καὶ κατεπτήχει καὶ ἔθνη καὶ πόλεις καὶ πάντα γένη καὶ Εὐρωπαῖα καὶ τὰ ἐπὶ τῆς Ἀσίας πάντα , καὶ πρὸς
εἰς τὴν οἶμον τὴν Σκυθικήν . καὶ γὰρ παρὰ τὰ Εὐρωπαῖα μέρη ἀνεσκολοπίσθη ὁ Προμηθεύς . οὐκ ἐνδέχεται οὖν βραδύνειν
6689295 ταθεισης
σὺν μὲν χαλαρᾷ τῇ φάρυγγι τὸ καλούμενον ἄζειν ἐργάζεται , ταθείσης δὲ βραγχώδη τὸν ψόφον ἀποτελεῖ . τὸ δ '
βολὴ βολίς , οὕτως καὶ παρὰ τὸ κάρη καρίς . ταθείσης δὲ τῆς παρατελευταίας ἐτάθη καὶ τὸ τέλος , καὶ
6463137 ἀρκτωα
καὶ τῆς Εὐρώπης , ἄλλ ' οὗτος μὲν ἐπὶ τὰ ἀρκτῶα μέρη ἔστραπται , ὡς βορειοτέραν εἶναι τὴν Εὐρώπην ,
δὲ Γάγγης εἰς τὴν ἀνατολὴν , καὶ ὁ Καύκασος τὰ ἀρκτῶα τοῦ οὐρανοῦ μέρη . Καὶ ταύτην μὲν τὴν χώραν
6282471 Ἰκαριας
παῖδας τὰς σάρκας αὐτῶν ἐσιτοῦντο . βουλόμενος δὲ ἀπὸ τῆς Ἰκαρίας εἰς Νάξον διακομισθῆναι , Τυρρηνῶν λῃστρικὴν ἐμισθώσατο τριήρη .
οὖν καὶ ἄκρα τις Ἄμπελος βλέπουσά πως πρὸς τὸ τῆς Ἰκαρίας Δρέπανον , ἀλλὰ καὶ τὸ ὄρος ἅπαν ὃ ποιεῖ
6268104 ἀνεστρεφεν
ὁ δὲ τῶν ἐξ ἀρχῆς ἐχόμενος λογισμῶν ἐπὶ τὴν οἰκείαν ἀνέστρεφεν . [ . . . . , . ]
στρατιὰν ὑπὸ λείας καὶ πλήθους αἰχμαλώτων , ἀναθέμενος μάχην , ἀνέστρεφεν ἐπὶ Καμπανίας , ἡγουμένων τῶν ἐλεφάντων , καὶ τὴν
6223254 κρυφη
εἰς τὴν πόλιν ἡμῶν , ὅτι ἐμισήσατε ἡμᾶς , καὶ κρυφῆ ἐξήλθετε ἀφ ' ἡμῶν : διὰ τοῦτο οὐκ εἰσελεύσεσθε
τε καὶ πλείω διανοούμενον , ἕτερα λέγοντα καὶ ἄλλα ποιοῦντα κρυφῆ , καὶ ἐν τούτοις χαίρει κἂν μηδὲν εἴη αὐτῷ
6198878 ἐπιβαινοντων
καὶ διὰ τούτων τὰς ἐπιβάθρας ἐπιβαλλόντων καὶ θρασέως ταῖς ἐπάλξεσιν ἐπιβαινόντων οἱ μὲν Τύριοι διὰ τὴν ἐπίνοιαν τῶν ὀργανοποιῶν πολλὰ
γὰρ οὔσης τῆς Λιβύης καὶ πολλῶν ζώων συνιόντων καὶ ἀλλήλοις ἐπιβαινόντων , ἐξηλλαγμένα ἀποτελεῖ καὶ σύμμικτα ζῶα . Λευκὴν μᾶζαν
6175759 ἐλυμα
μέσον εὔτονον , διὸ πρίνινον τὸν γύην . ἐλύματι : ἔλυμα μέρος τι τοῦ ἀρότρου ἐν τῷ μέσῳ ἔνθα συμβάλλεται
. δάφνης δ ' ἢ πτελέης ἀκιώτατοι ἱστοβοῆες . δρυὸς ἔλυμα , πρίνου δὲ γύην . βόε δ ' ἐνναετήρω
6140563 Μεγαβαζος
οὐ προυχώρει καὶ τὰ χρήματα ἄλλως ἀνηλοῦτο , ὁ μὲν Μεγάβαζος καὶ τὰ λοιπὰ τῶν χρημάτων πάλιν ἐς τὴν Ἀσίαν
ταύτης πέρι λέγεται , τὰ παραθαλάσσια δ ' ὦν αὐτῆς Μεγάβαζος Περσέων κατήκοα ἐποίεε . Δαρεῖος δὲ ὡς διαβὰς τάχιστα
6136841 κατασυρειν
ἐπισκήπτω λιπαρῶς ὡς οἷόν τε , ὦ Ἱμεραῖοι , μὴ κατασύρειν αὐτὸν εἰς ἐκμελῆ καὶ ἀπῳδὰ τῶν ἐσχάτων αὐτοῦ πολιτευμάτων
τὸ περιπετάμενον ζῷον τοῖς λύχνοις . προνομεύειν τὸ κατατρέχειν καὶ κατασύρειν . προσωρμίσαντο , οὐ προσώρμισαν . πρότροπος οἶνος ὁ
6116620 Βυνης
Βύνη : ἡ Λευκοθέα , ἡ Ἰνώ , οἷον : Βύνης καταλέκτριαι αὐδηέσσης . εἴρηται παρὰ τὸ εἰς βυθὸν δύνειν
. τὸ δὲ σχῆμά ἐστιν ἐφερμηνευτικόν . τὸ ἑξῆς : Βύνης δὲ καὶ τῆς Ἰνοῦς τῆς καὶ Λευκοθέας σαώσει ἄμπυξ
6105572 Ἀμασειαν
ἀξιόμαχον . Διελθὼν δὲ τὸν ἐν Παφλαγονίᾳ Πόντον περὶ τὴν Ἀμάσειαν γέγονε καὶ τοὺς περισωθέντας τῶν Ἀλανῶν εὑρὼν οὐ πλείους
