ζῷα οἴδασιν ἀφ ' ἑαυτῶν οὐ μόνον τίνες αἱ βλαβεραὶ βοτάναι καὶ τίνες αἱ ὠφέλιμοι , ἀλλὰ καὶ ποία ποίῳ
εἰς σύμφωνον χλόη . ῥεέθροις : ῥεύμασιν . Ποῖαι : βοτάναι . χθαμαλαί : σμικραὶ , ἁπαλαί . ποῖαί τε
8190458 ἀμπελοι
τῇ μέντοι ξηρᾷ γῇ καὶ λεπτογείῳ καὶ ψαμμώδει αἱ τοιαῦται ἄμπελοι οὐχ ἁρμόζουσιν , ἀλλ ' ὅσαι πυκνὰς ἔχουσι τὰς
πεποιημένῳ διαχρέωνται : οὐ γάρ σφί εἰσι ἐν τῇ χώρῃ ἄμπελοι . Ἰχθύων δὲ τοὺς μὲν πρὸς ἥλιον αὐήναντες ὠμοὺς
8156211 ὑλαι
' ὅτι τοῦτο ληφθὲν τὰς δύο προτάσεις ἐποίησεν , αἳ ὗλαί εἰσι τοῦ συλλογισμοῦ . ὡς συλλογισμοῦ οὖν ὕλη ἀλλ
δ ' ἡ Νομαντία ποταμοῖς δύο καὶ φάραγξιν ἀπόκρημνος , ὗλαί τε αὐτῇ πυκναὶ περιέκειντο , καὶ μία κάθοδος ἦν
8018417 μελιτται
τῶν ἐν Ὑμηττῷ πόνων οὓς ἐν τῷ ὄρει πονοῦσιν αἱ μέλιτται . τοιοῦτον δὲ ὂν ὅμως ἡττᾶτο τῆς ἡδονῆς ἧς
ὅμοιον μυρίκῃ , μικρότερον δὲ πολλῷ , οὗ τῷ ἄνθει μέλιτται χρώμεναι μέλι ἐργάζονται οὐ σπουδαῖον . ταύτης ἡ κόμη
7973420 μελισσαι
: ὃ γὰρ λέγει , τοιοῦτόν ἐστιν : ὥσπερ αἱ μέλισσαι , φησί , πᾶν ἄνθος δρέπονται , οὕτω καὶ
Τούτων δὲ Γύζαντες ἔχονται , ἐν τοῖσι μέλι πολλὸν μὲν μέλισσαι κατεργάζονται , πολλῷ δ ' ἔτι πλέον λέγεται δημιοργοὺς
7894883 συκαι
ὁ καυλὸς τῆς ἀκάνθης τεμνομένης , ἔτι πλείονα ἢ αἱ συκαῖ τοῦ ἦρος καὶ δριμύτερον . Ἔνθεν δὲ διὰ τῆς
. κονδύλωμα περὶ τὴν στεφάνην τοῦ δακτυλίου εὐίατον οἴδημα . συκαῖ περὶ τὴν ἕδραν κονδυλώματα μεγάλα , οὐκ ἐπίπονα .
7878109 νυκτεριδες
ἢ μέλιτος . Ἀλλαχοῦ δὲ διπήχεις ὄφεις ὑμενοπτέρους ὥσπερ αἱ νυκτερίδες , καὶ τούτους δὲ νύκτωρ πέτεσθαι , σταλαγμοὺς ἀφιέντας
ἐστι . πλατάνου φύλλα ἐπιφέρουσι ταῖς καλιαῖς : αἱ δὲ νυκτερίδες ὅταν αὐτοῖς γειτνιάσωσι , ναρκῶσι καὶ γίνονται λυπεῖν ἀδύνατοι
7869965 θηλειαι
οἱ δὲ νεώτεροι αἰεὶ τοῦτο ποιήσαντες ὀχεύουσιν . καὶ αἱ θήλειαι δ ' ἀλλήλας ἀναβαίνουσιν , ὅταν ἄρρην μὴ παρῇ
ληφθεὶς ] ἐπτοήθη . . . . . ὅτι αἱ θήλειαι κέρατα οὐ φύουσιν . ἐκαλεῖτο δὲ ἡ ἔλαφος Κερυνία
7756163 σεληναι
ἥλιον . Ἴβυκος δὲ πάντα τὰ ἄστρα σείρια λέγει . σελῆναι : πέμματα πλατέα κυκλοτερῆ . σηκός : σημαίνει μὲν
τοῖς θεοῖς καὶ μετὰ τῶν σπλάγχνων ἔθυον . αἱ δὲ σελῆναι πέμματα ἦσαν πλατέα κυκλοτερῆ . πέλανοι δὲ πέμματα ἐκ
7664741 νομαι
τοῦτο , ὅπῃ ἐσχάραι εἶεν ἐκ πυρός , καὶ ὅπῃ νομαί τινες , μάλιστα ἐπὶ τῶν αἰδοίων . δεῖ δὲ
σοι οἰκίαι ἦσαν ; πόσοι δὲ χῶροι ; πόσαι δὲ νομαί ; ἀπογράφοντος δ ' αὐτοῦ οἱ παρόντες τῶν Σκηψίων
7655763 ῥιζαι
τετανὸν ποιεῖ καὶ λευκὸν τὸ πρόσωπον . ὁμοίως καὶ βρυωνίας ῥίζαι ἐν ἐλαίῳ ἑψηθεῖσαι καὶ χριόμεναι στιλπνὸν ποιοῦσι τὸ πρόσωπον
διὰ τὴν πολλὴν ὑγρότητα εἰς βάθος διαμένειν οὐ δύνανται αἱ ῥίζαι ἐπικλυζόμεναι , εἰς πλάτος γοῦν χωροῦσαι διαρκέσαι δυνηθῶσι ,
7559400 νεφελαι
Γαδρωσίων , ἀλλὰ τὰ ὄρη , ἵναπερ προσφέρονταί τε αἱ νεφέλαι ἐκ τοῦ πνεύματος καὶ ἀναχέονται , οὐχ ὑπερβάλλουσαι τῶν
ἐλαιώδη , φαῦλα δὲ ἔτι τὰ λεπτὰ καὶ ὑδατώδη . νεφέλαι δὲ καὶ ὑποστάσεις πονηραὶ αἱ πελιδναὶ , αἱ μέλαιναι
7464101 διδουσαι
οἷον σκοτεινὸν νέφος ἡλίου βολαὶ φωτίσασαι λάμπειν ποιοῦσι χρυσοειδῆ ὄψιν διδοῦσαι , οὕτω τοι καὶ ψυχὴ ἐλθοῦσα εἰς σῶμα οὐρανοῦ
