| , ἅπαντες ὄρθρου βαθέος ἐν τῷ ναῷ τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας συναθροισθέντες τάς τε φρουρὰς τὰς ἐν τῇ πόλει ἀνοίξαντες | ||
| . Τύχα , μερόπων ἀρχὰ καὶ τέρμα , τὺ καὶ Σοφίας θακεῖς ἕδρας καὶ τιμὰν βροτέοις ἐπέθηκας ἔργοις : καὶ |
| ] [ ] δαν : ὕβριος ὑψινόου παύσει δίκας θνατοῖσι κραίνων : οἵαν τινὰ δύσλοφον ὠμηστᾷ λέοντι Περσείδας ἐφίησι χεῖρα | ||
| ἐχούσης , γλαυκόχροα εἶπε πρὸς τὸ κόσμον . . Ὧιτινι κραίνων ] οὗτινος ἂν ὑψόθεν , ἀντὶ τοῦ ὑψοῦ , |
| ἔφη τὸ „ πάτρωα ἐμὸν ἀντίθεον Μελάμποδα „ . [ Μελάμπους γάρ , οὗ Ἀντιφάτης , οὗ Ὀικλῆς , οὗ | ||
| οὗ Ἀμφιάραος , ὅθεν Ἀμφίλοχος : ὅρα οὖν οἷος ὁ Μελάμπους ἦν πάτρως τῷ Ἀμφιλόχῳ . ] οὕτω πόρρωθεν . |
| . τίς ἂν φράσειε : ὁ τοῦ ἐν ἄστει τιμωμένου σωτῆρος Διὸς ἱερεύς . μηδενὸς ἔτι θύοντος Διί τε καὶ | ||
| , τέκνα μὴ θάνως ' Ἡρακλέους , βωμὸν καθίζω τόνδε σωτῆρος Διός , ὃν καλλινίκου δορὸς ἄγαλμ ' ἱδρύσατο Μινύας |
| περὶ αὐτοῦ καὶ ὑπερόγκως καὶ μεγαλοπρεπῶς λογιζόμενος : τοῦ γὰρ ὑψίστου ἐστὶν ἱερεύς , οὐχ ὅτι ἐστί τις ἄλλος οὐχ | ||
| εἶπεν δὲ Ἁβραάμ : Δοξάζω τὸ ὄνομα τοῦ θεοῦ τοῦ ὑψίστου καὶ τὸ ἔλεος αὐτοῦ τὸ ἀμέτρητον . εἶπεν δὲ |
| συγκόπτεσθαι ξένον , ἐπεὶ οὕτως ἔχει τὸ σπάργανον , τὸ ἕδνον , τὸ τέκνον , τὸ δάκνω , τὸ Ἐριχθονίδαι | ||
| ὁ Πέλοψ ἐξαίρετον εἴληφε παρὰ τῆς Ἱπποδαμείας νικήσας τὸν Οἰνόμαον ἕδνον . ἔπελθε . ὕμνησον . ἀκρωτήριον Ἄλιδος : τὴν |
| βασκαίνειν , φθονεῖν . Τάφος , μνῆμα , μνημεῖον , μνημόσυνον , ἠρία , θῆκαι , σοροί , πύελοι , | ||
| παρισούμενος Δαρείῳ διεφθάρη . Πυθόμενος γὰρ καὶ ἰδὼν Δαρεῖον ἐπιθυμέοντα μνημόσυνον ἑωυτοῦ λιπέσθαι τοῦτο τὸ μὴ ἄλλῳ εἴη βασιλέϊ κατεργασμένον |
| ὁ δ ' ἐπινεύει πᾶσι τούτοις . Ἅπαντι δαίμων ἀνδρὶ συμπαρίσταται εὐθὺς γενομένῳ , μυσταγωγὸς τοῦ βίου ἀγαθός : κακὸν | ||
| τοῖσιν εὖ φρονοῦσι σύμμαχος Τύχη . ] ἅπαντι δαίμων ἀνδρὶ συμπαρίσταται εὐθὺς γενομένωι μυσταγωγὸς τοῦ βίου ἀγαθός : κακὸν γὰρ |
| παρὰ τὰς Ὀγκαΐδας , Πολυνείκης δὲ παρὰ τὰς Ὑψίστας , Παρθενοπαῖος δὲ παρὰ τὰς Ἠλέκτρας , Τυδεὺς δὲ παρὰ τὰς | ||
| ὄχλος νιν ἀμφέπει ἐπὶ ἀπωλείᾳ : πανταχόθεν ὡπλισμένος ἐπακολουθεῖ : Παρθενοπαῖος : ὡς μὲν Ἀντίμαχος [ . ] , Ταλαοῦ |
| γνήσιος πατὴρ ἐπιτροπεύει καί , εἰ δεῖ τἀληθὲς εἰπεῖν , ἡνιόχου καὶ κυβερνήτου τρόπον ἡνιοχεῖ καὶ πηδαλιουχεῖ τὰ σύμπαντα , | ||
| τίθενται τὸν συμβατήριον λόγον | προτείνοντες , ἵν ' οὗτος ἡνιόχου τρόπον ἐπιστομίζῃ τὴν ἐπὶ πλέον αὐτῶν φοράν . ἔστι |
| τινας ἐξ Ἀρκαδίας ἦλθεν εἰς τὴν Κέω καὶ Διὸς ἱερὸν ἱδρύσατο Ἰκμαίου ἕνεκα τοῦ τοὺς ὄμβρους γίνεσθαι , καὶ τὸν | ||
| τὸν πλοῦν καὶ πεποιημένος εὐχὰς ἱδρύσασθαι Ποσειδῶνος ἱερόν , διασωθεὶς ἱδρύσατο κατὰ τὴν νῆσον τοῦ θεοῦ τούτου τέμενος καὶ τῶν |
| ἄταισιν ] ἤγουν πολέμοις . δαῖτ ' ] εὐωχίαν . ἀκέλευστος ] μὴ ὑπ ' ἐκείνων εἰς τοῦτο προτραπείς . | ||
| ἐμπέδως δεῖμα προστατήριον καρδίας τερασκόπου πωτᾶται , μαντιπολεῖ δ ' ἀκέλευστος ἄμισθος ἀοιδά , οὐδ ' ἀποπτύσαι δίκαν δυσκρίτων ὀνειράτων |
| συνέγνω ἂν αὐτῇ ὁ Ἀπόλλων . διατί δὲ προὐτίμησε τὸν Ἴσχυν τοῦ Ἀπόλλωνος ; Ἀκουσίλαός φησιν , ὡς κατὰ δέος | ||
