ἐκεκόμιστο μοῖραν τῆς Βαλεντινιανοῦ περιουσίας ὀνόματι Εὐδοκίας τῆς τῷ Ὀνορίχῳ γεγαμημένης . διὸ δὴ ἔτους ἑκάστου ταύτην τοῦ πολέμου πρόφασιν
εὖ παθοῦσα προύδωκε ζηλοτυπίᾳ τῆς μεθ ' ἑαυτὴν τῷ Φουλβίῳ γεγαμημένης . Τοσάδε μὲν δὴ καὶ γυναικῶν πονηρῶν ὑποδείγματα γεγράφθω
6563859 Ἡδονης
οὖν . Ἡρακλείδης δ ' ὁ Ποντικὸς ἐν τῷ περὶ Ἡδονῆς τάδε λέγει : οἱ τύραννοι καὶ οἱ βασιλεῖς πάντων
, ἓν εἶδος ἡμῖν ἐστιν . Πάνυ μὲν οὖν . Ἡδονῆς δ ' αὖ καὶ ἐπιθυμιῶν δεύτερον , ἐλπίδων δὲ
6446971 εὐμενειας
δὲ δεῖ διότι θεὸς τὸν πάντα κόσμον διοικεῖ μετ ' εὐμενείας καὶ χωρὶς ὀργῆς ἁπάσης : τούτῳ δὲ κατακολουθεῖν ἀναγκαῖόν
καὶ ὅσα ἀνήκει εἰς εὐσέβειαν καὶ διὰ τῆς τῶν θεῶν εὐμενείας τὴν μεγίστην παρέχεται εἰς ἀνθρώπους εὐεργεσίαν , ἃ καὶ
6414832 πανημερον
ἐπιφοιτῶντα τῷ τεμένει σὺν δειλαίῳ δαίμονι ἐρασθῆναι τῆς θεοῦ καὶ πανήμερον ἐν τῷ ναῷ διατρίβοντα κατ ' ἀρχὰς ἔχειν δεισιδαίμονος
ἐπὶ σφεά : τὸν δ ' ἐνὶ λέκτροις Ὑψιπύλης εἰᾶτε πανήμερον , εἰσόκε Λῆμνον παισὶν ἐπανδρώσῃ , μεγάλη τέ ἑ
6332973 εἰκαιοτητος
τῆς ἀλαζονείας δυσχερῆ παρακολουθεῖ , καὶ ἰδίως τὰ ἐκ τῆς εἰκαιότητος καὶ τὰ διὰ τῆς ὀργῆς τούτων οἷς οὕτω προσφέρεται
καὶ ὑπερηφανίας καὶ ὑπεροψίας , μετέχων δὲ καὶ πολλῆς ? εἰκαιότητος . τοιοῦτος [ ] γάρ ἐστιν , φησὶν ὁ
6293979 Ἀποδεχομαι
ὑγίειαν καλὸν ἡμῖν ἔργον ἀπεργάζεται , εἰ ἀποδέχῃ τοῦτο . Ἀποδέχομαι . Καὶ εἰ τοίνυν με ἔροιο τὴν οἰκοδομικήν ,
ὑπὸ μοχθηροῦ , ἂν ἔχῃ δὴ ἀναφαίρετον τὸ ἀγαθόν . Ἀποδέχομαι τοῦ λόγου τῆς γνώμης τῷ ἡμαρτημένῳ προστιθέντος τὴν ἀδικίαν
6269346 ὑπερφυους
ἔμοιγε εἶναι δοκεῖ . ὥστε , ὦ παῖδες μεγάλου καὶ ὑπερφυοῦς πατρός , φρονεῖτε μὲν ἄξια τοῦ τεκνώσαντος , πενθεῖτε
τῆς ἐλευθερίας ἀγωνίζεσθαι . ὦ μεγάλης μὲν τῆς ἐπινοίας καὶ ὑπερφυοῦς , θαυμαστῆς δὲ τῆς ῥώμης , ὅστις ταῦτα πρῶτος
6210682 ἀναχωρησεως
ὑπὸ τεττάρων ἀπατηθῆναι τῶν μεγίστων , γῆς ἀνωμαλίας , θαλάττης ἀναχωρήσεως , ἑκάστου τῶν τοῦ ὅλου μερῶν διαλύσεως , χερσαίων
τὸν λαγωὸν διώκουσι . καὶ δὴ τὸ ἀνακλητικὸν σημήνας περὶ ἀναχωρήσεως ἐβουλεύσατο . Δαρεῖος μέλλων τοῖς μάγοις νύκτωρ ἐπιτίθεσθαι μετὰ
6205219 πραοτητος
: τοῦτο δὲ οὐκ ἀναισθήτου . Μετὰ τὴν μεγαλοψυχίαν περὶ πραότητος διαλέγεται , ὡς καὶ αὐτῆς περὶ τιμὴν οὔσης .
λαμβάνειν γὰρ πάντες ἡσσῶνται βροτοί οὐκ ἔστιν ἐπιτήδευμα χρησιμώτερον τῆς πραότητος εἴθ ' ὤφελεν τὸ κάλλος ὅ με διώλεσεν κακῶς
6092932 μεγαλοψυχιας
τὸν Καύκασον , ὥστ ' ἀνήκοος τῆς τούτων φιλανθρωπίας καὶ μεγαλοψυχίας εἶναι ; οἳ καὶ τὸ τῆς Σμύρνης ὄνομα οὐ
μεγαλοπρεπείας περὶ τὰ μεγάλα μόνον οὔσης ἀναλώματα , οὕτω τῆς μεγαλοψυχίας οὔσης περὶ τὰς μεγάλας τιμὰς ἔστι τις ἀρετὴ περὶ
6090161 ξενηλασιας
οὖν , ὡς εἰκός , ἀπολελοιπότες χώραν γέμουσαν ἀπανθρωπίας καὶ ξενηλασίας ἐπιτηδεύουσαν καὶτὸ χαλεπώτατοντὰς τοῦ θεοῦ τιμὰς ἀλόγοις ζῴοις οὐχ
τοῦ πολέμου τοῦ πρὸς Ἰλλυριοὺς συμβάντος αὐτοῖς . Ὅτι Ἀπολλωνιᾶται ξενηλασίας ἐποίουν κατὰ τὸν Λακεδαιμόνιον νόμον , Ἐπιδάμνιοι δὲ ἐπιδημεῖν
6088324 συγγινωσκε
. μὴ οὖν , φησὶ , διεργάσῃ σαυτὴν , ἀλλὰ συγγίνωσκε τῷ πάθει , βιαζομένη παρὰ τοῦ κρείσσονος , ἄλλως
τῆς Τροίας , ὡς τῶν Ἑλλήνων τὰ λείψανα καταρριπτούντων : συγγίνωσκε συγγίνωσκε μὲν . . ? . διαθήσω καλῶς :
6082072 λαϊδος
διὰ τὸ βαρβάρων καὶ Ἑλλήνων οἰκούντων τὰς Θήβας . . λαΐδος ] ληΐδος , λαοῦ . μιξοθρόου ] τῶν μεμιγμένων
] τῶν πολιτῶν . λαΐδος ] τῆς λαφυραγωγίας . Ξ λαΐδος ] λαοῦ λαφυραγωγίας . θ ὀλλυμένας ] πορθουμένας .
