ἀπ ' Αἰγοκερῆος ἀνερχομένοιο μάλιστα Καρκίνον εἰς ἀνιόντα κυλίνδεται . Ὅσσον ἁπάντη ἀντέλλων ἐπέχει , τόσσον γε μὲν ἄλλοθι δύνων
ἁπάντη ἀντέλλων ἐπέχει , τόσσον γε μὲν ἄλλοθι δύνων . Ὅσσον δ ' ὀφθαλμοῖο βολῆς ἀποτείνεται αὐγή , ἑξάκις ἂν
8457370 ὁσση
ὑψικόμοισι ἠπύει , ὅς τε μάλιστα μέγα βρέμεται χαλεπαίνων , ὅσση ἄρα Τρώων καὶ Ἀχαιῶν ἔπλετο φωνὴ δεινὸν ἀϋσάντων ,
: οἱ στάθμη νεάτης ἀποτείνεται οὐρῆς εἰς πόδας ἀμφοτέρους , ὅσση ποδὸς εἰς πόδα τείνει , αὐτὰρ ἀπὸ ζώνης ὀλίγον
8383648 πνειοντος
ῥ ' ἔτι καίεται αἰὲν ὑπ ' ἀκαμάτοιο Γίγαντος αἰθαλόεν πνείοντος ἔσω χθονός : ὣς ἄρα Λοκρῶν ἀμφεκάλυψεν ἄνακτα δυσάμμορον
φωνήεντος κατὰ τὸ μέσον οὐ ποιοῦντος συλλαβήν , οἷον πνέοντος πνείοντος , πλέοντος πλείοντος , ἕο εἷο , ἐμέο ἐμεῖο
8356429 ἁπαντῃ
δὲ προσθῇ Νεῖκός τ ' οὐλόμενον δίχα τῶν , ἀτάλαντον ἁπάντῃ , καὶ Φιλίη μετὰ τοῖσιν , ἴση μῆκός τε
παρὰ τὴν ἀπουσίαν τῶν προαγωνισμάτων συνίεσθαι . Καὶ ἔστι μὲν ἁπάντῃ ὑπαίτιος ὑμῶν ἡ ἐπιχείρησις διότι καὶ ὑπὲρ καλῶν ἔργων
8345160 ἀμερδεν
πάσης νήσου . ἄμερδεν ἠμαύρου : “ ὄσσε δ ' ἄμερδεν αὐγὴ χαλκείη . ” ἀμφιπολεύεις περιέπεις : “ κεῖνός
ἐγχείῃσι μακρῇς , ἃς εἶχον ταμεσίχροας : ὄσσε δ ' ἄμερδεν αὐγὴ χαλκείη κορύθων ἄπο λαμπομενάων θωρήκων τε νεοσμήκτων σακέων
8342376 ζεφυροιο
ἐς νότον , οἱ δ ' ἐπὶ ῥιπὴν εὔρου καὶ ζεφύροιο : τίς ἂν πάντων ὄνομ ' εἴποι ; οὐ
παρὰ στόμα Θερμώδοντος . τῆς δὲ πρὸς ἀντιπέραιαν ὑπαὶ ῥιπὴν ζεφύροιο φαίνετ ' ἀπειρεσίου ποταμοῦ ῥόος Εὐφρήταο , ὃς δ
8299463 κλονεουσιν
φύλοπιν ὀτρύνουσα . Ὡς δ ' ὅτε κύματα μακρὰ δύω κλονέουσιν ἀῆται σμερδαλέον βρομέοντες ἀνὰ πλατὺ χεῦμα θαλάσσης ἔκποθεν ἀλλήλοισι
, ἠύτε κίρκοι φῦλα πελειάων ἠὲ μέγα πῶυ λέοντες ἀγρότεροι κλονέουσιν ἐνὶ σταθμοῖσι θορόντες : οὐδ ' ἄρα τις κείνων
8286852 στεινον
τε ] ὑπερμήκεα ἐόντα , διὰ μέσου τε αὐτῶν αὐλῶνα στεινὸν πυνθανόμενος εἶναι , δι ' οὗ ῥέει ὁ Πηνειός
πρότερον ἢ ἐπράχθη τὸ ἔργον : ἦ τότ ' ἀμειψάμενος στεινὸν πόρον Ἑλλησπόντου † αὐδήσει Γαλατῶν ὀλοὸς στρατός , οἵ
8276340 κεκλιμενη
μεσημβρίαν τε καὶ πρὸς νότον ἄνεμον [ τοῦ Ταύρου ] κεκλιμένη , ἡ δὲ ἐπ ' ἄρκτον τε καὶ ἄνεμον
μειλιχίης οἴηκα κυβερνητῆρα γαλήνης δάκτυλον ὀρθὸν ἔθηκεν ἐπὶ στόμα : κεκλιμένη δὲ δεξιτερὴν ἐπέτασσε καὶ ἐς Φαέθοντα δοκεύει , Ἄγγελον
8269878 Ἑξακις
α . δυ ἄρα α ἑξαπλασίων ἐστὶν Ϟοῦ α . Ἑξάκις ἄρα τὰ ἐλάσσονα ἴσα ἐστὶ τῷ μείζονι . Πάντα
Ταῦτα τὰ τεσσαρακονταπέντε πεπολλαπλασιάσθωσαν ἐπὶ τὸ ἐμβαδὸν τοῦ τριγώνου . Ἑξάκις μεʹ , σοʹ . Αἱ δὲ σοʹ ἡμέραι περιέχουσι
8266212 ὑπευδιος
μαλακῇ ὑποδείελος αἴγλῃ , καί κεν ἐπερχομένης ἠοῦς ἔθ ' ὑπεύδιος εἴη . Ἀλλ ' οὐχ ὁππότε κοῖλος ἐειδόμενος περιτέλλῃ
Σκίαθος , φαίνοντο δ ' ἄπωθεν Πειρεσιαὶ Μάγνησσά θ ' ὑπεύδιος ἠπείροιο ἀκτὴ καὶ τύμβος Δολοπήιος . ἔνθ ' ἄρα
8265517 ἐσσυμενη
ἀνίησι : ἀφίησι , καταλιμπάνει . ἐσσυμένην : ὁρμῶσαν . ἐσσυμένη : ὁρμῶσα . παραλύξαι : φυγεῖν , ἀλύξαι ,
Ἄβαντα αἰγανέην προϊείς : ἣ δ ' ἀσφαράγοιο διὰ πρὸ ἐσσυμένη ἀλεγεινὸν ἐς ἰνίον ἦλθε τένοντος : λῦσε δ '
8259856 ἐβραχεν
ἦσαν ταῖς ψυχαῖς , εὐειδεῖς δὲ καὶ εὔσαρκοι ; . ἔβραχεν ἄξων ; . ἤτοι ὁ μὲν Περίφαντα πελώριον ἐξενάριζεν
. ἑά βʹ : τὰ ἑαυτοῦ . καὶ ἀγαθά . ἔβραχεν βʹ : ἤχησεν . ἐφώνησεν . . βράχε .
