δὲ Φρύξος προσορμίσας λιμένι καὶ τελευτήσας τὸν βίον ἐκεῖ , Φρύξου λιμένα τοῦτον ἀπ ' αὐτοῦ καλεῖσθαι πεποίηκεν . αὐχένι
καλουμένου Καταγγίου , νῦν δὲ κατὰ παραφθορὰν Κατακίου . περὶ Φρύξου Λιμένος . περὶ ἄκρας Δέμβου καλουμένης . περὶ τοῦ
6570755 Φρυξος
Ἀθάμας # τοὺς ἰδίους παῖδας # ἐκλήθη Ἑλλήσποντος : ⌈ Φρύξος [ Φρῦξος ] # ⌈ σῴζεται . [ διασῴζεται
καὶ ἀπ ' ἐκείνης Ἑλλήσποντος κέκληται . ⌈ Φρῦξος [ Φρύξος ] δὲ ἐποχούμενος τῷ κριῷ εἰς τὴν τῶν Κόλχων
5474394 ὀρει
ὅλμῳ ἢ θυΐᾳ , καὶ πλείστην ποιήσας ἀνθρακιὰν ἐν τῷ ὄρει ἐν ᾧ διάγουσιν , ἀνέμου δηλαδὴ πνέοντος , ἐκ
γηλόφῳ ἕστηκεν ἢ πᾶσα ἐν πεδίῳ ἢ πῆ μὲν ἐν ὄρει πῆ δὲ ἐν πεδίῳ . ἂν μὲν τοίνυν πᾶσα
5258892 Καυκασῳ
ἤτοι οὖν ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ παραλλήλου εἰσὶ τοῖς πρὸς τῷ Καυκάσῳ Βακτρίοις ἢ ἐπί τινος πλησιάζοντος : εἴρηται γὰρ ὅτι
τις τοὺς τετρακισχιλίους σταδίους , αὐτά γε τὰ πρὸς τῷ Καυκάσῳ μέρη τῆς Βακτριανῆς ἔσται βορειότερα τῆς Ἰέρνης σταδίοις τρισχιλίοις
5205536 βασιλευσασης
, ἀπὸ Ἀδραστείας θυγατρὸς Μελίσσου , τοῦ Ἴδης τῆς πρῶτον βασιλευσάσης ἐν Τροίᾳ , ὡς Χάραξ Ἑλληνικῶν δευτέρᾳ . τὸ
ἀπὸ Ἀδραστείας θυγατρὸς Μελίσσου , τοῦ Ἴδης , τῆς πρῶτον βασιλευσάσης ἐν Τροίᾳ , ὡς Χάραξ Ἑλληνικῶν δευτέρᾳ . :
5150118 Ἰταλικων
συνήκμασαν γὰρ καὶ συνεπεξετάθησαν τοῖς Πυθαγορείοις : μέχρις οὖν τῶν Ἰταλικῶν ἐγένοντο . καὶ πάλιν χωρὶς ἐκείνων μονιμώτερον εἰρήκασι ,
ἀνεῖλε τὸν ἐπίβουλον τῆς παρθενίας : ὡς Ἀριστείδης ἐν τρίτῃ Ἰταλικῶν . . . . : Οὐαλερία Τουσκλαναρία κατὰ μῆνιν
5145411 ἐκληθη
ὁ τῇ βάσει λειπόμενος σκάζειν λέγεται . ὕστερον δ ' ἐκλήθη κατ ' εὐφημισμὸν ἀριστερὰ καὶ εὐώνυμος . Σκαιῇσι πύλῃσι
ἀπὸ Μουνύχου τινὸς βασιλέως τοῦ Παντακλέους . . . : ἐκλήθη δὲ Μουνυχία , ὥς φησιν ὁ Διόδωρος παραφέρων τὰ
5136595 καλουμενος
ᾀσεῖ δ ' ὥς ποκ ' ἔδεκτο : τὶς αἰπόλος καλούμενος Κομάταςταὐτὸν δέ ἐστιν εἰπεῖν Μενάλκαςτοῦ οἰκείου δεσπότου θρέμματα βόσκων
ἔτι δὲ καλλιώνυμον καὶ ἔλλοπας . περὶ τοῦ τίς ὁ καλούμενος ἱερὸς ἰχθὺς ὁ τὴν Τελχινικὴν ἱστορίαν συνθείς , εἴτε
5099512 Πελασγῳ
μέρος ἐστὶ χρησμοῦ , ὃν ἀνεῖλεν ὁ θεὸς Μελεῷ τῷ Πελασγῷ περὶ οἰκήσεως μαντευομένῳ . Μέμνηται τοῦ χρησμοῦ καὶ Μνασέας
οὕτως : θυσίας κοινῆς τοῖς Πελασγοῖς γινομένης ἀπαγγεῖλαί τινα τῷ Πελασγῷ ἄνδρα , ᾧ ὄνομα ἦν Πέλωρος , διότι ἐν
5088850 κεραυνωθεις
ἐξαστράπτοντα , ὃς πάλιν ἑτέραν συνῆψε τῷ Διὶ μάχην : κεραυνωθεὶς δὲ καὶ αὐτὸς ἐν Σικελίᾳ παρὰ τὴν Αἴτνην τῷ
ἡ πρότερον Λευκὴ ἀκτή λεγομένη καὶ πρὸ τούτου Ῥάμιθα . κεραυνωθεὶς γάρ τις ἐν αὐτῇ ποιμὴν ἔλεγε ” ῥαμάνθας „
5075477 ἁρματι
: ἡ διπλῆ ὅτι φαντασίαν ὁ τόπος ἔχει ὡς τετρώρῳ ἅρματι χρωμένων τῶν ἡρώων : καὶ γὰρ λέγει τὸν δ
Ἕλληνας ὄντα . τέλος τοῦ Θηβαίου Ἱέρωνος . Θήρωνι Ἀκραγαντίνῳ ἅρματι . . . Τῆς δευτέρας ᾠδῆς ἡ στροφὴ καὶ
5061175 Μεγαρευς
καὶ Ξενίας ὁ Ἀρκὰς [ στρατηγὸς ] καὶ Πασίων ὁ Μεγαρεὺς ἐμβάντες εἰς πλοῖον καὶ τὰ πλείστου ἄξια ἐνθέμενοι ἀπέπλευσαν
πρὸς γαστέρα νενευκότα , ἀγνοῶν ὅτι Μαίσων γέγονεν κωμῳδίας ὑποκριτὴς Μεγαρεὺς τὸ γένος , ὃς καὶ τὸ προσωπεῖον εὗρε τὸ
5053334 Μαρσυας
γενεᾷ . τούτων πεποιημένα ἐστὶν ἐπὶ τῷ βάθρῳ Μοῦσαι καὶ Μαρσύας αὐλῶν . ἐνταῦθα ἀνὴρ ἐπείργασται στήλῃ Πολύβιος ὁ Λυκόρτα
ὅσον αἱ πηγαὶ καὶ τὸ ἄντρον , ἐκποδὼν δὲ ὁ Μαρσύας ἢ ποιμαίνων ἢ μετὰ τὴν ἔριν . μὴ ἐπαίνει
5014369 ποταμῳ
τὰ νοήματα : ταῦτα γὰρ ἐννήχεται καὶ ἐγγίνεται ὡς ἐν ποταμῷ τῷ λόγῳ , ζῴοις ἐοικότα καὶ ψυχοῦντα αὐτόν :
ὅσον σταδίους ἑξήκοντα . ἔστι δὲ καὶ πόλις ὁμώνυμος τῷ ποταμῷ , μέγιστον τῶν βαρβάρων ἐμπόριον μετὰ τὸ Παντικάπαιον .