Δηλοῦσι δὲ αἱ ἀποτομαὶ ἐπὶ θάτερα ἢ ὅθεν ἐλήλυθεν οὐ διδοῦσαι εἶναι οὐδὲ μερίζουσαι . Καὶ δὴ τοίνυν εἰ δύναμις
7433048 φαρμακιδες
τε νεκρούς ἀμφί τε δυσπαλέας ῥίζας χθονός , οἷα γυναῖκες φαρμακίδες : τρομερῷ δ ' ὑπὸ δείματι πάλλετο θυμός τὴν
καὶ καταδήσομαι , ἤγουν καταμαγεύσω : δεσμεύειν γάρ φασιν αἱ φαρμακίδες , ὅταν πρὸς κατοχήν τινα παρ ' αὐταῖς καταμαγεύσωσιν
7415149 αἰγες
τούτου οὖν φησιν ὅτι “ ἀηδίσομέν σε , ἐπεὶ καὶ αἶγες ἐκ τῆς κόπρου ἀηδίζονται ” . ἄλλως “ μινθώσομεν
ἕκαστον ἐρωτῶντες , ἐρῶ καὶ τἄλλα ἅ ἐστιν ἡμῖν : αἶγες ὀκτὼ θήλειαι , βοῦς κολοβή , μοσχάριον ἐξ αὐτῆς
7369674 τροφαι
καὶ τοῦτο θεωρητέον . Εὔπνουν μὲν γὰρ ἅπαντα ζητεῖ : τροφαί τε γὰρ ἐν τοῖς τοιούτοις βελτίους καὶ οἱ καρποὶ
μὲν γὰρ αὐτῷ σιτία καὶ ποτά , φθαρτοῦ σώματος φθαρταὶ τροφαί , λόγοι δ ' ἐξίασιν ἀθανάτου ψυχῆς ἀθάνατοι νόμοι
7340797 λεγομεναι
ἵνα δηλώσῃ ὅτι ἆρα χωρὶς ἡ κατάφασις καὶ ἡ ἀπόφασις λεγόμεναι ψευδεῖς ὑπάρχουσιν , ὁ δὲ ἅμα λέγων αὐτὰς ἀληθεύει
ἄλλαι τρεῖς , ἰδίων μὴ τετευχυῖαι ὀνομάτων , κοινότερον δὲ λεγόμεναι μεσότητες τετάρτη , πέμπτη , ἕκτη : μεθ '
7334285 ἑλικες
' ὅτε τῷ ῥοφουμένῳ ὕδατι οἰνάνθη ἢ ἐμβρεχέσθωσαν τῷ ὕδατι ἕλικες ἀμπέλου ἢ ῥόας χυλοῦ βραχὺ ἐμβλητέον τῷ ποτῷ :
] λόγῳ . . χθὼν ] ἡ γῆ . . ἕλικες ] συστροφαί . . στεροπῆς ] ἀστραπῆς . ζάπυροι
7303491 ἐτυμολογιαι
ἄνω θεῖν ἐν τῇ αὐξήσει : οὐκ ἀναστρέφουσι δὲ αἱ ἐτυμολογίαι . . . . . ἡ γὰρ δίκταμνος βοτάνη
καὶ τρέχειν ἐν τῷ αὔξεσθαι . οὐκ ἀναστρέφουσι δὲ αἱ ἐτυμολογίαι : οὐ γὰρ εἴ τι ἄνω θεῖ καὶ αὔξεται
7301174 χορδαι
ὄργανόν τι ψαλτήριον . μέρη δὲ τῶν ὀργάνων νευραί , χορδαί , λίνα , μίτοι , τόνοι , πήχεις ,
τὸν σαπέρδην ἀποτῖλαι χρὴ κᾆτ ' ἐκπλῦναι καὶ διαπλῦναι . χορδαί , φῦσκαι , πασταί , ζωμός , χόλικες ἐν
7295571 χελιδονες
ὄρνιθες ἄπληστον κλύζονται ἐνιέμεναι ὑδάτεσσιν : Ἢ λίμνην πέρι δηθὰ χελιδόνες ἀΐσσονται γαστέρι τύπτουσαι αὔτως εἰλεύμενον ὕδωρ : ἢ μάλα
βοτάνη ἐστί , καὶ φυέται καθ ' ὃν καιρὸν αἱ χελιδόνες φαίνονται . δαύκειον : ὅπερ Ἀπολλόδωρός φησιν ἐν τῷ
7277911 μαλακωτεραι
κοινὸν ἐγένετο τὸ ἀτύχημα , καὶ μᾶλλον αὐτῆς , ὅσῳ μαλακώτεραί πως αἱ γυναῖκες πρὸς τὰ πάθη . ὁμοίως δὲ
διὰ τὴν ὑποκειμένην φύσιν , περὶ ἧς πραγματεύεται , ἐπεὶ μαλακώτεραί γε αἱ ἀποδείξεις ἀστρονομίας : τῷ γὰρ ἔγγιστα χρῆται
7246144 κνιδαι
τοῖς ὀστρακοδέρμοις καὶ τὰ μὴ ἔχοντα ὄστρακα , ὡς αἱ κνίδαι καὶ οἱ σπόγγοι ἐν ταῖς σήραγξι . δύο δὲ
μίνθη , σέσελι , σέρις , καυκαλίδες , ὑπερικὸν , κνίδαι : διαχωρητικοὶ δὲ καὶ καθαρτικοὶ , ἐρεβίνθων , φακῆς
7175796 καλουμεναι
Ἀπόλλωνός φησιν εἶναι . κόραι δὲ ἱερῶνταί σφισι παρθένοι , καλούμεναι κατὰ ταὐτὰ ταῖς θεαῖς καὶ αὗται Λευκιππίδες . τὸ
μὴ ' πιορκῇς πολλάκις . λοβός τίς ἐστι καὶ ψύαι καλούμεναι : ταύτας ἐπιτεμὼν πρὶν θεωρῆσαι μαθών Φοινικίδης δ '
7168414 ὑστεραι
τοῦ ἄρα δʹ ἄστρου ἐστὶν ἡ ἑῴα ἀληθινὴ ἐπιτολή : ὕστεραι δέ εἰσιν αἱ φαινόμεναι τῶν ἀληθινῶν . Ἔστω δὴ
τῷ τὴν ἐαρινὴν ἰσημερίαν περιέχοντι τῶν εἰρημένων ἡμισφαιρίων ἀπολαμβανομένων αἱ ὕστεραι κατὰ πλάτος πρὸς τὸν ἰσημερινὸν σχέσεις βορειότεραι πᾶσαι τῶν
7166147 σκιαι
