βίῳ ὑπὲρ Χίλωνος : Οἰταῖόν τινά φημι Μύσων ' ἐνὶ Χηνὶ γενέσθαι σοῦ μᾶλλον πραπίδεσσιν ἀρηρότα πευκαλίμῃσι : . .
ἀνεῖπεν ὁ Πύθιος : Οἰταῖόν τινα φημὶ Μύσων ' ἐνὶ Χηνὶ γενέσθαι σοῦ μᾶλλον πραπίδεσσιν ἀρηρότα πευκαλίμῃσιν . ὁ δ
9425067 Οἰταιον
δὲ ὡς παρὰ τὸ Κρηταῖος Κρηταιεύς . καὶ τὸ οὐδέτερον Οἰταῖον . Οἴτυλος , πόλις Λακωνικῆς . „ ἠδ '
εἰπεῖν ἅπερ προείρηται ἐν τῷ Θαλοῦ βίῳ ὑπὲρ Χίλωνος . Οἰταῖον τινά φημι Μύσωνα ἐν Χηνὶ γενέσθαι σοῦ μᾶλλον πραπίδεσσιν
7462479 ἀρηροτα
καὶ εἰπεῖν , Οἰταῖόν τινά φασι Μύσωνα σοῦ μᾶλλον πραπίδεσσιν ἀρηρότα πευκαλίμῃσιν , ὅστις ἦν Μαλιεὺς καὶ ᾤκει τὴν Οἴτην
οὐ γὰρ τῇσιν ἀποκριδὸν οἷα καὶ ἄλλοις ὠὰ διαθρώσκουσιν , ἀρηρότα δ ' ἀλλήλοισι βοτρυδὸν στεινοῖο μόγις διανίσσεται αὐλοῦ .
7453590 πραπιδεσσιν
σάκεος πτύχες : αὐτὰρ ἐν αὐτῷ ποίει δαίδαλα πολλὰ ἰδυίῃσι πραπίδεσσιν . Ἐν μὲν γαῖαν ἔτευξ ' , ἐν δ
γὰρ μέτρα μακρῆς χθονὸς ἐξεδάησαν ᾗσιν ἐπιφροσύνῃσιν , ἢ ἀρθέντες πραπίδεσσιν ἀθανάτων ἔργων φύσιος πέρι μητιόωσιν . εἰ δ '
7141336 πευκαλιμῃσι
ἀνέρος , ὅς τ ' ἐπὶ πολλὴν γαῖαν ἐληλουθὼς φρεσὶ πευκαλίμῃσι νοήσῃ ἔνθ ' εἴην ἢ ἔνθα , μενοινήῃσί τε
τινά φημι Μύσωνα ἐν Χηνὶ γενέσθαι σοῦ μᾶλλον πραπίδεσσιν ἀρηρότα πευκαλίμῃσι . πολυπραγμονήσαντα δὲ ἐλθεῖν εἰς τὴν κώμην καὶ εὑρεῖν
6623742 προσεφωνεε
ῥα μάλιστα γερόντων τῖ ' Ἀγαμέμνων : τῷ μιν ἐεισάμενος προσεφώνεε θεῖος ὄνειρος : εὕδεις Ἀτρέος υἱὲ δαΐφρονος ἱπποδάμοιο :
' ἤλυθε κυανέη νύξ , εἰ μὴ ἄρ ' Ἀτρείδην προσεφώνεε Νηλέος υἱὸς Νέστωρ , ὅς ῥά τ ' ἔχεσκεν
6538424 μειλιχιοισι
τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος ] ? ? [ ] προσεφώνεε μειλιχίοισι : [ ] [ Θησεῦ Ἀθηναίων ] ? ?
ἄρα οἱ φρονέοντι δοάσσατο κέρδιον εἶναι , λίσσεσθαι ἐπέεσσιν ἀποσταδὰ μειλιχίοισι , μή οἱ γοῦνα λαβόντι χολώσαιτο φρένα κούρη .
6471297 κουρε
Ἱππόβοτός γέ τοί φησι λέγειν Ἐμπεδοκλέα , Τήλαυγες , κλυτὲ κοῦρε Θεανοῦς Πυθαγόρεώ τε . σύγγραμμα δὲ φέρεται τοῦ Τηλαύγους
' ἢ εἰ χρυσὸν ἔδωκεν . Ἤλυθες , ὦ φίλε κοῦρε : τρίτῃ σὺν νυκτὶ καὶ ἠοῖ ἤλυθες : οἱ
6386448 γεραιε
τῶν νεωτέρων κακῶν . τί δ ' ἔστιν , ὦ γεραιέ ; μὴ φθόνει φράσαι . οὐδέν : μετέγνων καὶ
ἐμπλῆσαι χαρᾶς , ἔνσπονδος . οὗτος δ ' , ὦ γεραιέ , τίς κυρεῖ , ὃς ἅρμα λευκὸν ἡνιοστροφεῖ βεβώς
6368360 κοιρανε
: ] [ Αἶαν διογενές , ] Τελαμώνιε ? , κοίρανε λαῶν , [ ἅμα ] καὶ νώτοισι ? νέκυν
φαρμάκτῃσιν ὑποδμηθέντες ὄλοντο . Ἔνθεν ἔπειτ ' ἀΐων τεκμαίρεο , κοίρανε γαίης , ὡς οὐδὲν μερόπεσσιν ἀμήχανον , οὐκ ἐνὶ
6365973 γαιηοχε
κἀκείνου εἰκαιότερον ἀποκρινομένου , ἐπέτυχεν εἰπὼν οὕτω δὴ κέλεαι , γαιήοχε κυανοχαῖτα ; τόνδε φέρω Διὶ μῦθον ἀπηνέα τε κρατερόν
Λαοδίκην πορευομένη . ἀγγελίην ἀγγελίαν : “ ἀγγελίην τινά τοι γαιήοχε κυανοχαῖτα ἦλθον δεῦρο φέρουσα παρὰ Διὸς αἰγιόχοιο ” καὶ
6357255 Σοι
, ἔφη , ἄλλῳ ἡμῶν δοκεῖ , ὦ Σώκρατες . Σοὶ δὲ δὴ τίς , ὦ Ἱππόθαλες ; τοῦτό μοι
, καὶ ἰκμαλέον ἤδη ἐμποιῆσαι τὸ δέρμα λεπτοῖς ἱδρῶσι . Σοὶ δὲ οὕτω λεπτῇ κεχρημένῳ διαίτῃ , ἱκανὸν ἂν δόξαι
6338372 κυανοχαιτα
Ἄστρα τε πάντα : καὶ σύ , Ποσείδαον γαιήοχε , κυανοχαῖτα , Φερσεφόνη θ ' ἁγνὴ Δημήτηρ τ ' ἀγλαόκαρπε
νωτιαίαν φλέβα καὶ μηκέτι εἶναι τὸ ἀντέχον νεῦρον . . κυανοχαῖτα Ποσειδάων : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ τοῦ κυανοχαίτης .
