| ἐμπίτνων στρατηλατῶν . Ἐγὼ δὲ φοιτῶντ ' ἄνδρα μανιάσιν νόσοις ὤτρυνον , εἰσέβαλλον εἰς ἕρκη κακά . Κἄπειτ ' ἐπειδὴ | ||
| Τιτήνεσσι δὲ τιμάων κρίναντο βίηφι , δή ῥα τότ ' ὤτρυνον βασιλευέμεν ἠδὲ ἀνάσσειν Γαίης φραδμοσύνῃσιν Ὀλύμπιον εὐρύοπα Ζῆν ἀθανάτων |
| ἄφρονα δῶρον : ὁ δ ' οὐκ ἀπανήνατο χρειώ . ἐξότε γηραλέον μὲν ἀεὶ φλόον ἑρπετὰ βάλλει ὁλκήρη , θνητοὺς | ||
| ' ἄχος αἰνὸν ἔτυψεν , ἐπεὶ πάρος οὐ μετιοῦσαν ἔδρακεν ἐξότε πρῶτα λίπεν θάλαμόν τε καὶ εὐνήν , χωσαμένη Ἀχιλῆος |
| ἄδην : αὐταρκῶς , δαψιλῶς . κρυερήν : φοβεράν . φύζαν : φυγήν . νέονται : πορεύονται . Θοαί : | ||
| Φοῖβε πολὺν κάματον καὶ ὀϊζὺν σύγχεας Ἀργείων , αὐτοῖσι δὲ φύζαν ἐνῶρσας . Ὣς οἳ μὲν παρὰ νηυσὶν ἐρητύοντο μένοντες |
| κόσμον ἰοῦσα : ἤματα γὰρ καὶ νύκτας ἐελδόμεναι φιλότητος αὐταὶ θηλύτεραι μάλ ' ἐπ ' ἄρσεσιν ὁρμαίνουσι , παῦρα μεθιέμεναι | ||
| πολιοκροτάφους τε γέροντας λέξασθαι περὶ ἄστυ θεοδμήτων ἐπὶ πύργων : θηλύτεραι δὲ γυναῖκες ἐνὶ μεγάροισιν ἑκάστη πῦρ μέγα καιόντων : |
| . Τοὔνεκ ' ἐμεῦ ἀπὸ νόσφιν ἐς αἰζηοὺς τρέπε χεῖρας ἐλπόμενός ποτε γῆρας ὁμοίιον εἰσαφικέσθαι . Ὣς φάμενον προσέειπε κραταιοῦ | ||
| . Τοὔνεκ ' ἐμεῦ ἀπὸ νόσφιν ἐς αἰζηοὺς τρέπε χεῖρας ἐλπόμενός ποτε γῆρας ὁμοίιον εἰσαφικέσθαι . Ὣς φάμενον προσέειπε κραταιοῦ |
| μέλας θολὸς ἀλλ ' ὑπερευθὴς ἐντρέφεται , μῆτιν δὲ πανείκελον ἐντύνονται . Τοίοις μὲν φρονέουσι νοήμασιν : ἀλλὰ καὶ ἔμπης | ||
| μέλισσαι χείματος οὐκέτ ' ἐόντος , ὅτ ' ἐς νομὸν ἐντύνονται ἐλθέμεν , οὐδ ' ἄρα τῇσι φίλον πέλει ἔνδοθι |
| : περιστενάχοντο δὲ μακραὶ ἠιόνες πόντοιο , μέγας δ ' ὀλοφύρετο Νηρεὺς ἦρα φέρων κούρῃ Νηρηίδι , σὺν δέ οἱ | ||
| κωκύεσκε κασιγνήτοιο δαμέντος ἑρπύζων περὶ νεκρόν , ἔπος δ ' ὀλοφύρετο τοῖον : Αἶαν καρτερόθυμε , τί δή νύ τοι |
| τὰ ὑποπίπτοντα . ἀμβολαδίς : ἐκ διαδοχῆς . ἐτάλασσαν : ἔτλησαν . ἀκηδέες : ἄφοβοι . καλιστρεῖ : καλεῖ . | ||
| συνοχῇσι γένονθ ' , οἱ δ ' αὖ καὶ δεσμὸν ἔτλησαν , αὐτοί τε μάχλοι τε καὶ ἐς φιλότητ ' |
| τὸ τέτυκται , ὅτ ' ἄγγελος αἴσιμα εἰδῇ . ἤματος ἀνομένοιο : τῆς ἡμέρας ἐπὶ δύσιν ἀνυομένης . πείσματα : | ||
| λόφον τουτέστι τὸν τράχηλον : ἢ ἀναπαυσόμενος . νέον ἤματος ἀνομένοιο : ὑπὸ τὴν πρωίαν , αὔξησιν τῆς ἡμέρας λαμβανούσης |
| ' ἐδόκουν χρυσῆς παρὰ δῶρον ἔχοντα ἐλθεῖν Κυπρογενοῦς . δῶρον ἰοστεφάνου γίνεται ἀνθρώποισιν ἔχειν χαλεπώτατον ἄχθος , ἂν μὴ Κυπρογενὴς | ||
| κνώσσεις . καὶ ἐν ἄλλοις ἐπ ' Ἀρχεμόρου εἴρηκεν : ἰοστεφάνου γλυκεῖαν ἐδάκρυσαν ψυχὰν ἀποπνέοντα γαλαθηνὸν τέκος . Κλέαρχος δ |
| δ ' ὁ σὸς πρόπολος Κύκλωπι θητεύω τῶι μονοδέρκται δοῦλος ἀλαίνων σὺν τᾶιδε τράγου χλαίναι μελέαι σᾶς χωρὶς φιλίας . | ||
| τε ζῶντος ἀλάτα , ὅς που γᾶν ἄλλαν κατέχει μέλεος ἀλαίνων ποτὶ θῆσσαν ἑστίαν , τοῦ κλεινοῦ πατρὸς ἐκφύς . |
| θοοῦ Ἀχιλῆος ἐρωήν , ἢ κραιπνῶς ἵπποιο κατ ' ὠκυτάτοιο θοροῦσα λίσσεσθ ' ἀνέρα δῖον , ὑποσχέσθαι δέ οἱ ὦκα | ||
| . ἢ παρὰ τὸ πολεῖν καὶ τὸ θορεῖν , ἡ θοροῦσα ταχέως . . . . βλωμός : ὁ ψωμός |
