ὁ δὲ Κικέρων ἐπηρώτησε τοὺς συγκλητικοὺς εἰ δοκεῖ μεταναστῆναι τὸν Κατιλίναν ἐκ τῆς πόλεως . σιωπώντων δὲ τῶν πολλῶν διὰ
Ῥωμαίους τὴν Γαλατίαν . καὶ Λέντλος μὲν αὐτοῖς συνέπεμπεν ἐς Κατιλίναν Βουλτούρκιον , ἄνδρα Κροτωνιάτην , γράμματα χωρὶς ὀνομάτων γεγραμμένα
6091489 Μανια
ὑμῖν ποτε ἐν τοῖς ὄρεσι τάχιστα θηρίον τρέχειν ; ἡ Μανία δ ' αὐτόμολος , ὦ βέλτιστ ' , ἔφη
. ἐδόκει δὲ λιθιᾶν , ὡς ἔοιχ ' , ἡ Μανία : Γνάθαινα δ ' εἰς τὰ στρώμαθ ' ὅτι
5906206 Καλλιστρατον
ψόφῳ ψόφον , τριωβόλῳ δὲ πόρνην , αὐθαδίαν αὐθαδίᾳ , Καλλίστρατον μαγείρῳ , στάσιν στάσει , μάχῃ μάχην , ὑπωπίοις
τῆς Σωσιθέου γυναικός . Μαρτυρεῖ τὸν πατέρα τῆς ἑαυτοῦ γυναικὸς Καλλίστρατον ἀνεψιὸν εἶναι ἐκ πατραδέλφων Πολέμωνι τῷ πατρὶ τῷ Ἁγνίου
5823288 εἱστιατο
ἀπέστη : ὃ δὲ ἀνελθὼν ἐπὶ τὴν τράπεζαν ὁ δράκων εἱστιᾶτο . καὶ τὰς θύρας ὁ πολυπράγμων ἀνοίξας ψόφον εἰργάσατο
αὔριον πορείας , λέγων ὅτι ἔσται πρωί . καὶ ἑβδόμῃ εἱστιᾶτο παρὰ Περδίκκᾳ , καὶ ἔπινε πάλιν , καὶ ὀγδόῃ
5812635 Σποριου
' ἐκύρωσε καὶ ὁ δῆμος τὸ τῆς βουλῆς δόγμα τῇ Σπορίου Λαρκίου γνώμῃ τε καὶ παρακλήσει χρησάμενος . καὶ μετὰ
' ὧν ὁ πρὸς Σαβίνους πόλεμος ὑπὸ θατέρου τῶν ὑπάτων Σπορίου κατελύθη μάχης ἰσχυρᾶς γενομένης οὐ μακρὰν τῆς Κυριτῶν πόλεως
5781483 Λευκανορος
καὶ τὴν ὑπόσχεσιν ἀπεπλήρωσεν τῷ Ἀρσακόμᾳ παραδοὺς τὴν κεφαλὴν τοῦ Λευκάνορος . ὁ Μακέντης δὲ καθ ' ὁδὸν ἀκούσας τὰ
ἐς Εὐβίοτον περιελθοῦσαν τὴν ἀρχήν , ὃς ἀδελφὸς ὢν νόθος Λευκάνορος Σκύθαις μὲν ἀεὶ φίλος ἐστίν , Ἀλανοῖς δὲ ἀπέχθεται
5778239 στην
παρῳχημένους προερχόμενον καὶ ἀποπίπτον ψιλοῦται : ἔλεγον λέγον , ἔστην στῆν . τὸ δὲ ἑήνδανε καὶ ἑώρων οὐκ ἐκ κλίσεως
' ἐν κονίῃσιν : ἐγὼ δ ' ἐς δίφρον ὀρούσας στῆν ῥα μετὰ προμάχοισιν : ἀτὰρ μεγάθυμοι Ἐπειοὶ ἔτρεσαν ἄλλυδις
5768959 Ἰφικρατει
δέω λέγειν πάνθ ' ὧν ἄνευ ζῆν οὐκ ἄξιον ἦν Ἰφικράτει , νομίζων ἀποστερήσειν οὐκ ἐπεστράφη : οὗτος δ '
ἀποκρινοῦνται ὅτι Χαβρίᾳ μὲν διὰ τὴν περὶ Νάξον ναυμαχίαν , Ἰφικράτει δὲ ὅτι μόραν Λακεδαιμονίων ἀπέκτεινε , Τιμοθέῳ δὲ διὰ
5745540 Φαλης
ἀπαλλαγείς . Πολλῷ γάρ ἐσθ ' ἥδιον , ὦ Φαλῆς Φαλῆς , κλέπτουσαν εὑρόνθ ' ὡρικὴν ὑληφόρον , τὴν Στρυμοδώρου
, μέσην λαβόντ ' , ἄραντα , καταβαλόντα καταγιγαρτίσαι . Φαλῆς Φαλῆς , ἐὰν μεθ ' ἡμῶν ξυμπίῃς , ἐκ
5735902 Φανιον
ἤτριον : ἔνδυμα ὑμενῶδες . ἡ Φανίου θύρα : τὸν Φάνιόν φησι Δήμων ὀβολοστάτην εἶναι , ἄλλως δὲ τυφλόν .
ἤτριον : ἔνδυμα ὑμενῶδες . ἡ Φανίου θύρα : τὸν Φάνιόν φησι Δήμων ὀβολοστάτην εἶναι , ἄλλως δὲ τυφλόν .
