ἴσοις κακοῖς ἴσων ἀγαθῶν ἐτετυχήκειν . Πατρὸς ἀγαθοῦ γεγονὼς οὑτοσὶ Γερόντιος τὸ τοῦ πατρὸς ποιῶν ἧκέ τε παρ ' ἐμὲ
οὐκ εἶχον δὲ συμβαλεῖν , οὔθ ' ὅστις ὁ γράψας Γερόντιος οὔθ ' ὅστις ὁ πέμψας Θεόδωρος . οὐδὲ γὰρ
6850861 Αἰπυτος
νοῦς : ἐπειδὴ οὖν ἦλθεν ἐκ τοῦ μαντείου ὁ βασιλεὺς Αἴπυτος , ἀνήρετο πάντας τοὺς ἐν τῇ οἰκίᾳ περὶ τοῦ
μέμνηται : Αἰπύτιον παρὰ τύμβον . παρὼν δὲ καὶ ὁ Αἴπυτος ἐν Λακεδαίμονι ἔλαβεν αὐτὸ ἐκτεθέν : ὁ δὲ Πίνδαρος
6774996 Ἐκεινος
χάριν : εὐμνημόνευτον ἐσομένην οὕτως ὁρῶν . . . . Ἐκεῖνος οὖν κεφάλαια συναθροίσας χρόνων , εἰς βασιλέως ἀπέθετο Φιλαδέλφου
τηλικούτων συντετελεσμένων οὐδεὶς ἐπεβάλετο τῶν ἱστορικῶν ἢ ποιητῶν ἐπιμνησθῆναι ; Ἐκεῖνος δὲ ἔφη : Διὰ τὸ σεμνὴν εἶναι τὴν νομοθεσίαν
6718939 Ῥουφινος
ἢ τοὐμὸν γῆρας ᾐδέσθησαν . ὦ τολμηροὶ λόγοι : κεῖται Ῥουφῖνος , ὑμεῖς δὲ ἔτι νεανιεύεσθε . ὦ δυστυχὴς γλῶσσα
ἔσεσθαι , βουλοίμην δ ' ἂν ἔτι μου ζῶντος . Ῥουφῖνος δὲ ὅτι μὲν ἡγεῖταί με οὐ πάνυ Μουσῶν ἀλλότριον
6672951 Ἐζεκιας
τιμω - ρεῖν μεγάλαις βασάνοις καὶ πικραῖς . Καὶ εἶπεν Ἐζεκίας τῷ ἁγίῳ προφήτῃ Ἡσαΐᾳ : Εὐλόγησον , πάτερ ,
. Εἰσὶ δὲ πρώτης φυλῆς : Ἰώσηφος Ἐζεκίας Ζαχαρίας Ἰωάννης Ἐζεκίας Ἐλισσαῖος . Δευτέρας : Ἰούδας Σίμων Σομόηλος Ἀδαῖος Ματταθίας
6648765 Διειλε
ὤμνυσαν , αὐτῇ δώσειν ὑποσχομένους . . . , : Διεῖλε δὲ καὶ τὴν χώραν ἅπασαν , ὡς μὲν Φάβιός
ὑπάρχων οὐ πάντων ἔσται αἴτιος : ἃ ἄμφω ἀδύνατα . Διεῖλε μὲν ἤδη εἰς δύο τὸν καθ ' ἡμᾶς νοῦν
6642937 λυσομενος
τὸν μὲν ἐγών , εἰ καί περ ἐς Ἄιδα ναυτίλληται λυσόμενος χαλκέων Ἰξίονα νειόθι δεσμῶν , ῥύσομαι ὅσσον ἐμοῖσιν ἐνὶ
τὴν τῶν πονηρῶν κοινὴν ἐπωνυμίαν , συκοφάντης . Ἐπορεύετο δὲ λυσόμενος τοὺς αἰχμαλώτους , ὡς ἔφη καὶ πρὸς ὑμᾶς ἀρτίως
6638086 ὑπερηφανιᾳ
τὸν θάνατον . εἷς δὲ τῶν συνεληλυθότων , κακίᾳ καὶ ὑπερηφανίᾳ διαφέρων , ἐγγελῶν τοῖς κινδυνεύουσι πολλὰ κατ ' αὐτῶν
τὸν χορόν : μή τί με δοκεῖτε σιγᾶν ἢ ἐν ὑπερηφανίᾳ ἢ αὐθαδείᾳ μὴ συνομιλοῦντα ὑμῖν καὶ καταλέγοντα τὰ ἐμά
6634396 Παμπρεπιος
πώποτε θεὸς ἐγενόμην οὔτε σὺ ἄνθρωπος ; , . . Παμπρέπιος ὁ δὲ φιλότιμος ὢν καὶ οὐδενὸς ἐθέλων φαίνεσθαι δεύτερος
τὴν ἄλλην προπαιδείαν οὕτω διεπονεῖτο καὶ ἐς τοσοῦτον διεγυμνάζετο ὁ Παμπρέπιος , ὥστε ἐν ὀλίγῳ χρόνῳ λογιμώτατος εἶναι ἔδοξε καὶ
6616121 Νεκτεναβω
πολλῇ φαντασίᾳ καὶ δόξῃ πρὸς κατάπληξιν τῶν ἐκεῖ κεχρημένος . Νεκτεναβὼ δ ' ἀκούσας παραγεγονέναι τὸν Αἴσωπον , ” ἐνήδρευμαι
δὲ καὶ τὴν παρασκευὴν θεασάμενος προσκυνήσας ἔστη . ὁ δὲ Νεκτεναβὼ πρὸς αὐτὸν ἔφη “ τίνι ἴκελον βλέπεις με καὶ
6604527 Ἀγγελος
αὐτὸ διὰ τοῦ ε ψιλοῦ : ἀνέφελος : πολυνέφελος . Ἄγγελος τὸ γε ψιλόν : ὡς γὰρ παρὰ τὸ εἴκω
βιάζεο : τῶι δὲ δικαίωι τῆς εὐεργεσίης οὐδὲν ἀρειότερον . Ἄγγελος ἄφθογγος πόλεμον πολύδακρυν ἐγείρει , Κύρν ' , ἀπὸ
6600806 Χρυσον
