ἤτοι σπεύδοντες ἢ καὶ ἀγνοοῦντες ὑπὸ τῆς μέθης . ΓΘ ὑπερβαλῇ ] νικήσεις . Γ θωπείαις ] κολακείαις . Γ
' ἤδη σὸν αἰτεῖν , ὦ Τιμόλαε , καὶ ὅπως ὑπερβαλῇ τούτους , ὥσπερ εἰκὸς ἄνδρα συνετὸν καὶ πράγμασιν χρῆσθαι
6206956 δωσῃς
ἐκ τῆς πυγῆς τοῦ ὄνου ἐὰν λαβὼν καύσῃς καὶ λειώσας δώσῃς ἐν ποτῷ γυναικί , οὐ παύσεται πέρδεσθαι . λύσις
ἐὰν δὲ ληγούσης τῆς σελήνης τὸ τοιοῦτον ὄρνεον ἑψήσῃς καὶ δώσῃς φαγεῖν ἐπιληπτικῷ , σωθήσεται . ὡσαύτως καὶ τῷ κατεχομένῳ
6148908 σμ
, μοῖρα α , παρ ' ἣν ἐὰν μερίσωμεν τὰ σμ πρῶτα λεπτά , τὸ αὐτὸ ἔσται : σμ γὰρ
Μέλιτος # ζ , οἴνου # κα , ἴων δεσμίδια σμ , φυλλίσας ταῦτα βρέξον ἐν τῷ οἴνῳ ἡμέρας λ
6130673 ἀπεχῃ
πρὸς ἄρκτους , τούτοις ἐὰν τὰ συνδύνοντα ἀπὸ τῶν συνανατελλόντων ἀπέχῃ πλέον ζῳδίου περιφερείας , ἐκεῖνα οὐκ ἄξει κρύψιν ,
εὐκρασίαν . Παραφυλακτέον δ ' ὅτι ὁπόταν κατακλίσεως γενομένης Σελήνη ἀπέχῃ ἓν ζῴδιον ἀπὸ τῆς συνόδου ὁ κατακλιθεὶς οὐ παύσεται
6027312 ποντικα
βασιλικά , πιστάκια , ἀμύγδαλα , κοκκονάρια , καὶ κάρυα ποντικά , κοκκοδάφνων δὲ ἀπέχεσθαι . Οἶνον λευκὸν καὶ ἐλαιόχροον
βασιλικά , πιστάκια , ἀμύγδαλα , κοκκονάρια , καὶ κάρυα ποντικά , κοκκοδάφνων δὲ ἀπέχεσθαι . Οἶνον λευκὸν καὶ ἐλαιόχροον
6022073 ἐκκοπευσιν
, ἔπειτα διακοπτέσθω τὰ μεταξὺ τῶν τρημάτων διαστήματα τοῖς σμιλιωτοῖς ἐκκοπεῦσιν . μετὰ δὲ τὴν τοῦ ὀστέου ἀναίρεσιν ἡ ξύσις
δὲ τῆς βάσεως , ὅλος ὁ παραπεφυκὼς δάκτυλος τοῖς σμιλιωτοῖς ἐκκοπεῦσιν ἐκκοπτέσθω , καὶ τότε ἡ ὑποκειμένη σκυταλὶς ξυστῆρι λειοποιείσθω
5998531 βραχεισης
κορύμβους . Λευκὸς δὲ ἐκ μέλανος γίνεται , γῆς λευκῆς βραχείσης , καὶ ταῖς ῥίζαις τοῦ κισσοῦ ἐπιχεομένης δι '
αὐτομάτως ὑγρᾶς ἐνιέναι , ἢ μετὰ χυλοῦ πολυγόνου ἢ ἀρνογλώσσου βραχείσης καὶ ἀποχυλισθείσης . νομῆς δ ' οὔσης ἰσχυρᾶς ,
5972310 ρκγ
ἡ δὲ ὅλη προήγησις μοιρῶν θ μθ ιδ καὶ ἡμερῶν ρκγ . κατὰ δὲ τοὺς περὶ τὸ ἐλάχιστον ἀπόστημα λογισμοὺς
. . . . . . . . . . ρκγ λγ Ναυλιβί . . . . . . .
5947526 φυλαξῃς
, ὡρισμένον . ὅταν οὖν τὸ μὲν ποσὸν τὸ αὐτὸ φυλάξῃς , οἷον εἰ μὲν μερική , μερικὴν ποιῶν ,
. ἀλλ ' ἐξερχομένου σου ἐκ τοῦ παραδείσου , ἐὰν φυλάξῃς ἑαυτὸν ἀπὸ παντὸς κακοῦ ὡς βουλόμενος ἀποθανεῖν , ἀναστάσεως
5943066 ἡμιεκτα
δὲ ἡμίνα ἔχει κυάθουϲ Ϛʹ . Ὁ Ἀττικὸϲ μέδιμνοϲ ἔχει ἡμίεκτα ιβʹ . Τὸ δὲ ἡμίεκτον ἔχει χοίνικαϲ δʹ :
ἐϲτὶ κυάθου τέταρτον , ἄγει ⋖ εʹ . Μέδιμνοϲ ἔχει ἡμίεκτα ιβʹ . Τὸ δὲ ἡμίεκτον χόαϲ δύο . Ὁ
5911305 ἰσχνοτερα
διὰ πυκνότητα . ἡ δὲ ξηρὰ σκληροτέρα τέ ἐστι καὶ ἰσχνοτέρα τῆς εὐκράτου καὶ δασεῖα τοσοῦτον ὅσονπερ ἂν ᾖ ξηροτέρα
χαλκῶν ὁ λεπτότερος καὶ τῶν ὁμοιοπύκνων καὶ ἴσων χορδῶν ἡ ἰσχνοτέρα καὶ τὰ κοῖλα τῶν ναστῶν , καὶ πάλιν αὖ
5895651 ὑπερεχουσας
ὀνίσκων ἐντεκτηνάμενον , ἤν τε ὀρνιθὰς [ ] θέλῃ μικρὸν ὑπερεχούσας , ἤν τε κατὰ κορυφὴν [ το ] τοῦ
ἐᾶν ὡς δημώδη , τὰς δὲ τῶν θεῶν θρησκείας ὡς ὑπερεχούσας τὴν δημώδη ζωὴν ἀνταλλάττεσθαι . Συγγενὲς δ ' ἐστὶ
5893644 διαπορευομενου
πρῶτος ἔστω σοι καιρὸς τῆς ἀντιδότου ἀρχομένου ἔαρος καὶ ἡλίου διαπορευομένου τὸν κριόν . εἰ δέ τι κωλύσειεν ἄρχεσθαι τῆς
ἴσας περιφερείας διέρχεται . νυνὶ δὲ τοῦ μὲν ἡλίου ὁμαλῶς διαπορευομένου τὸν κύκλον , αὐτοῦ δὲ τοῦ κύκλου ἀνωμάλως τὰς
5893116 περιαιρουμεν
. τοὺς δὲ ἐν παρισθμίοις ὑπεραίροντας τὸ κατὰ φύσιν ἀδένας περιαιροῦμεν τοῖς ἀντιοτόμοις . τὰ δὲ ἐν τῷ τραχήλῳ στεατώματα