5726293 Κρεσφοντῃ
κακὸς περὶ φίλους πρὸς τὸ ἑαυτοῦ συμφέρον . καὶ ἐν Κρεσφόντῃ : φιλῶν μάλισθ ' ἑαυτὸν οὐκ αἰσχύνομαι . οὕτω
: Περὶ δὲ τοῦ πλήθους τῶν Νιοβιδῶν αὐτὸς Εὐριπίδης ἐν Κρεσφόντῃ φησί : . . . Καὶ δὶς ἕπτ '
5713351 Σουλπικιον
ἀντὶ τῶν ὑπάτων χιλιάρχους τρεῖς , Μάρκον Μάνιον , Κόιντον Σουλπίκιον Πραιτέξτατον , Σερούλιον Κορνήλιον Κόσσον . ἐπὶ δὲ τούτων
+ + + + + + + + + Κορνηλιανὸν Σουλπίκιον φιλεῖν ἠρξάμην ἡσθεὶς / τῷ τε τρόπῳ τἀνδρὸς καὶ
5682837 ἀπολυων
οὐδαμῶς ἄλλως ἐλέγχειν ἢ ἐξ ὧν τοὺς ἄλλους ὁ κατήγορος ἀπολύων αὐτὸν τὸν θάνατόν φησι μηνύειν ἐμὲ τὸν φονέα ὄντα
ἀρετῆς ἄξιον , ἐγώ σοι τοῦτ ' ἔχω μαρτυρεῖν . ἀπολύων δέ σε τοῦ τότε συναδικεῖν ἡμᾶς μέμφομαι τοῦ νῦν
5661451 ἐστεφε
βάλ ' αἰγίδα θυσσανόεσσαν , ἀμφὶ δέ οἱ κεφαλῇ νέφος ἔστεφε δῖα θεάων χρύσεον , ἐκ δ ' αὐτοῦ δαῖε
θανάτου αἱρεῖται . γεωργός τις χρυσίον εὑρὼν ἐν γῇ σκάπτων ἔστεφε τὴν Γῆν καθ ' ἡμέραν ὡς εὐεργετηθεὶς παρ '
5658177 Λακωνι
στόλος ἀνήγετο , τὸ μὲν σχῆμα τῆς ναυαρχίας παρεχώρει τῷ Λάκωνι , ἑαυτὸν δὲ ἐπὶ τῆς χρείας ἐδείκνυε τοῖς Ἕλλησι
τούτῳ τινὰ ἀπὸ τῆς τραπέζης ἀπέστελλε . Ἀνταλκίδᾳ δὲ τῷ Λάκωνι τὸν αὑτοῦ στέφανον εἰς μύρον βάψας ἔπεμψε . τῷ
5648242 προσεγραψεν
σταυρώσας αὐτούς . ὃ δὲ δεύσας τοῦ αἵματος τοὺς δακτύλους προσέγραψεν . καί πού τις αὐτῷ κατεσημήνατο δωμάτιον τὰ τιμιώτατα
προέδροις ἐπάναγκες , ἐάν τις καθιστῇ , προσάγειν , καὶ προσέγραψεν ὁπότ ' ἄν τις βούληται . Λέγ ' ἄλλον
5641374 Σερουιλιον
. Παραλαβὼν δὲ τὴν ἀρχὴν Οὐαλέριος καὶ προσελόμενος ἱππάρχην Κόιντον Σερουίλιον , ἀδελφὸν τοῦ συνυπατεύσαντος Ἀππίῳ Σερουιλίου , παρήγγειλε τὸν
Ἀθήνησιν Ἀρχίου Ῥωμαῖοι κατέστησαν ὑπάτους Λεύκιον Παπίριον Μουγιλανὸν καὶ Γάιον Σερουίλιον Στροῦκτον . ἐπὶ δὲ τούτων Ἀργεῖοι μὲν ἐγκαλέσαντες τοῖς
5637898 οἰκτιστην
ἐς αὐτὸν γενόμεναι . τήνδε οὖν τὴν ὄψιν ὁ δῆμος οἰκτίστην σφίσι φανεῖσαν οὐκέτι ἐνεγκὼν ἀνῴμωξάν τε καὶ διαζωσάμενοι τὸ
, τοὺς δὲ σιδηραῖς ἁλύσεσιν , εἰς τὸ θέατρον εἰσάγειθέαν οἰκτίστην καὶ ἀλλοτριωτάτην τῷ καιρῷκαὶ στάντας ἀντικρὺ ἐχθρῶν καθεζομένων πρὸς
5635137 παλος
Πολυξένην ἔλεξας ἢ τίν ' ἱστορεῖς ; ταύταν : τῶι πάλος ἔζευξεν ; τύμβωι τέτακται προσπολεῖν Ἀχιλλέως . ὤμοι ἐγώ
καὶ ἐν συνθέσει μετὰ τῆς κόρυθος κορυθαίολος , ὡς πάλλω πάλος καὶ σακέσπαλος . . . . . κοχλιάριον :
5633033 λιβυκῳ
τῷ μεσουρανήματι κατὰ τὸ μέσον τριτημόριον , πρὸς δὲ τῷ λιβυκῷ ὁρίζοντι κατὰ τὸ τελευταῖον τριτημόριον . Αἱ δὲ κατὰ
καὶ ἀλλαχοῦ χλωράν : καὶ ἐν τῷ ἀπηλιώτῃ καὶ τῷ λιβυκῷ ὄρει γεγραμμένα χρυσωρυχεῖα , πάντα ἐν μυστηρίῳ εἰρημένα .
5632960 μηνυτην
οἱ ἀπάγοντες καὶ ζητοῦντες τὸ πρᾶγμα τὸν κατ ' ἐμοῦ μηνυτὴν ἠφάνισαν . Καὶ εἰ μὲν ἐγὼ τὸν ἄνδρα ἠφάνισα
τὴν θάλασσαν : ὠνόμασται δὲ Βουκόλος , εὐχαρίστου μνήμης τὸν μηνυτὴν ἀξιωσάντων : ἔνθεν ἰδεῖν δοκεῖ τὸν κτίστην ὄρνιν .
5614445 Χαλδαιος
. Ἔτι τὰ διὰ τοῦ ΔΑΙΟΣ περισπᾶται : Ἰουδαῖος χυδαῖος Χαλδαῖος . Ἔτι τὰ διὰ τοῦ ΑΙΟΣ ἐθνικὰ : Ἀθηναῖος
. ὥστε εἰ τὸν ἐν πλάτει τῆς γενέσεως χρόνον ὁ Χαλδαῖος ἐπισκέπτεται , οὐ δυνήσεται παγίως λέγειν ὅτι ὁ κατὰ
5597231 Μενωνα
ὄττι τάχιστα κράτηρα . . . κέλομαί τινα τὸν χαρίεντα Μένωνα κάλεσσαι , αἰ χρῆ συμποσίας ἐπόνασιν ἔμοιγε γένεσθαι ἄλλοτα
ὀνομάζειν ἀλλὰ τοὺς πολλοὺς διαμαρτάνοντας αὐτοῦ , οἷον Θρασύμαχον ἢ Μένωνα . ἀλλ ' ἔλεγε , ὡς ἔοικεν , αὑτὸν
5592226 Καιπιωνα
παρεμβολῆς ἐκπηδήσαντες παραχρῆμα διὰ τῆς ὀρεινῆς ἀνοδίαις χρησάμενοι διεσώθησαν πρὸς Καιπίωνα . Ὅτι τὸ σῶμα τοῦ Ὑριάτθου ταφῆς παραδόξου καὶ
καὶ σημεῖον αὐτοῖς ἐπῇρεν . οἱ δὲ ἐκφανέντες αὐτόν τε Καιπίωνα καὶ πολλοὺς σὺν αὐτῷ κατέκοψαν : καὶ τὸ λοιπὸν
5591378 Ἐνιαχου
ἐὰν ἥλιοι συνεπιλάμψωσιν ὡς ἐξ ἀμφοῖν γινομένης τῆς μεταστάσεως . Ἐνιαχοῦ γὰρ ἔν τισι τόποις ἑλώδεσιν ὅλως τοῦτο συμβαίνει καὶ
. Συμβαίνει δὲ καὶ αὐτὸ τοῦτο παρ ' ἄλλοις . Ἐνιαχοῦ δὲ καὶ ὑπ ' αὐτοὺς τοὺς ἐτησίας ἀντίπνοιαι γίνονται
