νομοῦ ὑλήεντος ὀπωρινὴν ὑπὸ νύκτα : ὣς οἵ γ ' αὐίαχοι Τρώων ποτὶ ἄστυ νέοντο πάντες ἀριστήεσσιν ἀρηγέμεναι μεμαῶτες .
αἰπυτάτης [ ] διο [ ] [ – ˘˘ ] αὐίαχοι ? : κραδίηι δ ' ἔνι κεύθετε [ ?
8592887 κευθετε
– ˘˘ ] αὐίαχοι ? : κραδίηι δ ' ἔνι κεύθετε [ ? ? ] πε [ ] [ –
] αὐίαχοι : κραδίηι ⌊ ⌋ ⌊ δ ' ἔνι κεύθετε [ ? ? πε ⌋ ! ! ! !
7771001 κληϊς
εἴκοσι δὲ πάμπολλαι . Εἰ μέντοι τινὶ ἐπὶ τἀναντία ἡ κληῒς κατεαγείη , ὃ οὐ μάλα γίνεται , ὥστε τὸ
τὸ στῆθος , καὶ τῇ ῥάχει : ἄγχιστα μὴν ἡ κληῒς πρὸς τὸ τοῦ ὤμου ἄρθρον πλοώδης ἐστίν : ἠνάγκασται
7530841 ἀνακραγῃ
ἂν ἴδῃ τις ἐνύπνιον σφόδρα φοβούμεθ ' , ἂν γλαὺξ ἀνακράγῃ δεδοίκαμεν . ] ἀγωνίαι , δόξαι , φιλοτιμίαι ,
εὐθὺϲ εἷϲ ὄνοϲ . [ ἂν γάρ ] τιϲ ἀπολειφθέντοϲ ἀνακράγῃ τόπου [ „ ὄνοϲ προϲέρχετ ] ' „ ,
7464133 ἀραξεν
ξίφεϊ σχεδὸν ἤλασε κόρσην Θρηϊκίῳ μεγάλῳ , ἀπὸ δὲ τρυφάλειαν ἄραξεν . ἣ μὲν ἀποπλαγχθεῖσα χαμαὶ πέσε , καί τις
ἀφωνίαν ἔχουσα . ἄχρις ἕως . καὶ “ ὀστέον ἄχρις ἄραξεν . ” ἀχυρμιαί οἱ τόποι εἰς οὓς τὰ ἄχυρα
7453856 Φαιεν
δέ ; οὐ σοφὰ καὶ περὶ σοφῶν ἥκουσιν ἀκουσόμενοι ; Φαῖεν ἄν , ὥς μοι δοκοῦσιν . Ἀλλὰ μὴ τὸν
, ὅτι ταῦτα ἀγαθὰ μέν ἐστιν , ἀνιαρὰ δέ ; Φαῖεν ἄν ; Συνεδόκει . Πότερον οὖν κατὰ τόδε ἀγαθὰ
7431408 αἱμοῤῥαγικα
αὐτίκα σικύη , ἐκαύθη ἔσω , καὶ εἰκοστῇ ἐπαλιγκότησεν , αἱμοῤῥαγικὰ , καὶ τρυγώδεα , καὶ ἐσθιόμενα . Ἡ Τενεδίη
καὶ χεῖρες ναρκώδεες , καὶ καρδιαλγικὰ , καὶ ἠχώδεα , αἱμοῤῥαγικὰ λάβρως , καὶ κοιλίαι καταῤῥήγνυνται τούτοισι , καὶ γνῶμαι
7409128 σῳζοντος
οἷον φύσις καὶ ψυχή , οὐδὲν δὲ ὑπὸ τοῦ φύσει σῴζοντος φθείρε - ται : εἰ δὲ ὑπὸ σώματος ,
: ἐξηπάτηκεν ἡ χάραξ τὴν ἄμπελον , ὅταν ὑπὸ τοῦ σῴζοντος ἀπατηθῇ τὸ σῳζόμενον . Χάρητος ὑποσχέσεις : Χάρης στρατηγὸς
7388802 κευθος
πτερόεντα καταστάσω ἀν ' αἰθέρ ' , ἢ γᾶς ὑπὸ κεῦθος ἄφαντον ἐξαμαυρωθῶ ; ἰώ μοί μοι . κακὰ φανήσεται
καταστάσω ; ἀν ' αἰθέρ ' ; ἢ γᾶς ὑπὸ κεῦθος ἄφαντον ἐξαμαυρωθῶ ; ἰώ μοί μοι , κακὰ φανήσεται
7339715 βλωμος
γὰρ τὼ βπ τῷ μ . ὅθεν καὶ ὁ ψωμὸς βλωμὸς ἀπὸ τοῦ βλώσκειν διὰ τοῦ λαιμοῦ , ὅ ἐστι
γὰρ τὼ βπ τῷ μ . ὅθεν καὶ ὁ ψωμὸς βλωμὸς ἀπὸ τοῦ βλώσκειν διὰ τοῦ λαιμοῦ , ὅ ἐστι
7339088 ἱεμενω
αἶψ ' ὑπακοῦσαι : ἀλλ ' Ὀδυσεὺς κατέρυκε καὶ ἔσχεθεν ἱεμένω περ . ἔνθ ' ἄλλοι μὲν πάντες ἀκὴν ἔσαν
ὅμουροι . ὤλακα γὰρ τὴν αὔλακα Δωρικῶς : καὶ Ὅμηρος ἱεμένω κατὰ ὦλκα . ἀρήιοι : ἤτοι οἱ κατὰ φύσιν
7330694 ἀδευκεα
γὰρ τὸ ἐνὶ δεύκει , ἡδύ , ἡδέως . ἰδίως ἀδευκέα λέγει τὸν ἡδύν . ἢ μᾶλλον τὸν παλαιὸν ὡς
Μοῖραι τάδ ' ἐπεκλώσαντο βαρεῖαι . Καὶ τότε δὴ προφυγόντες ἀδευκέα πήματ ' ὀλέθρου , Ῥηβανοῦ προχοαῖσι μέλαιν ' ἐξικόμεθ
7320781 πολεμιζει
δηίοισι περὶ στέρνοισι δαΐξαι , ἰοῖσίν γ ' ἀπάνευθεν ἐπεσσύμενος πολεμίζει : εἰ γάρ σευ κατέναντα τότ ' ἤλυθεν ὅς
ἐστίν : ἴση μοῖρα μένοντι , καὶ εἰ μάλα τις πολεμίζει . ταῦτά γε . τοῦτο πρὸς ἀντιδιαστολὴν τῶν ῥαπισθέντων
7303532 πρυμνηθεν
καθάπερ ὑμεῖς ἄνω καὶ κάτω τῆς πόλεως ἰοῦσαι . θ πρύμνηθεν ] ἀπὸ τῆς πρύμνης . θ εὗρε ] ἐπέτυχε