8214314 Εὐξεινοιο
ἀυτῆς , ἐσσυμένως μάλα πᾶσαν ἀνεπλήμμυρε θάλασσαν ὅσση ἀπ ' Εὐξείνοιο κατέρχεται Ἑλλήσποντον , καί μιν ἐπ ' ἠιόνας Τροίης
πρὸς ἀντολίην βορέην ἐπικέκλιται ἰσθμός , ἰσθμὸς Κασπίης τε καὶ Εὐξείνοιο θαλάσσης . τῷ δ ' ἐνὶ ναιετάουσιν ἑωθινὸν ἔθνος
8214182 κεραεσσιν
ὦ τᾶς ἑπταφθόγγου μέλπων κιθάρας ἐνοπάν , ἅτ ' ἀγραύλοις κεράεσσιν ἐν ἀψύχοις ἀχεῖ μουσᾶν ὕμνους εὐαχήτους , σοὶ μομφάν
ἀγέλης κριοί , ἄλλοι δὲ καὶ ἀμνοὶ εἰνόδιοι παίζωσιν ἐρειδόμενοι κεράεσσιν : ἢ ὁπότ ' ἄλλοθεν ἄλλοι ἀναπλίσσωσι πόδεσσιν τέτρασιν
8205308 Περκωτης
ἧς οἰκισταὶ Σκαμάνδριος καὶ Ἀσκάνιος υἱὸς Αἰνείου . κεῖται μεταξὺ Περκώτης καὶ Ἀβύδου . Κεφάλων δέ φησιν ὅτι Δάρδανος ἀπὸ
ω μεγάλου γράφεται : ὁ δὲ κανὼν ἐπὶ ἀρσενικῶν : Περκώτης : Μαλλώτης : Ἡπειρώτης : Κολώτης : ἀσκαλαβώτης :
8187882 ὀχηες
δ ' ἀμφὶ πύλαι μύκον , οὐδ ' ἄρ ' ὀχῆες ἐσχεθέτην , σανίδες δὲ διέτμαγεν ἄλλυδις ἄλλη λᾶος ὑπὸ
, ἀπὸ τοῦ συνέχειν τὰς θύρας . λέγει δὲ καὶ ὀχῆες τὴν τοῦ θώρακος ζώνην συγκατέχοντας : “ ὅθι ζωστῆρος
8179292 καπριος
ποταμοῖο , ψυχόμενος λαγόνας τε καὶ ἄσπετον ἰλύι νηδύν , κάπριος ἀργιόδων , ὀλοὸν τέρας , ὅν ῥα καὶ αὐταί
' ὅτ ' ἂν ἔν τε κύνεσσι καὶ ἀνδράσι θηρευτῇσι κάπριος ἠὲ λέων στρέφεται σθένεϊ βλεμεαίνων : οἳ δέ τε
8175248 θεεν
, ὃ λέγεται ἴτυς . „ ἄντυξ , ἣ πυμάτη θέεν ἀσπίδος ὀμφαλοέσσης „ . ” ἐξ ἄντυγος ἡνία τείνας
δ ' ἐλάτην χαμάδις βάλεν , ἐς δὲ κέλευθον τὴν θέεν ᾗ πόδες αὐτοὶ ὑπέκφερον ἀίσσοντα . ὡς δ '
8174179 παραπεπταται
καναχηδὸν ἐπ ' ἀλλήλῃσι φέρεσθαι . ἐκ δὲ τοῦ οἰγόμενος παραπέπταται ἐγγύθι Πόντος πολλὸς ἐὼν καὶ πολλὸν ἐπ ' ἀντολίης
βεβλημένος ἄλλος Ὀϊστὸς αὐτὸς ἄτερ τόξου : ὁ δέ οἱ παραπέπταται Ὄρνις ἀσσότερος βορέω . Σχεδόθεν δέ οἱ ἄλλος ἄηται
8173067 φολιδεσσι
: σκληραῖς ξηραῖς * ἐπιφρικτήν : καὶ γὰρ ὀρθιάζουσαν * φολίδεσσι : λέπεσσι * φοινήεσσαν : ἐρυθράν αἱματόεσσαν ἀμυδρότατον :
πόδες ὑψιτενεῖς , ἴκελοι νωθροῖσι καμήλοις , ὁπποῖον θαμινῇσιν ἀρηράμενοι φολίδεσσι σκληρῇς ἄχρι διπλῆς ἐπιγουνίδος : ὕψι δ ' ἀείρει
8172846 λοφιης
ὅτε καὶ πελάσειε παρ ' ᾐόσιν , αὐτίκα κοῦρος ἁψάμενος λοφιῆς διερῶν ἐπεβήσατο νώτων : αὐτὰρ ὅ γ ' ἀσπασίως
ἀντώπιον ὄμμα τανύσσας , εἰσορόων ἀκτῖνας ἐπεστηρίζετο ταύρωι , ὑγροπόρου λοφιῆς δεδραγμένος : ἄκρα δὲ χειρὸς λαιῆς μοῦνον ἔδειξεν :
8169367 ἀντολιης
! ! ! ! ! ] ! ! Ἄρτι μὲν ἀντολίης χιονώδεες ἔπρεπον [ ] ? [ ] αἰθερίων γονόεσσαν
οἰγόμενος παραπέπταται ἐγγύθι Πόντος πολλὸς ἐὼν καὶ πολλὸν ἐπ ' ἀντολίης μυχὸν ἕρπων . τοῦ δ ' ἤτοι λοξαὶ μὲν
8161724 πυκινῃσι
αἰόλα γυῖα : ποικίλα μέλη . Δινεύων : συστρέφων . πυκινῇσι : πυκναῖς , πυκνοῖς κυλινδόμενος : κινούμενος , κυλιόμενος
Κοπιώδεες , λυγγώδεες , κάτοχοι , κακοί . Ἐκ νώτου πυκινῇσι καὶ λεπτῇσι φρίκῃσιν ἐφιδροῦντες , δύσφοροι : οὔρου ἀπόληψιν
8158999 παντοθι
βήμεναι ἄντην μαινομένου , μὴ δή σε καταπλέξῃ καὶ ἀνάγχῃ πάντοθι μαστίζων οὐρῇ δέμας , ἐν δὲ καὶ αἷμα λαιφάξῃ
τις ἄρηγεν , Ἔρως δ ' οὐκ ἤρκεσε Μοίρας . πάντοθι δ ' ἀγρομένοιο δυσάντεϊ κύματος ὁλκῷ τυπτόμενος πεφόρητο .