5572337 Μελιτευς
μάρτυρα καλῶ . καί μοι κάλει Φίλαγρον Μελιτέα . Φίλαγρος Μελιτεὺς μαρτυρεῖ παρεῖναι ἐν Κορίνθῳ , ὅτε Φρυνίων ὁ Δημοχάρους
' ἄκατον ὠνόμαζέ νιν . Ὄνος μὲν ὀγκᾶθ ' ὁ Μελιτεὺς Φιλωνίδης . ὄνῳ μιγείσης μητρὸς ἔβλαστεν πόλει . Ἀλλ
5564102 δεηθῃς
ἀνήρ , τοῦτον πειρᾷ ὠνεῖσθαι , ὥσπερ , ὅταν τέκτονος δεηθῇς , καταμαθὼν εὖ οἶδ ' ὅτι ἄν που ἴδῃς
, τῷ ἰατρῷ πρὸς τὴν σκέψιν ἀρκέσθητι : ἂν ἀνδρὸς δεηθῇς , τοῦτον σύνοικον ἑλέσθαι θέλησον : εἶτα μετὰ τὸν
5563055 τετελευτηκεναι
δεξιᾷ ἐσπλεόντων εἰς τὸν Πόντον . ἐπεὶ δὲ ἐπυθόμην Κότυν τετελευτηκέναι , τὸν βασιλέα τοῦ Βοσπόρου τοῦ Κιμμερίου καλουμένου ,
τοῦ ἀποδημοῦντος παιδὸς , ὅτι φήμη γέγονεν ἐπ ' αὐτὸν τετελευτηκέναι : ἐπιπλέκονται δὲ στοχασμοὶ καὶ ἑτέραις στάσεσιν , ὡς
5561078 συνηναγκασεν
εἰς τὴν Πισιδίαν Λαρανδεῖς μὲν ἐξηνδραποδίσατο , Ἰσαυρεῖς δὲ πολιορκήσας συνηνάγκασεν ἑαυτούς τε κατασφάξαι καὶ τὴν πόλιν ἐμπρῆσαι . ιηʹ
Μαρπήσσης θυγατέρα , βουλόμενος δὲ καὶ ἐξ Ἀταλάντης τεκνοποιήσασθαι , συνηνάγκασεν αὐτοὺς ἐπὶ τὴν θήραν μετὰ ταύτης ἐξιέναι . περιστάντων
5556772 Φυλαντος
στρατοῦ πρὸς Πελοποννησίων ἀπεσταλμένον . τοῦτον βαλὼν ἀκοντίῳ Ἱππότης ὁ Φύλαντος τοῦ Ἀντιόχου τοῦ Ἡρακλέους τυχὼν ἀπέκτεινεν . οὕτως δὲ
αὐτὸς εἷς ὢν τῶν Ἡρακλειδῶν : ἦν γὰρ Ἱππότου τοῦ Φύλαντος τοῦ Ἀντιόχου τοῦ Ἡρακλέους . Δίδυμος δέ φησι τὸν
5555932 Οὐεντιδιον
Ἰταλίαν μέχρι Σικελίας διώδευσαν καὶ συγκατέλυσαν πολλάκις ἑτέροις λοχαγοῖς ζητοῦσιν Οὐεντίδιον . Ἕτερον ἐν τάφῳ κρύπτων ἀπελεύθερος , οὐ φέροντα
τάδε ἔκριναν : ἀποθέσθαι μὲν τὴν ὕπατον ἀρχὴν Καίσαρα καὶ Οὐεντίδιον αὐτὴν ἐς τὸ λοιπὸν τοῦ ἔτους μεταλαβεῖν , καινὴν
5540051 προδωσειν
ὑμεῖς τε , παῖδες , τῷδε : καὶ καταίνεσον μήποτε προδώσειν τάσδ ' ἑκών , τελεῖν δ ' ὅς '
ἠθέλομεν βασιλέα καθιστάναι , καὶ ἐδώκαμεν καὶ ἐλάβομεν πιστὰ μὴ προδώσειν ἀλλήλους , καὶ οὗτος οὔτε τοὺς θεοὺς δείσας οὔτε
5539386 θεριζοντα
ὀψαμάτην τὸν Μίλωνα ὁ Βάττος καλεῖ , τουτέστι μέχρι ὀψίας θερίζοντα καὶ μὴ ἀποκάμνοντα . ὀψαμᾶτα : νωθρέ , ὀψὲ
ἄλλα γάρ σε διδάξομαι θαυμασιώτερα . Τὰ ποῖα ; Τὸν θερίζοντα καὶ τὸν κυριεύοντα καὶ ἐπὶ πᾶσι τὴν Ἠλέκτραν καὶ
5538871 Φλακκῳ
πρὸς τὴν φύσιν τῆς ἀληθείας τὰ δόξαντα εἶναι δίκαια . Φλάκκῳ δ ' οὐ μετὰ τὴν ἀρχὴν ἀλλ ' ἐμπροθέσμως
καὶ τὸ κελευσθὲν λέγουσι καὶ δρῶσι . καί ποτε τῷ Φλάκκῳ δυσχεράνας , ὅτι δόξας παρ ' αὐτῷ τις εἶναι
5538267 Βησσος
ξυνέλαβε καὶ δήσας ἦγεν , ἔπειτα ἀπέκτεινε . καὶ ὁ Βῆσσος οὐ μόνῳ οἷ ταῦτα δόξαντα πρᾶξαι ἔφη , ἀλλὰ
τοῖς ἱππεῦσιν ἐλάσας ἀφίκετο πρὸς κώμην τινά , ἵνα ὁ Βῆσσος ἦν ξὺν ὀλίγοις στρατιώταις . οἱ γὰρ ἀμφὶ τὸν
5537866 Φραωτης
τὴν πρὸς τὸν Ἰάρχαν ἐπιστολὴν γεγραμμένην ὧδε : „ Βασιλεὺς Φραώτης Ἰάρχᾳ διδασκάλῳ καὶ τοῖς περὶ αὐτὸν χαίρειν . Ἀπολλώνιος
ὄγκου μεστός . ἀχθεσθεὶς οὖν ὁ Ἰάρχας „ εἰ δὲ Φραώτης „ ἔφη ” καταλύων ἐτύγχανεν , εἶδες ἂν ὥσπερ
5537261 ὑπολαβουσα
καὶ γυμναστέον σὺν πόνοις καὶ ἱδρῶτι . καὶ ἡ Κακία ὑπολαβοῦσα εἶπεν , ὥς φησι Πρόδικος : Ἐννοεῖς , ὦ
ἀκούσω , τέῳ καὶ τρόπῳ ἐπιχειρήσομεν αὐτῷ . Ἡ δὲ ὑπολαβοῦσα ἔφη : Ἐκ τοῦ αὐτοῦ μὲν χωρίου ἡ ὁρμὴ
5536742 Κλεανδρος
καὶ θρασὺ βλέπει . . ἀσπάλαθος : ἀκανθῶδες φυτόν . Κλέανδρος θηλυκῶς . Ἀριστοφάνης ἀρσενικῶς . ἀναγωγή : ἐπὶ πλοίου
συνέβαλον μὴ ἄπορον εἶναι ἀλλ ' ἐπιβατόν . ὁ δὲ Κλέανδρος ἐλοιδόρησε τὸν ὕπατον τῆς ἐν Αἰγύπτῳ ἀρχῆς Κομόδῳ ,
5535152 ῥυγχει
ἐρυθροτέραν τῶν ὀρνίθων . τὴν δὲ τοῖς ὄρνισιν ἐπὶ τῷ ῥύγχει κειμένην , ἣν ἔνιοι πώγωνα καλοῦσιν , οὐκ ἔχει
προηγούμενος τοῦ μεσημβρινοῦ , καὶ τῶν Ὑάδων ὁ ἐν τῷ ῥύγχει , ὡς ἡμιπήχιον ὑπολειπόμενος τοῦ μεσημβρινοῦ . Δύνει δὲ
5533029 Μαντινευς
καλούμενος κόλπος ἀπὸ τοῦ Θυραίου τούτου τὰ ὀνόματα ἐσχήκασι . Μαντινεὺς δὲ καὶ Τεγεάτης καὶ Μαίναλος , ὁ μὲν τῶν
ἐπιγέγραφε . Θεόφιλος δ ' ἐν Ἐπιδαύρῳ : Ἀτρεστίδας τις Μαντινεὺς λοχαγὸς ἦν , ἀνδρῶν ἁπάντων πλεῖστα δυνάμενος φαγεῖν .
