπερωτῆσαι θ ἐὰν πλεύσῃς ἄρτι , κινδυνεύσεις ι ὁ συνεχόμενος χρόνῳ ἀπολυθήσεται α οὐχ ἁμαρτήσεις .
ὑβρίζῃ . μὴ ἀγωνία ε τὸ γεννηθὲν οὐ τρέφεται Ϛ κινδυνεύσεις κατηγορούμενος ζ δίδεις [ τοὺς ] λόγους μεθ '
6186858 ἀνδροφονος
, ἵνα μὴ Δέκμος ἄρχοι χώρας τε ἐπικαίρου καὶ στρατιᾶς ἀνδροφόνος ὢν τοῦ πατρός , ἐπὶ δὲ τούτῳ καὶ ἐς
μὲν οὖν γύναια τἄλλ ' ἠκκίζετο , ἡ δ ' ἀνδροφόνος Γνάθαινα γελάσασα . . . . καλοί γε ,
6183137 τυχηις
εἰς ἄλλους τρόπους μισεῖς τε λίαν καὶ φιλεῖς ὃν ἂν τύχηις ; οὐκ οἶσθ ' ὑβρισθεῖσάν με καὶ ναοὺς ἐμούς
σαυτοῦ . τοῦτο γὰρ ἀθάνατόν ἐστι , κἄν ποτε πταίσας τύχηις , ἐκεῖθεν ἔσται ταὐτὸ τοῦτό σοι πάλιν . πολλῶι
6175224 αἰσχραν
οὐκ οἴεται , ἤτοι οὐ δοξάζει , καλὸν εἶναι τὴν αἰσχρὰν ἡδονήν , φανερόν ἐστι τοῦτο . ὥστε δῆλον ὅτι
κίνδυνον δι ' ἑαυτὸν ὑπομένειν , κακὴν μὲν ἧτταν , αἰσχρὰν δὲ νίκην τοῖς πεισθεῖσι προσάψειν αὐτὸν ἀπέφαινεν : ἦν
6166333 διαπραξωνται
ἢ τὰς δόξας παρέχει , ἀπαραμόνους δὲ ἢ ὅσα ἂν διαπράξωνται μετὰ ἐναντιωμάτων καὶ κινδύνων ἢ κρίσεων καὶ ἐπηρειῶν .
καθ ' οὓς πολιτεύσοιντο : ἕως δ ' ἂν ταῦτα διαπράξωνται , φυλακὴν καὶ μισθὸν τοῖς φρουροῖς ἓξ μηνῶν κατέλιπε
6146670 θελοιμι
. τί γάρ με πλοῦτος ὠφελεῖ ; σμίκρ ' ἂν θέλοιμι καὶ καθ ' ἡμέραν ἔχων ἄλυπος οἰκεῖν μᾶλλον ἢ
ἀλλὰ δηλονότι ὀλίγοις : ἀλλ ' οὕτως ἔχει , οὐ θέλοιμι ἄν λίαν πλείστοις ἀνθρώποις πημονάς , ἤγουν οὔτε πλείστοις
6128622 ἀνδραποδῳ
τούτοις συζῆν ἄχρι παντὸς καὶ πολλάκις ὑβριζομένην ὕβρεις δεινὰς παραμένειν ἀνδραπόδῳ μηδενὸς ἀξίῳ . παρὰ γὰρ τῶν πλουσίων εἰς μὲν
εὖ χρῆσθαι καὶ κακῶς χρῆσθαι ἀργυρίῳ : ὁμοίως δὲ καὶ ἀνδραπόδῳ οἰκίᾳ ἐπίπλῳ , πᾶσι τοῖς τοιούτοις . τάχα δ
6120929 ἀκρατευεται
ἐστι , πῶς ὑπολαμβάνων ὀρθῶς περὶ ὧν πράττει τις ἔπειτα ἀκρατεύεται . καί φασί τινες , ὅτι οὐ γινώσκει ὁ
λέγωμεν , ὅτι ὁ ἀκρατὴς δόξαν ἔχει καθ ' ἣν ἀκρατεύεται , καὶ οὐχὶ ἐπιστήμην , οὐδὲν διαφέρει , ταὐτὸν
6116894 ῥαισθῃ
καὶ δίκαιον νομίζων εἶναι ὅπερ ἂν βούληται πράττειν . : ῥαισθῇ : Ὅταν οὕτω τυφθῇ ὑπὸ τοῦ ἀναγκαίου ὥσπερ ὑπὸ
τυπωθῇ , ἑδραιωθῇ . . μαλακογνώμων ] ταπεινός . . ῥαισθῇ ] οὕτως ὡς ἔφην δαμασθῇ . . ἀτέραμνον ]