8153599 Μαγνησσα
τοῦ Καρὸς μετοικήσαντος ἐκεῖ σὺν Μάγνησι τοῖς ἐκ Κρήτης . Μάγνησσά θ ' ὑπεύδιος : ὁ νοῦς : οὐ τραχεῖά
δ ' εἰναλίη Σκίαθος , φαίνοντο δ ' ἄπωθεν Πειρεσιαὶ Μάγνησσά θ ' ὑπεύδιος ἠπείροιο ἀκτὴ καὶ τύμβος Δολοπήιος .
8149232 φαεινων
Ἠελίοιο , προάγγελος αἴθοπος Ἠοῦς , ἀστερόεις ἀνέτειλεν Ἑωσφόρος ἡδὺ φαείνων , λαμπάδα λαμπομένην Ὑπερίονι χειρὶ κομίζων , ἐγγὺς ἔχων
ὕδατι μίσγεται αὐγή , ὄρφνης ἠΰτε πυρσὸς ἀνὰ κνέφας ὄμμα φαείνων : πέτραις δ ' ἐμπελάσας σπόγγους ἴδεν : οἱ
8147461 κονιην
μάλα μὲν κλύον ἠδὲ πίθοντο , καί ῥ ' ἀπομορξαμένω κονίην δύσαντο χιτῶνας . Πηλεΐδης δ ' αἶψ ' ἄλλα
ὑφαιρεῖν . φησὶ γὰρ ἐν τῇ παρὰ ποταμὸν μάχῃ “ κονίην δ ' ὑπέρεπτε ποδοῖιν , ” ἵνα μᾶλλον βαπτίζηται
8145969 μετηορος
ἐτύχθη . ἐξ ἁλὸς ἤπειρόνδε πελώριος ἄνθορεν ἵππος ἀμφιλαφὴς χρυσέῃσι μετήορος αὐχένα χαίταις : ῥίμφα δὲ σεισάμενος γυίων ἄπο νήχυτον
βεβολημένος Ἀρκτούροιο : ” Ἀργὼ δ ' εὖ μάλα πᾶσα μετήορος ἵσταται ἤδη . „ Δοκεῖ οὖν μοι πεπλανῆσθαι ὁ
8144992 ἱεμενω
αἶψ ' ὑπακοῦσαι : ἀλλ ' Ὀδυσεὺς κατέρυκε καὶ ἔσχεθεν ἱεμένω περ . ἔνθ ' ἄλλοι μὲν πάντες ἀκὴν ἔσαν
ὅμουροι . ὤλακα γὰρ τὴν αὔλακα Δωρικῶς : καὶ Ὅμηρος ἱεμένω κατὰ ὦλκα . ἀρήιοι : ἤτοι οἱ κατὰ φύσιν
8136218 θεσπεσιῃ
ἐπέεσσιν ἕστασαν : οἱ δ ' ἀνόρουσαν ἐϋκνήμιδες Ἀχαιοὶ ἠχῇ θεσπεσίῃ , δίχα δέ σφισιν ἥνδανε βουλή . νύκτα μὲν
φωνήσας ἡγήσατο , τοὶ δ ' ἅμ ' ἕποντο ἠχῇ θεσπεσίῃ : ἐπὶ δὲ Ζεὺς τερπικέραυνος ὦρσεν ἀπ ' Ἰδαίων
8132320 ὀρουων
, ὀρτός : καὶ συνθέτως κονιορτὸς , ὁ τὴν κόνιν ὀρούων καὶ ὁρμῶν , ὡς σπείρω σπαρτός . Κοντὸς ,
αἶψα αὖ ἐρύων , τῷ δ ' αὖτις ἀάσχετος ἰθὺς ὀρούων . ὡς δ ' ὁπότ ' ἐν πολέμοισιν ἀρήϊον
8125302 λιλαιεται
' οὐκ εἰς ἀγέλην ποτιδέρκεται οὐδὲ βοτῆρι πείθεται οὐδὲ νομοῖο λιλαίεται , ἀλλὰ βελέμνῳ ὀξέι θηγομένη βοέων ἐξήλυθε θεσμῶν :
χέλυν , ἡ δ ' ἐπὶ νῶτα κεκλιμένη μάλα πολλὰ λιλαίεται οὖδας ἱκέσθαι , ῥικνὰ ποδῶν σείουσα καὶ ἀγκύλα γούνατα
8117106 λιχμαζουσι
καὶ ἄμοχθον ἐδωδήν . ὄστρεα μὲν κληῗδας ἀναπτύξαντα θυρέτρων ἰλὺν λιχμάζουσι καὶ ὕδατος ἰσχανόωντα πέπταται , ἀγκοίνῃσιν ἐφήμενα πετραίῃσι :
θαλάσσης , γηθόσυνοι , κεραὸν δὲ περισαίνουσιν ὅμιλον ἀμφί τε λιχμάζουσι καὶ ἀθρόοι ἀμφιχέονται , πυκνὰ κατασκαίροντες : ἔχει δ
8112889 ξεινην
δὲ ἀνὴρ ἀστός , καὶ ὁ πρῶτος αὐτῶν , γυναῖκα ξείνην ἢ παλλακὴν ἔχῃ , ἄτιμα τὰ τέκνα γίνεται .