5532579 ἐδικασεν
ὁ φόνος ἄδικος ὁ λοξίας νενόμισται : ἢ τὸ ἄδικα ἐδίκασεν ἐμφαίνει ὅτι δικαίως μὲν ἐψηφίσατο τὸν φόνον τῆς μητρός
ὅτε τὸν ἀπόφονον φόνον τῆς ἐμῆς μητρὸς ἐπὶ τρίποδι Θέμιδος ἐδίκασεν ὁ Λοξίας : ἄλλως : τὸ ἀπόφονον Ἀπόλλωνι ,
5527802 σιλεα
τὰς ἀποκρίσεις . νῦν μὲν γὰρ ὡς τὸν βα - σιλέα θήρᾳ τερπόμενον ἔδραμε καλούμενος . ὑπὲρ δὲ τοῦ σίτου
, ἀφ ' ἧς ἱκανὸς ἦν πεῖσαι τὸν βα - σιλέα , ὡς δυνάμενος τοῦ πλοῦ καθηγήσασθαι ; τίς δ
5525116 ἀνερρηθη
πατρίδος , ᾧ πάλαι τοὺς ὑπερασπίσαντας ἐγέραιρον οἱ περισωθέντες . ἀνερρήθη δὲ καὶ πατὴρ πατρίδος , καὶ δικτάτωρ ἐς τὸν
εἰς ἄλλους μεθισταμένης . Μετὰ δὲ τὸν ἐνιαυτὸν Νουμᾶς Πομπίλιος ἀνερρήθη βασιλεύς . Οὗτος πολέμου μὲν ἀπέσχετο παντὸς , τῇ
5524959 ὀψοφαγον
αὐτῷ τὸ σανδάλιον . τοῦτον ὁ κωμωδιοποιὸς Μνησίμαχος ὡς πάνυ ὀψοφάγον λοπαδοφυσητὴν ἐκάλεσεν . ὅτι ὁ Ἑρμιονεὺς Λᾶσος παίζων ἔφασκε
τὸν δ ' Ἀριστοτέλην , ὀψαρτεύοντα πλεονάκις ἐν τοῖς συγγράμμασιν ὀψοφάγον εἶναι καὶ λίχνον . τὸν αὐτὸν τρόπον ἐπὶ τοῦ
5509469 Σινωπεων
οἱ Κοτυωρῖται καὶ οἱ στρατηγοὶ τῶν Ἑλλήνων ἐξένιζον τοὺς τῶν Σινωπέων πρέσβεις , καὶ πρὸς ἀλλήλους πολλά τε καὶ φιλικὰ
. Καθότι δὲ εἰσβάλλει εἰς τὸν Πόντον , ὁρίζει τὰ Σινωπέων καὶ Ἀμισηνῶν ἔργα : τριακόσια δὲ στάδια ἀπέχων τῆς
5509121 Λαυνας
ἔλεξαν , ἀπὸ τῆς Ἀνίου τοῦ Δηλίων βασιλέως θυγατρός , Λαύνας καὶ τῆςδε ὀνομαζομένης , ἧς ἀποθανούσης νόσῳ περὶ τὸν
ἀδελφὸς ὢν Ἀσκανίου , μετὰ τὸν Αἰνείου θάνατον γενόμενος ἐκ Λαύνας τῆς Λατίνου θυγατρός . . . . . .
5507066 Ποπλιῳ
δὴ τῷ τρόπῳ κυκλωθέντες ὑπ ' αὐτῶν οἱ σὺν τῷ Ποπλίῳ καὶ δίχα τῶν σφετέρων ἀποληφθέντες , ἐξὸν αὐτοῖς σώζεσθαι
δ ' Ἀθήνησι Χαρίνου Ῥωμαῖοι μὲν τὴν ὕπατον ἀρχὴν παρέδοσαν Ποπλίῳ Δεκίῳ καὶ Κοΐντῳ Φαβίῳ , παρὰ δὲ τοῖς Ἠλείοις
5505401 μετακαλεσαμενος
ἤκουσεν αὐτοῦ τῆς φωνῆς παίζοντος : καὶ διὰ τῶν θεραπόντων μετακαλεσάμενος τὴν Δανάην σὺν τῇ τροφῷ , τὴν μὲν ἀναιρεῖ
Καῖσαρ ἀναγνοὺς [ ] τὴν γραφεῖσαν ἐπιστολήν [ , ] μετακαλεσάμενος ? ? ? επ [ ! ! ! ]
5503868 Ἀναγυρασιος
τῆς Ἐρεχθηίδος φυλῆς , ἧς ὁ δημότης Ἀναγυράσιος . καὶ Ἀναγυράσιος δαίμων . καὶ τέμενος Ἀναγύρου ἐν τῷ δήμῳ τῶν
κατ ' Εὐέργου καὶ Μνησιβούλου . στρατηγὸς οὗτός ἐστιν , Ἀναγυράσιος τῶν δήμων , στρατηγήσας ἐν τῶι πρὸς Φίλιππον πολέμωι
5494597 ἐντειναμενος
καὶ ζυγώσας , ἔπειτα κολλάβους ἐμπήξας καὶ μαγάδιον ὑποθεὶς καὶ ἐντεινάμενος ἑπτὰ χορδὰς μελῳδεῖ πάνυ γλαφυρόν , ὦ Ἥφαιστε ,
ὡς ὄνος [ δίκην ὄνου ] ἔτυψας , ὥσπερ λὰξ ἐντεινάμενος . ἔκρουσας . . καὶ φροντίδα : φροντὶς παρὰ
5492257 Κλειταγορας
τῶν σκολίων Πινδάρου , λέγομεν ὅτι δεῖ μᾶλλον ᾄδειν ἀπὸ Κλειταγόρας τῆς ποιητρίας : ἡ γὰρ Κλειταγόρα ποιήτρια ἦν Λακωνικὴ
. συνέπλεξε δὲ ἐκ τοῦ σκολίου . Κλειταγόρᾳ τε : Κλειταγόρας μέλος λέγουσι τὸ εἰς αὐτὴν Γ Κλειταγόραν , Γ
5488970 Παννυχιδι
εἶδος προτιθέμενον ἐν ταῖς παννυχίσιν , οὗ μνημονεύει Κάλλιππος ἐν Παννυχίδι διὰ τούτων : ὁ διαγρυπνήσας [ τὸν πυραμοῦντα ]
τοῖς ἀχύροισι κυλινδομένην . Γ μέμνηται δὲ καὶ Φερεκράτης ἐν Παννυχίδι τῶν κυμβείων καὶ τοῦ κατακτοῦ κοττάβου . περὶ δὲ
5487214 Λυκωνι
καὶ Φορμίων , ἦ μὴν διαλογίσασθαί τε ἐναντίον Ἀρχεβιάδου τῷ Λύκωνι αὐτὸς καὶ προσταχθῆναι αὑτῷ Κηφισιάδῃ ἀποδοῦναι τὸ ἀργύριον ,
τῇ συνηθείᾳ σπανίως εὕρηται ἐν χρήσει : εὕρηται δὲ παρὰ Λύκωνι τῷ Τρωαδεῖ , οἷον τὸ ἅλας εὐῶδες ἢ δυσῶδες
5485433 Θρασυβουλου
λαβεῖν μαντικήν φησιν ἐν ᾄσματι Πίνδαρος . παρὰ δὲ τοῦ Θρασυβούλου τὴν εἰκόνα Τιμοσθένης τε Ἠλεῖος ἕστηκε σταδίου νίκην ἐν
