μέρους ὑπὸ τὸν λουτῆρα , ἐκ δεξιῶν τοῦ θυσιαστηρίου . Ποιῆσαι δὲ καὶ βάσιν χαλκῆν τῷ ὕψει πηχῶν δυοῖν ,
καὶ πάλαι οὔπω μέρος ἦν τὸ Β τοῦ Α . Ποιῆσαι τὸ ἀδύνατον . οὐκ ἔστιν αὕτη κυρίως εἰς ἀδύνατον
7368740 τριηκοσιους
πιρώμιος γεγονέναι , ἐς ὃ τοὺς πέντε καὶ τεσσεράκοντα καὶ τριηκοσίους ἀπέδεξαν κολοσσοὺς πίρωμιν ἐκ πιρώμιος γενόμενον , καὶ οὔτε
πιρώμιος γεγονέναι , ἐς ὃ τοὺς πέντε καὶ τεσσεράκοντα καὶ τριηκοσίους ἀπέδεξαν κολοσσούς [ πίρωμιν ἐπονομαζόμενον ] , καὶ οὔτε
7165591 ξεστην
, ἀλόης γραμμάρια ἑπτά , μαστίχης γραμμάρια δώδεκα , μέλιτος ξέστην ἕνα , οἴνου ξέστας πέντε . Ἄλλο [ μελαγχολικοῖς
ἐκτίθεται βοήθημα ἐκλεκτόν . Μύρτων μελάνων χωρὶς τῶν γιγάρτων ἰταλικὸν ξέστην ἕνα , ῥόδων ἄνθους τὸ ἴσον , φοινίκων σάρκας
7060159 τετταρας
μυρίους . Ἐγέλασα : ἐραστὰς σὺ τηλικοῦτος ὤν , ὀδόντας τέτταρας ἔχων ; Νὴ Δία , τοὺς ἀρίστους γε τῶν
ἔριν ἐγείρητε : ταῖς δὲ ἐφεξῆς ἡμέραιςτρεῖς γὰρ ἐνταῦθα ἢ τέτταρας διέγνωκα μένεινἀμοιβαίως ἀνθεστιάσετέ με , κλήρῳ διακριθεὶς ὁ πρότερος
7031918 μετρητας
ἕως ἂν τὸ τρίτον ἀφεψηθῇ . Οἱ δὲ γλεύκους βʹ μετρητάς , ὄξους δὲ μετρητήν , καὶ ὕδατος ἑφθοῦ ποτίμου
ἀμφιφορῆας : Θεόπομπος ἀμφιφορεῖς λέγεσθαί φησι τοὺς ὑπ ' ἐνίων μετρητάς , Λυσανίας δέ φησι τὸν ἀμφιφορέα ὑπὸ Ἀθηναίων ἀμφορέα
6994426 διακοσιους
κήρυκα ἀπὸ τῶν ἐν Ἰδομεναῖς . ὁ δ ' ἔφη διακοσίους μάλιστα . ὑπολαβὼν δ ' ὁ ἐρωτῶν εἶπεν οὔκουν
τὸ μὲν πρῶτον ἀπροσδοκήτως τοῖς πολιορκοῦσιν ἐπιθέμενος ἀνεῖλεν αὐτῶν περὶ διακοσίους , ὕστερον δὲ μεγάλης μάχης γενομένης τόν τε Μνάσιππον
6991187 εἰκοσιτεσσαρας
ἤτοι τοὺς περιοδικούς . . . . . . . εἰκοσιτέσσαράς φησιν . ὅπερ εὖχος καὶ σεμνολόγημα τὸ εἰκοστὸν πέμπτον
ἤτοι τοὺς περιοδικούς . . . . . . . εἰκοσιτέσσαράς φησιν . ὅπερ εὖχος καὶ σεμνολόγημα τὸ εἰκοστὸν πέμπτον
6970662 ὀβολοις
νόμος κελεύει τὴν προῖκ ' ὀφείλειν ἐπ ' ἐννέ ' ὀβολοῖς , ἐγὼ δ ' ἐπὶ δραχμῇ μόνον τίθημι .
δραχμὴν ὀβολὸς ἦν , ὅπερ ἕκτον ἐστὶν , ἐν ἓξ ὀβολοῖς τῆς δραχμῆς λογιζομένης . ἐκ πολλῶν δὲ ἔστι τοῦτο
6948809 λουτηρα
λαβόντι χωνεῦσαι καὶ μηδὲν ἀπ ' αὐτῶν ἕτερον ἢ τὸν λουτῆρα κατασκευάσασθαι , περιρραντηρίοις ὅπως οἱ μέλλοντες εἰς τὸν νεὼν
καὶ βάσιν χαλκῆν τῷ ὕψει πηχῶν δυοῖν , κατὰ τὸν λουτῆρα , ἵν ' ἐφεστήκῃ ἐπ ' αὐτῆς ὁ βασιλεὺς
6932856 τεσσερακοντα
δέ σφι ὠχέετο ἡ μήτηρ , σταδίους δὲ πέντε καὶ τεσσεράκοντα διακομίσαντες ἀπίκοντο ἐς τὸ ἱρόν . Ταῦτα δέ σφι
σταδίους εἶναι τοὺς πάντας ἀπὸ θαλάσσης τῆς Ἑλληνικῆς μέχρι Σούσων τεσσεράκοντα καὶ τετρακισχιλίους καὶ μυρίους : οἱ γὰρ ἐξ Ἐφέσου
6929318 χοεις
τοῖς ἀσθενῆ τὴν κεφαλὴν ἔχουσιν . σκευάζεται δὲ πρὸς πέντε χοεῖς αὐστηροῦ γλεύκους μέλιτος χοὸς ἐμβαλλομένου καὶ ἁλὸς κυάθου .
ἀλφίτων μὲν ὡς τρία μάλιστα ἡμιμέδιμνα Ἀττικά , οἴνου δὲ χοεῖς ἕνδεκά τινας ἢ δώδεκα , παρὰ δὲ ταῦτα τυροῦ
6911507 ἐπομπευσαν
ἱππεῖς δὲ δισμύριοι τρισχίλιοι διακόσιοι . Πάντες δ ' οὗτοι ἐπόμπευσαν , τὴν ἁρμόζουσαν ἑκάστῳ ἠμφιεσμένοι στολὴν , καὶ τὰς
μέγιστος ἐχώρει μετρητὰς τριάκοντα , ὁ δὲ ἐλάχιστος μετρητήν . ἐπόμπευσαν δὲ τρίποδες χρυσοῖ μεγάλοι τέτταρες : καὶ χρυσωματοθήκη χρυσῆ
6898780 δεκαπεντε
τὰ ἀπὸ ΓΕ καὶ τρία τὰ ἀπὸ ΖΕ ἴσα ἐστὶν δεκαπέντε τοῖς ἀπὸ τῆς ἐκ τοῦ κέντρου τοῦ κύκλου τοῦ
χαραγμάτων : πέντε καὶ πέντε δέκα γὰρ , καὶ πέντε δεκαπέντε , ὅπως ἀναβιβάζονται ταῦτα τὰ γραμματίτζια μέχρι τῶν ἐνενήκοντα
6895298 Λυσιππον
, παντὸς τοῦ πανταχόθεν κατακομιζομένου κεράμου τὴν ἰδέαν μιμούμενοι . Λύσιππον τὸν ἀνδριαντοποιόν φασι Κασάνδρῳ χαριζόμενον , ὅτε συνῴκισε τὴν
ἔχειν παῖδας Ϛʹ . Ἀλαλκομενέα , Φηρέα , Εὔδωρον , Λύσιππον , Ξάνθον , Ἀργεῖον . Θυγατέρας δὲ Ϛʹ .