6328904 ἀριδεικετε
ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς : “ Ἀλκίνοε κρεῖον , πάντων ἀριδείκετε λαῶν , ὥρη μὲν πολέων μύθων , ὥρη δὲ
: ὁ ἄγαν ἐμφανής : Ὅμηρος : Ἀλκίνοε , πάντων ἀριδείκετε ἀνδρῶν . παρὰ τὸ δείκω ῥῆμα , τὸ δηλῶ
6322778 Ἀτρεϊδη
ἠελίοιο εἰ μὴ Ἀχιλλεὺς αἶψ ' Ἀγαμέμνονι εἶπε παραστάς : Ἀτρεΐδη , σοὶ γάρ τε μάλιστά γε λαὸς Ἀχαιῶν πείσονται
δ ' ἄρ ' ὑπόδρα ἰδὼν προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς : Ἀτρεΐδη ποῖόν σε ἔπος φύγεν ἕρκος ὀδόντων ; πῶς δὴ
6292899 φωνησεν
. . . . Νέστωρ δὲ πρῶτος κτύπον ἄιε , φώνησέν τε . , : . Λ . εἴπ '
θυμῷ . τὸν μὲν πὰρ πόδ ' ἑὸν χαμάδις βάλε φώνησέν τε : ὦ φίλοι ἤτοι κλῆρος ἐμός , χαίρω
6284218 ἐκηα
νηὸν ἔρεψα , εἰ δήποτέ τοι κατὰ πίονα μηρί ' ἔκηα . Ἀκούσεται ὁ Ἀπόλλων τοιαῦτα εὐχομένου θᾶττον , ἢ
. ἢ εἰ δή ποτέ τοι κατὰ πίονα μηρί ' ἔκηα , ταύρων ἠδ ' αἰγῶν , τὸ δέ μοι
6281809 χρομιν
ὀξύτατον τὸν λάβρακα Ἀριστοτέλης εἶναί φησι καὶ μέντοι καὶ τὴν χρόμιν καὶ τὴν σάλπην καὶ τὸν κεστρέα . πυνθάνομαι δὲ
τοῦ λίθου φάρμακον τοῦτο καὶ μάλα γε ἀντίπαλον . καὶ χρόμιν δὲ τὸ αὐτὸ ποιεῖν καὶ φάγρον καὶ σκίαιναν πέπυσμαι
6275509 περιφρων
ὀλιγηπελέουσά περ ἔμπης . ἀλλ ' ἄγε νῦν ἀνστᾶσα , περίφρων Εὐρύκλεια , νίψον σοῖο ἄνακτος ὁμήλικα : καί που
πινυτή τε καὶ εὖ φρεσὶ μήδεα οἶδε κούρη Ἰκαρίοιο , περίφρων Πηνελόπεια . ἦ μέν μιν νύμφην γε νέην κατελείπομεν
6270489 ατο
] εν τῆι [ ] ἀναφωνήσει χρη [ ] ! ατο [ ] ? τίς ἄμφατις ἔσται [ ] !
] ! η ! [ ] ! [ [ ] ατο ? κυανοχαίτηι : [ ] Μυρμιδόνεσσιν [ ] νισε
6263642 δοκειϲ
? ευατον ! ! ! ! ! ! ? ? δοκεῖϲ [ ] ! [ ! ] ! ! !
δὲ κλαύϲεται [ . τίνα περιβάλλειν καὶ φιλεῖν οὗτοϲ [ δοκεῖϲ ; οὑμὸϲ ] πατήρ γε ! ! ! [
6260762 παππα
; παιδίον Κράτεια . [ τίς ] καλεῖ με ; πάππα ⌊ χαῖρε πολλὰ φίλτατε [ ] ⌊ ἔχω ⌋
τάλαινα ? τῆς ἐμῆς ἐγὼ τύχης : ὡς οἰκτρά , πάππα φίλτατε , πεπόνθαμεν . τέθνηκε . ὑφ ' οὗ
6252637 πολυμητις
εἰς ΙΣ βαρύτονα καὶ ἐν τῇ συνθέσει βαρύνονται : μῆτις πολύμητις , ἴδρις ἄϊδρις , πόλις φιλόπολις , χάρις εὔχαρις
ἐέλδεται ἔμμεναι υἷα . ” τὴν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς : “ ναὶ δὴ ταῦτά γε πάντα ,
6241084 λισσομενος
γὰρ ἂν πλάξιππος Οἰνεὺς παῦσεν καλυκοστεφάνου σεμνᾶς χόλον Ἀρτέμιδος λευκωλένου λισσόμενος πολέων τ ' αἰγῶν θυσίαισι πατὴρ καὶ βοῶν φοινικονώτων
ἄρ ' ὀξὺ νόησε περικλυτὸς Αἴσονος υἱός , καὶ τότε λισσόμενος θυμὸν κατερήτυ ' ἑκάστου . Αὐτὰρ ἐπεί τ '
6235667 καλεειν
δῶκε , σιδηρίτην νημερτέα : τόν ῥα βροτοῖσιν ἥνδανεν ἄλλοισιν καλέειν ἔμψυχον ὀρείτην , γυρόν , ὑπότρηχυν , στιβαρόν ,
φορῆναι . [ σπεύδεο ] νῦν , στρατίαρχε , σέθεν καλέειν ναετῆρας . [ ! ! ! ! ! ]
6197233 χαιροις
, καὶ σκευασία μὴ μί ' ᾖ τῆς μουσικῆς . χαίροις , Ὑψιπύλη φίλη . τοὺς ἐμοὺς πλέκω κορύμβους .
