παρέλαβε τὸ ὄνομα τῶν σοφιστῶν . θουριομάντεις : ἀπὸ τοῦ γενικοῦ ἐχώρησεν ἐπὶ τὸ κατ ' εἶδος . εἰπὼν γάρ | ||
δέ οἱ τέμενος . † ) πόλις Κύπρου : ἀπὸ γενικοῦ εἰς τὸ εἰδικόν : ὁ δὲ ἀντὶ τοῦ γάρ |
) ὅτι τῇ αὐτῇ λέξει παραλλήλως οὐκ ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ σημαινομένου κέχρηται . . . . . . παραλλήλως . | ||
οὐκ ἐρῶ , εἴπερ ἐπ ' ἄλλου καὶ ἄλλου λαμβάνοιτο σημαινομένου . τοῦτό τε οὖν παραφυλακτέον τὸ μηδέτερον τῶν ὅρων |
ἡ πέμπτη τὰ ἀμετάβολα τηρεῖ μετὰ συστολῆς τῆς παραληγούσης καὶ περισπωμένου τόνου , σπείρω σπερῶ , ψάλλω ψαλῶ : ἡ | ||
πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς . χρῶνται δὲ τῷ ἔμπαν ἀντὶ περισπωμένου τοῦ ὁμῶς , ὅ ἐστιν ἴσον τῷ ὁμοίως : |
ὅτι ἐπηκολούθησεν αὐτῷ . καὶ δῆλον ὅτι παρὰ τὸ ἕπω ἥφθη ἢ εἵφθη ὤφειλεν εἶναι ὁ ἀόριστος , καὶ κατὰ | ||
ἀπὸ τοῦ ἅπτω , οὗ γίνεται ἀόριστος , φησίν , ἥφθη καὶ ποιητικῶς ἅφθη , προσόδῳ δὲ τοῦ ε ἑάφθη |
ἐν Ὑπομνήματι Βοιωτίας σχόλιον . ἀπὸ τοῦ Ἀζεύς Ἀζείδης τὸ πατρωνυμικὸν καὶ ἐκεῖθεν Ἀζεΐδαο , . , . . . | ||
δηλούμενον , ᾧ λόγῳ καί τινα ἕτερα σχήματα . φαμέν πατρωνυμικὸν καὶ τὸ ἐν χαρακτῆρι πατρωνυμικὸν καί τι ἐν δηλουμένῳ |
τὰ ὀξύτονα : ὅθεν οὐ παράδοξον καὶ ἀπὸ τοῦ Στάφυλος βαρυτόνου ὠνομάσθαι καὶ τὸ θῆλυ βαρυτονεῖν σταφύλην . Τινὲς δὲ | ||
ἤτοι ἀπὸ περισπωμένου ἢ ἀπὸ ὀξυτόνου ἐγκεκλίσθαι : ἀπὸ γὰρ βαρυτόνου ἀδύνατον : πῶς , ἦλθέ πως , Ἀρίσταρχός ποτε |
δὴ τρόπον ἐδείχθη καὶ τὰ προκείμενα μόρια ὁτὲ μὲν ἕνεκα δηλουμένου παραλαμβανόμενα , ἅπερ ἦν καὶ σπανιώτατα , ὁτὲ δὲ | ||
τρόπον ἐπὶ τῶν ἁπλῶν σχημάτων τὸ λειπόμενον πάντως τοῦ ὅλου δηλουμένου ἐστὶ παραστατικόν , τὸν αὐτὸν τρόπον τὸ λειπόμενον ἁπλοῦν |
τότε ἐν σχέσει πρὸς ἕτερον λαμβάνεσθαι . ἡ δὲ γεωμετρία προτερεύει τῆς ἀστρονομίας , ἐπειδὴ ἡ μὲν γεωμετρία περὶ τὸ | ||
τῶν εἰδῶν τοῦ ἑτέρου προτερεύει , ὥσπερ ὁ ἄνθρωπος οὐ προτερεύει τοῦ ἵππου , οὐδὲ ὁ ἵππος τοῦ κυνός : |
ὁ σῖτος καθαίρεται . λέμμα . λέμμα : φλοιός , λέπισμα . δρυόχων . τὰ στηρίγματα τῆς πηγνυμένης νεὼς δρυόχους | ||
δαπάνην . πεφυσιγγωμένοι : πεφυσημένοι . φύσιγξ λέγεται τὸ ἐκτὸς λέπισμα τῶν σκορόδων , ἡ φυσίγγη . ἔπαιξεν οὖν καὶ |
εἰσηγεῖται καὶ ταύτην ἐργάζεται . προοίμιον ἐκ τοῦ ἀναγκαίου . λαμβάνεται δὲ ἐξ ὑπολήψεως τῶν πραγμάτων φαύλων ὄντων . εἰς | ||
εἰ δὲ καὶ οὗτος ἀπόστροφος εἴη τοῦ Ἡλίου , ἄλλος λαμβάνεται ὁ ὁρῶν τὸν Ἥλιον ἐπέχοντα τὸ ἴδιον τρίγωνον . |
εἰ τὰ μὲν κινεῖται τὰ δὲ ἠρεμεῖ , πάλιν τοῦτο τριχῶς ἂν συμβαίνοι : ἢ γὰρ τὰ μὲν κινούμενα ἀεὶ | ||
, μάτην , φανερῶς , ἐξ ἐναντίας , διχῶς , τριχῶς , τετραχῶς , πολλαχῶς , φανερῶς , προπετῶς ἄλλως |
μὴ τῇ τῆς ἐκκοπῆς βίᾳ διαστῇ ἡ ῥαφή . Ἡ ἐγκοπὴ διαίρεσίς ἐστι τοῦ κρανίου μετ ' ἀνακλασμοῦ τοῦ πεπονθότος | ||
ἢ βαθεῖα μηδαμῶϲ ἕωϲ ἔξω μετακινηθέντοϲ τοῦ πεπονθότοϲ ὀϲτοῦ . ἐγκοπὴ δέ ἐϲτι διαίρεϲιϲ τοῦ κρανίου μετὰ ἀνακλαϲμοῦ τοῦ πεπονθότοϲ |
μοναχῶς ἢ τριχῶς κατασκευάζεται , τὰ δ ' ἐν μέρει τετραχῶς ἢ ἑξαχῶς , εὐεπιχειρητότερα τὰ μερικὰ τῶν καθόλου πρὸς | ||
