Λουκιανὸς καὶ Γαληνὸς καὶ Πλούταρχος σὺν τούτοις , Διόδωρος , Γεώργιος ὁ χρονικὸς σὺν ἄλλοις . [ . . .
Τὸ γὰρ θεματικὸν φιλῶ ποιεῖ : ἁπλῆ εἴπομεν διὰ τὸ Γεώργιος : ἀπὸ γὰρ τοῦ γεωργῶ παράγεται : μηδέποτε δὲ
5826491 ᾐσεν
ἴσως μετρίως ἔχει . Πέλαγος δὲ οὐδείς πω διὰ τέλους ᾖσεν οὔτε ποιητὴς οὔτε λογογράφος , ἀλλ ' Ὅμηρος λέγει
τῶν ἀγαθῶν ἀνδρῶν κλέα . τοῦ δὲ Πάριδος τί ἄρα ᾖσεν ἡ λύρα , εἰ μὴ μέλη μοιχικὰ καὶ οἷα
5754905 Τυριος
ἐν τῷ περὶ βίων : καὶ Ἀπολλώνιος δέ φησιν ὁ Τύριος ὅτι ἰσχνὸς ἦν , ὑπομήκης , μελάγχρωςὅθεν τις αὐτὸν
σοι θείαι προνοίαι νεικέων ἐπώνυμον . Κάδμος ἔμολε τάνδε γᾶν Τύριος , ὧι τετρασκελὲς μόσχος ἀδάματος πέσημα δίκε τελεσφόρον διδοῦσα
5713577 Ἀλεξανδρεα
τὸν Βαρκαῖον συγγραφέα ἔτι τε Ἄνδρωνα ἐν τοῖς Χρονικοῖς τὸν Ἀλεξανδρέα , ὅτι Ἀλεξανδρεῖς εἰσιν οἱ παιδεύσαντες πάντας τοὺς Ἕλληνας
φησὶ γίνεσθαι τοὺς μὴ σύκων ἐσθίοντας . Ἠγισιάνακτα γοῦν τὸν Ἀλεξανδρέα κατ ' ἀρχὰς ὄντα πένητα καὶ τραγῳδόν φησι γενέσθαι
5633528 συνεγενετο
ἐτελεύτησε δὲ τρίτον ἄγων καὶ πεντηκοστὸν ἔτος . ὅτε δὲ συνεγένετο ἐν Αἰγύπτῳ Χονούφιδι τῷ Ἡλιου - πολίτῃ , ὁ
ὡμίλησεν , Ἀρκεσιλάου δὲ ἠκροᾶτο τοῦ φιλοσόφου , καὶ ὅτι συνεγένετο Πτολεμαίῳ τῷ Εὐεργέτῃ , τάλαντα δώδεκα τὸν ἐνιαυτὸν λαμβάνων
5630559 Ἀτταλευς
τοῦτον ἐξείργασται ἐν τῷ δευτέρῳ τῆς ἑαυτοῦ συντάξεως Ἀπολλώνιος ὁ Ἀτταλεύς . ἐμοὶ δὲ νῦν πρόκειται τὰ σημαινόμενα δεικνύειν ἑκάστου
τῆς Ἀττικῆς , ἣν Ἀττάλῳ ἀνέθηκαν Ἀθηναῖοι . ὁ φυλέτης Ἀτταλεύς . Ἀττάλυδα , πόλις Λυδίας , κτισθεῖσα ὑπὸ Ἄττυος
5628636 Θυμοιτου
πολὺ τὸ τρόφιμον καὶ λιπαρὸν ἐν ἑαυτοῖς ἔχουσιν . ὅτι Θυμοίτου βασιλεύοντος Μέλανθος ὁ Μεσσήνιος ἐκπεσὼν τῆς πατρίδος ἐπήρετο τὴν
ἑορτὴ Ἀθήνηισιν εἰς Διόνυσον , ἐκ τοῦδε : Μελάνθιος ἀντὶ Θυμοίτου τοῦ βασιλέως Ἀθηναίων Ξανθίῳ μονομαχῶν τῷ Βοιωτῷ ἀπατήσειεν αὐτὸν
5612814 Δημοφιλου
, Εὐρυμέδοντος αὐτὸν τοῦ ἱεροφάντου δίκην ἀσεβείας γραψαμένου , ἢ Δημοφίλου , ὥς φησι Φαβωρῖνος ἐν Παντοδαπῇ ἱστορίᾳ , ἐπειδήπερ
ἐλέγχου ἀποφεύξεται . Ἐπεὶ δὲ ἐμνήσθην τῶν διαψηφίσεων καὶ τῶν Δημοφίλου πολιτευμάτων , βούλομαί τι καὶ ἄλλο παράδειγμα περὶ τούτων
5599327 Χαρμιδης
' ἄλλων ἀκούσεσθε τὰ ὀνόματα . Καὶ αὐτοῖς ἀναγίγνωσκε . Χαρμίδης Ἀριστοτέλους : οὗτος ἀνεψιὸς ἐμός : ἡ μήτηρ ἡ
“ ποτέ ; ” “ Καὶ μάλα , ” ὁ Χαρμίδης εἶπεν , “ καὶ ἀκήκοα παρὰ τῶν ἀκριβῶς εἰδότων
5579971 Βοηθος
δαιμονίως ἐστὶ καλόν , ὡς τὸ ψεῦδος ἐκτόπως αἰσχρόν . Βοηθὸς γοῦν ὁ Σιδώνιος καὶ Παναίτιος , ἄνδρες ἐν τοῖς
καὶ τῷ δήμῳ . Αἰαντὶς ἐπρυτάνευε , Κλειγένης ἐγραμμάτευε , Βοηθὸς ἐπεστάτει . Τάδε Δημόφαντος συνέγραψεν . Ἄρχει χρόνος τοῦδε
5541123 διελεχθη
καὶ τίνας λόγους εἶπεν εἰς τοὺς νεανίσκους . Τίνας λόγους διελέχθη ἐν τοῖς χιλίοις τοῖς προεστηκόσι τῆς ὅλης πολιτείας περὶ
. προσεπηγγείλατο δὲ καὶ τῶν εἰσφορῶν ἅπαντας ἀφήσειν καὶ πολλὰ διελέχθη δημαγωγῶν τὰ πλήθη . ταχὺ δὲ πάντων εἰς τὴν
5540110 μισθωτος
δ ' αὐτὸν ταὐτὸν πράττειν ἔφην , ἐπειδὴ τυράννου τε μισθωτὸς ἀφίκετο καὶ ἀτόπων ξύμβουλος . „ Διαλέγεσθαι μὲν δὴ
καὶ τὸν ἔμπορον ἐπὶ τούτῳ τετάχθαι δεῖ λέγειν . καὶ μισθωτὸς καὶ πανδοκεὺς καὶ ἄλλα , τὰ μὲν εὐσχημονέστερα ,
5511798 Κλειους
ἐπεπείκειν τὴν κόρην ὑποδέξασθαί με τῷ θαλάμῳ νυκτός , τῆς Κλειοῦς συνεργούσης , ἥτις ἦν αὐτῇ θαλαμηπόλος . εἶχε δὲ
Θάμυριν , Εὐτέρπης δὲ Ῥῆσον , Τερψιχόρης δὲ Σειρῆνας , Κλειοῦς δὲ Ὑμέναιον : τῶν δὲ λοιπῶν Θαλείας Παλαίφατον ,
5480174 ἐπεπληξας
' ὅτε σοι πρῶτον τὴν δέλτον κλέψας ἤνεγκα , εἰ ἐπέπληξάς μοι , οὐκ ἂν μέχρι τούτου ἐχώρησα καὶ ἐπὶ
Ἄμμωνα , καὶ δικαίως , καὶ πάνυ μὲν οὖν μνημονικῶς ἐπέπληξάς μοι τὸ περὶ τοὺς λογισμοὺς ἁμάρτημα . καὶ σὲ
5476425 αὐλητριδος
εὑρὼν τὸ οὕτω καλούμενον σκινδαψὸν , Ἐρέτριος ἦν , Ποικίλης αὐλητρίδος υἱός . . . . , : [ Ζήτης
Νικάνορος πάθος , ὁπότε ἐς ποτὸν ὥρμητο , φόβος τῆς αὐλητρίδος : ὁκότε φωνῆς αὐλοῦ ἀρχομένης ἀκούσειεν αὐλεῖν ἐν ξυμποσίῳ
5463993 Σιδωνιος
! ! ! ! ! ] ας αὐτῶν ? ὁ Σιδώνιος | [ δυνάστησ ! ! ! ! ! !