ἄρα ἐστίν , ἀλλ ' ἆθλα τῶν νικᾶν ἐπισταμένων . Χρυσὸν δ ' Ἀχιλεὺς ἐκόμισσε δαΐφρων . καὶ οὐδὲν θαυμαστὸν
, εἰς δὲ τὸ εὐδαιμονῆσαι λογισμοῦ δεῖ καὶ τύχης . Χρυσὸν κηλιδοῦν καὶ φιλοσοφίαν ψέγειν ταὐτόν ἐστιν . Ἐπὶ μὲν
6537053 ἁμιδα
ἀμαυροῖς , ὥστε λήσεις τῷ χρόνῳ . κατεσκέδασέ μου τὴν ἁμίδα κεχηνότος . ἀνήσεις κροκύδα μαστιγουμένη . ἐγὼ δ '
' ἔχων , καὶ ὁ Ἀριστοφάνης : κατεσκέδασέ μου τὴν ἁμίδα κεχηνότος . λέγουσι δὲ καὶ ἅμαξαν δασέως καὶ καθημαξευμένα
6536792 Ἀριαραθης
ἦσαν δ ' οὖν διωρισμένοι , προσεκτήσατο δ ' αὐτοὺς Ἀριαράθης ὁ πρῶτος προσαγορευθεὶς Καππαδόκων βασιλεύς . Ἔστι δ '
Τρόκμοι καὶ Τολιστόβιοι , καὶ Καππαδόκαι τινές , οὓς ἔπεμψεν Ἀριαράθης , καὶ μιγάδες ἄλλοι ξένοι κατάφρακτός τε ἵππος ἐπὶ
6526843 ἀνεζευξε
οὐκ ἐμνησικάκησε τοῖς πολίταις , ἀλλὰ τοὺς μισθοφόρους πείσας παραχρῆμα ἀνέζευξε καὶ διανύσας ὀξέως τὴν εἰς Συρακούσσας ὁδὸν ἧκε πρὸς
πορθεῖν αὐτὴν ἐνεστήσατο : αὐτὸς δὲ τοῦ θέρους ἤδη λήγοντος ἀνέζευξε μετὰ τῆς δυνάμεως εἰς Συρακούσας . Ἐν δὲ ταῖς
6525468 ἀγγαρος
, εἶπεν ὁ Νάναρος . Τί οὖν , ἔφη ὁ ἄγγαρος , ἐμοῦ πυνθάνῃ ; Μικρὸν δὲ διαλιπὼν , Οὗτός
ἡ πρώτη ὀξεῖα , καὶ τοῦτο τραγικώτερον τὸ ὄνομα . ἄγγαρος : ὁ νωθρός : λέγεται δὲ παρὰ τοῖς βαρβάροις
6521621 ἁθροισας
ἄλλοθεν ἀπὸ τῶν συμμάχων πεντήκοντα ναῦς . ταύτας δὲ πάσας ἁθροίσας , οὔσας τετταράκοντα καὶ ἑκατόν , παρεσκευάζετο ὡς ἀπαντησόμενος
Ἀναξίβιον . ὁ δὲ ἐπειδὴ ἀφίκετο , κατὰ γῆν μὲν ἁθροίσας ξενικὸν τῶν τ ' Αἰολίδων πόλεων παρεσπᾶτό τινας τοῦ
6510261 Δαρεικος
Δημοσθενικός : ὄνομα κτητικὸν Δημοσθένους . Βοεικός : βόειος . Δαρεικός : Δαρείου κτῆμα : ἔστι δὲ ὄνομα βασιλέως .
προσκέοιτο δ ' ἂν ὁ στατήρ : εἰ δὲ καὶ Δαρεικός τις εἶπεν , ὁ χρυσοῦς προσηκούετο . χρυσώροφος δὲ
6503618 Ταξιλην
λόγων . ὁ δὲ ἰδὼν ἄνδρα ἐχθρὸν ἐκ παλαιοῦ τὸν Ταξίλην ἐπιστρέψας ἀνήγετο ὡς ἀκοντίσων : καὶ ἂν καὶ κατέκανε
ἐᾶν ὑπὸ τοὺς αὐτοὺς ἡγεμόνας τεταγμένας : ὁμοίως δὲ καὶ Ταξίλην καὶ Πῶρον κυρίους εἶναι τῶν ἰδίων βασιλειῶν , καθάπερ
6498750 Ἀσπενδιος
οἵπερ εἵλετε . Ὅθεν εἰς παροιμίαν ὁ λόγος περιέστη . Ἀσπένδιος κιθαριστής : Ζήνων ὁ Μύνδιος ἐπὶ τῶν φιλοχρημάτων φησὶ
κτίσμα , ὡς Ἑλλάνικος ἐν πρώτῃ Δευκαλιωνείας . ὁ πολίτης Ἀσπένδιος . Θεόπομπος τετάρτῃ Ἑλληνικῶν „ ἀποτυχὼν δὲ τῶν Ἀσπενδίων
6488082 Φαλινος
Κλέαρχος ἧκε , καὶ ἠρώτησεν εἰ ἤδη ἀποκεκριμένοι εἶεν . Φαλῖνος δὲ ὑπολαβὼν εἶπεν : Οὗτοι μέν , ὦ Κλέαρχε
κήρυκες οἱ μὲν ἄλλοι βάρβαροι , ἦν δ ' αὐτῶν Φαλῖνος εἷς Ἕλλην , ὃς ἐτύγχανε παρὰ Τισσαφέρνει ὢν καὶ
6470737 Γλυκη
ἤδη τήνδε καὶ Φιλαινέτην . οὔκουν ἐπείξεσθ ' ; ὡς Γλύκη κατώμοσεν τὴν ὑστάτην ἥκουσαν οἴνου τρεῖς χοᾶς ἡμῶν ἀποτείσειν
, τάδε τέρα θεάσασθε . Τὸν ἀλεκτρυόνα μου ξυναρπάσασα φρούδη Γλύκη . Νύμφαι ὀρεσσίγονοι , ὦ Μανία , ξύλλαβε .
