δὲ τὸ ἀπρεπὲς προέχοντες . . . τὴν ἀσπίδα . ὤρχουντο ἐν ὅπλοις ἐν τ . Π . . .
δὲ τὸ ἀπρεπὲς προέχοντες . . . τὴν ἀσπίδα . ὤρχουντο ἐν ὅπλοις ἐν τ . Π . . .
8228642 ἐστεφανωμενοι
καὶ ὁπόσοι δὴ τῶν ἐπιχωρίων παῖδες ἐπὶ τὸν Μείλιχον ἀστάχυσιν ἐστεφανωμένοι τὰς κεφαλάς : ἐκόσμουν δὲ οὕτω καὶ τὸ ἀρχαῖον
μαζονόμων φέροντες ἑκατὸν εἴκοσι . μεθ ' οὓς Σάτυροι τεσσαράκοντα ἐστεφανωμένοι κισσίνοις χρυσοῖς στεφάνοις : τὰ δὲ σώματα οἳ μὲν
8040356 Σατυροι
χρυσῶν μαζονόμων φέροντες , ἑκατὸν εἴκοσι . Μεθ ' οὓς Σάτυροι τεσσαράκοντα , ἐστεφανωμένοι κισσίνοις χρυσοῖς στεφάνοις : τὰ δὲ
ὄνου τὰ πολλὰ ὀχούμενος , Λυδὸς οὗτος , οἱ δὲ Σάτυροι ὀξεῖς τὰ ὦτα , καὶ αὐτοὶ φαλακροί , κεράσται
7967209 δεδεμενοι
τὰ μαντεύματα : ὑπὸ ζυγὸν ὁ θάλαμος , καὶ κάλω δεδεμένοι . ἀλλὰ καὶ πηδάλιον τοῦ θαλάμου πλησίον : ἰδοὺ
ξυστρατευόμενοι τοῖς Πέρσαις καὶ τότε ἐν Μακεδονίᾳ ξὺν τοῖς δισχιλίοις δεδεμένοι ἦσαν : καὶ ὑπὲρ αὐτῶν ἄπρακτοι ἐν τῷ τότε
7742461 προσῃεσαν
' αὐτῶν τὸ μὴ ἀεὶ διδόναι : ἀλλ ' ἐπεὶ προσῄεσαν μὲν ταῖς τραπέζαις ὑπὲρ τῶν ὡμολογημένων , ἐπανεγιγνώσκετο δὲ
τοὺς φαινομένους τῶν ἄρτων οὐκ ὀλίγος . οἱ πολλοὶ δὲ προσῄεσαν μὲν τοῖς ἐκπεπρακόσιν ἐπ ' ὠνῇ διδόντες ἀργύριον ,
7661363 ἠγειραν
ᾗσι φρεσὶν οὐνόματ ' εἴποι , ὅσσοι δὴ μετόπισθε μάχην ἤγειραν Ἀχαιῶν ; Τρῶες δὲ προὔτυψαν ἀολλέες : ἦρχε δ
ἄριστοι ἵππων τ ' ὠκυπόδων ἐπιβήτορες , οἵ κε τάχιστα ἤγειραν μέγα νεῖκος ἀπαιδεύτοισι θεαταῖς νηπιάχοις , ξυνὸν δὲ κακὸν
7605919 Τυρρηνοι
καταστάντες ἐμάχοντο . κυκλωθέντες δ ' ὑπ ' ἀμφοῖν οἱ Τυρρηνοὶ καὶ οὔτε πρόσω διεκπορευθῆναι δυνάμενοι διὰ τοὺς ὁμόσε χωροῦντας
καὶ ληιστῶν γενομένων ἐξ ἀρχῆς , ὥς φησι Φιλόχορος . Τυρρηνοὶ γὰρ ὀλίγον τινὰ χρόνον οἰκήσαντες ἐν ταῖς Ἀθήναις ὤφθησαν
7597285 αὐληται
ὄντα ἡ τιτθὴ οὕτως ἐκάλεσεν . καὶ νῦν δὲ οἱ αὐληταὶ ὑποπόδιον διπλοῦν ὑπὸ τὸν δεξιὸν πόδα ἔχοντες , ὅταν
νῦν ἐπὶ τοῦ τόπου ἐν θεάτρῳ , ἐφ ' ᾧ αὐληταὶ καὶ κιθαρῳδοὶ καὶ ἄλλοι τινὲς ἀγωνίζονται . σὺ μέντοι
7540048 σφαξαντες
αἵδε : τρεῖς μὲν ἡμέρας προτιθεῖσι τὸν νεκρὸν καὶ παντοῖα σφάξαντες ἱρήια εὐωχέονται , προκλαύσαντες πρῶτον : ἔπειτα δὲ θάπτουσι
τοῦ ἑσπερίου καὶ Κιμμερίου Ὠκεανοῦ καὶ πυγούσιον βόθρον ὀρύξαντες καὶ σφάξαντες κριὸν καὶ ὄιν θήλειαν ἐξέχεον εἰς τὸν βόθρον τὸ
7515771 ἱπποται
μὲν οὖν μαχηταὶ πάντες τῇ φύσει , κρείττους δ ' ἱππόται ἢ πεζοί , καὶ ἔστι Ῥωμαίοις τῆς ἱππείας ἀρίστη
μὴ ἰδοίατο οἱ Πέρσαι ἐξορμωμένους καί σφεας ἑπόμενοι ταράσσοιεν οἱ ἱππόται : ἀπικομένων δὲ ἐς τὸν χῶρον τοῦτον , τὸν
7509341 ᾀδοντες
εἰς αὐτὸν βάλλουσιν , τῇ σφῶν διαλέκτῳ τὸν Ἀφροδίτης ὕμνον ᾄδοντες . Κατορύσσουσι δὲ κατ ' ἐνιαυτὸν γραῦν κατάκριτον παρὰ
, πλήρης σταφυλῆς . ἐπάτουν δὲ ἑξήκοντα Σάτυροι πρὸς αὐλὸν ᾄδοντες μέλος ἐπιλήνιον , ἐφειστήκει δ ' αὐτοῖς Σιληνός .
