τῇ οἰκείᾳ συμμιγῆναι μητρὶ , ἀναιρήσαντι ταύτην τῇ εὑρέσει τοῦ αἰνίγματος : ὅθεν τῇ πόλει πάσῃ τῶν Θη - βαίων
φύντος ἐπὶ γάμῳ μητρὸς καὶ τυραννίδι ἣν παρέλαβεν ἐπ ' αἰνίγματος λύσει , παίδων δὲ ἀλληλοκτόνοι σφαγαὶ ἐπὶ φυγῇ μὲν
6340595 ἐλογιζομην
οὐδεὶς ὅλως ; οὐκ οἶδ ' ἔγωγε Δαιτυμόν ' . ἐλογιζόμην , ἥξει Φιλῖνος , Μοσχίων , Νικήρατος , ὁ
κατάλοιπον μέροπαϲ ἐπὶ δεῖπνον καλεῖν οὐκ οἴομαί γε Δαιτυμών . ἐλογιζόμην : οὐδεὶϲ παρέϲται , φημί . τί λέγειϲ ;
6140211 ἐπαξιως
εἰ γὰρ τύχοιεν ] εἰ γὰρ παρὰ τῶν θεῶν τύχοιεν ἐπαξίως ὧν φρονοῦσι καὶ ἀλαζονεύονται ἐπὶ τῶν ἀσπίδων κομπάσματα ἔχοντες
; τοὺς δὲ λέοντας οὐδ ' ἂν ἀφερμηνεῦσαί μοί τις ἐπαξίως δοκεῖ καὶ τὸν ὑπ ' αὐτοῖς ταῦρον , ὁ
6030816 ἀχευων
ἔολπε : μηδέ τις ὑμείων τοῦ γ ' εἵνεκα θυμὸν ἀχεύων ἐνθάδε δαινύσθω , ἐπεὶ οὐδὲ μὲν οὐδὲ ἔοικε .
ἑταῖρος Τρωσὶ δαμείς : ὁ δὲ κεῖται ἐπὶ χθονὶ θυμὸν ἀχεύων . ὃ γὰρ ἦν οἱ : ἡ διπλῆ ὅτι
5943608 ἀνεχομαι
. ἀδικούμενος ἀεί τε πλεονεκτοῦντα τὸν ἀδελφόν τι μου ὁρῶν ἀνέχομαι . νοῦν ἔχεις . ἀλλ ' , ὦγαθέ ,
, οὐδὲ γεωργοῦ ἀνέχομαι ἐμπιμπράντος τὰ λήϊα , οὐδὲ κυβερνήτου ἀνέχομαι ἀποδειλιῶντος πρὸς τὴν θάλατταν : πλεῖν σε δεῖ ,
5931842 τυχωμι
ἐόντα λάθρῃ ὀπιπεύσας , ἀλλ ' ἀμφαδόν , αἴ κε τύχωμι . Ἦ ῥα , καὶ ἀμπεπαλὼν προΐει δολιχόσκιον ἔγχος
ἐόντα λάθρῃ ὀπιπεύσας , ἀλλ ' ἀμφαδόν , αἴ κε τύχωμι τὸ μέν : τὸ βίᾳ ἐμφανεῖ τὸ δέ :
5902414 ἐθανον
τέλει παράγραφος . μέλεοι ] ἄθλιοι . μέλεοι ] ἄθλιοι ἔθανον . μέλεοι ] ἀθλίως ἀποθανόντες . Ξ δῆθ '
. καὶ χρῄζοντας τροφῆς . ὅπου . λίαν πολλοὶ . ἔθανον . * δίψει ] τῷ . δίψῃ καὶ πείνῃ
5894729 ἀκουους
' ἔλεγ ' : ἡ δ ' ἄρα τέρπετ ' ἀκούους ' , οὐδέ οἱ ὕπνος πῖπτεν ἐπὶ βλεφάροισι πάρος
εἰμι . καί , νὴ τὼ θεώ , ἔγωγ ' ἀκούους ' , ὦ τέκνον , μικροῦ δέω πρὸς τὴν
5890863 εἰθισμαι
, πείθειν δὲ οὐ ῥᾴδιον . καὶ ἐγὼ ἅμα οὐκ εἴθισμαι ἐμαυτὸν ἀξιοῦν κακοῦ οὐδενός . εἰ μὲν γὰρ ἦν
: πιθοῦ δέ μοι . τί χρῆμα ; πείθεσθαι γὰρ εἴθισμαι σέθεν . ἡμεῖς μὲν ἐνθάδ ' , οὗπέρ ἐσθ
5889135 ἐσπασεν
τότ ' ἔπειτα δόλου πετάσασα θύρετρα , ἐξαπίνης συνέμαρψε καὶ ἔσπασεν εὐρὺ χανοῦσα ἄγρην κερδαλέην , ὅσσην ἕλεν οἰμήσασα .
