ἐν ἅλῳ κρύπτῃ . ἐπὶ τῶν μὴ δυναμένων λαθεῖν . Εἶμι γὰρ ἐπ ' αὐτὸν ἤδη τὸν κολοφῶνα τοῦ λό
ἀληθείας , εἰ μὴ καὶ πλείους ἄρα τῶν ἱκανῶν . Εἶμι δ ' ἐπ ' αὐτὸν ἤδη τὸν κολοφῶνα τῶν
8010376 ἀνασσεις
ἠέρι σεμνῶι : πάντων γὰρ κρατέεις μούνη πάντεσσί τ ' ἀνάσσεις ἠερίοις ῥοίζοισι τινασσομένη κατὰ χεῦμα . ἀλλά , μάκαιρα
νόμος . Εἰνοδία θύγατερ Δάματρος , ἃ τῶν νυκτιπόλων ἐφόδων ἀνάσσεις , καὶ μεθαμερίων ὅδωσον δυσθανάτων κρατήρων πληρώματ ' ἐφ
7837211 Κιλλαν
ἱερόν : ὁ ποιητὴς δὲ συζεύγνυσιν „ ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας Κίλλαν τε ζαθέην . ” ἐν δὲ τῷ Θήβης πεδίῳ
Σοφοκλῆς ἐν Ἰνάχωι σιροὶ κριθῶν . . . . Α Κίλλαν τε ζαθέην ] ἱστορία . Πέλοψ ὁ Ταντάλου καὶ
7828744 βαρυφωνος
ἀνασηκῶσαι ἀνδρίζεσθαι ἀνεψιαδοῖ ἀνοητία ἀπαίροντες ἀρτοστροφεῖν ἀσπάλαθος αὐόμενος ἀψευδοῦντες βαρβιτίζειν βαρύφωνος ἡ βάτος βελέκκων βιβλιδάριον βλέπησιν βοηλατεῖν βοῦκλεψ βοῦς βωλοκοπεῖν
εἶτα μήτηρ δευτέρα , εἶτα τηθὶς παραλαλεῖ τις , εἶτα βαρύφωνος γέρων , τηθίδος πατήρ , ἔπειτα γραῦς καλοῦσα φίλτατον
7732559 πιννῃσι
δὲ πιννῶν μνημονεύει Κρατῖνος ἐν Ἀρχιλόχοις : ἣ μὲν δὴ πίννῃσι καὶ ὀστρείοισιν ὁμοίη . Φιλύλλιος δ ' ἢ Εὔνικος
Διὸς μεγάλου θᾶκοι πεσσοί τε καλοῦνται . ἡ μὲν δὴ πίννῃσι καὶ ὀστρείοισιν ὁμοίη . ὠμολίνοις κόμη βρύους ' ,
7676999 ὀστρειοισιν
θᾶκοι πεσσοί τε καλοῦνται . ἡ μὲν δὴ πίννῃσι καὶ ὀστρείοισιν ὁμοίη . ὠμολίνοις κόμη βρύους ' , ἀτιμίας πλέως
οὕτως ἔλεγον οἱ ἀρχαῖοι . Κρατῖνος Ἀρχιλόχοις : πίννῃσι καὶ ὀστρείοισιν ὁμοίη . καὶ Ἐπίχαρμος ἐν Ἥβας γάμῳ : ὄστρεια
7676423 ἐσλος
: χρήματ ' ἀνήρ : πενιχρὸς δὲ οὐδεὶς πέλετ ' ἐσλὸς οὐδὲ τίμιος . καὶ τάχα ἂν τὸν Σπαρτιάτην εἴρηκε
: χρήματ ' ἀνήρ : πενιχρὸς δὲ οὐδεὶς πέλετ ' ἐσλὸς οὐδὲ τίμιος . καὶ τάχα ἂν τὸν Σπαρτιάτην εἴρηκε
7643519 Χὠ
Εἶπας ἀναγγέλλων ] εἰς βασιλῆα λόγον [ . ] [ Χὠ μὲν ] ἐπεὶ μάλα πάντα δι ' οὔατος ἔκλυε
τρὶς ἀθλίοιν ἔρις κακὴ ἀρχῆς λαβέσθαι καὶ κράτους τυραννικοῦ . Χὠ μὲν νεάζων καὶ χρόνῳ μείων γεγὼς τὸν πρόσθε γεννηθέντα
7618766 ἰαλεμος
μυλωθρός , ἐν δὲ γάμοις ὑμεναῖος , ἐν δὲ πένθεσιν ἰάλεμος . λίνος δὲ καὶ αἴλινος οὐ μόνον ἐν πένθεσιν
βροτοῖς : ὀτοτοῖ ἰαλέμων : ὀτοτοῖ ἐπίφθεγμά ἐστι θρηνητικόν . ἰάλεμος θρῆνος . Δαρδανία δὲ πόλις πλησίον τῆς Τροίας ἀπὸ
7596319 μολε
κρατέεις μούνη καὶ πᾶσιν ἀνάσσεις . ἀλλά , θεά , μόλε μυστιπόλοις ἐπιτάρροθος αἰεὶ ῥυομένη νούσων χαλεπῶν κακόποτμον ἀνίην .
ὁ Διὸς παῖς . ἰὼ ἰώ , δέσποτα δέσποτα , μόλε νυν ἁμέτερον ἐς θίασον , ὦ Βρόμιε Βρόμιε .
7589937 εἰδομενη
' αὐλείου : παλάμῃ δ ' ἔχε χάλκεον ἔγχος , εἰδομένη ξείνῳ , Ταφίων ἡγήτορι , Μέντῃ . εὗρε δ
. . ὁπλότερος . Δ Ξ , . . . εἰδομένη γαλόῳ : ἡ διπλῆ διὰ τὸ γαλόῳ . .