6889124 ἐννενηκοντα
τεσσαράκοντα καὶ πέντε πήχεις , τὸ δ ' ὕψος πηχῶν ἐννενήκοντα , διειλημμένην στέγαις ἐννέα , ὑπότροχον δὲ πᾶσαν τροχοῖς
ἐννέα καὶ τῶν παρ ' αὐτοῦ , οἷον ἔννατος ἐννάκις ἐννενήκοντα : ταῦτα γὰρ ψιλοῦνται : πρόσκειται ἀπὸ τοῦ ε
6884826 ἐλαχιστους
ὀξυβελεῖς μεγίστους , εἰς δὲ τὰς ἀνωτάτας ὀξυβελεῖς τε τοὺς ἐλαχίστους καὶ πετροβόλων πλῆθος , ἄνδρας τε τοὺς χρησομένους τούτοις
ἐκ δὲ τῶν ἄλλων πολιτῶν , ἵν ' ὡς εἰς ἐλαχίστους τὴν βλασφημίαν ἀγάγω , τὸν μαθητήν , εἰ δὲ
6845293 Σαλομωνα
ξύλα κυπαρίσσινα καὶ κέδρινα . Καὶ αὐτὸν μὲν τελευτῆσαι , Σαλομῶνα δὲ βασιλεύειν , καὶ γράψαι πρὸς Οὐαφρῆν τὸν Αἰγύπτου
τοῦ Διός . Θεόφιλος δέ φησι τὸν περισσεύσαντα χρυσὸν τὸν Σαλομῶνα τῷ Τυρίων βασιλεῖ πέμψαι : τὸν δὲ εἰκόνα τῆς
6819082 σπιθαμης
πρῶτον ἐκ τῆς κεγχραμίδος ὑπεφύετο , μέρος τι διίστησι τῆς σπιθαμῆς : ἀλλ ' ὥσπερ οἱ ἑκατὸν ἅμα καθέλκουσι τὴν
πορφυροειδὲς οἱονεὶ κροκύδιον : ῥίζα δὲ δακτύλου πάχος , ὅσον σπιθαμῆς τὸ μῆκος , εὐώδης , ἐδωδίμη ἑφθή . Στέαρ
6815317 ἡμισ
βαλανείῳ . Λιβάνου γοαζʹ . ἤτοι οὐγ . α καὶ ἡμίσ . ψιμμυθίου πεπλυμένου , λιθαργύρου πεπλυμένου , ἀμύλου ,
αὐτό . καρυοφύλλων γογζʹ . ἤτοι οὐγ . γ καὶ ἡμίσ . κασάμου γοζʹ . ἤτοι οὐγ . ἡμίσ .
6788360 ἡμικοτυλιῳ
σικύης ἐντε - ριώνην , τέσσαρας δραχμὰς ἀποβρέξας ἐν ὕδατος ἡμικοτυλίῳ , τουτέῳ κλύσαι , καὶ ἐὰν ἐξελθὼν δάκνῃ ,
, ὀπὸν σιλφίου ὁκόσον ὄροβον διεὶς , ἐν οἴνῳ λευκῷ ἡμικοτυλίῳ πίνειν , καὶ γάλα αἰγὸς , τρίτον μέρος μελικρήτου
6770974 παλαιστων
ἐν τῷ κυλίειν τὴν κόπρον . ὁμοῦ μὲν ὡς τῶν παλαιστῶν ἀδηφαγούντων , ὁμοῦ δὲ τῷ ἐπιφερομένῳ οἰκείως τῶν παλαιστῶν
κονίσαι , τουτέστι νικῆσαι : κονιορτοῦνται γὰρ οἱ νικώμενοι τῶν παλαιστῶν . οὕτω Μεθόδιος . . . . ἀκοῦμαι καὶ
6768745 Κασπιον
πέλαγος ἐν τῷ ὠκεανῷ , παρ ' ᾧ καὶ ἔθνος Κάσπιον , ὅμορον Πέρσαις . ἔχει δὲ ὁ ὠκεανὸς μεγίστους
ἐκ μὲν Κυανέων εἰς Φᾶσιν πεντακισχιλίους ἑξακοσίους , εἰς δὲ Κάσπιον ἐνθένδε ἄλλους χιλίους . , εἶτ ' ἐκτίθεται τὰ
6762807 τεσσαρας
διεζευγμένοις , εἰ δὲ τρεῖς , τετράς , εἰ δὲ τέσσαρας , πεντάς , καὶ τοῦτο ἐφ ' ὁποσονοῦν .
