Κάσανδρος , ὅτι τὸν αὐτοῦ πατέρα ἐξυβρίσειεν ἐν οἷς ἔγραψε Περδίκκαι σώζειν τοὺς Ἕλληνας ἀπὸ σαπροῦ καὶ παλαιοῦ στήμονος ἠρτημένους
καὶ ταῦτα ὥσπερ οὐ Πλάτωνος τὴν ἀρχὴν τῆς ἀρχῆς ἐπὶ Περδίκκαι κατασκευάσαντος . . . . ἵνα οὖν Θεόπομπος παύσηται
7559010 ἐτειχισε
ἐξ αὐτοῦ Νίνυαν παῖδα . μετὰ δὲ τὸν Νίνου θάνατον ἐτείχισε τὴν Βαβυλῶνα ὀπτῇ πλίνθῳ καὶ ἀσφάλτῳ καὶ τὸ τοῦ
Φοίνικες ἔσχον οἱ μετὰ Κάδμου . ὃς τήν τε Καδμείαν ἐτείχισε καὶ τὴν ἀρχὴν τοῖς ἐκγόνοις ἀπέλιπεν . ἐκεῖνοι δὲ
7450877 καταστρεφομενος
λαβὼν ἤλαυνε διὰ τῆς ἠπείρου , πᾶν ἔθνος τὸ ἐμποδὼν καταστρεφόμενος . Ὁτέοισι μέν νυν αὐτῶν ἀλκίμοισι ἐνετύγχανε καὶ δεινῶς
δήπου . ἐπεὶ γὰρ Κροῖσος ὁ πρὸς μητρὸς αὐτοῦ θεῖος καταστρεφόμενος τὴν Ἰωνίαν καὶ πρὸς τὸν Πίνδαρον πρεσβείαν ἀπέστειλεν ,
7443383 Σελευκος
Δημήτριος προκατειλημμένους ὁρῶν τοὺς τόπους τῆς πορείας ταύτης ἀπετράπετο . Σέλευκος ἐς Κιλικίαν φυγὼν ἐκ τῆς μάχης τῆς πρὸς τοὺς
λεπτοὺς τῶν τυρῶν καὶ πλατεῖς Κρῆτες θηλείας καλοῦσι , φησὶ Σέλευκος : οὓς καὶ ἐν θυσίαις τισὶν ἐναγίζουσιν . πυριέφθα
7416811 Νικατωρ
. Ὠρωπός , πόλις Μακεδονίας , ἐξ ἧ Σέλευκος ὁ Νικάτωρ . καὶ ἄλλη Βοιωτίας , περὶ ἧς Εὐφορίων Κλείτορι
καὶ Ἀλεξανδρείας τῆς πρὸς Αἰγύπτῳ . συνῴκισε δ ' ὁ Νικάτωρ ἐνταῦθα καὶ τοὺς ἀπογόνους Τριπτολέμου , περὶ οὗ μικρὸν
7381724 Περδικκᾳ
προάγειν εἰς Αἴγυπτον καὶ πολεμεῖν ἐκεῖθεν , καθάπερ καὶ πρότερον Περδίκκᾳ . πάντες οὖν συνεβούλευον μὴ διακινδυνεύειν πρὸς δύναμιν πολλαπλασίονα
δὲ βασιλεὺς χαλεπῶς ἐνέγκας τὸ συμβὰν τὸ σῶμα τοῦ τετελευτηκότος Περδίκκᾳ παρέδωκεν εἰς Βαβυλῶνα κομίσαι , βουλόμενος ἐπιφανεστάτην αὐτοῦ ποιήσασθαι
7361180 Λυσιμαχῳ
Λυκίαν Κασάνδρῳ δοθῆναι , Φρυγίαν δὲ τὴν ἐφ ' Ἑλλησπόντῳ Λυσιμάχῳ , Συρίαν δὲ πᾶσαν Πτολεμαίῳ , Βαβυλωνίαν δὲ Σελεύκῳ
' αὐτῆς ᾤκισεν ἐπὶ τῷ ἰσθμῷ τῆς Θρᾳκίας χερρονήσου . Λυσιμάχῳ δὲ ἐπὶ μὲν Ἀριδαίου βασιλεύοντος καὶ ὕστερον Κασσάνδρου καὶ
7345677 Κρατευα
, ἀντὶ ἰητροῦ μισθωτὸν ἐλέγχοντες . Εἴθε δὲ ἠδύνασο , Κράτευα , τῆς φιλαργυρίης τὴν πικρὴν ῥίζην ἐκκόψαι , ὡς
, ἀντὶ ἰητροῦ μισθωτὸν ἐλέγχοντες . Εἴθε δὲ ἠδύνασο , Κράτευα , τῆς φιλαργυρίης τὴν πικρὴν ῥίζην ἐκκόψαι , ὡς
7334438 Πυρρος
τοῦ τραύματος . ἔτ ' ἐν τῷ τῆς πληγῆς ὁ Πύρρος σχήματι ῥεόμενος τὴν χεῖρα τῷ λύθρῳ πολλῷ κατὰ τοῦ
καὶ σύνδεσμοι τῶν μηχανημάτων ἐγένοντο τῶν γυναικῶν αἱ τρίχες . Πύρρος Ἠπειρώτης ἐνέβαλεν εἰς Ἄργος καλέσαντος αὐτὸν Ἀριστέως Ἀργείου .
7312798 Κασανδρος
ἔπεισεν ὥστε μόνην ἐξαίρετον λαβεῖν τὴν τοῦ σώματος ἀσφάλειαν . Κάσανδρος δὲ κυριεύσας τῆς πόλεως ἐξέπεμψε τοὺς παραληψομένους τήν τε
παρατάξει Καρχηδονίους καὶ πολλῶν πόλεων ἐκυρίευσεν . βʹ . Ὡς Κάσανδρος Αὐδολέοντι μὲν ἐβοήθησε , πρὸς δὲ Πτολεμαῖον τὸν Ἀντιγόνου
7308362 στρατευει
τῶν ἀδελφῶν αὐτῆς ἐκδικήσαντι τὸν θάνατον , ὑποσχόμενος ἐπὶ Τηλεβόας στρατεύει Ἀμφιτρύων , καὶ παρεκάλει συλλαβέσθαι Κρέοντα . ὁ δὲ
καὶ ὑπὸ Διὸς μαρτυρεῖσθαι κατὰ τρίγωνον σχῆμα , σὺν ἱππεῦσιν στρατεύει , καὶ ἔνδοξος καὶ ἀγαθὴ ἡ στρατεία γενήσεται .
7283013 ἐκδιδρασκει
δὲ καὶ τὸ τρίτον ἡττᾶσθαι , ὑπεκδὺς εἰς τὴν οἰκίαν ἐκδιδράσκει , φοβηθεὶς μὴ καὶ καταλεύσειεν αὐτὸν ὁ δῆμος .
