, οὗ ἂν ἐφάψηται . Οὕτως ἄχρονος ἡ μεγάλη τοῦ Πατρὸς σοφία καὶ δύναμις , ἡ Μονάς , ἡ θεία | ||
, εἰ αὐτὸς ἐν ἴσοις κακοῖς ἴσων ἀγαθῶν ἐτετυχήκειν . Πατρὸς ἀγαθοῦ γεγονὼς οὑτοσὶ Γερόντιος τὸ τοῦ πατρὸς ποιῶν ἧκέ |
μοι ἐμφύει ψυχᾷ ῥυπαρᾷ : δὸς δὲ ἰδέσθαι , σῶτερ Ἰησοῦ , ζαθέαν αἴγλαν σάν : ἔνθα φανεὶς μέλψω ἀοιδὰν | ||
δὲ ἐχαρίσω πνευματικὴν τροφὴν καὶ ποτὸν εἰς ζωὴν αἰώνιον διὰ Ἰησοῦ τοῦ παιδός σου . Πρὸ πάντων εὐχαριστοῦμέν σοι , |
καὶ πρόσθεν τοῦ υἱοῦ , αὕτη δὲ νῦν τοῦ ἀδελφοῦ τιμωρὸν γενέσθαι σε . Ὁ δὲ Κῦρος πρὸς ταῦτα εἶπεν | ||
αὐστηρὸν τῶν νόμων φύλακα καὶ πικρὸν ἐξεταστὴν τῶν ἀδικημάτων καὶ τιμωρὸν ἀπαραίτητον τῶν παρανομούντων παρὰ τῆς ῥητορικῆς δυνάμεως ἢ μόνον |
ἐκ τοῦ ὄρω τὸ διεγείρω καὶ τοῦ θεός . . θέορτον ] θεόρμητον . . ἐκ θεοῦ ὁρμώμενον , ἤτοι | ||
: ἔνθα λήγει τὸ ῥῆμα , ἄρχεται τὸ ὄνομα . θέορτον ἢ βρότειον : Ζηλοτυποῦσα ἐρωτᾷ ἡ Ἰὼ τὸν Προμηθέα |
Σπαρτῶν ἀκαμαντολογχᾶν ; ἢ ὅτε καρτερᾶς Ἄδραστον ἐξ ἀλαλᾶς ἄμπεμψας ὀρφανόν μυρίων ἑτάρων ἐς Ἄργος ἵππιον ; ἢ Δωρίδ ' | ||
λέγουσι δὲ αὐτὸν υἱὸν Καλλιόπης γενέσθαι κακοδαίμονα καὶ ὑστερούμενον καὶ ὀρφανόν . Ἴαννος ἄλλος : ἐπὶ τῶν διπροσώπων . τοιοῦτος |
: ὃς ἐδόκεε ἐν τῷ ὕπνῳ ἀπαγγεῖλαί τινά οἱ ὡς Σμέρδις ἱζόμε - νος ἐς τὸν βασιλήιον θρόνον ψαύσειε τῇ | ||
ὑποδύνειν κελεύῃ : εἰ γὰρ δὴ μή ἐστι ὁ Κύρου Σμέρδις ἀλλὰ τὸν καταδοκέω ἐγώ , οὔτοι μιν σοί τε |
[ μακαρια ] ? [ ] [ ] εβησαν εις Χανααν ? [ ] [ εσκιρτα ] : και το | ||
[ μακαρια ] ? [ ] [ ] εβησαν εις Χανααν ? [ ] [ εσκιρτα ] : και το |
: διότι ἀθάνατοι οἱ θεοί , † τὸ ἄμοιρον εἶναι βρότου , ὅ ἐστιν αἵματος . . . . ἀμβρακία | ||
: διότι ἀθάνατοι οἱ θεοί , † τὸ ἄμοιροι εἶναι βρότου , ὅ ἐστιν αἵματος . Ὠρίων , . , |
τέκνον . Ἀλλ ' ἦ παραφρονεῖς ; Κριβανίτας , ὦ τέκνον . Ὁ δὲ μεθύων ἤμει παρὰ τοὺς ἀρχηγέτας . | ||
τὴν θυγατέρα Ὀμύρητος , καὶ αὐτῷ γίνεται ἐκ κοίτης θῆλυ τέκνον , ᾧ οὔνομα τίθεται Κρηθηΐδα . καὶ αὐτὸς μὲν |
μοῦνος ἀνδρῶν ἔπρηξας ; τὰ οὐ πάμπαν ἐπαινέω . ὦ σχέτλιε , ὃς τοιάδε ἔτλης , οἷα μήτε σὲ παθέειν | ||
μ ' ὁρῶν τὸν προστρόπαιον , τὸν ἱκέτην , ὦ σχέτλιε ; Ἀπεστέρηκας τὸν βίον τὰ τόξ ' ἑλών : |
καὶ αὐτὴ παρέσομαι καὶ συμπράξω τὰ πάντα . Καὶ τὸν Ἔρωτα καὶ τὸν Ἵμερον καὶ τὰς Χάριτας ἄξεις ; Θάρρει | ||
δὲ οὐδενός . διὸ καὶ ἐν τῇ Πολιτείᾳ ἔφη τὸν Ἔρωτα θεὸν εἶναι συνεργὸν ὑπάρχοντα πρὸς τὴν τῆς πόλεως σωτηρίαν |
μηδὲ ἀκούειν : ἐκ γὰρ τούτων ἁπάντων εἰδωλολατρία γεννᾶται . Τέκνον μου , μὴ γίνου ψεύστης , ἐπειδὴ ὁδηγεῖ τὸ | ||
τέκνον , ἥκεις ; Ὦ πάτερ δύσμοιρ ' ὁρᾶν . Τέκνον , πέφηνας ; Οὐκ ἄνευ μόχθου γέ μοι . |
λαλεῖ ἐὰν μὴ ἐπερωτηθῇ . Πῶς οὖν , φημί , κύριε , ἄνθρωπος γνώσεται τίς αὐτῶν προφήτης καὶ τίς ψευδοπροφήτης | ||
κύων ἔφη πρὸς τὸν λύκον οὕτως : Μηδαμῶς , ὦ κύριε , κατεστιάσῃ : πτωχὸς γάρ εἰμι τὰ νῦν καὶ |