εὐθὺς αὐτῷ τὸν πιστότατον πέπομφε : ἐπεὶ δ ' εἰς Ἀμάσειαν ἧκε , φιλοφρόνως αὐτὸν ὁ στρατοπεδάρχης ὑπεδέξατο καὶ οὕτως
6099214 διεστη
ἐκινήθη : ἔστι δ ' ὅτε τὸ ἕτερον τῶν ὀστέων διέστη . Τουτέοισι κατάτασις ἰσχυρὴ ποιητέη : καὶ τὸ μὲν
εἰ πρῶτον ἀνέθορεν ἀπὸ τοῦ ἀρρήτου , δῆλον ὡς ἥκιστα διέστη αὐτοῦ . Καὶ ἔτι ὑπὸ τῆς ἐκείνου ἀγνωσίας ἐπιλυγάζεται
6078610 τροπιος
, βροτὸν ἄνδρα παρεῖναι . τὸν μὲν ἐγὼν ἐσάωσα περὶ τρόπιος βεβαῶτα οἶον , ἐπεί οἱ νῆα θοὴν ἀργῆτι κεραυνῷ
πολυκλύστῳ ἐνὶ πόντῳ : τὸν δ ' ἄρ ' ἐπὶ τρόπιος νηὸς βάλε κῦμ ' ἐπὶ χέρσου , Φαιήκων ἐς
6077638 μεριστη
ἂν ἐπὶ τούτων ἀντιπερίστασις ἢ δι ' ὅλων διέξοδος ἢ μεριστὴ περιγραφὴ ἢ κατὰ τόπον περιοχὴ ἤ τι τῶν τοιούτων
πλῆθος , ἣν ἀόριστον δυάδα ἐκάλουν : δυάδα μὲν ὅτι μεριστὴ καὶ πλήθους ἤδη ποιητική , ἀόριστον δὲ ὅτι μὴ
6064332 Πιναρα
ἓξ δὲ τὰς μεγίστας ἔφη ὁ Ἀρτεμίδωρος , Ξάνθον Πάταρα Πίναρα Ὄλυμπον Μύρα Τλῶν κατὰ τὴν [ ὑπέρθεσιν ] τὴν
τις ἀπὸ τοῦ αἰγιαλοῦ ἀνατείνουσα . ὑπόκειται δὲ τῷ Κράγῳ Πίναρα ἐν μεσογαίᾳ , τῶν μεγίστων οὖσα πόλεων ἐν τῇ
6038586 βατιακη
' ἥδιστά γ ' ἐπιδορπίζομαι . πρίστις , τραγέλαφος , βατιάκη , λαβρώνιος . ἀνδραπόδι ' ἤδη ταῦθ ' ,
ἄλλα γένη καταλέγων ποτηρίων φησί : πρίστις , τραγέλαφος , βατιάκη , λαβρώνιος . ἀνδραποδιον δὴ ταῦθ ' , ὁρᾷς
6012586 Ῥοδογουνη
, οἷον τῆς Ἰωνίας Καλλιρόη , τοιοῦτο τῆς Ἀσίας ἡ Ῥοδογούνη . λαβοῦσαι δὲ αὐτὴν αἱ γυναῖκες ἐκόσμουν , ἑκάστη
“ ταῦτα λέγουσα ἔτι ἀπῄει . † ἐπιστᾶσα † δὲ Ῥοδογούνη , Ζωπύρου μὲν θυγάτηρ , γυνὴ δὲ Μεγαβύζου ,
6011732 χεια
διπλῆ ὅτι τὸ χείσεται σημαίνει ] χωρήσει : ἔνθεν καὶ χειὰ ἡ κατάδυσις τῶν ὄφεων . . Χ . .
κατάδυσιν ὑπεισέρχεται : ἢ ἀπὸ τοῦ χῶ χείω τὸ χωρῶ χειὰ ἡ κατάδυσις ἐν ᾗ ὄφις . ἑρπετόν : ὄφιν
6011101 πρηστηρος
κατά τι μέρος ἐκφαίνουσαν διὰ στομίου τὸ πῦρ ὥσπερ διὰ πρηστῆρος αὐλοῦ . καὶ τοῦτ ' εἶναι τὸν ἥλιον .
: ταῖς ἀπὸ τῆς ἄρκτου πνοαῖς : Λυκόφρων : ἀπαρκτίαις πρηστῆρος αἴθωνος πνοαῖς . . . . ἀπάργματα : αἱ
6006236 Ἰαπυγια
λθʹ ∠ ʹʹγʹʹ ιβʹʹ Τάρας μαʹ ∠ ʹʹ μʹ Σαλεντίνων Ἰαπυγία ἄκρα ἡ καὶ Σαλεντίνη μβʹ γʹʹ ληʹ ∠ ʹʹδʹʹ
Μεταποντίου τὰ συνεχῆ λεκτέον . συνεχὴς δ ' ἐστὶν ἡ Ἰαπυγία : ταύτην δὲ καὶ Μεσσαπίαν καλοῦσιν οἱ Ἕλληνες ,
6004233 θυλακια
. Ἐπεὰν δὲ ἔλθωσι ἐς τὸν χῶρον οἱ Ἰνδοὶ ἔχοντες θυλάκια , ἐμπλήσαντες ταῦτα τῆς ψάμμου τὴν ταχίστην ἐλαύνουσι ὀπίσω
τοῦ κυάμου , φύλλα δὲ πρὸς τὰ τοῦ ἀρνογλώσσου , θυλάκια δ ' ἐπὶ τοῦ καυλοῦ εἰς ἄλληλα νεύοντα ,
6003922 ἐκφυλα
καὶ ὑλαίοις καὶ μηδαμῇ μηδαμῶς μηδὲ ἓν βιβλιδάριον ἀναγνοῦσι πάντῃ ἔκφυλά τε δοκοῦσι καὶ ἀποδάσμια καὶ ἀληθείας πορρωτάτω ἐκτρέχοντα καὶ
καὶ ὑλαίοις καὶ μηδαμῇ μηδαμῶς μηδὲ ἓν βιβλιδάριον ἀναγνοῦσι πάντῃ ἔκφυλά τε δοκοῦσι καὶ ἀποδάσμια καὶ ἀληθείας πορρωτάτω ἐκτρέχοντα καὶ
6003194 Ποσειδιον
. . . . . νϚ γʹ λη δʹ τὸ Ποσείδιον . . . . . . . . .
