ἐν πολιτείᾳ : τὸν δὲ τρίτον Ὀλυμπικῶς τῷ σωτῆρί τε Ὀλυμπίῳ . ἐλέγετο καὶ τριτὺς ἡ ἐντελὴς θυσία ἐκ συός
ποτε ἐγγένηται : καὶ τοῦδε ἕνεκα ὁ Ἀλφειὸς νενόμισται τῷ Ὀλυμπίῳ Διὶ ποταμῶν δὴ μάλιστα εἶναι φίλος . ἔστι δὲ
7434125 Ἀπολλωνι
παρεῖχον οἱ Ἀρκάδεςαὐτὸς μὲν Ἐπαμινώνδας καὶ οἱ Θηβαῖοι Διονύσῳ καὶ Ἀπόλλωνι ἔθυον Ἰσμηνίῳ τὸν νομιζόμενον τρόπον , Ἀργεῖοι δὲ τῇ
μηρίνθου , καὶ ταύτην διακόψαι , ἐπειδὴ μὴ ἐπηύξατο τῷ Ἀπόλλωνι : Μηριόνην δέ , ἄνδρα οὐ τοξικόν , ἐπευξάμενον
7386901 Διι
πράγματα προαγορεύει . Ἥρα δὲ γυναιξὶ μὲν τὰ αὐτὰ τῷ Διὶ σημαίνει , ἀνδράσι δὲ ἥττονα . τὰ δὲ αὐτὰ
φησιν Ἡγήσανδρος , πρώτου Ἰάσονος συναγαγόντος τοὺς Ἀργοναύτας καὶ Ἑταιρείῳ Διὶ θύσαντος καὶ τὴν ἑορτὴν Ἑταιρείδια προσαγορεύσαντος . θύουσι δὲ
7236066 σωτηρι
ὁ δίκαιος τὸν ἄδικον : τὸ δὲ τρίτον ὀλυμπικῶς τῷ σωτῆρί τε καὶ τῷ Ὀλυμπίῳ Διί , ἄθρει ὅτι οὐδὲ
: Πλάτων ἐν πολιτείᾳ : τὸν δὲ τρίτον Ὀλυμπικῶς τῷ σωτῆρί τε Ὀλυμπίῳ . ἐλέγετο καὶ τριτὺς ἡ ἐντελὴς θυσία
7202474 ἡρωι
τοὔνομα ἀπὸ τῆς κεραμικῆς τέχνης καὶ τοῦ θύειν Κεράμωι τινὶ ἥρωι . . . . Κολωνέτας : Ὑπερείδης ἐν τῶι
τὰ μὲν ἐσθίουσιν ὡς ἀπὸ ἱερείου , τὰ δὲ ὡς ἥρωι τῶν κρεῶν ἐναγίζουσι . τῆς ἑορτῆς δέ , ἣν
7160187 Πλουτωνι
ἐλάσαντα σωθήσεσθαι : καὶ γάρ φασι τὸ ζῷον ἀνακεῖσθαι τῷ Πλούτωνι . γυναικὶ δὲ οὐδαμῶς ἀγαθός ἐστιν ὁρώμενος οὔτε προσιὼν
ἀλλὰ καὶ τῷ τριττῷ Διὶ , Διὶ , Ποσειδῶνι , Πλούτωνι , καὶ ἔτι αὐτῷ τῷ ἐξῃρημένῳ ἑνὶ Διί .
7122252 βασιλευοντι
. κατὰ μὲν γὰρ τὴν Σικελίαν κατασκευάσαι Ζάγκλῳ τῷ τότε βασιλεύοντι τῆς τότε μὲν ἀπ ' αὐτοῦ Ζάγκλης , νῦν
: διότι Φλεγύας πολεμίους ὄντας εὐλαβοῦντο . . . . βασιλεύοντι . . . Κάδμῳ . . . . κεῖτο
7105885 Σωτηρι
αὐτίκα συστήσων αὐτὸν τῇ τε Παρθένῳ καὶ τῷ παιδὶ τῷ Σωτῆρι . καὶ τὸ μέσον μὲν εἶδος τοιοῦτον , ἐν
Θεομήτορος ναόν , ἐν ᾧ τὰ χαριστήρια ἐτεθύκει τῷ πάντων Σωτῆρι καὶ τούτου μητέρι : εἶτ ' ἐπεξενίσθη τῷ Μαύρηκι
7012030 νικησαντι
δίμετρον καταληκτικόν . τὸ ιγʹ Στησιχόρειον . . , Διαγόρᾳ νικήσαντι τὴν οθʹ Ὀλυμπιάδα . τοῦτον δὲ τὸν Διαγόραν οἱ
χρόνους διάκεινται : ἡ γὰρ πρὸ ταύτης ᾠδὴ Ἀρκεσιλάῳ γέγραπται νικήσαντι ΛΑʹ Πυθιάδα . Ἔνθ ' ὀλβίοισιν Ἐμμενίδαις ] *
6958181 Ποσειδωνι
καὶ τοῦτο οὖν Ὅμηρος εἰδὼς τὴν αἰτίαν τῶν σεισμῶν τῷ Ποσειδῶνι ἀνατίθησι , Γαιήοχόν τε αὐτὸν καὶ Ἐνοσίχθονα προσαγορεύων .