. Καὶ Ξενοφῶντα νεανιευόμενον μὲν ἐν τοῖς ἔργοις φιλῶ , γηράσκοντα δὲ ἐν τοῖς λόγοις ἐπαινῶ . Διίστησιν δὲ ἤδη | ||
. , . * . Ἀγήραον : ἄφθαρτον , μὴ γηράσκοντα : παρὰ τὸ γῆρας , . , . * |
, οἷον ὁ παῖς τοῦ ἀνδρὸς καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἐκγόνου , ἐπειδὴ πλησίον ἐστὶ τοῦ πατρὸς τοῦ πρώτου κινήσαντος | ||
ὁ πατὴρ τοῦ υἱοῦ πρότερος ὑπάρχει καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἐκγόνου , ἐπειδὴ πλησίον ἐστὶ μᾶλλον τοῦ πατρός . χρόνῳ |
πολλά γ ' ἐν δόμοισιν εἴργασται κακά , δονοῦσα καὶ τρέπουσα τύρβ ' ἄνω κάτω . ταῦτα δὲ παρέθετο Χαμαιλέων | ||
ὡς ἡ εἰς ς ὀξύτονος μετοχὴ διὰ τοῦ ντ κλινομένη τρέπουσα τὸ τέλος τῆς γενικῆς εἰς ην καὶ πρὸ αὐτοῦ |
οὐκ ἄκλητος , ἀλλ ' ὑπάγγελος : νέαν φάτιν δὲ πεύθομαι λέγειν τινὰς ξένους μολόντας οὐδαμῶς ἐφίμερον , μόρον γ | ||
ὑμᾶς ἀποδέχομαι , ὡς ἴστε αὐτοί , ὅτι δαμοτικώτατα . πεύθομαι ὡς πέρυτι ἐγένετο ὑμῶν ἁλία παρὰ τὸν Λυδὸν ἐς |
ὑποκειμένῳ καὶ ζητουμένῳ πράγματι . ἢ εὕρεσίς ἐστιν ἐπί - νοια τῶν πιθανῶς προσόντων τοῖς προκειμένοις προβλήμασιν ὀνομάτων τε καὶ | ||
αὐταῖς , καὶ τοὺς ἀκούοντας παρακάλει ἵνα ἡ μετά - νοια αὐτῶν καθαρὰ γένηται τὰς λοιπὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς αὐτῶν |
ἡ τύχη λέγεται δαιμόνων κατάστασις . ὁ δὲ νοῦς : ἔξελθε τῶν οἴκων : οὐ γὰρ ἐν χορείαις καὶ παρθενῶσιν | ||
ὁμοίως : ἴθ ' ὦ ἄνα , πρὸς γονάτων , ἔξελθε καὶ σύγγνωθι τῇ τραπέζῃ . Φασὶν ἀλλήλαις ξυνελθεῖν τὰς |
[ χθονίων ] καθαρά , χθονίων βασίλεια , Εὖκλε καὶ Εὐβουλεῦ καὶ ὅσοι θεοὶ δαίμονες ἄλλοι : καὶ γὰρ ἐγὼν | ||
ἄριστε , ἁβροκόμη , φιλέρημε , βρύων ὠιδαῖσι ποθειναῖς , Εὐβουλεῦ , πολύμορφε , τροφεῦ πάντων ἀρίδηλε , κούρη καὶ |
, καὶ αὐτῷ ἐπιγεγράφθαι : ὧδε Λίνον Θηβαῖον ἐδέξατο γαῖα θανόντα , Μούσης Οὐρανίης υἱὸν ἐϋστεφάνου . καὶ ὧδε μὲν | ||
πάλιν , ὄφρα πυρός με Τρῶες καὶ Τρώων ἄλοχοι λελάχωσι θανόντα . Τὸν δ ' ἄρ ' ὑπόδρα ἰδὼν προσέφη |
ψιλοῦ γράφονται τῇ παραληγούσῃ : σεσημείωται τὸ αἶνος ἐπὶ τοῦ ὕμνου , ἐπί τε τῆς πόλεως , διὰ τῆς διφθόγγου | ||
ἢ τὸν Διαγόραν : οὗτος γὰρ νόμος ἐγένετο νικήσας τοῦ ὕμνου . βέλτιον δὲ τὸ πρότερον : ἐπιφέρει γάρ : |
σπέρμα ἕτερον ἀντὶ Ἄβελ , ὃν ἀπέκτεινε Κάιν „ . Σὴθ ἑρμηνεύεται ποτισμός . ὥσπερ οὖν τὰ κατὰ γῆν σπέρματα | ||
ἑτέρων δεδώρηται τέλη . τὸ μὲν γὰρ πέρας τῆς κατὰ Σὴθ ἐπιστήμης ἀρχὴ τοῦ δικαίου γέγονε Νῶε , τὴν δὲ |
, τοιοῦτό τι : φιλοτησίαν δὲ τήνδε σοι προπίομαι : δέξαι , πιοῦσα δ ' ὁπόσον ἄν σοι θυμὸς ᾖ | ||
ἄλλα τε παιδιᾶς καὶ γέλωτος ἐχόμενα καὶ εὐφημοῦντας ἐπιλέγειν : δέξαι τὰν ἀγαθὰν τύχαν , δέξαι τὰν ὑγίειαν , ἃν |
φωτίνῳ καὶ νεφέλῃ ἡμερίνῃ καὶ ῥυσάμενον αὐτοῦ τὸν λαὸν ἔργου Φαραὼ καὶ ἐπενέγκαντα ἐπὶ Φαραὼ τὴν δεκάπληγον διὰ τὸ παρακούειν | ||
διὰ τὸ ὑπερβάλλον κάλλος αὐτῆς . Καὶ ἀπέστειλεν ὁ υἱὸς Φαραὼ ἀγγέλους καὶ προσεκαλέσατο τὸν Συμεὼν καὶ τὸν Λευί . |