7550132 Ταρταρα
ἕδος ἀσφαλὲς αἰεὶ ἀθανάτων οἳ ἔχουσι κάρη νιφόεντος Ὀλύμπου , Τάρταρά τ ' ἠερόεντα μυχῷ χθονὸς εὐρυοδείης , ἠδ '
ἀσφαλὲς αἰεὶ ἀθανάτων , οἳ ἔχουσι κάρη νιφόεντος Ὀλύμπου , Τάρταρά τ ' ἠερόεντα , μυχὸν χθονὸς εὐρυοδείης , ἠδ
7543280 βοαις
. . ματαίοις ] ἀνωφελέσι . ποιφύγμασιν ] θρήνοις , βοαῖς . . οὐ γάρ τι μᾶλλον ] οὐ γὰρ
ἔστιν οὗ τοῦτο ἐπιδεδειγμένον . τοῦ Ῥωμαίων γάρ ποτε δήμου βοαῖς αὐτὸν ἀσελγεστέραις βεβληκότος τί χρὴ ποιεῖν , ἐρόμενος τοὺς
7541458 ἀκριτομυθε
. ” ἀκράαντα ἀτελείωτα : “ αὕτως ἀκράαντον . ” ἀκριτόμυθε ἄκριτα καὶ ἀδιάστατα λαλῶν : “ Θερσῖτ ' ἀκριτόμυθε
γὰρ νῦν ὁ ὀξύς . καὶ Ὅμηρος : Θερσῖτ ' ἀκριτόμυθε , λιγύς περ ἐὼν ἀγορητής , ἴσχεο . οὐ
7526128 κατεβα
ἂν τὴν διπλοΐδα , ἣν Ὅμηρός φησι δίπλακα μαρμαρέην . κατέβα τοι : ἀντὶ τοῦ : διὰ πόσου σοι ἀπὸ
ἅλιξιν εὑρέσθαι σὺν ἄλλοις . ἐς δ ' Ἰαολκὸν ἐπεὶ κατέβα ναυτᾶν ἄωτος , λέξατο πάντας ἐπαινήσαις Ἰάσων . καί
7519813 ἀμφιβεβηκας
τοῖς εἰρηνεύουσιν ἐλευθερίαν . ἔστι δὲ ὡς τὸ : Χρύσην ἀμφιβέβηκας . ἱκετεύω οὖν σε , ὦ τοῦ ἐλευθερίου Διὸς
ὅτι κατὰ μεταφορὰν τὸ ὑπερμαχῆσαι , καὶ τὸ ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας τοιοῦτόν ἐστιν . . ἐπεὶ ἴδον υἷε Δάρητος τὸν
7514073 ὀσσομενος
ὄσσω καὶ πέσσω , ἐξ οὗ τὸ ” κάκ ' ὀσσόμενος προσέειπεν ” . . . , : Ἡρακλείδης δὲ
τεύχεσιν . ” σημαίνει καὶ τὸ κατακοιμηθῆναι . κάκ ' ὀσσόμενος κακῶς ὑποβλεψάμενος . κακά ἐπὶ τοῦ ὀνοματικοῦ “ αἰεί
7510387 ἐπιμειδησας
ὡς μὴ πάντες ὄλωνται ὀδυσσαμένοιο τεοῖο . τὴν δ ' ἐπιμειδήσας προσέφη νεφεληγερέτα Ζεύς ” θάρσει τριτογένεια , φίλον τέκος
σὲ δὲ νήπιοι οὐδὲν ἔτιον . ” τὸν δ ' ἐπιμειδήσας προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς : “ θάρσει , ἐπεὶ δή
7507419 Πῃ
ἀλλ ' ἀπίθανος εἴη ὁ ἄγνωστα ἀναγκάζων αὐτὰ εἶναι . Πῇ δή , ὦ Παρμενίδη ; φάναι τὸν Σωκράτη .
. Οὐκοῦν καὶ ὅμοιά τε καὶ ἀνόμοια δόξει εἶναι ; Πῇ δή ; Οἷον ἐσκιαγραφημένα ἀποστάντι μὲν ἓν πάντα φαινόμενα
7491012 ἰαλεμων
ἱππικὴ Δαρδανία . ἢ ἱπποσύνου Γανυμήδους , τουτέστιν ἱππικοῦ : ἰαλέμων : τῶν θρήνων , ἀπὸ Ἰαλέμου τοῦ Καλλιόπης καὶ
' : Ἀπόλλων δ ' εἰκότως κλῄζῃ βροτοῖς : ὀτοτοῖ ἰαλέμων : ὀτοτοῖ ἐπίφθεγμά ἐστι θρηνητικόν . ἰάλεμος θρῆνος .
7488171 Δαματερ
Σεσοβημένος , ἐπίτριπτος . καταμωκώμενοι δὲ τῶν Δωριέων τὸ ὦ Δάματερ λέγουσιν . ὁ δὲ νοῦς , πῶς ἐπηρμένος καὶ
Θεόπομπος λέγῃ : ἰχθύων δὲ δὴ ὑπογαστρι ' , ὦ Δάματερ , παρατηρητέον ὅτι ἐπὶ ἰχθύων μὲν ὑπογάστριον λέγουσι ,
7487821 τεϊν
δὲ καὶ τίν καὶ ἔτι μετ ' ἐπενθέσεως τοῦ ε τεΐν . ἰδίως γὰρ ἡ μετάθεσις ἡ εἰς τὸ τ
αὐτῷ θανάτου ταμίης . ἔστι καὶ ἡ ἑΐν ἀπὸ τῆς τεΐν παρὰ Ἀντιμάχῳ καὶ Κορίννῃ , ἐπὶ αἰτιατικῆς ἔσθ '
7484141 ἀγανοισιν
' , ὡς κέν μιν ἀρεσσάμενοι πεπίθοιμεν δώροισίν τ ' ἀγανοῖσιν ἔπεσσί τε μειλιχίοισιν . καὶ πείθεται τούτοις ὁ Ἀγαμέμνων
δ ' αἶψα πορεῖν , αὐτοσχεδόν . ἡ δ ' ἀγανοῖσιν ἀντομένη μύθοισιν ἐπειρύσσασα παρειάς κύσσε ποτισχομένη , καὶ ἀμείβετο
7480582 θειε
ἐντελὲς στοχάσασθαι . ιγʹ . Τί δὴ μέλλεις , ὦ θεῖε Σοφόκλεις , τὰ τῆς Μελπομένης δέχεσθαι δῶρα ; τί
, μύω ἠμύω . σημαίνει δὲ κατὰ τὸ πρόχειρον τὸ θεῖε , συγγενές , ἢ τὸ θαυμάσιεμηδαμῶς ὦ θαυμάσιεἢ τὸ
7476590 ἀλαπαξε
] ? βασιλήων [ ] ο : λέων δ ' ἀλάπαξε καλιάς [ τριτάτῃ ] μόνος ἴχνια θήρης [ ]
τ ' εὖ ζώουσι καὶ ἀφνειοὶ καλέονται . ἀλλὰ Ζεὺς ἀλάπαξε Κρονίων : ἤθελε γάρ που : ὅς μ '
7469560 βαρυϲ
[ ] ` ? ] φιλήϲατο ] ἀνήρ ] τιϲ βαρύϲ ] ! αι ] ] ! ιον ] !
