| τος κλίνεται : ἔρως ἔρωτος , γέλως γέλωτος , Νέπως Νέπωτος : τὰ δὲ μακρὰν τὴν παραλήγουσαν ἔχοντα οὐκέτι διὰ | ||
| τὰ μὲν διὰ τοῦ τος κλίνονται , ὡς τὸ Νέπως Νέπωτος , ἔρως ἔρωτος , τὰ δὲ διὰ καθαροῦ τοῦ |
| ὀνομάτων τὰ μὲν διὰ τοῦ τος κλίνονται , ὡς τὸ Νέπως Νέπωτος , ἔρως ἔρωτος , τὰ δὲ διὰ καθαροῦ | ||
| τος κλίνονται , οἷον γέλως γέλωτος , ἔρως ἔρωτος , Νέπως Νέπωτος Καὶ ἀποροῦσί τινες λέγοντες , καὶ πῶς τὸ |
| λοιπὸν πλεονάσαν τὸ ι ἐφύλαξε τὴν αὐτὴν κλίσιν καὶ ἐγένετο εἵλως εἵλωτος . Ἰστέον δὲ ὅτι οἱ Λακεδαιμόνιοι πάντας τοὺς | ||
| , οἷον Μίνως Μίνωος , ἥρως ἥρωος . Σεσημείωται τὸ εἵλως εἵλωτος , ὅτι μακρᾷ παραληγόμενον διὰ τοῦ τος ἐκλίθη |
| πάντως τὸν αὐτόν : ἰδοὺ γὰρ τὸ μὲν ἱδρώς καὶ ἀπτώς καὶ ἀγνώς ὀξύνονται , τὸ δὲ ἱδρῶτος καὶ ἀπτῶτος | ||
| Τὰ ἀπὸ παρακειμένου συντεθέντα διὰ τοῦ ΤΟΣ κλινόμενα ὀξύνεται : ἀπτώς ἀγνώς . Τὰ εἰς ΩΣ σύνθετα ἀπὸ τῶν εἰς |
| εἰς ως καὶ καταβιβαζομένου τοῦ τόνου : κλίνεται δὲ τοῦ τετυφότος , ὡς ἱδρῶτος : καὶ τὸ μὲν ἱδρὼς φυλάττει | ||
| οἷον Ἀραρώς Ἀραρότος Ἀραρόσιν , Ὑποδεδιώς Ὑποδεδιότος Ὑποδεδιόσιν , τετυφώς τετυφότος τετυφόσι , πεποιηκώς πεποιηκότος πεποιηκόσι : ταῦτα γὰρ οὐ |
| τύχω οὗ δέομαι ; Ἐγὼ δέ σοι λέγω ὅτι ὡς τευξόμενος ἀπέρχου ; οὐχὶ δὲ μόνον , ἵνα πράξῃς τὸ | ||
| , χάριν τε ὧν παρεσχόμην αὐτῷ κομιούμενος καὶ προμηθείας δηλονότι τευξόμενος παρ ' αὐτοῦ ; Καὶ οὐκ ἔσθ ' ὅπως |
| τεχθέντων καὶ ὁμοίως λεγομένων . Αἰάντειος γέλως : ἐπὶ τῶν παραφρόνως γελώντων . Ὁ Αἴας γὰρ παραφροσύνην νοσήσας καὶ μανεὶς | ||
| ἐπὶ τῶν μηδὲν ὠφελούντων . Αἰάντειος γέλως : ἐπὶ τῶν παραφρόνως γελώντων . Αἲξ οὔπω τέτοκεν , ἔριφος δ ' |
| τὸ ὕδωρ ; ὁ δὲ ἔφη : αὐτὸ δείξει . Ὀστράκου περιστροφή : ἐπὶ τῶν διὰ τάχους εἰς φυγὴν ὁρμώντων | ||
| τοῦτο παραπαίζεται διὰ τὴν ἐμφέρειαν τῶν σύκων πρὸς ἄλληλα . Ὀστράκου μεταπεσόντος : ἐπὶ τῶν ἀπροφασίστως μεταβαλλομένων ἀπὸ τῶν πρώην |
| Κύρν ' , οὐδ ' εὐλαβίης ἐστὶ περὶ πλέονος . Χρυσοῦ κιβδήλοιο καὶ ἀργύρου ἀνσχετὸς ἄτη , Κύρνε , καὶ | ||
| γὰρ πολύ φασι παραλλάττειν τοῦ ἄλλου τὸν Κολοφώνιον χρυσόν . Χρυσοῦ λαλοῦντος πᾶς ἀπρακτείτω λόγος : πείθειν γὰρ οἶδε καὶ |
| , ὀτρηρὸς θεράπων Μενελάου κυδαλίμοιο , βῆ δ ' ἴμεν ἀγγελέων διὰ δώματα ποιμένι λαῶν , ἀγχοῦ δ ' ἱστάμενος | ||
| , μνήσαιτο δὲ θούριδος ἀλκῆς . βῆ δ ' ἴμεν ἀγγελέων πρὸς δώματα ποιμένι λαῶν . αὐτίκα δ ' Αἴγισθος |
| Τυνδαρίων ἐν Ταυρομενίῳ , καὶ ἕτεροι τῶν ἐλαττόνων πόλεων . Φιντίας δὲ καὶ Ἱκέτας πρὸς ἀλλήλους πόλεμον ἐνστησάμενοι παρετάξαντο περὶ | ||
| Εὐθυκλῆς , Ὄψιμος , Κάλαϊς , Σελινούντιος Συρακούσιοι Λεπτίνης , Φιντίας , Δάμων Σάμιοι Μέλισσος , Λάκων , Ἄρχιππος , |
| νοήσω νοήμων νοήμονος , ἐλεήσω ἐλεήμων ἐλεήμονος , παλαίσω Παλαίμων Παλαίμονος : ὁμοίως καὶ τὸ Ἀνδραίμων Ἀνδραίμονος : δαίσω δαίμων | ||
| ὁ ἵππος ὁ Πήγασος . τοῦ περιβόλου δέ ἐστιν ἐντὸς Παλαίμονος ἐν ἀριστερᾷ ναός , ἀγάλματα δὲ ἐν αὐτῷ Ποσειδῶν |
| Ὄκκελος καὶ Ὄκκιλος [ ] ἀδελφοί . Βυνδάκου ἀδελφή , Ὀκκελὼ καὶ Ἐκκελὼ τὼ Λευκανώ . . , . . | ||
