Κηρωτὴ ποδαγρικὴ ποιοῦσα ἐν αὐταῖς ταῖς ἀκμαῖς τῶν ὀδυνῶν . Ὠῶν ἑπτὰ τὰς λεκίθους βαλὼν ἐν θυείᾳ καὶ ἐπιβαλὼν χυλοῦ
δὲ λευκὸς ἔσται μέλας , τέφρας κληματίδων μελανῶν ἐμβαλλομένης . Ὠῶν τριῶν τὰ λευκὰ βαλὼν εἰς ἄγγος , τάραξον ἵνα
7137816 κανθαριδας
καὶ προσθετὰ , δυνάμενα χόριον ἐξάγειν καὶ ἐπιμήνια κατασπάσαι : κανθαρίδας πέντε ἀποτίλας τὰ πτερὰ καὶ τοὺς πόδας καὶ τὴν
καὶ τἄλλα τὰ αὐτὰ διδόναι φάρμακα . Διδόναι δὲ καὶ κανθαρίδας , ἄνευ πτερῶν καὶ κεφαλῆς , τέσσαρας τρίβων καὶ
6686041 ὀπτωμενα
φιλομουσίαν τὰ ὄρη καὶ τὰς πέτρας ἀκολουθεῖν , κρέα δὲ ὀπτώμενα τῶν Ἡλίου βοῶν φωνὴν προΐεσθαι τοῖς ἀνθρώποις συνετήν :
, κρόκου τρεῖς μοῖραι , μέλι ὀλίγον , σὺν οἴνῳ ὀπτώμενα . Ἕτερον : λιβανωτοῦ μοῖρα , σμύρνης μοῖρα ,
6473229 μισθωματα
καὶ τὰς ψαλτρίας καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα τῶν ἀκροαμάτων τὰ μισθώματα λαμβάνειν ἀπὸ πρωὶ μέχρι μεσούσης ἡμέρας καὶ μέχρι λύχνων
καὶ τὰς ψαλτρίας καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα τῶν ἀκροαμάτων τὰ μισθώματα λαμβάνειν ἀπὸ πρωὶ μέχρι μεσούσης ἡμέρας καὶ μέχρι λύχνων
6458146 ἐνιεμενα
κυμίνου ἢ ἀνήθου μεμιγμένου τε καστορίου . εὐτονώτερον δὲ καθάπτεται ἐνιέμενα κενταυρίου ἀφέψημα ἢ κολοκυνθίδος , νῦν μὲν ὕδατι ,
φύλλα κατὰ τὴν κοιλίαν τιθέμενα . τὰς δ ' ἀσκαρίδας ἐνιέμενα ἀναιρεῖ καλαμίνθης ὁ χυλὸς καὶ ἡ κεδρία . τὰς
6454810 πεπερατωμενα
τότε ἤτοι τὰ πέρατα τῶν περάτων ἅπτεται , ἢ τὰ πεπερατωμένα τῶν πεπερατωμένων , ἢ καὶ τὰ πεπερατωμένα τῶν πεπερατωμένων
: ᾗ μὲν γὰρ τὰ πέρατα ἀλλήλων ἅπτεται , τὰ πεπερατωμένα οὐχ ἅψεται ἀλλήλων , ᾗ δὲ τὰ πεπερατωμένα ,
6418916 στελεχη
, καὶ πωμάσαντες καὶ ἀσφαλισάμενοι , ὥστε μηδὲ πρὸς τὰ στελέχη , μηδὲ πρὸς ἄλληλα συγκρούειν καὶ ῥήγνυσθαι , ἕξουσι
τε κέκτηνται ἀντὶ δοράτων , καὶ ἀντ ' ἀσπίδων τὰ στελέχη . ἢ Γίγαντας τὸν σῖτον , ὃς τὰς ἀνθερίκας
6414028 στρουθια
. καὶ Φιλήμων δ ' ἐν Ἀγροίκῳ τὰ κυδώνια μῆλα στρουθία καλεῖ . Φύλαρχος δ ' ἐν τῇ Ϛʹ τῶν
ὅ τε σικυὸς καὶ ἡ κολοκύντη καὶ μῆλα Κυδώνια καὶ στρουθία καὶ εἴ τι τοιοῦτον , ταῦθ ' ὅταν προσενεχθῇ
6382279 ᾠων
, ἴτρια τραγήμαθ ' ἧκε , πυραμοῦς , ἄμης , ᾠῶν ἑκατόμβη : πάντα ταῦτ ' ἐχναύομεν , ἐμασώμεθ '
καὶ ἐπιπολαστικὰ καὶ βραδέως πεττόμενα καὶ ἀναδιδόμενα , καὶ τῶν ᾠῶν τὰ σκληρυνόμενα ἐν τῇ ἑψήσει ἢ ὀπτήσει ἢ τηγάνῳ
6368261 γιγγιδια
τῶν ὀρνέων τὰ ἄγρια καὶ ξηρὰ καὶ λαχάνων ἀϲπάραγον , γιγγίδια , πράϲα , ϲινήπια , καυκαλίδαϲ καὶ τὰ λοιπὰ
τὰ δὲ κίχορα οἱ Ἀττικοὶ κιχόριά φασιν , ἡμεῖς δὲ γιγγίδια Περσεῖον ] βοτάνης εἶδος ἔπουσιν ] λέγουσιν ἔπουσιν ]
6363797 τασσομενα
ὄνομα ) διαπρύσιος . ὁμοίως καὶ τὰ ἐπ ' ἀριθμῶν τασσόμενα διὰ τοῦ σιος διὰ τοῦ ι γράφονται , οἷον
. Τὰ δὲ τάγματα ὄπιθεν τῶν ἄκρων τῆς δευτέρας ἑκατέρωθεν τασσόμενα δεῖ ὡς ἀπὸ ἑνὸς σαγιττοβόλου αὐτῶν εἰς νωτοφυλακὴν ταῦτα
6359721 κληματινη
κατάπλαϲϲε . τὰϲ δὲ ἐκϲαρκώϲειϲ τὰϲ ἐπὶ τῶν διδύμων τέφρα κληματίνη νίτρῳ καὶ ὕδατι φυραθεῖϲα ἰᾶται καταπλαϲϲομένη . κνηϲμοῦ δὲ
ἔλαιον ἐν μελικράτῳ καὶ ϲύκων ἀφέψημα καὶ κονία ϲυκίνη ἢ κληματίνη ϲὺν οἴνῳ πολλῷ καὶ ὀρίγανοϲ ἢ θύμοϲ ϲὺν κονίᾳ
6326872 ἐκλεξας
μὴ δὴ ταῦθ ' ὑμῖν τῶν ἐκ τοῦ νόμου ῥημάτων ἐκλέξας λεγέτω , ἃ φιλανθρωπότατ ' ἐστὶν ἀκοῦσαι : ἀλλ
, ὅμως δ ' ὡς ἄν τις ἔχοι τῶν γνωριμωτάτων ἐκλέξας εἰπεῖν ῥᾳθυμία παραλιπεῖν . κοινῇ μὲν οὖν πάντες ποιηταὶ
6304889 ἐσχαρων
. . . . . . [ ] [ ] ἐσχαρῶν ? ? [ θανών ] : [ ] ι
Ἀχαιοί . τοῦτο δὲ εὑρίσκεται πλῆθος ἄπιστον : τῶν γὰρ ἐσχαρῶν οὐσῶν πεντήκοντα ὀβελίσκοι γίνονται πεντακόσιοι καὶ χιλιάδες βʹ ,
6286485 πτερυγια