| καιρός , ὦ βασίλεια † . ἔκβητ ' ἀπήνης , Τρωιάδες , χειρὸς δ ' ἐμῆς λάβεσθ ' , ἵν | ||
| ἀγγεῖον , καὶ ἐξέρχεται γάρος τὸ καλούμενον αἱμάτιον . Νύμφαι Τρωιάδες , ποταμοῦ Ξάνθοιο γενέθλη , αἳ πλοκάμων κρήδεμνα καὶ |
| τᾶν ὀίων ἕπεται σκοπός : ἃ δὲ βαΰσδει εἰς ἅλα δερκομένα , τὰ δέ νιν καλὰ κύματα φαίνει ἅσυχα καχλάζοντος | ||
| τυγχάνῃ δεικτική . τὸ ἑξῆς : τὰν κύνα βάλλειεἰς ἅλα δερκομένα , ὥστε τὰ λοιπὰ διὰ μέσου . τᾶν ὀΐων |
| τουτέστι ξένην , ἀλλοτρίαν ὕβρεως , ἤτοι ἀδικίας , σάφα δαείς : πρὸς τὸν Δία καὶ τοῦτο : σαφῶς μαθών | ||
| αἰδοῦς ἔχει καὶ τιμῆς . τὴν δικαιοσύνην λέγει . σάφα δαείς : σαφῶς μεμαθηκὼς ἃ οἱ πατέρες αὐτῷ ἐχρησμῴδησαν καὶ |
| ἔνδοθεν κέαρ , κέλευσέ τε κατ ' οὖρον ἴσχεν εὐδαίδαλον νᾶα : Μοῖρα δ ' ἑτέραν ἐπόρσυν ' ὁδόν . | ||
| : ἔν τε ναῒ τὸ σύσταμα τῶ σώματος περὶ τὰν νᾶα ἔκ τινων ἀνομοίων καὶ ἐναντίων συνέστακεν , καὶ ποτὶ |
| ἁ πτεροῦσσα παρθένος τιν ' ἀνδρῶν . χρόνωι δ ' ἔβα Πυθίαις ἀποστολαῖσιν Οἰδίπους ὁ τλάμων Θηβαίαν τάνδε γᾶν τότ | ||
| ἄλοχον πάιδάς τε φίλους , ὃ δ ' ἐς ἄλσος ἔβα δάφναισι κατάσκιον ποσὶν πάις Διός . καὶ Ἀντίμαχος δ |
| : ἔξοχα δ ' , ὁππότε νῆα διαραισθεῖσαν ἀέλλαις , αἰνὰ Ποσειδάωνος ἀμειλίκτοιο τυχοῦσαν , δασσάμενον μέγα κῦμα διακριδὸν ἄλλοθεν | ||
| ἰήσεται : εἰ δέ κε κρείσσων χρειὼ ἀναγκαίη σε βιήσεται αἰνὰ παθόντα ἀργαλέου ὑδέροιο , τότ ' αὖ κακότητα φράσασθαι |
| κρυεροῦ διὰ χώρου , ἀργυροειδὲς ὕδος προρέων , λίμνη τε κελαινή ἀνδέχεται : παταγεῖ δὲ παρ ' ὄχθαισιν ποταμοῖο δένδρεα | ||
| , οὐδ ' ἐπὶ μῶλον δηθύνει , θαλάμης δὲ διαΐξασα κελαινή , αὐχένα γυρώσασα , χόλῳ μέγα παιφάσσουσα ἀντιάᾳ : |
| ' ἁρπάζουσα ποτὶ σφετερὸν δέμας αἰεὶ ἂψ πάλιν οὐκ ἐθέλει μεθέμεν πολεμιστὰ σίδηρον . ἤτοι μέν μίν φασι καὶ Ἠελίοιο | ||
| Πελίαο κακὴν βασιλῆος ἐφετμήν , αὐτίκ ' † ἀπὸ ψυχὴν μεθέμεν κηδέων τε λαθέσθαι , ὄφρ ' αὐτός με τεῇσι |
| βηταρμός καὶ ἐνόπλιος ὄρχησις , οἷον : σκαίροντες βηταρμὸν ἐνόπλιον εἱλίσσοντο : εἴρηται δὲ βηταρμός διὰ τὸ μετὰ ἁρμονίας βαίνειν | ||
| ' ἴμεν : ἀμφὶ δὲ τόνγε νεήνιδες ἄλλοθεν ἄλλαι μυρίαι εἱλίσσοντο κεχαρμέναι , ὄφρα πυλάων ἐξέμολεν . μετέπειτα δ ' |
| ταναὴν ὑπὲρ αἰθέρα Χείρων , σευάμενος πρὸς Ὄλυμπον , ἐπεὶ μάθεν ἄμβροτα δῶρα . ἀλλ ' ἤτοι κείνους μὲν ἀμώμητοι | ||
| μένειν χρειώ , πότε δ ' αὖτις ὀρούειν , καὶ μάθεν εἰσαΐειν κρατερῶν σύνθημα λοχαγῶν ; πολλάκι καὶ δῆριν ἀνδρῶν |
| εἶναι τὰ ὡραῖα , τῶν δὲ πιόνων τὰ θυν - νεῖα . Ἱκέσιος δ ' ἱστορεῖ οὐκ εἶναι εὐεκκρίτους κοιλίας | ||
| , παράνυμφον Ἕλληνες . νῆστις Ἀττικοί , νήστης Ἕλληνες . νεῖα τὰ εἰς παρασκευὴν πλοίου ξύλα . νουθέτησις Ἀττικοί , |
| ἤγουν βεβλαμμένοι . σαρκὶ παλαιᾶι ] ἤτοι τῶι γήραι . ἀρωγῆς ] βοηθείας . μίμνομεν ] μένομεν ἐνταῦθα . ἰσχὺν | ||
| ] τῶν ναυτικῶν φθαρέντων οἱ ἐν Ψυτταλείᾳ εὐάλωτοι γεγένηνται . ἀρωγῆς ] τῆς ἀπολομένης . οὐδέ τις γέρων ] ὅ |
