τὰ ἐμά . παμβασίλει ' ] πάντων βασιλεύουσα ἰσχύουσα , βασίλισσα τοῦ παντός . ἡ βασίλεια , ἡ βασιλίς καὶ
Τυνδάρεω ] τοῦ . θύγατερ ] ὦ . βασίλεια ] βασίλισσα . ἐπαισθομένη ] νοήσασα . τίνος ἀγγελίας ] ἤγουν
5912059 Μανδανη
, Λυδῆς οὔσης αὐτῆς , καὶ Ἀστυάγους τοῦ Μηδῶν βασιλέως Μανδάνη γίγνεται παῖς , ταύτης δὲ καὶ Καμβύσου , Πέρσου
, πάλιν εἰς μείζονας κινδύνους ἐνέπεσε διὰ τοιαύτας αἰτίας : Μανδάνη Δαρείου μὲν ἦν θυγάτηρ τοῦ φονεύσαντος τοὺς μάγους ,
5876882 Πυθιαδος
. ἐξεῖναι δὲ βουλομένῳ φιλοσοφεῖν καὶ Ἀριστοτέλει τῷ Μητροδώρου καὶ Πυθιάδος υἱῷ καὶ μετέχειν τούτων : καὶ αὐτοῦ πᾶσαν ἐπιμέλειαν
αὐτῆς . Εἶθ ' ἑξῆς φησι : Μετὰ δὲ τὴν Πυθιάδος τῆς Ἑρμείου τελευτὴν Ἀριστοτέλης ἔγημεν Ἑρπυλλίδα Σταγειρῖτιν , ἐξ
5818015 Θηβαια
μεγάλων ἀξιοπενθεῖς φῆμαι μᾶλλον κατέχουσιν . Ἀσιάτιδος γῆς σχῆμα , Θηβαία πόλις , ὅθεν ποθ ' ἕδνων σὺν πολυχρύσωι χλιδῆι
νυμφίος αὐτῇ συναπέθνησκε παρὰ τῷ βωμῷ τῆς θεοῦ . Τιμόκλεια Θηβαία Θεαγένους ἀδελφὴ τοῦ παραταξαμένου Φιλίππῳ περὶ Χαιρώνειαν , ὃς
5723992 Μιδα
μηδ ' οὕτω τοῦ κακοῦ λήξαντος , Ἀγχοῦρος ὁ υἱὸς Μίδα λογισάμενος μηδὲν εἶναι τιμιώτερον ἐν βίωι ψυχῆς ἀνθρωπίνης ,
ἐπὶ Μίδᾳ τοῦτόν φασι ποιῆσαι : χαλκῆ παρθένος εἰμί , Μίδα δ ' ἐπὶ σήματι κεῖμαι . ἔστ ' ἂν
5690330 φρονιμωτατος
προσποίημα τοῦθ ' ὑπέμεινε , καὶ δόξας ἁπάντων ἀνθρώπων εἶναι φρονιμώτατος , μετὰ τοῦτ ' ἔπειθεν αὐτοὺς τὴν αὐτὴν γνώμην
ἡνίοχος παντὸς καλοῦ , ἀδωροδόκητος , ἀγαθῶν ἀγαθώτατος , φρονίμων φρονιμώτατος : ἐστὶ δὲ καὶ πατὴρ εὐνομίας καὶ δικαιοσύνης ,
5683104 ἀπογονος
. . Ἀνδοκίδης . . . . υἱὸς Λεωγόρου , ἀπόγονος Τηλεμάχου τοῦ Ὀδυσσέως καὶ Ναυσικάας , ὥς φησιν Ἑλλάνικος
Ἱπποκράτεος τὴν τυραννίδα ὁ Γέλων , ἐὼν Τηλίνεω τοῦ ἱροφάντεω ἀπόγονος , πολλῶν μετ ' ἄλλων καὶ Αἰνησιδήμου τοῦ Παταίκου
5642282 Παρυσατις
ἐκεῖνος ἀπέδωκε χώραν ἕξει . : ἡ δ ' οὖν Παρύσατις , μίσους τε πρὸς τὴν Στάτειραν ἐξ ἀρχῆς ὑποκειμένου
καὶ Παρύσατις ἐξ Ἀνδρίας καὶ αὐτῆς Βαβυλωνίας : αὕτη ἡ Παρύσατις Ἀρτοξέρξου καὶ Κύρου μήτηρ ἐγένετο . τὸν δὲ Ὦχον
5611640 πρεσβυτις
πρὸς δὲ τῷ ναῷ τῆς Ἀθηνᾶς ἔστι μὲν † εὐήρις πρεσβῦτις ὅσον τε πήχεος μάλιστα , φαμένη διάκονος εἶναι Λυσιμάχης
ἐρωμένας εἶχεν , ὧν ἡ μὲν νέα , ἡ δὲ πρεσβῦτις . καὶ ἡ μὲν προβεβηκυῖα αἰδουμένη νεωτέρῳ αὐτῆς πλησιάζειν
5575731 Πειριθου
ὅδ ' ὁ πρεσβύτατος ἡμῶν ἁπάντων καὶ αὐτὸς ἐν τοῖς Πειρίθου γάμοις μετὰ Λαπιθῶν ἐμαχέσατο Κενταύροις ἐν φάλαγγι καὶ τάξει
, ὥσπερ Ὅμηρός φησι τὸν Κένταυρον μεθυσθέντα ἐν τῇ τοῦ Πειρίθου οἰκίᾳ κακὰ ἐργάσασθαι . [ καὶ ] ἄλλοι δὲ
5568914 Τανταλου
διεμέρισαν πρὸς ἀλλήλους : * * σοῦ . . Υἱὲ Ταντάλου ] ὦ Πέλοψ , υἱὲ τοῦ Ταντάλου , τὰ
τῆς εὐδαιμονίας . Ὅμοιόν ἐστι τὸ κῶλον τῷ περὶ τοῦ Ταντάλου ἐν τῷ Αʹ Εἴδει τῶν Ὀλυμπίων : . .