πελάγη , δολιχοῖσί τ ' ἐπέδραμον αἰγιαλοῖσιν , αἰὲν ἀμειβόμεναι ξείνην ὁδὸν ἠΰτ ' ἀλῆται . Ἀνθιέων δὲ μάλιστα νομαὶ
8109018 Νιγρητες
Μαρμαρίδαι προνενευκότες Αἰγύπτοιο , Γαίτουλοί τ ' ἐφύπερθε καὶ ἀγχίγυοι Νίγρητες . ἑξείης δ ' ἐπὶ τοῖς Φαυρούσιοι , ὧν
οἱ Γαιτοῦλοί εἰσι , καὶ πλησίον τῆς Γαιτούλων χώρας οἱ Νίγρητες κατοικοῦσιν . Ἑξῆς δὲ ἐπὶ τούτοις εἰσὶν οἱ Φαυρούσιοι
8105234 σκοπιην
, λαιψηρὰ δὲ γούνατ ' ἐνώμα . οἳ δὲ παρὰ σκοπιὴν καὶ ἐρινεὸν ἠνεμόεντα τείχεος αἰὲν ὑπ ' ἐκ κατ
αὖτις ὑποστρέψας πρὶν Λήμνου γαῖαν ἱκέσθαι : Ἠέλιος γάρ οἱ σκοπιὴν ἔχεν εἶπέ τε μῦθον . [ βῆ δ '
8100406 ἀζαλεοιο
γέροντος ῥηιδίως , ὡς εἴ τις ἀπὸ στάχυν ἀμήσηται ληίου ἀζαλέοιο θέρευς εὐθαλπέος ὥρῃ . Ἣ δὲ μέγα μύζουσα κυλίνδετο
οὔπω διψαλέῳ μάλ ' ὑπ ' ἠέρι πιληθεῖσα οὐδέ πω ἀζαλέοιο βολαῖς τόσον ἠελίοιο ἰκμάδας αἰνυμένου : τὰ δ '
8098835 ὑπαιθα
: ὁμοίως καὶ τὸ ὕπαι βαρύνεται : λέγεται δὲ καὶ ὕπαιθα κατ ' ἐπέκτασιν τῆς θα συλλαβῆς : σημειωτέον δὲ
φεύγων ἀπέβη . . . . ἡ δέ θ ' ὕπαιθα φοβεῖται : ὅτι καὶ νῦν σαφῶς ἀντὶ τοῦ ἔμπροσθεν
8095967 ἐλατῃσιν
ῥ ' οἳ μὲν πευκῇσιν ἀμύνονθ ' οἳ δ ' ἐλάτῃσιν : ἐν δ ' ἔπεσαν Μινύαισι κατὰ σκοτόεσσαν ὁμίχλην
δ ' ἐπ ' ἐρετμὰ ἑζόμενοι λεύκαινον ὕδωρ ξεστῇς ' ἐλάτῃσιν . αὐτὰρ ἐγὼ κηροῖο μέγαν τροχὸν ὀξέϊ χαλκῷ τυτθὰ
8090150 ὠκυτερα
τέκνοισιν ὑπωροφίοισι χελιδών ἄψορρον ταχινὰ πέτεται βίον ἄλλον ἀγείρειν : ὠκυτέρα μαλακᾶς ἀπὸ δίφρακος ἔπτετο τήνα ἰθὺ δι ' ἀμφιθύρω
καὶ ἀδελφὴν κατὰ σχῆμα . καὶ τοῦτο ἐκεῖνος λέγει : ὠκυτέρα τε εἶναι δοκεῖ , παρίστησι δὲ καί τινα σμικρότητος
8085459 ἀειφανες
' αὐτοῖς ὁρίζοντος ὁ ἄξων διάμετρος γίνεται , καὶ οὔτε ἀειφανὲς οὔτε ἀφανές τι τῶν ἄστρων παρ ' αὐτοῖς ἐστιν
στήθεα γυμνώσας καὶ γαστέρα σήματα φαίνει , ὅττι γένος περίφοιτον ἀειφανὲς οὐρανιώνων οὔτε πολυρραφέος μεθέπει σπείρημα χιτῶνος οὔτε χαμαιγενέων ἐπιδεύεται
8080661 ἀειρων
αὐτοβαφὴς ὑψοῦτο κερασφόρος : ἀσμαράγωι δὲ χείλεϊ σιγαλέωι τανυηκέα πῆχυν ἀείρων , πήξας δάκτυλον ἄκρον ἐθέλγετο θαῦμα κεράσσας . κεκλιμένος
ὑποστῶ ] ἀλλ ' ὁσίας μὲν χεῖρας ἐς αἰθέρα λαμπρὸν ἀείρων καὶ κακίης ἀμόλυντον ἔχων κατὰ πάντα λογισμὸν μήσομαι ἔρδειν
8078939 θηρητηρος
ἐπὶ δουρὸς ἐρωή , αἰετοῦ οἴματ ' ἔχων μέλανος τοῦ θηρητῆρος , ὅς θ ' ἅμα κάρτιστός τε καὶ ὤκιστος
πορεύονται , ἔρχονται . Βιαζόμενοι : σύροντες , βιάζοντες . θηρητῆρος : ἁλιέως , ἀγρευτῆρος . ἀνύσωσιν : φθάσωσι ,
8078890 τετανυσται
οὐδ ' ἀλλήλων ἀλέγουσι . νῆσος ἔπειτα λάχεια παρὲκ λιμένος τετάνυσται , γαίης Κυκλώπων οὔτε σχεδὸν οὔτ ' ἀποτηλοῦ ,
. ἄλλως : ἡ δὲ μύουρος οὐρὰ ἐπὶ τῇ ὁλκῇ τετάνυσται . πεδανή , ταπεινή : νῦν δὲ μικρὰ καὶ
8078596 ἐκελσαμεν
ὀλοὴ τέταται δειλοῖσι βροτοῖσι . νῆα μὲν ἔνθ ' ἐλθόντες ἐκέλσαμεν , ἐκ δὲ τὰ μῆλα εἱλόμεθ ' : αὐτοὶ
εἰσι καὶ ἀντολαὶ Ἠελίοιο , νῆα μὲν ἔνθ ' ἐλθόντες ἐκέλσαμεν ἐν ψαμάθοισιν , ἐκ δὲ καὶ αὐτοὶ βῆμεν ἐπὶ
8067066 ῥοδοπηχυς
τ ' ἐρόεσσα Πασιθέη τ ' Ἐρατώ τε καὶ Εὐνίκη ῥοδόπηχυς καὶ Μελίτη χαρίεσσα καὶ Εὐλιμένη καὶ Ἀγαυὴ Δωτώ τε
Πανόπη καὶ εὐειδὴς Γαλάτεια Ἱπποθόη τ ' ἐρόεσσα καὶ Ἱππονόη ῥοδόπηχυς Κυμοδόκη θ ' , ἣ κύματ ' ἐν ἠεροειδέι
8065545 σμαραγει
, ὡς ὅτε κῦμα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης αἰγιαλῷ μεγάλῳ βρέμεται , σμαραγεῖ δέ τε πόντος . Ἄλλοι μέν ῥ ' ἕζοντο
δὲ κλάγξας πέτετο πνοιῇς ἀνέμοιο . Αἰγιαλῷ μεγάλῳ βρέμεται , σμαραγεῖ δέ τε πόντος . Σκέπτετ ' ὀιστῶν τε ῥοῖζον
8064549 φαινοντο
ἰδ ' ἐγκεφάλοιο θέμεθλα . Τοῦ δ ' ὁτὲ μὲν φαίνοντο μεμιγμένοι αἵματι πολλῷ ὀφθαλμοί , ὁτὲ δ ' αὖτε
ἤλυθεν Ἠώς : τοῖσι δ ' ἄρ ' Ἰδαίων ὀρέων φαίνοντο κολῶναι Χρῦσά τε καὶ Σμίνθειον ἕδος καὶ Σιγιὰς ἄκρη
8056407 ὑψιπετης
