? ? [ δ [ ε [ . . . Μῆνιν ἄειδε θεὰ Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος οὐλομένην , ἣ μυρί '
γὰρ εἰπόντες δός μοι τὸ ἥμισυ τοῦ ἔπους , τὸ Μῆνιν ἄειδε θεά , ἐσημήναμεν τὸ ἥμισυ τῆς Ἰλιάδος ,
8010323 ἀειδε
. ὦ δυστυχής , εἰ μὴ βαδιεῖ ἐμοὶ μὲν οὖν ἄειδε τοιαύτην , θεά , θρασεῖαν , ὡραίαν δὲ καὶ
θῆκαν ἰοστεφάνων τε Μοισᾶν . Μοῦσά μοι Ἀλκμήνης καλλισφύρου υἱὸν ἄειδε . υἱὸν Ἀλκμήνης ἄειδε Μοῦσά μοι καλλισφύρου . Γνῶθι
7169079 Ἡρακλες
ὁ ῥιγοπύρετος . Ἡράκλεις : ἐπίφθεγμα θαυμαστικόν . τὸ δὲ Ἥρακλες κλητικὴ πτῶσις , ὥσπερ τὸ ὦ Δάματερ τοῦ Δήμητερ
: Ἡρακλῆος δὲ ἰωνικῶς : ἡ κλητικὴ Ἡράκλεες Ἡράκλεις : Ἥρακλες δὲ κατὰ συγκοπήν : ἡ μέντοι συνῃρημένη Ἡρακλοῦς ἐν
7053766 κυδιστε
παρ ' Ὁμήρῳ φησὶ τὴν Ἀριστοφάνειον γραφὴν ἔχειν ” Ἀτρείδη κύδιστε φιλοκτεανέστατε πάντων ” . . . . . δεξιτερός
Τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς : Ἀτρεΐδη κύδιστε ἄναξ ἀνδρῶν Ἀγάμεμνον δῶρα μὲν αἴ κ ' ἐθέλῃσθα
6892090 μεδεων
περισπώμενον εἴη ῥῆμα τὸ μεδῶ , ἔνθεν καὶ τὸ Δωδώνης μεδέων , ἀφ ' οὗ τὸ μέδημι , ὡς οἴκημι
εὔχονται . Σούνιον δὲ ἀκρωτήριον τῆς Ἀττικῆς . ΓΘ δελφίνων μεδέων Σουνιάρατε ] περιφραστικῶς , ὦ τῆς θαλάσσης βασιλεῦ .
6866750 βοωπις
μάθῃς ὅτι μὴ μόνας ἔχω τὰς ὠλένας λευκὰς μηδὲ τῷ βοῶπις εἶναι μέγα φρονῶ , ἐπ ' ἴσης δέ εἰμι
στυγερὸς δέ οἱ ἔπλετο θυμῷ . μερμήριξε δ ' ἔπειτα βοῶπις πότνια Ἥρη ὅππως ἐξαπάφοιτο Διὸς νόον αἰγιόχοιο : ἧδε
6847238 τελεεσθαι
μῦθον ἀπηλεγέως ἀποειπεῖν , ὥσπερ δὴ κρανέω τε καὶ ὡς τελέεσθαι ὀίω : ἐχθρὸς γάρ μοι κεῖνος ὁμῶς Ἀΐδαο πύλῃσιν
ηὔδα : “ ὦ γέρον , οὔ πω τοῦτο ἔπος τελέεσθαι ὀΐω : λίην γὰρ μέγα εἶπες : ἄγη μ
6745738 Ἀχιληος
καὶ νῦν ἐξέτι τοῦ , ὅτε διογενεῦς Βρισηίδα κούρην χωομένου Ἀχιλῆος ἔβης κλισίηθεν ἀπούρας , οὔ τι καθ ' ἡμέτερόν
, τὰν πολυόρνιθον ἐπ ' αἶαν , λευκὰν ἀκτάν , Ἀχιλῆος , δρόμους καλλισταδίους , ἄξεινον κατὰ πόντον ; εἴθ
6738416 ἀργυροπεζα
δηλοῖ τὸν πόδα , καὶ τὰ ἐξ αὐτοῦ συντεθέντα , ἀργυρόπεζα : τετράπεζα : τράπεζα . Τὰ εἰς α λήγοντα
' ἄπληστον ἄμυξα . ἦλθε δὲ Νηρῆος θυγάτηρ , Θέτις ἀργυρόπεζα , σηπίη εὐπλόκαμος , δεινὴ θεὸς αὐδήεσσα , ἣ
6629166 κουρε
Ἱππόβοτός γέ τοί φησι λέγειν Ἐμπεδοκλέα , Τήλαυγες , κλυτὲ κοῦρε Θεανοῦς Πυθαγόρεώ τε . σύγγραμμα δὲ φέρεται τοῦ Τηλαύγους
' ἢ εἰ χρυσὸν ἔδωκεν . Ἤλυθες , ὦ φίλε κοῦρε : τρίτῃ σὺν νυκτὶ καὶ ἠοῖ ἤλυθες : οἱ
6567110 ἰδοισα
τρίτην Θαλίαν λέγεσθαι . τὸ ἰδοῖσα κοινὸν ἐπὶ ὅλων : ἰδοῖσα ὦ Εὐφροσύνη , ἰδοῖσα ὦ Θάλεια , ἰδοῖσα ὦ
ὀλβίῳ ὄλβια πάντα . ὧν ἴδες , ὧν εἴπαις κεν ἰδοῖσα τὺ τῷ μὴ ἰδόντι . ἕρπειν ὥρα κ '
6543263 Μωσα
παθητικὴ χοόμενος , χούμενος καὶ δωρικῶς χώμενος , ὡς Μοῦσα Μῶσα , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ο χωόμενος : ἢ παρὰ