οὔκ ἐστι δὲ νυκτερινός . ἔχει τε περὶ τὰ ὦτα πτερύγια , διὸ καὶ ὦτος καλεῖται : μέγεθος περιστερᾶς ,
καὶ τῶν χειρῶν καὶ τὰ τῶν ὤμων νεῦρα καὶ τὰ πτερύγια . Ἄλλο . Λαγωοῦ ἀστράγαλοι περιαπτόμενοι πάνυ τὰ ἀρθριτικὰ
6269094 ῥοιων
. Πάντων δὲ κάλλιον γῆν προετοιμάζειν ἐψυγμένην ἀργιλλώδη , ἢ ῥοιῶν φύλλα ξηρὰ καὶ σεσησμένα : καὶ ὅταν ὁ σῖτος
τοπικοῖς χρῶ . Ἐπὶ τοίνυν τῶν πολύπων τῷ διὰ τῶν ῥοιῶν χρησόμεθα : πάνυ γὰρ ἄκρως ἐνεργεῖ . λαμβανέσθωσαν δ
6258976 πλυθεντα
δὲ τὸν χυλὸν οὕτως : τὰ ἁπαλώτατα φύλλα τῆς ἐλαίας πλυθέντα κόψας ἐν ὅλμῳ , σύμμετρον ὕδατος παραχέων , δι
ἐν δὲ τῇ πλύσει σκέπτεσθαι ὁκοῖα ἅσσα γίνεται τὰ ῥάκεα πλυθέντα , ὅταν ἐν ἡλίῳ τέρσηται : κράτιστον δὲ ἐν
6257161 πεπερατωμενων
τὸ πεπερατωμένον σῶμα . εἰ οὖν φαμεν τὸ μεταξὺ τῶν πεπερατωμένων σωμάτων τόπον εἶναι , ἔσται σῶμα ὁ τόπος :
τὰ πεπερατωμένα τῶν πεπερατωμένων ἅψεται ἢ καὶ τὰ πεπερατωμένα τῶν πεπερατωμένων καὶ τὰ πέρατα τῶν περάτων , οἷον ἐπὶ τοῦ
6251877 ἀπεδυσε
καὶ διώκων , Περίανδρός σφεα ἀπετέλεε . Μιῇ δὲ ἡμέρῃ ἀπέδυσε πάσας τὰς Κορινθίων γυναῖκας διὰ τὴν ἑωυτοῦ γυναῖκα Μέλισσαν
ἐκτραπέλους μυρμηκιάς . κἂν ἐντύχῃ πού μοι βαδιζούσῃ μόνῃ , ἀπέδυσε κἀνέδυσε χορδὰς δώδεκα . καὶ Ἀριστοφάνης ὁ κωμικὸς μνημονεύει
6224420 ἀπιους
κονιορτὸν ἐκτυφλοῦντα . αὑτὸς δ ' ἀνὴρ πωλεῖ κίχλας , ἀπίους , σχαδόνας , ἐλάας , πυόν , χόρια ,
, φησὶν Ἴστρος ἐν τοῖς Ἀργολικοῖς . ὅτι δὲ τὰς ἀπίους ἐν ὕδατι εἰσέφερον εἰς τὰ συμπόσια Ἄλεξις ἐν Βρεττίᾳ
6215079 βαπτομενα
μέλιτος καὶ ἐλαίου . [ Πρὸς βῆχας . ] Σῦκα βαπτόμενα εἰς ἄκρατον καὶ λαμβανόμενα ὠφελεῖ . ἄλλο . ῥητίνην
, ὥσπερ ἂν εἰ καὶ γραφεῖς ποιῶσι . καὶ τὰ βαπτόμενα δὲ πάντα τὰς χρόας ἀπὸ τῶν βαπτόντων λαμβάνει .
6208214 ἀρτυσεις
τὰ πάνυ δύσοσμα καὶ τὰς ἐπισήμους εὐωδίας καὶ τὰς ἐπισήμους ἀρτύσεις . λαχάνων δὲ πονηρότατα εἰς τὰ παρόντα τὸ σέλινον
καὶ τὰ πάνυ δύσοσμα καὶ τὰς ἐπισήμους εὐωδίας τε καὶ ἀρτύσεις καὶ τὰ ἄλλα τὰ δριμέα . ἀπεχέσθω δ '
6186505 ἐμβαλλομενα
: αἱ χοινικίδες , αἱ πλῆμναι : ἐνήλατα : τὰ ἐμβαλλόμενα ταῖς χοινικίσιν : ἐνήλατα : οἱ πασσαλίσκοι οἱ πρὸς
ὀλίγον ὑποκαίοντα ἢ ἄνθραξιν , ὡς μὴ φρύγηται : καὶ ἐμβαλλόμενα πάντα ἄνυδρα ἔστω , καὶ τὰ ἕλκεα μὴ τεγγέσθω
6164548 τρυβλια
⌈ καὶ ταῦτα . Γ ἐκ κηθαρίου : τὰ ἐκπέταλα τρύβλια , ἃ Εὐφρόνιος κήθια : ” μικρὸν οὖν ῥοφοῦντα
στέφανον διαπρεπῆ καὶ βυσσίνων ὀθονίων ἱστοὺς ἑκατὸν καὶ φιάλας καὶ τρύβλια καὶ κρατῆρας χρυσοῦς δύο πρὸς ἀνάθεσιν . Ἔγραψε δὲ
6155928 ἁρμονικας
ἀλλὰ πρὸς τοῦτο μὲν ἤρκεσεν ἡ Μιλησίου μοῦσα , τὰς ἁρμονικὰς ἀναψαμένη χάριτας , καὶ πολλὰ παραπεσοῦσα μετ ' ἀφροδίτης
γῆς . Περιέχουσιν οἱ ἀριθμοὶ μεσοτήτων ἀριθμητικὰς ε γεωμετρικὰς ζ ἁρμονικὰς γ συμφωνιῶν δὲ ἐν λόγοις ἐπιμορίοις καὶ πολλαπλασίοις :
6153451 νεοττια
' ἐνοικοῦντες λύκοι . ᾠῶν δ ' ἐν αὐτῇ διέτρεχεν νεόττια . μόνος γὰρ ἦν λέγων ἄκουσμα κἀκρόαμα . καὶ
καὶ ἐκ τούτων δὲ ὑποθετέον ταῖς ὄρνισι . Τὰ δὲ νεόττια ταῖς πρώταις ἡμέραις ἔσω μένειν χρή . εὐδίας δὲ
6141558 ἀποπατηματα
δὲ λέγειν τὰ ὑποχωρήματα , ἅπερ οἱ ἰατροὶ σκύβαλα καὶ ἀποπατήματα εἰώθασι καλεῖν ξυννενημένων : ξυσεσωρευμένων σημείωσαι κοτύλην ὕδατος δύο
. Ἀλέξανδρος ἐν τῷ περὶ θηριακῶν κελεύει τὰ τῶν αἰγῶν ἀποπατήματα , ἄν τε ὑγρὰ ἦ , ἄν τε ξηρά
6134611 σκιλλας
εἰς τὸν βόθρον κόχλακας . ἐὰν δὲ ὦσι προπεφυτευμέναι , σκίλλας παραφύτευσον . αὗται γὰρ ἀντιπαθοῦσαι οὐκ ἐῶσιν αὐτὰς χαίνειν
φησί , μᾶλλον ἀπελθεῖν εἰς τὰ μνημεῖα καὶ τὰς γεγραιωμένας σκίλλας τίλλειν ἤπερ ἐμοὶ ἐρίζειν : αὗται γὰρ παντελῶς ἄχρηστοί
6120225 πυρηνων
. Πρὸς δὲ τὰς ἀνατροπὰς τοῦ στομάχου ῥοιᾶς ὀξείας τῶν πυρήνων χυλοῦ μέρη τρία , ἡδυόσμου χυλοῦ μέρος ἕν .