6465064 Παρυσατιδι
σατραπείαν , καὶ μελετᾶι ἐπανάστασιν . διαβάλλει Σατιβαρζάνης Ὀρόνδην ὡς Παρυσάτιδι μίγνυται , καίτοι λίαν αὐτῆς σωφρονούσης : καὶ ἀναιρεῖται
καὶ ἀναίρεσις . καὶ ἔτι σύλληψις Γίγγης , ἡ ὠικείωτο Παρυσάτιδι : καὶ κρίσις ἐπ ' αὐτῆι , καὶ ἀθώωσις
6451331 Ἀρταπανος
Ἄμυτις λόγοις ὑπὸ τοῦ πατρός , καὶ ὑπισχνεῖται σωφρονεῖν . Ἀρτάπανος δὲ μέγα παρὰ Ξέρξηι δυνάμενος μετ ' Ἀσπαμίτρου τοῦ
περὶ τοῦ Ἰωσὴφ ἐκ τῆς αὐτῆς Πολυΐστορος γραφῆς ἐπισυνήφθω . Ἀρτάπανος δέ φησιν ἐν τῷ Περὶ Ἰουδαίων τῷ Ἀβραὰμ Ἰωσὴφ
6444045 ἠρωτατο
οἶδας τὸν προσιόντα ἢ τὸν ἐγκεκαλυμμένον ; Ὁ ἐγκεκαλυμμένος λόγος ἠρωτᾶτο οὕτως : ἀπόκριναι δή μοι : τὸν πατέρα οἶσθα
, ἐὰν εἴπω ὑμῖν . Δύσκολος μέλιτος κεράμιον ἀγοράσας συνεχῶς ἠρωτᾶτο , πόσου ἠγόρασε . καταστρέφων οὖν τὸ κεράμιον ἔφη
6431685 Θεμιστιος
τοῦ κακουργεῖν παύσεσθαι , γνόντες δέ , ὡς οὐκ ἐπιτρέψει Θεμίστιος , εἰ καὶ μὴ ἑκόντες , ἀλλ ' ἄκοντες
τοῦτο ἐγεγόνει καὶ σὲ εἶχεν ὁ χορὸς ὃν νικῶν συνέστησε Θεμίστιος , ἀπῆν ἂν ἡμῖν εὐδαιμονίας οὐδέν . νῦν δὲ
6429914 Ἱπποκλης
ὑπὸ τῶν Ἀττικῶν ἑπτὰ καὶ εἴκοσι νεῶν , ὧν ἦρχεν Ἱπποκλῆς Μενίππου φυλακὴν ἔχων τῶν ἀπὸ τῆς Σικελίας νεῶν ,
τινα κέκληκεν ἐν τούτοις : ὁ δὲ Κίλιξ ὅδ ' Ἱπποκλῆς , ὁ ζωμοτάριχος ὑποκριτής . τὸ δὲ κατὰ Σιμωνίδην
6429574 τρυπην
ἀστρῷον τοὺς καρχάρους . ἤγουν ἀστέρα κύνα . Ῥωχμόν : τρυπήν . καταδύεται : εἰσέρχεται . Ἄζης : ἤγουν καταδύεται
ἀστρῷον τοὺς καρχάρους . ἤγουν ἀστέρα κύνα . Ῥωχμόν : τρυπήν . καταδύεται : εἰσέρχεται . Ἄζης : ἤγουν καταδύεται
6428726 ψωρωδων
. Περὶ κανθαρίδων . Κανθαρίδων ἱκανὴν πεῖραν ἔϲχομεν ἐπὶ τῶν ψωρωδῶν ὀνύχων . ἐξάγουϲι γὰρ αὐτοὺϲ μετὰ τῶν ἐπιτηδείων μιγνύμεναι
ἐπὶ τῶν ἀμέτρωϲ διψώντων ἐπί τε ἡλιώϲεωϲ ἰϲχυρᾶϲ καὶ ἐπὶ ψωρωδῶν ἐξανθημάτων . δεῖ δὲ καὶ τὸν ἀέρα τοῦ λουτροῦ
6421682 τραγωιδων
: . . . . ἀπάργματα λέγεται τὰ ὑπὸ τῶν τραγωιδῶν λεγόμενα μασχαλίσματα : ταῦτα δέ ἐστι τὰ τοῦ φονευθέντος
Ὑπόθεσ . . . . , . : ἐπὶ Μένωνος τραγωιδῶν Αἰσχύλος ἐνίκα Φινεῖ , Πέρσαις , Γλαύκωι Ποτνιεῖ ,
6420456 τραυλος
τραυλίσαντι ] ⌈ παρακεκομμένα [ παρακεκομμένως / ] εἰπόντι . τραυλός ἐστιν ὁ τὸ ῥῶ αὔων καὶ λέγων λῶ :
βαρύνεται , οἷον : φαῦλος δοῦλος οὖλος . τὸ δὲ τραυλός ὀξύνεται καὶ τὸ δειλός . Τὰ εἰς δύο ΛΛ
6420099 συναινω
ὦμεν . κατὰ τοῦτο δ ' , οὔ φημι οὐδὲ συναινῶ . Τὰ ἐξ ἁμαξῶν : ἐπὶ τῶν ἀπερικαλύπτως σκωπτόντων
γενικὴν εὕρηται σπανίως . 〛 ὁμολογῶ σοι : Ἀντὶ τοῦ συναινῶ σοι . . συμφωνῶ σοι , ὅμοιά σοι λέγω
6416059 τεταραγμενος
; Ἀπόδειξον . Ὥσπερ κλωστῆρ ' , ὅταν ἡμῖν ᾖ τεταραγμένος , ὧδε λαβοῦσαι , ὑπενεγκοῦσαι τοῖσιν ἀτράκτοις τὸ μὲν
ἐκ Πειραιῶς , οἷα δὴ ξένος καὶ βάρβαρος οὐ μετρίως τεταραγμένος ἔτι τὴν γνώμην , πάντα ἀγνοῶν , ψοφοδεὴς πρὸς
6410682 Ἀμαζονιδα
δοτικὰς συνάπτουσιν : οἷον Διονύσιος ὁ Χαλκιδεύς : Μυρρίνην τὴν Ἀμαζονίδα περιβλεψάμενος , ἔδωκεν αὐτῷ τὰς ἄλλας Ἀμαζονίδας μετακαλέσασθαι .
Ἀμαζόνων : Ἀμαζονίδα λίμνην λέγει τὴν θάλασσαν τὴν παρὰ τὴν Ἀμαζονίδα νῆσον : εἰς γὰρ τὸν Εὔξεινον πόντον οἰκοῦσιν αἱ
6408767 Ὑλλῳ
οὖν αἰσθομένη τὸ γεγονὸς ἑαυτὴν ἀνήρτησεν . Ἡρακλῆς δὲ ἐντειλάμενος Ὕλλῳ , ὃς ἦν ἐκ Δηϊανείρας αὐτῷ παῖς πρεσβύτερος ,
ἀρχήν . ἐπὶ τούτου Δωριεῖς κατιόντας ἐς Πελοπόννησον ὑπὸ ἡγεμόνι Ὕλλῳ τῷ Ἡρακλέους Ἀχαιοὶ περὶ ἰσθμὸν τὸν Κορινθίων κρατοῦσι μάχῃ
6408555 ἀναμαρτητος
