εἰς τὸν ὅρμον τῆς Δωρίδος γῆς με ἀπάξεις ἢ τῆς Φθιάδος , ὅπου , εἰς τὴν Φθίαν , τὸν Ἀπιδανὸν
ὑμῖν φόβος . αἰαῖ , τίν ' ἢ Θεσσαλίας πόλιν Φθιάδος εἶπας ἢ Καδμείας χθονός ; κατ ' ἄνδρ '
8429681 Ἀπιδανον
ἢ εἰς τὸν ὅρμον τῆς Φθιάδος γῆς , ἔνθα τὸν Ἀπιδανὸν ποταμὸν τὸν πατέρα τῶν καλλίστων ὑδάτων φασὶ λιπαίνειν τὰ
αἴας , ἢ Φθιάδος ἔνθα τὸν καλλίστων ὑδάτων πατέρα φασὶν Ἀπιδανὸν πεδία λιπαίνειν , ἢ νάσων , ἁλιήρει κώπαι πεμπομέναν
6761444 ἀπαξεις
δόξεις λῦσαι τὴν ἀντίθεσιν καὶ ἀναβολὴν μετὰ ἀπολογίας εἰργασμένος ἀξιοπίστως ἀπάξεις ἀπὸ τῆς ἀντιθέσεως οὔσης ἀλύτου τὸν δικαστήν . γʹ
⌈ κεντῶν ὑπὸ τὸν πρωκτόν . ἄξεις ] ἀποκομίσεις , ἀπάξεις τὰ χρήματα , λήψει τὸ χρέος , φέρεις ,
6742749 θανοντα
, καὶ αὐτῷ ἐπιγεγράφθαι : ὧδε Λίνον Θηβαῖον ἐδέξατο γαῖα θανόντα , Μούσης Οὐρανίης υἱὸν ἐϋστεφάνου . καὶ ὧδε μὲν
πάλιν , ὄφρα πυρός με Τρῶες καὶ Τρώων ἄλοχοι λελάχωσι θανόντα . Τὸν δ ' ἄρ ' ὑπόδρα ἰδὼν προσέφη
6505915 αἰας
λέγει δὲ τοὺς πολίτας . τινὲς δέ φασιν ἐπὶ γόνυ αἴας ἤτοι κατὰ πρόσωπον τῆς γῆς . . . [
τὸν ? δὴ περιρρύτας ? [ ? ? ποτ ' αἴας ὤλεσαν [ ] ? ? ῥυσίπτολιν ? ? ?
6426284 πρυτανιν
ὁρκίαν δὲ αὐτὴν εἶπεν ὡς τῶν ὅρκων ἔφορον καὶ συνθηκῶν πρύτανιν . τὴν θεὸν ἐπικαλεῖται ὡς ἑξῆς ἐπάγει , ὥστε
ἐκείνου καὶ μετ ' ἐκεῖνον βεβαιότητος καὶ ἀληθείας γινόμενον ἡμῖν πρύτανιν καὶ τῶν καλλίστων ἠθῶν πληροῦντα τοὺς σέβειν αὐτὸν μεμαθηκότας
6358660 γυας
ἔτλα , νόσον : διέβα δὲ Φρυγῶν καὶ πρὸς εὐκάρπους γύας σκηπτὸς σταλάσσων Δαναΐδαις φόνον . Φθιώτιδες γυναῖκες , ἱστοροῦντί
οἷον στελεῷ : “ ἀμφὶ πελέκκῳ . ” πεντηκοντόγυον πεντήκοντα γύας ἔχον : γύης δὲ μέτρον γῆς . περιμήκετον περισσῶς
6343657 κυανεας
κυανόπτερος ὄρνις εἴθ ' εἴην , πευκᾶεν σκάφος ἇι διὰ κυανέας ἐπέρασεν ἀκτάς , πρωτόπλοος πλάτα . ὦ παῖ ,
ἀμφικαλύψηι , ἔλθηι δ ' ἐς σκιερὸν χῶρον ἀποφθιμένων , κυανέας τε πύλας παραμείψεται , αἵτε θανόντων ψυχὰς εἴργουσιν καίπερ
6320180 ὁστ
Ὁμήρου , γένος δ ' ἦν ἐκ ποταμοῖο Ἀλφειοῦ , ὅστ ' εὐρὺ ῥέει Πυλίων διὰ γαίης , καὶ ἐμὲ
Δηλιάσιν καρποφόροις γυάλοις ἔτικτε , χρυσοκόμαν ἐν κιθάραι σοφόν , ὅστ ' ἐπὶ τόξων εὐστοχίαι γάνυται : φέρε δ '
6312863 γαν
ἔστω πάσᾳ νεολαίᾳ . καρποτελῆ δέ τοι Ζεὺς ἐπικραινέτω φέρματι γᾶν πανώρῳ : πρόνομα δὲ βότ ' ἀγροῖς πολύγονα τελέθοι
παθεῖν τάδε , φεῦ , ἐμὲ παλαιόφρονα , κατά τε γᾶν οἰκεῖν , ἀτίετον , φεῦ , μύσος . πνέω
6306159 νερτερων
τέκνα . ἀλλ ' , ὦ φίλοι , χοαῖσι ταῖσδε νερτέρων ὕμνους ἐπευφημεῖτε , τόν τε δαίμονα Δαρεῖον ἀνακαλεῖσθε ,
: πρίν , Ἔρως , ἐκεῖ μ ' ἀπελθεῖν ὑπὸ νερτέρων χορείας , σκεδάσαι θέλω μερίμνας . Μεσονυκτίοις ποτ '
6292063 κοραν
μάκαρ , τὶν δ ' ἐπέοικεν Ἥρας πόσιν τε πειθέμεν κόραν τε γλαυκώπιδα : δύνασαι δὲ βροτοῖσιν ἀλκάν ἀμαχανιᾶν δυσβάτων
γέρας ἱερὸν προφέρων . Τάν τ ' ἐν ὄρεσι δρυογόνοισιν κόραν ἀείσατ ' Ἄρτεμιν ἀγροτέραν . Ἕπομαι κλῄζουσα σεμνὰν γόνον