7477049 ἐνδεδυκοτες
στεγνοὶ καὶ ἀνώμαλοι ἐν ἀνέσει καὶ ἐπιτάσει . καὶ σφυγμοὶ ἐνδεδυκότες , πυκνοὶ καὶ ἄτακτοι : τούτοις οὖν ἁρμόσει πάντως
τὰς κρίσεις ἐποιοῦντο , ἁλουργὰ μὲν ἀμπεχόμενοι περιβόλαια καὶ χιτῶνας ἐνδεδυκότες περιπορφύρους . ὑπεδέδεντο δὲ καὶ πολυσχιδῆ σανδάλια τοῦ θέρους
7441261 ᾀδουσιν
ἐξιτητέον . οὐδὲ γὰρ τοῖς αὐληταῖς , ὅτι ἐν κοινῷ ᾄδουσιν , ἐπιτιμῶμεν , οὐδὲ τοῖς ῥήτορσιν , ὅτι ἐν
τῆς νυκτός . μέσαι δὲ νύκτες . καὶ τοὐντεῦθεν ἀλεκτρυόνες ᾄδουσιν , ὃ λέγεται ὄρθρος . ὀμφακίας θυμός : ὁ
7424584 βουκολοι
λογισμῷ : καθάπερ γὰρ οἱ τῶν ἄλλων ζῴων ἀγελάρχαι , βουκόλοι καὶ αἰπόλοι καὶ νομεῖς , οὔτε βόες εἰσὶν οὔτε
' ἔκπληξιν καὶ φόβον : τότε τοῦτον οἱ δεσπόται καὶ βουκόλοι μετέστησαν καὶ ἠφάνισαν , ὡς οὐκ ἐπιτήδειον οὐδὲ συμφέροντα
7420972 πορευθεντες
ἐκ τῆς πόλεως , ὑφορώμενος αὐτῶν τὴν ἀβεβαιότητα . οἳ πορευθέντες εἰς Ἔντελλαν , καὶ πείσαντες τοὺς ἐν τῇ πόλει
εἰς ἐπιθυμίαν πονηράν , ἀλλὰ πάντοτε ἐν δικαιοσύνῃ καὶ ἀληθείᾳ πορευθέντες , καθὼς καὶ παρέλαβον τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον .
7416265 ἐκαθηντο
ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ καὶ ἐν τῇ βουλῇ μετὰ τῶν προέδρων ἐκάθηντο , κωλύοντες τὰ ἀσύμφορα τῇ πόλει πράττειν . ἑπτὰ
αὗται δ ' εἶχον σκηνὰς βαρβαρικάς , ἐφ ' ὧν ἐκάθηντο γυναῖκες Ἰνδαὶ καὶ ἕτεραι κεκοσμημέναι ὡς αἰχμάλωτοι . κάμηλοι
7389313 τραγῳδοι
. Ὀκρίβας , τὸ λογεῖον , ἐφ ' ᾧ οἱ τραγῳδοὶ ἠγωνίζοντο : καὶ Πλάτων ὁ φιλόσοφος ἐν Συμποσίῳ κέχρηται
κατορθοῦντες . ἄλλως . οἱ μέγα φωνεῖν θέλοντες , οἷον τραγῳδοὶ , προαναπνέουσιν ἐπιπολὺ , ἵν ' ὅταν ἀναφωνήσωσιν ,
7388871 νεανισκοι
ὅτε λευκοὶ κόρακες φανῶσιν αὐτῇ : τοῦ οὖν χρησμοῦ ἀκούσαντες νεανίσκοι καὶ μέθῃ ποτὲ † γινόμενοι , γυψώσαντες † τοὺς
περιυβρίζειν ἔχοιεν . ὡς δὲ παρεγενήθησαν ἐπὶ τὸ μαντεῖον οἱ νεανίσκοι καὶ τοὺς χρησμοὺς ἔλαβον ὑπὲρ ὧν ἐπέμφθησαν , ἀναθήμασι
7379482 ναυαρχοι
, πάντες δ ' ἐξ ἴσου συνετέλουν , οἱ δὲ ναύαρχοι παραπλησίως εἶχον τὰς φύσεις ἀλλήλοις , ἔρανος δ '
τόπον . καθίστασαν ] ἐποίουν . ἄνακτες ] ἤγουν οἱ ναύαρχοι . ἐχώρει ] παρήρχετο . μάλ ' ] λίαν
7365940 κεκοσμημενοι
καὶ ἐν τῇσιν ἄλλῃσι περιγραφῇσι : κἢν γὰρ ἔωσιν ὑπερηφανέως κεκοσμημένοι , πουλὺ μᾶλλον φευκτέοι καὶ μισητέοι τοῖσι θεωμένοισίν εἰσιν
: ἐφείποντο δὲ οἱ περὶ αὐτὸν σκηπτοῦχοι ἐφ ' ἵππων κεκοσμημένοι σὺν τοῖς παλτοῖς ἀμφὶ τοὺς τριακοσίους . οἱ δ
7365808 παιζοντες
ἀπέχεσθαι , εἰ μόνον κινοῖεν γέλωτα . οἱ δὲ ἐμμελῶς παίζοντες : τὸ μέσον καὶ μέτριον ἐνδείκνυται . ἐκ τῶν
προοιμιαζόμενος εἶπες τότε . πάλιν οὖν , οἷόν φασιν οἱ παίζοντες , ἀμεινόνων ἐξ ἀρχῆς δευτέρων ἐπαναπολήσωμεν , ὡς προοίμιον
7360155 γνωρισαντες
εἰς τὴν Ἄρεως νῆσον συνέβαλον τοῖς Ἀργοναύταις , καὶ ἀλλήλους γνωρίσαντες κοινῇ ἔπλευσαν εἰς τὸν ἐν Κόλχοις ποταμὸν Φᾶσιν .
ἔγνωσαν ὅτι ἐσφάλησαν καὶ οὐδὲν αὐτοῖς ὑπολείπεται ἐν ᾧ , γνωρίσαντες τὸ ἀβέβαιον τῆς ἐλπίδος , ἔτι φυλάξονται . ὃ
7358192 ἠκολουθουν
διὰ τὴν ὀλιγότητα ἐκβιασθέντες , συνέθεντο τῷ Λευκίῳ καὶ εὐθὺς ἠκολούθουν ἐπὶ Κόρινθον , μηχανήματα φέροντες . . . .