βροτοβάμων : τῇ σύριγγι , ὦ Πάν , τὴν ψυχὴν χαίροις . βροτοβάμονα δὲ εἴρηκε τὸν Πᾶνα ὡς πετροβάτην ἀπὸ
6186149 Ἰησονα
ἀφ ' αἵματος εὐχετόωντο ἔμμεναι , ὧς δὲ καὶ αὐτὸν Ἰήσονα γείνατο μήτηρ Ἀλκιμέδη Κλυμένης Μινυηίδος ἐκγεγαυῖα . Αὐτὰρ ἐπεὶ
ἀπορέοντι τὴν ἐξαγωγὴν λόγος ἐστὶ φανῆναι Τρίτωνα καὶ κελεύειν τὸν Ἰήσονα ἑωυτῷ δοῦναι τὸν τρίποδα , φάμενόν σφι καὶ τὸν
6183112 γραπτον
που : λιθάργυρος δ ' ὄλπη παρῃωρεῖτο χρίσματος πλεκτὸν Σπαρτιάτην γραπτὸν κύρβιν . τὸν γὰρ λευκὸν ἱμάντα ἐξ οὗ ἡ
' ὃν ἐφονεύθη ὁ Αἴας , ἀνεδόθη βοτάνη καὶ εἶχε γραπτὸν τὸ αἲ αἴ . τὸν ὑάκινθον τὸ αἷμα τοῦ
6182952 λυρην
Ἑρμεία , σπεύσειας , ἀοιδοπόλῳ δ ' ἐπαρήγοις ἑπτάτονον χείρεσσι λύρην πολυηχέα κρούων , τὴν αὐτὸς τὰ πρῶτα κάμες παρὰ
τῶι Χρυσῶι ἐμῶν φρενῶν μὲν αὔραις φέρειν ἔδωκα λύπας , λύρην δ ' ἑλὼν ἀείδω ἐρωτικὰς ἀοιδάς . πάλιν δ
6181785 Ἀλκινοε
* . Ἀριδείκετος : ὁ ἄγαν ἐμφανής : Ὅμηρος : Ἀλκίνοε , πάντων ἀριδείκετε ἀνδρῶν . παρὰ τὸ δείκω ῥῆμα
” τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς : “ Ἀλκίνοε κρεῖον , πάντων ἀριδείκετε λαῶν , ὥρη μὲν πολέων
6179371 Ἀχιλευ
γενομένης ἔνδον ὁ αὐλητὴς ᾄσῃ . . . Φθιῶτ ' Ἀχιλεῦ : Εὐριπίδης ἐστὶ τὰ Αἰσχύλου λέγων . ἔστι δὲ
. Τὸν δὲ βαρὺ στενάχων προσέφης Πατρόκλεες ἱππεῦ : ὦ Ἀχιλεῦ Πηλῆος υἱὲ μέγα φέρτατ ' Ἀχαιῶν μὴ νεμέσα :
6177590 ἠμειβετο
ἐκτίνειν τροφεῖα τοκεῦσιν , ἡ δὲ ἅμα τε ἐγεγόνει καὶ ἠμείβετο τὴν τεκοῦσαν ἐν καιρῷ μάλιστα δὴ δεομένῳ βοηθοῦ .
ἀντιάασθαι . Ὣς φάτο : τὸν δ ' ἑτέρωθε γέρων ἠμείβετο μύθῳ : Ὦ Μέμνον , τὰ μὲν ἄρ που
6176296 πενθεϊ
τῷ τύμβῳ ἑωυτόν . Κροῖσος δὲ ἐπὶ δύο ἔτεα ἐν πένθεϊ μεγάλῳ κατῆστο τοῦ παιδὸς ἐστερημένος : μετὰ δὲ ἡ
οὕνεκ ' ἔοικε γυναικὶ πολυστόνῳ ἥ τ ' ἐπὶ λυγρῷ πένθεϊ μυρομένη μάλα μυρία δάκρυα χεύει : καὶ τὸ μὲν
6169024 ξεινε
. καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ τὸ ὅμοιον : Ζεύς τοι δοίη ξεῖνε , ὅττι μάλιστ ' ἐθέλεις : ὣς ἄρ '
, κούρην Διὸς αἰγιόχοιο : “ εὔχεο νῦν , ὦ ξεῖνε , Ποσειδάωνι ἄνακτι : τοῦ γὰρ καὶ δαίτης ἠντήσατε
6155630 ἰδηαι
κ ' ἐθέλῃσθα . Οὔθατα γὰρ μήλων ὅτε κεν μινύθοντα ἴδηαι , πῶς ἔρξεις , φίλε τέκνον , ἐπὴν ἐρίφοισι
βοὴν ἀγαθὸν Μενέλαον : σκέπτεο νῦν Μενέλαε διοτρεφὲς αἴ κεν ἴδηαι ζωὸν ἔτ ' Ἀντίλοχον μεγαθύμου Νέστορος υἱόν , ὄτρυνον
6152192 κεχαρισμενε
ἄρα κλαίουσα γυνὴ ἐϊκυῖα θεῇσι : Πάτροκλέ μοι δειλῇ πλεῖστον κεχαρισμένε θυμῷ ζωὸν μέν σε ἔλειπον ἐγὼ κλισίηθεν ἰοῦσα ,
λιτάζομε , φῶς τὸ θανόντων . Ἀσχάνδιε πάτερ , τὠμῷ κεχαρισμένε θυμῷ , Σὺν μητρὶ γλυκερῇ καὶ ἀδελφειοῖσιν ἐμοῖσιν ,
6149069 προσεφη
, δέγμενος ὁππότε ναῦφιν ἀφορμηθεῖεν Ἀχαιοί : τῷ μιν ἐεισαμένη προσέφη πόδας ὠκέα Ἶρις : ὦ γέρον αἰεί τοι μῦθοι
δέμας καὶ εἶδος ἐρίζειν . ” τὴν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς : “ πότνα θεά , μή μοι
6147581 ἀκουεις
γέρων ὤν . ὦ Ζεῦ πολυτίμητ ' , ἆρ ' ἀκούεις ἅ με λέγει ὁ πανοῦργος υἱός ; ἀτράφαξυν ἕψους
, χρυσὸν , ὁ δὲ ἄργυρος τὸν ἄργυρον . Οὐκ ἀκούεις τὸν ἀρχαιότατον λέγοντα : Ὁ σπείρων σῖτον , σῖτον
6137904 περιφρονα