τευχήρεις , ποτὶ δὲ ζυγὸν ἷζον ἕκαστος . Τῖφυς δὲ πρύμνηθεν ἐπήπυεν ἠδ ' ἐκέλευε κλίμακα νηὸς ἔσω ἐρύσαι ,
7300185 ἀφυσγετος
τῆς ἀνέμου πνοῆς ἐκ παντὸς εἴδους ἀναδιδόμενος ῥύπος ἀκαθαρσίας . ἀφυσγετός : συρφετὸς , ῥῦπος , καὶ ἰλύς . ἐξ
ἀφυλίσαι ' . . . . ἀφυσγετόν : τὸ ἰλυῶδες ἀφυσγετός ' . . . . ἀφύη : ἰχθύδιον μικρόν
7292080 σελαγοιντ
Νίκαρχον . Γ σελαγοῖντ ' ] ἀντὶ τοῦ καίοιντο . σελαγοῖντ ' ] καιόμεναι λάμποιεν . ἐκπληττόμενος ὁ Δικαιόπολις ἐν
ἅψηται , φησί , μόνον , εὐθὺς καίονται . Γ σελαγοῖντ ' ἄν : αἱ ναῦς δηλονότι . ταῦτα δὲ
7290979 νεατας
σπερχόμενον , μολίβῳ τε καταρρεπὲς ἠδὲ σιδήρῳ , σεύεται ἐς νεάτας ῥίζας ἁλός , ἔνθ ' ἀμενηναῖς πηλαμύσι προὔτυψεν ἐν
δὲ μέσας πότι νεάταν δι ' ὀξειᾶν , ἀπὸ δὲ νεάτας ἐς τρίταν συλλαβά , ἀπὸ δὲ τρίτας ἐς ὑπάταν
7272394 Ταχ
γέ ἐστι μᾶλλον [ ἢ ] τῆς ἡδονῆς συγγενῆ ; Τάχ ' ἄν . Πέμπτας τοίνυν , ἃς ἡδονὰς ἔθεμεν
ἴσως ἡμέτερον ἂν νομοθετεῖν ἔνιά γ ' αὐτῶν εἴη . Τάχ ' ἂν τὸν ἀριθμόν . Τὸν ἀριθμὸν δὴ λέγωμεν
7268991 Λιλυβαιου
στρατιώτας καὶ τοὺς παρὰ τῶν ἄλλων συμμάχων ἀνέζευξεν ἀπὸ τοῦ Λιλυβαίου τὴν πορείαν ποιούμενος ἐπὶ Σελινοῦντος . ὡς δ '
δὲ οὖν Ἄννων ἀναζεύξας μετὰ πάσης τῆς δυνάμεως ἐκ τοῦ Λιλυβαίου παρῆλθεν εἰς τὴν Ἡράκλειαν , καθ ' ὃν καιρὸν
7267939 ἐφεσταοτες
λήθοντο μάχης μάλα περ δεδιῶτες , ἀλλὰ καὶ ὧς πύργοισιν ἐφεσταότες πονέοντο νωλεμέως : ἰοὶ δὲ πολυκμήτων ἀπὸ χειρῶν θρῷσκον
ῥ ' ἄλοχοί τε φίλαι καὶ νήπια τέκνα ῥύατ ' ἐφεσταότες , μετὰ δ ' ἀνέρες οὓς ἔχε γῆρας :
7266419 ἀγρωσσονται
: τοιούτοις , σθεναροῖς δηλονότι . βραχίοσι : δυνάμεσιν . ἀγρώσσονται : ἀγρεύονται . Ἄλλους : τῶν ἀνθιέων . βρώμῃσι
, φόβον δ ' ὀρφναῖον ἔχουσιν : ὄρφνῃ δ ' ἀγρώσσονται , ἀτυζόμεναι κατὰ βένθος . δίκτυα γὰρ μάλα κοῦφα
7258895 Λοιπος
καὶ εὐδιάλυτα προτείνει , καὶ στρεφόμενα καὶ ἐναντία λέγει . Λοιπὸς δὲ ἡμῖν ἐστι λόγος , τοῦ λανθάνειν ἡ τέχνη
γε κἂν τὰς παλλακὰς ἀκριβῶς τὰς καλλίστας ἐκλέγεσθαι λέγονται . Λοιπὸς ἡμῖν ὁ πέμπτος , καί μοι δοκῶ οὐκ ἄλλον
7258707 παλιωξιν
ὑποστρέψωσι , παλίωξις δὲ γένηται : ἡ διπλῆ πρὸς τὴν παλίωξιν , ὅτι ἐστὶ πάλιν δίωξις , ὅταν μεταβαλλόμενοι διώκωσιν
καιομένης σέλας ὀφθαλμοῖσιν ἰδέθαι . ἐκ γὰρ δὴ τοῦ μέλλε παλίωξιν παρὰ νηῶν θησέμεναι Τρώων , Δαναοῖσι δὲ κῦδος ὀρέξειν
7253162 ἐρεικομενος
ὅπερ εὐχερῶς σχίζεται , καὶ ἔρειξις ἡ ἐσχισμένη γῆ . ἐρεικόμενος : διασχιζόμενος , ἐξ οὗ καὶ ἐρειγμὸς δίκην κεκοσμημένος
χροὸς ἤρκει ὄλεθρον : δὴ τότε γ ' αὖον ἄϋσεν ἐρεικόμενος περὶ δουρί . δούπησεν δὲ πεσών , δόρυ δ
7252930 Ἡττον
καὶ πᾶσαν μηχανὴν φορμάνων , ὡς οὐκ ὠφελήσουσαν ἀποστρέφεται . Ἧττον δ ' εἰς κακίαν μετὰ τὸν ἐλέφαντα , λέπρα
μᾶλλον ἂν ἀλλοιωθείη καὶ ψυχρότητος καὶ ὠμοχυμίας ὑποδείξειεν οὖρα . Ἧττον δ ' αὖ ὅσα πεπλεονέκτηκεν ἐκείνων τὴν φυσικὴν θερμότητα
7252527 γαιω
ω , ἀγριώτης . Ἀγαυός . Ἡρωδιανὸς λέγει παρὰ τὸ γαίω τὸ γαυρίω ἀγαιὸς εἶναι , καὶ τροπῇ τοῦ ι