Λυσίμαχος ἀνελεῖν τὸν Ἀγαθοκλέα Ἀρσινόῃ παρῆκε , Λυσάνδρα παρὰ Σέλευκον ἐκδιδράσκει τούς τε παῖδας ἅμα ἀγομένη καὶ τοὺς ἀδελφοὺς τοὺς
7247420 Λεοννατος
: ὑπερασπίζω : αἰτιατικῆι . Ἀρριανός : καὶ ἐπὶ τούτωι Λεοννάτος ὁ ὑπερασπίσας Ἀλέξανδρον . . . . : τινὲς
καὶ παρασκευὰς μείζους ἐποιοῦντο πρὸς τὴν τῶν ὅλων ἐπίθεσιν . Λεοννάτος δέ , παραγενομένου πρὸς αὐτὸν Ἑκαταίου πρεσβευτοῦ καὶ δεομένου
7247274 ἐκπεσοντα
ὁ Ναυκρατίτης ἐν τοῖς Αἰγυπτιακοῖς , οὐδὲν αὐτῷ συμπράξας ἐποίησεν ἐκπεσόντα τῆς ἀρχῆς φυγεῖν εἰς Πέρσας . Καθολικὴ προσωιδία ,
ε καὶ μ . μετὰ δὲ τὸν Ἀλεξάνδρου θάνατον πανταχόθεν ἐκπεσόντα εἰς Αἴγυπτον ἀφικέσθαι , Πτολεμαῖον δὲ τὸν ταύτης βασιλέα
7220852 Ἁλιακμονα
Ἐρινύων : ὑφ ' ἧς ἐξοιστρηλατούμενος ἔβαλεν ἑαυτὸν εἰς ποταμὸν Ἁλιάκμονα , ὃς ἀπ ' αὐτοῦ Ἴναχος μετωνομάσθη . Γεννᾶται
τοὺς ἀστυγείτονας ἔχων πόλεμον καὶ εἰς ἀσθένειαν ἐμπεσὼν τὸν υἱὸν Ἁλιάκμονα στρατηγὸν ἔπεμψεν : ὁ δὲ προπετέστερον μαχόμενος ἀνῃρέθη .
7218730 ἐστρατευετο
ὅπου ἂν ᾖ , οὐδὲν διάφορον πάσχει ἢ εἰ μόνος ἐστρατεύετο . ἀλλ ' ἀντὶ μὲν τούτου , ἔφη ,
ἐπεὶ μέντοι οὐδεὶς ἀντεξῄει , ἀδεῶς δὴ τὸ ἀπὸ τούτου ἐστρατεύετο , τοὺς μὲν πρόσθεν προσκυνεῖν Ἕλληνας ἀναγκαζομένους ὁρῶν τιμωμένους
7208705 ἀπεδεδεικτο
τιμᾶσθαι τῶν ὑπὸ τοῦ δήμου στεφανουμένων . Τοῖς μὲν γὰρ ἀπεδέδεικτο τόπος ἡ ἐκκλησία ἐν ᾗ χρῆν στεφανοῦσθαι , καὶ
τὸ πλέκεσθαι τοῖς τὰ Ἴσθμια νικῶσι . σημειωτέον ὅτι ἤδη ἀπεδέδεικτο Ἰσθμοῖ ἀπὸ σελίνων στέφανος , ὡς ἐν Νεμέοις .
7206380 κατεστρεψατο
τόποις κατεκτήσατο , καὶ τῆς ἠπείρου τὰ παρὰ θάλατταν μέρη κατεστρέψατο μέχρι τῆς Ἰνδικῆς : αὐτὸς δὲ μετὰ τῆς δυνάμεως
Ἅλον παρέδωκε καὶ τὰ περὶ Φωκέας διωικήσατο καὶ τὴν Θράικην κατεστρέψατο πᾶσαν , αἰτίας οὐκ οὔσας πλασάμενος καὶ προφάσεις ἀδίκους
7184312 Εὐμενης
ὑπάτους Κόιντον Αἴλιον καὶ Λεύκιον Παπίριον . ἐπὶ δὲ τούτων Εὐμενὴς μὲν ἄρτι τὴν ἐκ τοῦ φρουρίου πεποιημένος ἀποχώρησιν ἐκομίσατο
δεῖν ἀποχωρεῖν εἰς τὰς ἄνω σατραπείας , ὁ δ ' Εὐμενὴς ἀπεφαίνετο μένειν καὶ διαγωνίζεσθαι , τῆς μὲν τῶν ἐναντίων
7164040 Ἀνδρομαχος
ταύτῃ προετάχθη ἡ ξενικὴ ἵππος ἡ τῶν μισθοφόρων , ὧν Ἀνδρόμαχος ὁ Ἱέρωνος ἦρχεν . ἐπὶ δὲ τοῖς σκευοφόροις οἱ
τῶν ῥητορικῶν οἱ ἐπ ' Ἀθήνησι προεστῶτες Παῦλός τε καὶ Ἀνδρόμαχος ἐκ Συρίας . τούς τε χρόνους ἐς Γαλλίηνόν τε
7160126 Μιθραδατης
ἔχοντες . οὐ πολὺ δὲ προεληλυθότων αὐτῶν ἐπιφαίνεται πάλιν ὁ Μιθραδάτης , ἱππέας ἔχων ὡς διακοσίους καὶ τοξότας καὶ σφενδονήτας
θαρροῦσι διώκειν ὡς ἐφεψομένης ἱκανῆς δυνάμεως . ἐπεὶ δὲ ὁ Μιθραδάτης κατειλήφει , καὶ ἤδη σφενδόναι καὶ τοξεύματα ἐξικνοῦντο ,
7145459 Μυστα
. . . . . . . . . α Μύστα . . . . . . . . .