μεθύσας : ἐκ κακοῦ δαίμονος : γράφεται ἀρτιμαθῆ νόμον . ἀρτιμαθής δὲ ἀντὶ τοῦ ἀπηρτισμένως μαθοῦσα , ἢ ἀρτίως μαθοῦσα | ||
φρόνιμος . ἀρτίφρων ] ἐπιγνώμων , ὑστερόφρων . ἀρτίφρων ] ἀρτιμαθής . ἀρτίφρων ] ἐπιγνώμων , εἰδήμων . θ ἀρτίφρων |
ἄλλο ζῷον ἴῃ ἡ ψυχή , πῶς οὐκ ἄνθρωπος ; Λόγον τοίνυν δεῖ τὸν ἄνθρωπον ἄλλον παρὰ τὴν ψυχὴν εἶναι | ||
. Λίσπαι , οἱ μέσοι διαπεπρισμένοι ἀστράγαλοι καὶ ἐκτετριμμένοι . Λόγον λαμβάνειν Πλάτων Πολιτείας πρώτῳ . Λύγη . σκιά , |
, ἀφύην , ἑψητόν . Ναστὸς τὸ μέγεθος τηλικοῦτος , δέσποτα , λευκός : τὸ πάχος γὰρ ὑπερέκυπτε τοῦ κανοῦ | ||
. Ἡράκλεις καὶ κέντρ ' ἔχουσιν . οὐχ ὁρᾶις ὦ δέσποτα ; οἷς γ ' ἀπώλεσαν Φίλιππον ἐν δίκηι τὸν |
τοῦ ἰδίου δεσπότου ὀρχήσασθαι ἔφη : ” ἐγὼ οὐ μόνον ὀρχουμένη ἄσχημος ἀλλὰ καὶ περιπατοῦσα . ” ὁ μῦθος πρὸς | ||
ἰδίου δεσπότου ὀρχεῖσθαι εἶπεν : „ ἀλλ ' οὐ μόνον ὀρχουμένη εἰμὶ ἄσχημος ἀλλὰ καὶ περιπατοῦσα . „ ὁ λόγος |
οὐκ ἂν ἦν σπουδαῖος συνεργοῦντα ἑαυτῷ τὸν δαίμονα ἔχων . Νοῦς γὰρ ἐνεργεῖ ἐν τούτῳ . Ἢ οὖν δαίμων αὐτὸς | ||
τι τῆς ἡδονῆς πίνειν . οἷς μὲν οὖν ἐστιν ὁ Νοῦς οἰνοχόος , οὕτως οἰνοχοεῖν , φοβούμενον καὶ προσέχοντα μή |
συνεχῶς κινοῦμαι . ἐξ οὗ παράγωγον σκαρίζω , ὡς στένω στενάζω . καὶ ὡς σκαλίζω ἀσκαλίζω κατὰ πρόσθεσιν τοῦ α | ||
πλησιάζοντα καὶ ἐγγὺς ὄντα τοῦ τάφου καὶ τοῦ θανάτου ὁρῶσα στενάζω . ἢ οὕτως : πρὶν ἢ ἐν τῷ τάφῳ |
, παῖ ] αμουμενη ? ] ! α γνωρίσηι ] λλων τέκνα ] ας φανεὶς ] λαβεῖν [ ] α | ||
! ιελ ! [ [ ] ι [ [ ] λλων ? τ ? [ [ ] ! ' ἄγγελον |
τοιούτου γυνή , κηδεσταὶ δὲ ὑμεῖς . ἢν δὲ καὶ τέκω προϊόντος τοῦ χρόνου , μήτηρ μὲν ἐγὼ δηλαδή , | ||
δισύλλαβα βαρύτονα διὰ τοῦ ε ψιλοῦ γράφονται : πλέκω : τέκω : κρέκω : δέκω . Τὰ διὰ τοῦ ηκω |
παίδων Ἰωσὴφ ἔμπροσθε τοῦ πυλῶνος , καὶ οὕτως προσεκύνησαν τῷ Ἰωσὴφ κατὰ τὸν τύπον τοῦ Φαραώ . Οὐ μόνον δὲ | ||
συγγένεια αὐτοῦ πλὴν τῆς θυγατρὸς αὐτῶν Ἀσενὲθ καὶ προσεκύνησαν τῷ Ἰωσὴφ ἐπὶ πρόσωπον ἐπὶ τὴν γῆν . Καὶ κατέβη Ἰωσὴφ |
πόπανον , ὅπως λαβοῦσα θύσω τοῖν θεοῖν . Δέσποινα πολυτίμητε Δήμητερ φίλη καὶ Φερρέφαττα , πολλὰ πολλάκις μέ σοι θύειν | ||
ὁ ἀναιρῶν τοὺς καταδίκους , δημόκοινος δὲ ὁ βασανίζων . Δήμητερ καὶ Δάματερ διαφέρει παρὰ τοῖς Ἀττικοῖς , φησὶ Τρύφων |
ἀγάγετέ μοι τὸν υἱὸν τοῦ Ἀρχεστράτου , τὸν Ἀγησίδαμον τὸν Ὀλυμπιονίκην , ἐν ποίῳ μέρει τῆς ἐμῆς μνήμης ἐστὶ γεγραμμένος | ||
. δέξαι : τοῦτον τὸν κῶμον καὶ ὕμνον δέξαι ὄντα Ὀλυμπιονίκην : ἐπειδὴ εἰς τὸν νικήσαντα λέγεται . δέξαι δὲ |
τις αὐτὸν δονοίη ταῖς χερσί , καθάπερ κρότον ἀποτελῶν . τρανὸς οὖν ἔσῃ , φησί , καὶ τὴν φωνὴν διηρθρωμένος | ||
πρῶτον μὲν διάκτορος κέκληται ἤτοι ἀπὸ τοῦ διάτορος εἶναι καὶ τρανὸς ἢ ἀπὸ τοῦ διάγειν τὰ νοήματα ἡμῶν εἰς τὰς |
τὸν ξύσσιτον κἀκβάς τινα λωποδυτῆσαι : νῦν δ ' ἀντιλέγει κοὐκέτ ' ἐλαύνει : πλεῖ δευρὶ καὖθις ἐκεῖσε . Ποίων | ||
γυναικὸς γὰρ κρατοῦντ ' ἐν δώμασιν δουλοῖ τὸν ἄνδρα , κοὐκέτ ' ἔστ ' ἐλεύθερος . πλοῦτος δ ' ἐπακτὸς |
