ἑαυτοῦ . Λέγεται γὰρ οὖν δὴ ταῦτα οὕτω γίγνεσθαι . Κατὰ τὸν αὐτὸν τοίνυν λόγον ἔοικε καὶ νῦν ἡμῖν τὰ
οὐδὲ ἓν ῥῆμα , ὥστε θαυμάζειν τὸν ἡγεμόνα λίαν . Κατὰ δὲ ἑορτὴν εἰώθει ὁ ἡγεμὼν ἀπολύειν ἕνα τῷ ὄχλῳ
, καὶ ἔλαιον διδόντας σὺν τοῖς ἀφεψήμασιν ἐμεῖν ἀναγκαστέον . Κατὰ δὲ τῆς πληγῆς μετὰ τὸν ἐκμυζησμὸν καὶ τὸν κατασχασμὸν
φυλακὴν καὶ τοὺς πόδας ἠσφαλίσατο αὐτῶν εἰς τὸ ξύλον . Κατὰ δὲ τὸ μεσονύκτιον Παῦλος καὶ Σίλας προσευχόμενοι ὕμνουν τὸν
7039471 Κατ
. ἀπὸ τοῦ : Ἀπὸ τίνος . ἀπὸ Πανός : Κατ ' ἐρώτησιν . οὐκ . ἀλλ ' ἀρχὰ μέν
Ἰησοῦ τὰ πρὸς τὸν θεόν : οὐ γὰρ τολμήσω τι λαλεῖν ὧν οὐ κατειργάσατο Χριστὸς δι ' ἐμοῦ εἰς ὑπακοὴν
* προδοὺς Ναύπακτον ἀργύριον λαβών ἀγορᾶς ἄγαλμα ξενικὸν ἐμπορεύεται . Κατ ' ἐπεισόδιον μεταβάλλω τὸν λόγον , ὡς ἂν καιναῖσι
οἴκῳ τοὺς ἰδίους ἄνδρας ἐπερωτάτωσαν , αἰσχρὸν γάρ ἐστιν γυναικὶ λαλεῖν ἐν ἐκκλησίᾳ . ἢ ἀφ ' ὑμῶν ὁ λόγος
5748932 ψηφισματι
εἶναι . Ἔπειτα ἀναφαίνεται περὶ ἅπαντ ' ὢν ἐν τῷ ψηφίσματι πρὸς τῷ κλέμματι , γράψας καὶ τὰ πέντε τάλαντα
κυρίου αὐτοῦ οὐδὲ ἀπόστολος μείζων τοῦ πέμψαντος αὐτόν . εἰ ταῦτα οἴδατε , μακάριοί ἐστε ἐὰν ποιῆτε αὐτά . οὐ
ἐννέα ἄρχοντας ψήφισμα : ὃ ἔγραψε Περικλῆς ἐν ᾧ : ψηφίσματι αὐτούς : τοὺς Μεγαρεῖς τοῖς λιμέσι : οὐ τοῦ
ἄμεμπτος . [ ἀλλὰ ] ἅτινα ἦν μοι κέρδη , ταῦτα ἥγημαι διὰ τὸν Χριστὸν ζημίαν . ἀλλὰ μενοῦνγε καὶ
5593782 Θουκυδιδου
. ἔτι δὲ εἶπεν Ἡροδότου τὰ Περσικά : τὰ δὲ Θουκυδίδου τὰ Πελοποννησιακά : τὰ δὲ Ξενοφῶντος αἱ Ἑλληνικαί :
ὑμεῖς νῦν κατοικεῖτε , καὶ οὐκ ἔδωκεν αὐτῷ κληρονομίαν ἐν αὐτῇ οὐδὲ βῆμα ποδός , καὶ ἐπηγγείλατο δοῦναι αὐτῷ εἰς
γραμματικός τις Ἀρεθούσιος ἔφασκε χρῆσθαι αὐτῷ Φύλαρχον : ὃς οὐδὲ Θουκυδίδου λέγοντος ἤκουσε „ καθὸ δεῖ εἰς Σικελίαν πλεῖν „
: ὅταν ἔλθῃ ἐκεῖνος , ἀναγγελεῖ ἡμῖν ἅπαντα . λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς , Ἐγώ εἰμι , ὁ λαλῶν σοι
5590003 κατα
συνεισενεγκεῖν . καὶ οὐ διὰ τοῦτο μάχεται Πλάτων τῷ Παρμενίδῃ κατά γε τὸ ἀληθέστατον , ἀλλ ' εἰσὶν ἄμφω μὲν
: γέγραπται γὰρ ὅτι Ἄρχοντα τοῦ λαοῦ σου οὐκ ἐρεῖς κακῶς . Γνοὺς δὲ ὁ Παῦλος ὅτι τὸ ἓν μέρος
ἀνθρώπου . εἰ οὖν αἱ οὐσίαι καὶ τὰ οὐσιωδῶς λεγόμενα κατά τινων οὐ διὰ τοῦτο ἐξ ἀνάγκης καὶ ταὐτὰ ἐκείνοις
ὅλην τὴν περίχωρον ἐκείνην , καὶ προσήνεγκαν αὐτῷ πάντας τοὺς κακῶς ἔχοντας , καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα μόνον ἅψωνται τοῦ
5463818 Νοστων
λόφον Ἀντηνοριδῶν ἐπικεκλημένον . . : Λυσίμαχος ἐν πρώτῳ τῶν Νόστων οὕτω πως λέγει : Γλαῦκος , Ἀκάμας , Ἱππόλοχος
οὖν ὁ Ἰησοῦς πρὸς αὐτόν , Ἐὰν μὴ σημεῖα καὶ τέρατα ἴδητε , οὐ μὴ πιστεύσητε . λέγει πρὸς αὐτὸν
Ἀλεξάνδρου καὶ Ἑλένης γεγενῆσθαί φησι Λυσίμαχος ἐν ια τῶν ἐπιγραφομένων Νόστων . τὸ δὲ αὐτό φησι καὶ Δεινίας ὁ Ἀργολικὸς
μαρτυροῦντι τῷ λόγῳ τῆς χάριτος αὐτοῦ , διδόντι σημεῖα καὶ τέρατα γίνεσθαι διὰ τῶν χειρῶν αὐτῶν . ἐσχίσθη δὲ τὸ
5461054 Δημοσθενους
; ἀδύνατον ἀντειπεῖν . Λέγε δὴ πάλιν ὃ Δημοσθένης κατὰ Δημοσθένους ἔγραψε . προσέχετ ' ὦ ἄνδρες . Ἡ βουλὴ
περὶ μιᾶς ταύτης φωνῆς ἧς ἐκέκραξα ἐν αὐτοῖς ἑστὼς ὅτι Περὶ ἀναστάσεως νεκρῶν ἐγὼ κρίνομαι σήμερον ἐφ ' ὑμῶν .
δὲ ταῦτα πρεσβύτερα τῆς Δεινάρχου ἀκμῆς . ὁ μὲν γὰρ Δημοσθένους περὶ τοῦ ὀνόματος λόγος , ἐν ᾧ τούτων μέμνηται
ἐκλήθη , ἀδελφοί , ἐν τούτῳ μενέτω παρὰ θεῷ . Περὶ δὲ τῶν παρθένων ἐπιταγὴν κυρίου οὐκ ἔχω , γνώμην
5440238 Δειναρχος
ἔλεγον δ ' οἱ ποιηταὶ καὶ φιλόστροφον τὸν εὐμετάβολον , Δείναρχος δὲ καὶ φιλοπόνηρον , ἢ ὡς Φιλωνίδης φιλομόχθηρον ,
ὁ παῖς μου . καὶ γὰρ ἐγὼ ἄνθρωπός εἰμι ὑπὸ ἐξουσίαν τασσόμενος , ἔχων ὑπ ' ἐμαυτὸν στρατιώτας , καὶ
, ἑτέραν δὲ καθ ' ὑπωμοσίαν ἑκάστην . Παραφρυκτωρεῖν : Δείναρχος ἐν τῇ κατὰ Δεινίου ἐνδείξει . τὸ τοῖς φρυκτοῖς
τὸ μὴ ἐπιβαρῆσαί τινα ὑμῶν : οὐχ ὅτι οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν , ἀλλ ' ἵνα ἑαυτοὺς τύπον δῶμεν ὑμῖν εἰς
5413553 ἐγραψε
Πυλάδηι γὰρ συνώικησεν Ὀρέστου δόντος . Ἑλλάνικος δὲ καὶ τάδε ἔγραψε : Μέδοντα καὶ Στρόφιον γενέσθαι Πυλάδηι παῖδας ἐξ Ἠλέκτρας
παρὰ τοῦ θεοῦ πᾶν ῥῆμα . εἶπεν δὲ Μαριάμ , Ἰδοὺ ἡ δούλη κυρίου : γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά
. ὅτε δὲ τὸν Πεισίστρατον ἔμαθεν ἤδη τυραννεῖν , τάδε ἔγραψε πρὸς τοὺς Ἀθηναίους : εἰ δὲ πεπόνθατε δεινὰ δι
πᾶσαι καὶ ἐκάθευδον . μέσης δὲ νυκτὸς κραυγὴ γέγονεν , Ἰδοὺ ὁ νυμφίος , ἐξέρχεσθε εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ . τότε
5396181 ἐπιγραφεται
ἀντιλέγεσθαί φησιν ὡς Ἐπιγένους . ἐν ἐνίοις δὲ καὶ πληθυντικῶς ἐπιγράφεται Τριαγμοί , καθὰ Δημήτριος ὁ Σκήψιος καὶ Ἀπολλωνίδης ὁ
νεανίσκος τὸν λόγον ἀπῆλθεν λυπούμενος , ἦν γὰρ ἔχων κτήματα πολλά . Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ,
Τριαγμὸν ἐπιγραφόμενον . . . ἐν ἐνίοις δὲ καὶ πληθυντικῶς ἐπιγράφεται Τριαγμοί , καθὰ Δημήτριος ὁ Σκήψιος καὶ Ἀπολλωνίδης ὁ
καὶ ταῖς προσευχαῖς . Ἐγίνετο δὲ πάσῃ ψυχῇ φόβος , πολλά τε τέρατα καὶ σημεῖα διὰ τῶν ἀποστόλων ἐγίνετο .
5370578 ἀναγραφει
. : Ἀπολλόδωρος δὲ ἐν τῇ περὶ ἑταιρῶν , δύο ἀναγράφει Φρύνας γεγονέναι : ὧν τὴν μὲν ἐπικαλεῖσθαι κλαυσιγέλωτα ,
οὐκέτι ὡς δοῦλον ἀλλὰ ὑπὲρ δοῦλον , ἀδελφὸν ἀγαπητόν , μάλιστα ἐμοί , πόσῳ δὲ μᾶλλον σοὶ καὶ ἐν σαρκὶ
πεδίον τῆς Σκυθίας . τῆς δὲ Σκυθίας ἔθνη νε Τιμῶναξ ἀναγράφει ἐν πρώτωι Περὶ Σκυθῶν . κατὰ δὲ τὸ τῶν
οὐκ ἔχω : διὸ προήγαγον αὐτὸν ἐφ ' ὑμῶν καὶ μάλιστα ἐπὶ σοῦ , βασιλεῦ Ἀγρίππα , ὅπως τῆς ἀνακρίσεως
5300057 περιεχει
δοθέντων παραγινόμενον ἐφαπτόμενον δὲ ἑκάστης τῶν δεδομένων γραμμῶν . αὕτη περιέχει προβλημάτων ἤδη τὸ πλῆθος ἕξ : ἐκ τριῶν γὰρ
καταντήσω εἰς τὴν ἐξανάστασιν τὴν ἐκ νεκρῶν . Οὐχ ὅτι ἤδη ἔλαβον ἢ ἤδη τετελείωμαι , διώκω δὲ εἰ καὶ
ἐπάγειν ἀσύμφορον . Τὸ δὲ προγύμνασμα τοῦτο πᾶσαν ἐν ἑαυτῷ περιέχει τὴν τῆς τέχνης ἰσχύν . Ποιηταῖς μὲν ἀντερεῖν ἄλογον
τῷ λόγῳ ὃν εἶπεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς καὶ ἐπορεύετο . ἤδη δὲ αὐτοῦ καταβαίνοντος οἱ δοῦλοι αὐτοῦ ὑπήντησαν αὐτῷ λέγοντες
5274328 Τιμαρχος
εὐθυδικίαν ἔχειν , παραγραφὴν δὲ ἡ μετάληψις : οἷον ἐγράψατο Τίμαρχος Αἰσχίνην παραπρεσβείας : καὶ παραγράφεται αὐτὸν κατὰ τὸν νόμον
ἐλήλυθεν γὰρ Ἰωάννης ὁ βαπτιστὴς μὴ ἐσθίων ἄρτον μήτε πίνων οἶνον , καὶ λέγετε , Δαιμόνιον ἔχει : ἐλήλυθεν ὁ
δύναται , μὴ πρότερον ἀπολογησάμενος : καὶ ὅτι μὲν ὁ Τίμαρχος κατηγόρησε , παντί τῳ δῆλον : ἔκ τε τῶν
κιννάμωμον καὶ ἄμωμον καὶ θυμιάματα καὶ μύρον καὶ λίβανον καὶ οἶνον καὶ ἔλαιον καὶ σεμίδαλιν καὶ σῖτον καὶ κτήνη καὶ
5255985 παραπρεσβειας
ψευδεγγραφῆς , ψευδοκλητείας , ξενίας , δωροξενίας , παρανόμων , παραπρεσβείας : δοκιμασία , εὔθυνα , προβολή , φάσις ,
ἔκκοψον αὐτὸν καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ : καλόν σοί ἐστιν εἰσελθεῖν εἰς τὴν ζωὴν κυλλὸν ἢ χωλόν , ἢ δύο
διορᾷ τοῦ πράγματος , ὅπερ καὶ Δημοσθένης πεποίηκεν ἐν τῷ παραπρεσβείας : καὶ γὰρ ἀνεκεφαλαιοῦτο ἐν μέσοις καὶ τὰς αὐξητικὰς
τὸν λόγον , ὥστε μηκέτι αὐτὸν δύνασθαι φανερῶς εἰς πόλιν εἰσελθεῖν , ἀλλ ' ἔξω ἐπ ' ἐρήμοις τόποις ἦν
5253180 γεγραφως
ἐντόπιον γεγραφὼς ἱστορίαν ἑνιαίαν : τέταρτος ἱστορικός , τὴν Πύρρου γεγραφὼς στρατείαν εἰς Ἰταλίαν καὶ Σικελίαν , ἀλλὰ καὶ ἐπιτομὴν
ἀλλὰ τῇ ταπεινοφροσύνῃ ἀλλήλους ἡγούμενοι ὑπερέχοντας ἑαυτῶν , μὴ τὰ ἑαυτῶν ἕκαστος σκοποῦντες , ἀλλὰ καὶ τὰ ἑτέρων ἕκαστοι .