καὶ χόνδρον δι ' ὕδατος ψυχροῦ ἢ ὀξυκράτου ἢ μετὰ πυρήνων ῥόας , ἢ ἀλφίτων πόλτον ψαφαρώτατον , καὶ μάλιστα
6111951 θυννιδας
φησὶ Σώφρων . οὓς ἔνιοι θύννους καλοῦσιν , Ἀθηναῖοι δὲ θυννίδας . θυννίς . τοῦ ἄρρενος ταύτῃ φησὶ διαφέρειν Ἀριστοτέλης
θυννοθήρας ἐστίν . οὓς ἔνιοι θύννους καλοῦσιν , Ἀθηναῖοι δὲ θυννίδας . ΘΥΝΝΙΣ . τοῦ ἄρρενος ταύτην φησὶ διαφέρειν ὁ
6108519 ὀφθαλμιων
χρὴ τὰ σημεῖα ἐκμαθόντα προλέγειν , τὰς μὲν διαφορὰς τῶν ὀφθαλμιῶν ὡς διαγέγραπται ἐφ ' ἑκάστῃσι , τὰς δὲ πουλυχρονίους
' ἄλλ ' ἀπιστῶ πάνθ ' ἕως ἂν ἀποθάνῃ . ὀφθαλμιῶν ἄνθρωπος ἰσχυρῶς , κακὰ πάμπολλα πάσχων , ἓν ἀγαθὸν
6104597 νησσας
' ἑφθά , παῖς δέ τις ἐκ Σαλαμῖνος ἄγεν τρισκαίδεκα νήσσας , λίμνης ἐξ ἱερῆς , μάλα πίονας , ἃς
ἢ τρυγῶνες καὶ τῶν μικρῶν στρουθίων τινά : τὰς δὲ νήσσας φεύγειν δεῖ καθόλου καὶ πάντα τὰ ἐν τοῖς ἕλεσι
6102018 ἐλλυχνια
ἐλλυχνίων ” . ἢ ἀπὸ τοῦ θρύου τὸ παλαιὸν τὰ ἐλλύχνια . μετὰ ταῦθ ' ὅπως νῶιν : : μετὰ
φράσω διὰ τοὺς παρεστῶτας . Γ θρυαλλίδας : διὰ τὰ ἐλλύχνια , ὡς ἀπορρήτου τούτου ὄντος καὶ δεινοῦ , εἰσφέρειν
6099167 σφραγιδας
καὶ Εὔπολις ἐν τῷ Μαρικᾷ , ὅστις αὐτῶν εὐτελέστατος , σφραγῖδας εἶχε δέκα μνῶν . παρῆν δὲ θαυμάζεσθαι καὶ τοὺς
ἔθηκαν ἐπὶ τῇ θύρᾳ τοῦ μνήματος . Καὶ ἐπέχρισαν ἑπτὰ σφραγῖδας , καὶ σκηνὴν ἐκεῖ πήξαντες ἐφύλαξαν . Πρωΐας δὲ
6092935 προσφερεσθω
, εἴ τινες ἐπιτρέποιεν αὑτὰς ἀρξάμεναι , φιλανθρώπως καὶ χρηστῶς προσφερέσθω : προσαγάγοιτο γὰρ ἂν οὕτως καὶ τὰς ἄλλας .
ἀποβρέξας : ποτοῖσι δὲ ὡς θερμοτάτοισι χρεέσθω : σιτία δὲ προσφερέσθω τὰ αὐτὰ ταῦτα , ἃ καὶ ὁ ὑπὸ τῆς
6090709 καταπλασσεται
, μαράθων ἑφθῶν ὕδωρ , πτισάνης χυλὸς πυρίνης ὁμοίως . καταπλάσσεται δὲ μάραθον , μελάνθιον , σμύρνα , κριθῶν βεβρεγμένων
δὲ τήκει τριόβολον ποθὲν σὺν ὄξει ἐπὶ ἡμέρας λʹ . καταπλάσσεται δὲ καὶ μετὰ σύκων χρησίμως πρὸς τὸ αὐτό .
6047224 ὑδατιδας
ὀλίγων , ἰσχάδων σαρκὶ ἀναλαβὼν ὑποτίθει . Ἐπὶ δὲ τῶν ὑδατίδας , λέγω δὴ τὰς μικραῖς ἐοικυίας κύστεσιν ἐν τῇ
ἀχλύας , μύωπας , τραχώματα , μυδριάσεις , νυκτάλωπας , ὑδατίδας , ψωροφθαλμίας , ξηροφθαλμίας , μίλφους , βεβρωμένους κανθούς
6046024 ἰσογωνιων
τὸ ἀνάλογον εἶναι τὰς περὶ τὰς ἴσας γωνίας πλευρὰς τῶν ἰσογωνίων τριγώνων , δεύτερον δὲ τὸ ὁμολόγους εἶναι τὰς ὑπὸ
περισσότερον . τῶν γὰρ ἴσην ἐχόντων περίμετρον ἰσοπλεύρων τε καὶ ἰσογωνίων ἐπιπέδων σχημάτων μεῖζόν ἐστιν ἀεὶ τὸ πολυγωνότερον , μέγιστος
6044655 ἀπεχετω
ἔχοντα δεκαδάκτυλα , τὰ δὲ πλάτη τριπάλαιστα . Διάπηγμα ἕκαστον ἀπεχέτω β πήχεις καὶ παλαιστὴν ἕνα . Λαμβάνει δὲ ἁμαξίποδας
αὐτῶν τομὴ ὅπερ ἐστὶν σύνδεσμος , τὸ Ε . καὶ ἀπεχέτω τοῦ Ε συνδέσμου ἡ σελήνη ὡς κατὰ τὴν προτέραν
6031487 σκεπασματα
σκεπάσματα πάντα οἱ Ἀττικοὶ γέρρα ἔλεγον . τινὲς δὲ δερμάτινα σκεπάσματά τινα καὶ Περσικά , οἷς ἀντὶ ἀσπίδων ἐχρῶντο .