4977361 κατοικησας
ὦ οὗτος , καὶ ἐμπλησθεὶς καὶ οἰκίας καλὰς οἰκοδομήσας καὶ κατοικήσας καὶ τῶν προβάτων σου καὶ βοῶν αὐξηθέντων καὶ ἀργυρίου
νεὼς ἕως τοῦ Κρισσαίου κόλπου καὶ τῆς Φωκίδος καὶ ἐκεῖ κατοικήσας ὁ Καστάλιος . . . οὗ ὁ υἱὸς Δελφὸς
4959298 Φυτων
Ἀρίστιππος δὲ ὁ Κυρηναῖος καὶ Ἑλίκων ὁ ἐκ Κυζίκου καὶ Φύτων , ὅτ ' ἔφευγεν , ὁ Ῥηγῖνος , οὕτω
ἐλευθερίας ἀγῶνά φησιν ἄρασθαι συλλαβὼν τῆς διανοίας ταύτης Δίωνι . Φύτων δὲ Ῥηγίου ἐκπεσὼν κατέφυγε μὲν ἐπὶ Διονύσιον τὸν Σικελίας
4955374 συμμαχησας
ἦες , ἦεν . . ΚΑΣΙΓΝΗΤΩΝ ΜΕΓΑΘΥΜΩΝ . Τούτοις γὰρ συμμαχήσας ἀνεῖλε τοὺς Ἠλεκτρύωνος παῖδας , καὶ αὐτὸν Ἠλεκτρύωνα :
ἐκεῖ πόλιν ἀφ ' ἑαυτοῦ ἔκτισε Μίλητον , Σαρπηδὼν δὲ συμμαχήσας Κίλικι πρὸς Λυκίους ἔχοντι πόλεμον , ἐπὶ μέρει τῆς
4941559 Ὀφελτιον
' ἄμφω γαῖαν ἐδύτην . Δρῆσον δ ' Εὐρύαλος καὶ Ὀφέλτιον ἐξενάριξε : βῆ δὲ μετ ' Αἴσηπον καὶ Πήδασον
τὸ ἐναντίον . . . . καὶ Δόλοπα Κλυτίδην καὶ Ὀφέλτιον ἠδ ' Ἀγέλαον : ἡ διπλῆ πρὸς τὴν ὁμωνυμίαν
4939241 Ἑλλη
ἐμβὰς εἰς πλοῖον μετὰ τούτων ἐφέρετο . καὶ ἡ μὲν Ἕλλη περὶ τὸν Ἑλλήσποντον ἢ νόσῳ ἢ πεσοῦσα * τοῦ
ἐποχούμενοι τῷ κριῷ , ἐπεὶ θαλάττης ἐπέβησαν , ἡ μὲν Ἕλλη ὀλισθήσασα τοῦ κριοῦ πίπτει ἐντὸς τοῦ πελάγους , ἀφ
4925462 Ζεφυριῳ
. ἔτη μὲν οὖν τρία ἢ τέτταρα ᾤκουν ἐπὶ τῷ Ζεφυρίῳ : καὶ ἔστιν ἐκεῖ κρήνη Λοκρία , ὅπου οἱ
Αἰολίδος . ἔγραψε δὲ καὶ Ποσείδιππος εἰς τὴν ἐν τῷ Ζεφυρίῳ τιμωμένην ταύτην Ἀφροδίτην τόδε τὸ ἐπίγραμμα : τοῦτο καὶ
4899771 Δικαιαρχιᾳ
τὸν Πτολεμαῖον τὸν δεύτερον ἐρασθῆναι δελφῖνα ἔρωτα παραπλήσιον καὶ ἐν Δικαιαρχίᾳ τῆς Ἰταλίας . ἅπερ οὖν εἰ Ἡρόδοτος ἔγνω ,
: διάφοροι δὲ ποικίλαι καὶ στρογγύλαι , ὡς αἱ ἐν Δικαιαρχίᾳ ἐν τῷ Λουκρίνῳ λάκκῳ καὶ ἐν τῷ ἐν Ἀλεξανδρείᾳ
4899419 Κελαινας
δʹ Φρυγίας . Μαρσύας ποταμός ἐστι τῆς Φρυγίας κατὰ πόλιν Κελαινὰς κείμενος : προσηγορεύετο δὲ πρότερον πηγὴ Μίδα δι '
. : Μαρσύας ποταμός ἐστι τῆς Φρυγίας , κατὰ πόλιν Κελαινὰς κείμενος : κατηγορεύετο δὲ πρότερον πηγὴ Μίδου , δι
4884838 Ἰαπυγας
' αὐτῷ Μέτελλος ἐπελθὼν ἐπὶ τὴν στρατηγίαν διάδοχος , ἐς Ἰάπυγας ἐμβαλὼν ἐκράτει καὶ ὅδε μάχῃ τῶν Ἰαπύγων . καὶ
καὶ τοῦτο δυνατόν . καὶ παραδοὺς Ἄννωνι τὴν πολιορκίαν εἰς Ἰάπυγας ἀνεχώρει . λιμένες δ ' εἰσὶ τοῖς Ταραντίνοις πρὸς
4881750 ἐκτισεν
τῇ Τροίᾳ , μετὰ τὸ ἀναξηρανθῆναι τὸ ὕδωρ τὴν Δαρδανίαν ἔκτισεν ὑψηλοτέραν κειμένην τῆς ὕστερον Ἰλίου φόβῳ τῆς ἐξ ὑετῶν
. ἀπὸ Γυρτῶνος τοῦ Φλεγύου ἀδελφοῦ , ὅς τις αὐτὴν ἔκτισεν . ὁ πολίτης Γυρτώνιος . Γυψηίς , νῆσος Αἰθιοπίας
4862591 Ἀρειος