καμάτῳ τε καὶ ἄλγεσι μοχθίζοντα πυκναῖς τ ' εἰρεσίῃσι βιώμενος ἔσπασεν ἀνήρ : εἰ δ ' ἄρα οἱ καὶ τυτθὸν
5878454 σκηπτροισιν
καὶ μίνθῃ παραλεξάμενος καὶ ἐλαίῳ . Ἦ πρεσβῦται πάνυ γηραλέοι σκήπτροισιν ἄκασκα προβῶντες . Οὐκ ἀπερρήσεις σὺ θᾶττον ; ἀποτιλῶ
δρόσον βάλλων ἕωθεν χλιαρὸς ταγηνίας . ἦ πρεσβῦται πάνυ γηραλέοι σκήπτροισιν ἄκασκα προβῶντες . νῦν γὰρ δή σοι πάρα μὲν
5854440 θανηι
μυρίων μῆτερ τροπαίων , Ἕκτορος φίλον σάκος , στεφανοῦ : θανῆι γὰρ οὐ θανοῦσα σὺν νεκρῶι : ἐπεὶ σὲ πολλῶι
φεῦγ ' ὡς τάχιστα τῆσδ ' ἀπαλλαχθεὶς χθονός . ] θανῆι πρὸς ἀνδρὸς οὗ τάδ ' ἐστὶ δώματα . τί
5830201 εἰσιθ
καὶ τραγήματα ἔφρυγε , κᾦνον ἀνεκεράννυ γλυκύτατον . Ἀλλ ' εἴσιθ ' ἅμ ' ἐμοί . Πάνυ καλῶς . Ληρεῖς
] αὐτῶν . καθ ' αὑτὸν ] παίζει ἐνταῦθα . εἴσιθ ' ] εἰσέλθετε . ' κεῖνος ] ὁ Σωκράτης
5829597 ἐσως
μόνη οὐκ ἂν δυοῖν ἥμαρτον : ἢ γὰρ ἂν καλῶς ἔσως ' ἐμαυτήν , ἢ καλῶς ἀπωλόμην . Σιγᾶν ἐπῄνες
πρᾶγμ ' ἀνὴρ πράσσων μέγα . Καὶ μὴν ἔγωγ ' ἔσως ' ἐκεῖνον οὐκ ὄκνῳ . Θάρσει : πέφυκεν ἐσθλὸς
5812378 περικεκαυσθαι
ἐξελθεῖν , ὥστε μὴ πεπαῦσθαι τὸ ῥιγοῦν ἀλλὰ τὰ μὲν περικεκαῦσθαι , τὰ δὲ κατεψῦχθαι καθάπερ καὶ ἐπὶ τῶν κακῶς
ἀμφίκαυτις : ἡ † ὀρεινὴ οἱ δὲ κωμικοὶ ἀπὸ τοῦ περικεκαῦσθαι . οἱ δὲ τὴν πρώτην ἔκφυσιν τῶν πυρῶν ,
5812080 λωβης
γένοντο . μνηστῆρας δ ' οὐ πάμπαν ἀγήνορας εἴα Ἀθήνη λώβης ἴσχεσθαι θυμαλγέος , ὄφρ ' ἔτι μᾶλλον δύη ἄχος
τυγχάνειν ; ἔσθ ' ὅπως ἂν ἀπόσχοιτο τῆς τῶν ἀρρένων λώβης καὶ φθορᾶς τό γε ἀκόλαστον γένος , τοῦτον ἱκανὸν
5811953 ὀκνεις
, ἐν τοῖς μηδεπώποτε φροντίσασι τῶν πολιτικῶν μηδὲ σοῦ καταπεφρονηκόσιν ὀκνεῖς λέγειν , δεδιὼς μὴ καταγελασθῇς . Τί δ '
. Μεγαρεῖς δὲ φεῦγε πάντας : εἰσὶ γὰρ πικροί . ὀκνεῖς λαλεῖν ; οὕτω σφόδρ ' εἶ τηθαλλαδοῦς ; ἡ
5811656 ἐσωθην
γαλήνης μακρᾶς γενομένης δίψει πάντες ἀνῃρέθησαν , ἐγὼ δὲ μόνος ἐσώθην ὑπὸ τῆς ἐμῆς εὐσεβείας . ” ἀκούσας οὖν ὁ
. οὕτω δὲ κἀγὼ τῆς παροιχομένης νυκτὸς διαπλεύσας μόνος δεῦρο ἐσώθην . σχεδὸν μὲν οὖν ἐν ὅσῃ ἔγωγε χρείᾳ καθέστηκας
5783781 στεργω
σπερμάτων σωτηρίαν . τῶν δ ' εὐσεβούντων ἐκφορωτέρα πέλοις . στέργω γάρ , ἀνδρὸς φιτυποίμενος δίκην , τὸ τῶν δικαίων
ἑτέρας ἐστὶ χρείας . Φιλῶ τὸν δεῖνα , ὑπερφιλῶ , στέργω , ὑπερστέργω , ἀγαπῶ , ὑπεραγαπῶ , ἄγαμαι ,
5759264 καλειτε
ἐν Γέλωτί φησι πέλανον * * * * * ἃ καλεῖτε σεμνῶς ἄλφιθ ' ὑμεῖς οἱ βροτοί . Δίδυμος δὲ
εύιον ? ? ἠδ ' Ἀσκλαπιὸν ὑψιτέχναν δισσούς ] τε καλεῖτε Διοσκούρους σεμνάς τε [ Χάριτας ] ? ? εὐκλεεῖς
5756617 Θετταλικην
τὸ ἐντεθετταλίσμεθα παρὰ τῷ Εὐπόλιδι ἐν Μαρικᾷ , τουτέστι χλαμύδα Θετταλικὴν φοροῦμεν . Θετταλικὸν περόνημα . Θεσσαλονίκη , πόλις Μακεδονίας
Φιλέταιρος : καὶ χειροβαρὲς σαρκὸς ὑείας Θετταλότμητον κρέας . καὶ Θετταλικὴν δὲ ἔνθεσίν φασιν τὴν μεγάλην . Ἀριστοφάνης δὲ τὰ
5722639 κωκυουσα
Κράτωνι τούτῳ . καὶ νὴ Δία γε ἡ Δαμασίου μήτηρ κωκύουσα ἐξάρχει τοῦ θρήνου σὺν γυναιξὶν ἐπὶ τῷ Δαμασίᾳ :
σιέλῳ χρίσασα τοὺς ὀφθαλμοὺς ὡς δακρύσασα ἐπ ' ἐμοί , κωκύουσα καὶ τοὔνομα ἐπικαλουμένη ἀπηλλάττετο . ὧν εἰ λαβοίμην Παῦσαι
5685322 οἰησομεθα
, ἢ εὑρήσομεν ἐφ ' ὃ ἐρχόμεθα , ἢ ἧττον οἰησόμεθα εἰδέναι ὃ μηδαμῇ ἴσμεν : καίτοι οὐκ ἂν εἴη
τὴν δευτέραν πρὸς τὸ τίς , ἐκείνην μὲν κατὰ μέρος οἰησόμεθα εἶναι καὶ ἀληθῆ διὰ τὴν καθόλου , ἅτε τῆς
5682072 ἀπαγξῃ
