τῆς λευκῆς θαλάσσης μόνος ἐν νυκτὶ ἐκάλει τὸν Ποσειδῶνα τὸν βαρύκτυπον , τὸν τῇ καλῇ τριαίνῃ χρώμενον . ὁ δὲ
σχεθέμεν . ἐγγὺς ἐλθὼν πολιᾶς ἁλὸς οἶος ἐν ὄρφνᾳ ἄπυεν βαρύκτυπον Εὐτρίαιναν : ὁ δ ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν
7510332 ἀγαλλων
μεγαλόφωνον τέλλεται : γίνεται ἄναλκιν : ἀδύνατον ἄμοιρος : ἀμέτοχος ἀγάλλων : καλλωπίζων λαγέτας : ἡγεμόνας μεμαότας : προθύμους ἀμφίπολα
γὰρ καὶ ἔλαβε τὴν Ἱπποδάμειαν πρὸς γάμον . τὸν μὲν ἀγάλλων θεός : τοῦτον μὲν οὖν , φησι , τὸν
6796655 μεμαοτας
: Πιτθέα : Πέλοπα τὸν νεώτερον . ἡγεμόνας . ἀρεταῖσι μεμαότας : ἐπιθυμοῦντας τῆς ἀρετῆς καὶ ταύτης ἀντεχομένους . νῦν
Οἰνομάου βίαν παρθένον τε σύνευνον : ἔτεκε λαγέτας ἓξ ἀρεταῖσι μεμαότας υἱούς . νῦν δ ' ἐν αἱμακουρίαις ἀγˈλααῖσι μέμικται
6670800 ϝον
μετὰ τοῦ Φ κατὰ πᾶσαν πτῶσιν καὶ γένος : τὸν ϝὸν παῖδα κάλει , Σαπφώ . καὶ Ἀλκμὰν δέ ,
] υ πολίων βασίληες τίοισιν ὀφθάλμοισιν ; μέλημα τὦμον τὸν ϝὸν παῖδα κάλει φαίνεταί ϝοι κῆνος φαῖσι δή ποτα Λήδαν
6641965 πολυφημος
περὶ προστάξεις καὶ ἀπαγορεύσεις νομοθετική : πάντα γὰρ ταῦτα ὁ πολύφημος ὡς ἀληθῶς καὶ πολυώνυμος σοφὸς κεχώρηκεν , εὐσέβειαν ,
, πολυθεάμων , πολύφωνος , πολυμελής , πολύχειρ , πολύγλωττος πολύφημος , πολύτροπος , πολύπονος , πολυπλάνητος , πολυπόρευτος ,
6610349 κλῃζειν
βωμῶν οὐ γὰρ ἄγειν θέμις ἐστὶ θυηλὴν ἐμψύχοιο Ἥλιον εὐρύοπα κλῄζειν ὕμνοισιν ἄνωγα καὶ χθόνα πίειραν , πάντων τροφὸν οὐθατόεσσαν
πλείονα τῶν κτεάνων . τόνδε πολυκτέανον καὶ πλούσιόν ἐστι δίκαιον κλῄζειν , ὃς χρῆσθαι τοῖς ἀγαθοῖς δύναται . εἰ δέ
6547933 πᾳ
ἀρετᾶς πέρι καὶ ῥιμφαρμάτου διφˈρηλασίας . ἐμὲ δ ' ὦν πᾳ θυμὸς ὀτˈρύνει φάμεν Ἐμμενίδαις Θήρωνί τ ' ἐλθεῖν κῦδος
ἄλειφαρ . Νύμφαι Κασταλίδες Παρνάσιον αἶπος ἔχοισαι , ἆρά γέ πᾳ τοιόνδε Φόλω κατὰ λάινον ἄντρον κρατῆρ ' Ἡρακλῆι γέρων
6494465 σκηπτουχον
ἔτι θάλος ἐν χερσὶν ματρὸς πρὸς στέρνοις τ ' Ἄργει σκηπτοῦχον Ὀρέσταν . καὶ μὴν ὅδ ' ἀκτὰς ἐκλιπὼν θαλασσίους
δῶρα δυσμάχητα Μοισᾶν τὠπιτυχόντι φέρειν . ναὶ τὰν Ὄλυμπον καταδερκομέναν σκηπτοῦχον Ἥραν , ἐστί μοι πιστὸν ταμιεῖον ἐπὶ γλώσσας ,
6457466 Τυφαονιον
τὸν φασὶ Διὸς ῥυτῆρα γενέσθαι , Ζηνὸς μὲν ῥυτῆρα , Τυφαόνιον δ ' ὀλετῆρα . κεῖνος γὰρ δείπνοισιν ἐπ '
. Τυφαόνιον : τοῦ Τυφῶνος . ὀλετῆρα : φθορέα . Τυφαόνιον δ ' ὀλετῆρα : φύλακα τοῦ Τυφῶνος τοῦ κατοικοῦντος
6428178 θνατον
ὁπόθεν . ἀφ ' οὗ . οὐκ ] διὸ . θνατὸν ] ἄνθρωπον δηλονότι . διαδράσαντα . ἀπὸ τοῦ θεοῦ
Ἐσσί μοι υἱός : τόνδε δ ' ἔπειτα πόσις σπέρμα θνατὸν ματρὶ τεᾷ πελάσαις στάξεν ἥρως , ἀλλ ' ἄγε
6426375 Καιρον
ἐπαίρου ἐπὶ δόξῃ . Μυστήριον κρύπτε . Εἶκε μεγάλοις . Καιρὸν πρόσμενε . Θνητὰ φρόνει . Δωροδόκει χρησίμως . Μὴ
ἐφύδροις ἐστὶ κρατεῖ τοῦ ἡλίου καὶ πλείω χρόνον αὔξεται . Καιρὸν δέ τινα ζητεῖ καὶ ἡ διαστολὴ καὶ ἡ κόλουσις
6423027 πτεροεσσα
δυωδεκάωρος ὁδεύει , Ἠελίου λάμποντος ὁμόδρομος : ἱσταμένη δὲ ἀργυφέη πτερόεσσα χαράσσετο σύνδρομος Ὥραις , καὶ διδύμους γλαγόεντας ἐπισφίγγουσα φυλάσσει
, βεβῶσα , ποτωμένα , νόθον ἴχνος ἀειρομένα δρομάς , πτερόεσσα μὲν ἦν τὰ πρόσω γυνά , τὰ δὲ μέσσα
6416103 λαγετας
ἕλεν . ἃ τέκε λαγέτας ἓξ : ἥτις Ἱπποδάμεια . λαγέτας , ἡγεμόνας . τῶν λαῶν ἡγουμένους . λέγει δὲ
ἕλεν δ ' Οἰνομάου βίαν παρθένον τε σύνευνον : ἔτεκε λαγέτας ἓξ ἀρεταῖσι μεμαότας υἱούς . νῦν δ ' ἐν
6362263 Αἰαιης
τοῦ αὐτῆς . Ὀρχομενοῖο : τῆς Βοιωτίας . ἠὲ καὶ Αἰαίης νήσου : ὅτι νῆσος ἐν τῷ Φάσιδί ἐστιν ἡ
θυμῷ μάντιος ἀλαοῦ , Θηβαίου Τειρεσίαο , Κίρκης τ ' Αἰαίης , ἥ μοι μάλα πόλλ ' ἐπέτελλε νῆσον ἀλεύασθαι
6355823 Ὠαριων
. ἐστὶ δ ' ἐοικὸς ὀρειᾶν γε Πελειάδων μὴ τηλόθεν Ὠαρίων ' ἀνεῖσθαι . σύνεγγυς γάρ ἐστιν ὁ Ὠρίων τῇ
. . – ] ἀλόχῳ ποτὲ θωραχθεὶς ἔπεχ ' ἀλλοτρίᾳ Ὠαρίων . . . τρεχέτω δὲ μετὰ Πˈληϊόναν , ἅμα
6342459 ἀγηραος
κύτος ἡμῶν . . . . ψυχῆς πάμμορφον ἄγαλμα . ἀγήραος . ἄζωνος . ἀμφιπρόσωπος . ἀναγωγός . ἄφθεγκτος .
