κούφου καὶ αὐχμὸν περὶ τῷ προσώπῳ ἔχειν πολὺν ἡδίω τῶν Εὐφόρβου πλοκάμων τῶν χρυσῶν : αὐχμοῦ δὲ ἐπεμεμέλητο ὑπὸ τοῦ
ἄλλοτε διὰ τούτων ἀνάζησιν ἔσχεν : ᾧ καὶ συμφωνεῖ τὸ Εὐφόρβου τὴν ψυχὴν ἐσχηκέναι κατά γε τοὺς χρόνους : φʹ
6909876 Προμαθιδας
Ἴδμονος καὶ Ἡρόδωρος ἱστορεῖ ἐν τοῖς περὶ Ἡρακλείας , ὡς Προμαθίδας εἶπε , καὶ Νύμφις ἐν τῷ Ἡρακλείας , ὡς
τεμνομένους τὰ αἰδοῖα Γάλλους καλοῦσι . , . , : Προμαθίδας ὁ Ἡρακλεώτης ἐν Ἡμιάμβοις , Πολύβου , τοῦ Ἑρμοῦ
6679138 Φιλοκτητου
Ἀθηνᾶς προσεδεήθη πρὸς τὸ μὴ γνωσθῆναι ὅστις ἐστὶν ὑπὸ τοῦ Φιλοκτήτου , καθάπερ Ὅμηρος κἀκείνωι δὴ ἑπόμενος Εὐριπίδης , ὥστε
. τὰν Φιλοκτήταο δίκαν : ἐπὶ δὲ τοῦ παρόντος τὸν Φιλοκτήτου τρόπον μετερχόμενος ἐστρατεύθη καὶ τὴν μάχην ἐνίκησε . φορείῳ
6557686 Μαγνητος
Πιερίαν διασπασθεὶς ὑπὸ τῶν μαινάδων . Κλειὼ δὲ Πιέρου τοῦ Μάγνητος ἠράσθη κατὰ μῆνιν Ἀφροδίτης , συνελθοῦσα δὲ ἐγέννησεν ἐξ
ἦν Ἐπίχαρμος ὁ ποιητής , πολλῶι πρότερος ὢν Χιωνίδου καὶ Μάγνητος . . Ἐπίχαρμος Ἡλοθαλοῦς Κῶιος . καὶ οὗτος ἤκουσε
6415445 Πελωριαδα
εἰς Μεσσήνην τριάκοντα . πεζῇ δὲ ἐκ μὲν Παχύνου εἰς Πελωριάδα ἑκατὸν ἑξήκοντα ὀκτώ , ἐκ δὲ Μεσσήνης εἰς Λιλύβαιον
ἐστι Σικελία νῆσος ἀπὸ τῆς Εὐρώπης ἀπέχουσα στάδια ιβʹ εἰς Πελωριάδα ἀπὸ Ῥηγίου . Ἐν δὲ Σικελίᾳ ἔθνη βάρβαρα τάδε
6414962 Ἀμφιλοχου
, ἕτερον εἶναι τοῦ Ἀργολικοῦ , ὠνομάσθαι δ ' ὑπὸ Ἀμφιλόχου τοῦ καὶ τὴν πόλιν Ἄργος Ἀμφιλοχικὸν καλέσαντος : τοῦτον
μή σοι ἄπιστα δόξω περὶ ἐμαυτοῦ μεγαλαυχεῖσθαι : ἃ δὲ Ἀμφιλόχου τε ἤκουσα ἐν Μαλλῷ , τοῦ ἥρωος ὕπαρ διαλεχθέντος
6356601 Ἀσκληπιειον
δὲ τοῦ παρὰ Κυρηναίοις τὸ ἐν Λεβήνῃ τῇ Κρητῶν ἐστιν Ἀσκληπιεῖον . διάφορον δὲ Κυρηναίοις τοσόνδε ἐς Ἐπιδαυρίους ἐστίν ,
τῷ μήκει τοῦ πλοῦ . ἐν δὲ τῷ προαστείῳ τὸ Ἀσκληπιεῖον ἔστι , σφόδρα ἔνδοξον καὶ πολλῶν ἀναθημάτων μεστόν ,
6341466 κατεποντισθη
, ἑφθούς τε καὶ ὀπτούς , οὓς αὐτοὶ καταναλίσκουσι . κατεποντίσθη δ ' ἡ Ἀταργάτις ὑπὸ Μοψοῦ τοῦ Λυδοῦ ἁλοῦσα
λέγει ὁ Λυδὸς , ὑπὸ Μόξου τοῦ Λυδοῦ ἁλοῦσα , κατεποντίσθη μετὰ Ἰχθύος τοῦ υἱοῦ ἐν τῇ περὶ Ἀσκάλωνα λίμνῃ
6297337 Κυζικου
γάρ ἐστιν ὁ Κυζίκου λιμήν . Αἰσήποιο : ποταμὸς πέραν Κυζίκου . Γηγενέες : τούτων καὶ Ἡρόδωρος μνημονεύει ἐν τοῖς
. διὰ δὲ τούτου οὐδὲν ἕτερον ἢ τὴν ἀπραγμοσύνην τοῦ Κυζίκου ἐμφαίνει . ἠοῖ δ ' εἰσανέβαν : ἡ εἰς
6296703 Πανδαρον
εἶδος τῷ γένει τέταχεν . . βῆ δ ' ἴμεν Πάνδαρον ἀντίθεον διζήμενος , εἴ που ἐφεύροι . εὗρε Λυκάονος
περὶ ] Κυζίκου . τὸ ἐθνικὸν ὅμοιον . Ποσείδιππος δὲ Πάνδαρον παρὰ τῷ Σιμοῦντι τετάφθαι φησίν ” οὐδὲ Λυκαονίη δέξατό
6259522 Δημητρας
καὶ Ἰφιγενείαι καὶ Οἰδίποδι : ἐν γὰρ τούτοις πᾶσι περὶ Δημήτρας λέγων τῶν μυστικωτέρων περιεργότερον ἅπτεσθαι . λέγει δὲ περὶ
Δώτιον , ἔνθα ᾤκει ὁ Ἐρυσίχθων Κυρίτα δὲ ἐπώνυμον τῆς Δημήτρας . * τῆς παντομόρφου τῆς εἰς πᾶν εἶδος μεταβαλλομένης
6248226 Σεμιραμεως
, πόλις οὐκ ἄπωθεν Μασσαγετῶν , Στράβων ἑνδεκάτῃ , ὑπὸ Σεμιράμεως κτισθεῖσα , ἥ τις καὶ Κωφήν ἐκαλεῖτο . οἱ
εἰς τοῦτον τὸν ἐνιαυτὸν κατέστροφεν , ἀρξάμενος ἀπὸ Νίνου καὶ Σεμιράμεως . . . . : ἀνεγνώσθη δὲ αὐτοῦ καὶ
6232260 Σθενελου
δὲ τούτους καὶ νόθον ἐκ Φρυγίας γυναικὸς Μιδείας Λικύμνιον . Σθενέλου δὲ καὶ Νικίππης τῆς Πέλοπος Ἀλκυόνη καὶ Μέδουσα ,