6112723 λαβητε
ὃς ἐσφέρει νόσον καινὴν γυναιξὶ καὶ λέχη λυμαίνεται . κἄνπερ λάβητε , δέσμιον πορεύσατε δεῦρ ' αὐτόν , ὡς ἂν
' ὁρᾷς ὅσους ἄνωθεν ἐπεφόρησε τῶν λίθων , ἵνα μὴ λάβητε μηδέποτ ' αὐτήν . Εἰπέ μοι , ἡμᾶς δὲ
6111851 κωλυσεις
εἰ μέλλεις ἀφαιρεῖσθαι ἡμῶν δηλονότι τὸ βρεκεκέξ . . εἰ κωλύσεις ἡμᾶς τοῦ βοᾶν . . 〚 οἰμώζετ ' ,
μὴ ἐμφαίνει τοῦτο Ἡσίοδος . Εἶτα φησίν : εἰ γὰρ κωλύσεις με , οὐ βοηθήσει σοι ὁ Ἄρης ὁ σὸς
6109686 ἀρχεδικαν
, τῶν δικαίων βασιλέων : ἐὰν δὲ βα - ρυτόνως ἀρχεδίκαν , ἀρχεδίκην , ἵν ' ᾖ : τὴν ἐξ
ἡμετέρων πατέρων τῶν ἀρχεδικῶν ἀποσυλῆσαι αὐτὸν πεύθομαι . ἐὰν δὲ ἀρχεδίκαν , τὴν ἀρχὴν , ἣν κατὰ δίκην , τουτέστι
6101053 πεφαρμακευσαι
τὸ κρεῖττον α οὐ λήψῃ λεγάτον . μὴ προσδόκα β πεφαρμάκευσαι . σεαυτῷ βοήθει γ ἀπαλλαγήσῃ τῆς γυναικὸς καὶ μεταμεληθήσῃ
δοξασθήσῃ ε οὐ λήψῃ λεγάτον . μὴ ἔλπιζε Ϛ οὐ πεφαρμάκευσαι . μὴ φοβοῦ ζ ἀπαλλαγήσῃ τῆς γυναικὸς ἐπ '
6093209 πυθῃ
Τί με καλεῖτε ; Δεῦρ ' ἔλθ ' , ἵνα πύθῃ ὡς εὐτυχὴς εἶ καὶ μεγάλως εὐδαιμονεῖς . Ἴθι δή
οἴκοι τελῶν , Σὺ δ ' ἀλλά , ἕως ἂν πύθῃ τὰ παρὰ τῆς πόλεως , μεταχώρησον , ἔφη ,
6092960 ἀπιῃς
δέ μοι κοίλανον ὅ μευ κρύψει τὸν ἔρωτα , κἢν ἀπίῃς , τόδε μοι τρὶς ἐπάυσον : “ ὦ φίλε
ἄμεινον ἔσται . ἀλλὰ νῦν μὲν ἠδικημένος ἄπει , ἐὰν ἀπίῃς , οὐχ ὑφ ' ἡμῶν τῶν νόμων ἀλλὰ ὑπ
6092456 ἀποθανω
αἰτίαν τοῦτο σπουδάσειεν , ὃ δὲ ἔφη ἵνα μαθὼν αὐτὸ ἀποθάνω . λόγος ἔχει Ἄτλαντι φοιτήσαντα τὸν Ἡρακλέα σπουδάσαι τὰ
θανάτου τὸ χρησιμεύειν τοῖς πράγμασιν : ἐγὼ δέ , ἐὰν ἀποθάνω νῦν , οὐ μόνον οὐκ ὠφελήσω , ἀλλὰ καὶ
6090621 ἀποψηφισησθε
. ἔτι δέ , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , ἐὰν αὐτῶν ἀποψηφίσησθε , οὐδεμίαν ὑμῖν εἴσονται χάριν , ἀλλὰ τοῖς ἀνηλωμένοις
δικαία , πρὸς ἅπαντας ἀψευδὴς φανήσεται . ἐὰν δ ' ἀποψηφίσησθε , ὃ μὴ ποιήσαιτε , οἱ μὲν χρηστοὶ διὰ
6089460 εὑρω
κοὔ σε γιγνώσκω τορῶς . ποῦ τιν ' ἀνάκτων Τρώων εὕρω ; ποῦ δῆθ ' Ἕκτωρ τὸν ὑπασπίδιον κοῖτον ἰαύει
ὑπὸ πύργον ἐν πολέμῳ σῴζεσθαι : ἄλλως : ἐὰν μὲν εὕρω ἐχυρὰν καταφυγήν , σιωπῇ μετέρχομαι φαρμάκοις τὸν φόνον :