? ! [ ! ] ! [ ] αι ? βαρύϲ καηγ ! ! [ ! ! ] ? ?
7467711 προσεννεπεν
ἀντομένην Ἥρην ἕθεν εἰσορόωσα , καί μιν ἔπειτ ' ἀγανοῖσι προσέννεπεν ἥγ ' ἐπέεσσιν : “ Πότνα θεά , οὔ
δὲ θεῶν καὶ νεῖκος ἰδὼν καὶ παῖδα καλέσσας τοῖον ὑφεδρήσσοντα προσέννεπεν Ἑρμάωνα : εἴ τινά που Ξάνθοιο παρ ' Ἰδαίοιο
7467094 ἀποθεστος
. ἀπόθεστος : ποθέσω πεπόθεκα πεπόθεμαι πεπόθεσαι πεπόθεσται ποθεστός καὶ ἀπόθεστος . . . . ἀπορρώξ : ῥήσσω , τὸ
ἀγροτέρας ἠδὲ πρόκας ἠδὲ λαγωούς : δὴ τότε κεῖτ ' ἀπόθεστος ἀποιχομένοιο ἄνακτος ἐν πολλῇ κόπρῳ , ἥ οἱ προπάροιθε
7467071 θεοφιν
] ποιήσατ ? ? [ ] ? ' ἄκοιτιν Ἀλκαῖος θεόφιν ] μήστωρ ἀτάλαντος ? [ ] ηισινι ? [
, ἔνθα δ ' Ἀχιλλεύς , ἔνθα δὲ Πάτροκλος , θεόφιν μήστωρ ἀτάλαντος : ἔνθα δ ' ἐμὸς φίλος υἱός
7462701 κορυναν
πέπλος ζωστῆρι πλακερῷ , ῥοικὰν δ ' ἔχεν ἀγριελαίω δεξιτερᾷ κορύναν . καί μ ' ἀτρέμας εἶπε σεσαρώς ὄμματι μειδιόωντι
: τοῦ λεγομένου ἀποθέρμου : χωρὶς μύλου γὰρ γίνεται . κορύναν : ῥόπαλον . εἴρηται παρὰ τὸ κάρα ἢ παρὰ
7462025 ἁμος
ἀπὸ τοῦ ὑμέτερος ὑμός , οὕτως καὶ ἀπὸ τοῦ ἁμέτερος ἁμός Δωρικῶς . ἢ θέμα ἐστὶ τῆς Δωρίδος διαλέκτου .
ἁμῶς , καὶ ἐν συνθέσει ἁμωσγέπως . ἀπὸ δὲ τοῦ ἁμός γίνεται ἁμόθεν ἐπίρρημα : καὶ ὥσπερ ἀπὸ τοῦ καλός
7457767 ξεν
? ! [ Λυκουργ [ γυνὴ δ [ οὐκ ἐν ξεν ? [ πρὸς δ ' ἀ [ ἥκιστα [
ον πᾱ [ ˘˘˘˘ – – – ] ων : ξεν [ – ˘˘˘ – – ] έμμεν ἁλίῳ ?
7448833 φιλοκυβος
Νεφέλαις τούτου μέμνηται . Ἀμυνίας μὲν : ὧδε μὲν ὡς φιλόκυβος ⌈ ὁ Ἀμυνίας κωμῳδεῖται : ἐν ⌈ δὲ Σεριφίοις
φιλόξενος φιλοικτίρμων φιλόπλουτος , φίλυπνος , φιλοκυνηγέτης , φιλογεωργός , φιλόκυβος , φιλοχωρῶν φίλιππος , φιλοφροσύνη , τάχα καὶ φιλόφρων
7448612 ὠπυιε
[ ' αὖ ] Μυρμιδόνος [ κρατερὸν μένος ἀντιθέοιο Πεισιδίκην ὤπυιε ? [ ἣ δ ' ἔτεκ ' Ἄντιφον [
δ ' αὖ ? Μυρμιδόνος [ κρατερὸν μένος ἀντιθέοιο Πεισιδίκην ὤπυιε ? [ ἣ δ ' ἔτεκ ' Ἄντιφον [
7448373 Βουθος
τῶν τὰς ἀρχὰς μὲν ἠρεμούντων , ὕστερον δὲ ἐπιτεινόντων . Βοῦθος περιφοιτᾷ : ἐπὶ τῶν εὐήθων καὶ παχυτάτων . Βουλίας
Ἀγέλας , Ἐπίσυλος , Φυκιάδας , Ἔκφαντος , Τίμαιος , Βοῦθος , Ἔρατος , Ἰταναῖος , Ῥόδιππος , Βρύας ,
7446573 Δηϊφοβος
] μοι ? νυμφίος ? ? ἄλλος [ ] ! Δηΐφοβος ? λης ! ! ! ? ? [ ]
καὶ Ἀλκάθοος καὶ Ἀγήνωρ , τῶν δὲ τρίτων Ἕλενος καὶ Δηΐφοβος θεοειδὴς υἷε δύω Πριάμοιο : τρίτος δ ' ἦν
7445195 μητρως
. φησὶν οὖν ἐν τῇ Ἰλιάδι : Ἀσίῳ , ὃς μήτρως ἦν Ἕκτορος ἱπποδάμοιο , αὐτοκασίγνητος Ἑκάβης , υἱὸς δὲ
Ἀπόλλων ἀνέρι εἰσάμενος αἰζηῷ τε κρατερῷ τε Ἀσίῳ , ὃς μήτρως ἦν Ἕκτορος ἱπποδάμοιο αὐτοκασίγνητος Ἑκάβης , υἱὸς δὲ Δύμαντος
7438996 Τεττιξ
τὸ βούκεντρον . Οἰστροπλήξ : ὁ τῇ μανίᾳ πεπληγώς . Τέττιξ : ἀηδών . Ὁμῆλιξ : συνηλικιώτης . τῆς αὐτῆς
