, Κρῆτες δὲ μετὰ λύρας , μετὰ δὲ συρίγγων καὶ αὐλῶν Λυδοί , ὡς Ἡρόδοτος ἱστορεῖ . πολλοὶ δὲ καὶ
ἡ βασιλικὴ ναῦς , καὶ κνίσης ἦν πάντα μεστά , αὐλῶν , συρίγγων τὲ ἐνοπῆς , ὁμάδου τὲ ἀνθρώπων .
7001334 μελων
φύσιν ἁρμόζουσα , ὄμμα μέλαν ζητεῖ , πρόσωπον ἐμβριθές , μελῶν συμμετρίαν ἀληθῆ , ὃ δὴ κάλλος σοφῶν παῖδες ἐπονομάζουσιν
, ὑποδοχῆς , Διονυσίων , αὐλῶν , τραγῳδῶν , Σοφοκλέους μελῶν , κιχλῶν , ἐπυλλίων Εὐριπίδου Κλαύσἄρα σὺ ταύτης καταψευδόμενος
6697655 λυρα
καὶ διαποικίλλει τὴν χάριν . τὶν δ ' ἁδυεπής τε λύρα : τίν σοί Δωρικῶς . σοὶ οὖν , φησι
ἀλλὰ καθ ' ὁμοιότητα φωνεῖν λέγεται , οἷον αὐλοὶ καὶ λύρα καὶ ὅσα ἄλλα τῶν ἀψύχων ἀπότασιν καὶ μέλος καὶ
6659830 αὐλος
αὐλῶν λυσιῳδῶν , τραγικῶν , κιθαριστηρίων . ὁ δὲ καλάμινος αὐλὸς τιτύρινος καλεῖται τοῖς ἐν Ἰταλίᾳ Δωριεῦσιν . ὁ δὲ
, ὥσπερ οἶμαι δεδιώς , μή τινα φθόγγον ἔμμουσον ὁ αὐλὸς κινήσας ἀντηχεῖν ἀναπείσῃ τῷ Σατύρῳ τὴν Νύμφην . τοῦτο
6599783 ταυρων
δίκην ἰχθύος πλέουσαν . ταυροσφάγον ὡς φαγοῦσαν ἐκ τῶν Γηρυονείων ταύρων , λέαιναν δὲ εἶπε διὰ τὸ φονικόν . ταυροσφάγον
τῆς δεομένης ὀχεύεσθαι καὶ ἱδρῶτος μεταλαβὼν προσάψῃ τοῖς μυκτῆρσι τῶν ταύρων , παύει αὐτοὺς τῆς μάχης . ὅτι αἱ βόες
6598146 συριγγων
δεοίμεθα καὶ ὑπὲρ τοῦ διευρῦναι καὶ ἀνοῖξαι τὰ στόμια τῶν συρίγγων παρασχεῖν τε χώραν τοῖς κολλυρίοις τῆς παρόδου . τῶν
τὰ ἐξ Ὑπερβορέων δ ' ἱερὰ μετ ' αὐλῶν καὶ συρίγγων καὶ κιθάρας εἰς τὴν Δῆλόν φασι τὸ παλαιὸν στέλλεσθαι
6539159 συων
, καθὼς ἀνωτέρω εἴρηται , καθάπερ οἱ λύκων καὶ ἀγρίων συῶν τὰ σημεῖα ἔχοντές εἰσιν ἄνδρες ὠμότεροι ἀγριώτεροί τε καὶ
ὁ γραμματικὸς ἐν τῷ περὶ ἡλικιῶν φησι : τῶν δὲ συῶν τὰ μὲν ἤδη συμπεπηγότα δέλφακες , τὰ δ '
6538030 κιθαρας
γυναικὶ τῇ καὶ τοῦ γένους ἀξίᾳ . Τῆς Ὀρφέως ἀπόζεις κιθάρας ἐν τῷ λέγειν : ὁ Ὀρφεὺς γέγονε μουσικὸς Θρᾷξ
διὰ τοὺς τῶν χορευτῶν πόδας : ἀκούουσι γὰρ ἐκεῖνοι τῆς κιθάρας : τουτέστιν , ὁποῖόν ἐστι τὸ μέλος αὐτῆς ,
6535920 λυραι
μοι ] [ ] ι με νόμοι [ ] ᾄσματα λύραι [ δένδρον ] ἐκόμα [ ] ἐλάμβανε νέα .
μὲν δὴ τὴν νῆσον λαχοῦσαν τὰς θείας ὠδῖνας Ἀπόλλωνος ἅπασαι λύραι ᾠδὴν καὶ μέλος πεποίηνται , καὶ ταῦτα νῆσον ὀλίγην
6408344 λυρας
λέοντα καὶ Ἡρακλέα τὸν λυροκτύπον καὶ τοξικὸν , τὸν δίκην λύρας τὴν νευρὰν τοῦ τόξου κτυποῦντα ὥπλισε τὰς χεῖρας αὐτοῦ
τε ταῖς ὁδοῖς καὶ παρὰ τὰ ξυμπόσια , μηδὲν δεόμενοι λύρας μηδὲ αὐλῶνἀρχαῖα δὴ ταῦτα καὶ σκληρᾶς ἔτι καὶ ἀγροίκου
6397887 γερανων
οὐ μάλα θαλπιόωντι εὔδιον φαίνουσι βιβαζόμεναι ἐνιαυτόν . Χαίρει καὶ γεράνων ἀγέλαις ὡραῖος ἀροτρεὺς ὥριον ἐρχομέναις , ὁ δ '
τοῦ ὄρους τὸ ὄνομα τοῦτο , ἀλλὰ νήχεσθαι γὰρ πετομένων γεράνων πρὸς τὴν βοὴν τῶν ὀρνίθων αὐτόνδιὰ τοῦτο Γερανίαν τὸ
6383883 χορων
τοῖς λόγοις ἕτεροι θρῆνοι μετὰ ᾠδῆς κατὰ πάτριον ἔθος ὑπὸ χορῶν ἐς αὐτὸν ᾔδοντο καὶ τὰ ἔργα αὖθις αὐτοῦ καὶ
ἀδελφῆς δὲ τούτου ταῖς γυναιξίν : ἡγεμόνες γὰρ οὗτοι τῶν χορῶν ἐγεγένηντο . Ἄραντες δ ' ἀπὸ θαλάττης μέχρι μέν
6322762 κυκνων
ἐστιν ἄλλοι λέγουσιν . Εἶπον μὲν καὶ ἀνωτέρω περὶ τῶν κύκνων , εἰρήσεται δὲ ἄρα καὶ νῦν ὅσα οὐ πρότερον
τῷ πρόσθεν βίῳ : καί , ὡς ἔοικε , τῶν κύκνων δοκῶ φαυλότερος ὑμῖν εἶναι τὴν μαντικήν , οἳ ἐπειδὰν
6314198 ἀνθεσι
μόνου ῥινοῖο , τὸν αἰόλον ἐστεφάνωται , δαίδαλα πορφύροντα καὶ ἄνθεσι μαρμαίροντα . τοίην μὲν πυρόεσσαν ὑπὸ βλεφάροισιν ὀπωπαὶ μαρμαρυγὴν
: Αἱ Ἀττικαί . ἐξηνθισμέναι : Ἄνθη φοροῦσαι . τοῖς ἄνθεσι κεκοσμημέναι , οἷον ψιμυθίῳ καὶ φύκει καὶ τοῖς ὁμοίοις
6312916 κυμβαλων
τὸν Ἀνάχαρσιν μηδ ' ἄλλο τῶν μουσικῶν ὀργάνων μηδὲν πλὴν κυμβάλων καὶ τυμπάνων καὶ κροτάλων ἃ τοὺς θαυματοποιοὺς κεκτῆσθαι .