[ καθὸ καὶ ὁ Ἄρειος πάγος . ] ἔστι δὲ Ἄρειος πάγος καλούμενος , ὅτι πρῶτος Ἄρης ἐνταῦθα ἐκρίθη ,
ὅτι ἐν πάγῳ ἐστὶ καὶ ἐν ὕψει τὸ δικαστήριον : Ἄρειος δέ , ἐπεὶ τὰ φονικὰ ἐκεῖσε ἐκρίνοντο : δικάζει
4850039 τεθαπται
ἢ ἴσασιν ὑπὲρ αὐτῆς Εὐκτήμονα λῃτουργήσαντα , ἔτι δὲ ποῦ τέθαπται , ἐν ποίοις μνήμασι : τίς εἶδε τὰ νομιζόμενα
μὲν ἐκεῖθέν ἐστι τὸ Τρωϊκόν : ἀντικρὺ δὲ ὁ Αἴας τέθαπται ἐν τῷ Ῥοιτείῳ . Οὐ μεγάλοι , ὦ Ἑρμῆ
4827068 Δαναον
καὶ Φίλλις ὁ Δήλιος ἐν τῷ Περὶ χορῶν πρὸ Κάδμου Δαναὸν μετακομίσαι αὐτά φασιν . Ἐπιμαρτυροῦσι τούτοις καὶ οἱ Μιλησιακοὶ
καὶ Φίλλις ὁ Δήλιος ἐν τῶι Περὶ Χρόνων πρὸ Κάδμου Δαναὸν μετακομίσαι αὐτά φασιν . ἐπιμαρτυροῦσι τούτοις καὶ οἱ Μιλησιακοὶ
4820858 ἐγεννηθη
ὁ περίπατος διὰ τῶν ἀναφορῶν τῆς πόλεως ἐν ᾗ τις ἐγεννήθη : τῶν δὲ ἐν τῷ μεσουρανίσματι ἢ ἐν τῷ
ἀριθμὸς οὕτως ἂν εὑρεθείη : ἐντὸς γὰρ τῆς δεκάδος οὔτε ἐγεννήθη , οὔτε γεννήσει τινά . Οἷον , ἔστω αʹ
4817361 Κιλικι
Αἷμος μέγιστον δ ' ἐστὶν ὑπὲρ αὐτὴν ὄρος , τῷ Κίλικι Ταύρῳ τὸ μέγεθος προσεμφερὴς τῇ τε κατὰ μῆκος τῶν
ἀναμανθάνων οὖν ὁ ἱερεὺς τὸν ἄνθρωπον , γυνὴ μὲν τῷ Κίλικι τούτῳ ἐγεγόνει θυγατέρα ἔχουσα προτέρων γάμων , ὁ δὲ
4807948 Ἰναχος
το γάλακτι ν ! [ ητε ? ? καὶ ? Ἴναχος ? του ! [ Ἴναχος ] ? ? ?
, ἀπὸ ὄρους Ἄργους ἀκουστέον , ἀφ ' οὗ ὁ Ἴναχος καταφέρεται ποταμός . τῖφος : ὁ κάθυγρος τόπος ,
4796911 Τανταλῳ
ἀναχωρεῖ εἰς Σίπυλον , καὶ ὁρᾷ τὴν πόλιν ἀνεστραμμένην καὶ Ταντάλῳ λίθον ἐπικρεμάμενον , ἀρᾶται δὲ τῷ Διὶ λίθος γενέσθαι
πείθομαι γενέσθαι μετὰ τὸν λέβητα : χαριέστερον γὰρ ἀποδοθῆναι τῷ Ταντάλῳ τὸν υἱὸν ἢ οἷος ἦν , ὅτε εἰς δεῖπνον
4794614 Δερκυλλος
Ἄρτεμιν δ ' ἐξιλασάμενος ἀνακτᾶται τὸ φῶς : καθὼς ἱστορεῖ Δέρκυλλος ἐν γʹ Αἰτωλικῶν . . . . . :
, Ἄρτεμιν δὲ ἐξιλασάμενος ἀνακτᾶται τὸ φῶς , καθὼς ἱστορεῖ Δέρκυλλος ἐν γʹ Αἰτωλικῶν . Ἀράξης ποταμός ἐστι τῆς Ἀρμενίας
4790341 ᾠκησεν
ἐν Ἰταλίᾳ ἐν ᾗ Φιλοκτήτης μετὰ τὴν ἅλωσιν τοῦ Ἰλίου ᾤκησεν . Οἰνώτριον ἔθνος Ἰταλίας ὅπου Φιλοκτήτης ὁ τοξότης ᾤκησεν
εἶδον τὸ αἷμα . Τῆς λεγομένης Μεσοποταμίας περὶ Βαβυλῶνα πόλιν ᾤκησεν ἀνὴρ θεοφιλὴς καὶ πλούσιος ὄνομα Κλεῖνις , ἔχων πολλοὺς
4788830 κατῳκισεν
ὧν ὡσεὶ τρεῖς μυρίαδας καθοπλίσας ἀνδρῶν ἐκλεκτῶν εἰς τὴν χώραν κατῴκισεν ἐν τοῖς φρουρίοις ἤδη μὲν καὶ πρότερον ἱκανῶν εἰσεληλυθότων
ἀνθρώποις φόβους , δι ' οὓς καλῶς τε τῷ λόγῳ κατῴκισεν τὸν δαίμον ' οὗτος κἀν πρέποντι χωρίῳ , τὴν
4786686 κολπῳ
. . . κγ γοʹ λβ δʹ Καὶ ἐν Νουμιδικῷ κόλπῳ , Αὔδου ποταμοῦ ἐκβολαί . . . . .