γυνὴ καὶ σὺ ἐν πολλῇ τῇ περιόδῳ πολλάκις . Οὐκ ἀπάγξῃ , ὦ ἀλεκτρυών , ἅπαντας οἰόμενος Μιλησίους ἢ Σαμίους
ἄρεσον . ναί : ἀλλὰ τοῖς λείοις χαίρουσιν . οὐκ ἀπάγξῃ ; καὶ εἰ τοῖς κιναίδοις ἔχαιρον , ἐγένου ἂν
5676357 ἀμειψατο
κατὰ νόον τοι , βασιλεῦ . Ὁ μὲν δὴ ταῦτα ἀμείψατο , Ξέρξης δὲ ἐς γέλωτά τε ἔτρεψε καὶ οὐκ
ἀπῆλθον εἰς Σπάρτην ἔποικοι . [ Καλλίστην ἐπὶ νῆσον ] ἀμείψατο δ ' οὔνομα : ἤλλαξε δὲ τὸ ὄνομα ἡ
5666664 ἠλει
τὸ ῥύπος . Ἀλεῖν ἐρεῖς , οὐκ ἀλήθειν : καὶ ἤλει , οὐκ ἤληθεν : ἀλοῦσα , οὐχὶ δὲ ἀλήθουσα
ἀλητὸν ἐπράθη , ζευχθεὶς δ ' ὑπὸ μύλην πᾶσαν ἑσπέρην ἤλει . καὶ δὴ στενάξας εἶπεν “ ἐκ δρόμων οἵων
5664324 δεσποινων
, οὐκ ἄν μοι δοκῶ ὑπό γε τούτων ὧν σὺ δεσποινῶν καλεῖς κωλύεσθαι : ἀλλὰ θαρρῶν συμβούλευε ὅ τι ἔχεις
, εἰ πρὸς ἀκολασίαν ἐκπέσοι ψυχὴ ὑπὸ μυρίων ἐπιθυμιῶν ὥσπερ δεσποινῶν ἐν τῷδε τῷ βίῳ κρατουμένη καὶ αἰσχρῶς δουλεύουσα ,
5655089 ἐλυπουμην
χαῖρε ” φησί . καὶ ὅς : „ μὴ γὰρ ἐλυπούμην „ ; καὶ ὁ Ξάνθος : ” ἀσπάζομαί σε
καὶ τὸ τέλος Ἰερουσαλήμ . Ἐγὼ δὲ μετὰ τῶν ἑταίρων ἐλυπούμην , καὶ τετρωμένοι κατὰ διάνοιαν ἐκρυβόμεθα : ἐζητούμεθα γὰρ
5652989 τικτεις
ἀλλ ' ὅταν τοῦτο λέγῃς , γίνωσκε , ὅτι τυφλὰ τίκτεις . „ ὁ λόγος δηλοῖ , ὅτι οὐκ ἐν
Μούσαις εἶ φίλος καί σου κατέχουσι τὴν ψυχὴν καὶ κάλλος τίκτεις ἐπῶν , τίμησον ἐπιγράμμασιν οἰκίαν λαμπράν τε καὶ μεγάλην
5647771 ἐφροντισα
εἰς τήνδε τὴν ὥραν χρόνον δόσιν θεῶν λογίων νομιστέον . ἐφρόντισα μέντοι καὶ τοῦ σωφρονίσαι τὸν ἄνθρωπον δῆσαί τε αὐτὸν
κατὰ πενίας † ταῦτ ' ἔχω ὅσς ' ἔμαθον καὶ ἐφρόντισα καὶ μετὰ Μουσῶν σέμν ' ἐδάην : τὰ δὲ
5643393 ἰδωμαι
ἐπ ' ἀμφιρύτην . Σῆμα καταφθιμένοιο Μεγακλέος εὖτ ' ἂν ἴδωμαι , οἰκτείρω σε , τάλαν Καλλία , οἷ '
. ἀλλ ' ἄγε δὴ τὰ χρήματ ' ἀριθμήσω καὶ ἴδωμαι , μή τί μοι οἴχωνται κοίλης ἐπὶ νηὸς ἄγοντες
5640834 τανισφυρου
καὶ νεῖκος [ ] ἐτύχθη [ Σισύφωι ἠδ ' Αἴθωνι τανισφύρου [ εἵνεκα ] [ κούρης , οὐδ ] ?
πολύκροτα μήδεα εἰδώς . δῶρα μὲν οὔ ποτ ' ἔπεμπε τανισφύρου εἵνεκα κούρης : ἤιδεε γὰρ κατὰ θυμὸν ὅτι ξανθὸς
5640128 Παλλαδα
ἀθλίαν . Ἔτι γὰρ σὺ τὴ μάστιγαν ἐπιτυμεῖς λαβεῖν ; Παλλάδα τὴν φιλόχορον ἐμοὶ δεῦρο καλεῖν νόμος εἰς χορόν ,
ἀπό τινος τῶν ᾀσμάτων τηλέπορόν τι βόαμα λύρας . ἢ Παλλάδα : ἀρχὴ ᾄσματος Στησιχόρου , ὡς Ἐρατοσθένης φησίν .
5633888 Τοιαυτ
στρατοῦ , οἵας λατρείας ἀνθ ' ὅσου ζήλου τρέφει . Τοιαῦτ ' ἐρεῖ τις , κἀμὲ μὲν δαίμων ἐλᾷ ,
σοι εἰς τὰς πλευρὰς πολλῇ στρατιᾷ κἀδενδροτόμησε τὸ νῶτον ; Τοιαῦτ ' ἀφελὼν κακὰ καὶ φόρτον καὶ βωμολοχεύματ ' ἀγεννῆ
5620088 ἀποφθερει
ἄπελθε . ἐπιλήθει ] ἐπιλήθῃ . ἐδιδάχθης ] ἐδιδάσκου . ἀποφθερεῖ ] ἀποφθερῇ . ἀπὸ γὰρ ὀλοῦμαι ] ὑπὸ τῶν
, ὦ πόνηρ ' . Ἰαιβοῖ . Οὐκ ἐς κόρακας ἀποφθερεῖ βύρσης κάκιστον ὄζον ; Καὶ τοῦτό γ ' ἐπίτηδές
5614677 αἰτιζων
μὲν παρ ' Ἕλληνας , τοῦτο δὲ παρὰ βαρβάρους , αἰτίζων ἀκόλους , οὐκ ἄορας οὐδὲ λέβητας . καὶ δή
. ἀοιδιάει μετὰ τέρψεως ᾄδει . ἄορας γυναῖκας : “ αἰτίζων ἀκόλους , οὐκ ἄορας οὐδὲ λέβητας . ” ἀολλίσασα
5612533 σιγαις
, ὡς ἰατροῖς πρᾶγμα μηνυθῆι τόδε . εἶἑν , τί σιγᾶις ; οὐκ ἐχρῆν σιγᾶν , τέκνον , ἀλλ '
χρῆν θεσπιωιδεῖν , ὃς δέδοικεν οὐδένα . Κρέον , τί σιγᾶις γῆρυν ἄφθογγον σχάσας ; κἀμοὶ γὰρ οὐδὲν ἧσσον ἔκπληξις
5608857 ἀδαης
καὶ ἀδαὴς διαφέρει . ἀδεὴς μὲν γὰρ ὁ ἄφοβος , ἀδαὴς δὲ ὁ ἀμαθής . αἰδὼ καὶ αἰσχύνη διαφέρει .
