σοὶ καὶ πρὸ ὥρας αὐτῆς τὰ λήια καὶ δείκνυσι στάχυν ὥριον , ὅτε καὶ ἄνθος ἠρινὸν θαῦμα τοῖς ἰδοῦσιν ἐφαίνετο
συμφορούμενος τροφάς παρέχει τροφαῖσι ταῖσιν ἠριθμημέναις . Ὅταν δὲ Πλειὰς ὥριον τεύχηι σπόρον ὃς ἐκκομίζει σπέρμα γῆς ἐν ἀγκάλαις μόχθων
7657224 ἀνθεα
σφιν οἶμον λιγύν , αἴνει δὲ παλαιὸν μὲν οἶνον , ἄνθεα δ ' ὕμνων νεωτέρων . λέγοντι μάν χθόνα μὲν
γαμετὴν ἡρπασμένην τὴν στρατείαν πεποιημένῳ . παλαιὸν μὲν οἶνον , ἄνθεα δ ' ὕμνων νεωτέρων Πίνδαρος ἐπαινεῖ . Εὔβουλος δέ
7428668 πολλακι
? ἐπαύλους [ Αὐτολυκ ? [ ] καὶκαρτο ? [ πολλάκι ? δ [ ] ! ! ! ! ανεγειρε
ἀμελάθρους , καὶ λιτῆς πενίης χερνήτορας , ἀκτεάνους τε : πολλάκι καὶ θανάτῳ κακομήχανος ὤλεσε δεινῷ . Ἢν δέ τ
7370421 εἰαρος
Ἀλκμὰν δὲ διὰ τοῦ σ τὴν εὐθεῖαν ἐκφέρει : ἁλιπόρφυρος εἴαρος ὄρνις . καὶ τὴν γενικήν : οἶδα δ '
' ὥς τ ' ἢ ἀνέμων ἰαχὴ πέλε λάβρον ἀέντων εἴαρος ἀρχομένου , ὅτε δένδρεα μακρὰ καὶ ὕλη φύλλα φύει
7332842 κλεονται
τ ' ἀκτὰν Κόρας , ἔνθ ' Ἑλλάνων ἀγοραὶ Πυλάτιδες κλέονται , ὁ καλλιβόας τάχ ' ὑμῖν αὐλὸς οὐκ ἀναρσίαν
περικίοσιν ἀγκρεμάσας θαλάμοις δέλτων τ ' ἀναπτύσσοιμι γᾶρυν ἇι σοφοὶ κλέονται . ἀνέγγυοι γάμοι ἀνέξοδον Ἐλευσίνιοι μετ ' Εὐμόλπου :
7257589 ἀμμιγα
καὶ σκιεροῦ κάτθες ὑπὲρ δαπέδου . αὐτίκα δὲ σκίλλην τριχοειδέσιν ἄμμιγα φλοιοῖς σταιτὶ περιπλάσσας θάλπε κατὰ φλογιῆς , ὄφρα κεν
μετὰ θερμοῦ οἴνου ἔργα ] τοὺς κόπους διαθρύπτοιο ] διαθρύψαιο ἄμμιγα ] ὁμοῦ ἄμμιγα ] τῷ οἴνῳ ποιπνύων ] κατὰ
7247904 ἐρνος
ἐν θήρεσσιν ἐπ ' ἀγλαΐῃ κομόωσιν ἄρσενες εὐκέραοι , πολυδαίδαλον ἔρνος ἔχοντες : ἦ γὰρ ἐϋσχιδέων κεράων ὥρησι πεσόντων ,
, ἀπὸ τοῦ παρακολουθοῦντος : οἷον τῶν στεφάνων κατασχεῖν . ἔρνος δὲ Ἀλφειοῦ τὴν ἐλαίαν λέγει , ἀφ ' ἧς
7226432 ἠμος
μινύθοντας ἡρῶσσαι Λιβύης τιμήοροι , αἵ ποτ ' Ἀθήνην , ἦμος ὅτ ' ἐκ πατρὸς κεφαλῆς θόρε παμφαίνουσα , ἀντόμεναι
ὄψ ' ἀρόσῃς , τόδε κέν τοι φάρμακον εἴη : ἦμος κόκκυξ κοκκύζει δρυὸς ἐν πετάλοισι τὸ πρῶτον , τέρπει
7216945 μεροπων
, ἃ δή κ ' αἰσχρὸν ἀγορεύειν , εἰσι θεοὶ μερόπων δόλῳ ἡγητῆρες ἀβούλων τῶν δὴ κἀκ στόματος χεῖται θανατηφόρος
ὡς Ὅμηρος ψεύδεται λέγων : Οὐ γάρ πω πεπόλιστο πόλις μερόπων ἀνθρώπων . Τῷ δὲ Ἐνὼχ ἐγενήθη υἱὸς ὀνόματι Γαϊδάδ
7212296 φυην
τὸ πάχοϲ κύϲτιϲ , νεῦρον δὲ [ ὡϲ ] τὴν φυήν , τάπερ οὐδὲ ϲαρκοῦται οὔτε ῥηϊδίωϲ ἐπωτειλοῦται . ποτὶ
, ἐπεὶ οὔ ἑθέν ἐστι χερείων , οὐ δέμας οὐδὲ φυήν , οὔτ ' ἂρ φρένας οὔτέ τι ἔργα .