ἔθυε τοῖς θεοῖσιν ὅσοι τε πάτριοι ἢ μαντευτοὶ αὐτῷ καὶ Ποσειδῶνι καὶ Ἀμφιτρίτῃ καὶ Νηρηίσι καὶ αὐτῷ τῷ Ὠκεανῷ ,
6953928 ἐθυσε
, οἷον εἰ σὺ λέγοις , ἔθυσε τὰ Παναθήναια καὶ ἔθυσε τὰ Ὀλύμπια : σύνηθές ἐστι λέγειν καὶ θῦσαι θυσίας
ἐν τῇ Ἀναβάσει Κύρου φησὶν ὁ Ξενοφῶν , τὰ Λύκαια ἔθυσε . πάνυ δὲ τοῦτο καινοπρεπὲς καὶ ἰδία τις σύνταξις
6952329 Ἡρακλει
ἐπὶ κηροῦ τινος ἀπετυποῦντο . ὁμοίως δὲ καὶ αὐτῷ τῷ Ἡρακλεῖ τούτου συμβαίνοντος , καὶ τοῦ ἄθλου δεκάτου τελουμένου ,
ἡδονῆς κεστρεύς . ὅτι δὲ εἶδος κεστρέων οἱ νήστεις Ἄρχιππος Ἡρακλεῖ γαμοῦντί φησιν : νήστεις κεστρέας , κεφάλους . Ἀντιφάνης
6941536 ἐθυσεν
ὄμβροις . τιμάσαις πόρον Ἀλφεοῦ : τουτέστι πρώτῳ τῷ Ἀλφειῷ ἔθυσεν ὡς ἐντοπίῳ θεῷ . μετὰ δώδεκ ' ἀνάκτων :
ὑμῶν καὶ βασιλεὺς τριακοσίους ἐν Πύλαις , ἀλλ ' οὐκ ἔθυσεν : ὑμεῖς δὲ παρεστήσασθε τριακοσίους ἱερεῖα τοῖς βωμοῖς καὶ
6920448 Πελοπι
ὕδατός φασι τὸν Ποσειδῶνα ἵππιον ἢ διὰ τὸ δωρήσασθαι τῷ Πέλοπι ἅρμα . ἵππειος ] ἱππικὸς ἢ διότι τὸ ὕδωρ
καὶ λόγον εἶναι : Ὁ Ζεῦς μ ' ἐκάλεσε , Πέλοπι γ ' ἔρανον ἑστιῶν . ἦ παμπόνηρον ὄψον ,
6849935 τριποδα
Λακώνων ἐξεδεδιῄτητο : ἔξω τῶν Λακωνικῶν διῃτᾶτο νόμων ἐπὶ τὸν τρίποδα : οὐκ ἐν ᾧ ἐμαντεύετο ὁ Ἀπόλλων , ἀλλ
κέκλετο δ ' ἀμφιπόλοισιν ἐϋπλοκάμοις κατὰ δῶμα ἀμφὶ πυρὶ στῆσαι τρίποδα μέγαν , ὄφρα πέλοιτο Ἕκτορι θερμὰ λοετρὰ μάχης ἐκ
6810909 Περσικῳ
Ἀγουβηνοί , μεθ ' οὓς Ῥααβηνοί , καὶ πρὸς τῷ Περσικῷ κόλπῳ Ὀρχηνοί , τὰ δὲ παρὰ τὴν Βαβυλωνίαν ,
. . Ϙδ ι ∠ ʹ : ἐν δὲ τῷ Περσικῷ κόλπῳ Ἀπφάνα νῆσος , ἥτις ἐπέχει μοίρ . πα
6802335 ἱερει
καὶ τελούμενος τῷ Σαβαζίῳ σπεῦσαι , ὅπως καλλιστεύσῃ παρὰ τῷ ἱερεῖ . καὶ ἐρῶν ἑταίρας καὶ κριοὺς προσβάλλων ταῖς θύραις
ἱερὰν κιβωτὸν ἔνδοθεν καὶ ἔξωθεν ἐχρύσωσε , καὶ τῷ μεγάλῳ ἱερεῖ διττὰς ἀνέδωκε στολάς , τὴν μὲν λινῆν ἔνδον ,
6778620 Αἰτναιῳ
. ὁ δὲ ἀγὼν ἱππικός τε καὶ γυμνικός . Χρομίῳ Αἰτναίῳ ἵπποις . } Τῆς πρώτης ᾠδῆς τῶν Νεμέων ἡ
Εὐφορίων : ὁπλοτέρου τ ' Ἀχιλῆος ἀκούομεν Εὐρυλόχοιο . Ἱέρωνι Αἰτναίῳ ἢ Συρακουσίῳ ἅρματι Πύθια . Ἱέρωνος γένος . Ἱέρων
6769543 μαντειῳ
δικασθῇ : ἀποφανθῇ . ἤθελον δὲ καὶ τῷ ἐν Δελφοῖς μαντείῳ ἐπιτρέψαι : ἴσως γὰρ οὐκ ἐπύθοντο τὸν χρησμὸν ὃν
μὴ ἐπέπληξε τῷ Πυθίῳ προσρηθεὶς τούτοις , ἀλλὰ ξυνετίθεντο τῷ μαντείῳ , πεπεισμένοι δήπου καὶ πρὸ τοῦ χρησμοῦ ταῦτα .
6768965 Πριαμῳ
ἵδρωσα μόγῳ , καμέτην δέ μοι ἵπποι λαὸν ἀγειρούσῃ , Πριάμῳ κακὰ τοῖό τε παισίν . ἕρδ ' : ἀτὰρ
βάσκ ' ἴθι Ἶρι ταχεῖα λιποῦς ' ἕδος Οὐλύμποιο ἄγγειλον Πριάμῳ μεγαλήτορι Ἴλιον εἴσω λύσασθαι φίλον υἱὸν ἰόντ ' ἐπὶ
6754061 ἐθυε
Σκιπίων , ἐπεί οἱ πάντα εὐτρεπῆ γεγένητο ἐν Σικελίᾳ , ἔθυε Διὶ καὶ Ποσειδῶνι καὶ ἐς Λιβύην ἀνήγετο ἐπὶ νεῶν
ὁ ἐνθάδε στρατὸς οἷα Καίσαρος υἱὸν δεξιούμενος ἀπήντα , θαρρήσας ἔθυε καὶ εὐθὺς ὠνομάζετο Καῖσαρ . ἔθος γάρ τι Ῥωμαίοις
6731286 βωμῳ
καὶ Ἥβην παῖδα Ἥρας . πρὸς δὲ τῆς Ἥρας τῷ βωμῷ καὶ Ἀρκάδος τάφος τοῦ Καλλιστοῦς ἐστι : τὰ δὲ
ἐχόμενος τοῦ βωμοῦ : κεῖται δὲ καὶ θώραξ ἐπὶ τῷ βωμῷ χαλκοῦς . κατὰ δὴ ἐμὲ σπάνιον τῶν θωράκων τὸ
6729901 Διϊ
ἀποσόβησιν . . δυστυχιῶν ἐκφυγήν . . αὐτῷ ] τῷ Διΐ . σαφῶς ] φανερῶς . . οἶδα ] γινώσκω
τοῦ πήξας καὶ περικυκλώσας τὸ ἄλσος καὶ περιορίσας . τῷ Διΐ . τοὺς περιβόλους ποιήσας . . Ἄλτιν ] τὸ
6690795 Ἡφαιστῳ
ἐν νάρθηκι κρύψας . ὡς δὲ ᾔσθετο Ζεύς , ἐπέταξεν Ἡφαίστῳ τῷ Καυκάσῳ ὄρει τὸ σῶμα αὐτοῦ προσηλῶσαι : τοῦτο
ἢ ὥσπερ αἱ γρᾶες κόρας ἐξαπατῶσαι : ἐπέκειτο δὲ τῷ Ἡφαίστῳ λῦσαι τὸν Ἄρεα , τὸ δὲ ἀμφίχωλον τοῦτο δαιμόνιον
6672023 Ἐρωτι
στεφανοῦσιν αὐτῶν ] , ἢ οὐ τοῖς ἐρωμένοις ἀλλὰ τῷ Ἔρωτι ποιούμενοι τὴν τῶν στεφάνων ἀνάθεσιν τοῦ μὲν Ἔρωτος τὸν
στεφανοῦσιν αὐτῶν ] , ἢ οὐ τοῖς ἐρωμένοις ἀλλὰ τῷ Ἔρωτι ποιούμενοι τὴν τῶν στεφάνων ἀνάθεσιν τοῦ μὲν Ἔρωτος τὸν
6638635 ἀναθηματι
νομίσαι καὶ Ἡρακλεῖ τῷ Ἀμφιτρύωνος νέμειν τιμάς . τῷ δὲ ἀναθήματι τῷ ἐς Ὀλυμπίαν Θασίων ἔπεστιν ἐλεγεῖον : υἱὸς μέν
τῇ Ἀθηνᾷ τῇ Ἀλέᾳ πέπλον : τὸ δὲ ἐπὶ τῷ ἀναθήματι ἐπίγραμμα καὶ αὐτῆς Λαοδίκης ἅμα ἐδήλου τὸ γένος :
6628204 Μεγακλει