παρήκει τῆς ἠπείρου μηνοειδὴς καὶ ἀκτὴ μετὰ τὸν αἰγιαλὸν ἐπὶ Ποσείδιον , ἐκ θαλάσσης μὲν ἀρχομένη τῆς πρὸς ἀνατολάς ,
6001332 Πελωρις
γενομένη γὰρ νὺξ ἐπέσχε τὸ ἔργον . τὴν Πελωρίδα : Πελωρὶς ἀκρωτήριον Σικελίας τὸ βορειότατον χειρὶ σιδηρᾷ ἐπιβληθείσῃ : δηλονότι
ὑπὸ Ἑλλήνων γεγονότος . γʹ δὲ ἀκρωτήρια Σικελίας Πάχυνος , Πελωρὶς καὶ Λιλύβαιον . ὀνειράτων οὔτε ἀπὸ τῆς ὄναρ εὐθείας
5997333 κεδρον
ὀνόμασιν ἀλλ ' ἄμφω καλοῦσι κέδρους , πλὴν παρασήμως τὴν κέδρον ὀξύκεδρον . ὀζώδη δ ' ἄμφω καὶ πολυμάσχαλα καὶ
, σφένδαμνόν τε καὶ ζυγίαν , ἔτι δὲ κυπάρισσον καὶ κέδρον : ἔστι δ ' ἐν αὐτῷ καὶ ἄνθη ,
5996960 Καρπαθον
τὸ γένος , κατά τι λόγιον ἀποικίαν ἀπέστειλεν εἰς τὴν Κάρπαθον . Τὴν δὲ νῆσον τὴν ὀνομαζομένην Ῥόδον πρῶτοι κατῴκησαν
μὲν ἔχων ναῦς τὰς καλουμένας παρὰ Ῥοδίοις φυλακίδας ἔπλευσεν εἰς Κάρπαθον καὶ πολλὰ μὲν πλοῖα τῶν Δημητρίου καταλαβών , ἃ
5979236 Κοσσαιων
πολέμου περὶ ταῦτα διέτριβεν . ὁ δ ' Ἀλέξανδρος τῶν Κοσσαίων ἀπειθούντων ἐστράτευσεν ἐπ ' αὐτοὺς εὐζώνῳ τῇ δυνάμει .
Ποπίλλιος . ἐπὶ δὲ τούτων ] Ἀλέξανδρος καταπεπολεμηκὼς τὸ τῶν Κοσσαίων ἔθνος ἀνέζευξε μετὰ τῆς δυνάμεως καὶ προῆγεν ἐπὶ Βαβυλῶνος
5969263 περιειχετο
τῶν καθ ' ἕκαστα : περὶ δὲ γένους οὐχί : περιείχετο γὰρ ἂν καὶ τὸ γενικώτατον , τοῦτο δὲ ἀρχὴ
ἐμνήσθη , ὅτι ὁ οἶκος τοῦ ὑμνουμένου ἑκατέρωθεν ἡρακλείοις τεμένεσι περιείχετο . λέγει δὲ ὅτι , [ εἰ ] ἐπιδέεται
5965143 χαλκηλατος
νίπτρα δὴ χρὴ θεοφόρων ποδῶν φέρειν . λεοντοβάμων ποῦ σκάφη χαλκήλατος ; καλεῖται μέντοι καὶ ποδανιπτὴρ οὐ παρ ' Ἡροδότῳ
δ ' ἅλυσις περιβάλλεται ἄκρα κελαινοῦ ἀγκίστρου , στιβαρή , χαλκήλατος , ἥ κεν ὀδόντων λευγαλέην ἀνέχοιτο βίην καὶ χάσματος
5954042 παλιντροπος
καὶ οὐκ εἶναι ταὐτὸν νενόμισται κοὐ ταὐτόν , πάντων δὲ παλίντροπός ἐστι κέλευθος . , . . Π . δὲ
καὶ οὐκ εἶναι ταὐτὸν νενόμισται κοὐ ταὐτόν , πάντων δὲ παλίντροπός ἐστι κέλευθος . , . . Π . δὲ
5947412 ὠχυρου
Πολυξενίδου Ῥοδίου φυγάδος . ἔς τε Χερρόνησον διαπλεύσας πάλιν αὐτὴν ὠχύρου καὶ Σηστὸν καὶ Ἄβυδον ἐκρατύνετο , δι ' ὧν
' αὐτῆς ὁ Ἀντίοχος αἰσθόμενος Χερρόνησόν τε καὶ Λυσιμάχειαν ἐπιμελῶς ὠχύρου , μέγα , ὥσπερ ἦν , τὸ ἔργον ἡγούμενος
5939341 ΒΖΜ
δὲ τὴν ΑΕ ἡ ΒΜ . λέγω , ὅτι τὸ ΒΖΜ τρίγωνον τοῦ ΑΚΛ διαφέρει τῷ ΚΕΖ . ὅτι μὲν
τρίγωνον τοῦ ΛΘΖ διαφέρει τῷ ΘΑΕ . ὥστε καὶ τὸ ΒΖΜ τοῦ ΑΚΛ διαφέρει τῷ ΚΖΕ . καὶ συναποδέδεικται ,
5935140 ἐσβαλλει
ἣν δὴ Σοφίαν καλοῦσιν οἱ νῦν , καὶ διαβὰς αὐτὴν ἐσβάλλει ἐς τὴν Τριβαλλῶν . καὶ καταδραμὼν αὐτῆς τὰ πολλὰ
, τῇ δ ' ὑστεραίᾳ ἀναλαβὼν τὸν στρατὸν ἅπαντα συντεταγμένον ἐσβάλλει ἐς τὴν Κορινθίαν ἀκμάζοντος ἤδη τοῦ σίτου καὶ στρατόπεδον
5934443 Παμμενης
, ἐν οἷς ἦν καὶ Μαρία τις Ἑβραία σοφὴ καὶ Παμμένης , συνέγραψε περὶ χρυσοῦ καὶ ἀργύρου καὶ λίθων καὶ
παρὰ τὴν ἠϊόνα φεύγειν οὐκ ἔχοντας διὰ θαλάσσης . Ὅτι Παμμένης βουλόμενος κρατῆσαι τοῦ Σικυωνίων λιμένος αὐτὸς μὲν κατὰ γῆν
5933757 καμηλοις