7199451 ὁσσα
στιβαραί τε τρίαιναι , ἅρπαι , βουπλῆγές τε βαρύστομοι , ὅσσα τε τοῖα ἄκμοσι δυσκελάδοις ῥαιστήρια χαλκεύονται : ἐσσυμένως δ
ἐδῃώσαντο πόνοισιν ὅσσα δέμας προβέβηκεν ὑπερφυές , ἄχθεα πόντου . ὅσσα δὲ βαιοτέρων μελέων λάχε , τοῖσι καὶ ἄγρη βαιοτέρη
7196426 γαιης
: [ βορέης ] τε νότος τ ' ἐν πείρασι γαίης [ ] οισι μινυνθάνει : ἀγλαὸν ἥβην [ ´πησι
καὶ ὁ Κολοφώνιος Ξενοφάνης : φησὶ γάρ : πάντες γὰρ γαίης τε καὶ ὕδατος ἐκγενόμεσθα . ἐκ γῆς δὲ καὶ
7186922 τημος
, τοῖσι δ ' ὁμοῦ βεβαῶσι Κρόνος τετράγωνος ὁρῆται , τῆμος ἐνὶ στέρνοισι χολὴ ζείουσα μέλαινα ἀνθρώποις παρέπλαγξε νόον ,
διὰ τὸ πρὸς μεσημβρίαν ἀνατέλλειν αὐτὸν καὶ ταχέως δύνειν . τῆμος ἀδηκτοτάτη : ἀβρωτάτη , ὅτι τότε σκώληξ οὐκ ἐσθίει
7182747 ἰδ
Ἀχαιῶν . Οὐδ ' ἀλαοσκοπιὴν εἶχ ' ἀργυρότοξος Ἀπόλλων ὡς ἴδ ' Ἀθηναίην μετὰ Τυδέος υἱὸν ἕπουσαν : τῇ κοτέων
τοῦ αὐλοῦ : οὗτος γὰρ καὶ Ἐνδυμίωνα ἂν ἐγείραι : ἴδ ' ἀτρεμαῖον ὡς ὑπόροφον : μικρὸν σὺ , φησὶ
7166153 ἁλος
κεἴ τις ἀνὴρ αἰτεῖται ἐπαγροσύνην τε καὶ ὄλβον , ἐξ ἁλὸς ᾧ ζωή , τὰ δὲ δίκτυα κείνῳ ἄροτρα ,
ἐπ ' ἠιόνων σχεδόθεν βάλον : ἔνθα δὲ Κίρκην εὗρον ἁλὸς νοτίδεσσι κάρη περιφαιδρύνουσαν , τοῖον γὰρ νυχίοισιν ὀνείρασιν ἐπτοίητο
7159142 μακαρων
τοκήων , ] [ ὧδε καὶ ] ? ἐκ ? μακάρων ? ? γάμον ὄρνυται ἑδνώσασθαι ? ? ? [
ἤθελον τιμᾷν , οὐδὲ θύειν ἐπὶ τοῖς ἱεροῖς βωμοῖς τῶν μακάρων , ἤγουν τῶν θεῶν , καθὰ πρέπον ἐστὶ τοῖς
7150532 ἠδε
, οὐκ ἄρα πάντα νοήμονες οὐδὲ δίκαιοι ἦσαν Φαιήκων ἡγήτορες ἠδὲ μέδοντες , οἵ μ ' εἰς ἄλλην γαῖαν ἀπήγαγον
ἔστιν συναθροιζόμενοι ' . . . . Αὔλιον ἄντρον : ἠδὲ καὶ † Αὐλίην ἄντρον ἐπωνυμίην καλέουσιν . ' .
7118477 Κυπριδος
. ” Ἦ , καὶ ἀναΐξασαι ἐπὶ μέγα δῶμα νέοντο Κύπριδος , ὅρρά τέ οἱ δεῖμεν πόσις ἀμφιγυήεις , ὁππότε
μέλεά τ ' ἔτλας . τὰ δ ' ἐμὰ δῶρα Κύπριδος ἔτεκε πολὺ μὲν αἷμα , πολὺ δὲ δάκρυον †
7103291 πιονα
σησάμοισιν ἢ ἡδύσμασι καὶ τοῖσιν ἄλλοισι τοῖσι τοιουτοτρόποισιν : καὶ πίονα ἔστω τὰ προσαγόμενα ὄψα , οὕτω γὰρ ἂν ἀπὸ
τοι ἐν Ἄργεΐ περ πολυπύρῳ ἢ βοὸς ἢ οἰὸς κατὰ πίονα μηρία καίων εὔχετο νοστῆσαι , σὺ δ ' ὑπέσχεο
7096630 Ἑρμειαο
μέλδουσιν ἅμ ' ἰχθύσιν οὐλοὸν ἅλμην . ἦμος δ ' Ἑρμείαο δόμοις καλὴ Κυθέρεια σύν τ ' αὐτῷ Στίλβοντι φαείνητ
ὃς Δολόπεσσιν ἄνασσεν ἐνὶ Φθίῃ ἐριβώλῳ . Τρισσὴν δ ' Ἑρμείαο κλυτὴν εἰσέδρακα γένναν , Αἰθαλίδην , ὃν ἔτικτε περικλυτὴ
7094869 ἠδ
Μύδωνά τε Ἀστύπυλόν τε Μνῆσόν τε Θρασίον τε καὶ Αἴνιον ἠδ ' Ὀφελέστην : καί νύ κ ' ἔτι πλέονας
ἔπειτα Γαῖ ' εὐρύστερνος , πάντων ἕδος ἀσφαλὲς αἰεί , ἠδ ' Ἔρος Ἡσιόδῳ δὲ καὶ Ἀκουσίλεως σύμφησιν μετὰ τὸ
7090062 ἀλσεα
' ἐν ἁρμάτεσσι διφρούχοις ἐγυμνάζοντ ' ἀν ' εὔδι ' ἄλσεα πολλάκι θήραισιν φρένα τερπόμεναι , ἱερόδακρυν λίβανον εὐώδεις τε
νοήσω . ταῦροι , καλὰ νέμεσθ ' , ἵνα παρθένῳ ἄλσεα δείξω . τί ῥέζεις , σατυρίσκε ; τί δ
7076519 Ὠκεανοιο
τ ' ἀσφάλτῳ τε πολυφλοίσβῳ τε θαλάσσῃ ἐξ ἀκαλαρρείταο βαθυρρόου Ὠκεανοῖο . ἀλλὰ μάκαρ Ἀὴρ διὰ τῶν νεφέων διάπεμψον Ἀντικύραν
ὁτὲ δὲ οὕτως : δ ' ὅσσον κοίλοιο κατ ' Ὠκεανοῖο δύηται , τόσσον ὑπὲρ γαίης φέρεται : πάσῃ δ
7067589 ἠυτε
. . . οὕτω δὴ νῦν καλὸν σῶμα περισταδόν , ἠύτε θῆρος , τοῦδε δάσαντο κύνες κρατεροί . πέλας †
ὅς τε πολὺ γλυκίων μέλιτος καταλειβομένοιο ἀνδρῶν ἐν στήθεσι ἀέξεται ἠύτε καπνός ” . καὶ γὰρ τὸ εὖ βέλτιον ἐν
7061471 φαανθεις
σελήνης . ἤλυθε δ ' ἐς λειμῶνα καὶ οὐκ ἐφόβησε φαανθείς παρθενικάς , πάσῃσι δ ' ἔρως γένετ ' ἐγγὺς
Λέοντος , Κριοῦ τ ' εὐκεράοιο , καὶ ἐν Διδύμοισι φαανθείς , ζωιδίοις ἰδίοισιν , ἐς ἡγεμονηίδας ἀρχὰς ἵξεσθαι καὶ
7051310 ἠθεα
ἀγλαΐηφι πεποιθώς , ῥίμφα ἑ γοῦνα φέρει μετά τ ' ἤθεα καὶ νομὸν ἵππων : ὣς Ἕκτωρ λαιψηρὰ πόδας καὶ
ὀμνύουσι δὲ λέγοντες . Ἀνδροφάγοι δὲ ἀγριώτατα πάντων ἀνθρώπων ἔχουσι ἤθεα , οὔτε δίκην νομίζοντες οὔτε νόμῳ οὐδενὶ χρεώμενοι .