ἀκράτου . Φερεκράτης δ ' ἐν Κοριαννοῖ δύο ὕδατος πρὸς τέσσαρας οἴνου , λέγων ὧδε : ἄποτος , ὦ Γλύκη
6757126 δωδεκα
ἡμέρας πρὸς λʹ . τίκτει τε ἅπαξ τοῦ ἔτους ᾠὰ δώδεκα : ταῦτα δὲ οὐκ εἰς ἅπαξ , ἀλλὰ παρ
Γελαχαῖοι , Χαλδαῖοι , Σύροι , κληρονομήσουσιν ἐν αἰχμαλωσίᾳ τὰ δώδεκα σκῆπτρα τοῦ Ἰσραήλ . Καὶ πάλιν μετὰ μῆνας ἑπτὰ
6737527 ὀκτακοσιους
Κλέαρχος ὁ Λακεδαιμόνιος φυγὰς ἔχων ὁπλίτας χιλίους καὶ πελταστὰς Θρᾷκας ὀκτακοσίους καὶ τοξότας Κρῆτας διακοσίους . ἅμα δὲ καὶ Σῶσις
μὲν τοῖς Αἰγεσταίοις ἀπέστειλαν Λίβυάς τε πεντακισχιλίους καὶ τῶν Καμπανῶν ὀκτακοσίους . οὗτοι δ ' ἦσαν ὑπὸ τῶν Χαλκιδέων τοῖς
6732208 ἑκκαιδεκα
εἰσὶ πλείους ἢ πέντ ' ἢ ἕξ . οὐκοῦν ἀμφοτέρων ἑκκαίδεκα . ποιήσωμεν αὐτοὺς εἴκοσιν , εἰ δὲ βούλεσθε ,
κεφαλῆς τὸ ἀρχαῖον , ὃ βροντῆς ἔργον ἐγεγόνει , διαλιπὸν ἑκκαίδεκα ἔτη , πάλιν ἐνέκειτο καὶ ἦν χαλεπώτερον ἀρξάμενον εὐθὺς
6710099 καμψας
' ἐπαλαμήσατο ; κατὰ τῆς τραπέζης καταπάσας λεπτὴν τέφραν , κάμψας ὀβελίσκον , εἶτα διαβήτην λαβών , ἐκ τῆς παλαίστρας
ἄνθρωπος : τῶν μὲν γὰρ ἄλλων τὰς ὄψεις περιήγαγε κάτω κάμψας , διὸ νένευκε πρὸς χέρσον , ἀνθρώπου δὲ ἔμπαλιν
6709675 καλπιν
τε καὶ τοὺς ἐμπλέοντας . τὸ μὲν δὴ περὶ τὴν κάλπιν τὴν χρυσῆν τὴν ἐν Χίῳ ποτὲ φανεῖσαν τῇ νήσῳ
περιρρεομένην ὑπὸ τοῦ ὕδατος πηγήν . ἢ τὴν δυναμένην βάψαι κάλπιν καὶ οὐ περαιτέρω : καὶ ἄλλως : ὡς κοτυλήρυτον
6704065 πηχων
τῆς ὁδοῦ τὸ γλεῦκος ἔρρει . ἑξῆς ἐφέρετο τετράκυκλος μῆκος πηχῶν εἴκοσι πέντε , πλάτος τεσσαρεσκαίδεκα : ἤγετο δὲ ὑπὸ
οὐρὰς ἔχουσι μηκίστας , Ἡρόδοτος λέγει , ὡς εἶναι τριῶν πηχῶν . καὶ οἱ μὲν χειρουργοῦσιν αὐτάς , οἱ δὲ
6683831 ἐπιχεαι
ἀπέφυγον κίνδυνον , τῶν τρισκαταράτων ἐρανιστῶν λέβητά μοι ζέοντος ὕδατος ἐπιχέαι βουληθέντων . ἰδὼν γὰρ πόρρωθεν εὐτρεπεῖς ἀπεπήδησα , οἱ
καὶ σίλφιον ἐπιξέσαι , καὶ ἅλας ἐμβαλεῖν , καὶ ὄξος ἐπιχέαι , καὶ σκόροδα συνεψεῖν : ἔπειτα ὕδωρ ἐπιχέας ζέσαι
6681539 τετρακισχιλια
Λασθένην καὶ Πανάρην , κοινῇ δὲ πάντες ἐκτίσωσιν ἀργυρίου τάλαντα τετρακισχίλια . οἱ δὲ Κρῆτες πυθόμενοι τὰ δεδογμένα τῇ συγκλήτῳ
. καὶ πρῶτον μὲν ἐκ τοῦ καλάμου κατεσκεύασε πλοῖα ποτάμια τετρακισχίλια : ἡ γὰρ Ἰνδικὴ παρά τε τοὺς ποταμοὺς καὶ
6679721 χρυσεους
, ὡς ὅτε καὶ ὁπότε κατασκευάζομεν μέγαρον θαητὸν ὑποστήσαντες τοὺς χρυσέους κίονας ἐν τῷ εὐτυχεῖ προθύρῳ τοῦ θαλάμου . .
, νυνὶ ἐν δυσωδίᾳ ὑπάρχεις : σὺ εἶ ὁ τοὺς χρυσέους λύχνους ἐπὶ τὰς ἀργυρᾶς λυχνίας ἔχων , νυνὶ δὲ
6679393 παρασαγγας
ᾤχετο ἀπελαύνων . Ἀπὸ δὲ τοῦ Τίγρητος ἐπορεύθησαν σταθμοὺς τέτταρας παρασάγγας εἴκοσιν ἐπὶ τὸν Φύσκον ποταμόν , τὸ εὖρος πλέθρου
Σοφοκλῆς δ ' ἐν τοῖς Ποιμέσι καὶ Εὐριπίδης ἐν Σκυρίαις παρασάγγας αὐτοὺς κεκλήκασιν : ἐχρῆν δὲ εἰπεῖν σαγγάνδας : ὁ
6678362 ἀσταφιδων
γῆς Σαμίας ταρʹ ⊂ κοιλίας περιστερᾶς ταρʹ ⊂ κοιλίας ἀλεκτρυόνος ἀσταφίδων ἄνευ τῶν γιγάρτων ῥόδων ἀνὰ ταρʹ τ ⊂ κόμμεος
λευκοὺς , δύο χοίνικας τῶν ἐρεβίνθων , χοίνικα δὲ τῶν ἀσταφίδων , καὶ ἐπιχέαι ὕδατος τρία ἡμίχοα , ἔπειτα ἀποχέας
6654881 ἑξακοσιους
δι ' ἀνύδρου τῆς χώρας , σταδίους ἐς χιλίους καὶ ἑξακοσίους , ὡς λέγει Ἀριστόβουλος . ἐντεῦθεν δὲ ἐς τὴν
τινάς , ἅπαντας ἐς μυρίους καὶ ὀκτακισχιλίους πεζοὺς καὶ ἱππέας ἑξακοσίους ἐπὶ χιλίοις . ἐπιστείλας δὲ καὶ Μικίψῃ , τῷ
6642188 ἐπιχρυσους
' , ἔχω περιβαρίδας . Μένανδρος μέντοι ἐν Μισογύνῃ καὶ ἐπιχρύσους σανδαλοθήκας λέγει . ἡ δὲ βλαύτη σανδαλίου τι εἶδος
, καυσίαν , λόγχην , ἀορτῆρ ' , ἱμάτια . ἐπιχρύσους σανδαλοθήκας ἥκει λιπὼν Αἰγαῖον ἁλμυρὸν βάθος Θεόφιλος ἡμῖν ,
6640690 πηχεις
χώρας . Ὁ δὲ μέγιστος αὐτῷ πύργος τὸ μῆκος εἶχε πήχεις ρκ , τὸ δὲ πλάτος εἶχε πήχεις κγ ⊂
ἐν κύκλῳ ξύλα ἱστᾶσιν ἔτι χλωρὰ καὶ ἐς ἑκκαίδεκα ἕκαστον πήχεις : ἐντὸς δὲ ἐπὶ τοῦ βωμοῦ τὰ αὐότατά σφισι
6639642 ἐπιχρυσοι
παρεπεπήγεσαν δᾷδες χρυσαῖ δεκαπήχεις τέσσαρες . ἐπόμπευσαν δὲ καὶ ἐσχάραι ἐπίχρυσοι βʹ , ὧν ἣ μὲν δωδεκάπηχυς τῇ περιμέτρῳ ,
μεγέθεσι , καὶ ἀετοὶ πηχῶν εἴκοσι . Στέφανοί τ ' ἐπίχρυσοι ἐπόμπευσαν τρισχίλιοι διακόσιοι , ἕτερός τε μυστικὸς χρυσοῦς ,
6636466 τετρακοσιους
ἔλυον , τῶν δὲ ἄλλων τοὺς πλησίον διατρίβοντας συλλαβόμενοι περὶ τετρακοσίους συνήθροισαν ἐπί τινος ἀγροῦ πλησίον ὄντος τῆς Ἔννης .