Μνασάλκεος τὸ σᾶμα τῶ Πλαταιΐδα τῶ ' λεγῃοποιῶ : ἁ Μῶσα δ ' αὐτῶ τᾶς Σιμωνίδα πλάτας ἧς ἀποσπάραγμα κενά
6536935 αἰγιοχοιο
ἔχεεν : περὶ δὲ πτελέας ἐφύτευσαν νύμφαι ὀρεστιάδες κοῦραι Διὸς αἰγιόχοιο . οἳ δέ μοι ἑπτὰ κασίγνητοι ἔσαν ἐν μεγάροισιν
φιλοιστρομανές , χαλκόκροτε κούρη , μῆτερ Ζηνὸς ἄνακτος Ὀλυμπίου , αἰγιόχοιο , πάντιμ ' , ἀγλαόμορφε , Κρόνου σύλλεκτρε μάκαιρα
6534170 Ἰδηθεν
ἱππόβοτόν τε , ὁππόσον ἀμφὶ ῥοῇς Σιμόεις καὶ Ξάνθος ἐέργει Ἴδηθεν κατιόντες ἐς ἱερὸν Ἑλλήσποντον . Ἀλλ ' ὅτε δὴ
, Ψ , . . . . Ζεὺς δὲ πατὴρ Ἴδηθεν ἐύτροχον ἅρμα καὶ ἵππους Οὔλυμπον δὲ δίωκε : ἡ
6519446 ἐννεπε
“ ᾔομεν ὡς ἐκέλευες ” καὶ τὸ “ ἄνδρα μοι ἔννεπε , μοῦσα ” καὶ τὸ “ Ἰλιόθεν με φέρων
, τόδ ' ἐλήλυθεν πᾶν κράτος ὠγύγιον : τό μοι ἔννεπε τί σοι χρεὼν ὑπουργεῖν . Νῦν μέν , ἴσως
6486770 υἱε
Ἀγαμέμνων , καί σφεας φωνήσας ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : ὦ υἱὲ Πετεῶο διοτρεφέος βασιλῆος , καὶ σὺ κακοῖσι δόλοισι κεκασμένε
μέλεσσιν . ” ἀκόρητον ἀπλήρωτον : “ ἀμφὶ σὲ Πηλέως υἱὲ μάχης ἀκόρητον Ἀχαιοί . ” ἀκέονται οἷον ἡσυχίαν ἔχουσιν
6484578 λευκωλενος
' ἔπαιζον , ἀπὸ κρήδεμνα βαλοῦσαι , τῇσι δὲ Ναυσικάα λευκώλενος ἤρχετο μολπῆς . οἵη δ ' Ἄρτεμις εἶσι κατ
κε πίθηαι οὐρανόθεν : πρὸ δέ μ ' ἧκε θεὰ λευκώλενος Ἥρη ἄμφω ὁμῶς θυμῷ φιλέουσά τε κηδομένη τε .
6470680 Ἡρη
τοῦ Διὸς , ὅπποτέ μιν ξυνδῆσαι Ὀλύμπιοι ἤθελον ἄλλοι , Ἥρη τ ' ἠδὲ Ποσειδάων καὶ Παλλὰς Ἀθήνη . φαίνεται
. ] . . . Ζεύς ἐστι τὸ πῦρ , Ἥρη δὲ φερέσβιος ἡ γῆ ἡ φέρουσα τοὺς πρὸς τὸν
6450444 ἀεθλους
ἑταίροις . οἱ δ ' ἄρα μεσσηγὺς λῆξαν καὶ ἔπαυσαν ἀέθλους ἐσσυμένως , δόρπον τε χαμεύνας τ ' ἀμφεπένοντο ,
οἱ μοῖρ ' ἐστὶν ἀτασθάλῳ Εὐρυσθῆι ἐκπλῆσαι μογέοντα δυώδεκα πάντας ἀέθλους , ναίειν δ ' ἀθανάτοισι συνέστιον , εἴ κ
6431622 μυθησομαι
μὴ ἴδωμαι ὅμοιον τῷ πληθὺν δ ' οὐκ ἂν ἐγὼ μυθήσομαι οὐδ ' ὀνομήνω . . . . . τηλόθεν
δή μοι ταῦτα κατὰ μοῖραν καταλέξῃς , αὐτίκα καὶ πᾶσιν μυθήσομαι ἀνθρώποισιν ὡς ἄρα τοι πρόφρων θεὸς ὤπασε θέσπιν ἀοιδήν
6428969 μεγιστε
καὶ στάντες ἀείδομεν τεὸν ἀμφὶ βωμὸν οὐερκῆ . Ἰώ , μέγιστε Κοῦρε , χαῖρέ μοι Κρόνειε , παγκρατὲς γάνος ,
ἰχθύσιν οἱ θηραταί . Ἐκ πάντων δή σοι , βασιλεῦ μέγιστε , λογιστέον ὡς οὐδὲν τοῖς ἀνθρώποις ἀπείρατον , ἤν
6421259 διακτορε
[ ] ὅτι ἀγαθὴν ? σημαίνει . Ἑρμῆ Μαιάδος υἱὲ διάκτορε δῶτορ ἐάων ? . δηλοῖ δὲ καὶ ἐν τῶιδε
Τορωναίων εἵλκυσαν ἐς λιμένα . Καλλίστρατός σοι , Ζηνὸς ὦ διάκτορε , ἔθηκε μορφῆς ξυνὸν ἥλικος τύπον : Κηφισιεὺς ὁ
6420090 διακτορος
Ἑρμῆς , ὡς Ὀδυσσεύς : Ἑρμείας δ ' οὐκ ἔστι διάκτορος . . ὅπως παρευθὺς ὑπηρέτης καλὸς ὑπάρχειν φαίνῃς .