κλάδοις καὶ νεβρίσι περιβαλοῦσαι τὴν λάρνακα κτύπῳ τυμπάνων , ἤχῳ κυμβάλων , ὀρχήματι καὶ ψοφήμασι τὸν κλαυθμὸν τοῦ παιδὸς ἠφάνιζον
6293239 καπρων
φέρτατος οἰνοδόκον φιάλαν χρυσῷ πεφρικυῖαν : Ἀρίσταρχος ἐκ μεταφορᾶς τῶν κάπρων φησὶν εἰρῆσθαι : φρίξας εὖ λοφιήν : ὡς ἐξοχὰς
θηρίων ἐκάθηρεν ἀλλοκότων . δοκῶ δὲ ἔγωγε ὡς σφοδρότερον μὲν κάπρων κακία , βιαιότερον δὲ λεόντων , ἰταμώτερον δὲ πολυμόρφου
6291851 αὐλοι
χώραν ἔχουσιν , κῶμοι ἐκεῖνοι καὶ θίασοι καὶ χορὸς καὶ αὐλοὶ καὶ ᾄσματα : πάντα ταῦτα Διονύσου ἡδονῶν σχήματα ἐν
ἡμιόπων ὑπ ' αὐλῶν ὀρχεῖται ; εἰσὶ δ ' οἱ αὐλοὶ οὗτοι ἐλάσσονες τῶν τελείων . Αἰσχύλος γοῦν κατὰ μεταφορὰν
6231796 ἀηδονων
αὑτοῦ γενέσθαι . λέγουσι δὲ οἱ Θρᾷκες , ὅσαι τῶν ἀηδόνων ἔχουσι νεοσσιὰς ἐπὶ τῷ τάφῳ τοῦ Ὀρφέως , ταύτας
λειμῶνος ἀκηράτου ξυμβάλοι . Καὶ οὔπω , ξένε , τῶν ἀηδόνων ἤκουσας , οἷον τῷ χωρίῳ ἐναττικίζουσιν , ἐπειδὰν δείλη
6226502 ἐλαφων
ἀμέρσας ἂψ ἀναφοιτήσῃ νεαρῇ κεχαρημένος ἥβῃ , ἢ ὁπότε σκαρθμοὺς ἐλάφων ὀχεῇσιν ἀλύξας ἀνδράς ' ἐνισκίμψῃ χολόων γυιοφθόρον ἰόν :
γυναικῶν τῶν εὑρισκομένων , ἐπί τε αἰγῶν καὶ βωῶν καὶ ἐλάφων , καὶ τῶν παραπλησίων ζῴων . σώματα δὲ ἐστὶ
6221718 θυννων
κατὰ γενεὰς , κατὰ τάξιν . οἱ μέν : τῶν θύννων . Ὁπλότεροι : νεώτεροι . τοὶ δ ' :
ἀπὸ τῶν ἄλλων ἴδωσιν : καὶ γὰρ καὶ ἀδυνατώτεραι τῶν θύννων εἰσὶν , ἀλλ ' ὀξεῖς καὶ πυκνοὺς ὀδόντας ἔχουσιν
6191636 ᾠδης
οὐρανὸν ἀηδόνες ἀπὸ γῆς ἵπτανται : τολμᾷ γὰρ ἀνάγειν ὑπὲρ ᾠδῆς εἰς αὐτὸν οὐρανὸν ὁ μῦθος ὄρνιθας . . .
τὸν νόμον τὸν ἁρμόζοντα τοῖς ἱππικοῖς διὰ μολπῆς , ἤγουν ᾠδῆς , Αἰολίδος , ἤγουν Θηβαϊκῆς ἢ Πινδαρικῆς . πέποιθα
6177164 ᾀδοντων
δὲ συγγραφέων ἀναγιγνωσκόντων ἀναίσθητα συγγράμματα , πολλῶν δὲ ποιητῶν ποιήματα ᾀδόντων , καὶ τούτους ἐπαινούντων ἑτέρων , πολλῶν δὲ θαυματοποιῶν
ὑπὸ Ἀπόλλωνος καὶ Ἀρτέμιδος : καὶ ταῦτα καὶ αὐλούντων καὶ ᾀδόντων ἀνέχονται παρ ' αὑτοῖς ἐν τῷ θεάτρῳ , καὶ
6172585 Σειρηνων
καὶ τοὐπτάνιον ἁρμόσωμ ' ἅπαξ , ὅπερ ἐπὶ τῶν ἔμπροσθε Σειρήνων , Σύρε , ἐγένετο , καὶ νῦν ταὐτὸ τοῦτ
φασι τοὺς Ἰθακησίους ναύτας ὑπὲρ τοῦ μὴ κατακοῦσαι τῆς τῶν Σειρήνων ᾠδῆς , ἀλλὰ μολύβδου τινὸς μαλθακὴν ὁμοῦ καὶ ἄτρωτον
6158023 λεοντων
, ὅτε τὰ πάτρια τεύχεα παρεδίδοσαν , ἰὼ μάκαιρα ταυροκτόνων λεόντων ἔφεδρε , τῷ Λαρτίου , σέβας ὑπέρτατον . Ἔχοντες
αὐτὸν οὐχ ἵππων λέγει πατέρα οὐδὲ μὰ Δία κυνῶν ἢ λεόντων ; ὅτι τοῖς μὲν ἄλλοις ἅπασι ζῴοις οὐ μέτεστιν
6146292 ὑμνων
σεσήμαγκεν ; πείθομαι , ἀκολουθῶ , ἐπευφημῶν τὸν ἡγεμόνα , ὑμνῶν αὐτοῦ τὰ ἔργα . καὶ γὰρ ἦλθον , ὅτ
. ἱκέτας σέθεν : παρακαλῶ σε , Ζεῦ , Λυδίαις ὑμνῶν εὐρυθμίαις φυλάττειν τὴν Καμάριναν ἐν νίκαις καὶ ἀνδρείαις .
