. καλεῖται δὲ αὐτῶν ἡ πυκνή τε καὶ συνεχὴς νῆξις βόλος , καὶ πεντήκοντα ἁλιάδας πολλάκις ἐπλήρωσεν εἷς βόλος ,
, βόλος κυβευτικός . Κρατῖνος . καθ ' ἑτέρους δὲ βόλος φαῦλος κυβευτικός . καὶ ποπάνου εἶδος , ἐν ᾧ
7109584 ἐχθροτατος
ἔχθιστος : ἔχθιστος : . . . παρὰ τὸ ἐχθρὸς ἐχθρότατος ἐχθρίων καὶ ἀποβολῇ τοῦ ρ ἐχθίων ἔχθιστος . .
ἄγαν καὶ δυσπρόσορμος ἀλίμενός τε παντελῶς παρατέταται , ταῖς ναυσὶν ἐχθρότατος τόπος . Εἶτ ' εὐλίμενος ἄκρα συνάπτει Θυνιάς ,
7046580 Παλαιμων
ὁ δὲ Μελικέρτης μετεβλήθη εἰς δαίμονα : ἔστι δὲ οὗτος Παλαίμων . χορεύουσαι τοίνυν ποτὲ αἱ Νηρεΐδες ἐπεφάνησαν τῷ Σισύφῳ
ἀγάλματα δὲ ἐν αὐτῷ Ποσειδῶν καὶ Λευκοθέα καὶ αὐτὸς ὁ Παλαίμων . ἔστι δὲ καὶ ἄλλο Ἄδυτον καλούμενον , κάθοδος
6978415 θαπτεται
παρ ' ᾧ βραχύν τινα ἡμερῶν ἀριθμὸν ἐπιβιοὺς ἀποθνήσκει καὶ θάπτεται ὑπ ' αὐτοῦ . τῶν δὲ σὺν ἐκείνῳ φυγάδων
ἐπὶ τῆς Ἀλκήστιδος ὅτι ἐὰν γενομένη γραῦς ἀποθάνῃ , πλουσίως θάπτεται : ὁ δὲ καθόλου ἔλαβε καὶ φησί : τὸν
6949006 Περσικος
φροντίσαι μή τι πάθωσιν . ὁ τοῦδε τοῦ ἀνδρὸς δρόμος Περσικός ἐστι : τοῦτο γὰρ δηλοῖ τὸ Περσικὸν πρέπει μαθεῖν
ἂν εἰ ἔλεγεν : ὑμᾶς οὓς οὐχ εἷλε πλοῦτος ὁ Περσικός , οὐ Λακεδαιμόνιοι μεγάλα ὑπισχνούμενοι . τὸ δὲ νομίζω
6942829 Ἀχερων
τοῦ Πάδου καὶ τῶν Ἄλπεων . τὸ ἐθνικὸν Ἀχερραῖος . Ἀχέρων , Ἀχέροντος , Ἀχερούσιος Ἀχερουσία Ἀχερούσιον . ἔστι καὶ
κατέσχον , ὡς Ἔφορος ἱστορεῖ . παραρρεῖ δὲ αὐτὴν ὁ Ἀχέρων ποταμός . Ἀχέρων δὲ παρὰ τὰ ἄχεα εἴρηται .
6922883 ἱρος
εἵνεκα φῶς ἔλαχε καὶ τιμὴν ἡ νὺξ αὕτη , ἔστι ἱρὸς περὶ αὐτοῦ λόγος λεγόμενος . Ἐς δὲ Ἡλίου τε
ἐστι ἐν εἰρινέοισι εἵμασι θαφθῆναι . Ἔστι δὲ περὶ αὐτῶν ἱρὸς λόγος λεγόμενος . Καὶ τάδε ἄλλα Αἰγυπτίοισί ἐστι ἐξευρημένα
6914171 Μινυειος
ἦσαν δὲ Ἑρμιὼν Ἐπίδαυρος Αἴγινα Ἀθῆναι Πρασιεῖς Ναυπλιεῖς Ὀρχομενὸς ὁ Μινύειος : ὑπὲρ μὲν οὖν Ναυπλιέων Ἀργεῖοι συνετέλουν , ὑπὲρ
ὁ πολύμηλος ὁ ἐν Ἀρκαδίᾳ . ὁ δὲ τόπος Ὀρχομενὸς Μινύειος οὕτως ἐκλήθη ἀπὸ Μινύου τοῦ Ποσειδῶνος παιδὸς καὶ Καλιρρόης
6897690 ὀτλος
τε βαρύτονον καὶ τὸ περισπώμενον : ὀπτὴρ ὁ σκοπός : ὄτλος ὁ μόχθος , ὁ πόνος : ὄτλημα ἡ κακοπραγία
καὶ πλεονασμῷ τῆς αλ συλλαβῆς ὀτραλέως . . , : ὄτλος : παρὰ τὸ τλῶ , τὸ κακοπαθῶ , ῥηματικὸν
6845686 σολος
κατὰ συστολὴν τοῦ ω εἰς ο καὶ πλεονασμῷ τοῦ λ σόλος . παρὰ τὸ ὅλον σεύεσθαι ὡς στρογγύλον . οὕτω
οὕτως μεταφράζει : σμῶδιξ τὸ ἀπὸ τῆς πληγῆς οἴδημα . σόλος Ψ . . . . , : σόλος :
6834538 Αἰθιοπικος
αὐτοῦ τὸ μὲν ἀνατολικώτερον Ἐρυθρὰ θάλασσα , τὸ δὲ δυτικώτερον Αἰθιοπικὸς ὠκεανὸς προσαγορεύεται . Τῶν δὲ λοιπῶν δύο κλιμάτων τὸ
λυγκία δʹ , ἄρκηλοι γʹ , καμηλοπάρδαλις μία , ῥινόκερως Αἰθιοπικὸς αʹ . ἑξῆς ἐπὶ τετρακύκλου Διόνυσος περὶ τὸν τῆς
6832909 Μεγας
γʹ ιβ Σεβαστικὸν ἢ Σαβαστρικὸν στόμα ξε ∠ ʹ ιϚ Μέγας αἰγιαλός . . . . . . . .
