Πολυμαθίη νόον οὐ διδάσκει : Ἡσίοδον γὰρ ἂν ἐδίδαξεν καὶ Πυθαγόρην . ” τούτῳ . τῷ στασίμῳ διὰ τὴν ἑαυτῶν
. δηλοῦν δὲ τοῦτο καὶ τοὐπίγραμμα ὅπερ ἐποίησε Θεαίτητος : Πυθαγόρην τινά , Πυθαγόρην , ὦ ξεῖνε , κομήτην ,
7737731 λιγυν
ἐπὶ τούτοις εἰσάγεται ῥήτωρ ὁ Νέστωρ , ὃν ἡδυεπῆ καὶ λιγὺν ἀγορητὴν προσεῖπε : τοῦ καὶ ἀπὸ γλώσσης μέλιτος γλυκίων
ὃν γοῦν μόνον ἐξ ἁπάντων ἐβλασφήμησε Θερσίτην , καὶ τοῦτον λιγὺν εἶναί φησιν ἀγορητήν . Ἀρχίλοχος δὲ ἐπὶ τὴν ἐναντίαν
7523257 τεττα
οὗτοι δὲ διὰ τὸ τοὺς θεοὺς συνεργεῖν πεπορθηκότες . . τέττα , σιωπῇ ἧσο : ἡ διπλῆ , ὅτι προσφώνησίς
σελίνων τε καὶ ἑτέρων , ἐν δὲ τῷ μέσῳ κρήνας τέττα - ρας λαμπροῦ καὶ διαφανοῦς ὕδατος πάντοσε ἀπορρέοντος ,
7505425 Ἀλκμανα
τὸν Ἐνυάλιον , οἱ δὲ Κρόνου καὶ Ῥέας . Γ Ἀλκμᾶνα λέγουσιν ὁτὲ μὲν τὸν αὐτὸν λέγειν , ὁτὲ δὲ
νός , ὅτε ἀρσενικόν ἐστι . τῷ Ἀλκμᾶνι , τὸν Ἀλκμᾶνα , ὦ Ἀλκμάν : τὰ εἰς ἀμετάβολον ὀξύτονα τὴν
7323214 ἀγανοις
μὲν βασιλῆα καὶ ἔξοχον ἄνδρα κιχείη , τὸν δ ' ἀγανοῖς ἐπέεσσιν ἐρητύσασκε παραστάς . πρὸς τὴν τάξιν τῶν ἑξῆς
? ? τρομευμένους ? ? [ = ] , [ ἀγανοῖς ' ἔπεσσι ] πάντα θάρσυνεν ? ? λεώ ?
7292780 μυθησαιμην
, ἀντὶ τοῦ εὐθείας ποίει , σύ . Ἐγὼ δὲ μυθησαίμην ἂν τῷ Πέρσῃ , ἀντὶ τοῦ παραινέσαιμι . ΕΤΗΤΥΜΑ
' ἴθυνε θέμιστας τύνη : ἐγὼ δέ κε Πέρσῃ ἐτήτυμα μυθησαίμην . Οὐκ ἄρα μοῦνον ἔην Ἐρίδων γένος , ἀλλ
7285916 κατερυκει
τε καὶ οὐρανὸν ἀμφὶς ἔχουσι . τοῦ θυγάτηρ δύστηνον ὀδυρόμενον κατερύκει , αἰεὶ δὲ μαλακοῖσι καὶ αἱμυλίοισι λόγοισι θέλγει ,
' ἀνελέσθαι ἀνώγει εἱανοῦ ἁπτομένη , καί τ ' ἐσσυμένην κατερύκει , δακρυόεσσα δέ μιν ποτιδέρκεται , ὄφρ ' ἀνέληται
7264765 μυθησασθαι
, ὅτε μοι σὺ τλαίης ἐν μεγάρῳ τὰ σὰ κήδεα μυθήσασθαι . ” τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς
Πριάμοιο Διὶ μῆτιν ἀτάλαντε Ζεύς με πατὴρ προέηκε τεῒν τάδε μυθήσασθαι . ὄφρ ' ἂν μέν κεν ὁρᾷς Ἀγαμέμνονα ποιμένα
7263282 ἀφελοντο
: αἳ δὲ χολωσάμεναι πηρὸν θέσαν , αὐτὰρ ἀοιδὴν θεσπεσίην ἀφέλοντο καὶ ἐκλέλαθον κιθαριστύν : τῶν αὖθ ' ἡγεμόνευε Γερήνιος
ἐπισκάζοντα . Θοῶς δέ οἱ ἰητῆρες ἐκ ποδὸς αἷμ ' ἀφέλοντο : θέσαν δ ' ἐφύπερθε τομάων εἴρια συνδεύσαντες ἀλείφασιν
7259779 Νουν
. ἦν ὁ Κλαζομένιος , ὃν οἱ τότ ' ἄνθρωποι Νοῦν προσηγόρευον , εἴτε τὴν σύνεσιν αὐτοῦ μεγάλην εἰς φυσιολογίαν
γε ἀρετὴν τέτταρα ἔθεμέν που . Πάνυ μὲν οὖν . Νοῦν δέ γε πάντων τούτων ἡγεμόνα , πρὸς ὃν δὴ
7217412 χρομιν
ὀξύτατον τὸν λάβρακα Ἀριστοτέλης εἶναί φησι καὶ μέντοι καὶ τὴν χρόμιν καὶ τὴν σάλπην καὶ τὸν κεστρέα . πυνθάνομαι δὲ
τοῦ λίθου φάρμακον τοῦτο καὶ μάλα γε ἀντίπαλον . καὶ χρόμιν δὲ τὸ αὐτὸ ποιεῖν καὶ φάγρον καὶ σκίαιναν πέπυσμαι
7204025 ὑκην
τὸν αἰνοτάλαντα κατέστεψαν αἰνοδρυφὴς δὲ τάλαινα τεοῦ κάτα τυμβοχόησα ἢ ὕκην ἢ ἵππον ἢ ὃν κίχλην καλέουσιν πιπὼ ] παιπαλέη
Ὕκκαρον ὀνομάσαι τὸ χωρίον . Ζηνόδοτος δέ φησι Κυρηναίους τὸν ὕκην ἐρυθρῖνον καλεῖν . Ἕρμιππος δὲ ὕκην ἀκούει τὴν ἰουλίδα
7194559 φωτ
δεσποζόμενον . στυγεῖν ] ἀπὸ κοινοῦ τὸ ἴστω τίς . φῶτ ' ] τὸν πατέρα Νῖσον . ὅρμοις ] σημείωσαι
ἐπίγραμμα εἰς αὐτὸν ἐποίησε : Παυσανίην ἰητρὸν ἐπώνυμον Ἀγχίτεω υἱὸν φῶτ ' Ἀσκληπιάδην πατρὶς ἔθρεψε Γέλα , ὃς πολλοὺς μογεροῖσι
7169621 Μωσα
παθητικὴ χοόμενος , χούμενος καὶ δωρικῶς χώμενος , ὡς Μοῦσα Μῶσα , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ο χωόμενος : ἢ παρὰ
Μνασάλκεος τὸ σᾶμα τῶ Πλαταιΐδα τῶ ' λεγῃοποιῶ : ἁ Μῶσα δ ' αὐτῶ τᾶς Σιμωνίδα πλάτας ἧς ἀποσπάραγμα κενά
7169471 Ἀφροδιτᾳ
Διός σε χρυσέα κλυτόμαντι Πυθοῖ λίσσομαι Χαρίτεσσί τε καὶ σὺν Ἀφροδίτᾳ ἐν ζαθέῳ με δέξαι χώρῳ ἀοίδιμον Πιερίδων προφάταν .
