μέλλων . . . παντὸς ] οἱ περὶ Ἐπιφάνιον καὶ Γενέθλιόν φασιν αὐτὸ τέταρτον προοίμιον : ἓξ γὰρ λέγουσιν εἶναι
μέλλων . . . παντὸς ] οἱ περὶ Ἐπιφάνιον καὶ Γενέθλιόν φασιν αὐτὸ τέταρτον προοίμιον : ἓξ γὰρ λέγουσιν εἶναι
6909048 τετρασυλλαβως
ὡς Στράβων ἐν ια . παρὰ δ ' Ἀρριανῶι Σωφανηνὴ τετρασυλλάβως . . Τύρος : . . . . Ἀρριανὸς
: καὶ τοῦτο τῆς Λολλιανοῦ Μούσης : σὺ δὲ λέγε τετρασυλλάβως ἄνευ τοῦ ε ἐδέδισαν . Οὐθεὶς διὰ τοῦ θ
6816986 Δαειραν
, γυροὶ τὸ σχῆμα , τοὺς πόδας οὔπω ἔχοντες . Δάειραν Φερεκύδης ἱστορεῖ Στυγὸς ἀδελφήν . καὶ ἔοικε οὕτως ἔχειν
] τινὲς δὲ φύλακα Περσεφόνης ὑπὸ Πλούτωνος ἀποδειχθῆναί φασι τὴν Δάειραν . Δαιδάλου ποιήματα : ἐπειδὴ οἱ παλαιοὶ δημιουργοὶ τὰ
6806151 καυστικου
. τὸ ὑπὸ θεοῦ κινούμενον μαντικόν . . πρηστῆρος αἴθωνος καυστικοῦ ὀξέος . ἔνθεον θεῖον μαντικὸν τὸ θεῖον ἀγορεῦον φωνὰς
: ἐπ ' ἀμφοῖν δέ , κολλυρίου τε καὶ τοῦ καυστικοῦ , ἐγκλύζειν χρὴ τοῖς ἀνακαθαρτικοῖς , περὶ ὧν εἴρηται
6789015 χιτωναριον
γυναικεῖον πολυτελές . Μένανδρος : λελουμένη γὰρ ἡτέρα καὶ διαφανές χιτωνάριον ἔχουσα . Ἀριστοφάνης : ἐνδὺς τὸ γυναικεῖον τοδὶ χιτώνιον
νῦν ἰάσεται . Τρικορυσία βασίλιννα λελουμένη γὰρ ἡτέρα καὶ διαφανὲς χιτωνάριον ἔχουσα . ἐξακεῖσθαί μοι δοκῶ τὸ δίκτυον . ἱμάτιον
6773659 Σεμεληι
† αὐλεῖ Μαριανδυνοῖς καλάμοις κρούων Ἰαστί , καλεῖτε θεόν : Σεμελήι ' Ἴακχε πλουτοδότα τίς τῆιδε ; πολλοὶ κἀγαθοί .
† αὐλεῖ Μαριανδυνοῖς καλάμοις κρούων Ἰαστί , καλεῖτε θεόν : Σεμελήι ' Ἴακχε πλουτοδότα τίς τῆιδε ; πολλοὶ κἀγαθοί .
6725162 κοβαλον
τὴν γαστέρ ' ᾔων κἀχύρων σεσαγμένος . ὕβριστον ἔργον καὶ κόβαλον εἰργάσω . ἀτόπως καθίζων κοὐδὲ γιγνώσκειν δοκῶν . ἢ
” οὐ γὰρ ὥσπερ ἔνιοι λέγουσι , βωμολόχον τινὰ καὶ κόβαλον “ γίνεσθαι νομιστέον τὸν Διόνυσον . ” Ἀριστοτέλης δὲ
6721489 Τοπον
μὲν οὖν κατὰ τὴν ἐργασίαν καὶ τομὴν οὕτως ἔχει . Τόπον δὲ πολὺν ἐπέχει τῆς Λιβύης : πλείω γάρ φασιν
ὅ ἐστι πρὸς ἀπόδειξιν τοῦ προκειμένου καὶ κρινομένου συντελεῖ . Τόπον δὲ ἄλλως ἐπέχει προσώπου : τὸ ἄλλως ἐξηγήσατο τὸ
6701673 Εὐηνωρ
Πραξαγόρας τε ταὐτά φησι : ἐπαινεῖ δὲ τὸ ὄμβριον , Εὐήνωρ δὲ τὰ λακκαῖα : χρηστότερόν τε εἶναι φάσκει τὸ
φησιν συλλαμβάνειν αὐτάς , εἰ δὲ μή , τοὐναντίον . Εὐήνωρ δὲ καὶ Εὐρυφῶν ἐπὶ δίφρου μαιωτικοῦ καθίσαντες τοῖς αὐτοῖς
6691369 Ἐγωγ
; ἀλλὰ πρότερον οἴει δεῖν σκέψασθαι εἰ ἀληθῆ λέγουσιν . Ἔγωγ ' , εἶπεν . Ἐπεὶ οἰκείων καὶ συνήθων ,
εἰς ποτέραν τῶν τάξεων τούτων σαυτὸν δικαίως ἂν τάττοις ; Ἔγωγ ' , ἔφη ὁ Ἀρίστιππος : καὶ οὐδαμῶς γε
6664852 μαρμαιρειν
αἵμασιν . Μάρμαρον λέγεται διὰ τὸ μέρω : ἢ τὸ μαρμαίρειν ἤτοι στίλβειν . Μηρός : παρὰ τὸ μερίζω :
Μάρμαρον : λέγεται διὰ τὸ μαίρω . ἢ διὰ τὸ μαρμαίρειν ἤτοι στίλβειν . Μηρός : παρὰ τὸ μερίζω ,
6645475 ὠταν
' ἀνδρῶν . πολλάκις δὲ καὶ ἐπὶ πλήθους φασὶ τὸ ὠτὰν ὡς παρὰ † Κτησιφῶντι . οἱ γὰρ Ἀττικοὶ τὴν
' ἀνδρῶν . πολλάκις δὲ καὶ ἐπὶ πλήθους φασὶ τὸ ὠτὰν ὡς παρὰ † Κτησιφῶντι . οἱ γὰρ Ἀττικοὶ τὴν
6636222 μολω
. Τὸ ΑΓΧΙΜΟΛΟΝ ἐπίῤῥημά ἐστιν εἰς παρατατικὸν , ἐκ τοῦ μολῶ τὸ παραγίνομαι : σημαίνει δὲ τὸ πλησίον . .