| , Ἐλάτῳ δέ φασιν εἶναι πέντε , Αἴπυτον Περέα Κυλλῆνα Ἴσχυν Στύμφηλον . ἐπὶ δὲ Ἀζᾶνι τῷ Ἀρκάδος τελευτήσαντι ἆθλα |
| ὑπεκπλεύσας ἐκεῖ ἔζη πολλὰ μὲν ἀγαγὼν χρήματα , πολλοὺς δὲ οἰκέ - τας καὶ τὴν ἄλλην κατασκευὴν μεγαλοπρεπῶς κεκοσμημένην . | ||
| τέτταρ ' ἀργυ . οὐ τῆς γυναικὸς νενόμιχ ' αὑτὸν οἰκέ . ἀπόκοιτός ἐστι , πορνοβοσκῷ δώδεκα τῆς ἡμέρας δραχμὰς |
| χρήσαντος δ ' αὐτῷ τοῦ θεοῦ , τὴν θυγατέρα εἰ θύσειε πρὸ τοῦ συμβαλεῖν τὼ στρατοπέδω , κρατήσειν τῶν πολεμίων | ||
| . . ἔχρησεν ὁ Ἀπόλλων . . . τοὺς ἰδίους θύσειε παῖδας # ὁ Ἀθάμας # τοὺς ἰδίους παῖδας # |
| [ Ε ] : δῶχ ' υἷος ποινὴν Γανυμήδεος . θρηνεῖ δὲ τὸν Δάρδανον καὶ αὐτὸν ἀπολόμενον ἐν τῷ πολέμῳ | ||
| = . , . : ἀηδόνειος θρῆνος : Αἰσχύλος : θρηνεῖ δὲ γόον ˈ τὸν ἀηδόνειον . . . Α |
| λῦσε μένος πλήξας ξίφει αὐχένα κωπήεντι . πᾶν δ ' ὑπεθερμάνθη ξίφος αἵματι : τὸν δὲ κατ ' ὄσσε ἔλλαβε | ||
| ὁμόχροον : περὶ δὲ μέσον ἡμέρης , σμικρὰ ἐῤῥίγωσεν , ὑπεθερμάνθη , ἵδρωσε δι ' ὅλου : νύκτα ἐκοιμήθη . |
| ἔξω τῶν τειχῶν διαφθερεῖ αὐτοὺς βαλὼν κεραυνῷ . . . τελεῖθ ' ] τέλος ἄγετε . . δορύπονα ] πολεμικά | ||
| τρέποντες . τελεῖθ ' ] εἰς τέλος ἄγετε ταύτας . τελεῖθ ' ] πληρεῖτε . τελεῖθ ' ] εἰς τέλος |
| ἀσπαίροντες : πηδῶντες , ψυχοῤῥαγοῦντες , κινούμενοι , ταραττόμενοι . Μόρον : θάνατον . ἠμείψαντο : ἀντήλλαξαν . πολυκμήτων : | ||
| ἡμᾶς ἔρχεται καί φησιν , ὅτι ἡ Νὺξ ἐγέννησε τὸν Μόρον , τὴν Κῆρα , τὸν Θάνατον . ἐπεὶ γὰρ |
| ? ? [ ] ὠδίνων λυκάβαντας αμε [ ] χειμερίων ἐφύτευσε φιλανθρωπλων [ ] ? ? [ ! ] ! | ||
| αὐτός ἐστιν ὅσπερ καὶ τοῦ βασιλέως . ὃς γὰρ ἐκεῖνον ἐφύτευσε , τόνδε ἐποίησεν . Ἅτε οὖν ἄγαν φιλάδελφος ὢν |
| οὐκ ἀργῶς τοῦτο εἴρηκεν , ἀλλ ' ἐπὶ ἔνδοξον πρόσωπον ἀνήγαγε τὴν κρίσιν . οὐ γὰρ ἰδιώτης , φησίν , | ||
| τὸ πολὺ δέος ἐπὶ τὰς τῶν ὀρῶν κορυφὰς τοὺς ἀρτοπόπους ἀνήγαγε καὶ σωτήριον ἓν ἐφαίνετό μοι κατελθεῖν τε ἐκείνους καὶ |
| τὰ δέοντα ποιεῖν , μή πως ὀκνήσας κινδύνῳ περιπέσῃ . Ὥρας δέ ποτε χειμῶνος τυγχανούσης , μύρμηκες σῖτον ἡλίαζον βραχέντα | ||
| ἐν πενιχρᾷ ἐσθῆτι ἢ ζῆν ἀδόξως ἐν πλούτῳ γαυρούμενον . Ὥρας δέ ποτε χειμῶνος τυγχανούσης , μύρμηκες σῖτον ἡλίαζον βραχέντα |
| ἢ Ἀργεῖος : δειλαία νεκροῦ μορφά : ἥτις εἰμὶ δειλαία νεκροῦ μορφὴ καὶ νεκρῶν ἄγαλμα : ἄγαλμ ' , ἢ | ||
| , κυνίδιον δὲ Μελιταῖον ἑαυτὸ ἐνέβαλε εἰς τὴν θήκην τοῦ νεκροῦ καὶ συνετάφη . πέπυσμαι δὲ καὶ Αἰθιόπων εἶναι ἔθνος |
| , καὶ πηλῷ πυριμάχῳ , καὶ θὲς τὸ ῥωγὴν ἐπὶ κέφαλα ἐν χύτρᾳ ἀθίκτῳ . Καὶ ποιήσας πέταλα μολύβδου , | ||
| , καὶ πηλῷ πυριμάχῳ , καὶ θὲς τὸ ῥωγὴν ἐπὶ κέφαλα ἐν χύτρᾳ ἀθίκτῳ . Καὶ ποιήσας πέταλα μολύβδου , |
| . Ἡ δ ' Εὐβουλίδου θυγάτηρ μετὰ τῶν αὐτῇ συμπραττόντων λαγχάνει τοῦ κλήρου καὶ λαμβάνει νικήσασα τοὺς κατὰ τὴν διαθήκην | ||
| παραγραφῇ , καὶ οὐκ ὄντων εἰσαγωγέων τῶν θεσμοθετῶν ὑπὲρ ὧν λαγχάνει Πανταίνετος , ἐξαλήλιπται καὶ οὐ πρόσεστι τῇ παραγραφῇ . |
| ἐν τῷ μεγάλῳ φωτὶ τῆς εὐφροσύνης τοῦ θεοῦ . Καὶ εὐλογήσει τὰς νήσους τοῦ ποιῆσαι καρπὸν ἐν τῷ λόγῳ τοῦ | ||