. Ἀλλ ' οὐχὶ χοῖρος τἀφροδίτῃ θύεται , Οὐ χοῖρος Ἀφροδίτᾳ ; Μόνᾳ γα δαιμόνων . Καὶ γίνεταί γα τᾶνδε
7166631 ἀγαθω
: ἡ γὰρ δυϊκὴ εὐθεῖα ἀπέστραπται τὴν περισπωμένην : σοφώ ἀγαθώ , ἡ δὲ γενικὴ καὶ δοτικὴ ἐπὶ τέλους μακροκατάληκτος
τίκτε Διὶ φίλος ἱππότα Φυλεύς . Φυλεύς . ἰητῆρ ' ἀγαθώ , Ποδαλείριος ἠδὲ Μαχάων . Ἴων εἰσὶ καὶ ἄλλοι
7150358 Λατω
“ τί κάλλιον ἀρχομένοισιν ἢ καταπαυομένοισιν , ἢ βαθύζωνόν τε Λατὼ καὶ θοᾶν ἵππων ἐλάτειραν ἀεῖσαι ” ; ΓΘ ἀρχομένοισι
φοίνικα παρ ' ἁβροκόμαν , ἔνθα λοχεύματα σέμν ' ἐλοχεύσατο Λατὼ Δίοισί σε κάποις . οἴμοι , μέγας θησαυρὸς ὡς
7147283 νημερτης
γεγονὸς βλέπων . λῶστον παρὰ τὸ λῶ τὸ θέλω . νημερτὴς ἀπὸ τοῦ νη στερητικοῦ μορίου καὶ τοῦ ἁμαρτάνω ὁ
ἀμφιβεβήκῃ , τῆμος ἄρ ' ἐξ ἁλὸς εἶσι γέρων ἅλιος νημερτὴς πνοιῇ ὕπο ζεφύροιο , μελαίνῃ φρικὶ καλυφθείς , ἐκ
7140000 εἰπ
' Ἀκέστορ ' αὐτὸ τὸν στιγματίαν παθόντα : σκῶμμα γὰρ εἶπ ' ἀσελγές , εἶτ ' αὐτὸν ὁ παῖς θύραζε
: ‚ Ἐπίχαρμοϲ ϲοφόϲ τιϲ ἐγένετο [ πόλλ ' ὃϲ εἶπ ] ? ' ἀϲτεῖα καὶ παντοῖα ? ? ?
7136815 Σελανα
: φράζεό μευ τὸν ἔρωθ ' ὅθεν ἵκετο , πότνα Σελάνα . σὺν δὲ κακαῖς μανίαις καὶ παρθένον ἐκ θαλάμοιο
ἐψιθυρίσδομες ἁδύ . ὡς καί τοι μὴ μακρὰ φίλα θρυλέοιμι Σελάνα , ἐπράχθη τὰ μέγιστα , καὶ ἐς πόθον ἤνθομες
7128451 περιφρων
ὀλιγηπελέουσά περ ἔμπης . ἀλλ ' ἄγε νῦν ἀνστᾶσα , περίφρων Εὐρύκλεια , νίψον σοῖο ἄνακτος ὁμήλικα : καί που
πινυτή τε καὶ εὖ φρεσὶ μήδεα οἶδε κούρη Ἰκαρίοιο , περίφρων Πηνελόπεια . ἦ μέν μιν νύμφην γε νέην κατελείπομεν
7125395 ἐπευξατο
καὶ χεῖρες ἕπονται . ” ὣς δ ' αὔτως Εὔμαιος ἐπεύξατο πᾶσι θεοῖσι νοστῆσαι Ὀδυσῆα πολύφρονα ὅνδε δόμονδε . ὣς
κονίῃσι πεσὼν ἕλε γαῖαν ἀγοστῷ . Πουλυδάμας δ ' ἔκπαγλον ἐπεύξατο μακρὸν ἀΰσας : οὐ μὰν αὖτ ' ὀΐω μεγαθύμου
7119850 διακτορος
Ἑρμῆς , ὡς Ὀδυσσεύς : Ἑρμείας δ ' οὐκ ἔστι διάκτορος . . ὅπως παρευθὺς ὑπηρέτης καλὸς ὑπάρχειν φαίνῃς .
τοιαῦτα πρὸς ἀλλήλους ἀγόρευον : ἀγχίμολον δέ σφ ' ἦλθε διάκτορος Ἀργεϊφόντης ψυχὰς μνηστήρων κατάγων Ὀδυσῆϊ δαμέντων . τὼ δ
7118365 ἀκριτομυθε
. ” ἀκράαντα ἀτελείωτα : “ αὕτως ἀκράαντον . ” ἀκριτόμυθε ἄκριτα καὶ ἀδιάστατα λαλῶν : “ Θερσῖτ ' ἀκριτόμυθε
γὰρ νῦν ὁ ὀξύς . καὶ Ὅμηρος : Θερσῖτ ' ἀκριτόμυθε , λιγύς περ ἐὼν ἀγορητής , ἴσχεο . οὐ
7108439 Ἀρχιλοχοις
αὐτῷ τοῦτο γίνεται λαβεῖν . ὠμολίνου δὲ μέμνηται Κρατῖνος ἐν Ἀρχιλόχοις : ὠμολίνοις κόμη βρύους ' ἀτιμίας πλέως . Σαπφὼ
καὶ Ὅμηρος „ Ζεῦ ἄνα Δωδωναῖε „ . καὶ Κρατῖνος Ἀρχιλόχοις ” Δωδωναίῳ κυνὶ βωλοκόπῳ τίτθη γεράνῳ προσεοικώς ” .