| στύπος φηγοῦ κελαινῆς διπτύχων ἕνα φθερεῖ , λέοντα ταύρῳ συμβαλόντα φύλοπιν . ὁ δ ' αὖ σιγύμνῳ πλεύρ ' ἀναρρήξας | ||
| ἐυσθενέων βάλε Τρώων : ἧκε δ ' ἐπευξάμενος δηίων ἐς φύλοπιν αἰνὴν σφενδόνῃ ἀλγινόεντα λίθον : διὰ δ ' ἔτρεσαν |
| κέλεαι γάρ . Ζεὺς ἐμέ γ ' ἠνώγει δεῦρ ' ἐλθέμεν οὐκ ἐθέλοντα : τίς δ ' ἂν ἑκὼν τοσσόνδε | ||
| ἄνσχεο σὸν κατὰ θυμόν . πῶς ἔτλης ἐπὶ νῆας Ἀχαιῶν ἐλθέμεν οἶος ἀνδρὸς ἐς ὀφθαλμοὺς ὅς τοι πολέας τε καὶ |
| ; πῶς ἀγῶνος ἥκομεν ; οὐκ οἶδα πλὴν ἕν : φόνιον οἰμωγὴν κλύω . ἤκουσα κἀγώ , τηλόθεν μὲν ἀλλ | ||
| τεμῶ πέπλων τε λευκῶν μέλανας ἀνταλλάξομαι παρῆιδί τ ' ὄνυχα φόνιον ἐμβαλῶ † χροός † . μέγας γὰρ ἁγὼν καὶ |
| τῶν μεγάλων καὶ φοβερῶν πραγμάτων αἱ γυναῖκες . νόστοιο τέλος θυμηδές : θυμῆρες . δειλὴ Ἀλκιμέδη : ἐπίπονε . ὁ | ||
| εἰς τὴν πόλιν ἀκριβῶς τὰ καθ ' ἡμᾶς μάθωσιν . θυμηδές : θυμῆρες , ἀγαπητόν . ἡμετέρη μέν νυν : |
| . ταῦτα δὲ λέγει διὰ τὸν Ἰάσονα : τὰν ἐμὰν ὑμνεῦσαι ἀπιστοσύναν : ὅτι ἐπὶ κακοῦ τὸ ὑμνεῦσαι . Μοῦσαι | ||
| πέτρην ; τύνη , Μουσάων ἀρχώμεθα , ταὶ Διὶ πατρὶ ὑμνεῦσαι τέρπουσι μέγαν νόον ἐντὸς Ὀλύμπου , εἴρουσαι τά τ |
| μολπᾷ . Θόρε κἐς ] πόληας ἁμῶν θόρε κἐς ποντοπόρος νᾶας , θόρε κἐς νέος ? [ πολείτας ] , | ||
| . . , : [ τὸν Πολύφαμον , ὃς ὤρεσι νᾶας ἔβαλλεν . ] Τὸν Πολύφημον τὸν Κύκλωπα λέγει , |
| λυγˈρόν τ ' ἔρανον Πολυδέκτᾳ θῆκε ματρός τ ' ἔμπεδον δουλοσύναν τό τ ' ἀναγκαῖον λέχος , εὐπαράου κρᾶτα συλάσαις | ||
| μολὼν [ ] πολυδάκρυον [ ] οὐκ ἔμελλε μίμνειν ἔτι δουλοσύναν [ ] , πυρὰν δὲ χαλκοτειχέος [ ] προπάροιθεν |
| ταὶ δὲ γυναῖκες ἀμφίπολοι γοάασκον ἐπισταδόν : αὐτὰρ ὁ τήνγε μειλιχίοις ἐπέεσσι παρηγορέων προσέειπεν : “ Μή μοι λευγαλέας ἐνιβάλλεο | ||
| δὲ πεσεῖν αὐτὴ μαλερῷ πυρί . τοῖα δ ' Ἰήσων μειλιχίοις ἐπέεσσιν ὑποδδείσας προσέειπεν : “ Ἴσχεο , δαιμονίη : |
| γε πάντα , γέρων , κατὰ μοῖραν ἔειπες . ” μογοστόκος ἡ μογοῦσα καὶ πονοῦσα περὶ τοὺς τόκους . μόθος | ||
| . καὶ χροιὴ πέπλου μαντεύεται , ὅττι μενοινὴ μυρία μοχθήσασα μογοστόκος ἔμφρονι ῥιπῆι καὶ φρένα φοινίσσουσα πολυσπερέεσσι μερίμναις , ἤθεα |
| Ἢν δὲ πρὸς τὴν καρδίην προσιστάμεναι πνίγωσιν αἱ ὑστέ - ραι , καὶ ἀνάσσυτος ἴῃ ὁ ἠὴρ βιώμενος , ἀλησθύει | ||
| ] [ ] ! [ ] τοδε ? [ ] ραι : [ ] ριν ? [ ] ! [ |
| εὐφήμους τελετὰς ὁσίας νεομύστοις εὐκάρπους καιρῶν γενέσεις ἐπάγουσαι ἀμεμφῶς . Κικλήσκω κούρην Καδμηίδα παμβασίλειαν , εὐειδῆ Σεμέλην , ἐρατοπλόκαμον , | ||
| πρὸς σὸν χῶρον , ἄνασσα , καὶ εὐδύνατον Πλούτωνα . Κικλήσκω Διόνυσον ἐρίβρομον , εὐαστῆρα , πρωτόγονον , διφυῆ , |
| : τοῖς πολεμησείουσιν . Ὅμηρος [ Θ ] : χρειοῖ ἀναγκαίῃ πρό τε παίδων καὶ πρὸ γυναικῶν ʃ συμβαίνει δὲ | ||
| , δεσμήσῃ αὐτὴν τὴν θήλειαν . μιν : ἑαυτῷ . ἀναγκαίῃ : βιαστικῇ , ἀναγκαστικῇ . φιλότητι : ἢ ἔρωτι |
| [ ] τὰς ? ' ὀτρύνν [ [ ] εσιν λεοντ ? [ [ ] οππα [ [ ] ´ | ||
| λτ ? [ ! ] ! [ ! ] [ λεοντ ? [ χειρεστ ? ? ? ? [ απασ |
| τ ' ἠελίου : κέλομαι δ ' ἐπ ' ἄεθλον ἱκάνειν πρώτῃ ὑπ ' ἀμφιλύκῃ , ὅθ ' ἑωθινὸν ἀγροιῶται | ||