εἰ μή μ ' Εὐρυνόμη τε Θέτις θ ' ὑπεδέξατο κόλπῳ Εὐρυνόμη θυγάτηρ ἀψορρόου Ὠκεανοῖο . τῇσι παρ ' εἰνάετες
4779632 Πτολεμαιῳ
συνέβαινε τῆς ἄκρας εὐφημίας τῇ πόλει . κηδεύει μὲν γὰρ Πτολεμαίῳ τῷ τῆς Αἰγύπτου βασιλεῖ , Πτολεμαῖος δὲ ἥκων ἐνθάδε
μὲν τῷ λόγῳ , τῷ δὲ ἔργῳ δι ' αὐτοῦ Πτολεμαίῳ θέλουσα εἶναι φοβερωτέρα , τέλος δὲ κατατρώσασα οὓς μάλιστα
4779280 Πελασγος
ἀρχῆς ταύτην ἐπὶ τοῦ Πελασγοῦ βασιλέως . ἦν δὲ ὁ Πελασγὸς ἐκ Διὸς , ὡς λέγεται , καὶ Νιόβης τῆς
καὶ κληθεῖσα ἀπὸ Ὀρέστου : κεκλήσεται δὲ σῆς φυγῆς : Πελασγὸς [ αὐτόχθων ] ὁ Ἀργεῖος ὁ τοῦ Ἀρέστορος τοῦ
4770303 Ἰσμηνος
ἐστι μήτε ὑμεναίων ἀκούσας μήτε λουτρά σοι ἐκπέμψας . ὁ Ἰσμηνὸς οὐ συνήσθη ἐπὶ τῇ πρὸς τὸν Ἄδραστον ἐπιγαμβρίᾳ :
τελεία , τὰ δὲ λοιπὰ ὑφέν : Ἰσμηνοῦ ῥοάς : Ἰσμηνὸς ποταμὸς Θηβῶν , ὅθεν Ἰσμήνιος Ἀπόλλων τιμᾶται : Δίρκης
4770102 μετωνομασθη
χωρὶς τῆς πρώτης συλλαβῆς ἐκάλουν τινές : εἶτ ' Εὐδείελος μετωνομάσθη καὶ αὐτὴ καὶ ἡ χώρα , τάχα τι ἰδίωμα
. Σῖρις πόλις Ἰταλίας πλησίον τοῦ Μεταποντίου καὶ ποταμός . μετωνομάσθη δὲ καὶ Πολίειον ἀπὸ τῆς ἐν Ἰλίῳ Πολιάδος Ἀθηνᾶς
4753162 ὁμωνυμος
καὶ τοῦτο γλαφυρόν , ὦ Λυκῖνε , καὶ ἐπέραστον : ὁμώνυμος γάρ ἐστιν τῇ τοῦ Ἀβραδάτα ἐκείνῃ τῇ καλῇ :
Ὀπωρινοῖο κυνὸς εἶπεν ὁ ποιητὴς , ὅτι ὁ κύων ἐστὶν ὁμώνυμος φωνὴ , οἷον ὅτι ἔνι κύων χερσαῖος , κύων
4735741 βασιλευων
πάντα : αὐτός τε γὰρ ὑπέρκαλος καὶ ἐπέκεινα τῶν ἀρίστων βασιλεύων ἐν τῷ νοητῷ , νοῦ ἐκείνου ὄντος οὐ κατὰ
τοῦ μὲν προτέρου μετὰ σφοδρᾶς ἐπανατάσεως τοιαύτη : ” μὴ βασιλεύων βασιλεύσεις ἐφ ' ἡμῖν ; ἢ κυριεύων κυριεύσεις ἡμῶν
4735394 Αἰγυπτου
ἵππους αὐτῶν τοῖς ἰδίοις ὁπλίταις ἔδωκεν . Ψαμμήτιχος Τεμένθη τὸν Αἰγύπτου βασιλέα κατέλυσεν . ὁ μὲν θεὸς Ἄμμων χρωμένῳ Τεμένθει
Βαβυλωνίᾳ σημαίνει , ἐν δὲ τῇ τρίτῃ τριώρῳ μέρη τινὰ Αἰγύπτου καὶ Λιβύης καὶ Κιλικίας καὶ Ῥώμης θλιβήσεσθαι καὶ τοὺς
4732153 Ἰστρος
- ἐν ἀρχῆι λέξεως οὔσηι κοινῆι οὕτως , ἔνθα φησὶν Ἴστρος τοιαύτας παρθένους † λοχεύεται † . συνέστειλε γὰρ τὴν
. . . ἀγκάλη , δράγματα ρʹ , ὥς φησι Ἴστρος , Φιλήτας δὲ ἱστορεῖ ἐκ σʹ . . .
4730315 Ἀγχιαλη
ἢ κακῶς βεβιωμένων τιμῆς ἢ δίκης . . . : Ἀγχιάλη , πόλις Κιλικίας , παραθα - λασσία τῇ Τάρσῳ
γραμματικὸν συμφωνοῦντα Πτολεμαίῳ βασιλεῖ . Γίνεται δ ' Ἰαπετοῦ θυγάτηρ Ἀγχιάλη , καὶ κτίζει πόλιν Ἀγχιάλην [ πρὸς ] Ἀγχιαλέα
4723904 Ποσειδωνι
καὶ τοῦτο οὖν Ὅμηρος εἰδὼς τὴν αἰτίαν τῶν σεισμῶν τῷ Ποσειδῶνι ἀνατίθησι , Γαιήοχόν τε αὐτὸν καὶ Ἐνοσίχθονα προσαγορεύων .
ἔθυε τοῖς θεοῖσιν ὅσοι τε πάτριοι ἢ μαντευτοὶ αὐτῷ καὶ Ποσειδῶνι καὶ Ἀμφιτρίτῃ καὶ Νηρηίσι καὶ αὐτῷ τῷ Ὠκεανῷ ,
4718432 πινακι
ὑπηκόων , εὐφημοῦντας ἅπαντας , ἐπικροτοῦντας , προηγείσθωσαν ἐν τῷ πίνακι καὶ πόλεις ἐν γυναικῶν σχήματι , φαιδραὶ καὶ γεγηθυῖαι
νόσος , τὸν μὲν ἀποθνῄσκειν ἑλόμενον γράψαι τι σύμβολον ἐν πίνακι καὶ ἐπιστεῖλαι , ὅπως , ἄν τι πάθοι ,
4713101 Γαλλῳ
τοῦ Ἀχαιῶν ἀποστῆναι . προσεπεστάλη δὲ ὑπὸ τῆς βουλῆς τῷ Γάλλῳ πόλεις ὁπόσας ἐστὶν οἷός τε [ ὡς ] πλείστας
τῷ προειρημένῳ Πεσσινοῦντι πάλαι μὲν Φρύγες ὠργίαζον ἐπὶ τῷ ποταμῷ Γάλλῳ παραρρέοντι , ἀφ ' οὗ τὴν ἐπωνυμίαν φέρουσιν οἱ
4701598 Κιθαιρων
οἰκία . . . , : Παράκειται δ ' αὐτῷ Κιθαιρὼν ὄρος , ὀνομαζόμενον δὲ πρότερον Ἀστέριον , δι '
ὄρος ὠνόμασεν Ἀστέριον ἀπὸ τοῦ συγκυρήματος . Ὕστερον δὲ ἐκλήθη Κιθαιρὼν δι ' αἰτίαν τοιαύτην . Τισιφόνη μία τῶν Ἐρινύων
4700808 Λατμῳ
Φρυγίαν βόθυνος , ὡς Εὔδοξός φησιν , καὶ τὸ ἐν Λάτμῳ ὄρυγμα . Καὶ τὰ τῇ σελήνῃ συναυξανόμενά τε καὶ
ἐστὶν ὁ Λατμικὸς κόλπος , ἐν ᾧ Ἡράκλεια ἡ ὑπὸ Λάτμῳ λεγομένη , πολίχνιον ὕφορμον ἔχον : ἐκαλεῖτο δὲ πρότερον
4673260 Δαναος
ἑαυτοῦ πόλιν ὁμώνυμον ἔκτισε . Κατὰ δὲ τούτους τοὺς χρόνους Δαναὸς ἔφυγεν ἐξ Αἰγύπτου μετὰ τῶν θυγατέρων : καταπλεύσας δὲ
ἐν μέσοισιν εἶπε κηρύκων * * : καὶ ἄλλως : Δαναὸς ἐγένετο Ἄργους βασιλεύς . οὗτος τὰς θυγατέρας ἑαυτοῦ πεντήκοντα
4658354 Βαττος
Βάττος ἐν τῷ θερίζειν προσδιαλεγόμενοι ἀλλήλοις . ἐρᾷ δὲ ὁ Βάττος Βομβύκης αὐλητρίδος , Πολυβώτου τινὸς εἴτε θυγατρὸς εἴτε θεραπαινίδος
ὁ Κόροιβος Παλαμήδην , ἢ ὁ Μαργίτης Νέστορα , ἢ Βάττος Στέντορα , ὁ περὶ τῆς φωνῆς εἰς Δελφοὺς ἀφικόμενος
4651932 πελαγει
ἦ σπάνις αἰεὶ τῶν ἀγαθῶν , ὅταν ἦι δυσάλιον ἐν πελάγει καὶ σαλεύηι πόλις . ἔστι Φρυγῶν τις ἔστιν ἄλκιμος
, ὦ Πόσειδον , ἀλλ ' ἐνταῦθα ἐν τῷ ἐπωνύμῳ πελάγει τεθάφθω : ἐλεοῦμεν γὰρ αὐτὴν οἴκτιστα ὑπὸ τῆς μητρυιᾶς
4648870 Ἀργους
' ἧς εἰσιν Αἲξ Ἔριφοι Περσεὺς πλὴν τοῦ δεξιοῦ ποδὸς Ἀργοῦς πρύμνα . Αἰγόκερω ἀνατέλλοντος ἀνατέλλει Ἀετὸς ὅλος Ὀιστὸς Θυτήριον
. ἔδει οὖν ἀρχομένου τοῦ Σκορπίου ἀνατέλλειν λέγειν τὴν τῆς Ἀργοῦς πρύμναν δεδυκέναι , καὶ μὴ τοῦ Τοξότου ἀναφερομένου .