6103107 μελος
. καὶ ἐν Ἱππεῦσι λάρος κεχηνὼς ἐπὶ πέτρας δημηγορῶν . μέλος χοροῦ . ἀντῳδή , ἥτις καὶ ἀντιστροφή . ἔστι
εἰς τὸν σύμπαντα οὐρανὸν ἐλλάμψειὥσπερ χορδαὶ ἐν λύρᾳ συμπαθῶς κινηθεῖσαι μέλος ἂν ᾄσειαν ἐν φυσικῇ τινι ἁρμονίᾳεἰ οὕτω κινοῖτο ὁ
6087944 θηρων
' ἀΐξαντε πετέσθην . Ἴδην δ ' ἵκανον πολυπίδακα μητέρα θηρῶν , εὗρον δ ' εὐρύοπα Κρονίδην ἀνὰ Γαργάρῳ ἄκρῳ
ὀπτεύω , σῴζω δ ' εὐθαλεῖς καρποὺς κτείνων παμφύλων γένναν θηρῶν , ἃ πάντ ' ἐν γαίᾳ ἐκ κάλυκος αὐξανόμενον
6086628 ποιμνιων
ἀκούειν ἐπὶ Ἕκτορος . τινὲς δὲ ἐπὶ Πρωτεσιλάου ἀκούουσι τὸ ποιμνίων ἀλάστορα τὸν πορθοῦντα τὰ ποίμνια τῶν Τρώων . γράφουσι
χωρίων καὶ ἀντὶ τῆς ἀμούσου βοῆς ἀκούειν σύριγγος ἢ τῶν ποιμνίων αὐτῶν βληχωμένων . Καὶ ἐπεὶ διαγενομένων ὀλίγων ἡμερῶν αἱ
6080865 θαλιαι
μόνον ὄλβιον ἀνθρώποισι , τοῦ χαίρειν φάρμακον αὐτοφυές . τοῦ θαλίαι φίλα τέκνα φιλοφροσύναι τε χοροί τε . τῶν ἀγαθῶν
ὄλβιον ἀνθρώποισι ξυνόν , τοῦ χαίρειν φάρμακον αὐτοφυές . τοῦ θαλίαι φίλα τέκνα φιλοφροσύναι τε χοροί τε : τῶν ἀγαθῶν
6076943 χοροι
πανταχόθεν περιπτύσσει καὶ γέγηθε : σὲ δὲ καὶ Νηρηΐδων ἁλιπορφύρων χοροὶ ἄκροις ἐπισκιρτῶντες τοῖς κύμασι κύκλῳ περὶ πᾶσαν χορεύουσι :
θεοῦ : καὶ τοῦτ ' ἐστιν Ἰνδῶν καὶ εὐχὴ καὶ χοροὶ καὶ θυσία . διὸ καὶ τούτοις ἱλεοῦνται τὸν θεὸν
6048682 αἱσι
] κοισι [ ! ! ] ν [ [ ] αἷσι ! [ [ ] [ . . . .
τὸν εἰναφώσσωνα στόλον . τὸ δὲ ἑξῆς οὕτως : ἐν αἷσι πόλεσι πρὸς τὰ κύματα τοὺς καμπύλους τῆς νεὼς ὀδόντας
6039212 κωμοι
σῶμα μήτε ταράττεσθαι κατὰ ψυχήν . οὐ γὰρ πότοι καὶ κῶμοι συνείροντες οὐδ ' ἀπολαύσεις παίδων καὶ γυναικῶν οὐδ '
οὕτως ἀποκρίνηται : “ σὺ καὶ ἐμοὶ ἐρεῖς ” . κῶμοι . ᾠδαὶ ἢ ὀρχήσεις μετὰ μέθης . πληγαῖς .
6015009 τιοτιοτιοτιγξ
Φρύνιχος ἀμβροσίων μελέων ἀπεβόσκετο καρπὸν ἀεὶ φέρων γλυκεῖαν ᾠδάν , τιοτιοτιοτιγξ . Εἰ μετ ' ὀρνίθων τις ὑμῶν , ὦ
' ἧς ἐγὼ νάπαισί τε καὶ κορυφαῖς ἐν ὀρείαις , τιοτιοτιοτιγξ , ἑζόμενος μελίας ἔπι φυλλοκόμου , τιοτιοτιοτιγξ , δι
5971723 ὀρνιθων
, καὶ προκινέεσθαι δοκέει ἐν αὐτῷ τοτὲ μὲν οἷον εἴδωλον ὀρνίθων , τοτὲ δὲ οἷον φακοὶ μέλανες , καὶ τἄλλα
ἐγὼ ἐγχριμφθεὶς ὑπεναντίον ἀΐξαντα οὐκ ἴδον : ὀφθαλμοὶ δέ μοι ὀρνίθων λελίηντο : πρίν περ ἀναστήσαντος ἀπὸ χθονὸς αὐχένα δεινὸν
5963676 αἰγων
. ” τὸν δ ' αὖτε προσέειπε Μελάνθιος , αἰπόλος αἰγῶν : “ οὔ πως ἔστ ' , Ἀγέλαε διοτρεφές
γὰρ λέγεται ἐπὶ τῶν προβάτων , μηκᾶσθαι δὲ ἐπὶ τῶν αἰγῶν διὰ τοῦ η , μυκᾶσθαι δὲ ἐπὶ βοῶν διὰ
5962853 μαγαδις
' ὁ Χῖος ὡς περὶ αὐλῶν λέγει : Λυδός τε μάγαδις αὐλὸς ἡγείσθω βοῆς . καὶ Ἀρίσταρχος δὲ ὁ γραμματικός
ἐν δευτέρῳ περὶ ὀνομασιῶν λέγει οὕτως : ‚ ὁ δὲ μάγαδις καλούμενος αὐλός ‚ καὶ πάλιν μάγαδις ἐν ταὐτῷ ὀξὺν
5959902 παρδαλεων