κατασκευάσας σύριγγα προσηγόρευσεν εἰς τιμὴν τῆς προειρημένης νύμφης . Κύκνος Σθενέλου υἱὸς διὰ τὸ Φαέθοντος πένθος εἰς ὁμώνυμον ὄρνεον [
6179888 Ἐλαιουντα
. Ἔστι δ ' ἐν τῷ περίπλῳ τούτῳ τῷ μετὰ Ἐλαιοῦντα ἡ εἰσβολὴ πρῶτον ἡ εἰς τὴν Προποντίδα διὰ τῶν
, ᾗ ὄνομα Ἀγορά . Χερρονήσου μῆκος ἐκ Καρδίας εἰς Ἐλαιοῦντα στάδια υʹ . Μετὰ δὲ τὴν Χερρόνησόν ἐστι Θρᾴκια
6172320 ϲυϲταντοϲ
τῶν κτηδόνων τοῦ κερατοειδοῦϲ χιτῶνοϲ , ἐφ ' ἱκανὸν βάθοϲ ϲυϲτάντοϲ καὶ μετεωρίϲαντοϲ τὸν χιτῶνα , μὴ μέντοι γε ῥήξαντοϲ
ἁλῶν ἐπεμβάλλοντα . διὰ δὲ τὸν φλεγματώδη χυμὸν ἐπιρρυέντα μορίῳ ϲυϲτάντοϲ οἰδήματοϲ ἱκανὸϲ ἐνίοτε καὶ ϲπόγγοϲ ὀξυκράτῳ βραχεὶϲ καὶ ἐπιτιθέμενοϲ
6158709 διηκων
τῆς Ἀσίας σχεδόν στενότατος αὐχήν ἐστιν εἰς τὸν Ἰσσικόν κόλπον διήκων τήν τ ' Ἀλεξανδρούπολιν , τῷ Μακεδόνι κτισθεῖσαν :
γῆν καὶ τὴν ἀνατολὴν , ἐκδέχεται κόλπος Θηριώδης καλούμενος , διήκων μέχρι τοῦ ἀκρωτηρίου τοῦ καλουμένου Σατύρων ἄκρου . Οἱ
6138952 Τιτιου
. . . : Καλλίστρατος ἐν δευτέρῳ Περὶ Ἡρακλείας , Τιτίου παῖδας εἶναί φησι δύο , Πριόλαν καὶ Μαριανδυνὸν ,
τὸν θρηνούμενον Πριόλαόν φησι , τῶν ἄλλων Βώριμον λεγόντων τὸν Τιτίου υἱόν , ὡς Νύμφις καὶ Καλλίστρατος . ἐλέγοισιν :
6134801 Πυρραν
Σάλαιθος ὁ Λακεδαιμόνιος ἐς Μυτιλήνην τριήρει . καὶ πλεύσας ἐς Πύρραν καὶ ἐξ αὐτῆς πεζῇ κατὰ χαράδραν τινά , ᾗ
περὶ αὐτῆς λόγῳ τοῦτο ψεῦδος . Ἀγαμήδη , τόπος περὶ Πύρραν τῆς Λέσβου , ἀπὸ Ἀγαμήδης τῆς Μάκαρος , τῆς
6131560 Ποσειδωνιας
Τροιζῆνος τοῦ Πέλοπος . ἐκαλεῖτο δὲ Ἀφροδισιάς καὶ Σαρωνία καὶ Ποσειδωνιάς καὶ Ἀπολλωνιάς καὶ Ἀνθανίς . τὸ ἐθνικὸν Τροιζήνιος καὶ
Τροιζῆνος τοῦ Πέλοπος . ἐκαλεῖτο δὲ Ἀφροδισιάς καὶ Σαρωνία καὶ Ποσειδωνιάς καὶ Ἀπολλωνιάς καὶ Ἀνθανίς . τὸ ἐθνικὸν Τροιζήνιος καὶ
6128828 Μενεσθεως
. φεύγειν δὲ αὐτοὺς διὰ τὸ μὴ βούλεσθαι ἄρχεσθαι ὑπὸ Μενεσθέως . ἦσαν δὲ μετὰ τοῦ Ἐλεφήνορος τοῦ Χαλκώδοντος τοῦ
στρατηγοῦ Τιμοθέου ζῶντος , κατὰ τὸν χρόνον τὸν τῆς μετὰ Μενεσθέως στρατηγίας , ἐφ ' ἧι τὰς εὐθύνας ὑποσχὼν ἑάλω
6124369 Κεγχρεων
δὲ Κυμαῖον , οἱ δ ' ἐκ Τροίας ἀπὸ χωρίου Κεγχρεῶν , οἱ δὲ Λυδόν , οἱ δ ' Ἀθηναῖον
τὸ ἕτερον πέρας τοῦ λιμένος Ἀσκληπιοῦ καὶ Ἴσιδος ἱερά . Κεγχρεῶν δὲ ἀπαντικρὺ τὸ Ἑλένης ἐστὶ λουτρόν : ὕδωρ ἐς
6101023 Διδυμον
καὶ ἐπὶ λθʹ , ἐπὶ δὲ τοῦ τετάρτου τὸ κατὰ Δίδυμον ἐν λόγοις ἐπὶ δʹ καὶ ἐπὶ λʹ καὶ ἐπὶ
καὶ ἐπὶ ιθʹ , ἐπὶ δὲ τοῦ ἕκτου τὸ κατὰ Δίδυμον ἐν λόγοις ἐπὶ εʹ καὶ ἐπὶ κδʹ καὶ ἐπὶ
6077281 Μεγαρεως
τῆς Σκύλλης ἥτις κατ ' ἐμὲ θυγάτηρ ἦν Νίσου τοῦ Μεγαρέως . τεμοῦσα δὲ τὴν χρυσῆν αὐτοῦ τρίχα καὶ ἄνανδρον
ξίφει λύει κελαινὰ βλέφαρα , κωκύσασα μὲν τοῦ πρὶν θανόντος Μεγαρέως κλεινὸν λάχος , αὖθις δὲ τοῦδε , λοίσθιον δὲ
6070737 Σινωπης
τοῦ Πόντου ἡ Σινώπη , ὠνομασμένη ἀπὸ τῆς Ἀσωποῦ θυγατρὸς Σινώπης : ἣν ἁρπάσας ὁ Ἀπόλλων , κατὰ Φιλοστέφανον ,
Σολύμων τε Ἀσσυρίων τε λεὼν , τρηχὺν δ ' ἀγκῶνα Σινώπης , καὶ Φίλυρας Ναπάτας τε καὶ ἄστεα πυκνὰ Σαπείρων
6067069 δεδαμασθαι
. δεδμῆσθαι δʹ : ᾠκοδομῆσθαι . καὶ ὑποτετάχθαι τε καὶ δεδαμάσθαι . καὶ τὸ ἀνῃρῆσθαι . καὶ τὸ τὴν γυναῖκα
τὸν μεγάλως φόνιον . δάμαρ ἀνδρὸς γυνή , ἀπὸ τοῦ δεδαμάσθαι τῷ ἀνδρί . δαίμονες οἱ θεοὶ οἱονεὶ δαήμονες ὄντες
6066475 Κυτωρον
δὲ ἄρκτων μέρει τοῦ Πόντου κατὰ περιγραφὴν τοιαύτην : Μετὰ Κύτωρον πόλιν παράλιον Κλίμαξ χωρίον . . . . .
