, ἀνεῖλον τοὺς ἄνδρας , μία δὲ μόνη ἐφείσατο τοῦ Λυγγέως , ἀπὸ τῆς μίξεως διάθεσιν ἔχουσα πρὸς αὐτόν :
θυσίας ξύλα σχηματίσαντες εἰς βοῦν οὕτω τὸ θεῖον ἱλεώσαντο . Λυγγέως ὀξύτερον ὁρᾷ : ἐπὶ τῶν ὀξυδορκούντων ⋮ Λέγουσι τὸν
5727572 ἐγγονοι
εἰσελεύσονται εἰς ἐκκλησίαν κυρίου ” . οὗτοι δ ' εἰσὶν ἔγγονοι τῶν Λὼτ θυγατέρων , ὑπολαβόντες ἐξ αἰσθήσεως καὶ νοῦ
βάθρῳ : τῷ Διὶ τἀχαιοὶ τἀγάλματα ταῦτ ' ἀνέθηκαν , ἔγγονοι ἀντιθέου Τανταλίδα Πέλοπος . τοῦτο μὲν δὴ ἐνταῦθά ἐστι
5403010 Μελικερτου
, τὸ ἐθνικὸν Ἀθαμᾶνες , διὰ τὸ , ἰδίου υἱοῦ Μελικέρτου , εἰς τὰ Ἀργοναυτικὰ Ἀπολλωνίου . . . .
Εὐρύκλειαν . Οὗτοι ὑπὸ Ἀθάμαντος μανέντος κατετοξεύθησαν . Μετὰ δὲ Μελικέρτου ἡ Ἰνὼ ἔῤῥιψεν ἑαυτὴν εἰς τὴν πρὸς τῷ Μολουρίῳ
5367673 Ἰσαχαρ
τρίτος Ἰωσήφ , τέταρτος Βενιαμίν , πέμπτος Συμεών , ἕκτος Ἰσάχαρ , καὶ οὕτως καθεξῆς πάντες . Καὶ Κύριος εὐλόγησε
Ἰωσήφ νζ = πγ ἐρώτησον Συμεών νη = Ϙδ ἐρώτησον Ἰσάχαρ νθ = πϚ ἐρώτησον Μανωέ ξ = ξα ἐρώτησον
5338036 ἀδελφαι
γρ . εὐπρεπέστατα . πολὺ ] κατὰ . ἄμωμοι . ἀδελφαὶ . ταὐτοῦ ] τοῦ ἑνὸς γένους . ἀπὸ .
ποτε , ὦ ἄνδρες δικασταί , τοὺς ἑαυτῶν ἄνδρας αἱ ἀδελφαὶ μαρτυρεῖν εἴασαν καὶ ἐπέτρεψαν . Καὶ μὴν οὐδ '
5317162 Πληιονης
Πληιόνης καὶ Ἄτλαντος . Πληιάδων : Πλειάδες λέγονται ἢ ἀπὸ Πληιόνης ἢ ἀπὸ τοῦ πολλοῖς εἶναι χρειώδεις ἢ ἀπὸ τοῦ
ἦν οὕτω : Πλυνὸς πόλις Λιβύης , ὅθεν ἦν Ἄτλας Πληιόνης * δὲ * καὶ Ἄτλαντος ζʹ θυγατέρες , ὧν
5294287 Μινυαν
φησὶ δὲ τῶν Ἀργοναυτῶν , ὅτι οἱ πλείους αὐτῶν εἰς Μινύαν τὸν Πο - σειδῶνος καὶ Τριτογενείας τῆς Αἰόλου τὸ
ἱστορία παρὰ Φερεκύδῃ . . . . , : Τὸν Μινύαν οἱ μὲν Ὀρχομενοῦ γενεαλογοῦσιν , ὡς Φερεκύδης , ἔνιοι
5292961 ἐπιστρεψωσι
εἶπεν : Οἱ Ἰσμαηλῖται παρέθεντό μοι αὐτόν , ἕως οὗ ἐπιστρέψωσι . Καὶ οὐκ ἐπίστευσεν αὐτῷ , ἀλλ ' ἐκέλευσε
, ἀπέθανον καὶ οὐδεμία αὐτοῖς ἐλπὶς ζωῆς : ἐὰν δὲ ἐπιστρέψωσι καὶ ἁγνῶς τελειώσωσι τὴν διακονίαν αὐτῶν , δυνήσονται ζῆσαι
5263911 Μεναλκαν
Δάφνιν . . . γενόμενον , ὑφ ' οὗ νικηθῆναι Μενάλκαν ᾄδοντα Πανὸς κρίναντος , γαμηθῆναι δὲ αὐτῷ καὶ Νύμφην
, ὅπως ἀλλήλοις ἀντᾴσωσιν . οὐδὲν δὲ ἔχει πρὸς τὸν Μενάλκαν τοῦτον ὄντα Σικελὸν τὰ ὑπὲρ Μενάλκου Χαλκιδέως , ὅν
5262290 Λυγκεα
Ἐρεσίου μαθητάς , συνθήκας δ ' εἶχε ταύτας πρὸς τὸν Λυγκέα , ὡς ἐκ τῶν αὐτοῦ μαθεῖν ἔστιν ἐπιστολῶν ,
' οἱ λεόντων : τοὺς Ἀφαρέως παῖδας λέγει Ἴδαν καὶ Λυγκέα . λεόντων δὲ τῶν Διοσκούρων . ἡ ἔννοια ὄπισθεν
5248213 μαστηρας
πρόδρομοι λύουσι [ τῶν ᾐόνων ] τὰ πρυμνήσια , τοὺς μαστῆρας [ οἳ μέλλουσιν ἀπαγγέλλειν παρ ' οὗ καὶ ὅτε
γείτων ἠδὲ Μυλάκων ὅροις χῶρος συνοίκους δέξεται Κόλχων Πόλαις , μαστῆρας οὓς θυγατρὸς ἔστειλεν βαρὺς Αἴας Κορίνθου τ ' ἀρχός
5241116 θρηνουσιν
βέλτιον : αὕτη γὰρ ἐκληρώθη τὸν θρῆνον [ τοῖς γὰρ θρηνοῦσιν ἐγγίνεται ] . ἡ τὸν Ἴακχον γεννήσασα ἡ καλλίπαις
καὶ εἰκότως : εἴ γε τούτους μὲν καὶ ἐπαινοῦσι καὶ θρηνοῦσιν ἄλλοι , ἐκεῖνοι δὲ εἴτε τοῦτο ἐθέλοις εἴτε ἐκεῖνο
5232831 Καδμος
. φασὶ γὰρ ὅτι Φοίνικες μὲν εὗρον τὰ στοιχεῖα , Κάδμος δὲ ἤγαγεν αὐτὰ εἰς τὴν Ἑλλάδα . Πυθόδωρος δὲ
δὲ τῇ γʹ † Μουσαῖος Τιτανογραφίᾳ † λέγεται , ὡς Κάδμος ἐκ τοῦ Δελφικοῦ ἐπορεύετο προκαθηγουμένης αὐτῷ τῆς βοός .
