| κυπάσσεις Περσικούς , “ καὶ Ἀριστοφάνης ἐν τοῖς Ταγηνισταῖς . Κύρβεις : Λυκοῦργος ἐν τῷ περὶ τῆς ἱερείας . κύρβεις | ||
| Κύρβις οὖν ἡ περιέχουσα τὰς ἱερὰς γραφὰς στήλη . : Κύρβεις . Τοὺς Κύρβεις φησὶν Ἀπολλόδωρος ἐγγεγραμμένους ἔχειν τοὺς νόμους |
| : ταραχήν . Ἀνθεμόεσσαι : ἀνθηραὶ , ἄνθος ἔχουσαι , πεποικιλμέναι τοῖς ἄνθεσι , πεποικιλμέναι ὑπὸ τῶν ἀνθῶν , ἢ | ||
| , αἱ μὲν θαλασσίαις πορφύραις , αἱ δὲ χρυσοῖς ἐνυφάσμασι πεποικιλμέναι , τοῖς κρατοῦσιν ἔπαθλα καθίσταντο . τὰ δὲ μεγάλα |
| μέσον δὲ τῶν ἄντρων νύμφαι ἐλείφθησαν , ἐν αἷς ἔκειντο Δελφικοὶ χρυσοῖ τρίποδες ὑποστήματ ' ἔχοντες . κατὰ δὲ τὸν | ||
| . ἐπόμπευσαν δὲ καὶ θυμιατήρια χρυσᾶ καὶ ἐσχάραι ἐπίχρυσοι καὶ Δελφικοὶ τρίποδες καὶ φοίνικες ἐπίχρυσοι ὀκταπήχεις καὶ κεραυνὸς ἐπίχρυσος πηχῶν |
| παρακλήσεώς τι παρέχειν βουλόμενος . κάλλαια μὲν οἱ τῶν ἀλεκτρυόνων πώγωνες : κάλλη δὲ τὰ ἄνθη τῶν βαμμάτων . κόρδαξ | ||
| ἐν ταῖς Θεσμοφοριαζούσαις Ἀριστοφάνους . καὶ πωγωνίας δέ , καὶ πώγωνες αἱ ἀκίδες παρὰ τοῖς ποιηταῖς , καὶ παρ ' |
| τέκμαρ εἴληφα τῶν δώδεκα ζῳδίων οἴκους τε καὶ ὑψώματα , λαμπηνὰς , βασιλείας , ἡμερινὰ , νυκτερινὰ , ἄρρενά τε | ||
| ἀνατολὰς , ἐπιτολὰς , δυνάμεις , βασιλείας , ὑψώματα καὶ λαμπηνὰς , ταπεινώσεις καὶ οἴκους καὶ τὸ μεγαλοδύναμον , ὅρια |
| ' ἐείκοσιν ἤματ ' ἔχον θεοί , οὐδέ ποτ ' οὖροι πνείοντες φαίνονθ ' ἁλιαέες , οἵ ῥά τε νηῶν | ||
| , ὅσσοι τ ' Αἰγύπτοιο πολυψαμάθοισιν ἐπ ' ὄχθαις βουκολίων οὖροι , Λοκροί , χαροποί τε Μολοσσοί . Εἰ δέ |
| θύραις θάσσει ; τουτὶ καὶ δὴ χωρεῖ τὸ κακόν . κλῇθρα χαλάσθω τάδε . καὶ δὴ γὰρ σχήματος ἀρχὴ μᾶλλον | ||
| ' ὁ τλήμων ἔν τινι σχολῇ κακοῦ ; Βοᾷ διοίγειν κλῇθρα καὶ δηλοῦν τινα τοῖς πᾶσι Καδμείοισι τὸν πατροκτόνον , |
| αὐτὰς εὑρῆσθαι ὑπό τινων τριῶν νυμφῶν . διὰ τοῦτο καὶ θριαὶ ὠνομάσθησαν οἱονεὶ τριαί . ἐπ ' Ἀμφρυσσῷ : Ἀμφρυσσὸν | ||
| καλούμεναι Θριαί , ἀφ ' ὧν αἵ τε μαντικαὶ ψῆφοι θριαὶ καλοῦνται καὶ τὸ μαντεύεσθαι θριᾶσθαι . Ἄλλοι δὲ λέγουσι |
| δὲ κίονες πεντήκοντα κατεῖχον αὐτήν , οἱ δὲ ὑπερτείνοντες οὐρανίσκοι διάχρυσοι ἦσαν . καὶ πρῶτοι μὲν Πέρσαι φʹ μηλοφόροι περὶ | ||
| . περιεβέβληντο δὲ ἐν τῷ περιβόλῳ πολυτελεῖς αὐλαῖαι ζῳωτοὶ καὶ διάχρυσοι , κανόνας ἔχουσαι περιχρύσους καὶ περιαργύρους . τῆς δ |
| δαμασθεὶς ] καταβληθείς . ναίοισιν ] ναυτικαῖς . ἐμβολαῖς ] συγκρούσεσιν . στροφὴ ἑτέρα κώλων δʹ . ἴυζ ' ] | ||
| . ταῖς διὰ νηῶν προσβολαῖς . συνελεύσεσι . συγκρούσεσι . συγκρούσεσιν . πλήθους ] τοῦ . ἀληθῶς . γίνωσκε . |
| ἀντορχούμενον ὥσπερ ὁ νυκτικόραξ ἁλίσκεται . διὸ τοὺς χαύνους καὶ κενοδόξους ὤτους καλοῦσιν . . . , : Κατὰ δὲ | ||
| ἰσχία . Ἀποτελεῖ δὲ εὔχροας , εὐακεῖς , εὐπαθεῖς , κενοδόξους , φιλοκαθαρίους , θρασυδείλους . καὶ ἐπὶ μὲν τοῦ |
| μάχονται . ἃ ἡμεῖς κέντρα λέγομεν τῶν ὀρνίθων , ἐκεῖνοι πλῆκτρα . πλῆκτρα δέ εἰσι ἔμβολα χαλκᾶ τὰ ἐμβαλλόμενα τοῖς | ||
| καὶ παροιμία , αἶρε πλῆκτρον ἀμυντήριον . κἀκεῖνοι γὰρ ἔχουσι πλῆκτρα , οἷς μάχονται . 〛 πλῆκτρον θητέρᾳ : ξίφος |
| ' αὖτε ξανθοῖο κρόκου θυόεσσαν ἔθειραν δρέπτον ἐριδμαίνουσαι : ἀτὰρ μέσσῃσιν ἄνασσα ἀγλαΐην πυρσοῖο ῥόδου χείρεσσι λέγουσα οἷά περ ἐν | ||