ἀρίστη φύεται πύξος κατὰ τὴν Ἀμαστριανὴν καὶ μάλιστα περὶ τὸ Κύτωρον „ . ὡς Κάλλατις Καλλάτιος Καλλατιανός καὶ Φᾶσις πόλις
6064480 Ἀσκαλωνα
Λυδοῦ ἁλοῦσα κατεποντίσθη μετὰ Ἰχθύος τοῦ υἱοῦ ἐν τῇ περὶ Ἀσκάλωνα λίμνῃ διὰ τὴν ὕβριν , καὶ ὑπὸ τῶν ἰχθύων
] α κατάγρει [ ] Βαβύλωνος ἴρας [ ] ν Ἀσκάλωνα [ κρύοεντ ] ' ἐγέρρην [ ] ν κὰτ
6060969 Μιμαντος
δευτέρας συλλαβῆς διὰ τοῦ ντ κλίνονται , οἷον γίγαντος , Μίμαντος . ὁμοίως καὶ τὸ Κάλχαντος , Φόρβαντος . ἃ
ἐστίν . σκόπελον ] κορυφήν . νιφόεντα ] χιονώδη . Μίμαντος ] ὄνομα ὄρους ⌈ τῆς Μυσίας . / ⌈
6052186 Μητιονος
. . , . ἔνιοι δὲ Μουσαῖον εὑρετὴν λέγουσι τὸν Μητίονος καὶ Στερόπης κατ ' Ὀρφέα γενόμενον . . .
ἀνδριαντοποιίᾳ ἤδη τιν ' εἶδες ὅστις περὶ μὲν Δαιδάλου τοῦ Μητίονος ἢ Ἐπειοῦ τοῦ Πανοπέως ἢ Θεοδώρου τοῦ Σαμίου ἢ
6049680 ξενολογιαν
Εὐρύβατος : πονηρός . ἀπὸ τοῦ πεμφθέντος ὑπὸ Κροίσου ἐπὶ ξενολογίαν μετὰ χρημάτων , ὥς φησιν Ἔφορος , εἶτα μεταβαλλομένου
: ἤτοι πονηρός . ἀπὸ τοῦ πεμφθέντος ὑπὸ Κροίσου ἐπὶ ξενολογίαν μετὰ χρημάτων , ὥς φησιν Ἔφορος , εἶτα μεταβαλλομένου
6044736 ἠπιαλου
τοῦ τριταίου , τὸ δὲ συνεδρεῦον , ὡς ἐπὶ τοῦ ἠπιάλου . οὗτος γὰρ γίνεται ἐξ ὕλης ἡμισαποῦς , καὶ
ἐχρύσωσα , ὁπότε μ ' ἰάσατο διὰ τρίτης ὑπὸ τοῦ ἠπιάλου ἀπολλύμενον . ” “ Ἦ γὰρ καὶ ἰατρός ,
6042817 Μοψου
καὶ ” ἑστία „ παρήχθη τὸ Μοψεάτης ἀπὸ μόνου τοῦ Μόψου , οὕτως καὶ ἀπὸ τῆς „ παρθένου ” καὶ
δὲ Ἀντιφήμου τοῦ Γέλαν οἰκίσαντος , εἰς τὴν Φασήλιδα ὑπὸ Μόψου μετ ' ἀνδρῶν πεμφθέντα κατά τινα λόγον Μαντοῦς τῆς
6040822 Ἀλεξιων
] , ἴσως ἀπὸ τοῦ [ φθείσω . τοῦτο δὲ Ἀλεξίων ] καὶ Φιλόξενος [ διὰ τοῦ ι γράφουσιν ]
ἄρα χαλκῷ σμερδαλέῳ κεκάλυπτο . . Ν : Χροός : Ἀλεξίων φησὶν ὅτι Ἀρίσταρχος ὡς σοφός προηνέγκατο , Τυραννίων δὲ
6032618 Κελαινων
ἀνατολικά . . . ξβ μα γʹ καὶ ὁ καλούμενος Κελαινῶν Λόφος , οὗ τὸ μέσον ἐπέχει μοίρας . .
Μιλήτου καὶ Πριήνης ποιεῖται τὰς ἐκβολάς . ἄρχεται δὲ ἀπὸ Κελαινῶν , λόφου τινός , ἐν ᾧ πόλις ἦν ὁμώνυμος
6028353 Πελασγου
τῶν γυναικῶν Δήμητρός ἐστιν ἱερὸν ἐπίκλησιν Πελασγίδος ἀπὸ τοῦ ἱδρυσαμένου Πελασγοῦ τοῦ Τριόπα , καὶ οὐ πόρρω τοῦ ἱεροῦ τάφος
Αἵμονος . Αἵμων δὲ υἱὸς μὲν 〚 Χλώρου τοῦ 〛 Πελασγοῦ , πατὴρ δὲ Θεσσαλοῦ , ὡς Ῥιανὸς 〚 καὶ
6027952 Φηγεως
τὴν Φηγίαν τὸν Ἀλκμαίωνα ἔστειλεν ἄκοντα , καὶ αὐτὸν ὑπὸ Φηγέως τῶν παίδων Τημένου καὶ Ἀξίονος δολοφονηθέντα ἐπέλαβεν ἡ τελευτή
, ἐν Οἰνόῃ τῆς Λοκρίδος ὑπὸ Ἀμφιφάνους καὶ Γανύκτορος τῶν Φηγέως παίδων ἀναιρεῖται , καὶ ῥίπτεται εἰς τὴν θάλασσαν ,
6024721 Ὀνομακριτου
καὶ Θαλίαν . κατὰ ταὐτὰ δὲ ἐν ἔπεσίν ἐστι τοῖς Ὀνομακρίτου . Ἀντίμαχος δὲ οὔτε ἀριθμὸν Χαρίτων οὔτε ὀνόματα εἰπὼν
γέγονεν ἄλλως τε καὶ τὰ εἰς αὐτὸν ἐπιφερόμενά φασιν ὑπὸ Ὀνομακρίτου τοῦ Ἀθηναίου συντετάχθαι γενομένου κατὰ τὴν Πεισιστρατιδῶν ἀρχὴν περὶ
6023269 Αἰσηπον
οὐκ ἂν ὑφεῖτο οὐδενί . διατρίβοντος δέ μου περὶ τὸν Αἴσηπον τότε καὶ αὖ περὶ τὸ ἱερὸν τοῦ Διὸς ἐποίησε
θ ' Ἁλιάκμονά θ ' Ἑπτάπορόν τε Γρήνικόν τε καὶ Αἴσηπον θεῖόν τε Σιμοῦντα Πηνειόν τε καὶ Ἕρμον ἐυρρείτην τε
6021702 Ἰχθυος
ἔχων περὶ τὰ ὦτα πτερύγια . οἱ δὲ νυκτικόρακα . Ἰχθύος οὐρανίου θεῖον γένος ἤτορι σεμνῷ Χρῆσε , λαβὼν πηγὴν
ʹ βο θ δʹ τῶν ἐν τῷ στόματι τοῦ ἑπομένου Ἰχθύος β ὁ βορειότερος . . Κριοῦ β βο κα
6021595 ἀποδων
εἰσίν . Ἕλκονται : ὅρα , τὸ ἕλκονται ἐπὶ τῶν ἀπόδων ἰχθύων . τεκέων : ὀδύνης , γεννήσεων , γεννημάτων
δέ τι αἴνιγμα , πειρᾶσθαι ἑρμηνεύειν . Περὶ δὲ τῶν ἀπόδων ἑξῆς ποιήσομαι τὸν λόγον . Δράκων βασιλέα σημαίνει διὰ