| , Φίλτυς θυγάτηρ Θεόφριος τοῦ Κροτωνιάτου , Βυνδάκου ἀδελφή , Ὀκκελὼ καὶ Ἐκκελὼ τὼ Λευκανώ , Χειλωνὶς θυγάτηρ Χείλωνος τοῦ |
| σεσημείωται τὸ γῆρας διὰ τοῦ η γραφόμενον . Τὰ εἰς ωρ οὐδέτερα μονογενῆ διὰ τοῦ ω μεγάλου γράφονται : οἷον | ||
| ε κλίνεται . Ὁ Νέστωρ τοῦ Νέστορος . Τὰ εἰς ωρ ὀξύτονα , εἴτε μονοσύλλαβα εἴτε ὑπὲρ μίαν συλλαβήν , |
| πάλιν , χαλκῆν ἢ ὀστρακίνην ; ἀπεφήνατο , οὐδετέραν . Σαρδώνιος γέλως : ἐπὶ τῶν μὴ ἐκ χαιρούσης ψυχῆς γελώντων | ||
| ἄλλαι τε πόλεις πολλαὶ , καὶ Ἰόπη καὶ Λύδα . Σαρδώνιος γέλως : ἐπὶ τῶν ἐπ ' ὀλέθρῳ τῷ σφῶν |
| : καὶ περὶ τετάρτην ἢ πέμπτην ἡμέρην ὑγιής . Τῇ Σίμου ἐν τόκῳ σεισθείσῃ , ἄλγημα περὶ στῆθος καὶ πλευρόν | ||
| ἐπιεικῶς ἐν τῇσι τρίτῃσι δηλοῖ , εἰ διαφθείρει . Τῇ Σίμου τὸ τριηκοσταῖον ἀπόφθαρμα πιούσῃ τι ἢ αὐτόματον : ξυνέβη |
| . τὸ δὲ ξανθός καὶ τυτθός τριγενῆ . Τὰ εἰς ΘΟΣ διβράχεα ὀξύνεται , εἰ μὴ τόπον δηλοῖεν : νόθος | ||
| ἀπὸ ἐπιῤῥημάτων ὀξύνεται : πεζός χθιζός πρωϊζός . Τὰ εἰς ΘΟΣ μονογενῆ δισύλλαβα φύσει μακρᾷ παραλήγοντα μὴ κοινὰ κατὰ γένος |
| ἧς ἐναντία : Ἔννους ὁ μακρὸς λῆρος ἡ παροιμία . Ἀνδρὸς γέροντος ἀσταφὶς τὸ κρανίον : ἐπὶ τῶν εἰς μηδὲν | ||
| ὠὰ ἀφανίζει κυλίων . Ἀνδρὸς γέροντος αἱ γνάθοι βακτηρία . Ἀνδρὸς καλῶς πράσσοντος ἔγγιστα φίλοι . Ἀνδρὸς κακῶς πράσσοντος ἐκποδὼν |
| : χείρων χείρονος : καὶ τὸ χερείων χερείονος : ἀρείων ἀρείονος : ἀμείνων ἀμείνονος , συγκριτικῆς ὕλης ὄντα , καὶ | ||
| εἰς ων συγκριτικὰ διὰ τοῦ ο κλίνεται , κρείσσονος χείρονος ἀρείονος . Τὰ εἰς ων πατρωνυμικὰ διὰ τοῦ ω , |
| ' ἔτλη κακά . βρέφος γὰρ ἦν τότ ' ἐν Κλυταιμήστρας χεροῖν ὅτ ' ἐξέλειπον μέλαθρον ἐς Τροίαν ἰών , | ||
| γ ' ἔθρεψεν Ἑρμιόνην μήτηρ ἐμή . αὕτη βέβηκε πρὸς Κλυταιμήστρας τάφον . . . τί χρῆμα δράσους ' ; |
| Ὑπό : διά . σαρκὸς ἐδωδῆς : σαρκικῆς τροφῆς . Φόνου : αἵματος . λάπτουσιν : πίνουσιν . ἀπημοσύνῃ : | ||
| σπουδῆς εἰς πλοῖα ῥέοντα ἐμβαινόντων καὶ παραβαλλομένων τῷ κινδύνῳ . Φόνου πτερόν : [ τὸν ] διὰ τῶν ὀϊστῶν πτερόεντα |
| δμωός καὶ ὁ δμωός , ὥσπερ παρ ' Ἡσιόδῳ . δμωὸς ἔχων μακέλην , ἀντὶ τοῦ δοῦλος , καὶ λοιπὸν | ||
| ἐρριμμένον , ἀλλ ' ὑπὸ τῆς ἐπιφερομένης γῆς ὑπὸ τοῦ δμωὸς ἀποκρύπτηται περιστρεφόμενος . οἷς εἰκότως ἐπήγαγε : καθόλου γὰρ |
| Δημόσθενες , Διομήδης Διομήδους ὦ Διόμηδες , Ἀριστοφάνης Ἀριστοφάνους ὦ Ἀριστόφανες , ὁ Πολυδεύκης τοῦ Πολυδεύκους ὦ Πολύδευκες , ὁ | ||
| τῆς κλητικῆς καὶ τὰ εἰς ης σύνθετα κύρια , Διόμηδες Ἀριστόφανες , καὶ τὰ παρ ' οὐδετέρων ἐσχηματισμένα εἰς ης |
| σύνθετον Φαγρωριόπολις καὶ Φαγρωριοπολίτης . Φαίαξ καὶ Φαιακία , ἀπὸ Φαίακος . Ἑλλάνικος Ἱερειῶν αʹ ” Φαίαξ ὁ Ποσειδῶνος καὶ | ||
| Εὔπολις ἐν Αἰξὶν οὕτως : πλὴν ἅπαξ ποτ ' ἐν Φαίακος ἔφαγον καρίδας . καὶ ἐν Δήμοις : ἔχων τὸ |
| εἰ οὖν ὁ δεθεὶς ἐξελθὼν ἐν ταῖς εὐθύναις τῶν ἕνδεκα κατηγοροίη ὅτι οὐκ ἐν τῇ ποδοκάκκῃ ἐδέδετο ἀλλ ' ἐν | ||
| αὐτῆς Ὀλυμπιάδος , Ἡράκλεις , τίς ἂν διακονίαν τοῦ τοιούτου κατηγοροίη , ἢ τίς οὐκ ἂν τῶν στεφάνων συνήδοιτο ; |