Ὀρέστην : ἡ διπλῆ πρὸς τὴν ὁμωνυμίαν . . αἰετὸς ὑψιπέτης ἐπ ' ἀριστερὰ λαὸν ἐέργων : ἡ διπλῆ ὅτι
παρὰ τάφρῳ . ὄρνις γάρ σφιν ἐπῆλθε περησέμεναι μεμαῶσιν αἰετὸς ὑψιπέτης ἐπ ' ἀριστερὰ λαὸν ἐέργων φοινήεντα δράκοντα φέρων ὀνύχεσσι
8054326 βορεαο
κνέφας . οὐδὲ μὲν ἠοῖ πείσματα νηὸς ἔλυσαν ἐπὶ πνοιῇ βορέαο . Λημνιάδες δὲ γυναῖκες ἀνὰ πτόλιν ἷζον ἰοῦσαι εἰς
δὲ νέον κατεφαίνετο γαῖα : καὶ τότ ' ἀναρπάγδην ὀλοὴ βορέαο θύελλα μεσσηγὺς πέλαγόσδε Λιβυστικὸν ἐννέα πάσας νύκτας ὁμῶς καὶ
8047523 μαιομενη
οἱ φίλον ἦτορ . παρὰ δὲ τὸ μῶ μαίω , μαιομένη κευθμῶνα , γίνεται . Μαργαίνειν . καὶ μάργος ,
γένηται . ” ὣς εἰποῦσα θεὰ δῦνε σπέος ἠεροειδές , μαιομένη κευθμῶνας ἀνὰ σπέος : αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς ἄσσον πάντ '
8046736 νεφεεσσιν
παλάμας ἔστρεψεν ὀπίστερος Ἀγγελιώτης ὁλκῶν ἠνεμόφωνον ἐπισπεύδουσαν ἐρύκων , ὀρνυμένην νεφέεσσιν ἐλαυνομένοισι φυλάσσων . καὶ Στεροπὴ πέμπουσα σέλας φοινίσσετο πᾶσα
ἀντιόωντα θεοῖσιν . Ὣς ἄρ ' ἔφη καὶ ἄιστος ὁμοῦ νεφέεσσιν ἐτύχθη : ἠέρα δ ' ἑσσάμενος στυγερὸν προέηκε βέλεμνον
8040807 ἠνεμοεσσα
' ἑξείης Παμφυλίδες εἰσὶ πόληες , Κώρυκος Πέργη τε καὶ ἠνεμόεσσα Φάσηλις . τῶν δὲ πρὸς ἀντολίην μεσάτην χθόνα ναιετάουσιν
δ ' Εὐρώπης μὲν Ἀβαντιὰς ἔπλετο Μάκρις Σκῦρός τ ' ἠνεμόεσσα καὶ αἰπεινὴ Πεπάρηθος : Ἔνθεν καὶ Λῆμνος , κραναὸν
8037752 μεσφ
ἐφ ' Ἑλλήσποντον ὁδεύων καὶ ποτὶ μηκίστου νότιον ῥόον Αἰγαίοιο μέσφ ' αὐτῆς Συρίης τε καὶ Ἀραβίης ἐρατεινῆς . Χαλκιδέες
ἐμάχοντο ἀλλήλους ὀλέκοντες , Ἔρις δ ' ἐπετέρπετο χάρμῃ , μέσφ ' ὅτε δὴ Κάλχαντος ὑπ ' ἐννεσίῃσιν Ἀχαιοὶ ἐς
8028393 κελαινη
κρυεροῦ διὰ χώρου , ἀργυροειδὲς ὕδος προρέων , λίμνη τε κελαινή ἀνδέχεται : παταγεῖ δὲ παρ ' ὄχθαισιν ποταμοῖο δένδρεα
, οὐδ ' ἐπὶ μῶλον δηθύνει , θαλάμης δὲ διαΐξασα κελαινή , αὐχένα γυρώσασα , χόλῳ μέγα παιφάσσουσα ἀντιάᾳ :
8017719 κρυοεσσαν
Ἠλέκτρης Ἀτλαντίδος , ὄφρα δαέντες ἀρρήτους ἀγανῇσι τελεσφορίῃσι θέμιστας σωότεροι κρυόεσσαν ὑπεὶρ ἅλα ναυτίλλοιντο . τῶν μὲν ἔτ ' οὐ
πόλωι πυρόεντι , Νότου παρὰ γείτονι πέζηι , καὶ τροχαλὴν κρυόεσσαν ἐς ἄντυγα διψάδος ἄρκτου ἄξονος ἄκρα πέπηγεν : ἀειφανέος
8016288 Οἱη
μαινομένου , δεινὸν δ ' ἦλθον ὑφ ' ἡνίοχον . Οἵη μὲν Σάμιον μανίη κατέδησε Θεανοῦς Πυθαγόρην , ἑλίκων κομψὰ
πληγαί . ἐπιμύουσι : κλείουσιν . Πάντ ' : εἰς Οἵη : καὶ ὁποίη . Ἐλάφοιο δέμας : ἔχουσιν .
8011898 τελσον
τέλος . τέκτων πᾶς τεχνίτης , παρὰ τὸ τεύχειν . τέλσον πέρας . τεληέσσας ἤτοι τὰς τελείας καὶ ἐπιτελεστικὰς τῶν
αὔλακα : “ ἱεμένω κατὰ ὦλκα , τέμνει δέ τε τέλσον ἀρούρης ” καὶ πάλιν “ τῷ κέ μ '
8005152 ἀμμορος
ἐναγώνιος , ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος ἀμφὶ πάλᾳ κυναγέτας , ἴχˈνεσιν ἐν Πραξιδάμαντος ἑὸν πόδα
' ὀλέθρῳ καὶ πηῶν : οὐ γάρ τις ὀιζυρῆς κακότητος ἄμμορος , ἐλπωρὴ δὲ πέλει καὶ δούλιον ἦμαρ εἰσιδέειν .
8004183 σκιοωντο
καὶ Χαλκίδα καλλιρέεθρον . δύετό τ ' ἠέλιος „ , σκιόωντό τε πᾶσαι ἀγυιαί : ἡ δὲ Φεὰς ἐπέβαλλεν ,
τοῖον γὰρ ὑπέκφερον ὠκέες ἵπποι . δύσετό τ ' ἠέλιος σκιόωντό τε πᾶσαι ἀγυιαί . Οἱ δ ' ἷξον κοίλην
8001833 ἐπασσυτεραις
κυανέης ἰδέειν ὑποφαίνεται , ἀλλ ' ἄρα πᾶσα ἀργεννὴ χιόνεσσιν ἐπασσυτέραις κεκάλυπται : ὣς τότ ' ἀπειρεσίῃσι περιπληθὴς ἀγέλῃσι φαίνεται
κοῦφαι γὰρ ἀφαυροτέροισι κέλευθοι . τοῖσιν δ ' ὁρμιὴ μὲν ἐπασσυτέραις ἀραρυῖα θωμίγγων ξυνοχῇσι πολυστρεφέεσσι τέτυκται , ὅσσος τε πρότονος
8001409 κορθυεται
τέλειον σκεδαιομένη . * κορθύεται : ὁπλίζεται κορυφοῦται ὑψοῦται * κορθύεται οἶδος : ἀνεγείρεται οἴδημα * οἶδος : οἴδημα *
' ἑνὸς μέρους , τῆς κόρυθος , τὸ καθοπλίζεσθαι . κορθύεται διεγείρεται καὶ εἰς ὕψος αἴρεται . κόρσην κεφαλήν .