ἕως ἐπαύσατο πίνων : | καὶ εἶπε : καὶ ταῖς καμήλοις σου ὑδρεύσομαι , ἕως ἂν πᾶσαι πίωσι . καὶ
φιλόδωρον , ὅτε αὐτὸν πληροῖ ποτίσασα , ὑπισχνεῖται καὶ ταῖς καμήλοις ὑδρεύσεσθαι , ἃς συμβολικῶς μνήμας εἶναί φαμεν : μηρυκᾶται
5929145 Σοηβων
ἔστι δὲ καὶ ἄλλη ὕλη μεγάλη Γαβρῆτα ἐπὶ τάδε τῶν Σοήβων , ἐπέκεινα δ ' ὁ Ἑρκύνιος δρυμός : ἔχεται
ῥάχις μετρίως ὑψηλή , ὅπου αἱ τοῦ Ἴστρου πηγαὶ πλησίον Σοήβων καὶ τοῦ Ἑρκυνίου δρυμοῦ : ἄλλαι δ ' εἰσὶν
5923920 Κοπτον
τῆς Ἰνδικῆς εἰς Μυὸς ὅρμον : εἶθ ' ὑπέρθεσις εἰς Κοπτὸν τῆς Θηβαΐδος καμήλοις ἐν διώρυγι τοῦ Νείλου κειμένην :
ἰατρόν , τούτους μὲν ἀνεῖλεν , αὐτὴν δὲ ἐξέπεμψεν εἰς Κοπτὸν τῆς Θηβαΐδος καὶ τὴν οἰκείαν ἀδελφὴν Ἀρσινόην ἔγημε καὶ
5922722 ἐσεβαλε
καὶ Μυσῶν ἦρχε Ἀρταφρένης ὁ Ἀρταφρένεος , ὃς ἐς Μαραθῶνα ἐσέβαλε ἅμα Δάτι . Θρήικες δὲ ἐπὶ μὲν τῇσι κεφαλῇσι
ἐνοχλοῦντα διαθέσθαι . ὧν καὶ ὁ Μιθριδάτης αἰσθανόμενος ἐς Καππαδοκίαν ἐσέβαλε καὶ τὴν ἰδίαν ἀρχὴν ὠχύρου . καὶ τάδε αὐτὸν
5912473 πλινθος
ἀναγκαῖα ἐστιν ἐν ταῖς περιστάσεσι φάλαγξι . πλαγιοφύλακες φάλαγξ πλαγιοφύλακες πλίνθος ἤτοι πλίνθος ἤτοι νωτοφύλακες νωτοφύλακες Ἑξῆς ῥητέον ἡμῖν καὶ
, σάρκινα , σχοινία εἱλημένα , πόντιλα κρεμώμενα , καὶ πλίνθος δὲ ἐν τοῖς προμαχῶσιν οἰκοδομουμένη . Καὶ πρὸς τοὺς
5904406 πρηωνος
τὸ ἀκρωτήριον . τὸ δὲ ἑξῆς : ἔνθα Λαμπέτης Ἱππωνίου πρηῶνος κέρας σκληρὸν εἰς Τηθὺν νένευκεν ἤγουν εἰς τὴν θάλασσαν
ἔχων μέρος τοῦ τείχους αὐτῆς : τὰ γοῦν ὄπισθεν τοῦ πρηῶνος κτήματα ἔτι νυνὶ λέγεται ἐν τῇ Ὀπισθολεπρίᾳ : Τραχεῖα
5903549 Νιφατης
ἐθνικὸν Νιτρίτης καὶ Νιτριώτης . ἔστι καὶ νομὸς Νιτριώτης . Νιφάτης , ὄρος Ἀρμενίας . οὕτως γὰρ Ἀρκάδιος . ἔοικε
ἀμφὶ τοὺς δισχιλίους . ἔπεσον δὲ καὶ ἡγεμόνες τῶν Περσῶν Νιφάτης τε καὶ Πετήνης καὶ Σπιθριδάτης ὁ Λυδίας σατράπης καὶ
5896763 Παχυνος
. Πάφος , πόλις Κύπρου . οἱ πολῖται Πάφιοι . Πάχυνος , ἀκρωτήριον Σικελίας . τὸ ἐθνικὸν Παχύνιος . Πέδα
: εἰ δέ τι ὀξυτονηθῇ , ἐθνικὸν εὑρέθη : κίνδυνος Πάχυνος πίσυνος βόθυνος . τὸ μέντοι Βιθυνός καὶ Μαριανδυνός ἐθνικά
5889819 ξιφισμος
τὰ αὐτὰ ταῦτα . ἀποξιφίσαι : ἐξορχήσασθαι . ὁ γὰρ ξιφισμὸς εἶδος ὀρχήσεως . ἀποτυχίσαι : ἀποπελεκῆσαι λίθον , καὶ
εἶπον . . . ἀποξιφίσασθαι : ἀπορχήσασθαι : ὁ γὰρ ξιφισμὸς εἶδος ὀρχήσεως . . . ἀποτριάσαι : πληγὰς τρεῖς
5884702 ἱδρυτο
ἐναιωρήματα στρογ - γύλα , γονοειδέα , διεσπαρμένα , οὐχ ἵδρυτο : προσθεμένῳ δὲ βάλανον , φυσώδεα σμικρὰ διῆλθεν :
ἐκεκράγεσαν ἐν ἡμῖν αἱ ἄλογοι ὁρμαί , σταθερώτερον ὁ νοῦς ἵδρυτο : ἐπειδὴ δὲ ἤρξαντο πολύφωνον καὶ πολύηχον ἀπεργάζεσθαι τὸ
5878380 Κολχικη
Νουμιδία , Καρχηδών , Ἀφρική , Βιθυνία , Φρυγία , Κολχική . κυριεύει δὲ τοῦ σώματος στήθους καὶ στομάχου ,
τῆς χώρας ἔθει Κυρτωνῖνος ὡς Σατορνῖνος . Κύτα , πόλις Κολχική , πατρὶς Μηδείας . ἔστι καὶ ἄλλη Σκυθίας .
5870469 περιτραχηλιος
ἀμνοφόρως : γράφεται καὶ μαννοφόρους . μάννος δέ ἐστιν ὁ περιτραχήλιος κόσμος : μανιάκια ἐχούσας , τουτέστι χρυσᾶ περιτραχήλια .