5229597 Κρεοντα
' ἃ μάλιστα εἰκάζουσι τὴν συμβολὴν γενέσθαι τοῖς περὶ τὸν Κρέοντα καὶ Θησέα . Πέτρας δὲ νιφάδος ἂν εἴη λέγων
ὀμνύναι . ἐὰν γὰρ ὀμόσῃς μοι , τοῖς περὶ τὸν Κρέοντα βουλομένοις με ἄγειν ἀπὸ τῆς Ἀττικῆς οὐκ ἂν μεθεῖο
5208095 γενεαλογουσιν
τὴν κυνηγίαν τούτοις καὶ αὐτὴν συνεξελθεῖν . τινὲς δʹ Ἀρισταίους γενεαλογοῦσιν , ὡς καὶ Βακχυλίδης : τὸν μὲν Καρύστου ,
τύπτουσιν , καὶ τὸν Οὐρανοῦ πατέρα : οὕτως γὰρ αὐτὸν γενεαλογοῦσιν . εἴρηται δὲ ὁ μὲν τοῦ σιδήρου ἄκμων παρὰ
5183195 Γαδ
δὲ τῷ λάκκῳ , ὅτι ἐφοβεῖτο μὴ ἀποπηδήσαντες Συμεὼν καὶ Γὰδ ἀνέλωσιν αὐτόν . Καὶ ὁρῶντες κἀμὲ μὴ ἐσθίοντα ,
καὶ ἀπροσέγγιστον , ἀπειλοῦσαν ἡμῖν θάνατον . Ἐγὼ οὖν καὶ Γὰδ προσήξαμεν ἀπὸ ἀνατολῶν τῆς πόλεως : Ῥουβὴμ δὲ καὶ
5178228 Βηλος
. Λιβύης δὲ καὶ Ποσειδῶνος γίνονται παῖδες δίδυμοι Ἀγήνωρ καὶ Βῆλος . Ἀγήνωρ μὲν οὖν εἰς Φοινίκην ἀπαλλαγεὶς ἐβασίλευσε ,
τὴν ὀξύτητα δηλοῦντος καθὰ ὥστε ἀκρωνυχίαν ὄρους φαμέν . Ὁ Βῆλος ἐκ τοῦ Διὸς λέγεται εἶναι καὶ τῆς Ἰοῦς .
5166938 Ἀντιοχεις
ἀφέντες ἱπποδρόμους : οὐκ ἀποστελοῦμεν φήμην ἐπ ' αὐτὸν Χοάσπην Ἀντιοχεῖς ἀπολελόγηνται λέγουσαν ; οὐ δεξόμεθα τὴν ἐκεῖθεν βασιλεὺς διήλλακται
μόλις τὴν στάσιν κατευνασθῆναι : ἄρτι δὲ ταύτης κατευνασθείσης τοὺς Ἀντιοχεῖς ἔσπευδε θεραπεύειν . Εἶτα διελθουσῶν ἡμερῶν ὀλίγων , ἠγγέλθη
5166916 προπατορες
' Αἰγυπτίους δείκνυνται προγενέστεροι οἱ Ἑβραῖοι ὄντες , οἳ καὶ προπάτορες ἡμῶν , ἀφ ' ὧν καὶ τὰς ἱερὰς βίβλους
λόγου τὸ ὁπότε , τουτέστι : καὶ κατεῖδον οἱ ἐμοὶ προπάτορες ἄτας ἐν δόμοις , ἐξ οὗ ὁ Πέλοψ ἐξεδίφρευσεν
5161015 Δαναη
λόγος εἷς εἰρόμενος . ἔστι δὲ ἡ διὰ πελάγους φερομένη Δανάη τὰς ἑαυτῆς ἀποδυρομένη τύχας : Ὅτε λάρνακι ἐν δαιδαλέᾳ
ἧς Ἄβας : οὗ Προῖτος : οὗ Ἀκρίσιος : οὗ Δανάη : ἧς Περσεύς : οὗ Ἀλκαῖος : οὗ Ἠλεκτρυών
5130612 Ἀκρισιος
τῆς θυγατρός , ὃς αὐτὸν ἀποκτενεῖ . δείσας δὲ ὁ Ἀκρίσιος τοῦτο , ὑπὸ γῆν θάλαμον κατασκευάσας χάλκεον τὴν Δανάην
πατὴρ [ ἀνδρῶν ] τε [ θεῶν ] τε : Ἀκρίσιος μὲν ἄρ ' Ἄργει ] ? ? ἐυκτίτωι ?
5100779 Στεροπην
τούτους δὲ [ αὐτῷ τεκνοῖ Γῆ ] Κύκλωπας , Ἄργην Στερόπην Βρόντην , ὧν ἕκαστος εἶχεν ἕνα ὀφθαλμὸν ἐπὶ τοῦ
, πρὸς τὴν γυναῖκα αὐτοῦ πέμψασα ἔφη μέλλειν Πηλέα γαμεῖν Στερόπην τὴν Ἀκάστου θυγατέρα : καὶ τοῦτο ἐκείνη ἀκούσασα ἀγχόνην
5067031 Βροντην
. : γείνατο δ ' αὖ Κύκλωπας . . . Βρόντην τε Στερόπην τε καὶ Ἄργην ὀβριμόθυμον ] τὰς ἐγκυκλίους
. γείνατο δ ' αὖ Κύκλωπας ὑπέρβιον ἦτορ ἔχοντας , Βρόντην τε Στερόπην τε καὶ Ἄργην ὀβριμόθυμον , οἳ Ζηνὶ
5004460 θυγατερες
ᾖ : Ποσειδῶνος καὶ Ἀμυμώνης ὕδασιν : Ἀμυμωνίοις : Δαναοῦ θυγατέρες Ἵππη Ἀμυμώνη Φυσάδεια * * * : περιβαλὼν αὐταῖς
' ἄγριον εἵλεο παίδων : τοῦ Προίτου μανεῖσαι αἱ τρεῖς θυγατέρες πάλιν διὰ τῆς Ἀρτέμιδος ἡμερώθησαν . ὁ δὲ κτίζει
4986576 ἀτενιζοντες
καὶ τοῖς πρὸς τοὺς κροτάφους κανθοῖς , ὅπως πρὸς ταύτας ἀτενίζοντες διορθῶσι τοὺς ὀφθαλμούς . Ἐκπιέζονται οἱ ὀφθαλμοὶ ἐνίοτε ὥστε
θέλομεν ἰδεῖν τὸν κῶνον , καὶ διὰ τὴν ἀνάγκην ἀσκαρδαμυκτοῦμεν ἀτενίζοντες πρὸς τὸν αἰθέρα . ἀλλὰ καὶ ἡ ἄμετρος :
4956805 ἀποβλεπουσιν
καὶ δακρῦσαι . Μέλλουσι δ ' ἔτι καὶ ἐς ἀλλήλους ἀποβλέπουσιν ἡ ἡμέρα προύκοπτε . καὶ τὸ μὲν Ἰταλικὸν ἅπαν
περισημότατον καὶ ἐπιφανέστατον νεών , εἰς ὃν ἀνατολαὶ καὶ δύσεις ἀποβλέπουσιν ἡλίου τρόπον πανταχόσε λάμποντα , καθυβρίζων . εἰ δὲ
4952590 Καδμον
, τἆλλα δὲ φυλάξαντες τὰ ποιητικά , συνέγραψαν οἱ περὶ Κάδμον καὶ Φερεκύδη καὶ Ἑκαταῖον : εἶτα οἱ ὕστερον ἀφαιροῦντες
: Ἀνδροτίων δὲ ὁ ἱστορικὸς μετὰ σποράδων τινῶν φησὶ τὸν Κάδμον εἰς Θήβας ἐλθεῖν . . . . Λ ,
4950304 Κυμαιοι
τὸ Λολλιανοῦ τεῖχος μηδεὶς φυλάξῃ ἀλλ ' ἐκεῖνος μόνος . Κυμαῖοι προσδοκῶντες ἐξ ἀποδημίας φίλον αὐτῶν ἀξιότιμον καὶ βουλόμενοι αὐτὸν
τῶν στομάτων ἀναχωροῦντες ἐπὶ τὰς πηγάς . τοῦτο καταμαθόντες οἱ Κυμαῖοι τότ ' ἐθάρρησαν ὁμόσε τοῖς βαρβάροις χωρεῖν ὡς τοῦ
4943362 Ἀλεου
ἐβασίλευσε Τεγέας . δύο δέ εἰσι Κηφεῖς , ὁ μὲν Ἀλεοῦ , οὗ μνημονεύει Ἀπολλώνιος , ὁ δὲ ἕτερος .