σκεπάσματα πάντα οἱ Ἀττικοὶ γέρρα ἔλεγον . τινὲς δὲ δερμάτινα σκεπάσματά τινα καὶ Περσικά , οἷς ἀντὶ ἀσπίδων ἐχρῶντο .
6028665 κηριων
βδέλος ὁ ἀπὸ λύχνου , λιγνὺς καὶ κνίσσα ὁ ἀπὸ κηρίων καὶ ἐλαίων . καπνὸς ἀπὸ ξύλου , ἀτμὸς ἀπὸ
ὡς τοῦ μέλιτος εἶναι μᾶλλον ἐν αὐτῷ χρείαν ἢ τῶν κηρίων : πλύνεται γὰρ ταῦτα κατὰ τὸ ὕδωρ , οὐχ
6025265 πρημναδας
πρημνάδας τὰς θυννίδας ἐπὶ δεῖπνον ἡκούσας ὑπερπληθεῖς . . . πρημνάδας δὲ τὰς θυννίδας ἔλεγον . Πλάτων Εὐρώπῃ : ἁλιευόμενός
τριχίαν ὀνομάζει . Νικοχάρης Λημνίαις : τριχίας δὲ καὶ τὰς πρημνάδας τὰς θυννίδας ἐπὶ δεῖπνον ἡκούσας ὑπερπληθεῖς . . .
6023812 μιγνυμενης
αὐτῆς τὸ καλούμενον ψωρικόν , διπλασίονος χαλκίτεως πρὸς ἁπλῆν καδμείαν μιγνυμένης καὶ σὺν ὄξει λεαινομένης : δεῖ δ ' ἐν
θερμοῖς ζῴοις ξανθή , τοῖς δ ' ἧττον ὠχρά : μιγνυμένης γὰρ ὀρώδους ὑγρότητος τῇ ξανθῇ , τὴν ὠχρὰν συμβαίνει
5996411 πτερνας
ἐμῶν οὐδ ' ἔγκαφος . ἐγκεντρίδας τοῖς ποσὶ κατὰ τὰς πτέρνας οἱ ἱππεύοντες περιεδοῦντο , οἷς ἐλαύνονται οἱ ἵπποι .
δ ' ἀγκώνων τὰ μὲν κάτω μέρη τετράγωνα καὶ λεπτὰ πτέρνας ὠνόμασαν οἱ ὀργανικοί , τὰ δ ' ἄνω πλατέα
5995712 θρυπτε
ὑποσκιόεντι βαλὼν ἀνεμώδεϊ χώρῳ : αὖα δ ' ἐν ὄλπῃ θρύπτε , καὶ αὐτίκα γυῖα λιπαίνοις . Εἴ γε μὲν
σαμψύχου κύτισόν τε καὶ εὐγλαγέας τιθυμάλλους : πάντα δὲ λίγδῳ θρύπτε , καὶ ἐν σκαφίδεσσι δοχαίαις φαρμάσσων μέθυ † κεῖνο
5994943 ἐπεσκευασεν
ἐπιπολῆς τὸ κῦμα τοῖς χειμῶσιν ὥστε μὴ πεζεύεσθαι ῥᾳδίως Ἀγρίππας ἐπεσκεύασεν . εἴσπλουν δ ' ἔχει πλοίοις ἐλαφροῖς , ἐνορμίσασθαι
ἐκ Συρακουσῶν , Πόλλις δ ' αὐτὸν ὁ Ἀργεῖος πρῶτος ἐπεσκεύασεν , ἀφ ' οὗ καὶ τοὔνομα , ἢ ἀπὸ
5992910 ἐκρυσεις
τὴν περίμετρον ἔχουσα ὀγδοήκοντα καὶ τριακοσίων σταδίων , αἱ δὲ ἐκρύσεις οὐδαμοῦ φαίνονται πλὴν τοῦ δεχομένου τὸν Κηφισσὸν χάσματος καὶ
ἀναχεομένων εἰς αὐτά , τῶν δ ' ἐμπιπτόντων , εἶτα ἐκρύσεις λαμβανόντων : τὰ δ ' ἀνέψυκται καὶ γεωργεῖται παντοδαπῶς
5988142 πρεμνα
τὰ θηρία . τινὲς ὀπὸν καὶ ἔλαιον ἑψήσαντες χρίουσι τὰ πρέμνα τῶν ἀμπέλων , ἀπὸ τοῦ πυθμένος ὀλίγον ἐπάνω ἀρξάμενοι
ἐγὼ μὲν παρειστήκειν , οἱ δ ' οἰκέται ἐξέτεμνον τὰ πρέμνα , ἀναθέμενος δὲ ὁ βοηλάτης ᾤχετο ἀπάγων τὰ ξύλα
5981918 ῥαβδια
τῷ λαῷ τῷ σκεπαζομένῳ ὑπὸ τῆς ἰτέας : μικρὰ δὲ ῥαβδία ἐπεδίδου αὐτοῖς , ὡσεὶ πηχυαῖα . μετὰ τὸ πάντας
ἀπολειφθεῖεν ξέσται τρεῖς : μετὰ δὲ ταῦτα ἐκθλίψαντα σπουδαίως τὰ ῥαβδία ἐκβάλλειν , τρεῖς δὲ λίτρας μίξαντα μέλιτος τῷ λοιπῷ
5977123 δαφνινῳ
ὑγρὰν κηρωτὴν μιγνύειν , τὰ δ ' ἀσθενέστερα δεύειν ἐλαίῳ δαφνίνῳ ἢ ὑγρᾷ πίσσῃ : καὶ τὰς μὲν χρονίας καὶ
α . τούτοις μίγνυε κηροῦ ⋖ Ϛ ἢ ε . δαφνίνῳ ἐλαίῳ τήξας παλαιῷ χρῶ τούτῳ ὡς ἰσχυροτάτῳ φαρμάκῳ ἐπὶ
5972165 στερεωτερας
καθὸ δὲ τηρεῖ , ἑτέραν αὖθις κεκτῆσθαι καθ ' ἣν στερεωτέρας φύσεως καὶ μονιμωτέρας τετύχηκεν : τοῦτο αὐτό ἐστι καὶ
, χρῆσθαι , καὶ τὰς πλινθίδας τὰς ὑπὸ τὰς χοινικίδας στερεωτέρας ὑποτιθέναι , καὶ τοιούτοις τισὶν ἀνασῴζειν παραβοηθήμασι , δαπάνην