συνέβαινε , συμμεταβαλλομένους ἀεὶ τοῖς καιροῖς : χωρὶς δὲ τούτων ἠκολούθουν ἱππεῖς χίλιοι πεντακόσιοι , ζεύγη δὲ Λιβύων πλείω τῶν
7356499 ἀστεφανωτοι
τὴν ἡμέραν , ἐκ δὲ τῶν Δημοσθένους πολιτευμάτων ὑμεῖς μὲν ἀστεφάνωτοι καὶ ἀκήρυκτοι γίγνεσθε , οὗτος δὲ κηρυχθήσεται ; καὶ
τῶν ἄλλων ὅσα νικῶσι δίδοται μετελάμβανον , οἱ δὲ οὐκ ἀστεφάνωτοι μόνον ἀπῄεσαν , ἀλλὰ καὶ ἧτταν ἐπονείδιστον ἐνδεξάμενοι τῶν
7334323 πιθηκοι
δὲ ἄλλως βροτῶν εἴδωλα καμόντων , Ἡσιόδου κηφῆνες , Ἀρχιλόχου πίθηκοι , δύο μορφὰς ἔχοντες ἀντὶ τριῶν , τῆς τραγικῆς
ὄντες γὰρ ταῖς μὲν ὄψεσιν ἄνθρωποι , ταῖς δὲ ψυχαῖς πίθηκοι , προσποιεῖσθε μὲν πάντα , γινώσκετε δὲ οὐδέν :
7329426 Ἡρακλεωται
ἔπεμψαν στράτευμα , καὶ ταύτην κατέτρεχον , μέχρις ἂν οἱ Ἡρακλεῶται διεπρεσβεύσαντο πρὸς αὐτούς . Νύμφις δὲ ἦν ὁ ἱστορικὸς
χερρόνησος λεγομένη τούτοις συνάπτει , πόλιν ἔχουσα Ἑλληνίδα , ἣν Ἡρακλεῶται Δήλιοί τ ' ἀπῴκισαν , τοῖς Ἡρακλεώταις γενομένου χρησμοῦ
7325473 θυσαντες
. τινὲς δὲ βάρβαροι τοὺς μὲν ὑπὲρ ἑξήκοντα ἔτη γεγονότας θύσαντες ἐσθίουσιν , τοὺς δὲ ἐν νεότητι ἀποθανόντας γῇ κρύπτουσιν
οἶμαι , ὄντες εὐξάμενοι τοῖς θεοῖς καὶ οἷον ἐμβατήρια πλοῦ θύσαντες ἐχώρουν εὐθὺ πυραμίδων ἐπὶ καμήλων ὀχούμενοι δεξιὸν θέμενοι τὸν
7324339 δεθεντες
μέντοι καὶ τὰ νῶτά τινες προσθέντες ἀλλήλοις ἀνθέλκουσιν ἑνὶ δεσμῷ δεθέντες . ἡ δὲ ἐφεντίνδα , ὡς ἔστιν εἰκάζειν ,
τοῖς στρατιώταις τοῦ δῆσαι πάντας τοὺς παρόντας . οὕτω Σαρνούσιοι δεθέντες ἐς Μακεδονίαν ἤχθησαν πλείους μυρίων . Φίλιππος διωκόμενος ὑπὸ
7321793 ποιμενες
τὸ ἀκόνιτον καὶ ὁρμήσωσιν ἐπὶ τὴν κόπρον , ἀνασπῶσιν οἱ ποιμένες , καὶ περιαλλόμεναι , τουτέστιν ἐπιπηδῶσαι , ἀποθνῄσκουσιν .
ἀτέχνων ἐπαινούμενος , κἂν εἰ περιστάντες αὐτὸν παῖδες συφορβοὶ καὶ ποιμένες θαυμάζοιεν καὶ κροτοῖεν , ἐπαίρεσθαι ἐπ ' αὐτῷ τούτῳ
7321266 Βασσαραι
ἡ ἀλώπηξ κατὰ Ἡρόδοτον , . , . . . Βασσάραι : χιτῶνες , οὓς ἐφόρουν αἱ Θρᾳκίαι Βάκχαι ,
αὐτὸς τῆς λέξεως καὶ ἐν Ἠδωνοῖς . Κατάλογ . : Βασσάραι . . Ἀστροθεσίαι ζωιδίων . , : . .
7318901 ἐκομισαν
ὡς ἄρα ἐλθόντες ἐπὶ τὴν ἤπειρον οἱ Ἀργοναῦται ἐπὶ στρωτήρων ἐκόμισαν τὴν Ἀργώ , μέχρις οὗ ἐπὶ θάλασσαν παρεγένοντο .
δῶρα δόντας ἤδη βαδίζειν ἐπὶ τοὺς ἐναντίους . οἱ μὲν ἐκόμισαν , ὁ δὲ λαβὼν σύνθημα ἔδωκεν Ἑρμῆν Φίλιον ,
7313489 μαγοι
τοῖς θεοῖς , ἔφη , ἐξαιρεῖτε ὅ τι ἂν οἱ μάγοι ἐξηγῶνται : ἔπειτα δὲ καὶ Κυαξάρῃ ἐκλέξασθε ὁποῖ '
τε τῷ ἐμῷ καὶ ὑμῖν . Εἶπαν πρὸς ταῦτα οἱ μάγοι : Ὦ βασιλεῦ , καὶ αὐτοῖσι ἡμῖν περὶ πολλοῦ
7311912 χορευοντες
περὶ τράπεζαν μὲν καὶ τηγάνου ψόφον ἀεὶ ἐπ ' ἄριστα χορεύοντες , ἐν δὲ τοῖς κινδύνοις προδόται . Ἐλέφαντα ἐκ
οὖν ἐρωμένας προσνέοντες δορυφοροῦσι , καὶ δεῦρο καὶ ἐκεῖσε περιέρχονται χορεύοντες ἅμα καὶ πηδῶντες . οἱ μὲν οὖν περίνεῳ ὁπόσον
7309679 Γεται
ἢ πεντήκοντα καὶ ἑκατὸν ἐτῶν . εἷλον δὲ καὶ ταύτην Γέται καὶ τὰς ἄλλας τὰς ἐν τοῖς ἀριστεροῖς τοῦ Πόντου
ἡμεῖς μόνοι οἱ Θρᾶικές ἐσμεν ἄνδρες : οἱ μὲν δὴ Γέται , Ἄπολλον , ἀνδρεῖον τὸ χρῆμα : τοιγαροῦν γέμουσιν
7304576 Λακωνες
ταῖς εἰσβολαῖς χρωμένης καὶ δενδροτομούσης καὶ δῃούσης μᾶλλον ἢ οἱ Λάκωνες τὴν Ἀττικὴν ἐνέδωκα καὶ ἀπέδωκα τῷ πάθει τοὔνομα δεινῆς