ἢ τὸ Φιλίππου γένος ἐκπεπτωκὸς τῆς ἀρχῆς ὁρᾶν αἱρουμένη . Μύστα γυνὴ Σελεύκου τοῦ Καλλινίκου κληθέντος περὶ Ἄγκυραν ὑπὸ Γαλατῶν
7135363 ἐπολιορκησε
τυράννων μάλιστα . Ὀνησίλου μέν νυν Ἀμαθούσιοι , ὅτι σφέας ἐπολιόρκησε , ἀποταμόντες τὴν κεφαλὴν ἐκόμισαν ἐς Ἀμαθοῦντα καί μιν
χειμερινὸν δὲ ] ἐν φρουρίῳ ἐρυμνῷ Ὀυέρα , ὅπερ Ἀντώνιος ἐπολιόρκησε κατὰ τὴν ἐπὶ Παρθυαίους στρατείαν . διέχει δὲ τοῦτο
7129003 Ὑστασπης
βασιληίη αὐτοῦ περιχωρέοι ἐς Δαρεῖον . Ἀμείβεται δὴ ὦν ὁ Ὑστάσπης τοῖσδε : Ὦ βασιλεῦ , μὴ εἴη ἀνὴρ Πέρσης
τοὺς Σκύθας καλέουσι Σάκας . Βακτρίων δὲ καὶ Σακέων ἦρχε Ὑστάσπης ὁ Δαρείου τε καὶ Ἀτόσσης τῆς Κύρου . Ἰνδοὶ
7126653 ἀνεστησε
τειχῶν ἐστιν , ἃ Κόνων ὕστερον τῆς πρὸς Κνίδῳ ναυμαχίας ἀνέστησε : τὰ γὰρ Θεμιστοκλέους μετὰ τὴν ἀναχώρησιν οἰκοδομηθέντα τὴν
τε πολλοῖς ἐχρήσατο , καὶ χαλκοῦς ἐλέφαντας ἀντὶ τῶν σφαγέντων ἀνέστησε τέσσαρας . . . : Ἡ δὲ τῶν ἐλεφάντων
7125547 ἐπολεμησε
τὸν νεών , ἢ τὸ οὗ ἕνεκεν , διὰ τί ἐπολέμησε τοῖς Ἕλλησιν ὁ βασιλεύς ; ἵνα ἄρξῃ τῶν Ἑλλήνων
ἐκεχειρίαν δεῖγμα ποιούμενον τῆς αὐτοῦ προαιρέσεως , ὅσοις δ ' ἐπολέμησε , τούτους πάντας βεβλαφέναι κατὰ τὴν ἀνάγκην καὶ κατ
7121095 ναυαρχουντος
στρατιὰ Ῥωμαίων ἐς τὴν Ἑλλάδα ἠπείγετο , στρατηγοῦντος Ποπλίου καὶ ναυαρχοῦντος Λευκίου . . . . , . . ὅτι
Καύνωι καὶ Ῥοδίοις ἐπιχειρήσαντες ὑπὸ Ῥοδίων καρτερῶς ἀπεκρούσθησαν , Δημαράτου ναυαρχοῦντος αὐτοῖς . διαλαμβάνει δὲ καὶ ὡς Εὐμένης Ἀντιπάτρου ἐς
7116281 Λυσιμαχος
τὴν σκαιότητα καὶ ἀπόνοιαν τὸν κεραυνὸν ἔφερεν . Ὁ τοίνυν Λυσίμαχος διὰ τὴν παιδοκτονίαν μῖσός τε δίκαιον παρὰ τῶν ὑπηκόων
: ἡ δὲ ἐδεῖτο τυχεῖν ὧν ἐπόθει . Καὶ ὁ Λυσίμαχος σεμνύνων τὸ δῶρον , κατ ' ἀρχὰς μὲν οὐ
7114862 Λουκιου
χώρας ἐκείνης τοῖς ὑπάτοις ἑαυτοὺς ἐνεχείρισαν . Μετὰ τούτους , Λουκίου Αἰμιλίου διαδεξαμένου τὴν ἀρχὴν , πλῆθος Γάλλων ὑπὲρ ἀριθμὸν
τῆς οἰκίας , ὡς μὴ ἄθυρμα γένοιτο ἀνδρῶν σπουδαίων . Λουκίου τούτου κἀκεῖνο θαυμάσιον : ἐσπούδαζε μὲν ὁ αὐτοκράτωρ Μάρκος
7112721 Κασσανδρος
ἀρχεῖον ὑπὲρ τοὺς ὅρους , ἀντεφόρτιζον καρποὺς τοὺς ἐπιχωρίους . Κάσσανδρος ὁμοῦ μὲν ἐπολιόρκει Σαλαμῖνα , ὁμοῦ δὲ καὶ Ἀθηναίοις
οἰκοῦντες προσ - εχώρησαν Κασσάνδρῳ πιστεύσαντες αὐτοῦ τῇ φιλανθρωπίᾳ . Κάσσανδρος Νικάνορα φρουροῦντα τὴν Μουνυχίαν καὶ πρὸς αὐτὸν κακοήθως ἔχοντα
7106448 Εὐμενει
νίκης ἔτυχεν . οἱ μὲν γὰρ ἀργυράσπιδες οἱ παρ ' Εὐμενεῖ καὶ τὸ λοιπὸν πλῆθος τῶν πεζῶν ὡς τάχιστα ἐτρέψατο
τῶν βασιλέων ἐπιστολάς , ἐν αἷς ἦν γεγραμμένον πάντα πειθαρχεῖν Εὐμενεῖ , καὶ τότε δὲ βυβλιαφόρους ἀπέστειλεν , ἀξιῶν ἀπαντᾶν
7105032 Μαγας
νεωτερίσειαν , ἀνεῳγυῖαν ἔχοι τὴν διὰ τῶν πυλῶν εἴσοδον . Μάγας Παραιτώνιον κατασχὼν συνέταξε τοῖς φρυκτωροῖς πυρσὸν φίλιον αἴρειν ἑσπέρας
. Παρὰ τοῦ βασιλέως γράμμαθ ' ἥκει σοι Μάγα . Μάγας , κακόδαιμον , γράμματ ' οὐκ ἐπίσταται . Οὐ
7080791 Κλεομενης
Μαντινείᾳ χρησάμενος τῷ τέλει . μετὰ δὲ οὐ πολὺν χρόνον Κλεομένης ὁ Λεωνίδου Μεγαλόπολιν κατέλαβεν ἐν σπονδαῖς . Μεγαλοπολιτῶν δὲ
δὲ Κλεομένεος κομίσαντος ἐς Σπάρτην ἐξέμαθον . Ἐκτήσατο δὲ ὁ Κλεομένης ἐκ τῆς Ἀθηναίων ἀκροπόλιος τοὺς χρησμούς , τοὺς ἔκτηντο
7079934 Ἀρταξερξου
ἔτι Ξάνθου τοῦ Λυδοῦ : τοῦ μὲν Ξάνθου λέγοντος ἐπὶ Ἀρταξέρξου γενέσθαι μέγαν αὐχμὸν ὥστ ' ἐκλιπεῖν ποταμοὺς καὶ λίμνας
Ὦπις : πρὸς ἣν ἀπήντησε τοῖς Ἕλλησιν ὁ Κύρου καὶ Ἀρταξέρξου νόθος ἀδελφὸς ἀπὸ Σούσων καὶ Ἐκβατάνων στρατιὰν πολλὴν ἄγων
7079649 μετωνομασεν
δὲ ὡς οὐδὲ Πρωτεὺς ἔτι καλεῖσθαι ἀξιοῖ , ἀλλὰ Φοίνικα μετωνόμασεν ἑαυτόν , ὅτι καὶ φοῖνιξ , τὸ Ἰνδικὸν ὄρνεον
. Φράδα , πόλις ἐν Δράγγαις , ἣν Ἀλέξανδρος Προφθασίαν μετωνόμασεν , ὡς Χάραξ ἐν ἕκτῳ χρονικῶν . Φρατρία ,
7072444 Ταυρομενιτης
πομπίλοι , ἱεροὶ ἰχθῦς εὔομφος . . Τίμαιος : Ἀνδρομάχου Ταυρομενίτης , ὃν Ἀθηναῖοι Ἐπιτίμαιον ὠνόμασαν , Φιλίσκου μαθητὴς τοῦ