αἰγιαλός : παρὰ τὸ τὴν ἁλός . ἢ ἀπὸ τοῦ γαίω , τὸ γαυριῶ . ἢ ἀπὸ τοῦ δίκην αἰγὸς
7251677 σπιλαδεσσιν
. Πετραίην δὲ σκίαιναν ἐπὴν φόβος ἦτορ ἵκηται , ἐσσυμένως σπιλάδεσσιν ἐπέσσυτο καί τινα κοίλην χειὴν εἰσεπέρησε περίδρομον ἠὲ χαράδρην
σκολιή τε καὶ ἄσχετος , ἧχι θάλασσα συρομένη μακρῇσι περιβρέμεται σπιλάδεσσιν , Ἀονίῳ τμηθεῖσα πολυγλώχινι σιδήρῳ . πρὸς δὲ νότον
7240868 πρηωνος
τὸ ἀκρωτήριον . τὸ δὲ ἑξῆς : ἔνθα Λαμπέτης Ἱππωνίου πρηῶνος κέρας σκληρὸν εἰς Τηθὺν νένευκεν ἤγουν εἰς τὴν θάλασσαν
ἔχων μέρος τοῦ τείχους αὐτῆς : τὰ γοῦν ὄπισθεν τοῦ πρηῶνος κτήματα ἔτι νυνὶ λέγεται ἐν τῇ Ὀπισθολεπρίᾳ : Τραχεῖα
7236329 τυψιν
ὁρμᾷ , ἤτοι φεύγει καὶ ἐκκλίνει τὴν τυπὴν καὶ τὴν τύψιν τῆς τεφρώδους ἐχίδνης . * περκνός : μέλας καὶ
χέας τρύγα φυρήσασθαι ἢ ὄξευς , νεαλεῖ δὲ πάτῳ περὶ τύψιν ἑλίξαις . Ὄφρα δὲ καὶ πάσῃσιν ἀλεξητήριον ἄταις τευξάμενος
7231833 αὐτοδιον
γοῦν τοῦ Ὀδυσσέως εἶπε πρὸ τῆς παρὰ Φαίαξι θοίνης : αὐτόδιον δ ' ἄρα μιν ταμίη λούσασθαι ἄνωγεν . ἐπὶ
ἴωμεν αὐτόθεν ἀπέλθωμεν ἐξ αὐτῆς . οὕτως ἔχει καὶ τὸ αὐτόδιον δ ' ἄρα μιν , ἀντὶ τοῦ ἐξ αὐτῆς
7227712 λοχοισιν
γούνασιν εὐφόρτοισι καὶ ἔγκασι κουφοτέροισι . Κερδὼ δ ' οὔτε λόχοισιν ἁλώσιμος οὔτε βρόχοισιν οὔτε λίνοις : δεινὴ γὰρ ἐπιφροσύνῃσι
: τοὶ δ ' αὖτε κατὰ στίχας : οἱ δὲ λόχοισιν εἴκελοι ἢ δεκάδεσσιν : ὁ δ ' ἔρχεται οἶος
7220805 ἀβλεμεως
ἀλλ ' ὅτε τις μοίρης τριτάτης πρὸς μέτρον ἐλαύνοι πίνων ἀβλεμέως , τότε δ ' Ὕβριος αἶσα καὶ Ἄτης γίνεται
ἀμελέως καὶ ἐν ὑπερθέσει ἀλεμέως καὶ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ β ἀβλεμέως . οὕτως Ὠρίων . . . . , .
7220142 ἰϲχιου
ἀλλὰ τοὺϲ δακτύλουϲ ἐρείϲαντα κατὰ τοῦ ὤμου ἢ κατὰ τοῦ ἰϲχίου τοῦ ἐμβρύου πάλιν τὸ προβεβλημένον εἰϲάγειν εἰϲ τὸν προϲήκοντα
πολλοῖϲι γοῦν ἀπάτη πόνου , ὡϲ ἀπὸ πλευρίτιδοϲ : βάροϲ ἰϲχίου : κατὰ ῥάχιν δυϲκαμ - πέεϲ , ξυννεῦϲαι χαλεπῶϲ
7220012 τυπῃσιν
ναῦται . θοῶς : ταχέως . βουπλῆγος : πελέκυος . τυπῇσιν : τύψεσι , ταῖς πληγαῖς . Γενύων : ἐξ
ὀδυνηράν δεινήν , χαλεπήν * θήρ : ἡ διψάς * τυπῇσιν : τρώσεσι πλήξεσι * ἀμυδροτέρῃσιν : θανατοποιοῖς θανασίμοις ,
7206266 περνας
ὠφελῶνται οἱ κάμνοντες . καί μιν καλύπτει : μῶν χαραδριὸν περνάς ; ὥς φησιν Ἱππῶναξ . λέγεις οἷον κτλ .
. ἀλλ ' εἲς πονηρός , Κότταλε , ὤστε καὶ περνάς οὐδείς ς ' ἐπαινέσειεν , οὐδ ' ὄκου χώρης
7202672 διεκπλωσαντες
. καὶ ἔνθεν αὖ ἐν στόματι ἄλλου ποταμοῦ ὁρμίζονται , διεκπλώσαντες σταδίους ἐς ὀκτακοσίους : Σιτακὸς ὄνομα τῷ ποταμῷ ἦν
πρώτην φυλακὴν ἄραντες καταίρουσιν ἐς Κύιζα , ἐς ὀκτακοσίους σταδίους διεκπλώσαντες , ἵνα αἰγιαλός τε ἔρημος ἦν καὶ ῥαχίη .
7200281 τροχω
Καὶ σκόπει ὅπως ὑψώσῃς . . μέλπω μολπάζω ὡς τρέχω τρόχω τροχάζω . . εἰς νέωτα . . . ὁ
Καὶ σκόπει ὅπως ὑψώσῃς . . μέλπω μολπάζω ὡς τρέχω τρόχω τροχάζω . . εἰς νέωτα . . . ὁ
7192605 ξεινην
δὲ ἀνὴρ ἀστός , καὶ ὁ πρῶτος αὐτῶν , γυναῖκα ξείνην ἢ παλλακὴν ἔχῃ , ἄτιμα τὰ τέκνα γίνεται .