| Κυρίου , τέκνα μου , ὑψώσει ὑμᾶς ἐνταῦθα , καὶ εὐλογήσει ἐν ἀγαθοῖς εἰς αἰῶνας . Καὶ ἐὰν θέλῃ τις |
| πόλεως ἴστε που καὶ αὐτοὶ τὴν ἐπιμέλειαν , ὅτι νόμους θεμένη περὶ τοὺς τῶν ἐν τῷ πολέμῳ τελευτησάντων παῖδάς τε | ||
| Ῥωμαίων ἐμβαλοῦσα λεηλατεῖ τοὺς ἀγρούς , ἡ μὲν Ἠρήτου πλησίον θεμένη τὸν χάρακα , ἡ δὲ περὶ Φιδήνην : καὶ |
| αὐτὸς ὅρμημα ποιησάμενος γηθόσυνος ἐφήλατο τῷ θηρίῳ : κἂν τύχῃ παρευθὺ τοῦ θηράματος , ὄνυξι μὲν ἐδαμᾶτο πρότερον , ἔπειτα | ||
| καὶ ἁγιάσῃ αὐτὸ καὶ ἀλείψῃ ἀπ ' αὐτὸ ἀσθενῆ ἀγρυπνοῦντα παρευθὺ τῆς νόσου ἀπαλλαγήσεται . ὥρα ηʹ * ἐν ᾗ |
| τοῦ δεσμωτηρίου τὸν ἀρχιοινοχόον ἐπὶ σπονδαῖς μετεπέμψατο : τοῦ γὰρ φιλοπαθοῦς ἴδιον λαμπρὰ τὰ | γενητὰ καὶ φθαρτὰ ἡγεῖσθαι διὰ | ||
| θείας : ἐπὶ τοσοῦτον ἀπονοίας ἤλασαν . τοῦ μὲν οὖν φιλοπαθοῦς ἔξαρχος ἀναγράφεται θιάσου τῆς Αἰγυπτίας χώρας ὁ βασιλεύς , |
| , ἄρτια μηδόμενος , φοινικόπεζαν ἀμφέπει Δάματρα λευκίππου τε θυγατˈρὸς ἑορτάν καὶ Ζηνὸς Αἰτναίου κράτος . ἁδύλογοι δέ νιν λύραι | ||
| τῆς μητρὸς αὐτοῦ Ἀλκμήνης . . Τὸ πατρί θ ' ἑορτάν ] τὸ οὐκ ἔστιν ἀργόν , ὡς οἴονταί τινες |
| πάντας τοὺς αἰῶνας , καὶ τὸ ὄνομά σου ἅγιον καὶ εὐλογημένον εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας . . αἰῶνας : καὶ | ||
| ζῶντα καὶ ἐσθίει ἄρτον εὐλογημένον ⌈ ζωῆς καὶ πίνει ποτήριον εὐλογημένον ἀθανασίας καὶ χρίεται χρίσματι εὐλογημένῳ ⌉ ἀφθαρσίας , φιλῆσαι |
| ὡς καὶ Εὐριπίδης τὴν ἀγήρων ἀρετήν , καὶ Δημοσθένης τιμὰς ἀγήρως . ἐρεῖς δὲ πολυετής , μα - κρόβιος , | ||
| ἰδυίῃσι πραπίδεσσι δῶμα φυλασσέμεναι μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο , ἀθανάτους ὄντας καὶ ἀγήρως ἤματα πάντα . ἐν δὲ θρόνοι περὶ τοῖχον ἐρηρέδατ |
| μιάσματος ] τοῦ ἀδελφοκτονῆσαι . μιάσματος ] τοῦ φόνου . μιάσματος ] τῆς παρανομίας . εἰ ὅλως τις ἀτυχεῖ , | ||
| πάθους τῷ εἰργασμένῳ ἐπιθέντες , ἅπασαν τὴν πόλιν καθαρὰν τοῦ μιάσματος καταστήσετε . Εἰ μὲν γὰρ ἄκων ἀπέκτεινε τὸν ἄνδρα |
| μολεῖν : ἔρχεσθαι . μίμνουσι : μένουσι . μύστης : μυσταγωγός , ἢ μυστήρια εἰδώς . μέλας : σκοτεινός . | ||
| μολεῖν : ἔρχεσθαι . μίμνουσι : μένουσι . μύστης : μυσταγωγός , ἢ μυστήρια εἰδώς . μέλας : σκοτεινός . |
| ἄργυρον αἰνεῖς : μακάριος ἦσθα , Τιμόθε ' , ὅτε κᾶρυξ εἶπε : νικᾶι Τιμόθεος Μιλήσιος τὸν Κάμωνος τὸν ἰωνοκάμπταν | ||
| ὦ Πανδίονος υἱὲ καὶ Κρεούσας . Νέον ἦλθεν δολιχὰν ἀμείψας κᾶρυξ ποσὶν Ἰσθμίαν κέλευθον : ἄφατα δ ' ἔργα λέγει |
| ἀντιάνειρα , τουτέστιν ἡ ἐξ ἐναντιώσεως τῶν ἀνδρῶν γινομένη , ἐστέρησέ σε τῆς πατρίδος τῆς σῆς τῆς Κνωσίας , ἀντὶ | ||
| ἐπιφέρει : „ μὴ ἀντὶ θεοῦ ἐγώ εἰμι , ὃς ἐστέρησέ σε καρπὸν κοιλίας „ ; ὅτι δὲ ὁ γεννῶν |
| ] ώσας πόλιν ? [ ] [ [ τέκος ] Αἰακίδαν [ [ ] [ [ περὶ ] ἀστυ ! | ||
| ἐς γάμον ἦλθον , μελωιδοῖς Θέτιν ἀχήμασι τόν τ ' Αἰακίδαν Κενταύρων ἐν ὄρεσι κλέουσαι Πηλιάδα καθ ' ὕλαν ; |
| Ἀργείῳ . βʹ . Χρόνου δὲ προϊόντος συνέβη τὴν παῖδα μιγεῖσαν ἀνδρὶ λαθραίως ἐν γαστρὶ σχεῖν . τὰ μὲν οὖν | ||
| τοίνυν Δανάης καὶ Διός φασι γενέσθαι Περσέα : τούτῳ δὲ μιγεῖσαν τὴν Κηφέως Ἀνδρομέδαν Ἠλεκτρύωνα γεννῆσαι , ἔπειτα τούτῳ τὴν |