, δεδιότες τὴν συντέλειαν τῶν ἀποβησομένων , τίς οὕτως ἐστὶν ἀδαὴς ὃς οὐκ οἶδεν ; ἀλλ ' ἔνιοι τῶν πραγματευομένων
5606795 ἐμπαζετο
ὣς ἄρ ' ἔφαν μνηστῆρες , ὁ δ ' οὐκ ἐμπάζετο μύθων . Τηλέμαχος δ ' ἐν μὲν κραδίῃ μέγα
' οἰοπόλοισιν ἐνὶ σταθμοῖσιν ἀείδων καὶ ταύρων ἀμέλησε καὶ οὐκ ἐμπάζετο μήλων : ἔνθεν ἔχων σύριγγα κατ ' ἤθεα καλὰ
5604018 Δαναοισιν
ἠδ ' ἔτι δώσει : οὐδ ' ὅ γε πρὶν Δαναοῖσιν ἀεικέα λοιγὸν ἀπώσει πρίν γ ' ἀπὸ πατρὶ φίλῳ
' ἀνθρώπων , τὸν δ ' ἔτι μᾶλλον ἀνῆκεν ἀμυνέμεναι Δαναοῖσιν . αὐτίκα δ ' ἐν πρώτοισι μέγα προθορὼν ἐκέλευσεν
5597359 Εὐρυμαχος
περ πάρος , ὕβριν ἔχοντες . Ἀντίνοος δὲ καθῆστο καὶ Εὐρύμαχος θεοειδής , ἀρχοὶ μνηστήρων , ἀρετῇ δ ' ἔσαν
: Μέρμνης , Ἱππόθοος , Πέλοψ Ὀπούντιος , Ἀκαρνάν , Εὐρύμαχος , Εὐρύλοχος , Αὐτομέδων , Λάσιος , Χάλκων ,
5595667 ξεινου
οἴκων ἄγκυρ ' ἔτ ' ἐμῶν τὴν χιονώδη Θρήικην κατέχει ξείνου πατρίου φυλακαῖσιν . ἔσται τι νέον : ἥξει τι
“ κέκλυτέ μευ , μνηστῆρες ἀγακλειτῆς βασιλείης , τοῦδε περὶ ξείνου : ἦ γὰρ πρόσθεν μιν ὄπωπα . ἦ τοι
5595319 ἐξωμιδα
' εἴ τινα ἴδοιεν γεωργοῦ στολὴν ἔχοντα ἢ ποιμένος , ἐξωμίδα ἔχοντα ἢ διφθέραν ἐνημμένον ἢ κοσύμβην ὑποδεδυκότα οὐ χαλεπαίνουσιν
καὶ ἀνδράποδα ; καὶ ὑμεῖς δὲ ἴσως ὁρᾶτε αὐτοῦ τὴν ἐξωμίδα ὡς φαύλη , καὶ τὸ δέρμα , ὃ ἐλήλυθε
5591881 ὠφεληθην
ἔλυσα βίου πολυκηδέα δεσμόν , τοῦτ ' ἔστιν εἰ μὴ ὠφελήθην ἐκ Πλάτωνος τρόπον εὐζωΐας , προέκρινον ἂν μὴ εἶναι
λέγει οὖν ὅτι οὐκ ἐμὰ λέγω , ἀλλ ' ἅπερ ὠφελήθην παρὰ τῶν πρεσβυτέρων , ταῦτα λέγω . Ὁμοίως καὶ
5590125 ἐδυνηθην
ἅτε φρουρίῳ τῷ Πανοπεῖ χρώμενον : τὸ ἕτερον δὲ οὐκ ἐδυνήθην συμβαλέσθαι πρότερον , ἐφ ' ὅτῳ καλλίχορον τὸν Πανοπέα
, τὸ μὲν ὡς ἀηδέστατά τε ἐλουσάμην δειπνῆσαί τε οὐκ ἐδυνήθην ἔν τε ὀνεί - ρασι διετέλεσα θεώμενος τὰς πληγάς
5587459 Ἀναξω
. φησὶ δὲ οὕτως : ἦλθεν ἡ τοῦ Εὐβούλου θυγάτηρ Ἀναξὼ κανηφοροῦσα τῇ Ἀρτέμιδι καὶ πομπὴν ἐπαγομένη τῇ θεῷ .
παρὰ τριόδῳ . Αἱ νόμιμοι δύο γρῆες ὁμήλικες ἦμεν , Ἀναξὼ καὶ Κληνώ , δίδυμοι παῖδες Ἐπικράτεος , Κληνὼ μὲν
5581064 αὐλιῳ
ἦν , ὡς ἐκπεφυκέναι οἱ τηλικοῦτον κέρας . Βοῦς ἐν αὐλίῳ γέρων : ἐπὶ τῶν δι ' ἀσθένειαν ἡσυχαζόντων .
ἐφ ' ἑκάστῃ ἐκδρομῇ κατέβαλλον : τέλος δὲ ὥσπερ ἐν αὐλίῳ σηκασθέντες κατηκοντίσθησαν . ἐσώθησαν μέντοι αὐτῶν ἀμφὶ τοὺς πεντεκαίδεκα
5576638 ἀπολαμβανοντα
Ἡρώδης τὰς δέκα καὶ τὸν Πολέμωνα προθύμως λαβεῖν , ὥσπερ ἀπολαμβάνοντα . ἔδωκε τῷ Πολέμωνι ὁ Ἡρώδης καὶ τὸ μὴ
πέρατος μο κ ὑποκείσθω ἐπ ' αὐτῆς δύο σημεῖα ἴσην ἀπολαμβάνοντα εὐθεῖαν τὴν μεταξὺ τοῦ κέντρου τοῦ ζῳδιακοῦ καὶ τοῦ
5572457 ξεν
? ! [ Λυκουργ [ γυνὴ δ [ οὐκ ἐν ξεν ? [ πρὸς δ ' ἀ [ ἥκιστα [
ον πᾱ [ ˘˘˘˘ – – – ] ων : ξεν [ – ˘˘˘ – – ] έμμεν ἁλίῳ ?
5561964 ἠγανακτης
ὑπὸ δ ' Ἀντήνορος μοιχευομένην αἰσθόμενος αὐτὴν ὕστερον σφόδρ ' ἠγανάκτης ' . ἣ δὲ μηθέν , φησί , σοί
ὑπὸ δ ' Ἀντήνορος μοιχευομένην αἰσθόμενος αὐτὴν ὕστερον σφόδρ ' ἠγανάκτης ' : ἡ δέ , Μηθέν , φησί ,
5561667 πιεμεν
ᾤχεο νηῒ Πύλονδε , οὔ πώ μίν φασιν φαγέμεν καὶ πιέμεν αὔτως , οὐδ ' ἐπὶ ἔργα ἰδεῖν , ἀλλὰ
ἐπὶ δὲ τοῦ αὕτως “ οὕτως μίν φασιν φαγέμεν καὶ πιέμεν αὕτως . ” αὐλός ἐπὶ μὲν τοῦ εὐθὺς ἐξακοντισμοῦ
5559554 ἠιθεοισιν
Ἀμύντιχος ἠὲ Μενάλκας [ ; ] κείνοις γὰρ κραδίην ἐπικαίεαι ἠιθέοισιν ? [ : ] ἠέ ? [ ] μιν
παρθενίων βριθομένην χαρίτων , καὶ πολλοὺς τότε χερσὶν ἐπ ' ἠιθέοισιν ὀιστοὺς τόξου πορφυρέης ἧκαν ἀφ ' ἁρπεδόνης . Πορφυρέην
5557503 παισατε
Ὅπερ ἡμεῖς παῖξαι . Ὅμηρος [ . Θ , ] παίσατε , ὥς χ ' ὁ ξεῖνος . παῖσαι :
ὁ τραχύς . παῖσαι : τύψαι ἢ παῖξαι Ἀττικῶς . παίσατε : ἀντὶ τοῦ παίξατε . παισθείς : τυπτηθείς .