6018746 ἐβληθη
τὸ βέλος ὑπελθόντος αὐτῷ : ὁ δ ' οὐκ ἂν ἐβλήθη μετὰ τῶν θεωμένων ἑστώς . Ὡς δ ' οὐδενὸς
οὐ γὰρ ἀμφότεροι ἐτύπησαν , ἀλλ ' ὁ μὲν Ἕλενος ἐβλήθη , ὁ δὲ Δηίφοβος ἐτύπη . . οἵ ῥ
6014267 Θεοδωρου
? [ ] . Μανθάνεις [ ] που ? παρὰ Θεοδώρου [ ] γεωμετρίας ἄττα [ ; ] Οὐκ [
ἀκηκοέναι , ἐν οἷς οὐδέποτ ' ἐγὼ περὶ σοῦ καὶ Θεοδώρου τὰ ψευδῆ δοξάσω , οὔτε γιγνώσκων οὔτε ἀγνοῶν ἄμφω
6013361 μεσονυκτιου
πρὸς τὰ ὁμαλὰ νυχθήμερα σχεδὸν πρὸ τοσούτων πάλιν ὡρῶν τοῦ μεσονυκτίου συνάγεται ὁ χρόνος . κατὰ ταύτην δὲ τὴν ὥραν
δοθείσας ὥρας ἰσημερινὰς πρὸς τὴν ἀποχὴν τῆς μεσημβρίας καὶ τοῦ μεσονυκτίου θεωρουμένας μεταλαμβάνειν θέλωμεν εἰς τὰς κατὰ τὸν δι '
5995225 Ἀμυντορος
φυγάδων γενομένων ; ἢ οὐ Φοῖνιξ ἐκ Δολοπίας ἐκπεσὼν ὑπὸ Ἀμύντορος εἰς Θετταλίαν φεύγει ; Πηλέα δ ' ἐξικόμην ,
προκειμένου τοῦ προσώπου Οἰνέως . Φοίνικος ] Φοίνικα λέγει τὸν Ἀμύντορος . λακίδας ] διερρωγότα ἱμάτια . Φιλοκτήτου ] εἰσήγαγε
5978976 Νικομαχου
' αὐτῶν τῶν ἔργων βεβαιῶσαι βουληθεὶς τὸ λεχθὲν ὁ τοῦ Νικομάχου λέγει [ . . Θ . ] εἶναί τι
ἀπολογία : μὴ μεγάλου κινδύνου συμβεβηκότος . καὶ οὗτος ἐπὶ Νικομάχου εἴρηται . Ὑπὲρ ἀντιδόσεως πρὸς Μεγακλείδην : εἰ μὲν
5970912 ξεναγος
σνϚ ἀνδρῶν ξεναγία καλεῖται καὶ ὁ τούτου τοῦ τάγματος ἀφηγούμενος ξεναγός . καθ ' ἕκαστον δὲ τῶν σνϚ ἀνδρῶν σύνταγμα
τίς ὁ συνταγματάρχης . Τί ἐστι ξεναγία καὶ τίς ὁ ξεναγός . Ὅτι καθ ' ἕκαστον σύνταγμα ἔκτακτοι ἄνδρες εἰσὶ
5970709 προσεοικυιαν
δὲ ἡμεῖς ἡμέρας ἤδη ὑποφαινούσης ἐθεώμεθα τὴν καλιὰν σχεδίᾳ μεγάλῃ προσεοικυῖαν ἐκ δένδρων μεγάλων συμπεφορημένην : ἐπῆν δὲ καὶ ᾠὰ
, ἀλλ ' ἀπὸ τοῦ συμβεβηκότος , ὅτι τὴν νυκτὶ προσεοικυῖαν ἀχλὺν ὁ λευκὸς ἀὴρ ἐπὶ τὸ καθαρώτερον ἐλάμπρυνεν .
5965286 Ἱπποστρατου
Μελεάγρου , τελευταία δὲ τῶν βασιλικῶν ἰλῶν ἧς Ἡγέλοχος ὁ Ἱπποστράτου ἰλάρχης ἦν . ξυμπάσης δὲ τῆς ἵππου τῶν ἑταίρων
, Ἡσίοδος δὲ ἐξ Ὠλένου τῆς Ἀχαΐας , ἐφθαρμένην ὑπὸ Ἱπποστράτου τοῦ Ἀμαρυγκέως , Ἱππόνουν τὸν πατέρα πέμψαι πρὸς Οἰνέα
5964820 λιπαρωτατου
Μαύρων ἐθνῶν , ἤγουν Αἰθιόπων . Ἀπεκεῖθεν τοῦ εὐτραφεστάτου καὶ λιπαρωτάτου Νείλου τὰ ὕδατα κατέρχεται : ὅστις δὴ ἀπὸ τῆς
τραχήλῳ τρώϲειϲ ἄχρι καὶ τῶν ϲφαγιτίδων , λαμβάνον λιβανωτοῦ τοῦ λιπαρωτάτου μέροϲ α , ἀλόηϲ ἐπὶ μὲν τῶν μαλακωτέρων ϲωμάτων
5955956 Σθενελαον
τῶν ἐπιτηδείων ἔνδειαν ἔσεσθαι . καταλιπὼν δὲ Βυζαντίου καὶ Καλχηδόνος Σθενέλαον ἁρμοστὴν Λάκωνα , αὐτὸς ἀποπλεύσας εἰς Λάμψακον τὰς ναῦς
ἐπιβουλεύοντας Οἰνεῖ , Φηνέα Εὐρύαλον Ὑπέρλαον Ἀντίοχον Εὐμήδην Στέρνοπα Ξάνθιππον Σθενέλαον , ὡς δὲ Φερεκύδης φησίν , Ὠλενίαν ἀδελφὸν ἴδιον
5952479 Δρυμος
δὲ τὸ κύριον , ἢ ἡ βοτάνη . τὸ δὲ Δρυμός καὶ ἐπὶ τοῦ κυρίου καὶ προσηγορικοῦ ὀξύνεται . Τὰ
Φιλιππικοῖς . Δρομοκήρυκες : Αἰσχίνης . οἱ λεγόμενοι ἡμεροδρόμοι . Δρυμός : πόλις μεταξὺ Βοιωτίας καὶ τῆς Ἀττικῆς : Δημοσθένης
5952194 Ἀκαμαντα
ἀμφότεραι ἀνάπλους . Ἀπὸ τοῦ Ἀνεμουρίου τῆς Κιλικίας ἐπὶ τὸν Ἀκάμαντα τῆς Κύπρου στάδιοι ψʹ . Ἀπὸ Ἀκάμαντος ἔχων δεξιὰν
οἱ δὲ Θῆλον , Δημοφῶντι δὲ ἐκ Φυλλίδος Ἀμφίπολιν καὶ Ἀκάμαντα υἱόν φασι γενέσθαι . . . . Θησέως παίδων
5949194 Λυκωνος
ψήφου μιᾶς : Ἀπὸ μιᾶς γνώμης καὶ κρίσεως . τὴν Λύκωνος : Τὴν Ῥοδίαν λέγει οὕτω καλουμένην , τὴν Αὐτολύκου
γ ' ὀρτύγια : κἄπειτα τί ; ὥσπερ ἐπὶ τὴν Λύκωνος ἔρρει πᾶς ἀνήρ . ὃς τὴν Μαραθῶνι κατέλιφ '
5943753 Λυδου
καὶ λαμβάνεται ἀντὶ τοῦ . . . . . . Λυδοῦ ] * Λυδοῦ Πέλοπος ἀποικίαν περιφραστικῶς τὴν Πελοπόννησον .
