| καὶ γὰρ δεκέμβολον Αἰσχύλος εἶπε τὴν τοῦ Νέστορος ναῦν ἐν Μυρμιδόσιν . τριέμβολον οὖν . ἔστι δὲ ἐπίφθεγμα τάχους . | ||
| πρίω μοι τριῶν σιδαρέων : ὅθεν καὶ ἐν τοῖς Στράττιδος Μυρμιδόσιν εἴρηται ἐν τοῖς βαλανείοις προκέλευθος ἡμέρα , ἁπαξάπασα γῆ |
| παρὰ τὸ χλῶ , ἔνθεν καὶ τὸ παρὰ Πινδάρῳ ἐν Ὀλυμπιονίκαις , οἷον , „ τριπλόος ὁ κεχλαδώς „ , | ||
| ἱπποτροφηκότος τοῦ πάππου . λέγει δὲ καὶ Ἐρατοσθένης ἐν τοῖς Ὀλυμπιονίκαις τὴν πρώτην καὶ ἑβδομηκοστὴν Ὀλυμπιάδα νενικηκέναι τὸν τοῦ Μέτωνος |
| κρηνῖδος καθαρῶν ὑδάτων πῶμ ' ἀρυσαίμαν , ὑπό τ ' αἰγείροις ἔν τε κομήτηι λειμῶνι κλιθεῖς ' ἀναπαυσαίμαν ; ὦ | ||
| Τίκτεται δὲ ἄρα ἐν τοῖς τῶν πυρῶν ληίοις καὶ ταῖς αἰγείροις καὶ ταῖς συκαῖς προσέτι τὸ τῶν κανθαρίδων φῦλον , |
| τὰς ἐπιθυμίας Ἑστιαίου πρόχειρον καὶ ἔρωτα ἄλλοτε μὲν τῆς ἐν Ἠδωνοῖς πόλεως , τοτὲ δὲ εἶναι Δαρείου σύμβουλον , ἄλλοτε | ||
| Διονύσου : ἦσαν δὲ ποικίλοι καὶ ποδήρεις . Αἰσχύλος ἐν Ἠδωνοῖς : ὅστις χιτῶνας βασσάρας τε Λυδίας ἔχει ποδήρεις . |
| ὀχούμενοι , μαχαίρας τετραπήχεις ἔχοντες , τὸν ἀριθμὸν ἴσοι τοῖς ἅρμασι . ναῦς δὲ ποταμίας κατεσκεύασε διαιρετὰς δισχιλίας , αἷς | ||
| δὲ Θετταλῶν . οὗτος ἀσεβὴς εἰς θεοὺς γενόμενος , προσάπτων ἅρμασι βύρσας ξηράς τε καὶ σκληράς , καὶ λέβητάς τινας |
| τῷ λόγῳ τῶν εἰς ος δισυλλάβων ἐπὶ νήσων , Ἴμβριος Ἄνδριος . Ἰστρία , χώρα κατὰ τὸν Ἰόνιον κόλπον . | ||
| : ηὐλαβήθη . ὀρρωδέειν : ἀγωνιᾶν , φοβεῖσθαι . οἶνος Ἄνδριος : ὁ εὔτονος , ἢ ὁ ἀπὸ Ἄνδρου τῆς |
| βίον . : Ἀρτέμων δ ' ἐν τῷ πρώτῳ Περὶ Διονυσιακοῦ συστήματος Τιμόθεόν φησι τὸν Μιλήσιον παρὰ τοῖς πολλοῖς δόξαι | ||
| ἐκρύσεις : ἔπειτα δὲ μετωνομάσθη Ματιόπολις : ὕστερον δὲ , Διονυσιακοῦ ἀγάλματος προσπεσόντος ἐκ τῆς θαλάττης τοῖς τόποις , Διονυσόπολιν |
| Ἡροδότου δὲ φάσκοντος μετὰ τὸν ἐν Πλαταιαῖς φόνον ἐν τοῖς Περσικοῖς νεκροῖς εὑρεθῆναι κεφαλὴν μηδεμίαν ἔχουσαν ῥαφῆς συμβολήν . λέγει | ||
| . . Ϙδ ∠ ʹ κγ καὶ ἕτερα παράλληλα τοῖς Περσικοῖς , ἀφ ' ὧν οἱ δυτικώτεροι τοῦ Σαμυδάκους ῥέουσι |
| , Κύκνωι ? [ , . . . . . σατυρικῶι Κατάλογ . : Δαναΐδες . . . . , | ||
| εὐληματεῖ : λήματος καὶ ἀνδρείας εὖ ἔχει . Αἰσχύλος Κερκυόνηι σατυρικῶι . . Λέξ . ῥητορ . . , . |
| μὴ ὀλιγωρήσαντι ἀλλὰ γενναίως ἐνεγκόντι ἆθλον ἐδίδοσαν . Παρὰ τοῖς Φρυξὶν ἐτιμᾶτο ἡ Ῥέα ἡ μητὴρ τῶν θεῶν . ταύτῃ | ||
| Φρυγία δ ' ἰδίως εἴρηται διὰ τὸ θρησκεύεσθαι παρὰ τοῖς Φρυξὶν ἐξόχως , παρ ' οἷς καὶ ἡ τῶν γάλλων |
| τὴν Μυσίαν παρεγένοντο κἀκεῖ νομίσαντες εἶναι τὴν Ἴλιον ἐπολέμουν τοῖς Μυσοῖς , ὁ Τήλεφος πάντας εἰς φυγὴν ἐτρέψατο καὶ μέχρι | ||
| σημειωτέον ὅτι τὸ ἀκανθῶδες φυτόν , ἡ ῥάμνος , παρὰ Μυσοῖς καὶ Λυδοῖς φιλέταιρις ὀνομάζεται . * ἐπίκλησιν : ἐπίθετον |
| Διώνυσον ἐν Λίμναισιν ἰαχήσαμεν , ἡνίχ ' ὁ κραιπαλόκωμος τοῖς ἱεροῖσι Χύτροισι χωρεῖ κατ ' ἐμὸν τέμενος λαῶν ὄχλος . | ||
| παντὸς ἑκάστοις ὁ πρῶτος ἐνιαυτός : ὃν γεγράφθαι χρεὼν ἐν ἱεροῖσι πατρῴοις ζωῆς ἀρχή . κόρῳ καὶ κόρῃ παραγεγράφθω δ |
| ἐστεμμένον μίτραις . αὕτη δ ' ἐστεφάνωτο κισσίνῳ χρυσῷ καὶ βότρυσι διαλίθοις πολυτελέσιν . εἶχε δὲ σκιάδα καὶ ἐπὶ τῶν | ||