: καὶ γὰρ ἀντὶ τοῦ Μ παραλαμβάνεται , ὡς τὸ μολῶ μολήσω καὶ τροπῇ τοῦ Μ εἰς Β βολῶ βολήσω
6622491 Ἐπιτομηι
γυναῖκα ποτίζων ἐν τῆι σπορᾶι . οὕτως Σερῆνος ἐν τῆι Ἐπιτομῆι τῶν Φίλωνος . . . . . Βουκεραίς :
Ἐπιτομῆι Ἡροδότου . , : κακόβιος : Θεόπομπος ἐν τῆι Ἐπιτομῆι Ἡροδότου . , : φυγαδεῦσαι : τὸ φυγάδα ἐλάσαι
6614546 ἀπεπαρδον
ἐμίσει ” . χαριέντως δ ' εἶπε πρὸς τὸ “ ἀπέπαρδον ” : παρὰ τὸ βδέειν γὰρ τὸ βδελύττεσθαι .
, περιερόγχασα καὶ ὑπερεῖδον καὶ κατεφρόνησα . ΓΓ ἀπεπυδάρισα ] ἀπέπαρδον : δεῖ δὲ καὶ τῇ ἀληθείᾳ αὐτόν . μόθωνα
6613101 Σακα
, εἰ μὴ ἴδοι εἰ καιρὸς εἴη , καὶ τοῦ Σάκα ἐδεῖτο πάντως σημαίνειν αὐτῷ ὁπότε ἐγχωροίη [ καὶ ὁπότε
ἀναπηδῆσαι πρὸς τὸν πάππον καὶ φιλοῦντα ἅμα εἰπεῖν : Ὦ Σάκα , ἀπόλωλας : ἐκβαλῶ σε ἐκ τῆς τιμῆς :
6609684 μασταξ
οἱονεὶ μαίνεσθαι . μαρμαρυγάς τὰς συνεχεῖς τῶν ποδῶν κινήσεις . μάσταξ τὸ στόμα : “ μάστακ ' ἐπεί κε λάβῃσι
νάω : ἀφ ' οὗ καὶ ὁ μαστὸς καὶ ἡ μάσταξ . . . . . μαστεύω , . .
6599834 ψευδιστατον
λαλίστερον εὕρηκά σε ” καὶ „ πτωχίστερον „ καὶ ” ψευδίστατον ” Ἀριστοφάνης . Πλάτων „ ἵν ' ἀπαλλαγῶμεν ἀνδρὸς
Ἀττικοὶ διὰ τοῦ ισ , ποτίστατον λέγοντες καὶ λαχνίστατον καὶ ψευδίστατον . Ἀριστοφάνης : ὦ θερμόταται γυναῖκες , ὦ ποτίσταται
6599042 ἁγιαζειν
πρὸ τοῦ καιροῦ τοῦ πολέμου ; Βʹ . Περὶ τοῦ ἁγιάζειν τὰ βάνδα . Γʹ . Περὶ τοῦ προκαθιστᾶν τὰ
] τὸ ἐκ πολλῶν καταλελειμμένον ] καὶ ἀπολειφθέν ἥγιζεν ] ἁγιάζειν γελοίως σάκταν ] σακούλιον . σάκκον πολλὴν ] εἶναι
6597366 ῥεομενην
προαρπάζειν ἕκαστον . τὴν δὲ ἐπείγεσθαι καὶ περιτρέχειν ἀσθμαίνουσαν καὶ ῥεομένην ἱδρῶτι . τοὺς μὲν οὖν ἐκείνης ἑστιάτορας ὀρχεῖσθαί τε
ὑπὸ καταφερείας , ὅθεν , φασί , καὶ Αἰσχύλος τὴν ῥεομένην ἄμπελον μάχλον ἔφη . . . . , :
6595204 βωμολοχον
λείπει τὰ κρέα . Γ θυμέ ] ψυχή . Γ βωμολόχον ] πανοῦργον , λῃστρικόν . Γ ἔξευρέ τι ]
Φιλόχορος β Ἀτθίδος οὐ γὰρ , ὥσπερ ἔνιοι λέγουσιν , βωμολόχον τινὰ καὶ κόβαλον γίνεσθαι νομιστέον τὸν Διόνυσον . .
6595140 Καθα
γ ' ἄν τις διακρίνειε τὰς ἀπάτας περιουσίᾳ συνέσεως . Καθά φασι καὶ τὸν εἰπόντα φιλόσοφον , τί κοινὸν κυνὶ
. ταύτην : Τὴν Πενίαν δηλ . . ὡς : Καθά . ἡμῖν : Ἐν ἡμῖν . . μανίαν :
6591659 Ἀρκτεον
: ἀντιστραφὲν γὰρ τὸ ἔσχατον ὑποκείμενον πρῶτον κατηγορούμενον γίνεται . Ἀρκτέον τοίνυν ἀπὸ τοῦ τρίτου προβλήματος , καὶ δεικτέον ὅτι
χρόνους ἀλλ ' ἐν δυνάμει [ τῆς ποσότητος ] . Ἀρκτέον δὲ ἀπὸ βραχείας . οὕτω τοίνυν ὁ Ἡφαιστίων αὐτὴν
6588959 κροκοειδες
νυκτὶ νεώτερον Ἰφικλῆα . κροκωτόν : ἤτοι ἀπὸ τῆς χρόας κροκοειδὲς , ἢ ἀπὸ τῆς κρόκης ὑφαντόν . διηγήσομαι οὖν
, αἱ δὲ μικραὶ λαγωούς : καὶ αἱ μὲν μεγάλαι κροκοειδὲς ἔχουσι τὸ δέρμα , αἱ δὲ μικραὶ πυρρόν .
6578402 μαχλοσυνη
ἔλθῃ . ματίῃ ματαιότητι : “ ἡμετέρῃ ματίῃ . ” μαχλοσύνη ἀκολασία , καταφέρεια . μεγαλίζομαι μεγαλύνομαι , μεγαλαυχῶ .