6291875 εὐορμου
ἄλλο δὲ παρθενικῇς ἐναλίγκιαι ἔσκον ἰδέσθαι , αἰεὶ δ ' εὐόρμου δεδοκημέναι ἐκ περιωπῆς ἦ θαμὰ δὴ πολέων μελιηδέα νόστον
ἐμπίπλημι . ἀπὸ τούτου γίνεται τὸ “ πιμπλᾶσι μυχοὺς λιμένος εὐόρμου ” . τὸ δὲ πλῶ ἑτέρᾳ παραγωγῇ , ἀφ
6285702 κυμ
ἔξω δ ' ἐγενόμην γνώμης ἐμῆς . κακῶν γὰρ ἄρτι κῦμ ' ὑπεξαντλῶν φρενί , πρύμνηθεν αἴρει μ ' ἄλλο
? [ ἴσα ] κἀς [ ] πολίας ? ? κῦμ ' ἄλος [ ] ἐσβάλην ? ? [ ]
6254125 μυχους
γὰρ τὰ τούτων ὀνόματα πᾶσαν μὲν ἤπειρον , πάντας δὲ μυχοὺς θαλάττης ἐπέρχεται καὶ ἀγροὺς καὶ καλύβας , καὶ ὅλως
ἵππων ταρακτής ἐστιν Ἰσχένου τάφος , ὁ τὴν θαλάσσης Αὐσονίτιδος μυχοὺς στενοὺς ὀπιπεύουσαν ἀγρίαν κύνα κτανὼν ὑπὲρ σπήλυγγος ἰχθυωμένην ,
6230313 ποντιε
ὁ Ποσειδῶν τῶν πρεσβυτέρων ἐστὶ θεῶν , Ποντοπόσειδον ἢ ὦ πόντιε Πόσειδον ἢ μεταφορικῶς ἀπὸ τοῦ πόντου , ἀντὶ τοῦ
πολυώνυμε θηροφόνη , Λατοῦς χρυσώπιδος ἔρνος , σύ τε , πόντιε σεμνὲ Πόσειδον ἁλιμέδον , προλιπὼν μυχὸν ἰχθυόεντα οἰστροδόνητον ,
6214363 ὁρμον
. ἀλίμενον αἰθέρος : Τὴν τέλος οὐκ ἔχουσαν , οὐδὲ ὅρμον , ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν νεῶν . τρόπον γὰρ πελάγους
τὸ ἐπισχεῖν τὴν ἐπερχομένην ναῦν μεθ ' ὁρμῆς εἰς τὸν ὅρμον , ἵνα μὴ προσελθοῦσα θραυσθῇ . καὶ νῦν δὲ
6155692 κικλησκω
ξὺν αἷς Λύκι ' ὄρεα διᾴσσει : τὸν χρυσομίτραν τε κικλήσκω , τᾶσδ ' ἐπώνυμον γᾶς , οἰνῶπα Βάκχον εὔιον
λαμπρὸν ἄγων φάος ἁγνόν , ἀφ ' οὗ σε Φάνητα κικλήσκω ἠδὲ Πρίηπον ἄνακτα καὶ Ἀνταύγην ἑλίκωπον . ἀλλά ,
6142829 ῥεοντα
ἐπὶ τῶν ἐπαγγελλομένων παντὶ σθένει σπουδάσειν : ὡς κἂν εἰς ῥέοντα πλοῖα ἐμβῆναι οὐκ ὀκνησάντων . Ὑμεῖς δαίμονα αἱρήσεσθε ,
ἤδη καὶ οὐδένα νόον ἐχόντως ἐξηγησάμενον , οἳ Ὠκεανόν τε ῥέοντα γράφουσι πέριξ τὴν γῆν , ἐοῦσαν κυκλοτερέα ὡς ἀπὸ
6142576 πεδον
στεφάνοισι κάρη παρὰ δαῖτα πυκάζου παντοδαποῖς , οἷς ἂν γαίης πέδον ὄλβιον ἀνθῇ , καὶ στακτοῖσι μύροις ἀγαθοῖς χαίτην θεράπευε
ΜΥΚΑΙ . Ἀριστίας : μύκαισι δ ' ὠρέχθει τὸ λάινον πέδον . Πολίοχος : μεμαγμένην μικρὰν μελαγχρῆ μᾶζαν ἠχυρωμένην ἑκάτερος
6131957 κορυφαν
. . Σοφία δὲ Κλέπτει παράγοισα μύθους . Ἀέθλων τε κορυφὰν ] Ἤγουν τὸν ἀκρότατον τῶν ἀγώνων , τὸν ἐν
, ὅτι ἀξιοπρεπέστερος τῶν τοῦ πλούτου χρημάτων ὁ χρυσός . κορυφὰν οὖν τὸ κεφάλαιον καὶ ἄκρον ἀκουστέον . ἐξ Ὁμήρου
6096135 Ληδης
εἰς οἰκίον , οὐκ ἐπὶ πόντον ? [ , ] Λήδης λέκτρα ? [ φέρεις , ἀλλ ' οὐ ]
Ζεύς Εὐρώπης διὰ κάλλος ἀκούεται εἰσέτι ταῦρος [ ] καὶ Λήδης δι ' ἔρωτας ἀκούεται εἰσέτι κύκνος . Εὐρώπην σὺ
6094032 ἀξενον
παρὰ θάλατταν τὴν πορείαν ποιούμενος , καὶ κατήντησεν εἰς ἔθνος ἄξενον καὶ παντελῶς θηριῶδες . τούς τε γὰρ ὄνυχας οἱ
ἐκείνους τοὺς χρόνους περιοικούμενον ὑπὸ ἐθνῶν βαρβάρων καὶ παντελῶς ἀγρίων ἄξενον προσαγορεύεσθαι , ξενοκτονούντων τῶν ἐγχωρίων τοὺς καταπλέοντας . Ἰάσονα
6084095 ἁλιων
