συνεχῶς Ἴακχε Ἴακχε ᾄδων . ἢ κωμικὸς διθυραμβικὰ , τουτέστι Διονυσιακὰ δράματα ποιῶν . 〛 〚 Ἴακχ ' ὦ πολυτιμήτοις | ||
τῷ Ἄρει παρ ' αὐτοῦ λαμβάνειν . Τὰ μὲν γὰρ Διονυσιακὰ καὶ Βακχικὰ οἶμαί σε μὴ περιμένειν ἐμοῦ ἀκοῦσαι , |
μετὰ ταῦτα διατρίψαντα περίοπτον ὑπὲρ τὸ θέατρον κατασκευάσαντα σχεδίαν χλωρᾷ πεπυκασμένην ὕλῃ , ὥσπερ ἐπὶ τῶν Βακχικῶν ἄντρων γίνεται , | ||
νῆσος εὐμεγέθης οὖσα , πολλὴν τῆς χώρας ὀρεινὴν ἔχει , πεπυκασμένην δρυμοῖς συνεχέσι καὶ ποταμοῖς διαρρεομένην μικροῖς . οἱ δ |
τελουμένων , αὕτη κιθάρας ἀναδίδωσι ἦχον : οἱ δὲ ἐγχώριοι νεβρίδας περιβεβλημένοι καὶ θύρσους κρατοῦντες , ὕμνον ᾄδουσιν : Καὶ | ||
θερμοὶ ἔτι καὶ τὰ τύμπανα ἀψοφητὶ κείμενα , καὶ τὰς νεβρίδας ὁ ζέφυρος οἷον αἴρει ἀπὸ τῆς γῆς , ὄφεις |
καὶ παροίνια δ ' ᾄσματα ἦν καὶ σκολιά : καὶ μυρρίνην ἐπὶ δεξιὰ περιφέροντές τινες καὶ ἔκπωμα καὶ λύραν ᾄδειν | ||
πλησίον ὕδατος αἱμαχθείη , ὡς μιανοῦντες : εἶτ ' ἐπὶ μυρρίνην ἢ δάφνην διαθέντες τὰ κρέα ῥάβδοις λεπτοῖς * ἐφάπτονται |
βροτῶν , ἴδετε τάδ ' ἔργα φόνια μυσαρά , δίγονα σώματ ' ἐν † χθονὶ κείμενα πλαγᾶι † χερὸς ὕπ | ||
ἑφθοῖς προσώποις ἰχθύων χειρουμένη , ἄγους ' ὑπ ' αὐτὰ σώματ ' ἀρίστου πύλας , ἀσύμβολον κλίνειν τ ' ἀναγκάζει |
κατὰ γενεὰς , κατὰ τάξιν . οἱ μέν : τῶν θύννων . Ὁπλότεροι : νεώτεροι . τοὶ δ ' : | ||
ἀπὸ τῶν ἄλλων ἴδωσιν : καὶ γὰρ καὶ ἀδυνατώτεραι τῶν θύννων εἰσὶν , ἀλλ ' ὀξεῖς καὶ πυκνοὺς ὀδόντας ἔχουσιν |
καὶ περιϲτερᾶϲ ἀλεκτορίδοϲ τε καὶ ἀλεκτρυόνοϲ . ἡ δὲ τῶν κιχλῶν καὶ κοϲϲύφων καὶ τῶν μικρῶν ϲτρουθῶν καὶ τῶν πυργιτῶν | ||
ὁ δὲ κόσσυφος βλέπων τὴν καρίδα καὶ οἰόμενος κατὰ τῶν κιχλῶν αὐτὴν περιστρέφεσθαι , χανὼν ἐπιλαμβάνεται τῆς καρίδος καὶ θηρεύεται |
τὰ παραγραφικὰ τὸ ἀντιθετικὸν , ὅτι δι ' ἀπορίαν τῶν λειτουργούντων ἀναγκαῖος ἦν ὁ νόμος : ἡ λύσις ἐκ μεταλήψεως | ||
ἥκιστ ' ἂν λυμήναιτο παροφθὲν , ἐκ δὲ τῶν μὴ λειτουργούντων τὰ μέγιστ ' ἂν αἱ πόλεις βλαφθεῖεν . καὶ |
ὅτι τῶν ἄλλων καρπῶν καὶ φυτῶν ἁπλῶς μνημονεύσας ἐπὶ τῶν ἐλαῶν ἐπήγαγε τὸ “ ὧν ποθοῦμεν ” . καὶ ἴσως | ||
κυοφορίαις , εἰ καὶ τρύγης ἀμπέλων αὐτουργοῦσα συμμετάσχοι καὶ συλλογῆς ἐλαῶν , εἰ δὲ παρείκοι , καὶ σπόρου καὶ ἀρόσεως |
πόλις ἐνταῦθα Μαμέρτιον καὶ ὁ δρυμὸς ὁ φέρων τὴν ἀρίστην πίτταν τὴν Βρεττίαν , ὃν Σίλαν καλοῦσιν , εὔδενδρός τε | ||
μάγειρον . ἀπείρητο γὰρ ὑπ ' Ἀθηναίων ἐξάγειν ξύλα καὶ πίτταν . εἶχον γὰρ οἱ Λακεδαιμόνιοι τριήρεις . κενῇ τῇ |
τῶν πληθυντικῶν Ἀττικώτερον ἤπερ ἰχθύας . ἵππουρις : ἡ τῶν Σατύρων οὐρά . ἴονθος : ἡ ἐπὶ τοῦ προσώπου ἅμα | ||
παροικεῖν τοὺς Σίνας . Ἀπὸ δὲ τοῦ ἀκρωτηρίου τοίνυν τῶν Σατύρων ἐπὶ Κοττιάριος ποταμοῦ ἐκβολὰς , ὅστις ἐξίησιν ἐν τῷ |
πολλή ; Ῥέα μὲν γάρ , ἣν οἱ ἀπὸ τῶν Φρυγίων ὀρῶν Κυβέλην φασίν , ἀποτμήσεις αἰδοίων νενομοθέτηκεν διὰ τὸν | ||
ἁρμονίαν μετίωσι , φέρε ἐκ Δωρίων εἰς Ὑποδώρια ἢ ἐκ Φρυγίων εἰς Ὑπερμιξολύδια ἢ ὅλως ἔκ τινος τόνου εἰς ἕτερον |
, οἴνων ὄντων ἡμῖν Θασίων καὶ Μενδαίων καὶ Λεσβίων , χρυσίδων πάνυ μεγάλων ἑκάστῳ προσενεχθεισῶν . καὶ μετὰ τὸν πότον | ||