ἅπαντος τοῦ κατὰ τὰ μεσοπλεύρια . ἐθεάσω δ ' αὐτὸ τετραχῶς δεικνύμενον ὑφ ' ἡμῶν , ἅπαξ μὲν ἐπὶ ταῖς |
τὸν ἐσθίοντα πολλά . , . . , . ἀγκράτος ἐλαύνω : εἶπε Ξενοφῶν κατὰ συγκοπὴν ἀντὶ τοῦ ἀνὰ κράτος | ||
καὶ γίνεται ἀπὸ τοῦ οἴω τὸ κομίζω . ἐλαύνει : ἐλαύνω ἐπὶ σιδήρου , ἐπὶ τόξου , ἐπὶ συνουσίας , |
ἄρα τοῦ ἔτης ἡ κλητική ἐστιν ἔτα καὶ † Δωρικῶς ἔταν † . ὠόψ : ἐπίφθεγμα τῶν ἀφιέντων τινὰς ἅμα | ||
ὅτε τὸ κύριον μόλῃ φάος τόκου , δαίμονά τ ' ἔταν , ἄμαχον ἀπόλεμον ἀνίερον , Θράσος , μελαίνα μελάθροισιν |
καὶ παραλαμβάνει αὐτὸ παρὰ τὸ ἔτης μετὰ μορίου τοῦ ὦ κλητικοῦ . Πρὸς ὅν φησι Τρύφων , ὡς τὰ τῆς | ||
ἵνα χωρίσῃ αὐτὸν ἀπὸ τῶν ἄλλων λόγων , οἷον τοῦ κλητικοῦ ἢ τοῦ εὐκτικοῦ καὶ τῶν ἄλλων ἁπλῶς , εἴτε |
λόγιος ἄνθρωπος ἕτερον ἄρθρον : προανενήνεκται γὰρ διὰ τοῦ συνόντος ἐπιθέτου . . Τρύφων φησὶν προτάττεσθαι καὶ τῶν ἄλλων πλαγίων | ||
τῆς εἱμαρμένης ἐνηνεγμένους . κητώεσσαν τὴν Λακεδαίμονα . οὕτως ἐξ ἐπιθέτου λέγεται : “ Λακεδαίμονα κητώεσσαν . ” τὸ μὲν |
ἄλλα κινήσεις αἱ αὐταὶ ταῖς ἐξ ἄλλων : ἡ γὰρ τμῆσις , ἥ τε παρὰ τοῦ τέμνοντος ἥ τε ἐν | ||
. διαίρεσις δέ ἐστιν ἡ ἀπὸ γένους εἰς τὰ ἑπόμενα τμῆσις : ἑπόμενα εἴπομεν , ἵνα κατ ' αὐτὸν μὴ |
φυτικὴν τῆς ψυχῆς ἕξιν , ᾗ εὐθὺς καὶ τὸ αἰσθητικὸν γενικὸν παρέσπαρται . ὅτι Νέμεσιν καλοῦσι τὴν πεντάδα : νέμει | ||
τοῦ χρόνου , διῆκον μέντοι δι ' ὅλου , ὡσπερεὶ γενικὸν ὄνομα . . Ἐὰν οὖν ὡς πρὸς τὸ ἐγκείμενον |
. . . † ἀπωμόρξατο : ἐκ τοῦ ἀμέργω τοῦ σημαίνοντος τὸ ἐκπιάζω , μεταθέσει τοῦ ρ εἰς λ ἀμέλγω | ||
κτισάντων τὴν πόλιν , ἥτις τῇ Κολχίδι φωνῇ Πόλαι καλεῖται σημαίνοντος τοῦ ὀνόματος τοὺς φυγάδας , ὥς φησι Καλλίμαχος . |
τὸ Σαβαλάεσσα στόμα . . . . ριγ κα γʹ ἐκτροπὴ ἀπὸ τοῦ Χαρίφου ποταμοῦ εἰς τὸ Λωνίβαρε στόμα . | ||
ἐν κοπρῶνι λέγῃ τὰς σχολάς . μὴ γένοιτο . πᾶσα ἐκτροπὴ ἀπό τινος ἀνθρωπικοῦ γίνεται , αὕτη ἐγγύς ἐστι τῷ |
οὗ καὶ μικρῷ πρότερον ἐμνήσθην ἄρχεται μὲν ἀπὸ κωμικοῦ στίχου τετραμέτρου ἐξ ἀναπαίστων ῥυθμῶν συγκειμένου , λείπεται δὲ ποδὶ τοῦ | ||
ἄλλους δισυλλάβους μεταβάλλει : καὶ ἀρξάμενον ἀπὸ διμέτρου πρόεισιν ἄχρι τετραμέτρου . τὰς δὲ εἰρημένας χρήσεις τοῦ κατ ' ἀρχὴν |
τοῦ τε ἐνεργείᾳ ὄντος , τοῦτ ' ἔστι τοῦ ἐξηγουμένου γραμματικοῦ , τὸ δυνάμει μὲν ὄν , ἐνεργείᾳ δὲ οὐδαμῶς | ||
τὸ μὲν οὖν ζῶον κατὰ τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὁ ἄνθρωπος γραμματικοῦ καὶ τὸ ζῶον κατὰ γραμματικοῦ ὁμοίως πάντα : κατὰ |
δισύλλαβος ὀξύνεσθαι θέλει , φωτί , θητί , παντί . μεταπλασμὸς δέ ἐστιν ἀπὸ τοῦ τὸ λιτὸν τοῦ λιτοῦ τῷ | ||
, καὶ παρὰ Σοφοκλεῖ ἐν Ποιμέσιν . ἔστι δὲ ἢ μεταπλασμὸς ἢ τῆς Γραίξ εὐθείας κλίσις ἐστίν . εἰσὶ δὲ |
ἀπὸ νάρθηκος ἀληθινοῦ , ἐπὶ τῆς ἐσχάτης ἐπιδεσμίδος , ἐρίου προστιθεμένου , ἐκ διαστημάτων τασσομένων τῶν ναρθήκων : ὅταν ἀκριβῶς | ||
γὰρ τοῦ τος εἰς μι καὶ ἐκβαλλομένου τοῦ ν , προστιθεμένου δὲ τοῦ ι τῷ ο , τὸ τύπτοντος τύπτοιμι |