κλῦθι Νυμφᾶν ἁβρᾶν Δῶρι , κυμοκτύπων τ ' ἤραν ' ἁλίων μυχῶν . Σοὶ μὲν εὔιππος εὔπωλος ἐγχέσπαλος δῶκεν αἰχμὰν
καταγρ [ ἐκ τᾶς θαλάσσας τ [ Ναῦται βυθοκυματοδρόμοι , ἁλίων Τρίτωνες ὑδάτων , καὶ Νειλῶται γλυκυδρόμοι τὰ γελῶντα πλέοντες
6073043 ὠγυγιαν
οἰκτρὸν ] ἐλέους ἄξιον . πόλιν ] τὴν ἡμετέραν . ὠγυγίαν ] ἀρχαίαν ἢ τὴν μεγάλην ἀπὸ Ὠγύγου τινὸς βασιλεύσαντος
Ὠγύγου τινὸς βασιλεύσαντος ἐκεῖσε . ὠγυγίαν ] ἀρχαίαν . θ ὠγυγίαν ] τὴν παλαιάν . ὠγυγίαν ] ἀρχαίαν καὶ παλαιὰν
6070937 νετ
[ ] ! δ ' αυτ ? [ [ ] νετ ! ! [ ! ] ! [ ἐχθροῖσιν εἴη
? ? [ ! ] ! [ ! ! ! νετ ! [ ουτος ? ? ? ! [ Ξέρξης
6069246 ἀμειψας
θυείην [ ] ! σθε δὲ βασκαντῆρες [ ] ρυόεσσαν ἀμείψας [ ] δρωμῶσι χίμαιραι [ μηκάδες ] οὐ πατέουσιν
τοῦ βασιλέως Ξέρξου στρατὸς , ὁ τὰς πόλεις πορθῶν , ἀμείψας καὶ ἀλλάξας τὸν πορθμὸν τῆς θυγατρὸς τοῦ Ἀθάμαντος Ἕλλης
6068812 γαιας
, κρύψω τόδ ' ἔγχος τοὐμόν , ἔχθιστον βελῶν , γαίας ὀρύξας ἔνθα μή τις ὄψεται : ἀλλ ' αὐτὸ
μηδὲ τὸ παρθένιον πτερόν , οὔρειον τέρας , ἐλθεῖν πένθεα γαίας Σφίγγ ' ἀπομουσοτάταισι σὺν ὠιδαῖς , ἅ ποτε Καδμογενῆ
6063421 φθιμενων
πρὸς γόνυ πίπτουσα τὸ σόν : † ἄνομοι τέκνα λῦσαι φθιμένων νεκύων οἳ † καταλείπουσι μέλη θανάτωι λυσιμελεῖ θηρσὶν ὀρείοισι
κἀκποδὼν εἶναι νέοις . ἰώ : τάδε δὴ παίδων ἤδη φθιμένων ὀστᾶ φέρεται . λάβετ ' , ἀμφίπολοι , γραίας
6061317 Ἀχερουσιον
. Διελθόντες δὲ καὶ τούτους εἰς τὸ πεδίον εἰσβάλλομεν τὸ Ἀχερούσιον , εὑρίσκομέν τε αὐτόθι τοὺς ἡμιθέους τε καὶ τὰς
ἑξαμέτροις , οὕτω προλέγον τὴν τελευτήν , Αἰακίδη προφύλαξο μολεῖν Ἀχερούσιον ὕδωρ , Πανδοσίην θ ' , ὅθι τοι θάνατος
6061187 λιπουσα
τὴν παρθενίαν φησί : παρθενία , παρθενία , ποῖ με λιποῦσα οἴχῃ ; ἡ δὲ ἀποκρίνεται πρὸς αὐτὴν τῷ αὐτῷ
' ἣν αἰτίαν πάρεστιν , ὡς τὸ , Τύριον οἶδμα λιποῦσα . τὰ δὲ στάσιμα , ὅτε ἵσταται καὶ ἄρχεται
6060111 ἐκπεραν
ὁ δ ' ὀξύπεινος : τὸν δὲ μουσικώτατον κλεινὰς Ἀθήνας ἐκπερᾶν Ἀμφίονα , οὗ ῥᾷστ ' ἀεὶ πεινῶσι Κεκροπιδῶν κόροι
οἷς μὴ πελάζειν , ἀλλ ' ἁλιστόνοις πόδας χρίμπτουσα ῥαχίαισιν ἐκπερᾶν χθόνα . λαιᾶς δὲ χειρὸς οἱ σιδηροτέκτονες οἰκοῦσι Χάλυβες
6053945 Παρνησσον
, ἀλλά τινες αὐτῶν καὶ τὰ Ἑλλήνων ηὖξον περὶ τὸν Παρνησσὸν κατειλημένοι , καὶ ἐνθεῦτεν ὁρμώμενοι ἔφερόν τε καὶ ἦγον
μὲν κυανοῦ , τοτὲ δ ' ἄνθεσιν εἴσατο χαλκοῦ . Παρνησσὸν νιφόεντα θοοῖς διὰ ποσσὶ περήσας ἵκετο Κασταλίης Ἀχελωΐδος ἄμβροτον
6050113 ποντου
πόρον , ἤγουν πρὸς τὰ ἀριστερὰ μέρη , τοῦ Εὐξείνου πόντου ἐξ ἐναντίας τοῦ Βορυσθένους ποταμοῦ μεγαλώνυμος καὶ ἔνδοξός τις
τυρὸν καὶ σίλφιον . ἅττα τε σάρκα μὴ πίειραν ἔχῃ πόντου τέκνα , τῷδε τρόπῳ χρὴ σκευάζειν . ἤδη σοι
6048801 ἐβα
ἁ πτεροῦσσα παρθένος τιν ' ἀνδρῶν . χρόνωι δ ' ἔβα Πυθίαις ἀποστολαῖσιν Οἰδίπους ὁ τλάμων Θηβαίαν τάνδε γᾶν τότ
ἄλοχον πάιδάς τε φίλους , ὃ δ ' ἐς ἄλσος ἔβα δάφναισι κατάσκιον ποσὶν πάις Διός . καὶ Ἀντίμαχος δ
6046523 ἑρπε