' ἄνδρες ἐνείκεον εἵνεκα ποινῆς , διεφέροντο . καὶ ἡ μαχλοσύνη κοινῶς ἐπὶ γυναικὸς μανίᾳ : δέδωκε δ ' αὐτῷ
6577389 Ἀληθεστατα
, οὔτ ' ἔπειτα γενήσεται οὔτε γενηθήσεται οὔτε ἔσται . Ἀληθέστατα . Ἔστιν οὖν οὐσίας ὅπως ἄν τι μετάσχοι ἄλλως
ὃς ἂν τὰ ὀνόματα εἰδῇ εἴσεται καὶ τὰ πράγματα . Ἀληθέστατα λέγεις . Ἔχε δή , ἴδωμεν τίς ποτ '
6574654 Ξενοδαμον
καλουμένων , οἱ δὲ περὶ Σακάδαν ἐλεγείων . ἄλλοι δὲ Ξενόδαμον ὑπορχημάτων ποιητὴν γεγονέναι φασὶ καὶ οὐ παιάνων , καθάπερ
χαλκοῦς : φησὶ δ ' ἐπ ' αὐτῷ τὸ ἐπίγραμμα Ξενόδαμον παγκρατιαστὴν Ἀντικυρέα ἐν ἀνδράσιν Ὀλυμπικὴν ἀνῃρῆσθαι νίκην . εἰ
6569486 πεντεμηνον
Ἀττικοί , παιδάριον μόνως τὸ ἄρρεν Ἕλληνες . πεντετηρίς πεντέκλινον πεντέμηνον Ἀττικοί , πενταετηρίς καὶ τἆλλα ὁμοίως Ἕλληνες . πίομαι
τὰ ὄντα . Πεντετηρὶς καὶ πεντετηρικὸς ἀγών . Πεντάμηνον καὶ πεντέμηνον : πεντάπηχυ καὶ πεντέπηχυ : ἑξάπηχυ καὶ ἕξπηχυ ,
6556567 ἀντωνυμικου
τῷ αὐτῷ προσώπῳ ἐστὶ τὰ τῆς διαθέσεως καὶ τὰ τοῦ ἀντωνυμικοῦ προσώπου , ἢ ἐν ἑτέρῳ προσώπῳ καταγίνεται ἡ ἐκ
δύο τρίτα ποιήσει , λέγω ἓν μὲν τὸ ἐκ τοῦ ἀντωνυμικοῦ πρόσωπον , ἕτερον δὲ τὸ ἐκ τοῦ ῥήματος .
6552881 ἐσχαζον
τρίτον πληθυντικόν . τὸ δὲ εἴποσαν ἐναντίως . ὁμοίως καὶ ἔσχαζον : τὸ δὲ ἐσχάζοσαν ἐναντίον ἐστὶ καὶ τῆς χαλδαϊκῆς
Ἀριστοτέλης Περὶ ζῴων ἱστορίας αʹ . . . : οὐκ ἔσχαζον . εἰώθασι . . . δίοδον χαριζόμενοι τῷ πνεύματι
6541354 δισκοειδες
τὸ φῶς ὥσπερ πρηστῆρα . σχῆμα δὲ αὐτοῦ οἳ μὲν δισκοειδές , Ἡράκλειτος δὲ σκαφοειδές , Στωϊκοὶ δὲ σφαιροειδὲς εἶναι
. σχῆμα δὲ αὐτῆς οἳ μὲν σφαιροειδές , οἳ δὲ δισκοειδές . κατὰ μῆνα δὲ ἐκλείπει , ὡς μὲν Ἡράκλειτός
6536167 Μηδοσαδην
κρατεῖς ἔσεσθαι παρὰ σοῦ . ἐπὶ τούτοις πάλιν ἤρετο τὸν Μηδοσάδην εἰ ἔλεγε ταῦτα . ὁ δὲ συνέφη καὶ ταῦτα
, ὡς ἔφη Μηδοσάδης οὗτος . ταῦτα εἰπὼν ἐπήρετο τὸν Μηδοσάδην εἰ ἀληθῆ ταῦτα εἴη . ὁ δ ' ἔφη
6532861 κακεμφατον
ὑποκρινόμενός ποτε εἰρηκέναι ἕδρας ἐν δράματι καὶ ἐσκῶφθαι διὰ τὸ κακέμφατον . ὁ δὲ Σφυρόμαχος ψήφισμα εἰσηγήσατο , ὥστε τὰς
: ἀντὶ τοῦ “ κακίας ” . ἔχει καὶ τὸ κακέμφατον . παρατηρητέον δέ , ὅτι καὶ οἱ ἀρχαῖοι τὴν
6531506 Μακραν
; Τραχεῖαν ] Τὴν σκληρὰν καὶ δειλήν . Ἄνευθε ] Μακράν . Ἐγχέων ] Ἤγουν τὰ ἔγχη . Ἀκμὰν ]
τῆς προθέσεως . : , : τὴν Λευκὴν . , Μακράν , . : . . . , : ;
6530403 ππ
! [ . . . . . . [ ] ππ [ [ ] ητε ? [ . . .
. . . ] λο [ ] στ [ ] ππ ? [ ] ! ! [ . . .
6529921 ὠιδη
ιϚʹ . ἡμέτερον + βᾶτ ' ἐν δόμωι : ἡ ὠιδὴ καὶ στροφὴ αὕτη ἡ ἐν ἐκθέσει τοῦ δράματος κώλων
. Κύκλωπος ἔσω βλεφάρων ὤσας λαμπρὰν ὄψιν διακναίσει ; [ ὠιδὴ ἔνδοθεν . ] σίγα σίγα . καὶ δὴ μεθύων
6528130 ἐπιμεμπτον
θυμῷ . νωθὴς Ὑδροχόος , τὸ δέ τοι τέλος οὐκ ἐπίμεμπτον . Ἰχθύσι δ ' αὖ κίνδυνα , νόσον τ
αὐτὸν τρόπον καὶ τὸ χρῆσι χρή ἐγένετο ἀποκοπέν . ὅπερ ἐπίμεμπτον ἐν τῇ κατὰ τὸν παρατατικὸν προφορᾷ κατὰ τάσιν ,
6523549 Ἑλλους
καλεῖσθαι : τὸν μέντοι ποιητὴν [ οὐχ ] οὕτω λέγειν Ἑλλοὺς ἀλλὰ Σελλοὺς ὑπολαμβάνει τοὺς περὶ τὸ ἱερόν , προσθεὶς
γραφῆς ἀμφίβολον : οἱ μὲν γὰρ Σελλούς , οἱ δὲ Ἑλλοὺς ἐξεδέξαντο . δεῖ δὲ νοεῖν ὡς ἔστιν ἐκ πλήρους
6522759 σοφιστευσαι
ἀκούσαντες . Τοσαῦτα μὲν ὑπὲρ τῶν φιλοσοφησάντων ἐν δόξῃ τοῦ σοφιστεῦσαι . οἱ δὲ κυρίως προσρηθέντες σοφισταὶ ἐγένοντο οἵδε :
αὐτὸν ὧν αὐτοὶ ἠξιοῦντο . Τοὺς φιλοσοφήσαντας ἐν δόξῃ τοῦ σοφιστεῦσαι καὶ τοὺς οὕτω κυρίως προσρηθέντας σοφιστὰς ἐς δύο βιβλία