5972128 συνδρομας
μεταφέρει , ἀλλὰ μέρος τι αὐτῆς . ὡς γὰρ τὰς συνδρομὰς καταδιαιρεῖ , οὕτω καὶ τὰς θεραπείας . καὶ οἶδε
τέχνας ταύτας : τοῖς δὲ λοιποῖς περιβοησίας σημαίνει καὶ ὄχλων συνδρομὰς διὰ τὸ τὰ ἔργα ταῦτα πολλοῖς ἐπιδείκνυσθαι . χαλκεύειν
5970389 γογγρος
σκάρος , λάβραξ , μύραινα , κεστρεύς , χρύσοφρυς , γόγγρος , μελάνουρος , ἀνθίας , σφύραινα : ταύτην δὲ
δ ' ὁ μὲν κεστρεὺς ὑπὸ λάβρακος , ὁ δὲ γόγγρος ὑπὸ μυραίνης . ἡ δὲ λεγομένη παροιμία κεστρεὺς νηστεύει
5953010 κερναις
ἐπὶ νοῦν βαλλόμενος : φησὶ γάρ που οὗτος : ἔγχεε κέρναις ἔνα καὶ δύο . ἐν τούτοις γάρ τινες οὐ
τὸν χείμων ' , ἐπὶ μὲν τίθεις πῦρ ἐν δὲ κέρναις οἶνον ἀφειδέως μέλιχρον , αὐτὰρ ἀμφὶ κόρσαι μόλθακον ἀμφι
5950962 κεραμιδας
ὑετὸς γένηται . τὸν κέραμον ] τὰς ἐν τῇ στέγῃ κεραμίδας . ὕσομεν τὴν νύκτα πᾶσαν : ὅτε ἀνάγκη ἐστὶ
τέγους τὸν κέραμον ] ἀντὶ τοῦ τὰς ἐν τῷ στέγει κεραμίδας . τὸν κέραμον ] τοὺς τὰς κεράμους . συντρίψομεν
5946723 χαλαζια
ἐπιθέϲει καὶ πυριάϲει . εἰ δὲ φαρμάκοιϲ βούλει θεραπεύειν τὰ χαλάζια , χρῶ τούτοιϲ : ϲυκῆϲ ἀγρίαϲ ὀλύνθουϲ ἑψήϲαϲ κατάπλαϲϲε
τρισὶν ἡμέραις ἀπαλλάσσει , τὰ δὲ πτερύγια καὶ συκώσεις καὶ χαλάζια καὶ τὰ τούτοις ὅμοια ἐν μιᾷ ἡμέρᾳ . οὐκ
5946131 δραχμιδας
, προνηστεύσασαν ἐπὶ δύο ἡμέρας . Σταφίδος ἀγρίης ὅσον δύο δραχμίδας διεὶς μελικρήτῳ δοῦναι πιεῖν . Πειρητήριον : μώλυζαν σκορόδου
σέλινα , ὅσον τρὶς τῇ χειρὶ περιλαβεῖν , καὶ γλήχους δραχμίδας δύο ἑψῶν ἐν ὄξους κοτύλῃσι δέκα ἕως τρίτον μέρος
5944331 συνετριβον
ἐπέκειντο , οἱ δὲ ἀπὸ τῶν κορυφῶν τοὺς πέτρους βάλλοντες συνέτριβον τὴν Μακεδονικὴν φάλαγγα . τότε δὴ Ὀνόμαρχος ἐσήμηνεν τοῖς
τοῦθ ' ὅπερ ἦσαν , πίθηκοι ἐγένοντο ἀντὶ πυρριχιστῶν καὶ συνέτριβον τὰ προσωπεῖα καὶ τὴν ἐσθῆτα κατερρήγνυον καὶ ἐμάχοντο περὶ
5941682 πεπειρων
δήξεις . Ἄλλο : Ἀμύλου ⋖ ηʹ , μύρτων μελάνων πεπείρων τῆς σαρκὸς ⋖ ηʹ , μήκωνος σπέρματος ⋖ ιϚʹ
μῶλυ , κεδρίδες , ἀμύγδαλον , σήσαμον πεπλυμένον , δαφνίδων πεπείρων τὸ ἐκτός . πινόμενα δ ' ἄγει τὰ καταμήνια
5937955 μυρρινων
τούτων συνεχῶς προσηλῶσαι καὶ τούτου γενομένου γῆν ἐπιβαλεῖν καὶ καταστορέσαι μυρρίνων καὶ δαφνῶν φύλλα : ἑκατέρωθεν δὲ τῆς γεφύρας ἦσαν
τὸ αὐτὸ τοῦτο δρᾷ , καθάπερ ἡ σκυτοδεψικὴ τὰς τῶν μυρρίνων καὶ οὖρον παραχεόμενον : ἄμφω γὰρ διαδύνεται μᾶλλον :
5936206 ὑπερκειμενας
φάλαγξ φοβουμένη τοὺς ἱππεῖς ἀπεχώρησεν ἐκ τοῦ πεδίου πρὸς τὰς ὑπερκειμένας δυσχωρίας καὶ τῇ τῶν τόπων ὀχυρότητι τὴν ἀσφάλειαν περιεποιήσατο
. νεάτας δὲ ἄκριας εἴρηκεν τῶν Αἰθιόπων τὰς ἐσχατιὰς ὡς ὑπερκειμένας τῆς οἰκουμένης . οὐκ ὀρθῶς δὲ εἴρηκεν ὑπὲρ ἄκριας
5929232 τρωξιμα
καὶ οἱ καυλοὶ τῶν θριδάκων καὶ τὰ ἴντυβα καὶ τὰ τρώξιμα . οὕτω μὲν οὖν χρὴ διαιτᾶν ἐκείνους , ἐφ
ἰᾶσθαι , διὰ τῶν ὤτων εἰσχεόμενον . Σέρις , τουτέστι τρώξιμα , ἐν ὄξει βαπτόμενα καὶ ἐσθιόμενα στομάχῳ κατάλληλα .