παγκρατὲς γάνος , βέβακες δαιμόνων ἁγώμενος : Δίκταν εἰς ἐνιαυτὸν ἕρπε καὶ γέγαθι μολπᾷ . Θόρε κἐς ] πόληας ἁμῶν
εὐμαθὲς σφραγῖδος ἕρκει τῷδ ' ἐπὸν μαθήσεται . Ἀλλ ' ἕρπε καὶ φύλασσε πρῶτα μὲν νόμον , τὸ μὴ '
6039194 ζοφου
δὲ παραλλαγαῖς τὰς ἐπωνυμίας παραλλάττουσαν : οἷον τὸν ἀπὸ τοῦ ζόφου καὶ τῆς δύσεως ζέφυρον , τὸν δ ' ἀπὸ
. ὁδεύοντι δὲ χειμῶνος καὶ θυέλλης τὸν ἀέρα καταλαβόντων καὶ ζόφου γενομένου , τὰ ὀνάρια τῆς ὁδοῦ πλανηθέντα , εἴς
6037736 τερμονα
ἐποψόμενοι πῇ μὲν δίδυμον χθονὸς Εὐρώπης μέγαν ἠδ ' Ἀξίας τέρμονα Φᾶσιν φοινικόπεδόν τ ' ἐρυθρᾶς ἱερὸν χεῦμα θαλάσσης χαλκοκέραυνόν
“ πῇ μὲν δίδυμον χθονὸς Εὐρώπης μέγαν ἠδ ' Ἀσίας τέρμονα Φᾶσιν . ” τῆς δὲ λίμνης τῆς Μαιώτιδος περίπλους
6036959 Νηρεϊδων
, Σεμέλη μὲν τῶν Ὀλυμπίων θεῶν σύνοικε , Ἰνὼ δὲ Νηρεΐδων , παραγίνεσθε σὺν τῇ μητρὶ τοῦ ἀριστογόνου Ἡρακλέους ,
ὄνυχας ὀξυτάτους ἀκμάν καὶ δεινοτάτων σχάσαις ὀδόντων ἔγαμεν ὑψιθρόνων μίαν Νηρεΐδων . εἶδεν δ ' εὔκυκˈλον ἕδραν , τὰν οὐρανοῦ
6033016 ραν
τοὺς θεοὺς πάντας καὶ πάσας , ὅσοι τὴν χώ - ραν ἔχουσι τὴν Ἀττικήν , καὶ τὸν Ἀπόλλω τὸν Πύθιον
. . . [ ] σιν ? [ [ ] ραν ? [ [ ] ος : ᾱ [ [
6030676 ἀφικανεν
Ὃ δ ' ἐκ δόρποιο κορεσσάμενος κρατερὸν κῆρ ἐς κλισίην ἀφίκανεν ἑοῦ πατρός , ἔνθά οἱ ὕπνος ἀμφεχύθη . Δαναοὶ
ἰχθυόεντα φέρεν βαρέα στενάχοντα : ἠδ ' ὡς Τηλέπυλον Λαιστρυγονίην ἀφίκανεν , οἳ νῆάς τ ' ὄλεσαν καὶ ἐϋκνήμιδας ἑταίρους
6023086 ἐρα
καὶ μὴ πάθει πάντα ποιῶν . Ἤριον . ἐκ τοῦ ἔρα ἡ γῆ . Ἠκέστας . κεντῶ ἐστὶ ῥῆμα ,
σε δεῖ ; παρθένον ἔνδον ἔχεις ἄλλην καλήν : ταύτης ἔρα , ταύτην βλέπε , ταύτην ἔξεστί σοι γαμεῖν .
6014634 ἀγαυην
ενωευδε ? ? ? ? ? ? ? [ ] ἀγαυὴν Φερσεφόνειαν ? ? [ ] ! ! ! !
στεροπῆτι κεραυνῶι . νῦν δ ' ἱκέτις ἥκω παρ ' ἀγαυὴν Φερσεφόνειαν , ὥς με πρόφρων πέμψηι ἕδρας εἰς εὐαγεόντων
5998624 ποντον
, ἧς ἐκτραπῆναι οὐκ ἔστιν . ἐγέννησε δὲ καὶ τὸν πόντον , , μήτινι συνελθοῦσα , ἔπειτα δὲ συνελθοῦσα τῷ
τῷ Ποσειδῶνι καὶ Νηρηίσι σπένδειν ἐκ χρυσῆς φιάλης ἐς τὸν πόντον . λέγουσι δὲ καὶ πρῶτον ἐκ τῆς νεὼς σὺν
5998569 κευθμωνα
σέθεν : καὶ γάρ ῥα ποτὶ ζόφον ἠερόεντα νείατον εἰς κευθμῶνα , λιτῆς εἰς πυθμένα γαίης , μοῦνον ἀπ '
? [ ἄσημα : λεῖος πόντος [ δέρκου νυν ἐς κευθμῶνα [ καὶ δὴ δέδορκα τῳδε ! [ ἔα ?
5995651 εἰσεπερησαν
στάγες ὕδασιν ἐμφορέοντο . Ἐκ δὲ τόθεν Ῥοδανοῖο βαθὺν ῥόον εἰσεπέρησαν , ὅς τ ' εἰς Ἠριδανὸν μετανίσσεται , ἄμμιγα
, ἔνθα καὶ ὅρκια φρικτὰ θεῶν ἄρρηκτα βροτοῖσιν , ἄσμενοι εἰσεπέρησαν ἐμῇς ὑποθημοσύνῃσιν ἥρωες : μέγα γάρ σφιν ὀφέλσιμον ἀνθρώποισι
5990536 ναιεις
Χρησμός : Πῖν ' οἶνον τρυγίαν , ἐπεὶ οὐκ Ἀνθηδόνα ναίεις , οὐδ ' ἱερὰν Ὑπέραν , ὅθι γ '
δηλοῖ , ἣν ἐδωρήσατο τῇ περσεφόνῃ ὁ ζεύς : ἥτις ναίεις καὶ οἰκεῖς ἐπὶ τοῦ μηλοβότου ἀκράγαντος , τοῦ ὁμωνύμου
5980697 φρουρον
: εἰ δὲ δίκην βλάπτοι , πουλὺ χερειοτέρη . τὸν φρουρὸν φρουρεῖν χρή , τὸν ἐρῶντα δ ' ἐρᾶν .