καὶ πεποίηται ὁ νοῦς διὰ τὸν Μενέλαον : οἱ γὰρ Λάκωνες βραχυλόγοι : τὰ μακρὰ τῶν μικρῶν : Λακεδαιμόνιος ὁ
7297453 καμον
' ἄπρηκτος ὀρώρει . Ἀλλ ' ὅτε δὴ μάλα πολλὰ κάμον περὶ τείχεα Τροίης αἰχμηταὶ Δαναοί , πολέμου δ '
ἠδ ' ὑπένερθε ζῶμά τε καὶ μίτρην , τὴν χαλκῆες κάμον ἄνδρες . αὐτὰρ ἐπεὶ ἴδεν ἕλκος ὅθ ' ἔμπεσε
7274979 ἀρτιαζομεν
ἢ περισσοὺς κατέχει . Ἀριστοφάνης Πλούτῳ στατῆρσι δὲ οἱ θεράποντες ἀρτιάζομεν . τρόπα δὲ ἐστὶν ἡ εἰς βόθυνον ἐκ διαστήματος
' ἡμῖν ἐξαπίνης ἐλεφάντινος . στατῆρσι δ ' οἱ θεράποντες ἀρτιάζομεν χρυσοῖς : ἀποψώμεσθα δ ' οὐ λίθοις ἔτι ἀλλὰ
7273433 Σαυρομαται
ἁπάντων ὁρώντων διανήχεται εἰς τοὺς πολεμίους : καὶ οἱ μὲν Σαυρομάται διηρμένοι τοὺς ἄκοντας ὥρμησαν ἐπ ' αὐτὸν ὡς κατακεντήσοντες
τὸ ἐθνικὸν „ Σαυρανῶν δ ' οἱ κορυφαιότατοι ” . Σαυρομάται , ἔθνος Ἰνδικόν . καὶ Σαχαλίτης κόλπος . ”
7260312 Βακτριοι
καὶ οἵ γε ἄρρενες καὶ πολεμικοί , ἐκτέμνουσιν αὐτοὺς οἱ Βάκτριοι , τὴν ὕβριν καὶ τὸ ἀκολασταίνειν ἀφαιροῦντες , τὴν
λέγει Ἀριστόβουλος . τὸ μὲν εὐώνυμον αὐτῷ κέρας οἵ τε Βάκτριοι ἱππεῖς εἶχον καὶ ξὺν τούτοις Δάαι καὶ Ἀραχωτοί :
7259503 ἐλεγοντο
, ὅτι οὐ μόνον οἱ κατ ' ἀγροὺς ὑπουργοὶ οὕτως ἐλέγοντο , ἀλλὰ καὶ οἱ ἐν οἰκίαις ἐλεύθεροι [ ὡς
ἐν Παρειτάκαις χωρίον τι ὀχυρόν , ἄλλην πέτραν , κατέχειν ἐλέγοντο πολλοὶ τῶν βαρβάρων . ἐκαλεῖτο δὲ αὕτη Χοριήνου ἡ
7259393 ἀλιτηριοι
. * . Ἀλιτήριος : ὁ ἁμαρτωλὸς καὶ ἄδικος . ἀλιτήριοι δὲ ἐντεῦθεν ἐκαλοῦντο . λιμὸς κατέλαβέν ποτε τοὺς Ἀθηναίους
καὶ ἀνοσίων τρόπων καθαρεύουσιν . Ὅσοι δέ εἰσιν αὐτοί τε ἀλιτήριοι , καὶ ἀθέσμως καὶ ἀτάκτως ἐπιπηδῶσι τοῖς θείοις ,
7246466 Σειληνοι
δὲ Διονυσιακῆς πομπῆς πρῶτοι μὲν προῄεσαν οἱ τὸν ὄχλον ἀνείργοντες Σειληνοὶ , πορφυρᾶς χλαμύδας , οἱ δὲ φοινικίδας , ἠμφιεσμένοι
πᾶσαν τὴν ὁδόν . Ἠκολούθουν δ ' αὐτῷ Σάτυροι καὶ Σειληνοὶ ἑκατὸν εἴκοσιν , ἐστεφανωμένοι , φέροντες οἱ μὲν οἰνοχόας
7243791 δειλαιοι
σιμός τε ] εἴη καὶ τὴν ὄψιν οὐκ εὔχαριςἀγνοοῦντες οἱ δείλαιοι , ὅτι καλὸς εἶναι τἄνδοθεν τοῖς | θεοῖς Σωκράτης
ἵνα τόδε . σύμμαχον εἶχεν ὑποψίαν . ἀλλ ' οἱ δείλαιοι σύμβουλοι ἐξαγαγόντες εἰς τὴν Βοιωτίαν τὴν ἀκμὴν τῆς πόλεως
7237262 ἐφεπομενοι
πλὴν ὅσοι αὐτῶν φυγάδες τότε ὄντες ἐτύγχανον , ἐκακούργουν αὐτὸν ἐφεπόμενοι . ὁ δὲ τέως μὲν ἦγεν ἐν πλαισίῳ τὸ
καὶ μάχης γενομένης νικήσαντες , φυγῇ τῶν Κορινθίων ἀποχωρούντων , ἐφεπόμενοι καὶ κτείνοντες ἅμα † παισὶν ἀλλήλοις τὸν Διὸς Κόρινθον
7233985 Μηθυμναιοι
ὅσον ἑκατὸν ἀπέχοντι κῆρυξ ἀπαντᾷ σπονδὰς κομίζων . Οἱ γὰρ Μηθυμναῖοι μαθόντες παρὰ τῶν ἑαλωκότων ὡς οὐδὲν ἴσασι Μιτυληναῖοι τῶν
κατὰ πόλεμον καὶ τραῦμα ἡ ἰσχυρὰ ἧττα φ ʃ οἱ Μηθυμναῖοι . εἴργειν : τοὺς Μιτυληναίους . ἔστιν οἷ :
7233210 κωμῳδοι
ἐκωμῴδησα . οὗτοι ] οἱ ἄλλοι ⌈ κωμικοί . [ κωμῳδοί . ] ὡς ] ἐπεί . ⌈ παρέδωκε /
κωμῳδίᾳ ” . οὗτοι ] ἀντὶ τοῦ “ οἱ ἄλλοι κωμῳδοί ” . λαβὴν ] ἀντὶ τοῦ “ ἀρχήν ”
7232514 τελωναι
ποῖον μισθὸν ἔχετε ; τοῦτο καὶ οἱ λῃσταὶ καὶ οἱ τελῶναι ποιοῦσιν . “ Τοὺς δὲ ποιοῦντας τὸ ἀγαθὸν διδάσκει
, τούτων μάλιστ ' ἢ τὰ μέγιστ ' ἀδικοῦσιν οἱ τελῶναι , ὥστε μόνοις αὐτοῖς μὴ μεταδοῦναι τοῦ νόμου .