, φαγὼν καὶ αὐτὸς γέγονεν ἀθάνατος , ἀλλ ' οὐκ ἀγήραος , ἐφ ' ᾧ κατεπόντισεν ἑαυτόν . μαντεύεται δὲ
6311040 μορωι
† ὁιτ ' ιᾶνδ ' ε [ [ κακοπαθεῖ ] μόρωι φερομε˘ [ – – [ κατελεήσατε ] κατελεήσατε [
γὰρ ὄντα καὶ θεῶν ἀνάκτορα συλῶντα δεῖ νιν τῶιδε κατθανεῖν μόρωι . νῦν μὲν καταυλίσθητι : καὶ γὰρ εὐφρόνη .
6306354 ἀποτροπον
κακὰν ἐλπίδ ' ἔχων ἔτι μέ ποτ ' ἀνύσειν τὸν ἀπότροπον ἀΐδηλον Ἅιδαν . Καί μοι δυσθεράπευτος Αἴας ξύνεστιν ἔφεδρος
ἀπ ' αὐτῶν , λέγει δέ που καὶ τὸ μισητὸν ἀπότροπον , τὸ δ ' αὐτὸ καὶ ἀπότροπον . μεθέσθαι
6280424 τερπνος
καὶ μὴ ἔχοντα πρὸ τοῦ τέλους ΟΡ : πυκνός κραιπνός τερπνός στρυφνός ἰσχνός : σεσημείωται τὸ λίχνος βαρύτονον , ὡς
. Ἐμοὶ πικρὸς τέθνηκεν ἢ κείνοις γλυκύς , αὑτῷ δὲ τερπνός : ὧν γὰρ ἠράσθη τυχεῖν ἐκτήσαθ ' αὑτῷ ,
6275515 συνιζησις
εἴκοσι κώπας ἐχούσαις . Πλαγχθέντα : πλανηθέντα . ᾐόνος : συνίζησις . Ἀγχιβαθεῖς : πολυβαθεῖς . ἐπί σφισιν : κατ
φίλην . Ξ ἔθου ] ἐποίησας . Ξ θεοὶ ] συνίζησις . πολισσοῦχοι ] οἱ συνέχοντες τὴν πόλιν . πολισσοῦχοι
6240829 ἀφαντος
: διὰ τὴν αὐτὴν χρείαν καὶ ἐπιθυμίαν . ὡς δὲ ἄφαντος ἔπελες : ὡς δὲ ἀφανὴς ἐγένου , καὶ οἱ
ἠφανίσθη ὁ θεός , μετὰ δὲ ταῦτα καὶ ἡ Ἀριάδνη ἄφαντος ἐγενήθη . μυθολογοῦσι δὲ Νάξιοι περὶ τοῦ θεοῦ τούτου
6220577 θουρον
, κακόηχοι . θοῦρος : ὁρμητικὸς , πολεμιστής : καὶ θοῦρον τὸν πηδητικὸν καὶ ταχὺν , οἱονεὶ θοῶς δρούων :
Διὸς δ ' ἀλεώμεθα μῆνιν ; Ὣς εἰποῦσα μάχης ἐξήγαγε θοῦρον Ἄρηα : τὸν μὲν ἔπειτα καθεῖσεν ἐπ ' ἠϊόεντι
6213509 βρεμουσα
πτερόεσσα μὲν ἦν τὰ πρόσω γυνά , τὰ δὲ μέσσα βρέμουσα λέαινα θήρ , τὰ δ ' ὄπισθεν ἑλισσόμενος δράκων
πάτερ , τί ῥέξω ; Φιλίης ἄνασσα πηγῆς , ζαθέῳ βρέμουσα κέντρῳ , φιλομείλιχος γελῶσα Παφίη , γέμω μερίμνης :
6208812 ἀγηνορα
δίφρων ? ? ? ? , θεσμοφόρον δ ' ἐτέλεσσεν ἀγήνορα δῆμον Ἀθήνης . καὶ τὰ μὲν ἐν θυέεσσι :
ἄδηλον ἀέξει , ῥεῖα δέ τ ' ἰθύνει σκολιὸν καὶ ἀγήνορα κάρφει Ζεὺς ὑψιβρεμέτης , ὃς ὑπέρτατα δώματα ναίει .
6197047 ἱεις
ὑπομιμνῄσκει αὐτὸν παλαιᾶς πράξεως ⌈ τόλμαν [ τόλμην ] . ἵεις ] ἔπεμψας . ὅτε Νάξος ἑάλω : τὴν Νάξον
τοῦ ὦ καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν ἱῶ , ὁ παρατατικὸς ἵουν ἵεις ἵει καὶ ἐν συνθέσει ἀφίει , . . .