ἐπαναπαύεσθαι ἔοικεν ἐν τῇ τῶν ἰδεῶν ἀμερείᾳ , ὡς αἱ σκιαὶ ἐν τῇ τῶν αἰσθητῶν ἀντιτυπίᾳ . ὥσπερ τοίνυν τὰ
. παραπλεόντων δὲ τὴν Ἰνδῶν γῆν λέγει Νέαρχος ὅτι αἱ σκιαὶ αὐτοῖσιν οὐ ταὐτὸ ἐποίεον : ἀλλὰ ὅπου μὲν ἐπὶ
7132172 Βακχαι
Ἀλκιβιάδου οὐδὲν διάφορον τῶν Βακχῶν ἐπεπόνθειν . καὶ γὰρ αἱ Βάκχαι ἐπειδὰν ἔνθεοι γένωνται , ὅθεν οἱ ἄλλοι ἐκ τῶν
: αἵτινες , καὶ αὗται . Βάκχοιο : Διονύσου . Βάκχαι : τιθήναι παρδάλεις Διονύσου , καὶ δεῖγμα ταύταις τὸ
7131598 πλατανοι
ἐκ βυθοῦ : ὑψηλαὶ δὲ πεφύκεσαν ἀγχόθι πεῦκαι λεῦκαί τε πλάτανοί τε καὶ ἀκρόκομοι κυπάρισσοι ἄνθεά τ ' εὐώδη ,
τοῦ ἄστεος ἑορτὴν εἰώθασιν ἄγειν ἴστε δήπου τὸν χῶρον : πλάτανοί τέ εἰσι καὶ κυπάριττοι καὶ πηγὴ καλὴ καὶ διαφανὴς
7107084 σαρκες
ἰσχύν : καὶ ὥσπερ οὐκ ἔγνως ποῦ ἐπορεύθησάν σου αἱ σάρκες ἀφανεῖς γενόμεναι , οὕτως οὐκ ἐπίστασαι οὐδὲ πόθεν ἐγένοντο
δαμέντος ῥίζαι σὺν δέ τε φυλλὰς ἀποφθίνει , ἀνδρὶ δὲ σάρκες πυθόμεναι μινύθουσι : λόγος γε μὲν ὥς ποτ '
7054739 πηγαι
, καὶ τὸ δέρμα κρεμάσαι ἐν τῷ ἄντρῳ ὅθεν αἱ πηγαί : διὰ δὲ τοῦτο ὁ ποταμὸς καλεῖται Μαρσύας .
. . . ρλα λε ∠ ʹ : Ζαράδρου ποταμοῦ πηγαί ρλβ λϚ συμβολὴ Κώα καὶ Ἰνδοῦ . . .
7043285 ἀπαρχαι
τῷ 〚 περὶ 〛 Λαΐῳ . ἢ ἀπάργματα αἱ μεγάλαι ἀπαρχαὶ τῶν θυσιῶν , . , , . . α
δὲ χρήματα , πολὺς δὲ κόσμος ἐσθῆτος , πολλαὶ δὲ ἀπαρχαὶ συμπασῶν τεχνῶν δημοσίᾳ κατὰ τοῦ χάσματος ἐρρίφησαν : καὶ
7017584 ἐχιδναι
ἐκλέπουσι πολλόν τι χρῆμα τῶν τέκνων . Αἱ μέν νυν ἔχιδναι κατὰ πᾶσαν τὴν γῆν εἰσι , οἱ δὲ ὑπόπτεροι
Ἐπειδὴ δὲ συνεχῶς τοῖς γεωργοῖς τὰ ἰοβόλα ἐνοχλεῖ θηρία , ἔχιδναι καὶ φαλάγγια καὶ ὄφεις καὶ μυγάλαι ἰοβολοῦσαι , καὶ
7014119 πορφυραι
καὶ σπερματίαν ὠνόμαζον . τήθη , κογχύλια , ὄστρεα , πορφύραι , κήρυκες , κάραβος , ἀστακός , χῆμαι ,
ληφθέντα συνδιαφθείρει καὶ τὰ ἄλλα . Τὰ μικρὰ χημία , πορφύραι καὶ κήρυκες ὅσα τε ἄλλα τῶν ὀστρακοδέρμων σκληρὰν ἔχει
6986144 ἑψηθεισαι
. μόνοις δὲ ὀδοῦσι λυμαίνεται . τοῖς δὲ αἷμα πτύουσιν ἑψηθεῖσαι χρήσιμον ἔδεσμα . εἰ δέ τις προφαγὼν ῥαφανίδα πληγὴν
πλέον ἑψεῖν χρή : κάλλισται δ ' εἰσὶν αἱ δὶς ἑψηθεῖσαι . καὶ ἡ τοῦ ἄρου δὲ ῥίζα παραπλησίως ἐσθίεται
6981680 ἐλαιαι
ἐφ ' ᾧ ἦν ἄρτος , κρέας , τυρός , ἐλαῖαι , ἰσχάδες : καί φησιν ἔσθιε . καλῶς ληφθεὶς
ἐλαίου θερμοῦ ὄντος τοῦ ἡλίου . εἰ δὲ μὴ ὦσιν ἐλαῖαι , ἁπαλοὺς κλάδους τῆς ἐλαίας κόψας , τὸ αὐτὸ
6976522 ὀνομασιαι
τοῦ οὐρανοῦ καὶ τὰ πύρινα πνεύματα . Αὗταί εἰσιν αἱ ὀνομασίαι τῶν ὡρῶν , ἃς ἐποίησεν ὁ θεὸς ἐν ταῖς
δρόμον , τὴν αὐτὴν πορείαν ἰσοχρόνως [ ] , τῆι ὀνομασίαι διαλλάσσων . Στίλβων [ ὁ Ἑρμοῦ ] τὴν ἕλικα
6957547 ἐξορμενιζειν
ὁρμενόεντα : τῶν λαχάνων αἱ ἄνθαι ὁρμενὰ καλοῦσι , καὶ ἐξορμενίζειν τὸ ἐκβλαστάνειν καὶ ἐξανθεῖν ὁρμενόεντα : βεβηκότα καὶ κατὰ
: τῶν γὰρ λαχάνων αἱ ἄνθαι ὄρμενα καλοῦνται , καὶ ἐξορμενίζειν τὸ ἐκβλαστάνειν καὶ ἐξανθεῖν . λέγε οὖν ὄρμενα ,
6934028 δειναι
βουβὼν μεστὸς ἦν καὶ πάντα ἐξῴδει , καὶ ὀδύναι παρηκολούθουν δειναὶ καὶ πυρετὸς ἔστιν ἃς ἡμέρας . ἐνταῦθα οἱ μὲν
' οὐχ ὅσι ' ἔθνηισκες † . ἰὼ ἰώ : δειναὶ μὲν αἱ τότε τύχαι , δεινὰ δὲ καὶ τάδ
6927059 τικτουσιν
