πίστιν ἐπιθεῖναι ἣν ἂν κελεύῃ οὗτος . ἔπειτα ἵνα ὁ Κηφισιάδης ἔχῃ τὸ ἀργύριον , ἄνθρωπος μέτοικος , ἢ Φορμίων | ||
οὐδέτερα ποιῆσαι , οὔτε κακῶς οὔτε εὖ , ὁ δὲ Κηφισιάδης καὶ μέτοικος καὶ οὐδὲν δυνάμενος , ὥστε μὴ προσθέσθαι |
ἰδὼν γεγραμμένον ἐν αὐτῷ Λύκων Ἡρακλεώτης χιλίας ἑξακοσίας τετταράκοντα : Κηφισιάδῃ ἀποδοῦναι δεῖ : Ἀρχεβιάδης Λαμπτρεὺς δείξει τὸν Κηφισιάδην , | ||
διαλογίσασθαί τε ἐναντίον Ἀρχεβιάδου τῷ Λύκωνι αὐτὸς καὶ προσταχθῆναι αὑτῷ Κηφισιάδῃ ἀποδοῦναι τὸ ἀργύριον , τὸν δὲ Κηφισιάδην δεῖξαι αὑτῷ |
, σκαιῇ γε μὲν ὑψόθι πολλός . Καὶ δή οἱ Στεφάνῳ παρακέκλιται ἄκρα γένεια : νειόθι δὲ σπείρης μεγάλας ἐπιμαίεο | ||
καὶ πρῶτος μὲν ἀστὴρ δύνει ὁ λαμπρότατος τῶν ἐν τῷ Στεφάνῳ , ἔσχατος δὲ ὁ ἀμαυρότερος καὶ ἔσχατος ὢν τῆς |
μολπῇ κατ ' Εὐριπίδην . . . . . . ἄμβη , : ἡμεῖς δὲ τούτους πάντας παραιτησάμενοι , Βακχείῳ | ||
τῇ φλιᾷ ὑπὸ τὸ καταρτιζόμενον σκέλος ἐπιτίθεται σπάθη ἰπωτρὶς ἢ ἄμβη ἔσωθεν ἀπὸ τοῦ περινέου ὅλῳ τῷ σκέλει ὑποκειμένη . |
κακοδαιμονίᾳ , ἂν μὴ ἡ Μετάνοια αὐτῷ ἐπιτύχῃ ἐκ προαιρέσεως συναντήσασα . Εἶτα τί γίνεται , ἐὰν ἡ Μετάνοια αὐτῷ | ||
, ηὐτρεπίσμεθα . συντυχοῦς ' ] κατὰ τύχην φανεῖσα καὶ συναντήσασα , ἐντυχοῦσα , ἐπιτυχοῦσα . ἐπέστειλε ] ἐμήνυσε . |
Νεφέλαις τούτου μέμνηται . Ἀμυνίας μὲν : ὧδε μὲν ὡς φιλόκυβος ⌈ ὁ Ἀμυνίας κωμῳδεῖται : ἐν ⌈ δὲ Σεριφίοις | ||
φιλόξενος φιλοικτίρμων φιλόπλουτος , φίλυπνος , φιλοκυνηγέτης , φιλογεωργός , φιλόκυβος , φιλοχωρῶν φίλιππος , φιλοφροσύνη , τάχα καὶ φιλόφρων |
συνέλεγεν . Εὔφημος μὲν οὖν ἐτελεύτα : Κάρρωτος δὲ τῆς Ἀρκεσιλάου γυναικὸς ἀδελφὸς διεδέξατο τὴν τῶν ἐποίκων ἡγεμονίαν . ὁ | ||
ἄλλοις καὶ Μεγαλοφάνει τε καὶ Ἐκδήλῳ λέγουσι : τοὺς δὲ Ἀρκεσιλάου φασὶν εἶναι Πιταναίου μαθητάς . μέγεθος μὲν δὴ καὶ |
σαπροῦ . Κἀμοὶ σὺ δή , παῖ , θρῖον : ὀπτήσω δ ' ἐκεῖ . Ἔνεγκε δεῦρο τὼ πτερὼ τὠκ | ||
, τουτέστι συνουσιάζειν . εἰς ἣν ὠμόσαμεν . σύν σοι ὀπτήσω τῷ ἔρωτι ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν κρεῶν . λείπει τὸ |
πηγοὺς ἀθλοφόρους , οἳ ἀέθλια ποσσὶν ἄροντο . οὔ κεν ἀλήϊος εἴη ἀνὴρ ᾧ τόσσα γένοιτο , οὐδέ κεν ἀκτήμων | ||
πηγοὺς ἀθλοφόρους , οἳ ἀέθλια ποσσὶν ἄροντο . οὔ κεν ἀλήϊος εἴη ἀνὴρ ᾧ τόσσα γένοιτο οὐδέ κεν ἀκτήμων ἐριτίμοιο |
πλείω ὠφελήσεσθαι ; Καὶ σφόδρα ἄν , ἔφη , εἴπερ οἰοίμην ἀσφαλῶς νεμεῖν . Οὐκοῦν , ἔφη , ἀσφαλῶς ἂν | ||
ἕξειν : εἰ δὲ μή , ἔγωγ ' ἂν ὅσῳ οἰοίμην καὶ αὐτὸς βελτίων εἶναι καὶ τοὺς ἑπομένους βελτίονας ἔχειν |
πῶς δεῖ ἐρωτᾶν πλὴν διδόντα διαίρεσιν , εἴ τ ' ἐρωτήσειέ τις εἰ ἔστι σιγῶντα λέγειν ἢ οὔ , ἢ | ||
αἰσχροῖς ἢ ἐπὶ αἰσχροῖς ἁλοῦσαν : . ἀλλ ' εἰ ἐρωτήσειέ τις πῶς τά ? ἐξημάρτανες : ἠπάτησαν ἀνεπτέρωσαν : |
καὶ πόλεις ἐρημοῦνται , ὅταν οἱ προεστῶτες χαλεπαίνωσιν . ] ὀρνιθοθήρας ὄρνισιν ἵστη παγίδας . κορυδαλὸς δὲ τοῦτον πόρρωθεν ἰδὼν | ||
ματρυλείῳ τὸν βίον ; . . . ὀρνιθευτής . ὁ ὀρνιθοθήρας : Δείναρχος ἐν τῷ Κατὰ Προξένου , Πλάτων ἢ |
οὗ ἕκαστος ὥρμησεν . Ἐπεὶ δὲ προῄει ὁ πότος ” προπίνω σοι , ” ὁ Ἰάρ - χας εἶπεν „ | ||