καὶ φίλους ἀρχαίους , καὶ πολλοὶ πολλάκις . Θήρα δὲ παρδάλεων Μαυρουσία εἴη ἄν . καὶ ἔστιν αὐτοῖς οἰκοδομία λίθων
κερατία : θήρα δὲ καὶ ἐλεφάντων ἐστὶ καὶ λεόντων καὶ παρδάλεων : εἰσὶ δὲ καὶ δράκοντες οἱ ἐλεφαντομάχοι καὶ ἄλλα
5936438 κοκκυξ
ὑποθυμίς , περιστερά , νέρτος , ἱέραξ , φάττα , κόκκυξ , ἐρυθρόπους , κεβλήπυρις , πορφυρίς , κερχνῄς ,
ὀστοῦν , οἱ δ ' ὑποσπόνδυλον . τούτου τὸ ἄκρον κόκκυξ καλεῖται . τῆς δ ' ὀσφύος τὰ παρ '
5924722 κηπων
διάπλουν πεποιημέναι . τελευτᾷ δὲ καὶ τοῦτο τὸ μέρος εἰς κήπων ὥραν πολλαχοῦ , αὐτοὶ δὲ ἐκεῖνοι λήγουσιν εἰς τὴν
. ἄρας οὖν ὠμόλινον ἀκολούθει μοι , ὅπως ἀπὸ τῶν κήπων πριώμεθα λάχανα . “ ὁ δὲ θεὶς ἐπὶ τῶν
5921084 ἠχων
γὰρ φωνηέντων τὰς παραλλήλους θέσεις ὡς ἐκλυούσας τὴν ἁρμονίαν τῶν ἤχων καὶ τὴν λειότητα τῶν φθόγγων λυμαινομένας ἐξίσταται περιόδῳ τε
πάθος . ἔπειθ ' αἱ μετὰ τοῦτο γινόμεναι συγκοπαὶ τῶν ἤχων , τοῦ τε ν καὶ τοῦ π καὶ τοῦ
5904471 μουσα
τὸν Προαιρέσιον . ἀλλὰ πρὸς τοῦτο μὲν ἤρκεσεν ἡ Μιλησίου μοῦσα , τὰς ἁρμονικὰς ἀναψαμένη χάριτας , καὶ πολλὰ παραπεσοῦσα
, ἤτοι χαλεποί : Ἄρχε δ ' οὐρανῶ . ὦ μοῦσα , φησί , θύγατερ τοῦ κρέοντος καὶ βασιλεύοντος τοῦ
5901867 λειμωνι
ἀρχῆς πάλιν . Ὑπ ' ἀναδενδράδων ἁπαλὰς ἀσπαλάθους πατοῦντες ἐν λειμῶνι λωτοφόρῳ , κύπειρόν τε δροσώδη , κἀνθρύσκου μαλακῶν τ
. , . . . . Ἀσίω : Ἀσίω ἐν λειμῶνι . οὐκ ἔχει τὸ ι προσγεγραμμένον , ἀπὸ γὰρ
5894920 χρυσοφρυς
καὶ ἐν Ἀμβρακίᾳ . χρύσοφρυς . Ἄρχιππος : ἱερὸς Ἀφροδίτης χρύσοφρυς Κυθερείας . τοὺς δ ' ἰχθῦς τούτους φησὶν Ἱκέσιος
Λιβύης Λήθων ποτάμιον , ἐν ᾧ γίνεται ἰχθὺς λάβραξ καὶ χρύσοφρυς καὶ ἐγχέλεων πλῆθος [ καὶ ] τῶν καλουμένων βασιλικῶν
5893183 Μουσων
τεσσαράκοντα ὄρος ἀπέχει τὸ Λιβήθριον , ἀγάλματα δὲ ἐν αὐτῷ Μουσῶν τε καὶ νυμφῶν ἐπίκλησίν ἐστι Λιβηθρίων : καὶ πηγαὶτὴν
κρίσιν καὶ Ἀθηνᾶ λαμβάνει τὰ νικητήρια . . . Ἀλλὰ Μουσῶν χοροὶ καὶ Ἀπόλλωνος καθ ' ἁπαλῶν λειμόνων ἀθύρουσι .
5878915 μορμυρων
. ” ἐστιν οὖν πεποιημένη ἡ λέξις , ὡς τὸ μορμύρων . πόρδαλις . τοῦ ποιητοῦ λέγοντος ποτὲ μὲν διὰ
ἅρπαγα . μορόεντα οἷον ἀθάνατα , μόρου μὴ μετέχοντα . μορμύρων φοβερῶν , ἀπὸ τοῦ μορμύττεσθαι . μόσχοισι ἁπαλαῖς καὶ
5864110 κελαδον
πτερὰ ποικιλοτρίχων οἰωνῶν τόσσον ἂν χεύαιτ ' ἀριθμόν : εὐρύοπα κέλαδον ἀκροσόφων ἀγνύμενον διὰ στομάτων ἔπειτα κείσεται βαθυδένδρωι ἐν χθονὶ
τ ' ἐπὶ κλωσὶ πίτυος ἥμεν ' ἐμινύριζ ' ἐτιττύβιζεν κέλαδον παντομιγῆ , καὶ τὰ μὲν ἄρχετο , τὰ [
5858191 λαγωων
τῆς δεξιᾶς , ἐφέρβοντο καὶ ἤσθιον γένναν λαγίναν , ἤτοι λαγωῶν , ἐρικύμονα καὶ ἄγαν ἐγκυμονοῦσαν καὶ τίκτουσαν βοσκομένην ,
, ὀρνίθεια , πολυπόδεια , περδίκεια , λαγῶα . σχελίδες λαγωῶν , τεμάχια κρεῶν . κρεωδαίτης δ ' ὁ διατέμνων
5843408 κιθαρα
. καὶ Ὅμηρος : Ἀσίῳ ἐν λειμῶνι . καὶ ἡ κιθάρα Ἀσία λέγεται , ἐπεὶ ἐν Λυδίᾳ πρῶτον εὑρέθη .