ἰδών τε ἐκεῖνα ὁ κῆρυξ καὶ εἴπας πρὸς Θρασύβουλον τοῦ Λυδοῦ τὰς ἐντολὰς ἀπῆλθε ἐς τὰς Σάρδις , ὡς ἐγὼ
5935005 Νεωνος
ω , οἷον Κάων Κάωνος , Φάων Φάωνος , Νέων Νέωνος , Θέων Θέωνος , Δίων Δίωνος , [ Ἱέρων
καὶ ἔξω εἰσὶν ἀπὸ τῶν στρατηγῶν ὁ πιστότατος ἑκάστῳ πλὴν Νέωνος τοῦ Λακωνικοῦ . εἰ οὖν βούλει πιστοτέραν εἶναι τὴν
5930723 Διδυμου
τοὺς Διδύμους ἀμόρφωτοι . ὁ προηγούμενος τοῦ πρόποδος τοῦ ἡγουμένου Διδύμου . . . Διδύμων δ Ϛʹ νο # δʹ
ιε ∠ ʹ : ὁ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς τοῦ ἡγουμένου Διδύμου κρύπτεται . ιεʹ . ὡρῶν ιγ ∠ ʹ :
5928152 Φορβαντος
. : Φορβαντεῖον . Ὅτι τὸ Ἀθήνησιν Φορβαντεῖον ὠνομάσθη ἀπὸ Φόρβαντος βασιλεύσαντος Κουρήτων καὶ ὑπ ' Ἐρεχθέως ἀναιρεθέντος , δεδήλωκεν
ἀλλὰ Κράταιιν . . . ἐν δὲ ταῖς Μεγάλαις Ἠοίαις Φόρβαντος καὶ Ἑκάτης ἡ Σκύλλα . Στησίχορος δὲ ἐν τῆι
5921769 Ἀλγιδον
ὀρεινῆς ἄλλη ῥάχις ἐστί , μεταξὺ αὐλῶνα καταλείπουσα τὸν κατὰ Ἄλγιδον , ὑψηλὴ μέχρι τοῦ Ἀλβανοῦ ὄρους . ἐπὶ ταύτης
ὑπερβᾶσα μεταξὺ Τούσκλου πόλεως καὶ τοῦ Ἀλβανοῦ ὄρους κάτεισιν ἐπὶ Ἄλγιδον πολίχνιον καὶ Πικτὰς πανδοχεῖα . εἶτα συμπίπτει καὶ ἡ
5919475 Σωσικρατης
ὑπερπῖπτον τοῦ Σουνίου οὐ πολὺ πρὸς ἕω . Μέγεθος δὲ Σωσικράτης μέν , ὅν φησιν ἀκριβοῦν Ἀπολλόδωρος τὰ περὶ τὴν
τι ] Ὅτι Πρῶτοι οἱ Σωκρατικοὶ ἐπετήδευσαν οὕτως ὀμνύναι . Σωσικράτης γὰρ ἐν τῷ βʹ τῶν Κρητικῶν οὕτως φησί :
5919049 Μινωος
ὧν προειρήκαμεν . τὸν οὖν Δαίδαλον πυθόμενον τὴν ἀπειλὴν τοῦ Μίνωος διὰ τὴν κατασκευὴν τῆς βοός φασι φοβηθέντα τὴν ὀργὴν
τὴν δοτικὴν ποιεῖ ὁμότονον καὶ ὁμόχρονον , ἔρωτος ἔρωτι , Μίνωος Μίνωϊ , Αἴαντος Αἴαντι . τὸν Αἴαντα : πᾶσα
5914890 Ταϋγετου
καὶ τῶν Ἡρακλειδῶν ναίοντες καὶ κατοικοῦντες ὑπὸ ταῖς ὄχθαις τοῦ Ταϋγέτου Λακωνικοῦ ὄρους ἤτοι ἐν Λακεδαιμονίᾳ , θέλοντι καὶ θέλουσι
τὸν δίσκον εἰς τὸ ἄνω , ὁ δὲ ἀπὸ τοῦ Ταϋγέτου καταπνεύσας ἐπὶ κεφαλὴν τῷ παιδὶ ἐνέσεισε φέρων αὐτόν ,
5908340 Ἀρτεμισιου
πλοίῳ ἦλθε ἀνὴρ Ἱστιαιεὺς ἀγγέλλων τὸν δρησμὸν τὸν ἀπ ' Ἀρτεμισίου τῶν Ἑλλήνων . Οἱ δ ' ὑπ ' ἀπιστίης
καλοῦσιν Ἀργεῖον . ὑπερβαλόντα δὲ ἐς τὴν Μαντινικὴν διὰ τοῦ Ἀρτεμισίου πεδίον ἐκδέξεταί σε Ἀργὸν καλούμενον , καθάπερ γε καὶ
5904584 συντεθειμενος
Φοίνικας πρὸς τὸν διωγμόν , αὐτὸς δέ , καθάπερ ἦν συντεθειμένος , ἐκ τοῦ λιμένος ἀνήχθη κατὰ σπουδὴν τοῖς ἑπτακαίδεκα
ἕνεκεν τῶν γραμμάτων τῶν εὑρημένων , ἐν οἷς συμμαχίαν ἦν συντεθειμένος πρὸς Περσέα κατὰ Ῥωμαίων . κατηγορησάντων δὲ πλειόνων ἀπὸ
5901610 Ἐκληθη
τριῶν δικαστηρίων , οἱ δὲ χίλιοι ἀπὸ δύο δικαστηρίων . Ἐκλήθη δὲ οὕτως ἀπὸ τοῦ ἁλίζεσθαι . Θεσμός . Τὸ
. : Βραχία . Οὕτως ἡ Ἀραβικὴ θάλασσα καλεῖται . Ἐκλήθη δὲ διὰ τὸ ἐν αὐτῇ βράχη εἶναι πλεῖστα .