8000750 περιστιγες
πεπαλαγμένον ἄζῃ , ἀντὶ τοῦ κεχρωσμένον ὑπὸ μελανίας . * περιστιγές : καὶ ἔχον γραμμάς αἰθαλέη δὲ ἤγουν τεφρώδης .
δὲ τοῦ πεπιλημένου δηλωθήσεται τὸ στερεόδερμον τοῦ θηρίου . * περιστιγές : κατάστικτον * ἔρφος : δέρμα στέρφος δερῶν *
7998580 ἀραρυιαν
μὲν σταθμὸν ἐυσταθέος μεγάροιο βεβλήκειν , ἄλλος δὲ θύρην πυκινῶς ἀραρυῖαν . ἄλλου δ ' ἐν τοίχῳ μελίη πέσε χαλκοβάρεια
τὴν ἐσχάτην , ἐπεὶ οὐδὲ τὴν λογικὴν καθαράν τε καὶ ἀραρυῖαν , εἴπερ δὲ ἄρα , πόρρωθεν διόψεσθαί τι τῶν
7998482 μεσατῳ
' Αἰγαίοιο βαρύβρομον οἶδμα λιπόντες Ἐκβατάνων πεδίῳ κείμεθ ' ἐνὶ μεσάτῳ . χαῖρε , κλυτή ποτε πατρὶς Ἐρέτρια : χαίρετ
' Αἰγαίοιο βαθύρροον οἶδμα πλέοντες Ἐκβατάνων πεδίῳ κείμεθ ' ἐνὶ μεσάτῳ . χαῖρε κλυτή ποτε πατρὶς Ἐρέτρια , χαίρετ '
7998363 φοινισσει
γλήνεα φοινίσσει : ἤτοι αἱματώδεις ἔχει τοὺς ὀφθαλμούς . * φοινίσσει : πειφοινιγμένος ἐστὶ κατὰ τὰ γλήνη , ἤτοι κατὰ
ἴσως δ ' ἐκ φολίδων τετρυμένη : αὐτὰρ ἐνωπῆς γλήνεα φοινίσσει τεθοωμένος , ὀξὺ δὲ δικρῇ γλώσσῃ λιχμάζων νέατον σκωλύπτεται
7995584 πελωρου
πόντον βροντῆς τε στεροπῆς τε πυρός τ ' ἀπὸ τοῖο πελώρου πρηστήρων ἀνέμων τε κεραυνοῦ τε φλεγέθοντος : ἔζεε δὲ
νόημ ' ἐποτᾶτο : πᾶν δὲ μετάφρενον εἶχε κάρη δεινοῖο πελώρου , Γοργοῦς : ἀμφὶ δέ μιν κίβισις θέε ,
7991970 ἀθρησειε
ἔμπαλιν ὄμματ ' ἔνεικε , καλυψαμένη ὀθόνῃσιν , μὴ φόνον ἀθρήσειε κασιγνήτοιο τυπέντος : τὸν δ ' ὅγε , βουτύπος
φρένες ἐντός . ἤτοι ὅτ ' ἐς πεδίον τὸ Τρωϊκὸν ἀθρήσειε , θαύμαζεν πυρὰ πολλὰ τὰ καίετο Ἰλιόθι πρὸ αὐλῶν
7989771 ἱμασθλην
καὶ θαλεροὺς γύμνωσε βραχίονας : ἁλλομένη δὲ δεξιτερῆι φαέθουσαν ἀνηέρταζεν ἱμάσθλην , καὶ δρόμον Ὡράων ἑξάζυγον ἡνιοχεύει πρωτοφανεῖς ἐλάουσα συνήθεας
ἱερείας προπολούσας . γέντο ἔλαβεν : “ γέντο δ ' ἱμάσθλην . ” τίθεται δὲ ἡ λέξις κατὰ συγκοπὴν ἀντὶ
7989510 ἐρημαιην
φορητὸς οὐδὲ σωφρονῶν ἥμιν ; ” Λέοντα φεύγων ταῦρος εἰς ἐρημαίην σπήλυγγα κατέδυ ποιμένων ὀρειφοίτων , ὅπου τράγος τις χωρὶς
πῦρ ἴδιον πλεκτῇσιν ἐνὶ κλισίῃσι βαλόντες : Ἰλιάδος δὲ λιπόντες ἐρημαίην χθονὸς ἀκτὴν πλώετε πασσυδίῃ ψευδώνυμον οἴκαδε νόστον , εἰσόκεν
7988125 ἀπωθε
μὲν παρὰ ποσσὶ θεοὶ θέσαν ἀνθρώποισιν , ἐσθλὰ δὲ πολλὸν ἄπωθε : πόνον δ ' ἐς μέσσον ἔλασσαν : τοὔνεκα
[ ] ον : ὦ Παλαίμονες [ ] [ ] ἄπωθε ? ? τὸν φθόρον . . . ποττὰς ἱερὰς
7987004 ἀπειρεσιων
τάλας , ἔμελλες χρόνῳ στερεόφρων ἄρ ' ἐξανύσσειν κακὰν μοῖραν ἀπειρεσίων πόνων . Τοῖά μοι πάννυχα καὶ φαέθοντ ' ἀνεστέναζες
δὲ δαίνυται ὅν κ ' ἐθέλῃσι , κρινάμενος τὸν ἄριστον ἀπειρεσίων παρεόντων . Ἀλλ ' ἔμπης καὶ τοῖσιν ἀνάρσιοι ἀντιφέρονται
7983596 ἐπιγουνιδος
μηκύνει κεκονιμένος ἐν Διὶ πατρί . Ἄγχι δέ οἱ σκαιῆς ἐπιγουνίδος ἤλιθα πᾶσαι . Πληιάδες φορέονται . Ὁ δ '
αἷμα ἱλαρώτερον καὶ ἰκμὰς ἡ μὲν κενεῶνος , ἡ δὲ ἐπιγουνίδος , τοὺς δὲ ἐξ ἀφροδισίων ἥκοντας γυμναζομένους μὲν πλείω
7982336 πλημυρις
ὑπὸ τοῦ ἄξονος . πλῆξαι τὸ ἐκ χειρὸς πατάξαι . πλημυρίς τὸ ὅρμημα τῆς θαλάσσης . πλήσσοντο διέβαινον : “
εἶσι ἑρπετὸν οὐδὲ ποτητὸν ἀείρεται . ἔνθ ' ἄρα τούσγε πλημυρίς μυχάτῃ ἐνέωσε † τάχιστα ἠιόνι , τρόπιος δὲ μάλ
7982214 αἱματοεσσα
δ ' ἔπλετο θαῦμα , οὕνεκα δὴ ῥυτῆρος ἀπεκρέμαθ ' αἱματόεσσα , Ἄρεος ἐννεσίῃσι φόβον δηίοισι φέρουσα : φαίης κεν
ἠδ ' ἄρρηκτος , ὑπαὶ δέ οἱ ἔσκε τένοντος σύριγξ αἱματόεσσα κατὰ σφυρόν : ἀμφ ' ἄρα τήνγε λεπτὸς ὑμὴν
7977587 βολαων
Κ . Λ . οὐ γάρ τι πληγέων ἀδαήμων οὐδὲ βολάων . † ) λείπει τὸ εἰμί . . Δ
τάρταρον ἠερόεντα ποδῶν , αἰπεῖά τ ' ἰωὴ ἀσπέτου ἰωχμοῖο βολάων τε κρατεράων . ὣς ἄρ ' ἐπ ' ἀλλήλοις
7976680 ἐπεστεναχοντο
' ἀλεγεινὸν μίγδα περιτρίζουσι διηνεκὲς ἀλλήλῃσιν : ὣς Τρῳαὶ Δαναοῖσιν ἐπεστενάχοντο δαμεῖσαι : ἴσην δ ' αὖ καὶ ἄνασσα φέρεν
ἐπάλξεσιν : ἔβραχε δ ' εὐρὺς αἰγιαλὸς καὶ νῆες , ἐπεστενάχοντο δὲ μακρὰ τείχεα βαλλομένων . Κάματος δ ' ὑπεδάμνατο
7975720 παλαμην
ταύτῃ συλλέξας τοὺς στρατηγοὺς ἔλεγέ σφι ὡς δοκέοι ἔχειν τινὰ παλάμην τῇ ἐλπίζοι τῶν βασιλέος συμμάχων ἀποστήσειν τοὺς ἀρίστους .