6189093 πανυπερτατε
κόσμοιο μέρος , στοιχεῖον ἀμεμφές , παμφάγε , πανδαμάτωρ , πανυπέρτατε , παντοδίαιτε , αἰθήρ , ἥλιος , ἄστρα ,
δικαιοσύνης , φιλονάματε , δέσποτα κόσμου , πιστοφύλαξ , αἰεὶ πανυπέρτατε , πᾶσιν ἀρωγέ , ὄμμα δικαιοσύνης , ζωῆς φῶς
6182470 πτεροεντι
τὸ ὑποκάτω τοῦ ποδὸς λέγει . ὑπό : ἐν . πτερόεντι : σαρίσσῃ . Ὑπὸ τῷ πτερόεντι ὀϊστῷ βαλὼν τὸ
τοὺς εὐεργετήσαντας βελτίοσιν ἀμείβεσθαι καὶ μὴ τοῖς ἐναντίοις καταβλάπτειν . πτερόεντι τροχῷ : δεδεμένος , φησὶ , τῷ τροχῷ ὁ
6177807 δερκομενα
τᾶν ὀίων ἕπεται σκοπός : ἃ δὲ βαΰσδει εἰς ἅλα δερκομένα , τὰ δέ νιν καλὰ κύματα φαίνει ἅσυχα καχλάζοντος
τυγχάνῃ δεικτική . τὸ ἑξῆς : τὰν κύνα βάλλειεἰς ἅλα δερκομένα , ὥστε τὰ λοιπὰ διὰ μέσου . τᾶν ὀΐων
6161678 τεοισι
ἡ ἀρχὴ ἡδεῖα γίνεται , τοῦ δαιμονίου αὐτὰ αὔξοντος . τεοῖσί τε μήδεσιν : ὁ Ἱπποκλέας , φησὶ , ταῖς
ἡ ἀρχὴ ἡδεῖα γίνεται , τοῦ δαιμονίου αὐτὰ αὔξοντος . τεοῖσί τε μήδεσιν : ὁ Ἱπποκλέας , φησὶ , ταῖς
6159782 Κικλησκω
εὐφήμους τελετὰς ὁσίας νεομύστοις εὐκάρπους καιρῶν γενέσεις ἐπάγουσαι ἀμεμφῶς . Κικλήσκω κούρην Καδμηίδα παμβασίλειαν , εὐειδῆ Σεμέλην , ἐρατοπλόκαμον ,
πρὸς σὸν χῶρον , ἄνασσα , καὶ εὐδύνατον Πλούτωνα . Κικλήσκω Διόνυσον ἐρίβρομον , εὐαστῆρα , πρωτόγονον , διφυῆ ,
6159085 νεια
εἶναι τὰ ὡραῖα , τῶν δὲ πιόνων τὰ θυν - νεῖα . Ἱκέσιος δ ' ἱστορεῖ οὐκ εἶναι εὐεκκρίτους κοιλίας
, παράνυμφον Ἕλληνες . νῆστις Ἀττικοί , νήστης Ἕλληνες . νεῖα τὰ εἰς παρασκευὴν πλοίου ξύλα . νουθέτησις Ἀττικοί ,
6159043 ἐκαμψε
, καὶ θαλασσαῖον παραμείβεται δελφῖνα , καὶ ὑψιφρόνων τιν ' ἔκαμψε βˈροτῶν , ἑτέροισι δὲ κῦδος ἀγήραον παρέδωκ ' :
μὲν γὰρ ἐπειδὴ τοῖς πεντήκοντα ἅμα ταλάντοις οὐκ ἔτρωσεν οὐδὲ ἔκαμψε τὸν Καλχηδόνιον Ξενοκράτην , ἀλλ ' ἀπεκρούσατο γεννικῶς τὴν
6158877 ἰθυνων
ἄνδρα αὐλὸν ἔχοντα , ὃς διὰ τοῦ στόματος τὸν αὐλὸν ἰθύνων ὀξὺν καὶ ἀπηνῆ φθόγγον προΐηται . οὕτως ἔμαθον οἱ
ἐκείνην τὴν ἐκτροπὴν κλίνει τῶν ὤτων τὸ ἕτερον , οἷον ἰθύνων ἑαυτῷ διὰ τούτου τὸν δρόμον . οὐ μὴν ἀναλίσκει
6151375 μανυει
ἀπερείδεται οἷσιν Ἀβύδου Ξέρξης καὶ Σηστοῦ δισσὸν ἔδησε πόρον . μανύει στιβαρᾶς κατ ' ἐπωμίδος ἀρτιχάρακτον γράμμα , τίς ἐκ
τὰν ἀχείμαντόν τε Μέμφιν καὶ δονακώδεα Νεῖλον χρυσὸν βροτῶν γνώμαισι μανύει καθαρόν ὀργαὶ μὲν ἀνθρώπων διακεκριμέναι μυρίαι πλήμυριν πόντου φυγών
6147838 παλιγκοτον
ἐναντίον τῷ ἀγαθῷ . δαμασθέν : ἀντὶ τοῦ ἡττηθέν . παλίγκοτον : εἰς τοὐπίσω τὸν κότον ἀποβαλὼν καὶ εἰς λήθην
[ καὶ ὅταν τὴν εὐδαιμονίαν εἰς ὕψος ἄγῃ ] . παλίγκοτον : τὸ χαλεπὸν καὶ ἐναντίον τῷ ἀγαθῷ . δαμασθέν
6143704 προλιπουσα
τοῖς πτεροῖς κουφιζομένων κραιπνόσσυτον ] πτηνόν , ταχύν Δέον κραιπνοσσύτως προλιποῦσα εἰπεῖν , κραιπνόσσυτον εἶπε πρὸς τὸ θᾶκον : ἢ
ἀντία θηρὸς ἴασι φαλαγγηδὸν κλονέοντες . ἡ δ ' ὅμαδον προλιποῦσα καὶ ἀνέρας ἰθὺς ὀρούει , γυμνὸν ὅπου λεύσσει πεδίον
6138807 εισ
! ! ! ! ! ! ] [ ! ] εισ ? [ ! ! ! ! ] ἤθελεν ?