| Δάφνης , ἧχί περ Ἀντιόχοιο ἐπώνυμος Ἀντιόχεια : αὐτὰρ ἐνὶ μέσσῃσιν Ἀπαμείης πτολίεθρον : τῆς δὲ πρὸς ἀντολίην κατασύρεται ὑγρὸς |
| εἶχε χρυσῆν . Ἀλεξάνδρου δὲ καὶ Πτολεμαίου ἀγάλματα ἐστεφανωμένα στεφάνοις κισσίνοις ἐκ χρυσοῦ . τὸ δὲ τῆς Ἀρετῆς ἄγαλμα τὸ | ||
| ἔχουσαι πτέρυγας . Ἔφερον δ ' αὗται θυμιατήρια ἑξαπήχη , κισσίνοις χρυσοῖς κλωσὶ διακεκοσμημένα , ζῳωτοὺς ἐνδεδυκυῖαι χιτῶνας , αὐταὶ |
| , τοῖς τὸ λαμπρὸν οὐκ ἐν ἐλέφαντι καὶ χρυσῷ καὶ πορφύραις εἶναι νομίζουσιν , ὥσπερ Φίλιστος ὑμνῶν καὶ θαυμάζων τὴν | ||
| ψηφίσμασιν , ἐν ταῖς ἀνδριάντων καὶ εἰκόνων ἀναθέσεσιν , ἐν πορφύραις καὶ στεφάνοις χρυσοῖς , ἐν ἅρμασι καὶ τεθρίπποις καὶ |
| τὸ ἐσχάζοσαν καὶ εἴποσαν καὶ τὰ ὅμοια . τὸ δὲ πέφρικαν ἀντὶ τοῦ πεφρίκασι . καὶ Ὅμηρος ἔφριξε δὲ μάχη | ||
| ἠιόνες ἢ προσγεγραμμένον καὶ ἀνεκφώνητον ἢ ἐκφωνούμενον δίχα προσγεγραμμένης . πέφρικαν ἀντὶ τοῦ πεφρίκασι καὶ πεπύκνωνται . τὸ δὲ πέφρικαν |
| , κύβοι , διάσειστοι κύβοι , ἀστράγαλοι , φιμοί , κημοί , τηλία , κήθια κηθίδια , ψῆφοι , πεττοί | ||
| οἱ κυβευταὶ πυργία . . . . φιμοὶ οἱ καλούμενοι κημοί , εἰς οὓς ἐνεβάλλοντο οἱ ἀστράγαλοι . . τὰςπληγὰς |
| πεπύκνωνται οἱ γυῖαι καὶ αἱ πεδιάδες ὥσπερ ληίου ἤτοι ὡς πεπύκνωνται οἱ γυῖαι τοῦ ληίου καὶ χωραφίου , πεπύκνωνται οἱ | ||
| ἤτοι ὡς πεπύκνωνται οἱ γυῖαι τοῦ ληίου καὶ χωραφίου , πεπύκνωνται οἱ γυῖαι ἐν λόγχαις ἀπαστράπτοντες . * γυῖαι τὸ |
| αἴγλη . ἀλλ ' ἔμπης κἀκεῖναι ἐπόψιαι : οὐ γὰρ ἐλαφραί . Ἀμφότεραι δ ' Ὄφιος πεπονείαται ὅς ῥά τε | ||
| γυῖα φίλος πόδες , οὐδέ τι χεῖρες ὤμων ἀμφοτέρωθεν ἐπαΐσσονται ἐλαφραί . εἴθ ' ὣς ἡβώοιμι βίη τέ μοι ἔμπεδος |
| . ὑπῆρχον δὲ καὶ ἄνδρες ἐπὶ καμήλων ὀχούμενοι , μαχαίρας τετραπήχεις ἔχοντες , τὸν ἀριθμὸν ἴσοι τοῖς ἅρμασι . ναῦς | ||
| ἐξ εὐνῆς τηροῦς ' ἐπὶ τοῖσι δρυφάκτοις ἄνδρες μεγάλοι καὶ τετραπήχεις : κἄπειτ ' εὐθὺς προσιόντι ἐμβάλλει μοι τὴν χεῖρ |
| , ἐφεστρίδες ἀμφιεστρίδες χλαῖναι , ἐπιβόλαια δάπιδες τάπιδες ψιλοδάπιδες , ξυστίδες χρυσόπαστοι , ὡς Εὔβουλος ταῖς ξυστίσιν ταῖς χρυσοπάστοις στόρνυται | ||
| σκηναὶ χρυσαῖ κατεσκευασμέναι πᾶσι τοῖς χρησίμοις , πολλαὶ δὲ καὶ ξυστίδες καὶ κλῖναι πολυτελεῖς ; ἔτι δὲ καὶ κοῖλος ἄργυρος |
| δέχεσθε φιλίως τοὺς ἄνδρας . Ὁ μὲν δὴ Ὑστάσπας ἀπιὼν ὡπλίζετο : οἱ δ ' ὑπηρέται ἤλαυνον εὐθὺς ὡς ἐκέλευσεν | ||
| τὸν καινὸν λαβὼν πρὸς δεῖπνα θυσίας θ ' ἃς θεοῖς ὡπλίζετο , Ξοῦθος μὲν ὤιχετ ' ἔνθα πῦρ πηδᾶι θεοῦ |
| . κύρβεις : Λυκοῦργος ἐν τῷ Περὶ τῆς ἱερείας . κύρβεις φησὶν Ἀπολλόδωρος ἐν τοῖς Περὶ θεῶν ἔχειν ἐγγεγραμμένους τοὺς | ||
| δεσμὰ ἐμβαλλόντων . Κύρβεις κακῶν : ἐπὶ πλήθους κακῶν : κύρβεις γὰρ ξύλα τινὰ πινακοειδῆ , ὅπου τοὺς νόμους ἔγραφον |
| ? ἄνανδροι ? ? | , ὥσπερ τὰ μεγάλα δένδρα πρόρριζα ἀνατρέπονται | . Τὸν μὲν δὴ εὐθυμεῖσθαι ἐθέλοντα | | ||
| . θ ' ] καὶ . ἱδρύματα ] κατοικίαι . πρόρριζα ] † ἤγουν ἐκ βάθρων . φύρδην ] ὁμοῦ |
| ναυλόχιον ἐν τῷ μέσῳ ἦ που κατὰ στοίχους κεκράξονταί τι βαρβαριστί . εὖ γ ' ἐξεκολύμβης ' οὑπιβάτης ὡς ἐξοίσων | ||