. Ἐλθόντες οὖν παρὰ τὸν Λάμωνα τόν τε Δρύαντα τῷ Μεγακλεῖ προσήγαγον καὶ τῇ Ῥόδῃ τὴν Νάπην συνέστησαν καὶ τὰ
' ὅτε καὶ εἰς τρία διῃρημένων καὶ τῶν παράλων | Μεγακλεῖ τῷ Ἀλκμαίωνος , τῶν δὲ ἐκ τοῦ πεδίου Λυκούργῳ
6619499 Λυκουργῳ
ἀνιέναι ἡ κόρη . . . . Κοιρωνίδαι : ἔστι Λυκούργῳ λόγος οὕτως ἐπιγραφόμενος : Κροκωνιδῶν διαδικασία πρὸς Κοιρωνίδας ,
αἱρεῖ καὶ τὴν Ἀκάστου γυναῖκα σφάττει . . : Ὅτι Λυκούργῳ τοιάδε ἡ τελευτὴ τοῦ βίου ἐγένετο . Βουλόμενος ,
6603582 Συρακουσιῳ
λάκτιζε τοῖς κρατοῦσί σου . Τῷ αὐτῷ κέλητι . Ἱέρωνι Συρακουσίῳ . Τῆς τρίτης ᾠδῆς ἡ στροφὴ καὶ ἀντίστροφος κώλων
γίνεσθαι , ἔτυψε ἐκεῖνος τύψε σύ , ἀλλ ' ἐκρατήθη Συρακουσίῳ ἔθει : ἐκεῖνοι γὰρ τὰ εἰς ε προστακτικὰ εἰς
6602269 Ἀσκληπιῳ
ἐπιφανέστατα ἐν τῷ ἄλσει Τροφωνίου ναὸς καὶ ἄγαλμά ἐστιν , Ἀσκληπιῷ καὶ τοῦτο εἰκασμένον : Πραξιτέλης δὲ ἐποίησε τὸ ἄγαλμα
δὲ ἐρομένου μου καθ ' ἥντινα αἰτίαν οὔτε ὕδωρ τῷ Ἀσκληπιῷ σφισιν οὔτε ἔλαιόν ἐστιν ἐγχεόμενον , ἐδίδασκόν με οἱ
6582937 ἀποθυσαι
ἣν ηὔξαντο παρεσκευάζοντο : ἦλθον δ ' αὐτοῖς ἱκανοὶ βόες ἀποθῦσαι τῷ Διὶ τῷ σωτῆρι καὶ τῷ Ἡρακλεῖ ἡγεμόσυνα καὶ
θυγατέρας ἔφη τὰς Χάριτας διὰ τὸ Ἐτεοκλέα τὸν Κηφισοῦ πρῶτον ἀποθῦσαι Χάρισιν ἐν Ὀρχομενῷ τῷ Μινυείῳ . ἀπεχθόμενον δὲ αὐτὸν
6581822 ἀναθειναι
Πάλιν ὑπεύθυνον οὐκ ἐᾷ τὴν οὐσίαν καθιεροῦν , οὐδὲ ἀνάθημα ἀναθεῖναι , οὐδ ' ἐκποίητον γενέσθαι , οὐδὲ διαθέσθαι τὰ
ἀπὸ τῶν ἄλλων ἐστὶν ἀρχαία στήλη : ἵππους δὲ Ἱππόλυτον ἀναθεῖναι τῷ θεῷ φησιν εἴκοσι . ταύτης τῆς στήλης τῷ
6580568 Ἑρμῃ
, Ἄρει δ , Ἡλίῳ ε , Ἀφροδίτῃ β , Ἑρμῇ ε , Σελήνῃ ζ : ὁ Ἄρης ἀπὸ τῶν
στέφανον λαβών , ὅτε ἐπανῄει μετὰ τὸ δεῖπνον , τῷ Ἑρμῇ τῷ πρὸ τῶν θυρῶν ἑστῶτι ἐπέθηκεν αὐτὸν κατὰ τὸ
6555315 ἀνακειμενον
; οὐκ ἄλλου μὲν οὖν . τοιοῦτον εἴδομεν ποτήριον γραμματικὸν ἀνακείμενον ἐν Καπύῃ τῆς Καμπανίας τῇ Ἀρτέμιδι , ἀργυροῦν ,
τοῦ θεοῦ , βακχείαις καὶ ὀργίοις τοῖς τε θείοις ἔργοις ἀνακείμενον , εἶναι δὲ ἕτερον τὸν τὰ ἀνθρώπεια διοικοῦντα ,
6530806 ἀνεθηκεν
τῶν εἰς τὸν πόλεμον ἀναλωμάτων τὰ μὲν δύο μέρη ὑμῖν ἀνέθηκεν , οἷς ἦσαν ἀπωτέρω οἱ κίνδυνοι , τὸ δὲ
, ὦ νύμφη Καμάρινα , τὴν ἐκ τῆς νίκης δόξαν ἀνέθηκεν : ἀντὶ τοῦ , σοὶ χάριν ὁμολογεῖ ἐπὶ τῇ
6524183 οἰκιστῃ
πόλεις καὶ ποιήσων πόλεις ἢ χρησόμενος οὔσαις : ὥστε ἐῴκεις οἰκιστῇ γῆν ἔρημον οἰκίζοντι τῶν προσοικούντων οὐκ ὄντων . τοῦ
Ἰσαυρίας . τὸ ἐθνικὸν Λυκαόνιος , καὶ Λυκάων ὁμοφώνως τῷ οἰκιστῇ , καὶ . . . . Λυκάν ὡς μεγιστάν
6508909 Δεινομενει
εἰρηναίαν κατάστασιν σύμφωνον ἐπιτελλόμενος καὶ ἐντελλόμενος ταύτην τῷ υἱῷ αὐτοῦ Δεινομένει καὶ γεραίρων καὶ τιμῶν τὸν δῆμον ταῖς αὐτοῦ ἀρεταῖς
γένοιτο ὡς καὶ τῷ Φιλοκτήτῃ . Μοῖσα , καὶ πὰρ Δεινομένει : ὦ Μοῦσα , πείθου μοι χορεῦσαι καὶ παρὰ
6501301 τριποδ
Μουσέων οὐκ ἐπιλανθάνεται . Δαμομένης ὁ χοραγός , ὁ τὸν τρίποδ ' , ὦ Διόνυσε , καὶ σὲ τὸν ἅδιστον
μὲν κοίλην κάπετον χερσὶ ταχύνετε , τοὶ δ ' ὑψίβατον τρίποδ ' ἀμφίπυρον λουτρῶν ὁσίων θέσθ ' ἐπίκαιρον : μία
6499819 ἀκροθινιον
τῇ Ἀταλάντῃ τὴν κεφαλὴν τοῦ συὸς καὶ τὸ δέρμα γέρας ἀκροθίνιον χαρίζει . περιλύπους δὲ γενομένους τούτου ἕνεκα τοὺς τῆς
σημαίνει τὸν σωρόν , † θινός τῶν χρημάτων θίνιον καὶ ἀκροθίνιον , . , , . , . * +
6497679 ἡρῳ
. καὶ ἐν ἄλλοις δὲ κέχρηται τῷ γένει . . ἥρῳ : ἡ διπλῆ , ὅτι δισυλλάβως καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ
, οἷον τῷ ἥρῳ , ἥρῳ Λαομέδοντι , καὶ θ ἥρῳ Δημοδόκῳ . Τὸν ἥρωα , τὸν γέλωτα : ὦ
6496857 προὐπιε
ὤν . Ἀλέξανδρος γοῦν αἰτήσας ποτὲ ποτήριον δίχουν καὶ πιὼν προὔπιε τῷ Πρωτέᾳ . καὶ ὃς λαβὼν καὶ πολλὰ ὑμνήσας
ὀλίγον τὸ αὐτὸ ποτήριον αἰτήσας ὁ Πρωτέας καὶ πάλιν πιὼν προὔπιε τῷ βασιλεῖ . ὁ δὲ Ἀλέξανδρος λαβὼν ἔσπασε μὲν
6489373 Θετταλικῳ
. Ποσειδᾶνος Πετραίου ] * Ἤγουν τοῦ ἐν Πέτρᾳ ὄρει Θετταλικῷ τιμωμένου , ἢ ὅτι διατεμὼν τὰ Θετταλικὰ ὄρη ,
αὐτῆς πεδίῳ τὸ τῆς Ἰτωνίας Ἀθηνᾶς ἱερὸν ἱδρύσαντο ὁμώνυμον τῷ Θετταλικῷ , καὶ τὸν παραρρέοντα ποταμὸν Κουάριον προσηγόρευσαν ὁμοφώνως τῷ
6467395 Πελωρῳ
ἀέθλῳ . Δόλον : δελέατος . προὔθηκαν : ἔπεμψαν . Πελώρῳ : μεγίστῳ . Ἆλτο : ἐπήδησεν , ὥρμησεν .