7090499 δηνεα
' Ὁμήρῳ αἵμονα θήρης . δαίω οὖν καὶ δαίνεα καὶ δήνεα . δεῖν . συναλοιφὴ τοῦ δέον δεῖν , ὡς
βασιλεῦ . παναίολα : ποικίλα , πυκνὰ , πανοῦργα . δήνεα : βουλεύματα , βουλάς . Ἰχθυβόλου : τῆς ἁλιευτικῆς
7076431 κουρε
Ἱππόβοτός γέ τοί φησι λέγειν Ἐμπεδοκλέα , Τήλαυγες , κλυτὲ κοῦρε Θεανοῦς Πυθαγόρεώ τε . σύγγραμμα δὲ φέρεται τοῦ Τηλαύγους
' ἢ εἰ χρυσὸν ἔδωκεν . Ἤλυθες , ὦ φίλε κοῦρε : τρίτῃ σὺν νυκτὶ καὶ ἠοῖ ἤλυθες : οἱ
7076176 ἐρητυσασκε
καὶ ἔξοχον ἄνδρα κιχείη , τὸν δ ' ἀγανοῖς ἐπέεσσιν ἐρητύσασκε παραστάς . πρὸς τὴν τάξιν τῶν ἑξῆς τὸ ἀντίσιγμα
βασιλῆα καὶ ἔξοχον ἄνδρα κιχείη τὸν δ ' ἀγανοῖς ἐπέεσσιν ἐρητύσασκε παραστάς : δαιμόνι ' οὔ σε ἔοικε κακὸν ὣς
7075977 δαφοινον
οἶος πάντων προφερέστατος , εἴ κέ μιν εὕρῃς εἶδος ἔχοντα δαφοινὸν ἀμαιμακέτοιο λέοντος : τῷ καί μιν προτέροισι λεοντοδέρην ὀνομῆναι
; μηδὲν φοβεῖσθε προσφάτους ἐπιστολάς ἡ δυστυχὴς ἀθῷος ἐκκρεμωμένη ἰδοὺ δαφοινὸν μάσθλητα δίγονον αὐτοχειλέσι ληκύθοις ἀμφίπρυμνον ἀμβλύσκει . . .
7063324 ῥαδινους
βασταζόντων κιόνων , εὐμεγέθεις λέγων : Στησίχορος ἐπὶ τοῦ εὐτόνου ῥαδινοὺς δ ' ἐπέπεμπον ἄκοντας . παραβλήδην : ἀντὶ τοῦ
: τρυφερᾶς . Ἀνακρέων δὲ ἐπὶ τάχους ἔταξε τὸ ῥαδινόν ῥαδινοὺς πώλους : Ἴβυκος δὲ ἐπὶ τῶν τὸν οὐρανὸν βασταζόντων
7058382 ὀσσομενος
ὄσσω καὶ πέσσω , ἐξ οὗ τὸ ” κάκ ' ὀσσόμενος προσέειπεν ” . . . , : Ἡρακλείδης δὲ
τεύχεσιν . ” σημαίνει καὶ τὸ κατακοιμηθῆναι . κάκ ' ὀσσόμενος κακῶς ὑποβλεψάμενος . κακά ἐπὶ τοῦ ὀνοματικοῦ “ αἰεί
7053963 κἠγων
' αὐταῖς ὑπακούσω . δῆλον ὅτ ' ἐν τᾷ γᾷ κἠγών τις φαίνομαι ἦμεν . Οὕτω τοι Πολύφαμος ἐποίμαινεν τὸν
, ἁδὺ δὲ χἀ σῦριγξ χὠ βουκόλος , ἁδὺ δὲ κἠγών . ἔστι δέ μοι παρ ' ὕδωρ ψυχρὸν στιβάς
7048634 Λυκιδα
Θεόκριτος Μυρτοῦς ὄνομα . λαμβάνει δὲ ὁ Θεόκριτος λαγωβόλον παρὰ Λυκίδα , καὶ οὕτω χωρίζονται ἀπ ' ἀλλήλων . προλογίζει
εἰς ἔτος ἄλλο δακρῦσαι . Λῇς νύ τί μοι , Λυκίδα , Σικελὸν μέλος ἁδὺ λιγαίνειν , ἱμερόεν γλυκύθυμον ἐρωτικόν
7047465 Ἀτρεϊδη
ἠελίοιο εἰ μὴ Ἀχιλλεὺς αἶψ ' Ἀγαμέμνονι εἶπε παραστάς : Ἀτρεΐδη , σοὶ γάρ τε μάλιστά γε λαὸς Ἀχαιῶν πείσονται
δ ' ἄρ ' ὑπόδρα ἰδὼν προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς : Ἀτρεΐδη ποῖόν σε ἔπος φύγεν ἕρκος ὀδόντων ; πῶς δὴ
7043418 κατεκτα
ὀλλῦναι . Ὅμηρος : ξυνὸς Ἐνυάλιος , καί τε κτανέοντα κατέκτα . Μαντική . μαντική τις ἐστίν : οἷον ζητητικὴ
πλειόνων ἐξηγεῖται λέγων : ξυνὸς Ἐνυάλιος , καί τε κτανέοντα κατέκτα . Νεμεσηταὶ γὰρ αἱ πολέμων ἐπ ' ἀμφότερα ῥοπαί
7042940 φιληρετμοισι
Ὀδυσῆ ' ἀσπαστὸν ἔδυ φάος ἠελίοιο . αἶψα δὲ Φαιήκεσσι φιληρέτμοισι μετηύδα , Ἀλκινόῳ δὲ μάλιστα πιφαυσκόμενος φάτο μῦθον :
. φιτρῶν κορμῶν . καὶ ἔστι παρὰ τὸ φύεσθαι . φιληρέτμοισι ἀπὸ μέρους φιλοναύταις . φίλος ἀντὶ τῆς κλητικῆς εἴωθε
7037558 πρατος
ἄμφω ἀνάβω , ἄμφω συρίσδεν δεδαημένω , ἄμφω ἀείδεν . πρᾶτος δ ' ὦν ποτὶ Δάφνιν ἰδὼν ἀγόρευε Μενάλκας :
' ἄμφω ἑσδόμενοι θέρεος μέσῳ ἄματι τοιάδ ' ἄειδον . πρᾶτος δ ' ἄρξατο Δάφνις , ἐπεὶ καὶ πρᾶτος ἔρισδεν