5556623 λυγρην
: τὴν δ ' ἄτην οὐ πρόσθεν ἑῷ ἐγκάτθετο θυμῷ λυγρήν , ἐξ ἧς πρῶτα καὶ ἡμέας ἵκετο πένθος .
ἀπὸ νόσφι βαλόντες πῦρ ὀλοόν τε σίδηρον ἀκηδέες ἐντύνοντο δαῖτα λυγρήν : μάλα γὰρ τάχ ' ἐπήιεν ὑστατίη νύξ .
5553197 ἐψευσατο
οὐδεὶς τῶν ἐνταῦθα τέθνηκεν εἰ μὴ ὁ σός με δεσπότης ἐψεύσατο : κατ ' ἐρώτησιν : οὐ δέον εὐπαθεῖν ὑπὲρ
' ὁ θεὸς οὐκ ἐψεύσαθ ' , ὅδε δ ' ἐψεύσατο πάλαι τρέφων τὸν παῖδα , κἄπλεκεν πλοκὰς τοιάσδ '
5551280 ἀπιστω
γίγνεται , βοηθητέον ἡνίκ ' ἔξεστιν ; ἐγὼ δ ' ἀπιστῶ οὐδ ' ἐκείνῳ , τῷ μὴ οὐ καὶ μόνον
δὲ , Χαιρέα , κακῶς ἔχω . ἀλλ ' οὐκ ἀπιστῶ . διόπερ ἥκω παραλαβὼν σὲ πρὸς τὸ πρᾶγμα ,
5549356 ἀπιθησεν
κέλομαι γὰρ ἔγωγε . Ὣς ἔφατ ' , οὐδ ' ἀπίθησεν ἄναξ ἀνδρῶν Ἀγαμέμνων : δῶκε δὲ Μηριόνῃ δόρυ χάλκεον
. Ὣς ἔφατ ' , οὐδ ' ἄρα οἱ κῆρυξ ἀπίθησεν ἀκούσας , βῆ δ ' ἰέναι κατὰ λαὸν Ἀχαιῶν
5539368 Σιμμιας
δεῖ γὰρ καὶ Κέβητα πείθειν . Ἱκανῶς , ἔφη ὁ Σιμμίας , ὡς ἔγωγε οἶμαι : καίτοι καρτερώ - τατος
, τοῦτο πέπεισμαι . Καὶ ὀρθῶς γε , ἔφη ὁ Σιμμίας . Ἔτι τοίνυν , ἔφη , πάμμεγά τι εἶναι
5531339 ἀρνησομαι
ἀλλὰ ὑμῶν ἐθελησάντων [ αἰχμάλωτος - ] ἄχρι τίνος ἑαλωκὼς ἀρνήσομαι ; καὶ ὅτι μὲν οἱ ταύτης τῆς ἡλικίας ἄνδρες
' ἐξειργασμένοις . οὕτω δ ' ἔπραξακαὶ τάδ ' οὐκ ἀρνήσομαι ὡς μήτε φεύγειν μήτ ' ἀμύνεσθαι μόρον . ἄπειρον
5524105 ἐπιδευεις
Ἀχιλῆα : χαῖρ ' Ἀχιλεῦ : δαιτὸς μὲν ἐΐσης οὐκ ἐπιδευεῖς ἠμὲν ἐνὶ κλισίῃ Ἀγαμέμνονος Ἀτρεΐδαο ἠδὲ καὶ ἐνθάδε νῦν
σύλησέν τ ' ὄλβον , βιότου τ ' ἀνέφην ' ἐπιδευεῖς . ἐν δ ' ἄρ ' ὑποχθονίῳ κέντρῳ σύνεσίν
5522435 εἰσιδον
. τὴν δὲ μέτ ' Ἰφιμέδειαν , Ἀλωῆος παράκοιτιν , εἴσιδον , ἣ δὴ φάσκε Ποσειδάωνι μιγῆναι , καί ῥ
' ἐπινήχυτα δῶρα . Ἄλλα δέ σοι κατέλεξ ' ἅπερ εἴσιδον ἠδ ' ἐνόησα , Ταίναρον ἡνίκ ' ἔβην σκοτίην
5520430 Πηνελεων
λέγει δὲ τὸν Ἕκτορα διὰ τὸ ἀνελεῖν τὸν Πάτροκλον καὶ Πηνέλεων καὶ * Ἀσκάλαφον καὶ Ἀρκεσίλαον καὶ τοὺς λοιπούς .