Ἀττικοὶ τὰ παρὰ τοῖς Ἕλλησι ψέλια . ὅρμος Ἀττικοί , περιτραχήλιος Ἕλληνες . ὀπήν Ἀττικοί , τρύπημα Ἕλληνες . ὄχλον
5868201 παραθαλαττιου
, ἐξέπεμψεν εἰς τὴν Πελοπόννησον . οὗτοι δὲ πολλὴν τῆς παραθαλαττίου χώρας πορθήσαντες καί τινα τῶν φρουρίων ἑλόντες κατεπλήξαντο τοὺς
δὲ καὶ νήσους οὐκ ὀλίγας καὶ τῆς Ἀσίας πολλὴν τῆς παραθαλαττίου χώρας , ἁπάντων ἑκουσίως παραδιδόντων ἑαυτοὺς διὰ τὴν δικαιοσύνην
5863135 χρυσοπαστος
ἴασπις καὶ ἡ σάπφειρος : αὕτη δ ' ἐστὶν ὥσπερ χρυσόπαστος . ἡ δὲ σμάραγδος καὶ δυνάμεις τινὰς ἔχει :
καὶ βηρύλλοις καὶ ἄνθραξιν Ἰνδικοῖς : καὶ ἐσθὴς δὲ ποικίλη χρυσόπαστος , καὶ βόνασοι καὶ παρδάλεις καὶ λέοντες τιθασοὶ καὶ
5861306 μετεβαλλετο
ὁ Ἐμπεδοκλῆς οὐ λέγει . οὐκ ἂν οὖν τὸ πῦρ μετεβάλλετο εἰς ὕδωρ ἢ τὸ ὕδωρ εἰς πῦρ , εἰ
στρεπταὶ μέν τε φρένες ἐσθλῶν . ταῦτα γὰρ ἀκούσας Ἀντίγονος μετεβάλλετο . Πολλῶν δὴ τοιούτων λεγομένων εἰς τὸ χρησιμώτατον εἶναι
5858125 παρεμετρεον
. καὶ δὴ Παρθενίοιο ῥοὰς ἁλιμυρήεντος , πρηυτάτου ποταμοῦ , παρεμέτρεον , ᾧ ἔνι κούρη Λητωίς , ἄγρηθεν ὅτ '
περικλαδέος πέσεν ὕλης φυλλοχόῳ ἐνὶ μηνί ὧς οἱ ἀπειρέσιοι ποταμοῦ παρεμέτρεον ὄχθας , κλαγγῇ μαιμώοντες . ὁ δ ' εὐτύκτῳ
5857251 πεφυσηται
ὑποχόνδρια , ἀλγέει δὲ καὶ πᾶσαν τὴν γαστέρα , καὶ πεφύσηται , καὶ λύζει , καὶ πυρετοὶ ἐπιλαμβάνουσιν . Γίνεται
, ἀπὸ τοῦ οἰδαίνω ἐξογκῶ : ἀνεγείρεται γὰρ καὶ οἷον πεφύσηται ἐν τοῖς ὕδασιν . Νεφέλην : νέφος . ἰοειδέα
5846640 περικλυζομενον
γονὴν , ἔδει περικλύζειν τὴν γονὴν τὸ αἷμα , καὶ περικλυζόμενον σήπειν καὶ σήπεσθαι ἐκ τῆς γονῆς . καί φαμεν
πέντε . νένευκε δ ' ἐπὶ τὴν θάλατταν ἅπαν τὸ περικλυζόμενον αὐτῆς , πλὴν οὐκ ἀθρόως ἀπὸ τοῦ Θρᾳκίου τείχους
5843287 ὁλοτητα
τοῦ Διονύσου λαμβάνειν , τουτέστι τὴν κατ ' οὐσίαν αὐτῆς ὁλότητα ἀπολαμβάνειν καὶ ὑγιὴς γίνεσθαι . Σῴζεται οὖν ἡμῖν ἅμα
ἣν τόπον ἐκ τόπου μετέρχεται τὸ κινούμενον ἤτοι καθ ' ὁλότητα ἢ κατὰ μέρος , καθ ' ὅλον μὲν ὡς
5840456 σκεψασθ
ἢ ὁ θεὶς ἕκαστον ἠξίωσεν . τούτῳ μέντοι τῷ νόμῳ σκέψασθ ' ὡς ἐναντίος ἐστὶν ὃν οὗτος τέθηκεν . ὁ
. σώφρων ] ἐπαινετή , εὔτακτος , κοσμία . . σκέψασθ ' ] ἴδετε . , μάθετε . , διακρίνατε
5839130 ϘϠ
περιφερείᾳ ἴση ἐστίν : κατὰ κορυφὴν γάρ : ἡ δὲ ϘϠ τῇ ΧΦ : καὶ ἡ ΦΩ ἄρα περιφέρεια ἴση
δὴ παρακείσθω μὲν τῷ ΧΨ τυμπάνῳ ἕτερον τύμπανον ὠδοντωμένον τὸ ϘϠ , τῷ δὲ ἄξονι αὐτοῦ τύμπανον ἔστω συμφυὲς ΜαΜβ
5835184 πολυστονα
κληῖδες ὀχοῦνται . τοιγάρ τοι , μάκαρ , ἁγνέ , πολύστονα κήδε ' ἐλάσσας , ὅσσα βιοφθορίην πέμπει κατὰ γαῖαν
μόνου . ὀθνείαν : ξένην . ὀρεκτόν : ἐπιθυμητόν . πολύστονα : πολυστένακτα . πήματα : βλάβη . παρειμένας :
5831659 Τριπολιν
. ἐῶ γὰρ λέγειν ὅτι καὶ ἡμῶν ἡ περὶ τὴν Τρίπολιν διαγωγή , ὁπότε διερχομένῳ σοι ἐκεῖθεν κατ ' ἀρχὰς
, ἀξιῶν βοηθεῖν τὴν ταχίστην : αὐτὸς δὲ παρελθὼν εἰς Τρίπολιν τῆς Φοινίκης μετεπέμπετό τε τοὺς ἐκ Κιλικίας στρατιώτας καὶ
5821792 μυρικην
φαντασίαν τὴν φλογώδη ἐμπεσόντες ὥσπερ οὖν ἐς ἕρμα τὴν ἔναλον μυρίκην τήνδε , τοῦ φαρμάκου τοῦ μὲν καταδεύσαντος αὐτούς ,
ποταμοὺς κατακειμένους γυμνοὺς τὸ πλέον , γένειον πολὺ καθεικότας , μυρίκην ἢ κάλαμον ἐστεφανωμένους : οὐκοῦν καὶ ἡμεῖς μὴ χείρους
5815957 ἐβασταζεν
τὸ κεῖτο ἔταξεν . ἐπωμαδὸν ἠέρταζεν : κατὰ τοὺς ὤμους ἐβάσταζεν , ἐπὶ τῶν ὤμων ᾖρεν . διὰ δὲ τοῦ
τῶν προβάτων , χειρὸς ὠφέλειαν ἄλλοις μετεδίδοσαν . Ὁ μὲν ἐβάσταζεν ἐν ἀρρίχοις βότρυς καὶ ἐπάτει ταῖς ληνοῖς ἐμβαλὼν καὶ
5803441 μοροεντα