| δὲ ὁ δοῦλος . τὸ θρέττε ] τὸ θαρσαλέον , βαρβαριστί , παρὰ τὸ θαρρεῖν . βαρβαρίζει δὲ ὡς δοῦλος |
| θύρας ῥητέον , μοχλοὶ καὶ ὀχλεῖς καὶ κλεῖδες εἰσὶν καὶ κληῖδες , καὶ βάλανοι καὶ βαλανάγραι , καὶ κλεῖθρα καὶ | ||
| θνητῶν πολυμόχθων : ἐν σοὶ γὰρ λύπης τε χαρᾶς † κληῖδες ὀχοῦνται . τοιγάρ τοι , μάκαρ , ἁγνέ , |
| ῥηματικὸν , καὶ ἕτερον ἀπ ' αὐτοῦ παράγωγον γαμφηλή . Γάνος , παρὰ τὸ γανῶσαι τὸ λαμπρῦναι . Γωρητός , | ||
| τοῦ πρὸ τούτου . . Γάνον ] καὶ ὁ Αἰσχίνης Γάνος καὶ Γανίδα . . ὀκέλλουσι ] προσορμίζουσι . . |
| γαυλώς : παρὰ τὸ γάλα . εἴδη δέ εἰσιν οἱ γαυλοὶ ἀγγείων ποιμενικῶν . σκαφίδας : ἀγγεῖα , εἰς ἃ | ||
| μαλακῆς πόας ὑπὸ τῆς νοτίδος τρεφομένης . Ἀνέκειντο δὲ καὶ γαυλοὶ καὶ αὐλοὶ πλάγιοι καὶ σύριγγες καὶ κάλαμοι , πρεσβυτέρων |
| αἱ μὲν οὖν τριήρεις παρ ' ὅλον τὸν λιμένα παρώρμουν κεκοσμημέναι τοῖς ἐπὶ ταῖς πρῴραις ἐπισήμασι καὶ τῇ λαμπρότητι τῶν | ||
| βαρβαρικάς , ἐφ ' ὧν ἐκάθηντο γυναῖκες Ἰνδαὶ καὶ ἕτεραι κεκοσμημέναι ὡς αἰχμάλωτοι . κάμηλοι δ ' αἳ μὲν ἔφερον |
| δὲ Ὄλυμπος μουσικὸς ἦν , Μαρσύου μαθητής : ἔγραψε δὲ αὐλητικοὺς καὶ θρηνητικοὺς νόμους . ΓΘ ἄλλως : ξυναυλία λέγεται | ||
| γέγονε Μαρσύου , περὶ τὴν αὐλητικὴν ἄριστος . ἔγραψε δὲ αὐλητικοὺς καὶ θρηνητικοὺς νόμους , καὶ αὐτὸς δυστυχήσας διὰ μουσικήν |
| , χρυσᾶς ἔχουσαι πτέρυγας . Ἔφερον δ ' αὗται θυμιατήρια ἑξαπήχη , κισσίνοις χρυσοῖς κλωσὶ διακεκοσμημένα , ζῳωτοὺς ἐνδεδυκυῖαι χιτῶνας | ||
| Νῖκαι χρυσᾶς ἔχουσαι πτέρυγας . ἔφερον δ ' αὗται θυμιατήρια ἑξαπήχη κισσίνοις διαχρύσοις κλωσὶ διακεκοσμημένα , ζῳωτοὺς ἐνδεδυκυῖαι χιτῶνας , |
| ] ἰέ , ὢ ἰὲ [ ] Παιάν . [ Ἴτ ] ' ἐπὶ τηλέσκοπον τάνδε [ ] Παρνασίαν [ | ||
| μειόνως ἔχειν , ἀεὶ μόχθοις λατρεύων τοῖς ὑπερτάτοις βροτῶν . Ἴτ ' , ὦ γλυκεῖαι παῖδες ἀρχαίου Σκότου , ἴτ |
| , ἐπεὶ καὶ τὰ βραχυγνωμονέστερα ἀνθρώπου θηρία , οἵ τε ἴκτινοι δύνανται ὃ ἂν ἀφύλακτον ᾖ ἀφαρπάσαντες εἰς τὸ ἀσφαλὲς | ||
| βασιλέως τὸ γονυπετεῖσθαι ὑπὸ ἀνθρώπων . Ἄλλως . οἱ γὰρ ἴκτινοι τὸ παλαιὸν ἔαρ ἐσήμαινον . οἱ πένητες οὖν ἀπαλλαγέντες |
| ὕφου ἐπὶ τοῦ δευτέρου προσώπου ἑνικοῦ τοῦ παρεληλυθότος τίθεται . ἄβαξ : ξύλινόν τι σκεῦος , παραπλήσιον τοῖς δίσκοις . | ||
| τὸ δ ' αὐτὸ παρὰ τοῖς πάλαι ἐλεὸν ἐκαλεῖτο . ἄβαξ ἀβάκιον , κακάβη , πατάνιον ἢ πατάνα : οὕτω |
| ἵππος μὲν ἄμετρος , νῆες δὲ χίλιαι διακόσιαι ἑπτὰ ἢ δεκατέσσαρες . οἱ Ἕλληνες δὲ οἱ τοῦτον νικήσαντες ἐν τριακοσίαις | ||
| ἃ καὶ ἐν τῷ πυοῤῥοοῦντι τὸν πλεύμονα , ὁκόταν αἱ δεκατέσσαρες ἡμέραι παρέλθωσιν . Αὕτη ἡ νοῦσος γίνεται ἀπὸ ταλαιπωρίης |
| δίκτυον , τῷ σχήματι πεποιημένον ὥσπερ τὰ σύσπαστα βαλάντια . στάλικες δὲ καὶ σχαλίδες καὶ σχαλιδώματα ξύλα ὀρθά , ἐξ | ||
| κυνηγίου καλῶς ἔχον εἶναί μοι δοκεῖ διασαφῆσαι . λίνα καὶ στάλικες [ ποδάγραι βρόχοι ] καὶ πᾶσα ἀρκυοστασία καὶ αἱ |
| μέλανα ἢ στυπτικά . στύπτει γὰρ τὰ χείλη , καὶ φιμοῖ τὸν τρώγοντα . * κάρφεα : σπέρματα ξηρά * | ||
| στυφὸς δέ ἐστι καὶ τρώγεται καὶ τῇ στυφότητι δεσμοῖ καὶ φιμοῖ τὸν λαιμὸν καὶ τὸ στόμα . φιμώδεα δὲ μέλανα |
| ἐς Ἀράξην ποταμόν . . Καταννοί : ἔθνος πρὸς τῆι Κασπίαι θαλάσσηι . Ἑκαταῖος Ἀσίαι . . : κινάρα : | ||