, ῥῖγος , σιωπήν , στυγνότητ ' , ἀλουσίαν . προπίνω σοι φιλοτησίαν λαβὼν ὕδατος ἀπέφθου κύαθον : ἂν δ |
τραγῳδίαις , ἔφη Σοφοκλῆς : ἐπεὶ ἔν γε τῇ κλίνῃ φιλογύνης . φησὶν Εὔβουλος περί τινων γυναικῶν : οὐ περιπεπλασμέναι | ||
ὁ Σοφοκλῆς , ἐπεὶ ἐν [ γε ] τῇ κλίνῃ φιλογύνης . : τἆλλα μὲν γὰρ ἦν ἀκριβὴς καὶ νόμιμος |
] . πυρετὸς δὲ τί ποιεῖ ; ἄλλο οὐδέν . κεραμὶς δὲ τί ποιεῖ ; ἄλλο οὐδέν . θέλεις οὖν | ||
: εὐναῖα : γαληναῖα : σφενδοναῖα : δραχμαῖα : ὀπαῖα κεραμὶς τὴν ὀπὴν ἐπικλείουσα . Τὰ διὰ τοῦ εα ὑπὲρ |
, ὠνήσασθε τὸν συνετώτατον , τὸν ἅπαντα ὅλως ἐπιστάμενον . Ποῖος δέ τις ἐστί ; Μέτριος , ἐπιεικής , ἁρμόδιος | ||
ἐφόρεσαν , τὸν δὲ ἱματισμὸν τῶν παρθένων οὐκ ἐνεδύσαντο . Ποῖος , φημί , ἱματισμὸς αὐτῶν ἐστι , κύριε ; |
δίδωσί σοι , καθάπερ ἐπέστειλας : ἀλλὰ τὰ ἀπὸ σοῦ πραττέσθω διὰ τάχους . ἐνεγέγραπτο μὲν ταῦτα : καί μοι | ||
ἀπομνημονεῦσαι καὶ τηρῆσαι καιρὸν ἀμοιβῶν καὶ σπεῦσαι λαμπρότερον ἀποδοῦναι . πραττέσθω δὴ νῦν , εἰ καὶ μὴ πρότερον . δύο |
τις ἄν : οὐδὲ γὰρ ἠρεμούντων ὁ Γάιος ἠρέμει , μετανοῶν ἐπὶ τῇ χάριτι ἤδη καὶ τὴν πρὸ μικροῦ ζωπυρῶν | ||
καὶ στέαρ καὶ νεφροί : τρόπον γάρ τινα καὶ ὁ μετανοῶν σῴζεται , τὴν χαλεπωτέραν τῶν ἐν τῷ σώματι παθῶν |
μέντοι γενικώτερόν ἐστιν ἀπληστία , ὃ καὶ νῦν ἐμφαίνεται . λούμενος : Ἀντὶ τοῦ λουόμενος . . καταπτάμενος ἴκτινος κ | ||
; Ὅταν διαριθμῶν ἀργυρίδιον τύχῃ ἅνθρωπος οὗτος , ἢ καθῆται λούμενος , καταπτόμενος ἰκτῖνος ἁρπάσας λάθρᾳ προβάτοιν δυοῖν τιμὴν ἀνοίσει |
βαρύμηνις βαρύσπλαγχνος βαρύθυμος βαρυπενθὴς δυσόργητος ψοφοδεὴς ὑπερθετικὸς μελλητὴς ὕποπτος ἄπιστος δύσλυτος καχυπόνους δύσελπις ἀρίδακρυς ἐπιχαιρέκακος λελυττηκὼς παρακεκομμένος ἀδιατύπωτος κακομήχανος αἰσχροκερδὴς | ||
τῶν μετριωτέρων . ἐφ ' ὧν δὲ ἤδη σφήνωσις ἐγένετο δύσλυτος ἐν τῷ ἄρθρῳ ὑπὸ τῶν ἀμέτρως χρησαμένων ἰατρῶν φαρμάκοις |
στεφανούμενος ἀναιρήσεται νίκας . τὰ μέντοι ἐπιφανέστατα ἐς δρόμον Λεωνίδᾳ Ῥοδίῳ ἐστίν : ἐπὶ γὰρ τέσσαρας ὀλυμπιάδας ἀκμάζων τε τῇ | ||
τὴν παροῦσαν πραγματείαν ἔπεμψεν αὐτὴν Εὐδήμῳ τῷ ἑταίρῳ αὐτοῦ τῷ Ῥοδίῳ , εἶτα ἐκεῖνος ἐνόμισε μὴ εἶναι καλόν , ὡς |
τρόπον κατελύθη . ὁ δὲ τοῦ στόλου τὴν ναυαρχίαν ἔχων Γλῶς , γεγαμηκὼς τοῦ Τιριβάζου τὴν θυγατέρα , περίφοβος ὢν | ||
, περισπᾶται . τὰ μέντοι ἰσοσύλλαβα περισπῶνται : σῶς Κρῶς Γλῶς Κῶς χωρὶς τοῦ ζώς : καὶ τὸ δώς ὀξύνεται |
ἡ ἀψευδεστάτη καὶ πρὸς ἀλήθειάν ἐστιν εἰρήνη , ἡ δὲ γενητὴ καὶ φθαρτὴ οὐσία πᾶσα συνεχὴς πόλεμος . καὶ γὰρ | ||
τὸ ἄναρχον [ καὶ αὐτὴ ] ἰσοδύναμος τῷ θεῷ , γενητὴ δὲ καὶ οὐχ ὑπὸ ἄλλου γεγονυῖα , μόνου δὲ |
αὐτὸ τῶν κηρύκων κηρυκεῦσαι ἔλεγον , καὶ Ἰσαῖός που λέγει κηρυκευσάτω . προκηρῦξαι δ ' ἐστὶ τὸ προκαλέσασθαι ὑπὸ κήρυκος | ||
ἐκ γένους καταγομένῳ ἱερατικοῦ . οὕτω δὲ καὶ τὸ μηδὲ κηρυκευσάτω . . . . συνδικησάτω ] ἀντὶ τοῦ μὴ |
συγκείμενα τὴν αὐτὴν φυλάττει γραφήν : οἷον , ὑμναοιδός : ἐπαοιδός : κελαοιδός : ἀπὸ γοῦν τοῦ ἀοιδὸς γίνεται κατὰ | ||