| ὅτι γένος μέν εἰσιν οὐκ ἀπὸ Διός , ἀλλ ' ἔτεκεν αὐτὰς ἡ Δεινὼ τῷ Σπερχειῷ , Ποσειδῶν δὲ πόθῳ | ||
| Ἐπεὶ δὲ ἔτεκεν , εἰκοσταίη ἐοῦσα , αὖθις ἤλγησεν : ἔτεκεν οὖν ἄρσεν : ἐν γαστρὶ ἐχούσῃ , ἐν κνήμῃ |
| Μεσσήνιοι πρὸς ἄλλοις πολλοῖς καὶ παρὰ τὸν τοῦ Διὸς τοῦ Λυκαίου βωμὸν ἀνέθεσαν στήλην ἐν τοῖς κατ ' Ἀριστομένην καιροῖς | ||
| γῇ καὶ τὰ δένδρα αὐαίνηται , τηνικαῦτα ὁ ἱερεὺς τοῦ Λυκαίου Διὸς προσευξάμενος ἐς τὸ ὕδωρ καὶ θύσας ὁπόσα ἐστὶν |
| . τουτάκις δὲ καὶ τότε αὐδάξει καὶ εἴπῃ ὁ θαλασσόπαις δίμορφος θεὸς ἤγουν ὁ Τρίτων τοὺς Ἕλληνας τὰ κράτη λαβεῖν | ||
| εἴτε καὶ παρ ' ἄλλην αἰτίαν . ὁ δὲ Τρίτων δίμορφος ὢν τὸ μὲν ἔχει μέρος ἀνθρώπου , τὸ δὲ |
| αἰθὴρ ] ἀήρ . . ῥιπὴ ] ὁρμή . . τεύχουσα ] κατασκευάζουσα . . ὦ μητρὸς ἐμῆς σέβας ] | ||
| ἀνῆκε σκορπίον , ἐκ κέντροιο τεθηγμένον , ἦμος ἐπέχρα Βοιωτῷ τεύχουσα κακὸν μόρον Ὠαρίωνι , ἀχράντων ὅτε χερσὶ θεῆς ἐδράξατο |
| ἄρα ΓΕΒ τῶν ΓΔΒ μείζονές εἰσιν . πάλιν ἐπεὶ παντὸς τριπλεύρου αἱ δύο πλευραὶ τῆς λοιπῆς μείζονές εἰσιν , αἱ | ||
| ὑπεροχὴ αὐτῶν ἐλάσσων ἐστὶν τῆς ΒΔ , ἐπείπερ καὶ παντὸς τριπλεύρου αἱ β πλευραὶ τῆς λοιπῆς μείζονές εἰσιν . Ἐὰν |
| ἀμφοτέρων γάμοις . ὅπερ Ὅμηρος : πάντες δ ' ἀντιάασθε γάμου θεοί , ἐπὶ τοῦ Πηλέως . καὶ Κρόνου παῖδας | ||
| ἡ κτῆσις . οὐχ ὁρᾷς ὁποῖον θυγατέρες εἰσὶν ἡλικίαν ἔχουσαι γάμου ; εἰ μέγαν αὐταῖς ἡ Τύχη ῥεύσειε πλοῦτον , |
| , ἔνθα τὸ ἄδυτον ἐκ Πεντελησίων κατεσκεύασται λίθων , ἔργον Ἀγαμήδους καὶ Τροφωνίου . ἔστι καὶ Δελφοῦσσα τοῦ τόπου κρήνη | ||
| ἔνθα ἐστὶν ἐν τῷ ἄλσει τῷ ἐν Λεβαδείᾳ βόθρος τε Ἀγαμήδους καλούμενος καὶ πρὸς αὐτῷ στήλη : τὴν δὲ ἀρχὴν |
| Ὀλυμπίᾳ τιμώμενος , καὶ Πύθιος Ἀπόλλων ὁ ἐν Πυθοῖ . ὀλύμπιον ] οὐράνιον . . ὀλύμπιον ] ὤμοσε , ὤμοσας | ||
| εἴληπται . τηλικουτονί ] τοιοῦτον , τοσοῦτον . , ἤγουν ὀλύμπιον . τοῦτ ' ] διὰ τοῦτο , κατά . |
| καθὰ καὶ Μνασέας ἐν τῷ περὶ χρησμῶν γράφει : Λάιε Λαβδακίδη , ἀνδρῶν περιώνυμε πάντων . ἐξ οὗπερ : ἀφ | ||
| χρηστηριαζομένῳ περὶ γενέσεως ἀῤῥένων παίδων ἀνεῖλεν ὁ θεός : Λάϊε Λαβδακίδη μὴ σπεῖρε τέκνων ἄλοκα δαιμόνων βίῃ : κτενεῖ γάρ |
| τὸν αὐτὸν τρόπον [ ἂν ] τοῖς αὐτοῖς εἴ τις γεραίρει τὸν πεποιηκότα τοῖς γεγονόσιν , ἴστω πάντων ἀβουλότατος ὢν | ||
| ! ! ! ! ] α ? μήδεται ? ἠδὲ γεραίρει ! ! ! ! ! ! ! ! ! |
| ] : οὐ γὰρ κατὰ τὴν θείαν φύσιν ἦν ὁ Πατὴρ μείζων τοῦ Υἱοῦ , κατὰ δὲ τὴν προσληφθεῖσαν παρ | ||
| κακῶς δέ σε λέγω κακῶς κλύουσα πρὸς σέθεν θαμά . Πατὴρ γάρ , οὐδὲν ἄλλο , σοὶ πρόσχημ ' ἀεὶ |
| κατὰ τὴν Ἐπίδαυρον , τὸν Ποσειδῶνα τὸν ἑαυτοῦ πάππον τὸν εὐρυβίαν , ἤγουν τὸν κατὰ πολὺ ἰσχυρόν , καὶ τὸν | ||
| ἔν θ ' ἅρματα πεισιχάλινα καταζευγνύῃ σθένος ἵππιον , ὀρσοτρίαιναν εὐρυβίαν καλέων θεόν . ἄλλοις δέ τις ἐτέλεσσεν ἄλλος ἀνήρ |
| . πεπληγμένος ] τετρωμένος . ποθεῖν ] ἤγουν λέγεις ὅτι ἐπόθει ἡ γῆ τὸν στρατόν . ὡς ] ὥστε . | ||
| ὁ δὲ ἐλέφας τῆς συνηθείας διαμαρτάνων καὶ οὐχ ὁρῶν ἣν ἐπόθει γυναῖκα , ὥσπερ οὖν ἐραστὴς ἐρωμένης ἀποτυχὼν ἐξηγριώθη : |