αν ? ? [ ] περιηψαν [ ] αλλοι δε εισ ηεσαν ουδεν αγορευσαι [ ] ! [ ] παντες
6138615 ϝοι
ἐςίδων , τὸν παμβασίληα πρὶν αὐγὰς ἀελίω χαίρην εἶπέ [ ϝοι ] ὠς δύνοτον : Τίταν δ ' ὄττ '
. γὰρ σέπτα [ ] μόρφα βασιλήιδος , [ αἴ ϝοι ἐλθοίσαι [ ] [ γ ' αὔται ] θήιον
6138448 ἀλητης
κυνὸς τῆς θηλύπαιδος καὶ τριάνορος κόρης . ἥξει δ ' ἀλήτης εἰς Ἰαπύγων στρατὸν καὶ δῶρ ' ἀνάψει παρθένῳ Σκυλλητίᾳ
, καὶ ἀλὼς παράγωγον τοῦ ἀλῶ : ἀφ ' οὗ ἀλήτης . ἀπὸ τούτου καὶ ἕτερον παράγωγον ἀλεὸς ἐρύη ,
6137966 χοραγος
καὶ παιδδωἇν . Ἁγῆται δ ' ἁ Λήδας παῖς ἁγνὰ χοραγὸς εὐπρεπής . Ἀλλ ' ἄγε , κόμαν παραμπύκιδδε χερὶ
δ ' οὔτ ' ἐπαινῆν οὔτε μωμήσθαι νιν ἁ κλεννὰ χοραγὸς οὐδ ' ἁμῶς ἐῆι : δοκεῖ γὰρ ἤμεν αὔτα
6137442 χθονιος
πατρὸς τυμβωρύχος : Οἷον τυμβωρύχου πατρός . 〚 ἐπειδὴ ὁ χθόνιος λέγεται μὲν καὶ ὁ γήϊνος : λέγεται δὲ καὶ
' εἴη τελευτά ? . [ ] γετε ? χώρας χθόνιος ? ? μνοις ! ! ! ! ! !
6127182 κν
καθαρα και ? [ ] [ ] ! ται επι κν τον θν [ ] [ ] αι τα συντετριμμενα
[ σακ ' και ] ιακωβ ' αλλα σε τον κν ? [ τον ] [ θν ημων ] ?
6121579 παντᾳ
τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον ἐχθρὰ Φάλαριν κατέχει παντᾷ φάτις , οὐδέ νιν φόρμιγγες ὑπωρόφιαι κοινανίαν μαλθακὰν παίδων
γε μὰν παῖδες θεῶν . Ἔστι μοι θεῶν ἕκατι μυρία παντᾷ κέλευθος , ὦ Μέλισς ' , εὐμαχανίαν γὰρ ἔφανας
6118420 ἐσεδρακεν
κατείχετο δὲ νεφέεσσιν . ἔνθ ' οὔ τις τὴν νῆσον ἐσέδρακεν ὀφθαλμοῖσιν , οὔτ ' οὖν κύματα μακρὰ κυλινδόμενα προτὶ
. ” Ὧς φάτ ' ἀπηλεγέως . ὁ δ ' ἐσέδρακεν ὄμμαθ ' ἑλίξας , ὥστε λέων ὑπ ' ἄκοντι
6116871 πετραισι
' ἄν ; ἀμφίσβαιναν , ἢ Σκύλλαν τινὰ οἰκοῦσαν ἐν πέτραισι , ναυτίλων βλάβην , † θύουσαν Ἅιδου μητέρ '
, Σκοπρίος , Ἰχθύες . Αἰάζω Διότιμον , ὃς ἐν πέτραισι κάθηται Γαργαρέων παισὶν βῆτα καὶ ἄλφα λέγων . Ἀργεῖος
6116395 ἐϋς
βίη Τεύκροιο ἄνακτος , ἂν δ ' ἄρα Μηριόνης θεράπων ἐῢς Ἰδομενῆος . κλήρους δ ' ἐν κυνέῃ χαλκήρεϊ πάλλον
κρείων Ἀγαμέμνων , ἂν δ ' ἄρα Μηριόνης , θεράπων ἐῢς Ἰδομενῆος . τοῖσι δὲ καὶ μετέειπε ποδάρκης δῖος Ἀχιλλεύς
6111267 Ἰλιοθεν
Ἑλλάδι φῶς Θέτιδος εἰναλίας γόνον ταχύπορον πόδ ' Ἀτρείδαις . Ἰλιόθεν δ ' ἔκλυόν τινος ἐν λιμέσιν Ναυπλίοις βεβῶτος τᾶς
τῷ ποιητῇ ι Κίκονες Κικόνεσσι γεγώνευν , καὶ πάλιν ι Ἰλιόθεν με φέρων ἄνεμος Κικόνεσσι πέλασσεν : ἔτι δεῖ προσθεῖναι
6107442 πολυθρηνον
πένθος λέγει : Ἰλιὰς γὰρ κακῶν ἡ παροιμία φησί . πολύθρηνον ] αἰῶνα πολύθρηνον καὶ μέλεον αἷμα ἀνατλᾶσα . ἔθρεψεν
γαμβροῖσιν ἀείδειν . μεταμανθάνουσα δ ' ὕμνον Πριάμου πόλις γεραιὰ πολύθρηνον μέγα που στένει κικλήσκους ' Ἄπαριν τὸν αἰνόλεκτρον ,
6106408 Ἀϊδαν
καὶ [ ] νῷν τι σῆμα λαμπρὸν ἐνδεῖξαι βίου τὸν Ἀΐδαν γὰρ οὐδὲ γῆρας οἶδε φιλεῖν ἀφύλλωτον πέτραν ἐξ Ὠλένου
' ἔπειτα λαοσεβής . ἄτερθε δὲ πρὸ δωμάτων ἕτεροι λαχόντες Ἀΐδαν βασιλέες ἱεροί ἐντί : μεγαλᾶν δ ' ἀρετᾶν δρόσῳ
6099109 τεχνησασθαι
ἔδοξε τῷ πάντων ἡγεμόνι καὶ δεσπότῃ τὸ τῶν ἀνθρώπων σύστημα τεχνήσασθαι , ὅπως ἐν τούτῳ τὸ τῶν ψυχῶν διαπαντὸς γένος
φέρουσαι . καμάτοισιν : πλόοις . Ἀλλοῖα : ἕτερα . τεχνήσασθαι : εἰς τὸ κατασκευάσαι , κατασκευάσασθαι . Ἔστιν :
6097763 ἀειραμενος