καὶ διακοσίους , τὰ δὲ ὑπὲρ χιλίας εἰς ἕνα καὶ τετρακοσίους . ἔδει δὲ καὶ κλητῆρας προσεπιγράφεσθαι τὸν φαίνοντα ,
6635006 ἀκοντιστας
δὲ καὶ οἱ Γελῷοι ναυτικόν τε ἐς πέντε ναῦς καὶ ἀκοντιστὰς τετρακοσίους καὶ ἱππέας διακοσίους . σχεδὸν γάρ τι ἤδη
ἔχωσιν ἀποχρῆσθαι τῇ τῆς ἱππικῆς ἐπιστήμῃ . Ψιλοὺς δέ , ἀκοντιστὰς καὶ τοξότας καὶ σφενδονήτας , πρώτους πρὸ τῆς φάλαγγος
6628951 Αἰγιναιον
πόλεως εἰς τοὺς ἑκάστων οἴκους . Τῶν δὲ δούλων ἕκαστος Αἰγιναῖον φέρει στατῆρα κατὰ κεφαλήν . Διῄρηνται δ ' οἱ
ἐν ὕδατι χλιερῷ καθεζέσθω . Ἕτερον : ἀδιάντου ὅσον στατῆρα Αἰγιναῖον ἐν οἴνῳ λευκῷ ἴσον ἴσῳ κεράσας δίδου πίνειν .
6627758 ἀργυραι
Χρόμιος νικήσας ἔνθεν . ἐν γὰρ τοῖς κατὰ Σικυῶνα Πυθίοις ἀργυραῖ φιάλαι ἔπαθλα . βιατὰν δὲ ἀμπέλου παῖδα τὸν οἶνόν
ἄνδρες ἦσαν εἴκοσιν : οἷς καὶ κατακλιθεῖσιν εὐθέως ἐδόθησαν φιάλαι ἀργυραῖ ἑκάστῳ μία δωρεά . προεστεφανώκει δὲ καὶ ἕκαστον πρὶν
6615409 ταξιαρχιας
τῶν δυναμένων ἡγεῖσθαι . τοῖς μὲν δὴ μείνασι χιλιαρχίας καὶ ταξιαρχίας ἔδωκεν , τοὺς δὲ ἀναχωρήσαντας ἐκέλευσε τούτοις ἕπεσθαι .
ιϚ , πεντακοσιαρχίας δὲ λβ , συνταγματαρχίας δὲ ξδ , ταξιαρχίας δὲ ρκη , τετραρχίας δὲ σνϚ , διλοχίας δὲ
6612251 ἑπτακοσιων
μὲν ἀπὸ τῆς Πελωριάδος ἐπὶ τὸ Λιλύβαιον ὑπάρχει σταδίων χιλίων ἑπτακοσίων , ἡ δ ' ἀπὸ Λιλυβαίου μέχρι Παχύνου τῆς
τῷ σχήματι παραπλήσιον ὑπάρχον τῶν μὲν πλευρῶν ἑκατέραν ἔχει σταδίων ἑπτακοσίων καὶ πεντήκοντα , τὴν δὲ βάσιν θαλάττῃ προσκλυζομένην σταδίων
6598198 τʹ
τοῦ Ἀκάμαντος , τὴν Κύπρον εὐώνυμον ἔχοντι εἰς Πάφον στάδιοι τʹ : πόλις ἐστὶ κειμένη πρὸς μεσημβρίαν : ἔχει δὲ
ἔχει καὶ ὕδωρ . Ἀπὸ Παλαιᾶς ἐπὶ τὸν Φιλεοῦντα στάδιοι τʹ . Ἀπὸ Φιλεοῦντος ἐπὶ τὰ Ἄκρα . . .
6591932 διπλασιους
. καί εἰσι μὲν τὸ μέγεθος τῶν παρὰ τοῖς Ἕλλησι διπλασίους , ὤκιστοι δὲ τὸ τάχος . εἰσὶ δὲ πυρρότριχες
τὸν ι . ἐκθοῦ οὖν ἐν τῷ δευτέρῳ στίχῳ τοὺς διπλασίους : β , δ , Ϛ , η ,
6581383 Λυκιουργεις
εἰπών : Τὰ χρυσᾶ θηρίκλεια ὑπόξυλα Νεοπτόλεμος ἀνέθηκεν . : Λυκιουργεῖς : φιάλαι τινὲς οὕτω καλοῦνται ὑπὸ Λυκίου τινὸς τοῦ
δίδωσιν ἀποθεῖναι τῷ Φορμίωνι μετὰ τῶν χρημάτων καὶ ἄλλας φιάλας Λυκιουργεῖς δύο . Ἡρόδοτος δ ' ἐν ζʹ προβόλους δύο
6574471 Νικαι
τοῦ βωμοῦ . τὰ δὲ ἐν τοῖς ἀετοῖς Ἡρακλῆς καὶ Νῖκαι πρὸς τοῖς πέρασίν εἰσιν . ἀνάκειται δὲ ἀγάλματα ἐν
μουσικῆς αʹ , Πυθικὸς αʹ , Πυθιονικῶν ἔλεγχοι αʹ , Νῖκαι Διονυσιακαὶ αʹ , Περὶ τραγῳδιῶν αʹ , Διδασκαλίαι αʹ
6573632 ἐπισκευασας
τὴν ἀρχὴν ἐπύθετο τὴν ἐς Πελοπόννησον ἔφοδον τοῦ βασιλέως , ἐπισκευάσας τέ τινα τῶν αὐτοῦ φρουρίων καλῶς καὶ φυλακὰς ἐγκαταστήσας
' αὐτῶν ζῶντες ἔτι ἐφέροντο , τούτους τε διέσωσε καὶ ἐπισκευάσας τὰς πεπονηκυίας τῶν νεῶν Νέαρχον μὲν καταπλεῖν κελεύει ἔστ
6572961 δεκαπηχυ
: ἦν δὲ τὸ δένδρον μέγα μῆκος μὲν μεῖζον ἢ δεκάπηχυ , πάχος δ ' ὥστε μὴ ῥᾳδίως ἂν περιλαβεῖν
Καὶ μὴν καὶ ἴχνη μεγάλα ἐντετύπωται τοῖς δρόμοις ἐς τὸ δεκάπηχυ μέγεθος τοῦ ἥρω . Βαδίζοντος , ξένε , τὰ
6572683 κατεστρατοπεδευσε
ἔθνος Ἰνδικὸν Ἰνδῶν τῶν αὐτονόμων . καὶ τῇ μὲν πρώτῃ κατεστρατοπέδευσε πρὸς ὕδατι οὐ πολλῷ , ὃ δὴ ἀπεῖχε τοῦ