| τοῦτον ὁρᾶν ἅπαν καθαρόν τε καὶ γνήσιον τῆσδε τῆς γῆς βλάστημα , ποιητὴς ἂν εἴποι , καὶ μάλ ' ἐπανθοῦν | ||
| χείρονος παράγειν ὑπομένων : εἰ δ ' οὐκ ἔστι μὲν βλάστημα ἡ ψυχή , ἐνοῦσα δὲ ἐν τῷ σώματι κρατεῖται |
| φίλ ' Ἄπολλον : ὦ φίλε Ἄπολλον καὶ Ἀθηνᾶ καὶ διόθεν πολεμόκραντον . εἰπὼν ὦ Ἄπολλον καὶ δέον εἰπεῖν : | ||
| δίκαις ἐχθρῶν ἡ μεταφορά . ἠδ ' ] καί . διόθεν ] ἐκ Διὸς γὰρ ἡ βασιλεία δίδοται . ὀχυρὸν |
| νζ κ καὶ ἡμερῶν νθ ἔγγιστα , ἡ δὲ ὅλη προήγησις μοιρῶν θ νδ μ καὶ ἡμερῶν ριη . Πάλιν | ||
| ἐγγὺς παρέξει τὸ διάφορον τοῖς μαθήμασιν . ἔτι δὲ ἡ προήγησις τῶν ἐν τῇ συστάσει τοῦ παντός , πρώτη οὖσα |
| τῶν ἐν Ὀλυμπίᾳ ἀγώνων : ἐκ γὰρ τοῦ κοτίνου ὁ Ὀλυμπιονίκης δηλοῦται : καὶ φύτευμα σκιαρὸν τῷ πανδόκῳ καὶ πάντας | ||
| ης : πρόσκειται παρ ' οὐδετέρων συντεθειμένα διὰ τὸ νίκη Ὀλυμπιονίκης Ὀλυμπιονίκου : τοῦτο γὰρ καὶ εἰς ης ἐστὶ καὶ |
| κρηπῖδας καὶ τοὺς θεμελίους . φημὶ δὲ δεῖν ὑμᾶς ] πεπλήρωκεν δὲ ἄχρις ἐνταῦθα τὸν περὶ τοῦ δικαίου λόγον : | ||
| ἀλληγορήσειέ τις , ἀδύνατον παραδέξασθαι τὸ προκείμενον : πάντα γὰρ πεπλήρωκεν ὁ θεὸς καὶ διὰ πάντων διελήλυθεν καὶ κενὸν οὐδὲν |
| ' Ἄπολλον : ὦ φίλε Ἄπολλον καὶ Ἀθηνᾶ καὶ διόθεν πολεμόκραντον . εἰπὼν ὦ Ἄπολλον καὶ δέον εἰπεῖν : ὦ | ||
| ] συνίζησις . ὦ μάκαιρα ἄνασσα Ὄγκα , τέλος ἁγνὸν πολεμόκραντον διόθεν , ἤτοι ἀπὸ τοῦ Διός , ἐν ταῖς |
| : ᾧτινι ἀνθρώπῳ κραίνων καὶ τελειῶν τὰς προτέρας καὶ παλαιὰς ἐφετμὰς καὶ ἐντολὰς τοῦ Ἡρακλέους ἀνὴρ Αἰτωλὸς καὶ Ἠλεῖος , | ||
| . ὅμοια χέρσον καὶ θάλασσαν ἐκπερῶν , σῴζων δ ' ἐφετμὰς Λοξίου χρηστηρίους , πρόσειμι δῶμα καὶ βρέτας τὸ σόν |
| μεθυστάδες γάμων μοναστραβὴς ὄχος νεόφθιτος κόρη χρόνου πολλοῦ νόστον προμαθόντες ὅδιος οἰωνός ὁμόπαιδα κάσιν Κασάνδρας ὀρείοις ποσί ὀρσίπους βοή ὁσίους | ||
| , φησίν , ἀσφαλές ἐστιν εἰς τὸ εὖ ποιεῖν . ὅδιος γὰρ ὁ θεός . σέβει . . . τύχηι |
| ἡ κρίσις , τίνι ὀφείλει γαμηθῆναι . μέμνησο οὖν ὅτι χήρας ἐρᾷς : ὡς μήτε τοὺς νόμους αἰδοῦ , κεῖνται | ||
| ὁ δεσπότης ἁπάντων „ καθαριεῖ αὐτήν „ . εὐχὴν δὲ χήρας καὶ ἐκβεβλημένης ἀναφαίρετον ἐᾷ : ” ὅσα γὰρ ἂν |
| πυρετόν , καὶ πάντα κακὸν ἀποδιώκουσιν . ὠὰ δὲ ὀρνίθων ἄζυγα εἰς οὖρον ὄνου ἑψήσας δὸς φαγεῖν νεφριτικοῖς καὶ κωλικοῖς | ||
| περισσὰ , ] τὸ ἐν τῇ συνηθείᾳ λεγόμενον ζυγὰ ἢ ἄζυγα . στατῆρσι : Νομίσμασι . . . νομίσμασιν , |
| . Αἰγυπιὸς δ ' οὐδὲν ἐπιλεξάμενος ὧν εἰς αὐτὸν ἐμηχανᾶτο Νεόφρων μίγνυται τῇ μητρὶ δοκῶν εἶναι Τιμάνδρην : καὶ ἐπεὶ | ||
| καὶ μέγεθος οὐχ ὅμοιοι , ἀλλὰ ἐλάττων ὄρνις αἰγυπιὸς ἐγένετο Νεόφρων , ἡ δὲ Βουλὶς ἐγένετο πῶυγξ καὶ αὐτῇ τροφὴν |
| Τροΐαν , ἥρωσι μόχθον , Λαομεδοντιᾶν ὑπὲρ ἀμπλακιᾶν ἐν ναυσὶν Ἀλκμήνας τέκος . εἷλε δὲ Περγαμίαν , πέφˈνεν δὲ σὺν | ||
| ' ἄρ ' ἄτˈλατον δέος πλᾶξε γυναῖκας , ὅσαι τύχον Ἀλκμήνας ἀρήγοισαι λέχει : καὶ γὰρ αὐτὰ ποσσὶν ἄπεπˈλος ὀρούσαις |
| τὴν Σφίγγα διηγεῖται τὰ πολλάκις εἰρημένα : πτεροφόρε : Γᾶς λόχευμα : γέννημα : ἐκ γῆς γὰρ ἀνεδόθη : Γᾶς | ||
| κοῦρος ἐστὶ καρπός , κρατερὸς βίου προφήτης , φύσεως ἐὼν λόχευμα , Ἀφροδίσιον χόρευμα . Τί με , παῖδες , |