| ἐναντίον . ἐπ ' ἄεθλον : ἐπὶ τὸν πόνον . ἱκάνειν : ἀπελθεῖν . Πρώτῃ : τῇ πρώτῃ ἠῷ . |
| φάτο Λαέρταο κλυτὸς πάις ἀντιθέοιο . Ἀλλ ' ὅτε δὴ κορέσαντο γόου καὶ πένθεος αἰνοῦ , δὴ τότε Νηλέος υἱὸς | ||
| ἀνέρα δῖον . Ἀλλ ' ὅτε δὴ δόρποιο καὶ εἰλαπίνης κορέσαντο , δὴ τότ ' ἄρ ' Αἰακίδαο θρασύφρονος ὄβριμος |
| ] [ ] ν ὕπνον [ ] : [ ] φος ? ! [ ] ! ! ἀπὸ γλυκυ [ | ||
| [ ] ς γὰρ τάδεσαμ ? [ [ ] ! φος μακα ! ! ! ! [ [ πάροιθεν ] |
| δὴ τότε μῆτιν ὕφαινε κλυτὴν τιθασοτρόφος ἀνήρ , ἄγχι δὲ θηλυτέρῃσιν ἐθήκατο δαίδαλα πολλὰ εἵματα πορφύρεα : ταὶ δὲ κλιδὸν | ||
| ἐν οὔρεσιν ἀλδήσκουσιν , ἢ ὅτι πάγχυ θέλους ' ἐπὶ θηλυτέρῃσιν ὀρούειν . δοιὰ δ ' ἐπ ' ὠρύγγων τελέθει |
| α . . . . Αἰηνές : τὸ δεινὸν καὶ πολύστονον : Ἀρχίλοχος : προύθηκε παισὶ δεῖπνον αἰηνὲς φέρων . | ||
| κάλυμμα Νηρηΐδες . Τῶ σε , πολέμαρχε Κνωσίων , κέλομαι πολύστονον ἐρύκεν ὕβριν : οὐ γὰρ ἂν θέλοιμ ' ἀμβρότοι |
| γε , τοῦτ ' ἐγὼ σαφῶς ἔξοιδα , μὴ οὐχὶ δεῖμ ' ἐμοὶ φέρουσά τι . Ἐγὼ τὰ μὲν παθήμαθ | ||
| ἔσαν κρυεροῦ τε φόβοιο : αἰδὼς γὰρ κατέρυκεν ὁμῶς καὶ δεῖμ ' ἀλεγεινόν . Ὡς δ ' ὅτε παιπαλόεσσαν ὁδὸν |
| ἐν τῇ Ἰλίῳ τῇ πείρᾳ τοῦ Αἴαντος . ἄλλως : ἄκουσεν ἀντὶ τοῦ ἐπῄσθετο , ὅτι ἡ Σαλαμὶς φέρει ἄνδρας | ||
| καὶ οὐ προσηνῆ : “ ἀμείλικτον δ ' ὄπ ' ἄκουσεν . ” ἀμύμων ἀμώμητος . ὅταν δὲ εἴπῃ “ |
| ἦς καὶ νόω κ ! [ πενίᾳ ποτιφ [ τιμοτατω δεπ [ παμυρο [ ! ! ] ! [ . | ||
| μ ' αὐτίκ ' ἐξσεν [ ! ! ] ἐκ δεπ ? [ ] καὶ δὴ ' πὶ τοῖς ἔργοισιν |
| ὀρθῶνται , πεπυκνῶνται , ἐξέχουσιν . οὐτάζουσιν : τιτρώσκουσιν . ὀπωπάς : ὀφθαλμοὺς , ὄψεις . Ἀμήχανα : μάταια , | ||
| ἔρειδον αἰδόμενοι , ὁτὲ δ ' αὖτις ἐπὶ σφίσι βάλλον ὀπωπάς ἱμερόεν φαιδρῇσιν ὑπ ' ὀφρύσι μειδιόωντες . ὀψὲ δὲ |
| ? [ ! ! ] ! ? [ ! ] κάτθετο ? ? ? μυθο ? [ [ ] πρλλεμεν | ||
| , παντοτρόφον κτίστην , ὅστις γλυκὺ πνεῦμ ' ἐν ἅπασιν κάτθετο , χἠγητῆρα βροτῶν πάντων ἐποίησεν ; εἷς θεός , |
| , ἴδριες οὐδέν : ἁ δέ οἱ φίλα δάμαρ τάλαιναν δυστάλαινα καρδίαν πάγκλαυτος αἰὲν ὤλλυτο : νῦν δ ' Ἄρης | ||
| τε καὶ μαθεῖν , τέθνηκε θεῖον Ἰοκάστης κάρα . Ὦ δυστάλαινα , πρὸς τίνος ποτ ' αἰτίας ; Αὐτὴ πρὸς |
| τοῦ γὰρ Λυγκέως ὑπὲρ πάντας ἀνθρώπους ὀξύτατον ἦν τὸ ὄμμα λαιψηροῖς δὲ πόδεσιν ἄφαρ ἐξικέσθαν : τάχιστα δὲ ἐκ τοῦ | ||
| τὸν [ – – – ˘ – – ποσσὶ ] λαιψηροῖς [ ] [ ] Φερένικον [ ἐπ ' Ἀλφειῷ |
| κλαγγὰν ἱεὶς κερατόφωνον ἐρέθιζε μάγαδιν , [ ἐν ] πενταρράβδῳ χορδᾶν ἀρθμῷ χέρα καμψιδίαυλον ἀναστρωφῶν τάχος . . . οἶδα | ||
| οἰκῄων μερέων τῶ σώματος παρασκευὰ πάντων , λέγω δὲ τᾶν χορδᾶν καὶ τῶν ὀργάνων τῶν ποτ ' εὐφωνίαν καὶ πληγὴν |
| κατάρρυτον ἦν τὸ Δίνδυμον ὕδασιν . ποίης : βοτάνης . παροίτερον : ἔμπροσθεν , πρότερον . ἀνέβραχε : ἀντὶ τοῦ | ||
| τ ' ἐπὶ τοῖσιν ἑταίρους , πειρήσω δ ' ἐπέεσσι παροίτερον ἀντιβολήσας εἴ κ ' ἐθέλοι φιλότητι δέρος χρύσειον ὀπάσσαι |
| ἔργ ' ἀΐδηλα , εὖ δ ' ὀργὴν ἐδάητ ' ἀργαλέου πολέμου , καὶ μετὰ φευγόντων τε διωκόντων τ ' | ||