| δὲ περὶ τοῦ γλαφυροῦ χαρακτῆρος λέξομεν . Ὁ γλαφυρὸς λόγος χαριεντισμός ἐστι καὶ λόγος ἱλαρός . τῶν δὲ χαρίτων αἱ | ||
| τραπόμενος τροπὰς τοῦ Εὐρίπου . . ἔστι δὲ τὸ κῶλον χαριεντισμός . ἐπαινοῦσι δὲ τοῦτο τὸ κῶλον οἱ κριτικοὶ λέγοντες |
| Μοῖσαι φίλαι , ἄρχετ ' ἀοιδᾶς ζάτεις ' : ἆ δύσερώς τις ἄγαν καὶ ἀμήχανος ἐσσί . βούτας μὲν ἐλέγευ | ||
| γὰρ οἶμαι οὐδαμῶς . Ἀλλ ' οὗτος ἐναντίως τοῖς ἄλλοις δύσερώς ἐστι , καὶ ἀμφότερα βούλεται , τό τε ἀργύριον |
| πρὸς τὰς ἄλλας γοῦν κόπρους μίξει παραμυθεῖσθαι . τρίτη ἡ ὀνεία , γονιμωτάτη τῇ φύσει οὖσα , καὶ πᾶσι τοῖς | ||
| , λιβανωτός , ἰὸς σιδήρου , κόπρος αἰγεία ξηρά , ὀνεία , ἱππεία . καὶ καυθεῖσαι δὲ ποιοῦσιν ἄσφαλτος , |
| τὴν Δίρκην , περιφραστικῶς δὲ τὰς Θήβας , τὴν τῆς Ἰοκάστης πατρίδα . ἕτεροι δὲ ὡς ἓν ἀναγινώσκοντές φασιν οὕτως | ||
| εἰς γάμον . . αἱ φιλιώσεις τοῦ Οἰδίποδος καὶ τῆς Ἰοκάστης . . τὸ γὰρ διὰ πολέμου καὶ μάχης αὐτοὺς |
| πληθυντικῶν συναιροῦνται , οἷον Δημοσθένεος Δημοσθένους , Δημοσθενέοιν Δημοσθενοῖν , Δημοσθενέων Δημοσθενῶν , Διομήδεος Διομήδους , Διομηδέοιν Διομηδοῖν , Διομηδέων | ||
| , Πηλέϊ Πηλεῖ , εὐγενέος εὐγενοῦς : οὕτως οὖν καὶ Δημοσθενέων Δημοσθενῶν περισπωμένως : τὸ δὲ Δημοσθενέων παροξύνεται . Καὶ |
| νῦν ἐνδεῶς πράττουσα . ἔχουσι δ ' αὐτὴν Ἀθηναῖοι . Ῥήναια δ ' ἔρημον νησίδιόν ἐστιν ἐν τέτταρσι τῆς Δήλου | ||
| ἀντὶ τοῦ ὠνήσασθαι Ὑπ . ἐν τῷ Δηλ . , Ῥήναια : Ὑπ . Δηλ . ϲύνταξιν ἐν τῷ παρόντι |
| Καλῶς δὲ καὶ σάρκα κινουμένην λέγει τὴν ἐν φθορᾷ . Κινεῖ γὰρ τὰς ἡδονὰς ἡ σὰρξ καὶ κινεῖται ὑπὸ τῶν | ||
| τὸν νέον ὁ τηλικοῦτος , ὁ πατὴρ τὸν υἱόν . Κινεῖ δ ' ἔλεον καὶ λόγος τις γινόμενος πρὸς κτήματα |
| . Μελαναιγίδα Διόνυσον ἱδρύσαντο ἐκ τοιαύτης αἰτίας . αἱ τοῦ Ἐλευθῆρος θυγατέρες θεασάμεναι φάσμα τοῦ Διονύσου ἔχον μέλαιναν αἰγίδα ἐμέμψαντο | ||
| , ἀπὸ Ἀώρας νύμφης . μετωνομάσθη δ ' Ἐλευθήρα ἀπὸ Ἐλευθῆρος ἑνὸς τῶν Κουρήτων . ὁ πολίτης Ἀώριος , ἢ |
| κατειργασμένον γνώρισμα , καὶ διὰ τὸ τοῦ ἤθους ἀπαίδευτον μᾶλλον ἐλεεῖται . Σωπάτρου . Ἀπὸ τῶν εὐπορωτέρων ἐπὶ τὰ ἀπορώτερα | ||
| Ἡ σωφροσύνη πάρεστιν , ἂν μετρῇς σεαυτόν . Ὁ πένης ἐλεεῖται , ὁ δὲ πλούσιος φθονεῖται , Ὁ μέσως δὲ |
| τε βαρύτονον καὶ τὸ περισπώμενον : ὀπτὴρ ὁ σκοπός : ὄτλος ὁ μόχθος , ὁ πόνος : ὄτλημα ἡ κακοπραγία | ||
| καὶ πλεονασμῷ τῆς αλ συλλαβῆς ὀτραλέως . . , : ὄτλος : παρὰ τὸ τλῶ , τὸ κακοπαθῶ , ῥηματικὸν |
| ὀξεῖαν συνέρχονται , οἷον ζωός ζώς , Νηρηΐς Νηρῄς , ἑσταώς ἑστώς , βεβαώς βεβώς : οὕτως οὖν καὶ ποός | ||
| ἢ τοῦ η εἰς α . κατὰ δὲ τὸ ἕσταα ἑσταώς γίνεται καὶ δεδαώς ἐκ παρακειμένου τοῦ δέδαα , οὕτω |
| καὶ μαστίχης γράμματα στ . καὶ μαλάσσει τὴν κοιλίαν . Μέλιτος ξστα ἤτοι ξέστ . α . οἴνου ξεε ἤτοι | ||
| , Ἀέρα , Νεφέλας καὶ τὰ τοιαῦτα . Ἄνυτος καὶ Μέλιτος . . . ⌈ δράμα [ δράματα ] . |
| ΠΡΩΤΟΣ Ο ΔΙΑ ΤΟΥ ΑΡΣΕΝΙΚΟΥ Ο ΒΑΠΤΩΝ ΤΟΝ ΧΑΛΚΟΝ , ΩΣ ΕΝ ΤΟΥΤΟΙΣ . Ἀρσένικον ὅ ἐστι θεῖον καὶ ταχέως | ||