ἐξ ἀρχῆς ἀναμαρτήτους φῦναι θεῶν καὶ τῶν ἐπὶ γῆς οὐδεὶς ἀναμάρτητος , τὸ δὲ τοῖς εὖ λέγουσιν ἐθελῆσαι πεισθῆναι πρέπον
εἰ μηδὲν ὑποδεέστερα τούτων μελετῶντες θανάτῳ ζημιούμεθα ; Φάσκων δὲ ἀναμάρτητος εἶναι , καὶ ἀξιῶν τὰς συμφορὰς τῶν ἁμαρτόντων εἶναι
6401326 αἰτοιην
βουλοίμην μεγάλην θήραν ποιῆσαι : καὶ ἱππέας , ἔφη , αἰτοίην ἄν σε ἐκ τοῦ φανεροῦ . Κάλλιστα λέγεις ,
δὲ ἐν ἐπιστολαῖς . οὔκουν ἡγησάμην ἐνοχλήσειν , εἰ χάριν αἰτοίην ὑπὲρ ἧς πρὸς μὲν αὐτὸν οὐκ εἶχέ μοι μνησθῆναι
6397764 Ἀρχαγαθος
πάντα Ἡρακλέους ζηλωταί . τραγικὸν γὰρ ἡ φακῆ ἐστιν , Ἀρχάγαθος ἔφη , ἧς καὶ ῥοφεῖν Ὀρέστην τῆς νόσου πεπαυμένον
καὶ ναυτικὰς δυνάμεις . δι ' ἃς αἰτίας ὁ μὲν Ἀρχάγαθος ὁρῶν τὴν βασιλείαν εἰς ἕτερον καταντῶσαν , ἀμφοτέροις ἐπιβουλεῦσαι
6397124 Πασαργαδας
γεγένησθε ; Διὰ τοῦτο ὁ Περσῶν βασιλεὺς , ἐπειδὰν εἰς Πασαργάδας ἀφίκηται , χρυσὸν δωρεῖται ταῖς Περσίσι γυναιξί : καὶ
ἀνάθημα ἐκ τῆς Ἑλλάδος Ξέρξης ἀνεκόμισεν ἐς Βαβυλῶνα ἢ ἐς Πασαργάδας ἢ ἐς Σοῦσα ἢ ὅπῃ ἄλλῃ τῆς Ἀσίας ,
6393813 Κορινθιακος
Ἀθήνας τε καὶ Θήβας χρήματα ἀποστείλας : ὅ τε ὀνομαζόμενος Κορινθιακὸς πόλεμος ἀπὸ τούτων ἐξήφθη τῶν χρημάτων , ὡς ἀπολείπειν
τούτων τοῦτό ἐστι τὸ αἴτιον : μετὰ δὲ ταῦτα ὁ Κορινθιακὸς πόλεμος ἐγένετο , ἐν ᾧ ἐγὼ κἀκεῖνος στρατεύεσθαι ἠναγκαζόμεθα
6390949 ἠραρε
τεχνῶν , ὡς καὶ ὁ ποιητὴς δηλοῖ λέγων ἐπεὶ σοφὸς ἤραρε τέκτων , τὸ σοφός κατὰ τοῦ τέκτονος θείς ,
πῖνε καὶ ἦσθε διάκτορος Ἀργεϊφόντης . αὐτὰρ ἐπεὶ δείπνησε καὶ ἤραρε θυμὸν ἐδωδῇ , καὶ τότε δή μιν ἔπεσσιν ἀμειβόμενος
6389708 Σωκλης
ἄλλῳ : ἐξ ἠοῦς εἰς νύκτα καὶ ἐκ νυκτὸς πάλι Σωκλῆς εἰς ἠοῦν πίνει τετραχόοισι κάδοις , εἶτ ' ἐξαίφνης
τὸν Σωκλείδην τὸν ἑαυτοῦ πατέρα . ὁ δὲ Δίδυμος , Σωκλῆς ἐστι τὸ ὄνομα , φησί : παρήγαγε δὲ αὐτὸ
6382229 Κεραμεις
δὲ νῦν ὁ ῥήτωρ λέγοι ἂν τὰ ὀρθὰ ξύλα . Κεραμεῖς : Ὑπερείδης ἐν τῷ ὑπὲρ Ξενοφίλου αʹ . δῆμός
τῷ ὑπὲρ Ξενοφίλου αʹ . δῆμός ἐστι φυλῆς τῆς Ἀκαμαντίδος Κεραμεῖς , ὥς φησι Διόδωρος . φησὶ δὲ Φιλόχορος ἐν
6376720 Ἀρχεδικος
, Αἰσχρηίδος Λευκώνης , Ἀνθείας . . . , Εὐρυπύλης Ἀρχέδικος , Δυνάστης Ἐρατοῦς , Ἀσωπίδος Μέντωρ , Ἠώνης Ἀμήστριος
τὰ ὀνόματα . λέγεται δὲ ἡ δεινιὰς καὶ δεῖνος . Ἀρχέδικος : Νικοστράτην τινὰ ἤγαγον πρῴην σφόδρα γρυπήν , Σκοτοδίνην
6375874 Ἱεροκλης
φάρμακον . τιμῶσιν , ἡγοῦνται . οὕτως ἄλλοι τε καὶ Ἱεροκλῆς . : ἣν Ἐπίκουρος ἡσυχίαν ἐπαινεῖ καὶ Ἱερώνυμος ,
παρ ' οἷς οἱ γρῦπες τὸν χρυσὸν φυλάσσουσιν , ὡς Ἱεροκλῆς ἐν τοῖς φιλίστορσιν . Τάρνη , πόλις Ἀχαΐας .
6374997 Χειρισοφος
λείψανόν τι ταύτης ἐν τῇ συνθέσει ὁρᾶται : οἷον , Χειρίσοφος : νυκτίλοχος : Σωσθένης : Σωκράτης : Ἱπποκράτης :
ὡς ἐν τοῖς στρατοπέδοις Ξενοφῶν μὲν οὐραγεῖ , ἡγεῖται δὲ Χειρίσοφος : ὥστε καὶ στρατηγίας τακτικῆς μεταποιεῖται ταυτὶ τὰ θηρία
6368449 αἰτησομενος
ς ' ἀπαιτῶν οὐδ ' ἔχων κλητῆρας , ἀλλ ' αἰτησόμενος λεβήτιον . λεβήτιον ; λεβήτιον . μαστιγία , θύειν
ἴτω , φησί , μετὰ ταῦτα καὶ εἰς τὸ ἱερὸν αἰτησόμενος ὧν ἐξήμαρτεν ἄφεσιν , ἐπαγόμενος παράκλητον οὐ μεμπτὸν τὸν
6366221 μαργαινων
εἰς λ καὶ πλεονασμῷ τοῦ ε βλεμεαίνω . οἱ δὲ μαργαίνων καὶ ἐνθουσιῶν . . . . Βλέμυες : ἔθνος
. Βλεμεαίνων : τῇ ἑαυτοῦ δυνάμει γαυριῶν καὶ ἐπαιρόμενος , μαργαίνων καὶ ἐνθουσιῶν . παρὰ τὸ βρέμω βρεμαίνω καὶ κατὰ
6364278 Δικαιοπολις
ἔλεγε σωρόν . Γ μόλις γ ' ἐνέδησα : ὁ Δικαιόπολις λέγει τὸν συκοφάντην . διπλῆ καὶ ἔκθεσις εἰς ἰάμβους