7035368 πελεται
ἂν νῶϊ διαδράκοι Ἠέλιός περ , οὗ τε καὶ ὀξύτατον πέλεται φάος εἰσοράασθαι . Ἦ ῥα καὶ ἀγκὰς ἔμαρπτε Κρόνου
τὸν λόγον , λέγων [ Τ ] αἶψά τε φυλόπιδος πέλεται κόρος ἀνθρώποισιν , ἧς τε πλείστην μὲν καλάμην χθονὶ
7024302 βροτοισιν
Τιθωνοῖο ὤρνυθ ' , ἵν ' ἀθανάτοισι φόως φέροι ἠδὲ βροτοῖσιν : οἱ δὲ θεοὶ θῶκόνδε καθίζανον , ἐν δ
Στυγὸς αἰνὰ ῥέεθρα , ἧχι θοαὶ ναίουσιν Ἐριννύες αἵ τε βροτοῖσιν αἰὲν ὑπερφιάλοισι κακὰς ἐφιᾶσιν ἀνίας . Αἴας δ '
7010125 ἠελιοιο
θεαὶ περικωκύσαντο υἱέα κυδαίνουσαι ἐυθρόνου Ἠριγενείης . Δύσετο δ ' ἠελίοιο φάος : κατὰ δ ' ἤλυθεν Ἠὼς οὐρανόθεν κλαίουσα
] [ τὸν μὲν πρῶτον ] ἔθαλψεν ? ὑπ ' ἠελίοιο ? ? [ βολαῖσιν ] [ ] πωτᾶτο φιλόδρομος
7002031 εἰαρι
ἀναγκαίοις τε τόποισιν φλεγμαίνοντα πάθη καταπλάσμασι τοῖσδ ' ἀκέσαιο . εἴαρι δ ' αἶρε πόην καὶ καύματι καὶ φθινοπώρῳ .
Εἰ δέ νύ τοι κεράσαι φίλον ἔπλετο δοιὰ γένεθλα , εἴαρι μὲν πρώτιστα λέχος πόρσυνε κύνεσσιν : εἴαρι γὰρ μᾶλλον
6999214 ἠεριαι
. ” ἠερέθονται διασείονται . ἠερίη ὀρθρία , πρωϊνή . ἠέριαι πρωϊναί , ὀρθριναί . ἠεροειδέα μέλανα , ἠεροειδῆ .
- αὐταί μοι μέλποντι [ ] ατε [ μολπήν ] ἠέριαι προμολοῦσαι [ ] ερα θεῖον [ ] : εὖτε
6998616 Βακχοιο
ἄστυ ναίετε καὶ πατρίοισι νόμοις ἰθύνεθ ' ἑορτάς , μεμνῆσθαι Βάκχοιο , καὶ εὐρυχόρους κατ ' ἀγυιὼς ἱστάναι ὡραίων Βρομίῳ
ὁπλοτέρων μακάρων γένεσίν τε κρίσιν τε : καὶ Βριμοῦς , Βάκχοιο , Γιγάντων τ ' ἔργ ' ἀΐδηλα , ἀνθρώπων
6995760 γανος
ἐπιβαίνει , ἐμβάλλει , ἐπιφέρει . γλυκερόν : εὐφρόσυνον . γάνος : βέλος , γλυκεῖαν ἡδονὴν , χαρὰν , ἡδονὴν
πονηρὰς εἰσάγων : γυναιξὶ γὰρ ὅπου βότρυος ἐν δαιτὶ γίγνεται γάνος , οὐχ ὑγιὲς οὐδὲν ἔτι λέγω τῶν ὀργίων .
6995348 τοσσον
ἥρωάς φησι , νεφέλας δὲ τοὺς δημοτικοὺς ὄχλους . πόθι τόσσον ὅμιλον : οὐχ ὑγιῶς τὸ πόθι : ἔστι γὰρ
μοι ἐγὼ πάντων περιώσιον αἰνὰ παθοῦσα : οὐ γάρ μοι τόσσον περ ἐπήλυθεν ἄλλό τι πῆμα , οὔτε κασιγνήτων οὔτ
6993652 νιφοεντος
ὅπλα ἐκάλεσεν ὁμοίως ἡμῖν νῦν . . παρ ' Οὐλύμπου νιφόεντος . : Ν . τέκνον ἐμόν , τοῦτον μὲν
μόνη , οὐδέ τις ἄλλος ἀθανάτων , οἳ ἔχουσι κάρη νιφόεντος Ὀλύμπου , καὶ Διὸς ὄμμα τέλειον : ἐπεί γ
6992255 πολυολβον
Ἀνδρομέδα κάλαν ἀμοίβαν . . . Ψάπφοι , τί τὰν πολύολβον Ἀφροδίταν . . . ; ζὰ . . .
θνητῶν παμποίκιλός ἐστιν : οἷς μὲν γὰρ τεύχεις κτεάνων πλῆθος πολύολβον , οἷς δὲ κακὴν πενίην θυμῶι χόλον ὁρμαίνουσα .