, γεγραμμένος περὶ Ἀρσινόης ἀποθανούσης . τέταρτος φιλόσοφος , ἐλεγείαν γεγραφὼς οὐκ ἐπιτυχῶς . ἴδιον δέ : ποιηταὶ μὲν γὰρ
ὅταν μετασταθῶ ἐκ τῆς οἰκονομίας δέξωνταί με εἰς τοὺς οἴκους ἑαυτῶν . καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα ἕκαστον τῶν χρεοφειλετῶν τοῦ κυρίου
5249721 Φιλιστος
. Ἀρβέλη , πόλις Σικελίας . τὸ ἐθνικὸν Ἀρβελαῖος , Φίλιστος Σικελικῶν ὀγδόῃ . Ἄρβηλα , πόλις Περσική , ἀπὸ
δίδραχμα ; λέγει , Ναί . καὶ ἐλθόντα εἰς τὴν οἰκίαν προέφθασεν αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων , Τί σοι δοκεῖ
. Ἐρβησσός , Σικελίας πόλις . τὸ ἐθνικὸν Ἐρβησσῖνος . Φίλιστος Σικελικῶν βʹ . Ἕρβιτα , πόλις Σικελίας , Ἔφορος
πότε ὁ καιρός ἐστιν . ὡς ἄνθρωπος ἀπόδημος ἀφεὶς τὴν οἰκίαν αὐτοῦ καὶ δοὺς τοῖς δούλοις αὐτοῦ τὴν ἐξουσίαν ,
5230461 Παιανιευς
Οἰνῇδος , Κτησιφῶν Λεωσθένους Ἀναφλύστιος εἶπεν : ἐπειδὴ Δημοσθένης Δημοσθένους Παιανιεὺς γενόμενος ἐπιμελητὴς τῆς τῶν τειχῶν ἐπισκευῆς καὶ προσαναλώσας εἰς
βλαστᾷ καὶ μηκύνηται ὡς οὐκ οἶδεν αὐτός . αὐτομάτη ἡ γῆ καρποφορεῖ , πρῶτον χόρτον , εἶτεν στάχυν , εἶτεν
πρυτανευούσης Λεοντίδος , Ἀριστόνικος Φρεάρριος εἶπεν : ἐπειδὴ Δημοσθένης Δημοσθένους Παιανιεὺς πολλὰς καὶ μεγάλας χρείας παρέσχηται τῷ δήμῳ τῷ Ἀθηναίων
τὸ δρέπανον αὐτοῦ ἐπὶ τὴν γῆν , καὶ ἐθερίσθη ἡ γῆ . Καὶ ἄλλος ἄγγελος ἐξῆλθεν ἐκ τοῦ ναοῦ τοῦ
5204214 ὀγδοῳ
φησί . Φάλανθος , ὄρος καὶ πόλις Ἀρκαδίας . Παυσανίας ὀγδόῳ . ἀπὸ Φαλάνθου . τὸ ἐθνικὸν Φαλάνθιος , ὡς
ἐκπορεύεται ; καθαρίζων πάντα τὰ βρώματα . ἔλεγεν δὲ ὅτι Τὸ ἐκ τοῦ ἀνθρώπου ἐκπορευόμενον ἐκεῖνο κοινοῖ τὸν ἄνθρωπον :
τῶν ὑγρῶν εἴη ἂν καὶ μάρις , Ἀριστοτέλους ἐν τῷ ὀγδόῳ περὶ ζῴων ἱστορίας εἰπόντος οἴνου πέντε μάρεις . ἔστι
το πῶς ἔκαστον διλῆ . Ἄκουσον , δικαιἐ Ἰωάννη : Τὸ προκήμενον ψάλλει Δάδ προἔρχεται τὸ πνευμά σου τῷ ἀγίῳ
5177096 συγγραφευς
τῶν τραχειῶν ἀρτηριῶν τῶν ἐν αὐτῷ . ὥς φησιν ὁ συγγραφεὺς ἐν τῷ τετάρτῳ τῆς διαγνωστικῆς : συμβέβηκε Θεοφίλῳ τῷ
τὸν νόμον , μαρτυρούμενος ὑπὸ πάντων τῶν κατοικούντων Ἰουδαίων , ἐλθὼν πρός με καὶ ἐπιστὰς εἶπέν μοι , Σαοὺλ ἀδελφέ
. : Τέως . . . . γέγονε δὲ καὶ συγγραφεὺς Ἑκαταῖος ἐκ τῆς αὐτῆς πόλεως . . . ,
αὐτῷ λέγων ὅτι Ἡ θυγάτηρ μου ἄρτι ἐτελεύτησεν : ἀλλὰ ἐλθὼν ἐπίθες τὴν χεῖρά σου ἐπ ' αὐτήν , καὶ
5138652 Φιλιππικῳ
Ἱπποθωντίδος , ὥς φησι Διόδωρος . Ἐρυθραῖοι : Δημοσθένης ἐν Φιλιππικῷ ηʹ . πόλις ἐν Ἰωνίᾳ Ἐρυθρὰ , μία τῶν
ἐπελάθοντο λαβεῖν ἄρτους , καὶ εἰ μὴ ἕνα ἄρτον οὐκ εἶχον μεθ ' ἑαυτῶν ἐν τῷ πλοίῳ . καὶ διεστέλλετο
εἰσάξειν , εἰσδέξεσθαι : Ἀ . καὶ Δημοσθένης ἐν ηʹ Φιλιππικῷ . . ἔμβραχυ ἀντὶ τοῦ ἁπλῶς καὶ ἐν κεφαλαίῳ
ὁ ἡγεμὼν ἀπολύειν ἕνα τῷ ὄχλῳ δέσμιον ὃν ἤθελον . εἶχον δὲ τότε δέσμιον ἐπίσημον λεγόμενον [ Ἰησοῦν ] Βαραββᾶν
5125528 ἱστορικον
δοκεῖς λέγειν , ἔφην . . : Ἀνεγνώσθη Κεφαλίωνος σύντομον ἱστορικόν . Ἄρχεται ἀπὸ τῆς βασιλείας Νίνου καὶ Σεμιράμεως ,
, οὐκ ἔχεις μέρος μετ ' ἐμοῦ . λέγει αὐτῷ Σίμων Πέτρος , Κύριε , μὴ τοὺς πόδας μου μόνον
ὡμολόγηται τυγχάνειν , οὐκ ἂν εἴη τῆς γραμματικῆς μέρος τὸ ἱστορικόν . καὶ ὅτι τῷ ὄντι τοιοῦτόν ἐστιν , αὐτόθεν
ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς τῷ Πέτρῳ , Ὁ κύριός ἐστιν . Σίμων οὖν Πέτρος , ἀκούσας ὅτι ὁ κύριός ἐστιν ,
5120727 Κορινθιος
ἐστίν : Δείναρχος ὁ ῥήτωρ υἱὸς μὲν ἦν Σωστράτου , Κορίνθιος δὲ τὸ γένος , ἀφικόμενος δὲ εἰς Ἀθήνας ,
ἐξορύξαντες χαλῶσι τὸν κράβαττον ὅπου ὁ παραλυτικὸς κατέκειτο . καὶ ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν λέγει τῷ παραλυτικῷ ,
, οἱ περὶ τὸν Γλαῦκον . λέγεται δὲ καὶ οὗτος Κορίνθιος . πῶς δὲ Κορίνθιος ; οὐ μόνον ἡ τοῦ
τῷ κλινιδίῳ εἰς τὸ μέσον ἔμπροσθεν τοῦ Ἰησοῦ . καὶ ἰδὼν τὴν πίστιν αὐτῶν εἶπεν , Ἄνθρωπε , ἀφέωνταί σοι
5119219 Τιμοκρατους
ἐπιτρόπων τοῖς ὑπὲρ τῶν ὀρφανῶν ἐπεξιοῦσι διδομένη : Δημοσθένης κατὰ Τιμοκράτους καὶ Λυσίας ἔν τε τῷ περὶ τοῦ Ἡγησάνδρου κλήρου
ἐργάζομαι . διὰ τοῦτο οὖν μᾶλλον ἐζήτουν αὐτὸν οἱ Ἰουδαῖοι ἀποκτεῖναι , ὅτι οὐ μόνον ἔλυεν τὸ σάββατον ἀλλὰ καὶ
ἄνθρωποι ὀχοῦνται , οὕτως ἐκαλεῖτο . Ἀστυνόμος : Δημοσθένης κατὰ Τιμοκράτους . δέκα φησὶν εἶναι τοὺς ἀστυνόμους Ἀριστοτέλης ἐν τῇ
καὶ ἐδόθη αὐτοῖς ἐξουσία ἐπὶ τὸ τέταρτον τῆς γῆς , ἀποκτεῖναι ἐν ῥομφαίᾳ καὶ ἐν λιμῷ καὶ ἐν θανάτῳ καὶ
5101240 τριτῳ
πόλις Λιβύης . τὸ ἐθνικὸν Γιλδίτης , ὡς Ἀλέξανδρος ἐν τρίτῳ Λιβυκῶν . Γιλιγάμαι , ἔθνος Λιβύης . Ἡρόδοτος τετάρτῳ
ἀκούει . ἐκ τοῦ αἰῶνος οὐκ ἠκούσθη ὅτι ἤνοιξέν τις ὀφθαλμοὺς τυφλοῦ γεγεννημένου : εἰ μὴ ἦν οὗτος παρὰ θεοῦ
δὲ ἀπέστη τὸ μ καὶ προσῆλθε τὸ τ ἐν τῷ τρίτῳ , εἰς τὸ ἀντίστοιχον π μεταβέβληται τὸ φ διὰ
ὁ θερισμὸς ἔρχεται ; ἰδοὺ λέγω ὑμῖν , ἐπάρατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ θεάσασθε τὰς χώρας ὅτι λευκαί εἰσιν πρὸς
5097704 Ὑπεριδης
εἰσιν , οὕτω καὶ τοῖς ἀδικουμένοις οἱ νόμοι . „ Ὑπερίδης ἔφη δεῖν τὸν ἀγαθὸν ἐπιδείκνυσθαι ἐν μὲν τοῖς λόγοις
. ἐρεῖς οὖν , Ἐξεκλάσθησαν κλάδοι ἵνα ἐγὼ ἐγκεντρισθῶ . καλῶς : τῇ ἀπιστίᾳ ἐξεκλάσθησαν , σὺ δὲ τῇ πίστει
: τριπλῆ δὲ οὕτως : ἀποφαινομένων περὶ συμμαχίας ἑκατέρων γνώμας Ὑπερίδης γράφει μηδ ' ἑτέρῳ συμμαχεῖν : ἐν ἐνίοις μὲν
ἐν πᾶσιν . διάκονοι ἔστωσαν μιᾶς γυναικὸς ἄνδρες , τέκνων καλῶς προϊστάμενοι καὶ τῶν ἰδίων οἴκων : οἱ γὰρ καλῶς
5094407 Πυθιαδα
: γέγραπται μὲν ἡ ᾠδὴ τῷ προκειμένῳ νικήσαντι τὴν λγʹ Πυθιάδα διαύλῳ . οὐκ εἰς τὴν τοῦ διαύλου δὲ νίκην
. Πᾶς οὖν ὅστις ἀκούει μου τοὺς λόγους τούτους καὶ ποιεῖ αὐτοὺς ὁμοιωθήσεται ἀνδρὶ φρονίμῳ , ὅστις ᾠκοδόμησεν αὐτοῦ τὴν
οὔσης , ὥστε πάντη τε καὶ πάντως μετὰ τὴν ὕστερον Πυθιάδα , ἥτις γέγονε περὶ τὴν οεʹ Ὀλυμπιάδα , συντετάχθαι
Μωϋσῆς δέδωκεν ὑμῖν τὸν νόμον ; καὶ οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ποιεῖ τὸν νόμον . τί με ζητεῖτε ἀποκτεῖναι ; ἀπεκρίθη
5084076 Ἀριστειδου
' αὐτὴν διαβῆναι διανοούμενος . βουλῆι δὲ Θεμιστοκλέους Ἀθηναίου καὶ Ἀριστείδου , τοξόται μὲν ἀπὸ Κρήτης προσκαλοῦνται , καὶ παραγίνονται
, καὶ τὴν δέησιν τοῖς ἐν οὐρανοῖς . Ὁ δὲ Ἰωάννης εἶπεν : Ὁ τιμῶν τὸν ἰἐρέα τὶ μισθὸν ἔχει
δέκατος αὐτὸς στρατηγήσας μόνος ὡς εἰπεῖν ὀνομάζεται , καὶ ταῦτα Ἀριστείδου τοῦ Λυσιμάχου παρόντος , ὃν οὐδὲ Πλάτων αἰτιάσασθαι μόνον
προάγουσιν ὑμᾶς εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ θεοῦ . ἦλθεν γὰρ Ἰωάννης πρὸς ὑμᾶς ἐν ὁδῷ δικαιοσύνης , καὶ οὐκ ἐπιστεύσατε
5079754 ἀνεγνωσθη
. ἔγραψε δὲ βιβλία παμπληθῆ . . . . : ἀνεγνώσθη Ἀρριανοῦ Παρθικὰ ἐν βιβλίοις ιζ . οὗτος δὲ συντάττει
. ἀσθενοῦντας θεραπεύετε , νεκροὺς ἐγείρετε , λεπροὺς καθαρίζετε , δαιμόνια ἐκβάλλετε : δωρεὰν ἐλάβετε , δωρεὰν δότε . Μὴ