δ ' ἄρα τῶν ἀπέκλινεν ὁ λαξόος ἐννομολέσχης , Ἑλλήνων ἐπαοιδός , ἀκριβολόγους ἀποφήνας , μυκτὴρ ῥητορόμυκτος , ὑπαττικὸς εἰρωνευτής |
. πρὶν αὐτὰν τὰν νόσον εἰς τὸν μυελὸν σκιρωθῆναι . ὑγιώτερον κολοκύντας . τατωμένα τοῦ κιτῶνος , ὁ τόκος νιν | ||
. ὑγιής : ὑγιώτερον : ζητεῖται τὸ παρὰ Σώφρονι „ ὑγιώτερον κολοκύντας „ πῶς οὐ λέγει ὑγιέστερον ; ῥητέον οὖν |
, ἢ σὺν τῷ ο τονθορυσμὸς καὶ τονθορύζω . Δύνῃ ὑποτακτικῶς , ” ἐὰν δύνωμαι , ἐὰν δύνῃ ” , | ||
, προτακτικῶς μὲν ἐν τοῖς φωνήεσι , προτακτικῶς δὲ καὶ ὑποτακτικῶς ἐν τοῖς συμφώνοις : ὅταν δὲ ἐκφωνεῖν ἐθελήσῃ ἢ |
ὁ δ ' ὡς ἐπ ' αὐτοῖς δὴ Κυκλωπίοισιν ὢν σκάπτει μοχλεύει θύρετρα κἀκβαλὼν σταθμὰ δάμαρτα καὶ παῖδ ' ἑνὶ | ||
ἐν τῇ ὑπωρείᾳ πιναρὸς ὅλος καὶ αὐχμῶν καὶ ὑποδίφθερος ; σκάπτει δὲ οἶμαι ἐπικεκυφώς : λάλος ἅνθρωπος καὶ θρασύς . |
Εὐκίνητος δὲ τὸ μετὰ τοῦτο πάντως ἔστω καὶ τὸ σῶμα λελυμένος τε ἅμα καὶ συμπεπηγώς , ὡς λυγίζεσθαί τε ὅπη | ||
ἐκεῖνος ὁ φαλακρὸς καὶ σμικρός , ὁ νεωστὶ τῶν δεσμῶν λελυμένος , ὁ τὸ σεμνὸν ἱμάτιον περι - θέμενος μέλλων |
ἔνεστιν , φίλτατε ; ἐν ταῖς τρισὶν μὲν χόνδρος ἀγαθὸς Μεγαρικός . οὐ Θετταλικὸν τὸν χρηστὸν εἶναί φασι δέ ; | ||
. διηγεῖτο δέ μοι περὶ αὐτοῦ Σιμύλος ὁ ναύκληρος ὁ Μεγαρικός , ἐπομοσάμενος ἦ μὴν αὐτὸς ἑωρακέναι τὸ ἔργον . |
τὸ τρίτον ἐπιβουλεύων μοι φανερὸς γέγονας ; εἰπόντος δὲ τοῦ Ὀρόντα ὅτι οὐδὲν ἀδικηθείς , ἠρώτησεν ὁ Κῦρος αὐτόν : | ||
δ ' ἐξῆλθεν , ἀπήγγειλε τοῖς φίλοις τὴν κρίσιν τοῦ Ὀρόντα ὡς ἐγένετο : οὐ γὰρ ἀπόρρητον ἦν . ἔφη |
κατ ' Ἀριστογείτονος , εἰ γνήσιος . μάντις ἦν ἡ Θεωρὶς , καὶ ἀσεβείας κριθεῖσα ἀπέθανεν , ὡς καὶ Φιλόχορος | ||
κατ ' Ἀριστογείτονος , εἰ γνήσιος . μάντις ἦν ἡ Θεωρὶς , καὶ ἀσεβείας κριθεῖσα ἀπέθανεν , ὡς καὶ Φιλόχορος |
' ἐπὶ Μηριόνῃ δόρυ χάλκεον ἧκεν : ἔλπετο γὰρ τεύξεσθαι ὑπασπίδια προβιβῶντος . ἀλλ ' ὃ μὲν ἄντα ἰδὼν ἠλεύατο | ||
' ἔχεν ἀσπίδα πάντος ' ἐΐσην κοῦφα ποσὶ προβιβὰς καὶ ὑπασπίδια προποδίζων . Μηριόνης δ ' αὐτοῖο τιτύσκετο δουρὶ φαεινῷ |
α . δυ ἄρα α ἑξαπλασίων ἐστὶν Ϟοῦ α . Ἑξάκις ἄρα τὰ ἐλάσσονα ἴσα ἐστὶ τῷ μείζονι . Πάντα | ||
Ταῦτα τὰ τεσσαρακονταπέντε πεπολλαπλασιάσθωσαν ἐπὶ τὸ ἐμβαδὸν τοῦ τριγώνου . Ἑξάκις μεʹ , σοʹ . Αἱ δὲ σοʹ ἡμέραι περιέχουσι |
' ἐν Ἀποκοπτομένῃ : οὐ συμποσίαρχος ἦν γάρ , ἀλλὰ δήμιος ὁ Χαιρέας , κυάθους προπίνων εἴκοσιν . Διόδωρος δ | ||
τῇ τετάρτῃ : ἡμέας ἔχει φόβος τε καὶ δέος . δήμιος καὶ δημόκοινος διαφέρει . δήμιος μὲν γάρ ἐστιν ὁ |
. . τῷ δὲ γυνὴ Προίτου ἐπεμήνατο , δι ' Ἄντεια : ἡ διπλῆ , ὅτι Ὅμηρος Ἄντειαν , οἱ | ||
, Θάλαττα Διοκλέους , Φερεκράτους Κοριαννώ , Εὐνίκου ἢ Φιλυλλίου Ἄντεια , Μενάνδρου δὲ Θαὶς καὶ Φάνιον , Ἀλέξιδος Ὀπώρα |
εἴη ὁ μηνίσκος τῷ εὐθυγράμμῳ . ὅτι δὲ οὗτος ὁ μηνίσκος ἐλάττονα ἡμικυκλίου τὴν ἐκτὸς ἔχει περιφέρειαν , δείκνυσι διὰ | ||
ΕΚ ΚΒ ΒΗ τμημάτων . τούτων οὕτως ἐχόντων ὁ γενόμενος μηνίσκος οὗ ἐκτὸς περιφέρεια ἡ ΕΚΒΗ ἴσος ἔσται τῷ εὐθυγράμμῳ |
ὑψαυχενήσει , φυσώμενος ταῖς τυχηραῖς εὐπραγίαις : μεταληφθεὶς γὰρ ὁ Σύρος ἐστὶ μετέωρος . νυνὶ δὲ τοῦ Σύρου Λάβαν οὐχὶ | ||