ἐπεὶ οὐκέτι τοῖσιν ἐῴκει ” . Γ οὗτος ] ὁ Δικαιόπολις . Γ Ἡράκλεις : διπλῆ : εἶτα ἕπεται δυὰς
6363594 ἀφιγμενος
ἀγασθῆναι λέγεται τούτους , κατὰ πύστιν τοῦ πατρὸς εἰς αὐτὸν ἀφιγμένος , ὥστ ' εἰπεῖν Πεισιστράτῳ τῷ Ζηνός που τοιήδε
ἦν ἄξιον δεδωκέναι . καί μοι δοκεῖς διὰ πολλῶν σχημάτων ἀφιγμένος ἐπὶ τὸ καὶ βασιλεῦσι τετιμημένον προϊὼν ἥξειν , τὸν
6359821 Φειδιππιδου
μεμάθηκεν . ⌈ ἤγουν καλῶς ἔχει τὰ περὶ ⌈ τοῦ Φειδιππίδου ἢ τὰ περὶ ἐμοῦ , ὦ ἀπάτη πάντων ⌈
τὸ ” κρέμαιό γε “ . ὡς ἀτάκτως εἰπόντος τοῦ Φειδιππίδου . ἰδοὺ κρέμαιο : τὴν φωνὴν μιμούμενος ὁ Σωκράτης
6358412 ἁρπαγεισαν
τὸν πλοῦν . τὴν δὲ Ὠρείθυιαν Σιμωνίδης ἀπὸ Βριλησσοῦ φησιν ἁρπαγεῖσαν ἐπὶ τὴν Σαρπηδονίαν πέτραν τῆς Θρᾴκης ἐνεχθῆναι : ἔστι
. . : τὴν δὲ Ὠρείθυιαν Σιμωνίδης ἀπὸ Βριλησσοῦ φησιν ἁρπαγεῖσαν ἐπὶ τὴν Σαρπηδονίαν πέτραν τῆς Θράικης ἐνεχθῆναι : ἔστι
6357605 δεσμησας
περίκυκλον . ἀμφιπεδήσας : περιγράψας , δεσμεύσας , περιδεσμήσας , δεσμήσας καὶ στήσας αὐτήν φησι διὰ τὸ μὴ ἐπηρεάζειν τῇ
Εὐμάρας ἐκάθηρεν : ὅτε δὲ ὁ Εὐμάρας ὁ σὸς δεσπότης δεσμήσας σε ἐμαστίγωσεν , ἀκριβῶς ἐπίσταμαι . γράφεται ὅκα μάν
6354656 ἀπηγετο
, ἠλέει δὲ αὐτὴν ὁ Κλυτός . Καὶ ἡ μὲν ἀπήγετο εἰς Ἰταλίαν , ἡ δὲ Ῥηναία ἐλ - θόντι
εἴθ ' ὡς ὁ Φάβιος παραδέδωκε δέσμιος εἰς τὴν Ἄλβαν ἀπήγετο . Ῥωμύλος δ ' ἐπειδὴ τὸ περὶ τὸν ἀδελφὸν
6346154 Σαμιππε
ἐς τὸ εἴσω τῶν ὅρων . Πέπαυσο ἤδη , ὦ Σάμιππε . καιρὸς γὰρ σὲ ἤδη μὲν νενικηκότα τηλικαύτην μάχην
Ἴωσιν , ὁπότε οἱ τότε συναπῳκίσαν . Ἀτάρ , ὦ Σάμιππε , νῦν ἀνεμνήσθην , ὁπόθεν ἡμῶν ἀπελείφθη Ἀδείμαντος ,
6344816 αἰτιαθεις
εἴκοσι Κερκυραίοις βοηθήσων διαφερομένοις πρὸς Κορινθίους . μετὰ δὲ ταῦτα αἰτιαθεὶς ἀσεβεῖν ὡς καὶ αὐτὸς τοὺς Ἑρμᾶς περικόψας καὶ εἰς
μεγαλοφροσύνῃ , ὅς γε τὰ πατρῷα τοῖς οἰκείοις παρεχώρησε . αἰτιαθεὶς γὰρ ὑπ ' αὐτῶν ὡς ἀμελῶν , “ τί
6338473 μισθαριον
' οὐδενός . Τί λέγων ἀποτρώγειν ἀξιώσει νῦν ἐμοῦ τὸ μισθάριον ; μένω γὰρ ἐξ ἐχθιζινοῦ . Οὗ δὴ λέγεται
' ἐπεὶ τέλος ἔδοξ ' ἔχειν πέμψασα τὴν θεραπαινίδα τὸ μισθάριον ἔχουσαν ἐκέλευ ' ἀποφέρειν θοἰμάτιον . ὁ κναφεὺς δ
6330981 Στεροπης
καὶ Ἄτλαντος ζʹ θυγατέρες , ὧν μία καὶ ἡ Στερόπη Στερόπης καὶ Ὑπερόχου ἢ Ἁρπίνης τῆς Ἀσωποῦ θυγατρὸς καὶ Ἄρεος
παρατίθεται . ἔνιοι δὲ Μουσαῖον εὑρετὴν λέγουσι τὸν Μητίονος καὶ Στερόπης κατ ' Ὀρφέα γενόμενον : Ἀντικλείδης δ ' ὁ
6327930 ἀμβλυτερος
πόλιν . πάντα τὰ τοιαῦτα οἱ κωμικοὶ ποιοῦσι παρῳδοῦντες . ἀμβλύτερος : Θουκυδίδης . ἄμβωνες : οἱ λόφοι τῶν ὀρῶν
ἤθελεν : ἐν δ ' αὖ πλήθει πραγμάτων καὶ ἐραστὴς ἀμβλύτερος εἰς ἐρώμενον ἂν εἴη . δεῖ δὴ τοῦ γε
6324875 Βησσος
ξυνέλαβε καὶ δήσας ἦγεν , ἔπειτα ἀπέκτεινε . καὶ ὁ Βῆσσος οὐ μόνῳ οἷ ταῦτα δόξαντα πρᾶξαι ἔφη , ἀλλὰ
τοῖς ἱππεῦσιν ἐλάσας ἀφίκετο πρὸς κώμην τινά , ἵνα ὁ Βῆσσος ἦν ξὺν ὀλίγοις στρατιώταις . οἱ γὰρ ἀμφὶ τὸν
6323972 Ἱππουρις
[ νῆσος ἰδεῖν ] Ἱππουρίδος ἀντία νήσου : νῆσος ἡ Ἱππουρὶς πλησίον Θήρας . μνημονεύει δὲ αὐτῆς καὶ Τιμοσθένης καὶ
ἑαυτοῦ θυγατέρα . . . . , : Νῆσος ἡ Ἱππουρὶς πλησίον Θήρας . Μνημονεύει δὲ αὐτῆς καὶ Τιμοσθένης ,
6322606 Λογχατης
, ὁπλῖται δὲ καὶ πεζοὶ συναμφότεροι δισμύριοι . ὁ δὲ Λογχάτης ἀγνοούμενος παρελθὼν ἐς τὸν Βόσπορον προσέρχεται τῷ βασιλεῖ διοικουμένῳ
χαίροντες . ” “ Οὐ μόνον , ” ἐπεῖπεν ὁ Λογχάτης , “ ἀλλὰ ἕκαστος ἡμῶν ὅλος ὕβρισται , ὁπότε
6322142 Ὑρκανιος