| νῦν μὲν τὰ λήϊα κομᾷ τοῖς ἀστάχυσι καὶ ἡμερίδες τοῖς βότρυσι καὶ ἀκρόδρυα τοῖς ὡραίοις , καὶ κατάκομα τῶν δένδρων |
| νόμους γράψαι φησὶν αὐτόν : ὡς δ ' Εὔπολις ἐν Κόλαξιν , Τήιος : φησὶ γάρ , Ἔνδοθι μέν ἐστι | ||
| ὑπὸ Εὐπόλιδος ὡς [ καὶ ] ἀκόλαστος πρὸς γυναῖκας ἐν Κόλαξιν οὕτως : Ἀλκιβιάδης ἐκ τῶν γυναικῶν ἐξίτω . τί |
| . : Ἐμπεδοκλῆς ? [ δ ' ἐν τοῖς ] Ὕμνοις , [ ὡς καὶ παρὰ ] Φιλοχόρωι , Γῆν | ||
| . . . : ταύτην δὲ ὁ μὲν Πίνδαρος ἐν Ὕμνοις Δημοδίκην : Ἱππίας δὲ Γοργῶπιν : Σοφοκλῆς ἐν Ἀθάμαντι |
| λοιπῶν ζῳδίων οὕτως ὥστε τὸ μὲν γʹ ζῴδιον τάξαι τοῖς σκεύεσιν , τὸ δὲ δʹ τῷ τόπῳ ἐν ᾧ ὁ | ||
| τοὺς Δελφοὺς οἱ δὲ Δελφοὶ χαλεπήναντες φιάλην ἱερὰν τοῖς Αἰσώπου σκεύεσιν ὑπέβαλον . ὁ μὲν δὴ οὐκ εἰδὼς τὴν ἐς |
| , ἐξηλλαγμένως , ἀλλ ' ὁμοίως ἵπποις καὶ τοῖς ἄλλοις τετράποσι ζῴοις : κυοῦσι δὲ τοὺς μὲν ἐλαχίστους μῆνας ἑκκαίδεκα | ||
| πτηνῶν ζῴων πᾶσαι δριμύτεραί τε καὶ ξηραντικώτεραι τῶν ἐν τοῖς τετράποσι , τῶν δὲ πτηνῶν αὐτῶν αἵ τε τῶν ἀλεκτορίδων |
| ἀλλὰ δι ' ἑτέραν αἰτίαν , ἧς μνημονεύει Ἡγήσανδρος ἐν Ὑπομνήμασι γράφων ὧδε : τὴν τῶν Ἑταιριδείων ἑορτὴν συντελοῦσι Μάγνητες | ||
| κέρατος τοῦ βοὸς Βουκεραΐδα καλεῖσθαι . Οὕτω Θέων ἐν τοῖς Ὑπομνήμασι τοῦ αʹ Αἰτίου Καλλιμάχου . Οὕτω καὶ Σερῖνος ἐν |
| θυγάτηρ . ἦν δὲ καὶ ἄλλη ὀνοματικῶς Ἀργεία λεγομένη . Καλυδώνιον δέ φησι τὸν Διομήδην , ὅτι Τυδεὺς ἦν ἐκεῖθεν | ||
| γὰρ Ἀγαπήνωρ ὁ υἱὸς Ἀγκαίου . οὗτος δὲ ἐπὶ τὸν Καλυδώνιον κάπρον ἐξελθὼν ἀνῃρέθη ὑπ ' αὐτοῦ . τὸ δὲ |
| ἐν πιθάκναις . . . μνημονεύει αὐτοῦ καὶ Ἀρχίλοχος ἐν Ἐλεγείοις ὡς ποτηρίου οὕτως : ἀλλ ' ἄγε σὺν κώθωνι | ||
| καὶ ἐρωτικώτατον τὸν Ἴωνα : καὶ αὐτὸς δὲ ἐν τοῖς Ἐλεγείοις ἐρᾶν μὲν ὁμολογεῖ Χρυσίλλης τῆς Κορινθίας , Τελέου δὲ |
| κατὰ τοὺς οἴκους . καλεῖται δὲ καὶ Ἀνταία : τοῖς Φρυξὶ γὰρ ὑπαντῶσι φοβερά ἐστιν : ἐντεῦθεν ἄρχεται ἐξηγεῖσθαι : | ||
| Διόνυσον ἀποδειχθέντων νομίμων παρὰ τοῖς Ἕλλησι καὶ τῶν παρὰ τοῖς Φρυξὶ περὶ τὴν μητέρα τῶν θεῶν συνοικειῶν ἀλλήλοις . Εὐριπίδης |
| τοῖς Ἕλλησιν ἐνισχῦσαι τὸν μῦθον , οὐ τοῦ βασιλέως ὀνομαζομένου Βουσίριδος , ἀλλὰ τοῦ Ὀσίριδος τάφου ταύτην ἔχοντος τὴν προσηγορίαν | ||
| τῶν δὲ ξένων τοὺς πλείους : διὸ καὶ περὶ τῆς Βουσίριδος ξενοκτονίας παρὰ τοῖς Ἕλλησιν ἐνισχῦσαι τὸν μῦθον , οὐ |
| ' ὁ Χῖος ὡς περὶ αὐλῶν λέγει : Λυδός τε μάγαδις αὐλὸς ἡγείσθω βοῆς . καὶ Ἀρίσταρχος δὲ ὁ γραμματικός | ||
| ἐν δευτέρῳ περὶ ὀνομασιῶν λέγει οὕτως : ‚ ὁ δὲ μάγαδις καλούμενος αὐλός ‚ καὶ πάλιν μάγαδις ἐν ταὐτῷ ὀξὺν |
| : οὐδέπω γὰρ τὰ τοιαῦτα ἕτοιμα εἰς τροφήν ἐστι . σιροὶ δὲ καὶ κάπετοι καὶ πάντα ἐν οἷς θησαυρίζεται καὶ | ||
| δ ' οὐ λίθοις ἔτι ἀλλὰ σκοροδίοις ὑπὸ τρυφῆς ἑκάστοτε σιροὶ κριθῶν ξανθὰ δ ' Ἀφροδισία λάταξ πᾶσιν ἐπεκτύπει δόμοις |
| ἰσχάδες . ἃ πάντα φησὶν ὁ Λυκόφρων ἐν τοῖς πεποιημένοις σατύροις αὐτῷ , οὓς Μενέδημος ἐπέγραψεν , ἐγκώμιον τοῦ φιλοσόφου | ||
| Τιμοκλῆς ἰδὼν ἐπὶ τῶν ἵππων δύο σκόμβρους ἔφη ἐν τοῖς σατύροις εἶναι . Ὅστις ἀγοράζει πτωχὸς ὢν ὄψον πολύ , |