ἔπος ἐν τοῖς λόγοις : “ ἦν βασιλεὺς Ἀντίοχος ὁ Μέγας . ” τοιάδε μὲν δὴ καὶ Ῥωμαῖοι περὶ σφῶν
6824659 Ἐλευσις
. Πειραιεύς : πόλις Ἀττικῆς καὶ λιμήν . Ἐλευσῖνι . Ἐλευσίς : δῆμος καὶ πόλις Ἀττικῆς . ἐντέτηκε . ἐγκεκόλληται
ἀνετίθεσαν καὶ ὡσανεὶ λιτανεύουσαι ἀπήρχοντο εἰς Ἐλευσῖνα . ἡ δὲ Ἐλευσίς ἐστι λιμὴν τῆς Ἀττικῆς . ἡ δὲ μελίτεια εἶδος
6788887 καταντης
νοεῖται , ἀνάντης μὲν τοῖς ἀνιοῦσι δι ' αὐτῆς , κατάντης δὲ τοῖς κατιοῦσιν , οὕτως ἡ αὐτὴ δύναμις κατ
ἀλλήλοις ἀφίκωνται , δέχεταί τις ἀμφοτέρους χώρα κοινὴ κοίλη καὶ κατάντης . καὶ κύκλος μὲν ἀκριβής ἐστιν αὐτῆς τὸ ἄνω
6782102 ἀνακειμενος
ἔκτισεν , ὅθεν ἐστὶν ὁ Καλλίμαχος . κόραξ : ὡς ἀνακείμενος τῷ Ἀπόλλωνι ὁ κόραξ . ἡμετέροις βασιλεῦσι : τῷ
ἑταῖρός φησιν : ἀνάκεισο . Φιλιππίδης : καὶ δειπνῶν ἀεὶ ἀνακείμενος παρ ' αὐτόν . καὶ ἐπάγει : πότερον ἀνδριάντας
6768348 σωκος
σῶκος : ἐπίθετον Ἑρμοῦ : καὶ ὁ μὲν Ἀπίων ἀποδίδωσι σῶκος σάοικος σωσίοικος , ἔνιοι δὲ σόωκος ὁ ὠκέως σοούμενος
τὸ ἰσχύειν , ἐξ οὗ καὶ σῶκος ὁ ἰσχυρός : σῶκος ἐριούνιος . . . . , . ἄντυξ :
6748422 ἀπληρωτος
ὅθεν καὶ ἄλσος , τὸ εὐαυξὲς χωρίον . ἢ ὁ ἀπλήρωτος καὶ ἀκόρεστος , ὥς φησιν ὁ ποιητής : μετὰ
θεόν , ποικίλος καὶ πολυειδὴς περί τε ὀσμὰς καὶ γεύσεις ἀπλήρωτος , ἔτι δὲ οἶμαι περὶ πάντα μὲν ὁράματα ,
6746453 Καππαδοκης
Τεκτοσάγης εὐθεῖα καὶ Τεκτο - σάγαι : ὡς γὰρ Καππάδοκος Καππαδόκης , οὕτω Τεκτόσαγος Τεκτοσάγης . Τελαμών , πόλις Τυρρηνίας
ὅτι Καππαδόκης . ἀλλὰ καὶ τοῦ πρώτου γένους οὗτος ὁ Καππαδόκης : δεύτερον τοῦτο κέρδος . ἀλλὰ καὶ γράμματα τοῦ
6736017 φαλος
. φάλος Γ . . . . . , : φάλος : τὸ λάμπρυσμα τῆς περικεφαλαίας . . . εἴρηται
μὲν εἰς τὸ ὑπαύξοιτο μετέφρασεν , ὁ δὲ ὑπογεννῷτο . φάλος Γ . . . . . , : φάλος
6730788 λιθωδης
. ὁ δὲ τόπος ὁ Φελεὺς ἦν ⌈ πετρώδης [ λιθώδης ] καὶ τραχύς ⌈ πάνυ : ⌈ καλοῦσι δὲ
μήτραν , ὁπότε παρακολουθεῖ πρόδηλος ὄγκος περὶ τὸ ἐπιγάστριον ἀπηνὴς λιθώδης μετὰ κατασπασμοῦ τῶν ὑπερκειμένων ὑποχονδρίων καὶ ἰσχνώσεως ἀχροίας τε
6727466 ταξιαρχος
. δῶρα λαμβάνει . . ἢ προδίδωσι φρούριον : οὗτος ταξίαρχος ἦν ἐν τοῖς Πελοποννησιακοῖς τῶν Ἀθηναίων , ὃς πίσσαν
, οἱ δὲ ἔτι τούτων διπλάσιοι τάξις καὶ ὁ ἡγεμὼν ταξίαρχος μὲν πάλαι , νῦν δὲ καὶ ἑκατοντάρχης , οἱ
6707191 Σαγρα
καὶ εὔυδρος , μῆκος ἑπτακοσίων σταδίων . Μετὰ δὲ Λοκροὺς Σάγρα , ὃν θηλυκῶς ὀνομάζουσιν , ἐφ ' οὗ βωμοὶ
ἀληθῆ , ἡ παροιμία εἴρηται ἐπὶ τῶν πάνυ ἀληθῶν . Σάγρα δ ' ἔστι τόπος , ἐν ᾧ τὴν μάχην
6696795 βοθυνος
παρὰ , βόθρος : βόθρον ὀρύξαι . . . . βόθυνος : λάκκος : ὥσπερ παρὰ τὸ θρασύς γίνεται θράσυνος
γένος , οἷον ὅ τε Κίμμερος καλούμενος ὁ περὶ Φρυγίαν βόθυνος , ὡς Εὔδοξός φησιν , καὶ τὸ ἐν Λάτμῳ
6690646 Σολοι
: καλεῖται δὲ νῦν Πομπηϊούπολις . εἰσὶ δὲ καὶ ἕτεροι Σόλοι τῆς Κύπρου : ἀλλ ' οἱ μὲν Κύπριοι Σόλιοι
. . . . . . ξε Ϛʹ λϚ Ϛʹ Σόλοι . . . . . . . . .