μαίας . . , . : Τίμαιος δ ' ὁ Ταυρομενίτης ἐν τῆι ἐνάτηι τῶν Ἱστοριῶν περὶ αὐτοῦ γράφει οὕτως
7055731 Περδικκας
, βασιλεύσας ἔτη τρία : τὴν δὲ ἀρχὴν διαδεξάμενος ὁ Περδίκκας ἐβασίλευσε τῆς Μακεδονίας ἔτη πέντε . Ἐπ ' ἄρχοντος
ὥστ ' ἐν τάχει ἀπελθεῖν . τὸν δὲ Σεύθην κρύφα Περδίκκας ὑποσχόμενος ἀδελφὴν ἑαυτοῦ δώσειν καὶ χρήματα ἐπ ' αὐτῇ
7044982 Ἀμυνταν
Φαρνάκους τοῦ Μιθριδάτου , Ἰδουμαίων δὲ καὶ Σαμαρέων Ἡρῴδην , Ἀμύνταν δὲ Πισιδῶν καὶ Πολέμωνα μέρους Κιλικίας καὶ ἑτέρους ἐς
Πέλλαν , ἥπερ μεγίστη τῶν ἐν Μακεδονίᾳ πόλεων : καὶ Ἀμύνταν δὲ ᾐσθανόμεθα ἀποχωροῦντά τε ἐκ τῶν πόλεων καὶ ὅσον
7043900 ἀνεχωρει
ἔχων ἐλάττω , νυκτὸς ἐμπρήσας τὸ στρατόπεδον , ἐς Λυσιτανίαν ἀνεχώρει . καὶ αὐτὸν ὁ Σερουιλιανὸς οὐ καταλαβὼν ἐς Βαιτουρίαν
τοῦτο δυνατόν . καὶ παραδοὺς Ἄννωνι τὴν πολιορκίαν εἰς Ἰάπυγας ἀνεχώρει . λιμένες δ ' εἰσὶ τοῖς Ταραντίνοις πρὸς βορρᾶν
7034365 Ἀριστονους
Φεραῖοι . ἡγοῦντο δὲ αὐτῶν ἐκ μὲν Λαρίσης Πολυμήδης καὶ Ἀριστόνους , ἀπὸ τῆς στάσεως ἑκάτερος , ἐκ δὲ Φαρσάλου
ἀπεχώρησαν , μόνοι δὲ τῶν ἐν Μακεδονίᾳ τὴν εὔνοιαν διεφύλαξαν Ἀριστόνους καὶ Μόνιμος , ὧν Ἀριστόνους μὲν Ἀμφιπόλεως ἐκυρίευεν ,
7033520 Δαμασκον
βασιλεῖ ἐς πολυτελῆ δίαιταν καὶ στρατευομένῳ ὅμως συνέπεται πεπόμφει ἐς Δαμασκόν , ὥστε ἐν τῷ στρατεύματι οὐ πλείονα ἢ τρισχίλια
διά τε ἐρημίας καὶ ἀτραπῶν κρημνωδῶν καὶ ἀπροσδοκήτως ἐπιφανεὶς αἱρεῖ Δαμασκόν . Ὅτι Ῥόδιοι βασιλεῖ Πτολεμαίῳ πολεμοῦντες περὶ Ἔφεσον ἦσαν
7028524 Φθιωτων
Ἀγλαΐας υἱοὺς καί τινας ἄλλους τῶν Ἀχαιῶν [ καὶ ] Φθιωτῶν καὶ τῶν Αἰολέων ἐστράτευσεν εἰς Πελοπόννησον . καὶ Μελάμπους
[ - ] Αἰνιάνων ? ? ? ? Αἰτωλῶν Δολόπων Φθιωτῶν καὶ ἀξιοῦντος Νίκαιαν Λοκροῖς παραδιδόναι , ἣν παρὰ τὸ
7026599 Ἀρτοξερξου
. καὶ παραγίνεται Δαρειαῖος ἀγόμενος ὑπὸ Ἀρταπάνου εἰς τὴν οἰκίαν Ἀρτοξέρξου , πολλὰ βοῶν καὶ ἀπαρνούμενος ὡς οὐκ εἴη φονεὺς
καὶ Μιθριδάτης ὁ Δαρείου γαμβρὸς καὶ Ἀρβουπάλης ὁ Δαρείου τοῦ Ἀρτοξέρξου παῖς καὶ Φαρνάκης , ἀδελφὸς οὗτος τῆς Δαρείου γυναικός
7024315 καταλυσας
ὑπ ' Ἀπόλλωνός φησιν αὐτὸν ἀναιρεθῆναι , ὅτι τὸ λίνον καταλύσας πρῶτος χορδαῖς ἐχρήσατο εἰς τὰ ὄργανα . φασὶ δὲ
τοῦ βασιλικοῦ συνεδρίου καὶ τῆς Συρίας ἁπάσης ἀποδεδειγμένος ὕπαρχος ὃς καταλύσας παρὰ τῶι Σίμμαι καὶ θεωρήσας τὴν Σεμίραμιν , ἐθηρεύθη
7015292 Λεωνιδου
Καδούσια ἢ τὰ Μηδικά . Τοιγαροῦν ὁ Ξέρξης μὲν ἐπέβη Λεωνίδου κειμένου , καὶ παρῆλθεν ἔσω Πυλῶν : Ἀγησιλάῳ δὲ
τῷ τέλει . μετὰ δὲ οὐ πολὺν χρόνον Κλεομένης ὁ Λεωνίδου Μεγαλόπολιν κατέλαβεν ἐν σπονδαῖς . Μεγαλοπολιτῶν δὲ οἱ μὲν
7005030 τεταρτηι
Εὐβοίαι κατὰ μάντευμα ἐκ Δελφῶν . Ἕκτωρ δὲ ἀπὸ Ἀμφίκλου τετάρτηι γενεᾶι ἐπολέμησεν Ἀβάντων καὶ Καρῶν τοῖς οἰκοῦσιν ἐν τῆι
, θερινὰς τροπὰς ποιεῖται , κατὰ Μακεδόνας μὲν Πανήμου εἰκάδι τετάρτηι , κατὰ δὲ Ἀλεξανδρέας Ἐπιφὶ τετάρτηι εἰκάδι . περὶ
7004306 Παγασας
τὰς πλησίον πολίχνας εἰς αὐτὴν συνοικίσας , Νήλειάν τε καὶ Παγασὰς καὶ Ὀρμένιον , ἔτι δὲ Ῥιζοῦντα Σηπιάδα Ὀλιζῶνα Βοίβην
, τοὺς δὲ παροξυνεῖ : καὶ γὰρ νῦν εἰσιν ἐψηφισμένοι Παγασὰς ἀπαιτεῖν καὶ περὶ Μαγνησίας λόγους ποιεῖσθαι . σκοπεῖσθε μέντοι
6999538 Λουκουλλος
τῆς θαλάσσης αὐτὸν ἐν ἀπορίᾳ καταστήσειν . ἃ θεωρῶν ὁ Λούκουλλος τοὺς φίλους ἀνεμίμνησκε τῆς ὑποσχέσεως καὶ τὸ ἐπαγγελθὲν ὡς
καταλέγειν ἔδοξεν ἀπὸ κλήρου τότε συναγαγεῖν . ὧν ἐστρατήγει Λικίνιος Λούκουλλος ὕπατος , πρεσβευτῇ χρώμενος Κορνηλίῳ Σκιπίωνι , τῷ Καρχηδόνα
6983951 Σιβυρτιος
τὴν προσηγορίαν Ἀλέξανδρον ἔθεντο . Ἀραχωσίων δὲ καὶ Γαδρωσίων ἐπῆρχε Σιβύρτιος , καὶ Στασάνωρ ὁ Σόλιος Ἀρείων καὶ Δραγγῶν ἡγεῖτο
δὲ σατραπεύειν τῶν ταύτῃ ἔταξε : τούτου δὲ νόσῳ τελευτήσαντος Σιβύρτιος τὴν σατραπείαν ἐκδέχεται : ὁ αὐτὸς δὲ καὶ Καρμανίας
6982738 στρατευσας
δὲ τὴν μεγίστην τῶν περὶ τοὺς τόπους τούτους πόλεων Ὄλυνθον στρατεύσας μετὰ πολλῆς δυνάμεως τὸ μὲν πρῶτον νικήσας τοὺς Ὀλυνθίους