6063611 εὐπραξιας
πάνυ εὐφυῶς ὁ Αἰσχύλος τὴν πειθαρχίαν γυναῖκα ὠνόμασε μητέρα τῆς εὐπραξίας τῆς σωτῆρος , λέγων , ἡ πειθαρχία γυνή ἐστι
τε καὶ παραλόγου διά τε νεότητα καὶ ταχυεργίαν καὶ μέγεθος εὐπραξίας . οἵ τε φθονοῦντες αὐτῷ τὴν πάλαι κουφολογίαν ὡμολόγουν
6024309 ἀψευδους
ἢ τὸν πλαστὸν καὶ φένακα τῦφον ἀντὶ τῆς ἀπλάστου καὶ ἀψευδοῦς ἀτυφίας ἐπαινεῖσθαί τε καὶ θαυμάζεσθαι ; παγκάλως δὲ προσδιέσταλται
πολυχρηματίαν ἢ ὅσα ὁμοιότροπα , νομίσαντα εἶναι ἀγαθά , τῆς ἀψευδοῦς τῶν ἀγαθῶν μερίδος οὐδενὶ φαύλῳ συνταττομένης : ἀκοινώνητον γὰρ
5981684 ἐπικαμψαι
οὐκ ἐκτανύουϲιν τὴν ἰγνύαν οὔτε τὸ γόνυ , οὔτε δὲ ἐπικάμψαι δύνανται , πρὶν ἢ τὸν βουβῶνα ἐπικάμψωϲιν : καὶ
καὶ τοὺς σὺν Νεάρχῳ ἀπὸ τῆς Ἰνδικῆς πλέοντας , πρὶν ἐπικάμψαι ἐς τὸν κόλπον τὸν Περσικόν , οὐ πόρρω ἀνατείνουσαν
5979575 πειθαρχιαν
γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας : πάνυ λαμπρῶς ὁ Αἰσχύλος τὴν πειθαρχίαν μητέρα τῆς εὐπραξίας ὠνόμασεν , ἐμφαίνων ὅτι καλόν ἐστι
τοῖς κρατοῦσιν ἑστᾶσιν . πειθαρχία ] ἐνταῦθα Αἰσχύλος σωματοποιεῖ τὴν πειθαρχίαν γυναῖκα καλῶν : λέγει δὲ ὡς ὁ πειθόμενος τῷ
5979138 ἐγκρατειας
. διὸ σπουδάζωμεν ἕκαστον τῶν εἰρημένων στομίων καταδεῖν τοῖς ἀρρήκτοις ἐγκρατείας δεσμοῖς : ” ὅσα γὰρ οὐχὶ δεσμῷ καταδεῖται ”
τὸ αὔξεσθαι , σχεδὸν ἐκ παίδων τοῖς περὶ καρτερίας καὶ ἐγκρατείας καὶ ἀρετῆς πάσης λόγοις ἐπαντληθέντες . διὸ εἰ καὶ
5978072 εἱρκτης
ἀποψηφίσασθαι τῶν δέκα στρατηγῶν . καὶ ἐνὸν αὐτῷ ἀποδρᾶναι τῆς εἱρκτῆς μὴ ἐθελῆσαι : τοῖς τε κλαίουσιν αὐτὸν ἐπιπλῆξαι καὶ
ἐγκεντρίδας ὑποδησάμενος καὶ σπόγγους λαβὼν ἀνερριχήσατο διὰ τοῦ τείχους τῆς εἱρκτῆς . ἀναβλεπόντων δὲ ἐκείνων καὶ θαυμαζόντων τὰς τέχνας λαβὼν
5976779 ὀψωνια
ἐχρήσαντο τοῖς εὐτυχήμασιν . Ὅτι ὁ Εὐμένης ξενολογήσας τά τε ὀψώνια ἅπασιν ἀπέδωκε καὶ δωρεαῖς ἐτίμησε καὶ ἐπαγγελίαις ἐψυχαγώγει πάντας
συστάσεις , γνώσεις , φιλίας μεγάλων ἀνδρῶν , εὐπορίας , ὀψώνια , δωρεὰς μεγάλας , καρπῶν εὐφορίας , δικαιοσύνην ,
5971956 βασιλιδος
“ μέγα δὴ πένθος κατήγγειλε βασιλεῖ , ὡς ἀπολωλυίας τῆς βασιλίδος . ἐπένθουν δὲ Περσῶν οἱ ἐντιμότατοι Στάτειραν πρόφασιν ,
εἴη τοῦτο ἔργον , λέγω δ ' ὁ κόσμος τῆς βασιλίδος ψυχῆς καὶ θεραπεία . μόνῃ γὰρ αὐτῇ οἷόν τε
5955439 κινδυνευματα
' ἀσφαλὴς φίλος πόλει τ ' ἄριστος . μὴ τὰ κινδυνεύματα αἰνεῖτ ' : ἐγὼ γὰρ οὔτε ναυτίλον φιλῶ τολμῶντα
εἰς ἅπαντα τὰ ἐπιταττόμενα , καὶ τὰ πλεῖστα αὐτοκέλευστος ὑφίστατο κινδυνεύματα δόξαν τῷ ἡγεμόνι καὶ τιμὴν πράττουσα : καὶ διεξῆλθε
5948794 ἀλης
. . . ἄλος : πόλις Ἀχαΐας : ἀπὸ τῆς ἄλης τῆς συμβάσης τῷ κτίσαντι αὐτὴν Ἀθάμαντι οὕτως . λέγεται
προάγουσι σὺν τῷ ρ . ἀλαζών : κυρίως ὁ ἀπὸ ἄλης ζῶν καὶ ἀγύρτης , μεταφορικῶς δὲ ὁ ψεύστης καὶ
5945946 ἐλευθεριοτητος
λέγει , ἀλλ ' ὅτι οὔσης καὶ περὶ ταῦτα τῆς ἐλευθεριότητος , ἡ μεγαλοπρέπεια διοίσει αὐτῆς οὐκ ἐν τῷ εὐλόγως
λαμβάνειν τὸ εὖ πάσχειν : τὸ διδόναι ἄρα οἰκειότερον τῆς ἐλευθεριότητος . ἔτι τῆς ἀρετῆς τὸ καλὰ πράττειν μᾶλλον ἢ
5939072 βΞ
ΛΞ ἴσαι ἀλλήλαις εἰσίν , αἱ Ηα , αβ , βΞ ἄρα μείζονές εἰσιν ἀλλήλων , ἀρχόμεναι ἀπὸ μεγίστης τῆς
τῇ βΞ ἐστιν ἴση . καὶ ἐπεὶ ἡ ϚΛ τῆς βΞ μείζων ἐστὶν ἢ ὁμοία , ἴση δὲ ἡ μὲν
5937040 ξυνθηκης