7027924 Τιπτε
τὰ μαντεύματα ἐμμέτρως . Τὰ δ ' ἔπη τάδε : Τίπτε ποθεῖτε μαθεῖν νούσου τέλος ἠδὲ καὶ ἀρχήν ; Ἀμφοτέρους
. ἦκα δὲ μυρομένη , λιγέως ἀνενείκατο μῦθον : “ Τίπτε με δειλαίην τόδ ' ἔχει ἄχος ; εἴθ '
7026779 τηνον
Ἐνδυμίων [ - κοιμάτου σφετέρας ἀνίας ἀνεχε [ - τρωι τῆνον ἐς τὸν ἀεικοίματον υ [ προύθηκεν ἄντροις , τὰν
δοκέω καὶ τὰ οἰκῇα σφαλερὰ ἦμεν ἀνδρὶ μονάρχῳ , καὶ τῆνον τυράννων εὐδαιμονίζω ὅστις καὶ οἴκοι ἐξ αὐτὸς αὑτῶ κατθάνῃ
7025991 φωνησεν
. . . . Νέστωρ δὲ πρῶτος κτύπον ἄιε , φώνησέν τε . , : . Λ . εἴπ '
θυμῷ . τὸν μὲν πὰρ πόδ ' ἑὸν χαμάδις βάλε φώνησέν τε : ὦ φίλοι ἤτοι κλῆρος ἐμός , χαίρω
7024972 ἐϋ
. καί μοι τοῦτ ' ἀγόρευσον ἐτήτυμον , ὄφρ ' ἐῢ εἰδῶ , ἠὲ νέον μεθέπεις , ἦ καὶ πατρώϊός
, / ἶν ' ἀπέλεθρον ἔχοντε , ὁ μὲν τόξων ἐῢ εἰδώς ” ἀντὶ τοῦ τὸν μέν . Τῶν δὲ
7022669 ἑλετ
ἀγείραιμι . . . . . ἔγχος δ ' οὐχ ἕλετ ' οἶον ἀμύμονος Αἰακίδαο : Ζηνόδοτος τοῦτον ἀθετήσας τοὺς
Αἰνείαν γέρας δοθῆναι Νεοπτολέμῳ λέγων οὕτως : ἐκ δ ' ἕλετ ' Ἀνδρομάχην ἠύζωνον παράκοιτιν Ἕκτορος , ἥντε οἱ αὐτοὶ
7022121 δειξεν
ἣ δὲ πάλιν γαῖάν τε καὶ οὐρανὸν εὐρὺν ἔτικτε : δεῖξέν τ ' ἐξ ἀφανῶν φανεροὺς οἵ τ ' εἰσὶ
παρκείμενον δὲ συλλαβὼν τέρας , ἐπιχώριον μάντιν ἄσμενος εὗρεν , δεῖξέν τε Κοιρανίδᾳ πᾶσαν τελευτὰν πράγματος , ὥς τ '
7018912 Φλεγυαο
ὃς μέγα χάρμα βροτοῖσιν ἐγείνατο μειχθεὶς ἐν φιλότητι Κορωνίδι τῇ Φλεγύαο Ἰὴ Παιᾶνα Ἀσκληπιὸν δαίμονα κλεινότατον , ἰὲ Παιάν .
, ὅτ ' ἄρ ' Ἴσχυς γῆμε Κορωνὶν Εἰλατίδης , Φλεγύαο Διογνήτοιο θύγατρα . . , : [ Ξενοκράτει Ἀκραγαντίνῳ
7017341 ἐκφατο
, ὅπως παρεόντας ἴδοντο . τοῖσιν δ ' Αἰσονίδης τετιημένος ἔκφατο μῦθον : “ Ὦ φίλοι , Αἰήταο ἀπηνέος ἄμμι
πορφυρέαις ἑλίκεσσιν ἐναίσιμον ἀίσσουσαν : αἶψα δ ' ἀπηλεγέως νόον ἔκφατο Λητοΐδαο : “ Ὑμῖν μὲν δὴ μοῖρα θεῶν χρειώ
7016071 πολυμαθιη
] Ἀναξιμάνδρου φησὶν ἀκοῦσαι . . . . [ ] πολυμαθίη νόον ἔχειν οὐ διδάσκει : Ἡσίοδον γὰρ ἂν ἐδίδαξε
τῶν ἄλλων . [ . , , . . ] πολυμαθίη νόον ἔχειν οὐ διδάσκει : Ἡσίοδον γὰρ ἂν ἐδίδαξε
7003141 ἁμος
ἀπὸ τοῦ ὑμέτερος ὑμός , οὕτως καὶ ἀπὸ τοῦ ἁμέτερος ἁμός Δωρικῶς . ἢ θέμα ἐστὶ τῆς Δωρίδος διαλέκτου .
ἁμῶς , καὶ ἐν συνθέσει ἁμωσγέπως . ἀπὸ δὲ τοῦ ἁμός γίνεται ἁμόθεν ἐπίρρημα : καὶ ὥσπερ ἀπὸ τοῦ καλός
7000726 φαεεσσι
? ? δῶμα βέβαλοι , οὐδ ? ? ' ἐσιδῆν φαέεσσι [ θέλω νέκυν ] , οὐδὲ γοᾶσαι γυμναῖσιν χαίταισιν
Τυνδαρέου θαλερὸν λέχος ] εἰσαναβᾶσα Λήδη ἐυπλόκαμος ? [ ἰκέλη φαέεσσι ] σελήνης γείνατο [ Τιμάνδρην τε Κλυταιμήστρην ] τε
6996139 καλεει
. πρὸς ὃν Οὐλπιανὸς ἔφη : ὄρς ' Ἀσκληπιάδη , καλέει κρείων σε Χαρωνεύς . οὐ γὰρ κακῶς τινι τῶν
' ἱσταμένη προσέφη πόδας ὠκέα Ἶρις : ὄρσο Θέτι : καλέει Ζεὺς ἄφθιτα μήδεα εἰδώς . τὴν δ ' ἠμείβετ
6991784 Πειριθοον
ἔτι προτέρους ἴδον ἀνέρας , οὓς ἔθελόν περ , Θησέα Πειρίθοόν τε , θεῶν ἐρικυδέα τέκνα : ἀλλὰ πρὶν ἐπὶ
αὖ πάλιν ἐμβαλεῖν εἰς τὴν Ὁμήρου νεκυίαν τὸ Θησέα , Πειρίθοόν τε , θεῶν ἀριδείκετα τέκνα , χαριζόμενον Ἀθηναίοις .