, οἴνων ὄντων ἡμῖν Θασίων καὶ Μενδαίων καὶ Λεσβίων , χρυσίδων πάνυ μεγάλων ἑκάστῳ προσενεχθεισῶν . καὶ μετὰ τὸν πότον |
. ὡς δὲ ἴδον Στρατοκλῆ , κρατερὸν μήστωρα φόβοιο , τρίγλης ἱπποδάμοιο κάρη μετὰ χερσὶν ἔχοντα , . . . | ||
Ἀπόλλων . ὡς ἴδον Στρατοκλῆ , κρατερὸν μήστωρα φόβοιο , τρίγλης ἱπποδάμοιο κάρη μετὰ χερσὶν ἔχοντα , ἂψ δ ' |
καρχήσια , σταθμὸν ἔχοντα τριάκοντα ταλάντων . ἦσαν δὲ καὶ θυμιατήρια τὸν μὲν ἀριθμὸν ἴσα , τὸν δὲ σταθμὸν ἑκάτερον | ||
. πεπαρῴνηκεν Ἀττικοί , παροίνικεν Ἕλληνες . πομπεῖα Ἀττικοὶ τὰ θυμιατήρια καὶ τὰς χέρνιβας , ὡς Θουκυδίδης . ῥαΐσας Ἀττικοί |
ἄγουσα : μοχθηρὰ μὲν γὰρ ἡγεῖσθαι κελεύει τὰ ἐπὶ θαλάττῃ συβόσια διὰ τὸ σκόροδον τὸ θαλάττιον , οὗ μεστοὶ μὲν | ||
ὁ συνεστραμμένος ἀναφορεύς , ἐξ οὗ ἤρτηται ἡ πήρα . συβόσια τὰ συφόρβια : “ τόσσα συῶν συβόσια . ” |
λύραι καὶ μαγάδιδες τά τ ' ἐν Ἕλλησι ξόαν ' ἡδυμελῆ . Τελέστης δὲ πεντάχορδον τὴν μάγαδιν ἐμφαίνει : φησὶ | ||
λύραι καὶ μαγαδῖδες τά τ ' ἐν Ἕλλησι ξόαν ' ἡδυμελῆ τρίγωνος φοῖνιξ πρόποδα μέλεα τάδε σε κλέομεν τρόχιμα βάσιμα |
ἐμπειροπολέμους , ξενολογεῖν δὲ καὶ ἐκ τῶν περιοίκων ἐθνῶν ὅσα ἄλκιμα . χρήματα δ ' ἐς τὸν πόλεμον αὐτῷ τά | ||
καὶ τούτων καὶ τῶν τούτοις παραπλησίων τὰ δήγματα : ὅτι ἄλκιμα ὄντα ταῦτα τὰ ζῶα καὶ γαμψώνυχα συμπλέκεται , ὅπου |
ξηροὺς καὶ ἰσχάδων βῖκον ἐκ Καρίας καὶ ὕστερον ἐκ Πατάρων σανδάλια ἐπίχρυσα , ὦ ἀχάριστε : καὶ τυρόν ποτε μέμνημαι | ||
λέγω δὲ σπυρίδα , πίνακα , μάππαν , φανόν , σανδάλια , καὶ εἴ τι ἕτερόν μοι λέληθεν εἰπεῖν σοι |
διὰ τὸ μὴ εἰσφέρεσθαι τὸ θαλάττιον ὕδωρ : Ἀριστοφάνης : ἀσκώματα καὶ λίνα καὶ πίτταν διαπέμπων εἰς Ἐπίδαυρον . καλοῦνται | ||
. , , . , . * . Ἀσκώματα : ἀσκώματα καλοῦνται καὶ τὰ δέρματα τὰ ἐπιρραπτόμενα ταῖς κώπαις ἐν |
πάλιν ἐς Ῥώμην ἐπρέσβευον οἱ Σαυνῖται , νεκρὰ σώματα ἀνδρῶν σύροντες , ὡς αἰτίους τοῦδε τοῦ πολέμου γεγονότας ἀνῃρηκότες , | ||
' ἄλλοι ἀσκοὶ ἐπαντέλλουσι καὶ ἀνδύνουσι θαλάσσης , βριθὺ πέλωρ σύροντες : ὁ δ ' ἕλκεται οὐλόμενος θὴρ οὐκ ἐθέλων |
τοῦ μ . . . . . . κύμβαλα : κύμβαλα : παρὰ τὸ κυφόν , κύφαλά τινα ὄντα . | ||
κακὴ τύχη λάβοι χαριτογλωσσεῖν ἡμᾶς θέμις - μέλη πάραυλα κἀκρότητα κύμβαλα πᾶσιν δὲ θνητοῖς βούλομαι παραινέσαι τοὐφήμερον ζῆν ἡδέως : |
τὰ μοσχεύματα δεῖν ἐς τὰς ἐπομβρίους μᾶλλον ἐμβάλλειν ἢ τὰ φυτεύματα πάντων τῶν δένδρων , ὅτι τὰς ῥίζας τὰς καθιεμένας | ||
ῥυθμοὶ ποδῶν φιλτάτων , ὦ καινὰ ἄνθη , ὦ γῆς φυτεύματα , ὦ φιλήματα ἐρηρεισμένα . ιθʹ . Πωλεῖς σεαυτήν |
ἢ κόσσυφον ἢ σκορπίον ἢ σκάρον . τοὺς δὲ λιπαροὺς παραιτείσθωσαν καὶ κητώδεις , οἷον σκόμβρον καὶ πηλαμύδας : πάντες | ||
παντοίως ἐσθιόμενα καὶ ἡ μαλάχη . τὰ δὲ ἄλλα πάντα παραιτείσθωσαν καὶ μάλιστα τὴν κράμβην καὶ τὰ ἄγρια τῶν λαχάνων |
ὁ μὲν κρεῶν καὶ ἰχθύων , ὁ δὲ ἄρτων καὶ πλακούντων . οἱ δὲ κατακλείσαντες ἔνδον ἐμὲ μετὰ τούτων καὶ | ||
' ἀμητίσκων εἰς τὸν φάρυγγ ' εἰσεπέτοντο : τῶν δὲ πλακούντων ὠστιζομένων περὶ τὴν γνάθον ἦν ἀλαλητός . μήτρας δὲ |