τοιαῦτα πρὸς ἀλλήλους ἀγόρευον : ἀγχίμολον δέ σφ ' ἦλθε διάκτορος Ἀργεϊφόντης ψυχὰς μνηστήρων κατάγων Ὀδυσῆϊ δαμέντων . τὼ δ
6416446 μιαιφονε
μιαιφόνον καὶ βροτολοιγόν , “ Ἆρες , Ἄρες βροτολοιγέ , μιαιφόνε ” , διηγῇ τὸν θεὸν καὶ τὴν μοιχείαν αὐτοῦ
ἐμπέφυκέ σοι θράσος ; ἔρρ ' , αἰσχροποιὲ καὶ τέκνων μιαιφόνε . ἐμοὶ δὲ τὸν ἐμὸν δαίμον ' αἰάζειν πάρα
6407795 Μοισα
, εὐίππου βασιλῆϊ Κυράνας , ὄφˈρα κωμάζοντι σὺν Ἀρκεσίλᾳ , Μοῖσα , Λατοίδαισιν ὀφειλόμενον Πυθῶνί τ ' αὔξῃς οὖρον ὕμνων
μεγάλων , διὰ τὸ τῶν ὄνων τερατῶδες τοῦ σώματος . Μοῖσα δ ' οὐκ ἀποδαμεῖ : ἡ δὲ Μοῦσα οὐκ
6406632 θεα
] αὐτὰρ ἐγὼ Κίρκης ἐπιβὰς περικαλλέος εὐνῆς γούνων ἐλλιτάνευσα , θεὰ δέ μευ ἔκλυεν αὐδῆς , [ καί μιν φωνήσας
ἐννέα κεῖτο τραπέζας . τῷ δὲ μετ ' ἴχνια βαῖνε θεὰ λευκώλενος ἰχθὺς ἔγχελυς , ἣ Διὸς εὔχετ ' ἐν
6405509 Μοισαι
τοῦτό γέ οἱ σαφέως μαρτυρήσω : μελίφθογγοι δ ' ἐπιτˈρέψοντι Μοῖσαι . ὦ Φίντις , ἀλλὰ ζεῦξον ἤδη μοι σθένος
οὕτως ἐργαξῇ . καὶ μὰν πρότερόν ποκα μουσικὸς ἦσθα . Μοῖσαι Πιερίδες , συναείσατε τὰν ῥαδινάν μοι παῖδ ' :
6403688 μαντοσυνας
θάμνον , μάντιν ἐνὶ ζωοῖσι γεράσμιον , ᾗ ἐν Ἀπόλλων μαντοσύνας Κοροπαῖος ἐθήκατο καὶ θέμιν ἀνδρῶν : μὶξ δὲ κονυζῆεν
, ἀθανάτων ζακόρους σηκῶν θ ' ἁγίων ἱερῆας τεύχει , μαντοσύνας ζαθέης φαίνοντας ἀπ ' ὀμφῆς . σὺν δ '
6396642 ειμ
ημε ? [ [ ! ] ζη ? ? [ ειμ ? ? ! [ αψ ? ? ! [
! ] ? ? [ οὐδὲν ] ἐοῦσιν ? ? ειμ ? [ ] ἀνδρῶν ? [ ] ι ?
6389531 αὐδα
“ Αἰσονίδη , τίνα τήνδε μετὰ φρεσὶ μῆτιν ἑλίσσεις ; αὔδα ἐνὶ μέσσοισι τεὸν νόον . ἦέ σε δαμνᾷ τάρβος
; † Πάριν ὡς ἀφέλοιτο . . . πῶς ; αὔδα . Κύπρις ὧι μ ' ἐπένευσεν . . .
6372622 τιπτε
ἔπος τ ' ἔφατ ' ἔκ τ ' ὀνόμαζε : τίπτε Θέτι τανύπεπλε ἱκάνεις ἡμέτερον δῶ αἰδοίη τε φίλη τε
, καί μιν φωνήσας ' ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : Ἥρη τίπτε βέβηκας ; ἀτυζομένῃ δὲ ἔοικας : ἦ μάλα δή
6370183 ἐπιρρηδην
ἐοῦσαι ἐπόψιαι ὀφθαλμοῖσιν , ἑπτὰ δ ' ἐκεῖναί γ ' ἐπιρρήδην καλέονται Ἀλκυόνη Μερόπη τε Κελαινώ τ ' Ἠλέκτρη τε
μάλ ' αὕτως εἴρητ ' . ἑπτὰ δ ' ἐκεῖναι ἐπιρρήδην καλέονται . . . [ ἓξ οἶαί περ ἐοῦσαι
6366225 πελοιτο
βωμὸν μόνον , ἐκ δὲ τῶν ἀριστερῶν οὐδαμῶς . ἰσόρροπος πέλοιτό μοι : οὐδὲ ἐκεῖνος ἴσος ἐμοὶ γένοιτο , ὃν
βωμὸν μόνον , ἐκ δὲ τῶν ἀριστερῶν οὐδαμῶς . ἰσόρροπος πέλοιτό μοι : οὐδὲ ἐκεῖνος ἴσος ἐμοὶ γένοιτο , ὃν
6365325 Μουσα
τοσοῦτος πατρίδι τῇ πόλει καλλωπιζόμενος ; ἡ μὲν οὖν Καρίνη Μοῦσα , τὴν Ἡροδότου λέγω , τὴν μικροῦ νικῶσαν καὶ
ὄπισθεν τὰ μέρη καὶ Σάτυρος ἐπιβαστῶν τῇ χειρὶ ῥοπαλίτζι καὶ Μοῦσα συραυλίζουσα καὶ μία τῶν Χαρίτων καὶ κεφαλὴ τοῦ Κάνθαρου
6362464 προσεφωνεε
ῥα μάλιστα γερόντων τῖ ' Ἀγαμέμνων : τῷ μιν ἐεισάμενος προσεφώνεε θεῖος ὄνειρος : εὕδεις Ἀτρέος υἱὲ δαΐφρονος ἱπποδάμοιο :
' ἤλυθε κυανέη νύξ , εἰ μὴ ἄρ ' Ἀτρείδην προσεφώνεε Νηλέος υἱὸς Νέστωρ , ὅς ῥά τ ' ἔχεσκεν