ὑπενοεῖτο . Ὁ δὲ Ἀλέξανδρος ἀναζεύξας ἐπὶ τὴν Ὑρκανίαν τριταῖος κατεστρατοπέδευσε πλησίον πόλεως τῆς ὀνομαζομένης Ἑκατονταπύλου . εὐδαίμονος δ '
6560182 σφενδονητας
δήμου τῶν Περσῶν δέκα μὲν πελταστὰς προσελέσθαι , δέκα δὲ σφενδονήτας , δέκα δὲ τοξότας : καὶ οὕτως ἐγένοντο μύριοι
, Δημοσθένης δ ' ἐκ τῶν περὶ τὴν Ἀκαρνανίαν χωρίων σφενδονήτας τε καὶ ἀκοντιστὰς ξυναγείρων . Οἱ δ ' ἐκ
6548300 σηπιης
νήστει ἀκτῆς καρπὸν ὅσον πυρῆνας ἓξ ἐν οἴνῳ ἀκρήτῳ καὶ σηπίης ὠὰ ὅσον δέκα ἢ δυοκαίδεκα : ταῦτα τρίψαντα ὁμοῦ
κεφαλὴν , καὶ γλυκυσίδης κόκκους πέντε τοὺς μέλανας , καὶ σηπίης ὠὰ , σπέρμα σελίνου ὀλίγον ἐν οἴνῳ : καὶ
6545858 πηχεων
, εἰ πρὸς τοὺς ἄλλους ἔχεις ἀντικρίνοιντο : εἶναι γὰρ πήχεων καὶ πεντεκαίδεκα : τάς γε μὴν χελώνας εἶναι τοσαύτας
δ ' ὁ πῆχυς ἢ ὁ ποῦς , τὸ ιϚ πήχεων ἢ ποδῶν ἐστι ῥητόν . Ἔστω τὸ ΑΓ ποδῶν
6543111 ξεστας
ἕψομεν , μέχρι τὸ τρίτον ἀπολειφθῇ , εἶτα προσεπιχέαντες γλεύκους ξέστας Ϛ καὶ ἀψινθίου ἡμίλιτρον ἐπιμελῶς μίξαντες καταγγίζομεν καὶ ἀποτιθέμεθα
δὲ καὶ οἴνου ἐμβάλλουσι παλαιοῦ εἰς τὸν ξέστην τῶν ἰχθύων ξέστας βʹ . Εἶτα εἰ βούλει εὐθέως χρήσασθαι τῷ γάρῳ
6529841 σταθμους
' αὐτὸν ἐξέκοψε καὶ τὰ βασίλεια κατέκαυσεν . ἐντεῦθεν ἐξελαύνει σταθμοὺς τρεῖς παρασάγγας πεντεκαίδεκα ἐπὶ τὸν Εὐφράτην ποταμόν , ὄντα
πλείω μέρη , καὶ μέτρα ἐξεῦρε τὰ Φειδώνια καλούμενα καὶ σταθμοὺς καὶ νόμισμα κεχαραγμένον τό τε ἄλλο καὶ τὸ ἀργυροῦν
6519356 κεκρημενῳ
. Ἔτι δὲ καὶ κριθαὶ ἢ ὄροβοι : ἐν ὄξει κεκρημένῳ σμικρῷ ὀξύτερον , ἢ ὡς ἄν τις πίοι ,
δὲ διὰ μεσηγὺ τῶν καθαρσίων ἀδίαντον πινέτω , ἐν ὄξει κεκρημένῳ νῆστις . Ἡ δὲ νοῦσος θανατώδης , ἐκφυγεῖν δὲ
6505256 Πτολεμαϊκη
͵αωʹ , χαλκοῦϲ ͵δωʹ [ ἄλλοι ͵γχʹ ] . ἡ Πτολεμαϊκὴ μνᾶ ἔχει # ιηʹ , ⋖ ρμδʹ , γράμματα
ʂ , ἡ δὲ ἑτέρα # ιϚʹ , ἡ δὲ Πτολεμαϊκὴ ἔχει # ιηʹ . Ἡ λίτρα ἔχει # ιβʹ
6504971 χρυσας
, λαμπάδας φέροντες κισσίνας διαχρύσους . μεθ ' οὓς Νῖκαι χρυσᾶς ἔχουσαι πτέρυγας . ἔφερον δ ' αὗται θυμιατήρια ἑξαπήχη
. Ποιῆσαι δέ φησιν ὁ Εὐπόλεμος τὸν Σαλομῶνα καὶ ἀσπίδας χρυσᾶς χιλίας , ὧν ἑκάστην πεντακοσίων εἶναι χρυσῶν . Βιῶσαι
6502825 ἀναφυρησας
Λευκοΐου τὸν καρπὸν , κέδρου πρίσματα , καὶ χαλβάνην μέλιτι ἀναφυρήσας , ὑποθυμιῇν . Αἰγὸς σπυράθους καὶ λαγωοῦ τρίχας ἐλαίῳ
λεῖα , παραστάζων γυναικὸς γάλα , καὶ μέλι ὀλίγον , ἀναφυρήσας τοῦτο , ἐς εἴριον μαλθακὸν καθαρὸν περὶ πτερὸν περιελίξας
6493744 δεσμην
εἰσιόντες , ἐπᾴδουσιν ὥραν σχεδόν τι πρὸ τοῦ πυρὸς τὴν δέσμην τῶν ῥάβδων ἔχοντες , τιάρας περικείμενοι πιλωτὰς καθεικυίας ἑκατέρωθεν
τὴν λαμπάδα , οἳ δὲ τὴν ἔκ τινων ξύλων τετμημένων δέσμην . Μένανδρος Ἀνεψιοῖς : ὁ φανός ἐστι μεστὸς ὕδατος
6492613 σπειραν
τρίχας , καὶ ὑπόσπειραν εἶδος τριχῶν πλέγματος , ὥσπερ καὶ σπεῖραν . οὐ μὴν οὐδὲ ἡ τῶν κουρέων χειροτεχνία ἔξω
κείροντ ' ὀδόντι καὶ λαφυστίαις γνάθοις . Λεύσσω πάλαι δὴ σπεῖραν ὁλκαίων κακῶν , σύρουσαν ἅλμῃ κἀπιροιζοῦσαν πάτρῃ δεινὰς ἀπειλὰς
6491706 διεσχεν
ἤδη προσκειμένων σφίσι τῶν Μακεδόνων . καὶ ἐν τούτῳ ἵνα διέσχεν ἡ ἵππος ἡ Ἀλεξάνδρου ἐς φυγὴν πάντες ἐπεστράφησαν .