δὲ ἐπιπλεόντων μετά γε τοὺς στρατηγοὺς οἵδε ἦσαν ὀνομαστότατοι : Σιδώνιος Τετράμνηστος Ἀνύσου , καὶ Τύριος Ματτὴν Εἰρώμου , καὶ
5449197 φιληκοος
φιλόσοφος , φιλόκαλος , φιλέταιρος , φιλοβάρβαρος φιλέλλην , φιλολόγος φιλήκοος , φιλαθήναιος , φιλοχρήματος φιλόχρυσος φιλάργυρος , φίλοινος φιλοπότης
τὴν σφετέραν σοφίαν . Καὶ μήν , ὦ Σώκρατες , φιλήκοος μὲν ἔγωγε καὶ ἡδέως ἄν τι μανθάνοιμι , κινδυνεύω
5447829 Ἀριστοκλεους
ἱππάφεσιν ἐν Ὀλυμπίᾳ εὕρατο πρῶτος , τεῦξέ με Κλεοίτας υἱὸς Ἀριστοκλέους : Κλεοίτα δέ φασιν ὕστερον Ἀριστείδην σοφίαν τινὰ καὶ
Ἀπατούριος οὑτοσί , εἰσπράττων τὰς εἴκοσι μνᾶς , ἰσχυριζόμενος τῇ Ἀριστοκλέους γνώσει , ὁ δὲ Παρμένων παρὼν ἀπελογεῖτο ὑμῖν καὶ
5438169 Ἐρυξιμαχον
ἀλλ ' εἰπεῖν αὐτόνἐν τῇ κάτω γὰρ αὐτοῦ τὸν ἰατρὸν Ἐρυξίμαχον κατακεῖσθαιὮ ” Ἐρυξίμαχε , δίκαιος εἶ ἢ παῦσαί με
δ ' ἀπορήσοιμι ; Τὸ μὲν ἕτερον , φάναι τὸν Ἐρυξίμαχον , μαντικῶς μοι δοκεῖς εἰρηκέναι , ὅτι Ἀγάθων εὖ
5434806 αὐτοχοωνον
: σόλος δὲ χαλκοῦν ὁλοσφύρωτον , ὡς καὶ Ὅμηρος σόλον αὐτοχόωνον , καὶ ἀλλαχοῦ λάβε δίσκον , [ εἶτα ]
Ἑλληνισμοῦ , σόλος δὲ τὸ χαλκοῦν ὁλοσφύριον . Ὅμηρος σόλον αὐτοχόωνον , καὶ ἐν ἄλλοις λάβε δίσκον , εἶτ '
5434312 Κλεοβουλου
Βοιωτοὶ καὶ Κορίνθιοι ταῦτα ἐπεσταλμένοι ἀπό τε τοῦ Ξενάρους καὶ Κλεοβούλου καὶ ὅσοι φίλοι ἦσαν αὐτοῖς τῶν Λακεδαιμονίων ὥστε ἀπαγγεῖλαι
. καί μοι δοκεῖ κἂν ἀποθνήσκων παραινέσαι τοῖς κληρονόμοις μεμνῆσθαι Κλεοβούλου , καὶ οὐκ ἀπορήσειν χρημάτων , ἐπεὶ καὶ νῦν
5430611 ἐπεπληξε
ἐκ τούτων παρὰ Λακεδαιμονίοις , ὡς ἀθανατίζοντα , ἐπεὶ μὴ ἐπέπληξε τῷ Πυθίῳ προσρηθεὶς τούτοις , ἀλλὰ ξυνετίθεντο τῷ μαντείῳ
ὡς κακουργῶν ἀλλ ' οὔτω νομίζων . ὃν ὁ Σωκράτης ἐπέπληξε πλείονας ἅμα ἐρωτήσεις ἐρωτήσαντα . εἶπε γάρ : ”
5415170 ἀποδιδωμι
τὸ χρέος . ὥσπερ ἀποτίω ⌈ καὶ [ τὸ ] ἀποδίδωμι ⌈ τὸ τὸ ⌈ ὀφειλόμενον [ κεχρεωστημένον ] ⌈
μεμένηκε . διὸ θρεπτήρια οὔσῃ μοι πατρίδι πρὸς μητρὸς ταῦτα ἀποδίδωμι αὐτῇ Ἐπειδὴ κατὰ δαίμονα καὶ τὴν τοῦ κρατίστου Κασσίου
5408126 προσειπω
μᾶλλον οὐ δεδηγμένον τόλμης ἕκατι κἀκδίκου φρονήματος ; τί νιν προσείπω , κἂν τύχω μάλ ' εὐστομῶν ; ἄγρευμα θηρός
, Τροίας πτολίπορθ ' , Ἀτρέως γένεθλον , πῶς σε προσείπω ; πῶς σε σεβίξω μήθ ' ὑπεράρας μήθ '
5401597 Τιμοκρατες
καίτοι εἴ τις ἔροιτ ' αὐτὸν ἢ σέ , ὦ Τιμόκρατες , τὸν ἐπαινέτην τούτων καὶ συνεργόν , τὰς εἰσφορὰς
Τιμόκρατες , οὕτω παρασκευαζώμεθα . Ἱππόλοχος ὁ Μακεδών , ἑταῖρε Τιμόκρατες , τοῖς χρόνοις μὲν γέγονε κατὰ Λυγκέα καὶ Δοῦριν
5401340 Λεοντινος
, , , . . . . Γ . ὁ Λεοντῖνος ἐπὶ τέρματι ὢν τοῦ βίου καὶ γεγηρακὼς εὖ μάλα
. . . δηλοῖ δὲ τοῦτο Γ . τε ὁ Λεοντῖνος ἐν πολλοῖς πάνυ φορτικήν τε καὶ ὑπέρογκον ποιῶν τὴν
5397543 προσκυνω
βοῇ πολλοὺς ἐγείρειν . καὶ μέχρι γε τοῦ παρόντος , προσκυνῶ δὲ Ἀδράστειαν , φόβος οὐδεὶς ἐξέφυ . τί τὸ