στρατηλάτας χρή , τῶν θεῶν δὲ μὴ βίαι . οὐδεὶς στρατεύσας ἄδικα σῶς ἦλθεν πάλιν . τὰς οὐσίας γὰρ μᾶλλον
6975738 Ἰλλυριων
Ῥωμαίων πράγμασιν ἐφεστηκότος , ἀνηρπασμένων μὲν Θρᾳκῶν , ἀνηρπασμένων δὲ Ἰλλυριῶν , στρατοπέδων δὲ ὁλοκλήρων ἀφανισθέντων ὥσπερ σκιᾶς , οὐκ
Πόντον . . . . μνησθέντες πῶς Βάρδυλλις ὁ τῶν Ἰλλυριῶν βασιλεὺς καὶ Κερσοβλέπτης ὁ τῶν Θραικῶν κατεκτήσαντο τὰς δυναστείας
6972781 Ἐρημου
ταῖς ἐκτεθειμέναις μεσημβριναῖς πλευραῖς , τῆς τε Πετραίας καὶ τῆς Ἐρήμου Ἀραβίας καὶ τῷ νοτίῳ μέρει τοῦ Περσικοῦ κόλπου ,
. . . οθ κθ . ] Κατέχουσι δὲ τῆς Ἐρήμου [ ταύτης ] Ἀραβίας τὰ μὲν παρὰ τὸν Εὐφράτην
6972238 Τισαφερνης
τὰ ὅπλα . Κλέαρχος ὑπεκρίνατο προσίεσθαι τοὺς λόγους , ὅπως Τισαφέρνης ἐλπίδι σπονδῶν ἐς τὰς κώμας διαπέμψειε τοὺς πολλοὺς τῶν
. . : ἐπεὶ δὲ Κλέαρχον καὶ τοὺς ἄλλους στρατηγοὺς Τισαφέρνης ἐξηπάτησε , καὶ παρεσπόνδησεν ὅρκων γενομένων , καὶ συλλαβὼν
6964134 Ἰναρως
. Τὰ εἰς ΩΣ Περσικὰ ἢ Αἰγύπτια παροξύνεται : φάργως Ἰνάρως . Τὰ εἰς ΩΣ θηλυκὰ πολυσύλλαβα βαρύνεται μὲν ,
ἔπεμψε τοῖς Ἀθηναίοις μυριάδας τριάκοντα . . 〚 Ἄλλως . Ἰνάρως ὁ τῶν Αἰγυπτίων βασιλεὺς ἀπέστησε τοῦ βασιλέως Ξέρξου μοῖράν
6955137 ἐπεμπεν
ποιούμενος αὖθις τῶν ἀμφ ' αὐτὸν ἄνδρας ἐς τὴν Ἰταλίαν ἔπεμπεν ὥστε τὴν Ὁνωρίαν ἐκδιδόναι : εἶναι γὰρ αὐτῷ ἡρμοσμένην
ἀνεζεύγνυεν ἐς τὰ οἰκεῖα : Σκιπίων δὲ κατ ' ὀλίγους ἔπεμπεν ἐπιχειρεῖν τῷ Ἀσρούβᾳ , καί τινες αὐτῷ καὶ τῶν
6952273 ἀνεστρεψεν
ζητῶν ἢ λείχων τὴν δρόσον τῶν ἤτοι θερόεις μέν : ἀνέστρεψεν ἐπὶ τὸν φρῦνον : θερόεις μὲν γὰρ οὗτος ,
ἱδρύσασθαι καὶ ὀνομάσαι Σώτειραν , ἡνίκα Ἀστερίωνα τὸν Μίνω καταγωνισάμενος ἀνέστρεψεν ἐκ τῆς Κρήτης . ἀξιολο - γώτατον δὲ εἶναι
6948967 συνεβαλε
, ὃς χρόνῳ ὕστερον μετὰ τὰ Μηδικὰ ἔχων ἄνδρας τριηκοσίους συνέβαλε ἐν Στενυκλήρῳ πολέμου ἐόντος Μεσσηνίοισι πᾶσι καὶ αὐτός τε
δὲ μαθησόμεθα ἐκ τῶνδε : πρῶτον μὲν , εἰ μὴ συνέβαλε τῇ ἀρχῇ τοῦ νοσήματος ἡ κεφαλαλγία , ἀλλὰ νῦν
6946805 διαβληθεις
καὶ μὲν δή , ὦ ἄνδρες δικασταί , καὶ Διόγνητος διαβληθεὶς μὲν ὑπὸ τῶν συκοφαντῶν φεύγων ᾤχετο , μετ '
χρόνῳ κριτέον τὴν εὔνοιαν . Ὁ βίος καθάπερ νόμισμα , διαβληθεὶς ἐν ἀρχαῖς ἀδόκιμος εἰς ἅπαντα γίνεται τὸν χρόνον .
6943774 Ἀντιγονος
ταῦτα ποιῆσαι καὶ παθεῖν ὑπὸ τοῦ πατρός : ὧν καὶ Ἀντίγονός ἐστι . . . . Ἀβάντις : Δοκεῖ δ
φιλόσοφος καὶ φιλόκηπος ἦν σφόδρα καὶ ἰδιοπράγμων , ὡς καὶ Ἀντίγονός φησι . λόγος γοῦν εἰπεῖν Ἱερώνυμον τὸν περιπατητικὸν ἐπ
6943258 Ποστουμιος
. καὶ τὸ μὲν θέατρον ἔπαιζεν ὡς ἐπὶ γελοίῳ , Ποστούμιος δὲ προτείνας τὸ μεμολυσμένον “ ἐκπλυνεῖτ ' , ”
οὐδὲν τῶν Ταραντίνων ἀποκριναμένων ἀπῆλθον οἱ πρέσβεις . ὁ δὲ Ποστούμιος τὴν ὕβριν ἐκ τῆς ἐσθῆτος οὐκ ἀποπλύνας ἐπέδειξε Ῥωμαίοις
6939259 μετεπεμπετο
αὐτῶι καὶ χρυσίον ἀποτίθεσθαι . κατεστρατοπεδευκὼς δὲ τοὺς στρατιώτας ἐκεῖθι μετεπέμπετο Πάγκαλον , ὃς ἐπιβάτης τῶι ναυάρχωι Χειρικράτει πεπλευκὼς ἐπεμελεῖτο
εἰπεῖν . Ἰσχυρίζονται γὰρ ταῖς διαθήκαις , λέγοντες ὡς Κλεώνυμος μετεπέμπετο τὴν ἀρχὴν οὐ λῦσαι βουλόμενος αὐτὰς , ἀλλ '
6938307 ὁμορου
πρὸς δὲ τούτοις τῷ δήμῳ τῶν Ὀλυνθίων δωρησαμένου πολλὴν τῆς ὁμόρου χώρας διὰ τὴν ἀπόγνωσιν τῆς ἑαυτοῦ δυναστείας , τὸ
Σίπυλον τῷ Μόψῳ τὸν Σκύθην , πεφυγαδευμένον ὁμοίως ἐκ τῆς ὁμόρου τῇ Θρᾴκῃ Σκυθίας . γενομένης δὲ παρατάξεως , καὶ
6933901 Ῥουφον
τὰς τιμὰς δεδιέναι , οἱ δὲ ἀμφ ' αὐτόν , Ῥοῦφον γάρ που λέγεις καὶ Ὄρφιτον , σώφρονες μὲν καὶ
δὲ οἵ φασι καὶ Πολέμωνος ἠκροᾶσθαι αὐτόν . ιζʹ . Ῥοῦφον δὲ τὸν ἐκ τῆς Περίνθου σοφιστὴν μὴ ἀπὸ τῆς
6928641 Μεσσηνης
καὶ ἐλεγεῖα ἔπεστιν ἄλλα τε ἐς αὐτὸν λέγοντα καὶ ὅτι Μεσσήνης γένοιτο οἰκιστὴς καὶ τοῖς Ἕλλησιν ὑπάρξειεν ἐλευθερία δι '
Τίον προσαγορεῦσαι . . . . . Φαραί : πόλις Μεσσήνης , ὅθεν ἦσαν οἱ Ἀφαρητιάδαι . . . .