6074342 διδωται
ἀποθανεῖν μήτε ζῆν θέλων ἐξ ἅπαντος ἀλλ ' ὡς ἂν διδῶται , προσέρχηται αὐτῷ , τί κωλύει μὴ δεδοικότα προσέρχεσθαι
τὰ πρόβατα : οὕτω καὶ ἐν τῷ βίῳ , ἐὰν διδῶται ἀντὶ βολβαρίου καὶ κοχλιδίου γυναικάριον καὶ παιδίον , οὐδὲν
6074043 μαινοιμην
βδελυρὲ σύ . Μὰ τὴν Ἑκάτην , οὐ δῆτα : μαινοίμην γὰρ ἄν . Ἀλλ ' , ὦ νεανίσκ '
οὐχ ὡς τούτου βελτίονος ὄντος , ὧν ὁ Δημοσθένης εἶπε μαινοίμην γὰρ ἄν , εἰ τοῦτο λέγοιμι , ἀλλ '
6073815 δαμαρτα
' εὐδαιμονεῖν . σπάνιον δὲ θήρευμ ' ἀνδρὶ τοιαύτην λαβεῖν δάμαρτα : φλαύραν δ ' οὐ σπάνις γυναῖκ ' ἔχειν
θαυμάσαντ ] ' ἀνιστορεῖ [ [ καὶ ] ? ? δάμαρτα καὶ τέκνα [ ] ος ? , ἀλλὰ τἀγάθ
6072395 καταλειπων
δῆμος ὑπὲρ τῆς αὑτοῦ εὐσεβείας πρὸς τὸν θεὸν καὶ παρακαταθήκην καταλείπων τοῖς ἐπιγιγνομένοις , ὅτι τήν γε θεῷ γυναῖκα δοθησομένην
τἄλλ ' ἐπέτρεπεν , οὔτ ' ἂν ἐκεῖν ' οὕτω καταλείπων αὐτοῖς ἔφραζεν : ὥστε πόθεν ἴσασιν ; εἰ δ
6065777 χαρησῃ
β οὐ γενήσῃ τελείως βιοπράγος γ ἀγοράσεις ὃ ἐνθυμῇ καὶ χαρήσῃ δ βραδέως εὑρήσεις πωλῆσαι , καλῶς δέ ε οὐ
. ἄλλο τι πρᾶττε γ εὑρήσεις τὸ ἀπολόμενον ταχέως καὶ χαρήσῃ δ ἀγορανομήσεις καὶ ὠφεληθήσῃ πολύ ε κληρονομήσεις τὸν φίλον
6064396 νικησεις
Μὴ λυποῦ , ἔφη , τὴν γὰρ ἄλλην χιλιετηρίδα σὺ νικήσεις . Σχολαστικὸς συνεκάθητο ἡγεμόνι δεξιοπήρῳ . εἰς ἐώραν οὖν
λαβὴν ] ὡς ἐπὶ παλαιστοῦ . Γ κατεργάσῃ γάρ : νικήσεις , περιέσῃ αὐτοῦ σῶμα ἔχων ἰσχυρὸν καὶ στερρότατον ,
6063955 μισθωσῃ
στρατηγεῖς καὶ μέμψιν αἱρεῖς ι ὄψει θάνατον ἐπικερδῆ α ἐὰν μισθώσῃ , βλάπτῃ β οἰκονομεῖς εὐτυχῶς γ ἐκτιτρώσκει καὶ κινδυνεύει
νικήσεις . σιώπα β κληρονομήσεις ὅτε οὐκ ἐλπίζεις γ μὴ μισθώσῃ ἄρτι . περίμεινον , μὴ σπεῦδε δ οἰκονομήσεις καὶ
6061289 καρτ
οὐκοῦν προθύμως ⋮ εἶ σὺ δεκτέα ] στρατῶι . καὶ κάρτ ' ὄναιτ ' ἄν , ⋮ εἰ δέχοιτό ]
' αὐτῷ τὰν σύριγγ ' ὤρεξα , καλόν τί με κάρτ ' ἐφίλησεν . οὐ θεμιτόν , Λάκων , ποτ
6047171 στρατηγεις
? ? ? ι οὐκ ἀγοράζεις τὸ προκείμενον α οὐ στρατηγεῖς ἄρτι β οὐκ ἔχεις θάνατον ἰδεῖν ? ? ?
πίστεως Ϛ ἐπιτυγχάνεις τῆς ἐπικλήσεως ζ οὐ γίνῃ ἐπίσκοπος η στρατηγεῖς καὶ εὐημερεῖς θ θεωρεῖς θανάτους ι οὐ νικᾷς .