: Γεννᾶται δὲ καὶ ἐν τῷ Παγγαίῳ ὄρει βοτάνη , κιθάρα καλουμένη διὰ ταύτην τὴν αἰτίαν . Διασπαράξασαι τὸν Ὀρφέα
5843402 γενεθλα
οὔτε γάμοισι φυτεύεται οὔτε γονῇσι τίκτεται , αὐτοτέλεστα καὶ αὐτόρρεκτα γένεθλα , ὄστρεα δὴ σύμπαντα , τά γ ' ἰλύϊ
ὀλιγοδυνάμων . ἀμενηνά : ἀσθενῆ . γένεθλα : γεννήματα . γένεθλα : γράφεται κάρηνα : καινοπρεπὲς τὸ σχῆμα . Τῇσι
5836655 Ἐπιχαρμος
Εὐριπίδης ἐν Σκίρωνι : ἢ προσπηγνύναι κράδαις ἐριναῖς . καὶ Ἐπίχαρμος ἐν Σφιγγί : ἀλλ ' οὐχ ὅμοιά γ '
τὸ ἐν Ἡλιάσιν Αἰσχύλου „ ἀφθονέστερον λίβα „ . καὶ Ἐπίχαρμος δὲ ἐν Πύρρᾳ ” εὐωνέστερον ” ἔφη . καὶ
5826375 Φαιακων
ὑδάτων δεόμεναι . οὕτως ἡμῖν ἔστι πρὸς τὸν βασιλέα τῶν Φαιάκων ἐρίζειν , ᾧ φασιν οὔποτε καρπὸν ἀπολήγειν χείματος οὐδὲ
πρὸς τὸ μειράκιον παροξυνθεὶς τὸν Εὐρύαλον ἐν τοῖς ἄθλοις τῶν Φαιάκων οὐδὲν παρίησιν ἐγκώμιον αὑτοῦ λέγων μεθ ' ὅσης ὥρας
5823616 φορμιγγ
ὀϊστόν : οὔτοι χαμαιπετέων λόγων ἐφάψεαι , ἀνδρὸς ἀμφὶ παλαίσμασιν φόρμιγγ ' ἐλελίζων κλεινᾶς ἐξ Ὀπόεντος : αἰνήσαις ἓ καὶ
ἢ βέλη , ὅταν ἀποτυχόντα τοῦ σώματος χαμαὶ πέσῃ . φόρμιγγ ' ἐλελίζων : ἀντὶ τοῦ τῇ κιθάρᾳ τὸν ἐπίνικον
5817231 ἀνθεων
, τὰ δ ' ἔνδον οὐδὲν διαφέρεις δράκοντος . Καιροσπάθητον ἀνθέων ὕφασμα καινὸν Ὡρῶν . Λεπτοὺς διαψαίρουσα πέπλους ἀνθέων γέμοντας
γὰρ καὶ ἐπὶ ? τῶν ? ? δενδρῶν ἀποφορὰ τῶν ἀνθέων 〚 ο̇υ̇ 〛 πλείων ⌈ ⌋ , 〚 αλλαδενδρων
5796714 ἀοιδους
εἰ δὲ ὁ Ἑρμῆς συνετούς , πεπαιδευμένους , ἐμπόρους , ἀοιδοὺς καὶ τὰ τοιαῦτα . Μετὰ τὸ περὶ τέκνων τὴν
θυηπολεῖται δ ' ἄστυ μάντεων ὕπο . χρησμῶν δ ' ἀοιδοὺς πάντας εἰς ἓν ἁλίσας ἤλεγξα καὶ βέβηλα καὶ κεκρυμμένα
5794733 αὐλου
, εὐστομία δέ , ἢν τὰ χείλη ἐνθέμενα τὴν τοῦ αὐλοῦ γλῶτταν μὴ πιμπραμένου τοῦ προσώπου αὐλῇ , τὸν δὲ
ἅτε δὲ ὑπὸ τῆς μέθης καὶ τοῦ οἴνου διαρρέοντες , αὐλοῦ μὲν ἀκούοντες χαίρουσι , καὶ τὸ ἔργον αὐτοῖς αὐλεῖσθαί
5786251 ὀρχηστων
μεταγενεστέραν οὖσαν . ἀλλ ' οὐκ ἀπό γε τῶν τοιούτων ὀρχηστῶν ὀρχήσεως αὐτῆς , οἶμαι , καταγνωστέον οὐδὲ τὸ ἔργον
ἐνόπλιοι ὀρχήσεις πυρρίχη τε καὶ τελεσιάς , ἐπώνυμοι δύο Κρητῶν ὀρχηστῶν , Πυρρίχου τε καὶ Τελεσίου . ἐκαλεῖτο δέ τι
5781437 λυκων
γελῶν ταῦτα ἔφη : Καλῶς εἴρηκας , ὦ πρώταρχε τῶν λύκων : ἀλλὰ πῶς σὺ χθὲς ἣν ἐκράτησας ἄγραν κοίτῃ
γένυν . αἱ δ ' ἀγκάλαισι δορκάδ ' ἢ σκύμνους λύκων ἀγρίους ἔχουσαι λευκὸν ἐδίδοσαν γάλα , ὅσαις νεοτόκοις μαστὸς
5779763 στεφανων
τε , Κασταλία , πάρα Ἀλφεοῦ τε ῥέεθˈρον : ὅθεν στεφάνων ἄωτοι κλυτάν Λοκˈρῶν ἐπαείροντι ματέρ ' ἀγˈλαόδενδρον . ἐγὼ
ἔδοξεν ἀμφοτέρας τὰς χεῖρας αὐτοῦ χρυσᾶς γεγονέναι . οὐδέτερον τῶν στεφάνων ἤρατο : ἔμελλε γὰρ ὥσπερ χρυσέαις ταῖς χερσὶν ἀργαῖς
5778986 ἐνοπην
δόρατα * ἤνυσε : πεποίηκε ἐξεπλήρωσε καὶ εἴργασται ἐτελείωσε εἰς ἐνοπήν : τινὲς ἀθετοῦσι τὸν στίχον τοῦτον , ὡς μὴ
τὸν στίχον τοῦτον , ὡς μὴ Νικάνδρου εἶναι . * ἐνοπήν : πόλεμον εἰς τὴν φόνευσιν χροιὴ δ ' ἄλλοτε
5778657 ποιμενων
. Μαιάδος τόκωι : οὗτοι γὰρ ἀνδρῶν αἷμ ' ἔχουσι ποιμένων . σὺν πορδακοῖσιν ἐκπεσόντες εἵμασιν , σὺν παρδακοῖσιν εἵμασιν
, ὁ δὲ μαίνεσθαι , ὁ δ ' ἀσελγέστατος τῶν ποιμένων „ Αἴας δ ' οὐκέτ ' ἔμιμνε „ μέχρι
5778201 αὐληματων
κέντρα , ὀφρὺς δὲ αὐτῷ περιβέβληται διασημαίνουσα τὸν νοῦν τῶν αὐλημάτων , ἡ παρειὰ δὲ πάλλεσθαι δοκεῖ καὶ οἷον ὑπορχεῖσθαι
πάντων μὲν φέρει , πορνῳδιῶν , σκολίων Μελήτου , Καρικῶν αὐλημάτων , θρήνων , χορειῶν . Τάχα δὲ δηλωθήσεται .
5777172 σκολιων
τῶν ἐπὶ ξένης , τὸ δʹ περὶ πραγμάτων λαθραίων ἢ σκολιῶν , τὸ εʹ περὶ πραγματείας ἢ κακοπραγίας ἢ προσδοκίας
ὑπαρχόντων , ἀλλ ' ἔστιν ὧν , καὶ τούτων πλείστων σκολιῶν τε ἅμα καὶ περιφερῶν , ὥστε ἄλλην τινὰ μακρὰν
5774422 ξουθης
Ἀριστάρχειοι , ἐπ ' εὐρέα νῶτα θαλάττης Ἑλλάδα , τῆς ξουθῆς δειλότεροι κεμάδος , γωνιοβόμβυκες , μονοσύλλαβοι , οἷσι μέμηλε
' ἐπάγει ὅτι κρεῶν χύτραν λέγω . καὶ πάλιν : ξουθῆς μελίσσης νάμασι συμμιγὴς μηκάδων αἰγῶν ἀπόρρους θρόμβος , ἐγκαθήμενος
5771738 Νηρηϊδων
ἐρώμενον πρὸς θήραν πέμπουσιν : ὁ δὲ διὰ κάλλος ὑπὸ Νηρηΐδων ἁρπαγεὶς ἀνεβόησε . Καὶ Πολύφημος ἀκούσας αὐτοῦ βοήσαντος ,
ἐπιστήμης δεκτικόν τῶν , ὡς Ἕλληνές φασι , νυμφῶν καὶ Νηρηΐδων , οὕτω διὰ τῶν λαμβανομένων ἐν ἑκάστῳ κανόνι παρατηρήσεων
5770947 σμυραινα
σώματι περίκεινται ὥσπερ ἀνθρώποις τὰ χρήματα . εἰσὶ δὲ οἵδε σμύραινα ἔγχελυς γόγγρος . οἱ δὲ πλατεῖς [ καὶ ]
' ξ Ἀρκαδίας τοι δριμυτάτην ὀρίγανον . Βατίς τε καὶ σμύραινα πρόσεστι . Νάρκη γὰρ ἑφθὴ βρῶμα χάριεν γίγνεται .