6928488 Ληιτος
εἰς λόγον ἀποτροφῆς τῶν στρατοπέδων νῆας λ : Πηνέλεως καὶ Λήιτος καὶ Ἀρκεσίλαος καὶ Προθοήνωρ καὶ Κλονίος σὺν νηυσὶν ν
ὥςτε μεγαλοπρεπέστατα φαίνεσθαι πάντων ὀνομάτων : Βοιωτῶν μὲν Πηνέλεως καὶ Λήιτος ἦρχον Ἀρκεσίλαός τε Προθοήνωρ τε Κλονίος τε , οἵ
6923004 Κοιλην
αὐτῷ σατραπείαν ἀνεσώσατο . μϚʹ . Ὡς Ἀντίγονος ἀκινδύνως παραλαβὼν Κοίλην Συρίαν δύναμιν ἐξέπεμψεν εἰς τὴν Ἀραβίαν . μζʹ .
τοῦ σεῖσαι , πρὸς μὲν Ἀσίαν ἅπασαν καὶ Συρίαν τὴν Κοίλην , Ἰουδαίαν Ἰδουμαίαν τε , ἀλλὰ καὶ Παλαιστίνην πολλὰ
6922180 Μηδιας
ζῶντα παραδοῦσι χρήματα μὲν δωρήσεται δὶς τοσαῦτα , τῆς δὲ Μηδίας ὕπαρχον καταστήσει . παραπλησίως δ ' ἐπηγγείλατο δώσειν δωρεὰς
τοῦ Βαασπρακὰν στρατοπεδεῦσαι ἤθελε : δεδιὼς δὲ Ῥωμαίους ἐγκρατοῦντας τότε Μηδίας , πρεσβεύεται πρὸς τὸν τῆς χώρας ἄρχονταἦν δὲ τότε
6918974 Βασιλεων
: Μιλύαι , οἱ πρότερον Σόλυμοι , ὡς Τιμαγένης πρώτῳ Βασιλέων . Καὶ ἡ χώρα Μιλυάς , ὡς Μινυάς .
. . . : Ἀναξιμένης δ ' ἐν τῶι ἐπιγραφομένωι Βασιλέων Μεταλλαγαὶ περὶ τοῦ Στράτωνος τὰ αὐτὰ ἱστορήσας διημιλλῆσθαί φησιν
6913857 Ἀντιγονον
Πολέμων ὁ περιηγητὴς εἶπεν ἐν γʹ τῶν πρὸς Ἀδαῖον καὶ Ἀντίγονον ἐξηγούμενος διάθεσιν ἐν Φλιοῦντι κατὰ τὴν πολεμάρχειον στοὰν γεγραμμένην
ὥστε οἱ πλεῖστοι διὰ τὸν ἔρωτα τῶν οἰκείων ἐπρεσβεύοντο παρὰ Ἀντίγονον ἀξιοῦντες αὐτῷ προστίθεσθαι . Ἀντίγονος τὴν ἀποσκευὴν τῶν Εὐμενείων
6911475 Ἀτταλῳ
τῷ Περγάμου βασιλεῖ . ὃ δέ ἠρνήσατο καὶ τοῖς ἀδελφοῖς Ἀττάλῳ τε καὶ Φιλεταίρῳ θαυμάζουσιν , ὅτι κῆδος βασιλέως τοσοῦδε
καὶ διὰ πάσης γέγονε τῆς οἰκουμένης , ἀθάνατον ἀπονέμοντα δόξαν Ἀττάλῳ τῆς πραγματείας ἐπιγραφὴν εἰληφότι . Ἐγὼ δ ' ἀκούων
6904184 Φαλαικος
τοὺς Ἀμφικτύονας , ὥστε ἀπολογίας τυχεῖν . Ὁ μὲν γὰρ Φάλαικος ὑπόσπονδος ἀφεῖτο , οἱ δὲ ἀναίτιοι ἀποθνῄσκειν ἔμελλον ,
περιεχώρησεν ἡ ἐν Φωκεῦσι δυναστεία : καὶ ἐπεὶ ἔσχεν ὁ Φάλαικος αἰτίαν ἰδίᾳ περιποιεῖσθαι τῶν ἱερῶν χρημάτων , ἐπαύθη τῆς
6899548 ἐξωρισεν
ποτὲ Γαλατείᾳ τινὶ παλλακίδι Διονυσίου προσέβαλε , καὶ μαθὼν Διονύσιος ἐξώρισεν αὐτὸν εἰς λατομίαν . φεύγων δ ' ἐκεῖθεν εἰς
ᾧ καὶ Ῥωμαίων ἦρξεν Ταρκύνιος Σούπερβος τοὔνομα , ὃς πρῶτος ἐξώρισεν Ῥωμαίους τινὰς καὶ παῖδας διέφθειρεν καὶ σπάδοντας ἐγχωρίους ἐποίησεν
6892137 Βακτριων
ἢ Ἀραβίων στρατεύματι ἀνὴρ δοῦλος ἢ Μήδων ἢ Περσῶν ἢ Βακτρίων ἢ Καρῶν ἢ Κιλίκων ἢ Ἑλλήνων ἢ ἄλλοθέν ποθεν
: ἐχρῆν γὰρ ἐχρῆν ἢ κατὰ Παφλαγόνων ἢ Καππαδοκῶν ἢ Βακτρίων πάτρια διαλέγεσθαί σοι , ὡς ἐκμάθῃς τὰ λεγόμενα καὶ
6891771 παρειληφοτος
προσιέμην , οὐκ οἰόμενος καλὸν εἶναι λαμβάνειν παρὰ τοῦ μηδὲν παρειληφότος . ἐδείπνουν δὲ οὐ παρὰ πᾶσι , παρὰ μόνοις
αὐτουργὸν ἔζη βίον ὡς πρότερον . Κοίντου δὲ Φαβίου Οὐιβολανοῦ παρειληφότος τὴν ὑπατείαν τὸ τρίτον καὶ Λευκίου Κορνηλίου καὶ τελούντων
6889595 Λαγου
τὴν θαυμαστὴν ἐκείνην νίκην ἐνίκησεν . Καὶ Πτολεμαῖος δὲ ὁ Λάγου Σελεύκῳ ἐπιστέλλων σαφῶς ἀνέστρεψε τὴν τάξιν ἐν ἀρχῇ μὲν
τοῦ Ἀκεσίνου τὸ μέγεθος μόνου τῶν Ἰνδῶν ποταμῶν Πτολεμαῖος ὁ Λάγου ἀνέγραψεν : εἶναι γὰρ ἵνα ἐπέρασεν αὐτὸν Ἀλέξανδρος ἐπὶ
6888289 Ἀπαμειαν
. παρῆλθε δὲ καὶ ἀπὸ Σάρδεων ἐς Κελαινάς , ἣν Ἀπάμειαν καλοῦσιν , οἷ τὸν υἱὸν ἐπυνθάνετο συμφεύγειν . τῆς
στρατηγίαν . ὃ δ ' ὤμνυ τοῖς Ἀντιόχου πρέσβεσι περὶ Ἀπάμειαν τῆς Φρυγίας καὶ ὁ Ἀντίοχος ἐπὶ τοῦτο πεμφθέντι Θέρμῳ
6887904 ἐπολεμησεν
σὺν τῷ ἰδίῳ πατρὶ ἀντῆρεν ὁ Ἀχελῷος τῷ Οἰνεῖ καὶ ἐπολέμησεν αὐτῷ . Καὶ ἠναγκάσθη ὁ Οἰνεὺς προτρέψασθαι ἐκ τῆς