Διός Κάστωρ Διός Λυγκεὺς Ἀφαρέως Ἴδας Ἀφαρέως Περικλύμενος Νηλέως Ἀμφιδάμας Ἀλεοῦ Κηφεὺς Ἀλεοῦ Ἀγκαῖος Λυκούργου Αὐγείας Ἡλίου Ἀστέριος Ὑπερασίου Ἀμφίων
4936211 Ῥουβημ
ἀοράτοις καὶ ἔσται ἐν ὑμῖν βασιλεὺς αἰώνων . Καὶ ἀπέθανε Ῥουβήμ , ἐντειλάμενος τοῖς υἱοῖς αὐτοῦ . καὶ ἔθεντο αὐτὸν
ἀγροῦ , καὶ προαπαντήσασα Ῥαχιὴλ ἔλαβεν αὐτούς . Ἔκλαιε δὲ Ῥουβήμ , καὶ ἐπὶ τῇ φωνῇ αὐτοῦ ἐξῆλθε Λία ἡ
4935733 Προιτος
ἣν Κυκλωπίαν ὠνόμασαν ὡς ὑπὸ τῶν Κυκλώπων τειχισθεῖσαν , ὅτε Προῖτος καὶ Ἀκρίσιος οἱ τοῦ Ἄβαντος υἱοὶ περὶ τῆς βασιλείας
ἄλλων λεκτέον . Τῇ μὲν οὖν Τίρυνθι ὁρμητηρίῳ χρήσασθαι δοκεῖ Προῖτος καὶ τειχίσαι διὰ Κυκλώπων , οὓς ἑπτὰ μὲν εἶναι
4930282 Χαλκωνα
Κρόκαλον : Ἀκρόκομον : Σκόπελον : Λυκούριον : Λάσιον : Χάλκωνα . τινὲς δὲ τοὺς ιγʹ οὕτως : Μέρμνωνα :
Εὐρύπυλος ὁ Ποσειδῶνος υἱὸς Κῴων βασιλεύων γήμας Κλυτίαν τὴν Μέροπος Χάλκωνα καὶ Ἀνταγόραν ἔτεκεν , ἀφ ' ὧν οἱ ἐν
4926082 συνεληλυθοτος
θόρυβον συνήγαγον τὸν δῆμον οὐδὲν προσποιούμενοι μετεσχηκέναι τοῦ πράγματος . συνεληλυθότος δὲ τοῦ πλήθους ἀνιστάμενοι τῶν Ἀθηναίων οἵ τε περὶ
καθῆκεν ἣν ᾐτήσαντο παρ ' αὐτῶν ἡμέραν , ὄχλου παντοδαποῦ συνεληλυθότος εἰς τὴν ἀγοράν , ὃν ἀμφότεραι παρεσκευάσαντο σύμμαχον ἑαυταῖς
4914436 Μολπιδος
ἔστειλεν ὁ Ζεὺς τὸν Πέλοπα ἀγωνισόμενον εἰς τὴν πέτραν τοῦ Μόλπιδος καὶ ἀναιρήσοντα τὸν τοὺς γαμβροὺς φονεύοντα Οἰνόμαον ἐν ταῖς
συλλαβαί . λευρὰν λείαν εὐρεῖαν καὶ πλατεῖαν ἀλετρεύσοντα δραμεῖν μέλλοντα Μόλπιδος πέτραν * τὴν Ἦλιν * . τοῦ Ζηνὶ δαιτρευθέντος
4913133 Γιγαντες
. Φλέγρα τόπος ἐν Θρᾴκῃ καὶ κώμη , ἔνθα οἱ Γίγαντες ἀνῃρέθησαν ὑπὸ θεῶν . τῶν δὲ ἐχόντων τὴν μάχην
κρατερῆφι βίηφι τῆμος ὅτ ' ἀθάνατοί τε θεοὶ θνητοί τε Γίγαντες σύμβαλον εἰς ἔριδα κρατερὴν κάρτιστοι ἐόντες : πανδερκὴς δ
4911273 ἐτιμωρησαντο
περὶ τοὺς ξένους τῶν πάλαι Κρισαίων . καὶ τούτους οὖν ἐτιμωρήσαντο οἱ Ἀμφικτύονες , καὶ τῷ θεῷ τὴν χώραν ἀπέδοσαν
, τὸ δὲ τελευταῖον τοὺς τὰς ὕβρεις ἐπιτελεσαμένους Πέρσας συλλαβόντες ἐτιμωρήσαντο . τοῦ δὲ πολέμου πρὸς τοὺς Φοίνικας ταύτην τὴν
4900317 Χθονιος
, πρῶτοι κατῴκησαν οἱ μετὰ Τρίοπος ἀφικόμενοι , ὧν ἡγεῖτο Χθόνιος ὁ Ποσειδῶνος καὶ Σύμης , ἀφ ' ἧς ἡ
οἱ περιλειφθέντες τῶν Σπαρτῶν , ὡς Αἰσχύλος φησίν , ἦσαν Χθόνιος , Οὐδαῖος , ! ! ] ! ! !