οὐδὲ βλασφημίαις , ἀλλ ' ἐν οἷς μάλιστα ἀνιάσονται . προσκυνῶ δὲ τὴν Νέμεσιν . Ἐξ οὗ φιλοσοφεῖν ἐπενόησας ,
5384514 περιπατητικου
εἶδος λόγου σοφιστεύοντος : μεθ ' ὃν Θεοφράστου διήκουσε τοῦ περιπατητικοῦ . ἦν δὲ καὶ θεατρικὸς καὶ πολὺς ἐν τῷ
μόνας αὐτοῦ τὰς Ἐπιστολὰς φασί : τὰ δὲ ἄλλα τοῦ περιπατητικοῦ Ἀρίστωνος . [ . ] . , : γεννᾶται
5376355 Φρυνιν
ὅτι πολλὰ τῶν παλαιοτέρων παρέφθειρε καὶ μετέβαλεν . τὰς κατὰ Φρύνιν ] ὁμοίας ταῖς ᾠδαῖς τοῦ Φρύνιδος . Φρύνη γυνή
φιλίαν . Φρῦνιν : τὸ ἀρσενικὸν Φρύνις , Φρύνιδος . Φρύνιν ἰῶτα : τὴν δὴ Φρύνην ἦτά μοι , πόρνην
5372005 Εἰπε
με ἀποκτείνωσιν ἕως οὗ πάντα ὅσα εἶδον διηγήσωμαι ὑμῖν . Εἶπε δὲ αὐτοῖς : Ἐνέγκατέ μοι λίθον ὧδε : Καὶ
τε εἴη καὶ τί ποιήσας εὐεργέτης φησὶ εἶναι βασιλέος . Εἶπε ὦν ὁ Συλοσῶν πάντα τὰ περὶ τὴν χλανίδα γενόμενα
5370912 Λαχητι
τροπῇ τοῦ ι εἰς α , ὥσπερ Αἴαντι Αἴαντα , Λάχητι Λάχητα , καὶ κατὰ κρᾶσιν τοῦ ε καὶ α
ἐν ἐμοὶ δὴ δοκεῖ πρῶτα πειρᾶσθαι . Πλάτων ὁ φιλόσοφος Λάχητι . τῇ Μηδείᾳ . αὕτη γὰρ συνεβούλευσεν , ἀπὸ
5364428 παρῳδιας
τότε δὴ θάρσησα καὶ ἤειδον πολὺ μᾶλλον . Πεποίηκε δὲ παρῳδίας καὶ Ἕρμιππος ὁ τῆς ἀρχαίας κωμῳδίας ποιητής . Τούτων
καὶ τότε δὴ θάρσησα καὶ ἄειδον πολὺ μᾶλλον . πεποίηκε παρῳδίας καὶ Ἕρμιππος ὁ κωμικός . τούτων δὲ πρῶτος εἰσῆλθεν
5361074 Τελεσφορον
δ ' ἐλθὼν εἰς τὸ ἱερὸν γίγνομαι περιιὼν κατὰ τὸν Τελεσφόρον , ἐπέρχεται ὁ νεωκόρος ὁ Ἀσκληπιακὸς , καὶ ὡς
. Ὁ δ ' Ἀντίγονος ἀποτυχὼν ταύτης τῆς ἐπιβολῆς ἐξέπεμψε Τελεσφόρον εἰς Πελοπόννησον , δοὺς αὐτῷ πεντήκοντα ναῦς καὶ στρατιώτας
5353863 παλινῳδιας
καὶ ἰάσασθαι βούλεται : διὰ γὰρ τῆς μυθολογίας τε καὶ παλινῳδίας ἀποκαθήρασθαι καὶ ἰάσασθαι βούλεται τὸ ἁμάρτημα . Ἀλλὰ πῶς
μοι , κατὰ τὸν ποιητὴν ἐκεῖνον , δεήσεσθαι καὶ αὐτὸς παλινῳδίας ἐν τοῖς περὶ τοῦ ἔρωτος λόγοις : θεὸς γὰρ
5350527 Λυσιου
τοιοῦτοί τινες , οὐδένα ἡγούμενος οὔτε ἀκριβέστερον οὔτε χαριέστερον γεγονέναι Λυσίου : Ἀντιφῶν γε μὴν τὸ αὐστηρὸν ἔχει μόνον καὶ
εἶναι τῆς πολλῆς ἐπιτεχνήσεως ἕνεκα , οἱ δὲ Ἰσοκράτους καὶ Λυσίου παντὸς μάλιστα δίκαιοί τε καὶ ἀληθεῖς , κἂν μὴ
5342230 Λυσιᾳ
τοιούτων ἐν ἰδιωτικοῖς τὰ παραδείγματα καὶ πλείονά γε παρὰ τῷ Λυσίᾳ καὶ τῷ Ὑπερίδῃ : φύσει γὰρ οἱ ἄνδρες ἠθικώτεροι
Τὸ οὐκ οἶδα ὅντινα τρόπον ἐρωτικός : ἐπειδὴ γέγραπτο τῷ Λυσίᾳ δεῖν χαρίζεσθαι μὴ ἐραστῇ , κατὰ τοῦτο οὖν οὐκ
5337406 Λυκα
δὲ τὸν πανάθλιον εὕδουσι γρᾶες , Νάννιον , Πλαγγών , Λύκα , Γνάθαινα , Φρύνη , Πυθιονίκη , Μυρρίνη ,
ὄνομα δὲ αὐτῇ κύριον Μητίχη . Νάννιον , Πλαγγών , Λύκα , Γνάθαινα , Φρύνη , Μυῤῥίνη . ἔστι δ
5336534 συνηγορων
. ἀντὶ τοῦ συνθετῶν . μὴ τοίνυν κτλ . ἔτι συνηγορῶν τῷ Πρωταγόρᾳ τὰς πρὸς αὐτὸν ἐνστάσεις δοκεῖ διαλύειν .
