| διὰ τοῦ η , ὠνήμην , ὤνησο , ὤνητο . Μέχρις καὶ ἄχρις σὺν τῷ σ ἀδόκιμα : μέχρι δὲ | ||
| Ἐντὸς δὲ Αἰγὸς ποταμοῦ Κρῆσσα , Κριθώτη , Πακτύη . Μέχρις ἐνταῦθα ἡ Θρᾳκία Χερρόνησος . Ἐκ Πακτύης δὲ εἰς |
| τῶν γάμων ἀρᾶται . εἴθ ' ] ἄν ποτε , ἄμποτε . ὤφελ ' ] ἔπρεπε , ἔμελλε , ὤφελον | ||
| ] νόμισμα , τρεῖς ὀβολούς . ἀπόλοιο κτλ . ] ἄμποτε ἵν ' ἀπολεσθείης ἕνεκεν τῆς ἀναισχυντίας , εἴθε φθαρείης |
| Νίκαρχον . Γ σελαγοῖντ ' ] ἀντὶ τοῦ καίοιντο . σελαγοῖντ ' ] καιόμεναι λάμποιεν . ἐκπληττόμενος ὁ Δικαιόπολις ἐν | ||
| ἅψηται , φησί , μόνον , εὐθὺς καίονται . Γ σελαγοῖντ ' ἄν : αἱ ναῦς δηλονότι . ταῦτα δὲ |
| δυσεντερικοὺς θεραπεύει καὶ χίμετλα ἰᾶται . τὴν δὲ καρδίαν αὐτοῦ ἐνειλήσας βυσσίνῳ ῥάκει καὶ περιάψας τεταρταΐζοντας ἰάσει ἄκρως . Τούτου | ||
| κάλλιον δὲ ποιήσεις , ἐὰν ἕκαστον μῆλον εἰς φύλλα καρύας ἐνειλήσας ἀπόθοιο . φυλάξεις τὰ μῆλα , ἐὰν εἰς χύτρας |
| ἂν σκυθρωπότερος αὑτοῦ γίγνεσθαι καὶ ἀναχωροίη . τῆς δὲ μεσημβρίας αἰσχύνοιτ ' ἂν ὀφθῆναι ἀνθρώπων τινὶ καὶ ἔνδον μένοι ἂν | ||
| θεάτρῳ γε καὶ παντοίοις ἀνθρώποις ᾄδειν ἑστὼς ὀρθὸς ἔτι μᾶλλον αἰσχύνοιτ ' ἄν : καὶ ταῦτά γ ' εἰ καθάπερ |
| Εὔπολις ἀκαλήφας ὀνομάζει καὶ Ἀριστοφάνης , ὃ μὲν εἰπὼν κραναὰς ἀκαλήφας , ὃ δὲ ἀκαλήφαις ἐστεφάνωσθαι . Δίφιλος δὲ ὁ | ||
| . Ὦ δεξιώτατον κρέας , σοφῶς γε προὐνοήσω : ὥσπερ ἀκαλήφας ἐσθίων πρὸ χελιδόνων ἔκλεπτες . Καὶ ταῦτα δρῶν ἐλάνθανόν |
| οὐδ ' ὁ Μελάμπους , ὃς μόνος τὰς Προιτίδας ἔπαυσε μαινομένας , καταστήσειεν ἄν . καὶ ἀλλαχοῦ δὲ περὶ τοῦ | ||
| πρημαινούσας τε θυέλλας ] ⌈ πεφυσσημένας [ πεφυσημένας ] καὶ μαινομένας πνοάς : πρῆσαι γὰρ τὸ ⌈ φυσσῆσαί φυσῆσαί [ |
| ἐστι πάνυ . ὅταν οὖν γεννήσῃ τοὺς νεοσσοὺς καὶ ὀλίγον αὐξηθῶσι , τύπτουσιν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτῶν . ἐκεῖνοι οὖν | ||
| γνώμῃ πάντες ὡς ἡμᾶς μεταστήσονται . Λακεδαιμόνιοι δ ' ἂν αὐξηθῶσι δι ' ἡμῶν καὶ μὴ δικαίως μηδ ' ἁπλῶς |
| πρὸς ὑμᾶς ὅτι τάχιστα , ὅθεν ἔχου τῶν αὐτόθι . συμμίξεις δέ μοι πλησίον γενομένῳ πρὸ τῶν ἄλλων οἰκείων τε | ||
| ἐοικέναι προβάτοις ὑπὸ τῶν ποιμένων μετὰ τὰς ἐν ταῖς νομαῖς συμμίξεις χωριζομένοις . Οἱ λάροι τοῖς ἀνθρώποις εἰσὶ προσφιλέστατοι καὶ |
| μὴν ὑπὲρ καλοῦ χρώμενοι τῇ ῥητορικῇ , καλὸν ἄν τι πράττοιμεν ὑπ ' αὐτῆς . οὐκοῦν καλὸν ἡ ῥητορικὴ μετὰ | ||
| συνεργὸν ἡμῖν εἶναιὅτι δ ' ἐπιστημόνως ἂν πράττοντες εὖ ἂν πράττοιμεν καὶ εὐδαιμονοῖμεν , τοῦτο δὲ οὔπω δυνάμεθα μαθεῖν , |
| ἑκάστην γραφὴν κατώπτευον ἅμα τῷ τέρποντι τῆς ὄψεως ἡρωϊκοὺς μύθους ἀνανεούμενος : εὐθὺ γάρ μοι δύ ' ἢ τρεῖς προσερρύησαν | ||
| εὖ μάλα καὶ οἱ πατρικοὶ στρατιῶται ἠχθημένοι διότι τὰς πατρῴους ἀνανεούμενος τιμὰς διεκωλύθη , ἄλλους τε ἐπ ' ἄλλοις κρότους |
| Ἀχαιῶν ἀπόδος ἐν σμικρῶι μακροὺς θανοῦς ' , ἵν ' εἰδῆις μὴ καταισχύνειν ἐμέ . μή , πρός σε γονάτων | ||
| πέσοι . [ ! ! ! ! ! ! ! εἰδῆις ] γ ' ὅτι [ κρατεῖ ] τῶν σῶν |
| . τῷ πελάζω καὶ ἐμπελάζω παράκειται τὸ ἐμπελαδόν , τῷ σχέθω σχεδόν , τῷ κρίνω κριδόν καὶ διακριδόν , φαίνω | ||