6989294 πετεηνων
αἴ χ ' ὁ Διόνυσος φιλῆι . ὤεα χανὸς κἀλεκτορίδων πετεηνῶν . πραύτερος ἐγών γα μολόχας . ὑγιώτερόν θήν ἐστι
θηρητῆρος , ὅς θ ' ἅμα κάρτιστός τε καὶ ὤκιστος πετεηνῶν : τῷ ἐϊκὼς ἤϊξεν , ἐπὶ στήθεσσι δὲ χαλκὸς
6988274 Θρηικα
Ὅμηρον τούτοις προσμαρτυρεῖν λέγοντα ἔνθα τε Μοῦσαι ἀντόμεναι Θάμυριν τὸν Θρήικα παῦσαν ἀοιδῆς , καὶ ἔτι αἱ δὲ χολωσάμεναι πηρὸν
” Δώριον , ἔνθα τε Μοῦσαι ἀντόμεναι Θάμυριν τὸν „ Θρήικα παῦσαν ἀοιδῆς , Οἰχαλίηθεν ἰόντα παρ ' Εὐρύτου ”
6987004 φορηναι
ἀγάλματα ῥάμνῳ . θρέμματά τε νέποδάς τε καλὸν φυτόν ἐστι φορῆναι πρός τε πόνον κεφαλῆς καὶ δαίμονας ἠδ ' ἐπιπομπάς
ἐνὶ μεγάροισιν ἐγήρα , δῶκε δ ' Ἐρευθαλίωνι φίλῳ θεράποντι φορῆναι . ἐγήρα : ὅτι ἀντὶ τοῦ ἐγήρασε τὸν παρατατικὸν
6983854 παυσαν
τούτοις προσμαρτυρεῖν λέγοντα ἔνθα τε Μοῦσαι ἀντόμεναι Θάμυριν τὸν Θρήικα παῦσαν ἀοιδῆς καὶ ἔτι αἱ δὲ χολωσάμεναι πηρὸν θέσαν ,
καὶ Δώριον , ἔνθά τε Μοῦσαι ἀντόμεναι Θάμυριν τὸν Θρήϊκα παῦσαν ἀοιδῆς Οἰχαλίηθεν ἰόντα παρ ' Εὐρύτου Οἰχαλιῆος : στεῦτο
6981420 Τυδεϊδη
ἀγλαὸς υἱός , αἶψα δὲ Τυδεΐδην ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : Τυδεΐδη Διόμηδες ἐμῷ κεχαρισμένε θυμῷ , ἄνδρ ' ὁρόω κρατερὼ
ἱπποδάμοιο . τοῖσι δ ' ἀνιστάμενος μετεφώνεεν ἱππότα Νέστωρ : Τυδεΐδη περὶ μὲν πολέμῳ ἔνι καρτερός ἐσσι , καὶ βουλῇ
6980349 διογενες
, ὁ δέ μ ' αὐτίκ ' ἀμειβόμενος προσέειπε : διογενὲς Λαερτιάδη , πολυμήχαν ' Ὀδυσσεῦ , οὔτ ' ἐμέ
, αἶψα δ ' Ὀδυσσῆα προσεφώνεεν ἐγγὺς ἐόντα : “ διογενὲς Λαερτιάδη , πολυμήχαν ' Ὀδυσσεῦ , κεῖνος δὴ αὖτ
6979841 ἀγαλματοποιος
Πολέμων : ἔνατος ποιητὴς τραγῳδίας τῶν Ταρσικῶν λεγομένων : δέκατος ἀγαλματοποιὸς Κλαζομένιος ἢ Χῖος , οὗ μέμνηται καὶ Ἱππῶναξ .
ὅτου μαθητὴς γέγονε τῶν σοφῶν : ὥσπερ Φειδίας μὲν ὁ ἀγαλματοποιὸς Ἡγίου , Πολύ - γνωτος δὲ ὁ ζωγράφος καὶ
6976683 Θερσιτ
ἀκράαντον . ” ἀκριτόμυθε ἄκριτα καὶ ἀδιάστατα λαλῶν : “ Θερσῖτ ' ἀκριτόμυθε . ” ἀκριτόφυλλον πολύφυλλον , οὗ τὰ
Ὀδυσσεύς , καί μιν ὑπόδρα ἰδὼν χαλεπῷ ἠνίπαπε μύθῳ : Θερσῖτ ' ἀκριτόμυθε , λιγύς περ ἐὼν ἀγορητής , ἴσχεο
6972366 χαννους
, καὶ φάγρους , ζωμῷ ὀλίγῳ καρυκευτῷ λαπίνας δέ , χάννους , κόκκυγας , σαυρούς , καὶ μελανούρους , καὶ
μνία σιγαλόεντα ἢ σκάρον ἢ κῶθον τροφίην καὶ ἀναιδέα λίην χάννους τ ' ἐγχέλυάς τε καὶ ἐννυχίην πίτυνον ἢ μύας
6970385 Ἀους
Κηρύλος ᾆδεν , οὐ τόσον ἀῴοισιν ἐν ἄγκεσι παῖδα τὸν Ἀοῦς ἱπτάμενος περὶ σᾶμα κινύρατο Μέμνονος ὄρνις , ὅσσον ἀποφθιμένοιο
Τροίας ἄμαχον ἀστραβῆ κίονα , Κύκνον τε θανάτῳ πόρεν , Ἀοῦς τε παῖδ ' Αἰθίοπα . πολλά μοι ὑπ '
6969142 κρημνοισι
: Βοιβιὰς δὲ ἐκλήθη ἀπὸ μιᾶς τῶν νυμφῶν Βοιβηΐδος . κρημνοῖσι : ταῖς ὄχθαις . ἐπειδὴ ἡ παρθένος ὤκει [
χαλινὰ ἂν Σκυθίην Ἴστρος λέλακεν μέγα πάντοθε πάντῃ , συρόμενος κρημνοῖσι καὶ ὑδατοπλήγεσιν ἄκραις : τῇ δ ' αὖτ '
6968962 Ἰθακησιος
Ἀριστοτέλης ἐν τοῖς Ὑπομνήμασί | φησιν , ὅτι Θόας ὁ Ἰθακήσιος ἱστορεῖ παρὰ Φρυξὶ πικέριον καλεῖσθαι τὸ βούτυρον . πηρῖνα
ἀπὸ δὲ χλαῖναν βάλε : τὴν δὲ κόμισσε κῆρυξ Εὐρυβάτης Ἰθακήσιος ὅς οἱ ὀπήδει : αὐτὸς δ ' Ἀτρεΐδεω Ἀγαμέμνονος
6967435 καλεειν
δῶκε , σιδηρίτην νημερτέα : τόν ῥα βροτοῖσιν ἥνδανεν ἄλλοισιν καλέειν ἔμψυχον ὀρείτην , γυρόν , ὑπότρηχυν , στιβαρόν ,
φορῆναι . [ σπεύδεο ] νῦν , στρατίαρχε , σέθεν καλέειν ναετῆρας . [ ! ! ! ! ! ]
6963171 γνοιην
τάδε . ἀλλ ' , ὦ ξέν ' , οὐ γνοίην ἂν εἰσιδοῦσά νιν . νέα γάρ , οὐδὲν θαῦμ
κἀπὶ τῶν εὐκτικῶν γίνεται ῥημάτων . τὸ γὰρ δοίην καὶ γνοίην καὶ εἰδείην καὶ ὅσα τοιαῦτα ἀπὸ τῶν εἰς μι
6959028 Παιανα
ἀστραφέεσσι πύλῃσιν ἐπ ' αὐτῇσιν βεβαῶτας Ἀΐδεω . Φορμίγγων ἄνακτα Παιᾶνα κληίσω . Ἵκεσθε Περγάμῳ νέοι , Χαῖρ ' ὦ
διὰ τὸν χόλον Ἀρτέμιδος . στρουθῶν ] τῶν ἀετῶν . Παιᾶνα ] ὡς μάντις . τεύξηι ] ὦ Ἄρτεμι .