5899970 Θρηικης
τ ' ἔχειν καλῶς στρατῶι τε μὴ δόξαιμι Κασσάνδρας χάριν Θρήικης ἄνακτι τόνδε βουλεῦσαι φόνον . ἔστιν γὰρ ἧι ταραγμὸς
πηγαίαις κόραις . ἔνθ ' ἐκτραφεὶς κάλλιστα παρθένων ὕπο , Θρήικης ἀνάσσων πρῶτος ἦσθ ' ἀνδρῶν , τέκνον . καί
5894039 Λευκοπετραν
διὰ μέσων τῶν Λευκανῶν καὶ Βρεττίων διεξιόντα τελευτᾷ πρὸς τὴν Λευκόπετραν τῆς Ῥηγίνης καλουμένην . τυπωδῶς μὲν οὖν εἴρηται περὶ
ἀπὸ Ἰάπυγος Κρητὸς ἀποικισθέντες αὐτόθι , ἵνα καὶ παρὰ τὴν Λευκόπετραν τὸ Σικελικὸν διήκει πρὸς τὰς τοῦ Ἀδρίου ἀρχάς .
5891774 ἀναφερομενου
κλίμα μεσουρανήματος , * * * ἄνω δὲ διὰ τοῦ ἀναφερομένου ὑπὲρ τὸν ὁρίζοντα , κάτω δὲ διὰ τοῦ δυομένου
ὀξύτητα προσαγορεύομεν . γίνεται δ ' ἡ μὲν βαρύτης κάτωθεν ἀναφερομένου τοῦ πνεύματος , ἡ δ ' ὀξύτης ἐπιπολῆς προϊεμένου
5880034 Καλυκης
δὲ βουλόμενοι εὐστοχῆσαι τοῦ θηρίου ἐφ ' ἑαυτοὺς ἠκόντισαν . Καλύκης δὲ καὶ Ἀεθλίου παῖς Ἐνδυμίων γίνεται , ὅστις ἐκ
. τὸν δὲ Ἐνδυμίωνα Ἡσίοδος μὲν Ἀεθλίου τοῦ Διὸς καὶ Καλύκης παῖδα λέγει , παρὰ Διὸς εἰληφότα τὸ δῶρον ἳν
5878703 Μελανος
πυλῶν ἕως τοῦ Μέλανος ποταμοῦ στάδιοι ͵δνʹ . Ἀπὸ τοῦ Μέλανος ποταμοῦ εἰς Σίδην στάδιοι νʹ . Ἀπὸ Σίδης εἰς
Ἀλκάθοον , ὡς δὲ ὁ τὴν Ἀλκμαιωνίδα γεγραφώς , τοὺς Μέλανος παῖδας ἐπιβουλεύοντας Οἰνεῖ , Φηνέα Εὐρύαλον Ὑπέρλαον Ἀντίοχον Εὐμήδην
5877483 Καλυδωνιον
θυγάτηρ . ἦν δὲ καὶ ἄλλη ὀνοματικῶς Ἀργεία λεγομένη . Καλυδώνιον δέ φησι τὸν Διομήδην , ὅτι Τυδεὺς ἦν ἐκεῖθεν
γὰρ Ἀγαπήνωρ ὁ υἱὸς Ἀγκαίου . οὗτος δὲ ἐπὶ τὸν Καλυδώνιον κάπρον ἐξελθὼν ἀνῃρέθη ὑπ ' αὐτοῦ . τὸ δὲ
5876669 προμαχων
: εὐήθεια : μωρία : ἄνοια : ἔπαλξις , ὁ προμαχῶν : ἐπάλαξις τὶς οὖσα : ἀπὸ τοῦ ἀλεξῶ ῥήματος
: εὐήθεια : μωρία : ἄνοια : ἔπαλξις , ὁ προμαχῶν : ἐπάλαξις τὶς οὖσα : ἀπὸ τοῦ ἀλεξῶ ῥήματος
5869039 Τιγριδος
ἀπὸ δὲ μεσημβρίας τῷ Περσικῷ κόλπῳ ἀπὸ τῶν ἐκβολῶν τοῦ Τίγριδος ποταμοῦ μέχρι τῶν ἐκβολῶν τῶν εἰς τὸν Περσικὸν κόλπον
∠ ʹ λη γοʹ Ἀπ ' ἀνατολῶν δὲ τῶν τοῦ Τίγριδος ποταμοῦ πηγῶν ἥ τε Βαγρανδαυηνὴ καὶ ὑπ ' αὐτὴν
5862142 στιλβειν
οὐ λευκοῦ μόνον , ἀλλὰ καὶ στιλπνοῦ : καὶ γὰρ στίλβειν ἔοικεν ὑπὸ τῆς ἐπιπολαζούσης αὐτῷ πιμελῆς . Ἀφροδίτην ἐλεφαντίνην
ξανθῆς χολῆς γενόμενος , ὅντινα καὶ ἀσφαλτώδη ὀνομάζομεν διὰ τὸ στίλβειν αὐτὸν ἀσφάλτου δίκην καὶ ὁ ἐκ τοῦ ἀπογεωθέντος φλέγματος
5861058 ῥωγαλεον
ἀπ ' ἀλλήλων : χροιή γε μὲν ἠύτε γαίης , ῥωγαλέον φορέουσα περιστιγὲς αἰόλον ἔρφος . τὴν μὲν ὅθ '
ἀραιαί , ” ῥῶσιν ἐλάμβανον . ῥωγαλέα διερρωγότα , καὶ ῥωγαλέον τὸν διερρηγμένον θώρακα : διὰ γὰρ τοῦ παρακολουθοῦντος εὔχεται
5858722 Παριος
, οὐδὲ Ἴωνές φασιν ἀσπίος , ἐπὶ δὲ βαρυτόνων λέγουσι Πάριος κατὰ μίμησιν τοῦ ὄφιος : οὕτως ἐπειδὴ πολλὰ εἰς
ος ἐκφερομένην γενικὴν ἔστιν ἡ εἰς ν αἰτιατική , οἷον Πάριος Πάριν , ὥσπερ βότρυος βότρυν , ἰχθύος ἰχθύν :
5857442 Ζωροαστρου
Φοινίκην περιέτυχεν ἐκεῖσε Πέρσαις καὶ ἔμαθεν παρ ' αὐτῶν τὴν Ζωροάστρου παιδείαν . εἶτα ἐκεῖθεν ἐπὶ Σικελίαν ἀφίκετο , τοὺς