| νοῦς κατὰ μέθεξιν , εἶτα δὲ καὶ θεοειδὴς ὡς θεῷ ἑνωθεῖσα κατὰ τὸ ἐν αὐτῇ ἐγκείμενον ἕν , ὅπερ ἄνθος | ||
| ἐπ ' αὐτὸν καταβῆναι : ἡ Πιτάνη . * * ἑνωθεῖσα γαμικῶς . * † τῷ υἱῷ τοῦ Κρόνου . |
| . κᾆτ ' ἀνῆλθ ' αὐτῷ : Ἐκ τῶν χθονίων ἀνῆλθεν . [ πρὸς τὸ λαῖμα τῆς καμήλου : Εὐφρόνιος | ||
| πάντα καλῶς : παραλαβὼν δὲ Ἁβραὰμ τὸν ἀρχάγγελον Μιχαὴλ , ἀνῆλθεν ἐν τῷ οἰκήματι τοῦ τρικλίνου , καὶ ἐκαθέσθησαν ἀμφότεροι |
| σοφιστικὸς συλλογισμὸς διχῶς λέγεται : ἢ γὰρ εἰ συλλελόγισται καὶ συνῆξε ψευδὲς συμπέρασμαψευδοῦς δὲ τοῦ συμπεράσματος ὄντος , ἀνάγκη καὶ | ||
| δὲ ὁ Ἱερεμίας , ἐδόξασε τὸν θεόν : καὶ ἀπελθὼν συνῆξε τὸν λαὸν σὺν γυναιξὶ καὶ τέκνοις , καὶ ἦλθεν |
| Πελοπόννησον ἐπὶ Ὀρέστου βασιλεύοντος . οὐ πόρρω δὲ τοῦ Ὕλλου μνήματος Ἴσιδος ναὸς καὶ παρ ' αὐτὸν Ἀπόλλωνός ἐστι καὶ | ||
| τε Οἰνομάου γῆς χῶμα περιῳκοδομημένον λίθοις ἐστὶ καὶ ὑπὲρ τοῦ μνήματος ἐρείπια οἰκοδομημάτων , ἔνθα τῷ Οἰνομάῳ τὰς ἵππους αὐλίζεσθαι |
| Βρύας , Ἕλανδρος , Ἀρχέμαχος , Μιμνόμαχος , Ἀκμονίδας , Δικᾶς , Καροφαντίδας Συβαρῖται Μέτωπος , Ἵππασος , Πρόξενος , | ||
| ] , Ἕλανδρος , Ἀρχέμαχος , Μιμνόμαχος , Ἀκμονίδας , Δικᾶς , Καροφαντίδας [ ? ] . Συβαρῖται Μέτωπος [ |
| φασὶν εἶναι τοιόνδε , Ἡρακλέα ταῖς θυγατράσι πεντήκοντα οὔσαις ταῖς Θεστίου συγγενέσθαι πάσαις πλὴν μιᾶς ἐν τῇ αὐτῇ νυκτί : | ||
| πλῆθος ἐγένετο . ἐν ἑπτὰ μέντοι γε ἡμέραις πεντήκοντα διεπαρθένευσε Θεστίου κόρας , ὡς Ἡρόδωρος ἱστορεῖ . πολυγύναιος δ ' |
| λείπεται τῇ ψυχῇ εἰς τὸ σώζεσθαι ; καὶ εἶπεν ὁ ἀρχιστράτηγος ὅτι Ἐὰν κτήσηται μίαν δικαιοσύνην ὑπεράνω τῶν ἁμαρτιῶν ἔρχεται | ||
| εἰς τὸ ἔδαφος τῆς γῆς ὡς νεκρὸς , ὁ δὲ ἀρχιστράτηγος εἶπεν αὐτῷ πάντα ὅσα ἤκουσεν παρὰ τοῦ ὑψίστου : |
| , πολὺ ἀμείνους τῶν σῶν δορυφόρων . Τί οὖν οὐκ ἀπαλλαττόμεθα , ὦ Ἑρμῆ , τὴν ταχίστην ; οὐ γὰρ | ||
| μύθων , ἀλλ ' ὅσῳ καρτερώτερον ἀπηντήσαμεν , τοσούτῳ δυσχερεστέρως ἀπαλλαττόμεθα . πῶς γὰρ διωσόμεθα , εἴ τις εἰς πυρετοὺς |
| αὐτῶν παρώξυνε , καὶ τὰς μὲν θηλείας ἐπὶ τῆς οἰκίας κατετόξευσεν Ἄρτεμις , τοὺς δὲ ἄρρενας κοινῇ πάντας ἐν Κιθαιρῶνι | ||
| κατὰ πρόσταγμα τοῦ Διός , ὅτε τὸν Πύθωνα τὸν δράκοντα κατετόξευσεν φυλάττοντα τοὺς Δελφούς , τῆς Γῆς ἔτι ἐχούσης τὸ |
| τοῦ Ἀπόλλωνος , καὶ θνήσκει . ἐν ὑστέρῳ οὖν χρόνῳ ἀνδρωθέντι Πύρρῳ τῷ υἱῷ αὐτοῦ ἐφάνη κατ ' ὄναρ δεῖν | ||
| μὲν ὄντι νηπίῳ συνέβη τοὺς ὄφεις ἐπιβούλους αὐτῷ γενέσθαι , ἀνδρωθέντι δὲ πεσεῖν ὑπ ' ἐξουσίαν ὑπερηφάνου καὶ ἀδίκου μονάρχου |
| , τοὺς δὲ ἐφορᾷ Θέμις . Καὶ μὴν καὶ τόδε δυστυχοῦς ἐν ἀσθενείᾳ τε καὶ ἀτιμίᾳ καὶ προπηλακισμῷ τῶν λόγων | ||
| τρυφᾶι δ ' ὁ δαίμων : πρός τε γὰρ τοῦ δυστυχοῦς , ὡς εὐτυχήσηι , τίμιος γεραίρεται , ὅ τ |
| δάκρυσιν , ὃν ὀδυρμὸν καὶ παιᾶνα καλεῖ Ἅιδου . θ Ἐριννύος ] τῆς φθορᾶς ἤτοι τοῦ θανάτου . ἰαχεῖν Ἀίδα | ||
| ἐκεῖσε βασιλεύοντα Ἄδραστον καὶ συνεβούλευσεν αὐτῷ στρατεῦσαι κατὰ Θηβαίων . Ἐριννύος κλητῆρα ] τὸν καλεστὴν τῆς κατάρας τοῦ Οἰδίποδος . |