| Κτησίας δὲ ἐν τῆι δεκάτηι Περσικῶν καμήλους τινὰς ἐν τῆι Κασπίαι χώραι γίγνεσθαι , ἃς ἔχειν τρίχας πρὸς Μιλήσια ἔρια |
| μέν , ἀσθενῶν δὲ πρὸς τὴν ὑπηρεσίαν τοῦ τολμήματος . Πόσαι κολάσεις ταῦτα ; πόσα τραύματα ; πόσοι θάνατοι ; | ||
| ἥξει φέρων ἀσκόν τινα : ἡμεῖς γὰρ οὐκ ἔχομεν . Πόσαι γάρ τινές εἰσιν ὑμῖν ἄμπελοι ; Δύο μέν , |
| ποτηρίων καταλόγῳ φησί : κρατῆρες , κάδοι , ὁλκεῖα , κρουνεῖ ' . ἔστι γὰρ κρουνεῖα ; ναί . λουτήριἀλλὰ | ||
| , ἡθμὸν ἀργυροῦν . κρατῆρες , κάδοι , ὁλκεῖα , κρουνεῖ ' . ἔστι γὰρ κρουνεῖα ; ναί . λουτήρι |
| ' ἀγρὸν οὗ πόσις θυηπολεῖ Νύμφαισιν . ἀλλὰ τούσδ ' ὄχους , ὀπάονες , φάτναις ἄγοντες πρόσθεθ ' : ἡνίκ | ||
| ἰδόντες οἱ ναυπηγοὶ κατεσκεύασαν νῆας . πρώτιστος : πρῶτος . ὄχους : ἢ πλοῖα , ἅρματα : ὀχήματα τῆς θαλάσσης |
| ἕως κζʹ βόρεια , ἀπὸ κηʹ ἕως λʹ ὄνυχες . Ἀποτελεῖ δὲ λευκόχροας , εὔτριχας , πολυτρόπους , πολυπότας , | ||
| τοῦ Δελφῖνος καὶ Πελαργός τις κάτωθεν ἐν τῇ δωδεκαώρῳ . Ἀποτελεῖ ὁ πρώτιστος ἀγαθοὺς , ζηλοτύπους , εὐχρηματίστους καὶ καλοὺς |
| καὶ ἔτι πλείους συνιόντες οἰκίαν κατεσκευάζοντο μίαν ἑτέρων μὲν τὰ κατάγεια λαγχανόντων , ἑτέρων δὲ τὰ ὑπερῷα . ὁ μὲν | ||
| Θραικίοις σιροῖς ἐν τῶι βαράθρωι χειμάζειν ] σιροῖς : τὰ κατάγεια : Θεόπομπος καὶ Σοφοκλῆς ἐν Ἰνάχωι σιροὶ κριθῶν . |
| δέ εἰσιν ἀποδέοντες πλούτῳ , καὶ χῆνας καὶ ὄρνιθας τὰς μελεαγρίδας : οἰσὶ δὲ ἐς τὴν θυσίαν οὐ νομίζουσιν οὐδὲ | ||
| ἥπατα ἔχειν Θεόπομπος λέγει . τὰς δ ' ἐν Λέρῳ μελεαγρίδας ὑπὸ μηδενὸς ἀδικεῖσθαι τῶν γαμψωνύχων ὀρνέων λέγει Ἴστρος . |
| ἐλευθερίᾳ πολιτεύειν ἀπέδωκεν . . . . , . . καθηγοῦμαι : δοτικῇ . Ἀρριανὸς τετάρτῳ τῶν μετὰ Ἀλέξανδρον : | ||
| λιμένα καθηγεῖσθαι . . . . καθηγοῦμαι : δοτικῇ . καθηγοῦμαι ταύταις εἰς τὸν λιμένα . . . . , |
| , χρυσοὶ δὲ κίονες ν κατεῖχον αὐτήν . οἱ δὲ ὑπερτείνοντες οὐρανίσκοι διάχρυσοι ποικίλμασιν ἐκπεπονημένοι πολυτελέσιν ἐσκέπαζον τὸν ἄνω τόπον | ||
| πεπηγότα τετράγωνα , ἐπιτεχνήματα οἰκίσκοις ἐμφερῆ : καὶ αὐτῶν βύρσας ὑπερτείνοντες , ὡς παντὸς τοῦ μεθιεμένου ἀβλαβῶς ἔχειν προσπίπτοντες ταῖς |
| κατὰ δώματ ' ἐπισταμένως πονέοντο . ἐς δ ' ἦλθον δρηστῆρες ἀγήνορες : οἱ μὲν ἔπειτα εὖ καὶ ἐπισταμένως κέασαν | ||
| . ἀποδρᾶν : δρῶ , τὸ ὑπηρετῶ , ὅθεν καὶ δρηστῆρες . τὸ οὖν ἀποδρᾶν ἐστι τὸ ἔξω γενέσθαι τῆς |
| ] διὰ φήμης σώζοιέν σε . κληδόνες ] εὐφημίαι . φελλοὶ ] ἐκεῖνοι γὰρ ἐπιπλέοντες σημαίνουσι τὴν ἐν βυθῶι σαγήνην | ||
| θανών . [ παῖδες γὰρ ἀνδρὶ κληδόνες σωτήριοι θανόντι : φελλοὶ δ ' ὣς ἄγουσι δίκτυον , τὸν ἐκ βυθοῦ |
| ἄρκυες , ἐνόδια , ἐμβόλια , στάλικες , στήριγγες , κάμακες , δίκρα , κάλοι , ἱμάντες , κυνοῦχοι , | ||
| τὰς μέντοι λαμπάδας καὶ κάμακας εἴρηκεν ἐν Ξαντρίαις Αἰσχύλος : κάμακες πεύκης οἱ πυρίφλεκτοι . τὸ δὲ ὀβελισκολύχνιον , στρατιωτικὸν |
| καὶ ἔργον καὶ πλάσμα καὶ κατασκεύασμα . τέχναι δ ' ἔμπυροι καὶ ἄπυροι . Αἱ μὲν ἐκ τοῦ πωλεῖν , | ||
| οἱ χαλεπώτατοι καὶ φλέγοντες τοῖς ἀλγήμασι τοὺς πληγέντας . * ἔμπυροι : φλογώδεις μεταμώνιον : οὐ μάταιον , ἀλλὰ δεινόν |