| χρυσοῦν , χαλκοῦς χαλκοῦν , εὔνους εὔνουν . Τὰ εἰς ΩΣ λήγοντα ἔχοντα οὐδετέρου παρασχηματισμὸν ὁμοτονοῦσιν : ἀξιόχρεως ἀξιόχρεων , |
| . Λάμπη , πόλις Κρήτης , Ἀγαμέμνονος κτίσμα , ἀπὸ Λάμπου τοῦ Ταρραίου . τὸ ἐθνικὸν Λαμπαῖος . Κλαύδιος δὲ | ||
| φέρτατος ἀνδρῶν , Λαομεδοντιάδηςἡ διπλῆ ὅτι οὗτος Τρωικὸς Δόλοψ , Λάμπου υἱὸς τοῦ ἀδελφοῦ Πριάμου , ὁμώνυμος τῷ ἐν τῇ |
| ὅλον ἔχων πρὸς τὸν οὐρανὸν ἔλαθε καταπεσὼν εἰς φρέαρ . ὀδυρομένου δὲ αὐτοῦ καὶ βοῶντος παριών τις ὡς ἤκουσε τῶν | ||
| τὰς Διομήδους ἵππους . τοῦτον ἐκεῖσε πορευόμενον ἐξένισεν Ἄδμητος . ὀδυρομένου δὲ τοῦ Ἀδμήτου τὴν συμφορὰν τῆς Ἀλκήστιδος , ἀνακτησάμενος |
| ἐπικαμπὲς τῶν ὀνύχων . ἠγκυλωμένος : Ἀγκύλη εἶδος ἀκοντίου . κύμινδις : Τὴν κύμιδιν οὐκ ἀνέγραψεν ὁ Καλλίμαχος . μήποτε | ||
| συνοχεύς . σύστασις . ὑπερκόσμιος . χαλκίς . . . κύμινδις . οὐ φέρει με τοῦ δοχῆος ἡ τάλαινα καρδία |
| , . . . . Βλεμεαίνων : τῇ ἑαυτοῦ δυνάμει γαυριῶν καὶ ἐπαιρόμενος , μαργαίνων καὶ ἐνθουσιῶν . παρὰ τὸ | ||
| καὶ ἐρι καὶ νη καὶ βου , βουγάϊος ὁ μέγα γαυριῶν , καὶ ἀρι καὶ δα , δάφοινος ὁ ἄγαν |
| Ἐκκελὼ ἀδελφαὶ Ὀκκέλω καὶ Ὀκκίλω τῶν Λευκανῶν , Χειλωνὶς θυγάτηρ Χείλωνος τοῦ Λακεδαιμονίου , Κρατησίκλεια Λάκαινα γυνὴ Κλεάνορος τοῦ Λακεδαιμονίου | ||
| ἀδελφή , Ὀκκελὼ καὶ Ἐκκελὼ τὼ Λευκανώ , Χειλωνὶς θυγάτηρ Χείλωνος τοῦ Λακεδαιμονίου , Κρατησίκλεια Λάκαινα γυνὴ Κλεάνορος τοῦ Λακεδαιμονίου |
| ΗΣ : χερνής χερνῆσσα , ἀργῆς ἀργῆσσα , Κρής Κρητός Κρῆσσα , θής θῆσσα . Τὰ εἰς Α βραχὺ ἀπαρασχημάτιστα | ||
| προγινώσκει καὶ ὑγείαν ἀέρος καὶ εὐφορίαν καρπῶν . Ἡ δὲ Κρῆσσα κύων κούφη καὶ ἁλτικὴ καὶ ὀρειβασίαις σύντροφος : καὶ |
| . ἀλλ ' ὀστρίμων μὲν ἀντί , Γαμφηλὰς ὄνου καὶ Λᾶν περήσεις , ἀντὶ δ ' εὐχίλου κάπης καὶ μηλιαυθμῶν | ||
| πορθεῖν τοὺς λαούς . * Λαπερσίοις παρὰ τὸ πέρσαι τὴν Λᾶν πόλιν Λακωνικήν . ἢ παρὰ τὸ πέρθειν τοὺς λαοὺς |
| τιμὴν προκριθέντας καὶ ὑπὸ τῶν αὐτῶν κατὰ φθόνον συνεγκλειομένους . Ψύλλα δέ ποτέ τινι πολλὰ ἠνώχλει . Καὶ δὴ συλλαβών | ||
| τὸ προκατειλῆφθαι τὸ πρωτότυπον , ἔχον αὐτοῦ τὸν τύπον . Ψύλλα , χωρίον μεταξὺ Ἡρακλείας καὶ τοῦ Πόντου . Μένιππος |
| . . . . οὐ γάρ τι πρήξεις ἀκαχήμενος υἷος ἑῆος , οὐδέ μιν ἀνστήσεις , πρὶν καὶ κακὸν ἄλλο | ||
| σὸν κατὰ θυμόν : οὐ γάρ τι πρήξεις ἀκαχήμενος υἷος ἑῆος , οὐδέ μιν ἀνστήσεις , πρὶν καὶ κακὸν ἄλλο |
| ὁ Πρηξάσπης τάδε : Ὤνθρωπε , φὴς γὰρ ἥκειν παρὰ Σμέρδιος τοῦ Κύρου ἄγγελος , νῦν ὦν εἴπας τὴν ἀληθείην | ||
| δὴ μάγος τελευτήσαντος Καμβύσεω ἀδέως ἐβασίλευσε , ἐπιβατεύων τοῦ ὁμωνύμου Σμέρδιος τοῦ Κύρου , μῆνας ἑπτὰ τοὺς ἐπιλοίπους Καμβύσῃ ἐς |
| καὶ μεγάλην εὔνοιαν παρὰ τῶν Ῥωμαίων ἐκτήσατο . Καῖσαρ τοῦ θύτου λέγοντος ἀπαίσια τὰ ἱερὰ , καὶ μὴν ἀμείνω ἔφη | ||
| τὴν κλητικήν , οἷον Χρύσης Χρύσου ὦ Χρύση , θύτης θύτου ὦ θύτα , Τέννης Τέννου ὦ Τέννη , τοξότης |
| ἄελλαι , Ἀπολλώνιος . ἔδει εἰπεῖν Αἰῆτα , ὡς τοξότης τοξότα , Ὀρέστης Ὀρέστα , ἀλλ ' Ἰωνικῶς ἔτρεψε τὸ | ||