6687356 μωλος
Ἀμβλύς : ὁ σίδηρος ὁ μὴ ὀξύς : παρὰ τὸ μῶλος , ὅ ἐστιν ἐγχρονισμὸς τῆς μάχης , γέγονε μωλύς
, ὁτὲ δ ' ἀμφὶ μακεδνὸν τεῖχος , ἐπεὶ πέλε μῶλος ἀάσχετος . Ἀλλ ' ἄρα καὶ ὧς ἤματα δοιὰ
6684796 λοφος
Ἐννέπετε , Κρονίδαο Διὸς μεγάλοιο θύγατρες ἔστι τις ἠνεμόεις ὀλίγος λόφος οὕνεκά οἱ Κρονίδης ὅστε μέγα πᾶσιν ἀνάσσει ἄντρον ἐνὶ
εἰς ὀξὺ ἀπολήγουσα , ἔχουσα καθ ' οὗ πήγνυται ὁ λόφος ' . . . . αὐλῶνες : οἱ ἐπιμήκεις
6668078 Σικινος
ποιητὴν Ὅμηρον : ἀπὸ δὲ τῆς Ἴου πρὸς ἑσπέραν ἰόντι Σίκινος καὶ Λάγουσα καὶ Φολέγανδρος , ἣν Ἄρατος σιδηρείην ὀνομάζει
καὶ Σικημίτης . τοῦ δὲ Σίκημα τὸ ἐθνικὸν Σίκημοι . Σίκινος , νῆσος περὶ τὴν Κρήτην , ὡς Στράβων δεκάτῃ
6662393 Μηδικη
Μετὰ Λέσβιον ᾠδόν : ἐπὶ τῶν τὰ δεύτερα φερομένων . Μηδικὴ τράπεζα : ἐπὶ τῶν πολυτελῶν καὶ ἁβρῶν . Μὴ
, καὶ Μήδειοι λέγονται . ὁ Μηδικὸς ὀπός , ἡ Μηδικὴ βοτάνη . Στράβων „ φέρει δὲ σίλφιον ἡ χώρα
6649422 Γαυλος
Ὑβέλη : πόλις περὶ Καρχηδόνα . Ἑκαταῖος Ἀσίαι . . Γαῦλος : νῆσος πρὸς τῆι Καρχηδόνι . Ἑκαταῖος Περιηγήσει .
, ὑπὸ Καρχηδονίων οἰκούμεναι : Μελίτη πόλις καὶ λιμὴν , Γαῦλος πόλις , Λαμπάς : αὕτη πύργους ἔχει δύο ἢ
6648894 οἰκητωρ
. Ῥακῶτις . οὕτως ἡ Ἀλεξάνδρεια πρότερον ἐκαλεῖτο . ὁ οἰκήτωρ Ῥακωτίτης . Ῥαμνοῦς , δῆμος τῆς Αἰαντίδος φυλῆς .
πορνεῖον . Ἀριστοφάνης „ ἐν κασωρίοισι λείχων ” . ὁ οἰκήτωρ κασωρίτης , καὶ θηλυκῶς κασωρῖτις καὶ κασωρίς . Κατάβαθμος
6645393 ἀνεκειτο
ἐπεκαλεῖτο , ἐφ ' οὗ καθεζόμενος ἐθεώρει τὴν ναυμαχίαν . ἀνέκειτο δὲ εἰς τὸν παρθενῶνα τῆς Ἀθηνᾶς . Ἀργαῖος :
, ἐν ᾧ πολλὰ μὲν καὶ ἄλλα ἀναθήματα ἐθεωροῦμεν : ἀνέκειτο δὲ καὶ πίναξ τις ἔμπροσθεν τοῦ νεώ , ἐν
6638405 Ῥηβας
οἱ Βιθυνοὶ λιπαρὰν καὶ καλὴν χώραν κατοικοῦσιν , ἔνθα ὁ Ῥήβας τὸ κάλλιστον ὕδωρ εἰς τὸν Πόντον ἐκβάλλει , ὅστις
σοι λέγω . ἀπὸ δὲ τοῦ ἱεροῦ πλέοντι ἐν δεξιᾷ Ῥήβας ποταμός : σταδίους διέχει τοῦ ἱεροῦ τοῦ Διὸς ἐνενή
6634222 ἁμαξιτος
” ἄμβατος εὐεπίβατος : “ ἄμβατός ἐστι πόλις . ” ἁμαξιτός ἁμάξαις διαπορευτὴ ὁδός . ἀμφιχυθείς περιχυθείς , περιπλακείς .
βάρβιτος δήριτος Λήϊτος ἄρκιτος . τὰ δὲ θηλυκὰ ὀξύνεται : ἁμαξιτός ἀτραπιτός Λυχνιτός [ δηριτός ] . Τὰ εἰς ΤΟΣ
6632153 ξιφηφορος
ἐπ ' ἀγκύρας λάβω , ἀνὴρ παρ ' ἄνδρα στήσεται ξιφηφόρος . σὲ χρὴ βραβεύειν πάντα : πόμπιμοι μόνον λαίφει
δεκανοὺς γʹ : καὶ τῷ μὲν αʹ δεκανῷ παρανατέλλουσιν Ὠρίων ξιφηφόρος καὶ τὸ ἥμισυ τῆς Πλειάδος καὶ ἥμισυ λειψάνου Νεκρᾶς
6624061 Δημος
Μνημονεύουσι δὲ καὶ τούτων οἱ ῥήτορες . . . . Δῆμος δέ ἐστι καὶ οὗτος τῆς Λεοντίδος . : Περιστίαρχος
ἐν αὐτῷ κεῖται ξόανον Διὸς καὶ Ἀπόλλων τέχνη Πεισίου καὶ Δῆμος ἔργον Λύσωνος . τοὺς δὲ θεσμοθέτας ἔγραψε Πρωτογένης Καύνιος
6621615 κομητης
καὶ Αἰθιοπίᾳ κακόν τι σημαίνει . ἐν δὲ Τοξότῃ οἷα κομήτης ἀνατείλας ἐρυθρὸς τῷ τῆς Ἀσίας ἡγουμένῳ πόλεμον σημαίνει :
καὶ τὸν Στέφανον , τὸν ἐν τῇ ἄρκτῳ λέγω , κομήτης ἀναφαίνεται : οὗτος ὅταν φανείη , τὴν κίνησιν ἐπαπειλεῖ
6621581 Αἰθων
ἡμέραις . Προχέοντι ] Προχέουσι . Ῥόον ] Ῥεῦμα . Αἴθων ' ] Μέλανα ἢ καυστικόν . Ὄρφναισι ] Ἐν
ἀργαλέος γὰρ ἐὼν καὶ φίλος εὖτ ' ἂν ἀπῆις . Αἴθων μὲν γένος εἰμί , πόλιν δ ' εὐτείχεα Θήβην
6616166 Ναιδ
ᾤκησεν ἐν γῇ Ναὶδ κατέναντι Ἐδέμ ” : ἑρμηνεύεται δὲ Ναὶδ μὲν σάλος , Ἐδὲμ δὲ τρυφή , τὸ μὲν
” ἐξῆλθεν ἀπὸ προσώπου τοῦ θεοῦ καὶ ᾤκησεν ἐν γῇ Ναὶδ κατέναντι Ἐδέμ ” : ἑρμηνεύεται δὲ Ναὶδ μὲν σάλος
6612213 ποδηρης
. ξυστίς ἐστι λεπτὸν ὕφασμα , περιβόλαιον , ἢ χιτὼν ποδήρης γυναικεῖος . οἱ δὲ τραγικὸν ἔνδυμα ἐσκευοποιημένον καὶ ἔχον
Ἴωνες δὲ ἐπεκτείνοντες ἦα φασίν . ἑανός : γυναικεία ἐσθὴς ποδήρης . ἐγγύη : γάμου ἀπογραφή . ἔγκαφος : ὁ
6610441 μυκησαμενης
ἠχεῖα , ὧν ὁ κτύπος σχηματίζεται εἰς βροντῆς ἀπήχησιν . μυκησαμένης ] ἠχησάσης . ὑπὸ θεῶν καταπεμφθείσης , θείας τινὸς
Στρεψιάδην . ᾔσθου ] ἐνόησας . , ἤκουσας , . μυκησαμένης ] ἠχησάσης δίκην βροντῆς . θεοσέπτου ] σεμνῆς .