| , καὶ οὕτως συνέβαλλον αἱ στρατιαί . διεσῴζοντο δὲ οἱ πυρφόροι ὡς ἱεροὶ τοῦ θεοῦ καὶ εἰ πάντες ἀπώλοντο : | ||
| ἄνωθεν βαρεῖς κόρακας . πολλαῖς δ ' αὐτῶν χεῖρες προσήρτηντο πυρφόροι στυππία πολλῇ πίττῃ λελιπασμένα περὶ αὑτὰς ἔχουσαι , προεκκείμεναι |
| Ἀργεῖοι λινοθώρηκες , κέντρα πτολέμοιο . ὑμεῖς δ ' , Αἰγιέες , οὔτε τρίτοι οὔτε τέταρτοι οὔτε δυωδέκατοι οὔτ ' | ||
| τινῶν , τίνες κρείττους τῶν Ἑλλήνων ; τοῦτο ἀντεφθέγξαντο : Αἰγιέες οὔτε τρίτοι οὔτε τέταρτοι . Ἄκαιρος εὔνοι ' οὐδὲν |
| καὶ δυστυχίᾳ βαινομένην τῷ Ξέρξῃ . . φεῦ , ὦ ὀλόμενοι ἐν ταῖς ἀπὸ Βάρεως ναυσὶ ταῖς τρισκάλμοις . . | ||
| Βάρεως πόλεως Περσῶν . ὀλόμενοι ] † ἤγουν ὦ οἱ ὀλόμενοι ἐν τριήρεσι βάρισιν . πέμψω ] προπέμψω . δυσθρόοις |
| , ὑπερθέντες τὸ ῥῶ κατὰ δή τι ἀρχαῖον . τοῦ Καρνείου δὲ οὐ πόρρω καλούμενόν ἐστιν ἄγαλμα Ἀφεταίου : τοῖς | ||
| ἱερὸν καὶ Χαρίτων , τὸ δὲ Εἰλειθυίας ἐστὶν Ἀπόλλωνός τε Καρνείου καὶ Ἀρτέμιδος Ἡγεμόνης : τὸ δὲ τοῦ Ἀγνίτα πεποίηται |
| οἱ τοῦ ἀγῶνος προεστῶτες νεανίαι , οἱονεὶ βραβευταί : “ αἰσυμνῆται δὲ κριτοὶ ἐννέα πάντες ἀνέσταν . ” αἰγίοχος αἰγιοῦχος | ||
| δὲ Αἰακέος παῖδες ἄλαστα κακὰ ἔρδουσι καὶ Μιλησίους οὐκ ἐπιλείπουσι αἰσυμνῆται . δεινὸς δὲ ἡμῖν καὶ ὁ Μήδων βασιλεύς , |
| θηλυκὸν ἡ ἵππος . ἀμπυκτῆρσιν ] χαλινοῖς . θ Ξ ἀμπυκτῆρσιν ] κυρίως δὲ οἱ περὶ τὴν κεφαλὴν ἱμάντες τοῦ | ||
| ἤδη βουλομένους ἐλθεῖν παρὰ ταῖς πύλαις . . . ἐν ἀμπυκτῆρσιν ] χαλινοῖς . κυρίως οἱ περὶ τὴν κεφαλὴν ἱμάντες |
| τοὺς θρέψαντας . Κακὰ μὲν θρίπες , κακὰ δ ' ἴπες : ἄμφω γὰρ λυμαντικοί : καὶ οἱ μὲν τὰ | ||
| , Ἐς κόρακας . Κακὰ μὲν θρίπες , κακὰ δὲ ἴπες : ἄμφω γὰρ λυμαντικοί : καὶ οἱ μὲν τὰ |
| καὶ τοῖς ἔξω πολέμοις , διὸ τοῖς μὲν ἀγροῖς Ἄρεος ἵστασαν εἴδωλον , τῆς Ἀθηνᾶς δὲ ταῖς πύλαις τῶν πόλεων | ||
| λίθινα καὶ ξύλινα καταλαβὼν κατεγέλασεν ὅτι θεοὺς ἀνθρωπομόρφους εἶναι δοκοῦντες ἵστασαν αὐτοὺς ξυλίνους τε καὶ λιθίνους . Ὅτι οἱ ἐν |
| δεύτερον ἔτος ὁ ναὸς ἐπετελέσθη . . . , : Ἀγάλματα μὲν θεῶν οὐ ξύλα καὶ λίθους ὑπειλήφασιν ὥσπερ Ἕλληνες | ||
| ἀπαιδεύτων . Ὑπηνέμια τίκτει : τὰ ψευδῆ καὶ ἀβέβαια . Ἀγάλματα Ἑκάτης . Ἀγνοεῖ δ ' ἀράχνη παῖδα ἔως παιδεύει |
| ἀήθεις . χορεία . σκολύθρια ταπεινὰ διφρία . ἔνιοι δὲ ὑποπόδια . ὥστ ' ἐκεῖνα . γρ . ὥστ ' | ||
| . θρανίου : Θράνους καὶ θρανάτια ταπεινά τινα διφρίδια καὶ ὑποπόδια λέγονται : καὶ ἡ παρὰ τῷ ποιητῇ θρῆνυς : |
| διοικεῖται . φῦλα : τῶν ἰχθύων , τὰ κατοικοῦντα . ἐναύλων : στενῶν τόπων , τῶν κατασκηνωμάτων : λείπει τόπων | ||
| πέλε κῆτος : ἀνοστήτου δὲ γενείου οἶστρον ἀπειλητῆρα χανὸν σπήλυγγος ἐναύλων φρικαλέων ὤϊξε σεσηρότα πορθμὸν ὀδόντων , γείτονος ἀσθμαίνοντος ὀπιπεῦον |
| γράφεται τᾶς ξανθᾶς . Ξενία : μία τῶν Νυμφῶν ἡ Ξενία . ἢ Νύμφη ἡ ξενέα . ἢ ὄνομα κύριον | ||
| βεβλαμμένος . Ἐπείσακτος . Ὁ ἐξ ἑτέρας χώρας ἐπεισφερόμενος . Ξενία . Φιλία . Αἴτιος δ ' οὗτος , ὥσπερ |
| Θεσσαλίας , ὅπου μετῴκησαν οἱ Κνίδιοι , ὧν ἡ χώρα Κνιδία . . Ἐκλήθη δὲ ἀπὸ Δωτίας τῆς Ἐλάτου . | ||
| Θεσσαλίας , ὅπου μετῴκησαν οἱ Κνίδιοι , ὧν ἡ χώρα Κνιδία . Καλλίμαχος ἐν τοῖς ὕμνοις ” οὔπω τὰν Κνιδίαν |