7225851 ἠμφιεσμενοι
οἱ τὸν ὄχλον ἀνείργοντες Σιληνοί , πορφυρᾶς χλανίδας ἢ φοινικίδας ἠμφιεσμένοι . τούτοις ἐπηκολούθουν λαμπάδας φέροντες κισσίνας διαχρύσους . μεθ
αἱ δὲ πλευραὶ τῶν στοῶν αἱ μέν εἰσι τοῖχοι πλάκας ἠμφιεσμένοι τῇ μὲν τέχνῃ μιᾷ συνεχομένας ἁρμονίᾳ , τῇ δὲ
7221619 αὐλουντες
κέρας . μετὰ δὲ ταῦτα εἰσῆλθον κέρασί τε οἵοις σημαίνουσιν αὐλοῦντες καὶ σάλπιγξιν ὠμοβοείαις ῥυθμούς τε καὶ οἱονεὶ μάγαδιν σαλπίζοντες
αὐλοῦ ἀκολουθοῦσαι ἐχόρευον , ἐκ δὲ τοῦ ἑτέρου μέρους νέοι αὐλοῦντες ἤρχοντο : οἱ μὲν ὀρχούμενοι , οἱ δὲ παίζοντες
7214609 ἐσκευασμενοι
ἐστάλατο . Κύπριοι δὲ παρείχοντο νέας πεντήκοντα καὶ ἑκατόν , ἐσκευασμένοι ὧδε : τὰς μὲν κεφαλὰς εἱλίχατο μίτρῃσι οἱ βασιλέες
ἑβδομήκοντα καὶ ὀλίγῳ πλεόνων πάντες πλὴν θαλαμιῶν , ὡς ἕκαστοι ἐσκευασμένοι , τοξόται δὲ ὀκτακόσιοι καὶ πελτασταὶ οὐκ ἐλάσσους τούτων
7214079 ἀργυρασπιδες
μεγίστων κινδύνων ἐπηγγέλλοντο πάντα συμπράξειν αὐτῷ προθύμως : οἵ τε ἀργυράσπιδες Μακεδόνες , ὄντες περὶ τρισχιλίους , ὁμοίως ἀπήντησαν μετὰ
πολλοὶ δὲ καὶ κυάνεα εἶχον περιβόλαια . προειστήκεσαν δὲ τούτων ἀργυράσπιδες Μακεδόνες πεντακόσιοι . κατὰ δὲ μέσην τὴν σκηνὴν χρυσοῦς
7210991 λυγοις
σιαγόσι . σχήσει δὲ πῶς ; τὸ ἴχνος ἐμπλέξας τοῖς λύγοις . λύγους δὲ νῦν εἶπε τῆς ἀμπέλου τὰ κλήματα
τυφλοῖ . ὕστερον δὲ αὐτοὶ σώζονται δε - θέντες ἐν λύγοις ὑπὸ ταῖς κοιλίαις τῶν προβάτων . * μονογλήνου τοῦ
7210429 Φωκεες
Φωκέων τοὺς χιλίους : οὐ γὰρ ὦν ἅπαντες [ οἱ Φωκέες ] ἐμήδιζον , ἀλλά τινες αὐτῶν καὶ τὰ Ἑλλήνων
δὴ πειρωμένων τῶν Θεσσαλῶν καταστρέφεσθαί σφεας , τοῦτο προεφυλάξαντο οἱ Φωκέες καὶ τὸ ὕδωρ τὸ θερμὸν τότε ἐπῆκαν ἐπὶ τὴν
7208828 ἀλαλαξαντες
. . . Ἐνυάλιος : Ἀρριανός : οἱδὲ τῷ Ἐνυαλίῳ ἀλαλάξαντες ἐναντίοι ἐφέροντο . . . . ἐπαινέτης : Ἀρριανός
πρῶτος αὐτὸς τὴν ἐπὶ τὸ τεῖχος . οἱ δὲ στρατιῶται ἀλαλάξαντες μέγα καὶ φοβερὸν δρόμῳ καὶ βοῇ ἐχώρουν ἐπὶ τὸ
7207042 βοωσι
ποιηταὶ κατατρέχοντές που τῆς ἡδονῆς καὶ ἀκρασίας ἐπικούρους καὶ βοηθοὺς βοῶσι . Πλάτων μὲν δυσχεραίνοντά τινα ποιήσας πατέρα τῷ τοῦ
γρυλλιξεῖτε : χοίρων φωνὴν μιμήσεσθε . ΓΓ οὕτω γάρ πως βοῶσι τὰ δελφάκια κοΐ , καὶ ἔστι ποιὰ φωνή .
7205767 κηρυκες
. σφαιρομαχεῖν : τὸ τὰς σφαῖρας περιδονούμενον διαμάχεσθαι . σπονδαγωγοὶ κήρυκες : οἱ σπονδὰς φέροντες . σελὶς βιβλίου : λέγεται
μείζων , χωρὶς εἰ μὴ χαρακτὴρ κωλύσῃ : ἐπειδή ἐστι κήρυκες κηρύκων κήρυξι κήρυκας κήρυκες καὶ Φοίνικες Φοινίκων Φοίνιξι Φοίνικας
7196912 ἀπαρχονται
ὑπ ' ἐμοῦ ἀφαιρεθέντες δημοσίᾳ τε θύουσί μοι καὶ ὡραίων ἀπάρχονται καὶ ἱκετηρίαν τιθέμενοι σπονδὰς αἰτοῦσιν , ἃς ἐγὼ οὐ
ἀπαρχῆς ἀπαρχὴ ὁ ἑκατοστὸς λόγος , ὃν Λευῖται τοῖς ἱερωμένοις ἀπάρχονται : λαβοῦσι γὰρ αὐτοῖς τὰς δεκάτας παρὰ τοῦ ἔθνους
7195843 Κυπριοι
μὴ τῶν αὐτῶν ἀξιοίην , οὐκ ἀδικήσω ; οὐκ ἐσμὲν Κύπριοι οὐδέ , σὺν Ἀδραστείᾳ δὲ εἰρήσεται , τῷ σεισμῷ
γὰρ τὸ ἐν Κύπρῳ ἱρὸν ἐνθεῦτεν ἐγένετο , ὡς αὐτοὶ Κύπριοι λέγουσι , καὶ τὸ ἐν Κυθήροισι Φοίνικές εἰσι οἱ
7195358 ἐρεται
μεταξὺ πλοῦ διαναπαῦσαι πρὸς ὀλίγον ἐκρίναμεν . οἱ μὲν οὖν ἐρέται τὸ σκάφος ἔξαλον ἐς γῆν ἀνασπάσαντες ἐγγὺς ἐσκήνωσαν ,
, ἴσον δὲ ἐν ταῖς μακραῖς τριήρεσι τριηράρχοις καὶ ναυάρχοις ἐρέται καὶ τὸ ἐπιβατικόν , ἐν δὲ στρατοπέδοις ἴσον ἱππεῖς
7195319 καθημενοι
λόγον καὶ ψεύσταν καὶ ἀλαθῆ κρίνοντι . ἔπειτα τοὶ ἑξῆς καθήμενοι αἰ λέγοιμεν μύστας εἰμί , τὸ αὐτὸ μὲν πάντες
ἐκείνου δύναμιν οἱ παλαιοί . ] εἰσὶ δὲ νεανίαι δύο καθήμενοι δόρατα διειληφότες , τῆς παλαιᾶς ἔργα τέχνης . πολλὰ
7194581 Πυλιοι
. . . . . . . δʹ , : Πύλιοι καὶ Ἀρκάδες περὶ γῆς ὅρων ἐπολέμουν περὶ τὸ καλούμενον
δαμάσαντο . Ἱστορεῖ Ἀρίαιθος . . . . . : Πύλιοι μὲν οὖν πρὸς Ἀρκάδας ἐπολέμουν περὶ ὅρων γῆς .