εἰς τοὐπίσω παλίρρους μετέπιπτεν . Ἀπολλόδωρος δὲ ἐπιτιμᾷ Καλλιμάχῳ , συνηγορῶν τοῖς περὶ τὸν Ἐρατοσθένη , διότι καίπερ γραμματικὸς ὢν
5334624 Σινωπευς
πολίτης Σκιωναῖος καὶ Σκιωνεύς . ἔστι δὲ ὡς τοῦ Σινώπη Σινωπεύς . Σκόλις , Ἀχαΐας πόλις . ὁ πολίτης Σκολιεύς
Σαρδανάπαλλον ἔχων ῥᾷον ἀνέχεται λιμοῦ καὶ δίψης ἢ Διογένης ὁ Σινωπεύς , ἐξὸν δὲ αὐτῷ ἅπαντα ποιεῖν ὀργισθέντι πρᾳότητι νικᾷ
5324917 Στησιχορον
δὲ ὅτι υἱὸς Ἡσιόδου † Μνασέας ἐστί : Φιλόχορος δὲ Στησίχορόν φησι τὸν ἀπὸ Κλυμένης : ἄλλοι δὲ Ἀρχιέπης .
ὀλίγα ὀφειλόντων καὶ εὐτελῆ . Πάντα ὀκτώ : οἱ μὲν Στησίχορόν φασιν ἐν Κατάνῃ ταφῆναι πολυτελῶς πρὸς ταῖς ὑπ '
5320747 Σωπατρος
οἱ Φοίνικες . ὅτι ἐστὶν ὄργανον καλούμενον νάβλα , ὡς Σώπατρος : νάβλα λαρυγγόφωνος ἐκκεχόρδωται . τὸ τρίγωνον δὲ καλούμενον
Ἀρχέστρατος μέμνηται ; ἀλλ ' ὅμως ὠνόμασεν ἡμίνηρον ὁ Πάφιος Σώπατρος ἐν Μυστάκου θητίῳ οὕτως : ἐδέξατ ' ἀντακαῖον ,
5317841 Μοσχος
κατείληπτο . ὁ οὖν οἰκοφθόρος τὸ ἐπιτήδευμα ῥήτωρ ἐγεγόνει , Μόσχος δὲ ὄνομα . . . . . τυγχάνων δὲ
Φερεκράτους καὶ αὐτὸς εἶναί φησι γένος κύλικος τὴν λεπαστήν . Μόσχος δ ' ἐν ἐξηγήσει Ῥοδιακῶν Λέξεων κεραμεοῦν ἀγγεῖόν φησιν
5316980 Σιμος
ἀνοχὰς ποιήσασθαι μέχρι τοῦ θαργηλιῶνος μηνός . ᾑρέθησαν ἐκ βουλῆς Σῖμος Ἀναγυράσιος , Εὐθύδημος Φυλάσιος , Βουλαγόρας Ἀλωπεκῆθεν . ]
. . . . . , . Ποσειδωνιᾶται Ἀθάμας , Σῖμος . . . . τοῦτο δ ' ἀνελόντα [
5313755 Φαιδρον
. Καὶ ὁ Σωκράτης φησὶν ὡς ἀληθῶς χρυσοῦν εἶναι τὸν Φαῖδρον , εἰ οἴεται λέγειν Σωκράτη ὅτι Λυσίας τοῦ παντὸς
ἵνα δύνηται καὶ ὁρίζεσθαι . Ταῦτα εἰπὼν , ἐρωτᾷ τὸν Φαῖδρον εἰ τοῦτο ἔστιν ἡ ῥητορική . Ὃ δέ φησιν
5306487 ἐρου
, . . . οὐθ ' ἑλετή . Περὶ ταύτης ἔρου δή , ὅτε ψυχὴ τέμνεται , λῃστεύεται , πολιορκεῖται
καὶ τάχα ἂν εἴη κατὰ τὴν παλαιὰν σημασίαν γεγραμμένον τὸ ἔρου ἔρω , μετελήφθη δὲ εἰς τὸ ω . ἔν
5303321 τραγωιδιας
τις καὶ τὴν κωμωιδίαν φαίη λαβεῖν τὴν σύστασιν ἀπὸ τῆς τραγωιδίας καὶ τοῦ κατ ' αὐτὴν ὕψους καταβιβασθεῖσαν εἰς τὸ
τραγωιδὸν Ἐρατοσθένης καὶ Φιλόχορος ἱστοροῦσιν ἑβδομήκοντ ' ἔτη γεγενημένον ὀκτὼ τραγωιδίας ἐν τέτταρσιν ἡμέραις διαγωνίσασθαι , μικρὸν ἔμπροσθεν τῆς τελευτῆς
5300891 αὐθαδιας
: τοῦτον ὦ θειότατε βασιλεῦ ἐκμιμούμενος ὁ τόλμιλλος ἐγὼ καὶ αὐθαδίας τὴν μετὰ ζειρὰς προσενη . . ἐποσιν ! καρποφορεῖν
⌊ ⌋ , ἐνθάδε ? πρὸς ὑμᾶς ; Ἡράκλεις , αὐθαδίας [ ] ⌊ ἀνθρώπου ] ? [ ] λαβεῖν
5292589 Φιλοξενον
Ἀρταξέρξῃ προσφιλέστατος παρὰ Κτησίᾳ . Ἀλέξανδρος δὲ ἐν τῇ πρὸς Φιλόξενον ἐπιστολῇ μέμνηται Θεοδώρου καὶ Χρυσίππου . ὅτι τὸ Μουσεῖον
, τιμῶσι καὶ σέβονται , ἐγκωμιάζουσι . ἐνταῦθα διασύρει τὸν Φιλόξενον : οὗτοι γὰρ οἱ στίχοι ἐκείνου εἰσίν . ταῦτ
5291127 ἐφοιτησεν
τεταγμένον , ὃς παρὰ Ζήνωνα τὸν Μνασέου κατὰ μάθησιν σοφίας ἐφοίτησεν . ἐλευθερώσαντος δὲ Ἀράτου Κόρινθον προσεχώρησαν μὲν ἐς τὸ
, καὶ πολὺν παραμένων ἐν Ἀθήναις διὰ τὴν γραφὴν χρόνον ἐφοίτησεν εἰς φιλοσόφους καὶ εἰς τοσοῦτον ἕξεως γεωμετρικῆς ἦλθεν ,
5283120 προσειχε
μεγίστους ἀναιρήσεσθαι πέντε . Ὁ μὲν δὴ ἁμαρτὼν τοῦ χρηστηρίου προσεῖχε γυμνασίοισι ὡς ἀναιρησόμενος γυμνικοὺς ἀγῶνας , ἀσκέων δὲ πεντάεθλον
τὸν ἀδελφὸν ἄπιστα καὶ μείζονα ἐλπίδων διηγουμένων , οὐ πάνυ προσεῖχε : κἂν γὰρ οἱ λέγοντες ἀξιοπιστότατοι , ἀλλ '
5281804 παλλακην
ἐπιφανῆ καὶ καταπληκτικὸν τὴν πρόσοψιν . Φαλακρὸς κτένα , Εὐνοῦχος παλλακήν , Κωφὸς αὐλητήν , Κάτοπρον ὁ τυφλός , Ὁ
ς ' , ἐπειδὰν οὑμὸς υἱὸς ἀποθάνῃ , λυσάμενος ἕξω παλλακήν , ὦ χοιρίον . νῦν δ ' οὐ κρατῶ
5280880 Λαυνας
ἔλεξαν , ἀπὸ τῆς Ἀνίου τοῦ Δηλίων βασιλέως θυγατρός , Λαύνας καὶ τῆςδε ὀνομαζομένης , ἧς ἀποθανούσης νόσῳ περὶ τὸν
ἀδελφὸς ὢν Ἀσκανίου , μετὰ τὸν Αἰνείου θάνατον γενόμενος ἐκ Λαύνας τῆς Λατίνου θυγατρός . . . . . .