πελάγη , δολιχοῖσί τ ' ἐπέδραμον αἰγιαλοῖσιν , αἰὲν ἀμειβόμεναι ξείνην ὁδὸν ἠΰτ ' ἀλῆται . Ἀνθιέων δὲ μάλιστα νομαὶ
7188747 δηϊου
καὶ δ ' αὖθ ' ἡ κυνάμυια ἄγει βροτολοιγὸν Ἄρηα δηΐου ἐκ πολέμοιο κατὰ κλόνον : ἀλλὰ μέτελθε . Ὣς
καὶ δ ' αὐτὸς ὃν θυμὸν ὀνήσεται αἴ κε φύγῃσι δηΐου ἐκ πολέμοιο καὶ αἰνῆς δηϊοτῆτος . Ὣς ἔφαθ '
7187500 ἐλατῃσιν
ῥ ' οἳ μὲν πευκῇσιν ἀμύνονθ ' οἳ δ ' ἐλάτῃσιν : ἐν δ ' ἔπεσαν Μινύαισι κατὰ σκοτόεσσαν ὁμίχλην
δ ' ἐπ ' ἐρετμὰ ἑζόμενοι λεύκαινον ὕδωρ ξεστῇς ' ἐλάτῃσιν . αὐτὰρ ἐγὼ κηροῖο μέγαν τροχὸν ὀξέϊ χαλκῷ τυτθὰ
7185201 ἐρετμων
ἔην δολιχὸς πλόος , οὐδὲ γαλήνης δηρὸν ἐρεσσομένων ἠκούετο δοῦπος ἐρετμῶν , καὶ χθονὸς εὐκόλποισιν ἐπ ' ἠιόνεσσι βαλόντες πείσματα
ἤτοι πρῶτον μὲν ἐπασσυτέραις βολίδεσσι κοντῶν τε ῥιπῇσι καὶ αἰκίῃσιν ἐρετμῶν εἱλεῦσιν νεπόδων δειλὰς στίχας εἰς ἕνα χῶρον κοιλοφυῆ ,
7181829 κλιναν
ῥόθος , ἀλλὰ καὶ Ἰνδὸν θῆρα κελαινόρινον ὑπέρβιον ἄχθος ἀνάγκῃ κλῖναν ἐπιβρίσαντες , ὑπὸ ζεύγλῃσι δ ' ἔθηκαν οὐρήων ταλαεργὸν
δαμάσαντες Ἀχαιούς . * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι τὸ κλῖναν ] ἀντὶ τοῦ κλιθῆναι ἠνάγκασαν . . . Ε
7181274 χερϲι
β , μίγνυε τὸν ϲάπωνα τοῖϲ λοιποῖϲ προλειωθεῖϲιν ἐπιτρίβων ταῖϲ χερϲὶ καὶ χρῶ . Περὶ πιτυριάϲεωϲ . πιτύροιϲ ὅμοια ἀπὸ
ὑπηρέτῃ κατέχειν εὐφυῶϲ τὴν ἀρχὴν τοῦ λίνου , ἀμφοτέραιϲ ταῖϲ χερϲὶ κατέχοντεϲ τὴν τρίχα διακινοῦμεν ἄνω τε καὶ κάτω ,
7177694 ἀπλατοις
κῆτος ἄγουσι : πλῆσεν δ ' ᾐόνα πᾶσαν ὑπ ' ἀπλάτοις μελέεσσι κεκλιμένοις , τέταται δὲ νέκυς ῥίγιστος ἰδέσθαι .
διαπλέξαις ' , Ἀθάνα . Τὸν παρθενίοις ὑπό τ ' ἀπλάτοις ὀφίων κεφαλαῖς Ἄϊε λειβόμενον Σχάσον ] Στῆσον . Προχεόντων
7169247 βουλευσησθε
, μὴ παρὰ τὸ τῶν συμβουλευόντων οὐκ ἐθέλειν ἀκούειν χεῖρον βουλεύσησθε . πρῶτον μὲν γὰρ ἡ τύχη , καλῶς ποιοῦσα
καὶ τοὺς στρατιώτας τοὺς ὑμετέρους πάλιν ἀνέστρεψαν ἐξεληλυθότας , ἵνα βουλεύσησθε περὶ τῆς εἰρήνης , ἐνταῦθ ' ἤδη παντάπασιν ἔκφρων
7166737 λαπτω
, καὶ τὸ ερι , καὶ τὸ ζα . τὰ λάπτω οὖν δηλοῖ τὸ λίαν ἅπτεσθαι . λάπτοντες , οἷον
, τινὰς γὰρ ἡμέρας τοῦ μηνὸς ἱερὰς εἶχον Ἕλληνες . λάπτω . τὸ ἀναρροφῶ : κυρίως ἐπὶ κυνός . τὸ
7165394 πυριγενεταν
. πηδαλίων ] τροπικόν . στόμα ] τῶν ἵππων . πυριγενετᾶν χαλινῶν : τῶν ὑπὸ τοῦ πυρὸς χαλκευθέντων : λέγω
διὰ τοὺς θεούς . εὑρήσεις δὲ καὶ προϊὼν διὰ στόμα πυριγενετᾶν χαλινῶν . οἱ πολλοὶ δὲ ἀγνοοῦντες ἀντὶ τῆς εἰς
7164268 Ἀσπληδων
Ἀπολλόδωρος . : Σπληδόνα τ ' ἠγαθέην . τὸ δὲ Ἀσπληδών πλεονασμῷ ποιητικῷ τοῦ α : ἔστι δὲ πόλις Φωκίδος
ἣν δὴ Πελασγικὸν Ἄργος εἶπεν Ὅμηρος . . . : Ἀσπληδών : φασὶ γὰρ εἶναι Σπληδόνα τὸν Πρεσβῶνος καὶ Στερόπης
7159787 ἀρνω
: καὶ αἰνύμενος καὶ ἀπαινύμενος . παρὰ τὸ αἰρῶ † ἀρνῶ , ὡς περῶ περνῶ , ἀφ ' οὗ :
: λύγη γὰρ ἡ σκοτία : ἀναίνετο , παρὰ τὸ ἀρνῶ ἀρνοῦμαι : ἢ παρὰ τὸ ναὶ ἐπίρρημα , ναίω
7158013 καινεται
ἐδνοπάλιζεν . ἀνδρὸς ] πολεμίου . ἀνὴρ ] πολίτης . καίνεται ] κόπτεται . καίνεται ] φονεύεται . Ξ καίνεται
καίνεται ] φονεύεται . Ξ καίνεται ] σφάζεται . θ καίνεται ] σφάττεται . βλαχαὶ δ ' αἱματόεσσαι : ἐπὶ
7157250 σπερχομενος
τοῦ χαυνόσομφον . σπερχνόμενος : οἱ δὲ χωρὶς τοῦ ν σπερχόμενος . ἔστι δὲ ἐπειγόμενος . | συριγγῶδες : κατατετρημένον
ἀλλ ' ἄρα οἱ κενεὸς τέταται πόνος : ἔνθεν ἔπειτα σπερχόμενος φλογέῃσιν ἐποχθίζων ὀδύνῃσι δύεται ἐν κόλποισιν ὑποβρυχίοισι θαλάσσης :
7151564 Ἑνος
: χωρὶς γὰρ θεωρίας ἐπιστημονικῆς οὐδὲν τῶν πραττομένων καλόν . Ἑνὸς ἔτι μνησθεὶς ἀνδρός , στοχαζόμενος τοῦ μὴ μακρηγορεῖν ,