, καὶ τὸν Αἰακόν , ὅσπερ ἐν Αἵδου λέγεται , φρουρὸν ἡγεῖσθαι τουτωνὶ τῶν πυλῶν εἶναι , τεθνεῶτι γὰρ δὴ
5974265 μεσομφαλον
εἰσι τὰ μυστήρια : οἱ γὰρ ἱερόδουλοι οὐδένα φοβοῦνται : μεσόμφαλον εἶπε τὴν Πυθίαν , ἐπεὶ κατὰ τὰ κοιλώματα τοῦ
ἄνασσαν Ἑστίαν ὑμνήσομεν , ἃ καὶ Ὄλυμπον καὶ μυχὸν γαίας μεσόμφαλον ἀεὶ Πυθίαν τε δάφναν κατέχουσα ναὸν ἀν ' ὑψίπυλον
5971649 καταιβατις
Μελεάγρῳ : μάγοις ἐπῳδαῖς πᾶσα Θεσσαλὶς κόρη ψευδὴς σελήνης αἰθέρος καταιβάτις . τὸ τάχα ἐπὶ δισταγμῷ κεῖται : τινὲς δὲ
καὶ δή σε , ὦ Ἀλέξανδρε , ἡ Ἀχερουσία καὶ καταιβάτις τρίβος δεξιώσεται λέγει δὲ τὸ Ταίναρον ἀκρωτήριον τῆς Λακωνικῆς
5967933 ἁγνου
φλόγα τήκει πετραίαν χιόνα : πᾶσα δ ' εὐθαλὴς Αἴγυπτος ἁγνοῦ νάματος πληρουμένη φερέσβιον Δήμητρος ἀντέλλει στάχυν . . Αἰγύπτιος
φλόγα τήκει πετραίαν χιόνα : πᾶσα δ ' εὐθαλὴς Αἴγυπτος ἁγνοῦ νάματος πληρουμένη φερέσβιον Δήμητρος ἀντέλλει στάχυν ἀπάτης δικαίας οὐκ
5961700 ἐναλιαν
Ἐρέτριαν , ὄντ ' Ἀθηναῖον γένει , τὴν δ ' ἐναλίαν Κήρινθον ὡσαύτως Κόθον , Δρύοπας δὲ τὴν Κάρυστον ὠνομασμένην
[ ] τε ναυστολοῦσι χρημάτων χάριν ἀστροσκοποῦντες [ ] [ ἐναλίαν ] τρικυμίαν [ ] θύραθεν [ οὐ ] θέλοιμ
5960750 ἀκταν
πνεύμασι Ζεφύρου , τὰν πολυόρνιθον ἐπ ' αἶαν , λευκὰν ἀκτάν , Ἀχιλῆος , δρόμους καλλισταδίους , ἄξεινον κατὰ πόντον
ἀλλά μ ' ὁ παγκοίτας Ἅιδας ζῶσαν ἄγει τὰν Ἀχέροντος ἀκτάν , οὔθ ' ὑμεναίων ἔγκληρον , οὔτ ' ἐπὶ
5957753 ουσα
[ ] ! σεως | ! ! [ [ ] ουσα | μὴ τ ! [ [ ] χ !
] ! ἀμφίβολον [ ] πότερον [ [ ] ! ουσα ? ? ? ? ! ! [ ] !
5956291 ἑδρανα
καὶ θυόεντες βωμοὶ καὶ τέμενος , τετέλεστο δὲ πάντα μελάθρωι ἕδρανά τε κλισμοί τε θεοκλήτους ἐπὶ δαῖτας . Καὶ τότε
καὶ θυόεντες βωμοὶ καὶ τέμενος , τετέλεστο δὲ πάντα μελάθρωι ἕδρανά τε κλισμοί τε θεοκλήτους ἐπὶ δαῖτας . Καὶ τότε
5955712 Ἁιδαν
, πυρὸς τετακότας σποδῶι : ποτανοὶ δ ' ἤνυσαν τὸν Ἅιδαν . πάτερ , † σὺ μὲν σῶν † κλύεις
τάφον τε ματεύουσα τὸν αὐτόν , ἔμμοχθον καταλύσους ' ἐς Ἅιδαν βίοτον αἰῶνός τε πόνους : ἥδιστος γάρ τοι θάνατος
5952758 Δημητερος
: ὅλας τὰς πέμπτας . * μέσσῃ δ ' ἑβδομάτῃ Δημήτερος , ἕως τοῦ θαλαμήια δοῦρα | νήιά τε :
παυσαμένων περὶ τὴν Ἀττικὴν ἔκτισαν πόλιν καὶ ἱδρύσαντο ἱερὸν Ἀχαιᾶς Δημήτερος , . , . , + , . Ἀχαιϊνέα
5947150 γανος
ἐπιβαίνει , ἐμβάλλει , ἐπιφέρει . γλυκερόν : εὐφρόσυνον . γάνος : βέλος , γλυκεῖαν ἡδονὴν , χαρὰν , ἡδονὴν
πονηρὰς εἰσάγων : γυναιξὶ γὰρ ὅπου βότρυος ἐν δαιτὶ γίγνεται γάνος , οὐχ ὑγιὲς οὐδὲν ἔτι λέγω τῶν ὀργίων .
5946794 ποτνιαν
περικαλλέα ὄσσαν ἱεῖσαι , ὑμνεῦσαι Δία τ ' αἰγίοχον καὶ πότνιαν Ἥρην Ἀργείην , χρυσέοισι πεδίλοις ἐμβεβαυῖαν , κούρην τ
Ὁ δ ' ὡς κλύεν ἔκνομον αὐδήν χεῖρας ἐπαντείνας ἐπεκέκλετο πότνιαν Ἥρην : τήνδε γὰρ ἐκ μακάρων περιώσια κυδαίνεσκεν .
5943559 δερκου
, ἴσως γὰρ τόπον ἐσχατιαῖς προσιδεῖν ἐθέλεις ὅντινα κεῖται , δέρκου θαρσῶν : ὁπόταν δὲ μόλῃ δεινὸς ὁδίτης , τῶνδ
; ἦ θεωρήσων τύχας ἐμὰς ἀφῖξαι καὶ συνασχαλῶν κακοῖς ; δέρκου θέαμα , τόνδε τὸν Διὸς φίλον , τὸν συγκαταστήσαντα
5939062 Λατους
νιν ] ὁ Δαλογενὴς [ ] υἱὸς βαθυζώνοιο [ ] Λατοῦς δέκτο [ ] βλεφάρῳ [ ] : πολέες δ
φωνὰν ἀκαμάταν κατθεμένα πρὸ ποδῶν : „ Αἰθοπίᾳ με κόρᾳ Λατοῦς ἀνέθηκεν Ἀρίστα Ἑρμοκλειδαία τῶ Σαϋναϊάδα , σὰ πρόπολος ,
5932915 καλλικομοιο
! ! ! ! ! ! ! νύμφης ] πάρα καλλικόμοιο . ἣ δ ' ἄρα παῖδας ] [ ἔτικτεν
φεύγων νείκεα πατρὸς Ἀμύντορος Ὀρμενίδαο , ὅς μοι παλλακίδος περιχώσατο καλλικόμοιο , τὴν αὐτὸς φιλέεσκεν , ἀτιμάζεσκε δ ' ἄκοιτιν
5932475 Ταρταρου
, ἄγονται πρὸς Ἐρινύων ἐπ ' ἔρεβος καὶ χάος διὰ Ταρτάρου , ἔνθα χῶρος ἀσεβῶν καὶ Δαναΐδων ὑδρεῖαι ἀτελεῖς καὶ