κατέσχον , ἀπομίμημα τῆς τότε γενομένης ἑορτῆς , θύοντας Διὶ Πελώρῳ , τραπέζας τε λαμπρῶς κοσμοῦντας προτιθέναι , καὶ οὕτως
6463849 σπεισας
ταῦ ? [ λέγεις . περιρρανάμενος ἤδη παραγαγών [ , σπείσας τε καὶ λιβανωτὸν ἐπιθείς [ τὴν κόρην μέτειμι .
ταύρους τε σφάξας τῷ Ποσειδῶνι ἀφῆκεν ἐς τὴν θάλασσαν καὶ σπείσας ἐπὶ τῇ θυσίᾳ τήν τε φιάλην χρυσῆν οὖσαν καὶ
6458214 ἐστεφανωσε
δὲ τὸ πέμπτον ἐτελεῖτο ὁ ἀγών . μετὰ τὴν μάχην ἐστεφάνωσε διὰ κλάδων , δηλῶν ὅτι καὶ οἱ μαχόμενοι ἀλόγως
' αὐτὸν ἐς Ἴλιον Μενοίτιός τε ὁ κυβερνήτης χρυσῷ στεφάνῳ ἐστεφάνωσε καὶ ἐπὶ τούτῳ Χάρης ὁ Ἀθηναῖος ἐκ Σιγείου ἐλθὼν
6457810 Μουσηγετῃ
καὶ ἐπὶ Ἴστρου δίναις ἔτι μετὰ τῶν κύκνων ἐκεῖ τῷ Μουσηγέτῃ χορεύοντα καὶ ἰδεῖν ἐπόθησα , καί τινα ἐζήτουν καὶ
καὶ Ἡφαίστῳ , καὶ οἱ ἀμφὶ παίδευσιν Μούσαις καὶ Ἀπόλλωνι Μουσηγέτῃ καὶ Μνημοσύνῃ καὶ Ἑρμῇ , οἱ δὲ ἀμφὶ τὰ
6456460 Ἱερωνι
εὐκλέα κελεύθου γλῶσσαν οὐ˘ [ – – – ] πέμπειν Ἱέρωνι : τόθεν γὰρ [ ] πυθμένες θάλλουσιν ἐσθλῶν [
, δηλονότι αὐτοὺς προηγάγετο ] : ἐπεὶ οἱ προδιδόντες αὐτὸν Ἱέρωνι φίλοι ἦσαν . δύναται δὲ τοῦτο καὶ εἰς τοὺς
6453332 Πανι
αὐτὴν ὁμοίῳ διαδόχῳ . Ὁ δὲ τὴν ἰδίαν ἀναθεὶς τῷ Πανὶ τὴν σμικρὰν καὶ φιλήσας ὡς ἐκ φυγῆς ἀληθινῆς εὑρεθεῖσαν
, τὰ ὑπὸ κεράτων δεδεμένα τοὺς αἰφνιδίους φόβους ἀνῆψαν τῷ Πανὶ σφοδροὺς ὄντας καὶ ἐκπληκτικούς . γίνονται δὲ ἐν τοῖς
6451220 Μινωα
ἔχοντα κέρατα : τὸ δ ' ἀληθὲς ἔχει οὕτως . Μίνωά φασιν ἀλγοῦντα τὰ αἰδοῖα θεραπευθῆναι ὑπὸ κριδὸς τοῦ Πανδίονος
κέρατα ἔχον . τὸ δ ' ἀληθὲς ἔχει ὧδε . Μίνωά φασιν ἀλγοῦντα τὰ αἰδοῖα τεθεραπεῦσθαι ὑπὸ Πρόκριδος τῆς Πανδίονος
6451164 Αἰγινητῃ
ἄλλως . διὰ τοῦτό φησι τὸν Θηβαῖον χάριν νέμειν τῷ Αἰγινήτῃ , ἐπειδὴ ἀδελφαὶ ἐγένοντο αἱ ἡρωΐδες Θήβη τε καὶ
εὕρετο δὲ ] τοῦ ἀδικήματος παρὰ Ἀθηναίων . Θεογνήτῳ δὲ Αἰγινήτῃ πάλης μὲν στέφανον λαβεῖν ὑπῆρξεν ἐν παισί , τὸν
6444618 Διονυσῳ
τὰς γραφάς : αἱ δὲ Ἀντίνου εἰσὶν αἱ πολλαί , Διονύσῳ μάλιστα εἰκασμέναι . καὶ δὴ καὶ τῆς ἐν Κεραμεικῷ
τὰ κυλικεῖα δὲ ἐξεῦρεν ἡμῖν . ἐν δὲ Σεμέλῃ ἢ Διονύσῳ : Ἑρμῆς ὁ Μαίας λίθινος , ὃν προσεύγμασιν ἐν
6439651 Ἀθηναιῳ
ἢ εἰ μὴ τοῦτο , ὁ αὐτὸς ἂν εἴη τῷ Ἀθηναίῳ ξένῳ . οὗτος οὖν εἰς Κρήτην ἀφικόμενος καὶ περιτυγχάνων
ἐς ὕστερον ἀπολελεῖφθαι αὐτῆς , ὅτι ἦν ἄρα Ξενοφῶντι τῷ Ἀθηναίῳ κύων , Ὁρμὴ ὄνομα , ὠκυτάτη τε καὶ σοφωτάτη
6439351 Παυσανιᾳ
χάριν . ἄλλου δέ : ἐφόρου ὅστις ἦν φίλος τῷ Παυσανίᾳ δηλονότι ἀφανῶς νεύσαντος . χωρῆσαι δρόμῳ : λέγεται τὸν
ἵππον , δι ' ὃν χρεμετίσαντα ἐβασίλευσεν ἀποδεῖξαι : τῷ Παυσανίᾳ . παραγγέλλῃ : κελεύῃ ὧδε λέγει κτἑ . :
6433639 Σθενελῳ
, Κλυταιμνήστραν τὴν τοῦ Ἀγαμέμνονος Αἰγίσθῳ , Αἰγιάλειαν τὴν Διομήδους Σθενέλῳ Μήδαν δὲ τὴν Ἰδομενέως Λεύκῳ , ἣν * καὶ
τὸ ὅτε μὲν ὠνείδισε , πράως ἐνεγκεῖν καὶ τῷ χαλεπαίνοντι Σθενέλῳ ἐπιτιμῆσαι Τέττα , σιωπῇ ἧσο , ἐμῷ δ '
6431378 Ἐλατου
οὐ μόνος , ἀλλὰ καὶ Τειρεσίας πρὸ ἐμοῦ καὶ ὁ Ἐλάτου παῖς ὁ Καινεύς , ὥστε ὁπόσα ἂν ἀποσκώψῃς εἰς
ἐκεῖσε τελευτᾷ . Ὀρφεὺς Οἰάγρου παῖς Θρᾷξ Ἀστερίων Κομήτου Πολύφημος Ἐλάτου Ἴφικλος Φυλάκου Ἄδμητος Φέρητος Εὔρυτος Ἑρμοῦ Ἐχίων Ἑρμοῦ Γνωτὸς