6601167 Σκιαθος
δ ' ἀπέκρυφθεν ἄκρη καὶ Σηπιὰς ἀκτή , φάνθη δὲ Σκίαθος , Δολοπός τ ' ἀνεφαίνετο σῆμα , ἀγχίαλός θ
Θέτιν ἐνταῦθα εἰς σηπίαν μεταβληθῆναι διωκομένην ὑπὸ Πηλέως . εἰναλίη Σκίαθος : ἡ παραθαλασσία . νῆσος γὰρ ἡ Σκίαθος τῆς
6596637 δρυμων
θανεῖται , πόντιον φυγὼν σκέπας , κόραξ σὺν ὅπλοις Νηρίτων δρυμῶν πέλας . κτενεῖ δὲ τύψας πλευρὰ λοίγιος στόνυξ κέντρῳ
ἀπέθανε μαχόμενος τῷ Τηλεγόνῳ . * Νηρίτων τῶν τοῦ Νηρίτου δρυμῶν ἐγγύς . * * στόνυξ πᾶν τὸ εἰς ὀξὺ
6594924 λαρος
ἀναστρέφων ἐσώθη . * λοῖσθον δὲ : ὕστερον δὲ ὡς λάρος κυματοδρομήσας , ὡς κόγχος * τε * περιτριβεὶς παντόθεν
διακινδυνευόντων ταῖς ψυχαῖς καὶ πρὸς τοῦτο καρτερῶς ἀγωνιζομένων ταττομένη . λάρος ἐν νεμέσει : παροιμία ἐπὶ τῶν ταχὺ ἀποδιδόντων .
6591722 Θεμισωνιον
Μητρὸς δέ ἐστιν ἱερόν , καὶ ἄγαλμα Μητρὸς πεποίηται . Θεμισώνιον δὲ τὸ ὑπὲρ Λαοδικείας Φρύγες μὲν καὶ τοῦτο οἰκοῦσιν
παιδός , ὃν λύκοι διεχρήσαντο . ὁ πολίτης Θεμισσεύς . Θεμισώνιον , χωρίον Φρυγίας . Ἀρτεμίδωρος ἐν ἐπιτομῇ . τὸ
6590717 Εὐωνυμος
δὲ αἱ τοῦ Αἰόλου νῆσοι ζʹ αἵδε : Στρογγύλη , Εὐώνυμος , Λιπάρα , Ἱέρα , Διδύμη , Ἐρικώδης ,
ὑπὸ ἰδίων ἀχαριστίαν δηλοῖ . Ψοιὰ δεξιὰ ἀσθένειαν σημαίνει . Εὐώνυμος κάματον σημαίνει . Ὀσφὺς εὐώνυμος παρέχειν πράγματα ὑφ '
6586679 θηκη
Πρυτανεῖον . θεσμοθέσιον , θόλος , καὶ ἡ τοῦ σίτου θήκη . Πρόχυσις . τὸ ἀποσπεῖσαι . Πρόπολος . νεωκόρος
καὶ ἐρωτῶντος , τί σημεῖον ἔχει ἡ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ θήκη , ἀπεκρίθη : Ἔβησσεν . Κυμαῖος πύκτην ἰδὼν πολλὰ
6586054 Ναξιον
τοῦ μ γράφουσι τὸν ποταμὸν , Βιμβλίνην : καὶ τὸν Νάξιον οἶνον διὰ τοῦ μ , Βίμβλινον . . .
ἐλασίχθων ἀγὼν μνασιστέφανος μναστὴρ στεφάνων Ἀὼς λιτά τόσσαι καλῶν ἀμεύσεσθαι Νάξιον Τείσανδρον ἀμευσιεπῆ φροντίδα πέδοικος πεδὰ στόμα φλέγει πεδασχεῖν Ἰσμηνὸν
6578674 ἡγεμονευεν
ὅπου , ὡς τὸ ἔνθα κατεπλέομεν , καί τις θεὸς ἡγεμόνευεν . τὸ ἐν τούτῳ ἢ ἐκείνῳ τόπῳ , ὡς
τε καὶ ἀργινόεντα Κάμειρον . τῶν μὲν Τληπόλεμος δουρὶ κλυτὸς ἡγεμόνευεν , ὃν τέκεν Ἀστυόχεια βίῃ Ἡρακληείῃ , τὴν ἄγετ
6578168 ἱμονια
πολλοῦ ὄντος : ἑλώδης γὰρ ὁ τόπος . ἱμονιοστρόφου : ἱμονιὰ γὰρ καλεῖται τὸ τῶν ἀντλημάτων σχοινίον , καὶ τὸ
λαλιά : καλιά : δεξιά : σποδιά : ῥοδονιά : ἱμονιὰ τὸ ἀντλητήριον : ὁρμιά : σεσημείωται διὰ τῆς ει
6573225 Ὁμολη
. καὶ Καλλίμαχος : Πὰν ὁ Μαλειήτης τρύπανον αἰπολικόν . Ὁμόλη δὲ Θετταλίας ὄρος , ὡς Ἔφορος καὶ Ἀριστόδημος ὁ
ὡς ἐξ εὐφυοῦς πρὸς ἀρετὴν ψυχῆς . . . : Ὁμόλη δὲ Θετταλίας ὄρος , ὡς Ἔφορος καὶ Ἀριστόδημος ὁ
6571579 ΣΤΟΣ
τάχιστος ἄριστος κάλλιστος μεθ ' ὧν ἕκαστος . Τὰ εἰς ΣΤΟΣ ὑπερδισύλλαβα παραληγόμενα Ο ἐπὶ ποσότητος τασσόμενα ὀξύνεται : πολλοστός
προπαροξύνονται . σεσημείωται τὸ δρυφακτός ὀξυνόμενον , . Τὰ εἰς ΣΤΟΣ κύρια ἀρσενικὰ μόνως βαρύνεται : Ἄκαστος Ἄλαστος Ἥφαιστος .