ὡς Στράβων ἐν ια . παρὰ δ ' Ἀρριανῶι Σωφανηνὴ τετρασυλλάβως . . Τύρος : . . . . Ἀρριανὸς | ||
: καὶ τοῦτο τῆς Λολλιανοῦ Μούσης : σὺ δὲ λέγε τετρασυλλάβως ἄνευ τοῦ ε ἐδέδισαν . Οὐθεὶς διὰ τοῦ θ |
? ! ! ! ! γένη τρία , ἀρσενικόν , θηλυκόν ? [ ] ? , [ οὐδέτερον ] . | ||
ἀρσενικόν ἐστιν , οἷον ὁ Ζεῦξις , τὸ δὲ προσηγορικὸν θηλυκόν ἐστιν , οἷον ἡ ζεῦξις : ἐπειδὴ οὖν διήλλαξε |
γὰρ αἴτιον τὸ πῦρ ὂν εἰκόνα φέρει τοῦ νοῦ τοῦ τεχνικοῦ , καθ ' ὃν οἱ ἄνθρωποι ζῶσι πρῶτον νοερῶς | ||
δὲ πολλὰ τῶν τοιούτων ἐλλιπῆ εὑρίσκεται πρὸς τοὺς παρὰ τοῦ τεχνικοῦ παραδεδομένους κανόνας , ἔστω καὶ τοῦτο ἐγκωμιολογικόν . Τὸ |
τοῦ τοὺς ἀνθρώπους λαοὺς ὀνομάζεσθαι τὸ λαλεῖν αὐτούς ἐστι : παράγεται γὰρ ἀπὸ τοῦ λαλῶ λάλος καὶ λαός . καὶ | ||
ζωῆς , οὗ ἕνεκα ὁ ἄνθρωπος ἐν τῷ παρόντι κόσμῳ παράγεται . ἔστι δὲ τοῦτο ἐξ ἀρχῆς μὲν μετριοπάθεια , |
μετ ' αὐλῶν καὶ συρίγγων φωνεῖν : τὸ χ ὅτι συνθέτως ἀναγινώσκεται καὶ ὅτι οὐκ ἔστιν Εὐριπίδειος ὁ στίχος : | ||
. . Σάμου ὑληέσσης Θρηικίης : ἡ διπλῆ ὅτι οὐδέποτε συνθέτως εἴρηκε Σαμοθρᾴκην . . . . Τρωσὶν δαμναμένους : |
ἐκ προηγησαμένης τινὸς φλεγμονῆς ἐνίοτε γιγνομένη , ποτὲ δὲ καὶ τοπικὸν ἕλκος ὑπερσαρκῶσαν οὕτως ὠνομάσθη ἀπὸ τῆς παρεπομένης δυσκινησίας καὶ | ||
εὐθείας φερομένων . Τῆμος ἐπὶ ζέφυρον ] Τῆμος δύναται καὶ τοπικὸν καὶ χρονικὸν , νῦν δὲ ἀντὶ τοῦ τοπικοῦ . |
ὡς ἀνωτέρω εἰρήκαμεν , τουτέστιν ἀπὸ τοῦ χεῖλος ἀγκυλόχειλος καὶ ἀγκυλοχείλης ἀγκυλοχείλου . Εἰδέναι δὲ δεῖ , ὅτι πᾶσα γενικὴ | ||
. Κρεῖττον οὖν ἐστιν εἰπεῖν καὶ ἀντιθεῖναι τοῖς λέγουσι τὸ ἀγκυλοχείλης παρὰ τὸ χηλή οὕτως : οἱ Βοιωτοὶ τότε τρέπουσι |
σχήματα ἀριθμοὶ πτώσεις . Γένη μὲν οὖν εἰσι τρία , ἀρσενικὸν θηλυκὸν καὶ οὐδέτερον : καὶ ἀρσενικὸν μὲν οὖν ἐστιν | ||
σποδιὰν προσμιγνύουσι τούτῳ . Ἡ τοῦ χάρτου σποδιὰ καὶ τὸ ἀρσενικὸν καὶ ἄσβεστος κονία : ταῦτα ἴσα συμμίγνυται ὁτῳοῦν τῶν |
] τις ? ? ? οὔτε δῆμος ⋮ οὔτ ' ἔτης ἀνήρ , τοιάνδε ? μοῖραν ⋮ παρὰ [ ] | ||
πόλις ] ? τις ? ? οὔτε δῆμος οὔτ ' ἔτης ? ἀνὴρ τοιάνδε ? μοῖραν παρὰ [ ] ? |
ἂν εἴη τις ὅλως γνώριμος ὁρισμὸς ἑκάστου τῶν γενῶν ἀεὶ προϋπάρχοντος γένους , ὃ γνῶναι μὲν οὐχ οἷόν τε ἄνευ | ||
ἄξιον παραλιπεῖν διὰ τὸ τῆς περιπετείας παράδοξον . τοῦ γὰρ προϋπάρχοντος βασιλέως Στράτωνος διὰ τὴν πρὸς Δαρεῖον φιλίαν ἐκπεσόντος ἐκ |
ἀγκυλοχειλής ἀγκυλοχειλοῦς καὶ ἀγκυλοχείλης ἀγκυλοχείλους ὤφειλεν εἶναι , ἀλλὰ ἀγκυλοχείλης ἀγκυλοχείλου φαμέν , ὥστε ἄρα οὐκ ἐγένετο οὕτως , ἀλλ | ||
εἰρηνάρχου , Ἄραξος Ἀράξης Ἀράξου : οὕτω καὶ ἀγκυλόχειλος ἀγκυλοχείλης ἀγκυλοχείλου : τὰ δὲ ὀξύτονα εἰς ους , κυκλοτερός κυκλοτερής |
ἑλληνισμόν . πάλιν γὰρ ἤτοι σύμφωνός ἐστι τῇ συνηθείᾳ ἡ ἐτυμολογία ἢ διάφωνος : καὶ εἰ μὲν σύμφωνος , παρέλκει | ||
τῷ Πέλοπι , ὡς καὶ τοῖς λοιποῖς . ἡ δὲ ἐτυμολογία ἀπὸ τοῦ κορέννυσθαι τὰς ψυχὰς αἵματος . πόρῳ κλιθείς |
ἐπὶ τοὺς βόας γύης καλεῖται , τὸ δὲ ἀπὸ τοῦ γύου ἱστοβοεύς . τοῦ δὲ ζυγοῦ τὰ ἐπὶ τοὺς αὐχένας | ||