τε Πεισιστρατίδαι καὶ οἱ Ἀλευάδαι γνώμας ἀποδεικνύμενοι . Ὡς δὲ ἀνεγνώσθη Ξέρξης στρατεύεσθαι ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα , ἐνθαῦτα δευτέρῳ μὲν
ἐκείνους εἰσελθεῖν : καὶ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς . ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον εἰς τοὺς χοίρους , καὶ
5079647 Ἀλωπεκηθεν
σώφροσι . καὶ νῦν ἔχω γυναῖκα τὴν Κριτοδήμου θυγατέρα τοῦ Ἀλωπεκῆθεν , ὃς ὑπὸ Λακεδαιμονίων ἀπέθανεν , ὅτε ἡ ναυμαχία
ἐγώ εἰμι : μὴ φοβεῖσθε . ἀποκριθεὶς δὲ αὐτῷ ὁ Πέτρος εἶπεν , Κύριε , εἰ σὺ εἶ , κέλευσόν
καὶ πρὸς ὑμᾶς ἧκεν Ἀριστόμαχος πρεσβευτὴς παρ ' αὐτῶν ὁ Ἀλωπεκῆθεν οὑτοσί , ὃς ἄλλα τ ' ἐδημηγόρει παρ '
ἄνθρωπον . καὶ εὐθέως ἀλέκτωρ ἐφώνησεν . καὶ ἐμνήσθη ὁ Πέτρος τοῦ ῥήματος Ἰησοῦ εἰρηκότος ὅτι Πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι τρὶς
5072366 ἑκτῳ
μεγάλων κυνῶν γίνεται , θεράπευε τοῦτο τῇ προγεγραμμένῃ ἐν τῷ ἕκτῳ λόγῳ μεθόδῳ ἐπὶ τῶν λυσσοδήκτων . Ἐπειδὰν δὲ κοῖλον
γὰρ τούτῳ ὁ λόγος ἐστὶν ἀληθινὸς ὅτι Ἄλλος ἐστὶν ὁ σπείρων καὶ ἄλλος ὁ θερίζων . ἐγὼ ἀπέστειλα ὑμᾶς θερίζειν
τὸ Ϛʹ ἀντισπαστικὸν τρίμετρον καταληκτικόν . τὸ ζʹ ὅμοιον τῷ ἕκτῳ . τὸ ηʹ ἰαμβικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ θʹ
εὐλογίαν καὶ μὴ ὡς πλεονεξίαν . Τοῦτο δέ , ὁ σπείρων φειδομένως φειδομένως καὶ θερίσει , καὶ ὁ σπείρων ἐπ
5065667 τεταρτῳ
αἰνίγματα τοιαῦτά ἐστιν , ὥς φησι Δημήτριος ὁ Βυζάντιος ἐν τετάρτῳ περὶ ποιημάτων : καρδίαν μὴ ἐσθίειν ἀντὶ τοῦ ἀλυπίαν
ἡ ἀγγελία ἣν ἠκούσατε ἀπ ' ἀρχῆς , ἵνα ἀγαπῶμεν ἀλλήλους : οὐ καθὼς Κάϊν ἐκ τοῦ πονηροῦ ἦν καὶ
, τὸν διάδοχον τῆς ἀρχῆς . Ἀσκανίου δὲ τελευτήσαντος ἔτει τετάρτῳ μετὰ τὴν Ἄλβης οἴκισιν ἐκδέχεται τὴν ἀρχὴν Σίλουιος .
καὶ πατέρα τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ . Διὸ προσλαμβάνεσθε ἀλλήλους , καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς προσελάβετο ὑμᾶς , εἰς
5054888 Ἐπαμεινωνδου
εἰπόντος , ἃ δοκεῖ Πλάτωνι , μεγαλοφρονέστερον δὲ ἄρα καὶ Ἐπαμεινώνδου , ὃς ἐβοιωτάρχει μὲν ἅμα Πελοπίδᾳ καὶ ἑτέρῳ ,
πάσχα ἔθυον , λέγουσιν αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ , Ποῦ θέλεις ἀπελθόντες ἑτοιμάσωμεν ἵνα φάγῃς τὸ πάσχα ; καὶ ἀποστέλλει
Λακεδαιμονίων φρούρια καθεῖλον καὶ ἐπέστησαν αὖθις ἕτερα τῶν Ἀρκάδων , Ἐπαμεινώνδου τοὺς συστρατήγους ἐς τοῦτο ἀναγκάζοντός τε καὶ ὑποδεχομένου τὸ
τί ἔτι ὑστερῶ ; ἔφη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς , Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι , ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ
5019526 Ἀθηνησι
ἐκταραχθεὶς ἐξέτεμεν αὐτοῦ τὰ αἰδοῖα . ἔθος δ ' ἦν Ἀθήνησι καὶ τοὺς πόδας τῶν τρυφώντων ἐναλείφειν μύροις , ἰρίνῳ
: ἀνάγκη γὰρ ἐλθεῖν τὰ σκάνδαλα , πλὴν οὐαὶ τῷ ἀνθρώπῳ δι ' οὗ τὸ σκάνδαλον ἔρχεται . Εἰ δὲ
ὠφελοῦνται κἂν μὴ συνῶσι μηδὲ γιγνώσκοντες τυγχάνωσι . τῶν τοίνυν Ἀθήνησι νομοθετῶν Τριπτόλεμον παλαιότατον παρειλήφαμεν : περὶ οὖ Ἕρμιππος ἐν
ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς ὄχλους , Οὐδὲν εὑρίσκω αἴτιον ἐν τῷ ἀνθρώπῳ τούτῳ . οἱ δὲ ἐπίσχυον λέγοντες ὅτι Ἀνασείει τὸν
5008788 Ἀρτεμιδωρου
, ἐντὶ μιᾶς ἀγέλης . ὅτι ἐκ τοῦ προειρημένου ἐπιγράμματος Ἀρτεμιδώρου στοχάσαιτ ' ἄν τις , [ ὅτι . ]
, καὶ λέγει αὐτοῖς , Γέγραπται , Ὁ οἶκός μου οἶκος προσευχῆς κληθήσεται , ὑμεῖς δὲ αὐτὸν ποιεῖτε σπήλαιον λῃστῶν
πάντα ἀποδέδοται : τὴν δὲ ἐπιγραφὴν μὴ θαυμάσῃς , διότι Ἀρτεμιδώρου Δαλδιανοῦ καὶ οὐχὶ Ἐφεσίου ἐπιγέγραπται , ὥσπερ πολλὰ τῶν
λέγων αὐτοῖς , Γέγραπται , Καὶ ἔσται ὁ οἶκός μου οἶκος προσευχῆς , ὑμεῖς δὲ αὐτὸν ἐποιήσατε σπήλαιον λῃστῶν .
5004874 Δικαιαρχος
δὴ καλεῖσθαι διὰ τὴν τάξιν σκολιόν . . . : Δικαίαρχος ἐν τῷ περὶ μουσικῶν ἀγώνων : ἔτι δὲ κοινόν
καὶ προσελθὼν ἤγειρεν αὐτὴν κρατήσας τῆς χειρός : καὶ ἀφῆκεν αὐτὴν ὁ πυρετός , καὶ διηκόνει αὐτοῖς . Ὀψίας δὲ
κάπτουσι τὰ ψαιστά . περὶ δὲ τοῦ τῶν φιδιτίων δείπνου Δικαίαρχος τάδε ἱστορεῖ ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ Τριπολιτικῷ : τὸ δεῖ
ψυχήν μου , ἵνα πάλιν λάβω αὐτήν . οὐδεὶς αἴρει αὐτὴν ἀπ ' ἐμοῦ , ἀλλ ' ἐγὼ τίθημι αὐτὴν
5000141 ἐμερισε
τοῖς τόποις , ἐν οἷς αἱ πράξεις ἐπετελέσθησαν , ἀκολουθῶν ἐμέρισε τὰς διηγήσεις , ὡς Ἡρόδοτός τε καὶ Ἑλλάνικος καὶ
Εἶπεν δὲ καὶ ἕτερος , Ἀκολουθήσω σοι , κύριε : πρῶτον δὲ ἐπίτρεψόν μοι ἀποτάξασθαι τοῖς εἰς τὸν οἶκόν μου
ἑκάστου ἔτους . ἑπεὶ οὖν τοῖς Ἰχθύσι τὰ ιβʹ οὐδέπω ἐμέρισε , δέδωκα αὐτοῖς ἔτος αʹ , εἶτα Κριῷ ἔτος
τῶν ἀποστόλων ὑμῶν ἐντολῆς τοῦ κυρίου καὶ σωτῆρος : τοῦτο πρῶτον γινώσκοντες , ὅτι ἐλεύσονται ἐπ ' ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν
4999930 Μετα
ἑαυτὴν τῇ πυρᾷ βαλοῦσα τῷ τοῦ ἀνδρὸς συγκατεκαύθη νεκρῷ . Μετὰ δὲ χρόνους οἱ τῶν ἀπολομένων Ἀργείων παῖδες ἐπὶ Θήβας
δὲ ἔλεγον ὅτι Ἠλίας ἐστίν : ἄλλοι δὲ ἔλεγον ὅτι προφήτης ὡς εἷς τῶν προφητῶν . ἀκούσας δὲ ὁ Ἡρῴδης
τὸ ἀγαθὸν καὶ πῶς γινώσκοντες ἀκρατεύονται , τοσαῦτα εἰρήσθω . Μετὰ δὲ ταῦτα ῥητέον , εἰ ἔστι τις ἁπλῶς ἀκρατὴς
σὺ ἐκ τῆς Γαλιλαίας εἶ ; ἐραύνησον καὶ ἴδε ὅτι προφήτης ἐκ τῆς Γαλιλαίας οὐκ ἐγείρεται . Πάλιν οὖν αὐτοῖς
4989059 ἠκμασεν
Ὁμήρου ποιήσεως γένους τε αὐτοῦ καὶ χρόνου καθ ' ὃν ἤκμασεν προηρεύνησαν πρεσβύτατοι μὲν Θεαγένης τε ὁ Ῥηγῖνος κατὰ Καμβύσην
ὑμῖν . Εἶπεν δὲ καὶ παραβολὴν αὐτοῖς : Μήτι δύναται τυφλὸς τυφλὸν ὁδηγεῖν ; οὐχὶ ἀμφότεροι εἰς βόθυνον ἐμπεσοῦνται ;
δὴ Ἀρμενίας τε καὶ Ἀσσυρίας καὶ τῆς ἄλλης πλησιοχώρου , ἤκμασεν ἐν τοῖς ἄνω χρόνοις καὶ πλοῦτον ἔσχε πολὺν καὶ
καὶ νῦν ἰδοὺ χεὶρ κυρίου ἐπὶ σέ , καὶ ἔσῃ τυφλὸς μὴ βλέπων τὸν ἥλιον ἄχρι καιροῦ . παραχρῆμά τε
4984572 χωρογραφιας
δέ ἐστι Θρᾳκικὴ , ἥτις οὐ κεῖται ἐν τῷ τῆς χωρογραφίας πίνακι . Ὠγυγίη ] Ἐξ ἀρχῆς τὴν Δήμητραν μεγάλως
. Ὁ ἀσπασμὸς τῇ ἐμῇ χειρὶ Παύλου , ὅ ἐστιν σημεῖον ἐν πάσῃ ἐπιστολῇ : οὕτως γράφω . ἡ χάρις
ὡς δοκεῖ τισιν τῶν περὶ τὰ τοιαῦτα ἐσπουδακότων , τὰς χωρογραφίας [ καὶ ] διαφόρους ἐκτήσαντο : ἡ μέντοι γε
Φαρισαῖοι καὶ ἤρξαντο συζητεῖν αὐτῷ , ζητοῦντες παρ ' αὐτοῦ σημεῖον ἀπὸ τοῦ οὐρανοῦ , πειράζοντες αὐτόν . καὶ ἀναστενάξας
4983960 Λυκοφρονος
, λέξωμεν δὲ καὶ περὶ τῆς ἐπιγραφῆς : διὰ τί Λυκόφρονος Ἀλεξάνδρα ἐπεγράφη τὸ παρὸν ποίημα ; πρὸς ἀντιδιαστολὴν τῶν
σοῦ παρεῖναι καὶ κατηγορεῖν εἴ τι ἔχοιεν πρὸς ἐμέ ἢ αὐτοὶ οὗτοι εἰπάτωσαν τί εὗρον ἀδίκημα στάντος μου ἐπὶ τοῦ
τὴν Ὀδυσσέως ἱστορίαν ἐνβραχὺ ἐρῶ μετὰ τὸ λῆξαι τῶν τοῦ Λυκόφρονος ῥητῶν τῶν περὶ τούτου τοῦ Ὀδυσσέως λεγομένων . *
οὐαί , ὅτι φορτίζετε τοὺς ἀνθρώπους φορτία δυσβάστακτα , καὶ αὐτοὶ ἑνὶ τῶν δακτύλων ὑμῶν οὐ προσψαύετε τοῖς φορτίοις .