6571494 Γλαυξ
τῶν χυτρῶν . Τί δὲ χύτρα νὼ ' πωφελήσει ; Γλαῦξ μὲν οὐ πρόσεισι νῷν . Τοῖς δὲ γαμψώνυξι τοισδί
ϲαφῶϲ : ὥϲτε καὶ ἐρυϲιπέλατα θεραπεύει τὰ μὴ ἰϲχυρά . Γλαῦξ ἡ πόα θερμὴ καὶ ὑγρὰ τὴν κρᾶϲίν ἐϲτιν :
6569872 τιγρις
ἀλέτων ὄνος , ποτάμιος ἵππος , τοῖχος , ὁ Σελεύκου τίγρις . ἔχων δὲ καὶ ἄλλα μαρτύρια ἀνατίθεμαι τὰ νῦν
, καὶ θραγμὸν κυάμων ἐρεικομένων τὰ θαλάττια κήτη , καὶ τίγρις ψόφον τυμπάνου . καὶ ἄλλα δὲ πλείω τούτων ἔνεστι
6568480 Τορωνη
ἐν ἀπορρήτῳ δὲ “ μετὰ τῆς βουλῆς ἔπραττον . ” Τορώνη : Ἰσοκράτης Παναθηναϊκῷ . πόλις ἐν Θράκῃ , ὡς
, οἳ τότ ' ἦσαν , Ἑλένης εἴδωλον ἔσχον . Τορώνη πόλις Θρᾴκης , ἀπὸ Τορώνης τῆς Πρωτέως γυναικὸς καὶ
6562491 δαφοινος
βουγάϊος ὁ μέγα γαυριῶν , καὶ ἀρι καὶ δα , δάφοινος ὁ ἄγαν φόνιος , καὶ λα . ὁρμῇ :
βουγάϊος ὁ μέγα γαυριῶν , καὶ ἀρι καὶ δα , δάφοινος ὁ ἄγαν φόνιος , καὶ λα . ὁρμῇ :
6556401 Ἀστυπαλαια
Καλλίμαχος : ἀντὶ γὰρ ἐκλήθης , Ἴμβρασε , Παρθενίου . Ἀστυπάλαια : ὅτι Ποσειδῶνος καὶ Ἀστυπαλαίας τῆς Φοίνικος ὁ Σάμιος
: Ἀνάφη : Σίκινος : Γύαρος , ἔμπροσθεν Ἄνδρου : Ἀστυπάλαια : Πάτμος : Λέρος : Νικασία : Μῆλος :
6556157 Ἀδευης
ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν ἀλόγων ζῴων τῶν τυπτόντων τοῖς κέρασιν . Ἀδεύης καὶ Φερεσσεύης ] ταῦτα οὐκ ἔχει τὸν Αἰγύπτιον χαρακτῆρα
τῶν ἀλόγων ζῴων τῶν τυπτόντων τοῖς κέρασιν ἄλληλα . . Ἀδεύης καὶ Φερεσσεύης ] οὐδὲ ταῦτα τὰ ὀνόματα τὸν Αἰγύπτιον
6554521 Φαναγορεια
Φαναγόρου , ὡς Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ . ἡ νῆσος Φαναγόρη καὶ Φαναγόρεια . ἔστι καὶ ἐμπόριον τὰ Φαναγόρεια οὐδετέρως . τὸ
τῆς Μαιώτιδος καὶ τῆς ὑπερκειμένης βαρβάρου κατακομιζομένων ἐμπόριον εἶναι τὰ Φαναγόρεια , τῶν δ ' ἐκ τῆς θαλάττης ἀναφερομένων ἐκεῖσε
6549247 Ἀραβικος
: τόσσος γὰρ πόρος ἐστὶν ἀμείλιχος . Ἄλλος δ ' Ἀραβικός ] ὁ Ἐρυθραῖος , ὃς πρὸς σύγκρισιν νοτιώτερος εἴρηται
δὲ ῥητινῶδες καὶ ῥυπαρὸν ἄχρηστον . Κόστος καλλίων ἐστὶν ὁ Ἀραβικός , λευκὸς ὢν καὶ κοῦφος καὶ πλείστην ἔχων καὶ
6541462 Ἀνεμουριον
προσεχεστάτου σημείου τῇ ἠπείρῳ . Ἔφαμεν δέ που κατὰ τὸ Ἀνεμούριον ἄκραν τῆς Τραχείας Κιλικίας ἀντικεῖσθαι τὸ τῶν Κυπρίων ἀκρωτήριον
αὐτῇ αἵδε : Σελινοῦς , Χαραδροῦς πόλις καὶ λιμὴν , Ἀνεμούριον ἄκρα καὶ πόλις , Νάγιδος πόλις [ ἣ ]
6535907 ποταμιος
λοχμῶδες φυτὸν ὁ φελεὺς , οὗ μνημονεύει Θεόφραστος , ὅτι ποτάμιός ἐστι βοτάνη καθάπερ καὶ τὸ βούτομον . . νηκτικὸν
λοχμῶδες φυτὸν ὁ φελεὺς , οὗ μνημονεύει Θεόφραστος , ὅτι ποτάμιός ἐστι βοτάνη καθάπερ καὶ τὸ βούτομον . . νηκτικὸν
6534707 ἐνυω
ἰχθυηρά . μετά σφισιν : ἐν αὐτοῖς τοῖς τρισίν . ἐνυώ : μάχη , ἡ πολεμικὴ θεά . Μόθος :
αὐτοῖς . Ὑπέρβιος : δυνατός . ἐνιπή : γράφεται ἐνυώ ἐνυώ : τῇ μάχῃ . Ἀντίπρωρον : ἐξεναντίον . Ἄγρια
6528712 ἐνθεος
ὃ ἐκεῖνος ἔγραφε σὺν πολλῇ σπουδῇ κτησάμενος καὶ αὐτὸς ᾤετο ἔνθεος ἔσεσθαι καὶ κάτοχος ἐκ τοῦ πυξίου : ἀλλ '
ὁ ἐραστὴς τὰ παιδικά . θειότερον γὰρ ἐραστὴς παιδικῶν : ἔνθεος γάρ ἐστι . διὰ ταῦτα καὶ τὸν Ἀχιλλέα τῆς
6528698 περιβρεμεται
διὰ τὸ μέλος εὐφραῖνον . καὶ ἐν τοῖς ἑξῆς οὗ περιβρέμεται Θρηϊκία χελιδών . Θ . . . 〚 ἃ
τε σκολιή τε καὶ ἄσχετος , ἧχι θάλασσα συρομένη μακρῇσι περιβρέμεται σπιλάδεσσιν , Ἀονίῳ τμηθεῖσα πολυγλώχινι σιδήρῳ . πρὸς δὲ
6527683 Εὐριπος