ὑγραὶ καὶ περιττωματικαὶ καὶ δυϲπεπτότεραι γίγνονται . Περὶ χηνῶν καὶ ϲτρουθοκαμήλων . Περιττωματικὴ τούτων ἡ ϲάρξ ἐϲτι καὶ δυϲπεπτοτέρα τῆϲ | ||
κρείττονα πάντων ἐϲτί , τὰ δὲ τῶν χηνῶν τε καὶ ϲτρουθοκαμήλων οὐ χρηϲτά . πάντων δὲ τὰ νέα τῶν παλαιῶν |
, καράβους , κόγχας , ἐχίνους προσφάτους , μηκώνια , πίννας , τραχήλους , μύας . Ὥστ ' ἐν ἡμέραις | ||
δ ' ὁ Κύκλωψ ἐφίλει καὶ ἐν οὔρεσιν ἐξεπεφύκει , πίννας ἦλθε φέρων καὶ ἄμυλα ἠχήεντα , ἃς κατὰ φυγότριχος |
ἀμφὶ δέ νιν κλαίοντες ἀναστενάχουσιν Ἔρωτες κειράμενοι χαίτας ἐπ ' Ἀδώνιδι : χὢ μὲν ὀιστώς , ὃς δ ' ἐπὶ | ||
. ὅ τ ' Ἀδωνιασμός : Ἑορτὴν γὰρ ἐπετέλουν τῷ Ἀδώνιδι αἱ γυναῖκες καὶ κήπους τινὰς εἰς τὰ δώματα ἀνέφερον |
γίνεται , ταύτης τύμπανα καὶ νεβρίδας καὶ παντοδαπὰ ἄλλ ' ἀθύρματα Διονυσιακὰ ἐξαρτήσαντα μετὰ τῶν φίλων ἐξ ἑωθινοῦ κατακλινόμενον μεθύσκεσθαι | ||
] ἥξει [ πατὴρ οὐ ] σπάνι [ ' ἔχων ἀθύρματα ] ἃ σὰς ὀδυρμῶν ἐκγαληνιεῖ [ φρένας ] . |
ἐναντίας καὶ ἀντετάξω . Γ θύννεια θερμὰ ] θύννων ἰχθύων τεμάχη . κασαλβάσω : κασαλβάδες ἑταῖραί εἰσιν , αἱ ἀεὶ | ||
ἄνδρες πάλαι ὀψοφάγοι τοιοῦτοί τινες οἷοι καταβροχθίζειν ἐν ἀγορᾷ τὰ τεμάχη , ὁρῶντες ἐξέθνῃσκον ἐπὶ τῷ πράγματι ἔφερόν τε δεινῶς |
μελίαν , πεύκην , ἀρίαν , δρῦν , κιττόν , ἐρίκην , πρόμαλον , ῥάμνον , φλόμον , ἀνθέρικον , | ||
δήπου τὰ κηρία καὶ ἐποίουν μέλι , τήν τε δὴ ἐρίκην καὶ τὸν θύμον αἵδε ποιούμεναι τροφήν . Ἀτὰρ δὴ |
ἀμφιπρύμνω δύο μ ' ἐλέγχετον λόγω ἀναβεβίωκα ἀνάστατα ποιεῖν ἀνθηρὸς ᾠδός ἄνυδρα δ ' ᾠκηκὼς ἄναξ κριωπὸς Ἄμμων δάπεδα θεσπίζει | ||
, . . ἀνθηρὸς ποιητής , ἢ κιθαρῳδός , ἢ ᾠδός ἐρεῖς , ὡς Εὐριπίδης ἐπὶ Ὀρφέως . . , |
ὅταν τις παρεφάνη γυνή , κοινῶς αὐτῇ ἐχρῶντο . [ τράγων δὲ τρίχας καὶ σκέλη ἐδόκουν ἔχειν διὰ τὴν περὶ | ||
ὁ ὕπνος . ταὶ δὲ τραγεῖαι : αἱ δοραὶ τῶν τράγων . ταὶ δὲ τραγεῖαι : ἤγουν τὰ δέρματα τῶν |
καθ ' αὑτὸν ἢ μετὰ χρυσαττικοῦ ἢ ὑδρομήλου γλυκέος καὶ κτένια πεπλυμένα καὶ ἀστακὸς δίσεφθος ἐν ἄλλῳ καὶ ἄλλῳ ὕδατι | ||
μάλιϲτα τοὺϲ νεοϲϲοὺϲ καὶ ἰχθύων τοὺϲ πετραίουϲ καὶ ἐχῖνον καὶ κτένια καὶ τὰ παραπλήϲια παραιτουμένων αὐτῶν ἅπαντα τὰ θερμαίνοντα καὶ |
δ ' ὁπότ ' ἀγραύλοιο μετ ' ἴχνια σημαντῆρος μυρία μῆλ ' ἐφέπονται ἄδην κεκορημένα ποίης εἰς αὖλιν , ὁ | ||
κοπτή , βότρυς , ἰσχάς , ἄπιος , πέρσεια , μῆλ ' , ἀμύγδαλα . ταῦτα μὲν ὁ Κλέαρχος . |
ἦν καὶ τερπνόν ; ὅτι μὲν δρακόντων ἦν ἔφοδος καὶ νεογνὰ τὰ βρέφη δύο εἶδε καὶ ἐδυσφόρει μήποτε ἀπόλωνται . | ||
νέων τὴν βληχὴν ἔθηκεν . ὥσπερ , φησί , τὰ νεογνὰ οὐδέπω τὴν φωνὴν ἔναρθρον ἔχοντα ἀπαγόμενα πρὸς τῶν πολεμίων |
καὶ τὴν βακτηρίαν καὶ τὴν κόμην , φιλῇς δὲ τὰ ἁλουργῆ καὶ τὴν τρυφήν , οὐ παύσει τοὺς ἐραστὰς ἐπισυρόμενος | ||
ὑακίνθου τε καὶ σμαράγδου καὶ στρεπτὸν τοιοῦτον πλατὺν καὶ χλαῖναν ἁλουργῆ τε καὶ χρυσόπαστον ἠμφιεσμένος . ὅμως κἂν ταύτης τις |
γυναῖκές μοι . πολύς τις ἔρχεται ὄχλος ὡς ἔοικε . στρώματ ' ἀδιήγηθ ' ὅσα φέρεις . τί δ ' | ||
Παθυμίας ὁ Αἰγύπτιος . ὡς ἐγὼ σκιρτῶ πάλαι ὅπου ῥοδόπνοα στρώματ ' ἔστι , [ καὶ ] λούμενος μύροις ψακαστοῖς |