κόμου ἔχομεν ἀντικείμενον τῷ κανόνι τοῦ τεχνικοῦ καὶ τὸ γύης γύου ἰσοσυλλάβως κλιθέντα , ἀλλὰ καὶ τὸ Γράδης Γράδου : |
. ἄγροικος μὲν βαρυτόνως ὁ γνώσεως ἄμοιρος : ἀγροῖκος δὲ προπερισπωμένως ὁ ἐν ἀργῷ διατρίβων ἢ ὁ μὴ ἥμερος , | ||
δόξαν ἀποφέρεται : ὅταν τροπαῖα : τροπαῖα ἡ ἀρχαία Ἀτθὶς προπερισπωμένως : λαμβάνει : τῆς νίκης : σεμνοὶ δ ' |
ἡμίφωνον ὑγρὸν καὶ προτάσσεται φωνηέντων ἐν συλλαβῇ καὶ ὑποτάσσεται : προτάσσεται , ὁπότε καὶ τὰ τούτοις ὅμοια γράφομεν : ὑποτάσσεται | ||
θηλυκὸν καὶ οὐδέτερον : καὶ ἀρσενικὸν μὲν οὖν ἐστιν οὗ προτάσσεται κατ ' εὐθεῖαν καὶ ἑνικὴν πτῶσιν ἄρθρον τὸ ὁ |
ἐστι τῷ ‚ ἑαυτοὺς τρώσητε ‚ , ὥσπερ καὶ τὸ Πινδαρικὸν οἱ περὶ Τρύφωνα ἐσημειοῦντο ἐπί τε τοῦ Ὤτου καὶ | ||
ἀκα - τάληκτον ἐξ Ἰωνικοῦ καὶ χοριάμβου . Τὸ ζʹ Πινδαρικὸν ἐκ Σαπφικοῦ ἑνδεκασύλλαβον , ἤτοι τρίμετρον καταληκτικόν . σύγκειται |
ἀλεείνω : ἐλεείνω : τὸ ὀρίνω : ὠδίνω , οὐ παράγωγα , διὸ καὶ διὰ τοῦ ι γράφονται . Καθόλου | ||
, σοφώς : καλὸς , καλῶς . Τὰ εἰς χως παράγωγα ἐπιῤῥήματα ἐπὶ ποσότητος ταττόμενα διὰ τοῦ ω μεγάλου γράφονται |
ἀξιόλογον ταῖς αἰσθήσεσιν ἐμποιεῖν παραλλαγήν , ἐνδεῖν δὲ ἐπὶ τοῦ διατονικοῦ , πλειόνων φαινομένων σαφῶς τῶν μελῳδουμένων , ὡς ἐκ | ||
μικρὸν γὰρ παρέτρεψεν , ἓν μόνον ἡμιτόνιον , ἀπὸ τοῦ διατονικοῦ . ἔνθεν καὶ χρῶμα ἔχειν λέγομεν τοὺς εὐτρέπτους ἀνθρώπους |
ἄλιπτα : παρὰ τὸ ἀλείφω ἄλιμμα , καὶ † ἄλιπτα Αἰολικῶς . . . . ἁλιεύς : παρὰ τὸ ἁλός | ||
ταράττεσθαι : παρὰ τὸ ἐν ἄτῃ ταράττεσθαι . Ἄμυδις , Αἰολικῶς : παρὰ γὰρ τὸ ἅμαδις καὶ ἄμυδις , τροπῇ |
οὔτε ἄρχομεν κτἑ . ? : διὰ τοῦ κοινοῦ τὸ ἰδικὸν ἐσήμανεν ʃ ἀπό - κρισις Ἀθηναίων πρὸς Πελοποννησίους πρώτη | ||
καὶ τοῦτο δὲ κοινὸν ὑπῆρχεν . ὁ μέντοι Ἱπποκράτης ὡς ἰδικὸν τέθεικεν αὐτὸ ἐπὶ τῶν αἱμορραγεῖν μελλόντων . ἁπλῶς οὖν |
δ ' ἐς νῆσον : ἀπὸ τοῦ αἲ αἴ θρηνητικοῦ ἐπιρρήματος : † λέγεται δὲ τῆς Κίρκης τὴν νῆσον πλησίον | ||
χθών παράκειται τῇ εὐθείᾳ κατὰ λόγον τὸν τῆς προθέσεως , ἐπιρρήματος δὲ τοῦ πέριξ : ἢ καθ ' ὑπερβατόν ἐστι |
ὡς τὸ ὦ μόριον ἐπεκταθὲν διὰ τοῦ τα ἐποιεῖτο καὶ κλητικὸν ἐπίφθεγμα , καθότι καὶ τῷ δή τὸ δῆτα παρέκειτο | ||
ἔα ] φεῦ φεῦ φεῦ φεῦ . . τὸ ἆ κλητικὸν ἐπίρρημά ἐστιν , ἢ μᾶλλον προσφωνηματικόν : διαφέρει δὲ |
, ζητητέον πρὸ τούτου , τί ἐστιν ὁρισμὸς καὶ πόθεν παρωνόμασται καὶ πόσαι αὐτοῦ διαφοραί . Ὡρίσαντο μὲν οὖν τὸν | ||
τῶν λεγομένων μόνος ὁ κατὰ φύσιν ψευδὴς ἀπὸ τοῦ μυθεῖσθαι παρωνόμασται , ὥσπερ καὶ πολλῶν οὐσῶν βοτανῶν τῶν εἰς τὸ |
χρὴ γράφειν : πόρτις γὰρ ἦν . ἐπεὶ γοῦν γέγονε πόρρις , ἀντὶ τοῦ τ ὀφείλει τεθῆναι ρ . οὗτος | ||
οἱ δ ' ὑπ ' αὐτὸν κατῴκησαν εἰς Κύπρον . πόρρις καὶ πόρτις ἡ δάμαλις διὰ δύο ρρ : πόρτις |
τῶν εἰδῶν . Σχήματα δέ εἰσι τρία , ἁπλοῦν σύνθετον παρασύνθετον : καὶ ἁπλοῦν μέν ἐστι τὸ μὴ ἐκ διαφόρων | ||
ἀκούω „ προπαροξύνεται : ὑπήκοος ἀνήκοος . τὸ δὲ ἐπακουός παρασύνθετον [ γίνεται γὰρ ] ἐκ τοῦ ἐπακούω . Τὰ |
. τοιοῦτον οὖν καὶ τὸ προκείμενον . Ἐκφεύγοντάς φασι τὸ Αἰολικὸν τοὺς περὶ Κομανὸν ἀντωνομασίας καλεῖν , εἴγε τὸ μὲν | ||