5927724 καιομενα
. στρέφουσι δὲ ἐξ αὐτοῦ καὶ ἐλλύχνια , καὶ ἔστιν καιόμενα λαμπρὰ καὶ ἀκατάκαυστα . τῶν δὲ ἐκμαγείων τῶν ῥυπαινομένων
δὲ χολὴ ἐγχριομένη ὀξυωπίαν παρέχει . τὰ δὲ ὀστᾶ αὐτοῦ καιόμενα ἐπὶ ἀμπελίνων ξύλων δαίμονας διώκουσιν . ἐσθιόμενος δὲ ὁ
5920479 ἐξαρτησαντες
. τἀνάφορον δὲ ξύλον ἀμφίκοιλον , ἐν ᾧ τὰ φορτία ἐξαρτήσαντες οἱ ἐργάται βαστάζουσι . μεταθέμενος τὸ ἐπὶ ὤμου φορτίον
δὴ πάθος ἀποπληξίαν παῖδες ἰατρῶν ὀνομάζουσι . λίθους τῶν ποδῶν ἐξαρτήσαντες ἔρριψαν ἐς τὸ πέλαγος ἀτέγκτως καὶ ἀφειδῶς . καὶ
5918473 σπθ
ὑποτείνουσαν ιζ . ἔστιν οὖν τὸ ἀπὸ τῆς ὑποτεινούσης τετράγωνον σπθ . ἀλλὰ καὶ τὸ ἀπὸ τῆς καθέτου μετὰ τοῦ
σπϚ Μυρίκη σπζ Μυρρίνη ἢ μυρϲίνη σπη Μῶλυ ἢ βήϲαϲα σπθ Νάρδου ϲτάχυϲ σϘ Νάρδοϲ κελτική σϘα Νάρθηξ σϘβ Νᾶπυ
5914842 ἀγλιθες
κλήματι . νέον δέ φησι τὸ ὄμφακας ἔχον . * ἀγλῖθες : αἱ τῶν σκορόδων κεφαλαί * κορίοιο : τοῦ
ἤρκεσε ] ἐβοήθησε καὶ εὐάγλις : καλὰς ἀγλῖθας ἔχουσα , ἀγλῖθες δὲ οἱ κόκκοι , ἐξ ὧν αἱ κεφαλαὶ τῶν
5912210 ὀλιγοτροφους
δὲ βασιλικάς . καὶ τὰς μὲν τραχείας καὶ κακοχύλους εἶναι ὀλιγοτρόφους , εὐεκκρίτους , χρῆσθαι δὲ αὐταῖς καὶ δελέασι τοὺς
κρατεῖ ἀποτελῶν τοιούσδε : στομαχικοὺς καὶ καθαροὺς , ἀλλὰ καὶ ὀλιγοτρόφους , γραμματικοὺς καὶ νομικοὺς , μᾶλλον καὶ φιλοσόφους ,
5909834 καρχησια
' , ἀργυρώματα , φιάλας , τριήρεις , τραγελάφους , καρχήσια , γαυλοὺς ὁλοχρύσους . πλοῖα ; τοὺς κάδους μὲν
Τρίτων κυπαρίσσινος , ἔχων κρατάνιον ἀργυροῦν , Σειρὴν ἀργυρᾶ , καρχήσια δύο ἀργυρᾶ , κύλιξ ἀργυρᾶ , οἰνοχόη χρυσῆ ,
5908040 ἀναδιδομενας
αὐτῷ μέλλει συμβαίνειν , ἀπὸ τοῦ ταρσοῦ συναισθάνεσθαί τινας αὔρας ἀναδιδομένας αὐτῷ ψυχρὰς ἐπὶ τὸν ἐγκέφαλον . καθάρας οὖν ἐγὼ
γῇ διὰ συμβόλου κλίμακος φαντασιοῦται τὸν ἀέρα : τὰς γὰρ ἀναδιδομένας ἐκ γῆς ἀναθυμιάσεις λεπτυνομέ - νας ἐξαεροῦσθαι συμβέβηκεν ,
5901747 δερματα
ἐπιτιθέασιν ἐπὶ πῦρ ἁπαλόν : σποδίσαντες δὲ τὰς τρίχας τὰ δέρματα διαιροῦσι , καὶ κατεσθίοντες βεβιασμένως ἀναπληροῦσι τὴν ἔνδειαν .
οἰκίαν . καταλαμβάνω οὖν λίθους τέ τινας εἰκῇ ξυγκειμένους καὶ δέρματα ἱερείων κρεμάμενα καὶ ῥόπαλα καὶ βακτηρίας , νομέων τινῶν
5901402 κορωνας
ὕδωρ γράφειν . Λευκὴ ἡμέρα : ἤγουν ἀγαθή . Λευκὰς κορώνας : ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων . Λευκὸς Ἑρμῆς : ἐπὶ
κορὶ κορώνη λέγουσιν ἀγνοοῦντες . Γάμον δὲ δηλοῦντες , δύο κορώνας πάλιν ζωγραφοῦσι τοῦ λεχθέντος χάριν . Μονογενὲς δὲ δηλοῦντες
5897414 ἐπιστροφας
ἐπανελεύσεως . καὶ οἱ μὲν στηριγμοὶ τὰς ἐπιμονὰς δηλοῦσι καὶ ἐπιστροφὰς ὥσπερ ἡ δύσις θανάτους ἢ πάντῃ ἀπραγίας , αἱ
τῷ ῥεύματι , ἔς τε τὸ ἄνω καμπὰς καὶ αὖθις ἐπιστροφὰς παρεχόμενος πλείστας : δεύτερα δὲ ἑλιγμῶν γε ἕνεκα φέροιτο
5887024 σφαιρια
γόνασι φλεγμονὰς ὀνίνησιν . ὁ δὲ φλοιὸς αὐτῆς καὶ τὰ σφαιρία ξηραντικώτερα , ὡς τὸν μὲν ἐν ὄξει καθεψόμενον εἰς
ἐξοχαὶ αἱ περὶ τὰ σφαιρία τῶν πλατάνων οὐ κωλύουσιν αὐτὰ σφαιρία εἶναι : καίτοι αὗται πλείονα λόγον ἔχουσι πρὸς τὰ
5885908 παραιτου
ἀλθαίας καὶ ὀλίγου ἑψήματος . τὸ δὲ ἐπὶ πολὺ πυριᾶν παραιτοῦ , ἀλλὰ πραϋτέρᾳ τῇ θερμασίᾳ κέχρησο . ὥσπερ οὖν
δυναμένων . εἰ δὲ καὶ ἀσθενὴς ἡ δύναμις εἴη , παραιτοῦ τότε μάλιστα διδόναι τι τῶν ναρκωτικῶν [ ἐπιφέρειν τέ
5883700 συνδεσεις
νεῦρα : καὶ διὰ νεύρων μὲν κάμψεις ἐγένοντο καὶ ἄρθρων συνδέσεις , διὰ δὲ σαρκὸς σκέπη αὐτοῖς ὥσπερ ἐπιπλασσομένης πῃ
καὶ τὰς τῶν ἡμιολίων καὶ ἐπιτρίτων καὶ ἐπογδόων μεσότητας καὶ συνδέσεις , ἐπειδὴ παντελῶς λυταὶ οὐκ ἦσαν πλὴν ὑπὸ τοῦ
5878249 βηχιου
καὶ κράμβη πρὸς τὰς ἤδη σκληρυνομένας καὶ δυσλύτους . καὶ βηχίου τὰ φύλλα χλωρὰ καταπλασσόμενα πρὸς τὰς δυσπέπτους . βολβίτῳ
σπασμὸν ἐπικαλέεται : ἐπιτήδεια δὲ καὶ φύλλα σεύτλων , ἢ βηχίου , ἢ ἄλλου τινὸς τῶν τοιουτέων , ἐν οἴνῳ
5874360 κρομυων
ἐπιτιθέμενα . ὑγιεινῶς τε διάξει , ὁ ἑκάστης ἡμέρας τῶν κρομύων ἐπιλεγόμενος τὰ ἁπαλώτερα , καὶ μετὰ μέλιτος νῆστις ἐσθίων
τῶν βολβῶν οὐκ ἀφιᾶσιν : οὐδὲ τῶν σκορόδων καὶ τῶν κρομύων . ὅλως δέ γε ἐν ταύταις αἱ κατὰ μέσον
5869327 πεσσων
ἐγὼ δὲ οὐγ . δʹ . μίξας , χρῶμαι ἐπὶ πεσσῶν ὁμοίως . Φυσικὸν Περίαπτον . Τὰ ὀστᾶ τὰ ἐν
αὐτόχθονες δ ' ἔφυμεν : αἱ δ ' ἄλλαι πόλεις πεσσῶν ὁμοίως διαφορηθεῖσαι βολαῖς ἄλλαι παρ ' ἄλλων εἰσὶν εἰσαγώγιμοι
5855739 ἰουλιδας
, καὶ παθητικῶς . διερὸν στρατόν : ὑγρὸν , τὰς ἰουλίδας . ἐφέπονται : ἀκολουθοῦσιν , ἐπ ' ἐκείνῳ .