τοξεύειν : ὃς μέν κε βάλῃ τρήρωνα πέλειαν , πάντας ἀειράμενος πελέκεας οἶκον δὲ φερέσθω : ὃς δέ κε μηρίνθοιο
νόον , ἤ μ ' ἀποειπών ἔχθαιρ ' ἐμφανέως νεῖκος ἀειράμενος . οὕτω χρὴ τόν γ ' ἐσθλὸν ἐπιστρέψαντα νόημα
6088225 ἀπαλαμνος
. ” ἀολλίσασα συναθροίσασα . ἀπάτερθεν ἄπωθεν , χωρίς . ἀπάλαμνος ἀμήχανος , κατὰ στέρησιν τοῦ παλαμᾶσθαι , ὅ ἐστι
. τὸν κιθαρῳδόν . τὸν ποιτήν . τὸν ᾠδόν . ἀπάλαμνος βʹ : ἄπειρος . ἢ ἀμήχανος . ἀπάνευθεν βʹ
6086715 κραιπνος
γίνεται καρπνὸς καὶ ἐν ὑπερθέσει κραπνὸς καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι κραιπνός . Φιλόξενος . Ὠρίων . . . , :
ὄντα καὶ μὴ ἔχοντα πρὸ τοῦ τέλους ΟΡ : πυκνός κραιπνός τερπνός στρυφνός ἰσχνός : σεσημείωται τὸ λίχνος βαρύτονον ,
6086235 δολοισιν
μέλουσι , λόγχῃ δ ' ἄνδρες εὐστοχώτεροι . εἰ γὰρ δόλοισιν ἦν τὸ νικητήριον , ἡμεῖς ἂν ἀνδρῶν εἴχομεν τυραννίδα
, τοὺς δὲ σιδηρείοισι καταΐγδην στυφελίζων αἰχμαῖς τριγλώχισι καὶ ἀλλοίοισι δόλοισιν : οὐ γὰρ πρὶν φεύγουσιν ἀπότροποι , εἰσόχ '
6082647 ἀτος
βραγχιᾶν : τὸ πάθος , καὶ τὸ τόσον ἔβραχεν Ἄρης ἆτος πολέμοιο . ἀφ ' οὗ βαρεῖαν ἰαχήν , τουτέστι
μὴ κεκορεσμένος : καί νύ κεν ἔνθ ' ἀπόλοιτο Ἄρης ἆτος πολέμοιο . ἔστι δὲ τοιοῦτον περὶ τοῦ Ὤτου καὶ
6074801 ὁμηλικα
ἕδρης καὶ γεράων πάντων : γενεῆι δ ' ἀτάλαντον πρέσβυν ὁμήλικα πατρὸς ἴσαις τιμαῖσι γέραιρε . Γαστρὸς ὀφειλόμενον δασμὸν παρέχειν
ἄρ ' αὐτὸν Μέμνων ὀβριμόθυμος ἐπεσσύμενον προσέειπεν αἰδεσθεὶς ἀνὰ θυμὸν ὁμήλικα πατρὸς ἑοῖο : Ὦ γέρον , οὔ μοι ἔοικε
6072590 ὀλετηρα
' αὖθις ὕαιναν , τὸν μὲν ποιμενίων τε καὶ αἰπολίων ὀλετῆρα , τὴν δ ' ἐχθρὴν σκυλάκεσσιν ἀρειοτέροις τε κύνεσσι
τοῦ Τυφῶνος . ὀλετῆρα : φθορέα . Τυφαόνιον δ ' ὀλετῆρα : φύλακα τοῦ Τυφῶνος τοῦ κατοικοῦντος ἐν τῷ βάθει
6072354 δουλοσυναν
λυγˈρόν τ ' ἔρανον Πολυδέκτᾳ θῆκε ματρός τ ' ἔμπεδον δουλοσύναν τό τ ' ἀναγκαῖον λέχος , εὐπαράου κρᾶτα συλάσαις
μολὼν [ ] πολυδάκρυον [ ] οὐκ ἔμελλε μίμνειν ἔτι δουλοσύναν [ ] , πυρὰν δὲ χαλκοτειχέος [ ] προπάροιθεν
6067225 ἐχαραξε
δέσποτα , ὁ τὸν θησαυρὸν καταθέμενος ὡς φιλόσοφος τὰ ἑπτὰ ἐχάραξε στοιχεῖα , ἃ λέγει Α ἀποβάς , Β βήματα
[ λοχείῃ ] : [ ἐκταδίην ] ? δ ' ἐχάραξε τανυπλεύρου πτύχα γαίης [ στοιχάδα ] δινεύων ἐριβώλακα ,
6066306 μαθεν
ταναὴν ὑπὲρ αἰθέρα Χείρων , σευάμενος πρὸς Ὄλυμπον , ἐπεὶ μάθεν ἄμβροτα δῶρα . ἀλλ ' ἤτοι κείνους μὲν ἀμώμητοι
μένειν χρειώ , πότε δ ' αὖτις ὀρούειν , καὶ μάθεν εἰσαΐειν κρατερῶν σύνθημα λοχαγῶν ; πολλάκι καὶ δῆριν ἀνδρῶν
6065273 εὐπλοκαμος
. οὐρανίοις θεοῖς . ἤχῳ , φθορᾷ . μακρόθριξ καὶ εὐπλόκαμος . τὴν Σεμέλην . * * ἡ Ἀθηνᾶ .
. ἦλθε δὲ Νηρῆος θυγάτηρ , Θέτις ἀργυρόπεζα , σηπίη εὐπλόκαμος , δεινὴ θεὸς αὐδήεσσα , ἣ μόνη ἰχθὺς ἐοῦσα
6063927 ὀτοβος
. . . σιδήρῳ ὀρείοις ποσί ὀρσίπους βοή ὁσίους θαλάμους ὄτοβος ἅλιμος οὐκ ἄμοιρος ἦν × – ὀχᾶσθαι . .
, ” Ἔδεσσα μὲν δὴ οὕτω τοῖς ὅπλοις περιεσμαραγεῖτο καὶ ὄτοβος ἦν καὶ κόναβος ἅπαντα ἐκεῖνα “ καὶ ” ὁ
6059545 ἀδικοιην
αὐτὰ καὶ ὡς ἤκουσας . Νὴ Δί ' , ἢ ἀδικοίην φιλόσοφόν τε καὶ φιλαλήθη ἥρωα μὴ τιμῶν ἀλήθειαν ,
μοι παρ ' αὐτοῖς ἡ μονή . Νὴ Δία , ἀδικοίην γὰρ ἂν πρὸς ἀδελφήν σε οὖσαν μὴ λέγων .