παιδὸς ἡταιρηκότος : τετριμμένης γάρ φησιν ἐπιθυμεῖν . Ἰδού . Ἑνὸς μέν , ὦνδρες , ἀπολελύσθαι μοι δοκῶ : οὐδεὶς
7150602 ἑλκ
αἰχμή . καὶ τό γε χειρὶ λαβὼν εὐρὺ κρείων Ἀγαμέμνων ἕλκ ' ἐπὶ οἷ μεμαὼς ὥς τε λίς , ἐκ
ὃν ἐνεβάλλοντο , καθά φασιν οἱ γλωσσογράφοι . Δίφιλος Συνωρίδι ἕλκ ' ἐς μέσον τὸν φιμὸν , ὡς ἂν ἐμβάλῃ
7149202 τυφωδης
ἐλαιώδη καὶ νοτώδη προσαγορεύουσιν , ἱδρῶτας ἐπιφέρων δυσώδεις . ἢ τυφώδης ἐστὶ πυρετὸς ὁ μετὰ νωθρείας γιγνόμενος καὶ μετ '
ὁ θεράπων ὁ τοῦ Ἀττικοῦ , ὑπὸ τεταρταίου ἁλισκόμενος , τυφώδης , ἱδρύθη . Ἕτερος τὴν αὐτὴν ὥρην ἀληθεῖ τυφωμανίῃ
7149187 ἀπαρασκευαστος
ἔχων ἀπαράσκευος ἂν λέγοιτο , ὁ δὲ δι ' ἑτέρου ἀπαρασκεύαστος . . . . . ὁ μὲν γὰρ ἄρχων
ἀνέχων ἀπαράσκευος ἂν λέγοιτο : ὁ δὲ δι ' ἑτέρου ἀπαρασκεύαστος . ὁ μὲν γὰρ ἀρχιερεὺς ὁ μονομάχους δοῦναι θέλων
7148762 λαμπτηρ
καινῷ λυχνούχῳ , πάντα τῆς ἐξωμίδος . ἐκαλεῖτο δὲ καὶ λαμπτὴρ ὁ λυχνοῦχος : ἐν γοῦν τῷ δευτέρῳ τῶν Φιλίστου
νεωτέρου ἐόντος : ἡ δὲ γαστὴρ δίϋδρος καὶ μεγάλη ὥσπερ λαμπτὴρ , καὶ τοῦ χρόνου προϊόντος τὰ σιτία οὐ προσίεται
7147899 αἰθεσθαι
πέτευρον διὰ τὸ αἴτιον εἶναι αἰθάλης . ἢ ἀπὸ τοῦ αἰθεσθαι λίαν οὕτως αὐτὸ ἔφη . ἕως κατὰ γνώμην ὁ
πέτευρον διὰ τὸ αἴτιον εἶναι αἰθάλης . ἢ ἀπὸ τοῦ αἰθεσθαι λίαν οὕτως αὐτὸ ἔφη . ἕως κατὰ γνώμην ὁ
7147254 τιθεντο
καὶ τείχεος ἷζον ἰόντες : ἔνθα δὲ πῦρ κήαντο , τίθεντο δὲ δόρπα ἕκαστος . Ἀτρεΐδης δὲ γέροντας ἀολλέας ἦγεν
πάμπρωτον ἁλὸς βένθοσδε ἔρυσσαν , ἐν δ ' ἱστόν τε τίθεντο καὶ ἱστία νηῒ μελαίνῃ , ἠρτύναντο δ ' ἐρετμὰ
7146127 χρεμετιζον
λόγοι αὐτῶν ἕτεροι , ζῷον λογικὸν θνητόν , ζῷον ἄλογον χρεμετίζον . καὶ ὅσα ἐν τῇ αὐτῇ οὐσίᾳ ὄντα ἔχει
λόγοι αὐτῶν ἕτεροι , ζῷον λογικὸν θνητόν , ζῷον ἄλογον χρεμετίζον . καὶ ὅσα ἐν τῇ αὐτῇ οὐσίᾳ ὄντα ἔχει
7146125 ΕΠΗ
ἄρα ἡ διπλασίων τῆς διαμέτρου τῆς σφαίρας πρὸς τὴν τοῦ ΕΠΗ κύκλου διάμετρον μείζονα λόγον ἔχει ἤπερ ἡ ΒΔ περιφέρεια
, ὡς ἄρα τὸ ἀπὸ τῆς ΝΠ πρὸς τὸ ὑπὸ ΕΠΗ , οὕτως τὸ ἀπὸ ΞΡ πρὸς τὸ ὑπὸ ΕΡΗ
7145997 πυκινῃσι
αἰόλα γυῖα : ποικίλα μέλη . Δινεύων : συστρέφων . πυκινῇσι : πυκναῖς , πυκνοῖς κυλινδόμενος : κινούμενος , κυλιόμενος
Κοπιώδεες , λυγγώδεες , κάτοχοι , κακοί . Ἐκ νώτου πυκινῇσι καὶ λεπτῇσι φρίκῃσιν ἐφιδροῦντες , δύσφοροι : οὔρου ἀπόληψιν
7125909 ἀντιβολουσαι
εἰς ἀνάβραστ ' ἠρτυμέναι περὶ τὸ στόμ ' ἐπέτοντ ' ἀντιβολοῦσαι καταπιεῖν , ὑπὸ μυρρίναισι κἀνεμώναις κεχυμέναι . τὰ δὲ
' οὐ πρόρριζον ἐπιχειρήσουσιν ἀνελεῖν : ἔπειτα ὑπὲρ ἡμῶν αὐτῶν ἀντιβολοῦσαι καὶ τῶν δυστήνων παιδίων τούτων , ἵνα μὴ πέσωμεν
7123362 ῥεποντος
, ὥσπερ ὀπισθότονος ῥηθείη ἄν , εἰς τοὔπισθεν τοῦ σπασμοῦ ῥέποντος . πληγαὶ δὲ τούτων κατὰ τοῦ νωτιαίου τὰ αἴτια
, εἰς κεφαλὴν μὲν τοῦ λυποῦντος χυμοῦ τυγχάνοντος καὶ ἔξω ῥέποντος , αἱ κατ ' αὐτὴν γίνονται παρωτίδες , ὥσπερ
7118961 κλωνος
γράφει τὴν παραλήγουσαν τῆς γενικῆς : οἷον , κλὼν , κλωνός : πρὼν , πρωνός : Χὼν , Χωνὸς ,
καὶ φυλάττουσι τὸ ω ἐπὶ τῆς γενικῆς , οἷον κλών κλωνός , πρών πρωνός , ἐξ οὗ καὶ Π πρώονες
7118958 ἀναιδειην
πρὸς ἀπληστίην , πρὸς ἐπιθυμίην , πρὸς ἀφαίρεσιν , πρὸς ἀναιδείην . Αὕτη γὰρ ἡ γνῶσις τῶν προσιόντων καὶ χρῆσις
καὶ ἀγήνορες , οὐδέ κεν ἄν τι ἀντόμενοι τρέσσειαν , ἀναιδείην ἀχάλινον αἰεὶ κυμαίνουσαν ἐπὶ φρεσὶ λύσσαν ἔχοντες : πολλάκι
7114853 Συνηγορια
. Ἀποστασίου πρὸς Ἀρχέστρατον : πολλὰ καὶ ἀγαθὰ γένοιτο . Συνηγορία Ἡγελόχῳ ὑπὲρ ἐπικλήρου : ὥσπερ καὶ ἡμῶν ἕκαστος .