, ἐργαστική . ξαντική ξάντης , κναφευτική , ὑφαντική ὑφάντης ὑφάσματα ὑφή , πλυντική , θεραπευτική , κοσμητική , † | ||
δὲ βούλει καὶ ἄλλα τῶν ἱερῶν σκευῶν , ἔστι μὲν ὑφάσματα , καλεῖται δὲ ἰστριανόν , προτόνιον , ἡμίμιτρον . |
οἱ θηραταί . Τοὺς δ ' ἐναλίους ὄρνιθας ἀγκίστροις αἱροῦσιν ἰχθύδια περιθέντες αὐτοῖς , ἀλλὰ καὶ σανίσιν εἰκόνας ἐπιγράψαντες ἰχθύων | ||
καὶ ἡ πίννη διαστήσασα τὸ ὄστρακον ἡσυχάζει τηροῦσα τὰ ἐπεισιόντα ἰχθύδια , ὁ δὲ πιννοτήρης παρεστὼς ὅταν εἰσέλθῃ τι δάκνει |
σιδηροχαρμᾶν ἀπὸ κοινοῦ καὶ τῶν ἀνδρῶν καὶ τῶν ἵππων . Λιπαρᾶν διὰ τὸν Διόνυσον , καὶ ἐλελίχθονος τῆς ταραττούσης τὴν | ||
σιδηροχαρμᾶν ἀπὸ κοινοῦ καὶ τῶν ἀνδρῶν καὶ τῶν ἵππων . Λιπαρᾶν διὰ τὸν Διόνυσον , καὶ ἐλελίχθονος τῆς ταραττούσης τὴν |
ἡ μῖξις ὑγιεινοτάτην κατάστασιν ἀπεργάζεται . αἱ δὲ οἰκίαι τῶν συνεληλυθότων σφόδρα μὲν εὐτελεῖς εἰσι , πρὸς δύο τὰ ἀναγκαιότατα | ||
θρασὺς ὢν καὶ οὕτως ὥστε , καθὼς Θεόπομπος ἱστορεῖ , συνεληλυθότων Ἀθηναίων παρελθεῖν εἰς τὴν ἐκκλησίαν στέφανον ἔχοντα καὶ κελεῦσαι |
! ] ? [ [ ] : [ οὐκ ἂν μύροισι γρηῦς ἐοῦς ' ἠλείφεο . περὶ σφύρον παχεῖα , | ||
ἐν ἀτραπῶι . θύννοισι τευθίς , κωβιοῖσι κωρίδες . κἀλειφόμην μύροισι καὶ θυώμασιν καὶ βακκάρι : καὶ γάρ τις ἔμπορος |
καὶ πάντως ἀποθανεῖσθαι : τροφῆς γὰρ οὐ μέτεστιν αὐτοῖς . Σκίλλα γεωργοῖς μὲν ἀφορίας ἐστὶ σημαντικὴ διὰ τὸ μηδὲν ἐδώδιμον | ||
ἐστι καὶ τῷ θερμαίνειν καὶ ξηραίνειν δευτέρας τάξεως ἐπιτεταμένης . Σκίλλα τμητικῆς ἱκανῶς ἐστι δυνάμεως , θερμαίνει δ ' ἐν |
ὀνυχίτιδος λεγομένης εὑρέθη χρυσοκόλλητα καὶ φιάλαι καὶ ψυκτῆρες πολλοὶ καὶ ῥυτὰ καὶ κλίναι καὶ θρόνοι κατάκοσμοι καὶ ἵππων χαλινοὶ καὶ | ||
ποτήρια παντοδαπὰ μικρὰ κθʹ , [ ἄλλα ποτήρια μικρά ] ῥυτὰ καὶ βατιάκαι Λυκιουργεῖς ἐπίχρυσοι καὶ θυμιατήρια καὶ τρυβλία . |
ἀναιδής . ἐς μέν νυν θήρην ὁπλίζεο τοῖα γένεθλα αἰχμητῶν σκυλάκων , τοὶ κνώδαλα πάντα δίενται . χροιαὶ δ ' | ||
ἄῤῥητον . Ὁπλίζεο : ὅπλιζον . Αἰχμητῶν : πολεμητῶν . σκυλάκων : κυνῶν . κνώδαλα : πάντα τὰ θηρία . |
, ἄχθος οὐκ εὐάγκαλον . τὸν γηγενῆ τε Κιλικίων οἰκήτορα ἄντρων ἰδὼν ᾤκτιρα , δάιον τέρας , ἑκατογκάρανον πρὸς βίαν | ||
πολλὰ μενοινῶν ἢ κυσὶν ἢ ἀγρότῃς οἵ οἱ τέκνα δῃώσωνται ἄντρων ἐξερύσαντες , ὃ δ ' ἀμφὶ γένυσσι βεβρυχώς , |
οἶκόν τινα πάραλον , ἔνθα ἦν ἐμπόρων Ἰβηρικῶν φόρτος καὶ ταρίχη τὰ ἐκεῖθεν ἐν σκεύεσιν ἁδροῖς , εἶτα τὰς πλεκτάνας | ||
τοὺϲ παχεῖϲ καὶ κολλώδειϲ χυμούϲ . τὰ δὲ παλαιὰ πάντα ταρίχη μοχθηρά . Περὶ γάρου . Γάροϲ δυνάμεώϲ ἐϲτιν ἱκανῶϲ |
. . . . . Ἐ . μὲν γὰρ καὶ στρόφιον τῶν ἁλουργοτάτων περὶ αὐτὴν [ . τὴν κόμην ] | ||
καὶ κάλυκας παρ ' Ὁμήρου τε καὶ Ἀνακρέοντος , καὶ στρόφιον καὶ ὀπισθοσφενδόνην παρ ' Ἀριστοφάνους . καὶ σφενδόνη δέ |
' ἑφθά , παῖς δέ τις ἐκ Σαλαμῖνος ἄγεν τρισκαίδεκα νήσσας , λίμνης ἐξ ἱερῆς , μάλα πίονας , ἃς | ||
ἢ τρυγῶνες καὶ τῶν μικρῶν στρουθίων τινά : τὰς δὲ νήσσας φεύγειν δεῖ καθόλου καὶ πάντα τὰ ἐν τοῖς ἕλεσι |
. καὶ τὰ μὲν ἰσημερινὰ ἱεροῖς καὶ ταῖς περὶ θεὸν θρησκείαις ἐπισημαίνει , τὰ δὲ τροπικὰ ταῖς τῶν ἀέρων καὶ | ||