| ἀσκηθής , † οὐ παρβεβλημένος † . εἴρηται παρὰ τὸ σχέθω κατὰ σύνθεσιν καὶ ἔκτασιν καὶ τροπὴν ἀσκηθής , ὁ |
| . [ ἐν ] ἀμεμφεῖ ἰῷ μελισσῶν : ἤγουν ἐν ἀμέμπτῳ ἰῷ καὶ παρὰ τῶν μελισσῶν : ἤτοι ἁπαλωτέρῳ καὶ | ||
| θάλλει τε . ἀλλαχοῦ : καὶ τοῦτ ' ἐν δίκῃ ἀμέμπτῳ τε καὶ ἀμέμπτως ᾖ ἡ πᾶσα οὕτω θάλλει τε |
| ἔνι δὲ φιλόπολις ἀρετὴ φρόνιμος . Ἀλλ ' , ὦ τηθῶν ἀνδρειοτάτη καὶ μητριδίων ἀκαληφῶν , χωρεῖτ ' ὀργῇ καὶ | ||
| . τὸ δ ' Ἀριστοφάνῃ ἐν Λυσιστράτῃ πέπαικται : ὦ τηθῶν ἀνδρειοτάτη καὶ μητριδίων ἀκαληφῶν . ἐπεὶ τήθεα τὰ ὄστρεια |
| ῥηματικὸν ὄνομα κάβη καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν καὶ πλεονασμῷ τοῦ κ κακκάβη . ἀναλογώτερον δὲ θέλουσι λέγειν ἡ κάκκαβος θηλυκόν : | ||
| . κάκκαβος ἐπὶ ἀρσενικοῦ . . . . . . κακκάβη , , : κακκάβη : σκεῦος πρὸς ἕψησιν ἐπιτήδειον |
| βουλευτηρίου . κλαστάσεις ] κλονήσεις , διασείσεις ἢ κλάσεις καὶ συντρίψεις ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν περιτεμνομένων κλημάτων . ἐν πρυτανείῳ : | ||
| τὰς μὲν πλαγίας λαμβάνων καταδύσεις , τὰς δὲ ἀντιπρώρους κινδυνευούσας συντρίψεις καὶ ἐμπρήσεις , καθάπερ εἴρηται : ἐὰν δὲ λάβῃς |
| συκᾶς συκάζειν : ἐπὶ δὲ πάσης ὀπώρας τὸ ὀπωρίζειν , βωλοκοπεῖν , ὀνηλατεῖν , ἀμπελουργεῖν , καὶ ὄνῳ κοπροφόρῳ ἕπεσθαι | ||
| καὶ ἀμπελοστατεῖν , κηπουρεῖν , ἀλσοκομεῖν , ἐλαιοκομεῖν : καὶ βωλοκοπεῖν δὲ Ἀριστοφάνης λέγει . τὰ δὲ ἐν μέρει τούτων |
| καὶ δριμέα καὶ οὐρητικά : διαιτῆσθαί τε τῆς τε πτισάνης καθέφθῳ τῷ χυλῷ , καὶ πᾶσι τοῖσι μαλακοῖσι καὶ κούφοισιν | ||
| πυρετὸς ἔχῃ ἤν τε μή . Ῥοφήμασι δὲ χρεέσθω πτισάνῃ καθέφθῳ , μέλι παραχέων : πινέτω δὲ μέλι καὶ ὕδωρ |
| . Ἀλλ ' εἴπατόν μοι σφὼ τίν ' ἐστόν ; Νώ ; βροτώ . Ποδαπὼ τὸ γένος ; Ὅθεν αἱ | ||
| δή . „ Νυνί . ἐν τῷ ἐνεστῶτι χρόνῳ . Νώ . ἡμεῖς . Νωθρός . ἔστι γὰρ καὶ τοῦτο |
| ἐκ χειρὸς τύψαι . ἐλαφηβόλος κυνηγός . ἐλεαίρει ἐλεεῖ . ἐλέγξεις ἐλέγχῳ περιβάλῃς , ὀνείδει περιβάλῃς . ἐλεγχείη ἡ αἰσχύνη | ||
| οὖν αὐτὸν ὁ Ἀπολλώνιος , οὐδὲ γὰρ πικρὸς πρὸς τὰς ἐλέγξεις ἦν , „ ἀλλὰ μὴ τοῦτο „ ἔφη ” |
| : ἐπεὶ τὸ ὑπερχεόμενον καὶ ῥέον ὕδωρ τοῦ φρέατος τὰ προσγενόμενα ἀγαθὰ καὶ γυναῖκα τε καὶ παῖδας μὴ παραμεῖναι μαντεύεται | ||
| ἀναλγησίαν ἀλλὰ διὰ μεγαλοψυχίαν : τοὐναντίον δὲ τὰ μεγάλα εὐτυχήματα προσγενόμενα τῷ ἀγαθῷ μακαριώτερον , φησί , ποιήσει τὸν βίον |
| νῦν ὀφείλω διὰ σέ , τούτων τῶν χρεῶν οὐκ ἂν ἀποδοίην οὐδ ' ἂν ὀβολὸν οὐδενί . οὐκ ἂν πιθοίμην | ||
| τοὺς σεληνιακοὺς μῆνας ἐκέκτηντο , παρὰ Αἰγυπτίων τοῦτο λαβόντες . ἀποδοίην ] μέλλοιμι ἀποδώσειν , ἵνα ἀποδώσω , ἀποδώσαιμι . |
| Αἰσχίνης νόμον , μηδενὶ βοηθεῖν , ὃς ἂν μὴ πρότερον βεβοηθηκὼς ᾖ . ἐνταῦθα γὰρ οὔτε κατηγορία ἐστὶν ῥητοῦ , | ||
| ἔλεγε μὴ βοηθεῖν δεῖν , ὃς ἂν μὴ πρότερον ἡμῖν βεβοηθηκὼς ᾖ , ὁ δὲ Δημοσθένης πρὸς τὸ ἔνδοξον , |
| στῇ , καῦσαι : καίειν δὲ χρὴ τὰ μὲν σαρκώδεα σιδηρίοισι , τὰ δὲ ὀστώδεα καὶ νευρώδεα μύκησι . Πλὴν | ||
| ὦτα , ἔστ ' ἂν παύσωνται σφύζουσαι : τοῖσι δὲ σιδηρίοισι σφηνίσκους ποιησάμενος , διακαίειν πλαγίας τὰς φλέβας . Ταῦτα |