ῥήματος τῶν εἰς τὰς σὰς ἀκοὰς ἐμπιπτόντων εἰς τὴν ἐκείνου παλάμην ἐγγραφομένων . διὰ ταῦτα τοίνυν , ὦ θεοφιλέστατε αὐτοκράτορ
7975107 ὠμηστηρος
μῦθον . Εὖτε γὰρ αἰγλῆεν σφέτερον δέμας εὐρύστερνος Οὐρανός , ὠμηστῆρος ὑπαὶ παλάμῃσι Κρόνοιο δῃωθεὶς εἵλιξεν ἀπειρεσίην ἐπὶ γαῖαν ,
ἔλπεται οὐχ ὁρόωσα λαθεῖν ὁρόωντος ἐφορμήν . ὡς δέ τις ὠμηστῆρος ἐπεσσυμένοιο λέοντος βουβαλὶς ἐν λόχμῃσι κάτω τρέψασα κάρηνον μαψιδίην
7974046 ἐμπλεος
. μεστὸς : Πλήρης τῆς ἀθάρας . Θ . . ἔμπλεος ἢ κεκορεσμένος . . οὐ προσῄειν : Οὐκ ἔγνω
χαράξει τοὺς χρόνους διπλώματι . Ῥήτρης εὐρυνόοιο [ ] διαμπερὲς ἔμπλεος ἦσθα , ὦ βαθέης σοφίης πολυήρατον εὖχος ἐρώτων ,
7964148 ἀμητοιο
τε πελάζει . οἵη δ ' ἐκ ληΐοιο φέρει θέρος ἀμητοῖο βριθομένη πυρῷ τε μετ ' αὔλιον εἶσιν ἀπήνη ,
βοῶν ἀρότοιό τε γαίης πυρῶν τ ' εὐκάρποιο φέρει γέρας ἀμητοῖο . δοῦρα δὲ τεκτήνασθαι ἀναστῆσαί τε μέλαθρα , φάρεά
7961738 ἐργατιναι
δὲ σμυγερώτατοι ἀνδρῶν , τρηχείην Χάλυβες καὶ ἀτειρέα γαῖαν ἔχοντες ἐργατίναι , τοὶ δ ' ἀμφὶ σιδήρεα ἔργα μέλονται .
θημῶνας νήησαν , ἀπειρεσίην χύσιν ἄγρης . οἷον δ ' ἐργατίναι Δηοῦς πόνον ἐκτελέσαντες , πνοιῇς χερσαίοις τε διακρίναντες ἐρετμοῖς
7961117 ὠκεανοιο
τὰ περὶ τὰς πλημμυρίδας τοῦ ὠκεανοῦ καὶ τὰς ἀμπώτεις ἀψορρόου ὠκεανοῖο , λέγοντα καί „ τρὶς μὲν γάρ τ '
οὐκ ἐπίοπτος , ὁ δ ' ἀντίος ἐκ βορέαο ὑψόθεν ὠκεανοῖο . Δύω δέ μιν ἀμφὶς ἔχουσαι Ἄρκτοι ἅμα τροχόωσι
7959674 αὐλωπις
: ἣ δὲ κυλινδομένη καναχὴν ἔχε ποσσὶν ὑφ ' ἵππων αὐλῶπις τρυφάλεια , μιάνθησαν δὲ ἔθειραι αἵματι καὶ κονίῃσι :
ὕλης : τῶν δὲ μεσηγὺ ἀτραπιτὸς τέτμηται , ἀραίη [ αὐλῶπις ] : ἐν δ ' ἑτέρωθι ἥδ ' ἱερὴ
7957365 ὀρινει
πνείοντος ἀέλλαις ἠὲ Νότου κελάδοντος , ὅτ ' εὐρέα πόντον ὀρίνει λαίλαπι καὶ ῥιπῇσι , Θυτήριον εὖτ ' ἀλεγεινὸν ἀντέλλῃ
. Ἐγχρίπτων : ἐμβάλλων , προσπελάζων , κοντῷ τιτρώσκων . ὀρίνει : ἐκείνους τοὺς δύο ἰχθύας ἐγείρει . Θωρήξας :
7953486 ἀπορουσεν
γήραϊ γὰρ καθύπερθε πολυτλήτῳ βεβάρητο . Ὣς δ ' αὕτως ἀπόρουσεν ἐυμμελίης Θρασυμήδης Φηρεύς τ ' ὀβριμόθυμος ἰδ ' ἄλλοι
Ἀχιλλῆα , Τρώεσσι δὲ λοιγὸν ἀλάλκοι . Πηλεΐδης δ ' ἀπόρουσεν ὅσον τ ' ἐπὶ δουρὸς ἐρωή , αἰετοῦ οἴματ
7950353 Νοτου
καὶ ἡμῖν ἐφώτισεν . Ἑξῆς τούτοις ὀνόματα τῶν ἀνέμων εἰπὼν Νότου καὶ Βορέου καὶ τῶν λοιπῶν , ἐπιλέγει : Ἀλλ
Ἐπεὶ δὲ πληθὺς μυρίανδρος βαρβάρων ἐκ τῶν πυλῶν ὥρμησεν ὡς Νότου νέφος βρυχὴν ἀπειλοῦν καὶ προδεικνύον σπόρον , οἱ σοὶ
7949601 διαυγεα
ἡ δ ' ἑτέρη φαέεσσι διάκτορον ὄμμα τανύσσει φάρεϊ φοινίξασα διαυγέα κύκλα προσώπου , δεξιτερῆς ὅρπηκας ἐφαπλώσασα ταθέντας . Ἀλλὰ
ὄφρα τοι εὐχομένοιο κλύοι θεός , ἐγγυαλίξω . Κρύσταλλον φαέθοντα διαυγέα λάζεο χερσὶ λᾶαν , ἀπόρροιαν πυριφεγγέος ἀμβρότου αἴγλης :
7946353 σπιλαδων
πελάσαντα , πάλλεται ὀρχηστῆρι πανείκελος , ὄφρα ἑ πόντου προπροκυλινδόμενον σπιλάδων ἄπο χεῦμα σαώσῃ . Οἱ δὲ καὶ ἐν πέτρῃσι
σακὸς δ ' εὐίερος περιδέδρομεν , ἀέναον δέ ῥεῖθρον ἀπὸ σπιλάδων πάντοσε τηλεθάει δάφναις καὶ μύρτοισι καὶ εὐώδει κυπαρίσσῳ ,
7945868 ἀννεφελος
ἀνάγκη . ἀννέφελος : “ ἀλλὰ μάλ ' αἴθρη πέπταται ἀννέφελος . ” ἀναστήσας κατὰ μὲν τὴν ἡμετέραν ἔννοιαν “
. ] Πᾶς [ δὲ γάθησε ] πόλος οὐράνιος [ ἀννέφελος ἀγλαός , ] [ νηνέμους ] δ ' ἔσχεν
7944731 Ἁρμονιης
αὖ περὶ χῶρον ἴδοις περιηγέα τύμβον , τύμβον , ὃν Ἁρμονίης Κάδμοιό τε φῆμις ἐνίσπει : κεῖθι γὰρ εἰς ὀφίων
μὲν οὐδ ' αἴης λάσιον μένος οὐδὲ θάλασσα : οὕτως Ἁρμονίης πυκινῶι κρύφωι ἐστήρικται Σφαῖρος κυκλοτερὴς μονίηι περιηγέι γαίων .