5279936 Λαγισκαν
μνημονεύει δ ' αὐτῆς Στράττις ἐν τούτοις : καὶ τὴν Λαγίσκαν τὴν Ἰσοκράτους παλλακὴν ἰδεῖν με συκάζουσαν εὐναίαν ἔτι ,
. μνημονεύει δ ' αὐτῆς Στράττις ἐν τούτοις καὶ τὴν Λαγίσκαν τὴν Ἰσοκράτους παλλακὴν ἰδεῖν με συκάζουσαν εὐναίαν ἔτι τόν
5277797 Πλατωνικος
μίαν δὲ αὐτὴν ἐξετάζων . Ἑρμογένης δὲ καὶ Μητροφάνης ὁ Πλατωνικὸς ὁ τούτου ἐξηγητὴς Εὐαγόρας τε καὶ Ἀκύλας οἱ φιλόσοφοι
τὸ φθινοπωρινὸν ἰσημερινόν , ἡ σελήνη . . α . Πλατωνικὸς ὢν ὁ πατὴρ τοῦ βιβλίου κατὰ τὸν Πλατωνικὸν σκοπὸν
5273384 ἱδρυσαμην
γινομένοισι τοῦ Διὸς τοῦ Ἐλευθερίου , τῷ αὐτός τε ἱρὸν ἱδρυσάμην καὶ τὴν ἐλευθερίην ὑμῖν περιτίθημι . Ὁ μὲν δὴ
Ἀφροδίτη , σύ με ἐνήδρευσας , ἣν ἐν τοῖς ἐμοῖς ἱδρυσάμην , ᾗ θύω πολλάκις . τί γὰρ ἔδειξάς μοι
5270227 οἰνοχοειν
φησι : πυνθάνομαι δ ' ἔγωγε καὶ Εὐριπίδην τὸν ποιητὴν οἰνοχοεῖν Ἀθήνησι τοῖς ὀρχησταῖς καλουμένοις . Σαπφώ τε ἡ καλὴ
τῶν ἁπάντων εὐπρεπείᾳ διαφέρων ὑπὸ τῶν θεῶν ἀνηρπάγη τῷ Διὶ οἰνοχοεῖν . Τούτων δ ' ἡμῖν διευκρινημένων πειρασόμεθα διεξιέναι περὶ
5268466 Ἀλεξιδος
καὶ ἐν Κερκυόνι Αἰσχύλου ἀμφωτίδες τοι τοῖς ἐνωτίοις πέλας : Ἀλέξιδος δὲ καὶ δρᾶμα Ἀμφωτίς . καὶ ῥιπίδα δ '
γενομένων . Ἄνθρωπος εἶναί μοι Κυρηναῖος δοκεῖς , κατὰ τὸν Ἀλέξιδος Τυνδάρεων , ἑταῖρε Τιμόκρατες : κἀκεῖ γὰρ ἄν τις
5264182 φοιτητης
' αὐτῷ , παραγίνεται ἢ φοιτήσοι , ἔρχεται . , φοιτητὴς γενήσεται , παραγένηται , ἀπέρχηται , παραγίνεται , ἀπέρχεται
ἀπόδος καὶ γυναικὶ καὶ τέκνοις καὶ ἐμοὶ καὶ Ὀλυμπίοις . φοιτητὴς δὲ οὑμός , ὃν οἶσθα , θήγει μετὰ τῆς
5257739 φειδωλον
νωθέστερος τῷ κεκινημένῳ πλέον : ἐνέγκαι δ ' ἂν καὶ φειδωλὸν ὁ περὶ τὰς δαπάνας ἐκκεχυμένος , καὶ πρὸς φιλόδοξον
τοῦ ποτέ , ποτὲ δὲ , τοῦ πῶς . . φειδωλὸν : Φειδωλός ἐστιν ὁ φεύγων τὸ δοῦναι , ὁ
5256534 Κραπαταλοις
: ταῦτα καὶ Φερεκράτης ἐποίησε τὸν Αἰσχύλον λέγοντα ἐν τοῖς Κραπατάλοις ὅστις αὐτοῖς παρέδωκε τέχνην μεγάλην ἐξοικοδομήσας . Γ κἀπύργως
ἀπὸ τούτου εἰσὶ στάδιοι οʹ ἀπαρτί . καὶ Φερεκράτης ἐν Κραπατάλοις φράσον μοι . ἀπαρτὶ δή που προσλαβεῖν Πλάτων [
5256346 παραγε
Γεώργιος , καὶ θέλῃς ἀκριβεστάτην αὐτοῦ τὴν κλίσιν ἐργάσασθαι , πάραγέ μοι τὸν Μενέλαον , ὅν σοι ἀντὶ κανόνος ὁ
Γεώργιος , καὶ θέλῃς ἀκριβεστάτην αὐτοῦ τὴν κλίσιν ἐργάσασθαι , πάραγέ μοι τὸν Μενέλαον , ὅν σοι ἀντὶ κανόνος ὁ
5251922 Προκλος
ἐνταῦθα Προκλικῶν ματαίων πλασμάτων : ἐν γὰρ τοῖς σπουδαίοις ὁ Πρόκλος οὐδὲν γράφων , ἐν τοῖς τοιούτοις μεγαλήγορος , καὶ
Πλούταρχος : οἱ δὲ μέχρι μόνης τῆς λογικῆς , ὡς Πρόκλος καὶ Πορφύριος : οἱ δὲ μέχρι μόνου τοῦ νοῦ
5246034 κιθαρῳδιαν
ἢ τῷ Διὶ θύσοντας : τραγῳδίαν δ ' ἐπαγγεῖλαι καὶ κιθαρῳδίαν ἀνδράσιν , οἷς μήτε θέατρόν ἐστι μήτε σκηνὴ πρὸς
κρίνει δι ' αὐτῆς . αὐλῳδίαν τοίνυν καὶ λυρῳδίαν καὶ κιθαρῳδίαν ἐξευροῦσα , τὴν μὲν τῶν Μουσῶν μιᾷ δωρεῖται ,
5238685 Τερπανδρον
Ξάνθος ἐν Λυκιακοῖς . . . : Ναὶ μὴν καὶ Τέρπανδρον ἀρχαΐζουσί τινες : Ἑλλάνικός γ ' οὖν τοῦτον ἱστορεῖ
ἔτι γνοίη ὅτι Στησίχορος ὁ Ἱμεραῖος οὔτ ' Ὀρφέα οὔτε Τέρπανδρον οὔτ ' Ἀρχίλοχον οὔτε Θαλήταν ἐμιμήσατο , ἀλλ '
5229685 ἐπηρετο
θεῷ περὶ τῆς πορείας . ἐλθὼν δ ' ὁ Ξενοφῶν ἐπήρετο τὸν Ἀπόλλω τίνι ἂν θεῶν θύων καὶ εὐχόμενος κάλλιστα
καὶ τοῖς νέοις ἀπειπέτην μὴ διαλέγεσθαι . ὁ δὲ Σωκράτης ἐπήρετο αὐτὼν εἰ ἐξείη πυνθάνεσθαι , εἴ τι ἀγνοοῖτο τῶν
5224498 Ἡροφιλου
ὁ Κιτιεὺς Ἀπολλώνιος ἱστορεῖ , καὶ Καλλίμαχος ὁ ἀπὸ τῆς Ἡροφίλου οἰκίας . μεθ ' ὅν φασι τὸν Ταναγραῖον Βακχεῖον