4646540 Κτησιας
ἄλλης Ἀσίας τὴν Ἰνδικὴν λέγοντος . . , . : Κτησίας δὲ παρ ' Ἰνδοῖς φησιν οὐκ εἶναι τῶι βασιλεῖ
αὐτὸς εἴργαστο τῶν πεπραγμένων , ἀλλ ' εἰ παρεστηκότος τούτου Κτησίας ὁ υἱὸς ὁ τούτου ταὔθ ' ἅπερ νυνὶ πεποιηκὼς
4643366 προσαγορευθεις
. ἐντεῦθεν δ ' ἦν ὁ διαλεκτικὸς Διόδωρος ὁ Κρόνος προσαγορευθείς , κατ ' ἀρχὰς μὲν ψευδῶς : Ἀπολλώνιος γὰρ
ἐπὶ τοὺς Ἕλληνας . δεύτερος δὲ Δαρεῖος ὁ Ἀρταξέρξου νόθος προσαγορευθείς . ἔσχατος Δαρεῖος ὁ ὑπὸ Ἀλεξάνδρου τοῦ Φιλίππου ἀναιρεθείς
4641739 Ποντῳ
τοῦ γε ἀπαρκτίου , οὐδὲ τοῦ θρασκίου μὲν ἐν τῷ Πόντῳ , σκίρωνος δὲ ἐν τῇ Ἑλλάδι καλουμένου . Ἀπὸ
πλέον νεμόντων , αἰτία γίνεται τῷ Μιθριδάτῃ πάλιν ἐπιχειρῆσαι τῷ Πόντῳ . Καὶ παρασκευῆς ἐπεμελεῖτο εἰς πόλεμον . Οὐ μὴν
4641295 Φασιδι
Αἶα δὲ μητρόπολις Κόλχων . νήσου δὲ μέμνηται ἐν τῷ Φάσιδι , ἐν ᾗ τὸ δέρας , ὥς φησι Φερεκύδης
αὐταῖς ἀνάγκη ; ἄγουσα τοὺς πεντήκοντα ἡ Ἀργὼ ἐνώρμισται τῷ Φάσιδι Βόσπορόν τε καὶ Ξυμπληγάδας διεξελθοῦσα . ὁρᾷς δὲ καὶ
4634629 Ἡρακλει
ἐπὶ κηροῦ τινος ἀπετυποῦντο . ὁμοίως δὲ καὶ αὐτῷ τῷ Ἡρακλεῖ τούτου συμβαίνοντος , καὶ τοῦ ἄθλου δεκάτου τελουμένου ,
ἡδονῆς κεστρεύς . ὅτι δὲ εἶδος κεστρέων οἱ νήστεις Ἄρχιππος Ἡρακλεῖ γαμοῦντί φησιν : νήστεις κεστρέας , κεφάλους . Ἀντιφάνης
4628930 Ἀργειος
Χείρωνι , φησίν , ἐτράφη , ὡς καὶ Σωκράτης ὁ Ἀργεῖός φησι . βαθυμῆτα Χείρων : οὐκ ἐπιπόλαια βουλευόμενος ἀλλ
' , ἐμοὶ ποίας ἀφῖξαι δεῦρο γῆς ὅρους λιπών . Ἀργεῖός εἰμι : τοῦτο γὰρ θέλεις μαθεῖν : ἐφ '
4620559 Πηλιῳ
, τοσαῦτα ἔφη τεθηρευκέναι . ἀποκοιμηθέντος δὲ αὐτοῦ ἐν τῷ Πηλίῳ , ἀπολιπὼν Ἄκαστος καὶ τὴν μάχαιραν ἐν τῇ τῶν
τοῦ Κρόνου . Ἐν δὴ τῷ ὄρει τῆς Θετταλίας τῷ Πηλίῳ , ἐπειδὴ ἥδε ἦν ἡ ῥίζα , οὐκ ἔλαθεν
4616758 μιγεις
τὴν Πελοπόννησον ἐν πόλει Πίσῃ Ἄρης Ἁρπίνῃ τῇ Ἀσωποῦ θυγατρὶ μιγεὶς ἐγέννησεν Οἰνόμαον . οὗτος δὲ θυγατέρα μονογενῆ γεννήσας ὠνόμασεν
ποιήσει ἴσον τῷ δκις ὑπὸ ΒΕ . ΕΑ , ὃς μιγεὶς τῷ ἀπὸ τοῦ ΑΒ ⃞ῳ , γίνεται ἴσος τῷ
4606342 ποταμος
Αἰθιοπίας τε καὶ τῆς Αἰγύπτου . περιείληφε δ ' ὁ ποταμὸς καὶ ΝΗΣΟΥΣ ἐν αὑτῶι , κατὰ μὲν τὴν Αἰθιοπίαν
συμμάχους εἰς τὴν Βακτρίων ἐνέβαλεν : ὁρίζει δὲ τὴν Βακτρίαν ποταμὸς Σαράγγης . Βάκτριοι τὰ ὄρη κατέλαβον τὰ ὑπὲρ τὸν
4602172 Ἡρακλεωτης
ταῖς ἀναλύσεσιν ἐπ ' αὐτῶν χρησάμενος . Ἀμύκλας δὲ ὁ Ἡρακλεώτης , εἷς τῶν Πλάτωνος ἑταίρων καὶ Μέναιχμος ἀκροατὴς ὢν
προσκηνίου ἐπὶ τῆς Οἰκουμένης ὀχούμενος . Νύμφις δ ' ὁ Ἡρακλεώτης ἐν ἕκτῳ τῶν περὶ τῆς πατρίδος ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ , φησίν
4593508 ἐσπουδακει
, ἃ μήπω ἐγίγνωσκον , εἰ μὴ καὶ Ἀθήνησιν αὐτὰ ἐσπουδάκει . Σοφιστὰς δὲ οἱ παλαιοὶ ἐπωνόμαζον οὐ μόνον τῶν
καὶ Ἀλεξανδρέως Ἑρμείου τοῦ ῥήτορος , ὧν τὸ κλέος ὑπερβαλεῖν ἐσπουδάκει τῆς πολυμαθίας . , . . Παμπρέπιος ἦν δὲ
4592937 Κιλιξ
δὲ τούτων ἀρχηγὸς Ἀθηνίων ὄνομα , ἀνὴρ ἀνδρείᾳ διαφέρων , Κίλιξ τὸ γένος . οὗτος οἰκονόμος ὢν δυοῖν ἀδελφῶν μεγαλοπλούτων
ἀπολιπούσης αὐτὸν τῆς τέχνης . ηʹ . Φίλαγρος δὲ ὁ Κίλιξ Λολλιανοῦ μὲν ἀκροατὴς ἐγένετο , σοφιστῶν δὲ θερμότατος καὶ
4591061 Ἀγαμηδης
τῷ ὑποβρυχίῳ γελάσαντες τεθνήκασιν . ἠξιώθησαν δὲ ὁ Τροφώνιος καὶ Ἀγαμήδης ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ μαντεύεσθαι διὰ τὸ κτίσαι αὐτοὺς ἀπὸ