| ' ἐρατὰ φθείρουσι χαμαιγενέων ἀνθρώπων , πιμπλεῖσαι κόνιός τε καὶ ἀργαλέου κολοσυρτοῦ . αὐτὰρ ἐπεί ῥα πόνον μάκαρες θεοὶ ἐξετέλεσσαν |
| ] ἤγουν εὐτυχῶς ἀποβάσης ἐμοὶ τῆς τοῦ πυρσοῦ φυλακῆς . μολόντος ] ἐλθόντος τοῦ δεσπότου . ἄνακτος ] τοῦ Ἀγαμέμνονος | ||
| ' Ὠκεανοῖο ῥοὰς καὶ Τηθύος ἄντρα Ζηνὸς ὑπερθύμοιο θεῶν ἀπάτερθε μολόντος ἔμπεσεν ἀθανάτοισιν ἔρις : δίχα δέ σφισι θυμὸς ἔπλετ |
| βάζει . οὔτω τί σοι δοίησαν αἰ φίλαι Μοῦσαι , Λαμπρίσκε , τερπνὸν τῆς ζοῆς τ ' ἐπαυρέσθαι , τοῦτον | ||
| πρήσσων . οὐκέτ ' οὐκέτι πρήξω , ὄμνυμί σοι , Λαμπρίσκε , τὰς φίλας Μούσας . ὄσσην δὲ καὶ τὴν |
| ποιμένα λαῶν . ὧδε δέ οἱ φρονέοντι δοάσσατο κέρδιον εἶναι βῆναι ἐπ ' Ἀτρεΐδην . οἳ δ ' ἀλλήλους ἐνάριζον | ||
| . ἀλήμεναι : ἀθροισθῆναι καὶ συστραφῆναι : ὥσπερ παρὰ τὸ βῆναι γίνεται βήμεναι , οὕτως καὶ παρὰ τὸ ἀλῆναι ἀλήμεναι |
| ! ! ! ! [ ] τοσα ? [ ] σδε [ ] λου ? ? ? [ ] ! | ||
| × – ˘ – × – ˘ × [ ] σδε ? . [ [ ! [ ! ] ! |
| κακὴν ἐπιβάλλεται ἅρπην , ὅς τε καὶ ἐκ ποταμοῖο λιπὼν ζάλον ἰλυόεντα , χιλοὶ ὅτε χλοάουσι νεὸς δ ' ἀπεχεύατο | ||
| ὅτι ὅλους τοὺς στάχυας τρώγει . * ἐπιβάλλεται : ἐπιτίθησιν ζάλον δὲ τὸ βορβορῶδες κῦμα . χιλοὶ ὅτε : ὅτε |
| οἰκείηνδε λιλαίεαι ἀπονέεσθαι , καὶ δ ' ἂν ἐπίκρυφον οἶμον ἐπιφραδέως ἀνέλοιο , δεικήλῳ δ ' ἐνὶ τῷδε φάοι πανδῖα | ||
| . ” Ὧς ἔφαθ ' : Ἥρη δ ' αὖτις ἐπιφραδέως ἀγόρευσεν : “ Οὔτι βίης χατέουσαι ἱκάνομεν οὐδέ τι |
| ξύμμετρόν τε τῶι παιδὶ δαλόν . ἐπεὶ . . . κελάδησε ] ἐξότε πεσὼν ἀπὸ τῆς μητρὸς ἐβόησεν , τουτέστιν | ||
| καταίθουσα παιδὸς δαφοινὸν δαλὸν ἥλικ ' , ἐπεὶ μολὼν ματρόθεν κελάδησε , ξύμμετρόν τε διαὶ βίου μοιρόκραντον ἐς ἦμαρ . |
| ἄραξε καὶ οὐκ ἐφράσσατο πέτρην : ἤθελεν ὀρφναίων γυάλων κληῖδας ἀνεῖσα , ἐκ χθονίων Τιτῆνας ἀναστήσασα βερέθρων οὐρανὸν ὑψιμέδοντος ἀιστῶσαι | ||
| ἱππήλατον ἔργον Ἀθήνης , αὐτίκα μοι σπεύδοντι πολὺν διὰ μῦθον ἀνεῖσα ἔννεπε , Καλλιόπεια , καὶ ἀρχαίην ἔριν ἀνδρῶν κεκριμένου |
| καγχαλάασκον ἐτώσια μητιόωντι . Καὶ τότε Μυρμιδόνεσσιν Ἀχιλλέος ἄτρομος υἱὸς θαρσαλέον φάτο μῦθον ἐποτρύνων πονέεσθαι : Κέκλυτέ μευ , θεράποντες | ||
| ὁ τρίβων ἐμπνέοι . . . : ἒν δὲ τὸ θαρσαλέον τε καὶ ἐμμενές , ὅππη ὀρούσαι , φαίνετ ' |
| πυρίβολοι πλαγαὶ λέχεά θ ' Ἁλίου . ὦ δυστάλαινα τῶν ἀμετρήτων κακῶν Ὠκεανοῦ κόρα , πατρὸς ἴθι πρόσπεσε γόνυ λιταῖς | ||
| μερόπεσσι καὶ ἐν χθονὶ παμβασιλῆος . ἔμπλεος εἰς πλόον ἦλθον ἀμετρήτων [ ] ἀρετάων : οὐ πέλεν , οὐ πέλεν |
| μὲν ἀρίστη πρώτας ἀκτῖνας ξυνουμένη ἠέ τε πλήρεις , σὺν χαλεποῖσι δ ' ἐοῦσα πανεικέλιον μένος ἴσχει κείνοισιν , λυγροῦ | ||
| δ ' ὑπεδέξατο γαῖα . ἦ μὲν δὴ πολέεσσι πεφύρησαι χαλεποῖσι , θυμέ , γαληναίῃ δ ' ἐπιμίσγεαι οὐδ ' |
| δ ' ἄρ ' ἐτώσιον ἥρως καί μιν ἄφαρ προσέειπεν ὑπερφιάλοις ἐπέεσσι : Νῦν ς ' ὀίω μόρον αἰνὸν ἀναπλήσειν | ||
| : ἐπεὶ ἦ μάλα τοίγ ' ἐπὶ δηρόν ἀντιβίην Βέβρυξιν ὑπερφιάλοις πολέμιζον . καὶ δὴ πασσυδίῃ μεγάρων ἔντοσθε Λύκοιο κεῖν |