| : ἀντὶ τοῦ αὐτοῦ τὴν χεῖρα . . . . τοξότα , λωβητήρ , κέραι ἀγλαέ , παρθενοπῖπα : ἡ |
| μένος ἄσχετος ἤσθιε Κύκλωψ ἰφθίμους ἑτάρους : σὺ δ ' ἐτόλμας , ὄφρα σε μῆτις ἐξάγαγ ' ἐξ ἄντροιο ὀϊόμενον | ||
| νυμφείους εἰς ἀγκώνων εὐνὰς ἐκδώσειν λέκτροις . δεινά γ ' ἐτόλμας , Ἀγάμεμνον ἄναξ , ὃς τῶι τῆς θεᾶς σὴν |
| , χρηστοῖσι δούλοις ξυμφορὰ τὰ δεσποτῶν κακῶς πίτνοντα καὶ φρενῶν ἀνθάπτεται . ἐγὼ γὰρ ἐς τοῦτ ' ἐκβέβηκ ' ἀλγηδόνος | ||
| τὸν πατέρα . τὸ δὲ αὐτίκα διαίξαν ἀντιδράττεται εὐθὺς καὶ ἀνθάπτεται τῆς καρδίας καὶ πειρᾶται ἐξωθεῖν τὴν ὀδύνην ἀπρὶξ ἐχομένην |
| διὰ τὴν ἐπιθυμίαν τοῦ ἔρωτος . ἀκραέος : τοῦ ἄκρως φυσῶντος ἢ εὐκραοῦς , καλοῦ καὶ ἀμιγοῦς ἢ ἠρέμα πνέοντος | ||
| ἀναπνοάς . φυσιόωντα : μεγάλα , πνευστιῶντα . φυσιόωντος : φυσῶντος καὶ ἐκπνέοντος , ἢ φυσιόωντος ἀντὶ τοῦ σοβαρῶς καὶ |
| [ [ ] ! ε κινδύνους ἄρα [ ] ς ἤθληται μάτην [ ] πας ? δετ [ ! ] | ||
| , ὁ παρακείμενος ἤρεσμαι , ἀρεστής καὶ ἀρεστήρ , ὡς ἤθληται ἀθλητής καὶ ἀθλητήρ . οὕτως Ἡρωδιανὸς ἐν ιβʹ Καθολικῆς |
| τὰ μὲν ἔχοντες , εἰς δὲ τὰ βλέποντες μάχονται . Μόλις ἥψω τῶν σαυτοῦ καὶ γέγονας ἐπιστάτης τῶν τῇ σῇ | ||
| εἰσδέξασθαί τινας : οἷον καὶ καθ ' ἡμᾶς ἐγεγόνει . Μόλις γὰρ ἀνόπλους ὄντας ἡμᾶς δύο παρεδέξαντο πρὸς τὸ κατανοῆσαι |
| ἐφ ' ὑψηλοῦ ὄρους κειμένη . τὸ ἐθνικὸν Φύσκιος . Φύσκος , πόλις Λοκρίδος , ἀπὸ Φύσκου τοῦ Αἰτωλοῦ [ | ||
| ' ἐκ Κρήτης καὶ χρῆσθαι νόμοις ἰδίοις . Ἑξῆς δὲ Φύσκος πολίχνη λιμένα ἔχουσα καὶ ἄλσος Λητῷον : εἶτα Λώρυμα |
| εὐφυῶς ἐσχετλίασεν ἐπάγων τὸ ” ἀλεξίκακε “ , τουτέστιν ” ἀποτρόπαιε “ καὶ ” ὦ τὰ δεινὰ ἀπείργων “ . | ||
| παντελῶς , κατὰ πάντα τρόπον , ἐξ ὁλοκλήρου . Ἄπολλον ἀποτρόπαιε : ὁ ἀποτρέπων τὰ δεινά , ἀλεξίκακος γὰρ ἦν |
| ἐκ πεπρωμένης τινός . ὡς καὶ παρ ' Ὁμήρῳ : μοιρηγενὲς ὀλβιόδαιμον . γνησίαις : ἰδίαις . γνήσια γὰρ τὰ | ||
| ' ὁ γέρων ἠγάσσατο φώνησέν τε : ὦ μάκαρ Ἀτρεΐδη μοιρηγενὲς ὀλβιόδαιμον , ἦ ῥά νύ τοι πολλοὶ δεδμήατο κοῦροι |
| διαφέρει . ὑποψία μὲν γάρ ἐστι κακοῦ τινος ὑπόνοια , ὑφόρασις δὲ δόξα ἐπὶ τὸ χεῖρον ταχθεῖσα . ὑπόσχεσις ἐπαγγελίας | ||
| διαφέρει . ὑποψία μὲν γάρ ἐστι κακοῦ τις ὑπόνοια , ὑφόρασις δὲ δόξα ἐπὶ τὸ χεῖρον . ὑπάρξαι τό τε |
| , συνεσχολακὼς δὲ πολὺν Ἀριστάρχῳ χρόνον συνετάξατ ' ἀπὸ τῆς Τρωϊκῆς ἁλώσεως χρονογραφίαν στοιχοῦσαν ἄχρι τοῦ νῦν χρόνου . . | ||
| . Σμινθεῦ ἐπίθετον Ἀπόλλωνος , κατὰ τὸν Ἀρίσταρχον ἀπὸ πόλεως Τρωϊκῆς Σμίνθης καλουμένης . ὁ δὲ Ἀπίων ἀπὸ τῶν μυῶν |
| ; οὐ θέμις ἀκοῦσαί ς ' , ἔστι δ ' ἄξι ' εἰδέναι . εὖ τοῦτ ' ἐκιβδήλευσας , ἵν | ||
| τηλουρὸς οὖσα δωμάτων κλύω βοήν . τί δ ' ; ἄξι ' ἡμῖν τυγχάνει στεναγμάτων . εὔφημος ἴσθι : τί |
| φάγε : περιττὸν εἰς τὸν οἶκόν σου μὴ εἰσενέγκῃς . Ἑρμηνεία . Τῇ γαστρὶ τὸ περισσὸν χαίρων σὺ διδούς , | ||
| ἀφθονίαν . Ὁ καεὶς ἔζησεν καὶ ὁ γελῶν ἀπέθανεν . Ἑρμηνεία . Ὁ πλούσιος τρυφῇ κωμάζων ἔθανεν , Ὁ δὲ |
| πνευμάτων τάδε . Ἀνατέλλων ὁ ἥλιος καυματίας κἂν μὴ ἀποστίλβῃ ἀνεμῶδες τὸ σημεῖον : καὶ ἐὰν κοῖλος φαίνηται ὁ ἥλιος | ||