, ἐρρωμένοις δὲ θάνατόν τινος τῶν οἰκείων προαγορεύει . ὁ Σύρος ἔδοξε τῷ δεσπότῃ περίδειπνον παρατιθέναι , καὶ οὐκ εἰς |
οἷον τὸ μηδέν . Γ Κόννος εὐτελής . Γ ⌈ Κόννος γὰρ Γ [ οὗτος ] τὰ πατρῷα κατέφαγε καὶ | ||
δὲ ὡς περὶ πενήτων . Γ τραγαλίζοντα : ἐσθίοντα . Κόννος ? [ ] κιθαρῳδὸς ἦν πϚ * * . |
δὲ οἱ ἀθληταὶ πένταθλον καὶ ἑτέρους ἄθλους . ὁ δὲ πένταθλος ἦν πυγμή , δρόμος , * δίαλμα * , | ||
εἴπομεν , υἱὸς ἦν Ἀφροδίτης καὶ Ποσειδῶνος - παλαιστὴς καὶ πένταθλος . καὶ στρέψας φύλλον μάνθανε . Ἔρυκα δὲ ἐκάλεσαν |
καὶ Ἑλείτης ὁ τὸ Ἕλος οἰκῶν , Ὠρεός Ὠρεΐτης καὶ Ὠρείτης . ἔδει οὖν εἶναι Βορυσθενείτης , οὐ γὰρ ὅμοιον | ||
πράγματος λέγω . . . . Χαριδήμου ] οὗτός ἐστιν Ὠρείτης γένος , δημοποίητος Ἀθηναῖος , στρατηγὸς ὑπ ' Ἀθηναίων |
ἀλλὰ ταῦτα πάντα ἡ Θεμιστοκλέους , ὥς φησι Πλάτων , διακονία καὶ κολακεία , ὡς δ ' ἡ κοινὴ ψῆφος | ||
παρεγγυᾶν , εἰ δὲ ἀπειθεῖν , περιττὴ τοῦ παιδὸς ἡ διακονία . Τὸ γὰρ εἰπεῖν ὅτι , χρησμῷ ‖ τῆς |
: ὁ δὲ ἐπὶ τὸν Φίλιππον ἀμύνειν Ἀθηναίοις ὁ Ὀτίλιος ἀπέσταλτο ἐκ Ῥώμης . τὰ δὲ ὄρη τὰ ὑπὲρ τὴν | ||
, ὁ γὰρ ἆθλος οὗτος ἦν καὶ ἐφ ' ὃν ἀπέσταλτο , τουτὶ μὲν ἐάσω . ἀλλὰ γεγένηνται δήπου πρεσβεῖαι |
, ἄγροικος ἄνθρωπος καὶ ἰδιώτης ὡς πρὸς τὰ ὑμέτερα , Πέπαυσο , εἶπεν , ὦ θαυμάσιε , τὰ μέγιστ ' | ||
, ὡς ἐρεθίσαι τῆς θεοῦ τὴν ἄπαυστον ταύτην ὀργήν . Πέπαυσο τῆς ἐπιπλάστου καὶ δυσχεροῦς ταύτης ὑποκρίσεως , Θεόμνηστε . |
μὲν οὕτω ῥηΐσῃ : ἢν δὲ μὴ , κεραμικῇ γῇ ψυχρῇ καταπλάσσειν , καὶ ἐν τῇ αἰθρίῃ κοιμάσθω . Οὕτω | ||
ξυνίϲταται ἡ νοῦϲοϲ , ἀτὰρ καὶ ἡλικίῃ καὶ ὥρῃ . ψυχρῇ ἐπιφοιτῇ χώρῃ , καὶ χείματι καρτερῷ . Περὶ δυϲεντερίηϲ |
τί φήις ; τέθνηκεν ἢ φάος βλέπει [ τόδε ; τέθνηκ ' : ἐγὼ δὲ του ! [ τ ! | ||
, κλαίουσα . τοὔναρ δ ' ὧδε συμβάλλω τόδε : τέθνηκ ' Ὀρέστης , οὗ κατηρξάμην ἐγώ . στῦλοι γὰρ |
οὔ . τί μ ' εἴργασαι ; ἀμάχαιρος ἐπὶ βόεια νοστήσω κρέα , ἀνὴρ γέρων , ἀνόδοντος ; Καὶ νωτοπλῆγα | ||
ἡγεόμην Τρώεσσι φέρων χάριν Ἕκτορι δίῳ . εἰ δέ κε νοστήσω καὶ ἐσόψομαι ὀφθαλμοῖσι πατρίδ ' ἐμὴν ἄλοχόν τε καὶ |
γνώμᾳ πεπιθὼν πολυβούλῳ : σὺν Ὀρσέᾳ δέ νιν κωμάξομαι τερπνὰν ἐπιστάζων χάριν . Μᾶτερ Ἀελίου πολυώνυμε Θεία , σέο ἕκατι | ||
ἐν θυίᾳ μετὰ τοῦ πεπέρεως ἱκανῶς οἶνον ὀλίγον κατὰ βραχὺ ἐπιστάζων , ἐπίβαλλε τῷ μέλιτι , καὶ συλλεάνας ἐπίβαλλε τὸν |
Χρεμύλου καὶ τῆς Πενίας ἐστὶ πραγματική . ἔμπορος : ὁ πραγματευτής , κυρίως δὲ ἄνθρωπος ὁ πλέων θάλασσαν , παρὰ | ||
: Ἐλθών . . ἦλθον . . ἔμπορος : Ἤγουν πραγματευτής . . . Πραγματευτὴς , κυρίως ὁ κατὰ θάλατταν |
ἀνασηκῶσαι ἀνδρίζεσθαι ἀνεψιαδοῖ ἀνοητία ἀπαίροντες ἀρτοστροφεῖν ἀσπάλαθος αὐόμενος ἀψευδοῦντες βαρβιτίζειν βαρύφωνος ἡ βάτος βελέκκων βιβλιδάριον βλέπησιν βοηλατεῖν βοῦκλεψ βοῦς βωλοκοπεῖν | ||
εἶτα μήτηρ δευτέρα , εἶτα τηθὶς παραλαλεῖ τις , εἶτα βαρύφωνος γέρων , τηθίδος πατήρ , ἔπειτα γραῦς καλοῦσα φίλτατον |
μάρτυρα καλῶ . καί μοι κάλει Φίλαγρον Μελιτέα . Φίλαγρος Μελιτεὺς μαρτυρεῖ παρεῖναι ἐν Κορίνθῳ , ὅτε Φρυνίων ὁ Δημοχάρους | ||