σχῆμα , παντοίοις δὲ ἔθεσι καὶ νομίμοις καὶ θεῶν παντοίων θρησκείαις χρώμενοι καὶ ἐν μὲν ταῖς ὑποταγαῖς ταπεινοὶ καὶ δειλοὶ |
σύνταξιν ἀπέδωκεν . ἢ τὰ τύραννα σκῆπτρα ἀντὶ τοῦ τὰ βασιλικά Τινὲς λέγουσι τὸ προς , οὐ πρὸς τὸ αὑτοῦ | ||
, νέα καὶ πολύτροπα καὶ ἐμπορικά , ἡ δὲ Σελήνη βασιλικά , προβεβηκότα , θηλυκά , ὁ δὲ Ἥλιος βασιλικά |
ῥᾳδίως ἅπαν τοῦτο πεπρᾶχθαι παιδαρίων πολὺ πρὸ ἥβης ἐπὶ πάντα πετομένων , ὀξέως ἀναβαινόντων , καταβαινόντων , ἀπ ' ἄλλων | ||
καὶ [ ἀπὸ τούτου ] Παρνασσίαν ὀνομασθῆναι νάπην : τῶν πετομένων τε ὀρνίθων * * τὴν ἀπ ' αὐτῶν μαντείαν |
τὸ βλάστημα φαίνεται , γέγονεν ἡ γυνή . Ἴα τὰ πορφύρεα , καὶ τὰ ἄλλα πάντα , τά τε χρυσίζοντα | ||
μείονος ὕλης πεφυκότα . καὶ τῶν μὲν ἐρυθρῶν χείρω τὰ πορφύρεα : πάντων δὲ χείριστα τὰ μέλανα , τὸ πλέον |
: Δημοσθένης κατὰ Κόνωνος . Καλλίστρατός φησι τὰ μονόπελμα τῶν ὑποδημάτων οὕτω καλεῖσθαι . Στράττις Λημνομέδᾳ “ ὑποδήματα σαυτῷ πρίασθαι | ||
οὔτε ὁ φέρων εἰδήσει : χρὴ δὲ τὰς ῥαφὰς τῶν ὑποδημάτων ὡς ἀδηλοτάτας ποιεῖν . Εἰς Ἔφεσον δ ' εἰσεκομίσθη |
πρώτῃ Περσικῶν . : Σκάμων δ ' ἐν πρώτῳ Περὶ εὑρημάτων , σίκιννιν αὐτὴν εἰρῆσθαι ἀπὸ τοῦ σείεσθαι : καὶ | ||
Ἀθήνης . [ Ο ] Διὰ γὰρ τὴν ὑπερβολὴν τῶν εὑρημάτων εἰς θεὸν τὰς τούτων ἐπινοίας ἀνέφερον . Πάλιν ἀπέβλεψαν |
λαπάθου ῥίζηϲ ἀφέψημα ἀρτεμιϲίαϲ ἀφέψημα ἀλθαίαϲ ῥίζηϲ ἀφέψημα ἀλθαίαϲ ϲπέρμα τριβόλου χλωροῦ ἀφέψημα ἀδιάντου ἀφέψημα ἀμπέλου δάκρυον ϲυάγρου κύϲτιϲ ξηρὰ | ||
ῥίζα , δάφνης φλοιὸς τῆς ῥίζης , παλιούρου σπέρμα , τριβόλου ἀφέψημα , σαξιφράγου , βεττονικῆς , ἀγρώστεως ῥίζης , |
περδίκων τε καὶ ὀρνίθων καὶ φασιανῶν τὰ μὴ λιπαρὰ καὶ στρουθίων ὁμοίως , παραιτούμενος δὲ τὰ ἐν τοῖς ἕλεσι τρόφιμα | ||
θρεμμάτων . θ νεοσσῶν ] τῶν οἰκητόρων . νεοσσῶν ] στρουθίων . ὡς ] καθὰ περιστερά . ὡς ] διώκει |
σησάμου σπέρμα , ἐρυσίμου σπέρμα , τὰ καλούμενα μαλάκια , τευθίδες , σηπίαι , πολύποδες , οἱ κητώδεις τῶν ἰχθύων | ||
δέ . τὰ δὲ μαλάκια καλούμενα , οἷον πολύποδες , τευθίδες , σηπίαι , οὔτε διαχωρεῖ , ἀλλὰ καὶ τὰς |
κυλιστὸς στέφανος αἰωρούμενος . Ἀριστογείτονα τὸν ῥήτορ ' εἶδον λάρκον ἠμφιεσμένον τῶν ἀνθρακηρῶν . Ἀπόλαβε . τοῦτο δ ' ἐστὶ | ||
καὶ τοῦτο πολλάκις , ὁπότε τῶν πολιτῶν τινα ἴδοι κακῶς ἠμφιεσμένον , κελεύειν αὐτῶι μεταμφιέννυσθαι τῶν νεανίσκων τινα τῶν συνακολουθούντων |
καὶ κίχλας καὶ πάντα τὰ ἀλέπιδα ἐσθίειν : ὅσα δὲ παστὰ ἀπέχεσθαι : τὰ δ ' ἄλλα ἐσθίειν . ἐκ | ||
αὐτὸν τρόπον τοῖσι κρέασιν , ἢ ἑψῶν δι ' ὀριγάνου παστὰ , ἐλαίῳ αὐτὰ ὑποχρίσας , οἶνον δὲ πινέτω λευκὸν |
ἀποδοῦναι αὐταῖς , ἐὰν μὴ φράσωσιν , ὅπη ἐστὶν ἡ Γοργών . ἐπηπείλει δὲ καὶ προσκτενεῖν , εἰ μὴ εἴποιεν | ||
κεφαλὴν ἐπ ' αὐτὴν καὶ τῇ νηῒ δὲ ὄνομα ἔθετο Γοργών . ἐν ταύτῃ δὲ παραπλέων χρήματα παρὰ τῶν νησιωτῶν |
βασιλεῖ ἐς πολυτελῆ δίαιταν καὶ στρατευομένῳ ὅμως συνέπεται πεπόμφει ἐς Δαμασκόν , ὥστε ἐν τῷ στρατεύματι οὐ πλείονα ἢ τρισχίλια | ||