αὐταῖς πολλούς . ὡς δὲ ἐς πλάτος ἤδη ὁ ποταμὸς διέσχεν , ἐνταῦθα δὴ ὅ τε ῥοῦς οὐκέτι ὡσαύτως χαλεπὸς
6488547 ἐξελαυνει
ἐκείνων ἐξέλασιν , ἀπὸ ῥυτῆρος σὺν τοῖς ἀμφ ' αὐτὸν ἐξελαύνει τὸν ἵππον . Ἰσχυρᾶς οὖν τῆς προσβολῆς γενομένης ,
ὑπερέφερε . δεδιὼς δὲ ὁ βασιλεὺς μὴ ἐπιβουλεύσῃ αὐτῷ , ἐξελαύνει αὐτὸν ἐκ τῆς πόλεως . συναγαγὼν δὲ ἐκεῖνος πολὺν
6480092 ἐπιλεκτους
παρακαταστήσας αὐτῷ τῶν ἡγεμόνων τοὺς ἀξιολογωτάτους : αὐτὸς δὲ τοὺς ἐπιλέκτους ἔχων μεθ ' ἑαυτοῦ τὴν ἡγεμονίαν εἶχε τοῦ ἑτέρου
Ἀγριᾶνας ἄγοντα καὶ τοὺς ψιλοὺς τοὺς ἄλλους καὶ τῶν ὑπασπιστῶν ἐπιλέκτους , προστάξας , ἐπειδὰν καταλάβῃ τὸ χωρίον , κατέχειν
6470420 ἑξακοσιας
Πυλάδου , παρὰ Δημομέλει δὲ τῷ Δήμωνος υἱεῖ χιλίας καὶ ἑξακοσίας , κατὰ διακοσίας δὲ καὶ τριακοσίας ὁμοῦ τι τάλαντον
, καὶ ἐγγράφει τῷ δημοσίῳ ἀπρόσκλητον ἐξ ἐμφανῶν καταστάσεως ἐπιβολὴν ἑξακοσίας καὶ δέκα δραχμάς , διὰ Κυκίδου τοῦ μυλωθροῦ ποιησάμενος
6456699 στατηρ
πενταστάτηρον Σωσικράτης ἐν Παρακαταθήκῃ τὴν πεντάλιτρον . ὁ δὲ χρυσοῦς στατὴρ δύο ἦγε δραχμὰς Ἀττικάς , τὸ δὲ τάλαντον τρεῖς
τετύχηκε δέ μοι καὶ εἰκοσίμνως ἔρανος . ὁ δὲ χρυσοῦς στατὴρ μνᾶν ἠδύνατο : καὶ γὰρ ἐν τοῖς ἱσταμένοις τὴν
6446303 ἑπτακοσιους
ὁπλῖται μὲν εἰς τετρακοσίους καὶ χιλίους , πελτασταὶ δὲ εἰς ἑπτακοσίους , οἱ Κλεάρχου Θρᾷκες , Ξενοφῶντι δὲ ὁπλῖται μὲν
ἕκαστος διεφθάρη . καὶ τότε προθύμως τῷ Βρασίδᾳ αὐτῶν ξυνέπεμψαν ἑπτακοσίους ὁπλίτας , τοὺς δ ' ἄλλους ἐκ τῆς Πελοποννήσου
6443761 δεκατριων
. Τοῦ ἕκτου εἴδους ἡ στροφὴ καὶ ἀντίστροφος κώλων ἐστὶ δεκατριῶν . τὸ αʹ ἰαμβέλεγος . τὸ βʹ τροχαϊκὸν εἰς
πρόκειται τῷ τεχνογράφῳ νῦν εἰπεῖν ἀλλὰ καὶ περὶ πασῶν τῶν δεκατριῶν στάσεων . οὕτως δὲ ἔχοντος τούτου πῶς οὐκ ἀτοπώτατον
6440936 ἀπολογιζεται
ἀλφίτων . . πριάμενος τρεῖς χοίνικας κοτύλης δεούσας εἴκος ' ἀπολογίζεται . Ἀπολλόδωρος δὲ ποτηρίου τι γένος ὑψηλὸν καὶ ἔγκοιλον
προκαλυπτομένα : ἀπρεπῶς εἰσβέβηκε καὶ οὐ παρθενικῶς . τίνι γὰρ ἀπολογίζεται , εἰ μὴ τῷ θεάτρῳ : ἄλλως : οὐ
6437610 διηκοσιαι
πόλις καὶ γῆ μέζων ἤ περ ἐκείνοισι ἔστ ' ἂν διηκόσιαι νέες σφι ἔωσι πεπληρωμέναι : οὐδαμοὺς γὰρ Ἑλλήνων αὐτοὺς
νεῶν ἐπ ' Ἀρτεμίσιον ἦν , πάρεξ τῶν πεντηκοντέρων , διηκόσιαι καὶ ἑβδομήκοντα καὶ μία . Τὸν δὲ στρατηγὸν τὸν
6437505 ἑξακισχιλιους
. ἦγε δὲ πεζοὺς μὲν τῶν εἰς Ἀσίαν Ἀλεξάνδρῳ συνδιαβεβηκότων ἑξακισχιλίους , τῶν δ ' ἐν παρόδῳ προσειλημμένων τετρακισχιλίους ,
στάσεων οὐσῶν ἐξ ἀπορίας , ἔδοξε κληρούχους ἐς Λιβύην πέμπειν ἑξακισχιλίους , διαγραφομένων δ ' ἀμφὶ τὴν Καρχηδόνα τῶν θεμελίων
6432946 κοτυλαϲ
ϲταθμῷ δὲ ⋖ ξʹ . Ὁ ξέϲτηϲ μέτρῳ μὲν ἔχει κοτύλαϲ βʹ , ϲταθμῷ δὲ ⋖ ρκʹ . καλεῖται δὲ
ηʹ . Ὁ χοῦϲ ἔχει ξέϲταϲ Ϛʹ . Ὁ ξέϲτηϲ κοτύλαϲ βʹ , αἳ καὶ [ τρίβανα ἢ ] τρυβλία
6431085 ποσιας
κλύσαι τῷ ὕδατι . Ἢ ἐλατήριον , ἢ κέστρον δύο πόσιας , ἑψεῖν ἐν ὕδατι ὅσον δύο κοτύλῃσι , καὶ
οἴνῳ καὶ ὕδατι κλύσαι . Ἕτερον : ἐλατήριον ὅσον δύο πόσιας ὕδατι διεὶς , κλύσαι . Ἕτερον : κολοκυνθίδας ἀγρίας
6420033 λοχῳ
, παραγγείλας τοῖς πεζοῖς κατὰ λόχους κλίμακας ποιεῖσθαι ὅσαι ἑκάστῳ λόχῳ ἐπηγγέλθησαν , αὐτὸς μὲν ἐπὶ τὴν πρώτην ἀπὸ τοῦ
τῷ πρώτῳ λόχῳ λοχαγοῦ , τὸν δὲ ἐν τῷ δευτέρῳ λόχῳ δεύτερον τοῦ πρώτου λόχου τέταρτον ταγῆναι , τὸν δὲ
6419660 Εὐμαχος
τε σιαγόνας καὶ τὰς σάρκας αὑτῶν ἀποδάκνειν . . : Εὔμαχος δ ' ὁ Νεαπολίτης ἐν τῇ δευτέρᾳ τῶν Περὶ
στρατιᾶς Εὐφαμίδας τε ὁ Ἀριστωνύμου καὶ Τιμόξενος ὁ Τιμοκράτους καὶ Εὔμαχος ὁ Χρύσιδος . καὶ πλεύσαντες κατήγαγον : καὶ τῆς