| . , ἐν δὲ τῆι δ Δωι ποικίλαι ἡμέραι γίνονται ἁλκυονίδες καλούμεναι . . , ἐν δὲ τῆι ιδ Δωι | ||
| ἁλκυόνες ἐκλήθησαν . αἱ δὲ νήνεμοι καὶ γαλήνην ἔχουσαι ἡμέραι ἁλκυονίδες καλοῦνται . ἄλλην δρῦν βαλάνιζε : ἐπὶ τῶν ἐνδελεχῶς |
| ὁμωνύμως τὸ ἀγγεῖον τῷ ὑγρῷ . . . . , κότυλος . . . . ἐνίσσων : ὅτι ἀντὶ τοῦ | ||
| δὲ ποτήριον Ἴων ἐκάλεσεν . ἔστι δέ τι καὶ ὁ κότυλος Διονυσιακὸν ἔκπωμα , ὥσπερ καὶ ὁ κοτυλίσκος . ὁ |
| μὲν ἀγένητοι αἱ δὲ ἐν γενέσει , καὶ αἱ μὲν ἄψυχοι αἱ δὲ ἔμψυχοι , καὶ τούτων ἑκατέρων πλείους διαφοραί | ||
| τάχα καὶ ἀποθανούμεθα φυγάδες ἀκμὴν μένοντες . ἦ μάλα γὰρ ἄψυχοι ἐμαχόμεθ ' ἂν τοῖς πολεμίοις , εἰ ταῦτά τις |
| τὴν οὐράν . βεμβράδες Ἀττικῶς . Φρύνιχος : ὦ χρυσοκέφαλοι βεμβράδες θαλασσίαι . Ἐπίχαρμος δ ' ἐν Ἥβας γάμῳ βαμβραδόνας | ||
| . Ἡδὺ δ ' ἀποτηγανίζειν ἄνευ συμβολῶν . Ὦ χρυσοκέφαλοι βεμβράδες θαλάσσιαι . Τὸν Κλεόμβροτόν τε τοῦ Πέρδικος υἱόν . |
| ἐν δὲ τοῖς πληθυντικοῖς εἰς τὴν ει δίφθογγον , οἷον Δημοσθένεες Δημοσθένεις , Διομήδεες Διομήδεις : σπανίως δὲ καὶ ἐν | ||
| Δημοσθενοῖν , ὦ Δημοσθένεε ὦ Δημοσθένη . Πληθ . Οἱ Δημοσθένεες οἱ Δημοσθένεις , τῶν Δημοσθε - νέων τῶν Δημοσθενῶν |
| γ ' ἐπιδορπίζομαι . Πρίστις , τραγέλαφος , βατιάκη , λαβρώνιος . ἀνδραπόδι ' ἤδη ταῦθ ' , ὁρᾷς ; | ||
| καταλέγων ποτηρίων φησί : πρίστις , τραγέλαφος , βατιάκη , λαβρώνιος . ἀνδραποδιον δὴ ταῦθ ' , ὁρᾷς , ἥκιστά |
| τῷ ῥ ' ἥ γε χρόα καλὸν ἀλειψαμένη ἰδὲ χαίτας πεξαμένη χερσὶ πλοκάμους ἔπλεξε φαεινοὺς καλοὺς ἀμβροσίους ἐκ κράατος ἀθανάτοιο | ||
| πείκειν : κυρίως τὸ ξαίνειν , ὅθεν καὶ τὸ “ πεξαμένη χερσί ” . νῦν δὲ τὸ κείρειν . εὔφρονα |
| κάμακες , δίκρα , κάλοι , ἱμάντες , κυνοῦχοι , σχαλίδες σχαλιδώματα , ξίφη , δόρατα , ἀκόντια , δρέπανα | ||
| προβόλια , ἄρκυες , ἐνόδια , δίκτυα , κυνοῦχος , σχαλίδες , στάλικες , σχαλιδώματα , ποδάγραι , ἁρπεδόναι . |
| φωνὴ αὐτῶν ἐξακούεται , ὥσπερ καὶ αὐτοὶ κατὰ τὴν λίμνην ἠχοῦσιν . ἐπεὶ οὖν διαλελοίπασι καὶ χορὸς ἐγεγόνει , διὰ | ||
| , πλησσομένου τούτου διὰ τῆς κρούσεως τοῦ πλήκτρου . ἡδέως ἠχοῦσιν . ᾠδαῖς . . Εἰ δ ' ἀληθῶς , |
| προεγκελευόμενοι μετὰ βοῆς . πρόκας ρ . . , : πρόκας : οἱ μὲν ἐλάφους , οἱ δὲ ἕτερόν τι | ||
| . πινύσκει : σωφρονίζει , κολακεύει ὁ Ἡρακλῆς . ἔα πρόκας : διὰ τὴν ἀδηφαγίαν τὰ μείζω τῶν ζῴων αὐτὴν |
| εἶναι : ὅμοια γὰρ ἦν πάντα . λέγει μοι : Βλέπεις , φησί , τὰ δένδρα ταῦτα ; Βλέπω , | ||
| τοῦ ἰδεῖν . ἐμβλέψασά μοι ὑπεμειδίασεν καὶ λέγει μοι : Βλέπεις ἑπτὰ γυναῖκας κύκλῳ τοῦ πύργου ; Βλέπω , φημί |
| Μεγαρικοί , μαινίδες Καρύστιαι , φάγροι δ ' Ἐρετρικοί , Σκύριοι δὲ κάραβοι . ἰχθύσιν ἀμφίβληστρον ἀνὴρ πολλοῖς περιβάλλειν οἰηθείς | ||
| παλαιὸν ᾤκουν Πελασγοί τε καὶ Κᾶρες ” . οἱ νησιῶται Σκύριοι καὶ Σκυρία αἴξ . Σκυτόπολις , πόλις Λιβύης , |
| ' ἐπὶ τοῖς λαχάνοις εὑρὼν ἀπέπνιξα . δέχεσθε φιάλας τάσδε βαλανειομφάλους . οὗτος , καθεύδεις ; οὐκ ἀναστήσεις βοῶν . | ||
| , κύπελλα καὶ μεσομφάλους . οὕτω δ ' εἴρηκε τὰς βαλανειομφάλους , ὧν Κρατῖνος μνημονεύει : δέχεσθε φιάλας τάσδε βαλανειομφάλους |