μόνον ἐνδείκνυται , πλείονες δὲ τρόποι ἀναιρέσεως . ἢ γὰρ περιαιροῦμεν ἢ κατακίρναμεν αὐτήν . ἔπειτα δὲ ἡ μὲν χολὴ
5888082 ργ
ἡ δὲ ἰσημερινὴ μγʹ ∠ γʹ , ἡ δὲ χειμερινὴ ργ γʹ . ιβʹ . δωδέκατός ἐστιν παράλληλος , καθ
ρ Πάϲτιλλον χολῆϲ καθαρτικόν ρα Βουκελλάτον καθαρτικόν ρβ Φλέγματοϲ καθαρτικόν ργ Μελαγχολικοῦ χυμοῦ καθαρτικόν ρδ Κοινὸν καθαρτήριον ρε Ἀλοηδάρια διὰ
5879463 τνδ
Εἰ μὲν γὰρ ἦν ὁ ἐνιαυτὸς ὁ κατὰ σελήνην ἡμερῶν τνδ , ἦν ἂν ἡ ὑπεροχὴ τοῦ ἡλιακοῦ ἐνιαυτοῦ ἡμερῶν
ποιήσηταί τις . Ἄγεται δὲ ὁ κατὰ σελήνην ἐνιαυτὸς ἡμερῶν τνδ : δι ' αἰτίαν δὲ τοιάνδε ὑπέλαβον εἶναι τὸν
5868824 θελησῃς
φείσεται καὶ πῦρ , τούτων καὶ θάλαττα , κἂν ποταμὸν θελήσῃς περᾶσαι , στήσεται , κἂν κρημνοὺς ὑπερβῆναι , λειμῶνας
ἀκοῦσαι ἐπείγῃ , ἐπειδὰν δὲ ἀκούσῃς ἅπαξ , οὐ μὴ θελήσῃς ἀκηκοέναι : ἠθικὸν ἐπίρρημα , ἀντὶ τοῦ ἀληθῶς :
5838643 εἰπωσι
ἄλλας νήσους οἰκουμένας ἔστιν ἰδεῖν , οὐδὲν ἐχούσας ὅ τι εἴπωσι καὶ παρ ' ὧν φόρον ἐκλέγειν ὑμῖν πρὸ τοῦ
, τῶν εἰς ἁρπαγὴν ἐξουσίαν λαβόντων ἔσται ; ἐὰν οὖν εἴπωσι προσελθοῦσαι ὅτι , ὦ βασιλεῦ , ἀλλ ' ἡμεῖς
5830139 παραδοσεων
νομιστέον διὰ τὸ συνεχὲς καὶ ὡς ἐπίπαν ὁμολογούμενον : τῶν παραδόσεων : τὰς δὲ τῶν μὴ τοῦτον τὸν τρόπον ἐφοδευθέντων
ἔτυχε καὶ τίνα οὔ . καὶ ἕνεκά γε τῶν τοιούτων παραδόσεων ἀναγκαίως εἰς σχολικὴν ἀντιβολὴν κατέστημεν , ἐκλεγόμενοι παρ '
5823414 κιναρας
, καὶ διὰ τοῦτο δύνασαι διὰ παντὸς τοῦ ἐνιαυτοῦ ἔχειν κινάρας . δαφνάτους ποιήσεις κινάρας , ἐὰν λαβὼν δάφνης καρπόν
δύνασαι διὰ παντὸς τοῦ ἐνιαυτοῦ ἔχειν κινάρας . δαφνάτους ποιήσεις κινάρας , ἐὰν λαβὼν δάφνης καρπόν , καὶ τρήσας ,
5822359 ἐλλιπεις
ὑπὲρ τοσούτων καὶ τοιούτων μέλλοντας ἀγωνίζεσθαι οὐδεμιᾶς παρασκευῆς καὶ προθυμίας ἐλλιπεῖς εἶναι δεῖ , ἀλλὰ πολλῶν καὶ παντοίων ἔργων πρόνοιαν
καὶ ὅσα γε τοῦτο ἔρχεσθαι προτρέπει , ταῦτα καὶ τὰς ἐλλιπεῖς καθάρσεις ὠφελεῖ : τὰς δ ' ἐπὶ πλέον βεβλαμμένας
5799991 ἐκαθηρα
τιμωρήσεται . ” Ὡς δὲ ἀπηλλάγη ποτέ , κἀγὼ ἐξελθὼν ἐκάθηρα τὸ πρόσωπον . τοῦ δὲ δείπνου καιρὸς ἦν ,
φησιν . μαρτυρήσων ] μαρτυρήσων ὅτι οὐκ ἔστιν ἐναγής : ἐκάθηρα γὰρ αὐτόν . ξυνδικήσων ] σύνδικοι λέγονται οἷς ἴσον
5795550 ῥοφανειν
κρέα σκυλακίου ἢ ὀρνίθεια ἑφθὰ ἐσθίειν , καὶ τοῦ ζωμοῦ ῥοφάνειν : σιτίοισι δὲ ὡς ἐλαχίστοισι χρῆσθαι τὰς πρώτας ἡμέρας
φάρμακον , ἀλλ ' ὑποκλύζειν μαλθακῷ κλύσματι , καὶ διδόναι ῥοφάνειν τὸν χυλὸν τῆς πτισάνης ψυχρὸν δὶς τῆς ἡμέρης ,
5786263 Καλουνται
πόλις ἐστὶν ἐν τῷ ἐνδοτάτῳ τόπῳ τοῦ Ἀραβικοῦ κόλπου . Καλοῦνται δὲ οἱ ἐνοικοῦντες Ἐλάσιοι . Τὸ ἐτάνυσεν οὐκ ἀντὶ
τὸν τελευταῖον ] , ὅπερ ἀναπαίστου μιᾷ ἐνδεῖ συλλαβῇ . Καλοῦνται δὲ ταῦτα πάντα ἀποθέσεις . Παντὸς μέτρου ἀδιάφορός ἐστιν
5780643 σχισμας
οἱ τὰς ῥάβδους χλωρὰς ἐσχηκότες , ἐλάχιστον δὲ ξηρὸν καὶ σχισμὰς ἐχούσας . ἐκ τούτων τινὲς χλωρὰς ἐπέδωκαν , τινὲς
: ἦσαν γάρ τινες ἐξ αὐτῶν ἐψωριακότες , ἕτεροι δὲ σχισμὰς ἔχοντες , ἀλλοὶ δὲ κεκολοβωμένοι , ἄλλοι δὲ λευκοὶ
5777233 συνορᾳς
νοῦς : τυγχάνεις οὖν σοφὸς , ὦ Ξενόκρατες , καὶ συνορᾷς τὸ τοῦ λόγου αἴνιγμα : οὐ γὰρ ἄγνωστα λέγω
ὑπονοίας χρεία παρὸν σκοπεῖν τί δεῖ πραχθῆναι , κἂν μὲν συνορᾷς , εὐμενῶς , ἀμεταστρεπτὶ ταύτῃ χωρεῖν : ἐὰν δὲ
5771753 λεκιθων
ἢ σουσίνης γοβ ἤτοι οὐγ . β . ὠῶν ὀπτῶν λεκίθων γοα . κρόκου γοα ἤτοι οὐγ . α .