4881368 Πολυστρατος
τρίτῳ περὶ Αἰγύπτου . τὸ ἐθνικὸν Λητοπολίτης : οὕτως γὰρ Πολύστρατος καὶ Ἀπολλώνιος ὁ ἀρχιερεὺς λεγόμενος ἀναγράφει . Λητωεύς ,
περικόψαι ἀνῃρέθη ὑπὸ Ἀθηναίων . ἕτερος δ ' ἂν εἴη Πολύστρατος ὑπὲρ οὗ λόγος ἐστὶ Λυσίᾳ ἐπιγραφόμενος ὑπὲρ Πολυστράτου δήμου
4880595 γειτονες
' αὐτὸν μετ ' ἐμοῦ παρὰ τὴν θύραν παριόντα : γείτονες γὰρ ἀλλήλων τυγχάνουσιν ὄντες : τὸ μὲν πρῶτον συνδειπνεῖν
μεσόγειοι πόλεις ἀκινδύνως βιοῦσιν . ὧν ἧς ἂν ἐθέλητε , γείτονες ἔσεσθε , ἵνα τὴν ἐρεθίζουσαν ὑμᾶς ὄψιν τε καὶ
4876405 Κινυρου
γὰρ ἦν Ἄδωνις καὶ ἐν τῇ Κύπρῳ ἕτερος Ἄδωνις ὁ Κινύρου ἅπερ ἀκριβῶς τινες οὐκ εἰδότες συγχέουσι τοὺς νέους τέως
, εὖ οἶδα , εὐμενέστερόν τε καὶ ἥδιον ἢ παρὰ Κινύρου τὸν θώρακα ὁ Ἀγαμέμνων : φιλόλογος γὰρ οὐχ ἧττόν
4871998 Φερης
. . . , . † αἰφηρητιάδαο : ἀπὸ τοῦ Φέρης Φέρητος γίνεται ὄνομα Φερητίδης καὶ πλεονασμῷ τοῦ α καὶ
κατὰ κλέος : κατὰ τὴν Ἰάσονος ἐπάνοδον . ἐγγὺς μὲν Φέρης : πλησίον αἱ Φεραὶ τῆς Ἰωλκοῦ : κρήνη δὲ
4868528 Ἀκμονα
Παιονίας . οἱ πολῖται Δόβηρες . Δοίαντος πεδίον Φρυγίας . Ἄκμονα γὰρ καὶ Δοίαντά φασιν ἀδελφούς , ἀφ ' ὧν
, ὧν Κέλμιν ὀνομάζουσί τινα καὶ Δαμναμενέα καὶ Ἡρακλέα καὶ Ἄκμονα : καὶ οἱ μὲν ἐπιχωρίους τῆς Ἴδης οἱ δὲ
4842984 λυσαντος
ἐσώθη , τὴν ταχίστην αὐτοῦ τὸν στρατὸν ἀναστήσαντος ἐκεῖθεν καὶ λύσαντος εὐθέως τὴν πολιορκίαν . Καὶ τί δεῖ καθ '
γνοὺς αὐτὸς αἴτιος αὐτῇ γέγονε θανάτου . φασὶ γὰρ ὅτι λύσαντος τοῦ Οἰδίποδος τὸ αἴνιγμα διεσπάραξεν ἑαυτὴν ἡ Σφίγξ :
4837661 στρατειαι
. ] Φερεκύδην δὲ πολλῶι ἀρχαιότερον γενόμενον Ἡρακλείτου μυθοποιεῖν στρατείαν στρατείαι παραταττομένην καὶ τῆς μὲν ἡγεμόνα Κρόνον ἀποδιδόναι , τῆς
τῶν ? [ ἄλλων ἀγαθῶν ] ? τῶν ἐν τῆι στρατείαι [ ? ταύτηι ] συμβάντων ? [ τοῖς ?
4836076 φονεις
' ἐζηλωκότες , τὴν δ ' ὠμότητα βάρβαροί τε καὶ φονεῖς , ἱλασκόμενοι τὰ θεῖα τοῖς ἀσεβήμασιν . Ἐπειτ '
ἐπιτιμᾷ , ὁποῖα λέγουσι τὸν Γέσκωνα ἐκεῖνον τοὺς τοῦ ἀδελφοῦ φονεῖς καὶ αὐτοῦ ἐκείνου ἐπιβούλους ἐργάσασθαι , ἐλαφρῷ ποδὶ ἐπὶ
4835022 ἐκομισαν
ὡς ἄρα ἐλθόντες ἐπὶ τὴν ἤπειρον οἱ Ἀργοναῦται ἐπὶ στρωτήρων ἐκόμισαν τὴν Ἀργώ , μέχρις οὗ ἐπὶ θάλασσαν παρεγένοντο .
δῶρα δόντας ἤδη βαδίζειν ἐπὶ τοὺς ἐναντίους . οἱ μὲν ἐκόμισαν , ὁ δὲ λαβὼν σύνθημα ἔδωκεν Ἑρμῆν Φίλιον ,
4834835 Ἀγαυη
καλουμένη . Σεμέλη μὲν οὖν ἐκεραυνώθη , ὡς ἴσμεν , Ἀγαυὴ δὲ καὶ Ἰνὼ μανεῖσαι τὰ τέκνα διέφθειραν . Θυώνην
ὠκύτητ ' οὐχ ἥσσονες [ ποδῶν ἔχουσαι συντόνοις δρομήμασι μήτηρ Ἀγαυὴ σύγγονοί θ ' ὁμόσποροι ] πᾶσαί τε βάκχαι ,
4834463 τεθριππος
ἔχειν , τὸν Ἠμαθίωνα καὶ τὸν Μέμνονα : ὃν ἀστέρων τέθριππος : τὸν Τιθωνὸν λέγει [ ἡ Ἡμέρα ἔχουσα ]
τεκνοποιὸν ἔχουσα τᾶσδε γᾶς πόσιν ἐν θαλάμοις , ὃν ἀστέρων τέθριππος ἔλαβε χρύσεος ὄχος ἀναρπάσας , ἐλπίδα γᾶι πατρίαι μεγάλαν
4823689 Ἐριφυλης
δ ' ὁ Λαμψακηνὸς ἐν ταῖς Πρώταις ἐπιγραφομέναις Ἱστορίαις τὸν Ἐριφύλης ὅρμον διαβόητον γενέσθαι διὰ τὸ σπάνιον εἶναι τότε τὸ
καὶ Μαντοῦς τῆς Τειρεσίου καὶ ὁ Ἀλκμαίωνος Ἀμφίλοχος τοῦ τῆς Ἐριφύλης τῆς ἀδελφῆς Ἀδράστου τοῦ βασιλέως καὶ Ἀμφιαράου τοῦ μάντεως
4822281 κτεινασα
τῇδε φυτείᾳ Παλλὰς Ἀθηναίη , κούρη Διὸς αἰγιόχοιο , Πάλλαντα κτείνασα μάχαις κρατερῆφι βίηφι τῆμος ὅτ ' ἀθάνατοί τε θεοὶ
' ἠδίκης ' ἐμός τε σύγγονος ; πῶς οὐ πόσιν κτείνασα πατρώιους δόμους ἡμῖν προσῆψας , ἀλλ ' ἐπηνέγκω λέχει
4822080 καθηγεμονες
αὐτοῦ μὲν αἱρέσεις αὗται : ἥ τε ποιητική , ἧς καθηγεμόνες γεγόνασιν Ὀρφεύς , Ὅμηρος , Μουσαῖός τε καὶ Ἡσίοδος
παρ ' ὅλην τὴν πᾶσαν κτίσιν . Ὅθεν οἱ Αἰγυπτίων καθηγεμόνες ἱερεῖς , ἐγκεκυφότες εἰς πολλὰ καὶ μετεσχηκότες πραγμάτων ,