' ἄκατον ὠνόμαζέ νιν . Ὄνος μὲν ὀγκᾶθ ' ὁ Μελιτεὺς Φιλωνίδης . ὄνῳ μιγείσης μητρὸς ἔβλαστεν πόλει . Ἀλλ |
βασιλικὴν καὶ τὴν ἄλλην ἀποσκευήν , ἣν ἡ γυνὴ Δημητρίου Φίλα παρασκευασαμένη φιλοτιμότερον ἀπεστάλκει τἀνδρί . τὸν μὲν οὖν ἱματισμὸν | ||
ἐθνικὸν ἀμφοτέρων Φικειεύς , ὡς Βουδιεύς Ῥοιτειεύς Αἰγιεύς Σουνιεύς . Φίλα , πόλις Μακεδονίας , κτίσμα Δημητρίου τοῦ Ἀντιγόνου παιδός |
Νέστωρ ἐπὶ τῷ περὶ παντὸς εἰπὼν ἂν πεῖσαι νηπενθεῖς ἀκροάσεις ἐπήγγειλεν , ὡς οὐδὲν οὕτω δεινὸν ἐρούντων ἄχος , ὃ | ||
ἐξέφυγε τοὺς διώκοντας . Δημήτριος κήρυκα πρὸς Βοιωτοὺς πέμψας πόλεμον ἐπήγγειλεν . ὁ μὲν κήρυξ ἐν Ὀρχομενῷ τοῖς Βοιωτάρχαις τοῦ |
ναυαγῷ Ἀριστοφάνης ἔφη τί ὦ πονηρέ μ ' ἐξορίζεις ὥσπερ κλιντήριον ; μέρη δὲ κλίνης ἐνήλατον καὶ ἐπίκλιντρον , ὑπὸ | ||
. τί , ὦ πονηρέ , μ ' ἐκκορίζεις ὡσπερεὶ κλιντήριον ; ἐγὼ γάρ , εἴ τί ς ' ἠδίκηκ |
Σούσοισι ἐξιησάμενος Δαρεῖον οἶκόν τε μέγιστον εἶχε καὶ ὁμοτράπεζος βασιλέϊ ἐγεγόνεε , πλήν τε ἑνός , τοῦ ἐς Ἕλληνας ἀπιέναι | ||
δὴ ἐς Λεωνίδην ἀνέβαινε ἡ βασιληίη , καὶ διότι πρότερος ἐγεγόνεε Κλεομβρότου καὶ δὴ καὶ εἶχε Κλεομένεος θυγατέρα . Ὃς |
ἐν τῷ α , οὐχὶ σινόμωρος , ὁ λίχνος καὶ ἁψίκορος . σκορδινᾶσθαι : τὸ παρὰ φύσιν ἀποτείνειν τὰ μέλη | ||
ἀδιόρθωτος ἐνδεὴς ἀεὶ ἀβέβαιος ἀλήτης ἐπτοημένος φορᾷ χρώμενος εὐεπιχείρητος ἐπιμανὴς ἁψίκορος φιλόζωος δοξοκόπος βαρύμηνις βαρύσπλαγχνος βαρύθυμος βαρυπενθὴς δυσόργητος ψοφοδεὴς ὑπερθετικὸς |
ἣ δ ' οὐ δύναμαι εἶπε : πηλός ἐστι . Θαὶς πρὸς γράσωνα πορευομένη ἐραστήν , ἐπεί τις αὐτὴν ἠρώτα | ||
Φερεκράτους Κοριαννώ , Εὐνίκου ἢ Φιλυλλίου Ἄντεια , Μενάνδρου δὲ Θαὶς καὶ Φάνιον , Ἀλέξιδος Ὀπώρα , Εὐβούλου Κλεψύδρα . |
: χαμαιπετεῖ οὖν ἢ τῷ μέλλοντι πεσεῖν ἢ τεθορυβημένος οὐκ ἀκριβολογεῖται : ἄθυρσοι δ ' οἷά νιν : κακόθυρσοι . | ||
τὰ καθ ' ἕκαστα μεταχειριζόμενος . Περὶ τῆς φρονήσεως εἰσέτι ἀκριβολογεῖται καὶ τῶν ἕξεων τῶν συστοίχων αὐτῇ , λέγω δὲ |
νεοσφαγοῦς , καὶ ἐν ἐρημίᾳ εἶναι : ἐν δὲ τῷ ἀσώτῳ εὑρίσκεται πάντα : ὁ δὲ κατήγορος ἀποδείξει τὸν διὰ | ||
τεταγμένος , ἀλλ ' ἀνειμένος μᾶλλον . τῷ μὲν γὰρ ἀσώτῳ δοκεῖ ἀνειμένος ὁ ἀνελεύθερος εἶναι , τῷ δὲ ἀνελευθέρῳ |
οὕτως ἂν κάλλιστά τις ἀρχόμενος ὡς τὸ εἰκὸς καὶ κάλλιστα τελευτήσειεν ; Πολύ γε , ἔφη . Βούλει οὖν , | ||
ἀγαθὴν , πρὶν δὲ λαβεῖν ἀπ ' αὐτῆς τοὺς καρποὺς τελευτήσειεν , ὣς δὲ κἀκείνῳ μοι δοκεῖ συμβῆναι . προῆλθε |
αὔξοι καὶ τὴν Αἴγιναν . Τέλος Ἀλκιμέδοντος . Ἐφαρμόστῳ Ὀπουντίῳ παλαιστῇ . Τοῦ θʹ εἴδους ἡ στροφὴ καὶ ἀντίστροφος κώλων | ||
παγκρατιστῇ Νέμεα , Αἰγινήταις νικήσασιν πʹ Ὀλυμπιάδα . Ἀλκιμέδοντι παιδὶ παλαιστῇ , καὶ Τιμοσθένει παλαιστῇ Νέμεα . Μελησίᾳ ἀλείπτῃ . |
. αὐτόσιτον δ ' εἴρηκε Κρώβυλος ἐν Ἀπαγχομένῳ : παράσιτον αὐτόσιτον . αὑτὸν γοῦν τρέφων τὰ πλεῖστα συνερανιστὸς εἶ τῷ | ||
σιτόκουρον , ἄθλιον , ἄχρηστον εἰς τὴν οἰκίαν εἰλήφαμεν . αὐτόσιτον δ ' εἴρηκε Κρώβυλος ἐν Ἀπαγχομένῳ : παράσιτον αὐτόσιτον |