5568325 Ἠλειου
' Ἐπειούς . . . . . Ἑλλάνικος δὲ ἀπὸ Ἠλείου τοῦ Εὐρυπύλου Ἠλείους λέγεσθαι ἐν τῆι Ἤλιδι βασιλεύσαντας ,
τετάρτης ἐπὶ δέκα δίαυλος μὲν ἤρξατο , Ὑπήνου δὲ ἐγένετο Ἠλείου ἡ ἐπ ' αὐτῷ νίκη . μετ ' ἐκείνην
5567503 Ἑταιρος
συγγενὴς λέγεται , καὶ ὁ παρὰ τῇ συνηθείᾳ λεγόμενος . Ἑταῖρος ὁ συμπολίτης . Ξένος δὲ ὁ ἀφ ' ἑτέρας
ὡς τάσσω τάξω , τακτὸς , ἄτακτος , ἀτακτῶ . Ἑταῖρος . ἔθος ἐθαῖος ὁ συνήθης , καὶ πλεονασμῷ τοῦ
5556839 Σεμιραμιν
κατεργάσασθαι . περὶ μὲν οὖν τῶν κατὰ [ τὴν ] Σεμίραμιν τοιαύτας ἀντιλογίας εἶναι συμβαίνει παρὰ τοῖς συγγραφεῦσι . Μετὰ
διὰ τὴν Δερκετὼ τοὺς ἰχθῦς καὶ τὰς περιστερὰς διὰ τὴν Σεμίραμιν σέβουσι Σύροι , τί θαυμαστὸν τοὺς μὲν ἐπὶ ἀρχῇ
5516117 καταθυμιος
: τόδε γὰρ θέτο Μῶσα λίγεια , τῶι γὰρ Ἰθωμάται καταθύμιος ἔπλετο Μοῖσα ἁ καθαρὰ † καὶ ἐλεύθερα σάμβαλ '
ἢ δουλοσύνης ; σὺ δὲ εἶ καταθύμιος μὲν Κροτωνιήτῃσι , καταθύμιος δὲ καὶ τοῖσι ἄλλοισι Ἰταλιώτῃσι : φοιτέουσι δέ τοι
5495126 Λαμια
μᾶλλον δὲ οὐδὲ πρὸς τὸν δάκτυλον . τί σὺ λέγεις Λάμια ; οὐκ ἀληθῆ ταῦτα ; οὐ δίκαιά φημι ;
ὑπομένει . τί ποιήσω , πρὸς τῶν θεῶν ἱκετεύω σε Λάμια . νὴ τὰ μυστήρια , νὴ τὴν τούτων τῶν
5494798 ἀδελφη
λογισμὸν ἡ φωνή . θεοῦ δὲ τοῦτο . πρόσταξις ἧκεν ἀδελφὴ τῆς προτέρας προστιθεῖσα θαλαττίῳ χλαμύδος βαφῇ λιθοκόλλητον ταινίαν φέρουσάν
. Παλεῦσαι γὰρ τὸ ἀπατῆσαι φασίν . Ἡ μωρία μάλιστα ἀδελφὴ πονηρίας ἔφυ . Ἡ συκάμινος συκαμίνῳ ῥύπτεται : πρὸς
5489863 χρησμος
εὐρύοπα Ζεύς . ἆρά γε καὶ μόνον τοῦτο εἴρηκεν ὁ χρησμός ; οὒκ , ἀλλ ' ὥσπερ ἐπισφραγίζεται τὴν γνώμην
. ἄναξ : ὁ Κύζικος . φάτις : φήμη ἢ χρησμός . ὁ δὲ στόλος ἐνταῦθα ὡς περιληπτικὸν ὄνομα συντάσσεται
5485791 βασιλευουσα
τὸ ἔθνος . ιβʹ . Ὡς Θάληστρις ἡ τῶν Ἀμαζονίδων βασιλεύουσα συνέμιξεν Ἀλεξάνδρῳ . ιγʹ . Ὡς ὁ βασιλεὺς ἀνίκητον
τὴν Κολχίδα , κἀκείνου τελευτήσαντος ἡ γυνὴ Πυθοδωρὶς κρατεῖ , βασιλεύουσα καὶ Κόλχων καὶ Τραπεζοῦντος καὶ Φαρνακίας καὶ τῶν ὑπερκειμένων
5477052 τιτθη
μητρὸς αὐτῶν γενομένη . ὑπὲρ μὲν οἴνου μηδὲ γρῦ , τίτθη , λέγε : ἂν τἄλλα δ ' ᾖς ἄμεμπτος
Δωδωναῖε „ . καὶ Κρατῖνος Ἀρχιλόχοις ” Δωδωναίῳ κυνὶ βωλοκόπῳ τίτθη γεράνῳ προσεοικώς ” . καὶ τὸ θηλυκὸν Δωδωνίς ἀπὸ
5471043 εὐχη
καὶ θυσίαι ἀγγέλων . ὥρα θʹ καλεῖται * ἐν ᾗ εὐχὴ ἀνθρώπων ἐν ᾗ οὐδὲν τελεῖται . ἐννάτῃ δέησις καὶ
ἐπιδείξῃ φίλας καὶ συγγενεῖς οὔσας : ἡ δὲ συναγωγὸς αὐτῶν εὐχὴ μεγάλη καλεῖται . διὰ τί δὲ ταύτης ἔτυχε τῆς
5444867 Στατειρα
συνῆκε Δημήτριος καὶ τοῦτο ἐμήνυσε τῇ βασιλίδι . ἡ δὲ Στάτειρα προελθοῦσα τῆς σκηνῆς ἔδειξεν ἑαυτήν . εὐθὺς οὖν τὰ
φυλάττηται μέχρι τῆς δίκης . “ ἀσμένη τοῦτο ἤκουσεν ἡ Στάτειρα καὶ πᾶσαν ἀφεῖσα γυναικείαν φιλονεικίαν εὐνουστέρα τῇ Καλλιρόῃ διὰ
5436924 Δικτυος
τῆς μητρὸς διάγοντος παρὰ Δίκτυϊ καὶ ἡβήσαντος , Πολυδέκτης ὁ Δίκτυος ὁμομήτριος ἀδελφός , βασιλεὺς Σερίφου τυγχάνων , ἰδὼν τὴν
τῆς μητρὸς διάγοντος παρὰ Δίκτυϊ καὶ ἡβήσαντος , Πολυδέκτης ὁ Δίκτυος ὁμομήτριος ἀδελφὸς , βασιλεὺς Σερίφου τυγχάνων , ἰδὼν τὴν
5427031 χρησθεν
Τίρυνθα : ὁ δὲ , εἰς νοῦν βαλόμενος τὸ Ἀμφιτρύωνι χρησθὲν , ὅτι χρεὼν εἴη πείθεσθαι Εὐρυσθεῖ , καὶ ἐσαῦθις
φήσει θανάτου ἄξια ἑαυτῷ πεπρᾶχθαι : καὶ γὰρ ὅτι τὸ χρησθὲν μόνος εἶδεν , οὐ τιμῆς ἀλλ ' ἀτιμίας ἄξιον