περιταρχύσαντο ἐν κονίῃ ἐριπόντας . Ἀχαιοὶ δ ' ἔξοχα πάντων Πηνέλεων μύροντο , βάλον δ ' ἐπὶ σῆμα θανόντι εὐρὺ
5516837 ἐμοχθουμεν
, ἔθλιβον πέρνα ] Ἄθλιοί ἐσμεν , δι ' ἄλλους ἐμοχθοῦμεν . Ὁ λόγος δηλοῖ ὅτι δικαίως ἐκεῖνοι ἄχθονται οἳ
εἶπον : ” ἄθλιοι ἡμεῖς , ὅτι δι ' ἀλώπεκα ἐμοχθοῦμεν . ” ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι πολλοὶ κόπον
5509263 συκοφαντα
ἦν , ἀλλ ' ἐφ ' οἷς ἐπέδωκα , ὦ συκοφάντα : καὶ ταῦτα μὲν ἀπὸ τῆς τῶν ἀρχαίων παρασκευῆς
τοῦτο τῆς εἰςαγγελίας τὸ γνώρισμα : ἀπολωλότων Θηβαίων , ὦ συκοφάντα , κατηγορεῖς : καὶ γραφὴν ἐπάγεις Θήβας οὐκ ἔτι
5508101 ἀηδους
γινόμενον φθείρεσθαι μέλλουσαν τὴν τροφὴν ἐκώλυσεν . Ἐρυγῆς δὲ διασημαινούσης ἀηδοῦς , ὡς δήλην εἶναι τὴν διαφθοράν , οὐκ ὀκνητέον
. Γενομένης οὖν τινος ἐς τοῦτο πείρας καὶ ἐλπίδος οὐκ ἀηδοῦς , τὸν στρατὸν συναγαγὼν ἔλεξεν ὧδε : “ γνώμη
5505465 ἐπαθες
γὰρ περισσὸν οὐδέν : ἀντὶ τοῦ παράλογον παράδοξον : οὐδὲν ἔπαθες περισσὸν ὧν πάσχομεν πάντες . τοῦτο πρὸς παραμυθίαν ,
, μειράκιον , σωφροσύνης ἐρῶν ἄδικα μὲν ὑπὸ τῆς μητρυιᾶς ἔπαθες , ἀδικώτερα δὲ ὑπὸ τοῦ πατρός , ὥστε ὠδύρατο
5505168 ἀλεγει
ὀξυτέροις δεδοκημένος ἔμπεσε θηρί : αὐτὰρ ὅ γ ' οὐκ ἀλέγει , κατὰ δ ' ἄσχετον ἰθὺς ὀρούει , ὀξέσι
κεκορημένος : ἐμπεπλησμένος . Νύγματος : τρώσεως , τραύματος . ἀλέγει : φροντίζει . νέμεται : φθείρει , ἐσθίει ,
5503943 ἐξειμι
ἢ γῆς πατρίας ὅρον ἐκλείπειν ; ἀλλ ' ἐγὼ οἴκων ἔξειμι πατρὸς καὶ ἐπ ' ἀλλοτρίαις ψήφοισι φόνον μητρὸς ὑφέξω
ἔστιν ὅστις ἐξαιρήσεται : δόμον τε πάντα συγχέας ' Ἰάσονος ἔξειμι γαίας , φιλτάτων παίδων φόνον φεύγουσα καὶ τλᾶς '
5497853 γραυϲ
οἴει δὲ τί ; ὁ μῦθόϲ ἐϲμεν Πάμφιλ ' ἤδη γραῦϲ γέρων ΑΠΟΛΛΟΔΩΡΟΥ [ ] οὐκ εὖ λογίζηι [ ]
παῖδα ? [ ! ! ! ! ! ] ου γραῦϲ ἔχει κακ ? [ μὴ τα ! [ ἰδού
5497724 δεμνιον
διάστασιν ὄντων , διὰ τοῦ ι γράφεται : οἷον , δέμνιον : παίγνιον : ἴχνιον : φέρνιον ἡ σπυρίς :
. ἐλεδεμνὰς ] ἀπὸ τοῦ ἑλῶ τὸ κρατῶ καὶ τοῦ δέμνιον . ἐλεδεμνὰς βοὴ ἡ ἐλαύνουσα καὶ ἐγείρουσα ἀπὸ τῶν
5495987 Ἐρινυν
† Λήδας σκύμνον Δυσελέναν Δυσελέναν , ξεστῶν περγάμων τῶν Ἀπολλωνίων Ἐρινύν . ὀτοτοτοῖ ἰαλέμων ἰαλέμων : Δαρδανία τλάμων , Γανυμήδεος
ἐπαρὰς ἀργαλέας ἠρᾶτο : θοὴν δ ' οὐ λάνθαν ' Ἐρινύν : ὡς οὔ οἱ πατρώϊ ' ἐνηέι ἐν φιλότητι
5493579 κιοντα
' οὐ μακρὴν ἐς ἀταρπιτόν : εἰσοράᾳς γὰρ ἡμετέρων με κιόντα πρὸς ἀγρῶν ἀκρώρειαν . Ἔνθα νεογνὸς ἐὼν ἔτλην ποτε
' οὐ μακρὴν ἐς ἀταρπιτόν : εἰσοράᾳς γὰρ ἡμετέρων με κιόντα πρὸς ἀγρῶν ἀκρώρειαν . ἔνθα νεογνὸς ἐὼν ἔτλην ποτὲ
5493262 ᾐδη
δ ' ἵκετ ' Ἄργος Ἀχαιικόν , ἔνθ ' ἄρα ᾔδη ἰφθίμην ἄλοχον Σθενέλου Περσηϊάδαο . ἣ δ ' ἐκύει
τ ' αὐτῷ , ἐπεὶ οὔ τι θεῶν ἐκ θέσφατα ᾔδη . τὸν μὲν Μηριόνης ὅτε δὴ κατέμαρπτε διώκων βεβλήκει
5490599 πολυιδριν
ἠυκόμοιο κούρηι νόσφ ' Ἥρης παρελέξατο καλλιπαρήου ἐξαπαφὼν Μῆτιν καίπερ πολύιδριν ἐοῦσαν : συμμάρψας δ ' ὅ γε χερσὶν ἑὴν
ἓν μέγα . ” ΓΘ κερδώ ] ἀλώπεκα . Γ πολύιδριν λέγει τὸν Κλέωνα ἀλώπεκα , ὅτι πολύπειροι αἱ ἀλώπεκες
5487389 φθογγην
πολέμοιο μενοίνα ἀντιάαν : τὸν δὲ προσέφη κρείων ἐνοσίχθων εἰσάμενος φθογγὴν Ἀνδραίμονος υἷϊ Θόαντι ὃς πάσῃ Πλευρῶνι καὶ αἰπεινῇ Καλυδῶνι