| διεφάνη πρὸς αὐτὸ ἰσχύος πέρι ἢ ἀσθενείας , ἀλλὰ πάντα ξυνῄρει καὶ τὰ πάσῃ διαίτῃ θεραπευόμενα . δεινότατον δὲ παντὸς | ||
| τουτέων : ὅ τι δὲ παραγένοιτο τουτέων βιαίως , ταχὺ ξυνῄρει : ἢ πάλιν ἐπὶ τὸ μηδὲν ὠφελέειν . Ἐξανθήματα |
| καὶ τὰς εἰκόνας αὐτῶν ἀνατιθέναι τοὺς πλείστους ἐν τοῖς ἱεροῖς ἐντεταμένας καὶ τῇ τοῦ τράγου φύσει παραπλησίας : τὸ γὰρ | ||
| καὶ τὰς γεφύρας εὗρον διαλελυμένας , τὰς ἐδόκεον εὑρήσειν ἔτι ἐντεταμένας , καὶ τούτων οὐκ ἥκιστα εἵνεκεν ἐς τὸν Ἑλλήσποντον |
| φησὶ Σώφρων . οὓς ἔνιοι θύννους καλοῦσιν , Ἀθηναῖοι δὲ θυννίδας . θυννίς . τοῦ ἄρρενος ταύτῃ φησὶ διαφέρειν Ἀριστοτέλης | ||
| θυννοθήρας ἐστίν . οὓς ἔνιοι θύννους καλοῦσιν , Ἀθηναῖοι δὲ θυννίδας . ΘΥΝΝΙΣ . τοῦ ἄρρενος ταύτην φησὶ διαφέρειν ὁ |
| δι ' ἡμερῶν τριῶν ἢ τεσσάρων . εἰ δὲ νήστεις λούοιντο , πρὸ τοῦ λουτροῦ χρὴ σινδόνι ἀνατρίβειν τὸ σῶμα | ||
| δὲ ἄλλων λουτρῶν αὐτοὺϲ ἀφεκτέον : εἰ δέ ποτε καὶ λούοιντο , χρήϲθωϲαν ἐν τῷ λουτρῷ τοῖϲ διὰ νίτρου τε |
| μὲν γὰρ οὖσα φαίνει ὥρας ∠ ʹ δʹ κʹ : δευτεραία αʹ ∠ ʹ ιʹ : καὶ ἀεὶ ὅσων ἂν | ||
| μὲν γὰρ οὖσα φαίνει ὥρας ∠ ʹ δʹ κʹ ; δευτεραία ὥραν αʹ ∠ ʹ ιʹ , τριταία ὥρας βʹ |
| ὁ Ξάνθος παραγενάμενος μετὰ τῶν σχολαστικῶν ἐν τῷ οἴκῳ αὐτοῦ ἀνεκλίθη σὺν αὐτοῖς . καὶ μετὰ τὸ προπιεῖν λέγει “ | ||
| ἐκ σίτου ; δείκνυσι δὲ ὡς μετὰ τελωνῶν καὶ εἰδωλολατρῶν ἀνεκλίθη . ὁμοίως δὲ καὶ [ ἐν ] τῆι οἰκίαι |
| λαγόνεσσιν ἔδεκτο αὐτὴν εἰσίθμην , αὐτὴν ὁδόν , ἔνθεν ὄλισθον γεινόμενοι : τοῖον δὲ πόνον μογέουσά περ ἔμπης ἀσπασίως τέτληκε | ||
| ὀλέσει καὶ τοῦτο γένος μερόπων ἀνθρώπων , εὖτ ' ἂν γεινόμενοι πολιοκρόταφοι τελέθωσιν . οὐδὲ πατὴρ παίδεσσιν ὁμοίιος οὐδέ τι |
| ἐρωτῶμεν , ἄνωθεν ἄρξαι , πάντα ἡμῖν λέγε , μηδὲν παραλίπῃς . “ ὤκνει Χαιρέας , ὡς ἂν ἐπὶ πολλοῖς | ||
| συχνά γε ἀπολείπω . Μηδὲ σμικρὸν τοίνυν , ἔφη , παραλίπῃς . Οἶμαι μέν , ἦν δ ' ἐγώ , |
| φανῶμεν ἄξιον ἐπιθυμίας ἐργάσασθαι καὶ μηδὲ τὴν ὑπόθεσιν καθυβρίσωμεν . Παρακαλῶ δὲ καὶ πάντας τοὺς ἐντευξομένους τῷ πάσης ἀμουσίας πεπληρωμένῳ | ||
| ἀπὸ σκότους εἰς φῶς . ἐγὼ δὲ εἶπον αὐτῷ : Παρακαλῶ σε , κύριε , λάβε καὶ τὰς ἀκτῖνας μετ |
| βόθρον προεμβληθέντος . Ἡνίκα ὁ φλοιὸς αὐτῶν ῥήγνυσθαι μέλλει , σύναγε ταύτας , καὶ ἀπολεπίσας ἅλμῃ πλῦνον , τοῦτο γὰρ | ||
| συνέμιξεν . σύναγε ] συνέμιξε . σύναγε ] συνῆγε . σύναγε ] ἥνωσε . θ σύναγε ] συνῆψε . Ξ |
| τῶν τῆς ψυχῆς ἔργων καὶ παθημάτων ἴδιον τῆς ψυχῆς , ἐνδέχοιτ ' ἂν αὐτὴν καὶ χωρίζεσθαι τοῦ σώματος : εἰ | ||
| καὶ διαίρεσιν ἀπείρου καὶ δυνάμει ἀπείρου , οὐκ ἐνεργείᾳ , ἐνδέχοιτ ' ἂν ἐν πεπερασμένῳ χρόνῳ καὶ ἅπτεσθαι παντὸς καὶ |
| καὶ μέλι ἐν κοτύλῃ καὶ ἔλαιον ἀναψήσασθαι καὶ κύλικ ' εὔζωρον , ὡς ἂν μεθύουσα καθεύδῃ . τὴν εἰρεσιώνην ] | ||
| μέλι τε ὡς κάλλιστον λειχέτω , καὶ οἶνον αὐτίτην πινέτω εὔζωρον . Ἢν δὲ τοῦ εἰλεοῦ ἀφέντος πυρετὸς αὐτὸν ἐπιλάβῃ |
| ' αὐτοῖς αὐτὸ τοῦτο πάλιν . Ἐὰν δ ' ἀργυρίου τιμηθῇ , δεδέσθω τέως ἂν ἐκτείσῃ . Πέπαυσο . ἔστιν | ||
| ἐκόψατο . διὰ τοῦτο καὶ ὁ κῆρυξ , ἵνα μὴ τιμηθῇ ὁ Πολυνείκης , ἐντέλλεται μήτε διὰ θυσιῶν μήτε δι |