5422733 Φαιναρετης
, εἰκοστὸς δὲ ἀπὸ Διὸς , μητρὸς δὲ Πραξιθέας τῆς Φαιναρέτης ἐκ τῆς οἰκίας τῶν Ἡρακλειδῶν : ὥστε κατ '
καὶ τοὺς καλοὺς νόμους . ὦ λῷστε παῖ Σωφρονίσκου καὶ Φαιναρέτης , σοὶ μὲν τοῦτο ἀναγκαῖον ἦν ποιητέον , Ἀλκιβιάδου
5421803 Κρονιε
πολλῆς ἠρμένης . Αὖθις ὁρῶ γελῶντά σε , ὦ καλὲ Κρόνιε , τὴν καταστροφὴν τοῦ δράματος . ἐγὼ δὲ τοὺς
πάνθ ' , ὁπός ' οὐρανὸς ἐντὸς ἔταξε : Ζεῦ Κρόνιε , σκηπτοῦχε , καταιβάτα , ὀμβριμόθυμε , παντογένεθλ '
5417120 βασιλις
Κελαινὴ Προίτου θυγατέρες . μάχλους δὲ αὐτὰς ἡ τῆς Κύπρου βασιλὶς εἰργάσατο , ἐπὶ μέρους δὲ τῆς Πελοποννήσου ἔδραμόν φασι
δέσποινα , Θησέως δάμαρ . φεῦ φεῦ , πέπρακται : βασιλὶς οὐκέτ ' ἔστι δὴ γυνή , κρεμαστοῖς ἐν βρόχοις
5415704 Ἰφιγενειαν
γὰρ ταύτην πρῶτον ἁρπάσας Θησεὺς μετὰ τὸ τεκεῖν ἐξ αὐτῆς Ἰφιγένειαν ἀφῃρέθη αὐτὴν καὶ δευτέραν εἰς ἄρκυν εἰς δεύτερον δίκτυον
ἐν Μεγάροις . ἐγὼ δὲ ἤκουσα μὲν καὶ ἄλλον ἐς Ἰφιγένειαν λόγον ὑπὸ Ἀρκάδων λεγόμενον , οἶδα δὲ Ἡσίοδον ποιήσαντα
5411845 μετεσχε
: οἷον φωνῆς λόγον σημαινούσης τὰ μὲν καὶ τοῦ λόγου μετέσχε μετὰ τῆς κατὰ φωνὴν ἠχῆς , τὰ δὲ τῆς
οὐκ ἂν εἴη παρὰ ταύτας ἑτέρα : οὐ γὰρ ἂν μετέσχε τῆς κρείττονος ζωῆς τῆς λογικῆς ὑπερβὰς τὴν χείρονα αἴσθησιν
5411349 Φερσεφονης
δὲ ἐν πρώτῃ περὶ Κυζίκου φησὶν ὅτι ” κτίσμα ἐστὶ Φερσεφόνης καὶ ὄνομα ἔχει Γίγαντος . οἱ γὰρ Γίγαντες ἀπορρήξαντες
ἔθρεψε Γέλα , ὃς πολλοὺς μογεροῖσι μαραινομένους καμάτοισιν φῶτας ἀπέστρεψεν Φερσεφόνης ἀδύτων . . ἄκρον ἰατρὸν Ἄκρων ' Ἀκραγαντῖνον πατρὸς
5403801 Φερητος
Ἄλκηστιν μὲν γὰρ τὴν πρεσβυτάτην ἐκδοῦναι πρὸς γάμον Ἀδμήτωι τῶι Φέρητος Θετταλῶι , Ἀμφινόμην δὲ Ἀνδραίμονι Λεοντέως ἀδελφῶι , Εὐάδνην
σὺν τοῖς πατράσιν αὐτῶν ἦλθον . Ἀμυθάονος γὰρ Μελάμπους , Φέρητος δὲ Ἄδμητος , ἀνεψιοὶ τοῦ Ἰάσονος . ἐν δαιτὸς
5400104 Φιλαδελφος
ἐν Αἰγύπτῳ σῖτος : ἀντὶ τοῦ Καλύμνιος : Ὁ γὰρ Φιλάδελφος ἐκ Καλυδνῶν μετήγαγε τὸ σπέρμα . Ὁ Ἀπολλόδωρος φησὶ
. : Καὶ ὁ δεύτερος δὲ τῆς Αἰγύπτου βασιλεὺς , Φιλάδελφος δ ' ἐπίκλην , ὡς ἱστορεῖ ὁ Εὐεργέτης Πτολεμαῖος
5397556 νυμφευματων
, οἷον : αὐτός σοι ἀπολογήσεται : ἄλλως : εἰ νυμφευμάτων σε τῶν ἐμῶν ὁ πατὴρ πρὶν ἐστέρησεν , ἐκεῖνος
νυμφευμάτων μὲν τῶν ἐμῶν : εἰ [ τῶν ] πρῴην νυμφευμάτων τῶν ἐμῶν σε ἐστέρησεν καὶ τούτῳ δέδωκεν ὁ πατὴρ
5396579 Ἀδμητος
μὲν ἦσαν , εἶχον δὲ ἐνστάσεις : ὅ τε γὰρ Ἄδμητος ἐλογίζετο ὅτι τέθνηκεν ἡ Ἄλκηστις καὶ ὅτι ὁ ἀποθανὼν
καὶ θνήσκουσι καὶ τῶν λεγομένων μάρτυρες Ἀχιλλεὺς καὶ Μήδεια , Ἄδμητος καὶ Ἄλκηστις , Λαοδάμεια καὶ Πρωτεσίλαος : εἴκει σοι
5386769 ἑταιρα
δὲ ὅτι καὶ ἑτέρα ἐν τῇ Λέσβῳ ἐγένετο Σαπφώ , ἑταίρα , οὐ ποιήτρια . Λέγει Ἡσίοδος , τὴν ἀηδόνα
: ὄνομα κύριον , τὸ γένος Καρύστιος . Γλυκέρα : ἑταίρα τις . Γνῶσις : ἀντὶ τοῦ κρίσις Δημοσθένης ἐν
5384608 προγονος
ἡ γῆ καταβραβεύειν τῶν λοιπῶν ἐπέχουσα αὐτὴ τὰ πάντα ὡς πρόγονος . Πᾶσαι μὲν οὖν αἱ προκείμεναι ἀγωγαὶ χρηματιστικαὶ καὶ
, ἄνδρες γενειοσυλλεκτάδαι , ἰχθὺν ἐσθίει ; ἢ καθάπερ ὁ πρόγονος ὑμῶν Μελέαγρος ὁ Γαδαρεὺς ἐν ταῖς Χάρισιν ἐπιγραφομέναις ἔφη
5383546 στεναγματων
τοῦ Ἅιδου , ὅθεν καὶ τὸ ὄνομα εἴληπται ἀπὸ τῶν στεναγμάτων τῶν ἐν αὐτῇ . οὕτως Ἡρωδιανός . . .