6361914 Ἀιδωνευς
ἀνήρ , φίλος ὄχθος : φίλα γὰρ κέκευθεν ἤθη . Ἀιδωνεὺς δ ' ἀναπομπὸς ἀνίει , Ἀιδωνεύς , οἶον ἀνάκτορα
ἀλληγορίαν μεμίμηται ; Ζεὺς ἀργὴς Ἥρη τε φερέσβιος ἠδ ' Ἀιδωνεὺς Νῆστίς θ ' , ἣ δακρύοις τέγγει κρούνωμα βρότειον
6355817 νεφεληγερετα
μάχη πόλεμός τε δέδηε . Τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη νεφεληγερέτα Ζεύς : ἔγνως ἐννοσίγαιε ἐμὴν ἐν στήθεσι βουλὴν ὧν
ὑπερβατόν . καὶ σαφὲς μὲν ἐκ τῆς πολλῆς χρήσεως , νεφεληγερέτα Ζεύς , γλαυκῶπις Ἀθήνη , ποδάρκης δῖος Ἀχιλλεύς :
6352392 Ἀθηνη
νῆας , νῆας δ ' οὐκ ἐνόησε καὶ οὐκ ἤσκησεν Ἀθήνη . ἄρτι μὲν Ἰδαίων ὀρέων ἠλλάξατο πόντον καὶ λεχέων
παρέστης δηΐῳ ἐν πολέμῳ , νῦν αὖτ ' ἐμὲ φῖλαι Ἀθήνη : δὸς δέ τέ μ ' ἄνδρα ἑλεῖν καὶ
6351406 Μεγης
τότε παιδὸς ἀπὸ χροὸς ἤρκες ' ὄλεθρον . τοῦ δὲ Μέγης κόρυθος χαλκήρεος ἱπποδασείης κύμβαχον ἀκρότατον νύξ ' ἔγχεϊ ὀξυόεντι
νηυσὶν λ : Σχεδίος καὶ Ἐπίστροφος σὺν νηυσὶν μ : Μέγης ἐκ Δολίχης τῆς Ἑλλάδος σὺν νηυσὶ μ : Αἴας
6348230 Ἀνθευς
πολίτης Ἀνθανεύς . . . Ἄνθεια : πόλις Πελοποννήσου . Ἀνθεύς . ἔστι καὶ ἑτέρα τοῦ Πόντου ἔστι καὶ Ἰταλίας
τε τοῖς ἀρχαίοις πολίσμασι καὶ ὁμώνυμοι : Μεσατεὺς γὰρ καὶ Ἀνθεύς τε καὶ Ἀροεύς ἐστιν αὐτοῖς τὰ ὀνόματα . ταῦτα
6344120 πρωθηβης
ἔκγονος Ἀνθεύς , ὅρκι ' ὁμηρείης πίστ ' ἐπιβωσάμενος , πρωθήβης , ἔαρος θαλερώτερος : Ἀνθεὺς Ἑρμείῃ ταχινῷ φίλος ,
ἐλεύσεται ἔκγονος Ἀνθεύς ὅρκι ' ὁμηρείης πίστ ' ἐπιβωσάμενος , πρωθήβης , ἔαρος θαλερώτερος : Ἀνθεὺς Ἑρμείῃ ταχινῷ φίλος ,
6335345 ετο
| * νοδ * | * υο * | * ετο ? * | * ! 〚 τ 〛 *
[ ] . οὕτως ἀεὶ ζώοις σὺν [ ἀδελφοῖς ] ετο ! ! ! ! ! ! ! ! !
6327428 πριατο
πτερόεντα προσηύδα : “ ὦ φίλε , τίς γάρ σε πρίατο κτεάτεσσιν ἑοῖσιν , ὧδε μάλ ' ἀφνειὸς καὶ καρτερός
ἐπέλασσε φέρων ἄνεμός τε καὶ ὕδωρ , ἔνθα με Λαέρτης πρίατο κτεάτεσσιν ἑοῖσιν . οὕτω τήνδε τε γαῖαν ἐγὼν ἴδον
6320544 μνησαι
νῦν μοι Μοῦσαι Ὀλύμπια δώματ ' ἔχουσαι . . . μνῆσαι πατρὸς σεῖο , θεοῖς ἐπιείκελ ' Ἀχιλλεῦ . ἐν
: καί μοι δοκῶ βασιλέως ἀκούειν λέγοντος : νόστου δὴ μνῆσαι μεγαθύμου , φαίδιμ ' Ὀδυσσεῦ . διόπερ τήνδε μὲν
6318254 Πηληι
' ἄρηγε νυῷ ἑκυρή περ ἐοῦσα , ἠδ ' αὐτῷ Πηλῆι . τί τοι χόλος ἐστήρικται ; ἀάσθη , καὶ
, Καλυδωνίῳ ἀνδρί , ἀλλὰ Θέτις βαθύκολπος ἀκοντιστὰν Ἀχιλῆα Αἰακίδᾳ Πηλῆι : σὲ δ ' , αἰχμητὰ Πτολεμαῖε , αἰχμητᾷ
6309852 οὐλομενην
δὲ ἀρχόμενος , μῆνιν ἄειδε , θεά , Πηληιάδεω Ἀχιλῆος οὐλομένην , ἣ μυρί ' Ἀχαιοῖς ἄλγε ' ἔθηκε ,
οὖλε ὑγίαινε . ὅθεν καὶ οὐλὴ τὸ ὑγιασμένον τραῦμα . οὐλομένην δεινήν , ὀλεθρίαν . ἐν δὲ τῇ Σ Ὀδυσσείας
6308849 ομαι
] : ] γύναι : ] ατι ] ] ! ομαι ] δεϲοι ] λέγω ? : ὑβριζόμεναι . μὰ
. . [ ] ! σι [ ] [ ] ομαι [ ] φρων [ ] επο [ ἀπαλάμνωι ]
6308557 θρεψεν
, ὅν ῥ ' ἔτεκέν γε δῖ ' Ἐλάρη , θρέψεν δὲ καὶ ἂψ ἐλοχεύσατο Γαῖα . Ἐν καὶ Φρίξος