διά τε ἐρημίας καὶ ἀτραπῶν κρημνωδῶν καὶ ἀπροσδοκήτως ἐπιφανεὶς αἱρεῖ Δαμασκόν . Ὅτι Ῥόδιοι βασιλεῖ Πτολεμαίῳ πολεμοῦντες περὶ Ἔφεσον ἦσαν |
μαλάκια δύσπεπτα καὶ φυσώδη καὶ κακόχυμα ἡγητέον . Τῶν δὲ ὀστρακοδέρμων καρὶς ἀβλαβεστάτη , καρκίνος δὲ ταρακτικός , ἀστακοῦ δὲ | ||
ἀδένες ἀπεπτούμενοι , ἡ τῶν ἀρνῶν σὰρξ καὶ ἡ τῶν ὀστρακοδέρμων καὶ τῶν μαλακοσάρκων , μῆλα τὰ μήπω πέπειρα . |
διδόναι , ὥϲπερ καὶ πόματα . ἀφεκτέον δὲ πράϲων κρομύων ϲκόρδων ταρίχων καὶ τῶν δυϲωδῶν πάντων καὶ βρομωδῶν καὶ τῶν | ||
μετὰ ἀϲβέϲτου μίξαϲ τῇ γῇ χρῶ , ἢ πράϲου καὶ ϲκόρδων ἀφεψήματι φυράϲαϲ τῇ γῇ χρῶ , ἢ κόϲτον καὶ |
ὑπακτικά . τὰ δὲ πετραῖα , κωβιοί , σκορπιοί , ψῆτται , τὰ ὅμοια ξηρὰν δίδωσι τροφήν , εὔογκα δ | ||
βάτραχοι , πέρκαι , συνόδοντες , ὄνοι , βατίδες , ψῆτται , γαλεός , κόκκυξ , θρίσσαι , νάρκαι , |
τρόπου τραχύτητα . , . . ἀργυρώματα : ἀργυρώματα καὶ χρυσώματα , ὁμοίως ὡς ἡμεῖς . , . . ἀργυρίδιον | ||
ὁλκὴν εἶχεν δραχμῶν χιλίων . βασιλικοὶ δὲ παῖδες παρῆλθον ἑξακόσιοι χρυσώματα ἔχοντες . ἔπειτα γυναῖκες ἐκ χρυσῶν καλπίδων μύροις ἔραινον |
δικαιοσύνη καὶ ἡ καλοπραγία . ἀντεβόλησα : τῷ Ἰάσονι . νιφετῷ δ ' ἐπαλύνετο : τῇ χιόνι ἐσκέπαστο . ὀλοφύρατο | ||
ὕεται γὰρ ἡ γῆ αὕτη τοῦ χειμῶνος πάμπαν ὀλίγῳ , νιφετῷ δὲ [ τὰ ] πάντα χρᾶται . Τοῦ δὲ |
πείθειν τὸν πολὺν λεών . σπαργῶσι . Ὅμηρος : “ οὔθατα γὰρ σφαραγεῦντο . ” τοὺς μαστοὺς πλήρεις ἔχουσι γάλακτος | ||
τὴν ὅλην , ὅ ἐστιν ὁλοπόρφυρον . οὖδας ἔδαφος . οὔθατα ὁ μὲν Ἀπίων μαστοί . ὅταν δὲ λέγῃ “ |
τῆς Παφλαγονίας ἄρξαντα ὑπὸ πολλῶν δυναστευομένης , ἐπελθόντα τὴν τῶν Βεβρύκων κατασχεῖν , ἣν δ ' ἐξέλιπεν ἐπώνυμον ἑαυτοῦ καταλιπεῖν | ||
κλῶπα σὺν Τεύκρῳ στρατὸν καὶ σὺν Σκαμάνδρῳ Δραυκίῳ φυτοσπόρῳ εἰς Βεβρύκων ἔστειλαν οἰκητήριον , σμίνθοισι δηρίσοντας , ὧν ἀπὸ σπορᾶς |
: Διόνυσος δ ' αὐτῷ ἐχρῆτο καὶ μασχαλιστῆρι ἀνθινῷ καὶ θύρσῳ . οἱ δ ' ἐν δυστυχίαις ὄντες ἢ λευκὰ | ||
πλησίον θαλάσσης ἐστί : ῥυῆναι δὲ Διονύσῳ τὸ ὕδωρ λέγουσι θύρσῳ πλήξαντι ἐς τὴν γῆν , καὶ ἐπὶ τούτῳ Διονυσιάδα |
τὴν Πικηνίτιδα καὶ τὴν Ἀπουλίαν ἑτέρους , οἳ στρατὸν αὐτῷ συνέλεγον ἀφανῶς . Καὶ τάδε πάντα ἔτι ἀγνοούμενα Φουλβία γύναιον | ||
μὲν ἐπὶ τὴν θάλασσαν ἔθεον , οἱ δὲ τοὺς κύνας συνέλεγον : ἐβόων δὲ πάντες , ὡς πάντας τοὺς ἐκ |
* * πρῆξίν θ ' ἥσσονα δῶκ ' , ἐν πρήξεσί τ ' ἔμμεν ὑπ ' ἄλλοις . Τόσσα μὲν | ||
* * πρῆξίν θ ' ἥσσονα δῶκ ' , ἐν πρήξεσί τ ' ἔμμεν ὑπ ' ἄλλοις . Τόσσα μὲν |
παρέχουσι . τοῦ δὲ τῶν λεπιδωτῶν γένους οἷον θύννων , σκόμβρων , θυννίδων , γόγγρων , τὰ μὲν μήτε καθ | ||
ταρίχη ἐπωνύμως λέγεσθαι , καὶ ἄλλην Σκομβροαρίαν ἀπὸ τῶν ἁλισκομένων σκόμβρων , ἐξ ὧν τὸ ἄριστον σκευάζεσθαι γάρον . οἱ |
ἔθος ἦν αὐτοῖς ἁπαλαῖς χρῆσθαι , κρέα μὲν μόσχων καὶ χηνῶν μόνων προσφερομένους , οἴνου δὲ τακτόν τι μέτρον πίνοντας | ||
ἡδὺ διὰ τῆς τῶν ἰσχάδων ἐδωδῆς , οὕτως ἐπὶ τῶν χηνῶν ὀρῷ γάλακτος ἀναδεύοντες τὰς τροφάς , ὡς γίνεσθαι μὴ |
, ὁ Μυρτίλος ἔφη : ἀλλὰ μὴν καὶ ὄρνιθας καὶ ὀρνίθια νῦν μόνως ἡ συνήθεια καλεῖ τὰς θηλείας , ὧν | ||