γνώσῃ διδαχθεὶς ὀψὲ γοῦν τὸ σωφρονεῖν . μεγαλόμητις εἶ , περίφρονα δ ' ἔλακες , ὥσπερ οὖν φονολιβεῖ τύχᾳ φρὴν
Ἀνθιέων : ἀνθιῶν ὡς κοχλιῶν , καὶ ἰωνικῶς ἀνθιέων . περίφρονα : συνετήν . πεύθεο : μάνθανε , ἄκουε ,
6134375 πιφαυσκεο
δινήεντα μάχῃ ἠΐσκομεν εἶναι : ἀλλ ' ἐπάμυνε τάχιστα , πιφαύσκεο δὲ φλόγα πολλήν . αὐτὰρ ἐγὼ Ζεφύροιο καὶ ἀργεστᾶο
αὐτό , φησί , τὸ φυτὸν μικρόν ἐστι . * πιφαύσκεο : γίνωσκε ἐμφάνιζεο [ ] ἀγχούσῃ προσέοικεν : ἤτοι
6118174 φιλταθ
ἀρσένων νόσον ταύτην νοσοῦμεν , ἀλλὰ προύστημεν καλῶς . ὦ φίλταθ ' Ἕκτορ , ἀλλ ' ἐγὼ τὴν σὴν χάριν
. ιγʹ αἰεὶ σφῷν κλέος ἔσσεται κατ ' αἶαν , φίλταθ ' Ἁρμόδιε καὶ Ἀριστόγειτον , ὅτι τὸν τύραννον κτανέτην
6114674 ὁροω
δὲ τὴν τάξιν , “ νῦν δὲ φίλως χ ' ὁρόω καὶ εἰ δέκα πύργοι Ἀχαιῶν , ” καὶ ἐπιρρηματικῶς
καλουμένας Σηστὸν καὶ Ἄβυδον . καὶ Ὅμηρος „ ἄνδρ ' ὁρόω κρατερὼ ἐπὶ σοὶ μεμαῶτε μάχεσθαι , / ἶν '
6108086 φαιδιμ
ἀΰτει : ἦ δή που μάλ ' ἔολπας ἐνὶ φρεσὶ φαίδιμ ' Ἀχιλλεῦ ἤματι τῷδε πόλιν πέρσειν Τρώων ἀγερώχων νηπύτι
παρ ' Ὁμήρῳ ὁ Τειρεσίας : νόστον δίζηαι μελιηδέα , φαίδιμ ' Ὀδυσσεῦ . . : τῆς Ἰναχείας ] Διὰ
6105053 δαϊφρονος
' ὥρμισαν : αὐτὰρ ἔπειτα βάν ῥ ' ἴμεν Ἀλκινόοιο δαΐφρονος ἐς μέγα δῶμα . πλῆντο δ ' ἄρ '
' ἐπεύξατο δῖος Ὀδυσσεύς : ὦ Σῶχ ' Ἱππάσου υἱὲ δαΐφρονος ἱπποδάμοιο φθῆ σε τέλος θανάτοιο κιχήμενον , οὐδ '
6102695 ἠμειβετ
: καλέει Ζεὺς ἄφθιτα μήδεα εἰδώς . τὴν δ ' ἠμείβετ ' ἔπειτα θεὰ Θέτις ἀργυρόπεζα : τίπτέ με κεῖνος
αὐτός τε μένω καὶ λαὸν ἐρύκω . Τὸν δ ' ἠμείβετ ' ἔπειτα γέρων Πρίαμος θεοειδής : εἰ μὲν δή
6098501 οπερ
] κο [ ] μουοι ? [ ! ] ? οπερ ? ? [ ] ! σ καταφερομ [ !
! ! ! ! ! ! ! ! ! ] οπερ ? [ ! ! ! ! ! ! !
6096429 Μαχαονα
περὶ Μαχάονος ὑπὸ Ἀγαμέμνονος εἰρημένα Ταλθύβι ' , ὅττι τάχιστα Μαχάονα δεῦρο κάλεσσον φῶτ ' Ἀσκληπιοῦ υἱόν , ὡς ἂν
δῖοι Ἀχαιοὶ εἰ μὴ Ἀλέξανδρος Ἑλένης πόσις ἠϋκόμοιο παῦσεν ἀριστεύοντα Μαχάονα ποιμένα λαῶν , ἰῷ τριγλώχινι βαλὼν κατὰ δεξιὸν ὦμον
6094142 κευθει
πέρι δή τι καὶ οὐ φατὸν οἷον ἔρωτα οἰκείης θαλάμης κεύθει φρεσίν , οὐδέ ποτ ' αὐτῆς λείπεθ ' ἑκών
μέγαν . Θαλάμης : φωλεοῦ , κοίτης , φωλεᾶς . κεύθει : κεύθω τὸ κρύπτω , ἐτυμολογεῖται ἀπὸ τοῦ χάζω
6080955 ἀγανοισιν
' , ὡς κέν μιν ἀρεσσάμενοι πεπίθοιμεν δώροισίν τ ' ἀγανοῖσιν ἔπεσσί τε μειλιχίοισιν . καὶ πείθεται τούτοις ὁ Ἀγαμέμνων
δ ' αἶψα πορεῖν , αὐτοσχεδόν . ἡ δ ' ἀγανοῖσιν ἀντομένη μύθοισιν ἐπειρύσσασα παρειάς κύσσε ποτισχομένη , καὶ ἀμείβετο
6073617 Χειλωνος
Ἐκκελὼ ἀδελφαὶ Ὀκκέλω καὶ Ὀκκίλω τῶν Λευκανῶν , Χειλωνὶς θυγάτηρ Χείλωνος τοῦ Λακεδαιμονίου , Κρατησίκλεια Λάκαινα γυνὴ Κλεάνορος τοῦ Λακεδαιμονίου
ἀδελφή , Ὀκκελὼ καὶ Ἐκκελὼ τὼ Λευκανώ , Χειλωνὶς θυγάτηρ Χείλωνος τοῦ Λακεδαιμονίου , Κρατησίκλεια Λάκαινα γυνὴ Κλεάνορος τοῦ Λακεδαιμονίου
6061395 δαιμονιη
πρώτης ἱέμενος καμπῆς σκολιοῖο Δράκοντος . Τοῦ δ ' ἄρα δαιμονίη προκυλίνδεται οὐ μάλα πολλὴ νυκτὶ φαεινομένη παμμήνιδι Κασσιέπεια :
. . . ] . . . . . . δαιμονίη , τί νύ σε Πρίαμος Πριάμοιό τε παῖδες τόσσα
6059453 Πηνελοπεια
ὄφρ ' ἐῢ εἰδῶ , ἢ ἤδη σάφα οἶδε περίφρων Πηνελόπεια νοστήσαντά σε δεῦρ ' , ἦ ἄγγελον ὀτρύνωμεν .