πεπλυμένου , καὶ βουτύρου , λίθου αἱματίτου , ὠῶν ὀπτῶν λεκίθων , κηροῦ τυρρηνικοῦ ἀνὰ δραχ . δ . στυπτηρίας
5770111 ἐνοχλουσης
μεγάλην τὴν ἐγγὺς τοῦ πάσχοντος μέρους : κακοχυμίας δὲ μόνης ἐνοχλούσης , καθαρτέον : συνελθόντων δ ' ἀμφοῖν , ἀμφοτέραις
δὲ τοῦ παιδὸς καὶ τῆς ἐπιθυμίας αὐτῷ σφοδρότερον τοῦ θεράποντος ἐνοχλούσης καιρὸν ἐπιτηρήσας ὃν ᾠήθη καλῶς ἕξειν αὑτῷ , πεῖραν
5769682 παραφυει
ἡ μὲν ἀπάπη γηράσαντος τοῦ πρώτου πάλιν ἄλλο καὶ ἄλλο παραφύει , καὶ τοῦτο ποιεῖ παρ ' ὅλον τὸν χειμῶνα
ἀνοιγόμενον δ ' ἐστὶ μέλαν καὶ ἐπίσαπρον . σπάνιον δὲ παραφύει καὶ λιθάριον κισσηροειδὲς ἐπὶ πλεῖον . ἔτι δ '
5765741 κεκαθαρμενα
τῶν ἑλκέων τούτων αἱ οὐλαὶ κοιλότεραι γίνονται . Ἕλκεα οὐ κεκαθαρμένα οὐκ ἐθέλει ξυνιέναι ξυναγόμενα , οὐδ ' αὐτόματα ξυνέρχεται
, ἡ λελεπισμένη κριθή . Γ κυρίως περιεπτισμένα λέγονται τὰ κεκαθαρμένα τῶν λεπιστῶν σπέρματα , οἷον κριθαὶ ἢ ἄλλο τι
5763131 ὀζωδη
μάλιστα φίλυρα : δύσεργα δὲ καὶ τὰ σκληρὰ καὶ τὰ ὀζώδη καὶ οὔλας ἔχοντα συστροφάς : δυσεργότατα δὲ ἀρία καὶ
σχιστῶν τὰς μήτρας : ἐὰν γὰρ αὗται ἔχωσιν ὄζους , ὀζώδη καὶ τὰ ἐκτός : καὶ οὗτοι χαλεπώτεροι τῶν ἐκτὸς
5757819 δοκιδας
τείχους τι γένηται . . . . καὶ αὐτῶν τὰς δοκίδας καὶ τὰς προστιθεμένας κλίμακας ἐκ τοῦ πλαγίου τύπτοντας τοῖς
δὲ ἄνω ἐλάττονα . εἰ δὲ μείζων , ποιεῖ τὰς δοκίδας : οὕτω γὰρ καὶ αἱ δοκοὶ τὰ μὲν κάτω
5755274 Συμβαλλεται
μὲν ἁπλῆ καὶ ἀπερίττωτος τῶν δὲ ποικίλη καὶ περιττωματική . Συμβάλλεται δέ τι καὶ τοῦτο πρὸς εὐοσμίαν ὅταν ἡ φύσις
τύπον τῆς βαλάνου , πρὸς ὃν τὴν βαλανάγραν ἐποιήσαντο . Συμβάλλεται . . . . γενέσθαι Τημένῳ Ῥοδίῳ ἐν Ἰωνίᾳ
5752052 συγκεκραμενα
: οὕτω γὰρ καὶ τὸ στοιχειωτὸν ἓν καὶ πολλά , συγκεκραμένα δὲ τὰ πολλὰ διὰ τὴν τοῦ ἑνὸς ἐπικράτειαν ,
τἀληθέστατα τμήματα ἑκατέρας ἴδοιμεν πρῶτον συμμείξαντες , ἆρα ἱκανὰ ταῦτα συγκεκραμένα τὸν ἀγαπητότατον βίον ἀπεργασάμενα παρέχειν ἡμῖν , ἤ τινος
5738209 μασησαμενος
δεικνὺς λέγει : ὅτι οὐ κατέφαγεν , ἀλλὰ κατέπιεν μήτε μασησάμενος . λέγεται ὁ κάνθαρος εἰς ὄνθον ἀποσπερματίζειν καὶ οὕτω
, ὅταν ἀλγῇ τις ὀδόντα , λαμβανέτω , μούνην δὲ μασησάμενος παράχρημα εὐθὺς ἀποπτυσάτω , καὶ ἐλεύσεται ἔκτοθι ῥεῦμα .