τὸν φῶρα . Ὁ δὲ παγίδας ἔστησεν , αἷς περιπεσὼν Ἀγαμήδης ἀναιρεῖται . Τροφώνιος δὲ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ τεμὼν πρὸς
4591025 Ἀραρ
φερόμενον πλωτόν , ἐπικρατήσας τῷ ὀνόματι καὶ γενόμενος ἐξ ἀμφοῖν Ἄραρ συμμίσγει τῷ Ῥοδανῷ . πάλιν δ ' ἐπικρατήσας ὁ
μὲν τὸ ἀπ ' ἄρκτων Λουγδούνου μέρος εἰσρέουσιν ὅ τε Ἄραρ καὶ ὁ Δοῦβις προσμιχθέντες ἀλλήλοις : ἐπέχουσι δὲ αἱ
4590416 Θησει
θαλάσσῃ ἠχοῦν : τῆς θαλάσσης : κακονυμφοτάταν : νυμφευσαμένην τῷ Θησεῖ νύμφευσιν ἀνόνητον , τουτέστιν εἰς κακὴν ὠφέλειαν τοῦ γάμου
ἐνέσται . Ἀργεῖοι δὲ καὶ ἐκ τῆς Σίνιδος θυγατρὸς γενέσθαι Θησεῖ Μελάνιππον λέγουσι , καὶ ὡς ἀνέλοιτο ὁ Μελάνιππος δρόμου
4589420 ναῳ
τῶν ἀναθημάτων οὐδὲν ἔτι ἐλείπετο , συγκατεκαύθη γὰρ ἐμπιπραμένῳ τῷ ναῷ : τὸν δὲ ἐπ ' ἐμοῦ ναὸν καὶ τὸ
ᾧ τρόπῳ οἱ ἱερεῖς αὐτῶν διὰ προστάγματος θεοῦ προσκαρτεροῦντες τῷ ναῷ , τότε ἐθεράπευον πᾶσαν νόσον ὥστε καὶ λεπρῶντας καὶ
4572225 Λυκος
καὶ οἶς ἑκατόν . ἐνταῦθα διὰ τοῦ πεδίου ῥεῖ ποταμὸς Λύκος ὄνομα , εὖρος ὡς δύο πλέθρων . Οἱ δὲ
Λημᾶν χύτραις ἢ κολοκύνταις : ἐπὶ τῶν ἄγαν ἀμβλυωπούντων . Λύκος πρὸ βοῆς σπεύδει : ἐπὶ τῶν ὑπερσπευδόντων λέγεται ,
4566910 Σικελος
θεῖ ταχὺ καὶ ἐπὶ πλεῖστον , εἰ δὲ Θετταλὸς ἢ Σικελὸς ἢ Καππαδόκης , ἐν δευτέρῳ πεύσεται , ὅταν τὴν
. βρώματα διὰ μέλιτος καὶ γάλακτος γινόμενα . ἀμορβίτης . Σικελὸς πλακοῦς . σησαμίδες . ἐκ μέλιτος καὶ σησάμων πεφρυγμένων
4561032 Ἡρακλης
. Ὠκεανός , Ἰὼ Ἰνάχου , Ἑρμῆς : Γῆ , Ἡρακλῆς . . . , . . Γεωγραφ . ,
γὰρ αὐτοὺς ἐν τοῖς συνδένδροις τόποις τῶν Κλεωνῶν ἀνεῖλεν ὁ Ἡρακλῆς ἐνεδρεύσας καὶ λοχήσας , διότι πρῴην ποτὲ τὸ στράτευμα
4549557 ἀριστειον
. Πείσανδρος δέ φησιν Ἡρακλέα Τελαμῶνι τῆς ἐπὶ Ἴλιον στρατείας ἀριστεῖον ἄλεισον δοῦναι . ὅτι ἐστὶ ποτήριον ΑΜΑΛΘΕΙΑΣ ΚΕΡΑΣ καὶ
μεθ ' Ἡρακλέους ἐπὶ τὰς Ἀμαζόνας συστρατεύσας καὶ γέρας [ ἀριστεῖον ] Ἀντιόπην ἔλαβεν . οἱ δὲ πλείους , ὧν
4538419 συμμισγει
[ . ] : ᾧ δάκρυα δάκρυσι : συνάγει καὶ συμμίσγει ἐπάλληλα δάκρυα . Ὅμηρος [ Δ ] : συμβάλλετον
πλωτόν , ἐπικρατήσας τῷ ὀνόματι καὶ γενόμενος ἐξ ἀμφοῖν Ἄραρ συμμίσγει τῷ Ῥοδανῷ . πάλιν δ ' ἐπικρατήσας ὁ Ῥοδανὸς
4537773 Παυσανιας
ἡγεῖτο δὲ τῶν μὲν Ἀθηναίων Ἀριστείδης , τῶν δὲ συμπάντων Παυσανίας , ἐπίτροπος ὢν τοῦ Λεωνίδου παιδός . Μαρδόνιος δὲ
ἀντὶ τοῦ ὁμοίαν ποιησάμενος ʃ ὁ Ἀργίλιος ἐκεῖνος : ὁ Παυσανίας ʃ ὁ Παυσανίας ἐπὰν πάλιν ζητήσῃ τὰς ἐπιστολὰς ἵνα
4534562 ἐκτισε
παῖδα περιπλομένων ἐνιαυτῶν Οἴοκλον , ὃς πρῶτος μετ ' Ἀλωέος ἔκτισε παίδων Ἄσκρην , ἥ θ ' Ἑλικῶνος ἔχει πόδα
” οἳ οὐκ ἴσασι θάλασσαν „ . βοῦν οὖν θύσας ἔκτισε . Βοῦννος , πόλις Ἰλλυρίας . τὸ ἐθνικὸν Βούννιος
4531038 Φρυγιας
Ἱσπανίας τε , Ἀφρικῆς καὶ Ἀσίας καλουμένης τῆς Ἀσίδος , Φρυγίας τῆς μεγάλης , Συρίας Κοίλης , Σηρικῆς , Ἀραβίας
ἐξ οὐρανοῦ καταπεσόν , ὥς φασιν , ἐν Πεσινοῦντι τῆς Φρυγίας , ὅθεν ὁ Διόδωρος καὶ Δίων τὸν τόπον κληθῆναί
4516290 Συρακουσιος
, συνετοὺς δέ τινας καὶ νομοθετικούς . Ἀρχέτιμος δὲ ὁ Συρακούσιος [ ] ὁμιλίαν αὐτῶν ἀναγέγραφε παρὰ Κυψέλωι , ἧι
δέ φησι Δίδυμος τούτους : τότε γὰρ ὁ Ἱέρων ἦν Συρακούσιος καὶ οὐδὲ ἦν Αἰτναῖος , ὥς φησιν Ἀπολλόδωρος .