τοῦ ι γράφεται : οἷον , ἄλλυδις : ἄμυδις , Αἰολικὸν ἔχον τὸ πνεῦμα . Τὰ εἰς δις ἐπιῤῥήματα ἔχοντα |
' ἔϲτιν ὦϲιϲ καὶ οἷον κάμψιϲ ἐπὶ τὰ ἔνδον τοῦ κρανίου κοιλαινομένου χωρὶϲ τοῦ λυθῆναι τὴν ϲυνέχειαν , καθάπερ ἐπὶ | ||
ἐγκέφαλοϲ . τὸ δὲ τῶν ὀϲμῶν αἰϲθητήριον ἔνδον ἐγένετο τοῦ κρανίου ἐν ταῖϲ τοῦ ἐγκεφάλου προϲθίοιϲ κοιλίαιϲ ἀτμῶδέϲ τι πνεῦμα |
' ἐγένοντο στρατός : ἡ φράσις κατὰ σχῆμα : ἀπὸ πληθυντικοῦ γὰρ ἑνικὸν ἐπήγαγε . καὶ ἔστι τὸ ἐναντίον παρ | ||
οὐ γὰρ ἐν ὑποκορισμῷ εἴρηκεν . παρήγαγε δὲ ἀπὸ τοῦ πληθυντικοῦ τοῦ οἱ νοῖ τὸ νοΐδιον ὑποκοριστικόν : τινὲς δέ |
ἄκλιτα , Τλῶς Κρῶς , ἃ ὤφειλεν ἀποβολῇ τοῦ ς κλίνεσθαι : αἱ δὲ κλητικαὶ κοινῶς μὲν εἰς οι , | ||
γαμψοὺς : ἤγουν τὰς καμπτούσας καὶ πλαγίους νεφέλας ἐν τῷ κλίνεσθαι . . . . Οἰωνοί ; οἰωνοὺς ] ὄρνεις |
τὸ ὕψωμα τῆς ῥινός : εἶθ ' ὑπὸ λοβὸν ὠτὸς ἀντικειμένου καὶ ἐπὶ ἰνίον . ταύτῃ τῇ ἐπιδέσει ἔνιοι καὶ | ||
οὐκ ἐκ τοῦ αὐτοῦ μέρους , ἀλλ ' ἐκ τοῦ ἀντικειμένου καὶ ἀντεστραμμένου , ἀμφοτέροις τε περιλαμβάνοντες ἀναβαλοῦμεν . ἰστέον |
ὁ παρακείμενος ἦρκα καὶ ὁ μέσος ἦρα , καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν Ἀττικὸν ἄρηρα , ἡ μετοχὴ ἀρηρώς : οὔτε φρεσὶν | ||
, ὡς ῥίπτω ῥιπτάζω καὶ ἐνθουσιῶ ἐνθουσιάζω , καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν παφλάζω . . . , πεπάλη : πάσω πάλη |
τοῦ εἰπεῖν ἔϲτιν ⸒ ἄξιοϲ εἴπῃ ἔϲτι ⸒ Νάξιοϲ , τουτέϲτιν ἀπὸ τῆϲ Ναξίαϲ τῆϲ νήϲου . οὕτωϲ καὶ τὰ | ||
κῆποϲ δῆμοϲ . Ἡ γὰρ βαρεῖα ϲυλλαβικὸϲ τόνοϲ ἐϲτί , τουτέϲτιν εἰϲ τὴν ϲυλλαβὴν τὴν μὴ ἔχουϲαν τὸν κύριον τόνον |
ὀξύ τι φέρομεν , καὶ ταύταϲ εἰϲ ἓν ἀγαγόντεϲ τῷ λάμβδα ϲτοιχείῳ παραπλήϲιον ἀφαιροῦμεν ϲωμάτιον , ὡϲ εἶναι τὸ μὲν | ||
' ὄπισθεν λαβδοειδῆ , διότι τὸ σύμπαν αὐτῆς σχῆμα τῷ λάμβδα γράμματι προσέοικεν . αὐτὸ δὲ τὸ τῶν τριῶν ῥαφῶν |
. Τὰ εἰς Ψ μονοσύλλαβα ὀξύνεται : κνάψ μάψ φλέψ ἴψ λίψ Νίψ καὶ κνίψ . Τὰ εἰς ΩΣ ἀρσενικὰ | ||
ὄνομα : κατασκευάζει γὰρ αὐτὸ οὕτως : [ ἔστιν ] ἴψ ζῷον [ ἐσθίον τὰ ξύλα καὶ ] κλίνεται ἰπός |
πτωκός , πλὴν τοῦ ῥωγός : ῥώξ δέ ἐστιν εἶδος φαλαγγίου : ἐπὶ γὰρ τῆς σταφυλῆς ῥάξ λέγεται θηλυκῶς . | ||
γὰρ διὰ τοῦ γ ἐκλίθη : ῥώξ δέ ἐστιν εἶδος φαλαγγίου , τουτέστιν εἶδος σκορπίου : ἐπὶ γὰρ τῆς σταφυλῆς |
τοῦ αʹ ἰάμβου λελυμένου . ἔστι γὰρ ἐξ ἰαμβικοῦ καὶ δακτυλικοῦ πενθημιμερῶν . Τὸ ιαʹ Ἰωνικὸν δίμετρον καταληκτικὸν ἀπὸ ἐλάσσονος | ||
δὲ καὶ συλλαβὴν μίαν πλείονα . εἴρηται δὲ πλὴν τοῦ δακτυλικοῦ , ὅτι τοῦτο μόνον κατὰ μονοποδίαν μετρεῖται διὰ τὸ |
οἷ ἐγένοντο . δι ' ὃ καὶ ἕνεκα τοῦ τοιούτου μετατίθεται εἰς τὸ ἔτευξεν , ἵνα ἑνικὸν γενόμενον συμφωνήσῃ κατὰ | ||
. Διόπερ αὐτῇ πρὸς τὸ λυσιτελοῦν τὸ διάφορον ἴσχει καὶ μετατίθεται , ὡς ἂν τῷ ἐπιστατοῦντι τῶν ὅλων δοκῇ . |
γίνεται ὀρέσκοος ὡς παρ ' Ἀρχιλόχῳ , καὶ προπαροξύνεται . ὄρηαι χωρὶς τοῦ ι : ἐκ γὰρ τοῦ ὄρεαι γέγονεν | ||
καὶ οὐ προπερισπᾶται οὐδὲ προσγράφεται τὸ ι . τὸ μέντοι ὄρηαι ἐκ τοῦ ὄρεαι γέγονεν ἐνεστῶτος ὡς ἀπὸ α συζυγίας |