λεπτυνόντων , ὥστε μὴ πολλὴν ἀθροίζεσθαι ὕλην παχεῖαν , ἣν τίκτουσιν εἰκότως καὶ ἀθροίζουσιν ἀδδηφαγίαι τε ἄτακτοι καὶ μετὰ τροφὴν
ὁ ὀπωρινὸς καιρός . Καὶ οἱ μὲν ἅπαξ τοῦ ἔτους τίκτουσιν , ὁ δὲ λάβραξ δὶς τίκτει , οἱ δὲ
6921898 παρθενοι
τελεῖν τὰ Θεσμοφόρια . εἰσὶ δὲ τὰ Θεσμοφόρια τοιαῦτα : παρθένοι γενναῖαι καὶ τὸν βίον σεμναὶ κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς
τοῦ Ἕκτορος οὕτω κομῶντος . ὁ δὲ νοῦς : ὅσαι παρθένοι θελήσουσιν ἐκφυγεῖν τὸν ζυγὸν τῶν ἀνδρῶν ἤτοι τὸν γάμον
6920796 μικροτεραι
οἱ φθινοπωρινοί . αἱ δὲ μύες καὶ τῶν μυῶν αἱ μικρότεραι γλυκεῖαι , εὔχυλοι , τρόφιμοι , σωλῆνες , οἱ
μὲν ἄνωθεν μείζους , ὡς ἂν τῇ κεφαλῇ διαρθρούμεναι , μικρότεραι δ ' αἱ κάτωθεν , αἷς περιβέβληκε τὸν δεύτερον
6901158 ἐπληρουντο
ὑπὸ τῶν ὀρῶν χώρας παρεῖχε τὴν αἰτίαν , οὐκ ἂν ἐπληροῦντο αἱ πόρρω δήπου λίμναι τοῦ ποταμοῦ . καὶ τούτου
καὶ τῆς κατὰ τὸν βασιλέα δεισιδαιμονίας ἐνισχυούσης ἀγαθῶν ἐλπίδων ἅπαντες ἐπληροῦντο , καθάπερ θεοῦ τινος αὐτῶν ἡγουμένου . ὁμοίως δὲ
6888192 μιμουμεναι
ὀρφανίας τρυγῶντες οἵ τε ὀρχούμενοι οἵ τε μιμούμενοι αἵ τε μιμούμεναι . Τούτων μὲν οὖν μὴ σφόδρα φαίνου προνοούμενος μηδὲ
ἐνταῦθά που τὴν σύστασιν λαβοῦσαι καὶ αἰσθητῷ προσχρώμεναι παραδείγματι καὶ μιμούμεναι εἴδη τε καὶ κινήσεις τάς τε συμμετρίας ἃς ὁρῶσι
6869991 ὡραι
. Περὶ τῶν εὐλογημένων ὡρῶν τῶν ἡμερῶν : αὗται αἱ ὧραι τῶν ἡμερῶν , ἐν αἷς ὅπερ βούλει ποιεῖσθαι ἔσεται
ἔστωσαν οὖν σοι οἵ τε μῆνες καὶ αἱ ἡμέραι καὶ ὧραι εὔγνωστοι εἰς τὸ ἐπισκέπτεσθαι τὰς ἀνατολάς τε καὶ δύσεις
6857435 γραες
τε ταῦτ ' ἀναρίστητος ὤν περὶ δὲ τὸν πανάθλιον εὕδουσι γρᾶες , Νάννιον , Πλαγγών , Λύκα , Γνάθαινα ,
τε τὸ τοῦ ὀσπρίου χαῦνον : τοιαῦται γὰρ καὶ αἱ γρᾶες : καὶ διὰ τὸ ἐσθίειν φακῆν τὰς γραῦς οὐκ
6856202 τριχες
ὅπου τυγχάνει τοῦ σώματος τὸ κολλῶδες ὂν , ἐνταῦθα αἱ τρίχες γίνονται ὑπὸ τοῦ θερμοῦ . Ἀκούει δὲ διὰ τόδε
καὶ παχύδερμον καὶ τετριχωμένον , καὶ θαυμαστὸν εἶναι πῶς αἱ τρίχες οὕτως ὀξέως ἀλλοιοῦνται . Γίνεται δὲ καὶ βοτάνη τις
6853747 ὀξυταται
δέκα καὶ διηκόσιαι . Καὶ αἱ νοῦσοι οὕτω τοῖς ἀνθρώποις ὀξύταται γίνονται , ἡμερέων παρελθουσέων ἐν τῇσιν ἀνακρίνονται καὶ ἀπέθανον
πονέειν , καὶ αὐταὶ διὰ σφᾶς ἑωυτάς . Ἐν φθινοπώρῳ ὀξύταται νοῦσοι καὶ θανατωδέσταται , τὸ ἐπί - παν :
6830739 ἀνθαι
ἄρκτιον : εἶδος βοτάνης * ὁρμενόεντα : τῶν λαχάνων αἱ ἄνθαι ὁρμενὰ καλοῦσι , καὶ ἐξορμενίζειν τὸ ἐκβλαστάνειν καὶ ἐξανθεῖν
τὸ ἓν ἐπὶ παντὸς ἀμαθῶς : τῶν γὰρ λαχάνων αἱ ἄνθαι ὄρμενα καλοῦνται , καὶ ἐξορμενίζειν τὸ ἐκβλαστάνειν καὶ ἐξανθεῖν
6822433 μυρικαι
τρέψε φλόγα παμφανόωσαν . καίοντο πτελέαι τε καὶ ἰτέαι ἠδὲ μυρῖκαι , καίετο δὲ λωτός τε ἰδὲ θρύον ἠδὲ κύπειρον
τεῖδε καθίξας , ὡς τὸ κάταντες τοῦτο γεώλοφον αἵ τε μυρῖκαι , συρίσδεν ; τὰς δ ' αἶγας ἐγὼν ἐν
6816104 χλωραι
Ἰνδικὴ καὶ ὁ μελάγχλωρος τροχίσκος καὶ ἡ Ἀθηνᾶ καὶ αἱ χλωραὶ ἀνιέμεναι . Ἀνακαθαῖρον ἰσχυρῶς . Ἀμόργης ἑφθῆς , μέλιτος
μέρη ξηρά : τούτων αἱ ῥάβδοι εὑρέθησαν τὸ πλεῖστον μέρος χλωραὶ καὶ παραφυάδας ἔχουσαι καὶ καρπὸν ἐν ταῖς παραφυάσιν ,
6794146 μητραι
ἐν οἴνῳ διεὶς κεκρημένῳ , πίνειν διδόναι . Ἢν αἱ μῆτραι μὴ κατέχωσι τὴν γονὴν , μόλυβδον καὶ λί -