ὀλέθρῳ . ” τὴν δ ' ἠμείβετ ' ἔπειτα περίφρων Πηνελόπεια : “ μαῖα φίλη , χαλεπόν σε θεῶν αἰειγενετάων
6054391 διογενες
, ὁ δέ μ ' αὐτίκ ' ἀμειβόμενος προσέειπε : διογενὲς Λαερτιάδη , πολυμήχαν ' Ὀδυσσεῦ , οὔτ ' ἐμέ
, αἶψα δ ' Ὀδυσσῆα προσεφώνεεν ἐγγὺς ἐόντα : “ διογενὲς Λαερτιάδη , πολυμήχαν ' Ὀδυσσεῦ , κεῖνος δὴ αὖτ
6052808 πεφαται
, παράγωγον τῶν εἰς μι φημὶ φήσω πέφηκα πέφαμαι πέφασαι πέφαται . ἢ πέφαται καὶ ἔπειτα πεφάσεται . . .
ὀργὴν ἴσχε Φιλοστράτου , ὃς Κλεοπάτρᾳ νῦν προσομιλήσας τοῖος ἰδεῖν πέφαται . Ϛʹ . Καὶ Θεόμνηστον δὲ τὸν Ναυκρατίτην ἐπιδήλως
6051813 Τυδεϊδη
ἀγλαὸς υἱός , αἶψα δὲ Τυδεΐδην ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : Τυδεΐδη Διόμηδες ἐμῷ κεχαρισμένε θυμῷ , ἄνδρ ' ὁρόω κρατερὼ
ἱπποδάμοιο . τοῖσι δ ' ἀνιστάμενος μετεφώνεεν ἱππότα Νέστωρ : Τυδεΐδη περὶ μὲν πολέμῳ ἔνι καρτερός ἐσσι , καὶ βουλῇ
6050693 Μενελαε
ἡ τοῦ Πρωτέως θυγάτηρ ἐν Φάρῳ φησὶ πρὸς αὐτόν : Μενέλαε , εἴπερ βούλει μαθεῖν τὸ περὶ σὲ πᾶν ,
Ὣς φάμενον προσέειπεν ἐυμμελίης Ἀγαμέμνων : Μὴ νῦν , ὦ Μενέλαε , μέγ ' ἀχνύμενος περὶ θυμῷ σκύζεο μητιόωντι Κεφαλλήνων
6049307 Ἀφροδιταν
οὐρανίαν ἀείδομεν , τὰν ἐρώτων πότνιαν , τὰν παρθένοις γαμήλιον Ἀφροδίταν . πότνια , σοὶ τάδ ' ἐγὼ νυμφεῖ '
κοινὰν τεκέων τύχαν οἴκοισι φυτεύσας δεσποίναι : πρὸς δ ' Ἀφροδίταν ἄλλαν θέμενος χάριν νόθου παιδὸς ἔκυρσεν . κλεινήν ,
6045954 ἐλεησε
ˈ εἰ μή τίς με θεῶν ὀλοφύρατο καί μ ' ἐλέησε , ˈ Πρωτέος ἰφθίμου θυγάτηρ ἁλίοιο γέροντος , ˈ
λάθον εὐρύοπα Ζῆν ἐς πεδίον προφανέντε : ἰδὼν δ ' ἐλέησε γέροντα , αἶψα δ ' ἄρ ' Ἑρμείαν υἱὸν
6034935 Ἀθηναιην
, τῇ αὐθιγενέϊ θεῷ λέγουσαι τὰ πάτρια ἀποτελέειν , τὴν Ἀθηναίην καλέομεν : τὰς δὲ ἀποθνῃσκούσας τῶν παρθένων ἐκ τῶν
Οὐδ ' ἀλαοσκοπιὴν εἶχ ' ἀργυρότοξος Ἀπόλλων ὡς ἴδ ' Ἀθηναίην μετὰ Τυδέος υἱὸν ἕπουσαν : τῇ κοτέων Τρώων κατεδύσετο
6028938 ἀκριτομυθε
. ” ἀκράαντα ἀτελείωτα : “ αὕτως ἀκράαντον . ” ἀκριτόμυθε ἄκριτα καὶ ἀδιάστατα λαλῶν : “ Θερσῖτ ' ἀκριτόμυθε
γὰρ νῦν ὁ ὀξύς . καὶ Ὅμηρος : Θερσῖτ ' ἀκριτόμυθε , λιγύς περ ἐὼν ἀγορητής , ἴσχεο . οὐ
6027606 ϝοι
ἐςίδων , τὸν παμβασίληα πρὶν αὐγὰς ἀελίω χαίρην εἶπέ [ ϝοι ] ὠς δύνοτον : Τίταν δ ' ὄττ '
. γὰρ σέπτα [ ] μόρφα βασιλήιδος , [ αἴ ϝοι ἐλθοίσαι [ ] [ γ ' αὔται ] θήιον
6026413 εὐπατερεια
, χαριδῶτι , φαινομένη , ἀφανής , ἐρατοπλόκαμ ' , εὐπατέρεια , νυμφιδία σύνδαιτι θεῶν , σκηπτοῦχε , λύκαινα ,
ῥά ποτ ' Ὠκυρόην νύμφην , περικαλλέα κούρην , Χησιὰς εὐπατέρεια τέκεν φιλότητι μιγεῖσα , Ὠκυρόην , ᾗ κάλλος ἀμήχανον
6024386 παρθεν
[ [ ] ! ομαιαστ [ [ ] ηρος ? παρθεν [ [ ] αιθερος ! [ ! ] !