6046181 παραβολιον
οὐ γαμήσεις τὴν φίλην : πεπόρνευκε γάρ γ μὴ θῇς παραβόλιον : νικηθήσῃ γάρ δ ἕξεις ἐλπίδα πίστεως καλήν ε
ζ ποιεῖ ὁ ἀδελφὸς εἰς τὴν ἐγχείρησιν η ἐὰν θῇς παραβόλιον , ἀπολεῖται θ ἔχεις ἐλπίδα πίστεως ι οὐκ ἀποτυγχάνεις
6045738 πυνθανηται
κομίζειν αὐτοὺς ἐπὶ τοὺς τόπους ἐν οἷς ἂν ὄντα Φίλιππον πυνθάνηται , γράψας ὥσπερ νῦν λέγω , τοῖς ῥήμασιν οὕτως
καὶ ἅμα πρόβατα πολλὰ ἐλαύ - νειν ὅποι ἂν αὐτὸν πυνθάνηται ὄντα , ὡς ἐπισφαγείη τῷ Ἀβραδάτᾳ . Ἐπεὶ δὲ
6032596 ἐπανελθῃ
σωτηρίαν καὶ πάντα τρόπον βοηθοῦσιν , ἵνα αὐτοῖς τὰ χρήματα ἐπανέλθῃ , οἱ δὲ ὀφείλοντες οἷς ὀφείλουσιν οὐκέτι : βούλοιντο
σώματα νοσοῦσιν , οὕτω πάλιν ἵνα εἰς τὸ κατὰ φύσιν ἐπανέλθῃ , τῶν ἰσχυροτέρων ἐξ ἀνάγκης δεῖται πάλιν . τὰ
6030602 ξυγγενηται
ἀνδρὸς , ἢν ἄριστα ἔχωσιν αἱ ὑστέραι . Ὅταν δὲ ξυγγένηται ἐν τῇσιν ἡμέρῃσι τῇσιν εἰρημένῃσιν , ἢν εὐτρεπισθῶσιν αἱ
γάρ τοι τῶν ἐν ἀνθρώποις ἔρως , ἐπειδάν τῳ καθαρῶς ξυγγένηται , οὐ πλοῦτον τέθηπεν , οὐ τύραννον δέδιεν ,
6029480 ἐξαυγοι
δικαίαν νίκην παρέχουσιν , οἱ δὲ κακοποιοὶ τῶν ἀστέρων κἂν ἔξαυγοι ὦσιν , ἐν ἀλλοτρίοις δὲ καὶ ἀνοικείοις τόποις ὄντες
δικαίαν νίκην παρέχουσιν , οἱ δὲ κακοποιοὶ τῶν ἀστέρων κἂν ἔξαυγοι ὦσιν , ἐν ἀλλοτρίοις δὲ καὶ ἀνοικείοις τόποις ὄντες
6014593 νηποινει
πειθαρχοῦντας , ὃς κελεύει τὸν ἀνδρόγυνον τὸ φύσεως νόμισμα παρακόπτοντα νηποινεὶ τεθνάναι , μηδεμίαν ἡμέραν ἀλλὰ μηδ ' ὥραν ἐώμενον
μοιχὸς ἁλῷ , ἐὰν δ ' εἰσίωσι καὶ παρανομῶσι , νηποινεὶ πάσχειν ὑπὸ τοῦ βουλομένου ὅ τι ἂν πάσχῃ ,
6008316 ἁμαρτῃ
' „ ὅτι ἡμάρτομεν , κατελαλήσαμεν „ : ὅταν γὰρ ἁμάρτῃ καὶ ἀπαρτηθῇ ὁ νοῦς ἀρετῆς , αἰτιᾶται τὰ θεῖα
αἱ δυνάμεις τοὺς ἄνδρας : καθόσον δ ' ἄν τις ἁμάρτῃ τοῦ καλοῦ , κατὰ τοσοῦτον αὐτοὺς ἐξήλεγξαν . Εἰ
5998548 ὁσηνπερ
φιλονικίας ἐπὶ τοῖς πράγμασι πάντ ' ἄνδρα παρασχέσθαι δεῖ , ὅσηνπερ ἐκ τῶν ἄνωθεν χρόνων ἀμελείας : μόλις γὰρ οὕτως
δύναμιν τοσαύτην εἰς τὸν λόγον παρὰ τῶν Μουσῶν λαβεῖν , ὅσηνπερ αὐτὸς ἔσχηκας εἰς τὸ περισῶσαι τὴν πόλιν . ὁ
5996486 μεταστατικη
Φορμίων ἢ οὔ : ἐπὶ δὲ τῆς πρὸς Παταίνετον , μεταστατική : περὶ Εὔεργον τὸν Μνησιβούλου μεταγενομένης τῆς αἰτίας :
: αὐτὴ ἑαυτῇ τοῦ πάθους αἰτία . Ἡ Λύσις ὁμοίως μεταστατική : σὺ παρέσχες τοῦ θανάτου τὴν ἐπιθυμίαν γάμον ποιήσας
5994100 διδασκῃς
ἐπίστασαι τὸν σαῦρον ὡς δεῖ σκευάσαι ; ἀλλ ' ἂν διδάσκῃς . ἐξελὼν τὰ βραγχία , πλύνας , περικόψας τὰς