ἀλεκτρυόνες ἅπασαι καὶ τὰ χοιρίδια τέθνηκε καὶ τὰ μίκρ ' ὀρνίθια . Ὁ δέ τις ψυκτῆρ ' , ὁ δέ |
προσθεὶς καὶ τὸ ἰδίωμα τῆς χώρας ” τρὶς γὰρ τίκτει μῆλα τελεσφόρον εἰς ἐνιαυτόν . „ πάντα γὰρ τὰ τοιαῦτα | ||
κάτω παρίεμεν , τὰς δὲ ὑποκειμένας πρώτην ἄγομεν ἐπὶ τὰ μῆλα καὶ τοὺς ἔξω κανθοὺς ἐπὶ βρέ - γμα , |
ἐστὶν Ἑλένης βρώματα , ἅ φησιν οὗτος , μαινίδας καὶ τριγλίδας . Κογχίον τε μικρὸν ἀλλᾶντός τε προστετμημένον . Πατάνια | ||
μὲν δεῖ ἐγκρασιχόλους ἢ ἴωπας ἢ ἀθερίνας ἢ κωβιοὺς ἢ τριγλίδας μικρὰς σηπίδιά τε καὶ τευθίδια καὶ καρκίνια . ΕΨΗΤΟΣ |
ἀστάτως καὶ ῥᾷον παύεσθαι . Αἰπόλος : ὁ ἐπὶ τὰ αἴπη πολούμενος , ἅ ἐστιν ὄρη : οἷον αἰποπόλος . | ||
ἀστάτως καὶ ῥᾶον παύεσθαι . Αἰπόλος : ὁ ἐπὶ τὰ αἴπη [ αἴ ] πολούμενος , ἄ ἐστιν ὅρη : |
ἀφρονέστατα . οὔτε γὰρ βόες ῥᾳδίως ὑπομένουσι βουκόλων ἀμέλειαν οὔτε αἰπόλια καὶ ποῖμναι τοὺς φθείροντας νομέας . τὰ μὲν γὰρ | ||
, „ τόσσα συῶν συβόσια , „ τοσαῦτα δὲ καὶ αἰπόλια , ” ἵππους δὲ ξανθὰς ἑκατὸν καὶ πεντήκοντα , |
πετραῖοί εἰσιν : ἀλλὰ καὶ πηλοὶ τίκτουσι καρκίνους , καὶ φυκία καὶ ψάμμος . ἰδέαι τε αὐτῶν καὶ ἐπωνυμίαι πολλαί | ||
χρῶνται : οἱ δὲ ὑπὸ ταῖς τῶν ἰχθύων πλευραῖς , φυκία ἐπιβάλλοντες αὐτοῖς : οἱ δὲ τὰς τῶν ἐλαιῶν κορυφὰς |
μεταλλικὰ καὶ λιθώδη καὶ γεώδη , ὄστρακον τὸ ἐκ τῶν κριβάνων , πυτία , κόπρος πᾶσα , ῥύπος , σάρκες | ||
, λιθάργυρος μετρίως , σμύρις ἱκανῶς , τὸ ἐκ τῶν κριβάνων ὄστρακον , κέρας ἐλάφου καὶ αἰγὸς κεκαυμένα . Σέλινον |
: τὰ δὲ πίονα διαχωρέει ἐπιεικέως : ξηρότατοι μὲν τῶν ταρίχων οἱ θαλάσσιοι , δεύτερον δὲ οἱ ποτάμιοι , ὑγρότατοι | ||
“ ἔφη , ” δώσει ἐὰν τὸ πλοῖον αὐτοῦ τῶν ταρίχων ἀφίκηται . “ Αὐτὸς δὲ καὶ Ἀνύτῳ τῆς φυγῆς |
ἐρχόμενα τραφεροῦ ἐπὶ ὄψιον αὖλιν . Οὐδ ' ἂν ἔτι ξουθαὶ μεγάλου χειμῶνος ἰόντος πρόσσω ποιήσαιντο νομὸν κηροῖο μέλισσαι , | ||
, εἰαρινοὶ δὲ λιγυφθόγγοισιν ἀοιδαῖς κόσσυφοι ἀχεῦσιν ποικιλότραυλα μέλη . ξουθαὶ δ ' ἀδονίδες μινυρίσμασιν ἀνταχεῦσι μέλπουσαι στόμασιν τὰν μελίγαρυν |
: εἶτ ' ἔρχεται χελιδονείων μετ ' ὀλίγον σκληρῶν ἁδρὸς πινακίσκος . Ἀνδροτίων δὲ ἢ Φίλιππος ἢ Ἡγήμων ἐν τῷ | ||
. εἶτ ' ἔρχεται χελιδονείων μετ ' ὀλίγον σκληρῶν ἁδρὸς πινακίσκος . ἀλλ ' εἴ τις ὥσπερ χῆνα σιτευτὸν λαβὼν |
πολύπους τὸν κάραβον . πόνοισι : ἀγῶσιν . Ἰχθυόεσσα : θαλασσία , ἰχθυηρά . μετά σφισιν : ἐν αὐτοῖς τοῖς | ||
τέλει γεγράφθαι : „ ἐκ δὲ παίδων χαύνοις φρένας ἁ θαλασσία λέπας „ . ὁ δ ' Ἀριστοφάνης γράφει ἀντὶ |
προπίπτοντας πρὸ τοῦ μετώπου πολύ , κατὰ τούτων δὲ τῶν κοράκων , ὅτε βούλονται , κατασπᾶν τὸ κάλυμμα ὥστε ἐμπετασθὲν | ||
μετ ' ὀλίγον ὠρυομένων οἴκτιστον ἐπ ' ἐμοὶ καὶ τῶν κοράκων τυπτομένων τοῖς πτεροῖς , ὁπόταν συνελθόντες θάπτωσί με . |
ἔγχυτος , ἔνθρυπτα , στρεπτοί , νεήλατα , κοτυλίσκος , φθοῖς καὶ φθοίδια , ἐπίχυτος , θρυμματίδες : ἦν δὲ | ||
θεοῦ γενέθλιον : καὶ πολύφθοον ὀνομάζουσιν οὐ διὰ τὸ πέττεσθαι φθοῖς , ἀλλὰ πολυπευθῆ καὶ πολυμάντευτον οὖσαν . ὀψὲ γὰρ |
' , ἀργυρώματα , φιάλας , τριήρεις , τραγελάφους , καρχήσια , γαυλοὺς ὁλοχρύσους . πλοῖα ; τοὺς κάδους μὲν | ||