. καὶ ἀναχθεὶς πρὸς τὸ ναυμαχῆσαι , ἐπειδὴ ἐπὶ πολὺ παρετάθη ὁ καιρὸς καὶ οὐ συνέβαλον , σημεῖον ἄρας τοῦ | ||
, ὅτι ἔγραφον , ἀλλ ' ὅτι ἔγραψα : ἐπειδὴ παρετάθη μοι ἡ γραφὴ καὶ ἀπλήρωτος ἔμεινα διὰ τοῦτο παρατατικὸς |
. τὸ δὲ Κριτός καὶ Κλιτός ὀξύνεται . Τὰ εἰς ΤΟΣ διβράχεα ἐπιθετικὰ μὴ ἐπὶ ἀριθμοῦ ταττόμενα ὀξύνεται : βατός | ||
. . . . . . . . Τὰ εἰς ΤΟΣ δισύλλαβα παραληγόμενα τῇ ΟΥ ἢ ΟΙ ἢ ΑΙ διφθόγγῳ |
γνώσω γνώμων γνώμονος καὶ ἐν συνθέσει ἐπιγνώμων ἐπιγνώμονος , νοήσω νοήμων νοήμονος , ἐλεήσω ἐλεήμων ἐλεήμονος , παλαίσω Παλαίμων Παλαίμονος | ||
ἔσμεν νοήμονες . Εἴρηκε γὰρ ὑποκατιὼν οὕτως : Ἐὰν ᾖς νοήμων καὶ ποιήσῃς ὡς γέγραπται , ἔσῃ μακάριος : νικήσεις |
, σημαίνει δὲ τὸ πορεύομαι . ἢ παρὰ τὸ νεύω νεύσω νεύσιμος καὶ ἀνεύσιμος , τοῦ α ἢ τὸ ὁμοῦ | ||
, ὃ δηλοῖ τὸ ὁρμῶ , οὗ ὁ μέλλων , νεύσω , ὡς πλέω , πλεύσω , ἀποβολῇ τοῦ ω |
κατὰ τὸ πλεῖστον τῆς αὐτῆς ὥρας ἐπισημαίνων . σαʹ . Τριταῖός ἐστιν ὁ μίαν εἴτε ἡμέραν εἴτε νύκτα ἐπισημαίνων , | ||
ἀγγείων τῆς ὕλης σηπομένης καὶ πολλὰς ἔχουσι τὰς διαφοράς . Τριταῖός ἐστι διαλείπων πυρετὸς καὶ διὰ μιᾶς ἡμέρας εἰσβάλλων , |
παραδείγματα βλασφημιῶν τῶν ἀπὸ ἀριθμοῦ : οἷον τριςεξώλης ὁ πάνυ ἐξώλης , καὶ τριπέδων ὁ πολλάκις πεδηθεὶς κακοῦργος δοῦλος , | ||
. καὶ τὰ παρὰ τὸ „ ὀλῶ „ συντεθειμένα : ἐξώλης ἐξῶλες , πανώλης πανῶλες . τὰ δὲ ἄλλα προπαροξύνονται |
τραυλίσαντι ] ⌈ παρακεκομμένα [ παρακεκομμένως / ] εἰπόντι . τραυλός ἐστιν ὁ τὸ ῥῶ αὔων καὶ λέγων λῶ : | ||
βαρύνεται , οἷον : φαῦλος δοῦλος οὖλος . τὸ δὲ τραυλός ὀξύνεται καὶ τὸ δειλός . Τὰ εἰς δύο ΛΛ |
Πλατωνικὸν καὶ Διόδωρον , εἶτα Πύρρωνα , ὧν ὑπὸ μὲν Κράντορος πιθανουργικός , ὑπὸ Διοδώρου δὲ σοφιστής , ὑπὸ δὲ | ||
τοι πεπόνθαμεν . λέγεται δὲ καὶ Ἀνταγόρα τοῦ ποιητοῦ ὡς Κράντορος εἰς Ἔρωτα πεποιημένα φέρεσθαι ταυτί : ἐν δοιῇ μοι |
, ἡ κοινῶς ῥύμη . Ἄγροικος , ὁ ἀμαθής : Ἀγροῖκος , ὁ ἐν τῷ ἀγρῷ αὐλιζόμενος : Πλάτων δὲ | ||
ὁ ἐν ἀγρῷ κατοικῶν . Ἄγροικος , ὁ ἀμαθής : Ἀγροῖκος , ὁ ἐν τῷ ἀγρῷ αὐλιζόμενος . Πλάτων δὲ |
ἀναθείη , ἀλλ ' οὐκ ἂν μαχέσαιτο . ἀμφὶ δὲ πόρκης χρύσεος ἀστράπτει καὶ ἐπ ' αὐτῶι δίκροος αἰχμή . | ||
δὲ λάμπετο δουρὸς αἰχμὴ χαλκείη , περὶ δὲ χρύσεος θέε πόρκης . Πράξεως δὲ διηγήσεις εἶεν ἄλλαι τε καὶ αἱ |
παιδίσκην μου , ἵνα τεκνοποιήσῃς ἐξ αὐτῆς ” . τὸ Σάρας ὄνομα μεταληφθέν ἐστιν „ ἀρχή μου „ : φρόνησις | ||
Σούρ . καὶ εἶπεν αὐτῇ ὁ ἄγγελος κυρίου : παιδίσκη Σάρας , πόθεν ἔρχῃ , καὶ ποῦ πορεύῃ ; καὶ |
παρὰ τὸ φλίβω , τὸ θλίβω , ὅθεν καὶ Ὅμηρος φλιά , οἷον : ὃς πολλῇς φλιῇς παραστὰς 〚 ἀποφλίψεται | ||
ἡ ἐπ ' ἀγροῦ οἴκησις . καὶ τῆς θύρας ἡ φλιά . καὶ τὸ ἐν τοῖς ζυγοῖς . καὶ ἡ |
τὴν τῆς αἰτίας οἰκειότητα . Καὶ πλείω μὲν ἐδηδοκότων καὶ ἀπεπτησάντων λεπτά τε καὶ λευκὰ καί ποτε ἀνυπόστατα , χρονισάντων | ||
πειρατέον ἐφεξῆς διορίσαι πάντα . πολλοὺς μὲν γὰρ καὶ τῶν ἀπεπτησάντων , ἔτι δὲ πλείους , οἷς πλῆθός ἐστι δακνωδῶν |
. . . . . νε γοʹ λθ ∠ ʹγ Μήθυμνα . . . . . . . . . | ||