4813140 ἐπεφανησαν
ἐκ τῆς Σάμου ναυσὶν αἰσθόμενοι ἔπλευσαν μὲν βουλόμενοι φθάσαι καὶ ἐπεφάνησαν πελάγιοι , ὑστερήσαντες δὲ οὐ πολλῷ τὸ μὲν παραχρῆμα
τυχεῖν τῆς νίκης . ἰσορρόπου δὲ τῆς μάχης οὔσης , ἐπεφάνησαν ὑπέρ τινος ἄκρας ναῦς εἴκοσι πέντε παρὰ τῶν συμμάχων
4812770 Κλειτος
ἐλέγοντο ἄνθρωποι , καὶ οὐ κατὰ τὴν ἀνθρωπίνην ἐνέργειαν . Κλειτὸς , ὁ ἔνδοξος : ΚΛΥΤΟΣ δὲ , ὁ ἐξάκουστος
ἔλαχον δι ' ὁμωνυμίαν τὰς Μέμφιδος οἱ ἐκ Τυρίας , Κλειτὸς Κλειτήν , Σθένελος Σθενέλην , Χρύσιππος Χρυσίππην . οἱ
4812354 Ἐπαφος
δὲ γένναν πρὸς δέκ ' ] τρισκαιδέκατος . ἀπὸ Ἰοῦς Ἔπαφος , οὗ Λιβύη , ἧς Βῆλος , οὗ Δαναὸς
τὴν ἀρχὴν ἔσται καὶ τὸ τέλος . σπέρμα ] ὁ Ἔπαφος . ἐκφυγεῖν ] λείπει τὸ δοίη . θέλουσαν ]
4809793 κατεταρταρωσεν
καὶ τῶν ὁμοίων . τὸν γὰρ Τυφῶνα ὁ Ζεὺς κεραυνώσας κατεταρτάρωσεν ἀντιστάντα αὐτῷ . τοιαύτη ] κατ ' εἰρωνείαν .
Ὁ δὲ Ζεὺς ἐπιφανεὶς τὸν μὲν πατέρα δήσας πλεκτῷ ἐρίῳ κατεταρτάρωσεν : τὸ δὲ ὄρος εἰς τιμὴν τοῦ ποιμένος Καύκασον
4803824 Τηλεβοας
Μέντῃ τετάχθαι φησὶ λῃστὰς καλῶν αὐτούς , καθάπερ καὶ τοὺς Τηλεβόας ἅπαντάς φασι . τὰ μὲν περὶ τὰς νήσους τὰς
αὐτοῖς οἱ Ἠλεκτρυωνίδαι ἀνῃρέθησαν ὑπ ' αὐτῶν , Πτερέλα παῖδες Τηλεβόας καὶ Τάφος : ἀφ ' ὧν ἡ νῆσος .
4796455 ἑκατογχειρας
ἐκ Γῆς πρώτους γεννᾷ Κόττον , Βριάρεων , Γύγην , ἑκατόγχειράς τε καὶ πεντήκοντα κεφαλὰς ἔχοντας . ἀρτίποδές τε καὶ
ἐκ Γῆς πρώτους γεννᾷ Κόττον , Βριάρεων , Γύγην , ἑκατόγχειράς τε καὶ πεντήκοντα κεφαλὰς ἔχοντας . ἀρτίποδές τε καὶ
4795716 Ἀδρηστον
: ὃ δ ' ἀπὸ ἕθεν ὤσατο χειρὶ ἥρω ' Ἄδρηστον : τὸν δὲ κρείων Ἀγαμέμνων οὖτα κατὰ λαπάρην :
ἐγέραιρον , τὸν μὲν Διόνυσον οὐ τιμῶντες , τὸν δὲ Ἄδρηστον . Κλεισθένης δὲ χοροὺς μὲν τῷ Διονύσῳ ἀπέδωκε ,
4792547 Ἰφιδος
καὶ Ὀθρηίδος Ξοῦθος Αἴολος Δῶρος Ξενοπάτρα : Αἰόλου δὲ καὶ Ἴφιδος τῆς Πηνειοῦ Σαλμωνεύς : Σαλμωνέως δὲ καὶ Ἀλκιδίκης Τυρώ
ἥρωος , αὐτόχειρ δὲ γέγονεν ὁ Πύρρος , ὃν καλεῖ Ἴφιδος λέοντα ἀντὶ τοῦ τὸν υἱὸν τῆς Ἰφιγενείας . ταῦτα
4778891 Οἰνομαος
δὲ ἀγάλματος κατὰ μέσον πεποιημένου μάλιστα τὸν ἀετόν , ἔστιν Οἰνόμαος ἐν δεξιᾷ τοῦ Διὸς ἐπικείμενος κράνος τῇ κεφαλῇ ,
ὄνομα καλεῖσθαι ἂν δικαίως αὑτὸν οἶμαι δείκνυσι , τό τε Οἰνόμαος ἔχον τι μέγα καὶ τραγικόν , ἐφ ' οἷς
4776601 κριοιο
τὸ αὐτοῦ . καὶ ἐκεῖνο ἐπιρρηματικόν ἐστιν , αὐτοῦ καὶ κριοῖο , ὑψοῦ δ ' ἐν νοτίῳ , ἀγχοῦ ,
θ ' ἱερὴν Γόρτυνα καὶ ἠπειρώτιδα Φαιστόν , προπρηνής , κριοῖο παραυγάζουσα κάρηνον : τοὔνεκα καὶ κριοῦ μιν ἐφημίξαντο μέτωπον
4774140 ἐρεισαντες
λεοντόπουν βάσιν καθίζετο . . ἡμεῖς δὲ Πολύβου παῖδ ' ἐρείσαντες πέδῳ ἐξομματοῦμεν καὶ διόλλυμεν κόρας . οὔτοι νόμισμα λευκὸς
, ὅταν τὸ μέσον ὅλου τοῦ ἐπιδέσμου κατὰ τοῦ πεπονθότος ἐρείσαντες ἰσορρόπως ἑκάτερον αὐτοῦ τῶν μερῶν ἐπὶ τὸν ἀντικείμενον ἄγωμεν
4768948 Ὠκυπετη
ὁπλαῖς εἶπεν . Ἅρπυιαι δὲ μυθικῶς δαίμονές τινες Ἀελλὼ καὶ Ὠκυπέτη καὶ Κελαινὼ Ἴριδος ἀδελφαὶ καὶ θυγατέρες Θαύμαντος καὶ Ἠλέκτρας
μὲν οὖν καὶ Ἠλέκτρας Ἶρις καὶ ἅρπυιαι , Ἀελλὼ καὶ Ὠκυπέτη , Φόρκου δὲ καὶ Κητοῦς Φορκίδες καὶ Γοργόνες ,
4764655 υἱοι
ἀργυρώνητος οὔτ ' οἰκογενὴς δοῦλος ἀλλὰ τῶν ἐπιφανεστάτων , ἱερῶν υἱοὶ πάντες , ὑπὲρ εἴκοσι μὲν ἔτη γεγονότες , πεπαιδευμένοι
αἰολεῖς καλοῦσιν : ►ὑάκινθος κυνόρτης περιήρης ἰκάριος ἀφαρεύς λεύκιππος τυνδάρεως υἱοὶ εʹ καὶ πενελόπη . λυγκεύς . ἴδας . φοίβη
4757243 Σι
κτιστὴς καὶ ἡ νῆσος , ὁμοίως Τροιζήν Κολοφών Κόρινθος Κῶς Σι - κυών Κύρνος Λέσβος . ἔσθ ' ὅτε καὶ
τῷ περὶ Τελμησσοῦ . τινὲς δὲ ὅτι Γαλεῶται μάντεων εἶδος Σι - κελῶν . γαλεός δὲ καὶ ὁ ἀσκαλαβώτης .