δέονται καὶ κλυσμῶν καὶ θυμιημάτων . Ἢν δὲ λειανθέωσιν αἱ μῆτραι , τὰ ἐπιμήνια πλείω γίνεται καὶ κακίω καὶ ὑγρότερα
6787380 προειρημεναι
καὶ [ Γαλλίαν ] Ναρβωνησίαν . Ἀλλ ' αἱ μὲν προειρημέναι τρεῖς ἐπαρχίαι προσοικοῦσι τῷ ὠκεανῷ πρὸς τὰς ἄρκτους ἐστραμμέναι
παρ ' ἑκάτερα δὲ τοῦ ποταμοῦ αἱ διατριβαί εἰσιν αἱ προειρημέναι καὶ αἱ ἀνάπαυλαι . διὰ μέσων δὲ τῶν Τεμπῶν
6784209 ἱερειαι
Ἀττικὸν καὶ γνήσιον , ἐξ οὗ ἐγίνοντο τῆς Ἀθηνᾶς αἱ ἱέρειαι . Ἐξ ὅτου . Ἀντὶ τοῦ ἀφ ' οὗ
φύς , ἃς ἐφ ' ἑκάστοις τοῖς γάμοις εὔξονται καὶ ἱέρειαι καὶ ἱερεῖς καὶ σύμπασα ἡ πόλις ἐξ ἀγαθῶν ἀμείνους
6782712 θαλαττιαι
ἄλλων ἁπάντων οἱ τῇδε ἰχθῦς ἐν σκέπῃ εἰσίν . Αἱ θαλάττιαι βελόναι λεπταὶ οὖσαι καὶ χωρητι - κὴν ἐμβρύων μήτραν
ὕδατι , ἐφολκὰ τῶν ἰχθύων τούτων ἐστίν . Χῆμαι δὲ θαλάττιαι ζῷόν εἰσι καὶ αὗται διάφορον : αἳ μὲν γὰρ
6782110 ἀρρενες
καὶ τἆλλα σκεύη ποιοῦνται . ἔπειτα τῶν καρπίμων οἱ μὲν ἄρρενες αἱ δὲ θήλειαι : διαφέρουσι δὲ ἀλλήλων , καθ
θνητὰς ἐτράπου , ἅπαντες μεμίμηνταί σε , καὶ οὐχ οἱ ἄρρενες μόνον , ἀλλ ' , ὅπερ αἴσχιστον , καὶ
6779266 λευκαι
πώγωνας ἔχειν . σηπίαις : ἀπρόσλογος δὲ ἡ εἰκασία . λευκαὶ γὰρ αἱ σηπίαι . . ἐσταθευμέναις δὲ , ἐξ
καὶ ἀριθμεῖν τὰς ψήφους : καὶ εἰ εὑρεθείησαν πλείους αἱ λευκαὶ , εὐδαιμονίζειν τὸν ἀπογενόμενον . Ὅθεν παροιμιασθῆναι , τὴν
6771720 ἰσχυροτεραι
ὁ κανὼν , ὡς αἱ ἄτεχναι πίστεις τῶν ἐντέχνων εἰσὶν ἰσχυρότεραι : ὁ νόμος οὖν ἄτεχνός ἐστι πίστις , καὶ
παντάπασιν ἀπαλλάττεσθαι ἢ ὀλίγαι λείπεσθαι καὶ ἀσθενεῖς , τῶν δὲ ἰσχυρότεραι καὶ πλείους . Λέγεις δὲ καὶ τίνας , ἔφη
6757119 ἰδιοτητες
σφραγῖσι διαφόροις , δοκίμοις δὲ πάσαις τετυπωμένα , ὧν αἱ ἰδιότητες ἀναμιχθεῖσαι καὶ ἀνακραθεῖσαι μουσικὴν συμφωνίαν ἐργάσονται . τὴν γὰρ
προσπλέκηται καὶ ἀποτείνηται πρὸς ἕτερον , ἄλλαι τε ἐνέργειαι καὶ ἰδιότητες ἐνορῶνται , καὶ δὴ καὶ ἡ γνῶσις . Διὸ
6751869 μαιαι
ἔτι αὐτὴ κυισκομένη τε καὶ τίκτουσα ἄλλας μαιεύεται . Αἱ μαῖαι , μέχρι δύνανται κυίσκεσθαι καὶ τίκτειν , οὐ μαιεύονται
| καὶ θάλπους ἐγγινομένας τοῖς σώμασι ζημίας , οὗ χάριν μαῖαι καὶ μητέρες , αἷς ἀναγκαία φροντὶς εἰσέρχεται τῶν γεννωμένων
6750983 ἀκριδες
τοῦ ὧδε Δωρικῶς τροπῇ τοῦ ω εἰς α . καὶ ἀκρίδες : ἀκρίδες λέγονται τὰ πωλία τὰ καθήμενα εἰς τὰ
ἡμιόνους , τοὺς πιστεύοντας αὐτῷ , οὐδ ' ὅσον αἱ ἀκρίδες τὸν νοῦν ἔχοντας . Ἐγὼ δέ , ὦ πάτερ
6744298 στηριγμοι
κίνησιν ποιοῦνται προσθετικοὶ τοῖς ἀριθμοῖς γινόμενοι , ὅθεν οἰκείως ἐκλήθησαν στηριγμοί . ὁ μὲν οὖν πρῶτος ἀπὸ τοῦ ἑστάναι τοὺς
κατὰ τοὺς αὐτοὺς ἀστέρας μένουσιν , οἳ δὴ καὶ καλοῦνται στηριγμοί . Τοιαύτης δ ' ὑπαρχούσης περὶ αὐτοὺς τῆς κινήσεως
6732660 πετραι
καὶ πέτραις ἐμπέδοις καὶ στερεαῖς . εἰσὶ γὰρ ἐν ὄρεσι πέτραι εὔθραυστοι καὶ σομφώδεις . τὸ σὸν γὰρ ἄνθος :
καὶ τῶν πτωμάτων . πέτραι ἐξανέχουσαι τῆς θαλάσσης . θαλάσσιαι πέτραι . θαλάσσιοι . καὶ ἀτάκτως . ἐκωπηλατεῖτο . στρατεύματος
6725470 ἁλκυονες
ἐν ἁλὶ κύειν . Ἀντίγονός φησιν , ὅταν γηράσωσιν αἱ ἁλκυόνες , κηρύλους καλεῖσθαι . Ἀριστοτέλης δὲ διῄρησεν ἁλκυόνα καὶ