| πεπληθότα λύθρωι παντοίωι μετὰ πολλὸν ἔτι χρόνον : ἐννύχιος γὰρ εὐνῆι ἐπιπρομολὼν λέγες : Ἔγρεο : βαῖνε δὲ μέσσα παστάδος | ||
| ἀργῆτι κεραυνῶι , οὕνεκα δὴ [ Δήμητρι μίγη φιλότητι καὶ εὐνῆι . αὐτὰρ Δάρδανος [ ἐκ τοῦ ? ? Ἐριχθόνιος |
| ταρφέες ἰοί . τοῖς δ ' Ἀγέλεως μετέειπεν ἔπος πάντεσσι πιφαύσκων : “ ὦ φίλοι , ἤδη σχήσει ἀνὴρ ὅδε | ||
| [ ] ῆλθε ? ⌋ ? ] [ ] ήταν πιφαύσκων ? [ [ ] ! αρκει ? [ ! |
| ' ὦκα λύθη πολυήρατος αἰών : οὐδέ μιν ἐκ πολέμοιο πολυκλαύτοιο μολόντα καί περ ἐελδόμενοι μογεροὶ δέξαντο τοκῆες , Φυλλὶς | ||
| δῆριν ὑπ ' Ἀργείοισι δάμησαν : οὐ γάρ σφιν τύμβοιο πολυκλαύτοιο μέγηραν Ἀτρεῖδαι , Τρώεσσι δ ' ἐυπτολέμοισιν ὄπασσαν ἐκ |
| προσέννεπεν ἀκάματος Ζεύς . Ἧστο γὰρ ἀχνύμενος κραδίην καὶ πολλὰ μενοινῶν , οὕνεκεν ἤμελλον Πριάμου πόλιν ἐξαλαπάξειν Ἀργεῖοι , τοῖς | ||
| ἄγγος ὕπερθε κοῖλον ἐπεσμαράγησεν , ὁ δ ' οὐκέτι πολλὰ μενοινῶν ἐκφυγέειν δύναται στιβαρὸν σκέπας , ὄφρα ἑ κοῦρος μάρψῃ |
| ν ? πολυ ? [ ] [ ] σι ? χερ [ ] [ ] κουον ? ? [ ] | ||
| ὁ μὲν ἔνυδροϲ ψυχρόϲ ἐϲτι τὴν δύναμιν , ὁ δὲ χερ - ϲαῖοϲ ἔχει καὶ ϲτῦφον : ὅθεν ἕλκη τε |
| : Μοῦσαι δ ' ὑποφήτορες εἶεν ἀοιδῆς . Πρῶτά νυν Ὀρφῆος μνησώμεθα , τόν ῥά ποτ ' αὐτή Καλλιόπη Θρήικι | ||
| τοίγε κόπτον ὕδωρ δολιχῇσιν ἐπικρατέως ἐλάτῃσι . ἑσπέριοι δ ' Ὀρφῆος ἐφημοσύνῃσιν ἔκελσαν νῆσον ἐς Ἠλέκτρης Ἀτλαντίδος , ὄφρα δαέντες |
| δὲ καὶ μετέειπε Θεοκλύμενος θεοειδής : “ ὦ γύναι αἰδοίη Λαερτιάδεω Ὀδυσῆος , ἦ τοι ὅ γ ' οὐ σάφα | ||
| γάρ τιν ' ἀναιρήσεσθαι ὀΐω , ἐλθόντ ' ἐς μέγαρον Λαερτιάδεω Ὀδυσῆος . ἀλλ ' ἄγετ ' , οἰνοχόος μὲν |
| ὀξὺ βόων , κατὰ δ ' ἐδρύπτοντο παρειάς , ζωῇσιν ἴκελαι , ἔργα κλυτοῦ Ἡφαίστοιο . ἄνδρες δ ' οἳ | ||
| Μυρίνης δήια τεύχεα δῦσαι ἐς αἰγιαλὸν προχέοντο , Θυιάσιν ὠμοβόροις ἴκελαι , φὰν γάρ που ἱκάνειν Θρήικας : ἡ δ |
| δ ' ἄμοτον πονέοντο πρὸ τείχεος : ἀμφὶ δὲ Κῆρες γήθεον , οὐλομένη δ ' ἐπαΰτεεν ἀμφοτέροισι μακρὸν Ἔρις βοόωσα | ||
| θείης . ” Ἴσκεν ἀκηχεμένη : μέγα δὲ φρένες Αἰσονίδαο γήθεον . αἶψα δέ μιν περὶ γούνασι πεπτηυῖαν ἦκ ' |
| Διὸς παῖς ὁ χρυσός , κεῖνον οὐ σὴς οὐδὲ κὶς δάπτει , βροτεᾶν † φρένα κράτιστον φρενῶν . θυσάνῳ : | ||
| δαίμων σίντην : θῶες μέν τε διέτρεσαν , αὐτὰρ ὃ δάπτει : ὥς ῥα τότ ' ἀμφ ' Ὀδυσῆα δαΐφρονα |
| ἔφατ ' ἀντομένη : τοῦ δὲ φρένες ἰαίνοντο ἧς ἀλόχου μύθοισιν , ἔπος δ ' ἐπὶ τοῖον ἔειπεν : “ | ||
| πρὸς Ἀγαμέμνονα . . . . . λαὸς Ἀχαιῶν Πείσονται μύθοισιν : ὅτι πρὸς τὸ νοητὸν ἀπήντηκεν , ὁ λαὸς |
| ἐπὶ παισί , χελιδόνες οἷάτε κοῦφαι , μητέρες ὠδύροντο : νέη δέ τις ἀσπαίροντα ἠίθεον κλαύσασα θανεῖν ἔσπευδε καὶ αὐτὴ | ||
| μὴ δύνηται τεκεῖν , ἀλλ ' ὠδίνῃ πλείους ἡμέρας , νέη δ ' ἔῃ καὶ ἀκμάζῃ καὶ πουλύαιμος , τάμνειν |
| τόδε ψυχὴν διέφθαρκ ' : οἴχομαι δὲ καὶ βίου χάριν μεθεῖσα κατθανεῖν χρήιζω , φίλαι . ἐν ὧι γὰρ ἦν | ||
| Ὑφ ' ἡδονῆς τοι , φιλτάτη , διώκομαι τὸ κόσμιον μεθεῖσα σὺν τάχει μολεῖν : φέρω γὰρ ἡδονάς τε κἀνάπαυλαν |