4982257 θεμενου
φύσιν ἀγαθὸν εἶναι ἢ μὴ εἶναι ; : τοῦ δὲ θεμένου τὸ κατὰ φύσιν ἀγαθὸν εἶναι συλλογίζεται καὶ οὐκέτι πᾶσαν
μεγάλη . καὶ εἶπεν αὐτοῖς , Τί δειλοί ἐστε ; οὔπω ἔχετε πίστιν ; καὶ ἐφοβήθησαν φόβον μέγαν , καὶ
ἐπιφανέντος δ ' αὐτοῖς θατέρου τῶν ὑπάτων Λευκίου Λοκρητίου καὶ θεμένου τὴν παρεμβολὴν οὐ πρόσω καλὸν ὑπολαβόντες εἶναι καιρόν ,
πολέμων , μὴ θροεῖσθε : δεῖ γενέσθαι , ἀλλ ' οὔπω τὸ τέλος . ἐγερθήσεται γὰρ ἔθνος ἐπ ' ἔθνος
4979030 πεμπτῳ
Ἰνδικοῦ θηρίου . Καὶ δὴ τὸν ἱστοροῦντα Διονύσιον ἐν τῷ πέμπτῳ μέρει τοῦ Κύκλου παρίστημι . . . . .
βλέπωσιν τὴν ἀσχημοσύνην αὐτοῦ . καὶ συνήγαγεν αὐτοὺς εἰς τὸν τόπον τὸν καλούμενον Ἑβραϊστὶ Ἁρμαγεδών . Καὶ ὁ ἕβδομος ἐξέχεεν
ὑπὸ εὐσεβείας τῆς Ἠλείων καὶ ἀθληταῖς παρανομοῦσιν εἶναι δέος : πέμπτῳ δὲ καὶ ἕκτῳ , τῷ μέν ἐστιν ἡ τοῦ
διαμαρτύρηται αὐτοῖς , ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου . λέγει δὲ Ἀβραάμ , Ἔχουσι
4970206 κατεστροφεν
. Θεόπομπος δ ' ὁ Χῖος τὴν τῶν Ἑλληνικῶν σύνταξιν κατέστροφεν εἰς τοῦτον τὸν ἐνιαυτὸν καὶ εἰς τὴν περὶ Κνίδον
καὶ ἐκλογὴν ποιεῖσθαι : ταῦτα γὰρ ποιοῦντες οὐ μὴ πταίσητέ ποτε : οὕτως γὰρ πλουσίως ἐπιχορηγηθήσεται ὑμῖν ἡ εἴσοδος εἰς
: Θεόπομπος δ ' ὁ Χῖος τὴν τῶν Ἑλληνικῶν σύνταξιν κατέστροφεν εἰς τοῦτον τὸν ἐνιαυτὸν καὶ εἰς τὴν περὶ Κνίδον
χαρίσματα καὶ ἡ κλῆσις τοῦ θεοῦ . ὥσπερ γὰρ ὑμεῖς ποτε ἠπειθήσατε τῷ θεῷ , νῦν δὲ ἠλεήθητε τῇ τούτων
4970195 ποιησαμενου
, , ἐν αἷς Θεοπόμπου μὲν κατηγορεῖ , διότι Διονυσίου ποιησαμένου τὴν ἀνακομιδὴν ἐκ Σικελίας εἰς Κόρινθον ἐν μακρᾶι νηί
ὅτι οὐδὲ Σολομὼν ἐν πάσῃ τῇ δόξῃ αὐτοῦ περιεβάλετο ὡς ἓν τούτων . εἰ δὲ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ σήμερον
μετὰ ταῦτα τοῦ Δάμωνος ἤδη περὶ ἀναγωγὴν ὄντα με περίστασιν ποιησαμένου καὶ μαρτυρεῖν ἀξιοῦντος καὶ τὰ ἑξῆς . μήποτε τοιοῦτόν
ὁ τὰ δύο ἐκέρδησεν ἄλλα δύο . ὁ δὲ τὸ ἓν λαβὼν ἀπελθὼν ὤρυξεν γῆν καὶ ἔκρυψεν τὸ ἀργύριον τοῦ
4967748 οἰκιζοντες
Περσῶν ὕβριν καθαιροῦντες , ἔπλευσαν δὲ Ἰόνιον , τὴν Σικελίαν οἰκίζοντες , καὶ τοὺς Ἰταλῶν δήμους Ἑλλάδα κληθῆναι τῇ Πυθαγόρου
καὶ ἐδίδοσαν αὐτῷ ῥαπίσματα . Καὶ ἐξῆλθεν πάλιν ἔξω ὁ Πιλᾶτος καὶ λέγει αὐτοῖς , Ἴδε ἄγω ὑμῖν αὐτὸν ἔξω
: Φωκαῆς οἱ τῆς Ἰωνίας , ἀπὸ Φωκαίας πόλεως Μασσαλίαν οἰκίζοντες : Ἴωνες ὄντες οἱ Φωκαῆς καὶ πολεμούμενοι ὑπὸ Περσῶν
ἵνα ἄρῃ τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ : καὶ ἐπέτρεψεν ὁ Πιλᾶτος . ἦλθεν οὖν καὶ ἦρεν τὸ σῶμα αὐτοῦ .
4956052 Ἐφεσιου
μὲν οὕτως ἡμεῖς ἐξελαβόμεθα . ἔστι δὲ καὶ τὰ τοῦ Ἐφεσίου οὕτως ἔχονταῥητέον γὰρ αὐταῖς λέξεσι ταῦτα τῆς ἀκολουθίας ὄντα
εἰρηνική , ἐπιεικής , εὐπειθής , μεστὴ ἐλέους καὶ καρπῶν ἀγαθῶν , ἀδιάκριτος , ἀνυπόκριτος : καρπὸς δὲ δικαιοσύνης ἐν
πρὸς μόνην τάσιν γέγονεν ἡ ἐν τῷ στρογγύλῳ κίονι τοῦ Ἐφεσίου Ἡρακλείδου , ὡσαύτως δὲ καὶ ἡ κατωφερὴς χελώνη ἡ
' ὃ πρέπει γυναιξὶν ἐπαγγελλομέναις θεοσέβειαν , δι ' ἔργων ἀγαθῶν . γυνὴ ἐν ἡσυχίᾳ μανθανέτω ἐν πάσῃ ὑποταγῇ :
4954220 Ἀπολλοδωρος
ἔτη ἑκατὸν τέσσαρα , ἐν περιπάτῳ δὲ ἐτελεύτα , ὡς Ἀπολλόδωρος ἐν τοῖς Χρονικοῖς δεδήλωκεν . . , : ,
με παρῃτημένον . καὶ ἕτερος εἶπεν , Ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά : ἐρωτῶ σε , ἔχε
τε Εὔβοιαν καὶ Ὄλυνθον , ἔγραψε ψήφισμα ἐν τῇ βουλῇ Ἀπολλόδωρος βουλεύων καὶ ἐξήνεγκε προβούλευμα εἰς τὸν δῆμον , λέγον
ὁ ἀδελφὸς Σίμωνος Πέτρου , Ἔστιν παιδάριον ὧδε ὃς ἔχει πέντε ἄρτους κριθίνους καὶ δύο ὀψάρια : ἀλλὰ ταῦτα τί
4945947 ἐγραψεν
τῶν νόμων ἀπηγορευμένα , περὶ ὧν οὐκ οἶδα , πῶς ἔγραψεν ὁ Ξενοκράτης , ἄνθρωπος οὐ πάλαι γεγονώς , ἀλλὰ
αὐτήν . πάντες γὰρ οἱ προφῆται καὶ ὁ νόμος ἕως Ἰωάννου ἐπροφήτευσαν : καὶ εἰ θέλετε δέξασθαι , αὐτός ἐστιν
ἥττητο δὲ καὶ ὁ Λυσίας Λαγίδος τῆς ἑταίρας , ἧς ἔγραψεν ἐγκώμιον Κέφαλος ὁ ῥήτωρ : καθάπερ καὶ Ἀλκιδάμας ὁ
, Τί αἰτήσωμαι ; ἡ δὲ εἶπεν , Τὴν κεφαλὴν Ἰωάννου τοῦ βαπτίζοντος . καὶ εἰσελθοῦσα εὐθὺς μετὰ σπουδῆς πρὸς
4944593 Τιμολεοντι
Ἤδη δὲ καὶ τῶν ἐξ Ἰταλίας καὶ Σικελίας πολλοὶ τῷ Τιμολέοντι συνεληλύθεισαν : καὶ γενομένοις αὐτοῖς ἑξακισμυρίοις τὸ πλῆθος ,
Βηθανίᾳ ἐν τῇ οἰκίᾳ Σίμωνος τοῦ λεπροῦ κατακειμένου αὐτοῦ ἦλθεν γυνὴ ἔχουσα ἀλάβαστρον μύρου νάρδου πιστικῆς πολυτελοῦς : συντρίψασα τὴν
δὲ πολλὴν χώραν πορθήσαντες καὶ λαφύρων πλῆθος κομίσαντες παρέδωκαν τῷ Τιμολέοντι . ὁ δὲ λαφυροπωλήσας τὴν λείαν καὶ χρημάτων πλῆθος
ἔθαψαν . Ἐγένετο δὲ ὡς ὡρῶν τριῶν διάστημα καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ μὴ εἰδυῖα τὸ γεγονὸς εἰσῆλθεν . ἀπεκρίθη δὲ
4942199 Κεφαλιων
συμφωνοῦσι πολλοὶ τῶν ἐπισήμων ἱστορικῶν , Πολύβιος καὶ Διόδωρος , Κεφαλίων τε καὶ Κάστωρ καὶ Θάλλος καὶ ἕτεροι . .
εἰς τὴν πόλιν καὶ εἰς τοὺς ἀγρούς : καὶ ἦλθον ἰδεῖν τί ἐστιν τὸ γεγονός . καὶ ἔρχονται πρὸς τὸν
θανὼν Διόνυσος ἐκ Σεμέλης . ὁμοίως δὲ καὶ ὁ σοφώτατος Κεφαλίων τὰ αὐτὰ ἐν τῶι ἰδίωι συγγράμματι ἐξέθετο . .