4756701 ἰλη
αὐτῷ εἶχον τῶν ἱππέων οἱ ἑταῖροι , ὧν προετέτακτο ἡ ἴλη ἡ βασιλική , ἧς Κλεῖτος ὁ Δρωπίδου ἰλάρχης ἦν
ὑπὲρ τοὺς τετρακοσίους ἐς τοὺς ὀπισθοφύλακας κατερράγη . [ . ἴλη . ] Οἱ δὲ τῶν Πάρθων οἰσυΐνας ἀσπίδας ἔχοντες
4756612 δωροφαγοι
. Παιδευτικὸς οὖν ὁ λόγος : δεικνὺς οὗ μὲν οἱ δωροφάγοι τεταγμένοι τυγχάνουσιν , οὗ δὲ οἱ Μουσῶν θεραπευταί :
τοὺς βασιλεῖς , οἳ πολλοῦ δέουσιν εὐπόρους ποιεῖν τοὺς ἀνθρώπους δωροφάγοι τινὲς ὄντες . Μονονουχὶ λέγει σαφῶς , εἰ γέρας
4750756 ἡρπασαν
τῇ Δρυοπίδι . καὶ εἰς τοῦτο παριοῦσαν τὸ ἱερὸν Δρυόπην ἥρπασαν ἁμαδρυάδες νύμφαι κατ ' εὐμένειαν καὶ αὐτὴν μὲν ἀπέκρυψαν
Διοσκούρων κώμη , Λιβύης , ἐν ᾗ τὸν Πάριν ἐπιδιώξαντες ἥρπασαν τὴν Ἑλένην οἱ Διόσκουροι [ ἣν ] ᾤκησαν .
4749578 Προιτον
ὀπτᾷ . Προιτίδας ἁγνίζων κούρας καὶ τὸν πατέρ ' αὐτῶν Προῖτον Ἀβαντιάδην , καὶ γραῦν πέμπτην ἐπὶ τοῖσδε , δᾳδὶ
Προίτου γυνή : τοῦ δὲ ἀπαρνουμένου , λέγει πρὸς τὸν Προῖτον , ὅτι Βελλεροφόντης ἐρωτικοὺς αὐτῇ προσεπέμψατο λόγους . Προῖτος
4747838 γενεαλογουσι
Ἑλλάνικος : εἰσὶ δὲ οἳ Λευκάστου καὶ Ἴδης τῆς Κορύβαντος γενεαλογοῦσι μετὰ καὶ Μίνωος καὶ Ῥαδαμάνθυος , καθάπερ Σωκράτης ἐν
Ἑλλάνικος . εἰσὶ δὲ οἳ Λυκάστου καὶ Ἴδης τῆς Κορύβαντος γενεαλογοῦσι μετὰ καὶ Μίνωος καὶ Ῥαδαμάνθυος καθάπερ Σωκράτης ἐν τοῖς
4747583 παλιγγλωσσον
. εἶδε γὰρ ἐκˈνόμιον λῆμά τε καὶ δύναμιν υἱοῦ : παλίγγλωσσον δέ οἱ ἀθάνατοι ἀγγέλων ῥῆσιν θέσαν . γείτονα δ
σώφρονος ἐχθρὰν ? ? ? [ ἔριν ] ? οὐ παλίγγλωσσον , ἀλλὰ δίκας ὁδούς ? πιστὰς [ ] ?
4746799 παρηγαγον
καὶ τὰ ὑποζύγια πάντα καὶ σίτου γεμίσαντες εἰς τὸν Φλειοῦντα παρήγαγον : καὶ ἕωσπερ ἐτειχίζετο τὸ τεῖχος , ἑκάστης ἡμέρας
θαυμάσας , ὦ νέοι , τὸν Νάρκισσον καὶ εἰς ὑμᾶς παρήγαγον εἰς Μουσῶν αὐλὴν ἀποτυπωσάμενος . [ ἔχει δὲ ὁ
4744092 Ζαβουλων
τρισκαιδεκάτῳ ἔτει , μηνὶ δεκάτῳ υἱὸν ἄλλον τεκεῖν ᾧ ὄνομα Ζαβουλὼν , καὶ τὴν αὐτὴν τῷ τεσσαρεσκαιδεκάτῳ ἔτει μηνὶ ὀγδόῳ
τῆς φυλῆς μου , ὅσοι ἐφύλαξαν νόμον Κυρίου καὶ ἐντολὰς Ζαβουλὼν πατρὸς αὐτῶν . Ἐπὶ δὲ τοὺς ἀσεβεῖς ἐπάξει Κύριος
4743284 ἡρπασεν
ἁρπαγὰ τὰ Κοννίδα : ὅθεν ὁ δῆμος ἐξελθὼν τοῦ θεάτρου ἥρπασεν τὰ Κοννίδα . Σελινοῦς δὲ πόλις Σικελίας . Ἄρτεμι
τῷ δηλουμένῳ παρήλλακται , ὡς ἔχει τὰ ἀντωνυμικά , ἐμοῦ ἥρπασεν , ἥρπασέ μου : σοῦ ἥρπασεν , ἥρπασέ σου
4738577 Μελανθον
καὶ τοὺς Παίονος τοῦ Ἀντιλόχου παῖδας , σὺν δὲ αὐτοῖς Μέλανθον τὸν Ἀνδροπόμπου τοῦ Βώρου τοῦ Πενθίλου τοῦ Περικλυμένου .
ἐπεὶ τοὺς ἐκ Πελοποννήσου φυγάδας προσεδέξαντο , ἐν οἷς καὶ Μέλανθον , χρησμοῦ δὲ αὐτοῖς δοθέντος αἱρήσειν τὴν πόλιν ,
4737568 Καδμειοι
γὰρ ἄναξ ἀγρεύς . ἐπαινεῖς ; ἐπαινῶ . τάχα δὲ Καδμεῖοι . . . καὶ παῖς γε Πενθεύς . .