σφίσι κατὰ τὸ ξυμμαχικὸν προσβοηθήσασιν αὐτοὶ τὸ δίκαιον μᾶλλον τῆς ξυνθήκης προθύμως παρέσχοντο . καὶ τοὺς μὲν Ἀθηναίους ταῦτα πλεονεκτεῖν
τὸν βίον καὶ τοῦτό πως ἂν ἴσως ῥυπαίνοι τὸν ὑπεράνω ξυνθήκης πάσης . ἀλλ ' ὅπερ ἔφην , ταῦτα μὲν
5932829 ὑπεροψιας
ἡγοῦντο Πομπήιον καὶ τῷ Καίσαρι ἐδυσχέραινον τῆς παρὰ τὴν ὑπατείαν ὑπεροψίας σφῶν : οἱ δὲ καὶ τῷ ὄντι οὐκ ἀσφαλὲς
μὴ γεύσωνται , πεπιστεύκασιν οἱ ἐπιχώριοι , ὅτι τῆς ἐκείνων ὑπεροψίας ἐστὶν αὐτοῖς λιμὸς τὸ τίμημα . Ἄγευστοι γὰρ ὄντες
5929656 κοιμωμενης
ἐθέλει ἡ τυραννὶς ὑπὸ ῥᾳθύμου τε καὶ τρόπον τινὰ ἀεὶ κοιμωμένης διανοίας θηρεύεσθαι , ἀλλὰ τοὐναντίον ὑπὸ δριμείας τε καὶ
γὰρ πολεμοῦσι τοὺς ἐναντίους οἱ ῥήτορες . δυσκολοκοίτου ] δυσκόλως κοιμωμένης . τρυσιβίου ] καταπονούσης τὸν βίον . τρυσιβίου ]
5917970 Βρεττανιας
ἰσημερινοῦ μοίρας ξα καὶ γράφεται διὰ τῶν βορείων τῆς μικρᾶς Βρεττανίας . κηʹ . ὅπου δὲ ἡ μεγίστη ἡμέρα ὡρῶν
οὗτος τοῦ ἰσημερινοῦ μοίρας νζ καὶ γράφεται διὰ Κατουρακτονίου τῆς Βρεττανίας . ἔστι δὲ ἐνταῦθα , οἵων ὁ γνώμων ξ
5906032 Τριχως
εὐεξίας , καὶ τὰς ἀπὸ τῶν ἐκτὸς λεγομένων εὐπορίας . Τριχῶς δὲ τοῖς τόποις : τῶν γὰρ ἀγαθῶν τὰ μὲν
τῷ ὁποῖόν τι ἔστι κατηγορούμενον . Ποσαχῶς ἡ διαφορά . Τριχῶς . Κοινῶς , ἰδίως , καὶ ἰδιαίτατα . Τέσσαρες
5894058 ἁμαρτοντι
ἐπιμελείας τοῦ θεοῦ ἡ ἀτυχία γίγνεται , ἁμάρτημα οὖσα τῷ ἁμαρτόντι συμφορὰ δικαία γενέσθαι ἐστίν : εἰ δὲ δὴ θεία
ἀλλὰ κατὰ φύσιν καὶ ἐπιμέλειαν . ἐμφανιστέον δὲ καὶ ὡς ἁμαρτόντι μὲν ἴδιον τὸ ἀτύχημα , κατορθώσαντι δὲ κοινὴ ἡ
5872463 Ἐρεχθηϊδος
τῷ κατ ' Ἐλπαγόρου καὶ Δημοφάνους . δῆμός ἐστι τῆς Ἐρεχθηΐδος φυλῆς , ὡς αὐτός φησιν . Κηφισόδωρος : Λυκοῦργος
' ὅτε ἐγὼ τῆς Πανδιονίδος χορηγὸς ὑπέστην , τότε τῆς Ἐρεχθηΐδος ἀναστάντα τῆς ἑαυτοῦ φυλῆς ἀνθυποστῆναι καὶ καταστήσαντα ἑαυτὸν ἐξ
5868664 διαφθαρεισης
ἐν ᾗ ἦν γεγονυῖα ἡ νύμφη , ὑπὸ χειμάρρου ποταμοῦ διαφθαρείσης . μὸν ἀνέτρεψε καὶ τὴν γῆν χώματι ὠχύρωσεν .
. τὸ δὲ ναυαγεῖν τῆς νεὼς ἤτοι ἀνατραπείσης [ ἢ διαφθαρείσης ] ἢ πέτραις περιρραγείσης πάντας βλάπτει πλὴν τῶν βίᾳ
5854007 γαμετης
ἣν εἶχε τῶν παλλακίδων τιμιωτάτην , καὶ οὐδέν τι ἀπεῖχε γαμετῆς γυναικός , ἀλλὰ πάντα ὑπῆρχεν ὅσα Σεβαστῇ πλὴν τοῦ
ἀρχόμενοι ἐς ὕψος ἀνέβαινον μετρίως . ἐνταῦθα τῆς Ἀττήλα ἐνδιαιτωμένης γαμετῆς , διὰ τῶν πρὸς τῇ θύρᾳ βαρβάρων ἔτυχον εἰσόδου
5849550 εὐψυχιας
σε κοσμεῖσθαι καλῶς , πολλῶν ἕκατι , τῆς τε σῆς εὐψυχίας καὶ τοῦ δικαίου . τλημονεστάτην δέ σε πασῶν γυναικῶν
παῖς τοῦ Μιθριδάτου : καὶ αὐτὴν ὁ πατὴρ ἀγάμενος τῆς εὐψυχίας , δίκροτα πολλὰ ἐπιπέμψας , ἐξήρπασεν . ὅσα δὲ
5846215 καταλαμβανομενης
τῆς ἐπιπαραλλάξεως διάφορον , τουτέστιν τῆς ἐν τῷ αὐτῷ κανόνι καταλαμβανομένης ὑπεροχῆς τῶν παρακειμένων δύο παραλλάξεων τῇ τε πρώτῃ τοῦ
μῆκος προσθαφαιρέσεως διαφοράν , αὐτόθεν καὶ ταύτην συνεπιλογιστέον ἀπὸ τῆς καταλαμβανομένης αὐτῶν πηλικότητος . ἐπεὶ γὰρ ἐδείχθη , οἵων ἐστὶν
5841274 πατρωας
ἀπὸ κοινοῦ τοῦτο εἰς τὸ ψαῦσαι ποσὶ τῆς χέρσου τῆς πατρώας . Δίκης ἐάσει ἡ Ἐρινὺς ἡ τῆς Δίκης βοηθός
τὸν φονέα τί ποιῆσαι ; ψαῦσαι ποσὶ τῆς χέρσου τῆς πατρώας μὴ πεφευγότα τὸν μέγαν πλειῶνα καὶ χρόνον . ἢ
5839493 δορικτητου
φύλακας εἶναι τῶν πεπολεμηκότων : καὶ οὐκ ἀρκούσης ἐνίοτε τῆς δορικτήτου γῆς καὶ τὴν δημοσίαν ἐπένεμον ἢ ἐωνοῦντο ἑτέραν .