καὶ μορόεντος ἀντὶ τοῦ μοροέσσης : καὶ Ὅμηρος : τρίγληνα μορόεντα μορόεντος ] τῆς μοροέσσης , ἤγουν μετὰ κόπου ἐργασθείσης
. . . . . . ο . ἕρματα τρίγληνα μορόεντα . † ) τρίκορα κόσμια , ἐνώτια , τριόφθαλμα
5802685 Ἀχερουσιας
Τυνδαρίδαις , τουτέστι τοῖς Διοσκούροις , ἱερὸν ἱδρύσομεν ἐπὶ τῆς Ἀχερουσίας ἄκρας . πίονας εὐαρότοιο : ἀντὶ τοῦ : τέμενος
ἐμπρόσθια τοῦ Κενταύρου καὶ τὰ μέσα τοῦ Σκάφους καὶ τῆς Ἀχερουσίας λίμνης καὶ Κρήνη καὶ Ἀγορὰ καὶ τὰ μέσα τοῦ
5802256 Χειρισοφος
λείψανόν τι ταύτης ἐν τῇ συνθέσει ὁρᾶται : οἷον , Χειρίσοφος : νυκτίλοχος : Σωσθένης : Σωκράτης : Ἱπποκράτης :
ὡς ἐν τοῖς στρατοπέδοις Ξενοφῶν μὲν οὐραγεῖ , ἡγεῖται δὲ Χειρίσοφος : ὥστε καὶ στρατηγίας τακτικῆς μεταποιεῖται ταυτὶ τὰ θηρία
5802119 ἐκαη
θανατικὸν τόπον καθυπερτέρησεν Κρόνος καὶ Ἑρμῆς . ὁ τοιοῦτος ζῶν ἐκάη . Ἄλλη . Ἥλιος Αἰγόκερῳ , Σελήνη Ζυγῷ ,
θαλερὸν κατὰ δάκρυ χέοντες . αὐτὰρ ἐπεὶ νεκρός τ ' ἐκάη καὶ τεύχεα νεκροῦ , τύμβον χεύαντες καὶ ἐπὶ στήλην
5800254 κυκλουμενος
ἐν τῇ περιόδῳ , εἴτε προϊδόμενος , εἴτε κατὰ συντυχίαν κυκλούμενος αὐτούς . οἳ δ ' ἔπιπτον ἤδη λάβρως καὶ
ἢ καὶ ἀκτῖνας ἐρυθρὰς οὗτος προαποπέμπων ὡς ἐφ ' αὑτὸν κυκλούμενος πέριξ ἐκτὸς τοῦ κύκλου εἴτε καὶ τὰ λεγόμενα παρήλια
5798315 σκαφοειδες
εἰσὶν καὶ ἄλλα τέσσαρα ὀστᾶ μεγάλα : τό τε καλούμενον σκαφοειδὲς καὶ ὁ ἀστράγαλος καὶ τὸ κυβοειδὲς καὶ ἡ πτέρνα
δὲ σκαφοειδὲς καθὰ μὲν συμβάλλει τῷ ἀστραγάλῳ κεκοίλωται , ὡς σκαφοειδὲς δοκεῖν εἶναι . ἐκ δὲ τοῦ ἀντικειμένου κυρτὸν ὂν
5797068 ὠλιγωρηθη
, καταλυθέντος δὲ συγκατελύθη καὶ τὰ τούτων καὶ ἐταπεινώθησαν : ὠλιγωρήθη δὲ καὶ τὰ πρὸς τοὺς Κνωσσίους συμβόλαια καὶ αὐτοὺς
ἀπαντᾷ . ὁρᾶτε Σέρριον καὶ Δορίσκον : ταῦτα γὰρ πρῶτον ὠλιγωρήθη μετὰ τὴν εἰρήνην , ἃ πολλοῖς ὑμῶν οὐδὲ γνώριμ
5796294 Περιηγησει
. . : Ἑκαταῖος δ ' ὁ Μιλήσιος ἐν Ἀσίας Περιηγήσει , εἰ γνήσιον τοῦ συγγραφέως τὸ βιβλίονΚαλλίμαχος γὰρ Νησιώτου
Καλαμένθη , ἥτις καὶ Καλαμίνθη , πόλις Λιβύης . Ἑκαταῖος Περιηγήσει . Κρεῖττον οὖν ὡς Ἡρόδοτος [ Ἡρόδωρος ? ]
5793615 εἰκεν
: κατιὼν δὲ καὶ συστέλλει . αἴκα : ἀντὶ τοῦ εἴκεν ἐστὶ τὸ αἴκα . ἀλλὰ τὴν ει τρέπουσιν εἰς
: κατιὼν δὲ καὶ συστέλλει . αἴκα : ἀντὶ τοῦ εἴκεν ἐστὶ τὸ αἴκα . ἀλλὰ τὴν ει τρέπουσιν εἰς
5793432 στεινον
τε ] ὑπερμήκεα ἐόντα , διὰ μέσου τε αὐτῶν αὐλῶνα στεινὸν πυνθανόμενος εἶναι , δι ' οὗ ῥέει ὁ Πηνειός
πρότερον ἢ ἐπράχθη τὸ ἔργον : ἦ τότ ' ἀμειψάμενος στεινὸν πόρον Ἑλλησπόντου † αὐδήσει Γαλατῶν ὀλοὸς στρατός , οἵ
5793151 Τευθρανια
ἀετὸς χρυσοῦς σημεῖον βασιλικόν . . . . Τευθράνιος ] Τευθρανία Μυσίας πόλις . . τῶν γὰρ μάχῃ ] γνωμικόν
Τευθίς , πόλις Ἀρκαδίας . τὸ ἐθνικὸν πατρωνυμικῶς Τευθίδης . Τευθρανία , Μυσίας πόλις , ἀπὸ Τεύθραντος . ὁ Τεύθρας
5787633 συνοδοντων
. πίονα : λιπαρόν . Ῥαφίδας : βελονίδας . φῦλα συνοδόντων : περίφρασις . πολυσπερέων : διεσπαρμένων . συνοδόντων :
σκόμβρον ἕλεν καὶ πίονα θύννον καὶ ῥαφίδας καὶ φῦλα πολυσπερέων συνοδόντων . σκόμβροι μὲν λεύσσοντες ἐν ἕρκεϊ πεπτηῶτας ἄλλους ἠράσσαντο
5784765 Θορικῳ
, ἔστι δ ' ἐν τῇ πρὸς ἄρκτον τεῖχος ἐν Θορικῷ : ἀπέχει δὲ ταῦτα ἀπ ' ἀλλήλων ἀμφὶ τὰ
ἱρὰ ἐπετέλεσαν ὡς θεῷ . Κέφαλος ὁ Δηίονος ἔγημεν ἐν Θορικῷ τῆς Ἀττικῆς Πρόκριν τὴν θυγατέρα τὴν Ἐρεχθέως . ἦν
5784604 ἀκροπολιος
περιενείκας , τῇ ἦν ἐπίμαχον [ τὸ χωρίον ] τῆς ἀκροπόλιος , κατηλόγησε τοῦτο ὡς ἐὸν ἄμαχόν τε καὶ ἀπότομον
. Οἱ δὲ Πέρσαι , ἱζόμενοι ἐπὶ τὸν καταντίον τῆς ἀκροπόλιος ὄχθον τὸν Ἀθηναῖοι καλέουσι Ἀρήιον πάγον , ἐπολιόρκεον τρόπον