. ὁ δὲ Ἀνδρέας ἐν τῷ Πρὸς Σώβιον τοῖς ἀπὸ Ἡροφίλου συντίθεται μόνον προσθεὶς τὸ παραλελυμένον ἔμβρυον καὶ ἰσχνόν :
5223393 Σμυρναιος
ι γράφει τὸ ὄνομα . . Μέλητος κόλπος : ὁ Σμυρναῖος ἐκαλεῖτο ἀπὸ Μελήτου ποταμοῦ , ὡς Ἑκαταῖος ἐν Αἰολικοῖς
φησι Κυρηναίους τὸν ὕκην ἐρυθρῖνον καλεῖν . Ἕρμιππος δὲ ὁ Σμυρναῖος ἐν τοῖς περὶ Ἱππώνακτος ὕκην ἀκούει τὴν ἰουλίδα :
5222010 ἐπηγγειλαμην
εἰς τὸν οὐρανὸν εἶπεν : „ ὦ δέσποτα Ζεῦ , ἐπηγγειλάμην σοι ἔριφον δοῦναι , ἐὰν τὸν κλέπτην εὕρω ,
εἰς τὸν οὐρανὸν εἶπεν : ” ὦ δέσποτα Ζεῦ , ἐπηγγειλάμην σοι ἔριφον δώσειν , ἐὰν τὸν κλέπτην εὕρω ,
5210902 συνῳδος
Βοιωτοὺς τοὺς ἀγροίκους αὐλὸς ἐπιτηδευόμενος ἡμέρωσεν , καὶ ποιητὴς Πίνδαρος συνῳδὸς τῷ αὐλῷ : καὶ Σπαρτιάτας ἤγειρεν τὰ Τυρταίου ἔπη
λεπτοτάτης πίτυος ὁρμὴ ἀεροπετὴς ἀπεδίδου μίμημα κοσσύφου : καὶ μιγνυμένη συνῳδὸς ἡ φωνόμιμος ἅμα πᾶσι κατέκραζεν ἠχώ . αὐτὸ δὲ
5210330 ἀναγνωθι
τοῖσδε τοῖς ὁσίοις καὶ δικαίοις ἐᾷ τὸ λοιπὸν χρῆσθαι . ἀνάγνωθι δὲ καὶ τούτους τοὺς νόμους . Ὅ τι ἄν
αὐτοῖς τὰ ἱερά . Ὅτι δ ' ἀληθῆ λέγω , ἀνάγνωθι τὴν τοῦ θεοῦ μαντείαν . Ἀκούσατε τῆς ἀρᾶς .
5206870 Μαγνον
Μαρκιανὸς καὶ λόγων εἵνεκα καὶ τρόπων . Οὐ δεήσομαί σου Μάγνον εὖ ποιεῖν , τοῦτο μὲν γὰρ ἐψήφισται πάλαι καὶ
διὰ Κλεοπάτραν , εὔνως ἔχουσαν τῷ Πομπηίῳ διὰ τὸν πατέρα Μάγνον , οἱ δὲ αὑτὸν ἐφ ' ἑαυτοῦ Πλάγκον ,
5198812 Λεωδαμαντι
καὶ πρῶτος τὸν κατὰ τὴν ἀνάλυσιν τῆς ζητήσεως τρόπον εἰσηγήσατο Λεωδάμαντι τῷ Θασίῳ : καὶ πρῶτος ἐν φιλοσοφίᾳ ἀντίποδα ὠνόμασε
γνώμην περὶ αὐτῆς ἕξετε . καὶ μηδεὶς ὑμῶν ἡγείσθω με Λεωδάμαντι χαριζόμενον κατηγορεῖν Εὐάνδρου , ὅτι φίλος ὢν τυγχάνει ,
5197382 Μενεξενος
, κινδυνεύομεν ὄναρ πεπλουτηκέναι . Τί μάλιστα ; ἔφη ὁ Μενέξενος . Φοβοῦμαι , ἦν δ ' ἐγώ , μὴ
ἢ Γρῦλος αʹ , Νήρινθος αʹ , Σοφιστὴς αʹ , Μενέξενος αʹ , Ἐρωτικὸς αʹ , Συμπόσιον αʹ , Περὶ
5197378 Ἱκανως
παράκοπον ] Παρακεκομμένην μέρος τοῦ νοῦ . : ἄδην ] Ἱκανῶς . : γεγυμνάκασιν ] Παρήλασαν . : παρθένου :
τὴν μνήμην , δοίης δὲ τῷ παντὶ τὴν ἀθανασίαν . Ἱκανῶς ἡμῖν ηὖκται . Ἀλλ ' ἴωμεν . Εἰ σὸν
5197355 Αἰξι
εἰσι τὰ τῶν αἰγῶν καὶ προβάτων ἀποπατήματα . Γ Εὔπολις Αἰξί : σφυράδων πολλῶν ἀναμέστη . Γ ἡ σφυρὰς κυάμου
, Οὐλπιανέ . τὸ γὰρ γεῦσαι ἔχομεν ἐν Εὐπόλιδι ἐν Αἰξί : τοῦδε νῦν γεῦσαι λαβών . καὶ ὁ Οὐλπιανὸς
5194871 Κρατητος
“ φησὶ δ ' Ἀπολλώνιος ὁ Τύριος , ἕλκοντος αὐτὸν Κράτητος τοῦ ἱματίου ἀπὸ Στίλπωνος , εἰπεῖν , ” ὦ
χλωροῖς καὶ ἡλιοκαΐαις . Διήκουσε δέ , καθάπερ προείρηται , Κράτητος : εἶτα καὶ Στίλπωνος ἀκοῦσαί φασιν αὐτόν : καὶ
5194446 Γραικοι
Πρωτεσίλαον ἀνεῖλεν ὁ Ἕκτωρ . Γραικῶν ἄριστος ὁ Πρωτεσίλεως : Γραικοὶ γὰρ πρότερον οἱ τῆς Ἑλλάδος ἐκαλοῦντο , ὕστερον δὲ
φησὶν ὁ παρὰ τῷ ῥήτορι Λαρήνσιος : πολλὰ ὑμεῖς οἱ Γραικοὶ ἐξιδιοποιεῖσθε ὡς αὐτοὶ ἢ ὀνομάσαντες ἢ πρῶτοι εὑρόντες :
5193295 ἐκτεθειμενῳ
Ἀρείᾳ παρὰ τὴν εἰρημένην πλευρὰν , ἀπὸ δὲ ἄρκτων τῷ ἐκτεθειμένῳ μέρει τῆς Βακτριανῆς , ἀπὸ δὲ ἀνατολῶν Ἰνδικῆς μέρει
ξθ ∠ ʹ λϚ γʹ ἀπὸ δὲ ἄρκτων , τῷ ἐκτεθειμένῳ τῆς Καππαδοκίας παρὰ τὸν Ταῦρον ὄρος μέρει , ἀπὸ
5190920 ἐπεκαλειτο
, ἀλλ ' ἐμμελῶν μεθ ' ἑαυτόν . ἔνθεν παναρμόνιος ἐπεκαλεῖτο ὑπὸ τῶν ἀνδρῶν ἡ ὀγδοὰς διὰ τὴν ὑπερφυῆ καθάρμοσιν
φορτίον . οὐχ ὅστις αὐτῆς ἐστιν ἐμπείρως ἔχων . Ἁρμόδιος ἐπεκαλεῖτο , παιὰν ᾔδετο , μεγάλην Διὸς σωτῆρος ἄκατον ἦρέ
5179326 Καλλαισχρος