τοῦ πρὸς Ἀντίγονον κεκοινωνηκότος οὐδὲν αὐτῷ μετέδωκαν οἱ βασιλεῖς τῆς δορικτήτου χώρας , πρὸς ταύτας τὰς διαβολὰς ἀντεῖπε Σέλευκος φάμενος
5837720 ἐπιφθονου
μὴ λαθεῖν ἴσχυσαν . Οὕτως οὖν καὶ τοῦ τῆς αἰχμαλωσίας ἐπιφθόνου συκοφαντήματος πεφηνότος , μέγιστον , ὦ Καῖσαρ , κατάμαθε
ὁ δῆμος ἐπεκύρωσε ταῦτα . ταῖς δὲ γυναιξὶ βουλευσαμέναις εἰσῆλθεν ἐπιφθόνου μὲν δωρεᾶς μηδεμιᾶς δεῖσθαι , ἀξιοῦν δ ' ἐπιτρέψαι
5836756 ἀπολλυμενης
τοῦτο πλεῖστον καὶ συνεχέστατον συμβαίνειν λέγουσι , φαινομένης τε καὶ ἀπολλυμένης τῆς ἄγρας : ὅταν μὲν γὰρ εὐδοκιμήσεις τε καὶ
ὧν πᾶσα ἀνάγκη ἐραστὴν παιδικοῖς φθονεῖν μὲν οὐσίαν κεκτημένοις , ἀπολλυμένης δὲ χαίρειν . ἔτι τοίνυν ἄγαμον , ἄπαιδα ,
5835240 Τιμοκρατη
φύσεως [ κἀν τῶι ] πρώτωι [ τῶν πρὸς ] Τιμοκράτη [ ] . π . ῥητ . . :
ἀπόλυτον εἰσήνεγκε μερισμὸν ἀξιοπίστως τὴν αἰτίαν τῆς ἔχθρας ἀπολυόμενος καὶ Τιμοκράτη παραίτιον ἑαυτῷ τῆς κατηγορίας ἀποφαίνων : καὶ διὰ τοῦτο
5830767 ἐπιδειξεως
ἄλλου θαρροῦντος : εἴς τε τὴν Ῥώμην κομισθεῖσι τοῖς κροκοδείλοις ἐπιδείξεως χάριν συνηκολούθουν οἱ Τεντυρῖται : γενομένης τε δεξαμενῆς καὶ
' ἠπιστήθησαν τοῖς πολλοῖς , κατ ' αὐτὸν τὸν τῆς ἐπιδείξεως χρόνον μόνοις τοῖς θεαταῖς βοηθέντες . Καὶ τοίνυν εἰ
5827247 σαρκωδεσιν
ἰχθύσιν ἑφθοῖσιν ἐν ἅλμῃ δριμείῃ : χρέεσθαι μὲν καὶ τοῖσι σαρκώδεσιν , οἷον ἀκροκωλίοισί τε διέφθοισι τοῖσιν ὑείοισι , τοῖσί
καὶ μηλέας : ἔνια δ ' ἐν ξυλώδεσιν ἅμα καὶ σαρκώδεσιν καὶ ὅλως ὅσα κάρυον ἐντὸς ἔχει τῆς σαρκός .
5822217 Καδμειας
: καὶ τοὺς ὑπὸ πολλῶν ἐγχρίσεων βλαβέντας παραχρῆμα ὠφελεῖ . Καδμείας , χαλκοῦ , κρόκου , λεπίδος χαλκοῦ ἀνὰ ⋖
συνδιαβεβηκότων ἀπολειφθήσεται . ταῖς γὰρ ἀληθείαις ἁπάσας τὰς νίκας ἔσχε Καδμείας κατὰ τὴν παροιμίαν : οἱ γὰρ ἡττηθέντες οὐδὲν ἐταπεινώθησαν
5821291 διαδρομης
τοσούτου πλήθους ἄφνω συναναγκαζομένου τὴν πατρίδα φεύγειν ἔγεμεν ἡ πόλις διαδρομῆς καὶ θορύβου καὶ γυναικείων κλαυθμῶν : οὐδεμία γὰρ ἦν
: περὶ μέσον ἡμέρης ἐτελεύτησεν . Εὐνοῦχος ἐκ κυνηγεσίης καὶ διαδρομῆς ὑδραγωγὸς γίνεται . Ὁ παρὰ τὴν Ἐλεαλκέος κρήνην ,
5821039 Αἰγοσθενα
τε καὶ ἐν φόβῳ ἀπιόντες καὶ χαλεπὴν ὁδόν , εἰς Αἰγόσθενα τῆς Μεγαρικῆς ἀφικνοῦνται . ἐκεῖ δὲ περιτυγχάνουσι τῷ μετὰ
ὑμεῖς δ ' Αἰγιέες οὔτε τρίτοι οὔτε τέταρτοι „ . Αἰγόσθενα , πόλις Μεγαρίδος , οὐδετέρως , ὡς Παυσανίας .
5811406 ἐπιτιμιας
ἐξορισμοῦ ἐξέβαλλεν αὐτὸν ἐκ τοῦ παραδείσου , ὅπως διὰ τῆς ἐπιτιμίας τακτῷ ἀποτίσας χρόνῳ τὴν ἁμαρτίαν καὶ παιδευθεὶς ἐξ ὑστέρου
παρὰ τῶν παίδων οὐκ ἔτι δορυφορούμενον , ἀλλὰ καὶ τῆς ἐπιτιμίας τὸ λοιπὸν κινδυνεύοντα . Ἡ ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ . Ἀλλὰ γὰρ
5809709 δῃουμενης
ἐπιέζοντο , ἀνθρώπων τ ' ἔνδον θνῃσκόντων καὶ γῆς ἔξω δῃουμένης . ἐν δὲ τῷ κακῷ οἷα εἰκὸς ἀνεμνήσθησαν καὶ
αὐτοὺς δὲ ταῖς ναυσὶ χρῆσθαι , καὶ τῆς μὲν γῆς δῃουμένης μὴ προτιμᾶν , πολλὴν ἔχοντας τὴν ἄλλην , τῇ
5802344 πολυχρυσον
θεᾶς . [ τὴν δέ γε τοῦ Μενελάου πολυχρήματον καὶ πολύχρυσον αὐλήν , καθάπερ οἶμαι τῶν Ἀσιαγενῶν τινος βασιλέων .
δὲ καὶ ταύταις : Αἵδε ποτ ' Ἀσίδα γαῖαν ἐπόρθησαν πολύχρυσον , αἵδε καὶ Ἕλλασιν δουλοσύναν ἔπορον . νῦν δὲ
5798327 Φρυνης
λόγου δηλοῖ . . . . . ἐν τῷ ὑπὲρ Φρύνης λόγῳ Ὑπ . ὁμολογῶν ἐρᾶν τῆς γυναικός κτλ .