6989124 χειμα
, καὶ ἀκήρατος ἀλυπία καὶ ἡδεῖα δίαιτα : οὔτε γὰρ χεῖμα σφοδρὸν οὔτε θάλπος ἐγγίγνεται , ἀλλ ' εὔκρατος ἀὴρ
κεν ἰδὼν ἐλέφαντα ἢ κορυφὴν ὄρεος παναπείριτον ἢ νέφος αἰνὸν χεῖμα φέρον δειλοῖσι βροτῶν ἐπὶ χέρσον ὁδεύειν . ἴφθιμον δὲ
6988249 εἰν
τῷ βίῳ . Οὐκ οἰκοσίτους τοὺς ἀκροατὰς λαμβάνεις . Φιλόμουσον εἶν ' αὐτὸν πάνυ , ἀκούσματ ' εἰς τρυφήν τε
πρότερον ἁμαρτίας . Εἶτ ' ἄτιμόν φημι χρῆναι μηδέν ' εἶν ' ἐν τῇ πόλει . Καὶ γὰρ αἰσχρόν ἐστι
6975787 ἐρατον
, πυρὸς δεινᾶι φλογὶ σῶμα δαισθείς : Ἥβας τ ' ἐρατὸν χροΐζει λέχος χρυσέαν κατ ' αὐλάν . ὦ Ὑμέναιε
μὲν πρῶτα παρ ' αὐτοῦ εἰρημένον σπέρμα ἦν οὔπω μελέων ἐρατὸν δέμας ἐμφαῖνον . . . εἰ δὲ τὸ σπέρμα
6975353 Βρομιοιο
τένοντα καὶ βίον ἱμερόεντα βροτοῖς πολύολβον ἀνεῖσα , αὐξιθαλής , Βρομίοιο συνέστιος , ἀγλαότιμος , λαμπαδόεσς ' , ἁγνή ,
καὶ πίονα μῆλα , ῥοιαί τε σταφυλαί τε , θεοῦ Βρομίοιο τιθῆναι πρόσφατος , ἥν θ ' ἁμάμαξυν ἐπίκλησιν καλέουσι
6964988 αἰεν
αἰνὰ ῥέεθρα , ἧχι θοαὶ ναίουσιν Ἐριννύες αἵ τε βροτοῖσιν αἰὲν ὑπερφιάλοισι κακὰς ἐφιᾶσιν ἀνίας . Αἴας δ ' ,
, μή τις ἔνδοθεν κλύῃ . Οὐ τὰν Ἄρτεμιν τὰν αἰὲν ἀδμήταν , τόδε μὲν οὔ ποτ ' ἀξιώσω τρέσαι
6955089 κουρη
ἀπὸ μέρους τὸ πᾶν ὡς τὸ ἀσπιδιῶται καὶ εὐκνήμιδες . κούρη θ ' ἥ : τὴν Δήμητράν φησι καὶ τὴν
ζωοῖσι πέλονται , μνήσαθ ' ὁμηλικίης περιγηθέος , οἷά τε κούρη : καί τέ οἱ ἠέλιος γλυκίων γένετ ' εἰσοράασθαι
6936347 ποντος
θηρῶν ἀνόητα γένη , σοὶ δὲ καὶ χθὼν πᾶσα καὶ πόντος καὶ ὁ παμμήστωρ Ἄρης . καίτοι γε πόσῳ κρεῖττόν
παρεῖχ ' ἄφερτον Ἰδαία χιών , ἢ θάλπος , εὖτε πόντος ἐν μεσημβριναῖς κοίταις ἀκύμων νηνέμοις εὕδοι πεσών τί ταῦτα
6935565 πασαων
. πρὸς δ ' αὐγὰς Ἰνδῶν ἐρατὴ παραπέπταται αἶα , πασάων πυμάτη , παρὰ χείλεσιν Ὠκεανοῖο , ἥν ῥά τ
δέ μοι , Διός , ἔννεπε , Μοῦσα , νήσων πασάων ἱερὸν πόρον , αἵτ ' ἐνὶ πόντῳ ἀνδράσι φαίνονται
6932261 γανυται
ἡδὺ μὲν θέαμα ταῦτα , ἀνὴρ δὲ ὅμως ἄγροικος ἧττον γάνυται τὴν ψυχὴν τῇ συνεχείᾳ τῆς θέας : οἱ δὲ
δ ' ἱεροπρεπέες τελέθουσιν , ἃς ἀγαθοὶ ῥέζουσι βροτοί : γάνυται δὲ φίλον κῆρ ἀθανάτων , εὖτ ' ἄν σφι
6924359 αἰα
μιν ἄλλυδις ἄλλῃ ἐσκέδασεν διὰ τυτθά : περίαχε δ ' αἶα καὶ αἰθήρ , ἐκλύσθη δ ' ἄρα πᾶσα περίδρομος
* ἵξεται : εἰσίξεται ἡ αἶσα ἐλεύσεται * αἶσα : αἶα . * ἤτοι : δηλονότι ἀλλ ' ἤτοι θέρεος
6922149 βιοτοιο
ἔσφηλαν κτεάνων τ ' ἄπο πάμπαν ἄμερσαν , καὶ καμάτους βιότοιο χάριν μόχθους τ ' ἐπάγουσιν . ταῦτα δέ ,
ἄλλα τε πολλὰ πολυτλήτοις μερόπεσσιν . Αὐτὰρ ἀληθείην πᾶσαν βροτέου βιότοιο σύγκρασις διέκριν ' , ἐπιμαρτυρίαι τε φαεινῶν ἄστρων ἀλλήλοις
6921018 γυιων
ἐκπροφύγοι : πολλοὶ δὲ καὶ ἐς βιότοιο τελευτὴν εἰλλάδας ἀργαλέας γυίων ἐφόρησαν ὕπερθεν . ἢν δὲ σὺν ἀστέρι Μήνη ἐνηέι
σπείρημα καὶ ἀμφίκρηνα κομάων κοῦροι ἀπειπάμενοι ὀλοήν θ ' ἑρπηδόνα γυίων , ὀρθόποδες βαίνοντες ἄνις σμυγεροῖο τιθήνης ἠλοσύνῃ βρύκουσι κακανθήεντας
6915157 πελει
ὁπόσοι κρείττους περιφανῶς γένοιντο . „ Συμφερτὴ δ ' ἀρετὴ πέλει ἀνδρῶν „ ἔφη Ὅμηρος , τὴν κατ ' ἰσχὺν
Ἑρμῆς δὲ ταπεινούμενος πρὸς πεντεκαιδεκάτην : τὸ τρίγωνον ἡμέρας μὲν πέλει τῆς Ἀφροδίτης , νυκτὸς δὲ πρὸς τὸν Ἄρεα :
6913392 ἠχετα
βουσὶ τίθησιν . Ἦμος δὲ σκόλυμός τ ' ἀνθεῖ καὶ ἠχέτα τέττιξ δενδρέῳ ἐφεζόμενος λιγυρὴν καταχεύετ ' ἀοιδὴν πυκνὸν ὑπὸ
ἀφ ' ἱππείου θόρε δίφρου . ἦμος δὲ χλοερῷ κυανόπτερος ἠχέτα τέττιξ ὄζῳ ἐφεζόμενος θέρος ἀνθρώποισιν ἀείδειν ἄρχεται , ᾧ
6910867 ἠματα