ἔχουσιν , ὃ συμβαίνει τοῖς μεγάλα εὐτυχήσασιν . ἐὰν δὲ διδάσκῃς αὐτούς , ὅτι πᾶσα μὲν εἰρήνη παντός ἐστι πολέμου
5994099 ὑπαγεις
η οὐκ ἀνοίγεις ἐργαστήριον θ σώζῃ τῆς ἀσθενείας ι οὐχ ὑπάγεις εἰς τοὺς ἁγίους τόπους α οὐ νικᾷς . σιώπα
γ πωληθήσῃ καὶ μεταμεληθήσῃ μηδὲν ὠφελῶν δ οὐ μενεῖς ὅπου ὑπάγεις : οὐ γὰρ συμφέρει ε λήψῃ ὀψώνιον μερικόν Ϛ
5982972 λειπῃ
καλῶς , ἀντὶ τοῦ δεῖ χρηστὰ βούλεσθαι : ἢ ἵνα λείπῃ τὸ εἶναι . τὸ δ ' οὐχ οὕτως ἔχει
εἰς τὴν πανήγυριν ἔρωτα καὶ φροντίδας καὶ ὡς οὐδαμῆ ταύτῃ λείπῃ τοῦ τὸν ἀγῶνα τιθέντος . μέγα γὰρ ἡμῖν ἐκεῖ
5982037 τἀμ
εἶναι πρῶτον οὐκ ἐπίστασαι . πῶς δ ' οὐχί ; τἄμ ' ὀλωλόθ ' εὑρίσκων ἄγω . ποίοισιν εἰπὼν προξένοις
οἷά τ ' εἰργάσω . σὺ δ ' οὐκ ἔμελλες τἄμ ' ἀτιμάσας λέχη τερπνὸν διάξειν βίοτον ἐγγελῶν ἐμοὶ οὐδ
5976406 πανουργε
ὄντας ἡμῖν αἰτίους τῶν πραγμάτων . Οὐχ ἁπάντων , ὦ πανοῦργε ; ταῦτα δὴ τολμᾷς λέγειν ἐμφανῶς ἤδη πρὸς ἡμᾶς
τὸ κινεῖσθαι ἐν δόλῳ . ὦ κίναδε : ἤτοι ὦ πανοῦργε : Σικελιῶται γὰρ τὴν ἀλώπεκα κίναδον προσαγορεύουσιν . ἐποκίξατο
5974725 αἰσχυνοιμην
φιλοτίμως συμβέβηκεν αὐτοῖς , ἐξ ὧν εἰκότως ἦσαν σπουδαῖοι , αἰσχυνοίμην ἂν εἴ τι τούτων φανείην παραλιπών . ἄρξομαι δ
προεμένωι καὶ ποιῆσαι λέγειν ἐπαίνους ὑπὲρ ἡμῶν . ἀλλ ' αἰσχυνοίμην ἄν , εἰ τὴν πρὸς ὑμᾶς εὔνοιαν παρὰ τούτων
5972368 ἐλπιζε
α οὐκ ἀγορανομήσεις β οὐ κληρονομήσεις τὸν φίλον . μὴ ἔλπιζε γ ἕξεις ἐσχάτην καλήν , ὀλίγην δέ δ οὐχ
, ἄρτι δὲ οὔ ε οὐ πρεσβεύσεις μόνος . μὴ ἔλπιζε Ϛ οὐ φυγαδευθήσῃ . μὴ φοβοῦ ζ οὐ γενήσῃ
5968884 ἰδηι
τέρψας : πτωχεύει δὲ φίλους πάντας , ὅπου τιν ' ἴδηι . οὕτω , Δημόκλεις , κατὰ χρήματ ' ἄριστον
αὖός εἰμι τῶι δέει . οὕτως ἔχων γὰρ αὐτὸν ἂν ἴδηι μέ που τὸν διαβαλόντα , τυχὸν ἀποκτείνειεν ἄν .
5968695 προσελθῃ
θρεπτικὴν ἡμῖν ἐδωρήσατο . ταύταις οὖν ταῖς τρισὶ δυνάμεσιν εἰ προσέλθῃ τις αἴσθησις , ποιεῖ τὸ ζῳόφυτον . ὅτι δὲ
ἀλεπίστους ὀπτήσας μαλακοὺς χρηστῶς προσένεγκε δίχ ' ἅλμης . μηδὲ προσέλθῃ σοί ποτε τοὔψον τοῦτο ποιοῦντι μήτε Συρακόσιος μηθεὶς μήτ
5968103 αἰσθῃ
, ἄν τις ἀδικῇ ἢ τοῦτον ἢ ἐκείνους καὶ σὺ αἴσθῃ , μὴ ἐπιτρέψειν . καὶ περὶ Λυσικλείδου τἀληθὲς εἰπεῖν
τοῦ σώματος ἀνέλπιστός ἐστιν ὁ κάμνων . ἐὰν δ ' αἴσθῃ ποτὲ παχεῖς εἶναι ἱκανῶς τοὺς χυμούς , ὀξύμελι δίδου
5968075 μετανοησωσιν
ἑαυτοὺς ἀπὸ πάσης ἐπιθυμίας τοῦ αἰῶνος τούτου . ὅταν οὖν μετανοήσωσιν καὶ καθαρισθῶσιν , τότε ἀποστήσεται ὁ ἄγγελος τῆς τιμωρίας
, ἐὰν μετανοήσωσιν . οἱ οὖν μέλλοντες μετανοεῖν , ἐὰν μετανοήσωσιν , ἰσχυροὶ ἔσονται ἐν τῇ πίστει , ἐὰν νῦν