6522420 Ἡρακλεων
, ψυκτηρίδιον δὲ δύ ' ὀβολούς , Φιλιππίδου λεπτότερον . Ἡρακλέων δὲ ὁ Ἐφέσιος ὃν ἡμεῖς , φησί , ψυγέα
Ἕλληνες λέγουσι Ἐρύθειαν νῆσον , τὴν πρὸς Γηδείροισι τοῖσι ἔξω Ἡρακλέων στηλέων ἐπὶ τῷ Ὠκεανῷ : τὸν δὲ Ὠκεανὸν λόγῳ
6517635 ἐσκεφθαι
μὴ ἄγαν ξηρὸν χρίεσθαι τὸ σῶμα . ἀναγκαῖον δ ' ἐσκέφθαι , εἴτε ἱδρώσαντι τῷ λουομένῳ περιχέειν προσήκει τὸ ἔλαιον
τε καὶ πολιτικῆς , ἐπιστήμων ἐστίν ; οἶμαι γάρ σε ἐσκέφθαι διὰ τὴν τῶν ὑέων κτῆσιν . ἔστιν τις ,
6516442 Πορρω
ἔφη ὁ Κέβης , τί σοι δοκεῖ περὶ αὐτῶν ; Πόρρω που , ἔφη , νὴ Δία ἐμὲ εἶναι τοῦ
. . : ἄπεχε ] Ἀποχώρει . : ἄπεχε ] Πόρρω ἀπ ' ἐμοῦ ταῦτα ἔστωσαν . οὔποτ ' οὔποτ
6513331 ἀϊσσειν
ἤτοι μέγιστον , ἢ ἐντελῆ σημεῖα φαίνοντα . παρὰ τὸ ἀΐσσειν γέγονεν αἰετός , ὅθεν καὶ ἀναλογώτερον οἱ Ἀττικοὶ ἀετός
ἐκεῖσε . . Αἰγαίῳ ἐν ὄρει . ἢ διὰ τὸ ἀΐσσειν καὶ αὔξειν καὶ θάλλειν τὰ σπέρματα ἢ διὰ τὸ
6503339 ἐρυθρινον
. Σπεύσιππος ἐν δευτέρῳ Ὁμοίων παραπλήσιά φησιν εἶναι φάγρον , ἐρυθρῖνον , ἥπατον . ἐμνημόνευσε δ ' αὐτοῦ καὶ Νουμήνιος
Δωρίων ἐν τῷ περὶ ἰχθύων . Κυρηναῖοι δὲ ὕκην τὸν ἐρυθρῖνον καλοῦσιν , ὡς Κλείταρχός φησιν ἐν Γλώσσαις . ΕΓΚΡΑΣΙΧΟΛΟΙ
6502582 Ἐτ
, ὡς μὴ τούτων ἐθέλειν εἶναι πανταχοῦ τὸ νικᾶν . Ἔτ ' οὖν πιστεύσεις ἐκείνοις τοῖς ὅτι σε ἐξηπάτων λέγουσιν
εὐθύς : οὗ τί ἂν εἴη πάθος δικασταῖς καταγελαστότατον . Ἔτ ' οὖν ποθεῖς σκέψασθαι περὶ Σωκράτους , εἰ ὀρθῶς
6494592 ἐλω
καλῶ καλίζω καλιστής καὶ καλιστρῶ , καὶ ὡς ἀπὸ τοῦ ἐλῶ ἐλάζω ἐλαστής καὶ ἐλαστρῶ , οἷον : δινεύοντες ἐλάστρεον
ἅπτεται χροός καὶ μὴν ὑβρίζοντ ' αὐτίκ ' ἐκ βάθρων ἐλῶ , ῥυτῆρι κρούων γλουτὸν ὑπτίου ποδός ἑωθινὸς γάρ ,
6491734 Χοιροβοσκος
ι ἀνερείπτω , καὶ ἐξ αὐτοῦ ἀνηρείψαντο . οὕτως ὁ Χοιροβοσκός . : τὸν καὶ ἀνηρείψαντο θεοὶ . . .
τὴν παραλήγουσαν παρήλλαξε καὶ κατὰ τὴν κλίσιν . οὕτως ὁ Χοιροβοσκός , . , . . . . Ἁλωτός :
6490292 πτηνην
μεταφορᾶς ὄρνιθός τινος κίσσης οὕτω λεγομένης , ὡς γὰρ τὴν πτηνὴν κίσσαν ποικίλην εἶναι πτιλώσεως ἕνεκα καὶ φωνῆς , οὕτως
ἐπιμονὴ Ῥεβέκκα γίνεται . χωρὶς δὲ ἱκετείας καὶ δεήσεως τὴν πτηνὴν καὶ μετάρσιον ἀρετὴν Σεπφώραν Μωυσῆς λαβὼν εὑρίσκει κύουσαν ἐξ
6485803 πλεγματος
ἐταπείνου καὶ τροφῆς ὄρεξιν ἐνεποίει σφοδροτέραν , τηνικαῦτα ἐντὸς τοῦ πλέγματος περιβαλόντες ἱερεῖα πρὸς τὴν ἐπιθυμίαν , οὕτω παρεσκεύασαν χειροήθη
μελαγχολικὸν μεταβολὴ γίνεται , ἢ τοῦ κατὰ τὸν ἐγκέφαλον δικτυοειδοῦς πλέγματος τοιαύτην καταδεδεγμένου ποιότητα , τὰ τοιαῦτα τῶν παθῶν συνίσταται
6485776 Ὑπερβορεον
τινὸς Ἀθηναίου , ὥς φησι Φανόδημος : Φιλοστέφανος δὲ τὸν Ὑπερβόρεον Θεσσαλόν φησιν εἶναι : ἄλλοι ἀπὸ Ὑπερβορέου Πελασγοῦ τοῦ
τινὸς Ἀθηναίου , ὥς φησι Φιλόδημος . Φιλοστέφανος δὲ τὸν Ὑπερβόρεον Θεσσαλόν φησιν εἶναι . ἄλλοι ἀπὸ Ὑπερβορέου Πελασγοῦ τοῦ
6482941 ἐνηνεκται
ἐμπέπτωκε καὶ δεῖ πτήσεως μακροτέρας , ἢ κατὰ τῆς γῆς ἐνήνεκται καὶ καιρὸς ἥκει διαναπαύσεως . Μεθίστανται δὲ ὀρνέων γένη
, οὐδεμία γὰρ παρὰ τῶν δικαστῶν ὑπὲρ τοῦ νόμου ψῆφος ἐνήνεκται . ΛΥσεις τῷ νόμῳ , καὶ τοῖς γενομένοις εἰςαχθεὶς
6481278 νωσκω
οὕτω καὶ ἐκ τοῦ νοῶ γίνεται νοΐσκω καὶ κατὰ συναίρεσιν νώσκω καὶ προσθέσει τοῦ γ Αἰολικῶς γνώσκω , ἐπεὶ καὶ
Ἰωνικὴ ἀναδίπλωσις νινώσκω διὰ τῶν δύο ν . τοῦ δὲ νώσκω Ἠπειρωτικὴ γιγνώσκω διὰ τῶν δύο γ . . .