| , ἵνα μὴ ὑπ ' ὄμβρων φθαρῶσι . τὸ φθινόπωρον ἀνεμῶδες καὶ ὑγιεινόν . ἡ ἄμπελος εὐφορήσει . ἐπιτήδειον τὸ |
| Κτησιφῶν ὦ Κτησιφῶν , Δημοφῶν ὦ Δημοφῶν , Ἱπποκῶν ὦ Ἱπποκῶν , ταῶν ὦ ταῶν , Τυφῶν ὦ Τυφῶν , | ||
| ' ἢ συνθέτων , ὡς τὸ Δημοφῶν Ξενοφῶν Ἀγλαοφῶν Κτησιφῶν Ἱπποκῶν Δεξικρῶν , ἢ παρασυνθέτων , ὥσπερ τὸ Ποσειδῶν . |
| Αἰόλου τοῦ Ἕλληνος τοῦ Διός . παῖς Ἱππομέδοντος Πολύδωρος ἢ Δημοφῶν : ἒ ἒ ὡς γαῦρος ὡς φοβερός : ἐπηρμένος | ||
| ' ἀνηλωκέναι φασὶ σὺν ταῖς ἑπτὰ καὶ ἑβδομήκοντα μναῖς : Δημοφῶν δὲ καὶ πρὸς ὀφείλοντας ἡμᾶς ἐνέγραψε . ταῦτ ' |
| , ὥς φησι Πολέμων , ἱδρύσαντο ναὸν Ἀφροδίτης Λαμίας : ἐρωμένη δὲ Δημητρίου ἡ Λαμία ὡς καὶ ἡ Λέαινα . | ||
| Ἐπικούρου τοῦ φυσικοῦ σχολασάσης θυγάτηρ , Σώφρονος δὲ γεγονυῖα πρότερον ἐρωμένη , παρακολουθοῦσα διότι ἀποκτεῖναι βούλεται τὸν Σώφρονα ἡ Λαοδίκη |
| ὑβρίζομαι . Ἔοικε διὰ πολλοῦ χρόνου ς ' ἑορακέναι . Ποίου χρόνου , ταλάνταθ ' , ὃς παρ ' ἐμοὶ | ||
| πάλιν λύοντας , ὡς τόδ ' αἷμα χειμάζον πόλιν . Ποίου γὰρ ἀνδρὸς τήνδε μηνύει τύχην ; Ἦν ἡμίν , |
| τροπῇ τοῦ τ εἰς θ . Νοῦς . παρὰ τὸ νῆσσα , καὶ σωρεῦσαι ἀπὸ τῶν ἐντιθεμένων αὐτῇ φορτίων : | ||
| Νῆσσα . παρὰ τὸ νέω τὸ κολυμβῶ , νέσα καὶ νῆσσα , τροπῇ τοῦ ε εἰς η . Νῆστης . |
| . τὰ δὲ πράγματα φιλοπαιγμοσύνη , παιδιά , γέλως , κομψεία , χαριεντισμός , στωμυλία , φιλοσκωμμοσύνη εὐσκωμμοσύνη σκῶμμα , | ||
| Ἀττικοί , κατὰ χειρῶν Ἕλληνες . κοχώνη ἡ ὑπογλουτίς . κομψεία Ἀττικοί , πανουργία Ἕλληνες . κότινος Ἀττικοί , ἀγριέλαιος |
| φθόνος ἥπτετο αὐτοῦ , καὶ ἔλεγε ” μακάριος Χαιρέας , εὐτυχέστερος ἐμοῦ . “ Ἐπεὶ δὲ ἅλις ἦν τῶν διηγημάτων | ||
| παρατάξεως ἐξιὼν οὐκ ἐπειράθη , τί δύναται πολεμίων σίδηρος . εὐτυχέστερος μὲν ἴσως Ἀριστομένης , ἀγαθώτερος δ ' ἡμῶν οὐκ |
| εἰς α παραγόμενα ἐθνικά εἰσι , Φοῖνιξ Φοίνισσα , Κίλιξ Κίλισσα . τοῦτο δὲ μὴ ὂν ἐθνικὸν ὁμοίως οὐ λέγεται | ||
| : ὁ κνησμός . . . , . ἄδανα : Κίλισσα πόλις , ἀπὸ Ἀδάνου τινός . ὁ πολίτης Ἀδανεύς |
| ἀθλία τύχης . χαῖρ ' , ὦ τεκοῦσα , χαῖρε Κασσάνδρα τέ μοι . . . χαίρουσιν ἄλλοι , μητρὶ | ||
| αὐτῶι ἑτέρα ἀπήνη , ἔνθα ἦν τὰ λάφυρα καὶ ἡ Κασσάνδρα . αὐτὸς μὲν οὖν προεισέρχεται εἰς τὸν οἶκον σὺν |
| ' ἑταῖρος . Τοῖο δ ' ἕκητί μ ' ἐκεῖνος ἀμοιβήδην ἀρέσασθαι ἱέμενος , λιπαραῖον ἐπίκλησιν παρὰ πατρὸς ὤπασεν ἀφνειοῖο | ||
| , ἐπὶ δὲ λόφοι ἐσσείοντο φοινίκεοι : καὶ τοὶ μὲν ἀμοιβήδην ἐλάασκον , τοὶ δ ' αὖτ ' ἐγχείῃσι καὶ |
| καὶ μνῆμα τῷ Πύρρωνι οὐ πόρρω τοῦ Ἠλείων ἄστεως : Πέτρα μὲν τῷ χωρίῳ τὸ ὄνομα , λέγεται δὲ ὡς | ||
| γʹ καὶ ιεʹ : Τῆς δὲ Πετραίας Ἀραβίας ἡ μὲν Πέτρα τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχει ὡρῶν ιδ , καὶ διέστηκεν |
| Μυρλεανὸς Βιθυνιακῶν αʹ . Ἐν δὲ Κρήτῃ ἠράσθη Λύκαστος τῆς Κύδωνος θυγατρὸς Εὐλιμένης , ἣν ὁ πατὴρ Ἀπτέρῳ καθωμολόγητο , | ||
| Κ καὶ Λέλεγες καὶ Καύκωνες δῖοί τε Πελασγοί , Κύδων Κύδωνος : οὕτως οὖν καὶ Λάκων Λάκωνος . Δεῖ προσθεῖναι |