λέγεται καὶ πτὼξ , καὶ δασύπους , καὶ ταχείνας . Τέττιξ : ἀχέτας . Κοχλίας : φερέοικος . Ἀλώπηξ :
7435188 σαγην
οἶμαι ἀντὶ τοῦ ἐοικώς . παντελῆ ] τελείαν . παντελῆ σαγὴν ] πανοπλίαν ἢ τελείαν περιβολὴν ἔχων ξένου . φωνὴν
μάντις ἀψευδὴς τὸ πρίν . ξένῳ γὰρ εἰκώς , παντελῆ σαγὴν ἔχων , ἥξω σὺν ἀνδρὶ τῷδ ' ἐφ '
7433872 δηὐτ
ξαν ? ? ς ! ! [ Ἐρξίη , πῆι δηὖτ ' ἄνολβος ἁθροΐζεται στρατός ; τῆς ? νῦν πάντες
με [ [ ] νώμεθ ' ὀ [ [ ] δηὖτ ' ἐπιτ [ [ ] έντηδεμ ? [ [
7432269 Ναννιον
Φθειροπύλην , ἐπειδὴ ἐπὶ τῆς θύρας ἑστῶσα ἐφθειρίζετο . : Νάννιον . . . Ἀπολλόδωρος ἐν τῷ περὶ τῶν ἑταιρῶν
σκληρὸς βίος . χαῦνόν τι πλάσμα καὶ διάκενον οὐκ ἐπείρα Νάννιον ; Καρκίνου ποιήματα ἐπίσημον οὖν τὴν ἀσπίδ ' εἰς
7428986 κρημνοισι
: Βοιβιὰς δὲ ἐκλήθη ἀπὸ μιᾶς τῶν νυμφῶν Βοιβηΐδος . κρημνοῖσι : ταῖς ὄχθαις . ἐπειδὴ ἡ παρθένος ὤκει [
χαλινὰ ἂν Σκυθίην Ἴστρος λέλακεν μέγα πάντοθε πάντῃ , συρόμενος κρημνοῖσι καὶ ὑδατοπλήγεσιν ἄκραις : τῇ δ ' αὖτ '
7428010 καυης
δεῦρό μοι σκαπαρδεῦσαι . Κίκων δ ' ὁ πανδάλητος ἄμμορος καύης † τοιόνδε τι δάφνας κατέχων † οὐδὲν αἴσιον προθεσπίζων
λέγων οὑτωσί Κίκων δ ' ὁ πανδάλητος ἄμμορος καύης . καύης δὲ ὁ λάρος κατ ' Αἰνιᾶνάς ἐστιν . ἐρινοῦ
7425541 εὐτυκος
' , ἐπεὶ Μουσᾶν γε ἰοβλεφάρων θεῖος προφάτας [ ] εὔτυκος Φλειοῦντά τε καὶ Νεμεαίου Ζηνὸς εὐθαλὲς πέδον ὑμνεῖν ,
διατηροῦντες αὐτήν . φησὶ γοῦν Πρατίνας : Λάκων ὁ τέττιξ εὔτυκος εἰς χορόν . ἀπὸ γὰρ τῆς τοῦ βίου σωφροσύνης
7425370 στυγεει
ἐπὶ δὲ τοῦ μισεῖσθαι “ νῦν δ ' ἐμὲ μὲν στυγέει : ” ἀφ ' οὗ καὶ τὴν στυγερὴν μισητήν
Στυγὸς ὕδατος αἰπὰ ῥέεθρα . νῦν δ ' ἐμὲ μὲν στυγέει , Θέτιδος δ ' ἐξήνυσε βουλάς , ἥ οἱ
7425203 πωλω
βούλομαι . Κατάβητον ἐς τὸ μέσον . τὼ ἀρίστω βίω πωλῶ , τὼ σοφωτάτω πάντων ἀποκηρύττομεν . Ὦ Ζεῦ τῆς
τίς ἐλάλησεν , ἢ τίς ἐστιν ὁ προϊὼν σκοποῦντα , πωλῶ τοῦτον εὐθὺς ἐν ἀγορᾷ . αὑτῷ βαδίζει καὶ λαλεῖ
7422444 ἑρπεις
ὅλης ψυχῆς : ἐν πόστῳ δὲ βωλαρίῳ τῆς ὅλης γῆς ἕρπεις . πάντα ταῦτα ἐνθυμούμενος μηδὲν μέγα φαντάζου ἢ τό
σφυρὰ κόλπον ἀνεῖσαι στήθεσι φαινομένοις λιγυρᾶς ἀρξεύμεθ ' ἀοιδᾶς . ἕρπεις , ὦ φίλ ' Ἄδωνι , καὶ ἐνθάδε κἠς
7420573 χερϲαιαϲ
τῆϲ ἀϲπίδοϲ εἴδη , φηϲὶν ὁ Γαληνόϲ , τῆϲ μὲν χερϲαίαϲ καλουμένηϲ , τῆϲ δὲ χελιδονίαϲ , τῆϲ δὲ τρίτηϲ
ὁ δὲ θάνατοϲ ἐν ὥραιϲ δύο ἢ τριϲὶν ἐπὶ τῆϲ χερϲαίαϲ , ἐπὶ δὲ τῆϲ χελιδονίαϲ ἔτι καὶ ϲυντομώτερον :
7419076 σκωπτικος
Γ τὸν μισθὸν ] τὸν δικαστικόν . Γ Λυσίστρατος : σκωπτικός . Γ καὶ ἐν Ἀχαρνεῦσι Λυσίστρατός τ ' ἐν
λοπίδας μοι παρέσχηκε κεστρέως “ . ὁ σκωπτόλης ] ὁ σκωπτικός . δραχμὴν μετ ' ἐμοῦ λαβὼν : καθὸ εἰς
7417009 εἰπην
! [ πτωι ? ! [ ! ] τάδ ' εἴπην ὀδυ ! ! ! [ ἀθύρει ? πεδέχων συμποσίω
ἦρος † ἄγγελος ἰμερόφωνος ἀήδων † θέλω τί τ ' εἴπην , ἀλλά με κωλύει αἴδως . . . .