κατὰ χθονὸς νεκρῶν ἀπύσατ ' ἀπύσατ ' ἀντίφων ' ἐμῶν στεναγμάτων κλύουσαι . ὦ παῖδες , ὦ πικρὸν φίλων προσηγόρημα
5376516 ὑμνος
ποιητικόν , εἰ τὴν Ἀφροδίτην ἀφεὶς ὕμνησε τὴν Φρύνην Ἀφροδίτης ὕμνος ἐπιγράψας τοῖς ἔπεσιν ; Ἀριθμείτω δὴ Πραξιτέλης τὸ πλῆθός
, λέγων : ὦ θρασύβουλε , ὁ θησαυρὸς καὶ ὁ ὕμνος ἀπαγγελεῖ καὶ διηγήσεται ἐν τοῖς λόγοις τῶν θνητῶν ,
5373627 Ὀλυμπιονικην
ἀγάγετέ μοι τὸν υἱὸν τοῦ Ἀρχεστράτου , τὸν Ἀγησίδαμον τὸν Ὀλυμπιονίκην , ἐν ποίῳ μέρει τῆς ἐμῆς μνήμης ἐστὶ γεγραμμένος
. δέξαι : τοῦτον τὸν κῶμον καὶ ὕμνον δέξαι ὄντα Ὀλυμπιονίκην : ἐπειδὴ εἰς τὸν νικήσαντα λέγεται . δέξαι δὲ
5373397 Θεμιστω
Ἱππίας δὲ Γοργῶπιν : Σοφοκλῆς ἐν Ἀθάμαντι Νεφέλην : Φερεκύδης Θεμιστώ . : τέσσαρας δὲ ἀναγράφει τὰς Ἐφύρας : πρώτην
: Σοφοκλῆς δὲ ἐν Ἀθάμαντι , Νεφέλην : Φερεκύδης , Θεμιστώ : ὃς καὶ φησὶ , τῶν καρπῶν φθειρομένων ἐκ
5367359 υἱων
υἱὸν Ἀγαύη , Σεμέλην τε ἐκεραύνωσε Ζεὺς καὶ τῶν Ἰνοῦς υἱῶν Λέαρχον μὲν μανεὶς ὁ πατὴρ Ἀθάμας ἀπέκτεινε , Μελικέρτης
ἐν τῷ οἴκῳ νόμους τίθεμεν καὶ δικάζομεν τῶν οἰκετῶν ἢ υἱῶν τοὺς παραβαίνοντας . οὐ μόνον δὲ ἐν τῷ οἰκονομικῷ
5360038 Ἰω
δράγμασι σιτουμένων καὶ Πελασγικὸν τὸ Ἄργος ὠνόμασεν . Ἰάσου δὲ Ἰὼ ἐγένετο , Ἰοῦς δὲ Ἔπαφος , Ἐπάφου δὲ Λιβύη
Δωδώνην ] Τὴν νῦν Βόντιτζαν . : Λέγουσι δὲ τὴν Ἰὼ πλανωμένην ἐλθεῖν καὶ πρὸς τὴν Δωδώνην , ἔνθα εἰσὶν
5357379 Ἰουδαιου
Ἰούδα καὶ Ἰδουμαία , ὡς δὲ Κλαύδιος Ἰόλαος , ἀπὸ Ἰουδαίου Σπάρτωνος ἐκ Θήβης μετὰ Διονύσου ἐστρατευκότος . : Λάμπη
: οἷς δ ' αὐτὸς παρατυχεῖν φησιν ὑπ ' ἀνδρὸς Ἰουδαίου κατὰ τὴν στρατείαν γενομένοις , τοῦτο παραθήσομαι . λέγει
5349896 Πυθιονικην
τὸν Μισγόλαν : οὐ γὰρ κιθαρῳδός εἰμ ' ἐγώ . Πυθιονίκην δέ φησι φιληδεῖν ταρίχῳ , ἐπεὶ ἐραστὰς εἶχε τοὺς
τοὺς Ἀλεξάν - δρου φίλους ἀπέδρα , πρότερον δὲ ἔτι Πυθιονίκην [ ] ἔγημε , γένος μὲν οὐκ οἶδα ὁπόθεν
5345812 χαιρε
Ὣς φάτ ' Ἀθηναίη , ὃ δ ' ἐπείθετο , χαῖρε δὲ θυμῷ , στῆ δ ' ἄρ ' ἐπὶ
συμπλέξαντα τὸν Ἰλιάδος καὶ Ὀδυσσείας στέφανον . Δήλι ' Ἄπολλον χαῖρε καὶ Ἄρτεμι , παῖδε κλεεινώ . Αἴσωπός ποτ '
5334030 Πριαμου
Ἀγαμέμνων . ἄγει δὲ καὶ Ἑρμῆς παρ ' Ἀλέξανδρον τὸν Πριάμου τὰς θεὰς κριθησομένας ὑπὲρ τοῦ κάλλους , καὶ ἔστιν
Δευ - τέρῃ δὲ λέγουσι γενεῇ μετὰ ταῦτα Ἀλέξανδρον τὸν Πριάμου ἀκηκοότα ταῦτα ἐθελῆσαί οἱ ἐκ τῆς Ἑλλάδος δι '
5328776 πεισασα
ἐνταῦθα πληθὺς φίλη ἐν ταχυτάτῃ κινήσει τῶν πτερύγων , μόλις πείσασα τὴν τοῦ πατρὸς ἡμῶν , Ὠκεανοῦ , διάνοιαν .
. λάθραι δ ' ἄνακτος ἢ εἰδότος δράσεις τάδε ; πείσασα μύθοις : οὐ γὰρ ἂν λάθοιμί γε . σοὶ
5323139 Προγνωστικου
θεῷ ἥ τε παροῦσα πραγματεία πληροῦται καὶ τὰ σχόλια τοῦ Προγνωστικοῦ . δόξα τῷ θεῷ . ἀμήν . Κολλύριον ὀφθαλμικὸν
καὶ θεραπείας προηγεῖσθαι ὀφείλει σημείωσις . λοιπὸν ἀρξώμεθα ἀπὸ τοῦ Προγνωστικοῦ . | ἀλυσμόν : ἀπορίαν , ἀμηχανίαν . ὡς
5317754 προςηγοριαν
παρὰ τοῦ Μακεδόνος Ἀλεξάνδρου συνῳκίσθη , καὶ ταύτην ἐδέξατο τὴν προςηγορίαν ἡ τῆς Αἰγύπτου πάσης μήτηρ . Ἐντεῦθεν δὴ καὶ
ἐξ ἐκείνου καὶ εἰς τόδε τελεῖται , τὴν αὐτὴν ἔχουσα προςηγορίαν . Ἔτι δὲ Σαβίνους εἷλε μάχῃ , καὶ ,
5314603 Τυνδαρεω
τοῖς προτέροις ἐστὶν ἤδη δεδηλωμένα , ὡς οἱ Μεσσήνιοι τοὺς Τυνδάρεω παῖδας ἀμφισβητοῦσιν αὑτοῖς καὶ οὐ Λακεδαιμονίοις προσήκειν . πλεῖστα
γίγνεσθαι , ὅπως ἐς Δία ἀνηνέχθη αὐτοῖν ἡ γένεσις ἀφαιρεθεῖσα Τυνδάρεω . καί τινας τῶν παρόντων κολακείᾳ τῇ Ἀλεξάνδρου ,