6480722 Ἁλιαρτου
ἐπ ' Ἀνθηδόνα ὁδοῦ , ἡ δ ' Ὠκαλέη μέση Ἁλιάρτου καὶ Ἀλαλκομενίου ἑκατέρου τριάκοντα σταδίους ἀπέχουσα : παραρρεῖ δ
” ποιήενθ ' Ἁλίαρτον ” . λέγεται δὲ κτισθῆναι ὑπὸ Ἁλιάρτου τοῦ Θερσάνδρου . τὸ ἐθνικὸν Ἁλιάρτιος ὡς Βοιώτιος .
6480523 προσαναθεσθαι
καὶ ἐνθέσθαι . λέγοιτο δ ' ἂν καὶ πληρώσασθαι καὶ προσαναθέσθαι ἐπὶ τοῦ καταστρώματος , ἐμβαλέσθαι καὶ ἐσβαλέσθαι . ἐκθέσθαι
τινά φασι θεασάμενον ἐκ τῆς κλίνης αὐτοῦ κρέμασθαι ᾠά , προσαναθέσθαι ὀνειροκρίτῃ : τὸν δὲ εἰπεῖν , ὀρύττων θησαυρὸν εὑρήσεις
6480267 ἀποτροπων
γίνεται , ἐν τῷ δημηγορικῷ καὶ ἐπὶ τῶν προτροπῶν καὶ ἀποτροπῶν εἰρήκαμεν καὶ ἐν τῷ ἀπολογικῷ εἴδει πάλιν ἐπὶ τελευτῆς
καὶ τῶν πράξεων καὶ περὶ τῶν καθηκόντων προτροπῶν τε καὶ ἀποτροπῶν . οὕτω δ ' ὑποδιαιροῦσιν οἱ περὶ Χρύσιππον καὶ
6468980 προπερισπᾳ
ἵκωμαι . . . . Ι : Σόωσι : Τυραννίων προπερισπᾷ ὡς νοῶσιν , ὡς ἀπὸ τοῦ σοῶ περισπωμένου ,
σὺ δέ κεν κακὸν οἶτον ὄληαι ” . Τυραννίων δὲ προπερισπᾷ : καὶ δῆλον ὅτι καὶ τὸ πρῶτον αὐτοῦ πρόσωπον
6466731 ἀμβλισκειν
] Καὶ ἐὰν νέον ὂν ? [ δόξηι - ] ἀμβλίσκειν ? [ ἀμβλίσκουσιν - ] ; Τὸ νέον ἀντὶ
. Ἐκτρῶσαι : τοῦτο φεῦγε , λέγε δὲ ἐξαμβλῶσαι καὶ ἀμβλίσκειν . Δυσὶ μὴ λέγε , ἀλλὰ δυοῖν . Δυεῖν
6461828 Φαυλον
σημαίνει τὸ ἁπλοῦν καὶ ῥᾴδιον , καὶ τοῖς λοιποῖς . Φαῦλον , τὸ ἁπλοῦν . καὶ Εὐριπίδης ἐν τῷ Λικυμνίῳ
μὲν μέσον εἶπον εἶναι , τινὲς δ ' ἀστεῖον . Φαῦλον δὲ μηδένα προστάτην ἀγαθὸν οἴκου γίγνεσθαι , μηδὲ δύνασθαι
6453237 Ὠρωπου
' Ὠρωπός τε καὶ Ἀμφιάρεια λοετρά „ . κέκληται ἀπὸ Ὠρωποῦ τοῦ Μακεδόνος τοῦ Λυκάονος . [ ἔστι καὶ ἄλλη
εὐθὺς ναυμαχεῖν ἠναγκάζοντο : ὁ γὰρ Ἀγησανδρίδας ἀριστοποιησάμενος ἐκ τοῦ Ὠρωποῦ ἀνήγαγε τὰς ναῦς : ἀπέχει δὲ μάλιστα ὁ Ὠρωπὸς
6444345 Ἀναγκαιοτατα
χαίρουσιν , οἱ δ ' ἀγαθοὶ τῶν ἀνθρώπων ἀληθέσιν . Ἀναγκαιότατα λέγεις . Εἰσὶν δὴ κατὰ τοὺς νῦν λόγους ψευδεῖς
τε καὶ αἰσχυντηλῶς ᾄδοντες ἀπροθύμως ἂν τοῦτ ' ἐργάζοιντο ; Ἀναγκαιότατα μέντοι λέγεις . Πῶς οὖν αὐτοὺς παραμυθησόμεθα προθύμους εἶναι
6442514 Λαμπη
, πόλις Πελοποννήσου , πλησίον Ἄργους , ὡς Φίλων . Λάμπη . . . ἔστι καὶ τρίτη τῆς Ἀργολίδος ,
ἀπὸ Ἰουδαίου Σπάρτωνος ἐκ Θήβης μετὰ Διονύσου ἐστρατευκότος . : Λάμπη , πόλις Κρήτης , Ἀγαμέμνονος κτίσμα , ἀπὸ Λάμπου
6440552 Φυσιν
χρυσίου . Ὁ * βίος ἔστ ' ἀλαζονείας δεόμενος . Φύσιν ἔχειν ἄριστόν ἐστι , δεύτερον δὲ * . χαλεπὸν
τοῖς ἐντυγχάνουσιν τῶν ἐχθρῶν γιγνομένους . Παντάπασι μὲν οὖν . Φύσιν γὰρ οἶμαί τινα τῶν φυλάκων τῆς ψυχῆς ἐλέγομεν ἅμα
6436107 Πειθωνα
χώρας ἔστε ἐπὶ θάλασσαν σατράπην ἀπέδειξεν [ Ὀξυάρτην καὶ ] Πείθωνα ξὺν τῇ παραλίᾳ πάσῃ τῆς Ἰνδῶν γῆς . Καὶ
ἐπιταχῦναι πρὸς τοὺς βασιλέας . οὔπω δὲ καταλαβόντος ἡ Εὐρυδίκη Πείθωνα καὶ Ἀρριδαῖον μηδὲν ἄνευ αὑτῆς ἠξίου πράττειν . οἱ
6436011 γυψον
σύνεσιν . Τίτανος , ἡ ἄσβεστος : ἐνταῦθα δὲ τὸν γύψον λέγει , ὃν καλοῦμεν σκίῤῥον . Ἐλέφας ἐνταῦθα ,
Τινὲς μὲν γύψον μετὰ λευκοῦ ὠοῦ . Ἐπάνω δὲ τοῦ γύψον , ἤλεκτρος ἦν καὶ χρυσὸς ἡ λεγομένη μαρμάρῳ καὶ
6432954 Αἰξιν
. νεανισκεύεται : Ἄμφις Ἐρίθοις . Ποσείδιππος Δημόταις . Εὔπολις Αἰξίν . ἰδίως δὲ ἐσχημάτικεν τὸ νεανισκεύειν ἐν Δήμοις γυναῖκ
γῆν : καὶ νεατὸν Ξενοφῶν , οὐ νέωσιν . Εὔπολις Αἰξίν : ” ἐπίσταμαι γὰρ αἰπολεῖν , σκάπτειν , νεᾶν
6431209 πιττουσθαι
' ὅλου σκαλεύει καὶ τὰ κεκρυμμένα ἐρευνᾷ . Ψιλοῦσθαι καὶ πιττοῦσθαι βλάβας καὶ ζημίας σημαίνει . Ἔτι καὶ τοῦτο .