καλούμενον Τάρταρον . εἶτα ἐκ τοῦ μέρους ἐκείνου , τοῦ Ταρτάρου , τὸ ὑπὸ τὴν γῆν ἄλλο μέρος τοῦ οὐρανοῦ
5927801 πλακα
ἡμᾶς τῶν Ἰώνων κερσάμενος καὶ τεμὼν καὶ ἀφανίσας τὴν νυχίαν πλάκα καὶ τὴν δυσδαίμονα ἀκτήν , ἤγουν τὸ ναυτικὸν τῶν
] τοῦτ ' ἔστι νικηφόρος . κερσάμενος ] ἀποκείρας στυγνὴν πλάκα κατὰ τὴν δυσδαίμονα ἀκτὴν , τοῦτ ' ἔστι κατὰ
5920746 Φασιν
ἑαυταῖς . οὕτω τὸ αὑταῖς σύντασσε . [ . ] Φασὶν ὡς πρὸ τοῦ γενέσθαι ἀρισταῖον τὰ πρόβατα οὐκ εἶχεν
ἑαυτοῦ πλεῖον οὐδεὶς οὐδένα . Φιλίας δικαίας κτῆσις ἀσφαλεστάτη . Φασὶν κακίστους οἱ πονηροὶ τοὺς καλούς . Φίλον βέβαιον ἐν
5918205 ὀρεα
, ἀντροδίαιτε , ἣ διέπεις ὄχθους ὑψαύχενας ἀκρωρείους ἠδ ' ὄρεα σκιόεντα , νάπαισί τε σὴν φρένα τέρπεις , ὁπλοχαρής
ἐν τῇ νήσῳ , πάντ ' ἐκλείπειν καὶ ἐς τὰ ὄρεα καταφυγοῦσιν ἀντέχεσθαι σωτηρίης . Ὅθεν δὴ τί κακὸν οὐκ
5913735 κολποιο
ποτὸν ἡδὺν ἔπινεν . καί ῥ ' ὁ μὲν ἐκ κόλποιο τροφοῦ θόρε ποσσὶ Θυώνης . ξεῖν ' ἄγε δὴ
ἄητο ἠοῦς τελλομένης . οἱ δὲ χθονὸς εἰσανέχουσαν ἀκτὴν ἐκ κόλποιο μάλ ' † εὐρεῖαν ἐσιδέσθαι φρασσάμενοι κώπῃσιν ἅμ '
5910532 εἰναλιου
Θυτήριον ἀρχαίη Νύξ , ἀνθρώπων κλαίουσα πόνον , χειμῶνος ἔθηκεν εἰναλίου μέγα σῆμα : κεδαιόμεναι γὰρ ἐκείνῃ νῆες ἀπὸ φρενός
δέ φησιν οὕτως εἰν Ἀρίμοις ὅθι φασὶ Τυφωέος ἔμμεναι εὐνάς εἰναλίου πέμπελος : ἡ γραῦς , παρὰ τὸ εἶναι πλησίον
5908196 ποτνι
καὶ εὐμενίδα φαμέν , ἢ ὡς θεὸν οὖσαν . θ πότνι ' ] ἣν δι ' ἀρᾶς ἐπήγαγε τοῖς παισίν
ἀληθῆ ] τὰς ἀράς . ἀληθῆ ] τὰ πράγματα . πότνι ' ] σεβασμία . πότνι ' ] ἡ μεγάλη
5906923 οἰδμα
! ! ! ! ! ! ] ως ? ? οἶδμα ? ? πολυπλάγκτοιο θαλάσσης [ ] [ ! !
νησιάζεται γὰρ , ὡς καὶ ἑξῆς [ ] : Τύριον οἶδμα λιποῦς ' ἔβαν ἀκροθίνια Λοξίᾳ Φοινίσσας ἀπὸ νάσου :
5904570 κελ
[ πινακίδος ] ἀναγκ ? ? [ [ ] λομένου κελ ! [ [ ] σας ' ἕως χαλαλ ?
? [ ] πεντ ? [ ] α ? . κελ ? Γε . ΙΙη % μεΝ τοὺς ? ?
5902784 ἱεις
ὑπομιμνῄσκει αὐτὸν παλαιᾶς πράξεως ⌈ τόλμαν [ τόλμην ] . ἵεις ] ἔπεμψας . ὅτε Νάξος ἑάλω : τὴν Νάξον
τοῦ ὦ καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν ἱῶ , ὁ παρατατικὸς ἵουν ἵεις ἵει καὶ ἐν συνθέσει ἀφίει , . . .
5901656 πλοον
τεθυμιαμένου ἀδύτου : λέγει δὲ τοῦ κατὰ τὴν Πυθῶνα . πλόον : πλεῖν ἐκέλευσεν αὐτὸν ἀπὸ τῆς Λερναίας ἀκτῆς εἰς
πρῶτον ἐπιψαίρωσι πόροιο τε πειρήσωνται , ξεῖνον ἁλὸς σπεύδουσι μετὰ πλόον , οὐδ ' ἐθέλουσι μίμνειν ἔνθ ' ἐγένοντο καὶ
5897625 ἐκπερασαι
καὶ ταμίας ἂν γένοιο αὐτὸς τοῦ πλοῦ , καὶ πρὶν ἐκπερᾶσαι πᾶν τὸ πέλαγος , αὖθις ἂν ὀπίσω κομίζοιο ,
πέλαγος εἰσορῶ τοσοῦτον ὥστε μήποτ ' ἐκνεῦσαι πάλιν μηδ ' ἐκπερᾶσαι κῦμα τῆσδε συμφορᾶς . τίνι λόγωι , τάλας ,
5895553 ἀνενεχθηναι
ἐκπεσοῦσαν εἰς τὸν ποταμὸν ἐνόμισαν [ ἐν Ὀλυμπίαι ] δεῦρο ἀνενεχθῆναι εἰς τὴν κρήνην , καὶ θολοῦσθαι ἀπὸ τῶν ἐν
τῶν θεδων ! [ ! ! ! ] ? [ ἀνενεχθῆναι [ λέγειν ] [ ἐς ] ? [ Αἴγυπτον
5895549 ἐλθ
ἀθανάτ ' Ἀφρόδιτα πρόκειται : θάτερον δέ ἀλλὰ τυίδ ' ἔλθ ' αἴ ποτα κἀτέρωτα : ὥστ ' εἶναι τὸν
οἱ ἱπποτροφοῦντες καταναλίσκοντες αὐτῶν τὴν οὐσίαν . ΓΘ δεῦρ ' ἔλθ ' ] ἐνταῦθα σύναπτε τὸ “ πρὸς τὸ παρεστώς
5891167 ενω
[ ' ἐχουσ [ ] ! ον [ [ ] ενω [ [ εἰκυῖα ] θεῆισι [ ] εος βασιλη
[ ] [ ] πορα ? ? [ [ ] ενω [ [ ] πλε [ [ ] ς [
5888618 Ἠριδανοιο
κομόωντες : ἰσχυροί . Δεύτερα : κατὰ δεύτερον λόγον . Ἠριδανοῖο : ποταμοῦ . Φωκαίης τε παλαίφατοι : ἔποικοι γὰρ
ἱερὴν Ἠλεκτρίδα νῆσον ἵκοντο , ἀλλάων ὑπάτην , ποταμοῦ σχεδὸν Ἠριδανοῖο . Κόλχοι δ ' ὁππότ ' ὄλεθρον ἐπεφράσθησαν ἄνακτος
5886571 βρυοντα
δ ' Αἴγισθος : ἐκ δὲ τοῦδ ' ἄνω βλαστεῖν βρύοντα θαλλὸν ᾧ κατάσκιον πᾶσαν γενέσθαι τὴν Μυκηναίων χθόνα .