| γ , τερεβινθίνης οὐγγίας ιβ , στακτῆς ἀπὸ συκίνων ἢ δρυΐνων ξύλων ξέστην ἕνα . Λείου τὸ ἀφρόνιτρον ξηρὸν εὖ | ||
| ἐν τοῖς γάμοις ἔθος ἦν , ἀμφιθαλῆ παῖδα ἀκάνθας μετὰ δρυΐνων καρπῶν στέφεσθαι , καὶ λίκνον ἄρτων πλῆρες περιφέροντα λέγειν |
| Ἀτμεύειν : σημαίνει δὲ τὸ δουλεύειν : Νίκανδρος ἐν † Θηριακοῖς , οἷον : ἥν τε καὶ ἀτμεύειν ἀνέμοις πόρεν | ||
| αἰγοφάγος : ὁ Ζεύς , ὡς παρὰ Νικάνδρῳ ἐν † Θηριακοῖς . . . . . αἰαίην δ ' ἐς |
| ὥραν δεικνύντος φυτοῦ τοῖς αἰγιαλοῖς ἐνθείη τις , πλεῖστον τῶν σηπιῶν ἑσμὸν ὡς ἐπί τι συλλέξει δωμάτιον , μίξει τε | ||
| τῶν ἐχίνων , καὶ Σηπιὰς ἄκρα ἀπὸ τῶν περὶ αὐτὴν σηπιῶν , . . . Προσαγορεύεται δὲ , φησὶν Ἐπαρχίδης |
| μέλη . . . . , : Ἀρμενίδας ἐν τοῖς Θηβαϊκοῖς Ἀμφικτύονος υἱὸν Ἰτωνὸν ἐν Θεσσαλίᾳ γεννηθῆναι , ἀφ ' | ||
| ἀκοντίζουσι δὲ ὡς βάρβαροι . ἴσως γὰρ τότε ἐν τοῖς Θηβαϊκοῖς χρόνοις οἱ μὲν Ἕλληνες ὅπλοις ἐκέχρηντο , οἱ δὲ |
| . Παρ ' Ἀλεξάνδρου δ ' ἐκ Θετταλίας κόλλικα φαγὼν κρίβανος ἄρτων . Οὐκ οἶσθά μ ' ὄντα πρὸς θεῶν | ||
| γῇ . τὰ δὲ ἑξῆς ἀδιανόητα . πνιγεὺς δὲ ὁ κρίβανος ἢ ἡ κάμινος . ] προτιθεὶς οὖν : Δίδυμος |
| ὀξυτόνως ἀνεγνώσθησαν παρὰ τῷ ποιητῇ καὶ ἅπασι τραγικοῖς τε καὶ κωμικοῖς , αἵ τε γραφαὶ οὐκ ἔχουσι τὸ ι προσκείμενον | ||
| ποτήριον . ἀγαθῶν ἀγαθίδες : τάττεται ἡ παροιμία παρὰ τοῖς κωμικοῖς ἐπὶ πολλῶν ἀγαθῶν . ἀγάλλεσθαι : χαίρειν , μεγαλοφρονεῖν |
| , ἦχος ὀρνίθων μουσικῶν , σκιρτήματα ποιμνίων ἀρτιγεννήτων : ἄρνες ἐσκίρτων ἐν τοῖς ὄρεσιν , ἐβόμβουν ἐν τοῖς λειμῶσιν αἱ | ||
| μέσοις ὄντες τοῖς συμποσίοις , ἀπεσείσαντο μὲν τοὺς ἀναβάτας , ἐσκίρτων δὲ καὶ ἐχόρευον καὶ τῇ τε ἄλλῃ τὴν τάξιν |
| καὶ παρὰ Φρυνίχῳ ἴδριδες . οὕτως εὗρον [ σχόλιον ἐν Ὑπομνήματι Ἰλιάδος ] , . , . . . Ἀϊδρεία | ||
| ' αὐτοῦ τὸ ὄρος Ἄτλας ἐκλήθη . οὕτως Λυκόφρονος ἐν Ὑπομνήματι . σημαίνει δὲ καὶ τὸν θεόν , οἷον : |
| . ΥΚΑΙ . [ καὶ ] τὸν ὕκην Καλλίμαχος ἐν ἐπιγράμμασιν ἱερὸν ἰχθὺν καλεῖ διὰ τούτων : θεὸς δέ οἱ | ||
| καὶ λόφον ἐπὶ τῆς κεφαλῆς , ὡς δηλοῖ Ποσείδιππος ἐν ἐπιγράμμασιν . ἤσθιε δὲ καὶ αὐτὴ λίτρας μὲν κρεῶν δώδεκα |
| Ἰτωνιάδος νιν Ἀθαναίας ἐπ ' ἄεθλα | Ὀρμενίδαι καλέοντες : Ἰτὼν πόλις Θεσσαλίας , ἔνθα τιμᾶται Ἀθηνᾶ . γένος δὲ | ||
| Ἰτωνιάδος νιν Ἀθαναίας ἐπ ' ἄεθλα | Ὀρμενίδαι καλέοντες : Ἰτὼν πόλις Θεσσαλίας , ἔνθα τιμᾶται Ἀθηνᾶ . γένος δὲ |
| δύναμιν . Ἰσίδωρος ἔγραψε . . . . , : Ἀρμενίδας ἐν τοῖς Θηβαϊκοῖς Ἀμφικτύονος υἱὸν Ἰτωνὸν ἐν Θεσσαλίᾳ γεννηθῆναι | ||
| . . . . ἀπολομένων . οὕτως καὶ Ἱππομέδων καὶ Ἀρμενίδας γράφουσι : καὶ πυρὰς ποιεῦντες ἑπτὰ ἐπὶ τοῖς † |
| ἁβρότητος γέμων , ἱμέρῳ ῥεόμενος , οἷον αὐτὸν Εὐριπίδης ἐν Βάκχαις εἰδοποιήσας ἐξέφηνε , κισσὸς δ ' αὐτὸν ἔστεφε περιθέων | ||
| γῆρυς . ὅτι δὲ καὶ Διόνυσος μάντις , καὶ ἐν Βάκχαις φησὶ [ ] μάντις δ ' ὁ δαίμων ὅδε |
| τῷ Διομήδει τὸν Διομήδην ὦ Διομήδη , ὁ Ἀριστοφάνης τοῦ Ἀριστοφάνους τῷ Ἀριστοφάνει τὸν Ἀριστοφάνην ὦ Ἀριστοφάνη : ἐπὶ δὲ | ||
| ἡ δὲ μέση διάφορός ἐστι πρὸς ταύτην . ἐπὶ τῶν Ἀριστοφάνους καὶ Κρατίνου καὶ Εὐπόλιδος χρόνων τὰ τῆς δημοκρατίας ἐκράτει |