ἐν ἀληθεία ἐν τοῖς οὐρανοῖς . Καὶ νῦν φοβήθητε τὸν Κύριον , τέκνα μου , καὶ προσέχετε ἑαυτοῖς ἀπὸ τοῦ | ||
αἱ θήλειαι . ὁ δὲ Σμικύθης Θρᾳκῶν βασιλέυς . “ Κύριον ” δὲ ἀντὶ τοῦ Κύρου τοῦ Ἀρταξέρξου τοῦ Περσῶν |
, ἣν ἀκαιρίαι μὲν ἴσως ἀνθρώπων ἐπισκιάζουσιν , ὁ δὲ ὀπαδὸς θεοῦ καιρὸς ἀποκαλύπτει πάλιν , ἐν ᾧ καὶ ἡ | ||
τοῖς ἄλλοις τὸ ἦθος κατεψευσμένον ἀναγκαῖον ἦν ἀληθεύειν ἀλήθεια γὰρ ὀπαδὸς θεοῦ , λόγοις μὲν ἀναδιδάσκειν περὶ τῆς ἑαυτοῦ προαιρέσεως |
ἅμα ; Ἀλλ ' εἶμι , μῆτερ : εἰ δὲ θεσφάτων ἐγὼ βάξιν κατῄδη τῶνδε , κἂν πάλαι παρῆ : | ||
τωι ] τινί . προσεικάζω ] στοχάζομαι . Ἀπὸ δὲ θεσφάτων : παρὰ τὰ λεγόμενα ἐν συνηθείαι : οὐδεὶς εὐτυχὴς |
. ὅπως παρευθὺς ὑπηρέτης καλὸς ὑπάρχειν φαίνῃς . . διακονικός διακόνου διαφέρει : διάκονος μὲν γάρ ἐστιν ὁ ὑπηρέτης : | ||
οἶμαι δὲ οὐ πολλῶν ἂν αὐτὸ ἀτιμότερον φανῆναι . καίτοι διακόνου μὲν ἦν καὶ τὴν ἐν τῷ παραχρῆμα χάριν διώκοντος |
, καὶ εὗρεν αὐτοὺς περιπλακομένους καὶ κλαίοντας : καὶ εἶπεν Σάρρα μετὰ κλαυθμοῦ : Κύριέ μου Ἁβραὰμ , τί ἐστιν | ||
‖ αὔξησις , καὶ τέταρτον ‖ τελείωσις . ‖ ‖ Σάρρα [ δὲ ] ἡ γυνὴ Ἀβραὰμ οὐκ ἔτικτεν [ |
ὁ αὐτὸς εἰπόντος Ἀναξιμένους ἐὰν πᾶσι πολλὰ διδῶις , οὐ δυνήσηι τοῦτο ποιεῖν διὰ παντός , ἔφη : οὐδέ γε | ||
] τῶν σπειρομένων . ἄμορφον ὄντα ] ἄμομφος οὖσα οὐ δυνήσηι με ἐφ ' οἷς εἶπον ἀντιψέξαι . αἰανῆ ] |
ἐν τῷ κευθμῶνι τῆς Κρήτης τὸν Δία , τότε αὐτὸν ἐξέθρεψεν αἲξ [ νύμφη ] μαστὸν ὀρέγουσα . τὴν αἶγα | ||
κακῶς ἀδικεῖται μὲν ἡ τῶν Ἀθηναίων πόλις , ἣ τοῦτον ἐξέθρεψεν , ἀδικεῖται δὲ Μάξιμος , δι ' ὃν οὐκ |
τῶν Διὸς κούρων οἴκημα [ . . . [ ] ετω [ [ ] νκω ? ! [ [ ] | ||
Ἰστέον ὅτι ἔδει νόμῳ τῶν εἰς ω προστακτικῶν διὰ τοῦ ετω γενέσθαι τὸ τρίτον , ἀλλὰ φιληδεῖ τὸ α : |
: ἀποκείρεται σὸν ἄνθος πόλεος , ὁ Διὸς ἔκγονος , μέλεος Ἑλλάς , ἃ τὸν εὐεργέταν ἀποβαλεῖς ὀλεῖς μανιάσιν λύσσαις | ||
Κάλανος , ὁ μάταιος ὑμέτερος φίλος καὶ οὐχ ἡμέτερος : μέλεος καὶ τῶν ἀθλίων ἐλεεινότερος τὴν ψυχὴν ἑαυτοῦ ἀπώλεσε φιλαργυρήσας |
πρόφασις καλῶς εὑρημένη : τὸν γὰρ γέροντα διαβαλοῦμαι τήμερον . Οἴμοι . τί [ δήποτ ' ] ἐστί ; μῶν | ||
ἐλύσσα . Τὸν δὲ νεβρὸς ἐξ ὕλης ἰδὼν ἔφησεν : Οἴμοι τῷ ταλαιπώρῳ : τί γὰρ μεμηνὼς οὕτως οὐχὶ ποιήσει |
κρηπῖδας καὶ τοὺς θεμελίους . φημὶ δὲ δεῖν ὑμᾶς ] πεπλήρωκεν δὲ ἄχρις ἐνταῦθα τὸν περὶ τοῦ δικαίου λόγον : | ||
ἀλληγορήσειέ τις , ἀδύνατον παραδέξασθαι τὸ προκείμενον : πάντα γὰρ πεπλήρωκεν ὁ θεὸς καὶ διὰ πάντων διελήλυθεν καὶ κενὸν οὐδὲν |
: μὴ ἔχουσά τι πρὸς ἄμυναν ἡ μήτηρ προβάλλεται τὸν κώκυτον , ἵνα δυσωπήσῃ τὸν πολέμιον . . . . | ||
: μὴ ἔχουσά τι πρὸς ἄμυναν ἡ μήτηρ προβάλλεται τὸν κώκυτον , ἵνα δυσωπήσῃ τὸν πολέμιον . . . . |
ταῖς λαγῶσί μου ἐπὶ μῆνας ἑπτά : καὶ εἰ μὴ Ἰακὼβ ὁ πατὴρ ἡμῶν προσηύξατο περὶ ἐμοῦ πρὸς Κύριον , | ||
Μακάριοί εἰσιν οἱ πατέρες ἡμῶν , Ἀβραὰμ , Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ , ὅτι ἐξῆλθον ἐκ τοῦ κόσμου τούτου , καὶ |