5766725 φυλα
Κίμβρων εὐπορίας ἰδόντας : ἀφανισθῆναι δ ' αὐτῶν τὰ δύο φῦλα τριῶν ὄντων κατὰ στρατείας . ὅμως δ ' ἐκ
εἶναι , μήτε θήλεα . Νέμονται . γράφεται καὶ φύονται φῦλα . Νειρίται : κοχλίαι . Νειρίτης ὁ κόχλος ὁ
5764701 αὐλον
δὲ οὕτως , εἰ ἤδη που ἐθεάσω ἄθροισμα ὀργάνων , αὐλὸν ἠχοῦντα , καὶ λύραν ψαλλομένην , καὶ ᾠδὴν χοροῦ
ἀνέθηκε τῷ Ἀπόλλωνι : ὁ δὲ διατρήσας αὐτὴν ὅλην ὥσπερ αὐλὸν χρυσῆν ῥάβδον ἐνέθηκεν οὐδενὸς ἐπισταμένου : μετὰ τοῦτ '
5764028 ὑλακτουντων
Γλαῦκος . κβʹ . Τῶν δὲ κυνῶν μὴ ἐσθιόντων καὶ ὑλακτούντων δειπνοῦντας καθάπερ εἰώθεσαν λέγει πρὸς τὸν Γλαῦκον Ὅμηρος τὰ
μὴ ἄλλαι ἤπειροι , Πυγμαίων τε ἐν αὐταῖς ἔθνη καὶ ὑλακτούντων ἄλλο ἄλλῃ καὶ ὧδε θαυμαστά . γρῦπες δὲ Ἰνδῶν
5753626 θαλιαις
: ἔργα δὲ καρποῦνται , ἀπολαύουσι , διὰ φροντίδος ὄντα θαλίαις , εὐωχίαις , ἤγουν θαλερὰ καὶ εὐθηνούμενα : τὸ
τῶν λίθων ἀποπίπτουσαν . Ἀπολλωνίαις : ταῖς τοῦ Ἀπόλλωνος ἀλεξιμβρότοις θαλίαις , ἀπὸ κοινοῦ βαδιστὴν ἐποίησεν . ἀλεξιμβρότοις δὲ ,
5750356 ἀρνων
, πνεύμων , νωτιαῖος , ἀδένες ἀπεπτούμενοι , ἡ τῶν ἀρνῶν σάρξ , βωλῖται , ἀμανῖται καὶ ἡ σὰρξ τῶν
τὰ χείλη μόρια καὶ γλῶϲϲα χοίρειον κρέαϲ καὶ ἡ τῶν ἀρνῶν ϲὰρξ καὶ τὸ τοῦ ϲηϲάμου ϲπέρμα καὶ φοίνικεϲ οἱ
5743838 Φρυγιων
πολλή ; Ῥέα μὲν γάρ , ἣν οἱ ἀπὸ τῶν Φρυγίων ὀρῶν Κυβέλην φασίν , ἀποτμήσεις αἰδοίων νενομοθέτηκεν διὰ τὸν
ἁρμονίαν μετίωσι , φέρε ἐκ Δωρίων εἰς Ὑποδώρια ἢ ἐκ Φρυγίων εἰς Ὑπερμιξολύδια ἢ ὅλως ἔκ τινος τόνου εἰς ἕτερον
5741631 χηνων
ἔθος ἦν αὐτοῖς ἁπαλαῖς χρῆσθαι , κρέα μὲν μόσχων καὶ χηνῶν μόνων προσφερομένους , οἴνου δὲ τακτόν τι μέτρον πίνοντας
ἡδὺ διὰ τῆς τῶν ἰσχάδων ἐδωδῆς , οὕτως ἐπὶ τῶν χηνῶν ὀρῷ γάλακτος ἀναδεύοντες τὰς τροφάς , ὡς γίνεσθαι μὴ
5740365 αὐλητων
. καὶ φορβειὰν τὴν αὐλητικήν . καὶ κρουπέζια τὰ τῶν αὐλητῶν ὑποδήματα . τὸ μέντοι γλωττοκομεῖον εἴρηκε Λύσιππος ἐν Βάκχαις
, τερετισμοί τερετίσματα , νίγλαροι . τὰ δὲ πρῶτα τῶν αὐλητῶν μαθήματα πεῖρα καὶ γρόνθων . Ἀθήνησι δὲ καὶ συναυλία
5733316 ψαμαθοι
ἐκ πατρὸς ὀργᾶς ἄλλαν ἐπ ' αἶαν ἱέμενον . ὦ ψάμαθοι πολιήτιδος ἀκτᾶς , ὦ δρυμὸς ὄρεος ὅθι κυνῶν ὠκυπόδων
: μετὰ δέ σφι Θέτις γόου ἵμερον ὦρσε . δεύοντο ψάμαθοι , δεύοντο δὲ τεύχεα φωτῶν δάκρυσι : τοῖον γὰρ
5732533 κελαινων
φιλότητι καὶ ἀλλήλων ἐπαρωγῇ ὄλλυνται γαλεοί τε κύνες καὶ φῦλα κελαινῶν κεντροφόρων : λευκὸς μὲν ἐπ ' ἀγκίστρῳ πεπέδηται ἰχθύς
δ ' Ἀραβίης τεκμαίρεται ἄγχι θαλάσσης εὐρύτερον , τόθι γαῖα κελαινῶν Αἰθιοπήων τῶν ἑτέρων , τῶν ἄγχι τιταίνεται οὖδας Ἐρεμβῶν
5718971 φορμιγγες
νηλέα νόον ἐχθρὰ Φάλαριν κατέχει παντᾷ φάτις , οὐδέ νιν φόρμιγγες ὑπωρόφιαι κοινανίαν μαλθακὰν παίδων ὀάροισι δέκονται . τὸ δὲ
. Δέον δὲ εἰπεῖν ὁμορόφιον , ὁμορόφιαι εἶπε πρὸς τὸ φόρμιγγες . Εἴρηται δὲ ἐκ μεταφορᾶς τῶν τοὺς ξένους ὑποδεχομένων
5717152 ἡρωων
, καὶ τὴν ῥητορικὴν οὐ κολάκων ἔργον , ἀλλ ' ἡρώων τινῶν εἶναι : ὥστε μὴ τοῖς μαγείροις γε προσήκειν
ἐπὶ πρυμνοῖς τῆς ἀγορᾶς κεῖται θανὼν , δίχα τῶν ἄλλων ἡρώων . τὸ δὲ χʹ ὅτι πρυμνοῖς ἀγορᾶς εἶπεν ἀντὶ
5715318 ἀγελαι
ἀμελήσαντες περὶ τῶν ἀνθῶν τῆς δρόσου διαφέρονται . καὶ μὴν ἀγέλαι βοῶν τε καὶ ἵππων ἀναμιχθεῖσαι πολλάκις ἀθορύβως καὶ πρᾴως