| εἴρηνται τοῖς ἄλλοις . ἐν τῇ Σικελίᾳ δὲ γίνεται ἡ θάψος . ταύτης δὲ τῷ χυλῷ χρῶνται πρὸς ὄφεις . | ||
| , διεξελεύσομαι . Ἔστι τις νῆσος Σικελία , ἐν ᾗ θάψος τις λεγομένη γίγνεται βοτάνη . Ταύτης τῆς θάψου τὴν |
| κλίνονται , οἷον Ἄραψ Ἄραβος , Πέλοψ Πέλοπος , Κίνυψ Κίνυφος . Ἐν ταὐτῷ δὲ ζητοῦμεν , διατί τὰ εἰς | ||
| καὶ ἀπρόσ - βατος . τὸ ἐθνικὸν Αἰγιλίπιος , ὡς Κίνυφος Κινύφιος , Ἄραβος Ἀράβιος , Φρυγός Φρύγιος , καὶ |
| λαβεῖν ἑκατὸν Βαβυλῶνας ἐπὶ τῷ μὴ Ζώπυρον ἔχειν ὁλόκληρον . Κρεῖσσον ὀλίγον φωτίζεσθαι , ἢ παντελῶς σκοτίζεσθαι . Κριτὴς κάκιστος | ||
| διδόναι τοὺς ἀδικοῦντας , ἐλεεῖσθαι δὲ τοὺς ἀδίκως κινδυνεύοντας . Κρεῖσσον δὲ χρὴ γίγνεσθαι ἀεὶ τὸ ὑμέτερον δυνάμενον ἐμὲ δικαίως |
| , ὡς εἶναι διὰ τὴν τούτου δόξαν ἀθανάτους αὐτούς . Ἑρμᾶ δὲ θυγατρός : Ἰφίων πρόγονος Ἀλκιμέδοντος : οἱ δὲ | ||
| : ὡς καὶ Αἰσχύλος φησίν : ἐναγώνιε Μαίας καὶ Διὸς Ἑρμᾶ . προστάτης γὰρ ὁ Ἑρμῆς τῶν ἀγώνων . κόσμον |
| οὐδαμῶς τε ἀδυνάτου καρτερεῖν , πολλὰ ὅμως ἀνάξια λέγοντος καὶ θρηνοῦντος ἑκάστοτε παρὰ τῇ θαλάττῃ διὰ πόθον τῆς πατρίδος : | ||
| πένθους ἐμοῦ , τοῦτο μὲν τὸν βασιλέα μετὰ τῶν ἄλλων θρηνοῦντος , τοῦτο δὲ τὸν ἑταῖρόν τε καὶ φίλον . |
| διὰ καθαροῦ τοῦ τος , ἀλλὰ διὰ τοῦ ντ , Θόαντος γάρ . Πρόσκειται βαρύτονα διὰ τὰ ὀξύτονα , οἷον | ||
| ἐπὶ ἀρσενικῶν καὶ οὐδετέρων , οἷον Αἴας Αἴαντος , Θόας Θόαντος , λέβης λέβητος , Πάρις Πάριδος , βῆμα βήματος |
| , τούτου ? [ ] ? δὲ ? [ καὶ Ἰόλης ] ⌊ Κλεοˈδαῖον ⌋ [ ] ? , Κλεοδαίου | ||
| . γ . Ἴφιτος αὖθ ' ἵππους διζήμενος . τὸν Ἰόλης ἔρωτα οὐκ οἶδεν ὁ ποιητής , οὐδὲ ὡς ἀποτυχὼν |
| ! αις ξιφοκτον [ ὥσπερ ? καὶ Τελαμων ? [ αὐτοκτόνος ] ? ? ὤλετο [ [ ] ! ! | ||
| καθαρὸς καὶ ἄμεμπτος ὑπάρχει . Ξ ὁμαίμοιν ] ἀδελφοῖν . αὐτοκτόνος ] αὐτοχειρίᾳ γενόμενος . Ξ διαπαντὸς αἰσθήσεται τὸ μίασμα |
| καὶ Φτιώτιδος ὑπὸ τῷ πέρατι τῆς Ὄθρυος . ἀπέχει δὲ Ἴτωνος ὡς ἑξήκοντα σταδίους . κτίσαι δ ' αὐτὴν Ἀθάμαντα | ||
| δὲ λαοὺς ἀφ ' ἑαυτοῦ Βοιωτοὺς ὠνόμασε . Βοιωτοῦ δὲ Ἴτωνος γενόμενος ἐτέκνωσεν υἱοὺς τέτταρας , Ἱππάλκιμον καὶ Ἠλεκτρύωνα , |
| παράσημον . λεύκασπις ] ὁ λευκὰς ἀσπίδας ἔχων . Ξ λεύκασπις ] ὁ λευκὴν ἀσπίδα φέρων . λεύκασπις ] + | ||
| τὸ ἀσπίς ἀσπίδος , μῆνις μήνιδος , ἁπλᾶ διὰ τὸ λεύκασπις λευκάσπιδος : ταῦτα γὰρ μὴ ὄντα κύρια οὐκ ἐκλίθησαν |
| συντελὴς ] ἡ συντελέσασα καὶ συμπράξασα αὐτῶι . ἐξεύχεται ] καυχᾶται . τὸ δρᾶμα ] ἤγουν ὅτι πλέον ἔδρασεν ἢ | ||
| καύχησις καὶ ἡ ὑπόσχεσις καὶ ἡ προσευχή . ἐπεύχεται ] καυχᾶται . ἐπεύχεται ] + καυχᾶται ἢ ἀρᾶται . καὶ |
| βία ] ὁ Πολυφόντης . βίᾳ ] δυνάμει . φερέγγυον φρούρημα : ἱκανὸν φρουρεῖν τὴν πατρίδα . φερέγγυον ] ἀξιόμαχον | ||
| θ φερέγγυον ] πιστὸς φύλαξ . φρούρημα ] ἀσφάλεια . φρούρημα ] φύλαγμα . φρούρημα ] τῶν κατ ' αὐτῶν |
| , τῶν Δωριέων εἰς α βραχὺ τρεπόντων , ὡς Ἄρτεμις Ἄρταμις : κατιὼν δὲ καὶ συστέλλει . αἴκα : ἀντὶ | ||
| μὲν ἀντὶ τοῦ Ε λαμβάνεται , οἷον Ἄρτεμις κοινῶς καὶ Ἄρταμις δωρικῶς : καὶ ἀντὶ τοῦ Η , μῆνις κοινῶς |