ἄγων : Ἡσυχάζων . . προβατίου βίον : Μωροῦ καὶ ἀνοήτου : [ διὰ τὸ ἀδρανὲς τῆς διανομῆς τῶν πραγμάτων | ||
καὶ φροντιστοῦ ἀνδρός , εἰ δὲ εἰς τὰ ἀριστερά , ἀνοήτου . εἰ δὲ εἰς τῶν ἄλλων μερῶν οἷον δή |
πάρεστι λῆψις ὧν ἐρᾷ καθ ' ἡμέραν ἄπελθ ' , ἄπελθε , παῖ : τάδ ' οὐκ ἀκουστά σοι ἀνέκτημαι | ||
λέγεται καὶ ἡ συμπλεκομένη φωνὴ τῷ διανοήματι , οἷον τὸ ἄπελθε : τοῦτο γὰρ καὶ λέξεις , ὃ τετύχηκεν , |
σκοτεινὸν λόγον καὶ τὸν ἁπλοῦν . Θνητός : ἀπὸ τοῦ θανῶ θνῶ θνήσω θνητός . ὀλίγος : ἀσθενής : ὀλίγος | ||
, καὶ θνῶν ἡ μετοχὴ ἀκολούθως : πλεονασμῷ τοῦ α θανῶ , ὁ μέλλων θανήσω , ῥηματικὸν ὄνομα θανητός , |
μητρὸς αὐτῶν γενομένη . ὑπὲρ μὲν οἴνου μηδὲ γρῦ , τίτθη , λέγε : ἂν τἄλλα δ ' ᾖς ἄμεμπτος | ||
Δωδωναῖε „ . καὶ Κρατῖνος Ἀρχιλόχοις ” Δωδωναίῳ κυνὶ βωλοκόπῳ τίτθη γεράνῳ προσεοικώς ” . καὶ τὸ θηλυκὸν Δωδωνίς ἀπὸ |
ἔχων μνήμην σέο πέμπε , φέριστε . Ἄρρηκτ ' , ὀμβριμόθυμε , μεγασθενές , ἄλκιμε δαῖμον , ὁπλοχαρής , ἀδάμαστε | ||
ἔκγονε σεμνή , δῖα , μάκαιρα θεά , πολεμόκλονε , ὀμβριμόθυμε , ἄρρητε , ῥητή , μεγαλώνυμε , ἀντροδίαιτε , |
: οὗτοι δὲ ἐκ γένους εἰσὶν Ἀβραάμ : Ἰδουμαῖοι δὲ Ἠσαῦ τοῦ ἀδελφοῦ Ἰακώβου παιδὸς Ἰσαὰκ υἱοῦ Ἀβραὰμ ἀπόγονοι πεφύκασιν | ||
ἀλλὰ μετρίως γοῦν καὶ μέσως ἐρρύψαντο . τὸ παραπλήσιον ὁ Ἠσαῦ λέγειν ἔοικε τῷ πατρί : ” μὴ εὐλογία σοι |
Ἀλκαίου δέξαι με κωμάζοντα , δέξαι , λίσσομαί σε , λίσσομαι . Καταληκτικὸν δὲ δίμετρον τὸ καλούμενον Ἀνακρεόντειον οἷον ὁ | ||
. , : Ἡρακλείδης δὲ ἀγνοεῖν φησι πολλοὺς ὅτι τὸ λίσσομαι κοινολεκτούμενον Ἀτθίδι διαλέκτῳ γέγονε λίττομαι , παρέσει δὲ τοῦ |
μέγεθος , ἴθι ἀμεταστρεπτὶ πρὸς τὰς δυνάμεις αὐτοῦ καὶ τούτων ἱκέτις γενοῦ , μέχρις ἂν ἀποδεξάμεναι τὸ συνεχὲς καὶ γνήσιον | ||
προστίθημι τῆι φύσει . [ ] ὦ πρός σε γονάτων ἱκέτις Ἀμφιάρεω πίτνω καὶ πρὸς γενείου τῆς τ ' Ἀπόλλωνος |
σὺ δ ' οὔθ ' ὑπερβάλλοντα , τρόφιμ ' , ἀπώλεσας ἀγαθά , τὰ νυνί τ ' ἐστι μέτριά σοι | ||
” . Γ ὅτ ' ἀντέδωκα Γ : τότε με ἀπώλεσας , ὅτε καὶ ἀντὶ τούτων μνᾶν ἔδωκα . Γ |
πάσχεις . σήμηνον ὅπη ] εἰπὲ ποῦ . . ἡ μογερὰ ] ἡ ἀθλία . . ἂ ἄ , ἔα | ||
τὰ κῶλα . βαρυδότειρα ] βαρέα καὶ δυστυχῆ διδοῦσα . μογερὰ ] ἀθλία . πότνια ] σεβασμία . πότνια ] |
παῖς , ἣ κατὰ Σπάρτην ποτ ' ἦν . πόθεν μολοῦσα ; τίνα τὸ πρᾶγμ ' ἔχει λόγον ; Λακεδαίμονος | ||
' οἶδεν : ἀλλ ' οὐκ οἶσθα σὺ ὁπόταν ἄφνω μολοῦσα διολέσῃ κακούς . μακάριος ὅστις νοῦν ἔχων τιμᾷ θεὸν |
μόρφνος ὁ ἀετὸς , ἐκ τοῦ πρᾷος καὶ εὐμενὴς ὁ πρευμενὴς , ἐκ τοῦ ἠλεὸν καὶ μάταιον ἠλέματον , ἐκ | ||
ἀκραιφνὲς αἶμ ' ὅ σοι δωρούμεθα στρατός τε κἀγώ : πρευμενὴς δ ' ἡμῖν γενοῦ λῦσαί τε πρύμνας καὶ χαλινωτήρια |
οὐκ ἔμειν ' ἐλθεῖν τράπεζαν νυμφίαν , οὐδὲ παμφώνων ἰαχὰν ὑμεναίων , ἅλικες οἷα παρθένοι φιλέοισιν ἑταῖραι ἑσπερίαις ὑποκουρίζεσθ ' | ||