' ἐναιθέρια πλαγίῳ συναρηρότα κύκλῳ ἐξ ἠοῦς ἐπὶ νύκτα διώκεται ἤματα πάντα . Καὶ τὰ μὲν ἀντέλλει καὶ αὐτίκα νειόθι
μυρία κεῖται , κνισῆεν δέ τε δῶμα περιστεναχίζεται αὐλῇ , ἤματα : νύκτας δ ' αὖτε παρ ' αἰδοίῃς '
6904594 Παφιης
ᾧ τε βορειότατον ζώνης πλινθήιόν ἐστιν , ἢ Διὸς ἢ Παφίης ἐν σχήμασι μαρτυρεόντων ἢ καὶ συνεσσομένων : Φαίνων γε
πάλιν ῥόδοις κρατεῖς με ; Τὸ ῥόδον τὸ τῆς κυθήρης Παφίης πλέον δαμάζει : ὅτε γὰρ συνῆλθε Κύπρις , τὸ
6903917 παντεσσιν
παθόντ ' , ὀλέσαντ ' ἄπο πάντας ἑταίρους , ἄγνωστον πάντεσσιν ἐεικοστῷ ἐνιαυτῷ οἴκαδ ' ἐλεύσεσθαι : τὰ δὲ δὴ
ἀστράπτουσιν ἀπ ' ὀφθαλμῶν ἀμαρυγαί , ἔξοχα δ ' ἐν πάντεσσιν ἀρίζηλοι τελέθουσιν : ἀλλ ' ὀλίγον τούτων γένος ἔλλαχε
6898739 ἀρουρα
δὲ πάντα τοῖσιν ἔην : καρπὸν δ ' ἔφερε ζείδωρος ἄρουρα αὐτομάτη πολλόν τε καὶ ἄφθονον : οἳ δ '
λέγει . . . . σέο δ ' ὀστέα πύσει ἄρουρα κειμένου ἐν Τροίῃ : ἡ διπλῆ , ὅτι τῶν
6894678 ὁθι
σκολιοῖο , μέσην διὰ Ταρσὸν ἰόντος , Ταρσὸν ἐϋκτιμένην , ὅθι δή ποτε Πήγασος ἵππος , ταρσὸν ἀφείς , χώρῳ
. διωρίζετο γοῦν περὶ αὐτῶν : “ Ὄλυμπον δ ' ὅθι φασὶ θεῶν ἕδος ἀσφαλὲς αἰεὶ ἔμμε - ναι :
6889921 πολυηρατον
ὃς πολλῶν ἐρατὴν ὤλεσεν ἡλικίην : ἐκ γὰρ δυσμενέων ταχέως πολυήρατον ἄστυ τρύχεται ἐν συνόδοις τοῖς ἀδικέουσι φίλους . ταῦτα
ὄμμα γυναικὸς φρασσάμενοι πρῶτον μὲν ἀποσταδὸν αὐγάζονται , εἶδος ἀγαιόμενοι πολυήρατον , ἄγχι δ ' ἔπειτα ἤλυθον , ἐκ δ
6884591 ἠελιου
ἀλλ ' ἄρα κἀκεῖθεν πάλιν ἤλυθε Σίσυφος ἥρως ἐς φάος ἠελίου σφῆισι πολυφροσύναις οὐδ ' εἰ ψεύδεα μὲν ποιοῖς ἐτύμοισιν
δὲ ἰδόντες θαύμαζον κατὰ δῶμα διοτρεφέος βασιλῆος . ὥστε γὰρ ἠελίου αἴγλη πέλεν ἠὲ σελήνης δῶμα καθ ' ὑψερεφὲς Μενελάου
6878490 εὐιερον
φάλητι παιδογόνῳ δυνατὸν Κύπριδος ἔργα τελεῖν . ἕρκος δ ' εὐίερον περιδέδρομεν : ἀέναον δὲ ῥεῖθρον ἀπὸ σπιλάδων πάντοσε τηλεθάει
βασίλεια , ψυχῆς ἐκπέμπειν οἶστρον ἐπὶ τέρματα γαίης , εὐμενὲς εὐίερον μύσταις φαίνουσα πρόσωπον . Δεῦρο , Τύχη : καλέω
6876943 λαμπει
καὶ γοητείας , ἵν ' ἀνατείλῃ , ἀλλ ' εὐθὺς λάμπει καὶ πρὸς ἁπάντων ἀσπάζεται , οὕτω μηδὲ σὺ περίμενε
, κράτει δὲ προσέμειξε δεσπόταν , Συρακόσιον ἱπποχάρμαν βασιλῆα : λάμπει δέ οἱ κλέος ἐν εὐάνορι Λυδοῦ Πέλοπος ἀποικίᾳ :
6876148 φωτες
: δοιοῦ δ ' ἕστασαν ὑψοῦ ἐπ ' ὀφρύσιν αἰγιαλοῖο φῶτες ἀολλήδην θηεῦντο δὲ ποντοπόρον βοῦν . ἐν δ '
ῥ ' ἔχ ' ὁμοκλήσας : ὑπὸ δ ' ἄξοσι φῶτες ἔπιπτον πρηνέες ἐξ ὀχέων , δίφροι δ ' ἀνακυμβαλίαζον
6867436 Νηρεος
φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον : νύμφευσε δ ' αὖτις ἀγˈλαόκολπον Νηρέος θύγατˈρα , γόνον τέ οἱ φέρτατον ἀτίταλλεν ἐν ἀρμένοισι
ἀνεχόρευσεν αἰθήρ , χορεύει δὲ σελάνα καὶ πεντήκοντα κόραι † Νηρέος αἱ κατὰ πόντον ἀεναῶν τε ποταμῶν † δίνας χορευόμεναι
6862525 αἱτ
ρ ' ὀλοοῖο κασιγνήτου νόον ἔγνω κλαῖεν ἀηδονίδων θαμινώτερον , αἵτ ' ἐνὶ βήσσῃς Σιθονίῳ κούρῳ πέρι μυρίον αἰάζουσιν .
δὴ ὀλλοοῖο κασιγνήτου νόον ἔγνω , κλαῖεν ἀηδονίδων θαμινώτερον , αἵτ ' ἐνὶ βήσσῃς Σιθονίῳ κούρῳ πέρι μυρίον αἰάζουσιν :
6860979 εὐρυν
καὶ γνώμεναι εἴ μιν ἅπαντες ἀθάνατοι φοβέουσι , τοὶ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχουσι , τοσσάκι μιν μέγα κῦμα διιπετέος ποταμοῖο πλάζ
λοιμόν , ἀποφθινύθουσι δὲ λαοί : ἢ τῶν γε στρατὸν εὐρὺν ἀπώλεσεν ἢ ὅ γε τεῖχος , ἢ νέας ἐν
6846744 λειμων
καὶ ἐπὶ γενικῆς : δαφνών : παρθενών : ἀνδρών : λειμών : χειμών : ἀγών : αἰών : σεσημείωται τὸ
] ! [ . . . θελουσ ! [ ! λειμών ? ? ? [ ! ] ! ! !