γὰρ καὶ παρὰ τὸ ῥίζα ῥιζόθεν , ἐσχάρα ἐσχαρόθεν , Μήθυμνα Μηθυμνόθεν , Μέγαρα Μεγαρόθεν . Οὐ βίαιον δὲ καὶ |
' Ἄλεξις μνημονεύει ἐν Παννυχίδι ἢ Ἐρίθοις : ἔσῃ περιπατῶν σιτόκουρος . Μένανδρος δὲ τὸν ἄχρηστον καὶ μάτην τρεφόμενον σιτόκουρον | ||
ἐπεσόβει κώθωνά μοι , παλαιὸν οἴκων κτῆμα . Ἔσει περιπατῶν σιτόκουρος . Καλοῦσι δ ' αὐτὸν πάντες οἱ νεώτεροι παράσιτον |
ΕΤΟΣ τρισύλλαβα προσηγορικὰ ἢ ἐπιθετικὰ ὀξύνεται , εἰ μὴ παρωνύμως τετύπωται : κοπετός πυρετός τοκετός συρφετός ἀφυσγετός . τὸ μέντοι | ||
τουτέστι τὰ κατὰ μέρος ἐνθυμήματα , ἃ καθάπερ ἐν στήλῃ τετύπωται καὶ ἐγκεχάρακται . Ἀρνὼν δ ' εἰσὶν αἱ στῆλαι |
ψηφηφορεῖν [ ψηφοφορεῖν Γ ] οὖν μόνον τρεφόμενον . καὶ Χαῖρις δὲ τὸ κήθιον τρυβλίου τι εἶδος καὶ τὸ λαγαρίζειν | ||
γίνεσθαι , ὥστε ἀναίδειαν προστραπῆναι . καὶ οὐκ ἀπιθάνως ὁ Χαῖρις . οὐ πρέπει νῷν : οὐ προσῆκον οὐδὲ δίκαιον |
ὁ δ ' ἅρπαξ , ὁ δ ' ἀνάπηρος πορνοβοσκός καταφαγᾶς . Φέρωνος ἆρά πού ' στιν ἡ ξυναυλία ; | ||
. : παμπόνηρον δὲ καὶ τὸ παρὰ Μυρτίλωι τῶι κωμικῶι καταφαγᾶς , κἂν Αἰσχύλος αὐτὸ ἦι προειρηκώς . : εἴποις |
ἀστυγείτονας , ἐὰν λιμῷ πιεσθῶσι , τρέφουσι . Ἀνδρὶ μὲν Ἱππαίμων ὄνομ ' ἦν : ἵππῳ δὲ Πόδαργος : καὶ | ||
τῷ δεσπότῃ συντέθαπται , καθάπερ μηνύει τοὐπίγραμμα : ἀνδρὶ μὲν Ἱππαίμων ὄνομ ' ἦν , ἵππῳ δὲ Πόδαργος καὶ κυνὶ |
ῥῆμα , οὗ τὴν μετοχὴν Ἔφορος ἐννεακαιδεκάτῃ . λέγονται καὶ πατρωνυμικῶς , ὡς πολλοὶ καὶ Ἡρόδωρος , ἐν μὲν τῷ | ||
δέ τινων . εἴ τις οὖν τὸν τοῦ Ἡρακλείδου υἱὸν πατρωνυμικῶς βούλοιτο σημῆναι , ὁμωνύμως ἂν πάλιν [ πατρὸς ] |
, εἶπεν ὁ Νάναρος . Τί οὖν , ἔφη ὁ ἄγγαρος , ἐμοῦ πυνθάνῃ ; Μικρὸν δὲ διαλιπὼν , Οὗτός | ||
ἡ πρώτη ὀξεῖα , καὶ τοῦτο τραγικώτερον τὸ ὄνομα . ἄγγαρος : ὁ νωθρός : λέγεται δὲ παρὰ τοῖς βαρβάροις |
καὶ πρὸς οὐδὲν ἐνεδέησεν . ἐπεὶ δὲ ἤδη ἔφευγεν ὁ Δεινίας , οὐδὲ τότε ἀπελείφθη τοῦ ἑταίρου , καταδικάσας δὲ | ||
. οἱ Κραννώνιοι τὴν φυλακὴν τῆς πόλεως ἀπεμίσθουν . ὁ Δεινίας ἐμισθώσατο καὶ μέχρι τριῶν ἐτῶν ἀκριβεστάτην ἐποιεῖτο τὴν φυλακὴν |
, θηριώδης , ἀνήμερος , δύσθυμος , δυσόργητος , μηνιῶν βαρύμηνις , ἰοῦ γέμων , σκορπιώδης , σκορπίος ζητῶν ὅτῳ | ||
, αὐξητά , φαεσφόρε , κάρπιμε Παιάν , ἀντροχαρές , βαρύμηνις , ἀληθὴς Ζεὺς ὁ κεράστης . σοὶ γὰρ ἀπειρέσιον |
καί : ἑβδόμη ἐν πρώτοισιν [ ] καὶ ἑβδόμη ἐστὶ τελείη . καί : ἑπτὰ δὲ πάντα τέτυκτο ἐν οὐρανῷ | ||
ἡ κάθαρσις γίνεται ἡμέρῃσι τριήκοντα : οὕτως ἡ χρονιωτάτη καὶ τελείη , ἀκίνδυνος δ ' ἂν εἴη καὶ ἐν εἴκοσιν |
ἐπὶ δὲ τούτων Φίλιππος ὁ βασιλεὺς ἡγεμὼν ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων καθεσταμένος καὶ τὸν πρὸς Πέρσας πόλεμον ἐνστησάμενος Ἄτταλον μὲν καὶ | ||
νεωτερισμὸς κατὰ τοὺς ὑποκειμένους καιροὺς γενόμενος : Μέμνων γὰρ ὁ καθεσταμένος στρατηγὸς τῆς Θρᾴκης , ἔχων δύναμιν καὶ φρονήματος ὢν |
. , : Ἔνιοι φασὶν , ὅτι ὁ ἀπὸ Ἡρακλέους καταγωνισθεὶς Ἀνταῖος , Ἰρασσεὺς ἦν , ἀπὸ Ἰράσσων τῶν ἐν | ||
. Ἴρασσαν πρὸς πόλιν Ἀνταίου : ὅτι ὁ ὑπὸ Ἡρακλέους καταγωνισθεὶς Ἀνταῖος Ἰρασσεὺς ἦν ἀπὸ Ἰρασσῶν τῶν ἐν τῇ Τριτωνίδι |