| Τυρρηνοὺς ἴωμεν , ἕως εἰσίν : ὁ γὰρ Διόνυσος αὐτοὺς ἐκμήνας ἐντρέχουσι τοῖς Τυρρηνοῖς ἰδέαι δελφίνων οὔπω ἐθάδων οὐδὲ ἐγχωρίων | ||
| δ ' εὐρυχόρῳ ἐν πατρίδι τίμιος ἀστοῖς , ὦ ἐμὸν ἐκμήνας θυμὸν ἔρωτι Δίων . τοῦτο καὶ ἐπιγεγράφθαι φησὶν ἐν |
| εἰσαμεῖψαι ] εἰσελθεῖν . ἐχθίστου ] μισητοῦ τῇ πόλει . δάκους ] παντὸς θηρίου ὥσπερ ἐπώνυμόν ἐστι τὸ δάκος : | ||
| , τὸν μυθοπλάστην ἐξυλακτήσει γόον , ἀρὰς τετικὼς τοῦ τυφλωθέντος δάκους . οὔπω μάλ ' , οὔπω , μὴ τοσόσδ |
| παρὰ , καὶ Ἀκρίσιος , ὁ ἄκριτος καὶ ὠμός : Δανάης καλλισφύρου Ἀκρισιώνης . ἐκ τοῦ ἀκρίζω δὲ καὶ Εὐριπίδης | ||
| τούτοις δὲ ἦν ἐζωγραφημένος καὶ ὁ Περσεὺς τὸ γέννημα τῆς Δανάης , οὔτε ἁπτόμενος τῆς ἀσπίδος , οὔτε ἐκτὸς τῆς |
| , ὡς τῶν τεμνομένων αὐτῆς κεφαλῶν ἀνεφύοντο πλείους , κελεῦσαι Ἰολάῳ ἐπικαίειν τὰς τεμνομένας . ὕδωρ παραρρέει : ἐπὶ τῶν | ||
| ἀλλὰ μάλιστα τοῦτον τετίμηκε νικήσαντα τὸν αὐτῷ ἀνακείμενον , τῷ Ἰολάῳ , ἀγῶνα , τὰ Ἰόλαια καλούμενα , ἃ καὶ |
| μὲν Ἀντίμαχος [ . ] , Ταλαοῦ τοῦ Βίαντος τοῦ Ἀμυθάονος τοῦ Κρηθέως τοῦ Αἰόλου τοῦ Ἕλληνος τοῦ Διός , | ||
| οἰκιῶν ἐπλανῶντο ἀνὰ τὴν χώραν , ἐς ὃ Μελάμπους ὁ Ἀμυθάονος ἔπαυσε σφᾶς τῆς νόσου , ἐφ ' ᾧ τε |
| κἀκεῖνοι πόλεις αὐτῶν ἐπωνύμους κτίσαντες κατῴκησαν . πρὸ τοῦ δὲ Ἀμφιτρύωνα παραγενέσθαι εἰς Θήβας Ζεύς , διὰ νυκτὸς ἐλθὼν καὶ | ||
| , τοὺς δ ' αὐτοὺς καὶ Τηλεβόας , καὶ τὸν Ἀμφιτρύωνα δεῦρο στρατεῦσαι μετὰ Κεφάλου τοῦ Δηιονέως ἐξ Ἀθηνῶν φυγάδος |
| ἐπαγγελίαν . ἕκαθε γὰρ ἐπελθὼν ὁ μέλλων χρόνος : ὁ προσδοκώμενος μετὰ τὴν ὑπόσχεσιν ἔσεσθαι , καθ ' ὃν ἀποδίδωσι | ||
| ὁ μὲν γάρ ἐστιν ὁ ἐπίσημος , ἐπίδοξος δὲ ὁ προσδοκώμενος . ἑταῖρος καὶ φίλος διαφέρει . ὁ μὲν γὰρ |
| σπέρμα ἕτερον ἀντὶ Ἄβελ , ὃν ἀπέκτεινε Κάιν „ . Σὴθ ἑρμηνεύεται ποτισμός . ὥσπερ οὖν τὰ κατὰ γῆν σπέρματα | ||
| ἑτέρων δεδώρηται τέλη . τὸ μὲν γὰρ πέρας τῆς κατὰ Σὴθ ἐπιστήμης ἀρχὴ τοῦ δικαίου γέγονε Νῶε , τὴν δὲ |
| κλυτοτέχνην νόσφι κιόντα : βῆ δ ' ἴμεναι πρὸς δῶμα περικλυτοῦ Ἡφαίστοιο , ἰχανόων φιλότητος ἐϋστεφάνου Κυθερείης . ἡ δὲ | ||
| . Ἐκέλευσεν , ἤγουν ἐπένευσεν ἡ Εἱμαρμένη , ἐκ τοῦ περικλυτοῦ καὶ ἐξακούστου καὶ παντέχνου πυρὸς κατ ' Αἰσχύλον , |
| ὁ Ζεὺς προεξένισε βίον ἐπίπονον τοῖς ἀνθρώποις . Ἔδει γὰρ πεσούσαις ταῖς ψυχαῖς πόνους καὶ τληπαθείας παρασκευάσαι , δι ' | ||
| νοεροῦ ὄντος . δέδωκεν οὖν ὁ Προμηθεὺς αὐτὸν καὶ ταῖς πεσούσαις ψυχαῖς ἐνταῦθα , διὸ κλοπὴν ὁ μῦθος τὴν δόσιν |
| ἀνεχόμενος , καὶ ἤμην οἷά τις Σπαρτιάτης ἀνὴρ ἐπὶ τοῦ βωμοῦ τῆς Ὀρθίας τυπτόμενος . ἀλλ ' οὐκ ἦν Λακεδαίμων | ||
| τοῦ Κελτικοῦ θρέμμα εἶναι . φέρε δή , ἐποιησάμεθα γὰρ βωμοῦ τοῦ μεγίστου μνήμην , ἐπέλθωμεν καὶ τὰ ἐς ἅπαντας |
| φύσιν τοῦ αἰτοῦντος . τινὲς δὲ ἐπὶ τῆς ἀξίας τοῦ ἀναθήματος καὶ τιμήματος . βέλτιον δὲ τὸ πρῶτον , οἷον | ||
| οἱ σύμπαντες Ἕλληνες . εἰ δ ' ἄρα ἠμφισβήτουν τοῦ ἀναθήματος , ἀγαγών σε ἂν εἰς Δελφούς , παρὰ τὸν |
| , ἀλλ ' οἷς ὁ χρυσοῦς μόσχος , τὸ Αἰγυπτίων ἀφίδρυμα , τὸ σῶμα , πυρωθὲν καὶ λεανθὲν σπείρεται καθ | ||
| δείκνυται δ ' ἐν τῇ Γερηνίᾳ Τρικκαίου ἱερὸν Ἀσκληπιοῦ , ἀφίδρυμα τοῦ ἐν τῇ Θετταλικῇ Τρίκκῃ . οἰκίσαι δὲ λέγεται |