ὅ ἐστι τοῦ κτήτορος . πῶς γάρ φασι πληθυντικὸν καὶ ἑνικὸν ὑφ ' ἓν κεκλήσεται ; εἰ γοῦν ἰσάριθμα γένοιτο | ||
σύλληψιν ἀναδέχεται τὴν εἰς τὸ πρῶτον , ἥτις κατὰ τὸ ἑνικὸν ἐδείχθη ὑποθετική . καὶ δῆλον ὅτι τῇ ἐπικρατείᾳ τῇ |
Τρύφων φησίν , ὡς ἔστι λεῖον λείου , ἐξ οὗ παραγωγὴ διὰ τοῦ διον λείδιον διὰ διφθόγγου , ὡς γραφείδιον | ||
τοῦ ὀρθοῦ καὶ προσήκοντος τίθησιν . ἔστι δὲ αὕτη ἡ παραγωγὴ ἔξω φρενῶν : * * παρασύρει . οἱ Ῥόδιοι |
ἔστιν αὕτη ἡ τοῦ κάλως κάλωος κλίσις , ἀλλ ' ἐπέκτασις : ἔστι γὰρ ὁ κάλως τοῦ κάλω ἀττικῶς , | ||
ἀλλὰ τηλικουτοισί καὶ τοιουτοισί : κατὰ πτῶσιν γὰρ γίνεται ἡ ἐπέκτασις , οἷον τοιοῦτοι καὶ τηλικοῦτοι , τοιουτοιΐ καὶ τηλικουτοιΐ |
δύναμις , ᾗ συμβέβηκε τὸ ἀόρατον . ἀλλ ' ὡς στοιχείου καὶ ἀρχῆς ἐδεήθησαν τοῦ ἀπείρου . θαυμαστὸν δὲ ἀριθμὸν | ||
, ὦ ἑταῖρε , δοκεῖ , καὶ ἀποδέχῃ τὴν διὰ στοιχείου διέξοδον περὶ ἑκάστου λόγον εἶναι , τὴν δὲ κατὰ |
μέταλλον ἀπὸ τοῦ ζητεῖν ἐν αὐτῶ τί : τὸ γὰρ μεταλλῶ , ἐπιζητῶν ἔστι . μῦς , παρὰ τὸ μῦσος | ||
τὸ δὲ κυλλῶ περισπᾶται , ὅτι κυλλός : καὶ τὸ μεταλλῶ , ὅτι μέταλλος . Τὰ εἰς ΛΩ παραληγόμενα τῇ |
ἅμα εἴη τοῦτο πάντηι διηιρημένον , καὶ εἰ μὴ ἅμα διήιρηται . κἂν εἰ τοῦτο γένοιτο , οὐδὲν ἂν εἴη | ||
αὐτοῦ βιβλίον ἐστὶ μὲν ἀπὸ τοῦ συνέχοντος Περὶ φύσεως , διήιρηται δὲ εἰς τρεῖς λόγους , εἴς τε τὸν περὶ |
ἀπὸ τοῦ σπείρω γίνεται σπόρος , οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ εἴρω , ὃ σημαίνει τὸ συμπλέκω καὶ συνάπτω , γίνεται | ||
ἀπὸ τοῦ σπείρω γίνεται σπόρος , οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ εἴρω , τὸ συμπλέκω καὶ συνάπτω , γίνεται ὅρος : |
τὴν βάσιν : οἷον εἰ ἐκκειμένου μὲν ἑνὸς δακτύλου , διμέτρου δὲ ἀναπαιστικοῦ κατὰ μέσον πέσοι σπονδεῖος , ἄδηλον πότερα | ||
δέ ἐστι παρὰ Ἀρχιλόχῳ ἀσυνάρτητον ἐκ δακτυλικοῦ πενθημιμεροῦς καὶ ἰαμβικοῦ διμέτρου ἀκαταλήκτου ἀλλά μ ' ὁ λυσιμελής , ὠταῖρε , |
/ φόρος , οὕτω καὶ τρέχω / τρόχος . τρίετες βαρυτόνως καὶ τριετὲς ὀξυτόνως διαφέρει Πτολεμαῖος ὁ Ἀσκαλωνίτης . βαρυτονούμενον | ||
καὶ μετὰ [ βίας ] ἀφαίρεσιν δηλώσει : ἐὰν δὲ βαρυτόνως ἁρπάγην ὡς ἀνάγκην , ἐν ᾗ ἐκ τῶν φρεάτων |
οὐ γὰρ , ὡς τινὲς , ὦ ἐμοὶ , καὶ συναλοιφῇ ὤμοι . πῶς γὰρ τῇ δοτικῇ ἐπεφέρετο εὐθεῖα , | ||
φρῶ ἡ φρήν . παρὰ τὸ ἴω καὶ προΐω , συναλοιφῇ φρῶ . καὶ φρὴν , ἐφ ' ἧς προΐεται |
, αὐτὸς ἂν προσέθηκεν αὐτὴν : δῆλον οὖν ὡς ὁ Μινουκιανοῦ λόγος ἔῤῥωται καὶ ἀτελής ἐστιν ἐκ πράγματος , καὶ | ||
οὐ κατενόησαν τῷ ὅρῳ τοῦ στοχασμοῦ , οὔτε τῷ παρὰ Μινουκιανοῦ οὔτε τῷ παρ ' Ἑρμογένους ἐκτεθέντι : ὁ μὲν |
καλῶ καλίζω καλιστής καὶ καλιστρῶ , καὶ ὡς ἀπὸ τοῦ ἐλῶ ἐλάζω ἐλαστής καὶ ἐλαστρῶ , οἷον : δινεύοντες ἐλάστρεον | ||
ἅπτεται χροός καὶ μὴν ὑβρίζοντ ' αὐτίκ ' ἐκ βάθρων ἐλῶ , ῥυτῆρι κρούων γλουτὸν ὑπτίου ποδός ἑωθινὸς γάρ , |
ἐκείνῳ δῆλον ὅτι τὸ μηδαμῇ γιγνώσκειν αὑτὸν λεγόμενον ὑπὸ τοῦ γράμματος ἂν εἴη . Τί μήν ; Ὦ Πρώταρχε , | ||