| , ἕκαστος μῆνα καὶ ἡμέρας ἕξ , ἕως τὸ ἔτος περιέλθοι εἰς τὰς δέκα φυλάς . ὁ δὴ χρόνος , | ||
| τοῦ δεξιοῦ κέρως ἡγούμενος ἐπὶ δόρυ παρήγγειλεν ἀκολουθεῖν , ὅπως περιέλθοι τὸν τόπον τὸν κατεσπαρμένον ταῖς τριβόλοις : ὁ δὲ |
| δέ ; οὐ σοφὰ καὶ περὶ σοφῶν ἥκουσιν ἀκουσόμενοι ; Φαῖεν ἄν , ὥς μοι δοκοῦσιν . Ἀλλὰ μὴ τὸν | ||
| , ὅτι ταῦτα ἀγαθὰ μέν ἐστιν , ἀνιαρὰ δέ ; Φαῖεν ἄν ; Συνεδόκει . Πότερον οὖν κατὰ τόδε ἀγαθὰ |
| ἀκαιρίαν ἡγησάμενοι παρίδητε , ὅταν δέῃ χρῆσθαι , τότ ' ἀναγκασθήσεσθε παρασκευάζεσθαι . Ἤδη δέ τις εἶπεν ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοί | ||
| μὴ προχείρους ἔχῃ ἐν τῇ ψυχῇ ; καὶ οὕτω δὴ ἀναγκασθήσεσθε εἰς ταὐτὸν περιτρέχειν μυριάκις οὐδὲν πλέον ποιοῦντες ; “ |
| τὸ εἶδος . Ξενοφάνης Δεξίου ἤ , ὡς Ἀπολλόδωρος , Ὀρθομένους Κολοφώνιος ἐπαινεῖται πρὸς τοῦ Τίμωνος : φησὶ γοῦν , | ||
| ὑπόλειψιν . . . . . Ξενοφάνης μὲν οὖν ὁ Ὀρθομένους ὁ Κολοφώνιος ὁ τῆς Ἐλεατικῆς αἱρέσεως ἡγησάμενος ἓν εἶναι |
| ὅτι ἀπέλθῃ ὁ πόνος . [ Περὶ αἰγίλωπος . ] Χολὴν βοὸς καὶ ὑγρόπισσον καὶ ὄξος ἑνώσας ποίει ἔμπλαστρον καὶ | ||
| οὐ διψήσει . [ Πρὸς δυσηκοΐας καὶ κωφώσεις . ] Χολὴν αἰγείαν πρόσφατον ἴσα μίξας μέλιτι ἀκάπνῳ χλιαρὸν ἔνσταζον εἰς |
| φακῆν ἥδιστον ὄψων λοιδορεῖς πόθεν ἂν λάβοιμι βύσμα τῷ πρωκτῷ φλέων ; ταυτὶ τὰ κρέ ' αὐτῷ παρὰ γυναικός του | ||
| αὐτοῦ καὶ ἐν Ἀμφιαράῳ πόθεν ἂν λάβοιμι βύσμα τῷ πρωκτῷ φλέων ; ] Ἄλλως . κύπειρον καὶ φελεὺς εἴδη εἰσὶν |
| τε θρίνακες διαστίλβουσι πρὸς τὸν ἥλιον . Ἦ καλῶς αὐτῶν ἀπαλλάξειεν ἂν μετόρχιον . Ὥστ ' ἔγωγ ' ἤδη ' | ||
| ἂν οὓς ἥκιστα βούλοιτο καὶ αὐτὸς αἰσχρῶς ἂν καὶ κακῶς ἀπαλλάξειεν . ὡσαύτως δὲ καὶ τὸ πλούσιον καὶ τὸ ἀνδρεῖον |
| ἔλυσε διὰ τῆς εὐχῆς τοὺς αὐχμούς . καὶ κατερρύη ὕδωρ ποτίζον τὴν Ἑλλάδα . μάλιστα οὖν καὶ ἐκ τούτου ἡ | ||
| ἔλυσε διὰ τῆς εὐχῆς τοὺς αὐχμούς . καὶ κατερρύη ὕδωρ ποτίζον τὴν Ἑλλάδα . μάλιστα οὖν καὶ ἐκ τούτου ἡ |
| πόλεως μεταλαβὼν , ἀνατρέπει δι ' αὐτοῦ τὸ εἰρημένον . Ποτέρῳ δὲ πρότερον χρηστέον . Δυσχερῆ τούτων ἀποφαίνεται τὴν αἰτίαν | ||
| τότε παύσοιτο στρεβλούμενος , ὁπότε εἴποι τὰ τούτοις δοκοῦντα . Ποτέρῳ οὖν εἰκός ἐστι πιστεῦσαι , τῷ διὰ τέλους τὸν |
| τὰ βρώματα καὶ πόματα , ἑτέρα καὶ δευτέρα , ἵνα καθάρῃ τὸ αἷμα , ὅπως καθαρὸν γινόμενον τρέφῃ ὅλα τὰ | ||
| ῥεῦμα χειμάρρου τὴν φορὰν τῆς κακίας ἀποχετεῦσαι γλιχόμενος , ἵνα καθάρῃ τὸ γένος ἡμῶν , ἰσχὺν καὶ κράτος δίδωσι τοῖς |
| ἑκάτερος αὐτῶν ἀπειλήφῃ τὰ ὑπὸ τοῦ λόγου ὀφειλόμενα ἀκοῦσαι . Λέγοις ἄν , ἔφη , ὡς οὐ πολλὰ ἄλλ ' | ||
| , ὦ Σώκρατες , ἄρτι δοκῶ κατανενοηκέναι τοὺς ἄνδρας . Λέγοις ἄν : ἔοικας γὰρ ἄτοπόν τι καθορᾶν . Ναί |
| τέθνηκας ζητῶν ἐμὲ , ἐγὼ δὲ ζῶ καὶ τρυφῶ , κατάκειμαι δὲ ἐπὶ χρυσηλάτου κλίνης μετὰ ἀνδρὸς ἑτέρου . πλὴν | ||
| ἔστιν , ἡ δ ' οὐ φαίνεται . ἐγὼ δὲ κατάκειμαι πάλαι χεζητιῶν , τὰς ἐμβάδας ζητῶν λαβεῖν ἐν τῷ |
| τῶν ὑπὸ τὴν οὐρὰν παρὰ τὴν ἕδραν : ἀλλὰ καὶ ἐγχυτέον οὔρου ἀνθρωπίνου κοτύλην μίαν ἥμισυ . Ἐὰν δὲ καὶ | ||
| οἴνου μέλανος αὐστηροῦ μιχθέντος , ἢ σίδια ῥοιᾶς μετὰ ὕδατος ἐγχυτέον . Ὠφελεῖ δὲ καὶ σελίνου σπέρμα καὶ σικύου τὸ |