5723767 ἐκπεττει
τοῦτο παράλογον ὡς μᾶλλον ἐν τῇ γῇ κατακλειομένη ἡ θερμότης ἐκπέττει τὴν τροφὴν τὴν ἐν τῷ σπέρματι καὶ τελεοῖ τῆς
καὶ ἀσθενέστερα γίνονται βορείων δ ' οὐσῶν ἰσχυρά τε καὶ ἐκπέττει μᾶλλον ἅτε τῆς μὲν γῆς διακόρου οὔσης αὐτά τε
5722139 παλισκιος
καὶ τόπος εὐδιεινὸς καὶ εὔειλος , ἐναντίως δὲ τῇ εὐβοϊκῇ παλίσκιος καὶ δροσερός . Οὐ μικρὸν δὲ οὐδὲ τὸ πρὸς
ἄρκιός ἐστι : τό μιν πανάκειον ἔπουσιν . Ἤτοι ἀριστολόχεια παλίσκιος ἐνδατέοιτο , φύλλ ' ἅτε κισσήεντα περικλυμένοιο φέρουσα :
5717170 πλημμελουντων
; τίς δ ' ἂν ἀδικεῖν μὴ δυνάμενος τὰς τῶν πλημμελούντων ἀγαπῴη προσηγορίας ; Μετὰ δὲ ταῦτα ἐμπίπτουσιν ἐν τοῖς
, εἶτα τὰ τῶν ἑτέρων ἁμαρτήματα καὶ τῶν εἰς τούτους πλημμελούντων αὐτοῖς τούτοις τις προσετίθει ; καὶ τίν ' ἔχει
5712309 κανης
: ἀκανθώδης βοτάνη , ἐξ ἧς πλέκονται σχοινία . ὁ κάνης τῆς κοίτης ὑπερέχει : ἐπὶ τῶν τὰ μὴ ἀναγκαῖα
αὐτοὺς βλέπων . Ἁλτῆρσι θυλάκοισι χρῆται τὸ μέγεθος . Ὁ κάνης δὲ τῆς κοίτης ὑπερέχειν μοι δοκεῖ . Ἔπειτα δοῦλον
5707727 πηξεις
ἄλλοις μησὶ τὰς ἐξαπίνης γινομένας πηγάδας , αἳ δὴ γίνονται πήξεις τῶν ὑδάτων τοῦ Βορέου πνεύσαντος , ἃς οὐ ῥᾴδιον
Ἡ γὰρ φιλόσοφος ὑπὲρ ταύτης τῆς ὑδραργύρου ἐπεγράψατο : Ὅτε πήξεις τὴν ὑδράργυρον τὸ αὐτόρρευστον . Τὸ γὰρ αὐτόρρευστον τὸ
5707530 μυλοι
καὶ μηδὲν πρὸς τὸ πρᾶγμα συντελούντων . Ὀψὲ θεῶν ἀλέουσι μύλοι , ἀλέουσι δὲ λεπτά : ἐπὶ τῶν ὀψιαίτατα καὶ
' ὧν κατεσκευασμέναι ἦσαν ξυλοθῆκαι καὶ κρίβανοι καὶ ὀπτανεῖα καὶ μύλοι καὶ πλείους ἕτεραι διακονίαι . ἄτλαντές τε περιέτρεχον τὴν
5703747 Καρυα
. Ἀταία , πόλις Λακωνική . ὁ πολίτης Ἀταιάτης ὡς Κάρυα Καρυάτης , ἢ Ἀταΐτης ἢ Ἀταῖος . Ἀταλάντη ,
πάθεσιν ἁρμόζοντες , κακοστόμαχοι δὲ καὶ κεφαλαλγεῖς τοῖς καταχρωμένοις . Κάρυα δὲ τὰ μὲν βασιλικά , ταῦτα καὶ κοινὰ καλούμενα
5691505 ρμζ
φανερόν , ὅτι τοῦ χρόνου τῆς μέσης πενταμήνου τυγχάνοντος ἡμερῶν ρμζ καὶ ὡρῶν ἔγγιστα ιε ∠ ʹ δʹ ὁ τῆς
πγ λϚ Διὸς . . . . . . . ρμζ λϚ Ἄρεως . . . . . . .
5689616 ῥαγων
τῆς ῥαγὸς τόπον ἐλάττονα γενόμενον θεάσονται , ὡς τῶν κύκλῳ ῥαγῶν αὐξηθεισῶν , ἐπέχουσι τὸν τρυγητὸν ἕως ἂν ἡ αὔξησις
πασθείη , ἔπειτα εἰς γίγαρτα μὴ διακριθέντα ἀπὸ τοῦ τῶν ῥαγῶν δέρματος , τὸ λοιπὸν συντεθείη , ὡς μὴ ἅπτεσθαι
5687591 τιγ
] ! φυγάδα τοτ ? ! [ [ ] ! τιγ ? ? ? [ ! ] ! [ .
ιβ κϚ ιθ ιδ κε μη ἔγγιστα , ἀνωμαλίας ἀποκαταστάσεις τιγ . ἐπὶ μὲν δὴ τῆς ἡλιακῆς σφαίρας νοείσθω ἐν
5685941 κλωνιοις
. Ἀστράγαλος : θάμνος μικρὸς ἐπὶ γῆς , φύλλοις καὶ κλωνίοις ὅμοιος ἐρεβίνθῳ : ἄνθη πορφυρᾶ , μικρά : ῥίζα
γ # , μέλιτος # α . ἕψε κινῶν πηγάνου κλωνίοις ἕως συστῇ . δίδου δὲ νήστεσι καὶ μετὰ τροφὴν
5684314 πλεονασῃ
ἁλίσκεσθαι ῥίγεσιν . καὶ ἡ ῥίζα τῆς γογγυλίδος , ὅταν πλεονάσῃ τις ἐπὶ τῇ ἐδωδῇ αὐτῆς , καὶ ἡ σὰρξ
καὶ χωρὶς ὄμβρων καὶ χιόνων , ἐπειδὰν τὰ βόρεια πνεύματα πλεονάσῃ , αἰτίαν δ ' εἶναι τὴν λίμνην δι '
5672949 ὀροβοειδεις
ἐστι τὸ κακόν . εἰ δὲ πέψις μὲν ᾖ καὶ ὀροβοειδεῖς ὑποστάσεις ἐκκρίνει τῶν νεφρῶν τὸ πάθος δηλοῖ . Τί
ἱκανῶς διώρισται . Ὅταν δ ' ἡ σὰρξ τήκηται , ὀροβοειδεῖς ὑποστάσεις γίνονται , ὁρίζονται δὲ ταῦτα πέψει τε καὶ
5671758 προσεχῃς
ῥῆμα οὐδέν , οὐδὲ χρόνου κανονισμός , ἐὰν οἷσπερ προεῖπον προσέχῃς . Ὥσπερ γὰρ ἐπὶ τοῦ τύπτω αἱ τῶν χρόνων
ψιθυρίζῃ . ἢν ταῦτα ποῇς ἁγὼ φράζω καὶ πρὸς τούτοις προσέχῃς τὸν νοῦν ἕξεις αἰεὶ στῆθος λιπαρόν , χροιὰν λαμπράν
5670044 ὁριοκρατορα
. ἐὰν δὲ ἐκπέσωσι τῶν προκειμένων τόπων , τότε τὸν ὁριοκράτορα ἢ τριγωνικὸν δεσπότην ἢ οἰκοδέκτορα τῆς προγεγενημένης συνόδου ἢ
τριγωνικὸν δεσπότην , ἐπὶ δὲ νυκτερινῆς γενέσεως τῆς Σελήνης τὸν ὁριοκράτορα καὶ τὸν οἰκοδέκτορα καὶ τὰ λοιπὰ ὡς ἔχει κατὰ
5669761 ρϘϚ
πα , ρ , ρκα , ρμδ , ρξθ , ρϘϚ , σκε : ὁ δὲ τῶν ἑτερομηκῶν ἀπὸ δυάδος
σκε : ἡ δὲ ΓΒ ιδ : τὸ ἀπὸ ταύτης ρϘϚ : ἡ δὲ ΒΑ ιγ καὶ τὸ ἀπὸ ταύτης
5669218 προαιρωμεθα
ιβ καὶ ἀπὸ σνδ μη ἕως σπε ιβ Ὅταν οὖν προαιρώμεθα κατά τινα τῶν ἐπιζητουμένων ἐνιαυτῶν τὰς μέσως θεωρουμένας συζυγίας
τὸ φαινόμενον ἀπόγειον τοῦ ἐπικύκλου θεωρουμένας τῆς ἀνωμαλίας μοίρας παρατιθέναι προαιρώμεθα , ἀλλὰ διὰ τὸ προχειρότερον τὰς πρὸς τὸ περιοδικὸν
5668148 ἐπιψαυουσα
ΓΔΛ : ὥστε καὶ τῷ ΓΛΘ . Ἐὰν παραβολῆς εὐθεῖα ἐπιψαύουσα συμπίπτῃ τῇ διαμέτρῳ , ἡ διὰ τῆς ἁφῆς παράλληλος
εὐθεῖα . Ἐὰν ὑπερβολῆς ἢ ἐλλείψεως ἢ κύκλου περιφερείας εὐθεῖα ἐπιψαύουσα συμπίπτῃ τῇ διαμέτρῳ , καὶ ἀπὸ τῆς ἁφῆς ἐπὶ
5645705 πινωσι
Ἀνερροθίαζε περὶ τὰ χείλη τῆς νεώς . Ὅταν δὲ δὴ πίνωσι τὴν ἐπιδέξια . Οἴνου παρόντος ὄξος ἠράσθη πιεῖν .