' ἡλίου πρὸς δυσμὰς ἤδη κλίνοντος , ὁπηνίκα πρὸς ἐπαύλεις ἀγέλαι συνελαύνονται , καὶ μαζοὶ μὲν γάλακτος πλήθουσι , βρέφη
5711442 τριγλη
φίλον φάγροισι δέλετρον καὶ βῶκες συνόδοντι καὶ ἱππούροισιν ἴουλοι : τρίγλη δ ' ὀρφὸν ἔπεφνε καὶ ἔσπασε κιρρίδα πέρκη ,
κατὰ φυκότριχος πέτρης λευκὸν τρέφει ὕδωρ ψῆττά τε χονδροφυὴς καὶ τρίγλη μιλτοπάρῃος . τῇ δ ' ἐγὼ ἐν πρώτοις ἐπέχον
5704756 ὀρνεων
ἐπὶ δὲ τῶν ἑρπετῶν τὸ φωλεύειν : ἐπὶ δὲ τῶν ὀρνέων νοσσεύειν . ὁ γοῦν λέγων νοσσιὰν τέκνων ἀκυρολογεῖ :
τοὺς πάνυ ἀσθενεῖς ὑπὸ τῆς δασύτητος σῳζομένους , καὶ τῶν ὀρνέων τοῖς ἀσθενεστάτοις ἐξαρκεῖ τὰ πτερὰ εἴργειν τὸν ἄνεμον καὶ
5697582 πεταλοις
πνέει , Ἀφροδίτην προξενεῖ , εὐώδεσι φύλλοις κομᾷ , εὐκινήτοις πετάλοις τρυφᾷ , τὸ πέταλον τῷ Ζεφύρῳ γελᾷ . ”
πρότερος ὁ λύκος αὐτὸς ἀσθενέστερος γίνεται . Λέων ἐπιβὰς πρίνου πετάλοις ναρκᾷ : φοβεῖται καὶ τὸν ἀλεκτρυόνα , καὶ τὸν
5689844 πτερυγεσσι
ἐφίεμαι . ἢν δὲ δι ' αὐτῶν πετράων Πόντονδε σόη πτερύγεσσι δίηται , μηκέτι δὴν μηδ ' αὐτοὶ ἐρητύεσθε κελεύθου
σαρξί ἣ ταχινῇσι : γράφεται ἥ τ ' ἄκρῃσι διαπλώει πτερύγεσσι δὲ πτεροῖς ἀντὶ τοῦ τοῖς ποσί : τούτοις γὰρ
5686157 παων
καὶ ἐν ἐνίοις δωρίζει , ὡς καὶ νῦν ἐν τῷ παῶν : πηῶν γάρ ἐστιν ὅ ἐστι συγγενῶν . *
κεῖσθαι τοὺς ὀδόντας ἐν τοῖς σιαγόσι στοιχηδόν ? τὸ δὲ παῶν ἔρημοι οἱ νεώτεροι κοινῶς καὶ ἀντὶ τοῦ φίλων λαμβάνουσιν
5684811 φορμιγγι
' αὐτοῖο : ταφὼν δ ' ἀνόρουσεν Ἀχιλλεὺς αὐτῇ σὺν φόρμιγγι λιπὼν ἕδος ἔνθα θάασσεν . ὣς δ ' αὔτως
παντοίων ἐπέων πανυπέρτατος ἔπλεο τιμῆς ? ? . τούνεκα μεῦ φόρμιγγι πολύστονι τ ' ἵλαος ἴσθι : ἄρκια πήματ '
5683609 σηπιων
ὥραν δεικνύντος φυτοῦ τοῖς αἰγιαλοῖς ἐνθείη τις , πλεῖστον τῶν σηπιῶν ἑσμὸν ὡς ἐπί τι συλλέξει δωμάτιον , μίξει τε
τῶν ἐχίνων , καὶ Σηπιὰς ἄκρα ἀπὸ τῶν περὶ αὐτὴν σηπιῶν , . . . Προσαγορεύεται δὲ , φησὶν Ἐπαρχίδης
5672244 κυκνοι
τε Ἠριδανῷ ἐμπεσεῖται καὶ παρέξει μῦθόν τινα τῷ ὕδατι . κύκνοι γὰρ δὴ ἀναφυσῶντες ἡδύ τι ἔνθεν καὶ ἔνθεν καὶ
ᾆσμα : ἐπὶ τῶν ἐγγὺς θανάτῳ ὄντων : οἱ γὰρ κύκνοι θνήσκοντες ᾄδουσιν . Κορώνη τὸν σκορπίον : ἐπὶ τῶν
5671329 μουσης
τοῦ μέλους ὑποχαλᾶν , καὶ ὅ τι ποτέ ἐστι τῆς μούσης σύντονον ἐᾷ , πᾶν δὲ ὅ τι γλύκιστον αὐλῳδίας
, ᾧ δὴ τὴν ἀρχὴν τῆς Ἑλληνικῆς τε καὶ νομικῆς μούσης ἀποδιδόασι , τό τε τῆς ἁρμονίας γένος ἐξευρεῖν φασι
5670738 ὀφεων
νευροκοποῦσι : τινὲς δὲ καὶ τοξεύμασιν ἀναιροῦσιν αὐτοὺς χολῇ βεβαμμένοις ὄφεων : ἡ δὲ τοξεία διὰ τριῶν ἀνδρῶν συντελεῖται ,
ὁ δράκων κατὰ μεσημβρίαν βοᾷ καὶ παρευθὺς οὐδεὶς τῶν ἄλλων ὄφεων φέρει τὸν αὐτοῦ συριγμόν , ἀλλὰ πάντες εὐθέως γίνονται
5646776 ῥησιες
ἐλθούσης . ἡ φυσική . φαντὶ δ ' ἀνθρώπων παλαιαὶ ῥήσιες : οὔπω γὰρ τῶν ἱστοριογράφων ὄντων οἱ κατὰ καιροὺς
σοφία μείζων ἄδολος τελέθει . φαντὶ δ ' ἀνθρώπων παλαιαί ῥήσιες , οὔπω , ὅτε χθόνα δατέοντο Ζεύς τε καὶ
5642403 ἱεντες
, ὁπόσας ἐν τοῖς πάγοις οἱ ἀετοὶ ποιοῦνται , καταπιμπρᾶσιν ἱέντες βέλη πυρφόρα , θήρατρά τε ἐπ ' αὐτοὺς ἵστανται
θυμέ : τίνα βάλλομεν ἐκ μαλθακᾶς αὖτε φρενὸς εὐκλέας ὀϊστοὺς ἱέντες ; ἐπί τοι Ἀκˈράγαντι τανύσαις αὐδάσομαι ἐνόρκιον λόγον ἀλαθεῖ
5640878 πιτυς
. ἢ ὥς τις εἶπεν , ὅτι : λεπταῖς ὑπεσύριζε πίτυς αὔραις : περὶ μὲν δὴ τὴν λέξιν οὕτως .