5783383 ἐπιλεκτος
ἐλαύνειν στρατόν . ἦν δ ' ἐκ τοῦ Οὐολούσκων ἔθνους ἐπίλεκτος ἀκμὴ σύμμαχος ἀπεσταλμένη Λατίνοις , πρὶν ἢ τὴν μάχην
γράφει τὴν παραλήγουσαν : οἷον , διάλεκτος : ἄλεκτος : ἐπίλεκτος . Ὁμοίως καὶ παρὰ τὸ στέγω ἢ φλέγω ,
5783167 λεπτυνομενον
τὸ ἐν ἀρχῇ μὲν πέπον , μετὰ δὲ τὴν τετράδα λεπτυνόμενον . Πλευ - ριτικοῖσιν οὖρον αἱματῶδες , ζοφῶδες ,
καταναλίσκεται , τὸ δὲ διὰ τοῦ χρωτὸς ἐξωθέεται θερμαινόμενον καὶ λεπτυνόμενον . Τὰ γλυκέα καὶ τὰ πίονα καὶ τὰ λιπαρὰ
5782666 Περγη
καλούμενον Κέστρον στάδιοι ξʹ . Ἀναπλεύσαντι τὸν ποταμὸν πόλις ἐστὶ Πέργη . [ ἀπὸ ] τοῦ Κέστρου ἐπὶ Ῥουσκόποδα [
τῆς Παμφυλίας ὑπάρχουσι πόλεις , ἥ τε Κώρυκος καὶ ἡ Πέργη καὶ ἡ ἀνεμώδης Φάσηλις . Μετὰ ταῦτα δὲ ἐπὶ
5782213 κερασσας
θοώκους . Πόθεν ἦλθε Φοῖβος , ἄνδρες , κράτος Ἄρεος κεράσσας ; ὁ δὲ Φοῖβος ἄλλος ἐγγύς πάλιν εἴκελος φαάνθη
χορδῆς : φέρε μοι κύπελλα θεσμῶν , φέρε μοι νόμους κεράσσας , μεθύων ὅπως χορεύσω , ὑπὸ σώφρονος δὲ λύσσης
5780882 ἐθαλασσοκρατουν
ἴδια , καὶ ὀλίγον τῆς κατὰ θάλατταν βίας ἔνδοτε . ἐθαλασσοκράτουν γὰρ τότε . ἐπειδὴ γὰρ Ἀθηναῖοι πρὸς τῇ θαλάσσῃ
δ ' ἄλλοι ἐν Σάμῳ μένοντες τέσσαρσι καὶ ἑβδομήκοντα ναυσὶν ἐθαλασσοκράτουν καὶ ἐπίπλους τῇ Μιλήτῳ ἐποιοῦντο . Ὁ δ '
5779608 ἀποφυεται
τῶν ἠθμοειδῶν πόρων ἔμφραξις διά τε ὑπερσάρκωμα δυσαποσπάστως ἐχόμενον . ἀποφύεται γὰρ συχνὰ βλαστήματα , τῶν πέριξ πόρων τῆς ῥινὸς
τὰ δεξιὰ τὸ τυφλόν , εἰς ἀριστερὰ δὲ τὸ κόλον ἀποφύεται , διὰ τῆς δεξιᾶς πρότερον ἀνενεχθὲν λαγόνος . τὸ
5778348 φερτρον
ἐς τὰ προάστεια φέρουσιν , θέμενοι δὲ αὐτὸν καὶ τὸ φέρτρον τῷ ἐκόμισαν , ὕπερθε λίθοις βάλλουσιν , καὶ τάδε
ἀλλήλων . . κείμενον ἐν φέρτρῳ : ὅτι ἅπαξ τὸ φέρτρον : ἔστι δὲ φορεῖον . . πάντας γὰρ ἔχε
5778309 Ἀρταξατα
: Ὁ δὲ τῆς Ἀρμενίας βασιλεὺς Πάκορος ἐν τούτῳ περὶ Ἀρτάξατα καὶ τὴν Ὠτηνὴν τῆς Ἀρμενίας διάγων . Τὸ ἐθνικὸν
Ἀκισηνῆς καὶ Ὀδομαντίδος καὶ ἄλλων τινῶν ὁ δὲ τῆς περὶ Ἀρτάξατα , συνηύξησαν ἐκ τῶν περικειμένων ἐθνῶν ἀποτεμόμενοι μέρη ,
5776200 Παρνασσος
σκοπήν . ἆρ ' οὖν ὁ Καύκασος ἐπιτήδειος ἢ ὁ Παρνασσὸς ἢ ὑψηλότερος ἀμφοῖν ὁ Ὄλυμπος ἐκεινοσί ; καίτοι οὐ
ἀπὸ δὲ τῆς κορυφῆς πρὸς ἄρκτον μὲν ἀφορᾶται ὅ τε Παρνασσὸς καὶ ὁ Ἑλικών , ὄρη ὑψηλὰ καὶ νιφόβολα ,
5775879 Θεμισκυρα
Ἀμαζόνων οἰκητήριον , καὶ τὴν Σιδήνην . Ἔστι δὲ ἡ Θεμίσκυρα πεδίον τῇ μὲν ὑπὸ τοῦ πελάγους κλυζόμενον , ὅσον
Ἀρμενίας ἔχων γίνεται καὶ αὐτὸς Ἶρις : εἶθ ' ἡ Θεμίσκυρα ὑποδέχεται τὸ ῥεῦμα καὶ τὸ Ποντικὸν πέλαγος . διὰ
5771993 συριγμα
ἀνέμων σχιζόμεναι . ψιθύρισμα δὲ ἢ τὸ μέλισμα ἢ τὸ σύριγμα ἢ τὸ κροῦμα . ψιθυρίζειν τινὲς ὀνοματοποιεῖσθαί φασιν ,
: συρίξας δὲ οὕτω μόνως φασὶν Ἀττικοὶ καὶ συρίκτης καὶ σύριγμα καὶ οὐ συρίσας . ἀκόλουθον δὲ τῷ ἐφερπύσαι τὸ
5771454 Μεμφιος
ταῦτα τεχνῖται ἐκ τῆς Ἑλλάδος οἱ δοκιμώτατοι . ἐκ δὲ Μέμφιος κατέπλει κατὰ τὸν ποταμὸν ὡς ἐπὶ θάλασσαν τούς τε
πρὸς ἑσπέρην ἐς τὴν μεσόγαιαν παρὰ τὸ ὄρος τὸ ὑπὲρ Μέμφιος . Ἐπείτε δὲ τοῦ ὀρύγματος τούτου οὐκ ὥρων τὸν
5769737 δαψιλειας
θρεπτικῶν καταστάσεις , εὐαερίας τε καὶ αἰθρίας καὶ ὑδάτων γονίμων δαψιλείας καὶ εὐπλοίας καὶ ἐπιτυχίας καὶ ποταμῶν πλήρεις ἀναβάσεις ,
τέ ἐστιν αὐτῇ ἐρρωμένη πρὸς ἁπάσας γονὰς καὶ πάντα μετὰ δαψιλείας παρεχομένη , ὅσα φέρουσιν ὧραι σπερμάτων τε καὶ φυτῶν
5765470 δεραια
, ταύτην ἡμέραν αὐτὸς μόνος κἀκκείμενον παιδάριον εὗρον νήπιον ἔχον δέραια καὶ τοιουτονί τινα κόσμον . περὶ τούτων ἐστίν .