, ὥς φησι Γαληνός . Διαβήτης λέγεται , ὅταν ἅμα πίνωσι καὶ οὐρῶσι συνεχῶς : λέγεται δὲ καὶ εἰς τὰ
5639520 τριακονταδας
γὰρ ἐκπεσεῖται μυστικῶς : τὸ δὲ συναθροισθὲν πλῆθος συγκεφαλαιώσαντας ἀφαιρεῖν τριακοντάδας . τὸ δ ' ἐντὸς τῶν τριάκοντα λειφθὲν σκοπεῖν
ἀπὸ Αὐγούστου ἔτη πλήρη ρληʹ . ἐκ τούτων ἀφεῖλον δʹ τριακοντάδας , ἀνθ ' ὧν ἀναλαμβάνω ἑκάστου κύκλου ἀνὰ εʹ
5639274 ΥΩ
τὴν ΩΨ καὶ τὰς λοιπάς , καὶ ἐπιζεύξαντες τὰς ΡΧ ΥΩ ΤΨ ἕξομεν τὰς τῶν ὀδόντων λοξώσεις . καὶ ἐπεὶ
ἐστὶν ἡ ΠΩ . διὰ τὰ αὐτὰ δὴ καὶ ἡ ΥΩ πενταγώνου ἐστίν , ἐπειδήπερ , ἐὰν ἐπιζεύξωμεν τὰς ΦΚ
5638952 ρξγ
λθ , οἵων δὲ αἱ β ὀρθαὶ τξ , τοιούτων ρξγ ιη : ὥστε καὶ ἡ μὲν ἐπὶ τῆς ΒΝ
. . . . ξγ λ καὶ ἀναβιβάζοντος . . ρξγ λ φάσεων ἀποστάσεις ἐπὶ τοῦ διὰ τῶν πόλων καὶ
5638004 παρυδρα
καὶ ὁ βάτος καὶ ὁ παλίουρος ἔνυδρά πώς ἐστιν ἢ πάρυδρα , καθάπερ ἐνιαχοῦ , φανεραὶ σχεδὸν καὶ αἱ τούτων
μὲν εὐαυξῆ τὰ δὲ δυσαυξῆ . εὐαυξῆ μὲν τά τε πάρυδρα , οἷον πτελέα πλάτανος λεύκη αἴγειρος ἰτέα : καί
5630503 στρυφνοτητα
, κατεχόμενα ὑπὸ τοῦ φλέγματος ἐν τῇ κοιλίᾳ , καὶ στρυφνότητα ἔχοντα . τὸ δὲ Ποντικὸν λιπαρὸν καὶ δυσκατέργαστον .
' [ ἐν ] ἀμφότερα ταῦτα ἀναδίδωσι λιπαρὸν κολλώδη , στρυφνότητα ἔχοντά τινα : λεκιθώδης οὖν ἐξ αὐτῶν γένοιτο ἂν
5624536 σευτλα
ἑσπέρην δὲ , ἄρτος μὲν ἔξοπτος : ὄψα δὲ , σεῦτλα , ἢ σίκυος , οἶνος μέλας λεπτός : ἐδίδοτο
θρίδακα πολυειδῆ . Εἰ θέλεις μείζονα καὶ λευκότερα ποιῆσαι τὰ σεῦτλα , τὰς ῥίζας αὐτῶν βολβίτῳ νεαρῷ ἐπίπλασσε , καί
5621406 κεκομμενης
. ιβʹ , κεδρίας δρ . κʹ , τῆς ῥίζης κεκομμένης καὶ σεσημένης δρ . λʹ . τὰ ξηρὰ τοῖς
εἶτα ἐκ τούτων λαβὼν δραχ . η . στρουθίου ῥίζης κεκομμένης , πτισάνης ἀλεύρου , κυμίνου ἀλεύρου μάλιστα αἰγυπτίου ,
5606181 ἀποκλιματι
, ὁ Ἥλιος ἐπικρατήσει . ἐὰν ὁ Ἥλιος ἐν τῷ ἀποκλίματι τοῦ μεσουρανήματος πέσῃ τῆς Σελήνης ὡροσκοπούσης , Σελήνη ἐπικρατήσει
τῷ μεσουρανήματι , Σελήνη ἐπικρατήσει . ἐὰν Σελήνη ἐν τῷ ἀποκλίματι τοῦ μεσουρανήματος τύχῃ , ὁ δὲ Ἥλιος ἐν τῷ
5603854 ὑποστροφας
πολυχρόνιοι δὲ αἱ πλείους εἰσὶ καὶ πολλὰς μεταστάσιας ἔχουσι καὶ ὑποστροφάς . Οἱ δὲ τρόποι πρῶτον μὲν τῶν περὶ τὴν
, ἢ χρόνους , ἢ θανάτους , ἢ τῶν αὐτέων ὑποστροφάς : ὅ τι δὲ τουτέων ἔσται μάλιστα , σκεπτέον
5603060 Ἰλλυρικης
ἀνάγοντας καὶ πρὸς δυσεντερικούς . Δαύκου , σίνωνος , ἴρεως Ἰλλυρικῆς ἀνὰ ⋖ ζ , σελίνου σπέρματος , μελανθίου ,
' ὧν ἐστι θερμὴ διάθεσις , κεχρῆσθαι τοιούτοις . Ἴρεως Ἰλλυρικῆς . . . δραχ . ιδʹ σμύρνης τρωγλοδύτιδος .