7189554 ἀνεπαυοντο
με δουλεύειν . τότε μὲν δὴ ὥσπερ εἰκὸς ἐκ τοιούτων ἀνεπαύοντο σὺν ἀλλήλοις . Τῇ δ ' ὑστεραίᾳ ὁ Ἀρμένιος
αὑτοὺς ἀπολαβόντες χρόνῳ . Ἐπεὶ δὲ νὺξ ἤδη ἐγεγόνει , ἀνεπαύοντο οἱ μὲν ἄλλοι πάντες ὅπως ἔτυχον , Λεύκων μὲν
7181145 ἐναλλασσοντες
ἐπὶ τῶν ἐμψύχων , οἷον παρὰ Σωκράτους . οἱ δὲ ἐναλλάσσοντες ἁμαρτάνουσιν ἢ ἀλλαγῇ προθέσεως χρῶνται , ὡς καὶ Ὅμηρος
προβαίνοντες . τὸ γὰρ ἀμειβόμενοι οὕτως ἀκουστέον : τοὺς πόδας ἐναλλάσσοντες κατὰ τὴν πορείαν . ὀρθὰς δ ' αὔλακας :
7164861 ἐγχωριοι
μεταβῆναι . Ἀφίκετο οὖν καὶ πάντες ἀσμένως αὐτὸν ὑπεδέχοντο οἱ ἐγχώριοι : ἦν γὰρ ὁ ἀνὴρ χαριέστατος καὶ ἐλευ -
κιρνᾶσι . ὅτι παρὰ Ναυκρατίταις ἔν τινι πανηγύρει λευκὰς οἱ ἐγχώριοι ἐνδεδυμένοι στολάς , ἃς καλοῦσι πρυτανικάς , εὐτελῶς καὶ
7164223 Μαραθωνομαχαι
Μαραθῶνος τόπος τῆς Ἀττικῆς , καὶ οἱ ἐκεῖσε μαχησάμενοι ἐκλήθησαν Μαραθωνομάχαι . μαραθωνομάχους ] τοὺς ἐν τῷ Μαραθῶνι μαχεσαμένους ἀγωνισαμένους
ἢ κατακρημνιεῖ ἢ πεινῆν ποιήσει . ταῦτ ' ᾖδον οἱ Μαραθωνομάχαι οὐ δημοσίᾳ μόνον , ἀλλὰ καὶ κατ ' οἰκίαν
7163768 νεανιαι
ἐνὶ δεσμῷ . Γεννικοὶ γὰρ οὗτοι οἱ κατ ' ἀλκὴν νεανίαι ταραχῆς καὶ πολέμου μεστὸν ᾔδεσαν τὸν βίον : οὐδεμιᾶς
καὶ δώροις αὐτοὺς καὶ παντοδαπαῖς τιμαῖς ᾠκειώσατο . ὅθεν οἱ νεανίαι , ἐν οἷς ἦν τὸ πολὺ πλῆθος Παιόνων μάλιστα
7159291 Κρητες
τὴν θήραν ταύτην μόνην ἐξηγεῖται , ἣν Κᾶρες τε καὶ Κρῆτες θηρῶσιν . θηρῶσιν δὲ [ καὶ ] Κελτοὶ ἀφαιροῦντες
ταύτης τῆς παιδιᾶς , οὗ ἔστιν οἶνος , ἄλλοι ἢ Κρῆτες καὶ Λακεδαιμόνιοι δεύτεροι , μαθόντες παρὰ Κρητῶν . ἐν
7150310 γελωντες
τὰ δεῖπνα , ἵνα εὐφραίνοιντο οἱ συνόντες δι ' ἐμὲ γελῶντες : νῦν δὲ τίνος ἕνεκα καὶ καλεῖ μέ τις
ἀπηνῶς καὶ ἀκολάστως , μετὰ βοῆς καὶ ἀταξίας ὀργιζόμενοι καὶ γελῶντες , πλεονεκτοῦντες ἀλλήλους , οὐ παρακαλοῦντες , τελευτῶντες ἀπίασι
7149441 ὀρχουνται
. οἱ Φαίακες δὲ παρ ' Ὁμήρῳ καὶ ἄνευ σφαίρας ὀρχοῦνται . καὶ ὀρχοῦνταί που ἀνὰ μέρος πυκνῶς ταρφέ '
Πινδάρῳ Λάκωνες . βέλτιστοι δέ εἰσι τῶν τρόπων οἳ καὶ ὀρχοῦνται . εἶσι δὲ οἵδε : προσωδιακοί , ἀποστολικοὶ οἱ
7143057 ἱπποτοξοται
δὴ τοῦ πρῶτος τῶν ἱππέων ἐλαύνειν : καὶ γὰρ οἱ ἱπποτοξόται τούτου γε ἀξιοῦνται : προελαύνουσι γοῦν καὶ τῶν ἱππάρχων
δὴ δορατίοις ἀκροβολιζόμενοι Ταραντῖνοι ὀνομάζονται , οἱ δ ' ἕτεροι ἱπποτοξόται . καὶ αὐτῶν δὲ τῶν Ταραντίνων οἳ μὲν αὐτὸ
7137541 στεφανουνται
χεῖρας . ὅρμοισι , τοῖς ἐνέρμασιν , οἷς τὰς χεῖρας στεφανοῦνται καὶ τὰς κεφαλάς . ἢ τῶν ἀνθῶν ταῖς χερσὶν
καὶ διὰ τὸ πένθος τὸ γενόμενον περὶ τὸν Ὑάκινθον οὔτε στεφανοῦνται ἐπὶ τοῖς δείπνοις οὔτε ἄρτον εἰσφέρουσιν , ἀλλὰ πέμματα
7133118 κυνηγεται
: πονοῦσιν . ποτόν : πόμα . λοετρόν : οἱ κυνηγεταί . Κεχαρισμένα : χαιρούμενα . Ταλάροισι : κοφίνοις .
: πονοῦσιν . ποτόν : πόμα . λοετρόν : οἱ κυνηγεταί . Κεχαρισμένα : χαιρούμενα . Ταλάροισι : κοφίνοις .
7129826 ἐκαθεζοντο
κατεῖχον ἐν ταῖς ὠδῖσι τὴν Ἀλκμήνην . καὶ αὗται μὲν ἐκαθέζοντο κρατοῦσαι τὰς ἑαυτῶν χεῖρας , Γαλινθιὰς δὲ δείσασα μὴ
Ἡφαίστου καὶ ] τοῦ Κυλλοποδίωνος τὸν ἀνδρειότατον Ἄρη καταγωνισαμένου . ἐκαθέζοντο δὲ καὶ δειπνοῦντες οἱ τότε . πολλαχοῦ γοῦν ὁ
7124748 ἐξηγον
μετὰ πλειόνων φυγομαχεῖν : ὅθεν εἰς μάχην παρέτασσε . καὶ ἐξῆγον ἔτι νυκτὸς ἄμφω περὶ ἐσχάτην φυλακήν , διεκόσμει δ
εἱλόμην τὴν ὑπὲρ ἀμφοτέρων βουλὴν ἢ τὴν ἑκάτερα λυμαινομένην . ἐξῆγον οὖν οἴκοθεν τὸ θυγάτριον ἔγχων ἐπειγόμενά μοι τὰ δάκρυα
7123882 Ἀραβες