πρὸς τὸν Περσικὸν καὶ Ἀραβικὸν κόλπον . ἔστι δὲ καὶ Ὑρκάνιος , ἐκ τοῦ Κρονίου κόλπου πληρούμενος . . ἴσως
, διωικήσατο . μέγιστον δὲ παρ ' αὐτῶι ἠδύνατο Ἀρτασύρας Ὑρκάνιος , τῶν δὲ εὐνούχων Ἰζαβάτης τε καὶ Ἀσπαδάτης καὶ
6321803 δασυποδ
μισθωσάμενος αὐτὴν ὅσον ᾔτησεν † ἀνισταμένης πολλάκις καὶ παιζούσης ὡς δασύποδ ' ἐπικροῦσαι βουλόμενος : τί , ἔφη , μειράκια
εἶδε πώποτε λέοντας ἤ τι τοιοῦτον ἕτερον θηρίον ; οὐδὲ δασύποδ ' εὑρεῖν ἔστιν οὐχὶ ῥᾴδιον . Ἀλκαῖος δὲ ὡς
6318176 Γεσιος
ἔτυχεν ἀξιωμάτων οὐ τῶν τυχόντων . καὶ εἰς κλέος ὁ Γέσιος μέγα ἀνέβη , οὐ μόνον ἰατρικῆς εἵνεκα παρασκευῆς ,
ἀπαίρει ἔτι διακρατούμενον ἐν τῷ σώματι . , . . Γέσιος ὁ δὲ ἀποσταλεὶς βασιλικὸς Ἀγάπιον καὶ τοὺς ἄλλους φιλοσόφους
6318095 Γαβινιος
καὶ γαλακτοποτεῖν καὶ κρεωφαγεῖν , καίπερ ταυτοκλινεῖς ὄντας . καὶ Γαβίνιος δὲ ὁ τῶν Ῥωμαίων συγγραφεὺς οὐκ ἀπέχεται τῆς τερατολογίας
χειμῶνος ἄκρου , σπείρας δὲ πεζοῦ πεντεκαίδεκα καὶ τρισχιλίους ἱππέας Γαβίνιος ἦγεν αὐτῷ διὰ τῆς Ἰλλυρίδος , περιοδεύων τὸν Ἰόνιον
6317503 Τεθνηκεν
ζημίας μεγάλας φέρει . Τὸν εὐτυχοῦντα καὶ φρονεῖν νομίζομεν . Τέθνηκεν ἀνθρώποισιν ἅπασα χάρις . Τὰ πλεῖστα θνητοῖς τῶν κακῶν
τόδ ' : ἦ τέθνηχ ' ὁ Πηλέως γόνος ; Τέθνηκεν , ἀνδρὸς οὐδενός , θεοῦ δ ' ὕπο ,
6314202 Μεγαβυζος
, καὶ ἄλλα πολλὰ ἐπέδωκε . Ζωπύρου δὲ τούτου γίνεται Μεγάβυζος , ὃς ἐν Αἰγύπτῳ ἀντία Ἀθηναίων καὶ τῶν συμμάχων
αὐτῶν . ὃν οἱ θεοὶ φιλοῦσιν ἀποθνῄσκει νέος . οὐ Μεγάβυζος ἦν , ὅστις γένοιτο ζάκορος . περιττὸν ἄχθος ὄντα
6310762 κατακλινομενος
καὶ παντοδαπὰ ἀθύρματα Διονυσιακὰ ἐξαρτήσας μετὰ τῶν φίλων ἐξ ἑωθινοῦ κατακλινόμενος ἐμεθύσκετο , συνηθροισμένων ἐπὶ τὴν θεὰν τῶν Πανελλήνων .
σφοδρότερον ἡ μὲν πρόρριζος ἀνθεστῶσα κατέπεσεν : ὁ δὲ ἀκέραιος κατακλινόμενος ἔμεινε . ὁ καιροῖς ὑπείκων οὐκ ἐκπεσεῖται τοῦ σώζεσθαι
6308468 φροιμιοις
, ἣν οὐκ ἰαμβείοις ὑπερπαίω δέκα . Ἄπολλον , οἵοις φροιμίοις ἄρχῃ λόγου ; Ὦ παγκάκιστα χθόνια γῆς παιδεύματα ,
' , ἀπωλλύμην δ ' ἐγώ . Ἄπολλον , οἵοις φροιμίοις ἄρχηι λόγου . τεθνᾶς ' ἀδελφοὶ καὶ πατὴρ οὑμὸς
6307236 Ἀρι
τὴν ἀδελφὴν † Βάτειαν λαβὼν Δάρδανος , κἂν ὁ Λυκόφρων Ἀρί - σβην λέγει , γεννᾷ Ἶλον καὶ Ἐριχθόνιον ,
πρὸς τοῖς ἤδη μοι προειρημένοις κύνας γενέσθαι φιλοδεσπότους Ξανθίππου τοῦ Ἀρί - φρονος . μετοικιζομένων γὰρ τῶν Ἀθηναίων ἐς τὰς
6303970 ἀμοιβαν
πόλις . ἴσθι , γˈλυκεῖάν τοι Μενάνδρου σὺν τύχᾳ μόχθων ἀμοιβάν ἐπαύρεο . χρὴ δ ' ἀπ ' Ἀθανᾶν τέκτον
μαστὸν ὑπερτέλλοντ ' ἐσιδὼν σφάγιον ἔθετο ματέρα , πατρώιων παθέων ἀμοιβάν . γυναῖκες , ἦ που τῶνδ ' ἀφώρμηται δόμων
6301335 Ἀγγελον
. . : θῶπτε ] Θώπευε . : τρόχιν ] Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . * : τρόχιν ]
Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . * : τρόχιν ] Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . δηλοῖ δὲ τὸν σπουδαῖον
6300082 Στατειρα
συνῆκε Δημήτριος καὶ τοῦτο ἐμήνυσε τῇ βασιλίδι . ἡ δὲ Στάτειρα προελθοῦσα τῆς σκηνῆς ἔδειξεν ἑαυτήν . εὐθὺς οὖν τὰ
φυλάττηται μέχρι τῆς δίκης . “ ἀσμένη τοῦτο ἤκουσεν ἡ Στάτειρα καὶ πᾶσαν ἀφεῖσα γυναικείαν φιλονεικίαν εὐνουστέρα τῇ Καλλιρόῃ διὰ
6296903 κιθαρῳδειν
οὐδὲ κιθαρῳδοῦ ἀηδῶς ἀκούω : μή τι οὖν τούτου ἕνεκα κιθαρῳδεῖν με δεῖ στάντα ; ἄκουσον , τί λέγει Σωκράτης
γεγενημένης , ὁ δὲ κατέτρεχεν , ὅτι τὸ παράπαν οὐδὲ κιθαρῳδεῖν καθήκει , παρ ' οἷς οὐδ ' οἱ τέττιγες