6414842 δεδετο
Ὁμήρῳ τινὲς οὕτως ἐξηγοῦνται , χαλκέῳ δ ' ἐν κεράμῳ δέδετο τρισκαίδεκα μῆνας . περὶ δὲ τὴν ὁμωνυμίαν , ὅταν
τὸ Ὁμηρικὸν ἔπος γραφόμενον : Χαλκέῳ δ ' ἐν κεράμῳ δέδετο τρισκαίδεκα μῆνας . Κατέχει τὸν καρπὸν καὶ λίθος τετρημένος
6411909 πεντακισχιλιους
ἀποστειλάντων ὁ μὲν Κλεώνυμος ἐπὶ Ταινάρῳ τῆς Λακωνικῆς ξενολογήσας στρατιώτας πεντακισχιλίους συντόμως κατέπλευσεν εἰς Τάραντα . ἐνταῦθα δὲ μισθοφόρους ἀθροίσας
τὰς ἄρκτους μηδὲ τὰς σκιὰς ἀντιπίπτειν , ὅτε γε καὶ πεντακισχιλίους προελθόντι ἀπ ' Ἀλεξανδρείας εὐθὺς συμβαίνειν ἄρχεται : ταῦτα
6410863 δισμυριους
ἐθριάμβευσεν , πάλιν δὲ τῶν Κελτιβήρων ἀποστάντων Φλάκκος ἐπιπεμφθεὶς ἔκτεινε δισμυρίους . ἐν δὲ Βελγήδῃ πόλει ὁ μὲν δῆμος ἐς
δὲ οὐκ ἐλάττους δισχιλίων , ἐζωγρήθησαν δ ' ὑπὲρ τοὺς δισμυρίους . μετὰ δὲ τὴν μάχην ὁ βασιλεὺς τοὺς τετελευτηκότας
6407661 ἐμβιβασας
ὁδεύσας πέντε στάδια , ἑσπέρας ἐς πλοῖα χιλίους διακοσίους στρατιώτας ἐμβιβάσας σύνθημα ἔδωκεν , ὅταν ἀποβάντες ἐς τὴν ἀκρόπολιν παρέλθωσιν
. Ἐπειδὴ δ ' οὐκέτι χρεία ἦν αὐτῷ τριήρων , ἐμβιβάσας μοι Λυκῖνον τὸν Παλληνέα ἄρχοντα εἰς τὴν ναῦν ,
6406676 διταλαντον
δ ' ἄρ ' ἐν μέσσοισι δύο χρυσοῖο τάλαντα . διτάλαντον δ ' ἂν εἴποις κατὰ Δημοσθένην καὶ τριτάλαντον καὶ
τὰ δὲ ἐκπώματα οὐ κοῦφα ὡς τὰ Ἐχεκράτους , ἀλλὰ διτάλαντον ἕκαστον τὴν ὁλκήν . Εἶτα πῶς ὁ οἰνοχόος ὀρέξει
6404034 δισχιλιους
δὲ περὶ μέσας νύκτας ἀφώρμησε , καταλιπὼν τῶν ψιλῶν περὶ δισχιλίους . τούτοις δ ' ἦν παρηγγελμένον πυρὰ καίειν δι
καὶ τὰς πολιτικὰς δυνάμεις , ἐκ Πελοποννήσου μὲν πλέον ἢ δισχιλίους ὁπλίτας , ἐξ Ἀκαρνανίας δὲ ἑτέρους τοσούτους : δεδόσθαι
6394493 Ἀγραυλον
ἀκροπόλεως ποιήσῃ : τὰς δὲ Κέκροπος θυγατέρας τὰς δύο , Ἄγραυλον καὶ Πάνδροσον , τὴν κίστην ἀνοῖξαι καὶ ἰδεῖν δράκοντας
Ἀνδροτίων ἐν πρώτῃ Ἀτθίδος , Κέκροπός γενέσθαι τρεῖς θυγατέρας , Ἄγραυλον , Ἕρσην καὶ Πάνδροσον , ἀφ ' ἧς ἐγένετο
6391517 θερμηνας
πτισάνης χυλόν , τρῖβε : καὶ ὅταν μέλαν γένηται , θερμήνας κατάχριε . ὄρυζαν , κυάμους ἐρειχθέντας , πτισάνην ἕψει
μαστίχης . ἐκ γὰρ τούτων ἁπάντων ἀναπλάσας τὸ κολλύριον καὶ θερμήνας πυρί , σιάλῳ τὴν σφραγῖδα προχρίσας ἐπετίθει καὶ ἀπέματτε
6390259 παλαιστας
δὲ πήγνυνται ἐπὶ τοῦ ἐσχαρίου δωδεκαπήχεις , πλάτος μὲν ἔχοντες παλαιστὰς γ , πάχος δὲ ι δακτύλους . ἀπέχει δὲ
δρόμῳ , μετὰ τούτου τὴν εἰκόνα Ξενοκλῆς τε Μαινάλιος ἕστηκε παλαιστὰς καταβαλὼν παῖδας καὶ Ἄλκετος Ἀλκίνου κρατήσας πυγμῇ παῖδας ,
6381702 πολυτελεστατον
, προπυλαίοις , εὐρυχωρίαις , ὑπαίθροις , ἅπασι τοῖς εἰς πολυτελέστατον κόσμον ἠσκημένον , ἐλπὶς καὶ ἀναγομένοις καὶ καταπλέουσι σωτήριος
/ μακαρία Ἄρτεμις . πάγχρυσον οἶκον : ⌈ ἤγουν / πολυτελέστατον ναόν ⌈ ἐν Ἐφέσῳ πολυτελέστατος ἦν ναὸς τῇ Ἀρτέμιδι
6380314 μιλιων
τρεῖς , γίνονται πόδες ἐννενήκοντα μυριάδες , οἱ ποιοῦσι διάστημα μιλίων ἑκατὸν ὀγδοήκοντα . Εἰ δὲ διεσκεδασμένως κινοῦνται , ὁμολογούμενον
τῆς Σαρματίας ὀρῶν , στάδια τρισμύρια δισχίλια φʹ , ἤτοι μιλίων χιλιάδες ͵δ καὶ τλγʹ . Τῶν δὲ τῆς οἰκουμένης
6376865 Ἐμποριον
πόλεις Ἑλληνίδες , ἃς Μασσαλιῶται Φωκαεῖς ἀπῴκισαν : πρώτη μὲν Ἐμπόριον , Ῥόδη δὲ δευτέρα ταύτην δὲ πρὶν ναῶν κρατοῦντες
ποταμοῦ ἐκβολαί λζʹ λϚʹ γοʹʹ Δρέπανον λζʹ λϚʹ ∠ ʹʹ Ἐμπόριον Σεγεστανῶν λϚʹ ∠ ʹʹγʹ ιβʹ λϚʹ ∠ ʹʹ Αἰγίθαρσος
6373991 ἐφιππον
οὑξ Ἀθηνῶν δεινὸς ἡνιοστρόφος ἔξω παρασπᾷ κἀνοκωχεύει παρεὶς κλύδων ' ἔφιππον ἐν μέσῳ κυκώμενον . Ἤλαυνε δ ' ἔσχατος μέν