| δ ' ἐγὼ τήν μοι θεὸς ὤπασε γεινομένῳ περ τλήσομαι ἀκράαντα φέρων τετληότι θυμῷ . οὐδέ τι μοι φίλα γυῖα | ||
| : “ τύμβῳ ἐπ ' ἀκροτάτῳ Αἰσυήταο γέροντος . ” ἀκράαντα ἀτελείωτα : “ αὕτως ἀκράαντον . ” ἀκριτόμυθε ἄκριτα |
| προσδέρκεσθέ μ ' ὄμμασιν , τέκνα ; τί προσγελᾶτε τὸν πανύστατον γέλων ; αἰαῖ : τί δράσω ; καρδία γὰρ | ||
| μηδὲν τῶν ἐπὶ τιμῇ , ἀλλ ' αὐτὸ γοῦν τὸ πανύστατον , μὴ ἀνταναιρεθῆναι : δι ' οὗ παρίσταται τὸ |
| κῦμα : γράφεται οἶδμα . [ τὴν δὲ παρηορίην ] διηερίην : μετέωρον : ἐβάσταζον γὰρ αὐτὴν αἱ Νηρεΐδες ἄνωθεν | ||
| κίρκος καὶ δολιχαὶ θώμιγγες ὑγρός τε μελίχροος ἰξὸς οἵ τε διηερίην δόνακες πατέουσιν ἀταρπόν . τίς τάδε τολμήσειεν ἀείδειν ἰσοτάλαντα |
| ὀλοφύρετο καί οἱ ὕπερθε λαμπρὸν παμφανόωσα μακρὰς ἀνέφαινε κελεύθους . Ἵκετο δ ' ἐμμεμαυῖα δι ' οὔρεος , ἧχι καὶ | ||
| ἄμβροτος Αἰὼν χερσὶν ὑπ ' ἀκαμάτοισιν ἀτειρέος ἐξ ἀδάμαντος . Ἵκετο δ ' Οὐλύμποιο ῥίον μέγα : σὺν δ ' |
| οὐδὸν ἄμειψεν ὀξέα δενδίλλων : αὐτῷ δ ' ὑπὸ βαιὸς ἐλυσθείς Αἰσονίδῃ , γλυφίδας μέσσῃ ἐνικάτθετο νευρῇ , ἰθὺς δ | ||
| δὲ δουρί ὀστέον ἐρραίσθη : ὁ δ ' ἐνὶ ψαμάθοισιν ἐλυσθείς μοῖραν ἀνέπλησεν . τὴν γὰρ θέμις οὔποτ ' ἀλύξαι |
| αἴ κε πίθηται . ἀλλὰ σὺ μὲν νῦν νηυσὶ παρήμενος ὠκυπόροισι μήνι ' Ἀχαιοῖσιν , πολέμου δ ' ἀποπαύεο πάμπαν | ||
| ' ἄγεθ ' , ὅσσοι ἔτ ' εἰμὲν ἐπ ' ὠκυπόροισι νέεσσι , καρπαλίμως φεύγωμεν ἑὴν ἐπὶ γαῖαν ἕκαστος , |
| ἀλλ ' ἀνοίξατε ὅπως τάχιστα , καὶ γυναικείους πύλας μοχλοῖς χαλᾶτε : καὶ μάλ ' ἡβῶντος δὲ δεῖ οὐχ ὥστ | ||
| ' ἕδρας ἡ Τυνδαρὶς παῖς ἐκπεπόρθμευται χθονός . ὠή , χαλᾶτε κλῆιθρα , λύεθ ' ἱππικὰς φάτνας , ὀπαδοί , |
| περισπέρχουσά περ αἰνῶς βλάπτει τρηχὺν ἐόντα , γένυν δ ' ἀνεμώλιον αὔτως ἐγχρίμπτει , στερεοῖσι δ ' ἐτώσια μαίνετ ' | ||
| δύστλητα γὰρ ἔσται κήδεα , καὶ δ ' ἂν ἀκεσφορίην ἀνεμώλιον ἔλποι . ἢν δέ τις ἄλλη νοῦσος ἐπιρρέπῃ , |
| μαχησόμεθ ' αὖθι μένοντες , καὶ μάλα τειρόμενοί περ : ἀναγκαίη γὰρ ἐπείγει : Ἕκτορ ἀτὰρ σὺ πόλιν δὲ μετέρχεο | ||
| ἄλλας μὲν νούσους ἰήσεται : εἰ δέ κε κρείσσων χρειὼ ἀναγκαίη σε βιήσεται αἰνὰ παθόντα ἀργαλέου ὑδέροιο , τότ ' |
| κατείχετο δὲ νεφέεσσιν . ἔνθ ' οὔ τις τὴν νῆσον ἐσέδρακεν ὀφθαλμοῖσιν , οὔτ ' οὖν κύματα μακρὰ κυλινδόμενα προτὶ | ||
| . ” Ὧς φάτ ' ἀπηλεγέως . ὁ δ ' ἐσέδρακεν ὄμμαθ ' ἑλίξας , ὥστε λέων ὑπ ' ἄκοντι |
| πνείοντος ἀέλλαις ἠὲ Νότου κελάδοντος , ὅτ ' εὐρέα πόντον ὀρίνει λαίλαπι καὶ ῥιπῇσι , Θυτήριον εὖτ ' ἀλεγεινὸν ἀντέλλῃ | ||
| . Ἐγχρίπτων : ἐμβάλλων , προσπελάζων , κοντῷ τιτρώσκων . ὀρίνει : ἐκείνους τοὺς δύο ἰχθύας ἐγείρει . Θωρήξας : |
| ὕψος ἔχουσα , πυριβλήτοισι προσώποις : καὶ φλογερῶι σπινθῆρι κατάσχετος Ἠριγενείης λεπτὸν ἔχει μελέεσσιν ἀραχνιόωντα χιτῶνα , καῦμα πυρὸς φεύγουσα | ||
| τὸν τελευτήσαντα . Ἔτι νῦν : ἕως τῷ νῦν . Ἠριγενείης : τοῦ τῆς Ἠοῦς δηλονότι . Θαρσαλέος : ὁ |