| ιβʹ , ὧν τελευταῖος ἐπακούσατε δεξάμεναι θυσίαν καὶ τοῖς ἱεροῖσι χαρεῖσαι . καλεῖται δὲ τὸ μέτρον τοῦτο ἀριστοφάνειον , ὡς | ||
| ἱεροῖσι / ] ] θύμασι . φανεῖσαι ] παραγενόμεναι . χαρεῖσαι ] εὐφρανθεῖσαι . τελευταῖος τῶν ἀναπαίστων . ⸎ . |
| Ἱστοριῶν λέγει : Ἀρμενίδας δὲ ἐν τοῖς Θηβαϊκοῖς Ἀμφικτύονος υἱὸν Ἴτωνον ἐν Θεσσαλίᾳ γεννηθῆναι , ἀφ ' οὗ Ἴτων πόλις | ||
| δαινύμενον , ὑβριστὴν ὄντα καὶ Λαπιθῶν σύμμαχον . παριόντα δὲ Ἴτωνον εἰς μονομαχίαν προεκαλέσατο αὐτὸν Κύκνος Ἄρεος καὶ Πελοπίας : |
| ἀχρεῖον καὶ παράορον δέμας κεῖται στενωποῦ πλησίον θαλασσίου ἰπούμενος ῥίζαισιν Αἰτναίαις ὕπο . κορυφαῖς δ ' ἐν ἄκραις ἥμενος μυδροκτυπεῖ | ||
| “ μὴ κέρα ἶπες ἔδοιεν ” . ἱπνούμενος ] καιόμενος Αἰτναίαις ] ταῖς τοῦ ὄρους τῆς Αἴτνης κορυφαῖς ] αὐτῆς |
| τοῦτο ὑπὸ τῶν περιοίκων μιτροχίτωνες , ἐπεὶ Ὅμηρος τοὺς ἀζώστους ἀμιτροχίτωνας καλεῖ . ὅτι Μεγάλη Ἑλλὰς ἐκλήθη πᾶσα σχεδὸν ἡ | ||
| : “ κεφαλαὶ δέ οἱ ἦσαν τρεῖς ἀμφιστρεφέες . ” ἀμιτροχίτωνας ἀζώστους : “ Σαρπηδὼν ἴδ ' ἀμιτροχίτωνας ἑταίρους . |
| κόψας , καταπάσῃ , ἢ στυπτηρίᾳ ῥάνῃ τοὺς κορύμβους . Λευκὸς δὲ ἐκ μέλανος γίνεται , γῆς λευκῆς βραχείσης , | ||
| δεῖ καθ ' ἕν ἕκαστον αὐτοῖς παρατιθέντα μεγαλείως δέ . Λευκὸς Ἀφροδίτης εἰμὶ γὰρ περιστερός . ὁ δὲ Διόνυσος οἶδε |
| ἐν Ἀτάκτοις . . ἀμόραι . τὰ μελιτώματα Φιλήτας ἐν Ἀτάκτοις ἀμόρας φησὶν καλεῖσθαι . μελιτώματα δ ' ἐστὶν πεπεμμένα | ||
| . στάχυν ὄμπνιον : πολύν , δαψιλῆ . Φιλήτας ἐν Ἀτάκτοις Γλώσσαις ἀπέδωκε ὄμπνιον στάχυν τὸν εὔχυλον καὶ τρόφιμον . |
| : ἥτις γὰρ , ἡ Σφὶγξ , ἐν τοῖς πανταχοῦ πετομένοις σου πτεροῖς καὶ ἐν ταῖς σιαγόσιν ὠμὰ τὰ σώματα | ||
| Νόμοις Ἀπροβουλία οὔ μοι ἀρέσκει . Ἀπτῆσι , τοῖς μὴ πετομένοις . Ἄρα , συλλογιστικὸς σύνδεσμος . καὶ ἀντὶ τοῦ |
| κατ ' αὐτῶν . μνημονεύει τοῦ ἐκπώματος καὶ Ἀντιφάνης ἐν Ὁμοίοις οὕτως : ὡς δ ' ἐδείπνησαν καὶ Διὸς σωτῆρος | ||
| ' Ἀντιπάτρου πεμφθὲν μὴ προσέσθαι , ὥς φησι Μυρωνιανὸς ἐν Ὁμοίοις . καὶ χρυσῷ στεφάνῳ τιμηθέντα ἐπάθλῳ πολυποσίας τοῖς Χουσὶ |
| προέχοντες τῶν Δαυνίων εἰς τιμὴν αὐτῆς . ἔστι δὲ πλησίον Σάλπης λίμνης . Σάλπη δὲ λίμνη ἐν Ἰταλίᾳ , * | ||
| , Βότρυν γενέσθαι , εὑρετὴν τῶν παραπλησίων παιγνίων τοῖς προσαγορευομένοις Σάλπης . . . , : Ἡ δὲ Αἴτνη Σικελίας |
| πτωχικοῦ βακτηρίου , καὶ βακτηρία δὲ Περσὶς ἀντὶ καμπύλης καὶ καλαμίνους αὐλούς . τοὺς δὲ κάλως καὶ σχοινία καὶ ὅπλα | ||
| ἀπὸ ξύλων πεποιημένα , τόξα δὲ καλάμινα εἶχον καὶ ὀϊστοὺς καλαμίνους : ἐπὶ δὲ σίδηρος ἦν : ἐσταλμένοι μὲν δὴ |
| . ὅτι δὲ αἱ Ἀττικαὶ ἰσχάδες ἥδισται , καὶ ὁ Δίνων μαρτυρεῖ . ἔστι δὲ καὶ Λακωνικὸν χωρίον Αἴγιλον . | ||
| , : Πρωταγόρας Ἀρτέμωνος , ἢ , ὡς Ἀπολλόδωρος καὶ Δίνων ἐν τοῖς Περσικοῖς , Μαιανδρίου . : Ὅμηρος γοῦν |
| κατὰ τὴν λύγον στεφανώσεως καὶ Νικαίνετος ὁ ἐποποιὸς ἐν τοῖς Ἐπιγράμμασιν , ποιητὴς ὑπάρχων ἐπιχώριος καὶ τὴν ἐπιχώριον ἱστορίαν ἠγαπηκὼς | ||
| καὶ ἐπὶ τὸν στέφανον ἀγωνιζομένους , καθὼς ἐν τοῖς Σιμωνίδου Ἐπιγράμμασιν ἰδεῖν ἔστιν οὕτως καλουμένου : Φοῖβον , ὃς ἁγεῖται |