ἀλλὰ κεχωρισμένως οἱ μὲν ἐν τῇ ἠπείρῳ , οἱ νῦν Ἄραβες καλούμενοι , αὐτοὶ γὰρ καὶ Σύριοι λέγονται : οἱ
στρατιᾶς κατέμειναν ἐν τῇ νήσῳ , τὸ δὲ παλαιὸν καὶ Ἄραβες οἱ Κάδμῳ συνδιαβάντες . αἱ δ ' οὖν πόλεις
7121522 Ἀμφικτυονες
, καὶ ἃ ὑπέσχετο ἐποίησεν . Ἐφ ' οἷς οἱ Ἀμφικτύονες τῷ μὲν Ἀπόλλωνι νηὸν ἀνέθεσαν , τὸν νῦν ἐόντα
κρινομένων . „ Ἀμφιθαλεῖς . ἀντὶ τοῦ ἀμφότεροι οἰκοθαλεῖς . Ἀμφικτύονες . οἱ ἐκ πολλῶν πόλεων αἱρετοὶ δικασταὶ , οἷον
7112885 τεκτονες
πίνακας ἀχράδος . Μήτραν δὲ πάντα μὲν ἔχειν φασὶν οἱ τέκτονες φανερὰν δ ' εἶναι μάλιστα ἐν τῇ ἐλάτῃ :
, ἐς μὲν ἔσθλ ' ἀμηχανώταται , κακῶν δὲ πάντων τέκτονες σοφώταται . ἄνω ποταμῶν ἱερῶν χωροῦσι παγαί , καὶ
7105589 Κενταυροι
τοῦτο τὸ χωρίον οἰκοῦντες Λαπίθαι ἐκαλοῦντο : κεκλημένοι δὲ οἱ Κένταυροι παρὰ τῶν Λαπίθων ἐπὶ θοίνην , μεθυσθέντες ἁρπάζουσι τὰς
ὑπηρεσίᾳ ἀπέφηναν τὸν χρώμενον ἐξ ἀνθρώπου θηρίον . Τοῦτο οἱ Κένταυροι , τοῦτο αἱ Γοργόνες , τοῦτο αἱ Χίμαιραι ,
7090159 ἐγεγενηντο
ὑπό τε τῶν συμπλόων καὶ τῶν πολιήτεων ὅσοι ἐν διαλογῇ ἐγεγένηντο αὐτῷ . καὶ τὸ ἐλεγεῖον τόδε ἐπέγραψαν Ἰῆται ὕστερον
γερουσίας τρεῖς ἄνδρες , Εὔοδος καὶ Τρύφων καὶ Ἄνδρων , ἐγεγένηντο ἐξούσιοι , πάνθ ' ὅσα εἶχον ἐν ταῖς οἰκίαις
7089940 Κυζικηνοι
τοῦ Δινδύμου . ὡς δὲ καὶ ταῦθ ' ὑπεσύροντο οἱ Κυζικηνοὶ καὶ τὰς ἐπ ' αὐτῶν μηχανὰς ἐπίμπρασαν καὶ αἰσθήσει
ὑπὸ Διὸς τῇ Κόρῃ δοθῆναι , καὶ σέβουσιν αὐτὴν οἱ Κυζικηνοὶ μάλιστα θεῶν . ἐπελθούσης δὲ τῆς ἑορτῆς , ἐν
7087008 ἠσπαιρον
τῷ συνεδρίῳ παρακληθέντες ὑπὸ τῶν ὑπάτων : ἐβόων τε καὶ ἤσπαιρον καὶ τὸν Μάρκιον λυμεῶνα καὶ ὄλεθρον τῆς πόλεως ἀπεκάλουν
οὕτως : οἱ τάριχοι ἐπὶ τῷ πυρὶ κείμενοι ἐπάλλοντο καὶ ἤσπαιρον . καὶ αἱ παροιμίαι δὲ κατὰ τὸ ἄρρεν λέγουσι
7085119 παρασταντες
ἁρπάσαντας συλλαβὼν ἐπανήγαγεν . Θρασυμήδης καὶ οἱ φίλοι τῷ τυράννῳ παραστάντες οὐχ ἱκέτευσαν , ἀλλὰ μάλα ἀνδρείως χρῆσθαι αὐτοῖς ᾧ
ἐσχάτους κινδύνους διὰ τοὺς τοιούτους ἀνθρώπους , τοῦτο δὲ ἱεροῖς παραστάντες πολλοὶ δὴ καταφανεῖς ἐγένοντο οὐχ ὅσιοι ὄντες , [
7083698 Ἀρμενιοι
αὐτίκα δεῆσον διώκειν , ἐπειδὰν ὑπαγάγωσι τοὺς πολεμίους ὑποφεύγοντες οἱ Ἀρμένιοι ὥστ ' ἐγγὺς ἡμῖν γενέσθαι . οὕτω δὴ ἡγοῦντο
ἅμα τῇ χώρῃ καὶ τὸ οὔνομα μετέβαλον ἐς Φρύγας . Ἀρμένιοι δὲ κατά περ Φρύγες ἐσεσάχατο , ἐόντες Φρυγῶν ἄποικοι
7081197 Ἐρυθραιοι
καθ ' ἥντινα δὲ αἰτίαν , οὐδὲ αὐτοὶ τοῦτο οἱ Ἐρυθραῖοι λέγουσιν . ὡς δὲ ἐς τὴν θάλασσαν ἀφίκετο ἡ
παλαιοῦ τῶν Ἰουδαίων ἄρχοντος Μωυσέως μέμνηται . . . . Ἐρυθραῖοι : Δημοσθένης ἐν Φιλιππικῶι η . πόλις ἐν Ἰωνίαι
7081140 στησαμενοι
δ ' αἶψ ' ἀναβάντες ἐνήκαμεν εὐρέϊ πόντῳ , ἱστὸν στησάμενοι ἀνά θ ' ἱστία λεύκ ' ἐρύσαντες . ἀλλ
Πυθοῖ ἤ που ἐν Ὀρτυγίῃ ἢ ἐφ ' ὕδασιν Ἰσμηνοῖο στησάμενοι , φόρμιγγος ὑπαὶ περὶ βωμὸν ὁμαρτῇ ἐμμελέως κραιπνοῖσι πέδον
7079365 ἐπαιζον
τάχος . τὸ δὲ πλαταγώνιον οἱ ἐρῶντες ἢ αἱ ἐρῶσαι ἔπαιζον : καλεῖται μὲν γὰρ οὕτω καὶ τὸ κρόταλον καὶ
βιαζόμενος , οὕτω προστάττοντες ἄγειν . καὶ ταύτην τὴν κυβείαν ἔπαιζον μὲν καὶ τῶν ἄλλων Ῥοδίων τινές , ἐπιφανέστατα δὲ
7075900 Ἠσαν
ἀποτετυχηκώς , ἐπὶ δὲ τὸ ἓν πολλὰ † κατανείμας . Ἦσάν τινες ἴσως οἳ καὶ τὰς τῶν ὅλων ἀρχὰς ἀτελεστέρας
, ” ἀμφιβολία ἐστὶν , τίς θεὸς κελεύει φυλάττεσθαι . Ἦσάν τῳ δύο παῖδες : τοῦτό ἐστιν οὐ τὸ τυχὸν
7075463 θεριζοντες
τινι λόγους ἀνασπῶντες , ἔφης ὦ Σοφόκλεις , τὸν ἀνθέρικον θερίζοντες , τὸ ἐκ τῆς ψάμμου σχοινίον πλέκοντες , οὐκ
χεδρόπων χειροδρόποι : ἤγουν οἱ ταῖς χερσὶ δρέποντες , ἤγουν θερίζοντες ἄνευ δρεπάνου . ἐν δὲ τοῖς τόποις τῶν ὀσπρίων