5601697 ἀκαληφης
πάσας καππάρεως τῆς ῥίζης ἴρεως γλυκυρίζου ἀνὰ # α σπέρμα ἀκαλήφης # ⊂ μέλιτος α # β ἑψήματος # β
ξηρὰ καὶ ὁ τῆς ῥίζης αὐτοῦ φλοιός , ἀγαρικόν , ἀκαλήφης τὸ σπέρμα , ἀμάραντον , ἀμύγδαλα πικρὰ καὶ τὸ
5600980 Ἠρυγγιον
Ἠριγέρων ἐπίμικτον ἔχει δύναμιν ψυκτικήν τε καὶ μετρίωϲ διαφορητικήν . Ἠρύγγιον θερμαίνει μὲν οὐ καταφανῶϲ , ξηρότητοϲ δὲ λεπτομεροῦϲ οὐκ
ὀνίνηϲι : καταπλάϲϲεται δὲ καὶ πρὸϲ τὰϲ φλεγμονὰϲ ἐναργῶϲ . Ἠρύγγιον . Θερμότητι μὲν ἢ βραχὺ τῶν ϲυμμέτρων ἢ οὐδὲν
5596316 Μελιλωτον
ὑπάρχειν : καὶ τέμνει οὖν καὶ ῥύπτει πικρότητα ἔχον . Μελίλωτον ἔχει μέν τι καὶ στυπτικόν , ἀλλὰ καὶ διαφορεῖ
Μαλάχη σξη Μανδραγόραϲ σξθ Μάραθρον σο Μαϲτίχη σοα Μελάνθιον σοβ Μελίλωτον σογ Μέλι σοδ Μελιϲϲόφυλλον σοε Μέϲπιλον σοϚ Μήκων πᾶϲα
5593284 καθαιρηται
μέλι ἐπιχέων πουλύ : καὶ ἕως μὲν ἂν τὸ αἷμα καθαίρηται , καὶ ὀδύναι ὀξέαι ἔχωσι , καὶ ὀλίγον διαλείπωσι
τὸ φάρμακον ἐφ ' ἑκάστῃ προσθέσει , μέχρις ὅτου ὕφαιμα καθαίρηται : ὅταν δὲ τοιαῦτα καθαρθῇ , πεπαύσθω . Διαιτῇν
5586395 λελεπισμενων
Κηροῦ , πιτυΐνης , πίσσης ἀνὰ # α , δαφνίδων λελεπισμένων # α , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος # Ϛ , χαλβάνης
λειώσας ὑπάλειφε τὴν παραγωγὴν ποιούμενος διὰ τοῦ κερατοειδοῦς . Δαφνίδων λελεπισμένων δραχ . κʹ λείωσον μετ ' οὔρου παιδὸς ἀφθόρου
5585359 περιαψῃς
πολὺ γάλα ποιοῦσιν , ἐὰν δίκταμνον περὶ τὰς αὐτῶν γαστέρας περιάψῃς . Ἐὰν πελαργοῦ κοιλίαν λειώσας ὕδατι ἐγχυματίσῃς ἀπὸ κοχλιαρίου
ὄνομα τοῦτο διὰ σμυρνομέλανος ” τιν βιβ ηλιθι “ καὶ περιάψῃς , ἀβλαβῶς συνουσιάσεις . Τὸ δὲ αἷμα αὐτοῦ νεφρὸν
5579994 ἐκκοπη
οὐ πεπειραμένος , ὅτι , ἂν ὗς τὸν ἕτερον ὀφθαλμὸν ἐκκοπῆ , ἀποθνῄσκει ταχέως . Αἶγας δὲ καὶ πρόβατα βορείοις
γλυκὺν , ἥσυχον , γλυκύτατον . καμάτοιο : κόπου , ἐκκοπῆ . δόρπα : δεῖπνα . Δεῖπνος , ἄριστος καὶ
5578845 ρπε
τὸ πτηνὸν ζῷον ρπγ Κοχλίοϲ χερϲαῖοϲ ρπδ Περὶ μαινίδοϲ ταριχηρᾶϲ ρπε Νάρκα ζῶϲα ρπϚ Ὀνίϲκοϲ θαλάττιοϲ ρπζ Ὀϲτρέων ὄϲτρακα ρπη
ρπ Κάππαριϲ ρπα Κάρδαμον ρπβ Καρδάμωμον ρπγ Καρῶον ρπδ Καϲϲία ρπε Καρύα ρπϚ Κάρυα ποντικὰ καὶ λεπτοκάρυα ρπζ Καϲτάνια ρπη
5578569 τριβολους
Διονυσαλεξάνδρῳ οὒκ , ἀλλὰ βόλιτα χλωρὰ κᾠσπώτην πατεῖν . τοὺς τριβόλους : Τοὺς μοχθηρούς . ἔστι δὲ ἀκανθῶδες φυτόν .
τοῖς λοιποῖς κρίκοις : πρὸς δὲ τοὺς πυροφόρους καὶ τοὺς τριβόλους τοὺς καιομένους καὶ τὰς λαμπάδας καὶ τὰς ἀνθυπορύξεις τοῖς
5576358 δῃ
σαρκῶν , διειργομένων συνελθεῖν τῶν ὀστράκων αὖθις . ἴδιον μὲν δῂ καὶ ἀστέρων θαλαττίων εἰρήσθω ἡμῖν τοῦτο . Τὴν μὲν
, λόγον ἔχῃ πρὸς τὸν ὑπολειφθέντα τὸν ἐπιταχθέντα . Ἐπιτετάχθω δῂ τὸν μὲν αον παρὰ τοῦ βου λαβόντα Μο λ
5574325 μεταφυτευεται
καὶ χρυσολάχανον , καὶ δικάρδιον , μαρούλλιν , ῥιγιτανόν . μεταφυτεύεται δὲ μαρούλλιν , πικρίδιν , φρυγιατικόν , πολύκλωνον .