| ὁ δι ' ὑπερβολὴν φρονήσεως καλῆς λογικὰ θεωρήματα μετερχόμενος . ἴκες τὰ ἐσθίοντα τοὺς ὀφθαλμοὺς τῶν ἀμπέλων ζῳύφια , ἶπες | ||
| . ἴκες καὶ ἶπες καὶ θρίπες καὶ κίες διαφέρει . ἴκες μὲν γάρ εἰσι τὰ ἐσθίοντα τοὺς ὀφθαλμοὺς τῶν ἀμπέλων |
| . ἐδέατρος δὲ ὁ προγεύστης , παρὰ τὰ ἐδέσματα . ἐμβάδες καὶ ἐμβάται διαφέρει . ἐμβάδες μὲν γὰρ τὰ κωμικὰ | ||
| ἔνιοι δ ' αὐτὰς τῶν ποιητῶν καὶ ἁρπίδας ὠνόμασαν . ἐμβάδες : εὐτελὲς μὲν τὸ ὑπόδημα , Θρᾴκιον δὲ τὸ |
| μέριζε παρὰ τῶν εʹ : γίνονται ρπʹ . Ἐὰν δὲ Τόσοι πόδες εὐθυμετρικοὶ πόσοι πήχεις εὐθυμετρικοί ; ποίει τὸ ἀνάπαλιν | ||
| ἐμβαδικοὶ πόσοι πήχεις ἐμβαδικοί ; τὸ ἀνάπαλιν . Ἐὰν δὲ Τόσοι πήχεις στερεοὶ πόσοι πόδες στερεοί ; ποίει οὕτως : |
| Ἄκουε τἀπὸ καρδίας : ἐπὶ τῶν ἃ φρονοῦσι διεξιόντων . Ἀκίνητα κινεῖν : καθ ' ὑπερβολήν : ὅτι οὐ δεῖ | ||
| Σωσίβιος , ὅτι τοιοῦτος ὤφθη τοῖς περὶ Ἀμύκλαν μαχομένοις . Ἀκίνητα κινεῖν : καθ ' ὑπερβολὴν , ὅτι μὴ δεῖ |
| κεφαλὰς διαδήμασι μηλίνοις καὶ πορφυροῖς . Εἶχον δὲ καὶ κόσμον ὁλόχρυσον ὁμοίως ταῖς γυναιξίν . Ἠνάγκαζόν τε τῶν πολιτῶν τοὺς | ||
| ἦν στέφανος χρυσοῦς , καὶ ἐπ ' ἄλλου δὲ κέρας ὁλόχρυσον . ἐπὶ δὲ τὸν Πτολεμαίου τοῦ Σωτῆρος θρόνον στέφανος |
| ἔνιοι δὲ καὶ ξύλον ἐπίμηκες πεπασσαλωμένον , ὅθεν ἐξαρτῶσι τὰ μαγειρικὰ σκεύη . Ἄλλως . ὁ ἐπιστάτης ξύλον ἐστὶ κόρακας | ||
| . ἦν δ ' ὁ Φῶκος καὶ φιλοπότης . ὅτι μαγειρικὰ σκεύη καταριθμεῖται Ἀνάξιππος ζωμήρυσιν , ὀβελίσκους κρεάγραν , θυίαν |
| φησιν : αἱ λεγόμεναι χαλκίδες καὶ οἱ τράγοι καὶ αἱ ῥαφίδες καὶ θρίσσαι ἀχυρώδεις καὶ ἀλιπεῖς καὶ ἄχυλοι . Δωρίων | ||
| σκορπίος ἀϊκτήρ , δίδυμον γένος , ἀμφότεραί τε σφύραιναι δολιχαὶ ῥαφίδες θ ' ἅμα τῇσιν ἀραιαί : ἐν δὲ χάραξ |
| παρέφρασεν : ἰάνθη δ ' ὡσεί τε περὶ σταχύεσσιν ἐέρση ληίου ἀλδήσκοντος . τὸ μὲν οὖν τηκόμενον πάντως καὶ ἰαίνεται | ||
| ἀσταχύων ὑπερέχοντα , κολούων δὲ ἔρριπτε , ἐς ὃ τοῦ ληίου τὸ κάλλιστόν τε καὶ βαθύτατον διέφθειρε τρόπῳ τοιούτῳ . |
| , ἐκ μὲν νεῶν ἑβδομήκοντα καὶ ὀλίγῳ πλεόνων πάντες πλὴν θαλαμιῶν , ὡς ἕκαστοι ἐσκευασμένοι , τοξόται δὲ ὀκτακόσιοι καὶ | ||
| νεώριον δ ' αὖ κωπέων πλατουμένων , τύλων ψοφούντων , θαλαμιῶν τροπουμένων , αὐλῶν , κελευστῶν , νιγλάρων , συριγμάτων |
| μιῆς δὲ καὶ τεσσεράκοντα ἔτι τῶν ἐπιλοίπων γενέων , αἳ ἐπῆσαν τῇσι τριηκοσίῃσι , ἐστὶ τεσσεράκοντα καὶ τριηκόσια καὶ χίλια | ||
| κατὰ ταύτας τὰς ἐσβολάς , καὶ τό γε παλαιὸν πύλαι ἐπῆσαν . Ἔδειμαν δὲ Φωκέες τὸ τεῖχος δείσαντες , ἐπεὶ |
| ἦρχε Σισάμνης ὁ Ὑδάρνεος . Πάρθοι δὲ καὶ Χοράσμιοι καὶ Σόγδοι τε καὶ Γανδάριοι καὶ Δαδίκαι τὴν αὐτὴν σκευὴν ἔχοντες | ||
| χωρίον περὶ τὴν Βακτριανήν , ἧς οἱ οἰκήτορες Σόγδιοι καὶ Σόγδοι . Σόδομα , μητρόπολις ἦν τῶν δέκα πόλεων τῶν |
| τανύγλωσσοι : ἐπὶ μὲν τῶν κορωνῶν φησι „ τανύγλωσσοί τε κορῶναι „ . κατὰ μέντοι τὸ προφαινόμενον , τεταμένας εἰς | ||
| ἤδη μοι δοκεῖ . Μὴ πείθου : φθονεραὶ γὰρ ἐπικρώζουσι κορῶναι . Ἀλλ ' ἱέρακα φίλει μεμνημένος ἐν φρεσίν , |
| ἐν Ἀτάκτοις . . ἀμόραι . τὰ μελιτώματα Φιλήτας ἐν Ἀτάκτοις ἀμόρας φησὶν καλεῖσθαι . μελιτώματα δ ' ἐστὶν πεπεμμένα | ||