, ἄφελε , τὸ μύρῳ χρίεσθαι τὰς πολιὰς καὶ τὸ πιττοῦσθαι μόνα ἐκεῖνα . εἰ μὲν γὰρ νόσος τις ἐπείγει
6429645 μετενηνεχθαι
Φρύγες Θραικῶν ἄποικοί εἰσιν , οὕτω καὶ τὰ ἱερὰ ἐκεῖθεν μετενηνέχθαι . καὶ τὸν Διόνυσον δὲ καὶ τὸν Ἠδωνὸν Λυκοῦργον
αὐτῶν ἀκούομεν καὶ μορφωτικῶς : διὸ καὶ δοκοῦσιν αἱ φωναὶ μετενηνέχθαι ἀπὸ τῶν παρ ' ἡμῖν ζωγράφων ἢ τῶν ἄλλων
6427858 Κλειτομαχον
τοῖς κατὰ μέρος , ὁποῖόν τι πεποιήκασιν οἱ περὶ τὸν Κλειτόμαχον καὶ ὁ λοιπὸς τῶν Ἀκαδημαϊκῶν χορός , ἀλλὰ τὰ
ἄλλοι τινές , ὡς δὲ περὶ ἀκαταλήπτων ἀπεφήναντο οἱ περὶ Κλειτόμαχον καὶ Καρνεάδην καὶ ἄλλοι Ἀκαδημαϊκοί , ζητοῦσι δὲ οἱ
6427515 Ποσειδεης
, ἐπειδή , ὥσπερ εἰρήκαμεν , παρώνυμόν ἐστιν ἀπὸ τοῦ Ποσειδέης : ἐμάθομεν δὲ ὅτι τὰ εἰς ων παρώνυμα βαρύτονα
, τὸ δὲ Ποσειδῶν παρώνυμόν ἐστιν , ἀπὸ γὰρ τοῦ Ποσειδέης γέγονε Ποσειδέων παρωνύμως , ὥσπερ καὶ ἀπὸ τοῦ Ἡρακλέης
6425762 μεμηχανημενον
τὸν Ἡράκλειτον κοπίδων ἐστὶν ἀρχηγός . . . τὰ ἔχει μεμηχανημένον , ἡ δὲ τῶν ῥητόρων πάντα τὰ θεωρήματα πρὸς
τοῦ πράγματος τοιαύτην τελευτὴν εἰληφότος τὸν ὅπως μὴ τοιαύτην λάβοι μεμηχανημένον βουλόμενον αὑτῷ κἀντεῦθεν γενέσθαι τι σαυτοῦ νομίζειν εὐεργέτην ,
6423966 φιλοσοφεις
ὄντες . ” καὶ ἅμα ἐς τὸν Ἀσκληπιὸν βλέψας „ φιλοσοφεῖς , „ ἔφη ” ὦ Ἀσκληπιέ , τὴν ἄρρητόν
ἂν ταῦτα ᾤου . „ „ σὺ δέ , ἐπειδὴ φιλοσοφεῖς , ὦ βέλτιστε , ” ἔφη ” τί περὶ
6423084 στελω
χασμώδεις ὄντες ἐκτείνωσι τὰς χεῖρας . Ἀριστοφάνης Ἀχαρνεῦσι : „ στέλω , κέχηνα , σκορδινῶμαι , πέρδομαι . „ ὅπερ
θέρω . Θρώσκω . ἀπὸ τοῦ θέρω θερίσκω , ὡς στέλω στελίσκω . μεταθέσει τοῦ ο εἰς ω , καὶ
6422754 καυνον
ἀπόληται ; Γ διακαυνιάσαι : καυνιάσαι Γ κληρωθῆναι . Γ καῦνον γὰρ λέγουσι τὸν κλῆρον . ὁ δὲ νοῦς :
, τοὺς δ ' ἐκ καδίσκου . ἀπὸ ποτέρου τὸν καῦνον ἀριθμήσεις ; ληρεῖς ἔχων : γελοῖος ἔσται Κλεισθένης κυβεύων
6421490 Ὀρθοτατα
μεγίστου ἡ σκέψις , ἀγαθοῦ τε βίου καὶ κακοῦ . Ὀρθότατα , ἦ δ ' ὅς . Σκόπει δὴ εἰ
ἢ τὴν τοῦ ἀγαθοῦ μοῖραν αὐτὴν τιθέντες ὀρθῶς θήσομεν ; Ὀρθότατα μὲν οὖν . Οὐκοῦν ὅπερ ἀρχόμενος εἶπον τούτου τοῦ
6410385 θεολογον
γεγονέναι Φερεκύδας Συρίους , τὸν μὲν ἀστρολόγον , τὸν δὲ θεολόγον υἱὸν Βάβυος , ὧι καὶ Πυθαγόραν σχολάσαι . Ἐρατοσθένης
. οὐδὲ τοιοῦτος οἷος ὁ καθόλου Καὶ καθόλου λέγει τὸν θεολόγον , καὶ λέγει μὴ εἶναι τὸν διαλεκτικὸν ἢ τὸν
6408647 ἀπιθανου
τοῦ ἀπιθάνου . ἐὰν τοίνυν ἀνασκευάζωμεν τὴν διήγησιν ἐκ τοῦ ἀπιθάνου , οὕτως ἐπεξελευσόμεθα , δεικνύντες ὅτι καὶ τὸ πρόσωπον
πίστεσιν ἰσχυροὶ οἱ ἐν αὐτῷ λόγοι : διαφέρει δὲ τοῦ ἀπιθάνου : ὅτι τὸ μὲν ἀδύνατον οὐδὲ μίαν ἔχει τοῦ
6407990 Μηκος
, χωρὶς δὲ τοῦ κατακολπίσαι ὁ περίπλους στάδια ͵δ . Μῆκος δὲ ἀπὸ Μαλέας ἕως Αἰγίου στάδια ͵αυʹ . Ἔχει