5963525 ἀκουσαν
μὲν Δείνων ὑπουργῆσαι τῆι φαρμακείαι φησί , συγγνῶναι δὲ μόνον ἄκουσαν ὁ Κτησίας : τὸν δὲ δόντα τὸ φάρμακον οὗτος
τὸν ἐξ αὐτοῦ παῖδα ἐφύλαττεν . ὕστερον δὲ τὴν γυναῖκα ἄκουσαν δορυφόρῳ αὑτοῦ πάντων μάλιστα θεραπευτῇ Τιμοκράτει γυναῖκα δίδωσι :
5961588 ἐντολην
ὠτός , ὡς πατὴρ ἀποθνῄσκων : ἔμελλε γάρ σοι πᾶσαν ἐντολὴν δώσειν , ἀρχὴν τοσαύτην πῶς λαβοῦσα τηρήσεις . σὺ
οὕτως ἁπλῶς διακονῶν τῷ θεῷ ζήσεται . φύλασσε οὖν τὴν ἐντολὴν ταύτην , ὥς σοι λελάληκα , ἵνα ἡ μετάνοιά
5961404 ἰηι
, ἐὰν μὴ [ ] ἐπὶ τὰς Ἑλληνίδας [ ] ἴηι [ πόλεις . ἀφηγοῦνται ] ταῦτα [ ] Ἀνδροτίων
προφερεστάτα θεῶν . πᾶν ὅττι κεν ἐπ ' ἀκαιρίμαν γλῶσσαν ἴηι κελαδεῖν . ὦ γλυκεῖ ' Εἰράνα , πλουτοδότειρα βροτοῖς
5958095 ἀναδικον
ἂν τοὺς εὖ βουλομένους ὑμᾶς ποιεῖν προκαλέσασθαι , τὴν κρίσιν ἀνάδικον ποιήσαντες ἢ τοῖς ἅπαξ δεδογμένοις ἐμμείναντες ; ἐγὼ μὲν
μόνον τὴν δίκην ταύτην , περὶ ἧς νυνὶ δικάζομαι , ἀνάδικον ἐποίησεν , ἀλλὰ καὶ χειροτονησάντων ὑμῶν ἐμὲ ταξίαρχον ,
5956561 ὀλοιμην
τοιάδ ' ἐμοὶ ξύνοικος ἐν δόμοισι μὴ γένοιτ ' : ὀλοίμην πρόσθεν ἐκ θεῶν ἄπαις . αἰαῖ αἰαῖ μελέων ἔργων
ἤδη σώματα λεύσσω τῶν οἰχομένων παίδων : μελέα πῶς ἂν ὀλοίμην σὺν τοῖσδε τέκνοις κοινὸν ἐς Ἅιδην καταβᾶσα ; στεναγμόν
5954773 Δωρι
ζάψ . Πτωκὰς κύπειρος Μᾶτερ ὦ ποντία κλῦθι Νυμφᾶν ἁβρᾶν Δῶρι , κυμοκτύπων τ ' ἤραν ' ἁλίων μυχῶν .
δ ' ἐν Μνηματίῳ φησίν : ψῦξον τὸν οἶνον , Δῶρι . Πρωταγορίδης δ ' ἐν βʹ τῶν κωμικῶν ἱστοριῶν
5952914 φυλαξω
κακήν , ἣν οὐδεὶς ζηλώσει ὀχήσω ] ἤγουν βαστάσω , φυλάξω , : ὀχεω ῶ . ἐκ μεταφορᾶς τῶν φρουρούντων
θρηνῶ καὶ οὐχ εὑρίσκω τινὰ μηχανήν , δι ' ἧς φυλάξω τὴν μέχρι νῦν σωφροσύνην τετηρημένην ; Ταῦτα λέγουσα ἤγετο
5949648 εὐκτικως
τὸ κεινός ὥσπερ διορθούμενος κεῖνος ἔγραψεν , ἵν ' οὕτως εὐκτικῶς τὸ εἴην ἀποδοθῇ καὶ ἀναχθῇ τὸ νόημα πρὸς τὸν
ἐκ Θέμιδος . ἐθέλοντι δ ' ἀλεξεῖν ὕβριν : ἤτοι εὐκτικῶς εἶπε , τὴν τῶν θεῶν : βούλοιντο δ '
5948320 γνωσομαι
] ἐὰν δυνατόν μοι ποιῆσαι ὃ ζητεῖς . εἴσομαι ] γνώσομαι . εἴσομαι ] γνωρίσω . εἴσομαι ] εἰ κοῦφον
κατάλυσις ἥδε καθάπερ σχημάτων . Πῶς ἆρα τοὺς Μελανθίους τῷ γνώσομαι ; οὓς ἂν μάλιστα λευκοπρώκτους εἰσίδῃς . Τί δὴ
5947208 ἱεροσυλε
ἵνα μὴ Δᾶμίς γε πύθηται . Τί φής , ὦ ἱερόσυλε Δᾶμι , θεοὺς μὴ εἶναι μηδὲ προνοεῖν τῶν ἀνθρώπων
καὶ σύ με ; προπετῶς ἀπάγω τὴν θυγατέρ ' , ἱερόσυλε γραῦ ; ἀλλ ' ἦ περιμένω καταφαγεῖν τὴν προῖκά
5946270 λαμβανητε