| . στάχυν ὄμπνιον : πολύν , δαψιλῆ . Φιλήτας ἐν Ἀτάκτοις Γλώσσαις ἀπέδωκε ὄμπνιον στάχυν τὸν εὔχυλον καὶ τρόφιμον . |
| Θεοκρίτῳ καὶ ἐπίθετον παρὰ τῷ ποιητῇ , οἷον : παρθένοι ἀλφεσίβοιαι , αἱ παρθένοι , αἱ βόας ἐφ ' ἑαυτὰς | ||
| ἢ ἀπὸ τοῦ κατὰ ἀμοιβὰς πολιτεύεσθαι . . . . ἀλφεσίβοιαι : αἱ παρθένοι , τῷ τοὺς πατέρας τοὺς ἄνδρας |
| ἕως μὲν οὖν ἂν ὦσι παῖδες μικροί , ξύλινα ἱμάτια φοροῦσι , καὶ περιέρχονται οὕτως ἠμφιεσμένοι : ἐπειδὰν δὲ νεανίσκοι | ||
| τραχηλοκοπηθῆναι τὸν ἰδόντα σημαίνει : τοῦτο γὰρ καὶ τοῖς κέρατα φοροῦσι ζῴοις συμβαίνει . Ὦμοι παχεῖς καὶ εὔσαρκοι πᾶσιν ἀγαθοὶ |
| δὲ τὸ τετριχωμένον τῆς κεφαλῆς καὶ τοῦ γενείου ἀλωπεκία , ὀφίασις , μαδαρότης , φαλάκρωσις . τρίχες δὲ πᾶσι ῥέουσι | ||
| ἀτροφία , ξηρασία , πολίωσις , ῥύσις , ἀλωπεκία , ὀφίασις . τζʹ . Ῥοπάλωσίς ἐστιν ἡ κατὰ τὸ ἄκρον |
| , καρτεροῦσιν . Φωλειῇς : ἐν ταῖς φωλειοῖς , ἐν φωλεαῖς . Φωλεὰ παρὰ τὸ ἀπολωλεκέναι τὸ φῶς . πρόβατοί | ||
| . χαράδραις : κοιλώμασι , βόθροις , σχίσμασι πετρῶν , φωλεαῖς . Καί τιν ' : ἐάν τινα . εἰλυμένον |
| Ὅλοι λαγωοὶ συναχθέντες εἰς ἕνα βουλὴν βουλεύονται πάντες συμπνιγῆναι . Πάντη γάρ ἐστι δεινὸς ἡμῶν ὁ βίος . Γένος γὰρ | ||
| ἰσχύν : ἐνέρεισαν : ἐνέπηξαν τοὺς ὀδόντας , ἐπεστήριξαν . Πάντη : παντελῶς . πρίουσι : σχίζουσιν . ἄτρομοι : |
| τις ἀνὰ φρένας : οἳ δ ' ἐνὶ μέσσῃ πυρκαϊῇ καίοντο λελασμένοι ἠριγενείης . Ἀμφὶ δὲ βουκόλοι ἄνδρες ἐθάμβεον , | ||
| : ὃ δ ' ἐς ποταμὸν τρέψε φλόγα παμφανόωσαν . καίοντο πτελέαι τε καὶ ἰτέαι ἠδὲ μυρῖκαι , καίετο δὲ |
| , τοὐναντίον ἔχοντας εὑρίσκομεν οἷς ὑπωπτεύσαμεν ἐπιτήδευμα καὶ πάθος . Τίνας ; Τοὺς ὠνητούς τε καὶ τῷ τρόπῳ τούτῳ κτητούς | ||
| ἐκ τοῦ κόσμου ἐμειώθη : ἀλλὰ πάντα ὁμοίως μένει . Τίνας δὲ μύθους οὐχ ὑπερβέβηκεν τῷ ἀπιθάνῳ καὶ ταῦτα , |
| βασιλικαὶ καὶ διαχωρητικαὶ καὶ κοῦφαι καὶ τρόφιμοι , αἱ δὲ ποτάμιαι γλυκύτεραι . οἱ δὲ μύες μέσως τρόφιμοι , διαχωρητικοί | ||
| ' ἐν ἀμμώδεσι χωρίοις καὶ κυμαίνουσιν αἰγιαλοῖς . αἱ δὲ ποτάμιαι μείζους καὶ πολυ - χυμότεραι , ὡς αἱ ἐν |
| καὶ τῷ διαβαλλομένῳ καὶ τῷ πρὸς ὃν διαβάλλουσιν . διαβολιᾶν ὑποφάτιες : ἑρμηνευταὶ καὶ διάβολοι , παρὰ τὸ φατίζειν καὶ | ||
| πάλιν κατ ' ἐκείνων πρὸς αὐτοὺς διεξέρχονται . Τὸ δὲ ὑποφάτιες ἀντὶ τοῦ ὑποβολεῖς διαβολιῶν . Ὀργαῖς ἀτενὲς ἀλωπέκων ἴκελοι |
| μετενεγκάμενος , ὡς ἐγὼ πείθομαι . ὅσα μὲν γὰρ αἱ κανηφόροι καὶ ἀρρηφόροι λεγόμεναι λειτουργοῦσιν ἐπὶ τῶν Ἑλληνικῶν ἱερῶν , | ||
| Εὐπόλιδι ἐν Κόλαξι . πορφυρῶν περιβολαίων . χρυσοφοροῦσι γὰρ αἱ κανηφόροι . εὖ ἐσφραγίσθαι ὅσα εὑρίσκει ἔνδον . ῥύπους : |
| πρὸς ὅ τι ἂν προσίῃ . χρὴ δὲ εἶναι τὰς ποδοστράβας σμίλακος πεπλεγμένας , μὴ περιφλοίους , ἵνα μὴ σήπωνται | ||
| τρισπίθαμον , περίφλοιον , πάχος παλαιστῆς . ἱστάναι δὲ τὰς ποδοστράβας διελόντα τῆς γῆς βάθος πεντεπάλαστον , περιφερὲς δὲ τοῦτο |
| μόθον ἤματι κείνῳ μάρνασθ ' ὥς τε Γίγαντας ἀτειρέας ἠὲ κραταιοὺς Τιτῆνας : σθεναρὴ γὰρ ἐπὶ σφίσι δῆρις ὀρώρει : | ||
| ἢ προσεπιμαρτυρήσῃ , ἤτοι ἰατρείαις ἢ θεοῦ βοηθείᾳ ἀπαλλαγήσονται . κραταιοὺς οὖν τόπους λέγει τὰ κέντρα καὶ τῶν κλήρων τὰς |