πρὸς Εὐβουλίδην ἐφέσει . . . , . , . Συνηγορία Ἡγελόχῳ ὑπὲρ ἐπικλήρου : ὥσπερ καὶ ἡμῶν ἕκαστος .
7111947 ἀφανιζομενον
σπερμάτων γε οὐθὲν προσδεόμενον . καὶ εἰ ἐφθείρετο δὲ τὸ ἀφανιζόμενον εἰς τὸ μὴ ὄν , πάντα ἂν ἀπωλώλει τὰ
σπερμάτων γε οὐθὲν προσδεόμενον . καὶ εἰ ἐφθείρετο δὲ τὸ ἀφανιζόμενον εἰς τὸ μὴ ὄν , πάντα ἂν ἀπωλώλει τὰ
7110075 ἐκελσαμεν
ὀλοὴ τέταται δειλοῖσι βροτοῖσι . νῆα μὲν ἔνθ ' ἐλθόντες ἐκέλσαμεν , ἐκ δὲ τὰ μῆλα εἱλόμεθ ' : αὐτοὶ
εἰσι καὶ ἀντολαὶ Ἠελίοιο , νῆα μὲν ἔνθ ' ἐλθόντες ἐκέλσαμεν ἐν ψαμάθοισιν , ἐκ δὲ καὶ αὐτοὶ βῆμεν ἐπὶ
7109747 ῥιψω
νηπίῳ τίτθη κλαίοντι “ σῖγα . μή σε τῷ λύκῳ ῥίψω . ” λύκος δ ' ἀκούσας τήν τε γραῦν
οὐ πολύ σε ὀνήσει ἡ ἀθανασία , ἐπεὶ ἀράμενός σε ῥίψω ἐπὶ κεφαλὴν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ , ὥστε μηδὲ τὸν
7109058 θηρητηρος
ἐπὶ δουρὸς ἐρωή , αἰετοῦ οἴματ ' ἔχων μέλανος τοῦ θηρητῆρος , ὅς θ ' ἅμα κάρτιστός τε καὶ ὤκιστος
πορεύονται , ἔρχονται . Βιαζόμενοι : σύροντες , βιάζοντες . θηρητῆρος : ἁλιέως , ἀγρευτῆρος . ἀνύσωσιν : φθάσωσι ,
7100323 ὀναιτ
⋮ εἶ σὺ δεκτέα ] στρατῶι . καὶ κάρτ ' ὄναιτ ' ἄν , ⋮ εἰ δέχοιτό ] μ '
. ἀπόλοιο τοίνυν ἕνεκ ' ἀναιδείας ἔτι . ἁλσὶν διασμηχθεὶς ὄναιτ ' ἂν οὑτοσί . οἴμ ' ὡς καταγελᾷς .
7099247 θυματ
φροιμιάζηι νεοχμόν ; ἐξαύδα σαφῶς . οὐ καθαρά μοι τὰ θύματ ' ἠγρεύσασθ ' , ἄναξ . τί τοὐκδιδάξαν τοῦτό
, εἴπερ ἱκανὸν ἕξετ ' ὄψον . Τὰ γὰρ παρόντα θύματ ' οὐδὲν ἄλλο πλὴν γένειόν τ ' ἐστὶ καὶ
7098016 μακρῃσιν
ἀψορρόου Ὠκεανοῖο πρεσβυτάτη : νόσφιν δὲ θεῶν κλυτὰ δώματα ναίει μακρῇσιν πέτρῃσι κατηρεφέ ' : ἀμφὶ δὲ πάντῃ κίοσιν ἀργυρέοισι
δὲ στήσας , ἀραρὼν θαμέσι σταμίνεσσι , ποίει : ἀτὰρ μακρῇσιν ἐπηγκενίδεσσι τελεύτα . ἐν δ ' ἱστὸν ποίει καὶ
7093497 ξηραινω
καθαυανεῖ ξηρανεῖ ἢ ἀντὶ τοῦ λαμπρυνεῖ . αὔω γὰρ τὸ ξηραίνω ψιλοῦται , αὕω δὲ τὸ λάμπω δασύνεται , ὅθεν
, κυλίω . ἐξυπνίζομαι , ἐξυπνίζω , , ξηραίνομαι , ξηραίνω , ἐθίζομαι , ἐθίζω , ἡμεροῦμαι , ἡμερῶ ,
7091761 ἰχθυβολοι
ἀμήσαιτο . τὰς δ ' ὁπότε φράσσωνται ἐπί σφισι πεπτηυίας ἰχθυβόλοι , κοίλῃσι περιπτύσσουσι σαγήναις ἀσπασίως , πολλὴν δὲ ποτὶ
μάλ ' ἱεμένην νεάτης ἁλός : οἱ δ ' ἐσιδόντες ἰχθυβόλοι μάλα ῥεῖα καὶ ἀσπασίως ἐδάμασσαν . Δελφίνων δ '
7086796 γυον
τῆς χειρὸς , παρὰ τὸ γύω , ἀφ ' οὗ γύον καὶ γύϊον . τὸ δὲ γύω , παράγωγον τοῦ
, ἀφ ' οὗ γῆ , ἡ πάντα λαμβάνουσα . γύον οὖν καὶ πλεονασμῷ τοῦ αλ γύαλον . . .