| ἃ βούλομαι κλύειν . φεῦ : πῶς ἂν σύ μοι λέξειας ἁμὲ χρὴ λέγειν ; οὐ μάντις εἰμὶ τἀφανῆ γνῶναι | ||
| ὑπεραποκρίνῃ μου , σαφῶς σώσεις ἐμέ . Μόνος γὰρ ἂν λέξειας ἀξίως ἐμοῦ . Ἔπειτα πῶς οὐκ αὐτὸς ἀπολογεῖ παρών |
| καὶ τὸ τροπαῖον μὴ τρόπαιόν μοι γράφε : ἂν Ἀττικῶς γράφῃς δέ , ταῦτά σοι λέγω . ἄλλῃ δὲ γλωσσῶν | ||
| ἐπὶ τοὺς βαρβάρους διέβησαν οἱ στρατηγοί , καὶ τὰ τοιαῦτα γράφῃς , τρέμοντας καὶ ἀγρυπνοῦντας εἰς ἑορτὰς καὶ θυμηδίαν ἄγεις |
| κάνθαρον . Φρύνιχος Κωμασταῖς : εἶτα κεραμεύων ἂν οἴκοι σωφρόνως Χαιρέστρατος ἑκατὸν ἂν τῆς ἡμέρας ἔκλαιεν οἴνου κανθάρους . Νικόστρατος | ||
| ἁπάσας λελῃτούργηκε καὶ τὰς πλείστας νίκας νενίκηκεν : οὑτοσὶ δὲ Χαιρέστρατος τηλικοῦτος ὢν τετριηράρχηκε , κεχορήγηκε δὲ τραγῳδοῖς , γεγυμνασιάρχηκε |
| ἡμῖν ἃ ἕκαστος ὑπέσχετο ἀποδεικνύναι ὡς πολλοῦ ἄξιά ἐστιν . Ἀκούοιτ ' ἄν , ἔφη ὁ Καλλίας , ἐμοῦ πρῶτον | ||
| ἡμῖν ἃ ἕκαστος ὑπέσχετο ἀποδεικνύναι ὡς πολλοῦ ἄξιά ἐστιν . Ἀκούοιτ ' ἄν , ἔφη ὁ Καλλίας , ἐμοῦ πρῶτον |
| καλαμίνου , ἄνωθέν τε αὐτῆς ἐπίρριψον σκεπάσματα πρὸς τὸ μὴ διαπνεῖν τὸ ὄξος , ὡς ἂν διαλυθεῖσα καὶ διαρρεύσασα καταπέσῃ | ||
| ' αὐτοῦ πνεῖν , ἀναπνεῖν , ἀποπνεῖν , ἐκπνεῖν , διαπνεῖν , πνέων , ἀποπνέων , ἐκπνέων , διαπνέων , |
| ἐμὲ παίζειν μηδ ' ὅτι ἂν τύχῃς παρὰ τὰ δοκοῦντα ἀποκρίνου , μήτ ' αὖ τὰ παρ ' ἐμοῦ οὕτως | ||
| Νεκτεναβὼ ἔφη “ Αἴσωπε , ἥττημαι . ὃ δὲ ἐρωτήσω ἀποκρίνου μοι . ” καί φησι “ μετεπεμψάμην ἵππους ἀπὸ |
| δόξαιμεν ψεύδεσθαι . Μὰ Δία οὐ μέντοι , ἔφη . Φῶμεν ἄρα ; Φῶμεν . Ἔστω δή , ἦν δ | ||
| ἢ μὴ φῶμεν αὐτὸν ἐν μέσῳ τῶν παθημάτων εἶναι ; Φῶμεν μὲν οὖν . Πότερον ἀλγοῦνθ ' ὅλως ἢ χαίροντα |
| μὲν θαλάσσῃ ἢ ἅλμῃ ἐφ ' ἱκανόν , ἄχρις ἂν λευκανθῇ καὶ ἡ θάλασσα καθαρὰ ἀπορρέῃ , ἔπειτα ὕδατι γλυκεῖ | ||
| αὐτοῦ γεώδη ὑπερουσίαν καὶ παχύτητα τοῦ σώματος . Ἐὰν οὖν λευκανθῇ ὁ χαλκὸς ἄσκιος , πνευματικὸς γίνεται , καὶ λοιπὸν |
| καὶ ἡ ἀντιτυπία . αὕτη γὰρ εἴπερ καταλαμβάνεται , ἁφῇ καταλαμβάνοιτο ἄν . ἐὰν οὖν δείξωμεν , ὅτι ἀκατάληπτός ἐστιν | ||
| πέφυκε καταλαμβάνεσθαι : δῆλον ὅτι οὐδὲ ἡ ῥύσις αὐτόθεν ἂν καταλαμβάνοιτο . ἵνα μὲν γὰρ τὴν ῥύσιν ἐπιγνῶμεν , δεῖ |
| μὲν ἡ τῶν β ὡρῶν ἀποχὴ ἀπὸ τοῦ μεσουρανήματος ὑπέκειτο προσεθήκαμεν ἂν τοῖς νη χρόνοις , εἰ δὲ ἀπὸ τοῦ | ||
| . ἐπειδὴ δὲ καὶ ἡ ὕλη ἕν τί ἐστι , προσεθήκαμεν τὸ κατ ' εἶδος : κἂν γὰρ ἕν τι |
| εἰκὸς δή που πρῶτον ἁπάντων ἴφυα : φῦναι καὶ τὰς κραναὰς ἀκαλήφας . στίλβη θ ' ἣ κατὰ νύκτα μοι | ||
| κνίδας Εὔπολις ἀκαλήφας ὀνομάζει καὶ Ἀριστοφάνης , ὃ μὲν εἰπὼν κραναὰς ἀκαλήφας , ὃ δὲ ἀκαλήφαις ἐστεφάνωσθαι . Δίφιλος δὲ |
| ] ἤγουν ἀνέμῳ . . πρημαινούσας ] ὁρμητικάς , ἰσχυρῶς πνεούσας . τὰς μανικῶς φυσώσας : ἀπὸ τοῦ πρῆσαι τοῦ | ||
| κεφαλὴν ἱμάντες τοῦ χαλινοῦ ἄμπυξ καλοῦνται . ἐμβριμωμένας ] θυμὸν πνεούσας καὶ φρυαττούσας . . δινεῖ ] συστρέφει , ἀνακόπτει |
| οὗτος νόμος ἄφυκτος , καθ ' ὃν πάντα τέτακται . Κινεῖται δὲ τὸ κινούμενον κατ ' ἐνέργειαν τῆς κινήσεως τῆς | ||