συμπατριῶται . Εὔβοι ' ] ⌈ ἢ [ ἡ ] Εὔριπος ⌈ ἢ [ ἡ ] Βοιωτία , ἡ Βοιωτία
. Ἁμαξιαῖα ῥήματα : ἐπὶ τῶν μεγάλων λόγων . Ἄνθρωπος Εὔριπος , καὶ ψυχὴ , καὶ διάνοια , καὶ τρόπος
6527328 πεμπομενος
δὲ ὁ αὐτὸς ἀφ ' ἑαυτοῦ διαγγέλλων ὑφ ' ἑτέρου πεμπόμενος . ἄγειν καὶ φέρειν διαφέρει . ἄγεται μὲν γὰρ
, εἰ μὴ ἰσχυρῶς ταῦτα ἀπαγγέλλοι . Ὁ μὲν δὴ πεμπόμενος ἐπορεύετο ἔχων τοὺς ἑαυτοῦ ἱππέας ὡς ἑκατόν , ἀνιώμενος
6527014 Ἰφιδαμας
μητρὸς ἀδελφὰς ἐγάμησαν , ὁ μὲν Αἰγιάλειαν τὴν Ἀδράστου , Ἰφιδάμας δὲ Κισσέως θυγατέρα , ὢν Θεανοῦς υἱὸς τῆς Κισσέως
Κισσέως θυγατέρα , ὢν Θεανοῦς υἱὸς τῆς Κισσέως . . Ἰφιδάμας δὲ κατὰ ζώνην θώρηκος ἔνερθε νύξ ' , ἐπὶ
6526157 Σκωλος
. ἦν δὲ καὶ τῶν περὶ Ὄλυνθον πόλεων ὁμώνυμος αὐτῇ Σκῶλος . εἴρηται δ ' ὅτι Παρασώπιοι καὶ κώμη τις
: ῥεῖ δὲ καὶ ποταμὸς δι ' αὐτῆς Σχοινοῦς . Σκῶλος δ ' ἐστὶ κώμη τῆς Παρασωπίας ὑπὸ τῷ Κιθαιρῶνι
6519474 Ὑμηττος
Κᾶρες τὸν ἵππον ἔλεγον , ὡς καὶ πρότερον εἴρηται . Ὑμηττός , ὄρος τῆς Ἀττικῆς . τὸ υ μακρὸν καὶ
λέγοιτο , ἧττον δὲ ὁ Ἄθως καὶ ἔτι ἧττον ὁ Ὑμηττός , τότε διὰ τὸ ἀόριστον συγχωρήσοι ἄν τις ἐπιδέχεσθαι
6518978 δουρικλυτος
ἄλλυδις ἄλλον . τῶν δ ' ἄρ ' ἔλοψ κρείων δουρικλυτὸς ἡγεμόνευεν , οὗ πλήρης περ ἐὼν κρατερῶς παλάμῃ ἐπορέχθην
ς ' ἔβαλόν περ . Τὸν δ ' αὖ Μηριόνης δουρικλυτὸς ἀντίον ηὔδα : Αἰνεία χαλεπόν σε καὶ ἴφθιμόν περ
6517464 δενδρωδης
ὁ καρπὸς καὶ τὰ φύλλα ἱκανῶς , ἀκτὴ ἥ τε δενδρώδης καὶ ἡ χαμαιάκτη , ἄμι , ἀνθεμὶς ἢ χαμαίμηλον
πεδινὸς ἢ ὀρεινός , ἄνυδρος ἢ κάθυγρος , ψιλὸς ἢ δενδρώδης , καὶ πάντα τὰ παραπλήσια . τῷ δὲ τρόπῳ
6511621 Θεραπνη
περὶ Ἀχιλλέως πεποίηται λέων δ ' ὣς ἄγρια οἶδεν . Θεράπνη δὲ ὄνομα μὲν τῷ χωρίῳ γέγονεν ἀπὸ τῆς Λέλεγος
τοῦ τῆς Ἀργείας . Πλευρὼν γὰρ πόλις Πελοπονήσου † καὶ Θεράπνη ὁμοίως , ὅθεν Ὀρφεὺς καὶ Τρυφιόδωρος Θεραπναίαν καλοῦσι τὴν
6509495 πλωτος
τοὺς ἀνθρώπους ἔστε ἐπὶ τὴν Περσίδα γῆν , εἰ δὴ πλωτός τέ ἐστιν ὁ ταύτῃ πόντος καὶ τὸ ἔργον οὐκ
ὡς εἴρηται , διὰ τοῦ τος κλίνονται , οἷον πλώς πλωτός , φώς φωτός , χρώς χρωτός : οἱ δὲ
6506306 περιστυλος
. ἔχεται δὲ τῆς ἀγορᾶς ναὸς ἀρχαῖος στοαῖς ἐν κύκλῳ περίστυλος , ὁ δὲ ὄροφος κατερρύηκε τῷ ναῷ καὶ ἄγαλμα
τοῖς ἐπιγενομένοις . εἰσελθόντι μὲν γὰρ τὸν περίβολον οἶκος ἦν περίστυλος , ἑκάστης πλευρᾶς ἐκ τετταράκοντα κιόνων ἀναπληρουμένης , καὶ
6499312 παραθαλασσιος
ἀπὸ σταδίων ὡς χιλίων διακοσίων ἐστὶν Εὐδαίμων Ἀραβία , κώμη παραθαλάσσιος , βασιλείας τῆς αὐτῆς Χαριβαὴλ , τοὺς ὅρμους μὲν
νενευκέναι , . , . * . Ἀκτή : ὁ παραθαλάσσιος τόπος . σημαίνει δὲ δύο : καὶ ἐπὶ μὲν
6493271 Τηλος
ἔχειν , οἷος ὁ παρὰ Ἀλκμᾶνι Σάμβας καὶ Ἄδων καὶ Τῆλος , καὶ παρ ' Ἱππώνακτι Κίων , Κώδαλος καὶ
Καλύδνιος , ὡς Ἀνδροτίων ἕκτῃ Ἀτθίδος . . . : Τῆλος , νῆσος τῶν Κυκλάδων μία . . . Τὸ
6491880 Κολωνος
ἱππείου δὲ θεοῦ τοῦ Ποσειδῶνος . ἔστι δὲ καὶ ἕτερος Κολωνὸς ἐργάτης : δώμαθ ' ἱππείου θεοῦ : διχῶς δὲ
ἀντὶ τοῦ πόλις : τετράπολις γὰρ ἡ Ἀττική : ἱερὸς Κολωνὸς δώμαθ ' : δέξεταί με δηλονότι . Κολωνὸς ἀκρωτήριον
6490996 Ψυλλικος
ἐν τῷ Λιβυκῷ κόλπῳ . Ἑκαταῖος περιηγήσει Λιβύης „ ὁ Ψυλλικὸς κόλπος μέγας καὶ βαθύς , τριῶν ἡμερέων πλόος „
ἐν τῶι Λιβυκῶι κόλπωι . Ἑκαταῖος Περιηγήσει Λιβύης : ὁ Ψυλλικὸς κόλπος μέγας καὶ βαθύς , τριῶν ἡμερῶν πλοῦς .