σκότον φρίσσουσι τὸν ξυνεργάτην τέραμνά τ ' οἴκων μή ποτε φθογγὴν ἀφῆι ; ἡμᾶς γὰρ αὐτὸ τοῦτ ' ἀποκτείνει ,
5486993 ἀφικται
γὰρ δήπου καὶ εἰς ἐκείνας τὸ πολέμιον καθ ' ἡμῶν ἀφῖκται κήρυγμα : φιλοῦσι τοὺς Ἀπόλλωνός τε καὶ Ἑρμοῦ προστάτας
τὸ κλέος τῆς ἐν ἰητρικῇ σοφίης πεφοίτηκε καὶ ἐς ἡμέας ἀφῖκται . Τί δὲ χρέος , ἑταῖρε , δεῦρό σε
5484982 ἀκικυν
τύπτων ἄρρηκτον ὀρεσκῴοιο κάρηνον ἀμφ ' αὐτῷ θραύεσκον ὑπέκπυρον ὄζον ἄκικυν : οὐδ ' ἄρα μόρσιμος ἦα δαφοινῷ θηρὶ δαμῆναι
ἀλκά ; τίς ἐφαμερίων ἄρηξις ; οὐδ ' ἐδέρχθης ὀλιγοδρανίαν ἄκικυν , ἰσόνειρον , ᾇ τὸ φωτῶν ἀλαὸν γένος ἐμπεποδισμένον
5476358 ἐσλος
: χρήματ ' ἀνήρ : πενιχρὸς δὲ οὐδεὶς πέλετ ' ἐσλὸς οὐδὲ τίμιος . καὶ τάχα ἂν τὸν Σπαρτιάτην εἴρηκε
: χρήματ ' ἀνήρ : πενιχρὸς δὲ οὐδεὶς πέλετ ' ἐσλὸς οὐδὲ τίμιος . καὶ τάχα ἂν τὸν Σπαρτιάτην εἴρηκε
5472529 καταναλωσαντες
γῆς αὐτὸν τὸν Πλούτωνα . χαριεντιζόμενος οὖν φησιν ὅτι πολλάκις καταναλώσαντες τὰ φανερὰ τῶν ἀδήλων ἕνεκα , ἃ μὲν ἔμελλον
εἶναι πρὸς τὸ πλεῖν . οἱ δ ' ἑταῖροι αὐτοῦ καταναλώσαντες πάντα τὰ χρειώδη καὶ λιμῷ συνεχόμενοι τοῦ Ὀδυσσέως ἐν
5472343 σπουδαζομενος
καὶ ἡ νῆσος . καὶ γηράσκει ἐν τῇ Ῥώμῃ μήτε σπουδαζόμενος μήτε ἀμελούμενος . λγʹ . Ἀσπᾴσιον δὲ τὸν σοφιστὴν
ἑταιρείας . Τούτου ἀδελφὸς Κάτωνι συνῆν , κατά τε φιλίαν σπουδαζόμενος , καὶ τοῦ Λιβυκοῦ πολέμου κεκοινωνηκὼς , τότε δ
5466185 δραττεσθαι
, ὁ μὲν χαλεπὸς κολαστὴς τῶν ῥημάτων οἷός τέ ἐστι δράττεσθαι καὶ λαμβάνεσθαι τῆς φωνῆς ἀπρίξ : καὶ διὰ τοῦτο
τὸ τῶν ἀσταχύων , καὶ δρὰξ καὶ δράκος , καὶ δράττεσθαι καὶ ἐπιδράττεσθαι . ἀπὸ δὲ τῆς χειρὸς εὔχειρ ,
5462074 ἡσθησαν
Δημόκριτον θεήσασθαι . Οἱ δ ' ἐπῄνεον ἀκούσαντες , καὶ ἥσθησαν , ἦγόν τέ με ξυντόμως διὰ τῆς ἀγορῆς ,
ἐδίκαζε τοῖς γείτοσι καὶ τὸ ἴσον ἔχειν αὐτοὺς ἐδίδασκεν . ἥσθησαν τῷ δικαστῇ , καὶ αὐτίκα κλέος ἦν ἐν Μήδοις
5460077 Ἀρισταινετου
μὲν Ζηνόθεμις σκύφον ἀράμενος ἀπὸ τῆς τραπέζης κείμενον πρὸ τοῦ Ἀρισταινέτου ῥίπτει ἐπὶ τὸν Ἕρμωνα , κἀκείνου μὲν ἅμαρτε ,
: Ἢ οἵη ποτ ' ἄρ ' ἥ γ ' Ἀρισταινέτου ἐν μεγάροισι δῖα Κλεανθὶς ἄνασς ' ἐτρέφετ ' ἐνδυκέως
5457575 ἀνεκραγε
διδαϲκαλίαι [ τοῦ πλείϲτου μέρουϲ ! [ ὡϲ πικρόν τιϲ ἀνέκραγε ? [ / οὐ δήποτ ' ἄλλοϲ ἐϲτὶν ἀντὶ
τοῖς γιγνομένοις τοῦτον ἔπαινον ἀποδοῦναι τὸν μέγιστον τῷ ὀρχηστῇ : ἀνέκραγε γὰρ καὶ μεγάλῃ τῇ φωνῇ ἀνεφθέγξατο , “ Ἀκούω
5456074 Λεανδρου
κούρης . αὐτὴ δ ' , ὡς συνέηκε πόθον δολόεντα Λεάνδρου , χαῖρεν ἐπ ' ἀγλαΐῃσιν : ἐν ἡσυχίῃ δὲ
λύχνον ἄπιστον ἀπέσβεσε πικρὸς ἀήτης καὶ ψυχὴν καὶ ἔρωτα πολυτλήτοιο Λεάνδρου . Ἡ δ ' ἔτι δηθύνοντος ἐπαγρύπνοισιν ὀπωπαῖς ἵστατο
5455521 ἐκλυεν
ἀπέραντον ὁδόν , τοῦτο Νεοκλῆος πινυτὸν τέκος ἢ παρὰ Μουσέων ἔκλυεν ἢ Πυθοῦς ἐξ ἱερῶν τριπόδων . εἰσόμεθα δὲ καὶ
πάντα ἐπήκοα ἦν . Δῆλον τοῦτ ' ἐστὶν ὅτι ὄρνεα ἔκλυεν αὐτοῦ ὡς οἱ τῶν ἱερῶν γράμμ ' ἀναλεξάμενοι φάσκουσίν
5450588 συμπαιζειν
τοῦτον ἠγάπησεν ὁ Ἀπόλλων σφόδρα ὥστε καὶ συγγυμνάζεσθαι αὐτῷ καὶ συμπαίζειν . δισκευόντων οὖν αὐτῶν ποτε λαβὼν ὁ Ἀπόλλων τὸν
συνέρπειν καὶ πρὸς τὸ συμψελλίζειν ; ὄνῳ δὲ τίς προθυμεῖται συμπαίζειν ἢ συνογκᾶσθαι ; καὶ γὰρ εἰ μικρόν , ὅμως
5448821 ἐκπληρων
καὶ ἡγεμών , ὑποστράτηγος δὲ ὁ τὴν δευτέραν τούτου τάξιν ἐκπληρῶν . Ὁ δέ γε μεράρχης ἐστὶν ὁ τοῦ μέρους