. . . . ἀνεπόπτευτος : Ὑπερείδης ἐν τῶι Ὑπὲρ Φρύνης : ὁ μὴ ἐποπτεύσας . τί δὲ τὸ ἐποπτεῦσαι
5794811 ἐπιγραφομενης
ἀποστάσεις τοῦ ἰσημερινοῦ τῆς ὀνομασίας ἑκάστου κατὰ τὸν ἔξω κύκλον ἐπιγραφομένης . παρεσημειωσάμεθα δὲ καὶ περὶ τὴν μεσημβρινὴν γραμμὴν τάς
. . . προσήσεσθαι . Ἐκ τῆς ἱστορίας Ἀππιανοῦ τῆς ἐπιγραφομένης Βασιλικῆς . Περὶ ἀρετῆς καὶ κακίας . ὅτι Ταρκύνιος
5794633 Ἐρημου
ταῖς ἐκτεθειμέναις μεσημβριναῖς πλευραῖς , τῆς τε Πετραίας καὶ τῆς Ἐρήμου Ἀραβίας καὶ τῷ νοτίῳ μέρει τοῦ Περσικοῦ κόλπου ,
. . . οθ κθ . ] Κατέχουσι δὲ τῆς Ἐρήμου [ ταύτης ] Ἀραβίας τὰ μὲν παρὰ τὸν Εὐφράτην
5789798 σπευδουσης
, ὅταν ὑστερίζῃ τοῦ καιροῦ τῆς [ δὲ ] ἐπιθυμίας σπευδούσης . οὐκοῦν ἐκεῖνος πάντ ' ἔχων ἃ θέλει εὐτυχήσει
ταῦτα δὲ οὕτω διὰ τὴν γένεσιν γίνεται , τῆς φύσεως σπευδούσης ἐξ ἀρχῆς τὸ εἶναι συστήσασθαι καὶ τὰς χείρους δυνάμεις
5786119 χλιδης
. τὴν ὁδὸν δηλονότι . ὁδὸν . ἐποχημάτων ἁρμάτων . χλιδῆς ] δόξης . πρότερον . δόμων ] τῶν .
' εὖ φρονοῦσαν εἰδῆι . κόσμον μὲν ἀμφὶ κρατὶ χρυσέας χλιδῆς στολμόν τε χρωτὸς τόνδε ποικίλων πέπλων οὐ τῶν Ἀχιλλέως
5782333 εὐχερεια
εὐμένεια , εὐμουσία , εὐτέλεια , εὐερμία , εὐκολία , εὐχέρεια , εὐωδία , καὶ ἡ παρὰ Ξενοφῶντι εὐποδία ,
τὴν ἐν Φιλίπποις νίκην ἔπος , καὶ ἔτι μᾶλλον ἡ εὐχέρεια ἡ ἐπιπολάζουσα παρὰ τοῖς Ταρσεῦσιν ὥστ ' ἀπαύστως σχεδιάζειν
5777326 τιμωρηθηναι
Ὅτε βλαβησόμεθα τῷ πολέμῳ . 〛 〚 οἰμώξεται δὲ , τιμωρηθῆναι ὀφείλει . τὸ δὲ οὐ πολὺν , σύναπτε εἰς
καὶ ἐγέννησε δύο παῖδας ἐκ πορνείας , καὶ δεῖ αὐτὴν τιμωρηθῆναι . Καὶ ἀκούσαντες οἱ τῆς Ἀντιόπης υἱοὶ , Ζῆθος
5772978 ἰσονομια
καὶ οὐ μάχη . ἐπὶ δὲ τῆς ἀκρασίας οὐκ ἔστιν ἰσονομία τῶν μερῶν τῆς ψυχῆς . ἡ δὲ ἡρωϊκὴ καὶ
αὐτὴ τῇ ἀρετῇ , ᾗ δὲ ἐπὶ τῆς ἀρετῆς ἐστιν ἰσονομία τῶν μερῶν τῆς ψυχῆς καὶ οὐ μάχη τίς ἐστιν
5772406 δυτικης
ὃ ἂν ἐπιβάληται ἐπιτυγχάνει . ὑπὸ δὲ κακοποιῶν θεωρουμένης ἢ δυτικῆς οὔσης καὶ ἑσπερίας μέτριοι οἱ χρόνοι καὶ ἄπρακτοι καὶ
, ἡ πρόσνευσις ἔσται κατὰ τὸ Ζ , ἀπέχον τῆς δυτικῆς τομῆς ὡς πρὸς μεσημβρίαν τὴν ΒΖ περιφέρειαν , ἀντὶ
5770725 ἀκροασεως
δοκούσης καταγεγράφθαι διηγήσεως . βασιλεὺς οὖν Δαρεῖος Ὑστάσπου βούλεται σῆς ἀκροάσεως μεταλαβεῖν καὶ παιδείας λογικῆς . ἔρχου δὴ συντόμως πρὸς
σημείων Πυθαγορικά Καθολικά περὶ λέξεων προβλημάτων Ὁμηρικῶν πέντε περὶ ποιητικῆς ἀκροάσεως ἔστι δ ' αὐτοῦ καὶ Τέχνη καὶ Λύσεις καὶ
5769756 ἑστιασεως
ἀκροάμασι προσπαίζων . καὶ δή ποτε προκοπτούσης ἐπὶ πολὺ τῆς ἑστιάσεως καὶ τῶν πλειόνων ἤδη κεχωρισμένων , ἧκεν ὑπὸ τῶν
οὗτος ἁρμόσειεν ἂν πρὸς ἐκείνους , οἳ τὰς φιλίας μέχρις ἑστιάσεως μόνον παρέχονται , περαιτέρω δὲ οὐδὲν τοὺς φίλους ὠφελοῦσιν
5768900 Κομμαγηνης
εἰσιν ἐν τῇ Συρίᾳ μεσόγειοι ἀρχομένοις ἀπ ' ἄρκτων , Κομμαγηνῆς μὲν αἵδε : Ἀράκη . . . . .