σὺ Φυλὴν κατέλαβες ] ὅτι μετὰ τὸ κατελθεῖν τοὺς μετὰ Θρασυβούλου Φυλὴν καταλαβόντας καὶ νικήσαντας ἐν Πειραιεῖ τοὺς τριάκοντα [
5483602 Ἡφαιστιωνος
ἑαυτὸν περὶ τοὺς λόγους : ταὐτὰ δὲ καὶ Προαιρεσίῳ συνέβαινεν Ἡφαιστίωνος φανέντος : τοσαύτη τις εἶχεν αὐτοὺς ἔνδεια . Ἀλλ
τινὰ ἀνθρώπων ἀποφαίνειν εὐδαίμονα . ἐπεὶ καὶ αὐτῷ Ἀλεξάνδρῳ ἡ Ἡφαιστίωνος τελευτὴ οὐ σμικρὰ ξυμφορὰ γεγένητο , ἧς καὶ αὐτὸς
5470216 Ἐγχειριδιῳ
κάτω πάντα : ἐπὶ τῶν τὴν τάξιν μεταστρεφόντων . Μένανδρος Ἐγχειριδίῳ : καὶ ἐν Χήρᾳ : Τὸ λεγόμενον τοῦτ '
πάντα . παροιμία ἐπὶ τῶν τὴν τάξιν μεταστρεφόντων . Μένανδρος Ἐγχειριδίῳ καὶ ἐν Χήρᾳ τὸ λεγόμενον τοῦτ ' ἔστιν νῦν
5464545 ἐπιτροπῳ
τῷ θεῷ συναρέσκει , ᾧ μέχρι νῦν συμβούλῳ τε καὶ ἐπιτρόπῳ ἐμαυτοῦ χρῶμαι . Χαιρεφῶν ὃν τρόπον ὑφ ' ἡμῶν
δὲ ταῖς εὐτυχίαις εὐεργετεῖν δεῖ . Μόνῳ τῷ λόγῳ καθάπερ ἐπιτρόπῳ σώφρονι , παρακαταθετέον ἐν τῷ βίῳ τὴν νεότητα .
5457964 Παπιριος
τριακοσίοις ἀπῳκισμένους σημείοις , τὴν στρατιὰν ἐκίνησαν , ἦς ἀφηγεῖτο Παπίριος Κούρσωρ , τὴν τῆς δικτατωρίας ἔχων ἐξουσίαν . Χρείας
τὴν γῆν ἅμα τῷ νεωτέρῳ Γράκχῳ διανέμειν Φούλβιος Φλάκκος καὶ Παπίριος Κάρβων , ἀμελούντων δὲ τῶν κεκτημένων αὐτὴν ἀπογράφεσθαι κατηγόρους
5456270 συνοικησουσα
, ἐπεί τις αὐτὴν ἤρετο ποῦ πορεύεται ἔφη : Αἰγεῖ συνοικήσουσα τῷ Πανδίονος . Φρύνη δέ ποτε συνδειπνοῦσα γράσωνι ἄρασα
φόνου . αὐτὴ δὲ γαῖαν εἶμι τὴν Ἐρεχθέως , Αἰγεῖ συνοικήσουσα τῶι Πανδίονος . σὺ δ ' , ὥσπερ εἰκός
5455533 Νικοδημου
μεθεστηκότων ταχθεὶς ἐπὶ τὴν πρεσβείαν ἕτερά τε δῶρα παρὰ τοῦ Νικοδήμου καὶ κύλικα θηρικλείαν λαβὼν ἐπανῆκεν . . , :
Προσεποιήσατο : ἀντὶ τοῦ ἀντεποιήσατο : Ἰσαῖος ἐν τῷ κατὰ Νικοδήμου ” οὐδεὶς πώποτε προσεποιήσατο οὐδ ' ἠμφισβήτησε τῆς “
5450594 Στεφανῳ
, σκαιῇ γε μὲν ὑψόθι πολλός . Καὶ δή οἱ Στεφάνῳ παρακέκλιται ἄκρα γένεια : νειόθι δὲ σπείρης μεγάλας ἐπιμαίεο
καὶ πρῶτος μὲν ἀστὴρ δύνει ὁ λαμπρότατος τῶν ἐν τῷ Στεφάνῳ , ἔσχατος δὲ ὁ ἀμαυρότερος καὶ ἔσχατος ὢν τῆς
5449614 Πρωτογενης
Πεισίου καὶ Δῆμος ἔργον Λύσωνος . τοὺς δὲ θεσμοθέτας ἔγραψε Πρωτογένης Καύνιος , Ὀλβιάδης δὲ Κάλλιππον , ὃς Ἀθηναίους ἐς
Λακεδαίμονα συμφοράς . . . . , , . : Πρωτογένης ὁ γραμματικὸς ὀνόματι καλέσας Πραξιτέλην τὸν περιηγητήν οὕτω δὴ
5448106 Ἀδμητον
. Ἁρμοδίου μέλος τὸ εἰς Ἁρμόδιον καὶ Ἀδμήτου τὸ εἰς Ἄδμητον . ἐκ σκολίου τινός ἐστιν . Ἀθηναίοις ⌈ δὲ
μὲν ἄλλας λαμβάνει : Ἄλκηστις δὲ φεύγει εἰς Φερὰς πρὸς Ἄδμητον ἀνεψιὸν αὐτῆς , καὶ καθεζομένην ἐπὶ τῆς ἑστίας οὐκ
5438920 Καρανου
Ἱππολόχου ἐπιστολῆς ἐπιδραμοῦμαί σοι τινὰ διατριβῆς χάριν καὶ ψυχαγωγίας . Καράνου γάμους ἑστιῶντος οἱ μὲν συγκεκλημένοι ἦσαν εἴκοσι , οἷς
Λήναια καὶ Χύτρους θεωρῶν . ἡμεῖς δ ' ἐκ τοῦ Καράνου δείπνου πλοῦτον ἀντὶ μερίδων εὐωχηθέντες νῦν ζητοῦμεν οἳ μὲν
5436650 ἐπηλαλαξεν
ἐφώνει . ἐπηλάλαξεν ] ἐβόησεν . ἐπηλάλαξεν ] ἐφώνει . ἐπηλάλαξεν ] + ἀνεβόησεν . ἐπηλάλαξεν ] ἐκινήθη μετὰ θάρσους
ἤχει , ἐβόα , ἐφώνει . ἐπηλάλαξεν ] ἐβόησεν . ἐπηλάλαξεν ] ἐφώνει . ἐπηλάλαξεν ] + ἀνεβόησεν . ἐπηλάλαξεν
5436014 ἐδολοφονησε
τῆς περὶ τὸν Φιλώταν τιμωρίας τὸν πατέρα τοῦ Φιλώτου Παρμενίωνα ἐδολοφόνησε , τεταγμένον μὲν τῆς Μηδείας ἄρχοντα , πεπιστευμένον δὲ
αὐτὸν πολὺ τῇ δόξῃ προέξειν τοῦ διδασκάλου , τὸν παῖδα ἐδολοφόνησε . θάπτων δ ' αὐτὸν καὶ περικατάληπτος γενόμενος ,
5435231 Καισαρειᾳ
ἐπὶ τῶν ἀντικεῖσθαι πεπιστευμένων . Ταρρακῶνα γάρ φησιν ἀντικεῖσθαι τῇ Καισαρείᾳ τῇ καλουμένῃ Ἰὼλ , τὸν διὰ ταύτης μεσημβρινὸν γράφων
ʹδʹ κϚ ∠ ʹ . Νῆσος δὲ παράκειται τῇ Ἰουλίᾳ Καισαρείᾳ , ὁμώνυμον αὑτῇ πόλιν ἔχουσα , ἧς θέσις .