, θεῶν πολέμιος , Τυφὼς ἑκατοντακάρανος : τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον : νῦν γε μάν ταί θ '
6306237 Ἀρτεμι
. αἴθ ' αὐτὰν δυνάμαν καὶ τὰν ψυχὰν ἐπιβάλλειν . Ἄρτεμι , μὴ νεμέσα σέο ῥήμασιν οὐκέτι πιστῇ . ῥέξω
δυρομένα σὸν εὐνέταν . ὦ μεγάλα Θέμι καὶ πότνι ' Ἄρτεμι , λεύσσεθ ' ἃ πάσχω , μεγάλοις ὅρκοις ἐνδησαμένα
6304617 ποτνα
φεύγων . φράζεό μευ τὸν ἔρωθ ' ὅθεν ἵκετο , πότνα Σελάνα . χοὔτω τᾷ δώλᾳ τὸν ἀλαθέα μῦθον ἔλεξα
νύκτας . φράζεό μευ τὸν ἔρωθ ' ὅθεν ἵκετο , πότνα Σελάνα . καί μευ χρὼς μὲν ὁμοῖος ἐγίνετο πολλάκι
6302345 Ἀτρεϊδαο
δόμεναι θυμαλγέα λώβην . κούρην δ ' οὐ γαμέω Ἀγαμέμνονος Ἀτρεΐδαο , οὐδ ' εἰ χρυσείῃ Ἀφροδίτῃ κάλλος ἐρίζοι ,
: δαιτὸς μὲν ἐΐσης οὐκ ἐπιδευεῖς ἠμὲν ἐνὶ κλισίῃ Ἀγαμέμνονος Ἀτρεΐδαο ἠδὲ καὶ ἐνθάδε νῦν , πάρα γὰρ μενοεικέα πολλὰ
6300108 ἀρχε
διὰ νυκτὸς ἀοιδή , ὀρχείσθω τις , ἑκὼν δ ' ἄρχε φιλοφροσύνης . ὅντινα δ ' εὐειδὴς μίμνει θήλεια πάρευνος
κτῶ : οὓς δ ' ἂν κτήσῃ μὴ ἀποδοκίμαζε . ἄρχε πρῶτον μαθὼν ἄρχεσθαι . συμβούλευε μὴ τὰ ἥδιστα ,
6297189 ποδαρκης
μετὰ τοῦ μηνός τε τοῦ αὐτοῦ τρία ἔργα κάλλιστα ἡ ποδαρκὴς ἡμέρα ἐν ταῖς κρανααῖς Ἀθάναις θῆκε καὶ ἔθηκεν ἀμφὶ
δὲ ἔργα εἶπε δίαυλον καὶ ὁπλιτικὸν δρόμον καὶ στάδιον . ποδαρκὴς ἁμέρα θῆκεν : ἤτοι ἡ πρὸς τὸν δρόμον τότε
6296770 οιο
ατροσς ? ! [ [ ] υκτοςο̆εν [ [ ] οιο : κακ [ [ ] σκεραμ ? [ [
! ! πων ἱερὴ δ ' ἀποκίδναται ὀδμή [ ] οιο πολυπτύχου ἠγαθέοιο [ ] νει ἑκατηβόλου Ἀπόλλωνος [ ]
6294040 ὀπασσον
οἰκέτεω σέο κῆρ ' ἀλιτροῖο γράψαντος τάδε : καί μοι ὄπασσον λῦσιν παθέων κηριτρεφέων , τά μοι ἐμφύει ψυχᾷ ῥυπαρᾷ
εὖ θ ' ὑπόθευ καὶ ἅμ ' ἡγεμόν ' ἐσθλὸν ὄπασσον , ὅς κέ με κεῖς ' ἀγάγῃ : κατὰ
6285857 Ἀργεϊφοντης
εὐστέφανος , Παφίη , Κυθερία . Ἑρμῆς : Στίλβων , Ἀργεϊφόντης , διάκτωρ , Κυλλήνιος , ὀξύς , πινυτός ,
πρὸς ἀλλήλους ἀγόρευον : ἀγχίμολον δέ σφ ' ἦλθε διάκτορος Ἀργεϊφόντης ψυχὰς μνηστήρων κατάγων Ὀδυσῆϊ δαμέντων . τὼ δ '
6273500 γαιηοχε
κἀκείνου εἰκαιότερον ἀποκρινομένου , ἐπέτυχεν εἰπὼν οὕτω δὴ κέλεαι , γαιήοχε κυανοχαῖτα ; τόνδε φέρω Διὶ μῦθον ἀπηνέα τε κρατερόν
Λαοδίκην πορευομένη . ἀγγελίην ἀγγελίαν : “ ἀγγελίην τινά τοι γαιήοχε κυανοχαῖτα ἦλθον δεῦρο φέρουσα παρὰ Διὸς αἰγιόχοιο ” καὶ
6270415 Πηληϊαδεω
τώ οἱ ἔσαν κήρυκε καὶ ὀτρηρὼ θεράποντε : ἔρχεσθον κλισίην Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος : χειρὸς ἑλόντ ' ἀγέμεν Βρισηΐδα καλλιπάρῃον :
Ἴωνας , οἷς συνεχῶς κέχρηται ὁ ποιητής , οἷον Α Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος , Α κούρην Βρισῆος , τήν μοι δόσαν
6268441 ἐυ
παρ ' Ὁμήρῳ δὲ τὸ διέβαινον : αἳ δ ' ἐὺ μὲν τρώχων , ἐὺ δ ' ἐπλίσσοντο πόδεσσιν .
πόλει . Τῶν δ ' ἄλλων φιλοσόφων „ οὕς κεν ἐὺ γνοίην καί ” τ ' οὔνομα μυθησαίμην , ”
6262934 μολπῃ
καὶ αἴλινος ἔν τε πένθεσι καὶ ἐπ ' εὐτυχεῖ δὲ μολπῇ κατ ' Εὐριπίδην . . . . . .