τὸν τόπον : πρώτου μέν , ὥς φησιν Εὔβουλος , Ζωροάστρου αὐτοφυὲς σπήλαιον ἐν τοῖς πλησίον ὄρεσι τῆς Περσίδος ἀνθηρὸν
5856758 ἀδελφεου
λίθον ἀπιέναι ἐπ ' οἴκου , φέροντα τὴν κεφαλὴν τοῦ ἀδελφεοῦ . Ὡς δὲ ἡμέρη ἐγένετο , ἐσελθόντα τὸν βασιλέα
ἄκρης ἐκ τοῦ πύργου ὑπὸ Μερμοδέω , τοῦ Λύκου δὲ ἀδελφεοῦ , ὃς ἀπέθανε λευσθεὶς , ὅτε ἦλθεν εἰς τὸ
5851625 τρικεφαλου
τοῖς ] Περὶ ? Κυρήνηςˈ τὸν περὶ [ ] τοῦ τρικεφάλου [ ] ? μῦθον ˈ ἀναιρῶν ? [ ]
[ ] περὶ ? Κυρήνης τὸν περὶ [ ] τοῦ τρικεφάλου [ ] ? μῦθον ἀναιρῶν ? [ ] φησιν
5851452 Θεσσαλου
μέν , ἀλλ ' οὐκ εἰς τοσοῦτον , ὅσον αἱ Θεσσαλοῦ κοινότητες , εἴ γε καὶ Πλάτων καὶ Ζήνων ,
δ ' ἄπο Θεσσαλίην λαοὶ μετεφημίξαντο . οἱ δὲ ἀπὸ Θεσσαλοῦ τοῦ Φειδίππου πατρός , τοῦ Ἡρακλείδου , μετὰ τὰ
5850087 Προκοννησιου
οἱ Πυθαγόρειοι ὁμῶς ἔχουσι πιστευτικῶς , οἷον περὶ Ἀριστέου τοῦ Προκοννησίου καὶ Ἀβάριδος τοῦ Ὑπερβορέου τὰ μυθολογούμενα καὶ ὅσα ἄλλα
καὶ Φανόδικός φησι . : Φανοδίκου εἰμὶ τοῦ Ἑρμοκράτους τοῦ Προκοννησίου : κἀγὼ κρατῆρα κἀπίστατον καὶ ἡθμὸν ἐς πρυτανεῖον ἔδωκα
5849584 Αὐτολυκου
καὶ Ὀδυσσέα , ἡνίκα ὡς τὸν Αὐτόλυκον ἀφικόμενος μετὰ τοῦ Αὐτολύκου τῶν παίδων ἐθήρευε , τότε αὐτὸν τὸ τραῦμα τὸ
ἦν αὐτῷ ἐπίτροπος . ἤκουσε δὴ κατ ' ἀρχὰς μὲν Αὐτολύκου τοῦ μαθηματικοῦ πολίτου τυγχάνοντος , πρὶν ἀπαίρειν εἰς Ἀθήνας
5844746 Ἀκεσανδρος
εὐφροσύνην . Ναΐδος δὲ καὶ Πηνειοῦ τὸν Ὑψέα Φερεκύδης , Ἀκέσανδρος δὲ Φιλύρας τῆς Ἀσωποῦ καὶ Πηνειοῦ ἱστορεῖ τὸν Ὑψέα
καλεῖσθαι , διὰ τὸ μὴ γεγωνὸς φθέγγεσθαι . ὁ δὲ Ἀκέσανδρος μὴ ἐκ γενετῆς αὐτόν φησιν ἰσχνόφωνον γεγενῆσθαι , ἀλλ
5844163 Βιθυνου
. ἔστι δὲ καὶ Δαφνουσὶς λίμνη πλησίον τοῦ Ὀλύμπου τοῦ Βιθυνοῦ . ἔστι καὶ δῆμος πλησίον τῆς Κῶ ὁ Δαφνοῦς
παρῃτεῖτο διὰ τὰς προειρημένας αἰτίας . οὗτός ποτε Μέντορος τοῦ Βιθυνοῦ μαθητοῦ ὄντος καὶ παρ ' αὐτὸν ἐλθόντος εἰς τὴν
5843726 Ἀγκαιου
. [ Παρθενίης ] Ἀγκαῖος : Ἀριστοτέλης φησὶ τιθεὶς ἐπὶ Ἀγκαίου τὴν παροιμίαν , ὅτι γέγονε φιλογέωργος Ἀγκαῖος καὶ πολλὰς
οὐ σὺν τῷ δικαίῳ κτείνας . γενομένων δὲ αὐτῷ παίδων Ἀγκαίου τε καὶ Ἐπόχου , τὸν μὲν νοσήσαντα ἐπιλαμβάνει τὸ
5839540 διαπλεων
Ἀπολλωνίδην , ὅπερ ψυχρὸν εἶναι δοκεῖ . Τέμνων ] Ἤγουν διαπλέων . Κατέβαν ] Ἤγουν κατῆρα καὶ κατῆλθον ἐπὶ τὸν
ἐν τῷ πορθμῷ καὶ μεταξὺ τῆς Κυρήνης καὶ τῆς Σάρδεων διαπλέων τὰ παρὰ τῆς ἑτέρας εἰς τὴν ἑτέραν τὸν ὀφθαλμὸν
5838023 Ἀμυθαονος
μὲν Ἀντίμαχος [ . ] , Ταλαοῦ τοῦ Βίαντος τοῦ Ἀμυθάονος τοῦ Κρηθέως τοῦ Αἰόλου τοῦ Ἕλληνος τοῦ Διός ,
οἰκιῶν ἐπλανῶντο ἀνὰ τὴν χώραν , ἐς ὃ Μελάμπους ὁ Ἀμυθάονος ἔπαυσε σφᾶς τῆς νόσου , ἐφ ' ᾧ τε
5833272 Νηλεα
παίδων , ὃς μεταβάλλων τὰς μορφὰς ἐμάχετο . τὸν δὲ Νηλέα καὶ τοὺς παῖδας αὐτοῦ χωρὶς Νέστορος ἀπέκτεινεν : οὗτος
. , , : τάφους δὲ Σισύφου καὶ Νηλέωςκαὶ γὰρ Νηλέα ἀφικόμενον ἐς Κόρινθον νόσωι τελευτῆσαί φασι καὶ περὶ τὸν
5830127 Σαγγαριου
Θυνιάδος νήσου εἰς Σαγγάριον ποταμὸν πλωτὸν στάδιοι σʹ . Ἀπὸ Σαγγαρίου ποταμοῦ εἰς Ὕπιον ποταμὸν στάδιοι ρπʹ . Ἀπὸ Ὑπίου
ἀλλ ' ἑτέραν , ἡγούμενος [ ] διὰ [ τοῦ Σαγγαρίου ] διεξιοῦσιν ? ? [ ἀκοπωτέρως ] ? ?