| ' ἕνεκα λέγομεν , τοῦτο μόνον φυλάττωμεν , ἐρωτῶντες : Κινεῖται καὶ ῥεῖ , ὥς φατε , τὰ πάντα ; |
| ἦν , ἐκύμαινεν , ἐκυματοῦτο . καὶ κύματα μετέρρει , μετέπιπτεν , ἐνέπιπτεν , ἠγρίαινε . φρικώδης ἦν ἡ θάλαττα | ||
| , εἰ πρὶν ἀποσπασθῆναι πολὺ καὶ αὐτίκα εἰς τοὐπίσω παλίρρους μετέπιπτεν . Ἀπολλόδωρος δὲ ἐπιτιμᾷ Καλλιμάχῳ , συνηγορῶν τοῖς περὶ |
| ιαʹ . . . . . . ἡμέτερα : † δέξομαι Παλλάδος : τὰ τοιαῦτα εἴδη καλεῖται , ὡς εἴρηται | ||
| δῖος Ἀχιλλεύς : τέθναθι : κῆρα δ ' ἐγὼ τότε δέξομαι ὁππότε κεν δὴ Ζεὺς ἐθέλῃ τελέσαι ἠδ ' ἀθάνατοι |
| . τἀνάφορον δὲ ξύλον ἀμφίκοιλον , ἐν ᾧ τὰ φορτία ἐξαρτήσαντες οἱ ἐργάται βαστάζουσι . μεταθέμενος τὸ ἐπὶ ὤμου φορτίον | ||
| δὴ πάθος ἀποπληξίαν παῖδες ἰατρῶν ὀνομάζουσι . λίθους τῶν ποδῶν ἐξαρτήσαντες ἔρριψαν ἐς τὸ πέλαγος ἀτέγκτως καὶ ἀφειδῶς . καὶ |
| πίνος γάρ ἐστιν ὁ ῥύπος καὶ πιναρόν τὸ ῥυπαρόν . αἰρόπινον οὖν τὸ κόσκινον τὸ τὰς αἴρας , ὅπερ ἐστὶ | ||
| . ὁ δὲ Ἀριστοφάνης ἐν Σκηνὰς καταλαμβανούσαις ἔφη ὥσπερ κόσκινον αἰρόπινον τέτρηται . Λύχνοιδ ' ἐπὶ τούτοις , καὶ λύχνοι |
| καὶ κατὰ συγκοπὴν “ ἀμφορεύς ” . ὅτι τὸ παλαιὸν ἐξήραινον διὰ τοῦ ἡλίου τὰς σταφυλὰς καὶ ἔκτοτε ἐπάτουν αὐτάς | ||
| . τὸ ἐναντιούμενον . Ταρσοὶ καλάμων . πρασιὰ ἐν ᾗ ἐξήραινον τὴν πλίνθον . Φάρσος . τρύφος , κλάσμα , |
| τοὺς αὐτοῦ πατέρας μιμούμενος τοιοῦτός ἐστιν . * ἤγουν μὴ ἀφάνιζε τὴν γένεσιν τοῦ Διαγόρου , τὴν ἔχουσαν κοινωνίαν ἀπὸ | ||
| , τὸν ὄροφον , τὴν στέγην . κατάσκαπτ ' ] ἀφάνιζε , κατάβαλλε , χάλα , φθεῖρε . τὸν δεσπότην |
| καὶ προσειπὼν ἀξίως προσείπω , θειοτάτη πορφυρογέννητε , χαῖρε καὶ σύγχαιρέ μου τῷ δεσπότῃ , τῷ σοφῷ καίσαρι . Πεπέρασται | ||
| καὶ προσειπὼν ἀξίως προσείπω , θειοτάτη πορφυρογέννητε , χαῖρε καὶ σύγχαιρέ μου τῷ δεσπότῃ , τῷ σοφῷ καίσαρι . Πεπέρασται |
| : ἁδόντα δ ' εἴη με τοῖς ἀγαθοῖς ὁμιλεῖν . Ἤθελον Χίρωνά κε Φιλλυρίδαν , εἰ χρεὼν τοῦθ ' ἁμετέρας | ||
| λέγων : Τάδε λέγει ὁ φίλος σου Ἁβραὰμ , ὅτι Ἤθελον θεάσασθαι πᾶσαν τὴν οἰκουμένην ἐν τῇ ζωῇ μου , |
| . σικύδιον δ ' ὑποκοριστικῶς εἴρηκε Φρύνιχος ἐν Μονοτρόπῳ : κἀντραγεῖν σικύδιον . Θεόφραστος δέ φησι σικυῶν τρία εἶναι γένη | ||
| δὴ κατακλινῶ : σὺ δὲ τράπεζαν ἔκφερε , καὶ κύλικα κἀντραγεῖν , ἵν ' ἥδιον πίω . ἰδοὺ κύλιξ σοι |
| γὰρ ἐμπίνεται τοῖσι νεφροῖσι τὸ ὑγρὸν τὸ ἐπιῤῥέον , ἀλλὰ διαῤῥέει ἐπὶ κύστιν κάτω , ὥστε ὅ τι ἂν ἀποκερδάνωσιν | ||
| , ἐπὶ τῆς θαλάσσης , ἐξαπλοῖ , ἄνω ἀνατείνει . διαῤῥέει : διατρέχει , ἐξαπλοῦται , ὑψοῦται . Μέσος δὲ |
| σοι ποταπῶν . ἔπειτ ' ἂν τἀργύριον αὐτῷ καταβάλῃς , ἐπράξατ ' Αἰγιναῖον . Ξέναρχος : οἱ ποιηταὶ λῆρός εἰσιν | ||
| ἐβοῶμεν ; τὸ κύβιον τριωβόλου . ονεῖν κεχειρῶν γε οὐκ ἐπράξατ ' οὐδὲ ἕν . οὐκ οἶσθας , ὦ μακάριε |
| τῶν Ἀργείων λοιδοροῦντας αὐτὸν ὡς ἐπίορκον καὶ ἀσεβῆ . Σπάνιον εἴσαγε σὸν πόδα πρὸς σὸν φίλον , ἵνα μὴ πλησθείς | ||
| ἔχω τῆς τοῦδε μητρὸς τοῦ φόνου . σὺ δ ' εἴσαγε ὅπως τ ' ἐπίστᾳ τήνδε κύρωσον δίκην . ὑμῶν |
| τῷ θεῷ „ φησί , τὰς ἀρετάς , ἄμωμα καὶ πρεπωδέστατα ἱερεῖα , ἃ βδελύττεται πᾶς ἄφρων . ὥστ ' | ||