' ἴσαν πρὸς Ὄλυμπον , ἀγαλλόμεναι ὀπὶ καλῇ , ἀμβροσίῃ μολπῇ : περὶ δ ' ἴαχε γαῖα μέλαινα ὑμνεύσαις ,
6259749 δαμαρ
' ἐλευθέριος , δωροφόροις δὲ χέρεσσιν ἐδέξατο Νεῖλος ἄνακτα καὶ δάμαρ ἡ χρυσέοις ? ? πήχεσι λουομένη ἀπτόλεμον καὶ ἄδηριν
ἐμὴν παῖδ ' , ἣ δόμων ἐξώπιος βέβηκε πηδήσασα Καπανέως δάμαρ , θανεῖν ἐρῶσα σὺν πόσει . χρόνον μὲν οὖν
6258902 ἀπτολεμον
Νεῖλος ἄνακτα καὶ δάμαρ ἡ χρυσέοις ? ? πήχεσι λουομένη ἀπτόλεμον καὶ ἄδηριν ἐλευθερίου Διὸς ὄμβρον , ἀτρεκὲς ? ἐσβέσθη
ἀλκὴν μέν μοι πρῶτον ὀνείδισας ἐν Δαναοῖσιν , φὰς ἔμεν ἀπτόλεμον καὶ ἀνάλκιδα . ταῦτα δὲ πάντα ἴσας ' Ἀργεῖοι
6256449 ἀγακλεες
' Ἥφαιστον προσεφώνεεν ὃν φίλον υἱόν : Ἥφαιστε σχέο τέκνον ἀγακλεές : οὐ γὰρ ἔοικεν ἀθάνατον θεὸν ὧδε βροτῶν ἕνεκα
ἐσσυμένως Θρασυμήδεα νόσφιν ἐόντα : Ὄρσό μοι , ὦ Θρασύμηδες ἀγακλεές , ὄφρα φονῆα σεῖο κασιγνήτοιο καὶ υἱέος ἡμετέροιο νεκροῦ
6254317 Ἡρῃ
κάταργον ἅτε μηδέπω προκεκοφυίας [ ] ? τῆς ἀγαλματομικῆς . Ἥρῃ τῇ Σαμίῃ περὶ μὲν τρίχας ἄμπελος ἔρπει Λέγεται ὡς
μαχλοσύνην ἀθετοῦνται στίχοι Ϛʹ : γέλοιον γὰρ τὸ οὐδέποθ ' Ἥρῃ οὐδὲ Ποσειδάωνι οὐδὲ γλαυκώπιδι κούρῃ : τίνες μὲν γὰρ
6248109 Τυδεϊδη
ἀγλαὸς υἱός , αἶψα δὲ Τυδεΐδην ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : Τυδεΐδη Διόμηδες ἐμῷ κεχαρισμένε θυμῷ , ἄνδρ ' ὁρόω κρατερὼ
ἱπποδάμοιο . τοῖσι δ ' ἀνιστάμενος μετεφώνεεν ἱππότα Νέστωρ : Τυδεΐδη περὶ μὲν πολέμῳ ἔνι καρτερός ἐσσι , καὶ βουλῇ
6244295 πτεροεντα
ἀμφοτέρῃσι λαβὼν ἐλλίσσετο γούνων [ καί μ ' ὀλοφυρόμενος ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : ] μή μ ' ἄγε κεῖς '
καὶ ἄλλους . ” ἦ ῥα , καὶ Ἀντίνοον ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : “ Ἀντίνο ' , ἦ μευ καλὰ
6239033 μυ
ἔχρησεν . Ἡμῖν δ ' οὐ παραλειπτέον τὰ περὶ Ἄτλαντος μυ - θολογούμενα καὶ τὰ περὶ τοῦ γένους τῶν Ἑσπερίδων
, με : εἰ δὲ τὸ υ , μύϲτρον , μυ : εἰ δὲ τὸ ο , μόδιον , μο
6236818 ἡμετερε
ὁ Ζεὺς πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε καὶ ὦ πάτερ ἡμέτερε Κρονίδη , ὕπατε κρειόντων . καὶ αὐτὸς μὲν ὁ
ὀψὲ δὲ δὴ μετέειπε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη : ὦ πάτερ ἡμέτερε Κρονίδη ὕπατε κρειόντων εὖ νυ καὶ ἡμεῖς ἴδμεν ὅ
6236292 μευ
, τοὶ μὲν ἐγὼν ἐρέω , σὺ δὲ σύνθεο καί μευ ἄκουσον . ἱστορία . ἡ Σαπφὼ μελῶν λυρικῶν ὑπῆρχε
. ὥς θην καὶ σὸν ἐγὼ λύσω μένος εἴ κέ μευ ἄντα στήῃς : ἀλλά ς ' ἔγωγ ' ἀναχωρήσαντα
6232040 εὐπατερεια
, χαριδῶτι , φαινομένη , ἀφανής , ἐρατοπλόκαμ ' , εὐπατέρεια , νυμφιδία σύνδαιτι θεῶν , σκηπτοῦχε , λύκαινα ,
ῥά ποτ ' Ὠκυρόην νύμφην , περικαλλέα κούρην , Χησιὰς εὐπατέρεια τέκεν φιλότητι μιγεῖσα , Ὠκυρόην , ᾗ κάλλος ἀμήχανον
6230264 ἑπτατονον
† ει συμφωνούσας ἁρμονίας τριόδους : πρὶν μέν ς ' ἑπτάτονον ψάλλον δὶς τέσσαρα πάντες Ἕλληνες σπανίαν μοῦσαν ἀειράμενοι .
βάρβιτε , μηκέτι πάσσαλον φυλάσσων ? ? ? [ ] ἑπτάτονον λιγυρὰν [ ] κάππαυε γᾶρυν : δεῦρ ' ἐς
6230221 θυγατερ
' ἄκροις ἕστακ ' Ἄρεος στεφάνοισιν . ἡγοῦ πάροιθε , θύγατερ : ὡς τυφλῶι ποδὶ ὀφθαλμὸς εἶ σύ , ναυβάταισιν
ὦ θεοδˈμάτα , λιπαροπˈλοκάμου παίδεσσι Λατοῦς ἱμεροέστατον ἔρνος , πόντου θύγατερ , χθονὸς εὐρείας ἀκίνητον τέρας , ἅν τε βροτοί
6229150 Κλυθι
Δωδωναῖε . ” καὶ ὁ Λύκιος τὸν Ἀπόλλωνα , “ Κλῦθι ἄναξ , ὅς που Λυκίης ἐν πίονι δήμῳ εἶς
ἵππου εὔχετ ' ἐπ ' ἀκαμάτῳ Τριτωνίδι χεῖρας ὀρέξας : Κλῦθι , θεὰ μεγάθυμε , σάου δ ' ἐμὲ καὶ
6229048 αὐδω
' . . . . αὔδα : ἔστιν † αὐδέω αὐδῶ , ὁ παρατατικὸς ηὔδαον ηὔδων , ηὔδαες ηὔδας ,
, τέκνον . εἶἑν : σὲ τὸν θάσσοντα δυστήνους ἕδρας αὐδῶ φίλοισιν ὄμμα δεικνύναι τὸ σόν . οὐδεὶς σκότος γὰρ
6227328 ὑψιμεδοντος
τὸ μὲν πρότερον τῶν ἐπιγραμμάτων ἐστὶν ἐν πολυθαήτῳ τεμένει Διὸς ὑψιμέδοντος ἕστηκ ' ἀνθέντων δημοσίᾳ Σαμίων : τοῦτο μὲν δὴ
[ κλυτοφόρμιγγες ] ? Διὸς ? [ - ] [ ὑψιμέδοντος ] παρθένοι ? [ - ] [ ] ?