7085401 δοξαζοι
ψυχῇ καὶ ἄνευ φωνῆς λέγομεν . εἰ γάρ τις ἀληθῶς δοξάζοι τὸ καθῆσθαί τινα , ἀναστάντος αὐτοῦ ψευδῶς ὁ αὐτὸς
ἄφθαρτον ἄρα καὶ ἀνώλεθρον τὸ πᾶν . εἰ δὲ καὶ δοξάζοι τις αὐτὸ φθείρεσθαι , ἤτοι ὑπό τινος τῶν ἔξω
7084007 ἀθροιζω
ἀθρῶ . ἢ ἀπὸ τοῦ ἀθρῶ . . . . ἀθροίζω : ἐκ τοῦ θροῦς ἢ θρόος , ὃ ,
θρόος , ὃ , συναίρεσιν καὶ μετὰ τοῦ ἐπιτατικοῦ α ἀθροίζω . . . . ἄθηλον : τὸ μὴ τεθηλακός
7081988 Φιδηναιοι
εἰσάγεσθαι τοῖς ἔνδον μήτε ὅπλα μήτε ἄλλην βοήθειαν μηδεμίαν . Φιδηναῖοι μὲν δὴ τειχήρεις ἐγένοντο καὶ πρὸς τὰς Λατίνων ἐπρεσβεύοντο
ἀγῶνος γενομένου καὶ πολλῶν πεσόντων ἀφ ' ἑκατέρων ἡσσηθέντες οἱ Φιδηναῖοι τρέπονται πρὸς φυγήν , ὁ δ ' ἐκ ποδὸς
7081769 εὐχαλκου
ἄνω τὸ στόμα ἔχοντος . ' πήδησεν ] ἐξῆλθεν . εὐχάλκου ] τοῦ καλῶς κεχαλκευμένου . εὐχάλκου ] + ἄριστον
' Ἠϊονῆα βάλ ' ἔγχεϊ ὀξυόεντι αὐχέν ' ὑπὸ στεφάνης εὐχάλκου , λύντο δὲ γυῖα . Γλαῦκος δ ' Ἱππολόχοιο
7078375 ἱππασιης
καὶ φυμάτων , γίνονται δὲ καὶ ὑπὸ ἐρεσίης , καὶ ἱππασίης , ὅταν ἀθροισθῇ ἐν τῷ γλουτῷ αἷμα πλησίον τῆς
, ἢ ὑπὸ πτώματος , ἢ ὑπὸ τρώματος , ἢ ἱππασίης , ἢ ἐρεσίης , ἢ ὅσα τοιουτότροπά ἐστι :
7077971 ἀμφιεποντες
ἔμμεναι ἡρώεσσιν : ἵππους δ ' Αὐτομέδων τε καὶ Ἄλκιμος ἀμφιέποντες ζεύγνυον : ἀμφὶ δὲ καλὰ λέπαδν ' ἕσαν ,
σὴν πατρίδα γαῖαν ἵκοιο . εἰνάετες γάρ σφιν κακὰ ῥάπτομεν ἀμφιέποντες παντοίοισι δόλοισι , μόγις δ ' ἐτέλεσσε Κρονίων .
7077563 Πολ
τὰς συμμορίας , δεδήλωκεν ὁ Ὑπ . ἐν τῷ κατὰ Πολ . πολλάκις . ϲυμμορῖται δέ εἰσιν οἱ τῆς αὐτῆς
περὶ δὲ τούτων σαφέστατα δεδήλωκεν Ὑπ . ἐν τῷ κατὰ Πολ . περὶ διαγράμματος . διαγραφεὺϲ μέντοι ἐστὶν ὁ καθήμενος
7073631 πτολεμου
ὧς ἀμέλησαν ἀποκταμένων ἐνὶ χάρμῃ , ἀλλά σφεας τάρχυσαν ἀπὸ πτολέμου ἐρύσαντες : οὐ γὰρ δὴ κείνους νέφος ἄμπεχεν ,
δὲ πρόπαν ἦμαρ ἐμαρνάμεθ ' : οὐδέ κε πάμπαν παυσάμεθα πτολέμου , εἰ μὴ Ζεὺς λαίλαπι παῦσεν . αὐτὰρ ἐπεί
7073457 ῥεγκουσιν
πανδοκεῖον καὶ τὸ ῥέγχουσι ῥέγκουσι καὶ ἕτερα ἄττα βραχέα . ῥέγκουσιν ] ἀττικόν : ἔστι δὲ ποιὰ φωνή : λέγεται
' ἀλεκτρυόνος ἤκους ' ἐγώ . οἱ δ ' οἰκέται ῥέγκουσιν . ἀλλ ' οὐκ ἂν πρὸ τοῦ . ἀπόλοιο
7069939 ἀγασαντο
γάρ ἐστι τῆς κλίνης . . . . οἱ νῶϊν ἀγάσαντο . * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι τὸ ἀγάσαντο
εἴκελον ἄνθος . ἔξοχα δ ' αὖ τάδε φῦλα φίλην ἀγάσαντο γενέθλην εὔγληνοι λύγγες τε πυρίγληνοί τε λέοντες πορδάλιές τ
7064035 Δουλιχιου
θ ' ἱεράων : ἡ διπλῆ ὅτι οὐχ ὡς κεχωρισμένου Δουλιχίου τῶν Ἐχινάδων οὕτως εἴρηκεν , ἀλλ ' ἀντὶ τοῦ
φαίδιμος υἱός , Ἀρητιάδαο ἄνακτος , ὅς ῥ ' ἐκ Δουλιχίου πολυπύρου ποιήεντος ἡγεῖτο μνηστῆρσι , μάλιστα δὲ Πηνελοπείῃ ἥνδανε
7063721 πεφυασιν
, φαιδρὸς ἰδέσθαι : καὶ κεράων ὀρθαὶ μὲν ἀπὸ κρατὸς πεφύασιν ἀκρέμονες προτενεῖς , ὑψοῦ δ ' αὖθις ποτὶ νῶτον
κείνοισιν δὲ διπλοῖς ἐλεφαντείοις κεράεσσι ῥίζαι μὲν πρώτιστον ἀπὸ κρατὸς πεφύασιν ἐκ μεγάλου μεγάλαι , φηγῶν ἅτε : νέρθε δ
7059862 ἀϋτμῃ
. οἱ δ ' ὥστ ' οἰνοβαρεῖς , ὀλοῇ μεθύοντες ἀϋτμῇ , πάντῃ δινεύουσι καὶ οὔποθι χῶρον ἔχουσι λειπόμενον κακότητος
ἔσπασε : τὴν δὲ χανοῦσαν ἔγνω καὶ μήλειον ἄφαρ κύρτωσεν ἀϋτμῇ ἔγκατον ἐμπνείων : τὸ δ ' ἀνίσταται ἄσθματι λάβρῳ
7058846 δοτικηι
πρός , περί , παρά , ὑπό . γενικῆι καὶ δοτικῆι γ , αἵδε , κατά , μετά , ὑπέρ
Π . ΣΥΝΤΑΞ . . , . : ἀπαγορεύω : δοτικῆι : τοῦ αὐτοῦ ἐγὼ μὲν ἀπαγορεύω τῶι πόνωι .