χώρας τό τ ' ἐλάχιστον , καὶ τὸ μέγιστον . Μῆκος δὲ τὸ ἀπὸ τῆς ἑσπέρας ἐπὶ τὴν ἕω :
6403459 ἐδαπανωντο
μὴ γὰρ ἦν , οὐκ ἂν ἐπεθύμουν οὐδ ' ἂν ἐδαπανῶντο . ἐγὼ δὲ τοῦτ ' ὀλίγον χρόνον χρήσας ἀφειλόμην
μὴ γὰρ ἦν , οὐκ ἂν ἐπεθύμουν οὐδ ' ἂν ἐδαπανῶντο . ἐγὼ δὲ τοῦτ ' ὀλίγον χρόνον φύσας ἀφειλόμην
6402151 συνεδρευοντα
ἀπὸ τῶν περιστατικῶν λέγει : ταῦτα δὲ τὰ περιστατικὰ καὶ συνεδρεύοντα καλεῖται , διὰ τὸ παντὶ παρεῖναι πράγματι : πᾶν
καὶ αἱ διαθέσεις καὶ τὰ ἔργα τῶν προσώπων καὶ τὰ συνεδρεύοντα τούτοις , ἀπὸ τῆς πρώτης κατασκευῆς τῶν γραμμάτων γίνεσθαι
6397142 ἀσπαλακος
θεραπεύεται αὐτῆς τὸ δῆγμα . κεφ . μʹ . περὶ ἀσπάλακος . ὅτι ἀσπάλαξ ἐστὶ τυφλὴ γαλῆ , ὃς ὑπὸ
ἁγνός . ἐὰν δὲ καὶ τὴν καρδίαν φορῇ τοῦ τοιούτου ἀσπάλακος , μείζονα καὶ κρείττονα ποιεῖ τὸν φοροῦντα . ἡ
6391958 ὑποδιαιρειται
ἤγουν ὅρος . Διαιρουμένη γὰρ ἡ Εὐρώπη ἀπὸ τῆς Ἀσίας ὑποδιαιρεῖται καὶ εἰς τὴν Λιβύην . Ἄμφω δ ' ἶσον
συμφέρον , τοῦ δὲ πανηγυρικοῦ τὸ καλόν . τούτων ἕκαστον ὑποδιαιρεῖται εἰς τάδε . τὸ μὲν δίκαιον εἴς τε τὸ
6388069 Χρυσιδα
κατὰ τῆς γῆς καὶ τὰ ἄλλα φάσματα ἠφανίσθη καὶ τὴν Χρυσίδα ἐξεπέμψαμεν περὶ αὐτό που σχεδὸν τὸ λυκαυγές . εἰ
. Μένανδρος δ ' ἐν Κόλακι τάσδε καταλέγει ἑταίρας : Χρυσίδα , Κορώνην , Ἀντίκυραν , Ἰσχάδα , καὶ Ναννάριον
6387865 Λυσικλεα
μὲν περὶ τὸν δῆμον τὸν Ἀθηναίων γεγένημαι βέλτιστος ἀνὴρ μετὰ Λυσικλέα καὶ Κύνναν καὶ Σαλαβακχώ , ὥσπερ νυνὶ μηδὲν δράσας
ΓΘ βέλτιστος ἀνὴρ : εὔνους καὶ ἄριστος . ΓΘ μετὰ Λυσικλέα καὶ Κύνναν καὶ Σαλάβακχαν : Λυσικλῆς ὡς προβατοκάπηλος διεβάλλετο
6386081 μελαγχολωντα
καλῶς Νέρωνα ἀπετρέπετο Μουσώνιος κιθαρῳδοῦντα . καλῶς Δομετιανὸν ἐξέκλινε Δημήτριος μελαγχολῶντα . ἐγὼ δὲ τίνα ἂν ἔσχον ἀπολογίαν πρὸς τοὺς
Ζεὺς γὰρ ἐγὼ αὐτοῖς βίον παρέχω . πρὸς ὃν ὡς μελαγχολῶντα ἐπέστειλεν ὁ Φίλιππος : Μενεκράτει ὑγιαίνειν . παραπλησίως δὲ
6385897 Σαλπην
Μνασέαν συνταξάμενον τὰ ἐπιγραφόμενα παίγνια διὰ τὸ ποικίλον τῆς συναγωγῆς Σάλπην οἱ συνήθεις προσηγόρευον . Νυμφόδωρος δὲ ὁ Συρακόσιος ἐν
προσηγόρευον . Νυμφόδωρος δ ' ὁ Συρακούσιος Λεσβίαν φησὶ γενέσθαι Σάλπην τὰ παίγνια συνθεῖσαν . Ἄλκιμος δ ' ἐν τοῖς
6383375 Τερας
θῶκος ] ἤγουν ναός Θεσπρωτοῦ ] ἀπὸ Θεσπρωτίδος γῆς ὠνομασμένου Τέρας ἄπιστον : ἀπιστοῦσι γὰρ ἄνθρωποι εἶναι δρῦν φωνητικήν ,
οὐδ ' αὖ ἃ μὴ οἶδεν , ἃ οἶδεν . Τέρας γὰρ ἔσται . Πῶς οὖν ἂν ἔτι ψευδῆ δοξάσειεν
6370829 σκευαρι
οἰκῶν ἐν πόλει . καὶ ναὶ μὰ Δί ' ἄλλα σκευάρι ' οἰκητήρια ἐβίασέ μου τὴν γυναῖκα . παραβάλλεταί σε
λέγω μέντοι , σὲ τὸν τεθνηκότα . Ἄνθρωπε , βούλει σκευάρι ' εἰς Ἅιδου φέρειν ; Πός ' ἄττα ;
6370228 ἀναδιπλασιασμῳ
παρακείμενος ἤνοθα συνήθως τραπέντος τοῦ ε εἰς ο καὶ Ἀττικῷ ἀναδιπλασιασμῷ ἀνήνοθα . Ζηνόβιος , , . . α .