. . . . . . . [ καλῶν ] ὑμεναίων [ ] θιασείαις ? [ ἀνδράσι ] ? τερπνοῖς |
τοῦ ἀνδρὸς παρουσίᾳ πρὸς τὸ εὐθυμότερον μετατεθεὶς ἀνέκραγον , „ σῶσον „ εἰπών , ” ὅστις εἶ , πρὸς θεοῦ | ||
ἥκω δεῦρ ' ὑποστρέψας πάλιν λέξω : γυναῖκα τήνδε μοι σῶσον λαβών , ἕως ἂν ἵππους δεῦρο Θρηικίας ἄγων ἔλθω |
, ὡς ἐπιδείξομεν . ” εἶπε ” γάρ φησι „ Σάρα πρὸς Ἀβραάμ : ἰδοὺ συνέκλεισέ με κύριος τοῦ μὴ | ||
τῶν θνητῶν αἱ βελτιώσεις γίνονται πρὸς τὰ ἄφθαρτα . ” Σάρα δὲ ἡ γυνὴ Ἀβραὰμ οὐκ ἔτικτεν αὐτῷ . ἦν |
Εἶδος ἀετοῦ [ ὁ ἁλιαίετος ] ἐν θαλάσσῃ διαιτώμενος . ἄπελθ ' ἀφ ' ἡμῶν καὶ σὺ καὶ τὰ στέμματα | ||
δ ' ὅτῳ πάρεστι λῆψις ὧν ἐρᾷ καθ ' ἡμέραν ἄπελθ ' , ἄπελθε , παῖ : τάδ ' οὐκ |
γαίης . ἡ δ ' ὅτε δή ρ ' ὀλοοῖο κασιγνήτου νόον ἔγνω κλαῖεν ἀηδονίδων θαμινώτερον , αἵτ ' ἐνὶ | ||
ὁ Προμηθεύς . οὐ δῆτ ' , ἐπεί με καὶ κασιγνήτου τύχαι : Ἰαπετὸς ὁ τοῦ Κρόνου ἀδελφὸς ἐκ θυγατρὸς |
καὶ χρηματιστικῶν , αὐτός τε ἄχθομαι ὑμᾶς τε τοὺς ἑταίρους ἐλεῶ , ὅτι οἴεσθε τὶ ποιεῖν οὐδὲν ποιοῦντες . καὶ | ||
„ εἶπεν „ οἱ κοινωνοῦντες ἐμοὶ ταυτησὶ τῆς στέγης , ἐλεῶ ὑμᾶς , ὡς ὑφ ' αὑτῶν ἀπόλλυσθε , οὔπω |
λόγῳ ποικίλλοντές τε καὶ περιγράφοντες ὡς βάρβαρος βαρβάρῳ | καὶ μύστης μύστῃ παρέχων διαφυγὴν καὶ σωτηρίαν : ὁ δὲ Φράβιθος | ||
αὐτῆς γεννώμενος ἱεροφάντης ἐγένετο : ἱερὸς γὰρ ὁ δράκων καὶ μύστης [ καὶ πᾶσι μυστηρίοις παρών ] . ἦν δὲ |
ἔτι τοὺς πόδας ἀνθρώπου ξενιζομένου πρὸς ἡμᾶς . ἀκούσας δὲ Ἰσαὰκ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ λαλοῦντος ταῦτα , ἐδάκρυσεν , καὶ | ||
' ὑμῶν . Καὶ εἰ μὴ δι ' Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ τοὺς πατέρας ἡμῶν , εἷς ἐκ τοῦ |
ζῶν , πολλὰ δ ' εἰς Ἅιδου μολών , Φιλάμμονος παῖ , τῆς ἐμῆς ἥψω φρενός : ὕβρις γάρ , | ||
ἢ ἁπλῶς ὄνομα κύριόν τινος λέγει . . ἢ Στίλβωνος παῖ . διασύρει δὲ τοῦτον , ὡς παῖδα ἔχοντα . |
χρησμῳδοῦντας καὶ ἰδίᾳ καὶ δημοσίᾳ ; ἢ διότι ἡ μὲν πρόμαντις καθίζουσα ἐπὶ τρίποδος , ἐμπιμπλαμένη δαιμονίου πνεύματος , χρησμῳδεῖ | ||
' ἄγει νιν , ἁ δ ' ἐφείπετ ' οὐ πρόμαντις ὧν ἔμελλεν : ὁ δὲ συνεργὸς ἄλλ ' ἔπρασς |
βέβακες δαιμόνων ἁγώμενος : Δίκταν εἰς ἐνιαυτὸν ἕρπε καὶ γέγαθι μολπᾷ , τάν τοι κρέκομεν πακτίσι μείξαντες ἅμ ' αὐλοῖσιν | ||
βέβακες δαιμόνων ἁγώμενος : Δίκταν εἰς ἐνιαυτὸν ἕρπε καὶ γέγαθι μολπᾷ . Ἁμῖν [ θόρε , κἐς σταμνία ] , |
ἑκόντες , ἕως αὐτῶν τοῦτ ' ἐν ταῖς ψυχαῖς τὸ δύστηνον ἐνοικεῖ πάθος : οἵ γε τελευτῶντες ὑπὸ τυράννῳ ποιήσασθαι | ||
τέλος δέ οἱ ἔπλετ ' ὄλεθρος . ὃς καὶ τὸν δύστηνον ὑπήγαγε κόσσυφον ἄτῃ δμηθῆναι , χαλεπῆς δὲ γάμων ἤντησεν |
περὶ ταῦτα εἱμαρμένην ἣν ἂν σὺ ἐπικλώσῃς δεῖ ἀνα - τλῆναι ἐλεγχόμενον . οὐ μέντοι περαιτέρω γε ὧν προτίθεσαι οἷός | ||
ὑπομένω , γίνεται τλάς καὶ ἄτλας , ὁ μὴ δυνάμενος τλῆναι : ἐξ αὐτοῦ ἀτάλλων , ὁ ἀπαθὴς καὶ μὴ |
διὰ τοῦ κύριος καὶ θεός , τοῦ δὲ νοητοῦ ἀγαθοῦ σωτὴρ καὶ εὐεργέτης αὐτὸ μόνον , οὐχὶ δεσπότης ἢ κύριος | ||