| τῶν πάντων ὑπερεῖχε . χρόνου δὲ ἐπιγενομένου ἀνδρούμενος οὐδὲν τοῦ Φημίου ὑποδεέστερος ἦν ἐν τῇ διδασκαλίᾳ . καὶ οὕτως ὁ | ||
| ὁ δὲ Αἰγεὺς Πανδίονος υἱὸς ἦν , ἀλλ ' οὐ Φημίου . πάλαι δοκεύει : Θησεὺς ὑπόνοιαν παρέσχεν ὅτι μέλλει |
| μου , ἴδε : ἡ σταφυλή μου κατέβη . καὶ χανόντος ὁ ἰατρὸς ἀποστρεφόμενος ἔλεγεν : Οὐχὶ ἡ σταφυλή σου | ||
| γονὴν μὴ κυΐσκηται , ξυμβαίνει δὲ τοῦτο πλείστῃσι τοῦ στομάχου χανόντος τῆς μήτρης παρὰ φύσιν , τὰ ἐπιμήνια πλείω γίνεται |
| ” Εὐνοῦχος ἦλθε πρὸς θύτην ὑπὲρ παίδων σκεψόμενος . ὁ θύτης δ ' ἁγνὸν ἧπαρ ἁπλώσας “ ὅταν μέν ” | ||
| Κράτητος . Εἰ δέ τις εἴποι , ὅτι καὶ τὸ θύτης ἀπὸ ῥήματος ἔχει τὸ σύμφωνονἀπὸ γὰρ τοῦ τέθυταιφαμέν , |
| δὲ ΚΖΓ τῷ ΚΗΓ , τὸ ΑΕΚ τρίγωνον μετὰ τοῦ ΚΗΓ ἴσον ἐστὶ τῷ ΑΘΚ τριγώνῳ μετὰ τοῦ ΚΖΓ : | ||
| τῷ ΑΘΚ τριγώνῳ ἐστὶν ἴσον , τὸ δὲ ΚΖΓ τῷ ΚΗΓ , τὸ ΑΕΚ τρίγωνον μετὰ τοῦ ΚΗΓ ἴσον ἐστὶ |
| τεύξεσθαι ὑπασπίδια προβιβῶντος . ἀλλ ' ὃ μὲν ἄντα ἰδὼν ἠλεύατο χάλκεον ἔγχος : πρόσσω γὰρ κατέκυψε , τὸ δ | ||
| ἀκόντισε δουρὶ φαεινῷ : ἀλλ ' ὃ μὲν ἄντα ἰδὼν ἠλεύατο χάλκεον ἔγχος τυτθόν : ὃ δὲ Σχεδίον μεγαθύμου Ἰφίτου |
| πόλις Σικελίας . τρίτη Λιβύης . ὁ πολίτης Κυδωνιάτης καὶ Κύδων καὶ Κυδώνιος καὶ Κυδωναῖος , καὶ Κυδωνία θηλυκῶς καὶ | ||
| μᾶλλον ἐδικαίου αὐτὴν τεθνάναι . Ἐπειδὴ δὲ ἐσφαγιάσθη , ὁ Κύδων τὸν ἱερέα κελεύει αὐτῆς διατεμεῖν τὸ ἐπομφάλιον , καὶ |
| . τὸ ” βρῦν “ πρόσφθεγμα παιδικῶν καὶ νηπίων . πρόσφθεγμα παιδικόν . βρῦν εἴποις ] δι ' οὗ ἐμφαίνουσι | ||
| θρηνεῖ . αἴλινα : ἤτοι θρηνητικά . ἱὴ παιῆον : πρόσφθεγμα καταφρονοῦντος ? ? . ἀναβάλλεται : ὑπερτίθεται . πέτρος |
| , οὐ μὴν ἐγχρίπτεσθαι . οὐκοῦν ἐπεὶ τῆς ἐπιβουλῆς τοῦ Σκύθου σοφώτερα ἦν τὰ ζῷα , ἐπηλύγασεν ἱματίοις τὸν καὶ | ||
| | . . . . . . ] εἰς τοῦ Σκύθου τὴν γνώμην ἀνήγετο τέως ἐρῶντα αὐτὸν καὶ ἐκάλει | |
| τὰ δ ' ἐκ θεῶν του : πανταχῆι δ ' ὀλώλαμεν . τίς οὖν ἂν εἴη μὴ πεφυκότων γέ πω | ||
| ὄγκος καὶ δόμων εὐδοξία : ἡμεῖς δ ' ἀβούλως κἀκλεῶς ὀλώλαμεν . ἐπεὶ γὰρ ἡμᾶς ηὔνας ' Ἑκτόρεια χείρ , |
| τε φοιβάσουσιν , ἀστεργῆ χόλον ἀστῶν φυγοῦσαι . πᾶς γὰρ Ἰλιεὺς ἀνὴρ κόρας δοκεύσει , πέτρον ἐν χεροῖν ἔχων ἢ | ||
| . πέμπτη Θρᾴκης κατὰ Βιζύην . τὸ ἐθνικὸν Ἰλιεύς „ Ἰλιεὺς ὁ Ἀπόλλων ἐν Τροίᾳ ” , καὶ θηλυκὸν Ἰλιάς |
| πόσις σός , παῖδ ' ἔδωκ ' αὐτῶι θεός . ὀτοτοτοῖ : τὸν ἐμὸν ἄτεκνον ἄτεκνον ἔλακ ' ἄρα βίοτον | ||
| ἐρημώσας ' ] ἤγουν ἀφεῖσα . στροφή . ἡμέτερον + ὀτοτοτοῖ : αἱ περίοδοι αὗται πᾶσαι καλοῦνται ὡς εἴρηται ἀλλοιόστροφοι |
| οὕτως : Ἄγει δὲ ἑαυτὴν ἡ χάρις ἀντὶ ἔργων φίλων ὀπιζομένη καὶ ὄπισθεν ἐρχομένη ποίτινος καὶ ἀμει - πτική : | ||
| τοὺς Λοκροὺς χάριν ὁμολογεῖν τῷ Ἱέρωνι , προευεργετήσαντι αὐτούς . ὀπιζομένη ἤτοι ἐπιστρεφομένη : ἢ ὅτι μετὰ αἰδοῦς καὶ θράσους |
| , ὄρνις ὄρνιθος , Λάχης Λάχητος , βότρυς βότρυοςπρόσκειται περιττοσυλλάβως κλινόμενα διὰ τὸ κοχλίας κοχλίου , Αἰνείας Αἰνείου : ταῦτα | ||
| Αὐγέας . Τὰ εἰς ΔΗΣ δισύλλαβα μὴ διὰ τοῦ ΟΥΣ κλινόμενα βαρύνονται : Πύδης ᾅδης Γράδης μέδης . τὸ μέντοι |