ἱερεὺς Διονύσου νεόκοπον κάρδοπον ἀνακές ἀνεσκιρτημένας βαλλαντίδια βίος ἐλεινόν ἐλελήθεισαν ἔφιππον μεμβράδες νεανισκεύεται χορδῶν Πείσανδρος εἰς Πακτωλὸν ἐστρατεύετο , κἀνταῦθα
6373085 Στυμφηλον
τῷ Ἑρμῇ . ὅροις : τῆς Ἀρκαδίας : τὸ δὲ Στύμφηλον ταύτῃ ὑπόκειται . Στύμφηλος ὑπόκειται τῇ Κυλλήνῃ : ἔστι
Ταλαῶο δ [ ˘ – ˘ [ – ˘˘ – Στύμφηλον ] ἀποπρολιποῦσα [ ˘ – ˘ [ ἧι ἔνι
6370829 παραχεων
οὐ τρέχων σὺ τὰς τραπέζας ἐκφέρεις ; ἐγὼ δὲ λίτρον παραχέων ἔρχομαι . κἀγὼ δὲ παρακορήσων . σπονδὰς δ '
πυρέσσουσιν ἐν μελικράτῳ , τοῖς δ ' ἄνευ πυρετῶν οἴνου παραχέων . ἡ δὲ κέγχρος καὶ ἡ μελίνη τριβομένη μάλιστα
6368886 Ζαραξ
ἤγουν φύλαξ τῶν κοιλοτήτων τῶν πετρῶν ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν ὦ Ζάραξ ἔχων κοίλας πέτρας . Ὀφέλτης καὶ Ζάραξ ὄρη Εὐβοίας
τοῦ εἰπεῖν ὦ Ζάραξ ἔχων κοίλας πέτρας . Ὀφέλτης καὶ Ζάραξ ὄρη Εὐβοίας περὶ ἃ γέγονε τὰ ναυάγια τῶν Ἑλλήνων
6366497 ὀκτω
δίδου καὶ ὕδωρ ἐπιρροφεῖν . Σκίλλης ὠμῆς τοῦ ἐγκαρδίου δραχμὰς ὀκτώ , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος τὸ ἴσον , ἴρεως δραχμὴν μίαν
δὲ δύο καὶ τριάκοντα ἔτη καὶ τοῦ τρίτου μῆνας ἐπέλαβεν ὀκτώ , ὡς λέγει Ἀριστόβουλος : ἐβασίλευσε δὲ δώδεκα ἔτη
6365358 μυροπωλιον
δημιουργούς . ἕκαστος γὰρ ὑμῶν εἴθισται προσφοιτᾶν ὁ μὲν πρὸς μυροπώλιον , ὁ δὲ πρὸς κουρεῖον , ὁ δὲ πρὸς
παρακαλεῖν ἐπὶ ταῦτα : καὶ διηγεῖσθαι προσστὰς πρὸς κουρεῖον ἢ μυροπώλιον , ὅτι μεθύσκεσθαι μέλλει . Ἡ μὲν οὖν ἀκαιρία
6360896 ἀργυρεους
ἑξακοσίους , ἕτεροι ἐβένου κορμοὺς διακοσίους , ἄλλοι χρυσέους καὶ ἀργυρέους κρατῆρας ἑξήκοντα . μεθ ' οὓς ἐπόμπευσαν κυνηγοὶ δύο
ἐπελήθετο θυμὸς λευγαλέης . Τοῖς δ ' αἶψα Θέτις κυανοκρήδεμνος ἀργυρέους κρητῆρας ἐελδομένοισιν ὄπασσε δοιώ , τοὺς Εὔνηος Ἰήσονος ὄβριμος
6360893 Κασιλινον
δ ' αὐτῶν ἡ Λατίνη ἡ συμπίπτουσα τῇ Ἀππίᾳ κατὰ Κασιλῖνον , πόλιν διέχουσαν Καπύης ἐννεακαίδεκα σταδίους . ἄρχεται δὲ
ὕπνον . Ἀννίβας ἐπιπεσὼν πάντας διέφθειρεν . Ὅτι Ἀννίβας περὶ Κασιλῖνον νυκτὸς χειμερίου γενομένης διελὼν εἰς μέρη προσήγαγε τὴν δύναμιν
6356148 παρεπλει
ναύτας προσνηξαμένους ἀναλαβὼν ἀνέπλευσεν ὡς Διονύσιον . Ἄννων Καρχηδόνιος ἀνακομιζόμενος παρέπλει Σικελίαν . Διονύσιος τύραννος ἐξέπεμψε ναῦς ἐπ ' αὐτὸν
μὲν ὡς ὑπαξόμενος αὐτό , οὐ δεξαμένων δὲ τῶν φρουρῶν παρέπλει τὸν ποταμὸν τὸν Ὀνοβάλαν καὶ τὸ ἱερὸν τὸ Ἀφροδίσιον
6354610 ὑποτροχον
οἷον πρόχυμα , βάσιν οὐκ ἔχον , ἀλλὰ ⌈ κάτωθεν ὑπότροχον [ στρογγύλον κάτω ] . “ στράτιον ” δὲ
αὐτὸ διαστήσαντα καταλιπεῖν , κατὰ πρόβασιν δὲ καὶ πρὸς δίφρον ὑπότροχον . οὕτως ἐκ τῆς κατὰ βραχὺ συναυξήσεως μελετήσει τὴν
6353974 χρυσους
διαμένειν , ἐπὰν εὔξωνται τῇ θεῷ , ἰχθῦς ἀργυροῦς ἢ χρυσοῦς ἀνατιθέναι : τοὺς δὲ ἱερεῖς πᾶσαν ἡμέραν τῇ θεῷ
ὄρνιθα ἱερὰν τῆς Ἥρας νομίζουσι . κεῖται δὲ καὶ στέφανος χρυσοῦς καὶ πέπλος πορφύρας , Νέρωνος ταῦτα ἀναθήματα . ἔστι
6347671 Κλυτιαν
Εὔδωρον Λύσιππον Ξάνθον Ἀργεῖον : θυγατέρας δὲ ἕξ , Χιόνην Κλυτίαν Μελίαν Ὥρην Δαμίππην Πελοπίαν . Ἑλλάνικος δὲ ἐν τῆι
Ξάνθον , Ἀργεῖον . Θυγατέρας δὲ Ϛʹ . Χιόνην , Κλυτίαν , Μελίαν , Ὥρην , Λαμίππην , Πελοπίαν .
6344981 Σηπιαδα
ἀποβαλὼν δέ σφεων τὰς ἕνδεκα τῷ χειμῶνι τῷ γενομένῳ κατὰ Σηπιάδα , μιῇ τῇ περιγενομένῃ καταπλέων ἐπ ' Ἀρτεμίσιον ἥλω
ἤπειρον καὶ τῇσι νηυσὶ [ ἀπικόμενοι ] ἢ ἐπί τε Σηπιάδα ἀπίκοντο καὶ ἐς Θερμοπύλας : ἀντιθήσω γὰρ τοῖσί τε

Back