5311002 Τυνδαρεως
εἴ τις εἴποι Ἀλεξάνδρου παῖδας τοὺς Ἀλεξανδρεῖς . Οἰβάλου δὲ Τυνδάρεως καὶ οἱ λοιποὶ τῶν Λακώνων προὔχοντες . κατὰ δὲ
τιθέμενος τιθήμενος , δότης δώτης , Κόρα Κώρα , Τυνδάρεος Τυνδάρεως , μήστορα μήστωρα , Διόνυσος Διώνυσος . Ἐπέκτασις δέ
5310227 Ἀστεριας
ἐκ Τεκμήσσης δὲ τῆς αἰχμαλωτίδος Εὐρυσάκης Φώκου δὲ πάλιν καὶ Ἀστερίας Κρίσσος καὶ Πανοπεύς , Πανοπέως δὲ Ἐπειὸς ὁ τὸν
: Ὁ Ἴδμων , ὡς ἱστορεῖ Φερεκύδης , παῖς ἦν Ἀστερίας τῆς Κορώνου καὶ Ἀπόλλωνος , οὗ καὶ Λαοθόης ,
5309278 παιδισκη
ἡ γυνὴ Ἀβραὰμ οὐκ ἔτικτεν αὐτῷ . ἦν δὲ αὐτῇ παιδίσκη Αἰγυπτία , ᾗ ὄνομα Ἄγαρ . εἶπε δὲ Σάρα
ὁδῷ Σούρ . καὶ εἶπεν αὐτῇ ὁ ἄγγελος κυρίου : παιδίσκη Σάρας , πόθεν ἔρχῃ , καὶ ποῦ πορεύῃ ;
5309276 Εὐανδρον
βωμὸς Ἡρακλέους καὶ Μουσῶν ; Ἦ ὅτι γράμματα τοὺς περὶ Εὔανδρον ἐδίδαξεν Ἡρακλῆς , ὡς Ἰόβας ἱστόρηκε ; Καὶ τὸ
ἃ ὑπὲρ τῆς πόλεως ἔφην . τῷ σῷ . . Εὔανδρον ] ἀντὶ τοῦ ἀνδρείους ἔχουσαν πολίτας , ἵνα τούτων
5306513 νεωτατος
ἀντιγράφοις ἦν φέρεται καὶ κοινὴ ἀνάγνωσις ἦν : . † νεώτατος δ ' ἦν Πριαμιδῶν : ὅπερ , τὸ εἶναί
: ἦν ἀντὶ τοῦ ἤμην φησίν . ἔστιν Ἀττικόν : νεώτατος δ ' ἦν : ἀντὶ τοῦ ἤμην φησίν .
5303252 Ἐκεινος
χάριν : εὐμνημόνευτον ἐσομένην οὕτως ὁρῶν . . . . Ἐκεῖνος οὖν κεφάλαια συναθροίσας χρόνων , εἰς βασιλέως ἀπέθετο Φιλαδέλφου
τηλικούτων συντετελεσμένων οὐδεὶς ἐπεβάλετο τῶν ἱστορικῶν ἢ ποιητῶν ἐπιμνησθῆναι ; Ἐκεῖνος δὲ ἔφη : Διὰ τὸ σεμνὴν εἶναι τὴν νομοθεσίαν
5302264 Ἀδμητου
, ἦν ἡ Ἀθηνᾶ διὰ τὸν Ἕκτορα , καὶ χάριν Ἀδμήτου Φοῖβος ὁ ἀκερσεκόμης τὰς εἰλίποδας βοῦς ἐποίμαινε , καὶ
οὐ χεῖρον δὲ καὶ αὐτὸ εἰπεῖν , Γαῖα λάβ ' Ἀδμήτου ἔλυτρον , βῆ δ ' εἰς θεὸν αὐτός ,
5301240 ἐρασθεισα
Ἠριφανίδος , γράφων οὕτως : Ἠριφανὶς ἡ μελοποιὸς Μενάλκου κυνηγετοῦντος ἐρασθεῖσα ἐθήρευεν μεταθέουσα ταῖς ἐπιθυμίαις . φοιτῶσα γὰρ καὶ πλανωμένη
Λαΐδος φάμενον μνῆμα εἶναι : παρεγένετο γὰρ καὶ ἐς Θεσσαλίαν ἐρασθεῖσα Ἱπποστράτου . τὸ δὲ ἐξ ἀρχῆς ἐξ Ὑκάρων αὐτὴν
5296813 Ὑπνον
ὑπέβαινε . καταλαβόντες δέ ποτε αὐτὴν καὶ εἰσπλεύσαντες εἰς τὸν Ὕπνον λιμένα προσαγορευόμενον πλησίον τῶν πυλῶν τῶν ἐλεφαντίνων , ᾗ
' ὅσον τὸ ἔπος Ὁμήρου συστῆσαι κοινὸν ἁπάντων δεσπότην τὸν Ὕπνον ἀποκαλοῦντος περιέθεις λαμπαδίῳ προηγουμένῳ πάντα περισκοπῶν , πᾶσιν ἐφεστηκώς
5292150 συνευναζεται
γυναικοκρατουμένῃ τῇ Λήμνῳ μίσγονται ταῖς γυναιξίν . Ὑψιπύλη δὲ Ἰάσονι συνευνάζεται , καὶ γεννᾷ παῖδας Εὔνηον καὶ Νεβροφόνον . ἀπὸ
Ἀγαυὴν δὲ Ἐχίων . Σεμέλης δὲ Ζεὺς ἐρασθεὶς Ἥρας κρύφα συνευνάζεται . ἡ δὲ ἐξαπατηθεῖσα ὑπὸ Ἥρας , κατανεύσαντος αὐτῇ
5289084 Φρυνην
ἡμῖν Ἀφροδίτης , οὐκ ἄγαλμα δεδωκώς . ἐργασάμενος γὰρ τὴν Φρύνην ἔργαψε τὴν θεὸν τῇ προσηγορίᾳ τῆς Ἀφροδίτης ὥσπερ ἐπιγράμματι
, Ἵππη , πάνυ χόρτον , φησί , καταβεβρωκέναι . Φρύνην ἐπείρα Μοίριχος τὴν Θεσπικήν : κἄπειτεν αἰτήσασαν αὐτὸν μνᾶν
5286168 Μινωος
ὧν προειρήκαμεν . τὸν οὖν Δαίδαλον πυθόμενον τὴν ἀπειλὴν τοῦ Μίνωος διὰ τὴν κατασκευὴν τῆς βοός φασι φοβηθέντα τὴν ὀργὴν
τὴν δοτικὴν ποιεῖ ὁμότονον καὶ ὁμόχρονον , ἔρωτος ἔρωτι , Μίνωος Μίνωϊ , Αἴαντος Αἴαντι . τὸν Αἴαντα : πᾶσα
5282684 ἐγκυος
πρὸς τὴν ταφήν . καὶ ἴσως , ἐπεὶ ἡ Λητὼ ἔγκυος οὖσα διὰ ιβʹ ἡμερῶν εἰς Δῆλον ἦλθε μεταβαλοῦσα εἰς
σπόραν - μὴ γινομένη γὰρ ? ? ? δ ' ἔγκυος ? ? : . . ? . ´ει ?