5825530 ἀπελευθερωσαντος
ὅτιπερ ἂν συνδοκῇ τῷ γενομένῳ δεσπότῃ . πλουτεῖν δὲ τοῦ ἀπελευθερώσαντος μὴ ἐξεῖναι μᾶλλον : τὸ δὲ πλέον γιγνέσθω τοῦ
ἀνθ ' ἑνὸς ὀνόματος τρία ἔσχε , τὰ δύο τοῦ ἀπελευθερώσαντος προσλαβών . ἀλλὰ τοῦτο ἅπαξ ἐγένετο : δεῖ δὲ
5825355 Σινων
Ἀντίκλεια ἀδελφοί , παῖδες Αὐτολύκου , Ὀδυσσεὺς μὲν Ἀντικλείας , Σίνων δὲ Αἰ - σίμου . οὗτος ὁ Αὐτόλυκος κλεπτοσύνῃ
Τρωσὶν Ἀχαιῶν ἔργα πέληται . Ὣς φάτο : τὸν δὲ Σίνων ἀπαμείβετο κύδιμος ἀνὴρ ἄλλων δειδιότων : μάλα γὰρ μέγα
5823186 Καπυος
. Καπύα , πόλις Ἰταλίας . Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ . ἀπὸ Κάπυος τοῦ Τρωικοῦ . τὸ ἐθνικὸν Καπυανός ὡς Ἀσιανός .
ἀπόκτισιν εἶναι , Καπύας ὀνομασθείσας ἀπὸ τοῦ Τρωι - κοῦ Κάπυος . λέγεται δὲ ταῦτα ἄλλοις τε καὶ Ἀριαίθῳ τῷ
5821602 Τυφων
Ζεὺς Βῆλος καὶ Ἀπόλλων . Κατὰ τούτους γίνονται Πόντος καὶ Τυφὼν καὶ Νηρεὺς , πατὴρ Πόντου . Ἀπὸ δὲ τοῦ
τὴν Αἴγυπτον , Ἀθηνᾶ δὲ καὶ Ζεὺς ὑπελείφθησαν μόνοι . Τυφὼν δ ' ἐκ ποδὸς ἐδίωκεν . οἱ δὲ προμηθείᾳ
5821353 Ἀγηνορος
Οἰδίποδος τοῦ Λαΐου τοῦ Λαβδάκου τοῦ Πολυδώρου τοῦ Κάδμου τοῦ Ἀγήνορος τοῦ Ποσειδῶνος καὶ Λιβύης τῆς Ἐπάφου τοῦ Διὸς καὶ
ἐν τῶι πρώτωι τῆς Θεογονίας , ἑτέραν δὲ Φοίνικος τοῦ Ἀγήνορος . . . ἧς τοὺς περὶ τὸν Μίνω γενέσθαι
5820795 Μολιονιδων
Ἐχεφυλλίδας [ ] δὲ αὐτὸν ὑπὸ Κτεάτου καὶ Εὐρύτου τῶν Μολιονιδῶν ἡττηθῆναι κατὰ τὴν ἐπ ' Αὐγέαν στρατείαν . διωχθέντα
παροιμιασθῆναι . Ἐχεφυλλίδας δὲ αὐτὸν ὑπὸ Κτεάτου καὶ Εὐρύτου τῶν Μολιονιδῶν ἡττηθῆναι κατὰ τὴν ἐπ ' Αὐγείᾳ στρατείαν . διωχθέντα
5818726 Πριαπου
Ἀπολλόδωρος δὲ Ἀδρανίτας φησὶ τὸ ἐθνικόν . Ἀδράστεια , μεταξὺ Πριάπου καὶ τοῦ Παρίου , ἀπὸ Ἀδράστου βασιλέως , ὃς
μὴ θελόντων , καὶ λέγεται πριαπισμὸς ἡ νόσος ἀπὸ τοῦ Πριάπου , οὗτος γὰρ μέγα εἶχε τὸ αἰδοῖον . γίνεται
5817199 Προμηθεος
ὡς ὕδατος μιχθέντος τῇ γῇ ἐπλάσθησαν οἱ ἄνθρωποι ὑπὸ τοῦ Προμηθέος , θεῶν δ ' ἀλείμματι τὴν καρδίαν ἀλείψας ἀπετέλεσε
δ ' ἀπόπροθεν ἄγκεα μακρὰ Καυκάσου : ἀμφὶ δὲ δεσμὰ Προμηθέος ἄλλυδις ἄλλα αὐτῇς σὺν πέτρῃσιν ἀναρρήξας ἀραρυίῃς λῦε μέγαν
5816919 Ἡροδωρος
Μηκιστόφονον , Πατροκλέα , Τοξόκλειτον , Μενεβρόντην , Χερσίβιον . Ἡρόδωρος δὲ καὶ δίς φησι μανῆναι τὸν Ἡρακλέα : ἐκαθάρθη
περὶ τῆς ἀλίμου βρώσεως λέγειμέμνηται δὲ ταύτης τῆς ἀλίμου καὶ Ἡρόδωρος ἐν τῷ πέμπτῳ τοῦ καθ ' Ἡρακλέα λόγου καὶ
5815568 ἐρχομενῳ
νυὸς ἅδε . ὄλβιε γάμβρ ' , ἀγαθός τις ἐπέπταρεν ἐρχομένῳ τοι ἐς Σπάρταν ἅπερ ὧλλοι ἀριστέες , ὡς ἀνύσαιο
περὶ τοῦ Ἀλκμᾶνος πάλιν φησί , καὶ ὅτι ὑπήντησεν αὐτῷ ἐρχομένῳ εἰς τὴν Πυθῶνα , τῷ Πινδάρῳ φημί , καὶ
5815028 Σικελικου
καὶ φιλίαν ἔθετο Μαμερτίνοις , τοῖς ἐπὶ τοῦ πορθμοῦ τοῦ Σικελικοῦ κατῳκημένοις , οὐ πρὸ πολλοῦ κἀκείνοις ἐς ἰδίους ξένους
Φάρος , πρὸ τῆς Ἰταλίας δὲ αἱ Διομήδειοι . τοῦ Σικελικοῦ δὲ τὸ ἐπὶ Κρήτην ἀπὸ Παχύνου τετρακισχιλίων καὶ πεντακοσίων
5812126 Ἀλβανιαν
τῆς Κασπίας θαλάττης , καὶ τήν τε Ἰβηρίαν καὶ τὴν Ἀλβανίαν ἐπελθεῖν καὶ πολλὰ τῆς Ἀρμενίας καὶ τῆς Μηδίας ,
, ὃς παρ ' ὅλην τήν τε Ἰβηρίαν καὶ τὴν Ἀλβανίαν ῥεῖ , διορίζων τὴν Ἀρμενίαν ἀπ ' αὐτῶν ,
5808881 Σαμοθρᾳκης
κατὰ συστολὴν τοῦ μ . . . . Σάον ὄρος Σαμοθρᾴκης οὗ μέμνηται Νίκανδρος ἐν τοῖς Θηριακοῖς οὕτω πως λέγων
καὶ γράφειν ὑπὲρ αὐτῶν , ἃ Καλλίστρατός τε ὁ περὶ Σαμοθρᾴκης συνταξάμενος ἱστορεῖ καὶ Σάτυρος ὁ τοὺς ἀρχαίους μύθους συναγαγὼν

Back