7412526 δισταζω
. ἀλλ ' ἤδη αὐτὰ ἀφαιροῦμαι : οἷον , οὐ διστάζω . ἐπεὶ εἶπε σπουδάσεις , λέγει οὐ σπουδάσω λόγοις
' εἰκών : φέρ ' ἰδώμεθα , μὴ Βερενίκας : διστάζω , ποτέρᾳ φῇ τις ὁμοιοτέραν . Λύσιππε , πλάστα
7412282 Κομιδῃ
καὶ τὸ θεῖον . Παντάπασι μὲν οὖν , ἔφη . Κομιδῇ ἄρα ὁ θεὸς ἁπλοῦν καὶ ἀληθὲς ἔν τε ἔργῳ
ἔπειτα χρόνον ναυτίλλεσθαι καὶ τὰς τῶν καμνόντων θεραπείας ποιεῖσθαι . Κομιδῇ γε εἴρηκας ἄτοπα . Κατ ' ἐνιαυτὸν δέ γε
7410909 κακοτυχε
οὐκ ἔχω σοι δοῦναι οὐδέν . δαιμόνιε ] δυστυχέστατε , κακότυχε . , ἄθλιε ἢ καὶ εὐτυχέστατε . χρῆμα ]
περισσοτέραν . δίκαιον ] εὔλογον . κακόδαιμον ] δυστυχέστατε , κακότυχε . , ἄθλιε . τὸ ” οὐδὲν “ μετὰ
7410747 δοτος
ἄθετος καὶ εὔθετος καὶ ἵημι ἑτὸς καὶ ἄφετος καὶ δίδωμι δοτὸς καὶ Ἡρόδοτος , καὶ δέδεμαι δετός , οὕτως σχῆμι
' ἀδικήμασί τισι τῆς οἰκίας ἐκβληθείς , ἐκποίητος δὲ ὁ δοτὸς εἰς ποιητά . ἀπεκήρυξε καὶ ἐπικήρυξε διαφέρει . κηρύξαι
7402586 ἐπιχειρω
εἰ δὲ δή τι κἀμοὶ λόγου πρόσεστιν ἄξιον καὶ παιδεύειν ἐπιχειρῶ , οὐ πατήρ , ὡς ἔοικε , μόνον ,
καὶ τὴν γλῶτταν ἀπολλύουσιν ὑπὸ τῆς σοφίας . Ἐγὼ δὲ ἐπιχειρῶ μέν , ὦ ἄνδρες , καὶ προθυμοῦμαι εἰς τὴν
7401423 κηρω
' , ὦναξ , καὶ τάνδε φέρευ πακτοῖο μελίπνουν ἐκ κηρῶ σύριγγα καλὸν περὶ χεῖλος ἑλικτάν : ἦ γὰρ ἐγὼν
, ἐναλλάσσω , γεραίρω ἑορτάζω , συναγελάζω , ταχύνω , κηρῶ , τρέφω , πολλάκις ἄρχομαι , περινοστῶ , ἀναγορεύω
7398624 Ὀρθοτατα
μεγίστου ἡ σκέψις , ἀγαθοῦ τε βίου καὶ κακοῦ . Ὀρθότατα , ἦ δ ' ὅς . Σκόπει δὴ εἰ
ἢ τὴν τοῦ ἀγαθοῦ μοῖραν αὐτὴν τιθέντες ὀρθῶς θήσομεν ; Ὀρθότατα μὲν οὖν . Οὐκοῦν ὅπερ ἀρχόμενος εἶπον τούτου τοῦ
7394602 Πτολεμαιε
αὐτῷ . λέγει δ ' οὖν ὑστεροῦσα παρὰ πολύ , Πτολεμαῖε , διψῶ , φησί , παππία , σφόδρα :
ῥεῖά κεν , ἐκ παύρου πυθμένος ἀρχόμενος . Εὐαίων , Πτολεμαῖε , πατὴρ ὅτι παιδὶ συνηβῶν πάνθ ' ὅσα καὶ
7394137 Ὑμεναι
φέρωμεν οἱ προτεταγμένοι τὸν νυμφίον , ὦνδρες . Ὑμήν , Ὑμέναι ' , ὤ . Ὑμήν , Ὑμέναι ' ὤ
κρατήσας καὶ πάρεδρον Βασίλειαν ἔχει Διός . Ὑμὴν ὤ , Ὑμέναι ' ὤ . Ἕπεσθέ νυν γαμοῦσιν , ὦ φῦλα
7393762 κληιζεται
ἄκοιτις , Ἰήσονα κυδαίνουσα . κεῖνο καὶ εἰσέτι νῦν ἱερὸν κληίζεται Ἄντρον Μηδείης , ὅθι τούσγε σὺν ἀλλήλοισιν ἔμειξαν ,
κδʹ . Καὶ ἡ γῆ ἐν κύκλῳ τοῦ λιμένος Καρία κληίζεται . Νῦν δὲ αἱ Καρίαι λέγονται Καρέα . Ἀπὸ
7387974 κυριευω
γενική , οὐ συνούσης τῆς ὑπό προθέσεως , ὡς τὸ κυριεύω σοῦ , καὶ δοτική , ὡς τὸ παλαίω σοί
τοῦ ἄνασσε σύνταξις τὴν γενικὴν ἀπῄτησεν . οὕτως ἔχει τὸ κυριεύω , δεσπόζω , κρατῶ , ἄλλα πλεῖστα τῆς ἴσης
7383562 πυματος
πυθμὴν οὖν , πύθματος , καὶ ἀποβολῇ τοῦ θ , πύματος . Παγός . παρὰ τὸ πεπῆχθαι . Πατήρ .
, ἢ ἀπὸ δευτέρας συζυγίας τῶν περισπωμένων προπαροξύνονται : μέσατος πύματος ὀγδόατος τρίτατος τέταρτος νέατος . τὸ μέντοι ἐρατός ἐλατός
7382316 ἀοσσητηρ
καὶ κληδόνος αὐτομάτως βοηθῶν : παρὰ τὴν ὄσσαν ὀσσητήρ καὶ ἀοσσητήρ , . , , . . α , .