4514470 Ἀρκαδιας
πρώτῳ Λυκιακῶν . τὸ ἐθνικὸν Λαμούσιος . Λάμπεια , ὄρος Ἀρκαδίας . Παρθένιος Ἀνθίππῃ . τὸ ἐθνικὸν δύναται καὶ Λαμπειάτης
καὶ τῶν μυχῶν , ἤγουν τῶν καταδύσεων τῶν πολυστρόφων τῆς Ἀρκαδίας , ὁπηνίκα ἀνάγκη ἀπὸ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ τοῦ Διὸς
4505505 Λοκρος
, ὅπερ βούλεται ἡ ἀντίφασις : Αἴας μὲν γὰρ ὁ Λοκρὸς οὐκ ἐμονομάχησεν , ὁ δὲ Σαλαμίνιος ἐμονομάχησεν . μὴ
γαῖαν ἑκὰς πάτρης ἐδάσαντο . . . . ἤτοι γὰρ Λοκρὸς Λελέγων ἡγήσατο λαῶν , τοὺς ῥά ποτε Κρονίδης Ζεὺς
4505304 Διϊ
ἀποσόβησιν . . δυστυχιῶν ἐκφυγήν . . αὐτῷ ] τῷ Διΐ . σαφῶς ] φανερῶς . . οἶδα ] γινώσκω
τοῦ πήξας καὶ περικυκλώσας τὸ ἄλσος καὶ περιορίσας . τῷ Διΐ . τοὺς περιβόλους ποιήσας . . Ἄλτιν ] τὸ
4501923 ἐπηξε
, ὁ δὲ Ἄρης ἐστὶ τῶν φόνων : ἢ ὅτι ἔπηξε τὸ δόρυ ἐκεῖ ἐν τῇ πρὸς Ποσειδῶνα ὑπὲρ Ἁλιῤῥοθίου
, ὁ δὲ Ἄρης ἐπὶ τῶν φόνων : ἢ ὅτι ἔπηξε τὸ δόρυ ἐκεῖ ὁ Ἄρης ἐν τῆι πρὸς Ποσειδῶνα
4499949 Βοσπορῳ
, καὶ ταῦτα ἐπὶ τῷ στόματι τοῦ Πόντου πρὸς τῷ Βοσπόρῳ καθήμενος καὶ ποιῶν ὃ νῦν ἐγώ , βιβλίον αὑτοῦ
δὲ ὁ πίναξ ἀπὸ μὲν ἀνατολῶν Ποντικῇ θαλάσσῃ καὶ Θρᾳκίῳ Βοσπόρῳ καὶ Προποντίδι καὶ Ἑλλησπόντῳ , ἀπὸ δὲ μεσημβρίας Αἰγαίῳ
4495014 καλουμενῳ
πόλεως ἐκπηδήσας ἀπῆλθε πρὸς τὸ στρατόπεδον τὸ ἐν τῷ Ἀλγίδῳ καλουμένῳ τότε ὑπάρχον . καταφυγὼν δὲ ἐπὶ τὸ πλῆθος καὶ
ἴσμεν , κορώνην τε ἐρωδιῷ φίλα νοεῖν καὶ λάρον τῷ καλουμένῳ κολοιῷ καὶ ἰκτίνῳ ἅρπην . πολεμοῦσι δὲ αἰώνιον πόλεμον
4492838 Ἀρχιας
παθητικοῦ παρακειμένου . βαρύνεται δὲ τὰ εἰς ΑΣ καθαρὸν : Ἀρχίας Λοξίας Γοργίας . τὸ μέντοι τριάς θηλυκὸν καὶ συστελλόμενον
“ οὗτος ” ἔφη “ ἐγώ εἰμι Νέαρχος , καὶ Ἀρχίας οὗτος . ἀλλ ' ἄγετε ἡμέας : ἡμεῖς δὲ
4492222 Συγγενειων
καὶ ὑπ ' Ἐρεχθέως ἀναιρεθέντος , δεδήλωκεν Ἄνδρων ἐν ηʹ Συγγενειῶν . Ἦν δὲ Ποσειδῶνος υἱὸς ὁ Φόρβας , καθά
καὶ ὑπ ' Ἐρεχθέως ἀναιρεθέντος δεδήλωκεν Ἄνδρων ἐν η τῶν Συγγενειῶν . ἦν δὲ Ποσειδῶνος υἱὸς ὁ Φόρβας , καθά
4491907 Μυσιος
. . . . νθ γοʹ μβ γοʹ καὶ ὁ Μύσιος Ὄλυμπος τὸ ὄρος νζ μα ∠ ʹ . Κατέχουσι
. , : ῥεῖ δ ' ἐκ τοῦ Τήμνου ποταμὸς Μύσιος , ἐμβάλλων εἰς τὸν Κάϊκον ὑπὸ ταῖς πηγαῖς αὐτοῦ
4482828 Ἐρεχθεως
μιγάδας συνοίκους Λέλεγας : ἐκ τῆς δ ' Ἀττικῆς τὸν Ἐρεχθέως διαβάντα Πάνδωρον κτίσαι πόλιν μεγίστην τῶν ἐν αὐτῇ Χαλκίδα
δὲ Δήμητρος καὶ Κόρης . ἐν ᾗ ὁ ἱερεὺς τοῦ Ἐρεχθέως φέρει σκιάδειον λευκὸν , ὃ λέγεται σκῖρον . ἃς
4481574 Μελανι
ἰσθμῷ τῆς Χερρονήσου τρεῖς πόλεις κεῖνται : πρὸς μὲν τῷ Μέλανι κόλπῳ Καρδία , πρὸς δὲ τῇ Προποντίδι Πακτύη ,
ὀπίσω τοὺς Ἀρκάδας ὧν ἦρχεν ἀπάξειν ἔμελλεν ἐνταῦθα Ἀθηνᾶν λέγουσι Μέλανι τῷ Ὦπος εἰκασμένην ἀποτρέπειν τῆς ὁδοῦ Τεῦθιν τῆς οἴκαδε
4481089 Μινωταυρος
καὶ δυσχερὲς περὶ τὴν ἄνοδον , ἐν ᾧ λέγεται ὁ Μινώταυρος ἐμβληθῆναι . ἐπεὶ οὖν δυσχερὲς τὸ ἐκβῆναι τοῦ Λαβυρίνθου