| Δαιταλεῦσι : καὶ λεῖος ὥσπερ ἔγχελυς . καὶ Κρατῖνος ἐν Πλούτοις : θύννος , ὀρφώς , γλαῦκος , ἔγχελυς , | ||
| ἦν τότε δούλων χρεία τοιάδε ἐκτίθενται : Κρατῖνος μὲν ἐν Πλούτοις : οἷς δὴ βασιλεὺς Κρόνος ἦν τὸ παλαιόν , |
| Διονυσαλεξάνδρῳ : φοιτᾷς ἐπὶ δεῖπνον ἄνηστις : καὶ Αἰσχύλος ἐν Φινεῖ : ἄνηστις δ ' οὐκ ἀποστατεῖ γόος : παρὰ | ||
| αὐτὰ οἰητέον εἴτε περιειλήματα ποδῶν , ταῦτα πέλλυτρα καλεῖ ἐν Φινεῖ Αἰσχύλος : πέλλυτρ ' ἔχουσιν εὐθέτοις ἐν ἀρβύλαις . |
| λᾶας , ὃ σημαίνει τὸν λίθον . λάκε ἐψόφησεν , ἤχησεν . ἰδίωμα δὲ φωνῆς , ἤχου . λαῖφος τὸ | ||
| οὖν στραφέντες εἰς ἀνελπίστους βίας ἔτεινον ἁπλῶς ἠκονημένα ξίφη , ἤχησεν ἀσπίς , ἐκρότησε τὸ κράνος , ἔλαμψεν ἡ νὺξ |
| , ἀλειφατίτην , | ἡμιάρτιον . ὧν καὶ Σώφρων ἐν γυναικείοις μίμοις μνημονεύει λέγων οὕτως : δεῖπνον ταῖς θείαις κριβανίτας | ||
| σῖτον δὲ δμωαὶ παρενήνεον ἐν κανέοισι . καὶ Σώφρων ἐν γυναικείοις : τάλαινα Κοικόα , κατὰ χειρὸς δοῦσα ἀπόδος πόχ |
| πᾶν , οἷον : Φάβιος Κατουλλῖνος ἐπ ' ἀγροῦ καὶ Λούσιος Λοῦπος ἐν τοῖς κήποις καὶ Στερτίνιος ἐν Βαίαις καὶ | ||
| Μιεζαῖος . Οὕτω γὰρ χρη - ματίζει Νικάνωρ , καθὰ Λούσιος . . . . , : Κόσμης δὲ ἐν |
| ἀμφιρύτης ἀγόραζε , ἀνδράσι τ ' ἀστείοισιν ὁμιλήσεις . Διοκλῆς Θαλάττῃ : ἅλλεται δ ' ὑφ ' ἡδονῆς κεστρεύς . | ||
| μὴ καθαρῶς ζῶν . μέμνηται τῆς λέξεως καὶ Φερεκράτης ἐν Θαλάττῃ καὶ Φιλήμων ἐν Πανηγύρει . ἀναίνονται : ἀπαρνοῦνται . |
| τὸν μέχρι τῶν ἀδύτων στρατεύσαντα , τὸν τοῖς ἱεροῖς σου τρίποσι τὸ πῦρ προσάγειν φιλονεικήσαντα , δι ' ὃν ἐκίνησας | ||
| κεκοσμημένον χαλκοῖς ἀναθήμασιν , οὐκ ἀνδριᾶσιν , ἀλλὰ λέβησι καὶ τρίποσι χαλκοῦ πεποιημένοις . Λακεδαιμόνιοι μὲν οὖν χρυσῶσαι βουλόμενοι τὸ |
| κατέχων καὶ οἰκῶν τὴν παρνασίαν πέτραν ἤγουν ὄρος σελαγεῖς καὶ λάμπεις σὺν πεύκαις ἤγουν μετὰ δᾴδων ἐμπρέπων ἐν τοῖς Δελφοῖς | ||
| καταλάμπει . , φῶς πέμπει ; σελαγεῖς ] καταλάμπεις , λάμπεις . Βάκχας : ⌈ ἦσαν αὗται [ Βάκχαι ] |
| Παρὰ δὲ τοῖς πεζοῖς ἐπὶ μὲν πράγματος διδασκαλίᾳ Ξενοφῶν ἐν Ἀπομνημονεύμασιν ἀδικεῖ Σωκράτης οὓς μὲν ἡ πόλις νομίζει θεοὺς οὐ | ||
| ταῦτα ἐπέγραψέν τι βιβλίον Περὶ τοῦ παρὰ Ξενοφῶντι ἐν τοῖς Ἀπομνημονεύμασιν Ἀντιφῶντος , οὐδὲν ἴδιον προσεξευρών . . τούτωι [ |
| τῶν ὑπὸ κύνα οὐσῶν ἡμερῶν , δέον αἰκάλλειν μᾶλλον καὶ προσσαίνειν τοῖς συνδείπνοις , μὴ καί τινα Κυνοφόντιν ἑορτὴν ποιησώμεθα | ||
| ἀρνουμένους . οὐκ ἂν Ἀργείων τόδ ' εἴη , φῶτα προσσαίνειν κακόν . ἀλλ ' ἐγώ ς ' ἐν ὑστέραισιν |
| ἀντιμάχους . ἀντιστάτας ] τοὺς ἀντιπάλους . εἰ Ζεύς γε Τυφῶ : εἰ ὁ Ζεύς , φησίν , ἰσχυρότερός ἐστιν | ||
| , Τυφὼ ] τοῦ κεραυνοῦ , τοῦ Τυφῶνος . . Τυφῶ ] ἤγουν ἀνέμῳ . . πρημαινούσας ] ὁρμητικάς , |
| ὑψηλοφρονεῖν ὑπερφρονεῖν , ὑπερορᾶν , τερατεύεσθαι : ἐν δ ' Εὐπόλιδος Δήμοις ἔστι καὶ τὸ καυχήσασθαι . ὧν τὰ πράγματα | ||
| πατέρα , ἀλλὰ κατὰ τὴν μητέρα καὶ τῶν Ἀπολλοδώρου τοῦ Εὐπόλιδος ὑέος τὸ μέρος εἴληφε : καὶ τῶνδε ἐξῆν αὐτῷ |
| ὣς ἐπιπωλεῖται στίχας ἀνδρῶν , μωλυτὴς ἐπέων φίλος Ἄσσιος , ὅλμος ἄτολμος . καὶ σκωπτόμενος ὑπὸ τῶν συμμαθητῶν ἠνέσχετο καὶ | ||