Νηρηΐδων . . . Λευκοθέαν , Παλαίμονα , Ἀφροδίτην . ἁλκυόνες οὖν ἐκλήθησαν παρὰ τὸ ἐν ἁλὶ κύειν . Ἀντίγονός
6719226 ὠδινες
οἰκείων : Εἴπ ' , ὦ μάμμη , ὅτ ' ὤδινες καὶ ἔτικτές με , τίς ἡμέρα ; καὶ ὑπὲρ
οὖν πηγῶν ἀρυσάμενος πολλὴν ναμάτων φορὰν ἤδη πρὸς ἀκρόασιν θείων ὤδινες ἀκουσμάτων καὶ φοιτήσας ἐς διδασκάλου γέμοντος μὲν εἰκότως παιδείας
6714966 ἑψηθωσιν
ἐκ τῶν ὀρεινῶν μᾶλλον ληφθεῖσαν τόπων . ἐπειδὰν οὖν καλῶς ἑψηθῶσιν αἱ βοτάναι καὶ πᾶσαν αὐτῶν ἀπολύσωσι τὴν δύναμιν ,
τὰ τοιαῦτά ἐστιν , ὅταν εἰς τὸ ἥμισυ τοῦ ὕδατος ἑψηθῶσιν αἱ κωδύαι . καὶ διὰ τοῦ γλυκέος δὲ σιραίου
6709427 κριθαι
δεῦρο . „ τοῦτο δ ' ἐστὶ τί ; ” κριθαί . ” τί οὖν , ἀπόπληκτε , περιπλοκὰς λέγεις
διαρρήξας θείῃ πεδίοιο . ἢ ἀπὸ τοῦ ἀκοσταί , αἱ κριθαί , παρὰ τὸ ἄκος ἐμποιεῖν τοῖς ὀστέοις , ἵν
6704730 συμφωνιαι
αἰσθητῶν ἤπερ τὰ ἄκρατα , οἷον ἐν ψόφοις μὲν αἱ συμφωνίαι , ἐν χυμοῖς δὲ οἱ μεμιγμένοι , καὶ τῶν
ψυχῆς καὶ σώματος , ἀληθὲς ἄρα καί , ὅτι αἱ συμφωνίαι πᾶσαι κατ ' αὐτὸν τελοῦνται . πεντὰς πρώτη περιέλαβε
6701532 κυουσαι
σὺν αὐτοῖς θῆλυ : τὸν δὲ ἕτερον , ἔνθα ἀποτίκτουσι κύουσαι μύρμηκες , οἱονεὶ γυναικῶνα : τρίτον δ ' ἕτερον
τὰς σφοδρὰς παύει , ὑφ ' ὧν μάλιστα ταλαιπωροῦσιν αἱ κύουσαι . ὃ δὲ χρὴ οὐδὲν ἧσσον [ δεδωκέναι ἢ
6699881 ἀποριαι
συνήθειαν λέξεων εἴδησις . μένουσι δὲ καὶ τούτοις αἱ αὐταὶ ἀπορίαι : οὔτε γὰρ πάντων τῶν παρὰ ποιηταῖς λεγομένων δύναται
τὰ παρ ' ἐμοῦ , μετὰ ταῦτα ἴσως ἄλλαι σε ἀπορίαι λήψονται . πέμψεις οὖν αὖθις , ἂν ὀρθῶς βουλεύῃ
6698720 ληκυθοι
: Τὰ σενδούκια . πλήρη : Γεγεμισμένα . . 〚 λήκυθοι δὲ τὰ ἐλαιοδόχα ἀγγεῖα . 〛 τὸ φρέαρ :
. τὸ φρέαρ δ ' ἐλαίου μεστόν : αἱ δὲ λήκυθοι μύρου γέμουσι , τὸ δ ' ὑπερῷον ἰσχάδων .
6697699 Ὠκεανιδες
] μαλακαῖς , ἠρέμα γὰρ ἐπέτοντο ὡς παρθένοι πτερύγων ] Ὠκεανίδες πτερωταὶ γὰρ ἦσαν ῥιπαῖς ] ὁρμαῖς ὑποσυρίζει ] ὑπηχεῖ
ἐπιρρήματα . τίς ἀχώ , τίς ὀδμά : Ἴσως αἱ Ὠκεανίδες εὐωδίας ἔπνεον . αἰσθητὴ δὲ ἡ ὀδμή , οὐχ
6692832 ϲαρκεϲ
τοῦ αἵματοϲ # δ καὶ ϲυνέψει , ἕωϲ διαλυθῶϲιν αἱ ϲάρκεϲ τοῦ ἰχθύοϲ ἢ φρυγῶϲιν , εἶτα ϲειρώϲαϲ ἐπίβαλλε τῷ
τοῦ νοϲήματοϲ : ξηραὶ δὲ καὶ πυκναὶ τοῖϲ μελαγχολῶϲι αἱ ϲάρκεϲ . ἄλειμμα λιπαρὸν ἅμα τρίψιοϲ εὐαφοῦϲ , πολλῷ τῷ
6691413 τριχεϲ
ἥβη καὶ γένειον ψιλά : εἰ δὲ καὶ ἐπιμίμνοιεν παῦραι τρίχεϲ , ἀπρεπέϲτεραι τῶν ἀποιχομένων . δέρμα τῆϲ κεφαλῆϲ κατερρωγὸϲ
τε βλαβήϲεται πρὸϲ ἁπάντων τῶν ἔξωθεν . τοῖϲ τοιούτοιϲ αἱ τρίχεϲ τῆϲ κεφαλῆϲ βρέφεϲι μὲν οὖϲιν ὑπόπυρροι , παιϲὶ δὲ
6685982 γερανοι
πορείας ἔχονται . οὕτω μὲν δὴ θερίζουσί τε καὶ χειμάζουσι γέρανοι : σοφίαν δὲ ἥγηνται ἄνθρωποι θαυμαστὴν τοῦ Περσῶν βασιλέως
αὐτὸν λειμῶνα ἐνέμοντο . ἐπιφανέντων δὲ αὐτοῖς θηρευτῶν αἱ μὲν γέρανοι ἐλαφραὶ οὖσαι ἀπέπτησαν , οἱ δὲ χῆνες μείναντες διὰ
6683733 κρατισται
δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην , κράτισται . Ὅκου μὲν κάτοξυ τὸ νούσημα , αὐτίκα καὶ
οὐχ ὅτι κρατίστους ἔχουσι παῖδας , ἀλλ ' ὅτι αὐταὶ κράτισται παῖδές εἰσι : νέαι γάρ . αἱ κράτισται τῶν
6681581 χαριτες
γὰρ θεοὶ ἐν ἀμφοτέραις ἴσοι , ὥστ ' ἐπεὶ αἱ χάριτες θεαί , ἴσαι ἀποκείσονταί σοι παρ ' ἀμφοτέραις .