6419578 Ὠλην
καὶ ἀριθμὸν ἐποίησεν οὐδένα ἐπ ' αὐτοῖς : Λύκιος δὲ Ὠλὴν ἀρχαιότερος τὴν ἡλικίαν , Δηλίοις ὕμνους καὶ ἄλλους ποιήσας
τελευτήσας τὰς δὲ τοὺς Τρεμιλέας Λυκίους Βελλεροφόντης μετωνόμασε . : Ὠλὴν , Δυμαῖος ἢ Ὑπερβόρειος ἢ Λύκιος , ἐποποιός :
6418016 ὑμνῳ
μέθοδον , ᾗ κεχρήμεθα ἡμεῖς ἐν τῷ κλητικῷ τοῦ Ἀπόλλωνος ὕμνῳ † βιβλίῳ πως θέσθαι . ὥσπερ ἂν ἡ ὥρα
Εὐάνθης δ ' ὁ ἐποποιὸς ἐν τῷ εἰς τὸν Γλαῦκον ὕμνῳ Ποσειδῶνος αὐτὸν υἱὸν εἶναι καὶ Ναΐδος νύμφης μιγῆναί τε
6411729 Φαληροι
πολλῶν εἰρημένον ἀντιτασσόμενος ὁ Φαληρεὺς Δημήτριος ἐν τῷ Σωκράτει χωρίον Φαληροῖ φησι γινώσκειν Ἀριστείδου γενόμενον , ἐν ᾧ τέθαπται ,
τὰ πάντα γίνεσθαι καὶ εἰς ταὐτὸν ἀναλύεσθαι . τοῦτον τελευτῆσαι Φαληροῖ , καὶ αὐτῷ ἐπιγεγράφθαι τόδε τὸ ἐλεγεῖον : Εὐμόλπου
6410482 Τιθωνου
θανόντος . Ἠὼς δ ' Ὠκεανοῖο ῥόον καὶ λέκτρα λιποῦσα Τιθωνοῦ προσέβη μέγαν οὐρανόν , ἀμφὶ δὲ πάντῃ κίδνατο παμφανόωσα
καὶ βάρη . ἄνδρα Τιθωνόν : ὑπεράγαν γεγηρακότα . ἀπὸ Τιθωνοῦ τοῦ πάνυ γηράσαντος καὶ μεταβληθέντος εἰς τέττιγα . Γ
6408884 τιμωμενῳ
τὸ πάτριον ταυτί : τῆς τε πόλεως ὑμᾶς εἰκὸς τῷ τιμωμένῳ ἀπὸ τοῦ ἄρχειν , ᾧ ὑπὲρ ἅπαντας ἀγάλλεσθε ,
ἢ πλείους , ἡδονὴν δὲ τῷ τιμῶντι μᾶλλον ἢ τῷ τιμωμένῳ φερούσας ; οἶσθα γὰρ ὡς ἐγὼ μὲν πολλάκις ὤκνησα
6397964 Νεοπτολεμῳ
, οὐ λόγος : ὁ Νέστωρ ἐν Τροίᾳ ἁλούσῃ ὑποτίθεται Νεοπτολέμῳ τῷ Ἀχιλλέως , ἃ χρὴ ἐπιτηδεύοντα ἄνδρα ἀγαθὸν φαίνεσθαι
. παραγενόμενος δὲ ὁ Ὀρέστης ταύτην μὲν ἀπήγαγεν πείσας , Νεοπτολέμῳ δὲ ἐπεβούλευσεν . οἳ καὶ φονευθέντα παρῆσαν οἱ φέροντες
6394130 Ἰασω
[ κοσμήτορε ] λόγχης , ἰὴ Παιάν , ἠδ ' Ἰασὼ Ἀκεσώ τε καὶ Αἴγλη καὶ Πανάκεια , Ἠπιόνης [
Ἀσκληπιὸν ὡς καλλίστους ἔχοντα παῖδας , Μαχάονα , Ποδαλείριον , Ἰασὼ καὶ Πανάκειαν . . . φέγγος δὲ ἀντὶ τοῦ
6387807 Λυκωνι
καὶ Φορμίων , ἦ μὴν διαλογίσασθαί τε ἐναντίον Ἀρχεβιάδου τῷ Λύκωνι αὐτὸς καὶ προσταχθῆναι αὑτῷ Κηφισιάδῃ ἀποδοῦναι τὸ ἀργύριον ,
τῇ συνηθείᾳ σπανίως εὕρηται ἐν χρήσει : εὕρηται δὲ παρὰ Λύκωνι τῷ Τρωαδεῖ , οἷον τὸ ἅλας εὐῶδες ἢ δυσῶδες
6384281 Διομηδει
ὁ Παλαμήδης ἠξίου τυγχάνειν , ἀλλ ' ἐκεῖνα μὲν τῷ Διομήδει ξυνεχώρει ἔχειν , ἐπειδὴ πάνθ ' ὑπὲρ τῆς τῶν
τὴν δίαιταν ἁβρότερον ἢ ἐπὶ στρατοπέδου ἐχρῆν , κατεσκεύαστο , Διομήδει δὲ τἀναντία τούτων ἐπράττετο : μετρίως τε γὰρ πρὸς
6383161 Πελιᾳ
συνθήκας παρέβαινον . Λούσαιο τὸν Πελίαν : ἀπὸ τῶν τῷ Πελίᾳ συμβάντων παρήχθη . Λοκρικὸς βοῦς : ἐπὶ τῶν εὐτελῶν
δὲ τῆς Μολοσσίας ἡ Ἰωλκός , ἐν ᾗ ὁ ἐπὶ Πελίᾳ ἀγὼν ἐτέθη . ἐξ ὧν πιθανὸν καὶ αὐτὸν ἐσχηκέναι
6378253 Τελαμωνι
ξανθὸς ὕδωρ ἐπιδόρπιον οἴσων αὐτῷ θ ' Ἡρακλῆι καὶ ἀστεμφεῖ Τελαμῶνι , οἳ μίαν ἄμφω ἑταῖροι ἀεὶ δαίνυντο τράπεζαν ,
Οὐκ ἀγαθόν , ὡς εἰπεῖν , Πηλεῖ τε καὶ ἀγαθῷ Τελαμῶνι γράφειν , ἀλὰ Πηλεῖ κἀρίστῳ δὴ Τελαμῶνι : οὕτω
6373708 εἱσατο
λέγει τὴν ὡγαμέμ - νων , ὡς ὁ μῦθος , εἵσατο , τῆι καὶ λίπουρα καὶ μόνωπα θύεται . τοῦτο
δὲ Καλλίμαχος λέγει τὴν ὡγαμέμνων , ὡς ὁ μῦθος , εἵσατο , / τῆι καὶ λίπουρα καὶ μόνωπα θύεται .