5434685 Μανασσην
τὴν καρποφόρον μνήμην Ἐφραΐμ , δευτερείων δὲ ἀξιοῖ τὴν ἀνάμνησιν Μανασσῆν . καὶ Μωυσῆς μέντοι τῶν θυόντων τὸ Φασὲκ τοὺς
Ἀσενὲθ , Πεντεφρῆ τοῦ Ἡλιουπόλεως ἱερέως θυγατρὶ , καὶ γεννῆσαι Μανασσῆν καὶ Ἐφραΐμ : καὶ τοῦ λιμοῦ ἐπιγενέσθαι ἔτη βʹ
5434199 συγχωρησαντας
ἀνελόντας τὸν ἄνθρωπον περὶ εὐδαιμονίας ἀνθρώπου ζητεῖν μηδὲ τὸν σπουδαῖον συγχωρήσαντας εἰς τὸ εἴσω ἐπεστράφθαι ἐν ταῖς ἔξωθεν ἐνεργείαις αὐτὸν
ἴσως ἔδει μὴ συγχωρῆσαι , εἰ δύναμις ἦν ὑμῖν , συγχωρήσαντας δὲ μηκέτι τοῖς πεπραγμένος ἐγκαλεῖν . Ἐμοὶ μὲν γὰρ
5427630 Ἀδραστῳ
προσέσχεν αὐτῷ δεομένῳ συμμαχίας ὁ Ἄδραστος , ἢ εἰ τῷ Ἀδράστῳ μήτε ὁ Ἀμφιάραος μήτε ὁ Τυδεὺς μηδὲ τῶν ἄλλων
, πρὶν καί τι διαλεχθῆναι ἔφη : παρὰ μὲν τῷ Ἀδράστῳ , ἄνδρες φίλοι , καθίσαντες οἱ ἀριστεῖς δειπνοῦσιν ,
5426272 Λουσιευς
δὲ ὁ ὑπασπιστὴς ἔχων τὴν ἀσπίδα ἀπέλιπεν : Εὐρύλοχος δὲ Λουσιεὺς [ Ἀρκὰς ] προσέδραμεν αὐτῷ ὁπλίτης , καὶ πρὸ
' ἐκκέοιτο πρὸ τῶν ἐπωνύμων καὶ πάντες ὁρῷεν : Εὐκτήμων Λουσιεὺς ἐγράψατο Δημοσθένη Παιανιέα λιποταξίου . Ἐπώνυμοι δέκα , ἀφ
5422765 κατατεινας
: “ γνώῃ δ ' ἄν τις τὴν ἑαυτοῦ χεῖρα κατατείνας , ὡς ἐπώδυνον τὸ σχῆμα ” . καὶ νῦν
, ἢ θερμῷ πολλῷ λοῦσαι καὶ ἔπειτα κατακλῖναι πρηνέα , κατατείνας δὲ τὰς χεῖρας κατὰ φύσιν προσδῆσαι πρὸς τὸ σῶμα
5420616 κιθαρῳδου
μή ποτ ' ἐπιβὰς κήρυκι τὸν πόδα παρῶ . Κλεῶνος κιθαρῳδοῦ , ὃς ἐκαλεῖτο Βοῦς , ἀκούσας εἶπεν : ὄνος
ἄκρατον τὴν δυστυχίαν . διὸ καὶ περὶ τοῦ Δημοδόκου τοῦ κιθαρῳδοῦ φησιν : ὃν πέρι Μοῦς ' ἐφίλησε , δίδου
5417918 Ἀρτασυρας
τὸν ἄνθρωπον ἀνήιρηκεν . ἤδη δ ' αὐτοῦ τεθνηκότος , Ἀρτασύρας ὁ βασιλέως ὀφθαλμὸς ἔτυχεν ἵππωι παρεξελαύνων . γνωρίσας οὖν
, ὦ Ἀρτασύρα , Κῦρον τεθνηκότα ; θαυμάσας οὖν ὁ Ἀρτασύρας τῶι μὲν εὐνούχωι θαρρεῖν παρεκελεύσατο , καὶ φυλάττειν τὸν
5415132 Ποστομιον
τῶν Ῥωμαίων κρατίστους γενέσθαι , καὶ τὸν ἡγεμόνα αὐτῶν Αὖλον Ποστόμιον Ἄλβον , ὃς ἔσχε τὴν δικτάτορα ἀρχὴν ἐν τῷ
, Μάρκον Φούριον καὶ Λεύκιον Φούριον , ἔτι δὲ Αὖλον Ποστόμιον καὶ Λεύκιον Λοκρήτιον καὶ Μάρκον Φάβιον καὶ Λεύκιον Ποστόμιον
5414370 Διοσκουριδης
διαθήκαις , ἐν ἐκκομιδαῖς , ἐν τάφοις : ὥς φησι Διοσκουρίδης ἐν τοῖς Ἀπομνημονεύμασι . Καὶ τὸ πόλιν δὲ θελῆσαι
λιπαρωτάτου κατὰ τὸ γάλα , . . . . φησι Διοσκουρίδης ἐκ τοῦ προβατείου , ἀλλὰ γίνεται καὶ ἐκ τοῦ
5411134 τιματω
τὸν ὀρφανόν , ὅτι χρὴ τίνειν αὐτὸν τῷ παιδί , τιμάτω τὸ δικαστήριον , ἐὰν δὲ ἀδικίᾳ , πρὸς τῷ
ταὐτὸν καὶ τούτῳ γιγνέσθω : περὶ γὰρ αὖ καὶ τούτου τιμάτω τὸ δικαστήριον ὅτι ἂν αὐτοῖς δεῖν αὐτὸν δόξῃ πάσχειν
5401261 Σχολων
πυρπολεῖν αὐτὰς ἐπεχείρουν , ἀλλὰ τοῦτο αἰσθόμενος ὁ δομέστικος τῶν Σχολῶν ἀπέστειλε διὰ τάχους τοὺς εἵρξοντας αὐτοὺς τῆς ἀτάκτου ὁρμῆς