| τὰ μαντεύματα ἐμμέτρως . Τὰ δ ' ἔπη τάδε : Τίπτε ποθεῖτε μαθεῖν νούσου τέλος ἠδὲ καὶ ἀρχήν ; Ἀμφοτέρους | ||
| . ἦκα δὲ μυρομένη , λιγέως ἀνενείκατο μῦθον : “ Τίπτε με δειλαίην τόδ ' ἔχει ἄχος ; εἴθ ' |
| κούρης . αὐτὴ δ ' , ὡς συνέηκε πόθον δολόεντα Λεάνδρου , χαῖρεν ἐπ ' ἀγλαΐῃσιν : ἐν ἡσυχίῃ δὲ | ||
| λύχνον ἄπιστον ἀπέσβεσε πικρὸς ἀήτης καὶ ψυχὴν καὶ ἔρωτα πολυτλήτοιο Λεάνδρου . Ἡ δ ' ἔτι δηθύνοντος ἐπαγρύπνοισιν ὀπωπαῖς ἵστατο |
| ὑπολαβόντα φῆσαι τὸν Δημόκριτον , εἰ τριῶν ἀπενθήτων ὀνόματα τῶι τάφωι τῆς γυναικὸς ἐπιγράψειεν , εὐθὺς αὐτὴν ἀναβιώσεσθαι τῶι τῆς | ||
| δέμας ; δοῦναι κελεύσω πορθμίδ ' , ἧι καθήσομεν κόσμον τάφωι σῶι πελαγίους ἐς ἀγκάλας . ὡς εὖ τόδ ' |
| πανέξοχον ἐφράσσαντο ἴδμονες ἱπποδρόμων καὶ βουκολίων ἐπίουροι , εἴδεσιν ὃς τοίοισιν ὅλον δέμας ἐστεφάνωται : βαιὸν ὑπὲρ δειρῆφι μετήορον ὕψι | ||
| αὖθι μένοντες , εἰ μὴ ἀολλίσσας ἑτάρους ἀπάνευθε γυναικῶν Ἡρακλέης τοίοισιν ἐνιπτάζων μετέειπεν : “ Δαιμόνιοι , πάτρης ἐμφύλιον αἷμ |
| ποτέ οἱ ξεινήιον ἐγγυάλιξε , πρόφρων ἀντομένη , πέρι γὰρ μενέαινεν ἕπεσθαι τὴν ὁδόν : ἀλλ ' , ὅσον αὐτὸς | ||
| μετὰ πνοιῇσιν ἔθειραι . Οὐδὲ μὲν οὐδ ' αὐτοῖο πάις μενέαινεν Ἄκαστος ἰφθίμου Πελίαο δόμοις ἔνι πατρὸς ἑῆος μιμνάζειν , |
| καταντίον ἄρσενος αἴγλης μαρμαρυγὴν ἥρπαξεν : ἀπ ' αὐτογόνου δὲ λοχείης πλησιφαὴς ἥβησεν ἐϋτροχάλοισι προσώποις . καὶ Φαέθων μαίωσε καὶ | ||
| πυριτρεφέων ἀπὸ κόλπων ξανθοφαὲς μαίωσε φάος νέον : ἐκ δὲ λοχείης ὄρθριος ἀντέλλων ἀναπάλλεται ὠκὺς ὁδίτης , καὶ πάλιν ἡβήσαντα |
| δὴ τότε πείσματα νηὸς ἐπὶ πνοιῇς ἀνέμοιο λυσάμενοι , προτέρωσε διὲξ ἁλὸς οἶδμα νέοντο : ἡ δ ' ἔθεεν λαίφεσσι | ||
| ἀφρὸς ἦν περὶ στόμα . κύψαντες ὕβριν ἁθρόην ἀπέφλυσαν . διὲξ σωλῆνος εἰς ἄγγος , ! ] ε ? παρθένοι |
| ξείνοισιν ἀεικέα θεσμὸν ἔθηκεν , μή τιν ' ἀποστείχειν πρὶν πειρήσασθαι ἑοῖο . ἔστι δὲ καὶ πόλις Ἄμυκος ἀπ ' | ||
| ὃ καὶ γαίηθεν ἰδέσθαι δεῖμα φέρει καὶ μοῦνον ἐν ὄμμασι πειρήσασθαι : δούρασι δ ' ἐν βαιοῖσιν ἀελλάων θεράποντες πλαζόμενοι |
| υἱὸς Ἀχιλλῆος πῆλεν δόρυ πατρὸς ἑοῖο : ἀλλ ' ἄλλῃ τρέπε θυμόν , ἐπεὶ Θέτις ἀγλαόπεπλος ἁζομένη Κυθέρειαν ἀπέτραπεν υἱωνοῖο | ||
| κάλλιστόν ἐστί σοι , καὶ πορίζεις τὸν βίον : ἢ τρέπε τὸν ἐπηρμένον σου λογισμὸν ἀπὸ τῶν ἀλλοτρίων κτημάτων τρέψας |
| ἁδύς . ἤδη δὲ προϊόντος ἔδοξ ' ἐπιχεῖσθαι ἄκρατον ὧτινος ἤθελ ' ἕκαστος : ἔδει μόνον ὧτινος εἰπεῖν . ἁμὲς | ||
| : ὣς ὁ μὲν αὖθι πεσὼν κοιμήσατο χάλκεον ὕπνον . ἤθελ ' ἀνορθῶσαι : ἐκ δευτέρου ζῶντα παραστῆσαι . λίνα |
| ! ! ! ! ] λαρως ? ! ? ! ἐπεφράσσαντο νε [ τεν ! ! ! ! βοτάνηισιν Ἀχαιίδος | ||
| ὅτ ' εἰαρινὸς θύννων στρατὸς ὁρμήσωνται . χῶρον μὲν πάμπρωτον ἐπεφράσσαντο θαλάσσης οὔτε λίην στεινωπὸν ἐπηρεφέεσσιν ὑπ ' ὄχθαις οὔτε |
| ἀνίησι : ἀφίησι , καταλιμπάνει . ἐσσυμένην : ὁρμῶσαν . ἐσσυμένη : ὁρμῶσα . παραλύξαι : φυγεῖν , ἀλύξαι , | ||
| Ἄβαντα αἰγανέην προϊείς : ἣ δ ' ἀσφαράγοιο διὰ πρὸ ἐσσυμένη ἀλεγεινὸν ἐς ἰνίον ἦλθε τένοντος : λῦσε δ ' |