Κόλχοις ἦρα φέροιεν ὑπὲρ σέο , νόσφιν ἄνακτος ὅς τοι ἀοσσητήρ τε κασίγνητός τε τέτυκται , οὐδ ' ἂν ἐγὼ
7380773 ἱμερτης
Σαλαμιναφετῶν . εἶτα : ἴομεν ἐς Σαλαμῖνα μαχησόμενοι περὶ νήσου ἱμερτῆς χαλεπόν τ ' αἶσχος ἀπωσόμενοι . ἔπεισε δὲ αὐτοὺς
τῶν Σαλαμιναφετέων ” . ἴομεν ἐς Σαλαμῖνα μαχησόμενοι περὶ νήσου ἱμερτῆς χαλεπόν τ ' αἶσχος ἀπωσόμενοι . ἡμετέρη δὲ πόλις
7379939 Οὐκετ
καὶ πηδῶντος μεθ ' ὁρμῆς ἐτέθη τὸ ἀκταινῶσαι . Αἰσχύλος Οὐκέτ ' ἀκταίνω φησί , βαρυτόνως , οἷον οὐκέτι ὀρθοῦν
. Οὔτ ' ἰχθὺς φωνὴν οὔτ ' ἀπαίδευτος ἀρετήν . Οὐκέτ ' ἐμὸν τὸν πρᾶγμα : πολλὰ χαιρέτω : παρόσον
7370495 ἡμιθεος
κγʹ . θʹ Ἄνουβις ἡμίθεος ἔτη ιζʹ . ιʹ Ἡρακλῆς ἡμίθεος ἔτη ιεʹ . ιαʹ Ἀπολλῶ ἡμίθεος ἔτη κεʹ .
ἀνδραγαθήμασιν , οἷς τῷ πλοίῳ ἐκείνῳ εἰργάσατο , ἐδόκει τις ἡμίθεος εἶναι καὶ ὑψηλότερα τοῦ αἰθέρος ἐφρόνει . ἀντιπνευσάσης δὲ
7366487 Ἱκεταονα
Πηλεΐδης κατὰ μὲν κτάνε Λάμπετον Ἴρου , κὰδ δ ' Ἱκετάονα πέφνεν ἰθαιγενέος Λεπετύμνου υἱέα Μηθύμνης τε , καὶ ἀλκηέστατον
δὲ Λευκίππην , καὶ τεκνοῖ παῖδας μὲν Τιθωνὸν Λάμπον Κλυτίον Ἱκετάονα Ποδάρκην , θυγατέρας δὲ Ἡσιόνην καὶ Κίλλαν καὶ Ἀστυόχην
7365387 χρυσεωι
, μαντείων δ ' ἐπέβας ζαθέων τρίποδί τ ' ἐν χρυσέωι θάσσεις , ἐν ἀψευδεῖ θρόνωι μαντείας βροτοῖς θεσφάτων νέμων
' οὑτωσὶ λέγει : – ˘ ˘ – τότε δὴ χρυσέωι ἐν δέπαϊ Ἠέλιον πόμπευεν ἀγακλυμένη Ἐρύθεια . καὶ Αἰσχύλος
7363492 βαινεις
ἀστιβῆ χαροπὰ μερόπων στρέφεται τύχα , λήθουσα δὲ πὰρ πόδα βαίνεις , γαυρούμενον αὐχένα κλίνεις . ὑπὸ πῆχυν ἀεὶ βίοτον
ἵπταμαι , σὺ δὲ ὡς ἀλέκτωρ κάτω μετ ' ὀρνίθων βαίνεις . „ ὅτι κρεῖττον περίβλεπτον εἶναί τινα ἐν πενιχρᾷ
7362006 Ἀποκριναι
δὲ μή , ἐπ ' αὐτοφώρῳ ἐγὼ αὐτὸν ἐξελέγξω . Ἀπόκριναι δή μοι . Ἐβούλοντο τοίνυν , ὦ ἄνδρες δικασταί
, ἐφ ' οἷς θάνατος ἡ ζημία ; Ἔγωγε . Ἀπόκριναι δή μοι , εἰ ὁμολογεῖς πλείω σῖτον συμπρίασθαι πεντήκοντα
7359337 μεμνης
, σὸν τὸ νικητήριον . Ὦ χαῖρε καλλίνικε : καὶ μέμνης ' ὅτι ἀνὴρ γεγένησαι δι ' ἐμέ : καί
τοῦτο καρπὸν τὸ δάκρυον . χαλκοῦς ὀφείλεις πέντε μοι . μέμνης ' ; ἐγὼ σοὶ πέντε χαλκοῦς , σὺ δέ
7358699 πελεκας
. καὶ βαρύνεται μὲν Αἴας Θόας : περισπᾶται δὲ ἀρκᾶς πελεκᾶς . οὐδέποτε δὲ ὀξύνεται , χωρὶς εἰ μὴ ὦσιν
εἴη ” διὰ τὸ ἑλκόω ἑλκῶ ἕλκος , καὶ πελεκῶ πελεκᾶς : καὶ „ μὴ ἄρχοιτο ἀπὸ τριῶν συμφώνων „
7358158 δεδμημεσθα
εἰς ' ἐν Ὀλύμπῳ , σοί τ ' ἐπιπείθονται καὶ δεδμήμεσθα ἕκαστος , ἀντὶ τοῦ ἐπιπειθόμεθα καὶ δεδμήμεθα . πρόσωπα
, . ” . . σοί τ ' ἐπιπείθονται καὶ δεδμήμεσθα ἕκαστος : πρὸς τὸ σχῆμα : ἔδει γὰρ πειθόμεθα
7356556 ἐϋς
βίη Τεύκροιο ἄνακτος , ἂν δ ' ἄρα Μηριόνης θεράπων ἐῢς Ἰδομενῆος . κλήρους δ ' ἐν κυνέῃ χαλκήρεϊ πάλλον
κρείων Ἀγαμέμνων , ἂν δ ' ἄρα Μηριόνης , θεράπων ἐῢς Ἰδομενῆος . τοῖσι δὲ καὶ μετέειπε ποδάρκης δῖος Ἀχιλλεύς
7355608 Ἰφις
καὶ μὴν ὅδ ' αὐτὸς σὸς πατὴρ βαίνει πέλας γεραιὸς Ἶφις ἐς νεωτέρους λόγους , οὓς οὐ κατειδὼς πρόσθεν ἀλγήσει
ὡς παρ ' Αἰσχύλῳ , ὥσπερ ἀστράγαλος ἄστρις καὶ Ἰφιάνασσα Ἶφις καὶ Θρασυκλῆς Θράσυλλος καὶ Βαθυκλῆς Βάθυλλος ὑποκοριστικά . ταῦτα