δὲ μηδὲ κλέπτης ὁ τοῦ μαινομένου κλέψας τὸ ξίφος , σωτὴρ δέ , οὐδὲ μοιχὸς ὁ τὴν πλουσίαν διαφθείρας ἀλλὰ |
, ἐπειδὴ καὶ τυφλόν μ ' ὠνείδισας : σὺ καὶ δέδορκας κοὐ βλέπεις ἵν ' εἶ κακοῦ , οὐδ ' | ||
, καὶ βοᾶι † κυναγὸς ὥς † : Πυλάδη , δέδορκας τήνδε ; τήνδε δ ' οὐχ ὁρᾶις Ἅιδου δράκαιναν |
ὅτου χάριν αὐτὸν ἐπεβοήσατο . τὸ δὲ ἀντεφθέγξατο πρὸς τὸ ὄρσο ἔχει τὴν δύναμιν καὶ πάγκοινον τὸν χῶρον καλεῖ διὰ | ||
ἀκολούθει εἰς τὴν ἐσομένην πάγκοινον χώραν , τὴν Ὀλυμπίαν . ὄρσο τέκνον δεῦρο : ταῦτα παρὰ Ἀπόλλωνος πρὸς Ἴαμον : |
ν ἐπιδόντων τῶν κακοποιῶν , ἐὰν δὲ Ἑρμῆς καὶ Ἄρης μεσῆλιξ ἔσται ὁ ζητούμενος , ἐὰν δὲ Κρόνος καὶ Ἑρμῆς | ||
διὰ τὸ ἑῷον οὔτε γέρων διὰ τὸν Κρόνον , ἀλλὰ μεσῆλιξ μεμιγμένου τοῦ στοχασμοῦ ἔκ τε τοῦ παιδὸς καὶ τοῦ |
ἀσπαίροντες : πηδῶντες , ψυχοῤῥαγοῦντες , κινούμενοι , ταραττόμενοι . Μόρον : θάνατον . ἠμείψαντο : ἀντήλλαξαν . πολυκμήτων : | ||
ἡμᾶς ἔρχεται καί φησιν , ὅτι ἡ Νὺξ ἐγέννησε τὸν Μόρον , τὴν Κῆρα , τὸν Θάνατον . ἐπεὶ γὰρ |
. τίς ἂν φράσειε : ὁ τοῦ ἐν ἄστει τιμωμένου σωτῆρος Διὸς ἱερεύς . μηδενὸς ἔτι θύοντος Διί τε καὶ | ||
, τέκνα μὴ θάνως ' Ἡρακλέους , βωμὸν καθίζω τόνδε σωτῆρος Διός , ὃν καλλινίκου δορὸς ἄγαλμ ' ἱδρύσατο Μινύας |
νῦν δέ μιν ἀκλειῶς Ἅρπυιαι ἀνηρέψαντο : οἴχετ ' ἄϊστος ἄπυστος , ἐμοὶ δ ' ὀδύνας τε γόους τε κάλλιπεν | ||
ἔπλετο μῦθος : ταχὺς , ἄλοχος . . . . ἄπυστος : ἀνήκουστος : ἀπὸ τοῦ πεύθω πέπευσμαι πέπευσται πευστός |
ῥοίζοισι τινασσομένη κατὰ χεῦμα . ἀλλά , μάκαιρα θεά , πολυώνυμε , παμβασίλεια , ἔλθοις εὐμενέουσα καλῶι γήθοντι προσώπωι . | ||
' , ἐπιλήνιε Βάκχε , διμάτωρ , σπέρμα πολύμνηστον , πολυώνυμε , λύσιε δαῖμον , κρυψίγονον μακάρων ἱερὸν θάλος , |
. Ἔτι ὑγιαίνων εἶπε πρὸς αὐτούς : Ἀκούσατε , τέκνα Ἀσήρ , τοῦ πατρὸς ὑμῶν , καὶ πᾶν τὸ εὐθὲς | ||
πατέρων μου . Καὶ ἰδὼν ἐκεῖ Ἰούδαν καὶ Γὰδ καὶ Ἀσήρ , τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ , εἶπεν αὐτοῖς : Ἀναστήσατέ |
ἠξίουν δούλους φονεύειν φασγάνοις ἐλευθέροις . τύχην τοιαύτην σῶν κασιγνήτων κλύεις . ἐγὼ μὲν οὖν οὐκ οἶδ ' ὅτῳ σκοπεῖν | ||
ἀθυμίας : καὶ παραλύεταί μου τὰ μέλη ἐλαύνομαι ] διώκομαι κλύεις ] † ἤγουν ἤκουσας πραχθέντ ' ] ἃ ἐπράχθη |
ἑλεῖν οὐκ ἴσχυσαν . Ἀσδρούβας δὲ ὁ στρατηγὸς τῶν Καρχηδονίων βλασφημούμενος ὑπὸ τῶν ἰδίων διὰ τὸ μὴ πολεμεῖν , ἀναζεύξας | ||
τὴν ἀρχὴν μηδεμίαν ἔχειν ἀξιόλογον ἀφορμὴν εἰς τὸν πόλεμον . βλασφημούμενος γὰρ ἐπὶ τῷ δοκεῖν τὸν πόλεμον αὔξειν ὑπελάμβανε τῇ |
φωναὶ γενέσθωσαν καὶ ὕμνοι . ἐγκιρνάτω τίς μιν γλυκὺν κώμου προφάταν : τοίνυν τὸν κρατῆρα τὸν ἱστάμενον ἐπὶ τῇ νίκῃ | ||
κˈρατῆρα φωνὰ γίνεται . ἐγκιρνάτω τίς νιν , γλυκὺν κώμου προφάταν , ἀργυρέαισι δὲ νωμάτω φιάλαισι βιατάν ἀμπέλου παῖδ ' |
ἡμῶν . Καὶ νῦν , τέκνα , ἔγνων ἀπὸ γραφῆς Ἐνώχ , ὅτι ἐπὶ τέλει ἀσεβήσητε ἐπὶ Κύριον , χεῖρας | ||