6958156 ἀνακτ
δοκῶν φορμὸν πλέκειν [ ] . ἀμφί μοι αὖτιϲ [ ἄνακτ ' ] . εἶτα μονῳδεῖν ἐκ Μηδείαϲ καὶ τἀξ
μὲν ἦν πάροιθεν ἐσχάρας Διὸς καθάρσι ' οἴκων , γῆς ἄνακτ ' ἐπεὶ κτανὼν ἐξέβαλε τῶνδε δωμάτων Ἡρακλέης : χορὸς
6956837 πτολιπορθῳ
' ἀνδρῶν πυκινὰς κλονέουσι φάλαγγας ἐν πολέμῳ κρυόεντι σὺν Ἄρηι πτολιπόρθῳ , Ἁρμονίην θ ' , ἣν Κάδμος ὑπέρθυμος θέτ
δὴ νεῖκος ἐν ἀθανάτοισιν ὄρωρεν Ἕκτορος ἀμφὶ νέκυι καὶ Ἀχιλλῆϊ πτολιπόρθῳ : κλέψαι δ ' ὀτρύνουσιν ἐΰσκοπον Ἀργειφόντην : αὐτὰρ
6956748 κυνικος
Στίλπωνος ἐγένετο μαχητής , ὑπὸ δ ' Ἡρακλείτου αὐστηρός , κυνικὸς δ ' ὑπὸ Κράτητος : ὁ δ ' Ἀρκησίλαος
Μετάλλου , ἀνὴρ γενναῖος , πρὸς ὃν καὶ Διογένης ὁ κυνικὸς διάλογον πεποίηται : Κλεινόμαχος θ ' ὁ Θούριος ,
6954206 μειλιχιοισι
τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος ] ? ? [ ] προσεφώνεε μειλιχίοισι : [ ] [ Θησεῦ Ἀθηναίων ] ? ?
ἄρα οἱ φρονέοντι δοάσσατο κέρδιον εἶναι , λίσσεσθαι ἐπέεσσιν ἀποσταδὰ μειλιχίοισι , μή οἱ γοῦνα λαβόντι χολώσαιτο φρένα κούρη .
6953511 ἁζεο
, τὸ δ ' Ἔρωτος ἐμὲ φλέγει ἐνδόμυχον πῦρ . ἅζεο πῦρ , κραδίη , μὴ δείδιθι νήχυτον ὕδωρ .
ἐκ τοῦ τὸν Ἀλκμᾶνα εἰπεῖν : ἀγίσδεο : ἀντὶ τοῦ ἅζεο ἀγίσδεο εἶπεν , . , + . , +
6945385 κοιρανε
: ] [ Αἶαν διογενές , ] Τελαμώνιε ? , κοίρανε λαῶν , [ ἅμα ] καὶ νώτοισι ? νέκυν
φαρμάκτῃσιν ὑποδμηθέντες ὄλοντο . Ἔνθεν ἔπειτ ' ἀΐων τεκμαίρεο , κοίρανε γαίης , ὡς οὐδὲν μερόπεσσιν ἀμήχανον , οὐκ ἐνὶ
6941988 Ἰαστι
ἤθεσι τῶν Ἰώνων . διόπερ ὑπολαμβάνω οὐχ ἁρμονίαν εἶναι τὴν Ἰαστί , τρόπον δέ τινα θαυμαστὸν σχήματος ἁρμονίας . καταφρονητέον
θρηνῳδίας . ὅθεν καὶ τὸ περιφερόμενον αὐλεῖ Μαριανδυνοῖς καλάμοις κρούων Ἰαστί . . . ἥσω καὶ πέμψω θρῆνον καὶ λίαν
6941387 ποκ
γὰρ σάφα ἴσαμι τοῦθ ' , ὅτι τῶν ἐμῶν μνάμα ποκ ' ἐσσεῖται λόγων τούτων ἔτι . καὶ λαβών τις
ἐσσομένοις : ἀρετήν γε μὲν ἐκ Διὸς αἰτεῦ . Ἔν ποκ ' ἄρα Σπάρτᾳ ξανθότριχι πὰρ Μενελάῳ παρθενικαὶ θάλλοντα κόμαις
6940737 Νεστορ
! ] ! ! [ ! ! ] ! [ Νέστορ ? ? ? ? [ . . . ,
σιωπῇ . τοῖσι δὲ καὶ μετέειπε βοὴν ἀγαθὸς Διομήδης : Νέστορ ἔμ ' ὀτρύνει κραδίη καὶ θυμὸς ἀγήνωρ ἀνδρῶν δυσμενέων
6937243 λευσσεις
πρόσοψίς μ ' ἀλλὰ τἄργ ' ἀικίζεται . δεινὸν δὲ λεύσσεις ὀμμάτων ξηραῖς κόραις . τὸ σῶμα φροῦδον , τὸ
' ἀβελτερώτατοι κεχηνότες μαμμάκυθοι , μελιτίδαι καθῆντο . Τάδε μὲν λεύσσεις , φαίδιμ ' Ἀχιλλεῦ : σὺ δὲ τί ,
6931177 ἠνωγε
κῶας χρύσεον ᾐώρητο χαλαζαίῃ ἐπὶ φηγῷ . Ἀγκαῖος δ ' ἤνωγε παραιφάμενος ἐπέεσσι λαίφεά τε στέλλειν , καὶ ἐπίκριον αὖθι
ἐν δὲ θέμεν κύνεόν τε νόον καὶ ἐπίκλοπον ἦθος Ἑρμείην ἤνωγε , διάκτορον Ἀργεϊφόντην . Ὣς ἔφαθ ' , οἳ
6930124 ἠμειβετ
: καλέει Ζεὺς ἄφθιτα μήδεα εἰδώς . τὴν δ ' ἠμείβετ ' ἔπειτα θεὰ Θέτις ἀργυρόπεζα : τίπτέ με κεῖνος
αὐτός τε μένω καὶ λαὸν ἐρύκω . Τὸν δ ' ἠμείβετ ' ἔπειτα γέρων Πρίαμος θεοειδής : εἰ μὲν δή
6929392 ἐναισιμα
. Σκεπανοῖς κευθμῶσιν : σκεπάσμασι , κατασκόποις , ἐσκεπασμένοις . ἐναίσιμα : καλὰ , δίκαια , ἐπαινετὰ , ἁρμόδια .