| ἔτι τοὺς πόδας ἀνθρώπου ξενιζομένου πρὸς ἡμᾶς . ἀκούσας δὲ Ἰσαὰκ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ λαλοῦντος ταῦτα , ἐδάκρυσεν , καὶ | ||
| ' ὑμῶν . Καὶ εἰ μὴ δι ' Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ τοὺς πατέρας ἡμῶν , εἷς ἐκ τοῦ |
| : σὺ δ ' ὄρνυ ' ἐς βαρύβρομον πέλαγος : Κρονίδας [ ] δέ τοι πατὴρ ἄναξ τελεῖ Ποσειδὰν ὑπέρτατον | ||
| μεγαινήτους [ ] λιπών . [ Τῶν ] ἕνα οἱ Κρονίδας [ ] ὑψίζυγος Ἰσθμιόνικον [ ] θῆκεν ἀντ ' |
| ἴσμεν , ὅσοι μακάρων θεσμὸν ἐπιστάμεθα . „ εὔχετ ' ἐπισπένδων τάδε Μάξιμος : ἡ δ ' ἐπένευσεν ἔμπεδα : | ||
| δώρων ἐρᾶι , οὐδ ' ἄν τι θύων οὐδ ' ἐπισπένδων λάβοις , οὐδ ' ἔστι βωμὸς οὐδὲ παιωνίζεται . |
| , ἦν δ ' ἐγώ : ὅτι ὁ δῆμος ὁ γεννήσας τὸν τύραννον θρέψει αὐτόν τε καὶ ἑταίρους . Πολλὴ | ||
| γένεσιν ἔσχον , λέγει πρὸς αὐτοὺς ὁ τόδε τὸ πᾶν γεννήσας τάδε “ Θεοὶ θεῶν , ὧν ἐγὼ δημιουργὸς πατήρ |
| μηχαναῖς μὲν Διός , ὀργῇ δ ' Ἥρας πτερωτὸν οἶστρον ἄφετος ἐν μορφῇ βοὸς ἐπὶ πολλὴν ἐπτοήθη γῆν , κατὰ | ||
| ἀναπολήσῃς αὐτό , ἵνα μὴ κρατηθεῖσα κακοδαιμονῇς : ἀλλ ' ἄφετος ὁρμήσασα ἀπόδραθι ἐλευθερίαν ἀτίθασον δουλείας χειροήθους προκρίνουσα . διὰ |
| . καὶ ἐμοὶ μὲν παρεσκεύαστο ἐλεγεῖον τοιονδὶ Ποιητὴς ἀέθλων τε βραβεὺς αὐτός τε χορηγὸς , σοὶ τόδ ' ἔθηκεν ἄναξ | ||
| αὐτὸν τεθνάναι . Ἀρτεμβάρης δὲ : ὁ Ἀρτεμβάρης δὲ ὁ βραβεὺς καὶ ὁ ἡγεμὼν καὶ ὁ διοικητὴς τῆς μυρίας καὶ |
| Ἰαολκόν πολεμίᾳ χερὶ προστραπών Πηλεὺς παρέδωκεν Αἱμόνεσσιν δάμαρτος Ἱππολύτας Ἀκάστου δολίαις τέχναισι χρησάμενος : τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ φύτευέ οἱ | ||
| ἐπεβούλευσε τῷ Πηλεῖ . χολωθεὶς ταῖς γενηθείσαις ἐξ Ἀκάστου γυναικὸς δολίαις τέχναις καὶ ταύταις εἰς πόρθησιν τῆς Ἰωλκοῦ αἰτίᾳ χρησάμενος |
| πολλῷ τῷ δικαίῳ περιεῖναι βουλόμενος συνεχώρουν . καὶ μετὰ ταῦτα προσκαλεῖται μέν με τὴν δίκην πάλιν , ἐπειδὴ θᾶττον ἀνείλετο | ||
| ἐπὶ τῶν ἀμφισβητούντων κλήρου ἢ ἐπικλήρου : ὁ γὰρ ἀμφισβητῶν προσκαλεῖται τὸν ἐπιδεδικασμένον πρὸς τὸν ἄρχοντα : εἰ δὲ μὴ |
| καὶ διὰ τοῦ Λίχα πέμψαντος αὐτὴν ὡς αἰχμάλωτον πρὸς τὴν Δηϊάνειραν , εἰς ἔννοιαν καὶ εἰς ζηλοτυπίαν ἐκινήθη ἡ Δηϊάνειρα | ||
| Δηϊάνειραν . Αὐτὸς μὲν οὖν Ἡρακλῆς τὸν ποταμὸν διῄει : Δηϊάνειραν δὲ μισθὸν αἰτηθεὶς , ἐκέλευε Νέσσῳ διακομίζειν . Ὁ |
| δὲ μητέρα [ ἣν ὑπερήνορα ] νηλέι [ χαλκῶι . Τιμάνδρην δ ' Ἔχεμος ⌊ θαλερὴν ⌋ ποιήσατ ' ἄκοιτιν | ||
| εἰς Πελοπόννησον κατιόντα . ἐγάμησε δὲ τὴν Τιμάνδραν : Ἡσίοδος Τιμάνδρην , φησὶν , Ἔχεμος θαλερὴν ποιήσατ ' ἄκοιτιν . |
| ὥς φησιν ὁ Ἱεραπολίτης Θεόδωρος ἐν τοῖς περὶ ἀγώνων , ἤσθιε μνᾶς κρεῶν εἴκοσι καὶ τοσαύτας ἄρτων οἴνου τε τρεῖς | ||
| εἶτα ἡμεῖς μὲν ἑστῶτες ἐδακρύομεν , ὃ δὲ ἄρτου ἐπιλαβόμενος ἤσθιε καὶ ἡμῖν προσώρεγεν . ἀπονευόντων δὲ ἡμῶν προσδέξασθαι ἔφη |
| οὗ μέμνηται Καλλίμαχος . ἐκ μέν σε Σπάρτης ἕκτον γένος Οἰδιπόδαο ἤγαγε Θηραίην ἐς ἀπόκτισιν , ἐκ δέ σε Θήρης | ||
| υἱὸς Ταλαϊονίδαο ἄνακτος , ὅς ποτε Θήβας ἦλθε , δεδουπότος Οἰδιπόδαο ἐς τάφον : ἔνθα δὲ πάντας ἐνίκα Καδμείωνας . |