6368980 Λεπρευς
τίς καταδειπνήσει ταῦρον πρότερος : καὶ ἐν πᾶσι τούτοις ἡττᾶται Λεπρεύς . καὶ ὑπὲρ πολυποσίας δὲ ἀγὼν αὐτοῖς ἐγένετο ,
καὶ ἐνταῦθα πάλιν ὁ Ἡρακλῆς ἐκράτει . διανιώμενος δὲ ὁ Λεπρεύς , λαβὼν ὅπλα ἐς μονομαχίαν προκαλεῖται τὸν Ἡρακλῆ .
6365468 Ἀρκαδι
καὶ μάλιστα πρᾴως εἶχε τὰ ἐς ὀργήν , τῷ δὲ Ἀρκάδι μετῆν γε θυμοῦ . καταλαβόντος δὲ Κλεομένους Μεγάλην πόλιν
ἐραννόν : ἔνθα τε δὴ τέμενός τε θυηλάς τ ' Ἀρκάδι τεύχειν . τὸ δὲ χωρίον τοῦτο , ἔνθα ὁ
6356061 ἀνεθηκε
. καὶ τότε μὲν εἰς Ἰσθμὸν μετὰ τῶν ἀριστέων πλεύσας ἀνέθηκε τὴν ναῦν Ποσειδῶνι , αὖθις δὲ Μήδειαν παρακαλεῖ ζητεῖν
] εἶναι νομίζουσι τὴν παρθένον . Δαναὸς δὲ ταῦτά τε ἀνέθηκε καὶ πλησίον κίονας καὶ Διὸς καὶ Ἀρτέμιδος ξόανον .
6352858 Ἰκαριῳ
τὸν Διόνυσον . οὗτος οὖν ὁ Διόνυσος ἐλθὼν ἐν Ἀθήναις Ἰκαρίῳ τινὶ περιτυχών , δέδωκεν αὐτῷ κλῆμα ἀμπέλου φυτεῦσαι .
. . νε δʹ μ γʹ . Ἐν δὲ τῷ Ἰκαρίῳ πελάγει νῆσοι , Ἰκαρία νῆσος . . . .
6352532 Λακεδαιμονιῳ
καὶ αἰδοῖ τῇ Ἀθηναίων . ἐνταῦθα οἱ Ὠρώπιοι Μεναλκίδᾳ , Λακεδαιμονίῳ μὲν γένος , στρατηγοῦντι δὲ ἐν τῷ τότε Ἀχαιῶν
ἔχων συνηύξατο καὶ Ἀλκιβιάδῃ νόσον καὶ Κριτίᾳ καὶ Παυσανίᾳ τῷ Λακεδαιμονίῳ καὶ ἄλλοις ; Ἀλκιβιάδῃ μὲν καὶ Κριτίᾳ , ἵνα
6345370 τελευτησαντι
γὰρ ἔδει συμφορὰν οὐδεμίαν Λακεδαιμονίοις ἔτι ἐξ Ἀριστομένους γενέσθαι . τελευτήσαντι δὲ αὐτῷ Δαμάγητος καὶ οἱ Ῥόδιοι μνῆμά τε ἐπιφανὲς
τοῦ βίου τέλος καὶ τῆς μνήμης ἐστὶν ὁ θάνατος , τελευτήσαντι δὲ σὺν ἀρετῇ τῷ σώματι μὲν ἐξιέναι τοῦ βίου
6340453 ἐκκριτων
ἃς γὰρ ἐν τῷ ἑκκαιδεκάτῳ τῶν ἀξόνων ὁρίζει τιμὰς τῶν ἐκκρίτων ἱερείων , εἰκὸς μὲν εἶναι πολλαπλασίας , ἄλλως δὲ
τὰς θεὰς εἰσοικίσασθαι , οὗ μηδὲ εἰσιτητὸν οὐδενὶ πλὴν τῶν ἐκκρίτων , ἀλλ ' ὑπὲρ τοῦ δεῖξαι τοῖς κοινωνοῦσι τοῦ
6336936 Γελωνι
: Ἡρακλείδην δὲ τὸν Ποντικὸν ἐν διαλόγῳ ποιεῖν ἀφιγμένον παρὰ Γέλωνι μάγον τινὰ περιπλεῦσαι φάσκοντα . ἀμάρτυρα δὲ ταῦτ '
τὴν ἄριστον ὕδωρ ἔχουσαν . τοῦ : ποταμοῦ Σικελίας . Γέλωνι , Ἱέρωνι , Ἱέρωνι , Πολυζήλῳ : Γέλων ,
6335142 πατρῳῳ
Ἀττικός , μείζων δὲ ὁ Ἡρώδης , πρὸς γὰρ τῷ πατρῴῳ πλούτῳ καὶ ὁ μητρῷος αὐτῷ πλοῦτος οὐ παρὰ πολὺ
ἦσαν οἱ ἐκ γυναικῶν γεννηθέντες Αἰγυπτίων τοῖς Ἑβραίοις καὶ τῷ πατρῴῳ γένει προσνεμηθέντες καὶ ὅσοι τὸ θεοφιλὲς ἀγάμενοι τῶν ἀνδρῶν
6328897 Θησει
θαλάσσῃ ἠχοῦν : τῆς θαλάσσης : κακονυμφοτάταν : νυμφευσαμένην τῷ Θησεῖ νύμφευσιν ἀνόνητον , τουτέστιν εἰς κακὴν ὠφέλειαν τοῦ γάμου
ἐνέσται . Ἀργεῖοι δὲ καὶ ἐκ τῆς Σίνιδος θυγατρὸς γενέσθαι Θησεῖ Μελάνιππον λέγουσι , καὶ ὡς ἀνέλοιτο ὁ Μελάνιππος δρόμου
6313085 Δεινομενης
διὰ τοῦτο παρέλαβε , διότι καὶ ὁ τοῦ Ἱέρωνος πατὴρ Δεινομένης τὸ ἀνέκαθεν Κύπριον ἦν : τὸ δὲ κελαδέοντι εἶπεν
. . . , : . . . , : Δεινομένης . . . . . Ἱέρωνος υἱὸς ἐκ τῆς
6309519 Μιλησιῳ
δι ' ᾠδῆς . προσδιαλέγεται δὲ ὁ Θεόκριτος ἰατρῷ Νικίᾳ Μιλησίῳ τὸ γένος , ὃς συμφοιτητὴς γέγονεν Ἐρασιστράτου ἰατροῦ ὄντος
' ᾠδῆς . προσδιαλέγεται δὲ ὁ Θεόκριτος Νικίᾳ τινὶ ἰατρῷ Μιλησίῳ τὸ γένος , οὗ καὶ ποιημάτιον φέρεται ἀντιγεγραμμένον [
6309248 ἐκπιοντι
τῇ τῶν Χοῶν ἑορτῇ ἆθλον θέντος στέφανον χρυσοῦν τῷ πρώτῳ ἐκπιόντι χοᾶ πρῶτος ἐξέπιε Ξενοκράτης ὁ φιλόσοφος καὶ λαβὼν τὸν
χρυσᾶ στόμια προσβεβλημένοις . καὶ Σοφοκλῆς Πανδώρᾳ : καὶ πλῆρες ἐκπιόντι χρύσεον κέρας τρίψει γέμοντα μαλθακῆς ὑπ ' ὠλένης .