] λοχαντι ? [ ! ] ! ? ? ? παρθεν ? ? ? [ πρὶν ἐπικλλατααι [ ! ]
6017782 Τελαμωνιε
τόδ ' ἐπεὶ Πριάμου μέγας ἀντίδικος Μενέλαος ἄναξ καὶ τὸ Τελαμώνιε παῖ τῆς ἀμφιρύτου Σαλαμῖνος ἐν Αἴαντι Σοφοκλέους καὶ ἐν
υἱόν ? [ : ] [ Αἶαν διογενές , ] Τελαμώνιε ? , κοίρανε λαῶν , [ ἅμα ] καὶ
6017645 ἁζεο
, τὸ δ ' Ἔρωτος ἐμὲ φλέγει ἐνδόμυχον πῦρ . ἅζεο πῦρ , κραδίη , μὴ δείδιθι νήχυτον ὕδωρ .
ἐκ τοῦ τὸν Ἀλκμᾶνα εἰπεῖν : ἀγίσδεο : ἀντὶ τοῦ ἅζεο ἀγίσδεο εἶπεν , . , + . , +
6012175 ἀμπελουργε
ἡλίῳ ἀνίσχοντι καὶ τεύξει οὗ βούλει . Πείθομαί σοι , ἀμπελουργέ , καὶ οὕτως ἔσται : πλεύσαιμι δὲ μήπω ,
ἤρατο κοὐ πέσε Τροία . Δαιμονίως γε ὁ Ἀχιλλεύς , ἀμπελουργέ , καὶ ἐπαξίως ἑαυτοῦ τε καὶ τοῦ Ὁμήρου .
6011435 ἀπαμειβομενος
φιλότητα μετ ' ἀμφοτέροισι τίθησθα ; ” τὴν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη νεφεληγερέτα Ζεύς : “ τέκνον ἐμόν , τί
οἱ τόσον ὠδύσαο , Ζεῦ ; ” τὴν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη νεφεληγερέτα Ζεύς : “ τέκνον ἐμόν , ποῖόν
6008446 ἐρεεινεις
ποτὶ κλόνον αἱματόεντα ἐχθρὸς ἐὼν ὡς εἴ τε φίλα φρονέων ἐρεείνεις εἰπέμεναι γενεήν , ἥν περ μάλα πολλοὶ ἴσασιν ;
φέρτεροί εἰσιν . ἵπποι δ ' οἷδε γεραιὲ νεήλυδες οὓς ἐρεείνεις Θρηΐκιοι : τὸν δέ σφιν ἄνακτ ' ἀγαθὸς Διομήδης
6004178 ἐκφατο
, ὅπως παρεόντας ἴδοντο . τοῖσιν δ ' Αἰσονίδης τετιημένος ἔκφατο μῦθον : “ Ὦ φίλοι , Αἰήταο ἀπηνέος ἄμμι
πορφυρέαις ἑλίκεσσιν ἐναίσιμον ἀίσσουσαν : αἶψα δ ' ἀπηλεγέως νόον ἔκφατο Λητοΐδαο : “ Ὑμῖν μὲν δὴ μοῖρα θεῶν χρειώ
6002864 ἀθανατω
πόλεμον περὶ τόνδε φυγόντες αἰεὶ δὴ μέλλοιμεν ἀγήρω τ ' ἀθανάτω τε ἔσσεσθ ' , οὔτε κεν αὐτὸς ἐνὶ πρώτοισι
: τὺ δ ' , ὦ μάκαιρα , μειδιάσαις ' ἀθανάτω προσώπω ἤρε ' , ὄττι δἦν τὸ πέπονθα κὤττι
6001835 μεγαροισι
μνηστῆρας : τῶ κέ σφεων γούνατ ' ἔλυσα πολλῶν ἐν μεγάροισι , σὺ δὲ φρένας ἔνδον ἐγήθεις . ” ὣς
ἐπῄνει τὸν Ὅμηρον πρὸ ἁπάντων σκοπεῖν ἀξιοῦντα ὅττι τοι ἐν μεγάροισι κακόν τ ' ἀγαθόν τε τέτυκται : ἐπὶ δὲ
6001454 ἀδελφε
ἀγνοεῖ δοκῶν ἐπίστασθαι : οἷον αἴνιγμα μέν ἐστι τό : ἀδελφὲ ἐμὲ καὶ ὑιὲ τῆς ἐμῆς γυναικὸς ἄπελθε καὶ εἰπὲ
Ἁβραὰμ καὶ εἶπεν αὐτῷ : Ἐλθέ , ἔγγισόν μοι , ἀδελφὲ , καὶ καθέζου ὀλίγην ὥραν ἵνα προστάξω ἐνεχθῆναι ζῶον
5999353 Αἰητη
Αἰσονίδαο , μειλιχίως προσέειπεν , ἐπεὶ προγενέστερος ἦεν : “ Αἰήτη , κείνην μὲν ἄφαρ διέχευαν ἄελλαι ζαχρηεῖς , αὐτοὺς
: ἀπὸ κοινοῦ τὸ ἔολπα . σχέο μοι : ὦ Αἰήτη , ἐπίσχες ἢ ἀνάσχου μοι περὶ τούτου τοῦ στόλου
5985977 κτα
! ] φέλικτος ? ] ? ? ἰχθύβοτος [ ] κτα ? ? ! ! ! ! ! ! !
ἀστυφέλικτος ? ? [ ] ? ? ἰχθύβοτος [ ] κτα ? ? ! ! ! ! ! ! !
5982849 ϲαυτωι
? ? , λογιϲμὸν ὧν μέλλειϲ διοικεῖν [ πραγμάτων ] ϲαυτῶι [ ] δόϲ , ἐν ὀλίγοιϲ δὲ καὶ μὴ
βίον . ϲὺ δὲ δὴ τί ϲύννουϲ κατὰ μόναϲ ⌋ ϲαυτῶι λαλεῖϲ | δοκεῖϲ τε παρέχειν | ἔμφαϲιν λυπουμένου ;
5980132 Παλλαδα
ἀθλίαν . Ἔτι γὰρ σὺ τὴ μάστιγαν ἐπιτυμεῖς λαβεῖν ; Παλλάδα τὴν φιλόχορον ἐμοὶ δεῦρο καλεῖν νόμος εἰς χορόν ,
ἀπό τινος τῶν ᾀσμάτων τηλέπορόν τι βόαμα λύρας . ἢ Παλλάδα : ἀρχὴ ᾄσματος Στησιχόρου , ὡς Ἐρατοσθένης φησίν .