6840401 τοθι
? ? ἀφίκοντο θεῶν ] ? περικαλλέα [ νᾶσον ] τόθι ] Ἑσπερίδες παγχρύσεα [ ] ? δώματ ] ?
ἑσπερίου ζεφύρου πανεπήτριμα χευαμένοιο , κεύθετ ' ἐνὶ σπήλυγγι , τόθι σκέπας ἄρκιον εὕρῃ , καὶ βόσιος χατέουσα πόδας χεῖράς
6838753 ὀρεσσι
τοὺς μὲν δὴ θήρεσσιν ἐοικότας , οἵ τ ' ἐν ὄρεσσι ποίμνῃς εἰροπόκοισι φόνον στονόεντα φέρουσι , τὴν δὲ πυρὸς
: τοὶ δ ' ἀίοντες ὑπέτρεσαν , εὖτ ' ἐν ὄρεσσι φθόγγον ἐριβρύχμοιο νεβροὶ τρομέωσι λέοντος δείλαιοι μέγα θῆρα πεφυζότες
6832989 ἑξειης
, ὃς ἔναιεν ἐν ἅλμῃ μορμυρούσῃ , κίχλας θ ' ἑξείης ἡβήτορας ὑψιπετήεις καὶ πέτρας κάτα βοσκομένας , ὑάδας θ
, δαιτυμόνες δ ' ἀνὰ δώματ ' ἀκουάζωνται ἀοιδοῦ ἥμενοι ἑξείης , παρὰ δὲ πλήθωσι τράπεζαι σίτου καὶ κρειῶν ,
6829823 μελισσης
οἷον , εἰρήνη : σαγήνη : Ἀρήνη : ἀθήνη εἶδος μελίσσης : Μεσσήνη : Πελλήνη : πυλήνη : γαλήνη :
ἀέκοντα κορέσκοις . ναὶ μὴν ῥητίνη τε καὶ ἱερὰ ἔργα μελίσσης ῥίζα τε χαλβανόεσσα καὶ ὤεα θιβρὰ χελύνης ἀλθαίνει τότε
6825355 Διωνυσου
[ ἵνα ] γνώητε δαέντες [ ] πιστὰ πάροιθεν [ Διωνύσου ] ? τε θάλειαν [ ] ν ? κακοδήνεϊ
δ ' ἕσπεται ἄσπετα φῦλα Πευκαλέων : μετὰ τοὺς δὲ Διωνύσου θεράποντες Γαργαρίδαι ναίουσιν , ὅθι χρυσοῖο γενέθλην δαιδαλέην Ὕπανίς
6818080 χθων
ὑπ ' ἐκείνου ἢ δι ' ἐκείνου . . πᾶσα χθών : ἤτοι χθὼν ἐστεφάνωνται τῷ ὠκεανῷ , ἢ ὑπὸ
” ὣς εἰποῦσα θεὰ σκέδας ' ἠέρα , εἴσατο δὲ χθών : γήθησέν τ ' ἄρ ' ἔπειτα πολύτλας δῖος
6817779 ὀπωρην
ἀνηέξητο καὶ εἰς στόμα χεῖλος ἐρείσας παιδοκόμωι πήχυνε φιλήματι μητρὸς ὀπώρην . ὃς δὲ πολυρραθάμιγγος ὀπιπεύων χύσιν ὄμβρου βαιὴν χεῖρα
τῆϲ ἄλληϲ τροφῆϲ , ὁκοῖα ἐν ϲυγκοπῇ μοι λέλεκται : ὀπώρην ϲτύφουϲαν , οὖα , μέϲπιλα , μῆλα κυδώνια ,
6816238 χθονι
διπλοῦς πέφυκ ' ἀνήρ . πάλαι πάλαι χρῆν τῆιδε συγκάμνειν χθονὶ ἐλθόντα , καὶ μὴ τοὐπὶ ς ' Ἀργείων ὕπο
ἐς χρόνον ἔλθοις , ὁ κλυτὸς ἐν μερόπεσσι καὶ ἐν χθονὶ παμβασιλῆος . ἔμπλεος εἰς πλόον ἦλθον ἀμετρήτων [ ]
6816163 κεινο
δ ' ἑταῖροι πείρησαν τευχέων βεβιημένοι , οὐδ ' ἐδύναντο κεῖνο δόρυ γνάμψαι τυτθόν γέ περ , ἀλλὰ μάλ '
, χεῖρας ἐμοὶ ὀρέγοντας ἐν αἰνῇ δηϊοτῆτι . οἴκτιστον δὴ κεῖνο ἐμοῖς ' ἴδον ὀφθαλμοῖσι πάντων , ὅσς ' ἐμόγησα
6814612 ἐντοσθεν
γαμήλιος αἴθεται αἰδώς : ὣς αἵ γ ' ἐνδόμυχοι θαλάμων ἔντοσθεν ἑκάστη αἰεὶ δηθύνουσιν , ὅπῃ πόσις αὐτὸς ἀνώγει .
Ζεὺς δῷσι παλίντιτα ἔργα γενέσθαι : νήποινοί κεν ἔπειτα δόμων ἔντοσθεν ὄλοισθε . ” ὣς φάτο Τηλέμαχος , τῷ δ
6812770 φερβεται
γὰρ προϋπέλαβε πταῖσαι , ἀλλ ' ἀγαθῇσιν ἕκαστος τουτέων ἐλπίσι φέρβεται , τῶν δὲ χερειόνων οὐ μέμνηται : μή ποτ
ἐκπυρωθῇ ἅμα τῇ νούσῳ καὶ ἡ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα φέρβεται . Θαυμαστὸς ὁ λόγος , πάνυ εὐφραίνει ψυχήν .
6811440 ἱμεροεντα
στοναχεῖτε νάπαι καὶ Δώριον ὕδωρ , καὶ ποταμοὶ κλαίοιτε τὸν ἱμερόεντα Βίωνα . νῦν φυτά μοι μύρεσθε καὶ ἄλσεα νῦν
ἐπιτεμὼν τὰ ποιήματα τὸν τρόπον τοῦτον : πολλὸς δ ' ἱμερόεντα χορὸν περιίσταθ ' ὅμιλος τερπόμενος : δοιὼ δὲ κυβιστητῆρε
6808143 φυλα
Κίμβρων εὐπορίας ἰδόντας : ἀφανισθῆναι δ ' αὐτῶν τὰ δύο φῦλα τριῶν ὄντων κατὰ στρατείας . ὅμως δ ' ἐκ
εἶναι , μήτε θήλεα . Νέμονται . γράφεται καὶ φύονται φῦλα . Νειρίται : κοχλίαι . Νειρίτης ὁ κόχλος ὁ
6806483 ἀοιδαις
λήγετε Μοῖσαι , ἀθανάτων τὸν ἄριστον , ἐπὴν † ἀείδωμεν ἀοιδαῖς : ἀνδρῶν δ ' αὖ Πτολεμαῖος ἐνὶ πρώτοισι λεγέσθω
σοφοί ἅρμοσαν , γινώσκομεν : ἁ δ ' ἀρετὰ κλειναῖς ἀοιδαῖς χρονία τελέθει : παύροις δὲ πράξασθ ' εὐμαρές .