τὸ Τιλφωσσαῖον Τειρεσίας μὲν ἐτελεύτησεν , ὃν θάψαντες λαμπρῶς οἱ Καδμεῖοι τιμαῖς ἰσοθέοις ἐτίμησαν : αὐτοὶ δὲ μεταναστάντες ἐκ τῆς
4737323 ἐπικαλουνται
κείρω . Κλαίω . παράγωγον συγκοπὲν ἐκ τοῦ καλῶ . ἐπικαλοῦνται γὰρ τοὺς ἀποθανόντας οἱ κλαίοντες . Κῆλον . παρὰ
, : κλαίω : παρὰ τὸ καλῶ κλῶ κλαίω : ἐπικαλοῦνται γὰρ τοὺς ἀποθανόντας οἱ κλαίοντες , οἷον „ ᾤμωξεν
4736571 Ὀλυμπιακην
τὴν ὀγδοηκοστὴν Ὀλυμπιάδα : ἀλλ ' οὐκ ἔγραψεν εἰς τὴν Ὀλυμπιακὴν αὐτοῦ νίκην , καίτοι μετὰ τὴν Πυθικὴν γενομένην ,
ἐκ δὲ τούτου , νικῶντα . ἠσπάζοντο δὲ κατὰ τὴν Ὀλυμπιακὴν αὐτῶν γῆν , ἥντινα καλοῦσιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος ,
4731491 Ἀρσακιδαι
τοῦ βασιλέωςΘεὸν αὐτὸν ἐπίκλην ὠνόμαζον † ἀλλ ' οἵ γε Ἀρσακίδαι τὸν ὑπ ' Ἀντιόχου σατράπην αὐτῶν τῆς χώρας καταστάντα
δι ' αἰτίαν τοιαύτην . Ἀρσάκης καὶ Τηριδάτης ἤστην ἀδελφὼ Ἀρσακίδαι , τοῦ υἱοῦ Ἀρσάκου τοῦ Φριαπίτου ἀπόγονοι . οὗτοι
4727950 στησειν
τῆς Ἴσιδος ἐκφανεῖν ἢ τὸ ἐν Ἀβύδῳ ἀπόρρητον δείξειν ἢ στήσειν τὴν βάριν ἢ τὰ μέλη τοῦ Ὀσίριδος διασκεδάσειν τῷ
τὸ δὲ μολυβοῦν ἐσχάτως βάρβαρον . ” Φορμίων τρεῖς ἔφη στήσειν τρίποδας , ἔπειτ ' ἔθηκεν ἕνα μολύβδινον ” Κρατῖνος
4727037 Κυκνον
, ὅτι Λιγύων τῶν Ἠριδανοῦ πέραν ὑπὲρ γῆς τῆς Κελτικῆς Κύκνον ἄνδρα μουσικὸν γενέσθαι βασιλέα φασί , τελευτήσαντα δὲ Ἀπόλλωνος
τῆς Ἀλκμήνης Ἡρακλῆς , καὶ ὁ ἔνδοξος Ἰόλαος σκυλεύσαντες τὸν Κύκνον , ἤγουν ἀποδύσαντες αὐτὸν τὰ καλὰ ὅπλα , ἐπορεύοντο
4726369 ἐμονομαχουν
. Αὕτη , ὦ Πάμφιλε , ἡ Ἑλένη ὑπὲρ ἧς ἐμονομάχουν πρὸς ἀλλήλους . καὶ ἄχρι γε τούτου γελοῖον οὐδὲν
ἀθλιώτεροι . ὅτι δὲ καὶ οἱ ἔνδοξοι καὶ οἱ ἡγεμόνες ἐμονομάχουν καὶ ἐκ προκλήσεως τοῦτ ' ἐποίουν ἐν ἄλλοις εἰρήκαμεν
4726032 Θυεστην
τὰ σκῆπτρα αὐτῶι καταλείψηι , θάνατον ἐπεβούλευσαν , Ἀτρέα καὶ Θυέστην τοὺς πρεσβυτάτους τῶν παίδων εἰς τοῦτο προστησάμενοι . ἀναιρεθέντος
ἡγεμόνας . τῶν λαῶν ἡγουμένους . λέγει δὲ Ἀτρέα : Θυέστην : Πιτθέα : Ἀλκάθουν : Πλεισθένην : Χρύσιππον .
4722614 Ἐργινου
ἢ ἀπὸ τῶν σωρῶν , αἳ τῷ Ἑρμῇ ἀνέκειντο . Ἐργίνου πολιαί : ἐπὶ τῶν προπολίων : οὗτος ἦν παῖς
. ἀνακάμπτοντι δὲ αὐτῷ ἀπὸ τῆς θήρας συνήντησαν κήρυκες παρὰ Ἐργίνου πεμφθέντες , ἵνα παρὰ Θηβαίων τὸν δασμὸν λάβωσιν .
4721635 ἐτεκε
ἔλεγον : καὶ τῇ ὑστεραίῃ τὰ αὐτά . Τρίτῃ δὲ ἔτεκε θυγατέρα , καὶ τἄλλα πάντα κατὰ λόγον ἦλθεν .
' ἐν θρήνοισιν ἀναβοάσω γέροντι πατέρι Ταντάλωι , ὃς ἔτεκεν ἔτεκε γενέτορας ἐμέθεν , δόμων ἃς κατεῖδον ἄτας : ποτανὸν
4721110 διεσπασαντο
τὸν Ἀκταίωνος ἄθλιον μόρον , ὃν ὠμόσιτοι σκύλακες ἃς ἐθρέψατο διεσπάσαντο , κρείσσον ' ἐν κυναγίαις Ἀρτέμιδος εἶναι κομπάσαντ '
τῶν ἀναιρουμένων , ἀλλ ' οἰωνοὶ καὶ κύνες ἄνδρας τοιούσδε διεσπάσαντο . πολὺς δὲ καὶ ἄλλος ἦν τῶν στασιωτῶν φόνος
4721026 Πανδαρῳ
τῷ μὲν πρώτῳ Πλάτων Πεισάνδρῳ , τῷ δὲ δευτέρῳ Ἀναξανδρίδης Πανδάρῳ . Ἀρκάδας μιμούμενος : ἄλλοις ταλαιπωρῶν . οἱ γὰρ
καὶ σκινδαρίοις μετὰ κωβιδίων . ὁ δ ' αὐτὸς κἀν Πανδάρῳ φησίν : οὐκ ἐπικεκυφὼς ὀρθός , ὦ βέλτιστ '
4720943 Φριξου
Διί , καὶ μέχρι τοῦ νῦν μὴ ἐξεῖναι ἕνα τῶν Φρίξου ἀπογόνων εἰσιέναι εἰς τὸ πρυτανεῖον , εἰσελθόντα δέ τινα
Ἀθάμας . ὕστερον δὲ ἀναστρέψαντος ἐκ Κόλχων οἱ μὲν αὐτοῦ Φρίξου φασίν , οἱ δὲ Πρέσβωνοςγεγονέναι δὲ Φρίξῳ τὸν Πρέσβωνα
4718999 Λαιον
, τοῦ δὲ Λάβδακον φῦναι λέγουσιν , ἐκ δὲ τοῦδε Λάιον . ἐγὼ δὲ παῖς μὲν κλήιζομαι Μενοικέως , [