6305821 Τηλεγονῳ
Τηλέγονον Κίρκη φαρμάκοις ἀνέστησε καὶ ἐγήματο Κασσιφόνην Τηλεμάχῳ καὶ Πηνελόπην Τηλεγόνῳ ἐν Μακάρων νήσοις . * ἡ Πέργη ὄρος Τυρσηνίας
ἐκεῖνο τὸ κέντρον δέδωκεν ἡ Κίρκη τῷ υἱῷ αὐτῆς τῷ Τηλεγόνῳ ἀνελεῖν τοὺς ἀνθρώπους . πολυφάρμακος : φαρμακοῦργος . Αἰχμάζειν
6295014 θυοντι
ὡς ἐπὶ τὸ τεῖχος τῶν Γαζαίων . καὶ ἐν τούτῳ θύοντι Ἀλεξάνδρῳ καὶ ἐστεφανωμένῳ τε καὶ κατάρχεσθαι μέλλοντι τοῦ πρώτου
ταύτην Θεοξένια παρὰ τὸ δοκεῖν τότε ξενίζειν τοὺς θεούς . θύοντι οὖν τῷ Θήρωνι εἰς Θεοξένια ἐπὶ τῆς νίκης ,
6292451 Πυθιῳ
τιμῶσα τὸν Ἔρωτα : μάτην θύομεν Διῒ Ὀλυμπίῳ καὶ Ἀπόλλωνι Πυθίῳ , μὴ τιμῶντες τὸν Ἔρωτα , τὸν ὄντα τύραννον
. Εἰ δ ' αὖ φήσειέ τις κολακείαν εἶναι τῷ Πυθίῳ παραβάλλειν τὸν βασιλέα , Χρύσιππος μὲν ὑμῖν καὶ Κλεάνθης
6277645 ὀφιι
ἂν δύνηται πόλεος ἔν τ ' ἀρχαῖσιν ᾖ . τῷ ὄφιι καὶ ἐν συναιρέσει ὄφι , τῷ ὄφεϊ καὶ ἐν
ὄφι . Ἄξιόν ἐστι ζητῆσαι , διατί ὥσπερ ἀπὸ τοῦ ὄφιι γίνεται ὄφι κατὰ κρᾶσιν τῶν δύο ιι εἰς ἓν
6274738 Τιμοσθενει
νίκας ἐπὶ ταῖς νίκαις . * δοῦναι τῷ Ἀλκιμέδοντι καὶ Τιμοσθένει καὶ Μελησίᾳ . ποταπάς ; ταχείας . * ἀποσοβοίη
ξύλων εἰληφὼς καὶ τὴν τιμὴν τῶν φιαλῶν , ὃ ἀπέτεισεν Τιμοσθένει ὑπὲρ τούτου ὁ πατήρ , καὶ ὅτι αὐτὸς ἐν
6270522 στεφανῳ
ψήφισμα , ὡς ἄρα δεῖ στεφανῶσαι Δημοσθένην Δημοσθένους Παιανιέα χρυσῷ στεφάνῳ , καὶ ἀναγορεῦσαι ἐν τῷ θεάτρῳ Διονυσίοις τοῖς μεγάλοις
παῖ , τεᾶς , Ἁγησίδαμε , πυγˈμαχίας ἕνεκεν κόσμον ἐπὶ στεφάνῳ χρυσέας ἐλαίας ἁδυμελῆ κελαδήσω , Ζεφυρίων Λοκρῶν γενεὰν ἀλέγων
6268249 ἀναδενδραδα
τοῦ Λυδοῦ , ὃς καὶ τῷ Δαρείῳ πρὶν ἐδωρήσατο χρυσὴν ἀναδενδράδα καὶ πλάτανον , καὶ τῷ Ξέρξῃ τότε ἐχαρίσατο ἀργυρίου
παρὰ Πυθίου , ὃς καὶ τῷ Δαρείῳ πρὶν ἐδωρήσατο χρυσῆν ἀναδενδράδα ἤγουν πλάτανον , καὶ τῷ Ξέρξῃ τότε ἐχαρίζετο ἀργυρίου
6264917 Μελικερτῃ
? , μιῆς ἐπὶ πότνια Βύνη Ἑξῆς : ἐπεὶ σὺν Μελικέρτῃ τῷ παιδὶ ἑαυτὴν κατεπόντισεν Ἰνώ , ἐξέπεσεν εἰς αἰγιαλὸν
ἀφιεὶς τὰ δένδρα , οὕτω διέφθειρεν . οἱ δὲ ἐπὶ Μελικέρτῃ , ὅτε τῷ Ἰσθμῷ ἄταφος προσεπελάσθη , καὶ μεταξὺ
6255041 Πιττακῳ
ἐμβαλὼν ἀνέλοι . τῶν δὲ Κυμαίων πεμψάντων τὸν φονέα τῷ Πιττακῷ , μαθόντα καὶ ἀπολύσαντα εἰπεῖν , “ συγγνώμη μετανοίας
ἑκών , ἀλλ ' ἀναγκαζόμενος . ταῦτα δὴ καὶ τῷ Πιττακῷ λέγει ὅτι Ἐγώ , ὦ Πιττακέ , οὐ διὰ
6253524 Διδυμαιῳ
ἐκ κισσίνου κατασκευασθὲν ξύλου . Νίκανδρος δέ φησι : τῷ Διδυμαίῳ Διὶ κισσοῦ σπονδοποιέονται πετάλοισιν , ὅθεν τἀρχαῖ ' ἐκπώματα
Θαλῇ καὶ μετὰ περίοδον πάλιν Θαλῇ : ὁ δὲ τῷ Διδυμαίῳ Ἀπόλλωνι ἀπέστειλεν , εἰπὼν οὕτω κατὰ τὸν Καλλίμαχον :
6249661 Λαομεδοντι
ταῦτα ἤτοι εἰς τὴν τῶν τειχῶν κατασκευήν . ψευδωμότῃ τῷ Λαομέδοντι διὰ τὸ ὀμόσαι δοῦναι Ἡρακλεῖ τοὺς ἀθανάτους ἵππους ἤτοι