δείκηλα κατ ' οὐρανὸν ἀγλαὰ πρῶτον , οἷς κούρη Θειαντὶς ἐναίσιμα ἔργα προφαίνει , αὖτις δ ' ἀστέρα καλὸν ἐρισθενέος
6925754 λαρον
καῖον ὁμῶς σχίζῃσι , καὶ ἐσσύμενοι περὶ βωμοὺς λείβεσκον μέθυ λαρὸν ἐπ ' αἰθομένῃσι θυηλῇς ἦρα θεοῖσι φέροντες , ἐπεὶ
” Ἦ , καὶ ἐπισχόμενος πλεῖον δέπας ἀμφοτέρῃσι πῖνε χαλίκρητον λαρὸν μέθυ , δεύετο δ ' οἴνῳ χείλεα κυάνεαί τε
6920702 κλειτον
. Π : Μίμνερμος Παίονας ἄνδρας ἄγων , ἵνα τε κλειτὸν γένος ἵππων . . , , : Μίμνερμος δὲ
αἰεὶ βάξιος ἱέμενοι . Παίονας ἄνδρας ἄγων , ἵνα τε κλειτὸν γένος ἵππων . Τροιζηνίας δὲ τραῦμα φοιτάδος πλάνης ἔσται
6920524 παυσεν
παρατρέψαι νόον ἄνδρεσσιν ἐπιχθονίοις . Καὶ γὰρ ἂν πλάξιππος Οἰνεὺς παῦσεν καλυκοστεφάνου σεμνᾶς χόλον Ἀρτέμιδος λευκωλένου λισσόμενος πολέων τ '
οὐδέ κε πάμπαν παυσάμεθα πτολέμου , εἰ μὴ Ζεὺς λαίλαπι παῦσεν . αὐτὰρ ἐπεί ς ' ἐπὶ νῆας ἐνείκαμεν ἐκ
6918226 ἀγορητην
τούτοις εἰσάγεται ῥήτωρ ὁ Νέστωρ , ὃν ἡδυεπῆ καὶ λιγὺν ἀγορητὴν προσεῖπε : τοῦ καὶ ἀπὸ γλώσσης μέλιτος γλυκίων ῥέεν
: ἔνθ ' ὅ γε Νέστορ ' ἔτετμε λιγὺν Πυλίων ἀγορητὴν οὓς ἑτάρους στέλλοντα καὶ ὀτρύνοντα μάχεσθαι ἀμφὶ μέγαν Πελάγοντα
6916863 βοσκομεναων
τ ' ὀρνίθων πετεηνῶν αἰετὸς αἴθων ἔθνος ἐφορμᾶται ποταμὸν πάρα βοσκομενάων χηνῶν ἢ γεράνων ἢ κύκνων δουλιχοδείρων , ὣς Ἕκτωρ
θήλειαι , πώλοισιν ἀγαλλόμεναι ἀταλῇσι . τάων καὶ Βορέης ἠράσσατο βοσκομενάων , ἵππῳ δ ' εἰσάμενος παρελέξατο κυανοχαίτῃ : αἳ
6913061 ἀγκυλα
τὸν Ἀγάθωνα καὶ οἱ ἄλλοι κωμῳδοῦσιν . ὡς λεπτὰ καὶ ἀγκύλα ἀνακρουομένου μέλη τοῦ Ἀγάθωνος : τοιαῦται γὰρ αἱ τῶν
Ἰλιάδος χωρὶς τῆς ἀμφί προθέσεως “ ἀσπίδα καὶ θώρηκα καὶ ἀγκύλα τόξ ' ἀφόωντα , ” σὺν δὲ τῇ προθέσει
6912745 χαριεσσαν
ὀλεῖται ἧς ἀρετῆς , τεύξουσι δ ' ἐπιχθονίοισιν ἀοιδὴν ἀθάνατοι χαρίεσσαν ἐχέφρονι Πηνελοπείῃ , οὐχ ὡς Τυνδαρέου κούρη κακὰ μήσατο
δεδάηκα , τεὴν δ ' οὐκ εἶδον ὀπωπὴν οὐ Φθίην χαρίεσσαν , ἀριστήων τροφὸν ἀνδρῶν : οἶδα περικλήιστον ὅλον γένος
6912600 Γερηνιος
ἔθελον πολεμίζειν Ἕκτορι δίῳ . τοῖς δ ' αὖτις μετέειπε Γερήνιος ἱππότα Νέστωρ : κλήρῳ νῦν πεπάλασθε διαμπερὲς ὅς κε
καθεζόμενοι ἔπε ' ἀλλήλοισι πίφαυσκον : τοῖσι δὲ μύθων ἦρχε Γερήνιος ἱππότα Νέστωρ : ὦ φίλοι οὐκ ἂν δή τις
6910005 πτεροεντα
ἀμφοτέρῃσι λαβὼν ἐλλίσσετο γούνων [ καί μ ' ὀλοφυρόμενος ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : ] μή μ ' ἄγε κεῖς '
καὶ ἄλλους . ” ἦ ῥα , καὶ Ἀντίνοον ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : “ Ἀντίνο ' , ἦ μευ καλὰ
6908567 ἀντομεναι
οὖν ἔστιν ἐξ ἧς ὁρμηθέντα αἱ Μοῦσαι κατὰ Δώριον „ ἀντόμεναι Θάμυριν ” τὸν Θρήικα παῦσαν ἀοιδῆς ; „ εἰ
, ἦμος ὅτ ' ἐκ πατρὸς κεφαλῆς θόρε παμφαίνουσα , ἀντόμεναι Τρίτωνος ἐφ ' ὕδασι χυτλώσαντο . ἔνδιον ἦμαρ ἔην
6906894 Ἁλιευτικῳ
ἀνδρείοις : βαμβραδόνι , ῥαφίδι . Νουμήνιος δ ' ἐν Ἁλιευτικῷ : ἠβαιῇ καρῖδι καὶ εἴ ποτε βεμβράδι , κείνῃ
ῥαφίδες ἵππουροί τε καὶ χρυσόφρυες . Νουμήνιος δ ' ἐν Ἁλιευτικῷ τὴν φύσιν τοῦ ἰχθύος διηγούμενος συνεχές φησιν αὐτὸν ἐξάλλεσθαι
6903962 γεραιε
τῶν νεωτέρων κακῶν . τί δ ' ἔστιν , ὦ γεραιέ ; μὴ φθόνει φράσαι . οὐδέν : μετέγνων καὶ
ἐμπλῆσαι χαρᾶς , ἔνσπονδος . οὗτος δ ' , ὦ γεραιέ , τίς κυρεῖ , ὃς ἅρμα λευκὸν ἡνιοστροφεῖ βεβώς
6901293 Εὐρυμαχος
περ πάρος , ὕβριν ἔχοντες . Ἀντίνοος δὲ καθῆστο καὶ Εὐρύμαχος θεοειδής , ἀρχοὶ μνηστήρων , ἀρετῇ δ ' ἔσαν
: Μέρμνης , Ἱππόθοος , Πέλοψ Ὀπούντιος , Ἀκαρνάν , Εὐρύμαχος , Εὐρύλοχος , Αὐτομέδων , Λάσιος , Χάλκων ,
6900833 μογεροισι
δείδιθι μαιμώωσαν ἔσω ἁλὸς ἠδὲ καὶ ἄλλα ἄστρα τά που μογεροῖσι πέλει δέος ἀνθρώποισι δυόμεν ' ἢ ἀνιόντα κατὰ πλατὺ
υἱὸν φῶτ ' Ἀσκληπιάδην πατρὶς ἔθρεψε Γέλα , ὃς πολλοὺς μογεροῖσι μαραινομένους καμάτοισι φῶτας ἀπέστρεψεν Φερσεφόνης ἀδύτων . . .