6490578 στατος
ἁλυσιδωτός , Γ ὁ θώραξ . ἀλλ ' ὁ λεγόμενος στατός . εἰκάζει γὰρ αὐτὸν λασάνῳ ὀρθῶς σταθέντι . Γ
, βατραχίς , χλανίς , χλαμὺς διάχρυσος , χρυσόπαστος , στατός , φοινικίς , τιάρα , καλύπτρα , μίτρα :
6488610 Καραμβιν
Αἰγιαλοὺς ἑξήκοντα . ἐς δὲ Θύμηνα ἐνενήκοντα . καὶ εἰς Κάραμβιν εἴκοσι καὶ ἑκατόν . ἐνθένδε εἰς Ζεφύριον ἑξήκοντα .
μίλια βʹ , Ϙʹ Ϛʹ . Ἀπὸ δὲ Θυμήνων εἰς Κάραμβιν , ἀκρωτήριον ὑψηλὸν καὶ μέγα , στάδια ρκʹ ,
6487294 Εὐξεινοιο
ἀυτῆς , ἐσσυμένως μάλα πᾶσαν ἀνεπλήμμυρε θάλασσαν ὅσση ἀπ ' Εὐξείνοιο κατέρχεται Ἑλλήσποντον , καί μιν ἐπ ' ἠιόνας Τροίης
πρὸς ἀντολίην βορέην ἐπικέκλιται ἰσθμός , ἰσθμὸς Κασπίης τε καὶ Εὐξείνοιο θαλάσσης . τῷ δ ' ἐνὶ ναιετάουσιν ἑωθινὸν ἔθνος
6485258 ἐστρωτο
, πρεπούσης στρατιώτῃ σκληρῷ καὶ γενναίῳ . ὑπὸ δ ' ἔστρωτο ῥινὸν βοὸς ἀγραύλοιο . Πεισίστρατος ὅτε τῆς ἀρχῆς ἐγκρατὴς
βάρβαροι , ὡς ἐπαύσατό τε ὁ ἄνεμος καὶ τὸ κῦμα ἔστρωτο , κατασπάσαντες τὰς νέας ἔπλεον παρὰ τὴν ἤπειρον ,
6483919 ποιμανωρ
τίς δὲ ποιμάνωρ : τίς δέ , φησίν , ἐστὶ ποιμάνωρ ἤτοι βασιλεὺς τοῦ στρατοῦ , ἤτοι τοῦ λαοῦ καὶ
. τοὺς γὰρ ἐκ διαστημάτων μαχομένους κατηυτέλιξον . τίς δὲ ποιμάνωρ : τίς δέ , φησίν , ἐστὶ ποιμάνωρ ἤτοι
6475580 Θρᾳκικη
Ἀβαντιάδα φησὶ καὶ Καλλίμαχος . Πεπάρηθος ] πόλις δέ ἐστι Θρᾳκικὴ , ἥτις οὐ κεῖται ἐν τῷ τῆς χωρογραφίας πίνακι
ἑκατέρας ἀπὸ τούτων σημαίνων . ἐκαλεῖτο δὲ Σάος ἡ ὅλη Θρᾳκικὴ Σάμος : καὶ Μόσυχλον δὲ τὰ ὄρη τῆς Λήμνου
6475319 Ἁλαι
καταντίον Μάσητος . καὶ τῆς Κιλικίας δὲ πόλις πληθυντικῶς λεγομένη Ἁλαί . ἀπὸ δὲ τούτου Ἁλήιον πεδίον . [ Ἁλαί
παρ ' ἣν ὁ Κηφισσὸς ἐκδίδωσι , καὶ ἔτι ἐπέκεινα Ἁλαί , ὁμώνυμοι τοῖς Ἀττικοῖς δήμοις . κατὰ δὲ τὴν
6473213 αἰθαλοεσσα
δὲ παρὰ ἀμιχθόεις , τὸ θηλυκὸν ἀμιχθόεσσα , ὡς αἰθαλόεις αἰθαλόεσσα καὶ αὐδήεις αὐδήεσσα , καὶ παιπαλόεις παιπαλόεσσα καὶ πλεονασμῷ
μηλινόεσσα καὶ αἰόλος , ἄλλοτε τεφρή , πολλάκι δ ' αἰθαλόεσσα μελαινομένη ὑπὸ βώλῳ Αἰθιόπων , οἵην τε πολύστομος εἰς
6471941 ἀγκυρα
τευθίς : αὕτη δὲ καριδοῖ τὸ σῶμα καμπύλη τ ' ἄγκυρά τέ ἐστιν ἄντικρυς τοῦ σώματος φησί που Ἀναξανδρίδης :
τοῦ πράγματος . Ἱερὰ ἄγκυρα : ἡ μεγάλη βοήθεια . ἄγκυρά ἐστιν ἐν τῇ νηῒ ἱερὰ καλουμένη , καὶ ὅτε
6471251 συνταγματαρχης
ἀνδρῶν δὲ διακοσίων πεντήκοντα ἕξ , καὶ ὁ τούτου ἀφηγούμενος συνταγματάρχης : ὑπ ' ἐνίων δὲ τὸ σύνταγμα τῶν σνϚ
οἱ δὲ τῆς τάξεως διπλάσιοι σύνταγμα καὶ ὁ ἐπὶ τούτοις συνταγματάρχης . Τοὺς δὲ ἐκτάκτους τὸ μὲν παλαιὸν ἡ τάξις
6463748 Σκυρος
, παρόσον πετρώδης καὶ λυπρὰ καὶ διὰ τοῦτο πενιχρὰ ἡ Σκῦρος , οὐδὲν φέρουσα λόγου ἄξιον . οἱ δὲ ἀπὸ
' αἱ Μυκῆναι γνοῖεν ἡ Σπάρτη θ ' ὅτι χἠ Σκῦρος ἀνδρῶν ἀλκίμων μήτηρ ἔφυ . Εὖ γ ' ,
6461469 ἀπαυδω
ταῦτ ' , ἐμοὶ δὲ τἀντία . ἐγὼ δ ' ἀπαυδῶ πᾶς τε Καδμεῖος λεὼς Ἄδραστον ἐς γῆν τήνδε μὴ
, καὶ κράτει τῶν σῶν ὅπλων . Ἐγὼ δ ' ἀπαυδῶ γ ' , ᾧ θεοὶ ξυνίστορες , ὑπέρ τ
6458783 δαιταλευς
μεγάλου σώματος ἄκλητος ] † αὐθόρμητος ἕρπων ] † ἐρχόμενος δαιταλεὺς ] δαιτυμών πανήμερος ] ἤγουν διὰ πάσης τῆς ἡμέρας
ἀκέραια τεμμαχίζων . . ῥάκος ] τὸ δέρμα . . δαιταλεὺς πανήμερος ] δαιτυμὼν διὰ πάσης τῆς ἡμέρας . .