τῶν θαλασσίων τὰ σελάχια , οἷον νάρκας , γαλεούς , ἰουλίδας , κορακίνους , πελωριάδας , μύακας , τευθίδας ,
5855281 ζειας
, τὸ ζωογονοῦν τὴν φύσιν . Φυσίζωον τὴν δωρουμένην τὰς ζειὰς , ἢ ἐκ τοῦ ἔχειν φύσιν ζωογονοῦσαν , φύουσα
μήτρας , καὶ τοῦ θείου ὁκόσον ἡμιωβόλιον μίξας πρὸς τὰς ζειὰς τετριμμένας καὶ τῷ ὄξει φυρήσας , τὴν νύκτα τίθει
5850814 δεκαεπτα
οἷον ηυ , ωυ , υι . Σύμφωνα δέ εἰσι δεκαεπτά . Ἐκλήθησαν δὲ σύμφωνα , ὅτι αὐτὰ μὲν καθ
ἐννήρεις λʹ , ἑπτήρεις λζʹ , ἑξήρεις εʹ , πεντήρεις δεκαεπτά : τὰ δ ' ἀπὸ τετρήρους μέχρι τριηρημιολίας διπλάσια
5848416 ὑπηρετικα
. τὰ μικρὰ δὲ πλοῖα τὰ ταῖς τριήρεσιν ἑπόμενα καλεῖται ὑπηρετικά . . . . οἱ συντεταγμένοι ] οἱονεὶ οἱ
ἐχθρῶν . καὶ πλοῖα ] τὰ φέροντα τὰ ἐπιτήδεια καὶ ὑπηρετικά φησιν . εἰς Πύλας ] Πύλαι ἦσαν τῆς Ἑλλάδος
5847099 ἀκαληφας
Εὔπολις ἀκαλήφας ὀνομάζει καὶ Ἀριστοφάνης , ὃ μὲν εἰπὼν κραναὰς ἀκαλήφας , ὃ δὲ ἀκαλήφαις ἐστεφάνωσθαι . Δίφιλος δὲ ὁ
. Ὦ δεξιώτατον κρέας , σοφῶς γε προὐνοήσω : ὥσπερ ἀκαλήφας ἐσθίων πρὸ χελιδόνων ἔκλεπτες . Καὶ ταῦτα δρῶν ἐλάνθανόν
5846838 θηλαζοντων
ἀπὸ αἵματος καὶ φόνου γινόμεναι . θ ἐπιμαστιδίων ] τῶν θηλαζόντων νηπίων τῶν ἐπὶ τῷ μαστῷ . ἐπιμαστιδίων ] τῶν
ἐπιμαστιδίων ] τῶν θηλαζόντων νηπίων . ἐπιμαστιδίων ] τῶν ἄρτι θηλαζόντων . ἐπιμαστιδίων ] νηπίων . θΞ ἐπιμαστιδίων ] τῶν
5845348 κυλα
δι ' ἔρωτα πάσχουσι . γίνεται δὲ παρὰ τὸ τὰ κύλα οἰδαίνειν , ἤγουν τὰ ὑπὸ τοὺς ὀφθαλμοὺς μεταθέσει τοῦ
ὀφθαλμούς . συμβαίνει γὰρ τοῖς ἀγρυπνοῦσιν ὡς ἐπίπαν οἰδαίνειν τὰ κύλα : ὅπερ οἱ πολλοὶ ἀναγκαίως δι ' ἔρωτα πάσχουσι
5843527 ἀσθενεστερας
, βοσκάδες δὲ ἔστωσαν , εἶτα πέρδικες , φάσσαι : ἀσθενεστέρας δὲ ἕνεκα τροφῆς δοτέον περιστερὰς βοσκάδας καὶ τρυγόνας ,
γυναικῶν ἴδιον τὸ ἔθεσι πείθεσθαι : καὶ γὰρ τῷ ὄντι ἀσθενεστέρας καὶ θηλυτέρας ψυχῆς τὸ ἔθος : ἀνδρῶν γάρ τοι
5840453 χρυσιδας
Ἀγαμέμνονος ἢ Κρέοντος ἢ καὶ Ἡρακλέους αὐτοῦ πρόσωπον ἀνειληφότες , χρυσίδας ἠμφιεσμένοι καὶ δεινὸν βλέποντες καὶ μέγα κεχηνότες μικρὸν φθέγγονται
ἐγὼ δὲ καὶ τὰς θηρικλείους καὶ τὰ καρχήσια καὶ τὰς χρυσίδας καὶ πάντα τὰ ἐν ταῖς αὐλαῖς ἐπίφθονα παρὰ τούτοις
5840414 ἀνιεντα
ἀφωνίαι ἅμα ἱδρῶτι πυρετώδεες , χαλῶντα ὑπ ' αὐτοὺς , ἀνιέντα , χρονιώτερα : ἐπιῤῥιγοῦν τουτέοισιν , οὐ πονηρόν .