κυπάρισσος , δάφνη , μηλέα , σφένδαμνος , ἐλάτη , πίτυς . ταῦτα δὲ μεταφυτευόμενα βελτίονα ἔσται . Ἀπὸ δὲ
5639130 φορμιγξ
πῇ σοι ] πηκτὶς ἔβη , μηλόσκοπε , πῇ σεο φόρμιγξ [ ; ] πῇ ? [ ] μελέων ?
: ἑαυτῷ παρακελεύεται ὑμνεῖν τὸν νικηφόρον . βρομία δὲ ἡ φόρμιγξ , ἤτοι παρὰ τὸν βρόμον καὶ τὸν ἦχον τὸν
5638237 γλυκερη
μὴν τερπωλῆς ἀπολείπεαι , αἴ κ ' ἐθέλῃσθα τέρπεσθαι , γλυκερὴ δὲ πέλει βασιλήϊος ἄγρη . νῆα μὲν εὐγόμφωτον ,
ἐμοὶ μέλος λιγαίνοι : ὁ δὲ δῆμος ἐστὶν οὗτος , γλυκερὴ ῥέουσα Μοῦσα . Περί με πνέων ὁ Φοῖβος χέλυν
5635033 ᾀδει
γελᾷ τε καὶ τέρπεται , καὶ τὰ πολλὰ ὕπτιος κατακείμενος ᾄδει μάλα τραχείᾳ καὶ ἀπηνεῖ τῇ φωνῇ τὰς οἰμωγὰς αὐτῶν
τοῦτο ποιεῖ : ὅταν δὲ θήλεια ᾖ ἡ θηρεύουσα , ᾄδει ἕως ἂν ἀπατηθῇ ὁ ἡγεμὼν αὐτῆς . καὶ οἱ
5633510 ὀνων
καὶ διὰ τοῦτο ζηλοτυπεῖν αὐτὸν τὴν τῶν τράγων τε καὶ ὄνων εὐδαιμονίαν ; Μὴ γὰρ οὐδὲ εὐσεβὲς ᾖ τὰ τοιαῦτα
τῶν ἐφ ' οἷς ἤλπισαν διαψευσθέντων . Ἀπὸ τῶν βραδυσκελῶν ὄνων ἵππος ὤρουσεν . Ἅπαντα τοῖς σοφοῖς εὔκολα : ἐπὶ
5633242 νυμφων
σχεδὸν Αἰγύπτοιο ῥοάων . τραφέντα δ ' αὐτὸν ὑπὸ τῶν νυμφῶν ἐν τῇ Νύσῃ φασὶν εὑρετήν τε τοῦ οἴνου γενέσθαι
ὥστε πηρωθῆναι αὐτόν . καὶ Πίνδαρος δέ φησι , περὶ νυμφῶν ποιούμενος τὸν λόγον : ἰσοδένδρου τέκμαρ αἰῶνος λαχοῦσα .
5629471 βοοωσιν
τῇ παρεκτάσει τῶν συλλαβῶν τὸν ἄπαυστον ἐκφαίνειν βουλόμενος ἦχον ἠιόνες βοόωσιν ἐρευγομένης ἁλὸς ἔξω : ἐπὶ δὲ τοῦ τετυφλωμένου Κύκλωπος
παρεκτάσει τῶν συλλαβῶν τὸν ἄπαυστον ἐκφαίνειν βουλόμενος ἦχον : Ἠιόνες βοόωσιν , ἐρευγομένης ἁλὸς ἔξω : ἐπὶ δὲ τοῦ τετυφλωμένου
5620644 λειμωνων
νεκρῶν οὐδὲν ἄμεινον ἔχοντες . Ἄρτι δὲ διαγελῶντος ἔαρος καὶ λειμώνων στεφομένων τοῖς ἄνθεσιν ὡς ἐκ τάφων ἀναστάντες τῶν αὐτοῦ
τὰ πρῶτα φέροντι τῶν ὁμοτέχνων . ἐδρεψάμην κἀγὼ τῶν τοῦδε λειμώνων , ὅσα χωρεῖν ἠδυνάμην . ἀπὸ τοιούτων οὖν πηγῶν
5619751 αὐθιγενης
ἠλίβατον ὕψος ἀνατείνουσαι , καὶ προσέτι ποταμὸς οὐδείς , οὐκ αὐθιγενής , οὐ χειμάρρους , οὐδεμία πηγή , σπαρτὸν οὐδὲν
τὴν ἐπ ' ἐκείνοις γεγενημένην ἀπορρίπτω καὶ ἀποτίθεμαι ἡδονήν . αὐθιγενής : Ὅμηρος ἰθαγενής . σημαίνει δὲ τὸν γνήσιον καὶ
5618188 Ἐξοχα
ταραχώδους , κακοηχοῦς , κακοήχου . οἴδματα : κύματα . Ἔξοχα : ἐξόχως , λίαν . δειμαίνουσι : φοβοῦνται .
: κατὰ ξιφίου . ὁπλίζονται : τεχνῶνται , μηχανῶνται . Ἔξοχα : ἐξαιρέτως . Τυρσηνόν : Σικελόν . ἀγρώσσουσιν :
5617990 θεαματων
. Ἥλιος οὗτος , χλανίδων ἀλεεινότατος : λειμῶνες οὗτοι , θεαμάτων τὰ ποικιλώτατα : ἄνθη ταῦτα , εὐωδίαι φυσικαί .
τοὺς ἐξ ἐκείνων ἡμᾶς εὖ ποιεῖν . ἥδιστον μὲν γὰρ θεαμάτων ἡ διὰ τῶν θηρίων λειτουργία : θηρία δ '

Back