5280095 πενταετηριδ
μολὼν ὄχθῳ Κρόνου κάλλιον ἂν δηρῐώντων ἐνόστης ' ἀντιπάλων , πενταετηρίδ ' ἑορτὰν Ἡρακλέος τέθμιον κωμάσαις ἀνδησάμενός τε κόμαν ἐν
τὸν πρῶτον ἐνιαυτὸν καταριθμῶν ἀνέθηκε τὴν πρώτην Ὀλυμπιάδα . καὶ πενταετηρίδ ' ὅπως : θαυμαστικῶς λέγει : καὶ πενταετηρικὸν ὅπως
5274637 Τευθρας
ἐκπίπτει , καὶ ἡ μεταξὺ τούτων Τευθρανία , ἐν ᾗ Τεύθρας καὶ ἡ τοῦ Τηλέφου ἐκτροφή , ἀνὰ μέσον ἐστὶ
τοῦ πατρὸς παρεδόθη Ναυπλίῳ ἐπὶ θανάτῳ : παρ ' οὗ Τεύθρας ὁ Μυσῶν δυνάστης παραλαβὼν αὐτὴν ἔγημε . τὸ δὲ
5271814 Ὀικλεους
ἀνέχων ἐστὶν Ἔποχος , παρὰ δὲ αὐτὸν Κάστωρ καὶ Ἀμφιάραος Ὀικλέους , ἐπὶ δὲ αὐτοῖς Ἱππόθους ὁ Κερκυόνος τοῦ Ἀγαμήδους
οἱ δὲ ἡγεμόνες ἦσαν οἵδε : Ἄδραστος Ταλαοῦ , Ἀμφιάραος Ὀικλέους , Καπανεὺς Ἱππονόου , Ἱππομέδων Ἀριστομάχου , οἱ δὲ
5267517 πρε
στρατιὰν ὅσην δύνανται πλείστην καταγράφειν τοὺς ὑπάτους καὶ τοὺς συμμάχους πρε - σβειῶν ἀποστολαῖς παρακαλεῖν σῖτόν τε καὶ ὅπλα καὶ
καὶ Κόιντος Ὀγούλνιος πρὸς τὸν Φιλάδελφον Πτολεμαῖον πρεσβεύσαντες [ περὶ πρε - σβείας ] καὶ δωρεαῖς ἰδίαις τιμηθέντες ὑπ '
5262403 Δημοφων
Αἰόλου τοῦ Ἕλληνος τοῦ Διός . παῖς Ἱππομέδοντος Πολύδωρος ἢ Δημοφῶν : ἒ ἒ ὡς γαῦρος ὡς φοβερός : ἐπηρμένος
' ἀνηλωκέναι φασὶ σὺν ταῖς ἑπτὰ καὶ ἑβδομήκοντα μναῖς : Δημοφῶν δὲ καὶ πρὸς ὀφείλοντας ἡμᾶς ἐνέγραψε . ταῦτ '
5259059 Ἐρεχθευς
, γᾶ δ ' ἔχει τυράννους , ἀνηβᾶι δ ' Ἐρεχθεύς : ὅ τε γηγενέτας δόμος οὐκέτι νύκτα δέρκεται ,
Δεινομάχη Ἀλκιβιάδης◄ εἰς Δαίδαλον κτλ . ►Ζεύς Ἥρα Ἥφαιστος Γῆ Ἐρεχθεύς Προκρίς Μητίων γυνή τις Εὐπάλαμος Ἀλκίππη Δαίδαλος διὰ μέσου
5255484 Ἀγχισης
ἐν Ἴδῃ , Αἰνείας δὲ καὶ Ἀσκάνιος ὁ υἱὸς καὶ Ἀγχίσης ὁ πατὴρ αὐτοῦ , ἀλλὰ καὶ ἄλλοι τινὲς παῖδες
τῆς Σιμόεντος Κάπυς , τοῦ δὲ καὶ Θεμίστης τῆς Ἴλου Ἀγχίσης , ᾧ δι ' ἐρωτικὴν ἐπιθυμίαν Ἀφροδίτη συνελθοῦσα Αἰνείαν
5245895 γαμβρος
οἷον ἐπὶ ἰαμβικοῦ χαίροισα νύμφα , χαιρέτω δ ' ὁ γαμβρός : ἐνταῦθα γὰρ ἡ βρος τελευταία συλλαβὴ ἀντὶ ὅλου
, γάμος γαμηρὸς , συγκοπῇ καὶ προσθέσει τοῦ β , γαμβρός . Γαστήρ , ὅτι γαστρίζει ἡμᾶς ἐπιχορηγοῦσα τὴν τροφήν
5245479 Λαβδακιδη
καθὰ καὶ Μνασέας ἐν τῷ περὶ χρησμῶν γράφει : Λάιε Λαβδακίδη , ἀνδρῶν περιώνυμε πάντων . ἐξ οὗπερ : ἀφ
χρηστηριαζομένῳ περὶ γενέσεως ἀῤῥένων παίδων ἀνεῖλεν ὁ θεός : Λάϊε Λαβδακίδη μὴ σπεῖρε τέκνων ἄλοκα δαιμόνων βίῃ : κτενεῖ γάρ
5243987 Πλαγγων
- του . ” κατέσχε δὲ αὐτῆς τὰς χεῖρας ἡ Πλαγγών , ἐπαγγειλαμένη τῆς ὑστεραίας εὐκολωτέραν αὐτῇ ἔκτρωσιν παρασκευάσειν .
πεισθῆναι , ὡς οὗτοι γεγόνασιν ἐξ αὑτοῦ , τελευτῶσα ἡ Πλαγγών , ὦ ἄνδρες δικασταί , μετὰ τοῦ Μενεκλέους ἐνεδρεύσασα
5243660 Μενοικεα
[ ἃ δρῶντες ἂν σώσαιτε Καδμείων πόλιν ] : σφάξαι Μενοικέα τόνδε δεῖ ς ' ὑπὲρ πάτρας , σὸν παῖδ
Ἡλίῳ καὶ Ποσειδῶνι , οὐδὲ τὸν υἱὸν καθάπερ ὁ Κρέων Μενοικέα , οὐδὲ τὴν παῖδα καθάπερ ὁ Λεὼς τὴν Πραξιθέαν
5242447 Δηλια
καὶ τῶν ῥοιδίων ἐτρώγομεν . ταῦτά σοι καὶ Πύθια καὶ Δήλια ἀλλ ' ἢν χιτών σοι . οὐχ ὅθεν ἂν
; Ἀνεῖλε δὲ αὐτὸς ὁ θεός : Ταῦτά σοι καὶ Δήλια καὶ Πύθια . Ἐσήμαινε δὲ αὐτῷ ὅτι εὐθὺς ἀποθανεῖται
5241877 Πυθωνος
ἐς ἅρμ ' ἀναβαίνων ματέρι καὶ διδύμοις παίδεσσιν αὐδὰν μανύει Πυθῶνος αἰπεινᾶς ὁμοκˈλάροις ἐπόπταις . ἔστι δέ τις λόγος ἀνθρώπων
καὶ τῷ χορῷ τῶν νέων τὸν Ἀπόλλωνα , διότι ἐκ Πυθῶνος εἴληφε τὴν νίκην καὶ τὸ μέλος , ὃ νῦν
5240044 Δημοδοκε
καὶ ὥσπερ ἐπίτηδες ζητῶν ὅ τι εἴποι μέγιστον , ὦ Δημόδοκε , φησὶν , Ἔξοχα δή σε βροτῶν αἰνίζομ '
ὄνομα τούτῳ , ὦ Σώκρατες . Καλόν γε , ὦ Δημόδοκε , τῷ ὑεῖ τὸ ὄνομα ἔθου καὶ ἱεροπρεπές .