προσηγορίας , ἢ κενὸν ἔργον ἢ κατὰ στέρησιν τοῦ πρώτου γράμματος λεγόμενος θάνατος ἀντὶ τοῦ ἀθάνατος . ὁ γὰρ θάνατος |
χαραδριὸς δέ ἐστιν εἶδος ὀρνέου μεταβαλλομένου εἰς τὰ προκείμενα . διχῶς δέ : ἐπὶ μὲν τοῦ ὀρνέου , χαραδριὸν ὀξυτονητέον | ||
, γυναιξὶ κόσμον ἡ σιγὴ φέρει . ? ἄλλως . διχῶς ταῦτα : ἢ οὕτως * οὐ γὰρ * ἥσυχος |
τοῦ κοχλίου καὶ τοῦ κοχλία δωρικῶς , ὁ Παπίας τοῦ Παπίου καὶ τοῦ Παπία δωρικῶς , ὁ Αἰνείας τοῦ Αἰνείου | ||
οὐχ ὑπακούσαντες τῷ κηρύγματι ἐλήφθησαν αἰχμάλωτοι καὶ λιμῷ πρὸς τοῦ Παπίου διεφθάρησαν . Πάπιος δὲ καὶ Σταβίας εἷλε καὶ Μινέρουιον |
ἄμπυκος ἔχει τὸ κ καὶ ἀρσενικῶς λέγεται . Σημειωτέον τὸ πτύξ πτυχός καὶ νύξ νυχός , ὃ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ | ||
κλίσεως ἔτυχε . καὶ ἕνεκα κλίσεως καὶ συντάξεως τὸ μὲν πτύξ ὄνομά ἐστιν , ἐπεὶ καὶ πτυχός καὶ πτύχες : |
ἀλλ ' ὅτι καὶ ἰαμβικόν ἐστιν ὅμοιον τῷ πρὸ αὐτοῦ Ἀλευάδα ] τοῦ υἱοῦ τοῦ Ἀλεύα Τὸν μυριωπὸν : ἐπειδὴ | ||
Ἄργου εἴδωλον . : ἄλευ ἆ δᾶ ] Γρ . Ἀλευάδα πατρωνυμικῶς ἀπὸ τοῦ Ἀλεύας . ἤ , ὃν δεῖ |
δέ , ὡς Φερεκύδης λέγει , δύναμιν ἔχει τοιαύτην ὥστε βρω - τὸν ἢ ποτόν , ὅπερ ἂν εὔξαιτό τις | ||
ὑπὲρ τῆς πόλεως τέθνηκε , τὸν δὲ Πολυνείκην ἄταφον ῥιφέντα βρω - θῆναι ὑπὸ τῶν ὀρνέων , διότι ἦλθεν ἀφανίσαι |
' εἰς τὸ ἀμυνέμεναι καὶ τιμωρῆσαι δοτικῇ , ὅ τι κατάχρησίς ἐστιν . Ἄλλως : τὸ ἀμύνω ποτὲ μὲν λαμβάνεται | ||
' εἰς τὸ ἀμυνέμεναι καὶ τιμωρῆσαι δοτικῇ , ὅ τι κατάχρησίς ἐστιν . Ἄλλως : τὸ ἀμύνω ποτὲ μὲν λαμβάνεται |
θητεύειν Εὐρυσθεῖ . Ἧλος . παρὰ τὸ ἥσω μέλλοντα . ἵημι ἥσω , ἧλος . Ἤϊα . τὰ εἰς ὁδὸν | ||
τὰ γόνατα . Ὀϊστός . κατὰ πλεονασμὸν τοῦ ο . ἵημι γὰρ ἐστὶ τὸ ῥῆμα , οὗ ῥηματικὸν ἱστὸς , |
ὅθεν καὶ λῷον τὸ ἐπωφελές , ὃ πάντες θέλομεν . Δωρικῶς δὲ τὸ λῇς κατ ' ἀφαίρεσιν τῆς θε συλλαβῆς | ||
ΩΝ εἰς μίαν μακράν . ΝΟΕΥΝΤΕΣ , νοοῦντες Αἰολικῶς καὶ Δωρικῶς : ἄλλη ἀλλαχοῦ . . ΠΑΡΑΚΛΙΝΟΥΣΙ . Τὸ ΠΑ |
ἐστινἄλλως . τε αἱ δύο προσώπων ἐμφατικαὶ συνθέσεις καὶ ἐξ ἑνικῆς συνθέσεως πλῆθος ὑπαγορεύουσιν καὶ ἐκ πληθυντικῶν ἓν παρεμφαίνουσιν : | ||
οὖν Ἀρίσταρχον ἐπιμέμφεσθαί φασι τὰ σχήματα , καθὸ ἀφ ' ἑνικῆς συντάξεως τῆς ἑαυτόν πληθυντικὴ ἐγένετο ἡ ἑαυτούς , μάρτυρά |
ἔκριναν θανάτου . Ῥᾴδιον ἁπλοῦν : ῥᾷον συγκριτικόν : ῥᾷστον ὑπερθετικόν . Τὰ δὲ συγκριτικὰ πολλαχῶς προφέρονται , οἷον κρείττων | ||
: οὐδὲ γὰρ τὰ εἰς ωρ λήγοντα σχηματίζουσιν συγκριτικὸν καὶ ὑπερθετικόν . ἔτι ἁμαρτάνουσιν οἱ λέγοντες μακάρτατος . τὸ μέντοι |
ὀστέου , πρινὴ δὲ εἰς ἕλκος ἐκραγῇ τὸ ἀπόστημα , ἀγχίλωψ καλῶ . ποιεῖ καὶ γλαύκιον καὶ κρόκος ἅμα χυλῷ | ||
: πρὶν ἢ δὲ εἰϲ ἕλκοϲ ἐκραγῇ τὸ ἀπόϲτημα , ἀγχίλωψ λέγεται . καλῶϲ οὖν ποιεῖ καὶ γλαύκιον καὶ κρόκοϲ |
ἀποδείξει ἐμπεριέχεται , ὡς μεμαθήκαμεν : ἀπόδειξις γάρ ἐστιν ἀντεστραμμένη ἀνάλυσις . Πῶς ἀνωτέρω μὲν εἶπεν ἀναγκαίαν τὴν γνῶσιν τῶν | ||
τε ἐπαγωγὴ μαρτυρεῖ τὸ φθειρόμενον σύνθετον δεικνῦσα : καὶ ἡ ἀνάλυσις δέ : οἷον εἰ ἡ φιάλη εἰς τὸν χρυσόν |