| ὑπὲρ αὐτῶν οὐκ εἶπον , ταῦτά μοι λεχθῆναι νῦν δοκεῖ πρεπωδέστατα . γένη τρία αὐτῶν ἀκούω : οἱ πάντες δὲ |
| γέ ἐστι μᾶλλον [ ἢ ] τῆς ἡδονῆς συγγενῆ ; Τάχ ' ἄν . Πέμπτας τοίνυν , ἃς ἡδονὰς ἔθεμεν | ||
| ἴσως ἡμέτερον ἂν νομοθετεῖν ἔνιά γ ' αὐτῶν εἴη . Τάχ ' ἂν τὸν ἀριθμόν . Τὸν ἀριθμὸν δὴ λέγωμεν |
| : καὶ ἐπὶ τούτων τὰ πλεῖστα ἅπερ ἐς θάνατον . Τοῖσιν ἐλαχίστῳ χρόνῳ μέλλουσιν ἀπόλλυσθαι μέγιστα σημεῖα ἀπ ' ἀρχῆς | ||
| λύγγες : ἀμφὶ πνεῦμα : ἄφοδοι : οἷσι γινώσκομεν . Τοῖσιν ἐμπύοισι τὰ ὄμματα , καὶ ἐκρηγνύμενα μεγάλα ἕλκεα γίνεται |
| ὕφου ἐπὶ τοῦ δευτέρου προσώπου ἑνικοῦ τοῦ παρεληλυθότος τίθεται . ἄβαξ : ξύλινόν τι σκεῦος , παραπλήσιον τοῖς δίσκοις . | ||
| τὸ δ ' αὐτὸ παρὰ τοῖς πάλαι ἐλεὸν ἐκαλεῖτο . ἄβαξ ἀβάκιον , κακάβη , πατάνιον ἢ πατάνα : οὕτω |
| . λέσχαι : Ἀ . ἐν τῷ πρὸς Νικοκλέα . λέσχας ἔλεγον δημοσίους τινὰς τόπους , ἐν οἷς σχολὴν ἄγοντες | ||
| δὲ μόνον δακτύλους αὐλητικούς . ἀκλώστους στήμονας κοπραγωγοὺς γαστέρας λύω λέσχας παῦσαι δυσωνῶν αἰκῶς ἄκοος ἀκύκλιος ἀλλοκοτώτατον καὶ ἀλλοκοτώτερον ἀμφιμάσχαλος |
| ἀπόκρινε , τὸ ἀνθρώπινον σῶμα πότερον ἁπλοῦν ἢ σύνθετον ; Δηλονότι σύνθετον . Ἐκ τίνων δὲ ἡ σύνθεσις ; ἐκ | ||
| ἡμῖν ἐστιν . . κἄν ποτ ' εἰρήνη φανῇ : Δηλονότι οὐδὲν αὐτοῖς προήσονται . ἀντὶ τοῦ κερδάνῃ . . |
| ἢ ὀλύνθους αὐτῇ περιάψῃς . διό τινες εἰς ἕκαστον κλάδον ἐγκεντρίζουσιν , ἵνα μὴ καθ ' ἕκαστον ἐνιαυτὸν εἰς τοῦτο | ||
| δοκεῖ , πρὶν βλαστῆσαι . ἔνιοι δὲ μετὰ τὸν τρυγητὸν ἐγκεντρίζουσιν αὐτήν . Τούτῳ τῷ μηνὶ τὰς ἐλαίας καθαριοῦμεν . |
| τοὺς λόγους . ὥστε τίς ἂν φρονῶν ταύτην τὴν δύναμιν ζηλώσειεν , ἣ τῶν καιρῶν τοσοῦτον ἀπολείπεται ; πῶς δ | ||
| ἠρόμην , ὅπου μηδ ' αὐτῶν τις τῶν μαθητῶν αὐτοῦ ζηλώσειεν ἄν ; τὸν γοῦν Θεαγένη τοῦτο μάλιστα αἰτιάσαιτο ἄν |
| . εἶναι δὲ τὰς πολλὰς τῶν ἀνθρω - πίνων ἐπιθυμιῶν ἐπικτήτους τε καὶ κατεσκευασμένας ὑπ ' αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων : | ||
| ἄνθρωπον πολυειδέστατον . εἶναι δὲ τὰς πολλὰς τῶν ἀνθρωπίνων ἐπιθυμιῶν ἐπικτήτους τε καὶ κατεσκευασμένας ὑπ ' αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων , |
| καθεστήκῃ ἐν τοῖσιν αὐτοῖσιν ἄρθροισιν : ἢν δὲ μὴ οὕτω μελετηθῇ , τὸ λοιπὸν τηκόμενος θνήσκει : ἡ γὰρ νοῦσος | ||
| ἑξάμηνος : ἢν δὲ ἀμελείη τις ἐγγένηται καὶ μὴ παραχρῆμα μελετηθῇ , ἐν τάχει ἀποθνήσκει . Καὶ τὸν καταλεπτυνόμενον τοῖσιν |
| γὰρ ἰδοῦσα καὶ εἶπεν : ὦ τάλαν , πάσας μόνος ἀμέλγεις ; τὸ φεῦ φεῦ ἐπὶ θαύματι κεῖται . φεῦ | ||
| μ ' ἁ παῖς ποθορεῦσα τάλαν , λέγει , αὐτὸς ἀμέλγεις ; φεῦ φεῦ , Λάκων τοι ταλάρως σχεδὸν εἴκατι |
| Ἢν γὰρ ὁ Πλοῦτος νυνὶ βλέψῃ καὶ μὴ τυφλὸς ὢν περινοστῇ , ὡς τοὺς ἀγαθοὺς τῶν ἀνθρώπων βαδιεῖται κοὐκ ἀπολείψει | ||
| Αἰθιόπων στολή . μέχρι | δ ' ἂν τοῦτο ἐζωσμένος περινοστῇ , ἅπαντες | τοῦτον οἱ ἐντυγχάνοντες προσκυνοῦσίν | τε |
| κονιορτός , προσιζάνων αὐταῖς πολύ τι συμβάλλεται πρὸς διαμονήν . Φυλάξεις τὰς σταφυλὰς καὶ οὕτως : ἑψήσας ὄμβριον ὕδωρ , | ||