| . εἶτα ἄροτρον , βωλοκόπος , σφῦρα , σκαλίς , ὅλμος , ὕπερον , κάρδοπος , ἡ καὶ θυΐα , |
| . ὁ δὲ μεθύων ἤμει παρὰ τοὺς ἀρχηγέτας . πτωχικοῦ βακτηρίου . βακτηρία δὲ Περσὶς ἀντὶ καμπύλης . ὀφθαλμιάσας πέρυσιν | ||
| : οἷον ἤδη ῥηματίων ἐμπίμπλαμαι . Ἀτὰρ δέομαί γε πτωχικοῦ βακτηρίου . Τουτὶ λαβὼν ἄπελθε λαΐνων σταθμῶν . Ὦ θύμ |
| ἀλλὰ καὶ αὐτῷ [ τῷ ] βασιλεῖ . ποῖος ἀγὼν Ὀλυμπικὸς ἢ νύκτες Ἐλευσίνιαι προσδοκίαν τοσαύτης ἔσχον σπουδῆς ; Ἐπεὶ | ||
| πάντες ἀγῶνες ἐπί τισι τετελευτηκόσιν . ἐτελεῖτο γὰρ ὁ μὲν Ὀλυμπικὸς τῷ Διῒ διὰ τὸν Πέλοπα , ὁ δὲ Πυθικὸς |
| , φησὶν Ἄλεξις . Λυγγεὺς δ ' : ἐν τοῖς τραγικοῖς πάθεσιν Εὐριπίδην νομίζω Σοφοκλέους οὐδὲν διαφέρειν : ἐν δὲ | ||
| ἄλλων παραδειγμάτων ἐπί σε , ἀλλ ' οἱ μὲν τοῖς τραγικοῖς ὑποκριταῖς εἰκάσουσιν , οἳ ἐπὶ μὲν τῆς σκηνῆς Ἀγαμέμνων |
| ὁδῶν καὶ οἰκήσεων καὶ οἰκοδομιῶν καὶ λιμένων καὶ ἀγορᾶς καὶ κρηνῶν , καὶ δὴ καὶ τεμενῶν καὶ ἱερῶν καὶ πάντων | ||
| , τῶν δὲ ὄντων ἀπολαῦσαι πρόκειται τοῖς ἐθέλουσι μᾶλλον ἢ κρηνῶν . καὶ τῶν νέων οὗτος φιλεῖται πλέον ὅστις αἴτιός |
| Κᾶρες τὸν ἵππον ἔλεγον , ὡς καὶ πρότερον εἴρηται . Ὑμηττός , ὄρος τῆς Ἀττικῆς . τὸ υ μακρὸν καὶ | ||
| λέγοιτο , ἧττον δὲ ὁ Ἄθως καὶ ἔτι ἧττον ὁ Ὑμηττός , τότε διὰ τὸ ἀόριστον συγχωρήσοι ἄν τις ἐπιδέχεσθαι |
| δεδάκρυνται δέ μοι ὄσς . καὶ ὁ κωμικὸς Ἀριστοφάνης ἐν Βατράχοις ἐπὶ τοῦ κατεπτηκότος [ ] Διονύσου : Χὠ πρωκτὸς | ||
| ἀριστερᾷ καὶ ” εὐρυχωρία πάνυ πολλή . “ καὶ Ἀριστοφάνης Βατράχοις λεπτῶν τε κανόνων ἐσβολὰς ἐπῶν τε γωνιασμούς . Δ |
| : τοῦτο μὲν γὰρ τὴν ἀκρόπολιν κατεκόσμησε τοῖς τῶν ἔργων ὑπομνήμασι , καὶ τῷ τῆς φύσεως κάλλει τὸ παρὰ τοῦ | ||
| ἐν τοῖς περὶ ζῴων καὶ Ἀριστοφάνης ἐν τοῖς εἰς Ἀριστοτέλην ὑπομνήμασι . ὅσοι δὲ τῶν ἰχθύων ἀποδιδύσκονται τὸ γῆρας , |
| Ζεὺς Βῆλος καὶ Ἀπόλλων . Κατὰ τούτους γίνονται Πόντος καὶ Τυφὼν καὶ Νηρεὺς , πατὴρ Πόντου . Ἀπὸ δὲ τοῦ | ||
| τὴν Αἴγυπτον , Ἀθηνᾶ δὲ καὶ Ζεὺς ὑπελείφθησαν μόνοι . Τυφὼν δ ' ἐκ ποδὸς ἐδίωκεν . οἱ δὲ προμηθείᾳ |
| σοφιστὰς τῶν Ἰνδῶν . . . , : πολλοῖς συμβαλὼν γυμνοσοφισταῖς ἐν Ἰνδοῖς καὶ ἱερεῦσιν ἐν Αἰγύπτωι καὶ ἀστρολόγοις καὶ | ||
| ἐπῆλθεν ὁ Λυκοῦργος , καὶ περὶ τὴν Ἰνδικὴν πλανηθεὶς τοῖς γυμνοσοφισταῖς ὡμίλησεν , οὐδένα πλὴν Ἀριστοκράτη τὸν Ἱππάρχου Σπαρτιάτην εἰρηκότα |
| δ ' ἂν εἴποις τὰς τῶν ὀχετῶν ἀρχάς , ὡς Ὑπ . ἐν τῷ περὶ ὀχετοῦ . . , . | ||
| . μετοικικῆϲ ϲυμμορίαϲ ταμίαϲ . . , . ἀγοράϲ . Ὑπ . ἐν τῷ κατὰ Πολ . π . τ |
| τὴν ἐκκλησίαν . Τοῦτο λέγεται κάθαρμα καὶ καθάρσιον . Ἀριστοφάνης Ἀχαρνεῦσι : Πάριθ ' , ὡς ἂν ἐντὸς ἦτε τοῦ | ||
| παρὰ τὸ τὸ κάρα δινεῖσθαι , ὡς καὶ Ἀριστοφάνης ἐν Ἀχαρνεῦσι . κόλλικες : ἀρτίσκων εἶδος ὡς πλακούντων , ὧν |
| τὰ κάλλαια , οὕτω τοι καὶ οὗτος ὑπὸ τῇ δέρῃ ἠρτημένους πλοκάμους ἔχει . ἁρπάζει δὲ ἄρα τοῖνδε τοῖν κριοῖν | ||
| πλουσιώτερα κακὰ διεξιέναι ; λίθους Ἐρυθραίας κατὰ τῶν λοβῶν πολυτάλαντον ἠρτημένους βρῖθος ἢ τοὺς περὶ καρποῖς καὶ βραχίοσι δράκοντας , |
| μόναυλον εὐθὺς πῶς δοκεῖς κούφως ἀνήλλετο . Σοφοκλῆς : οἴχωκε κροτητὰ πηκτίδων μέλη , λύραι μόναυλοί τε . Ἀναξανδρίδης : | ||