7355192 μεδων
πάντων ] βασιλεύς , τρῖς δὲ πόντω [ γᾶμε ] μέδων Ποτιδάων [ , τᾶν ] δὲ δουῖν Φῦβος λέκτρα
καὶ τὸ μεγάλως . καὶ τὸ κατὰ ἡλικίαν ἐξαίρετον . μέδων : ὁ βασιλεύς . καὶ κύριον . μενεαίνειν :
7352285 ἐυστεφανος
ἔοργας ἀτασθαλίῃσι πιθήσας . Σχέτλιε , ποῦ νύ τοί ἐστιν ἐυστέφανος Κυθέρεια ; Πῇ δὲ πέλει γαμβροῖο λελασμένος ἀκάματος Ζεύς
, ὄφρα σε Λιμὸς ἐχθαίρῃ , φιλέῃ δέ ς ' ἐυστέφανος Δημήτηρ αἰδοίη , βιότου δὲ τεὴν πιμπλῇσι καλιήν :
7352223 κυναμυια
καὶ κατὰ συγκοπὴν ἀνδροκάς καὶ τροπῇ ἀνδρακάς , ὡς κυνόμυια κυνάμυια . . . + . ἀνδρόμεος : ἀπὸ παραγωγῇ
) γέλωτος οὖν ἐπιρραγέντος παρῆν ἡ θεατροτορύνη Μέλισσα καὶ ἡ κυνάμυια Νίκιον : αὗται δ ' ἦσαν τῶν οὐκ ἀσήμων
7351382 λιγυς
μοι ἐδόκει πρὸς αὐτὸν εἰπεῖν : Θερσῖτ ' ἀκριτόμυθε , λιγύς περ ἐὼν ἀγορητής , Ἴσχεο : οὐδὲ γὰρ λιγὺν
ἄμεινον . καὶ τῷ Θερσίτῃ ἐπιπλήττει Θερσῖτ ' ἀκριτόμυθε , λιγύς περ ἐὼν ἀγορητής , ἴσχεο . καὶ τοῦ Ἰδομενέως
7346242 Ὀδυσευ
λαός : ὃ δ ' ἐν μέσσοισιν ἔειπεν : Ὦ Ὀδυσεῦ καὶ πάντες Ἀχαιῶν φέρτατοι υἷες , ἔργον μὲν τόδ
† . δεῦρ ' ἄγ ' ἰών , πολύαιν ' Ὀδυσεῦ . . πολύαινε . . . , : Ἀρίσταρχος
7345157 ἑξασημον
παρ ' Ἀλκμᾶνι , ὃ τὴν μὲν πρώτην ἔχει ἰαμβικὴν ἑξάσημον ἢ ἑπτάσημον , τὰς δὲ ἑξῆς δύο ἰωνικὰς ἑξασήμους
Ἀφρόδιτα : τοῦτο δὲ τὴν μὲν πρώτην συζυγίαν ἔχει τροχαϊκὴν ἑξάσημον ἢ ἑπτάσημον , τὴν δὲ δευτέραν χοριαμβικήν , τὴν
7342205 πενιχρος
. Χαλεπὸν χορίου κύνα γεύειν . Χρήματ ' ἀνήρ : πενιχρὸς δ ' οὐδέποτ ' ἐσθλός . Χωρὶς τὰ Φρυγῶν
. Χαλεπὸν χορίου κύνα γεύειν . Χρήματ ' ἀνήρ : πενιχρὸς δ ' οὐδέποτ ' ἐσθλός . Χωρὶς τὰ Φρυγῶν
7336169 σιδαρος
τὴν Παφίην . Οὔτε σε Πραξιτέλης τεχνάσατο οὔθ ' ὁ σίδαρος : ἀλλ ' οὕτως ἔστης ὥς ποτε κρινομένη .
Πραξιτέλης ; Οὔτε σε Πραξιτέλης τεχνάσατο , οὔθ ' ὁ σίδαρος : ἀλλ ' οὕτως ἔστης , ὥς ποτε κρινομένη
7336047 τριχαικες
? ? ? [ ] σακέσπαλος [ ] ? κορυθάιξ τριχάικες δορυσσοῦς ποικιλόπρυμνος [ αἰολόπρυμνος [ λειριόπρυμνος [ καμπυλόπρυμνος ?
Ἐρινεὸν καὶ Βοιὸν καὶ Κυτίνιον , ἀφ ' οὗ καὶ τριχάικες ὑπὸ τοῦ ποιητοῦ λέγονται . οὐ πάνυ δὲ τὸν
7332529 ἐξαυστηρ
: χαλκέοισιν ἐξαυστῆρες ἐγχειρούμενοι . . . , . : ἐξαυστήρ : κρεάγρα . . Ὀνομαστ . ; : τὰ
τῆς ἐν προθέσεως τὸ ἐπίῤῥημα ἔμπλην . Ἐξαυστηρίκυω . αὔσω ἐξαυστήρ . Ἐπυράκτεον . πῦρ πυρὸς πυράζω πυράξω : ὄνομα
7332232 ὀτοτοτοι
πόσις σός , παῖδ ' ἔδωκ ' αὐτῶι θεός . ὀτοτοτοῖ : τὸν ἐμὸν ἄτεκνον ἄτεκνον ἔλακ ' ἄρα βίοτον
ἐρημώσας ' ] ἤγουν ἀφεῖσα . στροφή . ἡμέτερον + ὀτοτοτοῖ : αἱ περίοδοι αὗται πᾶσαι καλοῦνται ὡς εἴρηται ἀλλοιόστροφοι
7331932 ἁδιον
χαίρετ ' : ἐγὼ δ ' ὔμμιν καὶ ἐς ὕστερον ἅδιον ᾀσῶ . πλῆρές τοι μέλιτος τὸ καλὸν στόμα ,
χιμάρω δὲ καλὸν κρέας , ἔστε κ ' ἀμέλξῃς . ἅδιον , ὦ ποιμήν , τὸ τεὸν μέλος ἢ τὸ
7330432 παροιτατος
, ἐπὶ δέ σφισιν ἤλυθε κούρη φραζομένοις . Πηλεὺς δὲ παροίτατος ἔκφατο μῦθον : “ Ἤδη νῦν κέλομαι νύκτωρ ἔτι
: τάχα δ ' ἐγγύθεν ἀντεβόλησαν ἀλλήλοις . Ἄργος δὲ παροίτατος ἔκφατο μῦθον : “ Ἀντόμεθα πρὸς Ζηνὸς Ἐποψίου ,
7330375 ἀρεταων