περὶ τῶν λεγομένων τοῦ Σκύθου καὶ ὡς ἐκ τούτου ὁ Μινώταυρος . περὶ τοῦ Ἰασονίου λεγομένου . περὶ τῶν ὀνομαζομένων
4480822 Λυδος
: ἀπὸ τῶν ἐν Λήμνῳ κακῶν γυναικῶν ἡ παραβολή . Λυδὸς καπηλεύει : λέγεται Κῦρον περιγενόμενον τῶν Λυδῶν προστάξαι αὐτοῖς
Ὅλῃ χειρί : λείπει ἢ εὐεργετεῖν ἢ ἀδικεῖν . Ὁ Λυδὸς τὴν ὄνον ἐλαύνει : ἐπὶ τῶν παρ ' ἀξίαν
4479487 Κιλικιᾳ
, ἡ δὲ κηπευτή : ἀρίστη δ ' ἡ ἐν Κιλικίᾳ γεννωμένη . Φακὸς ὁ ἐπὶ τῶν τελμάτων εὑρίσκεται ἐπὶ
. : Κιλικίων ] Κιλίκων . : Οἰκήσαντα μὲν ἐν Κιλικίᾳ , κολασθέντα δὲ ἐν Σικελίᾳ . Ἡσίοδος δέ :
4476889 ἑλει
τοῦτο πρὸς τῶν πολλῶν ὀνομάζεται , χαίρει δὲ ἐν τῷ ἕλει γίγνεσθαι , καὶ μᾶλλον ἐν ἐνύδροις τόποις . Κόψας
Ἡρακλεῖ στρατείας μετασχόντα . μετὰ τοῦτό ἐστι Δήμητρος καλουμένης ἐν ἕλει ναός τε καὶ ἄλσος : τοῦτο σταδίοις πέντε ἀπωτέρω
4476263 Λυδιας
καὶ Τραχῖνος τῶν οἰκητόρων μεθ ' Ἡρακλέους τινὲς ἀφικόμενοι ἐκ Λυδίας Κυλικρᾶνες , οἳ δ ' Ἀθαμᾶνες , ἀφ '
ἐνθουσιᾷ δὴ δῶμα , βακχεύει στέγη ὅστις χιτῶνας βασσάρας τε Λυδίας ἔχει ποδήρεις τίς ποτ ' ἔσθ ' ὁ μουσόμαντις
4475698 οἰκησας
τὴν πόλιν , καὶ φυγὴν αὐτὸς ἑαυτοῦ καταγνούς , καὶ οἰκήσας ἐν Μεγάροις ἐπὶ προστάτου πλείω πέντ ' ἢ ἓξ
παντός ; μελισσοτρόφου Σαλαμῖνος ὦ βασιλεῦ Τελαμών , νάσου περικύμονος οἰκήσας ἕδραν τᾶς ἐπικεκλιμένας ὄχθοις ἱεροῖς , ἵν ' ἐλαίας
4471026 Τμωλος
Τάνταλος ὁ Τμώλου , ἀφ ' οὗ τὸ ὄρος ὁ Τμῶλος ἐν Λυδίᾳ καλεῖται , πόλεμον ἔχων πρὸς Ἶλον τὸν
τοὺς ἄμεινόν ἐστι λέγειν . ὑπέρκειται δὲ τῶν Σάρδεων ὁ Τμῶλος , εὔδαιμον ὄρος , ἐν τῇ ἀκρωρείᾳ σκοπὴν ἔχον
4470757 Ἑλικων
γὰρ εἰς ων λήγοντα ἢ ὀξύνονται , ὡς τὸ Σαρπηδών Ἑλικών , ἢ βαρύνονται , ὡς τὸ Θέων Τρύφων ,
ἡγεμὼν δὲ οἷά τις ἦν χοροῦ τοῦ Αἰγυπτιακοῦ θιάσου παντὸς Ἑλικών , ἐπάρατον καὶ ἐξάγιστον ἀνδράποδον παρεισφθαρὲν εἰς τὴν αὐτοκρατορικὴν
4466326 δραματι
δρᾷ καὶ ἐν Ἀχαρνεῦσι καὶ Λυσιστράτῃ κἀν τῆς Εἰρήνης τῷ δράματι . οὗ καὶ τὴν δοκοῦσαν αἰσχρορρημοσύνην τῶν λέξεων ὡς
Ἀλθαία , τοῦτον τὸν λόγον Φρύνιχος ὁ Πολυφράδμονος πρῶτος ἐν δράματι ἔδειξε Πλευρωνίαις : κρυερὸν γὰρ οὐκ ἤλυξεν μόρον ,
4465911 Εὐρυδικης
τῷ Πτολεμαίῳ πρὸς τοῖς ἄλλοις καὶ τὴν βασιλείαν τοῖς ἐξ Εὐρυδίκης περιθεῖναι παισί . τοῦ δὲ οὐ πεισθέντος ἀλλὰ παραδόντος
: ἐφ ' ὧι οὐχ ἡδέως ἡ στρατιὰ ἤκουσεν . Εὐρυδίκης δὲ συλλαμβανούσης ταῖς κατὰ Ἀντιπάτρου διαβολαῖς τῶι ἀπὸ τοῦ
4459833 Θρᾳκι
Ἄσβωτος , πόλις Θεσσαλίας . τὸ ἐθνικὸν Ἀσβώτιος . Εὐφορίων Θρᾳκί τὸν μὲν ἄρ ' ἐκ φλοίσβου Ἀσβώτιοι ὦκα φέροντες
καλουμένην Βυβλίδα . . : Περὶ Ἀπριάτης . Ἱστορεῖ Εὐφορίων Θρᾳκί . Ἐν Λέσβῳ παιδὸς Ἀπριάτης Τράμβηλος ὁ Τελαμῶνος ἐρασθεὶς
4456240 Πελοψ
καὶ ἵππους ταχεῖς , οὓς οὐδεὶς ἐνίκησεν εἰ μὴ ὁ Πέλοψ . εἶχε δὲ ὁ Πέλοψ ἡνίοχον τὸν Κίλλον .
μετὰ τὴν ἀφέψησιν ὁ Ποσειδῶν , παρ ' οὗ ὁ Πέλοψ ἵππους πτερωτοὺς λαβὼν σὺν τῷ ὀχήματι ἀπελθὼν εἰς Ἦλιν

Back