6898839 Κλεοβουλον
φησιν . . . Σόλωνα Θαλῆν Πιττακόν Βίαντα Χίλωνα Μύσωνα Κλεόβουλον Περίανδρον Ἀνάχαρσιν Ἀκουσίλαον Ἐπιμενίδην Λεώφαντον Φερεκύδην Ἀριστόδημον Πυθαγόραν Λᾶσον
ἥδε Βίαντα πέτρη κόσμον Ἴωσι μέγαν . * ἄνδρα σοφὸν Κλεόβουλον ἀποφθίμενον καταπενθεῖ ἥδε πάτρα Λίνδος πόντῳ ἀγαλλομένη . *
6898529 υἱ
ἐνέκυρσεν Ἑρκείου ποτὶ βωμόν : ὃ δ ' ὡς ἴδεν υἷ ' Ἀχιλῆος , ἔγνω ἄφαρ τὸν ἐόντα καὶ οὐ
Ἀλλ ' οὐδ ' ὧς τάρβησε θρασὺ σθένος Εὐρυπύλοιο ἄσχετον υἷ ' Ἀχιλῆος , ἐπεί ῥά μιν ὀτρύνεσκε θάρσος ἑὸν
6896251 ἀντιοων
Ὀδυσσείας . ἀνδρομέοιο ἀνθρωπίνου αἵματος . ἀντιόων ὑπαντῶν : “ ἀντιόων ταύρων τε . ” ἀνόπαια . ἔνιοι μὲν ὄνομα
ἐν τῇ Φ τῆς Ὀδυσσείας . ἀνδρομέοιο ἀνθρωπίνου αἵματος . ἀντιόων ὑπαντῶν : “ ἀντιόων ταύρων τε . ” ἀνόπαια
6894999 ἀγηνορα
δίφρων ? ? ? ? , θεσμοφόρον δ ' ἐτέλεσσεν ἀγήνορα δῆμον Ἀθήνης . καὶ τὰ μὲν ἐν θυέεσσι :
ἄδηλον ἀέξει , ῥεῖα δέ τ ' ἰθύνει σκολιὸν καὶ ἀγήνορα κάρφει Ζεὺς ὑψιβρεμέτης , ὃς ὑπέρτατα δώματα ναίει .
6894031 ἀμβροτοι
δ ' ἁμαρτῇ δούρασιν ἀμφίς . ” ἀμφικτίονες περίοικοι . ἄμβροτοι θεοὶ ἀθάνατοι . ἄμερσεν ἐστέρησεν , ἄμοιρον ἐποίησεν :
Ἄλλαι ἀπειρέσιοι πολυμήτιος Ἑρμείαο δωτῖναι κομίσαντος ἐνὶ σπήλυγγι κέονται , ἄμβροτοι , ἀτρεκέες , ῥίμφα πρήσσουσαι ἕκαστα : τάων ἡμίθεός
6884209 ἀλαθεα
Αἰσιμίδα , λίθος οἶνος , ὦ φίλε παῖ , καὶ ἀλάθεα ἦρος ἀνθεμόεντος † ἐπάιον ἐρχομένοιο . . . ἐν
: ταῦτα δὲ σύμφωνα ποιητά , θεωρούμενα δι ' αὐτῶν ἀλάθεα . διωρισμένων δὲ τούτων τὰ μετὰ ταῦτα δεῖ νοῆσαι
6882848 ὁροω
δὲ τὴν τάξιν , “ νῦν δὲ φίλως χ ' ὁρόω καὶ εἰ δέκα πύργοι Ἀχαιῶν , ” καὶ ἐπιρρηματικῶς
καλουμένας Σηστὸν καὶ Ἄβυδον . καὶ Ὅμηρος „ ἄνδρ ' ὁρόω κρατερὼ ἐπὶ σοὶ μεμαῶτε μάχεσθαι , / ἶν '
6881799 ἰδωμαι
ἐπ ' ἀμφιρύτην . Σῆμα καταφθιμένοιο Μεγακλέος εὖτ ' ἂν ἴδωμαι , οἰκτείρω σε , τάλαν Καλλία , οἷ '
. ἀλλ ' ἄγε δὴ τὰ χρήματ ' ἀριθμήσω καὶ ἴδωμαι , μή τί μοι οἴχωνται κοίλης ἐπὶ νηὸς ἄγοντες
6880162 παρπεπιθοντες
τῶν τροχαζόντων : ὁ γὰρ παρελθὼν τὸν τροχάζοντα νικᾷ . παρπεπιθόντες παραπείσαντες . παχνοῦται πήσσεται . πάσσονα παχύτερον ἢ πλατύτερον
Μουσῶν ἐπ ' Ἀχιλλεῖ θρῆνος . . Ψ . σπουδῇ παρπεπιθόντες Ὀδυσσῆα . † ) μόγις . . . .

Back