, ἣ διείργει τὴν Ἀρμενίαν ἀπὸ τῆς Καππαδοκίας καὶ τῆς Κομμαγηνῆς . Ὁ γὰρ Εὐφράτης ἀπὸ τῆς βορείου πλευρᾶς τοῦ
5765019 ἐπιβολης
τῷ σκέλει , διελοῦμεν τὸν χορηγὸν κατ ' ἐπικόπου τῆς ἐπιβολῆς τοῦ τυφλαγκίστρου : ἔπειτα διπύρηνον διὰ τῆς διαιρέσεως καθήσομεν
Ἑλλάδα περί τε τοῦ ἄθλου καὶ τῆς κατὰ τὴν ναυπηγίαν ἐπιβολῆς , οὐκ ὀλίγους τῶν ἐν ὑπεροχαῖς νεανίσκων ἐπιθυμῆσαι μετασχεῖν
5751800 Γαλιλαιας
: ποταμὸς κατὰ Ἰβηρίαν . . . Βάλα : πόλις Γαλιλαίας : ὁ πολίτης Βαλαῖος . . . Βέλβινα :
ἐθνικὸν Γαβαηνός , ὡς αὐτὸς Ἰώσηπος . Γαβάθη , πόλις Γαλιλαίας , ὡς Ἰώσηπος ἕκτῳ Ἰουδαϊκῆς ἀρχαιολογίας . τὸ ἐθνικὸν
5739207 ὑπαιθρου
ἐγκρατεῖς γενόμενοι καὶ χρημάτων μέγαν περιβαλόμενοι πλοῦτον ἀδεῶς ἤδη τῆς ὑπαίθρου πάσης ἐκράτουν , ἣν πυρὶ καὶ σιδήρῳ καὶ πᾶσι
ἐξιοῦσιν ἐκ τῶν ἐρυμάτων βοσκήμασιν ἐπετίθεντο . κρατουμένης δὲ τῆς ὑπαίθρου πάσης ὑπὸ τῶν πολεμίων , καὶ οὔτ ' ἐκ
5736355 Γλαυκης
, οὐκ ἀδελφὸν Πηλέως εἶναι , ἀλλὰ ἀκταίου παῖδα καὶ Γλαύκης τῆς Κυχρέως . . . . , : Ἔοικεν
τί σᾶμά τε καὶ τίς ὑπ ' αὐτῷ : „ Γλαύκης εἰμὶ τάφος τῆς ὀνομαζομένης . „ Γνώσομαι , εἴ
5735608 ὑπερηφανιας
ὁρμῆς οὐδ ' ὅλως ἀφέξεται . Δεῖ γὰρ τὸ τῆς ὑπερηφανίας μέγεθος καὶ τὸ τῆς ἐσθῆτος τυραννικὸν οἴκοι φυλάττειν ,
] ? περὶ τοῦ κουφίζειν ? [ ] [ ? ὑπερηφανίας ] ἐπιτομὴν ? [ τὸ ἴδιον ] μὲν ἔβλεπεν
5735497 ἐξαρπασαι
τῶν πωλικῶν τε καὶ παρθενικῶν ἑδωλίων καὶ καθεδρῶν ἐκπορθῆσαι καὶ ἐξαρπάσαι ἐμέ . . μεγάλ ' ] κακὰ δηλονότι .
τοιούτου στερηθῆναι πολίτου , αὑτῷ δὲ τοῦ κακῶν ἄνδρα ἀγαθὸν ἐξαρπάσαι , καθάπερ Ἀθηνᾶ τῆς Στυγὸς τὸν Ἡρακλέα . Εἶεν
5734631 συννοιας
καὶ εἰκῆ γίνηται , ἀλλὰ μετ ' αἰδοῦς τε καὶ συννοίας καὶ τάξεως ὀρθῆς , μήτε πάθος ἐγείρηται μηδὲν εἰκῆ
. εἰσελθὼν γὰρ εὗρε περὶ τὸν Σωκράτην κάτω νεύοντας ἐπὶ συννοίας . ἀτὰρ τί ποτ ' : συγκεκυφότες γὰρ ἦσαν
5729915 Δαυνιας
Σιποῦντος κατάγεται καὶ μάλιστα ὁ σῖτος . δείκνυται δὲ τῆς Δαυνίας περὶ λόφον ᾧ ὄνομα Δρίον ἡρῷα , τὸ μὲν
Ἀργυρίνους καὶ Κεραυνίων νάπας ” . Ἀργύριππα , πόλις τῆς Δαυνίας κατὰ τὸν Ἰόνιον κόλπον . Λυκόφρων „ ὁ δ
5728750 τλημονος
καὶ τὰς Ἐρεμβῶν ναυβάταις ἠχθημένας προβλῆτας ἀκτάς . ὄψεται δὲ τλήμονος Μύρρας ἐρυμνὸν ἄστυ , τῆς μογοστόκους ὠδῖνας ἐξέλυσε δενδρώδης
ῥείθρων Ἑλώρου πρόσθεν ἐκτερισμένης : ὃς δὴ παρ ' ἀκταῖς τλήμονος ῥανεῖ χοάς , τριαύχενος μήνιμα δειμαίνων θεᾶς , λευστῆρα
5728205 ἀκυλος
τὴν ἀηδίαν συναλείφοντες τρισυλλάβως γράφουσιν , διὸ καὶ ἐξετάθη . ἄκυλος : ὁ τῆς πρίνου καρπός . ὑῶν δ '
. οὐδ ' ἀκύλοις : ταῖς τῆς πρίνου βαλάνοις : ἄκυλος γὰρ ὁ τῆς πρίνου καρπός . αἱ μὲν γὰρ
5726742 ἀποκαλυψεως
γάρ σοι πάντα . καὶ μηκέτι μοι κόπους πάρεχε περὶ ἀποκαλύψεως : αἱ γὰρ ἀποκαλύψεις αὗται τέλος ἔχουσιν : πεπληρωμέναι
γὰρ αὐτῆς δῆθεν ὡς εὑρούσης τὸ βρῶμα τῆς γνώσεως ἐξ ἀποκαλύψεως τοῦ λαλήσαντος αὐτῇ ὄφεως σπορὰν ὑποτίθενται . . .
5718273 Λαφριας
ἄφθιτον πεπαμένη πρὸς γῆρας ἄκρον , Παλλάδος ζηλώμασι τῆς μισονύμφου Λαφρίας Πυλάτιδος , τῆμος βιαίως φάσσα πρὸς τόργου λέχος γαμφαῖσιν
τίκτουσα γραῦς δὲ ἡ διαφθα - ρεῖσα τοῦ τίκτειν . Λαφρίας : Λαφρία ἐπίθετον Ἀθηνᾶς ἤτοι Λαφυρία ἡ ἄγουσα τὰ
5714192 ἐκροαις
. ξηροτέρου δ ' ἐγκεφάλου γνωρίσματα τὸ ἀπέριττον ἐν ταῖς ἐκροαῖς , καὶ τὸ τῶν αἰσθήσεων ἀκριβές , ἀγρυπνητικοί τέ
τροφιμώτεροι : οἱ δὲ παρ ' αἰγιαλῶν ὄχθαις ἢ ὑδροχοῶν ἐκροαῖς κακόχυλοι καὶ ἄστομοι . καὶ τὰ πελάγη δὲ διαφέρει
5713627 τυφλωσεως
ταῦτα δέ φησι καὶ τὰ ἑξῆς , ὡς καὶ τῆς τυφλώσεως αὐτοῦ οὔσης ἐν τῷ ποιήματι . Ἄλλως . ἐνταῦθα