τὸ τῆς κεφαλῆς κακόν . πρὸς ὃ τὰ πρῶτα μὲν ἐπολέμησεν Εὐκαρπίων φαρμάκοις καὶ τῆς ὑπερβολῆς ἀφεῖλε , δείσας δὲ
6884559 Ἐκβατανα
κατασημηνάμενον τὸ γραμμάτιον πέμψαι παρὰ τὸν Ἀπολλόδωρον ἐκ Βαβυλῶνος εἰς Ἐκβάτανα , δηλοῦντα μηδέν τι δεδιέναι Ἡφαιστίωνα : ἔσεσθαι γὰρ
τῆς βασιλικῆς ἴλης ἡγεμόνι ἐπέστειλεν , ἐπειδὰν ἐκ Σούσων εἰς Ἐκβάτανα ἀφίκηται , κατελέλειπτο γὰρ ἐν Σούσοις ἀρρωστῶν , ἀναλαβόντα
6883778 Καρδιανος
θηλυκῶν προῆκται . τοῦ μὲν προτέρου παραδείγματος ταῦτα , Ἀσιανός Καρδιανός Ὀλβιανός Φασιανός , ἀπὸ τῆς Φάσιος πόλεως , Τράλλιος
ἔχει πρὸ τέλους , ὀφεῖλον τὸ α , ὡς Ὀλβιανός Καρδιανός . Βούβαστος , πόλις Αἰγύπτου , ἣν Ἡρόδοτος Βούβαστιν
6882560 πολεμησας
ἀληθὲς ἔχει . περιδέξιος ὢν στρατιώτης ὁ Αἴας καὶ πολλοὺς πολεμήσας πολέμους οὐδέποτε ἐτρώθη τῷ ἄριστα τηρεῖν ἑαυτὸν καὶ σκέπεσθαι
ἢ κακηγοροῦντες . ὃ δὴ καὶ ἐξήμαρτεν ὁ Μίνως , πολεμήσας τῇδε τῇ πόλει , ἐν ᾗ ἄλλη τε πολλὴ
6876423 Πιθωνα
ἐπικουρίαν . Ἀντίγονος δὲ ἐς τὸ κοινὸν τῶν Μακεδόνων ἐσαγαγῶν Πίθωνα ἑλὼν τιμωρησάμενος ἀπέκτεινεν . Ἀντίγονος τοὺς ἀργυράσπιδας , οἳ
καὶ ταῖς τῶν ἐπιμελητῶν ἐπιβολαῖς ἀντιπραττούσης οἱ μὲν περὶ τὸν Πίθωνα δυσχρηστούμενοι καὶ τοὺς Μακεδόνας ὁρῶντες τοῖς ἐκείνης προστάγμασιν ἀεὶ
6867770 συστρατευσαι
, Ἑλλάνικος δὲ πάντας τοὺς ἐν τῇ Ἀργοῖ πλεύσαντας Ἡρακλεῖ συστρατεῦσαί φησιν οὐδέ μίν ποτε φόβος ἀνδροδάμας : ὁ τοὺς
. Ἑλλάνικος δὲ πάντας τοὺς ἐν τῆι Ἀργοῖ πλεύσαντας Ἡρακλεῖ συστρατεῦσαί φησιν . . . . . : Ἀμαζόνες δὲ
6865852 μετοικησαντος
μὴ πάρεργον ἐπελέξατο . φαίνονται δὲ καὶ Βελλερο - φόντου μετοικήσαντος ἐς Λυκίαν οὐδὲν ἧσσον οἱ Κορίνθιοι τῶν ἐν Ἄργει
λεγόμενος παίδων καὶ οὗτος εἶναι . Φαίστου δὲ κατὰ μαντείαν μετοικήσαντος ἐς Κρήτην βασιλεῦσαι λέγεται Ζεύξιππος Ἀπόλλωνος υἱὸς καὶ νύμφης
6865839 Πολυπερχων
. ὁ δὲ Νικάνωρ ἀκούων ὅτι μέλλουσιν οἱ βασιλεῖς καὶ Πολυπέρχων κατάγειν εἰς Μακεδονίαν τὴν Ὀλυμπιάδα καὶ τοῦ τε παιδίου
ἑαυτοῦ πόλιν ἔκτισεν ἐπὶ τῆς Παλλήνης . κʹ . Ὡς Πολυπέρχων ἀπογνοὺς τὰ πρὸς τοὺς βασιλεῖς ἔφυγεν εἰς τὴν Αἰτωλίαν
6859451 Μαγνησιας
νήσῳ ἐν Ἠερίῃ κτίζειν εὐδείελον ἄστυ . Θαυμακία , πόλις Μαγνησίας . Ὅμηρος ” οἳ δ ' ἄρα Μηθώνην καὶ
τῆς Μακεδονικῆς ἀνήχθη παντὶ τῷ στόλῳ , καὶ κατέπλευσε τῆς Μαγνησίας πρὸς ἄκραν τὴν ὀνομαζομένην Σηπιάδα . ἐνταῦθα δὲ μεγάλου
6858680 ἐξῃτει
, οὐδ ' εἰς τὴν πρόκλησιν γράφειν ἐν ᾗ βασανίζειν ἐξῄτει , ἀλλὰ λαχόντ ' ἐκείνῳ τὴν δίκην τὸν κύριον
προελθόντος . . . : Εὐθὺς δ ' ὁ Ἀλέξανδρος ἐξῄτει πέμπων τῶν δημαγωγῶν δέκα μὲν , ὡς Ἰδομενεὺς καὶ
6854705 Νινου
τὴν σφραγῖδα οὐ πιθανόν , τῆς τε Σεμιράμιδος καὶ τοῦ Νίνου Σύρων λεγομένων , ὧν τῆς μὲν ἡ Βαβυλὼν κτίσμα
πολεμίοις ἀπαντήσας περὶ τὰς εἰσβολάς , εἴασε μέρος τῆς τοῦ Νίνου στρατιᾶς εἰσβαλεῖν : ἐπεὶ δ ' ἔδοξεν ἱκανὸν ἀποβεβηκέναι
6845556 Ἑλλησποντωι
τὴν ἀρίστην Χερρονησίαν πλάκα . . Λίμναι : πόλις ἐν Ἑλλησπόντωι περὶ Σηστόν . Ἑκαταῖος Εὐρώπηι . . Μαδυτός :
! ἐπεὶ ? οὖν [ ἐν ] ? τῶι ? Ἑλλησπόντωι ! ! ] ! ! ! σκ ! [
6838829 Αἰακιδου
τοὺς παῖδας ἐπαναστάντες ἔκτειναν . ἀποκτείναντες δὲ τοῦτον Πύρρον τὸν Αἰακίδου κατάγουσιν : ἥκοντι δὲ εὐθὺς ἐπεστράτευε Κάσσανδρος , νέῳ
γενικήν , πατρωνυμικὰ μέν , οἷον Ἀτρείδης Ἀτρείδου , Αἰακίδης Αἰακίδου , Πηλείδης Πηλείδου , Πριαμίδης Πριαμίδου , Λαερτιάδης Λαερτιάδου
6838509 Ἀσσυριας
Γαραμαίων ἡ Ἀρβηλῖτις χώρα Πόλεις δέ εἰσι καὶ κῶμαι τῆς Ἀσσυρίας παρὰ μὲν τὸ τοῦ Τίγριδος μέρος : Μάρδη .