, ὁ πληθύων . ἀπὸ τοῦ χλῶ παράγωγον χλάζω καὶ ἀναδιπλασιασμῷ καχλάζω , οὗ παρατατικὸς ἐκάχλαζον . τὸ οὖν χλῶ
6366383 Σμυρναιον
τοῖς σίτου ἀποροῦσιν οἱ ὄροβοι , ἐπὶ Νικήτην ἴωμεν τὸν Σμυρναῖον . οὗτος γὰρ ὁ Νικήτης παραλαβὼν τὴν ἐπιστήμην ἐς
τῷ μεγέθει τῆς φύσεως . οἱ μὲν γὰρ ἔφασαν γενέσθαι Σμυρναῖον , οἱ δὲ Χῖον , οἱ δὲ Κολοφώνιον ,
6364631 ἀπογραφομενοι
ἐκ δεξιῶν καὶ ὁ ἐξ ἀριστερῶν , οὗτοί εἰσιν οἱ ἀπογραφόμενοι τὰς ἁμαρτίας καὶ τὰς δικαιοσύνας : ὁ μὲν ἐκ
ὁ κριτὴς ὁ πανθαύμαστος ; καὶ τίνες οἱ ἄγγελοι οἱ ἀπογραφόμενοι ; καὶ τίς ὁ ἄγγελος ὁ ἡλιόμορφος ὁ τὸν
6362860 Μαργιτην
ὅλως σοφὸν ἕτερον παρὰ τόν τινα σοφὸν καί τινα ποίησιν Μαργίτην ὀνομαζομένην Ὁμήρου . μνημονεύει δ ' αὐτῆς οὐ μόνον
εὐαγγελίων θυσίας τὴν βουλὴν κατέστησεν , ἐπωνυμίαν δ ' Ἀλεξάνδρῳ Μαργίτην ἐτίθετο , ἀπετόλμα δὲ λέγειν ὡς οὐ κινηθήσεται ἐκ
6362077 Ἀρριανωι
τοιοῦτον δέ τι καὶ ὁ καρτερός , ὡς δηλοῖ παρὰ Ἀρριανῶι τὸ Θηβαίων ἐγένετο καρτερός . Α . . ,
πάλαι Ἡρακλῆν ἢ κατὰ τὸν ὕστερον Ζιήλαν τὸν παρὰ τῶι Ἀρριανῶι . : τοὺς δὲ Πέρσας , ὧν μητρόπολις ἡ
6361739 Κτησιβιου
εὗρε μέλος θείων πάτριον ἐξ ὑδάτων . ἀλλ ' εἰ Κτησιβίου σοφὸν εὕρεμα τίετε τοῦτο , δεῦτε , νέοι ,
δοκοῦν τῶν ὑπαρχόντων πρότερον , τό τε χαλκέντονον τὸ ὑπὸ Κτησιβίου παραδειχθέν , οὐ μόνον ξένην ἔχον διάθεσιν , ἀλλὰ
6359434 Παντως
καὶ ἀκοῦσαι ; “ τί φήσομεν , ὦ Ἱππία ; Πάντως δήπου φήσομεν , ὦ Σώκρατες , καὶ ἐν τοῖς
ὅσον γέ με εἰδέναι . Ἆρ ' οὐδὲ γεωμετρικός ; Πάντως δήπου , ὦ Σώκρατες . Ἦ καὶ ἀστρονομικὸς καὶ
6357892 Ἀγγελον
. . : θῶπτε ] Θώπευε . : τρόχιν ] Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . * : τρόχιν ]
Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . * : τρόχιν ] Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . δηλοῖ δὲ τὸν σπουδαῖον
6357323 σκαφοειδη
κυρτὸν κάτω πρὸς τὴν ἡμετέραν ὄψιν . , Ἡ . σκαφοειδῆ . , Ἡ . ταὐτὸν πεπονθέναι τὸν ἥλιον καὶ
ἄναμμα νοερὸν τὸ ἐκ θαλάττης εἶναι τὸν ἥλιον . , σκαφοειδῆ , ὑπόκυρτον . , κατὰ τὴν τοῦ σκαφοειδοῦς στροφήν
6353992 νιψεν
δάνος ὤπασεν Ἕκτωρ . Κώκυτός τοι μοῦνος ἀφ ' ἕλκεα νίψεν Ἄδωνιν . Τὸν δ ' ἐκάλυψε θάλασσα λιλαιόμενον βιότοιο
, ὃ καὶ νίπτεσθαι λέγεται , ὡς δηλοῖ τὸ „ νίψεν ἀπὸ χρωτός „ , φασὶν οἱ παλαιοὶ ὡς οἱ
6353517 θριγκου
. τοῖς φραγμοῖς τῶν οἴκων . ἀντὶ τοῦ ἐπὶ τοῦ θριγκοῦ . συγκάμψας . ὡς εἰς χόανον τὸν πρωκτὸν ἐμβαλεῖν
Πρωτοθρονίης καλουμένης Ἀρτέμιδος : ἀγάλματα δὲ ἄλλα τε ἐπὶ τοῦ θριγκοῦ καὶ γυναικὸς εἰκὼν πρὸς τῷ πέρατι ἕστηκε , τέχνη
6350610 ἐκπεμφθεντες
τῆς Σικελίας Κελτοὶ καὶ Ἴβηρες δισχίλιοι κατέπλευσαν εἰς Κόρινθον , ἐκπεμφθέντες ὑπὸ Διονυσίου τοῦ τυράννου συμμαχῆσαι Λακεδαιμονίοις , εἰς μῆνας
γενέσθαι ἐλθεῖν . ξυνέβαινον δὲ τούτοις καὶ οἱ παρὰ Ἀλεξάνδρου ἐκπεμφθέντες πρέσβεις πρὸς Ἀβισάρην . καὶ ταῦτα οὐ χαλεπῶς πιστεύσας
6350542 βαρυνων
καὶ τοὺς ἵππους . Ῥέπων τε , φησὶ , καὶ βαρύνων : ῥέπων μὲν αὐτὸς ἅτε βρίθων τῆς γενεσιουργοῦ δυνάμεως
ἰώμεθα πυρίαιϲ καταιονήϲεϲι καὶ τοῖϲ παραπληϲίοιϲ . εἰ δὲ ὄγκοϲ βαρύνων ἢ θλῶν ὀδύνην ἐργάζοιτο , τὸν ὄγκον ἰατέον διὰ
6349405 νοσερου
, ἰδοὺ κλίνη : ἀναπεσὼν πύρεττε . Δύσκολος ἀστρολόγος παιδὸς νοσεροῦ γένεσιν λέγων , πολυχρόνιον αὐτὸν τῇ μητρὶ † ὡς
ἐχρίετο ἀλείμμασι , προσφιλοτιμούμενος τῇ ῥᾳθυμίᾳ . Ὁ Πλάτων , νοσεροῦ χωρίου λεγομένου εἶναι τῆς Ἀκαδημείας , καὶ συμβουλευόντων αὐτῷ

Back