7943957 ἀπειρεσιη
φαίδρυνε τεὸν δέμας : ἐν δέ τοι ἀλκή ἔσσετ ' ἀπειρεσίη μέγα τε σθένος , οὐδέ κε φαίης ἀνδράσιν ἀλλὰ
ἕρκος πυκνὸν ὃ οὔτ ' ἀνέμοιο διέρχεται ὑγρὸν ἀέντος ῥιπὴ ἀπειρεσίη οὔτ ' ἐκ Διὸς ἄσπετος ὄμβρος : τοῖαι ἄρ
7940601 ἀκωκαις
περιβάλλεται ἀμφιχυθεῖσα , ἐν δ ' ἐπάγη σκώλοισι καὶ ὀξείῃσιν ἀκωκαῖς ὀστράκου , ὠτειλαῖς δὲ περιπλήθουσα θαμειαῖς ὄλλυται αὐτοδάϊκτος ,
ὁ δ ' ὀκλάζει κατὰ γαίης , βαλλόμενος πυκινῇσι τανυρροίζοισιν ἀκωκαῖς : ὣς ὅ γ ' ἀνηνύστοισιν ἀπειπάμενος καμάτοισιν ὀψὲ
7939576 νοτοιο
ἄρ ' ἔτι προτέρω , ἔτι δ ' ἐν προμολῇσι νότοιο Ἰχθύες . Ἀλλ ' αἰεὶ ἕτερος προφερέστερος ἄλλου ,
γναμπτῇσι γένυσι ” καὶ “ ἀργιόδοντος ὑός . ” ἀργεστᾶο νότοιο . τινὲς τοῦ λεγομένου λευκονότου . ἔστι δὲ ταχέος
7934447 ἀπειριτοι
ὑπ ' αἶαν . Κύκλοι δ ' αὖ πολλοὶ καὶ ἀπείριτοι οὐρανοῦ εἴσω δινεῦνται , τοὺς αὐτὸς ἀεὶ σφαίρης στροφάλιγγι
' ἐπὶ τοῖς Φαυρούσιοι , ὧν ὕπο γαῖαν ναίουσιν Γαράμαντες ἀπείριτοι : ἐν δὲ μυχοῖσι βόσκοντ ' ἠπείροιο πανύστατοι Αἰθιοπῆες
7933363 σκολιη
. Οὔποτε δουλείη κεφαλὴ ἰθεῖα πέφυκεν , ἀλλ ' αἰεὶ σκολιὴ καὐχένα λοξὸν ἔχει . οὔτε γὰρ ἐκ σκίλλης ῥόδα
. Οὔποτε δουλείη κεφαλὴ εὐθεῖα πέφυκεν , ἀλλ ' αἰεὶ σκολιὴ καὐχένα λοξὸν ἔχει . Οὐ παρὰ βωμὸν δεῖ τὰς
7932960 πεπταται
δεύεται , . . . . ἀλλὰ μάλ ' αἴθρη πέπταται ἀννέφελος , λευκὴ δ ' ἐπιδέδρομεν αἴγλη . Συγκεκλήρωται
ἵησιν ἀφρὸν ἐρευγόμενος : βορέῃ δ ' ἐπὶ πολλὸν ἰόντι πέπταται ἔνθα καὶ ἔνθα Προποντίδος οἶδμα θαλάσσης . ἔστι δέ
7930850 μεσατην
φορέουσι διπλῆν , ἰκέλην ἐλάφοισι : χαίτη δ ' αὐχενίη μεσάτην ῥάχιν ἀμφιβεβῶσα οὐρὴν ἐς νεάτην μετανίσσεται : οὐδὲ βροτείην
λασίη δ ' ἐπιέσπεται οὐρή : ἡ δέ τε κυρτοῦται μεσάτην ῥάχιν , ἀμφὶ δὲ πάντῃ λαχνήεσσα κυρεῖ , κατὰ
7930379 ἀμφιτριτης
χειμερία οὖσα ταραχθῇ . ζέει : βράζει , ἀναβράζει . ἀμφιτρίτης : θαλάσσης . Προὔχουσαν : προβλήτιδα , προέχουσαν ,
Κασπιάδων πυλέων νοτιώτερον οἶμον ἔχουσα , ἑλκομένη καὶ μέχρις ὁμωνύμου ἀμφιτρίτης . τριχθὰ δέ μιν ναίουσι διασταδόν , οἱ μὲν
7926796 εἰναλιοις
εἴδεα νῶϊ φύτευσας , ὅσσα βροτοῖσιν ὄπασσας , ὅς ' εἰναλίοις νεπόδεσσιν . ὃς τόδ ' ἐμήσαο πάγχυ καμήλων αἰόλον
ἐννοσίγαιε , κυμοθαλής , χαριδῶτα , τετράορον ἅρμα διώκων , εἰναλίοις ῥοίζοισι τινάσσων ἁλμυρὸν ὕδωρ , ὃς τριτάτης ἔλαχες μοίρης

Back