7074744 ἀπηγγελλον
, τὸ δὲ πλῆθος ἔξω περιειστήκεσαν . οἱ δὲ πρέσβεις ἀπήγγελλον πρῶτα μὲν τὸ κέλευσμα τῶν ὑπάτων : καὶ εὐθὺς
πρὸς τοὺς ἐν ἄλλοις λιμέσιν ὁρμοῦντας κατηκροῶντο καὶ τοῖς λῃσταῖς ἀπήγγελλον , καὶ τίνες εἰσὶ καὶ ποῖ πλέουσιν : ὅθεν
7074067 θηρευται
, ἀλλ ' ἐπὶ τὴν γῆν ἐξελαύνουσιν , [ ὡς θηρευταὶ κύνες ὑλακῇ τὰ φανέντα τῶν θηρίων μεταδιώκοντες , ὥστε
δὲ τῶν κεράτων μορφῇ ἐπετέρπετο . ἄφνω δέ τινες ἐφίστανται θηρευταὶ καὶ ταύτην ἐδίωκον . καὶ καθ ' ὅσον μὲν
7073957 προειρημενοι
οὐδὲν τούτων ποιήσει . Ἰστέον δ ' ὅτι ἅπαντες οἱ προειρημένοι χυμοί , εἰ μὴ σαπῶσιν , εἶδος πυρετοῦ οὐ
ὕλης , μακρὰν δὲ τῆς εὐταξίας εὑρεθέντας . οἱ γὰρ προειρημένοι τῇ σφῶν ἀβελτερίᾳ πρὸς τὸ κενοδοξεῖν τραπέντες καὶ ἀφηνιάσαντες
7063695 μαστιγουμενοι
. οἱ δὲ στιζόμενοι στιγματίαι καὶ στίγωνες , ὥσπερ οἱ μαστιγούμενοι μαστιγίαι . τὸ δὲ δεῖσθαι μαστίγων μαστιγιᾶν Εὔπολις εἴρηκεν
γέροντες γιγνόμενοι ἄθλιοι προπηλακίζονται ὑπὸ ξένων τε καὶ ἀστῶν , μαστιγούμενοι καὶ ἃ ἄγροικα ἔφησθα σὺ εἶναι , ἀληθῆ λέγωνεἶτα
7063199 πορφυροις
, ἵν ' ᾖ ποικίλα ἱμάτια ἔχουσα σεμνῶς ἦλθες . πορφυροῖς γὰρ καὶ ποικίλοις ἱματίοις ἐπόμπευον . δεῖ δὲ ὑπονοεῖν
Καὶ ἦν ὁ πρῶτος θάλαμος μέγας καὶ εὐπρεπὴς καὶ λίθοις πορφυροῖς κατεστρωμένος καὶ οἱ τοῖχοι αὐτοῦ λίθοις ποικίλοις καὶ τιμίοις
7059967 ἐκοσμουν
μέρος ἡ Ταρκυνιητῶν δύναμις ἦν : ἡγεμόνες δ ' αὐτὴν ἐκόσμουν οἱ Ταρκυνίου τοῦ βασιλέως παῖδες . Μελλόντων δ '
ὡς θνητῷ μνῆμα κατεσκεύαζον καὶ ἀθανατίζειν τὴν φύσιν βουλόμενος ἐπιταφίοις ἐκόσμουν τιμαῖς . τί μ ' ἀνέμνασας κείνων κυλίκων ;
7058175 ἠλαυνον
μου ἐμπετάσαντες ὑποζευγνύουσί με τῇ κώπῃ τῆς μύλης , εἶτα ἤλαυνον . ἐγὼ δὲ ἠπιστάμην ὅπως χρὴ ἀλεῖν πολλάκις παθών
μὲν δὴ Ὑστάσπας ἀπιὼν ὡπλίζετο : οἱ δ ' ὑπηρέται ἤλαυνον εὐθὺς ὡς ἐκέλευσεν . ἀπαντᾷ δ ' αὐτοῖς καὶ
7056796 ἐσπουδαζον
, Λυσιμένης . ἐν ᾧ προελθών φησιν : οὐκ ἂν ἐσπούδαζον περὶ αὐτῆς τῆς ἐγγυθήκης δικαιολογεῖσθαι , ἣ οὔκ ἐστιν
δὲ πᾶσιν ἐράσμιον . . . : ὅτι δὲ λίαν ἐσπούδαζον περὶ τὰ μυστήρια , δῆλον ἐκ τοῦ ψηφίσματος Μεγαρέων
7055123 πρεσβυται
' εἴη τὸ ξύλινον τεῖχος τοῦτο . ὡς οἱ μὲν πρεσβῦται τῆς ἀκροπόλεως ἔχεσθαι παρῄνουν , οὕτω παρελήρουν , πεφράχθαι
τὴν ὑγρασίην , διὰ ταῦτα ξηροῖσι κρατέεται . Οἱ δὲ πρεσβῦται ψυχροὶ καὶ ὑγροὶ , διότι πυρὸς μὲν ἀποχώρησις ,
7049116 ᾐδον
τὴν Δῆλον πλοῦς , καὶ οἱ ἐκεῖσε καταίροντες ἀφροντίστως πλέοντες ᾖδον . Ἀετοῦ γῆρας , κορύδου νεότης : παρόσον καὶ
ἐστι πρέπουσα δράμασι τῶν σατύρων : αὐτοὶ σὺν ὀρχήσει γὰρ ᾖδον τῷ πάλαι . τὸ δ ' ἐξ ἀμοιβῆς πρὸς
7048051 συνηψαν
δυνάμεως : οἱ δὲ Ἀθηναῖοι προσπλεύσαντες καὶ τοὺς στρατιώτας ἐκβιβάσαντες συνῆψαν μάχην , καθ ' ἣν Ἀναξικράτης μὲν ὁ ἕτερος
Τροίας πλέοντες διὰ παρθένιον Ἕλλας πορθμόν , ἐπεὶ τῷ Μυρτῴῳ συνῆψαν , εἰς Κῶν ἐπαλινδρόμησαν ζεφύρου ἀντιπνεύσαντος . οὕτω δὲ
7047036 Ὑπερβορεοι
, ἧς τὸ ἐθνικὸν Ὑπερασιεύς . Φλέγων κγʹ ὀλυμπιάδι . Ὑπερβόρεοι , ἔθνος . Πρώταρχος δὲ τὰς Ἄλπεις Ῥίπαια ὄρη
δ ' Ὠκεανῷ , Κρόνιον δέ ἑ κικλήσκουσι , πόντον Ὑπερβόρεοι μέροπες , νεκρήν τε θάλασσαν : Οὐκέτι δὲ προφυγεῖν
7046160 παραθαλασσιοι
αἱ ἐν ὕδατι κοῖλαι πέτραι , ὁ δὲ Ἡλιόδωρος αἱ παραθαλάσσιοι πέτραι καὶ πεπιλημέναι ὑπὸ τῶν κυμάτων . σπουδῇ μόλις
τὸ παιδίον , τούτου παῖς νομίζεται . Οὗτοι μὲν οἱ παραθαλάσσιοι τῶν νομάδων Λιβύων εἰρέαται . Ὑπὲρ δὲ τούτων ἐς

Back