μαρούλλιν , πικρίδιν , κωμωδιανόν , πολύκλωνον , θριδάκιν . μεταφυτεύεται δὲ τὸ γογγύλιν , σεῦτλον , καὶ ἔντυβον ,
5572453 συλλογιστικη
ἑτέρα ἀποφατικὴ καθόλου , ὁποτέρα ἂν αὐτῶν ᾖ ὑπάρχουσα , συλλογιστικὴ ἔσται συζυγία : τῆς γὰρ καταφατικῆς ἐπὶ μέρους ,
μέρους καταφατικὴ ἐνδεχομένη ἡ δὲ ἐλάττων καθόλου καταφατικὴ ἐνδεχομένη , συλλογιστικὴ καὶ οὕτως ἡ συζυγία : ἀντιστραφείσης γὰρ τῆς μείζονος
5566397 ἐλλιπους
ἀναπληρώσεις φύσεως , ἤτοι λίαν [ καὶ ] ἐνδεοῦς ἤτοι ἐλλιποῦς , οἷον ἰατρεῖαι , ἤτοι αἱ ἀναπληρώσεις τῆς γαστρὸς
αἴτιον , καὶ τούτῳ ἐνίστασθαι . ἐὰν μὲν οὖν , ἐλλιποῦς τῆς ἐκκοπῆς γεγενημένης , ὀξεῖα προὔχουσα καὶ νύσσουσα τὴν
5565895 βρωθῃ
τῆς θείας ἀπορροίας ἑλκύσασα , εἴτε ὑπὸ τετραπόδου ἢ ἀνθρώπου βρωθῇ , παραχρῆμα θανατοῖ : τινὲς δὲ καὶ κατ '
τεῦτλα κακοστόμαχα , ὡς καὶ δηγμὸν ἐμποιεῖν , ὅταν πλείονα βρωθῇ : λάπαθον ὁμοίως . ὤκιμον , γογγυλὶς ἡ ὠμοτέρα
5564259 παραδοτω
μαστιγώσας ὁπόσας ἂν ἐθέλῃ , μηδὲν βλάπτων τὸν δεσπότην , παραδότω ἐκείνῳ κεκτῆσθαι κατὰ νόμον . ὁ δὲ νόμος ἔστω
. δοῦλος δ ' ἐάν τις ἐλεύθερον ὀργῇ τρώσῃ , παραδότω τὸν δοῦλον ὁ κεκτημένος τῷ τρωθέντι χρῆσθαι ὅτι ἂν
5559546 πιτυρωδεις
οὐ πάντως ἤδη ἄπεπτον : εἰ γὰρ ἤτοι κριμνώδεις ἢ πιτυρώδεις ἢ μελαίνας ἢ πελιδνὰς ἢ χλωρὰς ἢ δυσώδεις ὑποστάσεις
πέψεις τῶν νεφρῶν μόνων . Λοιπαὶ δὲ φαῦλαι ὑποστάσεις αἱ πιτυρώδεις οὕτω καλούμεναι , χείρους μὲν τῶν ῥηθεισῶν , ἐλλείπουσαι
5559495 ἀθεραπευτα
τέλος ἔχουσιν οὐκ αἴσιον : δυσίατα γὰρ ἤδη καὶ παντελῶς ἀθεράπευτα τὰ ἐκ φαρμακειῶν ἀρρωστήματα . χαλεπώτερα μέντοι συμβαίνειν φιλεῖ
καὶ νοσήματα ἐσκιρωμένα χρόνῳ παραλάβῃ , μήτοι γε παντελῶς ἐᾶν ἀθεράπευτα καὶ ἀκόλαστα , ἀλλὰ σκοποῦντα τὸ δυνατὸν ἁμῃγέπῃ στέλλειν
5558196 ρκϚ
α αἱ πηγαὶ τοῦ ποταμοῦ . . . . . ρκϚ βορ . α Ὄδωκα πόλις . . . .
. . . . . . . . . . ρκϚ ∠ ʹ ιγ . Ἡ ἐκτὸς Γάγγου Ἰνδικὴ περιορίζεται
5557986 πεζοιϲ
ὑγροτέρων ὁμοίωϲ τοῖϲ καταλλήλοιϲ δώϲειϲ . Περὶ τῶν ἐν τοῖϲ πεζοῖϲ ζῴοιϲ ἄκρων . Ταῦτα μὲν οὖν αὐτάρκη ϲοι καθόλου
καὶ θερμαινόντων ϲκευαϲθεὶϲ βαλτίων ἑαυτοῦ γίγνεται . Περὶ τῶν ἐν πεζοῖϲ ζῴοιϲ ϲπλάγχνων . Τὸ μὲν ἧπαρ πάντων τῶν ζῴων
5552564 στρογγυλας
. Ἀκύλαν ἐμὸν φίλον ἔπεμψα πρὸς ὑμᾶς κατασκευάσοντά μοι ναῦς στρογγύλας πεντήκοντα καὶ μακρὰς διακοσίας , τοσαύτας δὲ καὶ Δολοβέλλᾳ
σὺν νίτρῳ καὶ ὑσσώπῳ καὶ κάρδαμον σὺν ὕδατι πινόμενον ἕλμινθας στρογγύλας καὶ πλατείας ἐκτινάσσει ἢ μετὰ γάρου ἢ μέλιτος δρ
5549145 ἰσοϋψεις
πρὸς τὸν ΒΘΕΖ κῶνον : ὅπερ ἔδει δεῖξαι . Οἱ ἰσοϋψεῖς κῶνοι ὀρθοὶ διπλασίονα λόγον ἔχουσι πρὸς ἀλλήλους ἤπερ τὰ
, ΚΘΕΖ κῶνοι πρὸς ἀλλήλους εἰσὶν ὡς αἱ βάσεις , ἰσοϋψεῖς ἄρα εἰσὶ διὰ τὸ ἀντίστροφον τοῦ θεωρήματος τοῦ ιβʹ
5547761 κυνειας
τοῦ βαλανείου ἱδρώσειν ἐμβίβασον καὶ ἐξελθὼν ἀποθήσει . ἄλλο . κυνείας λευκῆς τῆς καλουμένης γενούβεως κοχλιάριον αʹ . μετ '
οἰσυπηρῶν κεκαυμένων # α , ἀριστολοχίας στρογγύλης , κισήρεως , κυνείας κόπρου , ἰοῦ ξυστοῦ , λεπίδος χαλκοῦ , μίσυος
5547492 ῥευματισμοις
πᾶσαν τροφήν : πολεμιώταται γὰρ αἱ πολυποσίαι τοῖς τῆς γαστρὸς ῥευματισμοῖς . Γνωστέον μέντοι , ὅτι ἐπὶ τῶν μετὰ δήξεως
καὶ ἀποσβέσαι σφοδρὸν καὶ περικαὲς δίψος θέλοιμεν , καὶ ἐν ῥευματισμοῖς , συνδιδομένων δριμέων πολλῶν καὶ χολωδῶν εἰς τὸν στόμαχον
5543622 Εὐζωμον
πολλὰ δὲ καὶ ἄλλα ἐστὶ στύφοντα πᾶσιν ὄντα γνώριμα . Εὔζωμον , μάραθρον , ἄνηθον , σμύρνιον ὁμοίως , σέλινον
Ἐπίθυμον ρμε Ἐρέβινθοϲ ρμϚ Ἕρπυλλοϲ ρμζ Ἐρύϲιμον ρμη Ἐρυθρόδανον ρμθ Εὔζωμον ρν Εὐπατόριον ρνα Εὐφόρβιον ρνβ Ζειά ρνγ Ζιγγίβερι ρνδ
5541950 ὀλιγοχρονια
μέγα καὶ σεμνὸν , ἀλλὰ πάντα σμικρὰ καὶ ἀσθενῆ καὶ ὀλιγοχρόνια καὶ ἀναμεμιγμένα λύπαις μεγάλαις . Τὸ ζῆν ἔοικε φρουρᾷ
τὴν δύνουσαν , ἀλλ ' ὅμως εἰ αὕτη ἀναιρετικὴ εἴη ὀλιγοχρόνια ἔσται . εὕρομεν δὲ πολλάκις , φησίν , τῇ
5541612 ἀοσμα
δὲ μᾶλλον διὰ τί ποτε τὰ μὲν παρὰ τοῖς ἄλλοις ἄοσμα παρὰ τούτοις εὔοσμα καθάπερ κάλαμος καὶ σχοῖνος ἐν Συρίᾳ
καὶ λῖπος : ὅσα δ ' ἀλιπῆ ταῦτα δ ' ἄοσμα , καθάπερ τὸ κόμμι καὶ τὸ τῆς ἀμυγδαλῆς .