πρὸς τὸν ἀμείνω μεταβαλόντα , ὃς καλεῖται παρὰ μὲν Ἑβραίοις Ἐνώχ , ὡς δ ' ἂν Ἕλληνες εἴποιεν „ κεχαρισμένος |
οὖς σου δικασώμεθα . καὶ εἶπεν ὁ θεός : ἐρώτησον Ἀβραὰμ τὸν πατέραν ὑμῶν , ποῖον υἱὸν δικάζεσθαι ἐν πατρί | ||
ἀπερινόητον καὶ ἀκατάληπτον : ὥστε τὸ „ ὤφθη κύριος τῷ Ἀβραὰμ „ λέγεσθαι ὑπονοητέον οὐχ ὡς ἐπιλάμποντος καὶ ἐπιφαινομένου τοῦ |
δῆτ ' ἐκεῖνον : Τὸν δόλιον δηλονότι , ἀλλὰ τὸν Ἐριούνιον . 〛 πρὸς τὴν ἐκδοχὴν τοῦ Ἐριουνίου , ὅτι | ||
ἐναργῶς τὸ νοούμενον , διὰ τοῦτο εἶπεν αὐτὸν ἀργειφόντην . Ἐριούνιον καὶ σῶκον , ἔτι δ ' ἀκάκητα λόγων ἐμφρόνων |
, κρατῆρά τ ' αἴρου καὶ τὸν ἥδιστον κέρα . ἀπόλωλα : πέπλων μ ' ὤλεσαν περιπτυχαί . κακός σε | ||
ἐπὶ τῇ λίμνῃ ἑστώς ; Ὅτι , ὦ Μένιππε , ἀπόλωλα ὑπὸ τοῦ δίψους . Οὕτως ἀργὸς εἶ , ὡς |
ὤνθρωπον λέγοντες καὶ τὰ ὅμοια . οὕτω καὶ τὸ ἄναξ ὤναξ . εἰ δέ ἐστιν ἀττικὴ συναλοιφὴ ἀντὶ τοῦ ὦ | ||
τοῦ κλῦθι ἀττικῶς , τὸ εὐκτικὸν ἀντὶ προστακτικοῦ . * ὤναξ ἀντὶ τοῦ * ἄναξ δωρικῶς ὀξύνεται : τὸ γὰρ |
ἐπὶ ῥιπὸς πλέοις . Ἰσότητα δ ' αἱροῦ καὶ πλεονεξίαν φύγε . Ἰδίας νόμιζε τῶν φίλων τὰς συμφοράς . Ἰατρὸς | ||
' ἀθάνατοι θεοὶ ἄλλοι . οὐδὲ γὰρ οὐδὲ βίη Ἡρακλῆος φύγε κῆρα , ὅς περ φίλτατος ἔσκε Διὶ Κρονίωνι ἄνακτι |
ἐπιόντι , ξὺν νῷ ἑλομένῳ , συντόνως ζῶντι κεῖται βίος ἀγαπητός , οὐ κακός . μήτε ὁ ἄρχων αἱρέσεως ἀμελείτω | ||
ἱερὸν ἐξ ἱερῶν ὠδίνων τέλεον εὐθὺς καὶ ὁλόκληρον , ὁ ἀγαπητός , ὁ πολύευκτος , ὁ σεβαστὸς ἐκ τοῦ λίκνου |
ἀχύρων τετρύγηκας σῖτον : ἐπὶ τῶν μηδενὸς ἀγαθοῦ μεταλαγχανόντων . Αὐτὴ νῦν ἡ σοφία ζῇ : ἐπί τινος εὐδαιμονοῦντος . | ||
νερτάτου τοῦ κνημιαίου , παρὰ τὴν ἔνδεσιν τοῦ ποδός . Αὐτὴ δὲ διὰ τῆς ἐπιγουνίδος ἐς τὸ ἐντὸς διὰ τῆς |
μοι ἐφαίνετο ἐν τῇ γνώμῃ . Τί φὴς , ὦ Ἱππόκρατες , ἐν τῇ γνώμῃ σοι ἐφαίνετο ; τί οὖν | ||
, ὁ δὲ τὸ διηνεκὲς οἰστρομανίην ἔχει τῆς ἀσελγείης . Ἱππόκρατες , μὴ γελάσω τὸν κλαίοντα δι ' ἔρωτα , |
ἥλιος λάμπων φλογὶ αἰγυπτιώσει Κίλιξ δὲ χώρα καὶ Σύρων ἐπιστροφαί ἄτρυτος ἐν πόνοις ὃς τόνδ ' ἔχεις τὸν σηκόν , | ||
σφαλλόμενον συνεχύθη καὶ συνεταράχθη . Ἀλλ ' ἡ Διὸς πραγματεία ἄτρυτος οὖσα καὶ διηνεκὴς καὶ ἀκοίμητος , καὶ μηδέποτε ἀπαγορεύουσα |
τε φίλην † ὑπὸ σειραίοις ποσὶν † ἕλκουσαν τέκνα καὶ γεραιὸν πατέρ ' Ἡρακλέους . δύστηνος ἐγώ , δακρύων ὡς | ||
μᾶλλον δὲ μέρος τοῦ ἔπους οὔτε σχέτλιον καλεῖν ἀνεχόμενος οὔτε γεραιὸν προσειπεῖν καρτερῶν ὅνπερ εὐχόμην νέον ἰδεῖν . Ἥκει δὴ |
παρὰ τὸ πάντα κεκτῆσθαι δοκεῖν , τῆς δὲ ἑτέρας ὁ Ἄβελ , | ἑρμηνεύεται γὰρ ἀναφέρων ἐπὶ θεόν . ἀμφοτέρας | ||
τι πρὸς αὐτούς . Πορευθέντες δὲ ἀμφότεροι εὗρον πεφονευμένον τὸν Ἄβελ ἀπὸ χειρὸς Κάϊν τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ . καὶ λέγει |
ἦλθες εἰς τοὺς ἐμοὺς δόμους . ἐπειδὴ εἶπεν ὦ δυστυχεστάτα παντάλαινα νύμφα , ἐπήγαγεν οἰκτροτάτη γάρ , ἀντὶ τοῦ : | ||
' ἄχη ] πανάθλια . δεῖ πανταλαίνου εἶναι , ἢ παντάλαινα . εὕρηται δὲ ἐν πολλοῖς καὶ καλοῖς βιβλίοις οὕτω |