5239783 ἠγαγετο
ἀσχάλλοντος οὐσίας τινῶν καὶ κληρονομίας ἐξ ἐπηρείας ὑφαρπασάσης ἐκείνης . ἠγάγετο δ ' αὐτῷ καὶ γυναῖκα τῶν εὐπατριδῶν , ἣν
τὸ ἐπικλωθόμενον καὶ ἐπιλαγχάνον τινὶ τοῦ λοιποῦ ἀμετάτροπον εἶναι . ἠγάγετο καὶ τὴν Εὐρυνόμην , ἤτοι τὴν εὐρεῖαν διαγωγήν .
5234874 θιασου
ποιήσῃς αὐτῷ μηδέν „ . εἷς δὲ δὴ τοῦ φιλικοῦ θιάσου καὶ ὁ ἀσκητὴς ὢν εἰκότως προνομίας τῆς αὐτῆς ἀξιωθεὶς
ψυχαῖς . ἡγεμὼν δὲ οἷά τις ἦν χοροῦ τοῦ Αἰγυπτιακοῦ θιάσου παντὸς Ἑλικών , ἐπάρατον καὶ ἐξάγιστον ἀνδράποδον παρεισφθαρὲν εἰς
5227572 ἀπειθουσαν
ὁ Ἀχαιῶν λιμὴν καί τινα ἄλλα προσέθετο , Ἄβυδον δὲ ἀπειθοῦσαν ἐπολιόρκει . Παυσίμαχος δ ' οἰχομένου Λιβίου πείρας τε
ἐπὶ τὴν μίαν ἀεὶ πόλιν , τὴν τοῖς τεθεῖσιν νόμοις ἀπειθοῦσαν . Δῆλον . Καὶ μὴν τοῦτό γε οἱ πολλοὶ
5226941 Σπαρτωνος
. ὃν δὲ προσποιοῦσιν Ἀκουσιλάωι λόγον , Μυκηνέα υἱὸν εἶναι Σπάρτωνος , Σπάρτωνα δὲ Φορωνέως , οὐκ ἂν ἔγωγε ἀποδεξαίμην
„ οἳ δὲ Μυκήνας εἶχον „ . ἀπὸ Μυκηνέως τοῦ Σπάρτωνος τοῦ Φορωνέως ἀδελφοῦ : ἢ ἀπὸ μύκητος τοῦ ξίφους
5226894 Λεαινα
οὖν καὶ σὺ τοιοῦτόν τι πέπονθας ; Οὔκουν , ὦ Λέαινα , ἔφη , ἀλλὰ ἐγεννήθην μὲν ὁμοία ταῖς ἄλλαις
ὁμιλήσοι , ὁ Δημήτριος κελητίσας εἶπε : πρὸς ταῦτα καὶ Λέαινα , εἰ βούλει , κράτει . πάλιν ὁ αὐτός
5225989 λαθοιμι
παρθένοι , φίλαι , πῶς ἂν ἀπέλθοιμι καὶ τὸν Σκύθην λάθοιμι ; Κλύεις , ὦ προσᾴδουσα τἄμ ' ἐν ἄντροις
Νοσσίδι χρῆσαι τῆι μὴ δοκέωμέζον μὲν ἢ δίκη γρύζω , λάθοιμι δ ' , Ἀδρήστειαχιλίων εὔντων ἔνα οὐκ ἂν ὄστις
5220083 Ψαυμιος
, ἀντὶ τοῦ τὸν ὕμνον , ὅς ἐστι δῶρα τοῦ Ψαύμιος νενικηκότος . τὸν ὕμνον δὲ ἄωτον τῶν στεφάνων καὶ
δέξαι , ὦ Ζεῦ . ἢ οὕτως : ὁ τοῦ Ψαύμιος ὕμνος . . . . ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς παραγίνεται
5219616 Νινυαν
ἤδη γηραιὸς ὢν ἐγάμησεν . ἡ δὲ ἐτέκνωσεν ἐξ αὐτοῦ Νίνυαν παῖδα . μετὰ δὲ τὸν Νίνου θάνατον ἐτείχισε τὴν
ἤδη γηραιὸς ὢν ἐγάμησεν . ἡ δὲ ἐτέκνωσεν ἐξ αὐτοῦ Νίνυαν παῖδα . μετὰ δὲ τὸν Νίνου θάνατον ἐτείχισε τὴν
5218573 Ἀεροπη
καὶ ὁ φρουρὸς αὐτῆς Ἄργος καὶ Ἀτρεὺς καὶ Θυέστης καὶ Ἀερόπη , καὶ τὸ χρυσοῦν ἀρνίον καὶ Πελοπείας γάμος καὶ
: Τήθη ἐστὶν ἡ τοῦ πατρὸς μήτηρ , ὡς ἡ Ἀερόπη τῷ Ὀρέστῃ , καὶ ἡ τῆς μητρὸς δὲ μήτηρ
5217351 νηιδος
Ἠιονέως τοῦ Πρωτέως , ἢ Σαγγαρίου τοῦ ποταμοῦ , καὶ νηίδος νύμφης Εὐαγόρας . Γλαυκίππην δ ' ἔνιοι τὴν Ξάνθου
Φιλοδίκης τῆς Ἰνάχου Φοίβη καὶ Ἱλάειρα , Ἰκάρου καὶ Περιβοίας νηίδος υἱοὶ πέντε καὶ ἡ Ὀδυσσέως γυνὴ Πηνελόπη Τυνδάρεω καὶ
5215256 θυγατηρ
' ἕτερον ὄνομα , τιμωρῶν πατρί . ἡ σὴ δὲ θυγάτηρ ἰδίοισιν ὑμεναίοισι κοὐχὶ σώφροσιν ἐς ἀνδρὸς ἤιει λέκτρ '
* τμηθῇ , ἣν αὐτῷ ἐχαρίσατο . τούτου τοῦ Πτερελάου θυγάτηρ ὑπῆρχε Κομαιθὼ καὶ ἄρρενες παῖδες Χρόμιος , Τύραννος ,
5213503 Ποιας
ἐὰν καὶ τἄλλα μάθῃς κακά ; . : κἀναμυχθίζῃ ] Ποιᾶς φωνῆς καὶ στεναγμοῦ εἶδος . , : κἀναμυχθίζῃ ]
ἐὰν καὶ τἄλλα μάθῃς κακά ; . : κἀναμυχθίζῃ ] Ποιᾶς φωνῆς καὶ στεναγμοῦ εἶδος . , : κἀναμυχθίζῃ ]
5212964 Σαρραν
οἰκητόρων , οὓς τὸ διπλοῦν σπήλαιον ζυγάδην κεχώρηκεν , Ἀβραὰμ Σάρραν , Ἰσαὰκ Ῥεβέκκαν , Λείαν Ἰακώβ , ἀρετὰς καὶ
αὐτοῦ Σάρας νῦν ἐροῦμεν : καὶ γὰρ αὕτη μετονομάζεται εἰς Σάρραν κατὰ τὴν τοῦ ἑνὸς στοιχείου πρόσθεσιν τοῦ ῥῶ .