. καὶ διὰ τοῦτο τὸ δάνεισμα νόμοι τε παραβαίνονται καὶ χάριτες πονηραὶ δίδονται , καὶ νίκας καὶ ἥττας οὐ συμβαινούσας
6680326 ἀπορροιαι
ταῖς γυναιξὶ τοὺς ἄνδρας : πρὸς γὰρ τῷ ἀσχήμονι καὶ ἀπόρροιαί τινες ἐκ τῶν γυναικείων σωμάτων καὶ περιττώματα χωροῦσιν ,
, οὐ γὰρ τὰς Ἡσιόδου καλουμένας Ἠοίας ἔσπευδον γράφειν , ἀπόρροιαί τινες , ὥσπερ ἀστέρων περιελείφθησαν , καὶ εἰς φιλοσοφούντων
6675621 ἀλκυονες
ἐπ ' ἀκροτάτοις ἱζάνοισι ποικίλαι πανέλοπες , αἰολόδειροι λαθιπορφυρίδες καὶ ἀλκυόνες τανυσίπτεροι . ἐν ἄλλοις δέ φησιν : αἰεί μ
ἁλιπορφύρου τι ἄνθος ἔχει . περιθέουσι δ ' αὐτὸν καὶ ἀλκυόνες ὁμοῦ μὲν ᾄδουσαι τὰ τῶν ἀνθρώπων , ἐξ ὧν
6671268 ἐμπλαστροι
Περὶ συρρήξεως ἥπατος . Συρρήξεως δὲ γενομένης ἐν ἥπατι , ἔμπλαστροι ἀναξηραντικαί , ἥ τε Ἱκεσίου , ἡ δι '
χρηστέον , καὶ κηρωταῖς ταῖς διὰ μυρσίνων σκευασθείσαις , καὶ ἔμπλαστροι δὲ ἁρμόδιοι , αἱ διὰ τῆς αὐτῆς ὕλης ἐσκευασμέναι
6667598 χαιρετωσαν
ἀντὶ τοῦ ἥντινα ναῦν ἐτέλεσαν αἱ τοῦ σιδήρου πληγαί , χαιρέτωσαν , ὡς ἀπαιδεύτως ἔχοντες κατὰ τοῦτο . Ὅτι δὲ
σημαντική ἐστιν ἢ ἄσημος . ἀλλ ' αἱ μὲν ἄσημοι χαιρέτωσαν : γραμματικοῖς αὗται μελήσουσιν , παρ ' οἷς οὐδὲν
6664862 χελωναι
, ἑλεπόλεις , μηχαναί , καὶ καταπάλται Μακεδονικοί , καὶ χελῶναι . χρεία δ ' εἰς τοὺς πολέμους σκευοφόρων μὲν
βάρος ἔχειν πολύ . αἱ δ ' ἐπὶ τῶν λέμβων χελῶναι κατασκευάζονται περιφερεῖς ἄνωθεν ἐκ σανίδων ἰσχυρῶν συμπηγνύμεναι , ὑπόφαυσιν
6664725 σαλπιγγες
' αἷς οἱ λόγοι ποιμαίνονται . νυνὶ γὰρ Μουσῶν ἠχοῦσι σάλπιγγες , ναυτῶν δὲ λήγει κελεύσματα : καὶ τέττιγες μὲν
ἀρίστους ἔστησαν ἐπὶ τῶν λόφων . ἅμα δ ' αἱ σάλπιγγες παρ ' ἀμφοτέροις ἐσήμαινον καὶ τὰ στρατόπεδα συνῄεσαν εἰς
6660662 θυσιαι
θυσία : θυηλαὶ οὖν αἱ ἀπαρχαὶ τῶν θυσιῶν ἤγουν αἱ θυσίαι . Φιλόχορος Γῆς παῖδας εἶναι Θυηλάς , † ἃς
' ἔρχεται ? [ Ναξόθεν ] λιπαροτρόφων ? ? ? θυσίαι [ μήλων ] Χαρίτεσσι μίγδαν Κύνθιον ] ? παρὰ
6659264 καμηλοι
τὸ δεξόμενον ; κἀνταῦθα οἷς ἦσαν ὄνοι καὶ ἡμίονοι καὶ κάμηλοι , σεμνοί τε καὶ τὰς ὀφρῦς ἐν τῷ μισθοῦν
, ἃ ηὗρε πλέον ἢ ἑβδομήκοντα τάλαντα , καὶ αἱ κάμηλοι δὲ τότε ἐλήφθησαν , ἃς Ἀγησίλαος εἰς τὴν Ἑλλάδα
6651398 χωραι
ἔθνος Ἰταλίας . Ἀρτεμίδωρος τετάρτῳ γεωγραφουμένων . Φρυγία , δύο χῶραι . Στράβων ” Φρυγία τε γὰρ ἡ μὲν καλεῖται
| καὶ τὸ ἀπορούμενον οὐκ ἀφανὲς διὰ τί αἱ ψυχειναὶ χῶραι καὶ αἱ θερμαὶ σιτοφόροι καθάπερ ἡ Θρᾴκη καὶ ὁ
6645377 σφαιραι
. Πρὸς γὰρ τοῦτο τὸ ἓν κλίμα καὶ αἱ κρικωταὶ σφαῖραι κατασκευάζονται καὶ αἱ στερεαί , τῶν ἀρκτικῶν μόνων μεταπιπτόντων
μὴ , ἐπίδεσις μὲν οὐκ ἐπιτήδειον , διάτασις δὲ , σφαῖραι ποιηθεῖσαι , οἷαι πέδαις , ἡ μὲν παρὰ σφυρὸν
6636839 ἐλθουσαι
ΓΔ . Ἀλλὰ δηλονότι μέχρι τῶν Κ , Λ περάτων ἐλθοῦσαι στήσονται καὶ ἐφ ' ἑαυτὰς ἀνακλασθήσονται . . .
ἀρχαὶ πλὴν βουλῆς καὶ πρυτάνεων εἰς τὸ τοῦ Ἀπόλλωνος ἱερὸν ἐλθοῦσαι φερόντων ψῆφον κρύβδην , τῶν νομοφυλάκων ὅντιν ' ἂν
6633486 γαλαι
μύες καθ ' ἑαυτοὺς τοιαῦτα : Οὐ παρὰ λόγον ἡμᾶς γαλαῖ ἡττῶσιν : οὐ γὰρ κτώμεθα ἄνακτα ὥσπερ αὕται ,
μυωπίας παρεισρεῖ . Φθείρουσι δ ' αὐτοὺς καὶ αἱ ἄγριαι γαλαῖ . Ἔστι δέ τις αὐτῶν καὶ ἀφανὴς καὶ ἀθρόα
6627409 πτερυγες
τῷ τοῦ Ἀνδρέου ὀργάνῳ . καὶ αἱ ἐν τῷ ὀργάνῳ πτέρυγες δράκοντος καθηλωμέναι χελῶναι τύλων χρείας ἐπέχουσιν : ἰδίως δ
σίμβλων τοῦ κηρίου καὶ ἦσαν λευκαὶ ὡσεὶ χιὼν καὶ αἱ πτέρυγες αὐτῶν ὡς πορφύρα καὶ ὡς ὑάκινθος ⌈ καὶ ὡσεὶ
6602978 τροφοι
, οἷα δή που [ καὶ ] φιλοῦσι καὶ αἱ τροφοὶ καὶ τῆθαι δρᾶν ποιῶν ὡς ἄνθρωπος ὁ ἐλέφας .