6056346 πρατος
ἄμφω ἀνάβω , ἄμφω συρίσδεν δεδαημένω , ἄμφω ἀείδεν . πρᾶτος δ ' ὦν ποτὶ Δάφνιν ἰδὼν ἀγόρευε Μενάλκας :
' ἄμφω ἑσδόμενοι θέρεος μέσῳ ἄματι τοιάδ ' ἄειδον . πρᾶτος δ ' ἄρξατο Δάφνις , ἐπεὶ καὶ πρᾶτος ἔρισδεν
6049528 ὑποβληδην
εἴη , ψευδέσιν ὠδίνεσσι λάθρῃ παίδων ἐγένοντο μητέρες ἀλλοτρίων καὶ ὑποβλήδην ἐτέκοντο . εἰ δ ' ἄρα καὶ Πυρόεις μαλεραῖς
. ἀπὸ τοῦ βλῶ βλήσω βλήδην ἐπίῤῥημα , καὶ σύνθετον ὑποβλήδην . οὕτω Φιλόξενος . Ὑπερφίαλος . παρὰ τὸ φῶ
6041443 γυνα
τῶ πατρὸς ἐπισκάψιας ἐνόμιζε χρυσῶ τιμιωτέρας ἦμεν , καὶ ταῦτα γυνά . “ Ἦν καὶ Τηλαύγης υἱὸς αὐτοῖς , ὃς
ὄπισθεν ἑλισσόμενος δράκων . οὔθ ' ὁλκὸς ἀπέτρεχεν , οὐ γυνά οὔτ ' ὄρνις ὅλον δέμας οὔτε θήρ : κούρη
6041424 οιος
– × – ] Διός πυρὰν [ ! ! ] οιος ? εἰς μέσην πλ˘ ? ! [ × –
[ ] ! ὰρ πέζηισιν Ἀχαιῶν [ ] ρησιος ? οιος ἀεῖραι [ ] ν ἐπικλείουσι θυείην [ ] !
6039314 νυον
ἀρτηρίας . τὸ δὲ περιέχον αὐτοὺς τοὺς ὄρχεις δέρμα † νυὸν † ὄσχεον ὠνομάσθη † εἰς † τοὺς ὄρχεις καὶ
δ ' ἥγε καὶ ἐκ θυμοῦ στενάχουσα μύθοισιν πυκινοῖσι φίλην νυὸν ὧδε μετηύδα : δαιμονίη παίδων , τί νύ τοι
6038178 αταν
υσον ? : . . . . . . ] αταν [ ] ειαν ? ? [ . . .
] ρ : [ ] ! ει ? [ ] αταν ? ? [ ] [ ] . . .
6034750 κασιγνητω
ἑπταπύλωι διδυμάονε γείνατο παῖδε , οὐκέθ ' ὁμὰ φρονέοντε : κασιγνήτω γε μὲν ἤστην : τὸν μὲν χειρότερον , τὸν
μιᾶς ; φιλότητί γ ' : ἐσμὲν δ ' οὐ κασιγνήτω , γύναι . σοὶ δ ' ὄνομα ποῖον ἔθεθ
6033456 γᾳ
] κατά . πρῶν ' ] ἐξοχήν . . τᾷδε γᾷ ] τῇ περὶ τὸν Ἑλλήσποντον . προσήμεναι ] προσκαθήμεναι
ἀνδρῶν , εἰ θεοὶ θεοί , τούσδ ' ὀλέσειαν ἐν γᾷ . ἕκτον λέγοιμ ' ἂν ἄνδρα σωφρονέστατον ἀλκήν τ
6029538 ξεινα
, ξυμμισγόμενα ἐξαλλάσσει ἐς τὴν μέζω τάξιν : τὰ δὲ ξεῖνα μὴ ὁμότροπα ὠθέεται ἐκ χώρης ἀλλοτρίης . Ἑκάστη δὲ
ἐν δὲ μενοινῆι Μουσάων πλήκτροισιν ἱμάσσομαι ἄρσενι κέντρωι , ἕρπων ξεῖνα κέλευθα , καὶ αἰθέρι πεζὸς ὁδίτης λύσσαν ἔχων γονόεσσαν
6029465 ἁμετερων
σὺ δὲ θεῖον Ὅμηρον ἄειδέ μοι κλέος ἀνέρων , κλέος ἁμετέρων πόνων , δι ' ὃν οὐ θάνον , δι
. ἄλλως : σημειωτέον ὅτι τὰς κενὰς οὕτως εἶπεν . ἁμετέρων ἀποσυλᾶσαι : Χαῖρις γράφει ἁμετέρων , καὶ περισπᾷ τὸ
6026933 φωναν
τε καὶ βίον ὅπερ ἁρμονία ποτ ' ἀκοάν τε καὶ φωνάν : ὅ τε γὰρ νόμος παιδεύει μὲν τὰν ψυχάν
ὃν λόγον γὰρ ἔχει ῥυθμὸς ποτὶ κίνασιν καὶ ἁρμονία ποτὶ φωνάν , τοῦτον ἔχει τὸν λόγον δικαιότας ποτὶ κοινωνίαν :
6024935 Ἀφροδιτα
εὔχεσθαι Κύπριδι δαιμονίαι : οὐ γὰρ τοξοφόροισιν ἐμήσατο δῖ ' Ἀφροδίτα Πέρσαις Ἑλλάνων ἀκρόπολιν προδόμεν . . . : Θεόπομπος
ἄρξομαι δὲ ἀπὸ τῆς μελοποιοῦ . Ποικιλόθρον ' ἀθάνατ ' Ἀφροδίτα , παῖ Διὸς δολοπλόκε , λίσσομαί σε , μή
6022513 Ἀκτορα
τὴν δυσχέρειαν τῆς νόσου . αὐτὸς γοῦν ὁ Εὐριπίδης τὸν Ἄκτορα εἰσάγει , ἕνα Λημνίων , ὡς γνώριμον τῷ Φιλοκτήτῃ
τὴν δυσχέρειαν τῆς νόσου . αὐτὸς γοῦν ὁ Εὐριπίδης τὸν Ἄκτορα εἰσάγει , ἕνα Λημνίων , ὡς γνώριμον τῶι Φιλοκτήτηι
6009532 βοτηρα
ἡ Λυδὴ λίθος οὐ γάρ τι θεσμὰ τοῖσιν ἀστίταις πρέπει βοτῆρα νικᾶν ἄνδρας ἀστίτας . τί γάρ ; στείχων δ
τοσοῦτον τῷ μήκει ῥάδικα ὅσον βακτηρίαν . τινές φασιν οἷον βοτῆρα , τουτέστι ποιμενικὴν ῥάβδον μεθ ' ἧς βόσκουσι .