5976647 παρπεπιθοντες
τῶν τροχαζόντων : ὁ γὰρ παρελθὼν τὸν τροχάζοντα νικᾷ . παρπεπιθόντες παραπείσαντες . παχνοῦται πήσσεται . πάσσονα παχύτερον ἢ πλατύτερον
Μουσῶν ἐπ ' Ἀχιλλεῖ θρῆνος . . Ψ . σπουδῇ παρπεπιθόντες Ὀδυσσῆα . † ) μόγις . . . .
5976416 προσελεξατο
, ἠδὲ καὶ ἶσα [ ] ερον ἄλλο . [ προσελέξατο ] ? [ : ] εἶπε δὲ τοῖα :
, ἐπεὶ μέγα φαίνετο ἔργον . ὀψὲ δ ' ἀμειβόμενος προσελέξατο κερδαλέοισι : “ Αἰήτη , μάλα τοί με δίκῃ
5976406 παντοιοισι
φέρειν καὶ ὅσοι ἄλλοι καρποὶ πλὴν ἐλαίης , παραδείσοις τε παντοίοισι τεθηλέναι καὶ ποταμοῖσι καθαροῖσι διαρρέεσθαι καὶ λίμνῃσι , καὶ
ἄντην ἤθελ ' , ἐπεὶ μάλα πολλὸν ἐνίκα δῖος Ὀδυσσεὺς παντοίοισι δόλοισι , πατὴρ τεός , εἰ ἐτεόν γε κείνου
5972305 φιληρετμοισι
Ὀδυσῆ ' ἀσπαστὸν ἔδυ φάος ἠελίοιο . αἶψα δὲ Φαιήκεσσι φιληρέτμοισι μετηύδα , Ἀλκινόῳ δὲ μάλιστα πιφαυσκόμενος φάτο μῦθον :
. φιτρῶν κορμῶν . καὶ ἔστι παρὰ τὸ φύεσθαι . φιληρέτμοισι ἀπὸ μέρους φιλοναύταις . φίλος ἀντὶ τῆς κλητικῆς εἴωθε
5968519 ἀρτιωϲ
θετο ? ? ? ἐνθύμιόν μοι ⌋ τοῦτο γέγονεν ⌊ ἀρτίωϲ ! [ ! ] ! ! [ ! !
ὑδαρεῖ ? ? [ ] ! ! [ ] νπερ ἀρτίωϲ τρ ! [ ! ] ! [ ] κεράϲαϲ
5967797 Κρονιδη
τὸ πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε καὶ ὦ πάτερ ἡμέτερε Κρονίδη , ὕπατε κρειόντων . τὸ χρῆμα τῶν νυκτῶν :
Ζεὺς πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε καὶ ὦ πάτερ ἡμέτερε Κρονίδη , ὕπατε κρειόντων . καὶ αὐτὸς μὲν ὁ Ζεύς
5966737 προσεννεπεν
ἀντομένην Ἥρην ἕθεν εἰσορόωσα , καί μιν ἔπειτ ' ἀγανοῖσι προσέννεπεν ἥγ ' ἐπέεσσιν : “ Πότνα θεά , οὔ
δὲ θεῶν καὶ νεῖκος ἰδὼν καὶ παῖδα καλέσσας τοῖον ὑφεδρήσσοντα προσέννεπεν Ἑρμάωνα : εἴ τινά που Ξάνθοιο παρ ' Ἰδαίοιο
5963229 τεθνειωτι
γῆρας , οὔτε ποιητάων ἀδαήμων οὔτε θεάτρων , ᾧ καὶ τεθνειῶτι λαλεῖν πόρε Περσεφόνεια . πολλοὶ δὲ παρῳδῶν ποιηταὶ γεγόνασιν
γῆρας , οὔτε ποιητάων ἀδαήμων οὔτε θεάτρων , ᾧ καὶ τεθνειῶτι λαλεῖν πόρε Φερσεφόνεια . σὺ δὲ καὶ ζῶν ,
5962274 εφη
[ ] νομονα ? ? ? ? [ [ ] εφη [ . . . κἀγὼ μὲν ἄτεκνος ἐγενόμην κείνης
] μα προς ? [ αυ ] τον ο μισητος εφη εγω τι [ ] ως απολεισθε [ ] εν
5960300 Πατροκλεις
τὴν μεγάλην . ἄλκαρ ἀλέξημα : “ οὐκ ἔτι διογενὲς Πατρόκλεις ἄλκαρ Ἀχαιῶν ἔσσεται . ” ἀλεξάνεμον τὴν ἀπαλέξουσαν τὸν
' ἀγεννῶς δακρύοντι ὀνειδίζει μετὰ ἐναργοῦς ὁμοιώσεως τίπτε δεδάκρυσαι , Πατρόκλεις , ἠύτε κούρη νηπίη ; Ἐτόλμησε δὲ καὶ τοῖς
5959039 ἀνωγα
ξένῳ γένωμαι τῷδε χειρωθεὶς βίᾳ ; ἴθ ' , ὡς ἄνωγα , σὺν τάχει . Τοῦτον δ ' ἐγώ ,
, πάρος κακότητι πελάσσαι : ὁπλοτέρῃσι δὲ πάγχυ τάδε φράζεσθαι ἄνωγα . νῦν γὰρ δὴ παρὰ ποσσὶν ἐπήβολός ἐστ '
5958713 Ἡβη
χρυσάμπυκας ἔντυεν ἵππους Ἥρη πρέσβα θεὰ θυγάτηρ μεγάλοιο Κρόνοιο : Ἥβη δ ' ἀμφ ' ὀχέεσσι θοῶς βάλε καμπύλα κύκλα
ὧν εὐφρανθῆναι σημαίνει . Ὀσφύος τὸ μέσον κέρδος σημαίνει . Ἥβη πάλλουσα ἀγαθὰ παρά τινος σημαίνει . Βουβὼν εὐώνυμος πορισμὸν
5957786 φαγρον
δὲ Μακηδονίῃ τε καὶ Ἀμβρακίῃ μάλα πολλαί . Σειρίου ἀντέλλοντος φάγρον Δήλῳ τ ' Εἰρετρίῃ τε κατ ' εὐλιμένους ἁλὸς
λαβεῖν λελιημένος ἰχθὺν ἠὲ μέγαν συνόδοντα ἢ ἀρνευτὴν ἵππουρον ἠὲ φάγρον λοφίην , ὁτὲ δ ' ἀγρόμενον σκιαδῆα . ΣΥΑΓΡΙΔΕΣ