χρὴ τὰ περὶ τὸ κυνηγέσιον πάντα . Κυνῶν δὲ κόσμος δέραια , ἱμάντες , στελμονίαι : ἔστω δὲ τὰ μὲν
5763456 ἀντηχει
κυνὶ , πανταχοῦ . στένεται : ἠχεῖ , ἠχεῖται , ἀντηχεῖ . δρίος : δάσος ἢ ὄρος , ἢ δρυμών
. περίχωρος : ὁ πλησίον τόπος , ὅλος ὁ τόπος ἀντηχεῖ ἐκ τῆς φωνῆς τῶν αἰγῶν . ἰωῇς : κραυγαῖς
5759129 ἐκλυσθη
ὁ ἰατρὸς μεθ ' ὅρκου ἀπεκρίνατο : Οὗτος εἰ μὴ ἐκλύσθη , ἐλάκησεν ἄν . Κυμαῖος ἰατρὸς τέμνων τινὰ δεινῶς
κυανοπρῴροιο τυτθόν , ἐδεύησεν δ ' οἰήϊον ἄκρον ἱκέσθαι . ἐκλύσθη δὲ θάλασσα κατερχομένης ὑπὸ πέτρης : τὴν δὲ πρόσω
5758870 ζωνιον
Ἡρακλέα καὶ τὴν Σελήνην καὶ τὴν Σεμέλην . ζώνη καὶ ζώνιον διαφέρει . ζώνη μὲν ἡ τοῦ ἀνδρός , ζώνιον
διαφέρει . ζώνη μὲν γάρ ἐστιν ἡ τοῦ ἀνδρός , ζώνιον δὲ τὸ τῆς γυναικός . ἠγέρθη καὶ ἀνέστη διαφέρει
5756668 Θαλασσης
ἐξεμήσατο , ἔτυψ ' Ἐρυθρᾶς νῶτα καὶ ἔσχισεν μέσον βάθος Θαλάσσης : οἱ δὲ σύμπαντες σθένει ὤρουσαν ὠκεῖς ἁλμυρᾶς δι
δ ' ἀθλίοις ὄλεθρον ἕρδει . καὶ συνεκλύσθη πόρος Ἐρυθρᾶς Θαλάσσης καὶ στρατὸν διώλεσε . * * κράτιστε Μωσῆ ,
5753129 καυνακης
ὡς ἀγοραῖον Ἀριστοφάνης ἔφη . Βαβυλωνίων δ ' ἐστὶν ὁ καυνάκης . ἡ δὲ μανδύη ὅμοιόν τι τῷ καλουμένῳ φαινόλῃ
, ὕφασμα μαλλοὺς ἔχον ἐκ τοῦ ἑτέρου μέρους . “ καυνάκης ἐστὶ περσικὸν ἱμάτιον ἔχον ἐκ τοῦ ἑτέρου μέρους μαλλούς
5751550 τριορχης
ἀηδών | χελιδών | ἀλκυών | ἔποψ | πελεκάς κύκνοι τριόρχης | πιπώ | ὀρχῖλος | αἴθυια γλαῦξ | βύσσα
ὁ Καλλίμαχος . μήποτε οὖν κίσινδις γραπτέον . ὁ δὲ τριόρχης εἶδος ἱέρακος . ῥύμῃ : Φορᾷ βιαίᾳ . δονεῖται
5751299 Λιβανος
. . ξη ∠ ʹδ λδ ∠ ʹδ καὶ ὁ Λίβανος , οὗ τὰ πέρατα ἐπέχει μοίρας . . .
ἐστι τὸ τοῦ Θεοῦ πρόσωπον , εἰς ὃ τελευτᾷ ὁ Λίβανος τὸ ὄρος : μεταξὺ δὲ Τριήρης χωρίον τι .
5748349 Δημητρας
καὶ Ἰφιγενείαι καὶ Οἰδίποδι : ἐν γὰρ τούτοις πᾶσι περὶ Δημήτρας λέγων τῶν μυστικωτέρων περιεργότερον ἅπτεσθαι . λέγει δὲ περὶ
Δώτιον , ἔνθα ᾤκει ὁ Ἐρυσίχθων Κυρίτα δὲ ἐπώνυμον τῆς Δημήτρας . * τῆς παντομόρφου τῆς εἰς πᾶν εἶδος μεταβαλλομένης
5746421 στρατοπεδευομενος
ἵδρυσε αὐτοῦ τὴν στρατιήν . Ἐπέσχε δὲ ὁ στρατὸς αὐτοῦ στρατοπεδευόμενος τὴν παρὰ θάλασσαν χώρην τοσήνδε , ἀρξάμενος ἀπὸ Θέρμης
κύκλῳ τὸ πεδίον καὶ τὰ πλείστου ἄξια τῆς χώρας , στρατοπεδευόμενος ἄλλοτ ' ἄλλῃ καὶ μετ ' ἄριστον ἐξάγων ἐδῄου
5745725 καταπετασματος
' ἑκάστην ἡμέραν ἐπιθυμιᾶται τὰ πάντων εὐωδέστατα θυμιαμάτων εἴσω τοῦ καταπετάσματος , ἀνίσχοντος ἡλίου καὶ δυομένου , πρό τε τῆς
πρωίας προστάττει καίεσθαι λύχνους ἐπὶ τῆς ἱερᾶς λυχνίας εἴσω τοῦ καταπετάσματος , πολλῶν χάριν : ἑνὸς μὲν ἵνα ἐκ διαδοχῆς
5743731 βραχεισα
καὶ ἀποθετέον τὸν τράγον ἐκ τῆς εὐγενοῦς ὀλύρας . Κριθὴ βραχεῖσα πτίσσεται καὶ ἡλίῳ ξηραίνεται , εἶτ ' ἀποτίθεται οὕτω
συνδραμοῦνται πᾶσαι . καὶ ἀψίνθιον , ἢ σικύου ἀγρίου ῥίζα βραχεῖσα ὕδατι θαλαττίῳ , καὶ ῥανθεῖσα , ταύτας διαφθείρει .
5737954 ἐφημενος
ὀπηδεῖ : ἀκολουθεῖ . Ὁ μέν : ὁ ἀσπαλιεύς . ἐφήμενος : καθήμενος . ἀγχιάλοις : πλησίον τῆς θαλάσσης .
ἰχθυόεντα περῶν πόντον ἐπ ' ἀτρύγετον , οὐχ ἵππων νώτοισιν ἐφήμενος : ἀλλά σε πέμψει ἀγλαὰ Μουσάων δῶρα ἰοστεφάνων .
5735789 καθωρμισθη
Νύψιος διαφαινούσης ἤδη τῆς ἡμέρας κατέπλευσε μετὰ τοῦ στόλου καὶ καθωρμίσθη περὶ τὴν Ἀρέθουσαν . διόπερ τῆς ἐνδείας παραχρῆμα μεταβαλούσης
αὐτοὺς κατὰ θάλατταν εἰς Ἡράκλειαν , Μεγαρέων ἄποικον : καὶ καθωρμίσθη πᾶς ὁ στόλος πρὸς τὴν Ἀχερουσίαν χερρόνησον , ὅπου

Back