6224553 κικλησκων
ἀμφικύπελλον οἶνον ἀφυσσόμενος χαμάδις χέε , δεῦε δὲ γαῖαν ψυχὴν κικλήσκων Πατροκλῆος δειλοῖο . ὡς δὲ πατὴρ οὗ παιδὸς ὀδύρεται
στὰς δ ' ἄρ ' ἐπὶ ῥηγμῖνος ἑὸν νόμον ἐρροίζησε κικλήσκων φιλότητα : θοῶς δ ' ἐσάκουσε κελαινὴ ἰϋγὴν μύραινα
6218699 διος
κάμετόν πρὸς τὸ πρόσωπόν ἐστι . Γρήνικός τε καὶ Αἴσηπος δῖός τε Σκάμανδρος καὶ Σιμόεις , ὅθι πολλὰ βοάγρια καὶ
σφεας Ὀδυσεύς τε καὶ ὁ σθεναρὸς Διομήδης ἰσόθεός τε Νεοπτόλεμος δῖός τε Λεοντεὺς αἶψ ' ἀπὸ τείχεος ὦσαν ἀπειρεσίοις βελέεσσιν
6212217 Διομηδεα
δὲ διδοῖ ποθέοντι μερίμνας . Ἀργεία κυάνοφρυ , σὺ λαοφόνον Διομήδεα μισγομένα Τυδῆι τέκες , Καλυδωνίῳ ἀνδρί , ἀλλὰ Θέτις
περ ποδώκης Ἀχιλεὺς Τυδεΐδην τέ † φασι τὸν ἐσθλὸν † Διομήδεα . ἐν μύρτου κλαδὶ τὸ ξίφος φορήσω ὥσπερ Ἁρμόδιος
6209975 Πηλεϊωνος
Αἰγίσθοιο θάνον καὶ πότμον ἐπέσπον . τὸν προτέρη ψυχὴ προσεφώνεε Πηλεΐωνος : “ Ἀτρεΐδη , περὶ μέν σε φάμεν Διὶ
μέγα ἰάχων : ἰνδάλλετο δέ σφισι πᾶσι τεύχεσι λαμπόμενος μεγαθύμου Πηλεΐωνος . ὄτρυνεν δὲ ἕκαστον ἐποιχόμενος ἐπέεσσι Μέσθλην τε Γλαῦκόν
6209403 δω
. Θ . οἵ τινες οἵδε ἀνδρῶν εὐχετόωνται ἱκανέμεν ἡμέτερον δῶ ; * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι τὸ εὐχετόωνται
σπαθίδα , γεύσασθαι μύρου φέρ ' ἴδω , τί σοι δῶ τῶν μύρων ; ψάγδαν φιλεῖς ; οὐδ ' ἐστὶν
6207945 Ἑλενᾳ
δὲ χαριζομένα , πολυώνυμε καὶ πολύναε , ἁ Βερενικεία θυγάτηρ Ἑλένᾳ εἰκυῖα Ἀρσινόα πάντεσσι καλοῖς ἀτιτάλλει Ἄδωνιν . πὰρ μέν
νεολαία , τᾶν οὐδ ' ἅτις ἄμωμος ἐπεί χ ' Ἑλένᾳ παρισωθῇ . Ἀὼς ἀντέλλοισα καλὸν διέφανε πρόσωπον , πότνια
6207181 κλυτε
καὶ ἐπ ' ἀγκῶνος κεφαλὴν σχέθεν εἶπέ τε μῦθον : κλῦτε , φίλοι : θεῖός μοι ἐνύπνιον ἦλθεν ὄνειρος .
πᾶσαι στήθεα πεπλήγοντο , Θέτις δ ' ἐξῆρχε γόοιο : κλῦτε κασίγνηται Νηρηΐδες , ὄφρ ' ἐῢ πᾶσαι εἴδετ '
6202108 Σμινθευ
σπερμεῖε , ἀρότριε , Πύθιε , Τιτάν , Γρύνειε , Σμινθεῦ , Πυθοκτόνε , Δελφικέ , μάντι , ἄγριε ,
Χρύσην ἀμφιβέβηκας Κίλλάν τε ζαθέην Τενέδοιό τε ἶφι ἀνάσσεις , Σμινθεῦ εἴ ποτέ τοι χαρίεντ ' ἐπὶ νηὸν ἔρεψα ,
6201524 ενος
ωι βεβοη [ [ ] ! ηνδεκα [ [ ] ενος χρυς ! [ [ ] ! λωνδαν [ [
[ ] [ τύχαι ] σὺν ἔσλαι [ ] ! ενος κρέτησαι [ ] ας μελαίνας [ ] [ ]
6201195 σφω
ἐς παῖδε σώ . σῶιζ ' οὖν σὺ τέκνα , σφὼ δὲ τήνδε μητέρα , καὶ χαίρεθ ' : ἡμεῖς
, προσλάβεσθ ' , ὦ φίλοι . Ἐμοῦ δέ γε σφὼ τοῦ πέους ἄμφω μέσου προσλάβεσθ ' , ὦ φίλαι
6198978 Ἀργειη
: δοιαὶ μὲν Μενελάῳ ἀρηγόνες εἰσὶ θεάων Ἥρη τ ' Ἀργείη καὶ Ἀλαλκομενηῒς Ἀθήνη . ἀλλ ' ἤτοι ταὶ νόσφι
' αὖτις πρὸς δῶμα Διὸς μεγάλοιο νέοντο Ἥρη τ ' Ἀργείη καὶ Ἀλαλκομενηῒς Ἀθήνη παύσασαι βροτολοιγὸν Ἄρη ' ἀνδροκτασιάων .