τῷ θελήματι τοῦ θεοῦ ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς . ἐπιποθῶ γὰρ ἰδεῖν ὑμᾶς , ἵνα τι μεταδῶ χάρισμα ὑμῖν πνευματικὸν εἰς
4935517 σοʹ
ἐς ἰδέην μεʹ , ἐς κίνησιν Ϟʹ , ἐς ἔξοδον σοʹ : ἄλλοι , νʹ ἐς ἰδέην , ἐς πρῶτον
διότι παράστάσι ἀγγελικὴ ἐστῆ , ὃν εὐλογοῦσιν οι ἱἐρεῖς : δίο φοστίρες προσκυνοῦσιν τῶ ἄχραντο σῶμα σου , καὶ τὸ
τριπλασιασθεῖσαι τοῦ σιʹ ποιητικαί εἰσιν , αἱ δὲ Ϟʹ τοῦ σοʹ , ἑπταμήνου καὶ ἐννεαμήνου . ὅτι καὶ τὰ σπέρματα
διότι παράστάσι ἀγγελικὴ ἐστῆ , ὃν εὐλογοῦσιν οι ἱἐρεῖς : δίο φοστίρες προσκυνοῦσιν τῶ ἄχραντο σῶμα σου , καὶ τὸ
4933209 Φιλοκρατους
λέγειν ὁ δὲ τῇ πρώτῃ τῶν ἐκκλησιῶν πάντα εἰπὼν κατὰ Φιλοκράτους , τῇ δ ' ὑστεραίᾳ μεταβαλόμενος δῆλός ἐστι προδιδόναι
ὁ ἀντίδικος ὑμῶν διάβολος ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν [ τινα ] καταπιεῖν : ᾧ ἀντίστητε στερεοὶ τῇ πίστει ,
ἀκούσητε ὑπομιμνῄσκοντος τοὺς καιροὺς καὶ τὰ ψηφίσματα παρεχομένου ἃ μετὰ Φιλοκράτους ἔγραψε Δημοσθένης , ἐὰν αὐτὸς ὁ τῆς ἀληθείας λογισμὸς
ἐπισκέψασθαι τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ τοὺς υἱοὺς Ἰσραήλ . καὶ ἰδών τινα ἀδικούμενον ἠμύνατο καὶ ἐποίησεν ἐκδίκησιν τῷ καταπονουμένῳ πατάξας τὸν
4933123 Κλεομεδοντος
ἡ τῶν ἀποδημούντων , ὡς διασαφεῖ Δείναρχος ἐν τῷ Κατὰ Κλεομέδοντος αἰκίας λέγων : πολλὰ κἀγαθά , ὦ ἄνδρες δικασταί
καθὼς προενήρξατο οὕτως καὶ ἐπιτελέσῃ εἰς ὑμᾶς καὶ τὴν χάριν ταύτην . ἀλλ ' ὥσπερ ἐν παντὶ περισσεύετε , πίστει
ἀντὶ τοῦ ἑαυτοῖς τὰ δίκαια ὁρίζειν Δείναρχος ἐν τῷ Κατὰ Κλεομέδοντος . , π . ὁμ . καὶ διαφ .
λοιποῖς τοῖς ἐν Θυατίροις , ὅσοι οὐκ ἔχουσιν τὴν διδαχὴν ταύτην , οἵτινες οὐκ ἔγνωσαν τὰ βαθέα τοῦ Σατανᾶ ,
4928518 Νικολαος
πηρωθέντι δὲ μὴ χαρίζεσθαι τὴν ἴσην δόξαν τοῦ πάθους . Νικόλαος δ ' ὁ Δαμασκηνὸς ἐν τῇ πολυβύβλῳ ἱστορίᾳ τῇ
, ὅτι ᾗ ὥρᾳ οὐ δοκεῖτε ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται . Εἶπεν δὲ ὁ Πέτρος , Κύριε , πρὸς
χειρώνακτας ] . . . . Ταύτην δὲ τὴν ἱστορίαν Νικόλαος ὁ Δαμασκηνὸς γράφει ἐν τῷ ιηʹ αὐτοῦ βιβλίῳ ,
αὐτοῖς , καὶ ἡτοίμασαν τὸ πάσχα . Καὶ ὀψίας γενομένης ἔρχεται μετὰ τῶν δώδεκα . καὶ ἀνακειμένων αὐτῶν καὶ ἐσθιόντων
4921967 Ἐρατοσθενους
νομίζοιτο ἂν καὶ τὸ φωλιὸν εἰδέναι . καὶ τοῦτο ἀκουέτω Ἐρατοσθένους τε καὶ Εὐφορίωνος καὶ ἄλλων περιηγουμένων αὐτό . Ἰνδικοὶ
. ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται καὶ ὁ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται . Ἔλεγεν δὲ καὶ τῷ κεκληκότι αὐτόν ,
ὑστεροῦσαν τῶν Ἰλιακῶν . ὁ δὲ χρόνος οὗτος ἀναμετρηθεὶς ταῖς Ἐρατοσθένους χρονογραφίαις κατὰ τὸ πρῶτον ἔτος πίπτει τῆς ἑβδόμης ὀλυμπιάδος
, ἔπειτα τῶν τοῦ λαοῦ : τοῦτο γὰρ ἐποίησεν ἐφάπαξ ἑαυτὸν ἀνενέγκας . ὁ νόμος γὰρ ἀνθρώπους καθίστησιν ἀρχιερεῖς ἔχοντας
4911968 ὁρισαμενος
διὰ τὴν ἐν μέσῳ , ὡς εἴρηται , μονάδα . ὁρισάμενος οὕτω λέγει λοιπὸν β μὲν Πυθαγορείους ἑνὸς [ ἐστὶ
πέραν . Καὶ ἐπελάθοντο λαβεῖν ἄρτους , καὶ εἰ μὴ ἕνα ἄρτον οὐκ εἶχον μεθ ' ἑαυτῶν ἐν τῷ πλοίῳ
ἀλλ ' ἐναντίως ἐπιχειρήσας τῷ Μινουκιανῷ καὶ ἀπὸ τοῦ διώκοντος ὁρισάμενος οὐδεμίαν ἐν τῷ ὅρῳ τοῦ φεύ - γοντος ἐποιήσατο
καὶ ἀμέμπτως ὑμῖν τοῖς πιστεύουσιν ἐγενήθημεν , καθάπερ οἴδατε ὡς ἕνα ἕκαστον ὑμῶν ὡς πατὴρ τέκνα ἑαυτοῦ παρακαλοῦντες ὑμᾶς καὶ
4898035 Μακεδονικων
τὸν Φιλίππου ἀδελφὸν ἀνεῖλον , ὡς ἱστορεῖ Μαρσύας ἐν τρίτῳ Μακεδονικῶν . μανιώδεις δ ' εἰσὶν ὀρχήσεις κερνοφόρος καὶ μογγὰς
ἃ ἀκούετε καὶ οὐκ ἤκουσαν . Ὑμεῖς οὖν ἀκούσατε τὴν παραβολὴν τοῦ σπείραντος . παντὸς ἀκούοντος τὸν λόγον τῆς βασιλείας
, ὥστε γενέσθαι τὰς πάσας ἑκατὸν ἑβδομήκοντα . τῶν δὲ Μακεδονικῶν νεῶν οὐσῶν διακοσίων καὶ τεσσαράκοντα τὴν ναυαρχίαν εἶχε Κλεῖτος
ᾧ γὰρ μέτρῳ μετρεῖτε ἀντιμετρηθήσεται ὑμῖν . Εἶπεν δὲ καὶ παραβολὴν αὐτοῖς : Μήτι δύναται τυφλὸς τυφλὸν ὁδηγεῖν ; οὐχὶ
4894795 Θουκυδιδης
ὅπερ Ὅμηρος , εἴρηκεν οἰνοποτάζων . καὶ πολυοινότατον χωρίον ὡς Θουκυδίδης , καὶ ἄμπελοι ἡδύοινοι ὡς Ξενοφῶν , καὶ εὔοινοι
ἐπὶ τὸν αἰγιαλὸν εἱστήκει . καὶ ἐλάλησεν αὐτοῖς πολλὰ ἐν παραβολαῖς λέγων , Ἰδοὺ ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπείρειν .
αὐτῶι καὶ ἡρωικὸς ὁ θάνατος γένοιτο . εἶτ ' ἐπειδὴ Θουκυδίδης ἐπιτάφιόν τινα εἶπε τοῖς πρώτοις τοῦ πολέμου ἐκείνου νεκροῖς
ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ ' αὐτοῦ . διὰ τοῦτο ἐν παραβολαῖς αὐτοῖς λαλῶ , ὅτι βλέποντες οὐ βλέπουσιν καὶ ἀκούοντες
4889812 χρονικων
. τὸ ἐθνικὸν Ἡφαιστιεύς . Χάραξ δ ' ἐν δεκάτῳ χρονικῶν φησιν ὅτι ” Μυριναῖοι τῶν Πελασγικῶν ὑποσχέσεων οὐ φροντίσαντες
μὴ σκανδαλισθῇ ἐν ἐμοί . Ἀπελθόντων δὲ τῶν ἀγγέλων Ἰωάννου ἤρξατο λέγειν πρὸς τοὺς ὄχλους περὶ Ἰωάννου , Τί ἐξήλθατε
μόνου ὀνόματος . Πάρθος , πόλις Ἰλλυρική . Ἀπολλόδωρος ἐν χρονικῶν . . . λέγεται δὲ καὶ ἀρσενικῶς , ὡς
μηδενὶ εἴπωσιν ὅτι αὐτός ἐστιν ὁ Χριστός . Ἀπὸ τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς δεικνύειν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ὅτι δεῖ αὐτὸν
4884344 ἐγραψατο
καὶ ἐσπείσατο , τὸν παῖδα ὡραῖον ὄντα ἐκεῖ καταλιπών : ἐγράψατο αὐτὸν προαγωγείας ὁ Δημοσθένης ἐπανελθόντα , ἔλυσε τὴν εἰρήνην
ὑμῶν ἐπὶ τὸ αὐτὸ οὐκ ἔστιν κυριακὸν δεῖπνον φαγεῖν , ἕκαστος γὰρ τὸ ἴδιον δεῖπνον προλαμβάνει ἐν τῷ φαγεῖν ,
ὁ θέμενος , ἀπέτεισε τιμὴν τῶν φιαλῶν τῷ Τιμοσθένει , ἐγράψατο δὲ ὁ πατὴρ αὑτῷ τοῦτον ὀφείλοντα πρὸς τὸ ἄλλο
σπείρων ἐπ ' εὐλογίαις ἐπ ' εὐλογίαις καὶ θερίσει . ἕκαστος καθὼς προῄρηται τῇ καρδίᾳ , μὴ ἐκ λύπης ἢ
4878741 Λυκουργος
κατέλιπεν αὐτῇ πολὺν ἐλλέβορον , ἄλλο δὲ οὐδέν . καὶ Λυκοῦργος ἐν τῷ κατὰ Λεωκράτους Εἰρηνίδος ἑταίρας μέμνηται ὡς ἑταιρούσης
τῷ τὸν φόρον τὸν φόρον , τῷ τὸ τέλος τὸ τέλος , τῷ τὸν φόβον τὸν φόβον , τῷ τὴν
. . κτηματίτην : τὸν κτήματα πολλὰ ἔχοντα : οὕτως Λυκοῦργος . . . . παράκλητος : ὡς ἡμεῖς εἴρηκεν
μᾶλλον ἢ οἰκονομίαν θεοῦ τὴν ἐν πίστει : τὸ δὲ τέλος τῆς παραγγελίας ἐστὶν ἀγάπη ἐκ καθαρᾶς καρδίας καὶ συνειδήσεως
4872764 συγγραφων
: οὕτως δῆλόν ἐστιν ὅτι περὶ τῶν καθόλου λόγων καὶ συγγραφῶν ὁ παρών ἐστι λόγος . Πολιτικὸν δὲ λέγει τὸν
τοῦ θεοῦ , πάσχειν ἢ κακοποιοῦντας . ὅτι καὶ Χριστὸς ἅπαξ περὶ ἁμαρτιῶν [ ὑπὲρ ὑμῶν ] ἀπέθανεν , δίκαιος
καὶ οὐδὲν εἰς τὴν ναῦν εἰσέφερον . οὐσῶν δὲ τῶν συγγραφῶν , ὥσπερ εἰώθασιν ἅπασαι , σωθείσης τῆς νεὼς ἀποδοῦναι
μετὰ δὲ τοῦτο κρίσις , οὕτως καὶ ὁ Χριστός , ἅπαξ προσενεχθεὶς εἰς τὸ πολλῶν ἀνενεγκεῖν ἁμαρτίας , ἐκ δευτέρου
4868113 πεπραγματευμενος
πρεσβύτερος μὲν ἀμφοῖν τούτοιν , Δήλιος δὲ τὸ γένος , πεπραγματευμένος τοῦτο μὲν ἔπος , τοῦτο δὲ πράγματα , τέταρτος
εἰς ἔπαινον τῆς δόξης αὐτοῦ . Διὰ τοῦτο κἀγώ , ἀκούσας τὴν καθ ' ὑμᾶς πίστιν ἐν τῷ κυρίῳ Ἰησοῦ
φωνασκικὸν φέρεται βιβλίον πάγκαλον : πέμπτος ὁ περὶ τῶν νομοποιῶν πεπραγματευμένος , ἀρξάμενος ἀπὸ Τερπάνδρου : ἕκτος στωικός : ἕβδομος
βασιλέα ἑαυτὸν ποιῶν ἀντιλέγει τῷ Καίσαρι . Ὁ οὖν Πιλᾶτος ἀκούσας τῶν λόγων τούτων ἤγαγεν ἔξω τὸν Ἰησοῦν , καὶ
4857989 ἀναπεμπω
συγγραφεῖς ἐκθέμενος , οἷς δὴ χρώμενος τὸν ἱστορικὸν εἰς πίστιν ἀναπέμπω λόγον : τῷ τὴν γεωγραφίαν γὰρ ἐπιμελέστατα γεγραφότι ,
ἐμαυτῷ ὡς τελειώσω τὸν δρόμον μου καὶ τὴν διακονίαν ἣν ἔλαβον παρὰ τοῦ κυρίου Ἰησοῦ , διαμαρτύρασθαι τὸ εὐαγγέλιον τῆς