| ἀλλήλων : διαμένουσι γὰρ οἷοι ἀπὸ τῆς ἀμπέλου ἀφῃρέθησαν . Φυλάξεις δὲ τοὺς βότρυας , ἐὰν εὐθὺς τρυγήσας ἐμβαλὼν αὐτοὺς |
| . λέγεται δὲ καὶ ἐς αὐτὸν Ἡρακλέα ὡς πάλης τε ἀνέλοιτο καὶ παγκρατίου νίκας . μετὰ δὲ Ὄξυλονδιέθηκε γὰρ τὸν | ||
| μιᾶς ἐς τὰς ὀκτώ : λέγεται δὲ καὶ ὡς Πύθια ἀνέλοιτο ἀκονιτί . ἀνηγορεύοντο δὲ οὗτός τε καὶ ὁ Πεισίροδος |
| ἡ χώρα τοῦ τοιούτου ζῴου καθαρὰ γίγνηται τὸ παράπαν . Δοῦλος δ ' ἂν ἢ δούλη βλάψῃ τῶν ἀλλοτρίων καὶ | ||
| πανταχοῦ † λαληθήσῃ . Δίκαιος ἀδικεῖν οὐκ ἐπίσταται τρόπος . Δοῦλος † γεγονὼς ἑτέρῳ δουλεύειν φοβοῦ . Δίκαιος ἴσθι καὶ |
| κροκέωι πέπλωι ζεύξομαι ἆρα πώλους ἐν δαιδαλέαισι ποικίλλους ' ἀνθοκρόκοισι πήναις ἢ Τιτάνων γενεάν , τὰν Ζεὺς ἀμφιπύρωι κοιμίζει φλογμῶι | ||
| ἀριστείας αὐτῆς ὑφαίνουσα [ ἢ ] τὴν Γιγαντομαχίαν : ἀνθοκρόκοισι πήναις : κροκωτοβαφέσιν : ἄνθος γὰρ τὸ βάμμα : ἄλλως |
| σὺ μεμπτὸν ἐνθάδ ' ὢν ἐρεῖς ἐμοί : οἴκοι δὲ χἠμεῖς εἰσόμεσθ ' ἃ χρὴ ποεῖν . Χωρῶν ἀπείλει νῦν | ||
| πάντας χρηστὸς ὤν , οὐκ ἔστι χειρόνιπτρον . ἀναθῶμεν νῦν χἠμεῖς τούτοις τασδὶ τὰς εἰρεσιώνας καὶ προσαγήλωμεν ἐπελθόντες . χαίρετε |
| σπέρματα πάντα τοὺς λόγους τῶν ἀποτελεσθησομένων ἐξ αὐτῶν ἀδιακρίτους καὶ συγκεχυμένους ἔχοντα , ὡς ἂν δυνάμει ὄντα ἐκεῖνα ἃ ἐξ | ||
| χωρισμὸν δυσχεραίνοντας . καὶ γὰρ ἦν ἰδεῖν τοὺς τῷ πάθει συγκεχυμένους , ἄνδρας γυναῖκας , ἀκμάζοντας παῖδας , ὁμοῦ πάντας |
| τὸ ἐγένετο μαντεύμασι : τὸ δὲ γένοιτο οὐκ ὀρθόν . Γένοιτο ] Ἐγένετο . Ἀκέσματ ' ] Θεραπείας , ἰάσεις | ||
| , καὶ τὰ λείψανα τῶν ξύλων ἐπὶ πολὺ σωθῆναι . Γένοιτο δ ' ἂν οὗτος , ὅντινα καὶ Μωυσῆς ἀνέγραψεν |
| ' οὐδ ' ἂν εἰπεῖν τὸ μέγεθος δύναιτό τις . πυξίον λαβὼν κάθου . κιννάβαρις ὁ μὲν γὰρ εὐφυής τις | ||
| ἔχει . οὐχ ὑποστρώσεις ποτὲ τρίκλινον ; διαπαρθένια δῶρα παρακόμους πυξίον Εἶτ ' οὐ γυναικός ἐστιν εὐνοϊκώτερον γαμετῆς ἑταίρα ; |
| ἐν τῷ ] μὴ ἐνδιδόναι τὸ παράπαν , ἢ βιασθείσας συντρίβεσθαι διὰ τὸ πάντα τὸν τόπον τὸν πακτωθέντα ὑπὸ τῆς | ||
| ἂν ἀφε - θῶσιν ἐπὶ τὴν γῆν , κατάγνυσθαι καὶ συντρίβεσθαι δίκην ὑέλων ἢ κεραμεῶν σωμάτων . Θ . ἐν |
| . περιπέμψας δ ' εὐθὺς πανταχῇ τοὺς ἐξαγγελοῦντας , ὅτι σῴζοιτο , πυνθάνεται Καλουίσιον σὺν ταῖς πρόπλοις καταπλέοντα καὶ ὡς | ||
| ἡ στέρησις , ἀλλὰ ταὐτὸν ἀκριβῶς τῇ ὕλῃ , πῶς σῴζοιτο ἂν ἐν τῷ τινος εἴδους μεταλαμβάνειν ; ὅτι φησί |
| κατὰ μέρος καὶ ἁπλοῦς εἰδώς , οὐδέ τινος τῶν συμπεπλεγμένων διαμάρτοις ἄν . εἴ τινας δὲ ἀκούεις καύσους πυρετοὺς καὶ | ||
| τοιαύτης γὰρ ἀναγόμενος τῆς μεθόδου βραχύ τι ἢ οὐδὲν ἂν διαμάρτοις τοῦ ἀσφαλοῦς . ἵνα δ ' ἀκραιφνεστέραν τε καὶ |
| Κελεύουσι δὲ τὰς μὲν ἐν τῇ ξηρᾷ καὶ θερμῇ πρωΐας ἀμπελουργεῖν ὅταν τάχιστα παύσωνται φυλλοβολοῦσαι , τὰς δ ' ἐν | ||
| δὲ πάσης ὀπώρας τὸ ὀπωρίζειν , βωλοκοπεῖν , ὀνηλατεῖν , ἀμπελουργεῖν , καὶ ὄνῳ κοπροφόρῳ ἕπεσθαι . σκαπτέα , φυτευτέα |
| τότε τὴν λύσιν ἐπήνεγκεν . ὡμολογήκειν γὰρ τοῖς αἰχμαλώτοις λύτρα κομιεῖν , καὶ διὰ τοῦτο δεύτερον ἐπρέσβευσα , ἵνα αὐτοὺς | ||
| Ἀσκληπιὸς οὐχὶ καὶ τούτων ἐκόμιζε μέλλων γε δώρων τὰ μέγιστα κομιεῖν ; ἔστι μὲν γὰρ καὶ αὐτὸς δῶρον ἡδυεπής τις |