οἵτινες οὐδεὶς ἔχει εἰπεῖν ἀτρεκέως : ἐλθόντας δὲ εἰπεῖν ὅτι Λαομέδοντι χρὴ ἀνδρὶ βασιλεῖ εἶναι ἀκρόπολιν ἐν τῆι πόλει ,
6245248 βασιλικῳ
ἔκλειψις γένηται ἐξ ἑνὸς τῶν φωστήρων ἐν ζῳδίῳ τῷ Λέοντι βασιλικῷ γὰρ ὄντι καὶ τοῖς φωστῆρσιν τοῖς δυσὶν κἀκείνοις βασιλείοις
Τοῦτον τὸν λίθον οἱ τὴν νῆσον οἰκοῦντες καὶ τὴν λίθον βασιλικῷ φυλάσσοντες καὶ συλλέγοντες προστάγματι οὕτω λαμβάνουσιν . Ἐν τῇ
6233967 Αἰακῳ
θυμέ , τίνα πρὸς ἀλλοδαπάν ἄκˈραν ἐμὸν πλόον παραμείβεαι ; Αἰακῷ σε φαμὶ γένει τε Μοῖσαν φέρειν . ἕπεται δὲ
τῶν ἀπογόνων αὐτοῦ . Περὶ τῶν Ἀσωποῦ θυγατέρων καὶ τῶν Αἰακῷ γενομένων υἱῶν . Περὶ Πέλοπος καὶ Ταντάλου καὶ Οἰνομάου
6233707 Πτολεμαιῳ
συνέβαινε τῆς ἄκρας εὐφημίας τῇ πόλει . κηδεύει μὲν γὰρ Πτολεμαίῳ τῷ τῆς Αἰγύπτου βασιλεῖ , Πτολεμαῖος δὲ ἥκων ἐνθάδε
μὲν τῷ λόγῳ , τῷ δὲ ἔργῳ δι ' αὐτοῦ Πτολεμαίῳ θέλουσα εἶναι φοβερωτέρα , τέλος δὲ κατατρώσασα οὓς μάλιστα
6232138 Ἀρει
κ , τῇ Ἀφροδίτῃ διὰ τὸν Ζυγὸν η , τῷ Ἄρει διὰ τὸν Σκορπίον ιε , τῷ Διὶ διὰ τὸν
λογιζόμενοι , καὶ τὴν δευτέραν Σελήνῃ διδόντες , τὴν τρίτην Ἄρει ἀπονέμοντες , τὴν δὲ τετάρτην Ἑρμῇ : ἔστιν ἄρα
6231857 Βηλῳ
τὰ ἐν Βαβυλῶνι ἔπραξε , τά τε ἄλλα καὶ τῷ Βήλῳ καθ ' ἃ ἐκεῖνοι ἐξηγοῦντο ἔθυσεν . Αὐτὸς δὲ
Σεμίραμις ἐστεφάνωσεν : αὐτὰρ ἐπ ' ἀκροπόληϊ μέγαν δόμον εἴσατο Βήλῳ , χρυσῷ τ ' ἠδ ' ἐλέφαντι καὶ ἀργύρῳ
6230948 ᾠνοχοειτο
ἐστεφανωμένοι ἐθεώρουν , παρὰ δὲ τὸν ἀγῶνα πάντα οἶνος αὐτοῖς ᾠνοχοεῖτο καὶ τραγήματα παρεφέρετο , καὶ τοῖς χοροῖς εἰσιοῦσιν ἐνέχεον
ἐστεφανωμένοι ἐθεώρουν , παρὰ δὲ τὸν ἀγῶνα πάντα οἶνος αὐτοῖς ᾠνοχοεῖτο καὶ τραγήματα παρεφέρετο , καὶ τοῖς χοροῖς εἰσιοῦσιν ἐνέχεον
6226957 Ὡρῳ
, ᾧ καὶ νῦν ἑορτάζειν τοὺς Αἰγυπτίους . Ἔπειτα τῷ Ὥρῳ τὸν Ὄσιριν ἐξ Ἅιδου παραγενόμενον διαπονεῖν ἐπὶ τὴν μάχην
ᾗ ἡ γυνὴ ἐπαιδοποίει . Ταῦτα εἰποῦσα Ἶσις ἐγχεῖ ποτὸν Ὥρῳ γλυκὺ τὸ πρῶτον ἀμβροσίας ὃ αἱ ψυχαὶ λαμβάνειν ἔθος
6225128 ἐπιγραψαντα
' ἧς ἐπεγέγραπτο Περσαῖον Ζήνωνος Κιτιᾶ , πεπλανῆσθαι εἶπε τὸν ἐπιγράψαντα : δεῖν γὰρ οὕτως ἔχειν Περσαῖον Ζήνωνος οἰκετιᾶ .
ἁμαρτήμασι Μινουκιανὸν ὑποβάλλει , κακῶς τε τὸ περὶ στάσεων τέχνην ἐπιγράψαντα ῥητορικὴν , καὶ νῦν ἀκαίρως εἴδη κακῶς τῶν ἀντιθετικῶν
6224885 ἀγαπωντι
ἡ συνουσία τῷ τὸ σῶμα μᾶλλον ἢ τῷ τὴν ψυχὴν ἀγαπῶντι , νῦν τοῦτο δηλώσω . ὁ μὲν γὰρ παιδεύων
: τὸν ἔχοντα φόβον Θεοῦ , ὑπερασπίζει αὐτοῦ : τῷ ἀγαπῶντι τὸν Θεὸν συνεργεῖ : τὸν ἀθετοῦντα τὸν ὕψιστον νουθετῶν
6215018 Βοιωτιακῳ
δὲ τῷ αʹ τῶν πρὸς Τίμαιον ἐν Σκώλῳ φησὶ τῷ Βοιωτιακῷ Μεγαλάρτου καὶ Μεγαλομάζου ἀγάλματα ἱδρῦσθαι . ἐπεὶ δὲ ἤδη
ἐστι τῶν μὲν Λακώνων τὸ Δήλιον ἱερὸν Ἀπόλλωνος ὁμώνυμον τῷ Βοιωτιακῷ , καὶ Μινώα φρούριον ὁμώνυμος καὶ αὕτη τῇ Μεγαρικῇ

Back