6287878 Βλαισος
εἰς τὸ θεῖναι καὶ εἶναι , . . . . Βλαισός : παραλυτικός , οὕτως εἰς τὸ Ῥητορικόν . ὁ
εἰς τὸ θεῖναι καὶ εἶναι , . . . . Βλαισός : παραλυτικός , οὕτως εἰς τὸ Ῥητορικόν . ὁ
6283658 Θεαγενη
τῇ παραδοθείσῃ σεμνότητι τῶν φιλοσόφων ἐθεράπευε μὲν τὰ εἰκότα τὸν Θεαγένη : καὶ οὐκ ἦν τις ἄρα πρὸς αὐτὸν ἀλαζὼν
εὔδενδρον ἐν ἐκείνῳ ἑαυτὸν ἐνέπρησεν μόνος , ἕνα τινὰ οἷον Θεαγένη τοῦτον Φιλοκτήτην παραλαβών ; ὁ δὲ ἐν Ὀλυμπίᾳ τῆς
6281953 Μακαριος
γὰρ θέλει δίδοσθαι ὁ πατὴρ ἐκ τῶν ἰδίων χαρισμάτων . Μακάριος ὁ διδοὺς κατὰ τὴν ἐντολήν : ἀθῷος γάρ ἐστιν
, καὶ αὐτόπτης γενόμενος θεάσασθαι καὶ θεασάμενος μακάριος γενέσθαι . Μακάριος ὡς ἀληθῶς , ὦ πάτερ , ὁ τοῦτον θεασάμενος
6281624 Μνησιλοχος
καὶ ἐν ταῖς Θεσμοφοριαζούσαις ἐποίησεν . ὁ γὰρ Εὐριπίδου κηδεστὴς Μνησίλοχος , ἐπιβουλευόμενος παρὰ τῶν γυναικῶν , ἀσκὸν ἁρπάσας παρά
τῶν δήμων Ἀλωπεκῆθεν . ἐδόκει δὲ συμποιεῖν Εὐριπίδῃ : ὅθεν Μνησίλοχος οὕτω φησί : Φρύγες ἐστὶ καινὸν δρᾶμα τοῦτ '
6281375 προσλαβομενος
ἔχοντα πλείους τῶν δισμυρίων , ἀντεστρατοπέδευσε μὲν τοῖς πολεμίοις , προσλαβόμενος δὲ συμμάχους παρὰ τῶν Θετταλῶν συνῆψε μάχην τοῖς ἐναντίοις
τοὺς λίθους χῶμα κατεσκεύαζε δίπλεθρον τῷ πλάτει . πανδημεὶ δὲ προσλαβόμενος τοὺς κατοικοῦντας τὰς πλη - σίον πόλεις ταχὺ διὰ
6277727 ἀπεσφαγη
μηνύον τὴν ἐπιβουλήν : ὃ μετὰ χεῖρας ἔχων πρὶν ἀναγνῶναι ἀπεσφάγη : μετὰ δὲ ἀποθανόντος ἀνευρέθη ἐν τοῖς ἄλλοις γραμματιδίοις
τροφῆς , εἰς Λῆμνον ἀπεμποληθεὶς ἐσώθη : τότε δὲ ληφθεὶς ἀπεσφάγη . τοσοῦτον αὐτὸν ὤνησεν ἡ Δημήτηρ . τὰς νήττας
6275898 ὁμομητριος
ἐπὶ θάτερα Καλλίας ὁ Ἱππονίκου καὶ ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ ὁ ὁμομήτριος , Πάραλος ὁ Περικλέους , καὶ Χαρμίδης ὁ Γλαύκωνος
ἐπιστωσάμεθα : οὑτοσὶ δ ' ἐκείνου συγγενής , ὁμοπάτριος καὶ ὁμομήτριος ἀδελφὸς καὶ τρόπον τινὰ δίδυμος , καθ ' ὃν
6272746 ὑποστυφον
τῆς ἡμέρου ξηραντικωτέρα . Ἰσόπυρον ἢ φασήλιον σπέρμα πικρὸν καὶ ὑποστῦφον : ῥύπτει γὰρ οὖν καὶ τέμνει τοὺς παχεῖς χυμοὺς
εἰς ὅλην αὐτήν . Ἀγρώστεως ἡ ῥίζα δριμύ τι καὶ ὑποστῦφον ἔχει . Ἀλόη πικρά ἐστι μετὰ τοῦ στύφειν .
6269677 τανυγλωσσοι
' ὄρνιθες τανυσίπτεροι εὐνάζοντο , σκῶπές τ ' ἴρηκές τε τανύγλωσσοί τε κορῶναι εἰνάλιαι , τῇσίν τε θαλάσσια ἔργα μέμηλεν
γωνίας . τανύγλωσσοι . ἐπὶ μὲν τῶν κορωνῶν φησὶ “ τανύγλωσσοί τε κορῶναι . ” κατὰ μέντοι τὸ προφαινόμενον ,
6268331 ποδανιπτρον
' ἅττ ' ἂν καταπέσῃ τῆς τραπέζης ἐντός . μήτε ποδάνιπτρον θύραζ ' ἐκχεῖτε μήτε λούτριον . κἀπὸ τῆς Διειτρέφους
' ἅττ ' ἂν καταπέσῃ τῆς τραπέζης ἐντός . Μήτε ποδάνιπτρον θύραζ ' ἐκχεῖτε μήτε λούτριον . Κἀπὸ τῆς Διϊτρέφους
6267044 Ἀργῳος
ἐν δὲ σόλοι καὶ τρύχεα θέσκελα κείνων : ἔνθα λιμὴν Ἀργῷος ἐπωνυμίην πεφάτισται . Καρπαλίμως δ ' ἐνθένδε διὲξ ἁλὸς
. Ἀργῷός τε λιμήν : παρὰ τῇ Τριτωνίδι λιμήν ἐστιν Ἀργῷος καλούμενος . αὔλιος : ὁ ἕσπερος : ἢ παρὰ
6265376 προσπολοις
ταῦτα καὶ πολὺς γέλως . ] ἀνοιγέτω τις δῶμα : προσπόλοις λέγω ὠθεῖν πύλας τάσδ ' , ὡς ἂν ἀλλὰ
χρὴ τήνδε δέξασθαι δόμοις . οὐκ ἂν μεθείην σοῖς γυναῖκα προσπόλοις . σὺ δ ' αὐτὸς αὐτὴν εἴσαγ ' ,
6264873 Κροτωνιατην
συνέβη τὴν Κροτωνιατῶν πόλιν . μεθ ' ὃν Γαρτύδαν τὸν Κροτωνιάτην διάδοχον γενέσθαι , ἐπανελθόντα ἐκ τῆς ἀποδημίας , ἣν
χρυσοῦν τὸν ἕτερον τῶν μηρῶν . καὶ Μυλλίαν δὲ τὸν Κροτωνιάτην ὑπέμνησεν ὅτι Μίδας ὁ Γορδίου ἐστὶν ὁ Φρύξ .