ὕδατος , τοὺς βρασμοὺς ἀναπέμπων : φλῶ φλύων φλάζω τὸ ἀναπέμπω . ὀδύνῃσι : λύπαις . κυβιστητῆρι : κολυμβητῇ ,
ἐν θανάτοις πολλάκις : ὑπὸ Ἰουδαίων πεντάκις τεσσαράκοντα παρὰ μίαν ἔλαβον , τρὶς ἐραβδίσθην , ἅπαξ ἐλιθάσθην , τρὶς ἐναυάγησα
4853577 Ἀτρομητου
ἐν τῷ δεσμωτηρίῳ ἀπέθανε , ταύτῃ τῇ πόλει Αἰσχίνην τὸν Ἀτρομήτου φεύγοντα ἀγανακτεῖν οἴεσθαι δεῖν , εἴ τι τῶν εἰωθότων
ἵνα καταλάβητε . πᾶς δὲ ὁ ἀγωνιζόμενος πάντα ἐγκρατεύεται , ἐκεῖνοι μὲν οὖν ἵνα φθαρτὸν στέφανον λάβωσιν , ἡμεῖς δὲ
περιεργάζεσθαι : τί γὰρ δὴ τότε πρὸς θεῶν , τὸν Ἀτρομήτου παῖδα ἐρωτήσατε , τί τὸ χρυσίον κατώρυττε ; τί
οὐδ ' οὐ μὴ γένηται ἕως οὗ ἔλθωσιν οἱ καιροὶ ἐκεῖνοι . τότε ὁ στάχυς τοῦ σίτου ἐκφυεῖ ἡμιχοίνικον ,
4853497 δευτερῳ
γὰρ ἐν Γηρυτάδῃ εἴρηκε τοὺς οἰκοδόμους , καὶ Πλάτων Πολιτείας δευτέρῳ . καὶ τειχοδομεῖν δ ' ἂν εἴποις τὸν αὐτὸν
ἢ προφητεύων κατὰ κεφαλῆς ἔχων καταισχύνει τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ : πᾶσα δὲ γυνὴ προσευχομένη ἢ προφητεύουσα ἀκατακαλύπτῳ τῇ κεφαλῇ καταισχύνει
γενεαλογεῖ Διὸς καὶ Θαλείας τῆς Ἡφαίστου , Σειληνὸς δὲ ἐν δευτέρῳ , Αἴτνης τῆς Ὠκεανοῦ καὶ Ἡφαίστου , κληθῆναι δὲ
δὲ ἐξελθόντες ἀπῆλθον εἰς τοὺς χοίρους : καὶ ἰδοὺ ὥρμησεν πᾶσα ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν ,
4845084 Αἰσχινης
οὐδὲ τοῖς παραδείγμασιν , ἀλλὰκαὶ Τηλαύγει ἀμιδίων καὶ κωδίων . Αἰσχίνης ὁ Σωκρατικὸς ἐν μὲν τῷ Τηλαύγει Κριτόβουλον τὸν Κρίτωνος
τινες αὐτῶν ἐξεπείρασαν , καὶ ὑπὸ τῶν ὄφεων ἀπώλλυντο . μηδὲ γογγύζετε , καθάπερ τινὲς αὐτῶν ἐγόγγυσαν , καὶ ἀπώλοντο
νηʹ ἡμέραι . σάμερον ἑνδεκάτα : ψηφίζει τὰς ἡμέρας ὁ Αἰσχίνης καὶ γίνονται ξʹ παρὰ βʹ . σάμερον ἑνδεκάτη :
λέγω ὑμῖν , μὴ μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ τί φάγητε , μηδὲ τῷ σώματι τί ἐνδύσησθε . ἡ γὰρ ψυχὴ πλεῖόν
4844453 ἑβδομηκοστην
Ἐρατοσθένης ἐν τοῖς Ὀλυμπιονίκαις [ . ] τὴν πρώτην καὶ ἑβδομηκοστὴν ὀλυμπιάδα [ ] νενικηκέναι τὸν τοῦ Μέτωνος πατέρα ,
πᾶσαι χωνευθήσονται καὶ γενήσονται ὡσεὶ κονιορτός , καὶ κατακαήσονται πᾶν δένδρον καὶ πᾶν κτῆνος καὶ πᾶν ἑρπετὸν ἕρπον ἐπὶ τῆς
μῆνα τῇ τῆς νηστείας ἡμέρᾳ , κατὰ τὴν ἐνάτην καὶ ἑβδομηκοστὴν καὶ ἑκατοστὴν Ὀλυμπιάδα , ὑπατευόντων Γαΐου Ἀντωνίου καὶ Μάρκου
ἀξίνη πρὸς τὴν ῥίζαν τῶν δένδρων κεῖται : πᾶν οὖν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλλεται
4844001 Ἡροδοτου
ἐπὶ τὰ ἑξῆς ἀφ ' ὧν παρέβημεν . τοῦ γὰρ Ἡροδότου μηδένας ὑπερβορείους εἶναι φήσαντος , μηδὲ γὰρ ὑπερνοτίους ,
τὰς ἐπαγγελίας . Τῷ γὰρ Ἀβραὰμ ἐπαγγειλάμενος ὁ θεός , ἐπεὶ κατ ' οὐδενὸς εἶχεν μείζονος ὀμόσαι , ὤμοσεν καθ
φήσει , εἴρηται γάρ : οὐ μὴν τῷ ὑφ ' Ἡροδότου εἰρῆσθαι τὸ δόκιμον τῆς χρήσεως παρέχεται : οὐ γὰρ
καὶ ἡγίασται ἡ γυνὴ ἡ ἄπιστος ἐν τῷ ἀδελφῷ : ἐπεὶ ἄρα τὰ τέκνα ὑμῶν ἀκάθαρτά ἐστιν , νῦν δὲ
4841672 Ἀπολλοδωρου
' ἐν τοῖς Δημιοπράτοις , ἐν δὲ τῷ τοῦ Γελῴου Ἀπολλοδώρου Γραμματειδιοποιῷ κυμινοδόκη : μεταξὺ τῶν λόγων δέ , τουτί
ἃ προσέταξεν Μωϋσῆς , εἰς μαρτύριον αὐτοῖς . ὁ δὲ ἐξελθὼν ἤρξατο κηρύσσειν πολλὰ καὶ διαφημίζειν τὸν λόγον , ὥστε
Εὐβουλίδην ἐφέσει . Ἰσαῖος δ ' ἐν τῷ περὶ τοῦ Ἀπολλοδώρου κλήρου τοὺς γεννήτας συγγενεῖς ὠνόμασεν : οὐχ οἱ συγγενεῖς
δὲ ἀνίπτοις χερσὶν φαγεῖν οὐ κοινοῖ τὸν ἄνθρωπον . Καὶ ἐξελθὼν ἐκεῖθεν ὁ Ἰησοῦς ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη Τύρου καὶ
4821917 Ἁλικαρνασσευς
. κατὰ θέρος καὶ χειμῶνα : Διονύσιος [ ὁ ] Ἁλικαρνασσεὺς ἐν τῷ περὶ Θουκυδίδου [ ] συντάγματι περὶ οὐ
μνήματι λαξευτῷ οὗ οὐκ ἦν οὐδεὶς οὔπω κείμενος . καὶ ἡμέρα ἦν παρασκευῆς , καὶ σάββατον ἐπέφωσκεν . Κατακολουθήσασαι δὲ
τῆς θεωρίδος νεὼς ἱστίον , ὡς Ἑλλάνικος καὶ Ἄνδρων ὁ Ἁλικαρνασσεὺς ἱστορήκασιν . . . . : [ Πρῶτον μὲν
ἡμῶν , ὅτι πρὸς ἑσπέραν ἐστὶν καὶ κέκλικεν ἤδη ἡ ἡμέρα . καὶ εἰσῆλθεν τοῦ μεῖναι σὺν αὐτοῖς . καὶ
4820626 ἀνεγραψε
γεγενημένης , οὐδεὶς οὔτε τὸν τρόπον αὐτῆς οὔτε τὴν διάταξιν ἀνέγραψε . Μυρωνίδης μὲν οὖν ἐπιφανεῖ μάχῃ νικήσας τοὺς Βοιωτοὺς
με εἰς τὴν κολυμβήθραν : ἐν ᾧ δὲ ἔρχομαι ἐγὼ ἄλλος πρὸ ἐμοῦ καταβαίνει . λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς ,
φόβου πρὸς τοὺς ἀντιπράττοντας . ὧν εἴκοσι τοὺς ἐπιφανεστάτους Ἕρμιππος ἀνέγραψε . τὸν δὲ μάλιστα τῶν Λυκούργου ἔργων κοινωνήσαντα πάντων
ἐγὼ ἔχων πεποίθησιν καὶ ἐν σαρκί . εἴ τις δοκεῖ ἄλλος πεποιθέναι ἐν σαρκί , ἐγὼ μᾶλλον : περιτομῇ ὀκταήμερος
4816067 Κοθωκιδης
Ἐπὶ Χαιρώνδου ἄρχοντος , ἐλαφηβολιῶνος ἕκτῃ ἱσταμένου , Αἰσχίνης Ἀτρομήτου Κοθωκίδης ἀπήνεγκε πρὸς τὸν ἄρχοντα παρανόμων κατὰ Κτησιφῶντος τοῦ Λεωσθένους
σώματος θανατοῦτε ζήσεσθε . ὅσοι γὰρ πνεύματι θεοῦ ἄγονται , οὗτοι υἱοὶ θεοῦ εἰσιν . οὐ γὰρ ἐλάβετε πνεῦμα δουλείας
τάλαντα πεντήκοντα . κλήτορες Κηφισοφῶν Κηφισοφῶντος Ῥαμνούσιος , Κλέων Κλέωνος Κοθωκίδης . ] Ἃ μὲν διώκει τοῦ ψηφίσματος , ὦ
καὶ Ἰησοῦς ὁ λεγόμενος Ἰοῦστος , οἱ ὄντες ἐκ περιτομῆς οὗτοι μόνοι συνεργοὶ εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ θεοῦ , οἵτινες
4815536 Εὐδοξος
ἀρχῆς τοῦ Ταύρου ἀνατελλούσης φησὶν ὁ Ἄρατός τε καὶ ὁ Εὔδοξος τὸν Περσέα ὅλον φαίνεσθαι ὑπὲρ γῆν , καὶ τοῦ
τὰ μὲν ὑποδείγματα τῶν ἐν τοῖς οὐρανοῖς τούτοις καθαρίζεσθαι , αὐτὰ δὲ τὰ ἐπουράνια κρείττοσιν θυσίαις παρὰ ταύτας . οὐ
, ἀκάθαρτος . Σημαίνει δὲ ἀτοπίαν τῶν Κυπρίων . Καὶ Εὔδοξος ἀφηγεῖται ὅτι κοπροφαγοῦσιν . . . . . .
ὅταν ὑμᾶς καλῶς εἴπωσιν πάντες οἱ ἄνθρωποι , κατὰ τὰ αὐτὰ γὰρ ἐποίουν τοῖς ψευδοπροφήταις οἱ πατέρες αὐτῶν . Ἀλλὰ
4815324 Εὐδοξου
οἰκείου ἤδη ὀρέγονται . καὶ πρὸς μὲν τὸν πρῶτον τοῦ Εὐδόξου λόγον ταύτην κομίζουσι τὴν ἔνστασιν , πρὸς δὲ τὸν
εἰ δέ τι μαθεῖν θέλουσιν , ἐν οἴκῳ τοὺς ἰδίους ἄνδρας ἐπερωτάτωσαν , αἰσχρὸν γάρ ἐστιν γυναικὶ λαλεῖν ἐν ἐκκλησίᾳ
σφαιρῶν ὑποθέσεσι . Κάλλιππος δὲ ὁ Κυζικηνὸς Πολεμάρχῳ συσχολάσας τῷ Εὐδόξου γνωρίμῳ μετ ' ἐκεῖνον εἰς Ἀθήνας ἐλθὼν τῷ Ἀριστοτέλει
πόρνος , ἰδὲ τὴν Μαρίαν τὴν πόρνην ὅτι ἥμαρτεν εἰς ἄνδρας χιλίους ἑπτακοσίους τρεῖς καὶ οὐκ ἐγίνωσκεν ξένον οὔτε ἴδιον
4812875 Ἀψινης
βραχεῖ τὰ ἐν τῇ καταστάσει μηνύων περιεχόμενα , ὡς δὲ Ἀψίνης φησὶν ἐν τῇ περὶ τῶν μερῶν τοῦ πολιτικοῦ λόγου
τῇ ὥρᾳ προσῆλθάν τινες Φαρισαῖοι λέγοντες αὐτῷ , Ἔξελθε καὶ πορεύου ἐντεῦθεν , ὅτι Ἡρῴδης θέλει σε ἀποκτεῖναι . καὶ
ὡς δεινὰ καὶ φοβερά . Τὸ δὲ διασυρμοῦ σχῆμα παρῆκεν Ἀψίνης , Καικίλιος δὲ αὐτὸ ἐνέθηκε . Τοῦτο δέ ἐστι
εἶπεν δὲ ὁ Ἰησοῦς , Οὐδὲ ἐγώ σε κατακρίνω : πορεύου , [ καὶ ] ἀπὸ τοῦ νῦν μηκέτι ἁμάρτανε
4807483 συνεγραψε
δ ' ὁ Κηποτύραννος γέγονεν ἐλλόγιμος , ὃς ὑπὲρ τετρακόσια συνέγραψε βιβλία : δύο τε Πτολεμαῖοι Ἀλεξανδρεῖς , ὅ τε
τὰ καθ ' ὑμᾶς , διαταξάμενος τῷ ἑκατοντάρχῃ τηρεῖσθαι αὐτὸν ἔχειν τε ἄνεσιν καὶ μηδένα κωλύειν τῶν ἰδίων αὐτοῦ ὑπηρετεῖν
τρεῖς . Λυγγεὺς δ ' ὁ Σάμιος καὶ τέχνην ὀψωνητικὴν συνέγραψε πρός τινα δυσώνην διδάσκων αὐτὸν τίνα δεῖ λέγοντα πρὸς
δίκαιον ἐμοὶ τοῦτο φρονεῖν ὑπὲρ πάντων ὑμῶν , διὰ τὸ ἔχειν με ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμᾶς , ἔν τε τοῖς
4803367 Ἀριστονικος
γεννηθεῖσαι ἢ αἱ ἁπαλαὶ καὶ τελείως νέαι , μεταφορικῶς ὡς Ἀριστόνικος ἐν σημείοις . . . . . , .