Τρίτων κυπαρίσσινος , ἔχων κρατάνιον ἀργυροῦν , Σειρὴν ἀργυρᾶ , καρχήσια δύο ἀργυρᾶ , κύλιξ ἀργυρᾶ , οἰνοχόη χρυσῆ , |
, ἀντροδίαιτε , ἣ διέπεις ὄχθους ὑψαύχενας ἀκρωρείους ἠδ ' ὄρεα σκιόεντα , νάπαισί τε σὴν φρένα τέρπεις , ὁπλοχαρής | ||
ἐν τῇ νήσῳ , πάντ ' ἐκλείπειν καὶ ἐς τὰ ὄρεα καταφυγοῦσιν ἀντέχεσθαι σωτηρίης . Ὅθεν δὴ τί κακὸν οὐκ |
καὶ ἄλλοι σύμπεσον ἀλλήλοισι . Περὶ σφίσι δ ' ἄμβροτα τεύχη χρύσεα κινυμένοισι μέγ ' ἴαχεν : ἀμφὶ δὲ πόντος | ||
τοῦ δέδοικα δεδοίκω . Τούτοις δὲ ἦν χαλκᾶ μὲν τὰ τεύχη , ἤγουν τὰ ὅπλα , χαλκοῖ δέ τε οἶκοι |
σύν : σὺν θυρσομανεῖ Διονύσῳ : ὅπερ καὶ ἄμεινον : νεβρίδων μέτα : νεβρίς ἐστι δέρμα ἐλάφου κατάστικτον ὃ φοροῦσιν | ||
μαινομένας ὑπὸ μέλους καὶ Σατύρους : οὐκοῦν ὑμῖν τὰ τῶν νεβρίδων τε καὶ θύρσων ἐνδεῖ καὶ τὸ λέοντας φέρειν ἐν |
ῥοδίνου τήξαϲ μίγνυε χυλὸν ἀρνογλώϲϲου ἢ ϲέρεωϲ ἢ κιχωρίου ἢ ἰντύβου . ἢ τούτῳ χρῶ : ϲτέατοϲ χηνείου ἢ ὑείου | ||
τῶν λαχάνων καὶ αὐτὰ τὰ λάχανα πάντα πλὴν θρίδακος καὶ ἰντύβου . οἴνων οἱ παχεῖς καὶ νέοι δύσπεπτοι . δύσπεπτον |
σκήνεσιν : φησὶν ὅτι τῶν ἵππων ἀποθνησκόντων , σηπόμενα τὰ σκηνώματα γεννῶσι τοὺς σφῆκας , τῶν δὲ ταύρων ὁμοίως σηπομένων | ||
Ὅτι Κλεανδρίδας τὸν πόλεμον νικήσας προῆγε τοὺς στρατιῶτας εἰς τὰ σκηνώματα τῶν ἐναντίων , δεικνὺς ἄλλον ἀλλαχοῦ πεπτωκότα ἐκ τοῦ |
ἡ μί ' ἐστὶ χιλίων ποτηρίων . ΚΥΜΒΙΑ τὰ κοῖλα ποτήρια καὶ μικρὰ Σιμάριστος . Δωρόθεος δέ : γένος ποτηρίων | ||
ἐφεξῆς στρώματ ' , ἀργυρώματα , θηρίκλειοι καὶ τορευτὰ πολυτελῆ ποτήρια ἕτερα . Ἀριστοφῶν δ ' ἐν Φιλωνίδῃ : τοιγαροῦν |
ὁδόν . ἠκολούθουν δὲ Σάτυροι καὶ Σιληνοὶ ἑκατὸν εἴκοσι φέροντες οἰνοχόας , φιάλας , θηρικλείους , πάντα χρυσᾶ . εἶτα | ||
: ὁ σαφὴς καὶ ἡδὺ φθεγγόμενος . ἀρυστίχους : τὰς οἰνοχόας καὶ κοτύλας . ἀρύτεσθαι : σὺν τῷ τ , |
. Σελήνης ἐν Κριῷ ἱμάτια , νήματα , ἔρια , τάπητας , κεφαλοδέσμια λέγε τὰ ἀπολωλότα , Σελήνης ἐν Ταύρῳ | ||
κορήσατε ποιπνύσασαι ῥάσσατέ τ ' ἔν τε θρόνοις ' εὐποιήτοισι τάπητας βάλλετε πορφυρέους : αἱ δὲ σπόγγοισι τραπέζας πάσας ἀμφιμάσασθε |
σκόμβροι , κολίαι , λεβίαι , μύλλοι , σαπέρδαι , θυννίδες σπυρὶς οὐ μικρὰ καὶ κωρυκίς , ἣ καὶ τοὺς | ||
σηπίαι ἑφθαί , μύραιν ' ἑφθή , κωβιοὶ ἑφθοί , θυννίδες ὀπταί , φυκίδες ἑφθαί , βάτραχοι , πέρκαι , |
οὐ πάρεστιν ἡ τῆς Δήμητρος ἱέρεια . Καὶ οὐδὲ τῶν τεθυμένων γεύεσθαι αὐτὴν ὅσιον . . , , . , | ||
ταῦτα λέγων καὶ ἐβουθύτει ὡς εὐαγγέλια καὶ πολλοῖς διέπεμπε τῶν τεθυμένων : ὥστε ἀκροβολισμοῦ ὄντος πρὸς τοὺς πολεμίους ἐκράτησαν οἱ |
. καὶ δίφροι δὲ καὶ κλισμοὶ καὶ θρόνοι τῆς ξυλουργικῆς θρανία , σκολύθρια . κάλλιστοι δὲ οἱ Θετταλικοὶ δίφροι , | ||
Σκολύθρια . ταπεινὰ διφρία παρὰ τοῖς Θεσσαλοῖς , ἅ τινες θρανία καλοῦσιν . Σκολύθρια , ἅπερ ἐστὶ μικροὶ τρίποδες Θετταλικοὶ |
καὶ ῥυπαρὰ ἰᾶται . Πρὸς ἕλκη δυσεπούλωτα . Ἀλόη τὰ δυσεπούλωτα τῶν ἑλκῶν ἰᾶται τὰ καθ ' ἕδραν καὶ αἰδοῖον | ||
τραυμάτων καὶ νεύρων διακοπάς , καὶ πρὸς τὰ παλαιὰ καὶ δυσεπούλωτα καὶ ῥευματικὰ τῶν ἑλκῶν : ἔστι δὲ καὶ μαλακτικὴ |