Φωκαιεὺς καὶ Ἱστιαῖος Μιλήσιος , τοῦ ἦν γνώμη ἡ προκειμένη ἐναντίη τῇ Μιλτιά - δεω : Αἰολέων δὲ παρῆν λόγιμος | ||
Τὸ δὲ φλέγμα τῆς θερίης ἀσθενέστατόν ἐστιν αὐτὸ ἑωυτοῦ : ἐναντίη γὰρ αὐτέου τῇ φύσει ἐστὶν ἡ ὥρη , ξηρή |
ὧν ἐφεξῆς ἐροῦμεν . Τῇ γὰρ Φαρνακίᾳ συνεχής ἐστιν ἡ Σιδήνη καὶ ἡ Θεμίσκυρα . τούτων δ ' ἡ Φανάροια | ||
ὁ Λυδὸς , καὶ Ἀσκαλωνὶς θηλυκόν . . . : Σιδήνη , πόλις Λυκίας , ὡς Ξάνθος ἐν Λυκιακῶν τετάρτῳ |
συλλαβῆς ἀρχὴ ἢ τῆς προηγουμένης πέρας , καὶ ἐπὶ τοῦ Ἀριστίων ὀνόματος ποῦ τακτέον τὸ σ . πάλιν δ ' | ||
' Ἀμεινίας , μεθ ' ὃν Ἀλκαῖος , εἶτ ' Ἀριστίων , εἶτ ' Ἀστύφιλος . παρὰ τὴν ἱστορίαν οὖν |
: μετὰ δὲ τὴν πυρίην τῇ ὑστεραίῃ προστιθέναι τὸ φάρμακον λούσαντα : λούειν δὲ καὶ ἐς ἑσπέρην : βάπτειν δὲ | ||
ἐπὴν δὲ πυριήσῃς , δοῦναι πιεῖν , καὶ ὡς τάχιστα λούσαντα κατακλῖναι : δοῦναι δὲ φαγεῖν κράμβην , καὶ τοῦ |
ποῦ λήγει . καὶ ἔτι ὁ Ὄσκιος ποταμὸς καὶ ὁ Νέσος , ὃν Νέστον οὗτος καλεῖ , ἴσως δὲ ἐκ | ||
τὴν Περσεφόνην . ὅν ποτ ' ἐξηνάριξεν Ἡρακλέα ὁ νέκυς Νέσος δεξιούμενος καὶ φιλοποιησάμενος πάλαι τὸν Ἅδην διὰ τὸν θάνατον |
ἑορτῆς ἥκομεν . ” Κατορώρυκται , κατακέχωσται . Καχυπότοπος , καχύποπτος : τοπάσαι γὰρ τὸ ὑπονοῆσαι . Κεκόμψευται . πεπιθάνευται | ||
ἔχων ψυχὴν ἀγαθὴν ἀγαθός . ὁ δὲ δεινὸς ἐκεῖνος καὶ καχύποπτος , ὁ πολλὰ αὐτὸς ἠδικηκὼς καὶ πανοῦργός τε καὶ |
ὅδ ' ἡμῖν ποῦ τετάξεται πόνου ; ταὐτὸν χεροῖν σοὶ λέξεται μίασμ ' ἔχων . λάθραι δ ' ἄνακτος ἢ | ||
ἐν μέσσῃσι . * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι τὸ λέξεται ] ἀντὶ τοῦ κοιμηθήσεται , ἀπὸ τοῦ λέχους . |
φησὶν Ὅμηρος . . Κύφος πόλις Θετταλίας . καὶ ποταμὸς Κύφος . . τόν τ ' ἐκ Παλαύθρων : * | ||
] τοῦ ἀπογόνου Κύφου . οὕτως φησὶν Ὅμηρος . . Κύφος πόλις Θετταλίας . καὶ ποταμὸς Κύφος . . τόν |
μὲν τοίνυν μειράκιον περὶ οὐδένα οὐδὲν ἥμαρτεν . Οὔτε γὰρ ἀπειρημένον ἀλλὰ προστεταγμένον ἐμελέτα , οὔτε ἐν γυμναζομένοις ἀλλ ' | ||
καλοῦνται οἱ ἐπηρεάζοντες ἀπὸ τῆς τοιαύτης αἰτίας . τὸ παλαιὸν ἀπειρημένον ἦν σῦκα ἐξάγειν ἐκ τῆς Ἀττικῆς , τοῦ φυτοῦ |
καὶ συναγαγὼν ἀργυρίου πλείω τῶν πεντήκοντα ταλάντων ξένους ἐμισθοῦτο . Τελεσφόρος μὲν οὖν ζηλοτυπήσας τὴν προαγωγὴν Πτολεμαίου τοῦτον τὸν τρόπον | ||
τοιάδε , ἔμεινα δὲ καὶ πλείους κατέχοντος τοῦ θεοῦ . Τελεσφόρος ἦν ὀρεωκόμος : οὗτος ἐδόκει μοι ὁρμηθεὶς αὐτόθεν βαδίζειν |
ὑπῆρξεν . ὅθεν Ἀριστοφάνης πού φησιν : ὦ μιαρὲ καὶ Φρυνώνδα καὶ πονηρέ . Εὐρύβατοι δύο ἐγένοντο ἄμφω πονηροί , | ||
: καὶ Ἀριστοφάνης ἐν Ἀμφιαράῳ , Ὦ μιαρὲ , καὶ Φρυνώνδα , καὶ πονηρὲ σύ . λέγεται δὲ καὶ ἐπὶ |
. ἐπὶ δὲ τοῦ “ ἀμφὶ δὲ παιδὶ φίλῳ βάλε πήχεε δακρύσας ” ἐν ἴσῳ τῷ τὰς χεῖρας περιέβαλεν . | ||
τέκε βουκολέοντι : ἀμφὶ δ ' ἑὸν φίλον υἱὸν ἐχεύατο πήχεε λευκώ , πρόσθε δέ οἱ πέπλοιο φαεινοῦ πτύγμα κάλυψεν |
Γ τὸν μισθὸν ] τὸν δικαστικόν . Γ Λυσίστρατος : σκωπτικός . Γ καὶ ἐν Ἀχαρνεῦσι Λυσίστρατός τ ' ἐν | ||
λοπίδας μοι παρέσχηκε κεστρέως “ . ὁ σκωπτόλης ] ὁ σκωπτικός . δραχμὴν μετ ' ἐμοῦ λαβὼν : καθὸ εἰς |