- μῶν ἐξ ἀρχῆς διετέλεσεν , ὥσπερ ὅρον τινὰ ἀναγκαῖον ἐκπληρῶν . ἡ δὲ ἕως μὲν ἐξήρκει , τοὺς μὲν
5444342 δαηναι
' ἐκτὸς ἔβην : ἔφθην αἰνήσας πρὶν σοῦ κατὰ πάντα δαῆναι ἤθεα : νῦν δ ' ἤδη νηῦς ἅθ '
κεν αὐτοῦ πάντες ἀπὸ ζωῆς ἐλίασθεν νώνυμνοι καὶ ἄφαντοι ἐπιχθονίοισι δαῆναι ἡρώων οἱ ἄριστοι ἀνηνύστῳ ἐπ ' ἀέθλῳ , ἀλλά
5444228 κινδυνευω
νύκτωρ κατακλινεὶς οὐκ ἐκοιμᾶτο λέγων πρὸς ἑαυτὸν “ ἀλλὰ ἐγὼ κινδυνεύω μαχόμενος τῇ θαλάσσῃ καὶ τοὺς ζῶντας ἀποκτείνων ἕνεκα λημμάτων
γὰρ ἔμοιγέ ἐστι τοιοῦτον πεπραγμένον , ἀλλ ' ἀλογώτατον πάντων κινδυνεύω πολὺ μείζω συμφορὰν ἐμαυτῷ διὰ τούτους ἐπαγαγέσθαι . πρὸς
5441514 χαιρεθ
γεγῶτ ' ἀδελφῆς ὁμογενοῦς ἀφ ' αἵματος † . καὶ χαίρεθ ' Ἑλένης οὕνεκ ' εὐγενεστάτης γνώμης , ὃ πολλαῖς
τὴν τύχην κεκτημένοις πόλει παρασχεῖν φάρμακον σωτηρίας , ἄπειμι . χαίρεθ ' : εἷς γὰρ ὢν πολλῶν μέτα τὸ μέλλον
5441384 ἐσθλης
χεῖμα κακῆς , θέρει ? ἀργαλέης , οὐδέ ποτ ' ἐσθλῆς ” , | Δίου δὲ καὶ Πυκιμήδης ? [
παρασχηματισμὸν μῆχος , ὡς ἡδονὴ ἦδος : οὐδέ τι δαιτὸς ἐσθλῆς ἔσσεται ἦδος . ἀλύξαι : φυγεῖν , εἰς τὸ
5440657 διδασκαλε
κἂν μηδεὶς ἑτέρων διδῷ , καὶ σὺ δέ , ὦ διδάσκαλε , τὸ ζῆν ἐν ἀτελείᾳ . καὶ πᾶς δὲ
φρένα τέρπετ ' ἀκούων . τούτους τοὺς στίχους , ἀγαθὲ διδάσκαλε , κολοφῶνα τῶν περὶ τῆς μουσικῆς λόγων πεποίημαι ,
5440260 ὠφελον
ἐκεῖνοι μὲν τῆς μάχης ἤδη κεκριμένης ἀφίκοντο , ὡς μήποτε ὤφελον : οἱ σφενδονῆται δὲ οὐδὲ ὅλως παρεγένοντο , διόπερ
γέ - γονεν εἰδὼς οὐδὲ γινώσκων , ὡς μηδὲ νῦν ὤφελον . καὶ μὴν καὶ τὸ θαυμάζειν τι πρᾶγμα ἠθικὸν
5438926 ἀνουτατος
ἀνὰ δηιοτῆτα : οὐδ ' ἄρ ' ἔην Τρώων τις ἀνούτατος , ἀλλ ' ἄρα πάντων γναμπτὰ μέλη πεπάλακτο μελαινόμεν
αἰχμαὶ ἀνεγνάμφθησαν ἐν ἀσπίσιν : οὐδέ τις ἦεν θεινομένων ἑκάτερθεν ἀνούτατος , ἀλλ ' ἄρα πάντων ἐκ μελέων εἰς οὖδας
5436469 ἐκπεφευγας
αἰτεῖ Γ ] . Γ ἀκούσας γὰρ τὸ ⌈ “ ἐκπέφευγας ” [ ἐκπέφευγεν Γ ] ὁ Φιλοκλέων ἐλειποψύχησεν :
; Σελεύκῳ δὲ ἄρα ἔπρεπε καὶ τοῦτο ἀγγεῖλαι τὸ ὡς ἐκπέφευγας τοῦ κακοῦ τὴν ἀκμήν . ᾗ δὴ καὶ πείθομαι
5435116 ἀναινω
καὶ τὸ ἀρνοῦμαι , ἀναίνομαι . ἢ παρὰ τὸ ναὶ ἀναίνω . ἢ παρὰ τὸ αἰνῶ καὶ ἐπαινῶ καὶ οὐ
. . . . Ἀπηνήναντο : ἠρνήσαντο : ἀπὸ τοῦ ἀναίνω , οἷον : οἱ δ ' οὐ γιγνώσκοντες ἀπηνήναντο
5429857 κλυων
' ἄελπτον . καὶ μὴν παρών γε κοὐ λόγους ἄλλων κλύων , Πέρσαι , φράσαιμ ' ἂν οἷ ' ἐπορσύνθη
Αὐτὸς βαρεῖαν ξυμφορὰν ἐν ὄμμασιν πατρὸς δεδορκὼς κοὐ κατὰ γλῶσσαν κλύων . Ποῦ δ ' ἐμπελάζεις τἀνδρὶ καὶ παρίστασαι ;
5426477 ἐδομαι
προσδοκίαν χάρις , ὡς ἡ τοῦ Κύκλωπος , ὅτι ὕστατον ἔδομαι Οὖτιν . οὐ γὰρ προσεδόκα τοιοῦτο ξένιον οὔτε Ὀδυσσεὺς
δὲ λεγόμενον ἐπὶ τρίτου ἂν ἠκούετο , Οὖτιν ἐγὼ πύματον ἔδομαι , εἰ μὴ ἀνθυπαλλαγῇ τῆς ἀντωνυμίας εἰς δεύτερον αὐτὸ
5426349 πολλοιϲι
τοιήδε ἐπικουρίη κοτὲ καὶ ἐϲ τὴν ἡμέρην ϲημαϲίην διώϲατο . πολλοῖϲι δὲ φόβοϲ ἐϲτὶ ὡϲ ἐπιόντοϲ θηρίου , ἢ ϲκιῆϲ
ἐϲ πάντα παρέτουϲ . ἥδε ἡ νοῦϲοϲ ὁδὸϲ ἐϲ παράλυϲιν πολλοῖϲι γίγνεται . κῶϲ γὰρ οὐκ ἂν τῶν νεύρων ἤδη
5425380 ἐλπετο
δέρμα λαμπρόν ἔννεπεν , ἔνθα νιν ἐκτάνυσαν Φρίξου μάχαιραι : ἔλπετο δ ' οὐκέτι οἱ κεῖνόν γε πράξασθαι πόνον .
Τρώιον οὖδας . Ὃ δ ' οὐκ ἀπέληγε κυδοιμοῦ : ἔλπετο γὰρ Τρώεσσι φάος , Δαναοῖσι δὲ πῆμα ἔσσεσθ '

Back