6793995 ἐνδοθι
δίνῃ πορφύροντα διήνυσαν Ἑλλήσποντον : ἔστι δέ τις αἰπεῖα Προποντίδος ἔνδοθι νῆσος τυτθὸν ἀπὸ Φρυγίης πολυληίου ἠπείροιο εἰς ἅλα κεκλιμένη
καὶ πρόσθεν ἐμῆς ἐπάκουσεν ἐφετμῆς Ἕκτωρ , ὁππότε μιν κατερήτυον ἔνδοθι πάτρης . Ὣς φάτο Πουλυδάμαντος ἐὺ σθένος : ἀμφὶ
6793384 πραπιδεσσι
ἑκάτερθε καὶ ἀργύρεοι κύνες ἦσαν , οὓς Ἥφαιστος ἔτευξεν ἰδυίῃσι πραπίδεσσι δῶμα φυλασσέμεναι μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο , ἀθανάτους ὄντας καὶ ἀγήρως
ἀγαθὸς δὲ μάχεσθαι , ἐσθλὸς [ ] δ ' ἐν πραπίδεσσι , φίλος δ ' ἦν ἀθανάτοισι : γείνατο δ
6789269 Γαιης
Οὐρανιώνων ἄλλος ἐν ἀθανάτοισιν ἔχοι βασιληίδα τιμήν . πεύθετο γὰρ Γαίης τε καὶ Οὐρανοῦ ἀστερόεντος οὕνεκά οἱ πέπρωτο ἑῷ ὑπὸ
μὲν ἀνθερεῶνι περίπλοκος ἡδέϊ δεσμῶι μητέρι χεῖρας ἕλιξε συνήορος αὐχένι Γαίης τερπωλῆι φιλότητος : ἀειρομένου δὲ καρήνου Καρπὸς ἀνηέξητο καὶ
6788331 ἐπλετο
ἱκέσθαι εἵνεκα πυγμαχίης : πολέμου δ ' οὐ πάγχυ δαήμων ἔπλετο λευγαλέου , ὁπότ ' Ἄρεος ἔσσυτο δῆρις . Καί
, οὕτως λέγων : ἠύτε βοῦς ἀγέληφι μέγ ' ἔξοχος ἔπλετο πάντων ταῦρος : ὁ γάρ τε βόεσσι μεταπρέπει ἀγρομένῃσι
6779514 ῥοαι
κονάβησε καὶ οὐρανὸς εὐρὺς ὕπερθε πόντός τ ' Ὠκεανοῦ τε ῥοαὶ καὶ τάρταρα γαίης . ποσσὶ δ ' ὕπ '
Βράγχου πολύπυρον ἄρουραν ἐκπρολιπὼν καὶ τύρσιν ἐρυμνῆς Μιλήτοιο , ἔνθα ῥοαὶ κλύζουσι πολυπλανέος Μαιάνδρου . Ἐν δὲ Περικλύμενος Νηλήϊος εἰσαφίκανεν
6778157 βροτοισι
μή σου γλῶσς ' ὑπερβάλληι κακοῖς . φεῦ , χρῆν βροτοῖσι τῶν φίλων τεκμήριον σαφές τι κεῖσθαι καὶ διάγνωσιν φρενῶν
ἀλλ ' εὖ καὶ μάλα εἰρήκαμεν τὰ πάντα καὶ ἐδείξαμεν βροτοῖσι καὶ εἰς κέρδος εὐεκτεῖν βίῳ . Πῶς οὖν φασι
6773266 ποντῳ
καὶ Ἰώνων , πρὶν τρίποδα χρύσειον , ὃν Ἥφαιστος βάλε πόντῳ , ἐκ πόλιος πέμψητε καὶ ἐς δόμον ἀνδρὸς ἵκηται
βόας ἔκταν ἑταῖροι . οἱ μὲν πάντες ὄλοντο πολυκλύστῳ ἐνὶ πόντῳ : τὸν δ ' ἄρ ' ἐπὶ τρόπιος νηὸς
6773091 χειματος
ἀρηρομένῃ δ ' ἐνὶ γαίῃ καὶ θέρεος βαρύθουσι πόδες καὶ χείματος ὥρῃ ἄχρις ἐπισφυρίων ὀλοὴν κρηπῖδα φέρουσιν . Ἤν ποτ
! ! ! ! ] ν ! ἐλπὶς ὡρίου ] χείματος [ ] [ ! ! ! ! ] ερ
6772685 δεμας
χωλεύουσι κακηπελίῃ βαρύθοντες . Εὖ δ ' ἂν σηπεδόνος γνοίης δέμας , ἄλλο μὲν εἴδει αἱμορόῳ σύμμορφον , ἀτὰρ στίβον
κἀκεῖθεν κατὰ τὴν δειρήν * εἰλίγγοις : συστροφαῖς στρόφοις * δέμας : σῶμα * ἄχθεται : βαρύνεται ἀλγεῖ αἶψα δὲ
6765088 ἀμβροτον
Παρνησσὸν νιφόεντα θοοῖς διὰ ποσσὶ περήσας , ἵκετο Κασταλίης Ἀχελωΐδος ἄμβροτον ὕδωρ . τλῆ μὲν Δημήτηρ , τλῆ δὲ κλυτὸς
Καὶ τίνα ἐπομόσωμαί γε ; Ὑψιμέδοντα θεόν , μέγαν , ἄμβροτον , οὐρανίωνα , υἱὸν ἐκ πατρός , πνεῦμα ἐκ
6762964 πειρατα
δαμνᾷ ἀθανάτους ἠδὲ θνητοὺς ἀνθρώπους . εἶμι γὰρ ὀψομένη πολυφόρβου πείρατα γαίης , Ὠκεανόν τε θεῶν γένεσιν καὶ μητέρα Τηθύν
βίοτον καὶ ἤθε ' ὀπάσσας Ζεὺς Κρονίδης κατένασσε πατὴρ ἐς πείρατα γαίης . καὶ τοὶ μὲν ναίουσιν ἀκηδέα θυμὸν ἔχοντες
6759520 Μηνης
μαζοῦ καὶ νηπιέης ἀλεγεινῆς ζῶον σημαίνει , τό κε δὴ Μήνης πέλας εἴη , ᾧ ἔνι δὴ κείνη τριτάτην ἐπινίσσεται
ὀϊζυροῖσι βροτοῖσιν . Φαίνων ὡρονομῶν , Ἑρμοῦ δύνοντος ἔναντα καὶ Μήνης μεσάτοιο φαεινούσης κατὰ κέντρου , δεικήλων ξεστῶν καὶ ἐπ
6756336 Ἠελιοιο
, ἥ μοι μάλα πόλλ ' ἐπέτελλε νῆσον ἀλεύασθαι τερψιμβρότου Ἠελίοιο : ἔνθα γὰρ αἰνότατον κακὸν ἔμμεναι ἄμμιν ἔφασκεν .