6456076 δρυμος
Σικελίας . Ἆκις παρὰ τὸ ἀκίδι ἐοικέναι τὰ ῥεύματα . δρυμὸς τόπος λέγεται ὁ πολλοὺς ἔχων δρῦς . τινὲς αἰτιῶνται
τὰ ταύτῃ ὄρη . ἐνταῦθα δ ' ἐστὶν ὁ Ἑρκύνιος δρυμὸς καὶ τὰ τῶν Σοήβων ἔθνη , τὰ μὲν οἰκοῦντα
6454723 νασμος
καὶ νᾶμα καὶ ναύτης καὶ ναῦς καὶ νάουσαν ἀκρότομον . νασμός ὄμβρος ἀπὸ τοῦ νάω , ὅθεν καὶ νᾶμα καὶ
Σάον , ὅτ ' ἠμάθυνε πᾶσαν ὀμβρήσας χθόνα Ζηνὸς καχλάζων νασμός . οἱ δὲ πρὸς πέδῳ πύργοι κατηρείποντο , τοὶ
6454709 Καλειται
μεθύοντα καὶ ἐπὶ κῶμον παραγενόμενον πρὸς τὴν ἐρωμένην . : Καλεῖται δ ' ἡ μὲν σατυρικὴ ὄρχησις , ὥς φησιν
τούτου ἐπὶ τοῦ στόματος τοῦ Πόντου εἰσὶ στάδιοι φʹ . Καλεῖται δὲ Ἀνάπλους ὁ τόπος ἀνὰ Βόσπορον μέχρι ἂν ἔλθῃς
6449933 Ὀρος
. Φησὶν Εὔδοξον ἱστορεῖν , ὅτι ἐν τῇ κατὰ Ἱερὸν Ὄρος θαλάττῃ τῆς Θρᾴκης ἐπιπολάζει κατά τινας χρόνους ἄσφαλτος .
Τοῦτ ' ] Τὴν Αἴτνην . Ἐφέπεις ] Διοικεῖς . Ὄρος ] Ἐνταῦθα γὰρ ἱερὸν αὐτοῦ . Εὐκάρποιο ] Πολυκάρπου
6449687 Σελινους
περὶ τῶν κοινῶν . ῥεῖ δὲ διὰ τῆς Αἰγιέων ὁ Σελινοῦς ποταμός , ὁμώνυμος τῷ τε ἐν Ἐφέσῳ παρὰ τὸ
εἶδος παρ ' Ἕλλησιν , οἷον Σχοινοῦς Σκιλλοῦς Πιτυώδης Δαφνοῦς Σελινοῦς Ἐρικώδης , ἀπὸ τῶν ἐν τοῖς τόποις φυομένων .
6448579 Νεστος
πόλις Ἑλληνὶς , ἣν ᾤκισε Καλλίστρατος Ἀθηναῖος , καὶ ποταμὸς Νέστος , Ἄβδηρα πόλις , Κούδητος ποταμὸς καὶ πόλεις Δίκαια
ῥεῖ δ ' οὗτος ἐκ τοῦ ὄρους ὅθενπερ καὶ ὁ Νέστος καὶ ὁ Ἕβρος : ἔστι δὲ ἐρῆμον τὸ ὄρος
6440375 ἀνακαμπτων
πυαλίτης , ἐπίθετος , σφάλλων , ἀγύρτης , οἶστρος , ἀνακάμπτων , δορεύς , Λάμπων , Κύκλωπες , ἐπιφέρων ,
γὰρ γίνεται : γελοῖος ἔσομαι , νὴ Δί ' , ἀνακάμπτων πάλιν . ἤν : χλαμὺς πάρεστιν αὕτη καὶ σπάθη
6440006 μεριμνωντες
εἰσὶ πολλοὶ τὰ οἰκεῖα τρώγοντες καὶ πίνοντες καὶ τὰ ἴδια μεριμνῶντες , ἔνιοι δὲ τῶν ἀνθρώπων τὰ ἴδια οὐ μνημονεύοντες
ὥστε μεριμνῶσάν με ῥιπτάζεσθαι καὶ στρέφεσθαι . τοιοῦτοι γὰρ οἱ μεριμνῶντες . βέλτιον δὲ ἀπὸ τῶν κύβων τὴν μεταφορὰν νοεῖν
6438709 Κερκυρα
ὕπο δὴ κεῖσθαι δρέπανον : [ ἡ ] νῆσος ἡ Κέρκυρα : αὕτη πρότερον Σχερία ἐκαλεῖτο . ἀποδίδωσι δὲ τὴν
τοιαύτη . Ἐπίδαμνος ἦν πόλις Κερκυραίων ἄποικος , ἡ δὲ Κέρκυρα Κορινθίων . πλημμελούμενοι οὖν κατ ' ἐκεῖνον τὸν καιρὸν
6433594 Βυνη
εἰς ΝΗ δισύλλαβα τῷ Υ μακρῷ παραληγόμενα βαρύνεται : μύνη Βύνη Φρύνη . τὸ δὲ γυνή ὀξύνεται τὸ Υ βραχὺ
δύω Δύνη , ἡ καταδύσασα εἰς θάλασσαν , καὶ τροπῇ Βύνη . . . . βυρσοδέψης : ὁ αὐτὸς †

Back