* * * * τὸν Ἔρωτα γὰρ τὸν ἁβρόν μέλομαι βρύοντα μίτραις πολυανθέμοις ἀείδειν . ὅδε καὶ θεῶν δυνάστης ,
5886055 Αὐσονιηων
ν ? ἔσω βασιληίδος αὐλῆς [ ] σι σὺν ἀνδράσιν Αὐσονιήων [ ] [ πολλοὶ ] δέ τε παῖδες ἀοιδῶν
περίπλοον ἀμφιέλικτον . Τρινακρίη δ ' ἐπὶ τῇσιν ὑπὲρ πέδον Αὐσονιήων ἐκτέταται , πλευρῇσιν ἐπὶ τρισὶν ἑστηυῖα : ἄκρα δέ
5882164 νυχιον
ἅ νιν ἔβασεν Ἑλλάδ ' ἐς ἀντίπορον δι ' ἅλα νύχιον ἐφ ' ἁλμυρὰν Πόντου κλῆιδ ' ἀπεράντου . Κορίνθιαι
τοῖς ὅρκοις πεισθεῖσα ἠκολούθησεν Ἰάσονι : δι ' ἅλα δὲ νύχιον ἐφ ' ἁλμυρὰν πόντου , ἀντὶ τοῦ δι '
5881000 προχοας
ἀντωνυμίας τὸ ὄνομα : οὐ γὰρ εἶπεν εἰς τὰς ἑαυτοῦ προχοάς : ἡ διπλῆ οὖν παράκειται πρὸς τὸ τῆς ἑρμηνείας
δὲ τῆς Παταληνῆς ἣν ὁ Ἰνδὸς ποιεῖ σχισθεὶς εἰς δύο προχοάς . Ἀριστόβουλος μὲν οὖν εἰς χιλίους σταδίους διέχειν ἀλλήλων
5877275 βαθυπλουτον
διορνυμένα † τὰν ποταμοὺς [ δ ' ] ἀενάους καὶ βαθύπλουτον χθόνα καὶ τὰν Ἀφροδίτας πολύπυρον αἶαν : † ἱκνεῖται
ἐκπληκτικόν , ἀρχαιόπλουτον , παλαιόπλουτον , ζάπλουτον , μεγαλόπλουτον , βαθύπλουτον , πολύχρυσον , πολυάργυρον , πολυτάλαντον . θεοὶ ὑπερουράνιοι
5876972 σκοπελον
τέσσαρες ῥίζης μιᾶς ἐπώνυμοι γῆς κἀπιφυλίων χθονὸς λαῶν ἔσονται , σκόπελον οἳ ναίους ' ἐμόν . Γελέων μὲν ἔσται πρῶτος
βαθεῖαν , ἐξ ἧς ἀνέτεινε λισσὴ πέτρα πρὸς ὀρθὸν ἀνατείνουσα σκόπελον : περὶ δὲ τὴν ῥίζαν αὐτῆς ἄντρον ἦν εὐμέγεθες
5876236 ἐπαξω
ἥξω : ἡ δὲ σύνταξις τοιαύτη : ἔπειτα ἥξω καὶ ἐπάξω δωρήματα γῇ τε καὶ ἕνεκα τῶν φθιτῶν ἤγουν τῶν
ἐγὼ δὲ σοῦ ταῦτα οὐκ ὀλίγον . ἔτι δέ σε ἐπάξω βεβαιότερον , εἰ βούλει . Ὅμηρος γὰρ περὶ μὲν
5876216 στειχοντα
ἑταίρους Ἡρακλέης δίψῃ κεκμηότας . ἀλλά μιν εἴ πως δήοιμεν στείχοντα δι ' ἠπείροιο κιόντες . ” Ἦ : καὶ
Ἔχεις τι κεἰσήκουσας ; ἤ σε λανθάνει πρὸς τοὺς φίλους στείχοντα τῶν ἐχθρῶν κακά ; Ἐμοὶ μὲν οὐδεὶς μῦθος ,
5874550 πελανον
ὑμῶν κρίσις ἡ λέγουσά μοι εὔξασθαι θεοῖς καὶ Δαρείῳ . πέλανον : πεπεμμένον πλακοῦντα . ἐπίσταμαι μέν ] οἶδα μὲν
σελήνας πελάνους εἴρηκεν Εὐριπίδης : καί μοι , πολὺν γὰρ πέλανον ἐκπέμπεις δόμων , φράσον σελήνας τάσδε πυρίνου χλόης .