ἀεὶ καὶ δυσμενὴς καὶ φθονερὸς καί , ὥσπερ ποτὲ ἔφη Κάλλαισχρος ἐπ ' αὐτοῦ , μᾶλλον τῷ τρόπῳ Ἀλωπεκῆθεν ἢ
τοῦ προπάππου . ►Ἐξηκεστίδης Σόλων Δρωπίδης οὗ Κριτίας ὁ πρῶτος Κάλλαισχρος οὗ Κριτίας ὁ δεύτερος Γλαύκων Χαρμίδης Περικτιόνη Πλάτων Γλαύκων
5173775 μετανιπτριδ
δ ' ἦν Δαίμονος Ἀγαθοῦ μετάνιπτρον . Νικόστρατος Ἀντερώσῃ : μετανιπτρίδ ' αὐτῷ τῆς Ὑγιείας ἔγχεον . ΜΑΣΤΟΣ . Ἀπολλόδωρος
καὶ παρ ' Ὤκιμον χαλκώματα . Κἀγώ , φιλτάτη , μετανιπτρίδ ' αὐτῷ τῆς ὑγιείας ἔγχεον . λαβὲ τῆς ὑγιείας
5171900 Ἀσπασιαν
Νὴ Δία , ὦ Σώκρατες , μακαρίαν γε λέγεις τὴν Ἀσπασίαν , εἰ γυνὴ οὖσα τοιούτους λόγους οἵα τ '
τέχνην δεινός . Ἀλλὰ καὶ διδασκάλους ἐπιγέγραπται τῆς τέχνης , Ἀσπασίαν τὴν Μιλησίαν , καὶ Διοτίμαν τὴν Μαντινικήν : καὶ
5170796 ἱστοριογραφος
ἔτη πέντε πρὸς τοῖς ὀγδοήκοντα . , : Κτησίβιος ὁ ἱστοριογράφος ἔτη ἑκατὸν τέσσαρα , ἐν περιπάτῳ δὲ ἐτελεύτα ,
Διονύσιος ἦν ὁ Μιλήσιος , ἐπὶ τῆς ξε ὀλυμπιάδος : ἱστοριογράφος . Ἡρόδοτος δὲ ὁ Ἁλικαρνασεὺς ὠφέληται τούτου , νεώτερος
5157068 Ἀλοπη
καὶ Θεόπομπος ἐν δʹ καὶ Ἀναξιμένης ἐν δʹ Φιλιππικῶν . Ἀλόπη : Λυκοῦργος ἐν τῷ περὶ τῆς ἱερείας . Κερκυόνος
' αὐτῶν πρὸς τιμὴν τοῦ βασιλέως . . . . Ἀλόπη : Λυκοῦργος ἐν τῶι Περὶ τῆς ἱερείας . Κερκυόνος
5154766 Βαθυλλος
ἀπὸ τοῦ Ἀριστοκλῆς Ἀρίστυλλος , Θρασυκλῆς Θράσυλλος , οὕτως Βαθυκλῆς Βάθυλλος . Ἡρωδιανὸς Περὶ παθῶν , . . . .
ἐκ τῆς ζώσεως κολπωμάτων , . , * . . Βάθυλλος : ὄνομα κύριον , ὁ ἐρώμενος Ἀνακρέοντος . γέγονε
5152773 Εὐδωρος
καταλόγῳ τῶν Ἀχιλλέως νηῶν φησι : τῆς δ ' ἑτέρης Εὔδωρος ἀρήιος ἡγεμόνευε παρθένιος . ἄλλως : ἅ τοι Ποσειδάονι
. τινὲς δέ , ὧν ἐστι Παναίτιος ὁ Στωϊκὸς καὶ Εὔδωρος ὁ Ἀκαδημαϊκός , οἰκεῖσθαί φασι τὴν διακεκαυμένην τῆς κράσεως
5152764 Ἀρισταρχῳ
τοῦ Φιλαδέλφου παρὰ τοῦ Ζηνοδότου ὠρθώθησαν . μετὰ δὲ Ζηνόδοτον Ἀριστάρχῳ πάλιν ὠρθώθησαν τετάρτῳ ἢ πέμπτῳ ἀπὸ Ζηνοδότου τελοῦντι ,
διὰ Φιλίππου πεῖραν εἰληφότας τῆς φυγῆς . Ἀμβρακιῶται δὲ πεισθέντες Ἀριστάρχῳ τὴν μὲν ὑπὸ Φιλίππου κατασταθεῖσαν φρουρὰν ἐξέβαλον , τὴν
5149673 Κοννῳ
: ἐν δὲ τοῖς Δημιοπράτοις κλιμάκιον , ἐν δὲ Ἀμειψίου Κόννῳ κλιμακίδα . ἦ που δὲ καὶ τύμπανα καὶ κύμβαλα
Πλάτων Γρυψίν : ἰχθῦς , κωλᾶς , φύσκας . Ἀμειψίας Κόννῳ : δίδοται μάλισθ ' ἱερώσυνα , κωλῆ , τὸ
5148064 προβληθεντα
λέγων ὁ Ἀριστοφάνης , ἐπειδὴ τῆς λυγγὸς ἐπαύσατο , τὸν προβληθέντα λόγον μέμνηται καὶ οὗτος αὖ πάλιν Ἀρκάδων ὑπὸ Λακεδαιμονίων
ἐν τοῖς περὶ τῶν Ἰσοκράτους μαθητῶν ἱκανώτατον γεγονέναι ἀνευρεῖν τὸν προβληθέντα γρῖ - φον καὶ αὐτὸν προβαλεῖν ἑτέροις ἐπιδεξίως ,
5142913 ἐμπειροτατος
Ὀριβάσιός γε αὐτοῦ θαυμαστὴς ἐτύγχανεν . ὀνομάτων δὲ πάντων ἰατρικῆς ἐμπειρότατος γενόμενος καὶ πραγμάτων , κρείττων ἦν ἐν τῇ καθ
τῇ λαγόνι . παρελθὼν δὲ ὁ πρεσβύτατος καὶ τῶν δογμάτων ἐμπειρότατος διαλέγεται , καθεστῶτι μὲν τῷ βλέμματι , καθεστώσῃ δὲ
5141939 τραγῳδιοποιος
διέσεισεν . μνήμης ἔξοδος . ὅρος λήθης . Ἀγάθωνος . τραγῳδιοποιός , ὃν Ἀριστοφάνης ἐπὶ μαλακίᾳ σκώπτει Γηρυτάδῃ - :
διέσεισεν . μνήμης ἔξοδος . ὅρος λήθης . Ἀγάθωνος . τραγῳδιοποιός , ὃν Ἀριστοφάνης ἐπὶ μαλακίᾳ σκώπτει Γηρυτάδῃ - :
5138704 αἰνιγματι
' ἡμῖν πολίτην δουλεύοντα : εἶτα τὴν πολιτείαν ποιήσαντες παροιμίαν αἰνίγματι καὶ καθάπερ ἐπὶ σκηνῆς τὸ δεινὸν , πῆ μὲν
ἐθρύλλουν οὖν οἱ πολῖται λέγοντες „ Σφὶγξ ἡμᾶς ἡ ἀγρία αἰνίγματι ὑφισταμένη διαρπάζει , καὶ καθίζει ἐπὶ τοῦ ὄρους .