Κιλικίας Συέννεσις , Φοινίκης καὶ Ἀραβίας Δέρνης , Συρίας καὶ Ἀσσυρίας Βέλεσυς , Βαβυλῶνος Ῥωπάρας , Μηδίας Ἀρβάκας , Φασιανῶν
6834573 Μηδιου
αὐτοῦ κἀν τοῖς φύλλοις ἡ στρυφνὴ ποιότης οὐκ ὀλίγη . Μηδίου ἡ μὲν ῥίζα αὐστηρά τέ ἐστι καὶ ῥευμάτων ἐφεκτική
τῆς νήσου χρηματίζει οὖν Κήιος , υἱὸς κρητοξένης . τῆς Μηδίου τοῦ ἰατροῦ ἀδελφῆς , καὶ Κλεομβρότου . Οὗτος Ἀντίοχον
6827387 Φαρνακης
τοῖς Πέρσαις ἔπεσον πλείους , ὧν ἦσαν ἐπιφανέστατοι Ἀτιζύης καὶ Φαρνάκης ὁ τῆς Δαρείου γυναικὸς ἀδελφός , ἔτι δὲ Μιθροβουζάνης
ἦλθον , εἶδον , ἐνίκησα . ” Μετὰ δὲ τοῦτο Φαρνάκης μὲν ἀγαπῶν ἐς τὴν ἀρχὴν Βοσπόρου , τὴν δεδομένην
6822095 ἐλεηλατει
τρεῖς τοὺς λαχόντας ἐκόλασε θανάτῳ . καὶ τάδε πράξας αὖθις ἐλεηλάτει . Ἀσρούβας δ ' αὐτοὺς ἐνήδρευε , Μάγωνα μὲν
ι ἐφείμαι : ἡ μετοχὴ ὁ ἐφειμένος καὶ ἐφιμένον : ἐλεηλάτει : ἤγουν μαλώτευε : καὶ ἐληστεύων . ἥρπαζεν ,
6817385 Καππαδοκιας
. Ναρβῶνος ἢ Γαλλίας τε , Ἰταλίας καὶ Θρᾴκης , Καππαδοκίας , Ὑρκανῆς , μεγίστης Ἀρμενίας , Μηδίας Παμφυλίας τε
τὰ μετέωρα ἐδάφη , κἂν πεδία ᾖ . τῆς γοῦν Καππαδοκίας τὰ πρὸς τῷ Εὐξείνῳ πολὺ βορειότερά ἐστι τῶν πρὸς
6816505 ἀποχωρησας
τῆι καθόδωι οἱ τῶν ἐχθρῶν ἀπόγονοι : διόπερ εἰς Πελοπόννησον ἀποχωρήσας ἐτελεύτησεν . οὐ παρῆκε δ ' οὐδὲ τοῦτον ὁ
ἀμύνειν τῇ γαστρί : κἀγὼ συνεὶς πορρωτέρω ποι τῆς φάτνης ἀποχωρήσας ἑστὼς ἐγέλων , ὁ δέ μοι γέλως ὀγκηθμὸς ἦν
6816308 Τραϊανος
οὐκ ἄτιμον οἱ λόγοι . Ἣν μὲν καλεῖς φήμην , Τραϊανὸς εἶναί μοι δοκεῖ , ἐκεῖνος γάρ ἐστιν ὁ πείσας
. ξγ Ϛ λ δι ' ἧς καὶ Βαβυλῶνος πόλεως Τραϊανὸς ποτ . ῥεῖ . Τὰ δὲ μεσημβρινώτερα τοῦ Μεγάλου
6815982 ἠγγελλετο
ὡς πλείονας ἐκ τῆς πόλεως ταύτης ἔχοι συμμάχους . ταῦτα ἠγγέλλετο τοῖς ἐν τῇ πόλει : οἱ δὲ ζηλώσαντες τὴν
πᾶσα ἐν εὐθυμίῃσιν ἦν . ὡς δὲ προσάγων ἤδη Ἀλέξανδρος ἠγγέλλετο , ἔπλεον ἤδη αὖθις ἐς τὸ ἄνω κατὰ τὸν
6815319 Σερτωριος
ὤφθη διὰ δρυμῶν δρόμῳ φερομένη , ἀνά τε ἔδραμεν ὁ Σερτώριος καὶ εὐθύς , ὥσπερ αὐτῇ προκαταρχόμενος , ἠκροβολίσατο ἐς
οἳ τὰ αὐτὰ ἐφρόνουν , Γάιός τε Μιλώνιος καὶ Κόιντος Σερτώριος καὶ Γάιος Μάριος ἕτερος . Ἡ μὲν δὴ βουλὴ
6814574 ἀπηγαγεν
ποτε τριῶν ἑταιρῶν οὐσῶν μίαν ἐκλέξασθαι κελεύσαντος , τὰς τρεῖς ἀπήγαγεν εἰπών , “ οὐδὲ τῷ Πάριδι συνήνεγκε μίαν προκρῖναι
περιοῦσι Ῥηγίνων , τοὺς δὲ φρουροὺς ἅπαντα καταλιπεῖν αὐτόθι κελεύσας ἀπήγαγεν οὐδὲν ἐπιφερομένους ἔξω τῶν ὅπλων : ἐξ ὧν τοὺς
6813238 πολεμησων
. παρασκευασθεισῶν δὲ τῶν δυνάμεων σὺν τάχει Κοίντιος μὲν Αἰκανοῖς πολεμήσων ᾤχετο , Ἄππιος δὲ Οὐολούσκοις , κλήρῳ διαλαχόντες τὰς
ὅτι καθ ' ὃν καιρὸν διέβη Σύλλας εἰς τὴν Ἑλλάδα πολεμήσων Μιθριδάτηι καὶ Λεύκολλον πέμψας ἐπὶ τὴν ἐν Κυρήνηι στάσιν
6811226 Ὠχος
ἔτη τρία πρὸς τοῖς τετταράκοντα , τὴν δὲ βασιλείαν διεδέξατο Ὦχος ὁ μετονομασθεὶς Ἀρταξέρξης , καὶ ἐβασίλευσεν ἔτη τρία πρὸς
Αἰγύπτιον δεῖπνον . καὶ κελεύσαντος ἐπεὶ παρεσκευάσθη , ἡσθεὶς ὁ Ὦχος τῷ δείπνῳ κακὸν κακῶς σε , ἔφη , ὦ

Back