Πολυφόντην καὶ Λάιον ἀπέκτεινε , καὶ παρεγένετο εἰς Θήβας . Λάιον μὲν οὖν θάπτει βασιλεὺς Πλαταιέων Δαμασίστρατος , τὴν δὲ
4717092 τισεις
γὰρ ὀνείδη καὶ ἀδοξίαι αὐτοῖς ἐκ τῶν ἀδικιῶν συμβαίνουσι καὶ τίσεις ἐκ τῶν ἁμαρτημάτων ἀπολαμβάνοντες , ὧν ἔσχον ἀδι -
ἀντέκτισίν τ ' ὀρθὴν ὅς κ ' ἀποδώσει ποινὴν σὺ τίσεις μυῶν στρατῷ οὐδ ' ὑπαλύξεις καί ῥα κραιπνότατος μοίρας
4716715 ἐκτειναν
σκευοφόρα Ῥωμαίων φυλάσσοντες ἱππῆς ἐπέδραμον καὶ Κάρον τε αὐτὸν ἀριστεύοντα ἔκτειναν καὶ ἑτέρους ἀμφ ' αὐτόν , οὐκ ἐλάσσους καὶ
φροντισάντων δὲ ἐκείνων τέλος ἔπεμψε στρατοῦ πολλοῦ , οὓς ἅπαντας ἔκτειναν οἱ Ἰλλυριοί . καὶ ὁ Καῖσαρ οὐκ ἐπεξῆλθεν :
4714863 Περικλυμενου
παραπλήϲια ϲμήχει , τὸ δὲ ϲπέρμα αὐτοῦ νεφροὺϲ ἐκφράττει . Περικλυμένου τά τε φύλλα καὶ ὁ καρπὸϲ τμητικῆϲ τε ἅμα
καὶ Ποσειδῶνος Νηλεύς : Νηλέυς δὲ καὶ Χλωρίδος Περικλύμενος : Περικλυμένου δὲ καὶ Πεισιδίκης Βῶρος : Βώρου δὲ καὶ Λυσιδίκης
4699871 Τανταλον
, ἐκ συῶν δὲ εἰς ἀνθρώπων μεταβῆναι διάθεσιν : ἔτι Τάνταλον τιμᾶσθαι μὲν διὰ σωφροσύνην , συνέστιον ὄντα θεοῖς ,
προσηρτημένη χρυσαῖς ἁλύσεσιν ἄνωθεν ἐξ οὐρανοῦ , ἵνα πρὸς τὸν Τάνταλον ἐλθοῦσα ἀποδύρωμαι τὰ συμβάντα . Ἀναξαγόρου δὲ μαθητὴς γενόμενος
4697389 εὑρεται
Διός . καὶ Δελφῶν μὲν ἐξ ἀρχῆς Ἀμφικτύονες κτισταὶ καὶ εὑρεταὶ ἐγένοντο , ποιμένος τινὸς ἐν τῷ Παρνασσῷ ἐκ Κασταλίας
οὗ προσελάβομεν , καὶ ἀμφισβητοῦμεν , πότερον αὐτοὶ τοῦ νοήματος εὑρεταὶ ἢ μαθηταί , καὶ πότερον φαντασία ἁπλῶς τοῦτο ἢ
4693707 ἀπηνεγκαν
οἱ μὲν Ἀθηναῖοι οὐκ αἰσθάνονται , οἱ δὲ πλησίον ἄραντες ἀπήνεγκαν . τὸ δὲ δεξιὸν τῶν Ἀθηναίων ἔμενέ [ τε
ἐμοῦ λαλοῦσα , ἦλθον οἱ ἓξ νεανίσκοι οἱ οἰκοδομοῦντες καὶ ἀπήνεγκαν αὐτὴν πρὸς τὸν πύργον , καὶ ἄλλοι τέσσαρες ἦραν
4692793 ἐξωστρακισαν
Μελησίου ⌈ Ἀλωπεκῆθεν Γ . Γ τοῦτον ⌈ δὲ Γ ἐξωστράκισαν ⌈ οἱ Ἀθηναῖοι ⌈ τὰ Γ ιʹ ἔτη ⌈
ἀπέκτειναν αὐτόν , ἀνυποδη - σίας δίκην λαμβάνοντες . Ἀριστείδην ἐξωστράκισαν Ἀθηναῖοι , καίτοι πεπεισμένοι σαφῶς ὅτι δίκαιος ἦν .
4686997 Ὑπερμηστρα
οὗ Λιβύη : ἧς Βῆλος : οὗ Δαναός : οὗ Ὑπερμήστρα , ἡ μὴ κτείνασα τὸν ὁμόζυγον : ἧς Ἄβας
Ἔπαφος : οὗ Αἴγυπτος καὶ Δαναός : οὗ ἡ θυγάτηρ Ὑπερμήστρα , ἡ φυλάξασα τὸν ἄνδρα ἑαυτῆς Λυγκέα , τὸν
4685227 ὑβρισαντας
ὕβρεσι κολασθεὶς διὰ τὸν Ἀντίνοον καὶ Εὐρύμαχον καὶ Κτήσιππόν φησιν ὑβρίσαντας αὐτόν . πληγαῖς : παρ ' Ὁμήρῳ φέρεται ὁ
: εἰ δὲ τοὺς μὲν ἀποστάντας καὶ παρ ' ἀξίαν ὑβρίσαντας εἰς αὐτὸν , τοὺς δ ' ἐκ τοῦ φανεροῦ
4682310 παροικοι
ἀφ ' ἑστίας συθείς , οἷαι Στρυμονίου πελάγους Ἀχελωίδες εἰσὶ πάροικοι Θρῃκίων ἐπαύλων , λίμνας τ ' ἔκτοθεν αἳ κατὰ
ἑστίας ἐφ ' ἧς τὰ κατὰ Μήδων ἐπινίκια ἐθύσαμεν , πάροικοι δ ' ἀλλοτρίας γῆς τε καὶ πόλεως , καὶ
4682007 Ἀγηνωρ
, ὁ δὲ Αἴγυπτος τῆς ὁμωνύμου χώρας , ὁ δὲ Ἀγήνωρ τῆς Φοινίκης . . Δαναοῦ πόλιν ἀγλαοθρόνων τε :
. Βῆλος μὲν οὖν βασιλεύων Αἰγυπτίων τοὺς προειρημένους ἐγέννησεν , Ἀγήνωρ δὲ παραγενόμενος εἰς τὴν Φοινίκην γαμεῖ Τηλέφασσαν καὶ τεκνοῖ
4681301 γελασαντες
αὐτὸς μετὰ τῶν ἡγεμόνων ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ φανερῶς ἔπιεν . γελάσαντες οἱ στρατιῶται καὶ τὴν αἰτίαν τῆς ἀπάτης νοήσαντες ἀδεῶς
μαθηταὶ εἰς σύντονον καὶ δυσαπάλλακτον ἔρωτα ἦλθον , διὸ κτηνοτροφίαν γελάσαντες ἐξεπόνησαν ποιμενικὴν ἐπιστήμην . τεκμήριον δέ : ὁ τὴν

Back