5539641 ὀροβον
ἀλγέῃ τὸ ἧπαρ , ὀρίγανον τρίβων , ὀπὸν σιλφίου ὁκόσον ὄροβον διεὶς , ἐν οἴνῳ λευκῷ ἡμικοτυλίῳ πίνειν , καὶ
τοῖς δακτύλοις πτερύγια λιβανωτὸν λεῖον ἐπιτίθει καὶ ἐπίδει , ἢ ὄροβον λεῖον ὡσαύτως , ἢ λιβανωτοῦ ἀτόμου ⋖ α ,
5537664 προσθαφαιρεσεως
ἐπειδὴ ὁ τῆς ἀνωμαλίας ἀριθμὸς ἐν τοῖς ὑποκάτω τῆς μεγίστης προσθαφαιρέσεως στίχοις , ποιήσει τὰ προκείμενα ἑξηκοστὰ λγ ζ ,
με , ἡ δὲ ὑπὸ ΒΑΛ γωνία τῆς κατὰ μῆκος προσθαφαιρέσεως , οἵων μέν εἰσιν αἱ β ὀρθαὶ τξ ,
5537470 τμθ
Ῥόδα τμε Ῥοδοδάφνη τμϚ Ῥόα πᾶϲα τμζ Ῥοῦϲ τμη Ῥύποϲ τμθ Ϲαγαπηνόν τν Ϲάμψυχον τνα Ϲαπρότηϲ ξύλων τνβ Ϲαρκοκόλλα τνγ
τουτέστι καὶ ἡ σελήνη , μεθ ' ὅλους κύκλους μοίρας τμθ ιε , ἀπὸ δὲ τοῦ τῆς δευτέρας ἐκλείψεως μέσου
5535628 ροη
ὑποθέμενοι τὴν σελήνην κατὰ τὸ Λ ἀπέχειν τοῦ ἀπογείου μοίρας ροη μϚ , γίνεται ἡ ὑπὸ ΕΘΖ γωνία , τουτέστιν
: καὶ ὅλη ἄρα ἡ ὑπὸ ΒΕΓ τῶν αὐτῶν ἔσται ροη ιϚ . πάλιν , ἐπειδὴ τὸ μὲν Γ περίγειον
5533212 δυσκολοκαμπτους
καμπήν , οἵας οἱ νῦν τὰς κατὰ Φρῦνιν ταύτας τὰς δυσκολοκάμπτους , ἐπετρίβετο τυπτόμενος πολλὰς ὡς τὰς Μούσας ἀφανίζων .
δύσκαμπτοι αἱ στροφαί . καὶ Ἀριστοφάνης [ . ] τὰς δυσκολοκάμπτους αὐτάς φησιν . εἴρηται δὲ καὶ διὰ τὴν φωνὴν
5531896 ρμε
ὥστε καὶ ἡ μὲν ἐπὶ τῆς ΕΖ περιφέρεια τοιούτων ἐστὶν ρμε νϚ , οἵων ὁ περὶ τὸ ΑΕΖ ὀρθογώνιον κύκλος
ιη ∠ ʹ τὸ δεύτερον στόμα , ὃ καλεῖται Μέγα ρμε γοʹ ιη ∠ ʹ τὸ τρίτον , ὃ καλεῖται
5531160 στενουσιν
στρατιῶται γεγηρακότες , τὰ παλαιὰ σφῶν αὐτῶν ᾄδουσαι τοῖς παροῦσι στένουσιν , ἡμῖν δὲ ἐφάμιλλα τοῖς ᾀδομένοις τὰ ὁρώμενα ,
ἐν οἷς ποιοῦμεν λυπήσωμεν : ὡς νῦν γε εἰσὶν οἳ στένουσιν , ὧν αὐτὸς ᾐσθόμην , καὶ οὔ σε ἀποκρύψομαι
5523367 Ϟοις
μες μ διελεῖν εἰς δύο μονάδες ἄρα ρ ἴσαι εἰσιν Ϟοῖς ὥστε ὑπερέχειν δυσὶ μονάσι τεσσαράκοντα . μο μ .
δ Ϟδ καὶ μονάδες δ μονάδες ἄρα π ἴσαι εἰσὶν Ϟοῖς τέσσαρσιν καὶ μονάσι τέσσαρσι . λοιπαὶ μονάδες οϚ Ϟοὶ
5523050 ἰσουται
. ⃞ : καὶ τοῦτο τὸ εἶδος καλεῖται διπλοισότης : ἰσοῦται δὲ τὸν τρόπον τοῦτον . ἰδὼν τὴν ὑπεροχήν ,
παρατάξεως προκύψωσι καὶ ἀνίσως περιπατοῦσιν , παραγγέλλει : ! Καὶ ἰσοῦται τὸ μέτωπον . Πυκνοῦνται ἤτοι σφίγγονται , ὅταν ὡς
5522187 πρωϊμοι
δι ' ἐπιμελείας καὶ πρῷα εἶχον . ὅτι καλοὶ οἱ πρώϊμοι σικύαι , καὶ ἡ παροιμία δηλοῖ ἀρχομένων σικύων καὶ
ἡ παροιμία δηλοῖ ἀρχομένων σικύων καὶ ληγουσῶν κολοκυντῶν . οἱ πρώϊμοι σικύαι καλοὶ καὶ ἀβλαβεῖς . πρῴων : τῶν πρὸ
5519771 ἀποχης
ἡμερήσιον κίνημα σχεδὸν ἀπαράλλακτον εὑρίσκομεν τῷ προκειμένῳ καὶ τὸ τῆς ἀποχῆς δηλονότι , τὸ δὲ τῆς ἀνωμαλίας ἔλαττον μοίραις #
τῶν ια θ μοιρῶν περιφέρειαν διπλῆν γινομένην τῶν ἀπὸ τῆς ἀποχῆς μοιρῶν ιβ ια ∠ ʹ ἔγγιστα , καὶ διὰ

Back