ὑποκρινόμενος Κύκλωψ καὶ λάχανα ἐπιφερόμενος , ὡς δὲ καὶ τῆς τυφλώσεως αὐτοῦ οὔσης ἐν τῷ ποιήματι . “ κραιπαλῶντα ”
5710703 βουλησεως
; ἕτερον δέ ἐστιν οὐκ ἀποδέον τούτου δεῖγμα σαφέστατον τῆς βουλήσεως τοῦ Σεβαστοῦ : διετάξατο γὰρ ἐκ τῶν ἰδίων προσόδων
. Ἤμελλε γάρ που ὁ φὺς κύριος ἔσεσθαι τῆς ἑαυτοῦ βουλήσεως , καὶ οὔτε τις Ἀπόλλων , οὔτε τις αὐτοῦ
5706708 ὁμηρειας
. καὶ τὸν ἀδελφὸν ὅδε Ἀντίοχον ἐξέλυσε τῆς ὑπὸ Ῥωμαίοις ὁμηρείας , ἀντιδοὺς τὸν ἑαυτοῦ παῖδα Δημήτριον . Ἀντιόχου δὲ
βῆμα προαχθῆναι κελεύσας ἀποδίδωσι τῷ ὑπάτῳ εἰπών , ὅτι πάσης ὁμηρείας κρείττονα ἡγεῖται τὴν πίστιν τῆς πόλεως . μίαν δὲ
5702248 αἰσχιστης
ὅλως φροντίζων . ἐπὶ τοσοῦτο δὲ προήχθη τρυφῆς καὶ τῆς αἰσχίστης ἡδονῆς καὶ ἀκρασίας ὥστ ' ἐπικήδειον εἰς αὑτὸν ποιῆσαι
ἂν εἴη χρηστὸς ὄλβιος γεγώς ; οὐκ ἔστι πενίας ἱερὸν αἰσχίστης θεοῦ . μισῶ γὰρ ὄντως οἵτινες φρονοῦσι μέν ,
5701869 ἀπανθρωπιας
τὴν ἔρημον τῆς Λιβύης οἰκῶν καὶ τὴν ἐρημίαν ἐφόδιον τῆς ἀπανθρωπίας ἐσχηκὼς πάλῃ καταγωνιζόμενος τοὺς παριόντας ἀνῄρει , ὃν ἐπιστὰς
τῶν γινομένων ἐμφανοῦς ἐναργείας οὐδὲν ἧττον ἐθρασύνοντο , τῆς αὐτῆς ἀπανθρωπίας καὶ ἀσεβείας ὥσπερ ἀγαθοῦ τινος ἐπειλημμένοι βεβαιοτάτου , μήτε
5698216 πυρφορῳ
οὐδαμινὸν λεπτὸν ἄστατον . πυρφόρῳ ἴυγγι τόξων νῦν ἀντὶ τοῦ πυρφόρῳ βέλει : λέγει δὲ τῷ ἔρωτι . ἴυγξ δὲ
. ἐγὼ γὰρ οὐκ ἂν ἀποσταίην τῆς ἀνθρώπου θεῷ μυσταγωγοῦντι πυρφόρῳ καὶ τοξοφόρῳ πειθόμενος . καὶ ἄλλως ἡμῖν τὸ ἐρᾶν
5686865 ἡμεροτητος
' οὐκ ἄξιον ἐρασθῆναι τῶν νόμων , οἳ τοσαύτης γέμουσιν ἡμερότητος ; δι ' ἣν οἱ μὲν πλούσιοι διδάσκονται μεταδιδόναι
βασιλέας ἔχει καὶ βίον οὐ παντελῶς ἄγριον οὐδ ' ἀνθρωπίνης ἡμερότητος ἐξηλλαγμένον . τὸ δὲ τρίτον γένος οὔτε βασιλέως ὑπακοῦον
5686772 Τιτιον
ἃ κατὰ Ῥωμαίων ἀνέστησαν Παρθυαῖοι , καὶ καλέσας εἰς σύλλογον Τίτιον τὸν ἐπιστατοῦντα τότε τῆς Συρίας , τέτταρας παῖδας γνησίους
ἢ Κιμμερίου λέγεται παῖς εἶναι . ἀπὸ δὲ Τιτίου φασὶ Τίτιον τὴν πόλιν κληθῆναι . ἔνθα δ ' ἐπὶ Πριόλαο
5682477 εὐθυμιας
' ὧν αἰτεῖτε ταῦτα πολλάκις ὀφθῆναι καὶ τοῖς προσώποις γέμουσιν εὐθυμίας δηλοῦτε : πολὺ δ ' ἂν δείξαιτε κάλλιον ,
ὡς ὑμᾶς ἠπείγετο . θαυμάζοντος δέ μου τὸ μετ ' εὐθυμίας οἴκοθεν ἄλλοσε τρέχειν μὴ θαύμαζε ἔφη : τοῦ καινοῦ
5679312 ἐπιστρατειας
ἄγαλμα , γενεαῖς μάλιστα δυσὶν ὕστερον τῆς ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα ἐπιστρατείας τοῦ Μήδου . μαρτυρεῖ δέ μοι τῷ λόγῳ :
κατὰ γένος τε τῷ Ἀλκμαίωνι οἱ πολλοὶ προσήκοντες καὶ τῆς ἐπιστρατείας αὐτῷ κοινωνήσαντες τῆς ἐς Θήβας . τὰς δὲ Ἐχινάδας
5679100 διαβροχης
τὴν διαδοχὴν καὶ τὴν πέψιν ἄθετον . μέτρον δὲ τῆς διαβροχῆς οὐ τὸ ἀνοιδῆσαι μόνον , ἀλλὰ καὶ τὸ ἀποπνεῦσαι
ἐξ ὀθονίων καθαρῶν ἐπιτήδειοι . Χρώμεθα δὲ καταντλήσει μὲν ὑπὲρ διαβροχῆς σωμάτων , ἤτοι μιμούμενοι τὴν τοῦ λουτροῦ χρῆσιν ,
5676405 ποσθης
, καὶ τὰ ἐκφυόμενα τῆς βαλάνου χαλεπώτερα τῶν ἐκ τῆς πόσθης , καὶ τὰ ἐν τῇ ἕδρᾳ τὰ βαθύτερα τῶν
καὶ περισκυθισμῷ , ἐπὶ τῶν κατὰ τοῦ βρέγματος καὶ ἐπὶ πόσθης μελανθείσης . ἐκκοπῇ δὲ ἐπί τε τῶν κώλων μελαινομένων
5676337 ῥηγνυμενης
διερρίφησαν , ὡς ἑκάστην ὁ χειμὼν ἐξήνεγκεν . αὐτὸς δὲ ῥηγνυμένης τῆς στρατηγίδος ἐς λῃστῶν σκάφος , ἀπαγορευόντων τῶν φίλων
κεχρημένον τῷ διὰ κανθαρίδων φαρμάκῳ καὶ ηὐχαρίστει τὰ μέγιστα : ῥηγνυμένης γὰρ τῆς γινομένης ὑπὸ τοῦ φαρμάκου φλυκταίνης ὑγρὸν ἐξεκρίνετο
5676079 ὀρεσκοου
παῖδα καὶ ὠνόμασε αὐτὸν Παρθενοπαῖον . ὀρεσκόου ] ὀρεινῆς . ὀρεσκόου ] ἤγουν τῆς Ἀταλάντης . Ξ ὀρεσκόου ] τῆς