ἐσταύρωσαν αὐτόν . ἡμεῖς δὲ ἠλπίζομεν ὅτι αὐτός ἐστιν ὁ μέλλων λυτροῦσθαι τὸν Ἰσραήλ : ἀλλά γε καὶ σὺν πᾶσιν
ὕστερον τοῦ κατὰ Ἄφρων θριάμβου . Κατὰ τοῦτον τὸν χρόνον Ἀριστόνικος , ἐκ παλλακῆς παῖς Εὐμενοῦς , ὃς ἦν ἀδελφὸς
δὲ Ἰούδας ὁ Ἰσκαριώτης εἷς τῶν μαθητῶν αὐτοῦ , ὁ μέλλων αὐτὸν παραδιδόναι , Διὰ τί τοῦτο τὸ μύρον οὐκ
4802214 προκατασκευη
ἙΤΕΡΟΝ ΤΟΙ ΕΓΩ ΛΟΓΟΝ . Τὸ σχῆμα προκατάστασις , καὶ προκατασκευὴ , καὶ ὑπόσχεσις . Κατὰ μέθοδον δὲ δεινότητος δι
πολλῶν ἰατρῶν καὶ δαπανήσασα τὰ παρ ' αὐτῆς πάντα καὶ μηδὲν ὠφεληθεῖσα ἀλλὰ μᾶλλον εἰς τὸ χεῖρον ἐλθοῦσα , ἀκούσασα
ἀλλὰ περὶ τῆς ἡμετέρας εὐβουλίας : εἰσβολὴ τοῦ συμφέροντος καὶ προκατασκευὴ τοῦ προαναιρεῖν τὰ λυποῦντα τὴν ὑπόθεσιν πρὸς τὸ ἧσσον
. πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες : καὶ ἔσται ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς ,
4792415 Πυθοδοτος
Ἀθηναῖος ] , ἦρχον δ ' Ἀθήνησι | [ Λυκίσκος Πυθόδοτος ] Σωσιγένης | [ ] Νικόμαχος [ ] .
Μωϋσῆς ἔγραψεν ἡμῖν ὅτι ἐάν τινος ἀδελφὸς ἀποθάνῃ καὶ καταλίπῃ γυναῖκα καὶ μὴ ἀφῇ τέκνον , ἵνα λάβῃ ὁ ἀδελφὸς
ἐκ δὲ Ἀμβρακίας καὶ Κορίνθου τε καὶ Λευκάδος Τηλυκράτης καὶ Πυθόδοτος Κορίνθιος καὶ Ἀμβρακιώτης Εὐαντίδας : τελευτᾷ δὲ Ἐπικυδίδας καὶ
. ἑπτὰ οὖν ἀδελφοὶ ἦσαν : καὶ ὁ πρῶτος λαβὼν γυναῖκα ἀπέθανεν ἄτεκνος : καὶ ὁ δεύτερος καὶ ὁ τρίτος
4792001 ἑλοντος
, καὶ ἡ οὐσία αὐτοῦ δημοσία ἔστω , καὶ τοῦ ἑλόντος τὸ τρίτον μέρος . γραφέσθων δὲ πρὸς τοὺς θεσμοθέτας
καὶ ἐσπλαγχνίσθη ἐπ ' αὐτοὺς ὅτι ἦσαν ὡς πρόβατα μὴ ἔχοντα ποιμένα , καὶ ἤρξατο διδάσκειν αὐτοὺς πολλά . Καὶ
τούτοις ὁμόχρονος ὁ Π . ὑπὸ Καμβύσου γοῦν ἱστορεῖται Αἴγυπτον ἑλόντος συνηιχμαλωτίσθαι ἐκεῖ συνδιατρίβων τοῖς ἱερεῦσι , καὶ εἰς Βαβυλῶνα
τὸν βίον τοῦ κόσμου καὶ θεωρῇ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ χρείαν ἔχοντα καὶ κλείσῃ τὰ σπλάγχνα αὐτοῦ ἀπ ' αὐτοῦ ,
4790805 γεωγραφουμενων
ἔστι καὶ Ἰβηρίας Καρταία , περὶ ἧς Ἀρτεμίδωρος ἐν δευτέρῳ γεωγραφουμένων . Καρία , ἡ χώρα . τὸ ἐθνικὸν Κάρ
γρηγορῇ . γρηγορεῖτε οὖν , οὐκ οἴδατε γὰρ πότε ὁ κύριος τῆς οἰκίας ἔρχεται , ἢ ὀψὲ ἢ μεσονύκτιον ἢ
Βατναῖος Βατνηνός . Ψαμαθοῦς , πόλις Λακωνική . Ἀρτεμίδωρος δευτέρῳ γεωγραφουμένων ” μετὰ γὰρ τὸ Ταίναρον πόλις ἐκδέχεται Ψαμαθοῦς ”
ἀφιέναι . Τοῖς δὲ λοιποῖς λέγω ἐγώ , οὐχ ὁ κύριος : εἴ τις ἀδελφὸς γυναῖκα ἔχει ἄπιστον , καὶ
4788954 Σεσογχωσιν
βπμγʹ . : Δικαίαρχος δέ φησιν ἐν βʹ Ἑλλάδος βίου Σεσόγχωσιν . . . . . . μέχρις αὐτοῦ εἶναι
ὅτι ὁ παῖς αὐτοῦ ζῇ . ἐπύθετο οὖν τὴν ὥραν παρ ' αὐτῶν ἐν ᾗ κομψότερον ἔσχεν : εἶπαν οὖν
. . . : Δικαίαρχος δὲ ἐν αʹ Ἑλλάδος βίου Σεσόγχωσιν , καὶ νόμους αὐτὸν θεῖναι λέγει , ὥστε μηδένα
ὃν ὑμεῖς οὐκ οἴδατε : ἐγὼ οἶδα αὐτόν , ὅτι παρ ' αὐτοῦ εἰμι κἀκεῖνός με ἀπέστειλεν . Ἐζήτουν οὖν
4786110 γραψαντος
Σόλωνα ἐν ἀγορᾷ στήσετε . ” ἀπὸ διανοίας δὲ τοῦ γράψαντος , ὡς ἐν τῷ κατὰ Ἀνδροτίωνος . συνιστὰς γὰρ
αὐτῷ . Εἶπεν δὲ παραβολὴν πρὸς αὐτοὺς λέγων , Ἀνθρώπου τινὸς πλουσίου εὐφόρησεν ἡ χώρα . καὶ διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ
τινὸς ἤκουε τοῦ Κράτητος : ὅτε καὶ τὴν Πολιτείαν αὐτοῦ γράψαντος , τινὲς ἔλεγον παίζοντες ἐπὶ τῆς τοῦ κυνὸς οὐρᾶς
μεταλαμβάνοντες ἀκοῦρευτι τίναῖς οἰσὶν . Ἄκουσον , δίκαιε Ἰωάννη , τινὸς αἰ οἰ τρίχαι δἰἀβοῦ τὸν ὀφθαλμῶν , αὐτοῦ ὁκέστην
4779425 Ζαλευκος
ἐξοστρακίζεσθαι πρῶτος ἐσηγησάμενος , αὐτὸς ἔτυχε τῆς καταδίκης πρῶτος . Ζάλευκος ὁ Λοκρῶν νομοθέτης προσέταξε τὸν μοιχὸν ἁλόντα ἐκκόπτεσθαι τοὺς
ταύτην τὴν γυναῖκα ; εἰσῆλθόν σου εἰς τὴν οἰκίαν , ὕδωρ μοι ἐπὶ πόδας οὐκ ἔδωκας : αὕτη δὲ τοῖς
νόμους τίθεσθαι . ὅτε καί τις ποιμὴν , ᾧ ὄνομα Ζάλευκος , πολλοὺς νόμους δυνηθεὶς εἰσενεγκεῖν τοῖς πολίταις δοκίμους ,
πάλιν εἰς τὴν Κανὰ τῆς Γαλιλαίας , ὅπου ἐποίησεν τὸ ὕδωρ οἶνον . καὶ ἦν τις βασιλικὸς οὗ ὁ υἱὸς
4777806 συγγραψαμενος
καίτοι γε μύθους τὰ πάντα σχεδὸν καὶ τοιαύτην τινὰ ἱστορίαν συγγραψάμενος . ἀλλ ' οὐ μόνον ἡ ἔννοια ἱκανὴ λόγων
. καὶ ἐδίδουν αὐτῷ ἐσμυρνισμένον οἶνον , ὃς δὲ οὐκ ἔλαβεν . καὶ σταυροῦσιν αὐτὸν καὶ διαμερίζονται τὰ ἱμάτια αὐτοῦ
Τραιανοῦ ὁ σοφώτατος Ἀρειανὸς ὁ χρονογράφος ἐξέθετο , ἱστορήσας καὶ συγγραψάμενος πάντα ἀκριβῶς . . . . [ . .