πρωτοπρόεδρον τιμήσας ἐθνάρχην ἐκπέμπει παραληψόμενον τὸν Βρυέννιον , τῷ τῶν Σχολῶν δομεστίκῳ τῷ Κομνηνῷ κελεύων μὴ εἰσιέναι πρὸς τὴν Κωνσταντινούπολιν
5400475 Λεσβωι
πλέων τὰς προσεχεῖς τῆι ἠπείρωι νήσους ἐπόρθει , προσσχεῖν αὐτὸν Λέσβωι : ἔνθα δὴ καθ ' ἑκάστην τῶν πόλεων αὐτὸν
. Ἑλλάνικος δὲ Βάτειαν αὐτήν φησιν . ἔστιν ἑτέρα ἐν Λέσβωι ἀπὸ Ἀρίσβης τῆς Μάκαρος θυγατρός . Ἔφορος δὲ Μέροπος
5398769 Βιαντος
καί οἱ παῖς Ἀνδροδάμας γίνεται . Πόλυβος δὲ Ταλαῷ τῷ Βίαντος βασιλεύοντι Ἀργείων Λυσιάνασσαν τὴν θυγατέρα ἔδωκε : καὶ ὅτε
τοῖς τεθνηκόσιν κτλ . σημείωσαι τὸν περὶ τῶν ναυτικῶν τοῦ Βίαντος λόγον . ἐρυσίβην . θηρίδιόν τι ἐν τῷ σίτῳ
5398540 Μυρτις
ὁ πρεσβύτερος ἐν ζʹ Μακεδονικῶν καὶ Ἀναξιμένης ἐν Φιλιππικοῖς . Μύρτις : Δημοσθένης ἐν τῷ ὑπὲρ Κτησιφῶντος καταλέγων τοὺς προδεδωκότας
ὑπὲρ Κτησιφῶντος καταλέγων τοὺς προδεδωκότας ἑκάστην πόλιν φησὶν “ Ἀργείους Μύρτις , Τελέδαμος , ” Μνασέας . “ Θεόπομπος δ
5394905 μανδατορων
] κεκινῆσθαι , ταραχθῆναι . προσκεκλήσεσθαί ] ὑπὸ κλητόρων καὶ μανδατόρων διὰ μαρτύρων ἀπαχθήσεσθαι διὰ κλητῆρος ἐλεύσεσθαι εἰς τὸ δικαστήριον
περιπατεῖν , εἰ μὴ τὸν τοῦ μέρους ἄρχοντα καβαλλάριον μετὰ μανδατόρων δύο , καμπιδουκτόρων δύο , στράτορος ἑνὸς καὶ σπαθαρίου
5390295 Τοξεα
. : Κρεώφυλος δὲ βʹ , Ἀριστοκράτης δὲ γʹ , Τοξέα , Κλύτιον , Δηίονα . . . . :
τήν τε πόλιν εἷλε καὶ τοὺς Εὐρύτου παῖδας ἀπέκτεινε , Τοξέα καὶ Μολίονα καὶ Κλυτίον . λαβὼν δὲ καὶ τὴν
5389740 εὐδοξειν
μόσχου ῥῖνας ἔχει . τὸν δ ' ἀπὸ τούτου ἀλειφόμενον εὐδοξεῖν . εὐδοξεῖν δὲ καὶ ἐάν τις τοῦ ἐλειοχρύσου τῷ
φυλάττου , ἔφη , ὦ Γλαύκων , ὅπως μὴ τοῦ εὐδοξεῖν ἐπιθυμῶν εἰς τοὐναντίον ἔλθῃς . ἢ οὐχ ὁρᾷς ὡς
5389379 πολεμαρχει
βωμὸν βαστάζειν τὰς ἐπινοίας . Ἐν δὲ διχοστασίῃ καὶ Ἀνδροκλέης πολεμαρχεῖ . Ἤτοι τέθνηκεν ἢ διδάσκει γράμματα . Εἰ μὴ
ἐπὶ τῶν μεγάλοις ἐπιχειρούντων . Ἐν δὲ διχοστασίῃ καὶ Ἀνδροκλῆς πολεμαρχεῖ : ἐπὶ τῶν εὐτελῶν μὲν , διὰ δέ τινα
5386111 μεθυσας
, καὶ ταύτῃ μηδὲ τὰς πύλας ἔχειν παρεγγυησάμενος κεκλεισμένας , μεθύσας τε τὸν δῆμον , ἐκ συνθήματος κατὰ τὴν αὐτὴν
αὖθις δὲ ἐλθὼν εἰς Χίον Μερόπην τὴν Οἰνοπίωνος ἐμνηστεύσατο . μεθύσας δὲ Οἰνοπίων αὐτὸν κοιμώμενον ἐτύφλωσε καὶ παρὰ τοῖς αἰγιαλοῖς
5384242 Πτοιοδωρος
πριάμενος γὰρ φάρμακον ἀνέπεισα τὸν οἰνοχόον , ἐπειδὰν τάχιστα ὁ Πτοιόδωρος αἰτήσῃ πιεῖν , πίνει δὲ ἐπιεικῶς ζωρότερονἐμβαλόντα εἰς κύλικα
, Θεσσαλοῦ Ξενοφῶν . Πτοιοδώρῳ σὺν πατρί : Τερψίου ἀδελφὸς Πτοιόδωρος , καὶ Τερψίου μὲν παῖδες Ἐρίτιμος καὶ Ναμερτίδας ,
5381250 ὀψαματα
εἴπερ σε καὶ τὸ καῦμα ἐκλύει περὶ τὴν δείλην ; ὀψαμᾶτα : ὁ μέχρις ὀψὲ θερίζων καὶ μὴ ἐνδούς .