6197860 Φθιης
ὅτι πρεσβύτερος Πηλεὺς Φοίνικος . . ναῖον δ ' ἐσχατιὴν Φθίης , Δολόπεσσιν ἀνάσσων : Δολόπων . μέρος τῆς Φθιώτιδος
Μενοίτιος ὧδ ' ἐπέτελλεν ἤματι τῷ ὅτε ς ' ἐκ Φθίης Ἀγαμέμνονι πέμπε , νῶϊ δέ τ ' ἔνδον ἐόντες
6195935 φωνησεν
. . . . Νέστωρ δὲ πρῶτος κτύπον ἄιε , φώνησέν τε . , : . Λ . εἴπ '
θυμῷ . τὸν μὲν πὰρ πόδ ' ἑὸν χαμάδις βάλε φώνησέν τε : ὦ φίλοι ἤτοι κλῆρος ἐμός , χαίρω
6195894 ἐπιμαρτυρα
γενέθλης [ : ] [ σῆς δ ' εὐηγενίης ] ἐπιμάρτυρα πᾶσι φυλάσσεις [ ] [ Ζῆνα ] γιγαντοφόνοιο κυβερνητῆρα
νοστήσαντα τὸν ἀρχέκακον πολιήτην . Εἰπέ , θεά , κρυφίων ἐπιμάρτυρα λύχνον Ἐρώτων καὶ νύχιον πλωτῆρα θαλασσοπόρων ὑμεναίων καὶ γάμον
6194350 γλαυκωπις
ἦν ἀνθρώπων . ” τὸν δ ' αὖτε προσέειπε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη : “ τοιγὰρ ἐγώ τοι ταῦτα μάλ '
πάντα . ἔνθ ' αὖτ ' ἄλλ ' ἐνόησε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη : εἴδωλον ποίησε , δέμας δ ' ἤϊκτο
6192493 δαϊφρονος
' ὥρμισαν : αὐτὰρ ἔπειτα βάν ῥ ' ἴμεν Ἀλκινόοιο δαΐφρονος ἐς μέγα δῶμα . πλῆντο δ ' ἄρ '
' ἐπεύξατο δῖος Ὀδυσσεύς : ὦ Σῶχ ' Ἱππάσου υἱὲ δαΐφρονος ἱπποδάμοιο φθῆ σε τέλος θανάτοιο κιχήμενον , οὐδ '
6191988 ἀοιδη
ἀοιδὸς ἀειδέμεναι . ἀείδω ἀοιδός . ἀπὸ τούτου καὶ τὸ ἀοιδή , οὐ θηλυκὸν τοῦ ἀοιδός : ἐκεῖνο μὲν γὰρ
ἐκ Διὸς ἀρχόμενοι πίνωμεν , παίζωμεν : ἴτω διὰ νυκτὸς ἀοιδή , ὀρχείσθω τις : ἑκὼν δ ' ἄρχε φιλοφροσύνης
6191623 πραν
ἐλθεῖν πρὸς σέ , ὅσον ἐγὼ προέλαβον Φιλῖνον τρέχων . πράν : πρώην καὶ ἐκβολῇ τοῦ ω πρὴν καὶ τροπῇ
ἐκβολῇ τοῦ ω πρὴν καὶ τροπῇ τοῦ η εἰς α πράν . ἦλθον : ἦλθον γὰρ ἄν σοι καὶ μὴ
6191601 ὀπασσαι
περ ἐφανδάνει Ὑψιπυλείῃ , πέμπωμεν ξείνοισιν , ἐπεὶ καὶ ἄρειον ὀπάσσαι : ὔμμι γε μὴν τίς μῆτις ἐπαυρέσθαι βιότοιο ,
ἀκˈμὰν ποδῶν . τὸ μὲν ἐμόν , Πηλέϊ γέρας θεόμορον ὀπάσσαι γάμου Αἰακίδᾳ , ὅν τ ' εὐσεβέστατον φάτις Ἰαολκοῦ
6191206 ἀρηρει
: εἵλετο δ ' ἄλκιμον ἔγχος , ὅ οἱ παλάμηφιν ἀρήρει . ὣς δ ' αὔτως Μενέλαος ἀρήϊος ἔντε '
μέσος ἦρα καὶ Ἀττικῶς ἄρηρα , ὁ ὑπερσυντέλικος ἠρήρει καὶ ἀρήρει ποιητικῶς . . . . ἀρητήρ : ὁ ἱερεύς
6189962 αὐδησω
] ; καὶ τόνδε φέρεις ἡγήτορα φύτλης [ ] . αὐδήσω [ σε ] Πλάτωνα ; Πλατωνίδος ἐσσὶ γενέθλης [
η ἔχει , ἡβῶ ἡβήσω , σιγῶ σιγήσω , αὐδῶ αὐδήσω , θῶ θήσω : τὸ μυκῶ μυκήσω , τιμῶ
6184252 πεφραδε
ἔγχος ἦεν ἐν ὀφθαλμῷ : ὃ δὲ φὴ κώδειαν ἀνασχὼν πέφραδέ τε Τρώεσσι καὶ εὐχόμενος ἔπος ηὔδα : εἰπέμεναί μοι
γὰρ ἀδελφός . . ὁ δὲ φῆ κώδειαν ἀνασχών , πέφραδέ τε Τρώεσσι καὶ εὐχόμενος ἔπος ηὔδα : ἡ διπλῆ
6183473 κεχαρισμενε
ἄρα κλαίουσα γυνὴ ἐϊκυῖα θεῇσι : Πάτροκλέ μοι δειλῇ πλεῖστον κεχαρισμένε θυμῷ ζωὸν μέν σε ἔλειπον ἐγὼ κλισίηθεν ἰοῦσα ,
λιτάζομε , φῶς τὸ θανόντων . Ἀσχάνδιε πάτερ , τὠμῷ κεχαρισμένε θυμῷ , Σὺν μητρὶ γλυκερῇ καὶ ἀδελφειοῖσιν ἐμοῖσιν ,
6181603 περικλυτος
τι σεῖο χατίζει . τὴν δ ' ἠμείβετ ' ἔπειτα περικλυτὸς ἀμφιγυήεις : ἦ ῥά νύ μοι δεινή τε καὶ
κλισίας τε κατηρεφέας ἰδὲ σηκούς . Ἐν δὲ χορὸν ποίκιλλε περικλυτὸς ἀμφιγυήεις , τῷ ἴκελον οἷόν ποτ ' ἐνὶ Κνωσῷ
6177132 δευτ
συνέθυσαν . διόπερ ἔφη : ὦ Κύπρου δέσποινα , τεὸν δεῦτ ' ἐς ἄλσος φορβάδων κορᾶν ἀγέλαν ἑκατόγγυιον Ξενοφῶν τελέαις
βαίνειν ὀρχηστικῶς , οὓς καὶ βητάρμονας λέγει ὁ ποιητής „ δεῦτ ' ἄγε Φαιήκων βητάρμονες , ὅσσοι ἄριστοι . „
6174049 εγω
μα προς ? [ αυ ] τον ο μισητος εφη εγω τι [ ] ως απολεισθε [ ] εν ?
[ [ ! ! ! ! ! ! ! ] εγω ? ? [ [ ! ! ! ! !

Back