τροφὴν ῥοφηματώδη θερμήν * * μετὰ δὲ ταῦτα καταπλάσματα παρηγορικῶς ἀνιέντα καὶ σικύας καὶ κατασχασμόν , βδελλῶν προσβολὴν ἢ ἐγκάθισμα
5839760 μετρητων
, λίαν δυσπόριστος : καὶ χρὴ πόνων καὶ φροντίδων οὐ μετρητῶν . Ταῦτα μὲν εἶπε πρίν . Νῦν δὲ φησίν
ὡς τὴν οὐσίαν καὶ τὰς δυνάμεις καὶ τὰ τέλη τῶν μετρητῶν ἀφορίζοντα τῆς τῶν μέτρων οὕτως ἐπωνυμίας ἠξίωται . καὶ
5838458 ὀροβος
. ἐν ἀμφοτέραις δὲ ταῖς ὥραις τῶν χεδροπῶν , καθάπερ ὄροβος ἐρέβινθος : οἱ δὲ καὶ τὸν κύαμον ὀψὲ σπείρουσιν
πικρότητα χυλοῦ καθάπερ ὁ θέρμος καὶ ὁ ἐρέβινθος καὶ ὁ ὄροβος : μόνα γὰρ δὴ καὶ οὐ ζωοῦται τῶν χεδροπῶν
5836121 λεπαδας
σηπιδάριον , κάραβον , ἀστακόν , ὄστρειον , χήμας , λεπάδας , σωλῆνας , μῦς , πίννας , κτένας ἐκ
καλεῖσθαι , ὑπὸ δ ' Ἀθηναίων κρείους . τὰς δὲ λεπάδας ὁ Ἱκέσιος τῶν προειρημένων εὐεκκρίτους μᾶλλον εἶναι , τὰ
5835134 ἀφρακτα
πλεούσας τῶν νεῶν ἐπὶ τὰ κέρατα τάξαντα , τὰ δὲ ἄφρακτα καὶ τὰ ὑπηρετικὰ εἰς μέσον πρὸς τῇ σχεδίᾳ .
δ ' ἦν ὑπόδημα κροκοειδές . γυναικεῖα δὲ καὶ τὰ ἄφρακτα , ὀπισθοκρηπῖδες , καννάβια , γυμνοπόδια , περίβαρα ,
5832845 πηγους
ὅτι πρὸ τῶν Δημητριακῶν καρπῶν τὰς βαλάνους ἤσθιον : ἢ πηγούς τινας παρὰ τὸ εὐπαγεῖς εἶναι . εἰσὶ δὲ δρυὸς
, ὃ καλοῦσι λυγκούριον . Μαιναλίης : ὄρος Ἀρκαδίας . πηγούς : λευκούς . καὶ Ὅμηρος πηγεσιμάλλῳ . Κυνοσουρίδας :
5832400 ἀνεστελλε
τοὺς εὐθέτους τόπους καὶ βέλη παντοδαπὰ καὶ τοὺς ἀγωνιζομένους ἐπιστήσας ἀνέστελλε τοὺς ἐπὶ τῶν ἐπάλξεων ἀντιτεταγμένους . ἅμα δὲ τούτοις
καὶ ἀναιρεῖ αὐτόν . ἁμαρτάνοντι ἐπέπληττε καὶ ἀδικοῦντα ἤλεγχε καὶ ἀνέστελλε τοῦ ἀδικεῖν πατρικῇ ναὶ μὰ τὸν ὁ γενναῖος τῇ
5831713 σεσιδηρωμενα
: τὰ γὰρ πάχη τῶν ἀψίδων ὑπῆρχε πηχῶν δυεῖν , σεσιδηρωμένα λεπίσιν ἰσχυραῖς . πρὸς δὲ τὴν ἐκ πλαγίας μετάθεσιν
ἀγωγὴν ἐπὶ τῶν ἄλλων τίθεσθαι , καὶ προσείληπτο τῇ διώστρᾳ σεσιδηρωμένα λεπίσιν τὰ ἄκρα περόνῃ κεφαλωτῇ , ἥτις ἐν τῷ
5831308 τριοδους
καθάρματα λέγεται καὶ ἀπολύματα : ταῦτα γὰρ ἀποφέρεσθαι εἰς τὰς τριόδους , ὅταν τὰς οἰκίας καθαίρωσιν . ἐν δὲ τῷ
τὰ τῆς Ἀρτέμιδος ἱερὰ φέρεσθαι ἔτι τε καὶ εἰς τὰς τριόδους , ἐπεὶ ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ ἐπικαταλαμβάνεται ἡ σελήνη
5830386 πλεουσας
, ὕστατοι δὲ Ἀθηναῖοι . Ἀθηναίων δὲ νέας τὰς ἄριστα πλεούσας ἐπιλεξάμενος Θεμιστοκλέης ἐπορεύετο περὶ τὰ πότιμα ὕδατα , ἐντάμνων
, τὰς μὲν ἔτι πηγνυμένας , τὰς δ ' ἤδη πλεούσας , χαλκόν τε καὶ σίδηρον ἐς ταῦτα συνενηνεγμένον καὶ
5823446 προαγωγευειν
Κλεομένης ὁ τύραννος , ὁ καὶ τὰς μαστροποὺς τὰς εἰθισμένας προαγωγεύειν τὰς ἐλευθέρας γυναῖκας καὶ τρεῖς ἢ τέτταρας τὰς ἐπιφανέστατα
διδάσκειν λυπροῦ τινος μισθαρίου . ἀλλὰ καὶ τῶν ἀδελφῶν ἕνα προαγωγεύειν , καὶ Λεοντίῳ συνεῖναι τῇ ἑταίρᾳ . τὰ δὲ
5822474 ΖΘΓ
τῇ ὑπὸ ΖΚΓ ἴση , δύο δὴ τρίγωνά ἐστι τὰ ΖΘΓ , ΖΚΓ τὰς δύο γωνίας δυσὶ γωνίαις ἴσας ἔχοντα
ἐδείχθη πολλάκις : ὅμοιαι ἄρα ἀλλήλαις εἰσὶν αἱ ΕΗΓ , ΖΘΓ ἐλλείψεις . κἂν ἑτέρας δὲ ἀπολάβῃς ἴσας εὐθείας παρ
5822014 τριχιδες
πάντα ὡς εὐωχουμένων τῶν μελλόντων ἐμβαίνειν εἰς τὰς ναῦς . τριχίδες δὲ εἶδος ἰχθύων , ἴσως οὓς καὶ ἡμεῖς καλοῦμεν
ἄμφω τὰ ὀνόματα . ἀπὸ μέντοι τριχῶν τριχίαι ἰχθύες καὶ τριχίδες , καὶ ὑστριχὶς ἡ μάστιξ , καὶ τριχοβρῶτες θηρίδιά
5821445 τρυγονας
ἰόντες γεράνους τε καὶ χῆνας ἀλεκτορίδας τε καὶ νήττας καὶ τρυγόνας τε καὶ ἀτταγᾶς προσέτι , πέρδικάς τε καὶ σπινδάλους
φάσσαι : ἀσθενεστέρας δὲ ἕνεκα τροφῆς δοτέον περιστερὰς βοσκάδας καὶ τρυγόνας , φευκτὰ δὲ πάντα τὰ ἐν τοῖς ὕδασι διαιτώμενα

Back