6004982 ἁδε
Τί φωνεῖς ; Σαφηνῆ . Ἔτεκεν ἔτεκεν μεγάλαν ἁ νέορτος ἅδε νύμφα δόμοισι τοῖσδ ' Ἐρινύν . Ἄγαν γε :
τί δὲ κέρδος ὁ μυρίος ἔνδοθι χρυσός κείμενος ; οὐχ ἅδε πλούτου φρονέουσιν ὄνασις , ἀλλὰ τὸ μὲν ψυχᾷ ,
6004179 γενετωρ
ποταμῶν οὔτ ' αἰθέρος ὄμβριον ὕδωρ , ἀλλὰ μέγας πόντος γενέτωρ νεφέων ἀνέμων τε καὶ ποταμῶν . . . .
μεγίστη καὶ Διὸς αἰθήρ , ὁ μὲν ἀνθρώπων καὶ θεῶν γενέτωρ , ἡ δ ' ὑγροβόλους σταγόνας νοτίας παραδεξαμένη τίκτει
5997861 ηε
Μο δ # ʂ η : καὶ γίνεται ὁ ʂ ηε / . ἔσται ὁ μὲν αος ηιγ / ,
θο ἴση τῇ ηε : ἴση ἄρα ἡ ηπ τῇ ηε . ὁ ἄρα κέντρῳ μὲν τῷ η , διαστήματι
5994807 μογοστοκος
γε πάντα , γέρων , κατὰ μοῖραν ἔειπες . ” μογοστόκος ἡ μογοῦσα καὶ πονοῦσα περὶ τοὺς τόκους . μόθος
. καὶ χροιὴ πέπλου μαντεύεται , ὅττι μενοινὴ μυρία μοχθήσασα μογοστόκος ἔμφρονι ῥιπῆι καὶ φρένα φοινίσσουσα πολυσπερέεσσι μερίμναις , ἤθεα
5991642 ἐρυκε
, εἰ μὴ ἄρ ' ἀντίθεος Πελίης ἀέκοντά μ ' ἔρυκε . Νῦν δέ με γῆρας ἔπεισι πολύστονον : ἀλλ
δὴ δηρὸν ἐγὼ πολέμοιο πέπαυμαι : μὴ δέ μ ' ἔρυκε μάχης φιλέουσά περ : οὐδέ με πείσεις . Τὸν
5984389 ἐλπεται
οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν . εἰ δὲ θεὸν ἀνήρ τις ἔλπεταί τι λαθέμεν ἔρδων , ἁμαρτάνει . τοὔνεκα πˈροῆκαν υἱὸν
Εὐφάνης . τὰ δ ' αὐτὸς ἄν τις τύχῃ , ἔλπεταί τις ἕκαστος : ἕκαστος γάρ , φησίν , οἴεται
5983232 στομις
. . . , . = . . Σ : στόμις : ἵππος ἀπειθὴς καὶ βίαιος , ὅν τινες ἄστομον
ναῦλα ὀμείχματα ὀργάζειν οὐρανιζέτω πάλμυδος πεφρασμένος πρέψαι Σκάμανδρος στέμβω Στερνόφθαλμοι στόμις σχελίδες τραγέλαφος τρίσζωος ὑπερτερώτερος Φρύγες / Φρυγία φυξίμηλα χαλιμάδες
5980220 Ἁνθρωπος
. Ἀμέλει , ποήσεις τοῦτο : ταχὺ γὰρ ἔρχομαι . Ἅνθρωπος ἐπιτρίψει με διὰ τὰ στρώματα . Ἔπαιρε σαυτόν .
αὐτήν , ἀλλ ' ὁ τῆσδ ' ἔρως φανείς . Ἅνθρωπος , ὦ δέσποιν ' , ἀποστήτω . Τὸ γὰρ
5977793 ναν
Θεοκλέους τοῦ Χαλκιδέως ναῦς , ἣν Δωριεῖς χωρὶς τοῦ υ νᾶν φασιν , ἢ ὅτι τῆς Αἴτνης κατατεθείσης τὰ ἄνω
Νᾶν , ὃ δηλοῖ τὸν ἄρτον : καὶ γὰρ πέραι νᾶν τὸν ἄρτον λέγουσιν : διὸ καὶ ἱνιν ἐν τῷ
5975670 ἠθελ
ἁδύς . ἤδη δὲ προϊόντος ἔδοξ ' ἐπιχεῖσθαι ἄκρατον ὧτινος ἤθελ ' ἕκαστος : ἔδει μόνον ὧτινος εἰπεῖν . ἁμὲς
: ὣς ὁ μὲν αὖθι πεσὼν κοιμήσατο χάλκεον ὕπνον . ἤθελ ' ἀνορθῶσαι : ἐκ δευτέρου ζῶντα παραστῆσαι . λίνα
5975351 ὑπερτατος
καὶ ὑπείροχός ἐστ ' ἐνὶ πάτρῃ , πλούτῳ καὶ κτεάτεσσιν ὑπέρτατος ἐν μερόπεσσιν : πολλάκι καὶ βασιλῆες ἐν ὥρῃ τῇδ
, νηπίη : οὐδέ τι ᾔδη ἐυμμελίην Ἀχιλῆα , ὅσσον ὑπέρτατος ἦεν ἐνὶ φθισήνορι χάρμῃ . Τῆς δ ' ὡς
5973319 σμερδαλεην
δὲ Κόλχων ἔθνεα ναιετάουσιν ἀπείρονα , καὶ δέ κεν Ἄρει σμερδαλέην ἐνοπὴν μέγα τε σθένος ἰσοφαρίζοι . οὐ μὰν οὐδ
παῖδα φίλον σπαίροντα διὰ φλογός , ἧκε δ ' ἀυτήν σμερδαλέην ἐσιδών , μέγα νήπιος : ἡ δ ' ἀίουσα
5968867 θεοκτιτον
νῦν ἐλευθέρα . πολλοὺς δ ' Ἀθήνας πατρίδ ' εἰς θεόκτιτον ἀνήγαγον πραθέντας ἄλλον ἐκδίκως , ἄλλον δικαίως , τοὺς
? χορείην ? ? [ ] [ ] μάλιστα ? θεόκτιτον ? οἶστρον ? ? [ ] [ ] ωνα
5967246 βουλαισι
. Ἐπινίκιον Πινδάρου : Πράσσει γὰρ ἔργον μὲν σθένος , βουλαῖσι δὲ φρὴν ἐσόμενον προιδεῖν , συγγενὲς οἷς ἕπεται .