6264117 διεδρα
πολεμίων αἰσθάνεσθαι : μετὰ δὲ οὐ πολὺ καὶ ἐς ἅπαντας διέδρα ἡ ἄγνοια . ἀναλαβόντες οὖν τὰ ὅπλα καὶ διαστάντες
τρυφῆς τὸν πόνον οὐκ ἐνεγκὼν ἐς τὴν ἁμαξιτὸν αὐταῖς χοινικίσι διέδρα καὶ παροδεύουσι λοχαγοῖς ἑαυτὸν ἐμήνυσέ τε καὶ ἀνῃρέθη .
6263192 Δημαρητος
. Ἁρμοσαμένου Λευτυχίδεω Πέρκαλον τὴν Χίλωνος τοῦ Δημαρμένου θυγατέρα ὁ Δημάρητος ἐπιβουλεύσας ἀποστερέει Λευτυχίδην τοῦ γάμου , φθάσας αὐτὸς τὴν
κακῷ . Ἐν δὲ τῇ Σπάρτῃ τοῦτον τὸν χρόνον ὑπομένων Δημάρητος ὁ Ἀρίστωνος διέβαλλε τὸν Κλεομένεα , ἐὼν βασιλεὺς καὶ
6261092 Αὐτος
οὐκ ἦν , ἐν οἷς οὗτος ὁ παῖς ἦν ; Αὐτὸς ὁ νόμος δηλώσει . Τὸ μὲν γὰρ εἶναι τὴν
Φαῖδρον ὡς ἐπιτήδειον ἀκοῦσαι τῶν ἐνθουσιαστικῶν τοῦ ἔρωτος λόγων . Αὐτὸς μὲν γὰρ ὡς ἄνθρωπος ἀρκεῖν ἡγούμενος καὶ συμμέτρως ἔχειν
6259668 συμψηφος
ἐγώ μοι δοκῶ , ὦ Σώκρατες , τούτου πάνυ σοι σύμψηφος εἶναι . ὁ δὲ δὴ ” ἥρως “ τί
γενέσθαι Θηβαίοις , μηδ ' ἐπὶ Λακεδαιμονίους ἡμᾶς ἀποκλῖναι ; σύμψηφος ὑμῖν ἐγώ . καὶ τί κεκράγαμεν εἰκῆ καὶ φιλονεικοῦμεν
6255245 Ἰερεμιας
ι καὶ ε ψιλοῦ γράφεται : οἷον , Ἰεχονίας : Ἰερεμίας : Ἰεσσαῖ : τὸ Ἡετίων τὴν ἄρχουσαν ἔχον διὰ
: Θεόφιλος Ἄβραμος Ἄρσαμος Ἰάσων Ἐνδεμίας Δανίηλος . Δεκάτης : Ἰερεμίας Ἐλεάζαρος Ζαχαρίας Βανέας Ἐλισσαῖος Δαθαῖος . Ἑνδεκάτης : Σαμούηλος
6254548 ἀπεσταλμενος
, διὰ μετριότητα ὁ Παῦλος ὡς ἂν εἰς τὰ ἔθνη ἀπεσταλμένος , οὐκ ἐγγράφει ἑαυτὸν Ἑβραίων ἀπόστολον , διά τε
Μικρὸν δ ' ὕστερον τούτων τῶν χρόνων Κάδμος ὁ Ἀγήνορος ἀπεσταλμένος ὑπὸ τοῦ βασιλέως κατὰ ζήτησιν τῆς Εὐρώπης , κατέπλευσεν
6250039 σταδαιος
' ἔχει , Ὑπερβίῳ δὲ Ζεὺς πατὴρ ἐπ ' ἀσπίδος σταδαῖος ἧσται , διὰ χερὸς βέλος φλέγων : κοὔπω τις
γὰρ Ἱππομέδων ἔχει τὸν Τυφῶνα , τῷ Ὑπερβίῳ δὲ ἐγκεκόλαπται σταδαῖος καὶ στάσιμος , ὡς κατὰ σύστασιν μαχόμενος , ὁ
6245785 Ὑπερβιον
κεκόλληνται . Ἐλάχεια : ἐλαχίστη . Ἀειδέα : ἄσχημον . Ὑπέρβιον : δυνατόν . Νωθῇσι : νωθροῖς . Βορήν :
: διὸ καὶ ἐνίκησεν . εἰς τροπὴν ἔφερε . . Ὑπέρβιον τὸν Ἡρακλέα , τουτέστι τὸν ἰσχυρόν . τὸν λίαν
6238449 λυπηται
: ἐὰν δέ τις ἢ ὑπὲρ μεγάλου ἢ ὑπὲρ μικροῦ λυπῆται , οὐκ εὐδαίμων , ἀλλὰ κακοδαίμων ἐστίν . Ὁ
τι τῶν μὴ δεόντων καὶ μετὰ ταῦτα μαθὼν μετανοῇ καὶ λυπῆται , τότε ἀκούσιον φαίνεται ὡς ἀληθῶς τὸ πραχθέν .
6237532 ἠλευθερωθη
. ἑταίρα ἔδοξεν εἰς τὸ τῆς Ἀρτέμιδος ἱερὸν εἰσεληλυθέναι καὶ ἠλευθερώθη καὶ κατέλυσε τὴν ἑταιρείαν : οὐδὲ γὰρ εἰς τὸ
Ἔδοξέ τις τρία αἰδοῖα ἔχειν . ἔτυχε δοῦλος ὢν καὶ ἠλευθερώθη καὶ τρία ἀντὶ ἑνὸς ὀνόματος ἐκτήσατο , τὰ δύο
6230094 Μητιονος
. . , . ἔνιοι δὲ Μουσαῖον εὑρετὴν λέγουσι τὸν Μητίονος καὶ Στερόπης κατ ' Ὀρφέα γενόμενον . . .
ἀνδριαντοποιίᾳ ἤδη τιν ' εἶδες ὅστις περὶ μὲν Δαιδάλου τοῦ Μητίονος ἢ Ἐπειοῦ τοῦ Πανοπέως ἢ Θεοδώρου τοῦ Σαμίου ἢ
6229578 Πεποιηται
ταῦτα διὰ τοῦ παρεισαγομένου προσώπου σοφωτάτου παρ ' αὐτῷ . Πεποίηται γὰρ Ὀδυσσεὺς ἀναφωνῶν : οὐ γὰρ ἔγωγέ τί φημι
ᾗ τοῦ τε Προμηθέως ἐστὶ τύπος καὶ τοῦ Ἡφαίστου . Πεποίηται δὲ , ὡς καὶ Λυσιμαχίδης φησὶν , ὁ μὲν
6228851 Μεγητα
φησὶ τοῦ Αὐγείου . γέγραπται δὲ καὶ Λυκομήδης παρὰ τὸν Μέγητα ὁ Κρέοντος , ἔχων τραῦμα ἐπὶ τῷ καρπῷ :
τοῦ ἐν πολέμῳ ἔργου . . . . Φυλείδην τε Μέγητα . Φυλείδην τε Μέγην τε . . Κ Ν

Back