: ὁ μέχρις ὀψὲ θερίζων καὶ μὴ ἐνδούς . Μίλων ὀψαμᾶτα : τουτέστι μέχρι ὀψίας θερίζων καὶ κακοπαθῶν καὶ μὴ
5380952 Φιλισκος
ἐν τῷ Ἀλφειῷ νυχθῆναι καλάμῳ καὶ οὕτω τελευτῆσαι . : Φίλισκος Αἰγινήτης ὁ διδάξας γράμματα Ἀλέξανδρον τὸν Μακεδόνα . αὐτὸς
ἐν τῷ Ἀλφειῷ νυχθῆναι καλάμῳ καὶ οὕτω τελευτῆσαι . : Φίλισκος Αἰγινήτης ὁ διδάξας γράμματα Ἀλέξανδρον τὸν Μακεδόνα . αὐτὸς
5379230 Ῥωμον
αὐτοῖς ὄνομα τίθεται , τῷ μὲν Ῥωμύλον , τῷ δὲ Ῥῶμον . Οἱ δὲ ἀνδρωθέντες γίνονται κατά τε ἀξίωσιν μορφῆς
, ἀπῄει πρῶτος εἰς τὴν πόλιν . οἱ δὲ τὸν Ῥῶμον ἄγοντες ἐπειδὴ κατέστησαν ἐπὶ τὸν βασιλέα , τάς τε
5374110 Σερουιον
δ ' Αἰκανοὺς ἄγειν τὴν στρατιὰν τὸν ἕτερον τῶν ὑπάτων Σερούιον Φούριον : καὶ ἐγίνετο ταχεῖα ἀμφοῖν ἡ ἔξοδος .
ἀμφοτέρους ἐπιχειρήματα ἐπὶ ταῖς δυσμαῖς ὄντας ἤδη τοῦ βίου ; Σερούιον μὲν Τύλλιον τὸν ἐπιεικέστατον τῶν βασιλέων καὶ πλεῖστα ὑμᾶς
5367165 προθυρῳ
ἀγγέλλοντα ὅτι ” Σωκράτης οὗτος ἀναχωρήσας ἐν τῷ τῶν γειτόνων προθύρῳ ἕστηκεν , κἀμοῦ καλοῦντος οὐκ ἐθέλει εἰσιέναι . “
γένοιτο , ἀλλὰ διαπερανάμενοι οὕτως ἐσίοιμεν , στάντες ἐν τῷ προθύρῳ διελεγόμεθα ἕως συνωμολογήσαμεν ἀλλήλοις . δοκεῖ οὖν μοι ,
5366538 οἰκτισαμενος
ἀναφερομένων πρὸς τὸ εἶναι . καίτοι καὶ τοῦτον ἐλεήσας καὶ οἰκτισάμενος τοῦ πολλοῦ πλάνου μεταδιδάσκειν οἴεται δεῖν καὶ ἀναπείθειν ἀποστῆναι
[ ] ς Μηδείας μνηστῆρας αὐ [ ] ! υς οἰκτισάμενος αὖθις παρ [ τὴν ] θεὸν ἐχθρῶς διακειμένην ?
5365748 Καθαρμους
. , , : ἐκ δὲ τῆς Φαιστοῦ τὸν τοὺς Καθαρμοὺς ποιήσαντα διὰ τῶν ἐπῶν Ἐπιμενίδην φασὶν εἶναι . .
τῶν Σιμωνίδου τινὰς ἰάμβων ὑποκρίνεσθαι . τοὺς δ ' Ἐμπεδοκλέους Καθαρμοὺς ἐραψῴδησεν Ὀλυμπίασι Κλεομένης ὁ ῥαψῳδός , ὥς φησιν Δικαίαρχος
5365650 ἐρυθριων
, ἐπεὶ μηδὲ ἰδεῖν αὐτὴν ἠνειχόμην , οὕτω μεγάλην οὖσαν ἐρυθριῶν . ὡς δὲ ἔδει τῶν κεράμων ἕνα πέμψαι φίλῳ
τούτου γὰρ καὶ ὁ στρατιώτης ὑπήκοος γενήσεται τῷ ἄρχοντι , ἐρυθριῶν αὐτόν , καὶ τοῦ πρακτέου περιγίνεται . Τὰ παρὰ
5363001 ἠγωνιζετο
τὸν . . . ὀμνύει , ὅτι . . . ἠγωνίζετο τὸν Διόνυσον ] τὸν ἔφορον τοῦ οἴνου . .
καρπὸν τῶν μήλων λέγει , καθὰ καὶ Μίλων ῥοιὰν ἔχων ἠγωνίζετο . τὸ λυσσᾶν ἴδιον τῶν κυνῶν : ἀλλ '
5359599 ἀνειπεν
' αὐτοῦ καὶ Ἱππῶναξ εἰπών : καὶ Μύσων ὃν Ὡπόλλων ἀνεῖπεν ἀνδρῶν σωφρονέστατον πάντων . Ἀριστόξενος δέ φησιν ἐν τοῖς
Πλάτων δ ' ἀντὶ Περιάνδρου . περὶ αὐτοῦ δὴ τάδε ἀνεῖπεν ὁ Πύθιος : Οἰταῖόν τινα φημὶ Μύσων ' ἐνὶ
5358218 κυνηγεσιῳ
Νομήτορα ὁ Ἀμούλιος ἐξήλασε καὶ Αἰγέστην τὸν Νομήτορος υἱὸν ἐν κυνηγεσίῳ ἀναιρεῖ , τὴν δὲ ἀδελφὴν Αἰγέστου , θυγατέρα δὲ
, : Μνασέας δέ φησιν ὑπὸ Ταντάλου ἡρπάσθαι καὶ ἐν κυνηγεσίῳ ἀναιρεθῆναι : Δωσιάδης δὲ ὑπὸ Μίνω : καὶ ὁ
5357093 ὑπεξερχεται
βασάνοις γένηται , φθάσας ἀποδιδράσκει καὶ νυκτὸς ἐπελθούσης τῆς πόλεως ὑπεξέρχεται . τὸν δὲ Σωσθένην εἰς τὴν εἱρκτὴν ἐκέλευσαν οἱ
ἢ ἄλλο γέ τι τῶν τοιούτων , εἴπερ ἀεὶ λέγοντος ὑπεξέρχεται ἅτε δὴ ῥέον ; Τί δὲ περὶ αἰσθήσεως ἐροῦμεν
5357082 Γλαυκιππον
' ὁ ῥήτωρ ἐκ τῆς πατρῴας οἰκίας τὸν υἱὸν ἀποβαλὼν Γλαύκιππον , Μυρρίνην τὴν πολυτελεστάτην ἑταίραν ἀνέλαβε : καὶ ταύτην
, Ἀλφίνουν δὲ ἀνεψιὸν ὄντα αὐτῷ , ἢ ὥς τινες Γλαύκιππον τὸν υἱὸν διὰ Φιλοπείθους τινὸς ἰατροῦ λαβόντα ἐξουσίαν τοῦ
5356675 Καπιτων
. ὁ πολίτης Ἀλινδεύς . Ἀλίμαλα , χωρίον Λυκίας . Καπίτων ἐν Ἰσαυρικῶν δευτέρῳ . οἱ ἐνοικοῦντες Ἀλιμαλεῖς . Ἀλίνδοια
δευτέρῳ . Σύμβρα , οὐδετέρως , Φρυγίας φρούριον , ὡς Καπίτων ἐν Ἰσαυρικῶν δευτέρῳ . τὸ ἐθνικὸν Συμβριανός . Σύμη

Back