5862967 ἀδυτων
σπουδάζουσιν ἀκηλιδώτους ἐσθῆτας ἀμπεχόμενοι , διάνοιαν δὲ κεκηλιδωμένην ἄχρι τῶν ἀδύτων εἰσάγοντες οὐκ αἰδοῦνται . κἂν μέν τι τῶν θρεμμάτων
καὶ ἀρχιερέως , εἶτ ' εἰς τὸν νεὼν ἄχρι τῶν ἀδύτων εἰσενεγκεῖν : ὁ δὲ τὰ προσταχθέντα ποιήσας ἐκαραδόκει τὸ
5862856 ἀγελαν
τὸ σχῆμα καὶ ἐπανάληψις καὶ ἔστι τῆς γλυκύτητος . τὰν ἀγέλαν χὡ μάντις ἀπ ' Ὄθρυος ἆγε Μελάμπους : Νηλεὺς
ἕδνον ἄγεις γάμου ἄξιον , ἢν ἐπινεύσω ; πᾶσαν τὴν ἀγέλαν , πάντ ' ἄλσεα καὶ νομὸν ἑξεῖς . ὄμνυε
5860811 κοσας
Ἀριμασποί ? [ ποταμῶν ] ? ὑδατοτρεφελώτων : [ ] κοσας ? φορέουσιν [ ζόφου ] ? ἀερόεντος [ ]
? [ ποταμῶν ] ? ὑδατοτρεφελώτων ? : [ ] κοσας ? φορέουσιν [ ὑπὸ ζόφου ] ἀερόεντος [ ]
5856808 γενοιμαν
παῖδες φέροιεν Διονύσιον ἐς χορόν . εἴθ ' ἄπυρον καλὸν γενοίμαν μέγα χρύσιον καί με καλὴ γυνὴ φοροίη καθαρὸν θεμένη
τί γὰρ δεῖ δειλὸν ὄντ ' εὐσωματεῖν ; ἢ μὴ γενοίμαν ἢ πατέρων ἀγαθῶν εἴην πολυκτήτων τε δόμων μέτοχος .
5855998 πτεροεντι
τὸ ὑποκάτω τοῦ ποδὸς λέγει . ὑπό : ἐν . πτερόεντι : σαρίσσῃ . Ὑπὸ τῷ πτερόεντι ὀϊστῷ βαλὼν τὸ
τοὺς εὐεργετήσαντας βελτίοσιν ἀμείβεσθαι καὶ μὴ τοῖς ἐναντίοις καταβλάπτειν . πτερόεντι τροχῷ : δεδεμένος , φησὶ , τῷ τροχῷ ὁ
5854325 Ἀχελωιου
ληίζετ ' ἀρούρας . πῶς δ ' ἐπορεύθης ῥεῦμ ' Ἀχελωίου ἀργυροδίνα , Ὠκεανοῦ ποταμοῖο δι ' εὐρέος ὑγρὰ κέλευθα
? [ ! ! ] 〚 ν ? 〛 κατέλεξα Ἀχελωίου [ ] ἀργυροδίνεω [ ] ἐξ οὗ πᾶσα θάλασσα
5853403 ˘˘˘˘˘
– – – ˘˘ – ] έχεται ? ? πεδίων ˘˘˘˘˘ – – – ] οι : θεῶν – ˘˘˘˘
– – ˘˘˘ – – ] ος αὐδάν ? : ˘˘˘˘˘ – – γυναικῶν ] ἑδˈνώσεται ˘˘ – – ×
5847223 Ἀχαιιδα
ἀξίαν , ἐξ οὗ τὴν οὐκ ἀπὸ γνώμης γελῶσαν . Ἀχαιίδα γαῖαν τὴν Πελοπόννησον . ἀχάριστα ἀχαρίστως : “ ξεῖν
ἀντὶ τοῦ εὐκήλως ἤτοι ἡσύχως . ἀλκή : ἀποφυγή . Ἀχαιίδα : ἀντὶ τοῦ Θεσσαλικήν . Ὅμηρος : Μυρμιδόνες δὲ
5842860 Φοιβωι
Πυθὼ ἐς ἠγαθέην καί ῥ ' ἔφρασεν ἔργ ' ἀΐδηλα Φοίβωι ἀκερσεκόμηι , ὅτι Ἴσχυς γῆμε Κόρωνιν Εἰλατίδης , Φλεγύαο
' ; ὡς ἀπαντᾶι δάκρυά μοι τοῖς σοῖς λόγοις . Φοίβωι ξυνῆψ ' ἄκουσα δύστηνον γάμον . ὦ θύγατερ ,
5841519 χθονιων
, διὰ δὲ τῶν ἀνδρῶν τὸ μέσονοὔτε αἰθερίων ὄντων οὔτε χθονίων φυτῶν , διὰ πάντων δὲ ὅτι πανταχοῦ ἐστι τὸ
εὐαγεόντων . . . . ἔρχεται ἐκ καθαρῶν καθαρά , χθονίων βασίλεια , Εὔκλεες Εὐβουλεῦ τε , Διὸς τέκος ἀγλά
5839209 ἐπαρωγον
ἀπροσόρατον , νυκτερινὸν Κουρῆτα , φόβων ἀποπαύστορα δεινῶν , φαντασιῶν ἐπαρωγόν , ἐρημοπλάνον Κορύβαντα , αἰολόμορφον ἄνακτα , θεὸν διφυῆ
φρενός ἐστιν ἀπορρώξ . καί μιν ἔπεμψε πατὴρ ἀγαθῶν ἀνδρῶν ἐπαρωγόν : καὶ πάλιν ἐς Διὸς εἶσι Διὸς βληθεῖσα κεραυνῷ
5839047 ἀποπρο
Ταφίων περίκλυστον ἄστυ πέρσας . φυγὰν φυγάν , γέροντες , ἀποπρὸ δωμάτων διώκετε : φεύγετε μάργον ἄνδρ ' ἐπεγειρόμενον .
- ] τῶν ἐκ τοῦ πατρὸς τοῦ ἡμετέρου καὶ τῆς ἀποπρὸ πρώτης δεξιᾶς ἀγαθῆς . καὶ πάλιν εἶπεν οὕτως ,
5831194 ἐμολεν
θόρυβος ὅδε ; τί τάδε τὰ χορεύματα ; τίς ὕβρις ἔμολεν ἐπὶ Διονυσιάδα πολυπάταγα θυμέλαν ; ἐμὸς ἐμὸς ὁ Βρόμιος
θόρυβος ὅδε ; τί τάδε τὰ χορεύματα ; τίς ὕβρις ἔμολεν ἐπὶ Διονυσιάδα πολυπάταγα θυμέλαν ; ἐμὸς ἐμὸς ὁ Βρόμιος
5828034 Ῥιπαιων
μὲν Φᾶσιν * * τὸν δὲ Ἴστρον καταφέρεσθαι ἐκ τῶν Ῥιπαίων ὀρῶν , ἅ ἐστι τῆς Κελτικῆς , εἶτα ἐκδιδόναι
: τὸν Ἴστρον φησὶν ἐκ τῶν Ὑπερβορέων καταφέρεσθαι καὶ τῶν Ῥιπαίων Ὀρῶν : γενόμενον δὲ μεταξὺ Σκυθῶν καὶ Θραικῶν σχίζεσθαι

Back