' εὔυδρον † πρόγονοι ἑσσάμενοι † Πριάμοι ' ἐπεὶ χρόνῳ βουλαῖσι θεῶν μακάρων πέρσαν πόλιν εὐκτιμέναν χαλκοθωράκων μετ ' Ἀτρειδᾶν
5966920 ὑποδμηθεις
ἀθανάτοις τε θεοῖσι τοὶ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχουσι , γείναθ ' ὑποδμηθεῖς ' Ὑπερίονος ἐν φιλότητι . Κρείῳ δ ' Εὐρυβίη
θ ' , ἣ πάντεσσιν ἐπιχθονίοισι φαείνει , γείναθ ' ὑποδμηθεῖς ' Ὑπερίονος ἐν φιλότητι . οἱ δὲ αὐτὸ ἐπιθετικῶς
5957647 ἐσκεπαζον
ὑπερτείνοντες οὐρανίσκοι διάχρυσοι , ποικίλμασιν ἐκπεπονημένοι , τὸν ἄνω τόπον ἐσκέπαζον . Πέρσαι μὲν πρῶτοι πεντακόσιοι μηλοφόροι περὶ τὴν σκηνὴν
καὶ πρὸς τὰς αὔρας ἐκκειμένην , ὑπὸ ταύτῃ τὸ καῦμα ἐσκέπαζον . καί μοι ψυχάζοντι μάλ ' ἡδέως ἐπῆλθέ τι
5953652 δεπ
ἦς καὶ νόω κ ! [ πενίᾳ ποτιφ [ τιμοτατω δεπ [ παμυρο [ ! ! ] ! [ .
μ ' αὐτίκ ' ἐξσεν [ ! ! ] ἐκ δεπ ? [ ] καὶ δὴ ' πὶ τοῖς ἔργοισιν
5952849 ἀγαθω
: ἡ γὰρ δυϊκὴ εὐθεῖα ἀπέστραπται τὴν περισπωμένην : σοφώ ἀγαθώ , ἡ δὲ γενικὴ καὶ δοτικὴ ἐπὶ τέλους μακροκατάληκτος
τίκτε Διὶ φίλος ἱππότα Φυλεύς . Φυλεύς . ἰητῆρ ' ἀγαθώ , Ποδαλείριος ἠδὲ Μαχάων . Ἴων εἰσὶ καὶ ἄλλοι
5950482 κηνος
λιγύφωνος ? ? [ ὔπνον [ ἴδωμεν ] φαίνεταί μοι κῆνος ἴσος θέοισιν ἔμμεν ' ὤνηρ , ὄττις ἐνάντιός τοι
ναὸς ἁγνὸς εὐπύργω Σεράπνας χέρρονδε κωφὸν ἐν φύκεσσι πίτνει καὶ κῆνος ἐν σάλεσσι πολλοῖς ἥμενος μάκαρς ἀνήρ οὐκ ἦς ἀνὴρ
5950220 κρατερα
τὸν ἰατρὸν οὔτε ἐκρατήθη παντελῶς , ἀλλὰ συνέστηκε νυνὶ μάχη κρατερὰ τέχνης καὶ πάθους . ἐρεῖ δέ σοι καὶ περὶ
δ ' ἔχεν Ἡρακλῆα θαρσαλέον τ ' Ἰόλαον , ἐπεὶ κρατερὰ φρονέοντε ἄμφω , ὃ μὲν τέμνεσκε καρήατα μαιμώωντα ἅρπῃ
5949798 μεγασθενες
τούτῳ σχεδὸν ὃν πάνυ καλῶς ποιητὴς προσεῖπεν ἕτερος , Δωδωναῖε μεγασθενὲς ἀριστοτέχνα πάτερ . οὗτος γὰρ δὴ πρῶτος καὶ τελειότατος
τούτῳ σχεδὸν ὃν πάνυ καλῶς ποιητὴς προσεῖπεν ἕτερος , Δωδωναῖε μεγασθενὲς ἀριστοτέχνα πάτερ . οὗτος γὰρ δὴ πρῶτος καὶ τελειότατος
5949396 ἐφετμαις
ἐλαφροτάτου πυρὸς ὄμμα . βαίνει γὰρ τάδε θεῖα πολύκριτα σαῖσιν ἐφετμαῖς : ἀλλάσσεις δὲ φύσεις πάντων ταῖς σαῖσι προνοίαις βόσκων
πορευομένους . ἀνταποδιδόναι καὶ ἀντιχαρίζεσθαι αὐτῷ . . Ἐν ταῖς ἐφετμαῖς δὲ καὶ ταῖς ἐντολαῖς τῶν θεῶν φασι τὸν Ἰξίονα
5949370 παμβασιληος
! ! ! ! ! ! ] Αβαδιος ἐπὶ χθονὶ παμβασιλῆος ἔπλετο δωρσιεω ? ? ? ! ! ! !
? ? ? ὔμμι ? ? γενέθλῃ . ἐν χθονὶ παμβασιλῆος ? ? ? ? ? ? ? ? ?
5947856 ἀριδεικετος
: λέγει γὰρ ὥσπερ ἀπὸ τοῦ αρι ἐπιτατικοῦ ἐπιρρήματος γίνεται ἀριδείκετος καὶ ἀρίζηλος , τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ ἀπὸ τοῦ
τὸ αρι ἐπιτατικὸν καὶ τὸ ὀδούς γίνεται ἀριόδους , ὡς ἀριδείκετος , καὶ πλεονασμῷ τοῦ γ ἀργιόδους , ὡς ἄνοια

Back