ἑφθὰ καὶ τετηκότα . ὡς ἔκπλεώς γε δαιτός εἰμ ' ὀρεσκόου : ἅλις λεόντων ἐστί μοι θοινωμένωι ἐλάφων τε ,
5675946 πολεμικης
; μετὰ βεβαίου παρασκευῆς : μετὰ βεβαίας ʃ ἤγουν ἑτοιμασίας πολεμικῆς ἀσφαλοῦς . καθ ' ἑκουσίαν : βούλησιν ʃ ἑκόντως
μὲν δὴ ποιοῦντες καὶ ὁρῶντες ἐπὶ θύραις διῆγον . τῆς πολεμικῆς δ ' ἕνεκα ἀσκήσεως ἐπὶ θήραν ἐξῆγεν οὕσπερ ἀσκεῖν
5674655 διατριβης
μὲν φρονήσεως αὐτοῦ πεῖραν ἐν τοῖς σοῖς λαμβάνειν , τῆς διατριβῆς δὲ ἐν ἄλλων σώμασιν . Ἆρ ' οἶσθα ὅτι
- μενόν φασιν εἰπεῖν ὡς εὐφυὴς καὶ εὐεπιχείρητος ἀπεληλυθὼς τῆς διατριβῆς εἴη νεανίσκος . καὶ γὰρ ἐν τοῖς λόγοις ἐμβριθέστατος
5669330 ἀρκουσης
. ἕδος δίκᾳ : δίκης ξεναρκοῦς , τῆς τοῖς ξένοις ἀρκούσης δικαιοσύνης κοινὸς ὢν ὀφθαλμός . ὦ Αἴγινα , ἤτοι
δύο προθέσεις παρείληφεν , κατά , ἀπό , τῆς ἑτέρας ἀρκούσης . . καταπάλμενος ? οὐδὲ στεφάνη δόρυ οἱ σχέθε
5664976 ἀκανθιου
τὸ δέον αὐτῇ προσάξω φάρμακον , εἰ μὴ εὐθέως εὗρον ἀκανθίου σπέρμα , ἔμελλεν ἀπόλλυσθαι παραχρῆμα τὸ γύναιον . ὡς
κατὰ ϲτοιχεῖον ἐξ αὐτοῦ τούτου τὴν ἀρχὴν ποιηϲάμενοϲ . ἀντὶ ἀκανθίου ϲπέρματοϲ λυχνίϲ . ἀντὶ ἀρωματικῆϲ κάλαμοϲ ἀρωματικόϲ . ἀντὶ
5664613 προπετειας
: ὥςτε ἐλεγχθήσεταί σου ἡ ἀνδρεία ἡ θαυμαστὴ ὑπὸ τῆς προπετείας . ἐπειδὴ τοίνυν ταῦτα πικρά ἐστιν καὶ ἐπιτίμησιν ἔχει
ἐς Θράσυλλον καὶ τοὺς ἐν Ἀργινούσαις ὁμοῦ τῷ Θρασύλλῳ στρατηγήσαντας προπετείας ἐστὶν ἔγκλημα . . . : Τριακόσιοι ἦσαν οἱ
5661478 συμπρασσειν
καὶ πολύχρυσον ἡγούμενος εἶναι καὶ ἐπιθυμῶν τῆς στρατηγίας ὑπηγάγετό οἱ συμπράσσειν ἐς τοῦτο Πούπλιον Σουλπίκιον δήμαρχον ὑποσχέσεσι πολλαῖς καὶ τοὺς
μοι : φέρε γὰρ σήμαιν ' ὅ τι χρή σοι συμπράσσειν : οὐ γάρ ποτ ' ἐρεῖς ὡς Ὠκεανοῦ φίλος
5655784 ἀντιδοσεως
βυβλίον ἐστὶν καὶ ὁ Φίλιππος Ἰσοκράτους καὶ ὁ περὶ τῆς ἀντιδόσεως . ἐν γὰρ τοῖς τρισὶν τούτοις βυβλίοις ἐγκώμια διέρχεται
χαριέστατα δοκοῦσα ἔχειν , ἣν αὐτὸς ἐν τῷ περὶ τῆς ἀντιδόσεως λόγῳ προφέρεται μέγα ἐπ ' αὐτῇ φρονῶν , δι
5655594 προσοδου
ὠφελοῦνται εὐθὺς ἀποστερήσονται , μάλιστα δὲ τῆς ἀπὸ τῶν ξυμμάχων προσόδου ἧσσον διαφορουμένης , οἳ τὰ παρ ' ὑμῶν νομίσαντες
' ἐνιαυτὸν ἀπὸ τῶν ξυμμάχων τῇ πόλει ἄνευ τῆς ἄλλης προσόδου , ὑπαρχόντων δὲ ἐν τῇ ἀκροπόλει ἔτι τότε ἀργυρίου
5654529 Τυχης
τῇ εὐτυχίᾳ αὑτοῦ , ἔφη μᾶλλον αὑτοῦ εἶναι ἢ τῆς Τύχης τὰ πραττόμενα . διὸ καὶ ἠτύχησεν ὕστερον , νεμεσησάσης
, καὶ ἐμὲ μὲν αἱ θύραι ῥύονται τοῦ νεὼ τῆς Τύχης , οὗπερ καὶ ἐκαθήμην . τὸν ἄρχοντα δὲ καὶ
5641431 κατεκαυθησαν
οὓς καί τινες ποιήσαντες καὶ ἐπαναβάντες ὑπὸ Περσῶν πύργοις αὐτοῖς κατεκαύθησαν . Θεμιστοκλῆς δὲ μόνος εἰπὼν ξύλινον τεῖχος εἴναι τὰς
πρότερον αἱρεθέντι χωρίῳ , ἀλλ ' αὐτοῦ σὺν τοῖς μοσσύνοις κατεκαύθησαν . οἱ δὲ Ἕλληνες διαρπάζοντες τὰ χωρία ηὕρισκον θησαυροὺς
5633929 ὑποκοριζεσθαι
: διὸ . . . ἐπήγαγεν . Φειδιππίδιον : τὸ ὑποκορίζεσθαι φιλούντων ἔθος . κολακεύει δὲ νῦν τὸν υἱὸν καὶ
τὸ παιδίον τῆς τίτθης ἀφελόμενος , μασώμενος σιτίζειν αὐτὸς καὶ ὑποκορίζεσθαι ποππύζων καὶ πανουργημάτιον τοῦ πάππου καλῶν . καὶ ἐσθίων
5633092 μιξοθροου
ἢ διὰ τὸ βαρβάρων καὶ Ἑλλήνων οἰκούντων τὰς Θήβας . μιξοθρόου ] διὰ τὸ εἶναι ἐκεῖσε πολλαὶ γλῶσσαι διὰ τοῦτο
ἢ διὰ τὸ εἶναι καὶ νέων φωναὶ καὶ γερόντων . μιξοθρόου ] ἤτοι τῆς θροῦν καὶ βοὴν ποιουμένης . μιξοθρόου
5632237 εὐτελειας
καὶ ἔτι ἐν ἄλλοις . Φιλοκαλοῦμέν τε γὰρ μετ ' εὐτελείας καὶ φιλοσοφοῦμεν ἄνευ μαλακίας : πλούτῳ τε ἔργου μᾶλλον
ἢ ὡς βούλει χρῶ , μηδὲν εὐλαβούμενος μηδὲ καταφρονῶν τῆς εὐτελείας : δίδου δὲ ἑπτὰ τὸν ἀριθμόν . Εἰ δὲ

Back