ὄξους ὑσσώπῳ περιθέντες προσήνεγκαν αὐτοῦ τῷ στόματι . ὅτε οὖν ἔλαβεν τὸ ὄξος [ ὁ ] Ἰησοῦς εἶπεν , Τετέλεσται
4772060 Ἀθηναιος
ψεῦδος ὄν . ΑΙΣΧΙΝΗΣ ὁ ῥήτωρ τὸ μὲν γένος ἦν Ἀθηναῖος , τῶν δήμων Κοθωκίδης , υἱὸς δ ' Ἀτρομήτου
νεκρῶν . σπείρεται ἐν φθορᾷ , ἐγείρεται ἐν ἀφθαρσίᾳ : σπείρεται ἐν ἀτιμίᾳ , ἐγείρεται ἐν δόξῃ : σπείρεται ἐν
ποτεὀψὲ λέγω ; χθὲς μὲν οὖν καὶ πρώην ἅμ ' Ἀθηναῖος καὶ ῥήτωρ γέγονεν , καὶ δύο συλλαβὰς προσθεὶς τὸν
ἀφθαρσίᾳ : σπείρεται ἐν ἀτιμίᾳ , ἐγείρεται ἐν δόξῃ : σπείρεται ἐν ἀσθενείᾳ , ἐγείρεται ἐν δυνάμει : σπείρεται σῶμα
4771271 παρελαβε
γεγονότα ἐξ Ἀργείης γυναικός , ὃς οὐκ ἀμαχητὶ εἶχε τὰ παρέλαβε παρὰ Πεισιστράτου . Ἐπολέμεον γὰρ ἔκ τε Ἀχιλληίου πόλιος
ἀνυπόκριτος : καρπὸς δὲ δικαιοσύνης ἐν εἰρήνῃ σπείρεται τοῖς ποιοῦσιν εἰρήνην . Πόθεν πόλεμοι καὶ πόθεν μάχαι ἐν ὑμῖν ;
, τὸ μὲν ἐπικουρεῖν μέλλον τοῖς συμμάχοις στράτευμα Καίσων Φάβιος παρέλαβε , θάτερον δὲ Λεύκιος ἔχων ἐπὶ τὴν Ἀντιατῶν ἦγε
, ἔτι αὐτοῦ πόρρω ὄντος πρεσβείαν ἀποστείλας ἐρωτᾷ τὰ πρὸς εἰρήνην . οὕτως οὖν πᾶς ἐξ ὑμῶν ὃς οὐκ ἀποτάσσεται
4770254 ἐπετελεσθη
τὸ πρῶτον ἐν ᾧ μετέβαλλεν ; ἐν ᾧ μὲν γὰρ ἐπετελέσθη , ἔστι , πέρας γὰρ ἐν τούτῳ . τὸ
εἰς τὸν κόσμον . οὐκ ἔγνωσαν ὅτι τὸν πατέρα αὐτοῖς ἔλεγεν . εἶπεν οὖν [ αὐτοῖς ] ὁ Ἰησοῦς ,
συνέστη πόλεμος καὶ μέγα μὲν οὐδὲν οὐδ ' ἄξιον μνήμης ἐπετελέσθη , καταδρομαὶ δὲ καὶ πορθήσεις τῆς χώρας τῶν Φαλίσκων
οἱ περὶ αὐτὸν σὺν τοῖς δώδεκα τὰς παραβολάς . καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς , Ὑμῖν τὸ μυστήριον δέδοται τῆς βασιλείας τοῦ
4768944 ὁριζεται
, εἶναί τινα καθ ' αὑτά , ἔτι δὲ καὶ ὁρίζεται τὸ καθ ' αὑτὸ ἀγαθόν , ὡς ἐπὶ πολλῶν
πίστιν εὗρον . καὶ ὑποστρέψαντες εἰς τὸν οἶκον οἱ πεμφθέντες εὗρον τὸν δοῦλον ὑγιαίνοντα . Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἑξῆς
τῷ τρίτῳ ὑπάρχει , ἀλλὰ καὶ τὸ οὐκ ἐν ὑποκειμένῳ ὁρίζεται , φημὶ δὴ τὴν οὐσίαν [ ἢ καὶ ὑποκείμενον
τοὺς πόδας αὐτοῦ καὶ ἐξέψυξεν : εἰσελθόντες δὲ οἱ νεανίσκοι εὗρον αὐτὴν νεκράν , καὶ ἐξενέγκαντες ἔθαψαν πρὸς τὸν ἄνδρα
4764112 Ἱμεραιος
μάθοι ἄν τις , καὶ ἔτι γνοίη ὅτι Στησίχορος ὁ Ἱμεραῖος οὔτ ' Ὀρφέα οὔτε Τέρπανδρον οὔτ ' Ἀρχίλοχον οὔτε
Χριστὸν καὶ εἰς τὴν ἐκκλησίαν . πλὴν καὶ ὑμεῖς οἱ καθ ' ἕνα ἕκαστος τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα οὕτως ἀγαπάτω ὡς
[ * * κέλης ] . / πγ : Κρίτων Ἱμεραῖος [ στάδιον : ] / Εὐκλείδης Ῥόδιος [ *
τις ἦν πλούσιος , καὶ ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καὶ βύσσον εὐφραινόμενος καθ ' ἡμέραν λαμπρῶς . πτωχὸς δέ τις ὀνόματι Λάζαρος
4762688 Ἡφαιστιων
. χειροτονοῦνται δὲ δοκιμασθέντες ἁπάσαις κρίσεσιν , Προαιρέσιός τε καὶ Ἡφαιστίων καὶ Ἐπιφάνιος καὶ Διόφαντος , Σώπολις ἐκ τῆς παραβύστου
εἶδες , οὗ ἡ πόρνη κάθηται , λαοὶ καὶ ὄχλοι εἰσὶν καὶ ἔθνη καὶ γλῶσσαι . καὶ τὰ δέκα κέρατα
τῇ μεταξὺ τούτων τῶν ὑποκριτῶν περιόδῳ παράγραφος τίθεται , ὡς Ἡφαιστίων φησὶν , ἧς τὸ σχῆμα γραμμή τίς ἐστι βραχεῖα
προβάτων . πάντες ὅσοι ἦλθον [ πρὸ ἐμοῦ ] κλέπται εἰσὶν καὶ λῃσταί : ἀλλ ' οὐκ ἤκουσαν αὐτῶν τὰ
4762618 Ἰσοκρατους
ὕποπτοι δοκοῦσιν εἶναι τῆς πολλῆς ἐπιτεχνήσεως ἕνεκα , οἱ δὲ Ἰσοκράτους καὶ Λυσίου παντὸς μάλιστα δίκαιοί τε καὶ ἀληθεῖς ,
εὑρήσει αὐτήν . τί γὰρ ὠφεληθήσεται ἄνθρωπος ἐὰν τὸν κόσμον ὅλον κερδήσῃ τὴν δὲ ψυχὴν αὐτοῦ ζημιωθῇ ; ἢ τί
Ἰσοκράτους ἐδέξατο : ἄλλοι δέ φασι γυμνασίαν εἶναι τὸν λόγον Ἰσοκράτους , τίνας ἂν εἴποι λόγους Ἀρχίδαμος συμβουλεύων Λακεδαιμονίοις .
καθί - σταται ἐν τοῖς μέλεσιν ἡμῶν , ἡ σπιλοῦσα ὅλον τὸ σῶμα καὶ φλογίζουσα τὸν τροχὸν τῆς γενέσεως καὶ
4755402 Ἀλκιμαχος
. περὶ μεθόδου δεινότητος . . . ἕτερος δέ ἐστιν Ἀλκίμαχος Μακεδών , οὗ μνημονεύει Ὑπ . ἐν τῷ κατὰ
καὶ εἶπεν αὐτῷ , Ἀκολούθει μοι . καὶ καταλιπὼν πάντα ἀναστὰς ἠκολούθει αὐτῷ . Καὶ ἐποίησεν δοχὴν μεγάλην Λευὶς αὐτῷ
αὑτοὺς παραδόντων τοῖς ὁμόροις Θρᾳξίν : ὄγδοον ἐκπεμφθεὶς ὑπὸ Τιμοθέου Ἀλκίμαχος ἀπέτυχεν , αὐτοῦ παραδόντος αὑτὸν Θρᾳξίν , ἐπὶ Τιμοκράτους
τελώνιον , καὶ λέγει αὐτῷ , Ἀκολούθει μοι . καὶ ἀναστὰς ἠκολούθησεν αὐτῷ . Καὶ γίνεται κατακεῖσθαι αὐτὸν ἐν τῇ
4746409 δημηγορια
διὰ κινδύνου ἰέναι . ἄνδρες στρατιῶται . . . : δημηγορία Νικίου στρατηγοῦ Ἀθηναίων ἔστι τῳ : τινὶ [ ἀφ
τοῦτο αὐτὸ ἵνα μὴ ἐλθὼν λύπην σχῶ ἀφ ' ὧν ἔδει με χαίρειν , πεποιθὼς ἐπὶ πάντας ὑμᾶς ὅτι ἡ
παρελθόντες ἐπὶ ἰδίων . ἡ μὲν πρέσβευσις κτἑ . : δημηγορία Ἀθηναίων εʹ ʃ ἡ στάσις πραγματική : τὸ μέλλον
τὴν κρίσιν καὶ τὴν ἀγάπην τοῦ θεοῦ : ταῦτα δὲ ἔδει ποιῆσαι κἀκεῖνα μὴ παρεῖναι . οὐαὶ ὑμῖν τοῖς Φαρισαίοις
4734935 Ἀπαμευς
πόλεως , οὓς προσαγορεύεσθαι γελοιαστάς . Ποσειδώνιος δ ' ὁ Ἀπαμεύς φησι : Κελτοὶ περιάγονται μεθ ' ἑαυτῶν καὶ πολεμοῦντες
ὅτι τυφλὸς ἐγεννήθη ; πῶς οὖν βλέπει ἄρτι ; ἀπεκρίθησαν οὖν οἱ γονεῖς αὐτοῦ καὶ εἶπαν , Οἴδαμεν ὅτι οὗτός
Λούκιος | ἐν τῷ τρίτῳ τῶν Χρονίων καὶ Δημήτριος ὁ Ἀπαμεύς , τινὲς δὲ μὴ γίνεσθαι , καθάπερ κατὰ τοὺς
ἀπαγγέλλων ὅτι Ὄντως ὁ θεὸς ἐν ὑμῖν ἐστιν . Τί οὖν ἐστιν , ἀδελφοί ; ὅταν συνέρχησθε , ἕκαστος ψαλμὸν
4733581 Παρα
οἱ δὲ τὸν ταῶ . 〛 πρῶτα μὲν ὥρας : Παρὰ τὰ Ἡσιόδου [ . ] φράζεσθαι δ ' εὖτ
μετὰ τοῦ πατρός μου ἐν τῷ θρόνῳ αὐτοῦ . ὁ ἔχων οὖς ἀκουσάτω τί τὸ πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις .
καὶ λαβὼν τὰ χρήματα , κατεγήρασεν ἐν Ἀμαθοῦντι . : Παρὰ δὲ Πέρσαις τῷ βασιλεῖ ἐφίεται μεθύσκεσθαι μιᾷ ἡμέρᾳ ,
. καὶ γὰρ ἐγὼ ἄνθρωπός εἰμι ὑπὸ ἐξουσίαν τασσόμενος , ἔχων ὑπ ' ἐμαυτὸν στρατιώτας , καὶ λέγω τούτῳ ,
4718571 Βουχετα
γνήσιος , τάδε ἐν Κασσωπίαι τρεῖς πόλεις , Πανδοσίαν καὶ Βούχετα καὶ Ἐλάτειαν , ῥητέον ὅτι βέλτιον ἐν ἐνίοις γέγραπται
' αὐτοῦ , καὶ ἐλθὼν ὁ σὲ καὶ αὐτὸν καλέσας ἐρεῖ σοι , Δὸς τούτῳ τόπον , καὶ τότε ἄρξῃ
τάδε , “ ἐν Κασσωπίᾳ τρεῖς πόλεις , Πανδοσίαν καὶ Βούχετα καὶ ” Ἐλάτειαν . “ ῥητέον ὅτι βέλτιον ἐν
ἀπαρνηθήσεται ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων τοῦ θεοῦ . καὶ πᾶς ὃς ἐρεῖ λόγον εἰς τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου , ἀφεθήσεται αὐτῷ
4716983 Τετραπολει
θεωρίαν ἔπεμπον . ἱστορεῖ δὲ περὶ τούτων Φιλόχορος ἐν τῆι Τετραπόλει γράφων οὕτως : ὅταν δὲ σημεῖα γένηται τὰ παραδεδομένα
σῶμά ἐσμεν ἐν Χριστῷ , τὸ δὲ καθ ' εἷς ἀλλήλων μέλη . ἔχοντες δὲ χαρίσματα κατὰ τὴν χάριν τὴν
παρασίτιον προσηγορεύετο . ταὐτὰ ἱστορεῖ καὶ Φιλόχορος ἐν τῆι ἐπιγραφομένηι Τετραπόλει , μνημονεύων τῶν καταλεγομένων τῶι Ἡρακλεῖ παρασίτων , καὶ
πόδας ὁ κύριος καὶ ὁ διδάσκαλος , καὶ ὑμεῖς ὀφείλετε ἀλλήλων νίπτειν τοὺς πόδας : ὑπόδειγμα γὰρ δέδωκα ὑμῖν ἵνα
4716320 Δημοσθενης
ἐν τοῖς σώμασι κοῖλα ἕλκη ἐσχάρας καλεῖν . Ἐσχατιά : Δημοσθένης ἐν τῷ πρὸς Φαίνιππον . τὰ πρὸς τοῖς τέρμασι
βασιλικὸν κατὰ τὴν γραφήν , Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν , καλῶς ποιεῖτε : εἰ δὲ προσωπολημπτεῖτε , ἁμαρτίαν
ἐφ ' οὗ τὴν πέμπτην τῶν κατὰ Φιλίππου δημηγοριῶν ἀπήγγειλε Δημοσθένης περὶ τῆς φυλακῆς τῶν νησιωτῶν καὶ τῶν ἐν Ἑλλησπόντῳ
οἱ πνευματικοὶ καταρτίζετε τὸν τοιοῦτον ἐν πνεύματι πραΰτητος , σκοπῶν σεαυτόν , μὴ καὶ σὺ πειρασθῇς . Ἀλλήλων τὰ βάρη
4711029 ξυνεγενετο
ὡμίλησε τῷ Πρωτεῖ , ἢ ὡς Ὁμήρῳ δοκεῖ , Πολυδάμνῃ ξυνεγένετο τῇ τοῦ Θῶνος : νυνὶ δὲ ἀναβεβλήσθων οὗτοι ,
Ἐγένετο δὲ ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ διωγμὸς μέγας ἐπὶ τὴν ἐκκλησίαν τὴν ἐν Ἱεροσολύμοις : πάντες δὲ διεσπάρησαν κατὰ τὰς
μὲν ἀπὸ τοῦ ὑφειμένου , πὴ δὲ ἀπὸ τοῦ ὑπεραίροντος ξυνεγένετο . ὅπως δὲ καὶ ταῦτα ἔσχε , δηλῶσαι βούλομαι
περὶ τῆς συστροφῆς ταύτης . καὶ ταῦτα εἰπὼν ἀπέλυσεν τὴν ἐκκλησίαν . Μετὰ δὲ τὸ παύσασθαι τὸν θόρυβον μεταπεμψάμενος ὁ

Back