5135635 Ἐπικουρειος
Περιπατητικῆς Ἀριστοτέλης Σταγειρίτης , Στωϊκῆς Ζήνων Κιτιεύς : ἡ δὲ Ἐπικούρειος ἀπ ' αὐτοῦ κέκληται Ἐπικούρου . Ἱππόβοτος δ '
πέμματα καὶ ποικιλίαν τῶν ὄψων δαψιλῆ . Ζηνοκράτης δὲ ὁ Ἐπικούρειος τὴν ψάλτριαν ὡς αὑτὸν ἐνηγκαλίζετο τακερὸν καὶ ὑγρὸν προσβλέπων
5129844 ἐνενηκοστης
Ἀθήνησι Πυργίωνος γενέσθαι κατὰ τὸ πρῶτον ἔτος τῆς ὀγδόης καὶ ἐνενηκοστῆς ὀλυμπιάδος . ὁ δὲ πρὸ τῆς καταλήψεως χρόνος ἀναγόμενος
. πρῶτοι δὲ ἀριθμὸν ἓξ ἐπὶ τῆς ὀγδόης ἔστησαν καὶ ἐνενηκοστῆς ὀλυμπιάδος : Εὔπωλος γὰρ Θεσσαλὸς χρήμασι διέφθειρε τοὺς ἐλθόντας
5128670 διατριψαι
Διόδωρον ἐλθεῖν φησιν αὐτὸν καὶ πρὸς Ἀντίοχον τὸν Σελεύκου καὶ διατρῖψαι παρ ' αὐτῷ χρόνον ἱκανόν . τὴν δὲ τῶν
, τούτους δὲ περὶ τὴν Λοκρίδα καὶ τὸ Φρίκιον ὄρος διατρῖψαι πολὺν χρόνον , ὕστερον δὲ διαβάντας κτίσαι τὴν Κύμην
5128664 Πελοποννησιακον
τοῦ πολέμου , πρῶτον μὲν ῥητέον ὡς οὐκ ἔμελλε τὸν Πελοποννησιακὸν προθέμενος [ ] συγγράφειν πόλεμον πλείους πολέμους ἀπὸ τῶν
' ἕτεροι γράφουσι , Χαλκιδεύς . ἤκμασε δὲ μετὰ τὸν Πελοποννησιακὸν πόλεμον , ὡς ἐκ λόγων αὐτοῦ τεκμαίρομαι , καὶ
5126737 χρηματιζων
δὲ αὐτῷ χρηματισμὸς πατρι - κὸς ἀρτιεπής , ἤγουν ἀληθῆ χρηματίζων , μετάλλασσέ τε αὐτόν , ἤτοι ἐζήτησε , τουτέστι
Ῥωμαίων ἔθει . ἐξ αὐτῆς ἦν Βεργίλιος ὁ ποιητὴς Μαντούτης χρηματίζων . ἔστι δὲ κατὰ συγκοπήν , ὡς τὸ Ζελείτης
5126460 κυνικος
Στίλπωνος ἐγένετο μαχητής , ὑπὸ δ ' Ἡρακλείτου αὐστηρός , κυνικὸς δ ' ὑπὸ Κράτητος : ὁ δ ' Ἀρκησίλαος
Μετάλλου , ἀνὴρ γενναῖος , πρὸς ὃν καὶ Διογένης ὁ κυνικὸς διάλογον πεποίηται : Κλεινόμαχος θ ' ὁ Θούριος ,
5125867 Μεμνημαι
ἀναγκαῖα λέγειν διανοῇ , γυμνάσια καὶ διαπονήσεις τῶν σωμάτων . Μέμνημαι γάρ , ὦ γενναῖε , τῶν ἀπ ' ἀρχῆς
εἰς ἓν ἔθνος ἀποβλέποντες ἐν αὐτῇ τοῦτο εὔδαιμον πλάττοιμεν ; Μέμνημαι , ἔφη . Τί οὖν ; νῦν ἡμῖν ὁ
5124895 Εὐαθλου
' ἦν ποίημα , ἐν ᾧ Καλύκη τις ὄνομα ἐρῶσα Εὐάθλου νεανίσκου εὔχεται τῇ Ἀφροδίτῃ γαμηθῆναι αὐτῷ . ἐπεὶ δὲ
παρ ' ἡμῖν τοῖς νέοις ” . αὐτοῦ ] τοῦ Εὐάθλου . Γ τὰς γραφάς ] τὰς δίκας . Γ
5124022 Παναιτιος
τῶν ἀναγκαίων ἐνδεομένην . πρὸς μὲν οὖν τούτους ἱκανῶς ὁ Παναίτιος ἐν τοῖς περὶ Σωκράτους ἀντείρηκεν . , . .
τὸ ψεῦδος ἐκτόπως αἰσχρόν . Βοηθὸς γοῦν ὁ Σιδώνιος καὶ Παναίτιος , ἄνδρες ἐν τοῖς Στωικοῖς δόγμασιν ἰσχυκότες , ἅτε

Back