| μοναύλου μνημονεύει Σοφοκλῆς μὲν ἐν Θαμύρᾳ οὕτως : οἴχωκε γὰρ κροτητὰ πηκτίδων μέλη , λύρᾳ μοναύλοις τε χειμωντεως ναος στέρημα |
| περὶ τὴν Ἑλλάδα καὶ Μακεδονίαν ἐκ παλαιοῦ καὶ σαπροῦ κρεμαμένοις στήμονος , τὸν Ἀντίπατρον οὕτω σκώψαντος . . . , | ||
| ἡ δὲ κρόκη πλεῖον ἐγκαταμιγνυμένη διὰ τὸ εἶναι χαυνοτέρα τοῦ στήμονος ἀναδίδωσι κροκύδα δι ' ἧς πολλῆς οὔσης καὶ τὸ |
| χερσαίας πλάτης τράμπις ς ' ὀχήσει καὶ Φερέκλειοι πόδες δισσὰς σαλάμβας κἀπὶ Γυθείου πλάκας , ἐν αἷσι πρὸς κύνουρα καμπύλους | ||
| ἄκραι ἐν Λακωνικῇ Θυρίδες λεγόμεναι , ἃς μεταφορικῶς λέγουσιν οὕτω σαλάμβας ἤγουν θυρίδας . δισσὰς : δύο εἰσὶν ἄκραι ἐν |
| οὐκέθ ' οὕτω λέγονται . Αἰσχύλος δὲ συγχεῖ ἐν τῆι Νιόβηι . φησὶ γὰρ ἐκείνη μνησθεῖσα τῶν περὶ Τάνταλον : | ||
| τὸν Ἀχιλλέως πρὸς Πάτροκλον , ὁ δ ' ἐν τῆι Νιόβηι τὸν τῶν παίδων . . . . . . |
| : ἀράσαντο δὲ πάμπαν ἐσλὰ τῷ γαμβρῷ . Κρατῖνος ἐν Διονυσαλεξάνδρῳ : στολὴν δὲ δὴ τίν ' εἶχεν ; τοῦτό | ||
| . * . Ἄνηστις : ὁ ἄσιτος : Κρατῖνος ἐν Διονυσαλεξάνδρῳ : φοιτᾷς ἐπὶ δεῖπνον ἄνηστις : καὶ Αἰσχύλος ἐν |
| ἕνα χρόνον ἠὲ βιῶναι . καὶ οὕτως μὲν ὁ Ὠρίων ἐτυμολογεῖ : ὁ δὲ Φιλόξενος εἰς τὰ Συγκριτικὰ λέγει , | ||
| ἐκενώθη τὰ Σοῦσα . φρένες ] ὁ Ἀρταφέρνης , ὃν ἐτυμολογεῖ ὁ ἀρτίας ἔχων φρένας . ὁ Ἀρταφέρνης ἐξ ἐτυμολογίας |
| Μάρκος Ῥουστίκῳ , καὶ ὅ γε Σεβαστὸς ἀποδιδοὺς τὴν πόλιν Ἀλεξανδρεῦσιν οὐ τοσοῦτον τῷ ἔργῳ ὅσον τῷ συμβούλῳ ἐκαλ - | ||
| συνιστάναι . καὶ ἀπέδρα μὲν ἐκ τοῦ δεσμωτηρίου καὶ τοῖς Ἀλεξανδρεῦσιν ἀρχὴν θορύβου παρέσχε : τέλος δέ , ὡς ἡλίσκετο |
| : Λιβυστῖνοι , ἔθνος παρακείμενον Κόλχοις , ὡς Διόφαντος ἐν Πολιτικοῖς . : Ἄβιοι , ἔθνος Σκυθικόν . . . | ||
| τε ἄλλους ἔλαθε καὶ τὸν ἐν τοῖς Κικέρωνος τοῦ Ῥωμαίου Πολιτικοῖς τὰ κατὰ μουσικῆς † ῥηθέντα † : οὐ γὰρ |
| ὑπέταξε τῷ πατρί μου . ὅτι δὲ Φρύγας ἐχειρώσατο τοῖς Μαριανδυνοῖς , καὶ Νύμφις ἱστορεῖ . διὸ καὶ οὕτω γράφεται | ||
| δὲ Καύκωνας , οὓς ἱστοροῦσι τὴν ἐφεξῆς οἰκῆσαι παραλίαν τοῖς Μαριανδυνοῖς μέχρι τοῦ Παρθενίου ποταμοῦ πόλιν ἔχοντας τὸ Τίειον , |
| κατὰ τοὺς χρόνους Βασιλείου τοῦ αὐτοκράτορος καὶ πολεμῶν Ἰνδοῖς καὶ Βαβυλωνίοις , ἐπειδὴ πρὸς τὸ κατόπιν ἑώρα χωροῦντα ἑαυτῷ τὰ | ||
| λακωνίζω καὶ λακωνιστής . λέγεται καὶ λακεδαιμονιάζω , ὡς Ἀριστοφάνης Βαβυλωνίοις . λέγεται καὶ Λακεδαίμονάδε ἐπίρρημα . Λακέρεια , πόλις |
| καὶ Ἄγνων χρυσοῦς ἥλους ἐν ταῖς κρηπῖσι [ καὶ τοῖς ὑποδήμασιν ] ἐφόρει . Κλεῖτος δ ' ὁ Λευκὸς καλούμενος | ||
| τῷ πλήθει τῶν χιτωνίσκων , οὐ τοῖς ἀμφιέσμασιν , οὐχ ὑποδήμασιν , οὐ κατασκευῇ τριχῶν , οὐκ ὀδμῇ : καὶ |
| χαῖρε Κασάνδρα τ ' ἐμοὶ ὅ τ ' ἐν φιλίπποις Θρᾳξὶ Πολύδωρος κάσις . καὶ λεγούσης ταῦτα Πολυξένης λέγει καὶ | ||
| καὶ τοὺς ὁπλίτας ἐπιβῆναι τῶν νεῶν ὡς ἐπιθησομένους ὄπισθεν τοῖς Θρᾳξὶ , τοὺς δὲ κυβερνήτας ἀναχθέντας ἐπ ' ἀγκυρῶν σαλεύειν |
| εἶχεν ἐν τῇ χειρί . . . : Τὸν δὲ στρόμβον , ὃν ἔλεγον οἱ ἀρχαῖοι ὄστρακον τῶν κογχυλίων οἷς | ||
| ἀθρόᾳ τῇ χειρί , ὥστε με ὑπὸ τῆς πληγῆς ὥσπερ στρόμβον ἐξαπίνης στρέφεσθαι : καὶ πείρᾳ ἔμαθον ὅτι χρὴ τὸν |