ἐν τούτοις . Σημειοῦται ὁ τεχνικὸς τὸ κόμης κόμου καὶ γύης γύου ἰσοσυλλάβως κλιθέντα . Καὶ ἰστέον ὅτι τὸ κόμης | ||
“ ἀμφὶ πελέκκῳ . ” πεντηκοντόγυον πεντήκοντα γύας ἔχον : γύης δὲ μέτρον γῆς . περιμήκετον περισσῶς μακρὰν καὶ ὑψηλήν |
δὲ καὶ τοῦτο παρένταξις , δι ' ὅτι ἀνομοίων ἐστὶ παρένθεσις , οἷον ψιλῶν παρ ' ὁπλίτας : τὴν γοῦν | ||
εἰσὶν ὀκτώ , ὄνομα ἀντωνυμία ῥῆμα μετοχὴ ἐπίρρημα πρόθεσις σύνδεσμος παρένθεσις : τισὶν δὲ δοκεῖ καὶ προσηγορία . , . |
διαυθαιρέτων τὰ μὲν εἶναι τελικά , τὰ δὲ ποιητικά . Τελικὰ μὲν τὰς κατ ' ἀρετὴν προηγουμένας πράξεις : ποιητικὰ | ||
μέλλει πράττειν . καὶ τούτων τοῖς συμβαλλομένοις ἡμῖν χρηστέον . Τελικὰ δὲ κεφάλαια κυρίως μέν ἐστι τρία ὡς καὶ ἐν |
ἀπορήσομεν : ἡ γὰρ τοῦ δυνάμει ποιητικοῦ καὶ τοῦ δυνάμει παθητικοῦ πρὸς ἄλληλα ἐντελέχεια κίνησίς ἐστιν . ἁρμόσει δὲ καὶ | ||
ἀλλὰ τὸν θηλαζόμενον χοῖρον : ἐνεργητικὸν γάρ ἐστιν ἀντὶ τοῦ παθητικοῦ . Βίβλινον οἶνον τὸν Θρᾳκικὸν ἀπὸ τόπου Θρᾴκης ἔχοντος |
τὰ κρέα ἀττικῶς . ὦ κρέατα κοινῶς , ὦ κρέαα ἰωνικῶς , ὦ κρέα ἀττικῶς . Ἑνικά . Τὸ τεῖχος | ||
ὅτε δὴ κείρασθαι , καί τινα ἐπιστολὴν ἀνέπλασαν ξυγκειμένην μὲν ἰωνικῶς , τὸ δὲ μῆκος ἄχαρι , ἐν ᾗ βούλονται |
. . . 〚 Ἄλλως . σαρκασμοπιτυοκάμπτης συνετέθη παρὰ τὸ σαρκασμὸς καὶ τὸ πίτυς καὶ τὸ κάμπτω . ἔστι δὲ | ||
σαρκασμὸς καὶ τὸ πίτυς καὶ τὸ κάμπτω . ἔστι δὲ σαρκασμὸς εἰρωνεία δακνηρὰ καὶ βαρύτης , ὅθεν καὶ τὴν κλῆσιν |
καὶ ἐπὶ τῆς σταφυλῆς διὰ τοῦ ω λεγόμενον , οἷον ῥώξ ῥωγός παρὰ Ἀρχιλόχῳ . . Τῷ βωκί , τὸν | ||
κ κλίνεται , βωκός πτωκός , πλὴν τοῦ ῥωγός : ῥώξ δέ ἐστιν εἶδος φαλαγγίου : ἐπὶ γὰρ τῆς σταφυλῆς |
τὸ πάθοϲ προϲηγόρευϲαν . ἐμπίεϲμα δέ ἐϲτι πολυμερὴϲ τοῦ ὀϲτέου διαίρεϲιϲ μετὰ τοῦ τὰ κατεαγότα ὀϲτάρια ὑποκεχωρηκέναι κάτω πρὸϲ τὴν | ||
χείλη τῆϲ διαιρέϲεωϲ . ἐπιτήδειοϲ δὲ ἡ κατ ' εὐθὺ διαίρεϲιϲ , ἐφ ' ὧν περιτροπὴ τῶν χειλῶν τῆϲ διαιρέϲεωϲ |
ὁρᾶν ποιεῖν πρὸς τὴν ἐκφώνησιν ἔδωκεν , οὐ πρὸς τὸ σημαινόμενον , ὁ δέ γε ἀκροατὴς καὶ πρὸς τὸ πρᾶγμα | ||
καθόλου , ὁ περιέχων ἐν ἑαυτῷ πᾶσαν λέξιν , καθὸ σημαινόμενον πᾶν μέρος λόγου , ἤτοι ὄνομα , ῥῆμα , |
ἀποβολῇ τοῦ ι Αἰολικῶς καὶ κατὰ διπλασιασμὸν τοῦ ρ γίνεται ἔρρω , ὡς κείρω κέρρω : οἱ δὲ Αἰολεῖς τὰ | ||
. οὕτω γοῦν καὶ φθείρω εἴρω , ἐξ οὗ Αἰολικῶς ἔρρω ὡς κείρω κέρρω , δείρω δέρρω : Αἰολεῖς γάρ |
πάντων ἐκέλευσε . γίνεται οὖν παρ ' Ἕλλησιν ἑορτὴν τοῦ φαλλοῦ , ἣν προσηγόρευσαν Φαλλαγώγιαν . Μύρρα Κινύρου τινὸς γέγονε | ||
δὲ θείους τινὰς δαίμονας περὶ τὸν Διόνυσον . Περὶ τοῦ φαλλοῦ ἤδη εἰρήκαμεν ἐν τῷ Πρώτῳ Λόγῳ , ὅτι αἰδοῖον |
, ὃ δηλοῖ τὸ δαψιλῶς , τινὲς μὲν διὰ δύο δδ ἐκφέρουσιν , ἄλλοι δὲ δι ' ἑνός . ἀδηφάγος | ||
” . οἱ Μεγαρεῖς δὲ τρέπουσι τὸ ζ εἰς δύο δδ . Γ ἀκούετον δή , ποτέχετ ' ἐμὶν τὴν |
ἕψω ; τί φής ; ἢ Σικελικῶς ὀπτὴν ποιήσω ; Σικελικῶς . ΒΩΚΕΣ . Ἀριστοτέλης ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ Ζωικῷ ἢ | ||
τὴν βατίδα τεμάχη κατατεμὼν ἕψω ; τί φῄς ; ἢ Σικελικῶς ὀπτὴν ποιήσω ; Σικελικῶς . Παππία , βούλει δραμών |