ὅτι οὐκ ἔστι τοσαῦτα χρήματα ἃ ὑμᾶς , οὓς ἂν λαμβάνητε ἀδικοῦντας , ἀποτρέψει τιμωρεῖσθαι , καὶ μηδε - μίαν
ἵνα ἀνιᾶσθε , ἀλλ ' ἵνα ἐκ τούτων ἀγαθόν τι λαμβάνητε . καὶ ἡ πόλις δέ τοι , ἔφη ,
5946005 πεφρικα
] θεὸν κακόμαντιν Ἐρινύν , τὴν ἐπὶ κακοῖς ἀληθεύουσαν . πέφρικα ] φοβοῦμαι . πέφρικα ] πτοοῦμαι . τὰν ὀλεσίοικον
λέξεις . δαῖτα ] εὐωχίαν . ξυνῆκα ] ἐνόησα . πέφρικα ] φοβοῦμαι , συστέλλομαι . οὐδὲν ἐξεικασμένα ] ἀλλ
5944964 μωριαν
παύειν ἐπιχειρεῖ βιαίως μόχθον ] πόνον μάταιον ὁρῶ εὐηθίαν ] μωρίαν . ἐπίθετον δὲ ταύτης τὸ κουφόνουν † τὸ εὐηθίαν
εἰ δοκῶ νῦν μῶρα δρῶσα τυγχάνειν , σχεδόν τι μώρῳ μωρίαν ὀφλισκάνω . Δηλοῖ τὸ γέννημ ' ὠμὸν ἐξ ὠμοῦ
5940984 δεησῃ
ἀπὸ τοῦ πλῆξαι , ἀμύνασθαί σφισιν τὸν μελιττουργὸν αὐταῖς ἐπειδὰν δεήσῃ : οὕτως οὐδὲ ὁ βέμβιξ ἄρα τοῦ κέντρου στερηθεὶς
μέν ἐστιν εἶδος τὸ ἐν ταῖς διανομαῖς , ὅταν διανέμειν δεήσῃ χρήματα ἢ τιμὴν ἢ ἄλλο τι τῶν ὅσα μερίζονται
5936957 ὠφελεισαι
] ἀσθενῶν μακρονοσήσει α οὐ δίδοταί σοι ἑτέρῳ συναλλάξαι β ὠφελεῖσαι ἀπὸ τοῦ φίλου γ ἐὰν πραθῇς , μετανοήσεις δ
ἀποκαθίστασαι εἰς τὸν τόπον Ϛ ἐὰν συναλλάξῃς , βλάπτῃ ζ ὠφελεῖσαι ἀπὸ τοῦ φίλου η οὐ πωλῇ ἐπὶ τὸ συμφέρον
5936100 φαινωμαι
τοῦ βήματος . ἐὰν οὖν Ἑλληνικοῖς , ὥσπερ εἴωθα , φαίνωμαι παραδείγμασι χρώμενος , μὴ καταγελάσητε . οὐ γὰρ καταφρονῶ
ὑπ ' ἐμοῦ ἐξελεγχθήσονται ἔργῳ , ἐπειδὰν μηδ ' ὁπωστιοῦν φαίνωμαι δεινὸς λέγειν , τοῦτό μοι ἔδοξεν αὐτῶν ἀναισχυντότατον εἶναι
5932782 αὐλαιαν
τῶν στρογγύλων ληκύθους καὶ βακτηρίας τῶν σκολιῶν ἐκ Λακεδαίμονος καὶ αὐλαίαν Πέρσας ἐνυφασμένην καὶ παλαιστρίδιον κόνιν ἔχον καὶ σφαιριστήριον .
τοῦ θεάτρου καὶ ἐφηβικόν . ἔξεστι δὲ καὶ τὸ παραπέτασμα αὐλαίαν καλεῖν , Ὑπερείδου εἰπόντος ἐν τῷ κατὰ Πατροκλέους .
5930297 ὑπομενεις
σὺ μὲν ὡς ἐμοὶ μενεῖς ἁγνὴ καὶ ἄλλον ἄνδρα οὐχ ὑπομενεῖς , ἐγὼ δὲ ὅτι οὐκ ἂν ἄλλῃ γυναικὶ συνοικήσαιμι
αἰσχύνης ἢ βίον μετ ' εὐδαιμονίας . Εἰ μὲν γὰρ ὑπομενεῖς , ἔφη , χαρίσασθαί μοι , γυναῖκά σε ποιήσομαι
5923250 μενεις
ἀκοῦσαι τὰ παρὰ σοῦ λεχθησόμενα , εἴτε μενεῖς εἴτε οὐ μενεῖς : ἄλλως : σοφὸς ὁ πρῶτος ἐπινενοηκὼς τρόπον τινὰ
, οὐκέτι γυῖα κινήσεις , ἀλύτῳ δ ' ὡς ἀδάμαντι μενεῖς , ἴχνια κολληθείς : τοῖον σέλας ὄμμασιν αἴθει κοῦρος
5919852 ἐπεμψ
πρὸς βίαν , Εὐρυσθέως ἀρχαῖς ὑπείκων , ὅς μ ' ἔπεμψ ' Ἅιδου κύνα ἄγειν κελεύων ζῶντα πρὸς Μυκηνίδας πύλας
ἔμελλον οὐ πέμψειν φίλοι κήρυκας , ἐλθεῖν κἀπικουρῆσαι χθονί ; ἔπεμψ ' : ὀφείλων δ ' ἦλθε συμπονεῖν ἐμοί .