7058728 τοὐνιαυτου
ὡστ ' οὐκ ἔτ ' οὐδεὶς οἶδε πηνίκ ' ἐστὶ τοὐνιαυτοῦ . μέγιστον ἀγαθόν , εἴπερ δι ' ἐνιαυτοῦ ὅτου
' οὐκ ἔτ ' οὐδεὶς οἶδ ' ὁπηνίκ ' ἐστὶ τοὐνιαυτοῦ . . . . . μέγιστον ἀγαθόν , εἴπερ
7055942 κεχυμεναι
ὅσον ἡ κεφαλὴ ἴσχυσε χωρῆσαι μέγεθος φωνῆς . χαῖται αἱ κεχυμέναι κόμαι . χαλκίς ὁτὲ μὲν ὄνομα πόλεως , “
τὸ στόμ ' ἐπέτοντο ἀντιβολοῦσαι καταπιεῖν , ὑπὸ μυρρίναισι κἀνεμώναις κεχυμέναι . τὰ δὲ μῆλ ' ἐκρέμαντο τὰ καλὰ τῶν
7055804 Δαιμονιως
κρίσεων ἐπιλάθεσθε παντελῶς . . ΟΙ ΑΥΤΩι ΚΑΚΑ ΤΕΥΧΕΙ . Δαιμονίως ἀνεφθέγξατο ταῦτα τὰ ἔπη καὶ σωφρονιστικῶς . Εἰ γὰρ
ἰατρὸν ἐπιθέντες γράμματα πρὸς τὸν τελώνην . , . . Δαιμονίως “ ἐθεραπεύθη δέ ” , ἔφη , “ δαιμονίῳ
7055605 Μαλα
ἐφιέντες ἀκολασταίνειν οὐκ ἀγεννεῖς ἐνίοτε ἀνθρώπους πένητας ἠνάγκασαν γενέσθαι . Μάλα γε . Κάθηνται δὴ οἶμαι οὗτοι ἐν τῇ πόλει
δὲ ὑπὸ τῆς ὀρθοπνοίης τε καὶ τοῦ ῥέγχεος ἀποπνιγέντες . Μάλα δὲ τοὺς τοιουτέους οἱ ἀρχαῖοι βλητοὺς ἐνόμιζον εἶναι διὰ
7054763 τρομερον
διερρωγός , τὸ παλαιόν : ἢ τὸ ῥυσσὸν ἢ τὸ τρομερόν . * ῥικνῆεν : γηραιόν * γῆρας : τὸ
διερρωγός , τὸ παλαιόν : ἢ τὸ ῥυσσὸν ἢ τὸ τρομερόν . * ῥικνῆεν : γηραιόν * γῆρας : τὸ
7051179 ἀγρευτηρος
τὸν ἀγρεύοντα μόρον , καλεῖ κατ ' Ἀττικούς . μόρον ἀγρευτῆρος : τὸν ἀπ ' ἀγρευτῆρος . Σφύραιναι : ζαργάναι
. Θέμιν : δίκην . Τεῦ : τούτου , ἤγουν ἀγρευτῆρος . Αἰδώς : γνωμή . Ὀΐεσσα : προβατώδης .
7050508 μαστακι
μάστακ ' ἐπεί κε λάβῃσι . ” τὸ δὲ πλῆρες μάστακι . μάστιν μάστιγα , Αἰολικῶς . μάσσασθαι μασᾶσθαι ,
αὐτὸ καὶ μάσταξ καλεῖται παρὰ τὸ μασσᾶσθαι , οἷον : μάστακι σιτοβόρῳ ἐναλίγκιος . . . . βρόγχος : ὁ
7050478 ὡρικως
πιθανῶς ἢ κατὰ καιρόν . πυνθάνῃ : Ἤγουν ἐρωτᾷς . ὡρικῶς : Νεωτερικῶς . . ὡρικῶς : ἀντὶ τοῦ νεωτερικῶς
πυνθάνῃ : Ἤγουν ἐρωτᾷς . ὡρικῶς : Νεωτερικῶς . . ὡρικῶς : ἀντὶ τοῦ νεωτερικῶς . παίζουσι γὰρ τῇ γραῒ
7049149 Ἐγων
: ἀπὸ γὰρ τοῦ λαιμοῦ ὁ λευκὸς ἀφρὸς γίνεται . Ἐγών : ἐγώ . ἀθεμίστερον : ἀδικώτερον . Κακοφροσύνῃ :
: ἀπὸ γὰρ τοῦ λαιμοῦ ὁ λευκὸς ἀφρὸς γίνεται . Ἐγών : ἐγώ . ἀθεμίστερον : ἀδικώτερον . Κακοφροσύνῃ :
7048531 λιαζω
τὰς πάχνας αὐτάς . Ἡσίοδος . Λιασθείς : τὸ θέμα λιάζω . τοῦτο παρὰ τὸ ἀλῶ τὸ πλανῶ καὶ ἐκκλίνω
τοῦ στερητικοῦ α , ἄκρατος . Ἀλίαστος , παρὰ τὸ λιάζω τὸ ἐκκλίνω . ὁ μέλλων λιάσω : ὄνομα ῥηματικὸν
7045333 Ποταμους
στάδια ρπʹ , μίλια κδʹ . Ἀπὸ δὲ Στεφάνης εἰς Ποταμοὺς χωρίον στάδια ρνʹ , μίλια κʹ . Ἀπὸ δὲ
πεντακόσια , διακόσια δὲ χἁβδομήκοντ ' ἐστὶ τό πλάτος . Ποταμοὺς ἔχει δὲ τὸν μὲν λεγόμενον Ἰσμηνὸν Ἀσωπόν τε ,

Back