? τετελεσμένος φύσει [ ἄκριτος ] ἔφυς τὰ διπλᾶ τῶν ἀρετάων , [ νεώτερος ] πανέντιμος [ ] τύχης [
ἀμφεβόησε καὶ ὤμοσε καρτερὸν ὅρκον παντοίης μεθέπεις ὁτ ' ἀμετρήτων ἀρετάων ἀτρεκέως Φαέθοντος ἐράσσατο , τίκτε σε μήτηρ . τούνομά
7323286 νωε
κομισθέντες πῆδα ϝὸν θέλωσα φίλης ἀγκάλης ' ἑλέσθη τού τε νῶε † νίκας ' ὁ μεγαλοσθενὴς † Ὠαρίων χώραν τ
εὐθεῖαν σημαινούσηςοὐ . γὰρ ὑγιὲς τὸ λέγειν ὡς ἀκόλουθος τῇ νῶε , ὅτε οὐδὲ Ὅμηρος ἐχρήσατο . Πρὸς οἷς δοθήσεται
7322168 Ἀτταται
, μᾶλλον ἐπικρούεις σύ γε . Ἔτι μᾶλλο βοῦλις ; Ἀτταταῖ ἰατταταῖ : κακῶς ἀπόλοιο . Σῖγα , κακόδαιμον γέρον
κέκραγας ; Ἐμβαλῶ σοι πάτταλον , ἢν μὴ σιωπᾷς . Ἀτταταῖ ἰατταταῖ . Οὗτος σύ , ποῖ θεῖς ; Εἰς
7320858 εὐγενεστατος
: ἀπὸ βασιλέως Ἀθηναίου Κόδρου , ὃς δοκεῖ πρεσβύτατος καὶ εὐγενέστατος γεγενῆσθαι . Πρὸς λέοντα δορκὰς ἅπτεται μάχης : ἐπὶ
δὲ τὴν Κύπρον Εὐαγόρας ὁ Σαλαμίνιος , ὃς ἦν μὲν εὐγενέστατος , τῶν γὰρ κτισάντων τὴν πόλιν ἦν ἀπόγονος ,
7320802 Ἐλευθεριος
τὴν ϲτοὰν οἰκοδομῆϲαι τὴν πληϲίον αὐτοῦ . . . . Ἐλευθέριος Ζεύς ἐγὼ δὲ οὔτε δᾳδούχου θυγατέρα ἔχω οὔτε ἱεροφάντου
καὶ παρὰ Ταραντίνοις καὶ ἐν Πλαταιαῖς καὶ ἐν Καρίᾳ ὁ Ἐλευθέριος Ζεύς . Ἐλευθέριος Ζεὺς διὰ τὸ τῆς μηδικῆς δουλείας
7320731 μειρακισκη
ἴσθ ' ἐπ ' αὐτὰς τὰς θύρας ἀφιγμένη , ὦ μειρακίσκη : πυνθάνει γὰρ ὡρικῶς . Φέρε νυν , ἐγὼ
. ἀφιγμένη : Ἐλθοῦσα . Θ . . . ὦ μειρακίσκη : Προσπαίζουσι τῇ πρεσβύτιδι οἱ γέροντες . [ καὶ
7320225 ωδ
α δώματα πατρός ! ! [ κερ ? ? [ ωδ ! [ ηρη ! [ ημε ? [ καιτο
ις βους ε [ ! ! ! ! ! ] ωδ [ ἥκιστα : ! [ ! ! ! ]
7319899 μελπων
μ ' ἔκιχεν κιθάρην πολυδαίδαλον ἐντύνοντα , ὄφρα κέ σοι μέλπων προχέω μελίγηρυν ἀοιδήν , κηλήσω δέ τε θῆρας ἰδ
ὁ Πίνδαρος μεταφορικῶς εἰπεῖν ἔστην τῷ λόγῳ καὶ τῇ μολπῇ μέλπων αὐτὸν καὶ ὑμνῶν . ἐὰν μὲν οὖν ὁ χορὸς
7319040 ᾠχεο
ἀπὸ στομάτων , θηρεύων βαλιοὺς συνομήλικας ἐν νομῷ ὕλης : ᾤχεο γὰρ πυμάταν εἰς Ἀχέροντος ὁδόν . Ὕστατα δὴ τάδ
ἀπὸ στομάτων , θηρεύων βαλιοὺς συνομήλικας ἐν νομῷ ὕλης : ᾤχεο γὰρ πυμάταν εἰς Ἀχέροντος ὁδόν . Ὕστατα δὴ τάδ
7313960 Φρυνωνδα
ὑπῆρξεν . ὅθεν Ἀριστοφάνης πού φησιν : ὦ μιαρὲ καὶ Φρυνώνδα καὶ πονηρέ . Εὐρύβατοι δύο ἐγένοντο ἄμφω πονηροί ,
: καὶ Ἀριστοφάνης ἐν Ἀμφιαράῳ , Ὦ μιαρὲ , καὶ Φρυνώνδα , καὶ πονηρὲ σύ . λέγεται δὲ καὶ ἐπὶ
7312517 φθιμενοισιν
θοοὺς βάλλουσα λέοντας : αὐτὴ γάρ μιν ἔτευξε καὶ ἐν φθιμένοισιν ἀγητὴν Κύπρις ἐυστέφανος κρατεροῦ παράκοιτις Ἄρηος , ὄφρά τι
Αἰσχύλος ἐν Νηρεΐσιν . οἱ ὑπομνηματισταὶ παρὰ τὸ οὐχ ὁσίη φθιμένοισιν ἐπ ' ἀνδράσιν εὐχετάασθαι , ἵνα ἦι ὁ νοῦς
7312098 ἐπικοι
δ ' ἄλλοι ὡς οἱ πρῶτοι . οἱ μέντοι χρησμοὶ ἐπικοί . ἐπὶ ταῖς ἀποθέσεσι καὶ τῷ τέλει παράγραφος .
δ ' ἄλλοι ὡς οἱ πρῶτοι . οἱ μέντοι χρησμοὶ ἐπικοί . ἐπὶ ταῖς ἀποθέσεσι καὶ τῷ τέλει παράγραφος .
7308326 Στρεψιαδη
” παίζων εἴρηκεν : ἔστι γὰρ ἡ κλητικὴ “ ὦ Στρεψιάδη ” , οὐ “ Στρεψίαδες ” . Στρεψίαδες ]
εἰς η αὐτὴν ἔχειν : τὸ γὰρ Στρεψιάδης Στρεψιάδου ὦ Στρεψιάδη καὶ Ἡρακλείδης Ἡρακλείδου ὦ Ἡρακλείδη γενόμενα Στρεψίαδες καὶ Ἡράκλειδες

Back