φρένες , οὐ μὲν ἕκητι μαργοσύνης . ἴστω ἱερὸν φάος Ἠελίοιο , ἴστω νυκτιπόλου Περσηίδος ὄργια κούρης : μὴ μὲν
6754643 ἀναιδεα
. Παῖδας : γράφεται πόδας . Κνυζηθμοῖσιν : λείχμασιν . ἀναιδέα : θρασύν . τονθορύζουσι : κινήσουσιν . Πανυπείροχα :
μόρον αἰνοτάτη κείνη μαντεύεται αὐδή . ναὶ μὴν καὶ φάλαιναν ἀναιδέα φασὶ θαλάσσης ἐκβαίνειν χέρσονδε καὶ ἠελίοιο θέρεσθαι . φῶκαι
6754032 πασῃσιν
ἐούσαις : τοίη Πενθεσίλεια μόλεν ποτὶ Τρώιον ἄστυ ἔξοχος ἐν πάσῃσιν Ἀμαζόσιν . Ἀμφὶ δὲ Τρῶες πάντοθεν ἐσσύμενοι μέγ '
, ἀνοίης μὲν γέμοντα , κενεὸν δὲ πρηγμάτων ὀρθῶν , πάσῃσιν ἐπιβουλῇσι νηπιάζοντα , καὶ μηδεμιῆς ἕνεκεν ὠφελείης ἀλγέοντα τοὺς
6752624 ἐχοισα
ὁ φαινόλης ἐστὶν ἐν Ῥίνθωνος Ἰφιγενείᾳ τῇ ἐν Ταύροις : ἔχοισα καινὰν φαινόλαν καπαρτίω . ὁ δὲ σάραπις , Μήδων
, ἢ ὅτι αὐτὴ μέγα ἐν ταῖς πόλεσιν ἰσχύει . ἔχοισα κλαῖδας : τῆς μὲν εἰρήνης κατὰ τὸ φυλακτικὸν ,
6744448 τιμηεσσα
ὤφελεν εἶναι : ἀλλ ' ὀλιγοχρόνιον γίνεται ὥσπερ ὄναρ ἥβη τιμήεσσα : τὸ δ ' ἀργαλέον καὶ ἄμορφον γῆρας ὑπὲρ
. ποτὶ ζόφον , ἐγγύθι δ ' αὐτῆς , Κρήτη τιμήεσσα , Διὸς μεγάλοιο τιθήνη , πολλή τε λιπαρή τε
6744353 σηματ
ἑβδομάδ ' ἐστὶν ἄριστος ἰσχύν , ἥν τ ' ἄνδρες σήματ ' ἔχους ' ἀρετῆς : πέμπτῃ δ ' ὥριον
εἰ νεφέεσσι μέλαιναι γίνοιντ ' ἢ ὄρεος κεκρυμμέναι ἀντέλλοιεν , σήματ ' ἐπερχομένῃσιν ἀρηρότα ποιήσασθαι . Αὐτὸς δ ' ἂν
6740168 γενεην
' ὥριον ἄνδρα γάμου μεμνημένον εἶναι καὶ παίδων ζητεῖν ἐξοπίσω γενεήν . τῇ δ ' ἕκτῃ περὶ πάντα καταρτύεται νόος
Ἄργον Ἀθηναίης καμέειν ὑποθημοσύνῃσι : νῦν δ ' ἂν ἐγὼ γενεήν τε καὶ οὔνομα μυθησαίμην ἡρώων , δολιχῆς τε πόρους
6733177 θαλος
ὃν ἔλιπον ἐπιμαστίδιον ἔτι βρέφος , ἔτι νέον , ἔτι θάλος ἐν χερσὶν ματρὸς πρὸς στέρνοις τ ' Ἄργει σκηπτοῦχον
, τινὰ δὲ τῶν ἀντιγράφων „ Ἀγκλείδη , ξείνων ἱερὸν θάλος , εἰ δ ' ἄγε σύν μοι / οὐρανίην
6730924 ὑπερθε
ντ [ . . . ἀργυρέαν τεπ ? [ χρυσῶι ὕπερθε [ ἐκ Δαρδανιδ ! ! [ Πλεισθενίδας ! [
τοκεῦσι , τὰ ματρόθεν μὲν κάτω , τὰ δ ' ὕπερθε πατˈρός . θεὸς ἅπαν ἐπὶ ἐλπίδεσσι τέκˈμαρ ἀνύεται ,
6730689 δενδρεα
ἀντιτορήσας . ” ἀνεμοτρεφές . τὰ ἐν τοῖς εὐηνέμοις τρεφόμενα δένδρεα εὔτονα καὶ χρήσιμά φασι γίγνεσθαι : ὅταν οὖν λέγῃ
ἔχοντες καὶ πεδία καὶ οὔρεα : ἐν δὲ τοῖσιν οὔρεσι δένδρεα ἔνι ἄγρια , ἄκανθα κυνάρα , ἰτέα , μυρίκη
6729079 ἀοιδην
μεθύσκεσθαι , ἐς ὃ ἐς ὄρχησίν τε ἀνίστασθαι καὶ ἐς ἀοιδὴν ἀπικνέεσθαι . Τούτων μὲν αὕτη λέγεται δίαιτα εἶναι .
αὐτὸν ποιητάς , ἐπεὶ καὶ αὐτός πού φησι τὴν γὰρ ἀοιδὴν μᾶλλον ἐπικλείους ' ἄνθρωποι ἥτις ἀκουόντεσσι νεωτάτη ἀμφιπέληται ,

Back