γενέσεως αἷμα . κατέχουσι δὲ τὸ ἄντρον ἱεραὶ μέλιτται , τροφοὶ τοῦ Διός . εἰς τοῦτο παρελθεῖν ἐθάρρησαν Λάιος καὶ
6601121 τιτθαι
ἃ ὑπόκειται τῇ τῶν διδόντων ἐξουσίᾳ . Γ ὥσπερ αἱ τίτθαι : τίτθας καλοῦμεν τὰς τοῖς τιτθίοις καὶ τῷ γάλακτι
τοῦ ψεύδεσθαι : τοιοῦτοι γὰρ οἱ Κρῆτες . Καθάπερ αἱ τίτθαι σιτίζεις κακῶς . Κατόπιν ἑορτῆς ἥκεις : ἐπὶ τῶν
6599396 ἀγριαι
λελυμέναι . ἐδοκοῦ - σαν δέ μοι αἱ γυναῖκες αὗται ἄγριαι εἶναι . ἐκέλευσε δὲ αὐτὰς ὁ ποιμὴν ἆραι τοὺς
οὕτως Εὔπολις . στρουθίζων : τρίζων . Ἀριστοφάνης . στρουθοὶ ἄγριαι : αἱ στρουθοκάμηλοι . στρωματόδεσμα : οὐδετέρως Ἀττικοί ,
6586358 φαγουσαι
τοὺς τόπους ὅπου πυκνῶς διέρχονται διάσπειρον : ἢ γὰρ τεθνήξονται φαγοῦσαι , ἢ φεύξονται . φασὶ δέ , ὅτι εἴ
ἢν τοὺς καρποὺς ἀκρίδων ἔδηται πλῆθος : ὅτι τὰς μὲν φαγοῦσαι , τὰς δὲ καὶ διὰ μόνης σκιᾶς ἀναιροῦσαι ,
6580337 βαρειαι
ἐκ τῶν ἐνόντων ἀνελάμβανε . διεφθάρατο δ ' αὐτῷ νῆες βαρεῖαι μὲν ἕξ , κουφότεραι δὲ ἓξ καὶ εἴκοσι ,
ὥσπερ θεαταὶ τοῦ πάθους γεγόνατε . ἀλλὰ τί δράσω ; βαρεῖαι μὲν αἱ τῶν νεφρῶν ὀδύναι καὶ ὀξεῖαι , ὑμεῖς
6573771 ἐλαφοι
τούτῳ καὶ ἡ δειλία τῶν φύσει αἱρετῶν ἐστιν , ἐπεὶ ἔλαφοι καὶ λαγῲ καὶ ἄλλα πλείονα ζῷα φυσικῶς ἐπ '
τὸ τῶν ἐλάφων πάσχομεν : ὅτε φοβοῦνται καὶ φεύγουσιν αἱ ἔλαφοι τὰ πτερά , ποῦ τρέπονται καὶ πρὸς τίνα ἀναχωροῦσιν
6563837 δορυφοριαι
ἰσοσκελῆ γραμμὴν τὴν ἀκτῖνα βαλών : πᾶσαι δὲ αἱ τρίγωνοι δορυφορίαι ἀμείνονες τῶν τετραγώνων καὶ διαμέτρων , αἱ δὲ ἑξάγωνοι
. Τότε δὲ αἱ πρὸς τὸν Ἥλιον γινόμεναι τῶν ἀστέρων δορυφορίαι ἐνεργεῖς καὶ ἰσχυρότεραι ὑπάρχουσιν , ὅταν ἐν τῷ αὐτῷ
6563332 ζωαι
Πίνδαρος προστρατεύεταί τι λέγων ὅτι δίδυμαι ἦσαν ζωαί . δίδυμαι ζωαί : ζώσας αὐτὰς εἶπε διὰ τὴν κίνησιν . ἔστι
λογικὴν ψυχὴν οὐχ ἡ φύσις εὐθὺς καὶ τὰ σώματα ἀλλὰ ζωαί τινες ἕτεραι , ἃς ἐντελεχείας φασὶν εἶναι , ἀχωρίστους
6560013 τικτουσι
: διὸ καὶ αἱ χειμεριώταται τῶν ὡρῶν ἀλκυονίδες λέγονται . τίκτουσι δὲ οἱ μὲν θαλάσσιοι τῶν ὀρνίθων ὑπόχλωρα τὰ ᾠά
κεστρεῖς καὶ χρυσόφρυας μάλισθ ' οὗ ἂν ποταμοὶ ῥέωσι . τίκτουσι δὲ χειμῶνος καὶ τίκτουσι δίς . Ἱκέσιος δέ φησιν
6552117 ὀδμαι
δ ' ἀπὸ τῶν συμπτωμάτων αὖτε ὑπάρχοντα βορβορώδεις τέ εἰσιν ὀδμαὶ καὶ ἑλώδη ὕδατα , τῶν μὲν λίθους γεννώντων ,
φθινοπώρου , ἤμεσε χολὴν μέλαιναν ἡ Εὐμένεος : καὶ αἱ ὀδμαὶ δὲ πρόδηλοι : καὶ οἱ φρικώδεες πυρετοί : καὶ
6534411 θεραπειαι
αὐτοῦ πάντα μέρη τῆς ἀσκήσεως , ἀναγνώσεις , μελέται , θεραπεῖαι , τῶν καλῶν μνῆμαι , ἐγκράτεια , τῶν καθηκόντων
καὶ παντοῖοι , ὥϲπερ καὶ τὰ νοϲήματα καὶ τούτων αἱ θεραπεῖαι . εἰϲὶν δὲ ὀξύτατοι μέν , ὅϲοιϲιν ἢ ἐκψύχουϲι
6533341 ἀμυγδαλαι
ἀλλ ' ἐκ τοῦ μέσου λαμβάνειν . Φυτεύονται δὲ αἱ ἀμυγδαλαῖ καὶ ἀπὸ σπέρματος , καὶ ἐξ αὐτοῤῥίζων , καὶ
ἰσχυρότερος ὤν , ὃ καὶ θαυμαστὸν ἦν : αἱ δὲ ἀμυγδαλαῖ τὸ πάμπαν ἀπαθεῖς : ἀπαθεῖς δὲ καὶ αἱ μηλέαι

Back