5952373 ὑποδμηθεισα
' ἔτεκ ' ἐν μεγάροις Ἀσκληπιὸν ὄρχαμον ἀνδρῶν , Φοίβῳ ὑποδμηθεῖσα , ἐϋπλόκαμόν τ ' Ἐριῶπιν . καὶ Ἀρσινόης ὁμοίως
: ἣ δή οἱ Μήδειαν ἐύσφυρον ἐν φιλότητι γείναθ ' ὑποδμηθεῖσα διὰ χρυσῆν Ἀφροδίτην . ὑμεῖς μὲν νῦν χαίρετ '
5952356 γυαλοισιν
, ἥ ποτε μαστεύουσα πολυπλάγκτωι ἐν ἀνίηι νηστείαν κατέπαυσας Ἐλευσῖνος γυάλοισιν ἦλθές τ ' εἰς Ἀίδην πρὸς ἀγαυὴν Περσεφόνειαν ἁγνὸν
σωρῖτι , ἀλωαία , χλοόκαρπε , ἣ ναίεις ἁγνοῖσιν Ἐλευσῖνος γυάλοισιν , ἱμερόεσς ' , ἐρατή , θνητῶν θρέπτειρα προπάντων
5949992 μυθησαιμην
, ἀντὶ τοῦ εὐθείας ποίει , σύ . Ἐγὼ δὲ μυθησαίμην ἂν τῷ Πέρσῃ , ἀντὶ τοῦ παραινέσαιμι . ΕΤΗΤΥΜΑ
' ἴθυνε θέμιστας τύνη : ἐγὼ δέ κε Πέρσῃ ἐτήτυμα μυθησαίμην . Οὐκ ἄρα μοῦνον ἔην Ἐρίδων γένος , ἀλλ
5945483 διακτορε
[ ] ὅτι ἀγαθὴν ? σημαίνει . Ἑρμῆ Μαιάδος υἱὲ διάκτορε δῶτορ ἐάων ? . δηλοῖ δὲ καὶ ἐν τῶιδε
Τορωναίων εἵλκυσαν ἐς λιμένα . Καλλίστρατός σοι , Ζηνὸς ὦ διάκτορε , ἔθηκε μορφῆς ξυνὸν ἥλικος τύπον : Κηφισιεὺς ὁ
5944033 ὑποδμηθεις
ἀθανάτοις τε θεοῖσι τοὶ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχουσι , γείναθ ' ὑποδμηθεῖς ' Ὑπερίονος ἐν φιλότητι . Κρείῳ δ ' Εὐρυβίη
θ ' , ἣ πάντεσσιν ἐπιχθονίοισι φαείνει , γείναθ ' ὑποδμηθεῖς ' Ὑπερίονος ἐν φιλότητι . οἱ δὲ αὐτὸ ἐπιθετικῶς
5942274 ἀμειβετο
τι αἱρήσεσθε ; Ἀρισταγόρης μὲν ταῦτα ἔλεξε , Κλεομένης δὲ ἀμείβετο τοῖσδε : Ὦ ξεῖνε Μιλήσιε , ἀναβάλλομαί τοι ἐς
γυναῖκας . Ὁ μὲν δὴ τοιαῦτα ἔλεγε , ἡ δὲ ἀμείβετο τοῖσδε : Ὦ παῖ , ἐπείτε με λιτῇσι μετέρχεαι
5940040 ἀλοχῳ
γάρ τοι χθιζὸς ἐμυθεόμην ἐνὶ οἴκῳ σοί τε καὶ ἰφθίμῃ ἀλόχῳ : ἐχθρὸν δέ μοί ἐστιν αὖτις ἀριζήλως εἰρημένα μυθολογεύειν
κάτ ' [ εἰς Κόρινθον ] οὐ Μαγνησίαν ναῖεν : ἀλόχῳ δὲ Κολχίδι συνάστεος θράνου Λεχαίου τ ' ἄνασσε :
5940010 ἀνακτ
δοκῶν φορμὸν πλέκειν [ ] . ἀμφί μοι αὖτιϲ [ ἄνακτ ' ] . εἶτα μονῳδεῖν ἐκ Μηδείαϲ καὶ τἀξ
μὲν ἦν πάροιθεν ἐσχάρας Διὸς καθάρσι ' οἴκων , γῆς ἄνακτ ' ἐπεὶ κτανὼν ἐξέβαλε τῶνδε δωμάτων Ἡρακλέης : χορὸς
5939614 ἐμπεδοι
χρησομένους Θηβαίου Τειρεσίαο , μάντιος ἀλαοῦ , τοῦ τε φρένες ἔμπεδοί εἰσι : τῷ καὶ τεθνηῶτι νόον πόρε Περσεφόνεια οἴῳ
περ ἀμύνει οἷ αὐτῷ , οὐ γάρ οἱ ἔτ ' ἔμπεδοί εἰσιν ὀδόντες οὐδὲ βίη , κρατερὸν δὲ χρόνῳ ἀμαθύνεται
5938597 Θαρρει
ὁ πατήρ , φησίν , ὁ Ποσειδῶν ἰάσεται σε . Θάρρει , ὦ τέκνον : ἀμυνοῦμαι γὰρ αὐτόν , ὡς
ἤδη ἀκροάσασθαι αὐτοῦ , μὴ καὶ λάθω τελέως ἀπολειφθείς . Θάρρει , ὦγαθέ . τὸ τήμερον γὰρ ἐκεχειρία ἐπήγγελται .
5935860 διοτρεφες
ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : “ ξείνω δή τινε τώδε , διοτρεφὲς ὦ Μενέλαε , ἄνδρε δύω , γενεῇ δὲ Διὸς
' ἀπαμειβόμενος προσέφη πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς : Φοῖνιξ ἄττα γεραιὲ διοτρεφὲς οὔ τί με ταύτης χρεὼ τιμῆς : φρονέω δὲ
5933692 διομαι
, τὴν ἐμὴν αἰδῶ μεθείς . δίομαι μὲν χαρίσασθαι , δίομαι δ ' ἀντία φάσθαι , λέξας δύσλεκτα φίλοισιν .
χαρίσασθαι ] τὰ πρὸς χάριν εἰπεῖν δέδια μέν σοι . δίομαι ] δέδια . ἀντία ] ἀληθεῦσαι : λυπηθήσῃ γάρ

Back