5917921 θελωσιν
: εἰ δ ' ἡττηθῇ , στερηθήσεσθαι ὧν ἂν ἐκεῖναι θέλωσιν . Ὑπέρτεραι δὲ αἱ Μοῦσαι γενόμεναι , καὶ τῶν
, οὐ θέλουσι : διόπερ ἀδικοῦνται , ἵνα θεοὺς εἶναι θέλωσιν : εἰ γὰρ μὴ θέλουσιν εἶναι θεούς , οὐ
5912321 κακουργιαν
ἐκκλησίαις . ταῦτα δέ φησιν , ὡς τοῦ Νεοκλείδου διὰ κακουργίαν τοιαῦτα ποιοῦντος . Ἄλλως . ἐπομνύμενον μὲν ἀντὶ τοῦ
σύνταξις ᾖ , ἔχθραν καὶ δυσμένειαν παρίστησι τοῦ συλλαμβάνοντος , κακουργίαν δὲ τοῦ συλλαμβανομένου , ὥσπερ καὶ νῦν . καὶ
5907016 σκηπτομαι
Ἄλλως . ὅταν , φησὶν , ἀνάγκη γένηται πράγματος , σκήπτομαι τότε ἔμπορος εἶναι . προφασίζομαι , φησὶν , ὅτι
. ἐπίρρημα θαυμαστικόν . κακόδαιμον ] ἄθλιε ἀμπέχεται ] περιβέβληται σκήπτομαι ] προφασίζομαι τύχω ] καιροῦ τί δαὶ ] ἄρα
5904973 μεθες
ἀλλ ' εἰμὶ παρὰ σοὶ νῦν ἅπας κοὐκ ἄλλοθι . μέθες νυν ὀφρὺν ὄμμα τ ' ἔκτεινον φίλον . ἰδού
τιμιωτέρα φανῆι ; ἄπελθε πρὸς θεῶν δεξιάν τ ' ἐμὴν μέθες . οὐ δῆτ ' , ἐπεί μοι δῶρον οὐ
5903786 ὑβρισῃ
ἑκάστῳ . ἂν μὲν τοίνυν ἰδιώτην ὄντα τιν ' αὐτῶν ὑβρίσῃ τις ἢ κακῶς εἴπῃ , γραφὴν ὕβρεως καὶ δίκην
οὗ [ ἧς ] ἐναντίον ἡ ἀνομβρία . ἀτιμάσῃ ] ὑβρίσῃ . ⌈ προσεχέτω [ προσσχέτω ] τὸν νοῦν ]
5903241 βιοπραγος
οὐ φυγαδευθήσῃ , ὑβρισθήσῃ δὲ μετρίως γ οὐ γενήσῃ ποτὲ βιοπράγος δ ἀγοράσεις ὃ ἐνθυμῇ καὶ πωλήσεις φυράσας ε ἐὰν
ε οὐ φυγαδευθήσῃ . μὴ φοβοῦ . μακροθύμησον Ϛ γενήσῃ βιοπράγος καὶ κτήσῃ πολλὰ ἀγαθά ζ ἀγοράσεις ὃ ἐνθυμῇ καὶ
5902396 ἀνιατως
μισοῦντος , ταῦτα προσδοκῶντος μεταβολήν : οὐ γὰρ δὴ πόλιν ἀνιάτως ἔχουσαν ἔμελλες φιλοπόνως φρουρήσειν , εἰ μὴ κἀκεῖνα μισοῦντος
ἐδημιούργει πρὸς ἀνθρώπων τῶν μὲν δυναμένων νουθετεῖσθαι φόβον τῶν δὲ ἀνιάτως ἐχόντων ἀπαραίτητον δίκην . ἀπιστήσουσι μὲν οἱ θεασάμενοι τὰς
5900794 δυσκολως
ἀναδιδόμενα πρὸ τῆς τελείας πέψεως , τά τε ἐπιπολάζοντα καὶ δυσκόλως ὑποχωροῦντα καὶ ἐμπνευματοῦντα καὶ παρεμπλαστικὰ ἢ ἄλλως ἐγκαθίζοντα τοῖς
χρῆσθαι αὐτῷ , ὅταν μέλλωσιν ἀναγγέλλειν τι , πρὸς ὃ δυσκόλως διάκεινται οἱ ἀκούοντες . τὸ δ ' αὐτὸ καὶ

Back