5212059 Φορβαντα
τὴν Ἀμαζόνα ἁρπάζει . Καὶ Πολέμων δὲ ἱστορεῖ πάλην εὑρηκέναι Φόρβαντα Ἀθηναῖον , ὅτι δὲ Θησεὺς παρ ' Ἀθηνᾶς ἔμαθε
Ἀμαζόνα ἁρπάζει . Καὶ Πολέμων δὲ ἱστορεῖ , πάλην εὑρηκέναι Φόρβαντα Ἀθηναῖον . Ὅτι δὲ Θησεὺς παρ ' Ἀθηνᾶς ἔμαθε
5209798 ὁμομητριος
ἐπὶ θάτερα Καλλίας ὁ Ἱππονίκου καὶ ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ ὁ ὁμομήτριος , Πάραλος ὁ Περικλέους , καὶ Χαρμίδης ὁ Γλαύκωνος
ἐπιστωσάμεθα : οὑτοσὶ δ ' ἐκείνου συγγενής , ὁμοπάτριος καὶ ὁμομήτριος ἀδελφὸς καὶ τρόπον τινὰ δίδυμος , καθ ' ὃν
5206011 Παλλαντι
τὴν πόλιν . ἀνὴρ δέ τις , ὃς ἐκηρύκευε τῶι Πάλλαντι , ἀπαγγέλλει τῶι Θησεῖ τὸ γενόμενον : ὁ δὲ
θυγατέρα Ὠκεανοῦ τὴν Στύγα ἐποίησε , συνοικεῖν δὲ αὐτὴν οὐ Πάλλαντι , ἀλλὰ ἐκ Πείραντος Ἔχιδναν τεκεῖν , ὅστις δὴ
5205744 προστηναι
. φησὶν οὖν μετὰ τὴν κατάλυσιν τῆς Ἀσσυρίων ἡγεμονίας Μήδους προστῆναι τῆς Ἀσίας , Ἀρβάκου βασιλεύοντος τοῦ Σαρδανάπαλλον καταπολεμήσαντος ,
ἐπέστω συχνά . Ὅ τι δ ' ἂν μὴ δύνηται προστῆναι , ἡ σὰρξ ὑγρὴ ἐοῦσα αἰτίη ἐστίν : ταύτην
5204065 θυγατριον
ἐκείνου παραλίπῃς εὐχάς . ὡς γὰρ ᾤχετο φέρων αὐτῷ τὸ θυγάτριον Ὀδυσσεύς , ὁ μὲν ᾔτησε τὸν Λητοῦς ἡμῖν συναλλαγῆναι
ἐκβοᾷ : τίνα ὁρῶ ταῦτα ; Τί γέγονάς μοι , θυγάτριον ; Ἆρα καὶ σὺ ζῇς ἢ ταῦτά τις ἐβάστασε
5203778 Νινυου
οὕτω ποτὲ ἱστορεῖ λέγεσθαι , ἐν οἷς φησι Καππαδόκα παῖδα Νινύου , ἐφ ' ὅτωι Ἀσσύριοι μεταβαλόντες τὸ ὄνομα Καππαδόκαι
Τευτάμου γὰρ βασιλεύοντος τῆς Ἀσίας , ὃς ἦν εἰκοστὸς ἀπὸ Νινύου τοῦ Σεμιράμιδος , φασὶ τοὺς μὲτ ' Ἀγαμέμνονος Ἕλληνας
5202357 Ἀδραστεια
Ὅθεν καὶ θείᾳ φήμῃ Ἀδράστεια : αὕτη γὰρ ἡ διάταξις Ἀδράστεια ὄντως καὶ ὄντως Δίκη καὶ σοφία θαυμαστή . Τεκμαίρεσθαι
Ἀρέθουσα καὶ Ἴδη , Κρώμνη , Βριθὼ , Καλαινὼ , Ἀδράστεια , καὶ Γλαύκη . Οὐκ ἐκ τούτων τῶν μελιῶν
5202348 Νιοβης
: Λάκων εἶπε , μεγαλυνομένου τινὸς ῥήτορος ἐπὶ ῥητορικῇ . Νιόβης πάθη : ἐπὶ τῶν μέγιστα παθόντων κακά ⋮ Αὕτη
ἔχον τὸ κακὸν ἐνεβρόντησέ με . καὶ τάχα ὁ τῆς Νιόβης μῦθος οὐκ ἦν ψευδής , ἀλλὰ κἀκείνη τοιοῦτόν τι
5202015 Παρυσατιδι
σατραπείαν , καὶ μελετᾶι ἐπανάστασιν . διαβάλλει Σατιβαρζάνης Ὀρόνδην ὡς Παρυσάτιδι μίγνυται , καίτοι λίαν αὐτῆς σωφρονούσης : καὶ ἀναιρεῖται
καὶ ἀναίρεσις . καὶ ἔτι σύλληψις Γίγγης , ἡ ὠικείωτο Παρυσάτιδι : καὶ κρίσις ἐπ ' αὐτῆι , καὶ ἀθώωσις
5201955 Ἰασου
Μειλανίων ἔγημε τῇ τέχνῃ τῶν μήλων : ἄλλως : αὕτη Ἰάσου μὲν θυγάτηρ , Μειλανίωνος δὲ γυνὴ , Ἀρκὰς τῷ
ἀργήπου τοῦ Κηφέως τοῦ Ποσειδῶνος , μητρὸς δὲ Ἀταλάντης τῆς Ἰάσου : Ἀταλάντης γόνος : ταύτην Μειλανίων ἔγημε τῇ τέχνῃ
5201433 πυνθανομενη
τῆς Ἑλένης . αἰνίττεται δὲ ὅτι πονηρῶς κερτομεῖ περὶ τούτων πυνθανομένη ὧν παροῦσα ὁρᾷ : ἐν συμφοραῖσι : τὴν ἀπολογίαν
ἐλευθερίαν ἔσεσθαι , πρὶν ἐξελεῖν Καρχηδόνα . ὧν ἡ βουλὴ πυνθανομένη ἔκρινε μὲν πολεμεῖν , ἔτι δ ' ἔχρῃζε προφάσεων

Back