| ἐν ἐμοὶ κινδυνευθῇ τὴν ἐκείνου ἀρετὴν κακῶς εἰπόντι ἐν τοῖς ἀπομνημονεύμασιν . οὐδέν τε οἶμαι διαφέρειν ἢ βλασφημεῖν τινὰ ἢ | ||
| καὶ δύναμις ? πολιτική . Ξενοφῶν δὲ ἐν τοῖς Σωκράτους ἀπομνημονεύμασιν μαρτυρεῖ λέγων : “ ὦ Γλαύκων , ἔφη , |
| ἤγουν ἤχων . . . σὺν ταῖς Βάκχαις καὶ τοῖς Σατύροις καὶ τοῖς Σειληνοῖς ἐπόμπευεν , ἢ . . . | ||
| ἔστι δέ τις θήλεια Φιλόξενος ἐκ Διομείων . καὶ Φρύνιχος Σατύροις † † . μὰ τὸν κύν ' ὦ Νικόστρατε |
| . , , . . . . Στεφανίς : πόλις Μαριανδυνῶν . Ἑκαταῖος Ἀσίαι . τὸ ἐθνικὸν Στεφανίτης . . | ||
| καὶ Θετταλῶν πενέσται , καὶ Κρητῶν κλαρῶται καὶ μνωῖται καὶ Μαριανδυνῶν δωροφόροι , καὶ Ἀργείων γυμνῆτες , καὶ Σικυωνίων κορυνηφόροι |
| τοῖς δικαίοις κοσμήμασι , λέγω δὴ οὐκ ἐσθῆτι ἁλουργεῖ καὶ ὅρμοις , ἀλλ ' οἷς προεῖπον ἐκείνοις , ἀρετῇ καὶ | ||
| καὶ Ἡνιόχων καὶ Ἀραξῶν . Ὃν παραμειβόμενοι , μυχάτοις ἐπεπλείομεν ὅρμοις Οὔρων , Χιδναίων τε , Χαρανδαίων , Σολύμων τε |
| καὶ παρὰ λακεδαίμωσιν , ἐπὶ τῆς βακτηρίας τάσσεται καὶ σκυταλύδες κάμπων εἶδος : ὅ ἐστι ζῶον τί : καὶ σκεῦος | ||
| καὶ παρὰ λακεδαίμωσιν , ἐπὶ τῆς βακτηρίας τάσσεται καὶ σκυταλύδες κάμπων εἶδος : ὅ ἐστι ζῶον τί : καὶ σκεῦος |
| , ὃν διὰ φαυλότητα ὀνόσαιτό τις . ψεύδεα ῥινός : φύσκαι ἐπὶ τῆς ῥινὸς λεπταὶ αἱ λεγόμεναι ἴονθοι ὡς κατὰ | ||
| τὴν ἔνθεσιν χωρεῖν λιπαρὰν κατὰ τοῦ λάρυγγος τοῖς νεκροῖς . φύσκαι δὲ καὶ ζέοντες ἀλλάντων τόμοι παρὰ τοῖς ποταμοῖς σίζοντ |
| ἄθλων , καὶ τοῖς τρίποσι καὶ λέβησι καὶ ταῖς χρυσαῖς φιάλαις , ἃ ἦν ἔπαθλα τῶν ἀγώνων , τὸν ἑαυτῶν | ||
| φιλοτιμίαν ὑμῖν , ἠφάνισται καθαιρεθέντων τῶν στεφάνων : ἐπὶ ταῖς φιάλαις δ ' ἃς ἀντ ' ἐκείνων ἐποιήσαθ ' ὑμῖν |
| γ ' ἂν ἔτι προσβαλεῖν : πρῶτα μὲν ἂν ἀμπελίδος ὄρχον ἐλάσαι μακρόν , εἶτα παρὰ τόνδε νέα μοσχίδια συκίδων | ||
| ἁπαλὴ καὶ νέα λύγος : “ μόσχοισι λύγοισιν ” “ ὄρχον ” δὲ οἷον ὄρχατον , κωμικῶς , ὡς φιλογέωργος |
| . . , . : κινάρα . ταύτην Σοφοκλῆς ἐν Κολχίσι κυνάραν καλεῖ , ἐν δὲ Φοίνικι κύναρος ἄκανθα πάντα | ||
| Ἑκαταῖος Ἀσίαι . . : κινάρα : ταύτην Σοφοκλῆς ἐν Κολχίσι κυνάραν καλεῖ , ἐν δὲ Φοίνικι κύναρος ἄκανθα πάντα |
| . . . . , : Ἀδριαναὶ γυναῖκες : Αἰσχύλος Ἡλιάσιν Ἀδριαναί τε γυναῖκες ˈ τρόπον ἕξουσι γόων . . | ||
| τούτῳ ὅμοιόν ἐστι τὸ ” ἀνιηρέστερον ” καὶ τὸ ἐν Ἡλιάσιν Αἰσχύλου „ ἀφθονέστερον λίβα „ . καὶ Ἐπίχαρμος δὲ |
| Ἐπὶ Μένωνος τραγῳδῶν Αἰσχύλος ἐνίκα Φινεῖ , Πέρσαις , Γλαύκῳ Ποτνιεῖ , Προμηθεῖ . Τοῦ Ξέρξου πατὴρ μὲν ἦν Δαρεῖος | ||
| ἀνθρώπους . ἐπὶ Μένωνος τραγῳδῶν Αἰσχύλος ἐνίκα Φινεῖ Πέρσαις Γλαύκῳ Ποτνιεῖ Προμηθεῖ . τοῦ Ξέρξου πατὴρ μὲν ἦν Δαρεῖος ὁ |
| τὸν δὲ ἀσκαλαβώτην γαλεώτην οἱ Ἀττικοὶ καλοῦσιν . ἔοικε δὲ σαύρᾳ . * ἐρέει : λέγει Δημήτηρ ἔβλαψεν : λέγεται | ||
| . , . * . . Ἀσκαλαβώτης : ζωΰφιον ἐοικὸς σαύρᾳ ἐν τοῖς τοίχοις ἀνέρπον τῶν οἰκημάτων : Ἀριστοφάνης : |
| ἀρχά . Φρύγιον αὔλησε μέλος τὸ Κερβήσιον , ἀάνθα : ἀγίσδεο αὐτὸν † ἀγᾶ , † γέργυρα γέρρον : δοάν | ||
| τοῦ τὸν Ἀλκμᾶνα εἰπεῖν : ἀγίσδεο : ἀντὶ τοῦ ἅζεο ἀγίσδεο εἶπεν , . , + . , + . |